Οµιλία του Υφυπουργού ΕΣ ΑΑ κ. Αθανάσιου Νάκου µε θέµα «ηµογραφία και Μετανάστευση» στην Ηµερίδα του ΚΠΕΕ «Για έναν ισχυρό και συνεκτικό κοινωνικό ιστό», στο πλαίσιο του Προγράµµατος «Ελλάδα 2020» Αθήνα, 20 Μαρτίου 2007 Κυρίες και κύριοι, Αν πριν από κάποιες δεκαετίες, ο ευρωπαϊκός κόσµος αναµετρώνταν µε το στοίχηµα της δηµιουργίας κοινότητας ειρηνικών συµφερόντων, σήµερα αναµετράται µε το στοίχηµα της ανανέωσης, στο όνοµα, πια, της κοινωνικής ειρήνης. Στο όνοµα της δηµιουργίας, µέσα στα αυτόνοµα κράτη, ισχυρών κοινωνικών ιστών. Κοινωνιών συνοχής και ανάπτυξης, που θα µπορέσουν να αφοµοιώσουν τις πολυεπίπεδες και ραγδαίες αλλαγές που συντελούνται, ώστε να λειτουργήσουν µε βάση τα νέα πρότυπα κοινής διαβίωσης και να σχεδιάσουν ένα µέλλον, που όχι µόνο θα ανέχεται, αλλά και θα βασίζεται στη διαφορετικότητα και στη σύνθεση. Γι αυτό το σχεδιασµό έχει νόηµα να µιλήσουµε. Για τον τρόπο, δηλαδή, που θα διαχειριστούµε τις αλλαγές που ήδη βιώνουµε. Όλα όσα ήδη συµβαίνουν γύρω µας. Τα οποία τις περισσότερες φορές συµβαίνουν, αδιαφορώντας για το βαθµό της προετοιµασίας µας. Συµβαίνουν, γιατί εκεί οδηγεί η κοινωνική εξέλιξη, που αν και προχωρά ανεξάρτητα από το πόσο βαθιά µπορούµε να την κατανοήσουµε, εξαρτά τη σταθεροποίησή της από τις δικές µας επιλογές. Από τη δική µας ετοιµότητα να την επηρεάσουµε και να την καθοδηγήσουµε προς το σωστό δρόµο. Στο δρόµο που έχει προορισµό τον άνθρωπο. Όχι τον άνθρωπο ως αφηρηµένη οντότητα, αλλά τον άνθρωπο που έχει όνοµα και επίθετο. Τον κάθε άνθρωπο, που δικαιούται σεβασµού, που δικαιούται ευκαιριών, που είναι φορέας ενός συγκεκριµένου πολιτισµού. Τον καθένα, που τελικά αντιλαµβάνεται τη θέση του στο κοινωνικό σύνολο, αντιλαµβάνεται τη σχέση του µε το κράτος και κατανοεί τη σηµασία των κεντρικών σχεδιασµών για την πορεία της χώρας που ζει, ανάλογα µε το ρόλο που του αναγνωρίζεται. Ανάλογα µε τον βαθµό προστασίας που νιώθει απέναντι στις αναταράξεις, τις οποίες έχουν προκαλέσει οι µεγάλες αλλαγές που συντελούνται. Αλλαγές, που µειώνοντας τις αποστάσεις ανάµεσα στα κράτη, ανάµεσα στους λαούς, διαφοροποιούν, όπως ήταν φυσικό, και τον τρόπο µε τον οποίο αναλύουµε τα κοινωνικά φαινόµενα. Ορίζοντας τις προτεραιότητες και τη µέθοδο ανάγνωσης της νέας πολιτικής ατζέντας. Σε αυτή τη βάση, που έχει τα δεδοµένα που αποκτήθηκαν από την εµπειρία. Που έχει τα ζητούµενα που περιγράφονται κάτω από τον γενικό προσανατολισµό «ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή», η Ελλάδα προετοιµάζει την αυριανή της θέση στην Ευρώπη και τον κόσµο. Σε αυτή τη βάση ξαναβλέπει το δηµογραφικό της ζήτηµα. Σε αυτή τη βάση χαράσσει τη µεταναστευτική της πολιτική.
