TPIMHNIAIA EK O H TH MHTPO O Eø ME HNIA ETOΣ ΞA ΠEPIO OΣ Γ OKTΩBPIOΣ - NOEMBPIOΣ - EKEMBPIOΣ 2008 TEYXOΣ 5
ΠEPIEXOMENA Θεία E χαριστία καί Eκκλησία * Mητροπολίτου Περγάµου Iωάννου Zηζιούλα σελ. 1 «Σ µα Xριστο» Πρωτ. Mιχαήλ Σπ. Kαρδαµάκη (+) σελ. 6 H κκλησιολογία τ ς «Πρός ιόγνητον» Eπιστολ ς, το Παναγιώτη Γ. Παπανικολάου, Θεολόγου σελ. 12 Tριµηνια ο Eκκλησιαστικό Περιοδικό τ ς Iερ ς Mητροπόλεως Mεσσηνίας I PYTHΣ Mητροπολίτης Mεσσηνίας Xρυσόστοµος ασκαλάκης (+) I IOKTHTHΣ Iερά Mητρόπολις Mεσσηνίας Mητροπολίτου Mελετίου 13 241 00 Kαλαµάτα Tηλ. 27210/22455 Fax: 27210/22994 EK OTHΣ - IEYΘYNTHΣ Mητροπολίτης Mεσσηνίας Xρυσόστοµος Σαββ τος YΠEYΘYNOΣ YΛHΣ Aρχιµ. Θεόκλητος Λαµπριν κος Πρωτοσύγκελλος I. Mητροπόλεως Mεσσηνίας EKTYΠΩΣIΣ Γραφικαί Tέχναι «ΛEBENTH» Γ. Pουµελιώτη 3-5 Kαλαµάτα Tηλ. - Fax: 27210/93374 IAKINHΣIΣ EΛ.TA. - Γραφε ον Kαλαµάτας Kωδικός Eντύπου 3978
Θεία E χαριστία καί Eκκλησία Mητροπολίτου Περγάµου Iωάννου Zηζιούλα (Συνέχεια π τό προηγούµενο τε χος) 2. H δοµή τ ς Eκκλησίας ντλε ται πό τήν E χαριστία. Aν ταυτότητα τ ς Eκκλησίας ε ναι ε χαριστιακή, τότε καί δοµή Tης δέν µπορε παρά νά πηγάζει πό τήν E χαριστία. Iστορικά ε ναι βέβαιο τι α τό χει συµβε, το λάχιστον στούς πρώτους α νες µέχρι τήν ποχή το δυτικο Σχολαστικισµο. Eτσι: Oλα τά βασικά λειτουργή- µατα, πού δοµο ν τήν Eκκλησία, προέρχονται πό τή Θ. E χαριστία καί ταυτίζονται µέ α τήν. A τό ποτελε σως τήν πιό πτή πόδειξη το ταυτισµο Eκκλησίας καί E χαριστίας. Aς τό δο µε α τό πιό λεπτοµερ ς: Γνωρίζοµε τι Eκκλησία στή βασική δοµή της ποτελε ται πό Kλ ρο καί Λαό. A λλά α τή διάκριση πό πο προέρχεται; Aπό τό τι στήν E χαριστιακή Σύναξη πάρχουν ο Προεστ τες καί προσφέροντες τήν E χαριστίαν φ νός, καί ο νταποκρινόµενοι διά το «Aµήν» φ τέρου. A τό νάγεται δη στίς πρ τες Aποσ τ ολικέ ς Kοινότητες (βλ. A Kορ. ιδ, 16) µαρτυρε ται δέ καί πό τήν A Kλήµεντος, τόν Iουστ νο καί λη τήν µετέπειτα παράδοση. Aπό τή δοµή τ ς E χαριστίας φθάσαµε στή δό- µηση τ ς Eκκλησίας σέ Kλ ρο καί Λαό. Eτσι τό λεγόµενο «λαϊκό στοιχε ο» τ ς Eκκλησίας ποτελε βασικό στοιχε ο τ ς δοµ ς τ ς Eκκλησίας. Oπως δέν µπορε νά πάρξει Θ. E χαριστία χωρίς Λαό, τσι δέν µπορε νά πάρξει καί Eκκλησία χωρίς Λαϊκούς. Kαί πως στήν E χαριστία δέν νοε ται νά γο νται ο Λαϊκοί, τσι καί στήν λη ζωή τ ς Eκκλησίας ο Λαϊκοί ποτελο ν τό «ποίµνιον», τό πο ον κολουθε τόν ποιµένα, σχετα ν πειδή πρόκειται γιά «ποίµνιον λογικόν» διατηρε πάντοτε τό δικαίωµα νά κφράζει τήν γνώµην του πί λων τ ν θεµάτων, πού φορο ν στήν Eκκλησία, φήνοντας µως, τήν τελική ε θύνη στούς ποιµένες του, ο πο οι καί θά λογοδοτήσουν νώπιον το Θεο (βλ. A Kληµ., O κουµενικές Συνόδους κ.λπ.). A τή σύνδεση, ξ λλου, τ ς διότητας το «Λαϊκο» µέ τήν E χαριστία ε ναι µόνος 1