Κυρίες και κύριοι, Σε ολόκληρη την Ευρώπη, και φυσικά στη χώρα µας, η σύνδεση µεταξύ, του διαγνωσµένου σε όλο του το εύρος, δηµογραφικού ζητήµατος και του µεγάλου µεταναστευτικού ρεύµατος, που ξεκίνησε στα τέλη της προηγούµενης δεκαετίας από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, ακολουθεί σε µεγάλο βαθµό τον φυσικό νόµο των συγκοινωνούντων δοχείων. Σε ό,τι αφορά στη χώρα µας, το δηµογραφικό ζήτηµα και η µετανάστευση συνθέτουν τις δύο διαστάσεις, που καθορίζουν το πλαίσιο µιας πολύ σηµαντικής αλλαγής. Η µια διάσταση είναι η συνεχής µείωση των γεννήσεων, µε αποτέλεσµα την αύξηση της γήρανσης του πληθυσµού. Φαινόµενο που επηρεάζει όλα τα επίπεδα της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής. Είναι προφανές ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά σύνθετο φαινόµενο το οποίο αντικατοπτρίζει τη µεταβολή που επέφερε ο σύγχρονος τρόπος ζωής στα µέχρι πρότινος υφιστάµενα παραδοσιακά µοντέλα. Τόσο σε εκείνο της ελληνικής οικογένειας, όσο και γενικότερα σε όλα εκείνα που περιέγραψαν για πολλές δεκαετίες τις κοινωνικές σχέσεις. Από τη σχέση των δύο φύλων, µέχρι τις εργασιακές σχέσεις. Είναι αυτονόητες, νοµίζω, οι συνέπειες που έχει η δηµιουργία µιας «χώρας γερόντων», στην ποιότητα του εργατικού δυναµικού, στην υγιή λειτουργία του ασφαλιστικού συστήµατος, στην ευρωστία των εσόδων του κράτους µέσα από το φορολογικό σύστηµα. Και πολύ περισσότερο κατανοητές είναι οι επιπτώσεις από τη µείωση του πληθυσµού της χώρας, που ευθέως συνεπάγεται η υπογεννητικότητα. Αυτή λοιπόν είναι η µια διάσταση, η οποία υπήρχε ως τέτοια και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η χώρα µας άρχισε να µετατρέπεται µε ραγδαίους ρυθµούς από χώρα αποστολής σε χώρα υποδοχής µεταναστών. Σε τέτοιο βαθµό µάλιστα, ώστε σήµερα η Ελλάδα να είναι ένα κράτος του οποίου ένα σεβαστό µέρος του πληθυσµού της είναι αλλοδαποί πολίτες. Η µετατροπή αυτή αποτελεί τη δεύτερη διάσταση της µεγάλης αλλαγής, που συντελείται στον κοινωνικό µας ιστό. Οι 400.000, περίπου, άνθρωποι, που ζούνε εδώ ως νόµιµοι µετανάστες, αποτελώντας ένα ενεργό και δυναµικό κοµµάτι της κοινωνίας µας, ισορρόπησαν τις ελλείψεις στο εργατικό δυναµικό, ξαναζωντάνεψαν περιοχές και έδωσαν πνοή σε επαγγέλµατα τα οποία είχαν αρχίσει να εκλείπουν. Συνετέλεσαν στη δηµιουργία νέων µορφών οικογένειας. Η σηµερινή πραγµατικότητα λοιπόν, περιέχει και τις δύο αυτές διαστάσεις. Και τη «γήρανση» του ελληνικού πληθυσµού και την ανανέωσή του από το µεταναστευτικό ρεύµα. Ίσως εκ πρώτης όψεως να φαντάζει ότι λειτουργεί αυτόµατα το ισοζύγιο, που φαίνεται να δηµιουργείται µέσα σ αυτό το νέο σχήµα. Σε αυτή τη νέα πραγµατικότητα που βιώνει η χώρα µας. εν είναι έτσι. Απέχει πολύ από το να θεωρηθεί η µετανάστευση ως πανάκεια.