τρόπος νά ρίσουµε τήν ννοια το «Λαϊκο». Oπως γνωρίζο- µε, κατά καιρούς γίνεται λόγος γιά συµµετοχή τ ν Λαϊκ ν στή διοίκηση τ ς Eκκλησίας. Πράγ- µατι, διαπράττεται συχνά τό σφάλµα νά καλο µε «Eκκλησία» µόνον τούς Kληρικούς, καί νίοτε µόνον τούς Eπισκόπους, καί νά καθίσταται ναγκα ο νά ναγνωρισθε µεγαλύτερη συµ- µετοχή στά τ ς Eκκλησίας στούς Λαϊκούς. Aλλά κριβ ς πειδή χει χαθε σύνδεση Eκκλησίας καί E χαριστίας, θεωρο νται ς Λαϊκοί σοι πλ ς δέν ε ναι χειροτονηµένοι. Eτσι καί νας ντελ ς σχετος µέ τή ζωή τ ς Eκκλησίας µπορε νά θεωρηθε Λαϊκός καί νά χει δικαίωµα στή διοίκηση τ ς Eκκλησίας. Στήν ρχαία Eκκλησία µως, Λαϊκός ε χε τή δική του «χειροτονία», πού δέν ταν λλη πό τό Xρ σµα, τό πο ο στή ύση νέκαθεν µέχρι καί τώρα δινόταν µέ τήν πίθεση τ ν χειρ ν το Eπισκόπου -καί ο δενός λλου- πως κριβ ς συµβαίνει σέ κάθε χειροτονία. O Λαϊκός µετά τό Bάπτισµα καί τό Xρ σµα κατελάµβανε τόν ο κε ο τόπο στήν E χαριστιακή Σύναξη, καί α τό ε ναι πού τόν κανε «Λαϊκό». Mόνο, λοιπόν, σοι µετέχουν στήν E χαριστιακή Σύναξη ε ναι Λαϊκοί µέ τήν κκλησιαστική ννοια, καί µόνον α τοί - καί χι ο οσδήποτε µή χειροτονηµένος -µπορε νά συµµετάσχει στή διοίκηση τ ς Eκκλησίας. A τό προκύπτει πό τή σύνδεση Eκκλησίας καί E χαριστίας. A λλά σύνδεση α τή διαφωτίζει καί τό νόηµα, πού χουν τά λλα λειτουργήµατα τ ς Eκκλησίας. Eτσι Eπίσκοπος, δέν ε ναι στήν ο σία παρά Προεστώς τ ς Θ. E χαριστίας. O ρχα ες πηγές τό µαρτυρο ν α τό πέρα πάσης µφιβολίας. Aν πέκτησε τήν τιµή, λλά καί τήν ξουσία πού χει, ε ναι διότι «κάθηται ε ς τόπον τύπον Θεο»¹ καί ε κονίζει τόν Xριστό στή Θ. E χαριστία. έν ντλε πό πουθενά λλο τήν ξουσία του. έν ε ναι Eκκλησία κοσµικό δρυ- µα, γιά νά ντλε ξουσία ε τε πό τόν Λαό, ε τε πό ποιαδήποτε πηγή δικαίου. H Eκκλησία δέν γνωρίζει λλο δίκαιο πό α τό πού πηγάζει πό τίς σχέσεις, µέσα στίς πο ες µπλεκόµεθα σοι µέ τό Bάπτισµα καί τό Xρ σµα συνιστο µε µιά Kοινότητα, πού δέν ε ναι λλο πό τό Σ µα το Xριστο. Στό Σ µα α τό, πού πραγµατώνεται κατ ξοχήν στή Θ. E χαριστία κεφαλή ε ναι Xριστός, καί α τός πού Tόν ε κονίζει, δηλαδή Eπίσκοπος. 1. Πρβλ. Iγνατίου Aντιοχείας, Eπιστολή πρός Mαγνησίους 3, παρ. 6,1. 2
Aφαιρέστε τή θέση το Eπισκόπου στό Σ µα α τό καί µέσως καταρρέει λη ξουσία του. A τό συνεπάγεται πολλά. Σηµαίνει τι πρώτιστο καί κύριο ργο το Eπισκόπου ε ναι προεδρία τ ς E χαριστίας. Eπίσκοποι, πού µελο ν τό ργο τους α τό, καί ντιλαµβάνονται τό ξίωµά τους ς κυρίως διοικητικό κόµη καί ποιµαντικό µέ τήν ε ρεία ννοια το ρου (κήρυγµα, κοινωνική δράση κ.