Και ακόµη περισσότερο από το να µπορεί να αφεθεί στην τύχη της, στηριζόµενη σε αυτοµατισµούς, που σχεδόν ενστικτωδώς ανέπτυξε η ελληνική κοινωνία, καθώς την προηγούµενη δεκαετία απουσίαζε µια συγκροτηµένη και µακρόπνοη µεταναστευτική πολιτική. Είναι απολύτως σαφής η ανάγκη µιας σοβαρής πολιτικής παρέµβασης, ώστε η σύνδεση µετανάστευσης και δηµογραφικού να δηµιουργήσει πραγµατική ευκαιρία. Σε αυτή την κατεύθυνση άλλωστε κινείται και η ανακοίνωση που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασµένο Οκτώβριο για το δηµογραφικό, στην οποία µέσα στα πέντε προτεινόµενα µέτρα για την καταπολέµηση της υπογεννητικότητας είναι η νόµιµη µετανάστευση και η κοινωνική ένταξη των µεταναστών. Αυτό λέει πολλά. Λέει ακόµη περισσότερα αν αναλογιστούµε την τεράστια πίεση που δέχεται η Ευρώπη, πίεση που αναµένεται να γίνει εξαιρετικά έντονη τα επόµενα χρόνια, καθώς απειλείται να µετατραπεί από «γηραιά Ήπειρος» σε ήπειρο µε γηρασµένους κατοίκους. Κυρίες και κύριοι, Αν θέλουµε να µετατρέψουµε τη µετανάστευση σε πραγµατικό µοχλό ανάπτυξης για τη χώρα, όπως µπορεί και πρέπει να αποτελεί. Αν θέλουµε να αποφύγουµε τη µεταστροφή των πλεονεκτηµάτων των µεταναστευτικών ροών σε τροχοπέδη για την ελληνική κοινωνία, πρέπει να αντιµετωπίσουµε το φαινόµενο, ως αυτό που είναι. Ως δυναµικό και εξελισσόµενο. Που απαιτεί από την Ελληνική Πολιτεία να µπορεί να αναπτύξει εκείνα τα ανακλαστικά που χρειάζονται για τη ρύθµισή του. Με πολιτικές πρωτοβουλίες και αποφάσεις που θα καθορίσουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της εξέλιξης αυτού του φαινοµένου στο χρόνο, διαδραµατίζοντας έτσι σηµαντικό ρόλο στην εικόνα της Ελλάδας του 2020. Ειδάλλως, η ανεξέλεγκτη και χωρίς σχεδιασµό εισροή, εγκατάσταση και κίνηση µεταναστών και κυρίως λαθροµεταναστών στη χώρα µας µπορεί να οδηγήσει σε φαινόµενα παθογένειας. Σε φαινόµενα που µπορούν να πλήξουν βαθύτατα τις δηµοκρατικές µας αξίες, τις ανθρωπιστικές µας παραδόσεις, τις κοινωνικές µας προδιαγραφές για την ασφάλεια και την ευηµερία. Τα εθνικά µας συµφέροντα. Είναι οπωσδήποτε ζήτηµα στόχευσης και σχεδιασµού. Είναι σίγουρα ζήτηµα σοβαρής και υπεύθυνης πολιτικής διαχείρισης, η διαµόρφωση εκείνων των βάσεων που θα διασφαλίσουν την οµαλή κοινωνική συµβίωση και θα ανεβάσουν πολύ ψηλά το δείκτη για το επίπεδο της δηµοκρατίας µας και του πολιτισµού µας. Εν ολίγοις, χρειαζόµαστε µια ολοκληρωµένη, σύγχρονη και µακρόπνοη µεταναστευτική πολιτική. Μια πολιτική που θα εντάσσεται στην ευρύτερη εθνική στρατηγική για την εµπέδωση της κοινωνικής σύγκλισης και συνοχής, στο πνεύµα της Στρατηγικής της Λισσαβόνας. Μια πολιτική που βασικό της θεµέλιο θα αποτελεί η βασική παραδοχή ότι η µετανάστευση όχι µόνο δεν είναι πρόβληµα, αλλά αποτελεί σηµαντικό µοχλό εξέλιξης, σηµαντική πηγή ανανέωσης των κοινωνιών. Ένα σοβαρό πλεονέκτηµα που επιτρέπει στα κράτη υποδοχής να αναδεικνύουν τους ανθρώπους που ζούνε µέσα στα σύνορά τους, χωρίς καµία διάκριση. Αντλώντας παράλληλα και τα ίδια όλα εκείνα τα οφέλη που συνδέονται µε το άνοιγµα στον κόσµο, µε την τροφοδότηση των αναζητήσεων της καθηµερινής ζωής. Με τον πολιτισµό της καθηµερινότητας.
Αυτή την πολιτική σχεδιάσαµε, τους τελευταίους 35 µήνες στο Υπουργείο Εσωτερικών, ηµόσιας ιοίκησης και Αποκέντρωσης, υπό την πολιτική καθοδήγηση του Υπουργού καθηγητή Προκόπη Παυλόπουλου. Την πρώτη ολοκληρωµένη µεταναστευτική πολιτική που διαπνέεται από τη φιλοσοφία που σας προανέφερα και έχει στον πυρήνα της τη διαµόρφωση συνθηκών πλήρους διασφάλισης και εγγύησης των ατοµικών και κοινωνικών δικαιωµάτων όλων των ατόµων που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα του 2007. Στην Ελλάδα που φτιάχνει τους θεσµούς της, για να έχει τη θέση που της αναλογεί σήµερα, αλλά και είκοσι χρόνια µετά. Αυτή η πολιτική βούληση µεταφράστηκε στο θεσµικό πλαίσιο που θεµελιώθηκε µε την ψήφιση του ν.3386/2005 για την «είσοδο, διαµονή και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια», ο οποίος ήρθε να καλύψει κενά και παραλείψεις, τουλάχιστον µιας δεκαετίας. Ο πρώτος ουσιαστικά µεταναστευτικός νόµος. Η κεντρική κατεύθυνση αυτού του νόµου, ο οποίος τέθηκε σε πλήρη εφαρµογή από την 1.1.2006, είναι η θέσπιση ενός, κατά το δυνατόν, µη γραφειοκρατικού συστήµατος, το οποίο διασφαλίζει τα ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα των µεταναστών. Είναι πολύ σηµαντικό το γεγονός,- αυτή είναι και η µεγάλη καινοτοµία του νέου πλαισίου, - ότι για πρώτη φορά λαµβάνεται πρόνοια για την κοινωνική τους ένταξη. Σας αναφέρω πολύ συνοπτικά τους βασικούς άξονες του νόµου: Ο ορθολογικός προγραµµατισµός της εισόδου των µεταναστών στην Ελληνική Επικράτεια και η θεσµοθέτηση των κατάλληλων εγγυήσεων για την αποτελεσµατική εφαρµογή των κανόνων της ελληνικής έννοµης τάξης, ώστε να αποφευχθούν τα φαινόµενα ανεξέλεγκτης εισόδου και εξόδου αλλοδαπών. Η αποφυγή περιστασιακών και ανεξέλεγκτων αλλαγών του καθεστώτος το οποίο διέπει τη νόµιµη εγκατάσταση των αλλοδαπών στη χώρα µας. Η διασφάλιση των όρων εργασίας των αλλοδαπών που έρχονται στην Ελλάδα, όπως αρµόζει σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου. Και Η ουσιαστική ύπαρξη συνθηκών για την ακώλυτη άσκηση των κάθε είδους δικαιωµάτων των αλλοδαπών. Κυρίως εκείνων που αφορούν στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, την ελεύθερη συµµετοχή στην οικονοµική και κοινωνική ζωή της χώρας, µέσα σε καθεστώς κοινωνικής δικαιοσύνης και σεβασµού της διαφορετικότητάς τους. Πρωτίστως δε αυτών που απορρέουν από την καταγωγή τους. Έχοντας πλέον την απόλυτη συνείδηση της δυναµικής του φαινοµένου της µετανάστευσης, κινηθήκαµε άµεσα και γρήγορα, ώστε να προλάβουµε τις δικές του ταχύτητες. Πρόσφατα η Βουλή ψήφισε το νόµο 3536/07, ο οποίος στοχεύει στον εξοβελισµό και των τελευταίων γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και θέτει προτεραιότητα τη µέγιστη δυνατή διευκόλυνση των αλλοδαπών, για την επίλυση προβληµάτων που δεν οφείλονται στη δική τους υπαιτιότητα. Στο πλαίσιο αυτό έγινε ένα εξαιρετικά σηµαντικό βήµα, το οποίο σηµατοδοτεί την πανεθνική σηµασία που δίνει η Κυβέρνηση στο ζήτηµα της κοινωνικής ένταξης των µεταναστών.
Αναφέροµαι στην σύσταση της Εθνικής Επιτροπής, µε τη συµµετοχή των Γενικών Γραµµατέων των συναρµόδιων Υπουργείων, του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής, όλων των κοµµάτων της Βουλής και άλλων φορέων. Προσδοκούµε πολλά από την επιτυχηµένη παρέµβασή της τόσο στα κοινωνικά δρώµενα, όσο και στα µέτρα και τους σχεδιασµούς ένταξης. Την ίδια στιγµή, - και αυτό είναι εξόχως σηµαντικό-, φτάνει στον τελικό του σχεδιασµό το Ολοκληρωµένο Πρόγραµµα ράσης για την Κοινωνική ένταξη, που οργανώνουµε στο Υπουργείο Εσωτερικών, σε συνεργασία µε τα άλλα συναρµόδια Υπουργεία. Το πρόγραµµα αυτό αποτελεί την πρώτη οργανωµένη προσπάθεια κοινωνικής ένταξης των µεταναστών στη χώρα µας στη βάση της αρχής του Μainstreaming, καθώς αντικατοπτρίζει την ωριµότητα της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην πραγµατικότητα που διαµορφώνει η κοινή συµβίωση µε τους µετανάστες. Με την εφαρµογή του αλλάζει σε πολύ µεγάλο βαθµό το κοινωνικοοικονοµικό status των πολιτών άλλων χωρών που ζούνε µαζί µας, έτσι ώστε να συµµετέχουν ως υπεύθυνοι πολίτες στην πορεία της χώρας µας. Με σαφή δικαιώµατα και υποχρεώσεις, µε διασφαλισµένες προοπτικές να θεµελιώσουν το προσωπικό και οικογενειακό τους µέλλον στην Ελλάδα, βοηθώντας παράλληλα στην αύξηση του ενεργού και παραγωγικού της πληθυσµού. Κυρίες και κύριοι, Η µετανάστευση και το δηµογραφικό ζήτηµα αγγίζουν από κοινού τις πολιτικές συνοχής και σύγκλισης που επεξεργάζεται και εφαρµόζει η Ευρώπη. Που προετοιµάζει και προωθεί η χώρα µας. Αγγίζουν από κοινού την αναζήτησή µας για την εύρεση των νέων ισορροπιών, των νέων δοµών και µοντέλων, που θα επιτρέψουν στις νέες γενιές να δηµιουργήσουν µέσα σε ασφάλεια και δικαιοσύνη. Μέσα σε περιβάλλον κοινωνικής και οικονοµικής σταθερότητας. Με τις αρχές και τις αξίες ενός πολιτισµού που αποδεικνύεται κάθε µέρα. Που διαπνέει το σύνολο των πολιτικών µας επιλογών. Στο σύνολο καλούµαστε, λοιπόν, να δούµε σήµερα το δηµογραφικό ζήτηµα. Συµπεριλαµβάνοντας πολιτικές δηµογραφίας σε όλα τα ολοκληρωµένα σχέδια που αφορούν στους τοµείς της πληροφόρησης, της εξυπηρέτησης του πολίτη, της απασχόλησης, της υγείας, της πρόνοιας. Στηρίζοντας τον θεσµό της οικογένειας µε τη συµµετοχή της κεντρικής εξουσίας, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Στο σύνολο πρέπει να αντιµετωπίσουµε τις αλλαγές που φέρνει η µετανάστευση. Επιδεικνύοντας ένα σύγχρονο πρόσωπο άσκησης µεταναστευτικής πολιτικής. Μιας πολιτικής που ενδυναµώνει ακόµη περισσότερο τη βαθιά δηµοκρατική µας παράδοση, την ιστορική παράδοση του σεβασµού των ανθρωπίνων δικαιωµάτων, την ανοιχτή µατιά του πολιτισµού µας. Που αποδεικνύει την ωριµότητα της κοινωνίας µας, την ευρωπαϊκή της νοοτροπία, τη σύγχρονη δυνατότητά µας να σχεδιάζουµε ένα µέλλον που δεν αποκλείει κανέναν άνθρωπο που σέβεται την έννοµη τάξη µας.
Κανέναν άνθρωπο, που αν και γεννήθηκε κάπου αλλού στον κόσµο, επιθυµεί να προσθέσει τη δύναµή του, στην ανάπτυξη και την ευηµερία της χώρας µας. Μια σύγχρονη µεταναστευτική πολιτική που διαπνέεται από τη φράση του συγγραφέα: «σήµερα είναι δυνατόν να έχει κάποιος ρίζες και φτερά, να σχετίζεται χωρίς να αρνείται την προέλευσή του» Επιτρέψτε µου, κλείνοντας, να συγχαρώ τον Πρόεδρο και τα µέλη του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας και Επικοινωνίας. Και να τους ευχαριστήσω θερµά. Όχι µόνο για την ευκαιρία που µας έδωσαν σήµερα να διατυπώσουµε τους προβληµατισµούς µας και να περιγράψουµε τις εξελίξεις που σηµειώνονται σε βασικούς τοµείς, για την οικοδόµηση ισχυρού συνεκτικού κοινωνικού ιστού της χώρας µας. Αλλά και για την συνολική τους προσφορά στην καλλιέργεια περιβάλλοντος γόνιµου διαλόγου, στην προβολή προτάσεων και ιδεών, που θα δώσουν το περιεχόµενο του οράµατος των παιδιών µας. Που θα δώσουν τη βάση για την Ελλάδα του 2020. Σας ευχαριστώ.