λπ.), κκοσµικεύουν τήν Eκκλησία. Oπως ε παµε πιό πάνω, Eκκλησία ε ναι Eκκλησία καί κτός τ ς E χαριστίας, καί Eπίσκοπος κατ πέκτασιν ε ναι Eπίσκοπος καί κτός τ ς E χαριστιακ ς Συνάξεως, λλά µόνον E χαριστία νοµιµοποιε λα α τά, ν πρόκειται νά ποφευχθε κκοσµίκευση τ ς Eκκλησίας. Σηµαίνει πίσης, τι Eπίσκοπος σέ λη τήν σκηση το λειτουργήµατός του νεργε χι µόνον ς κπρόσωπος το Xριστο, λλά καί ς κπρόσωπος τ ς Eκκλησίας Tου. Kαί στίς Συνόδους πίσης µετέχει, ς κπρόσωπος τ ς Kοινότητός του, γι α τό καί ο τιτουλάριοι Eπίσκοποι δέν σκο ν συνοδικό λειτούργηµα. Oπως στή Θ. E χαριστία ε ναι ρρηκτα δε- µένος µέ τήν Kοινότητά του, τσι καί σέ λη τή διακονία του δέν νεργε ς τοµο, λλά ς κεφαλή τ ς τοπικ ς Eκκλησίας του. Γιά τό λόγο α τό κόµα καί ν O κουµενικ Συνόδ ω ο Eπίσκοποι πεφάσιζαν ς κφραστές τ ς συνειδήσεως τ ς Eκκλησίας των, ποία καί πρεπε νά τίς ποδεχθε γιά νά ποκτήσουν µετάκλητο κ ρος (πρβλ. τήν πόρριψη πό τό πλήρωµα τ ς Eκκλησίας τ ν Συνόδων, Eφέσου 449 καί Φερράρας Φλωρεντίας). H ντληση τ ς πισκοπικ ς ξουσίας πό τήν E χαριστία συνεπάγεται τήν κατάργηση κάθε πυραµιδικ ς δοµ ς τ ς Eκκλησίας καί τήν κατανόηση λων τ ν λειτουργηµάτων Tης στό πνε µα καί τό πλαίσιο τ ς κοινωνίας λων τ ν µελ ν σέ να Σ µα (Bλ. A Kορ. ιβ ). Eκτός πό τόν Προεστ τα τ ς E χαριστίας E χαριστιακή Σύναξη περιλάµβανε καί λλα λειτουργήµατα, τά πο α µεταφέρθηκαν στή δοµή τ ς Eκκλησίας γενικώτερα. Eτσι ο Πρεσβύτεροι, πού περιστοίχιζαν τόν Eπίσκοπο στήν E χαριστία γιναν µόνιµος θεσµός στήν Eκκλησία. Tό διο καί ο ιάκονοι, ο πο οι λειτουργο σαν ς κρίκος µεταξύ τ ν Προεστώτων τ ς E χαριστίας καί το Λαο µεταφέροντας τά δ ρα το Λαο στό Θυσιαστήριο, γιά νά γίνουν E χαριστία, 3
τά α τήµατα το Λαο, γιά νά µνηµονευθο ν κατά τήν Aναφοράν, καί ντιστρόφως δηγώντας τό Λαό στίς E χαριστιακές προσευχές του καί µεταδίδοντας σ α τόν τήν E χαριστία, γιναν µόνιµος θεσµός τ ς Eκκλησίας κριβ ς λόγ ω τ ς Θ. E χαριστίας, πό τήν ποία καί προ λθαν. Eτσι, πό τή Θ. E χαριστία προέκυψαν ο λεγόµενοι τρε ς «βαθµοί τ ς ερωσύνης», ο πο οι µαζί µέ τούς λαϊκούς ποτελο ν κτοτε τούς πυλ νες το ο κοδοµήµατος τ ς Eκκλησίας. H E χαριστία δάνεισε στήν Eκκλησία τή βασική δοµή της, χωρίς τήν ποία, κατά τόν γιο Iγνάτιο, «Eκκλησία ο καλε ται» 1. Στό σηµε ο α τό ποκαλυπτική σηµασία ποκτο ν παγιωµένες λειτουργικές πράξεις, ο πο ες πιβεβαιώνουν,τι ε παµε, ως τώρα. Θά ναφερθ σέ δύο πό α τές. 1. H πρώτη ε ναι τι καµµία χειροτονία στά προαναφερθέντα δοµικά λειτουργήµατα δέν µπορε νά γίνει κτός τ ς E χαριστίας. Στίς χειροτονίες α τές περιλαµβάνω καί τό Bάπτισµα / Xρ σµα, µέ τό πο ο πραγµατοποιε ται στήν Eκκλησία τό δο- µικό λειτούργηµα το Λαϊκο. Tό τελευτα ο α τό γινόταν στήν ρχαία Eκκλησία πίσης µέσα στή Θ. E χαριστία, λλά τυχ ς α τό χει πλέον τονήσει. Παρέµεινε µόνον ς παράβατος ρος χειροτονία το Eπισκόπου, το Πρεσβυτέρου καί το ιακόνου ντός τ ς Θ. E χαριστίας. Tί σηµαίνει α τό; Aν χειροτονία ταν πλ ς, πως τήν µφανίζουν ο ογµατικές µας, µετάδοση χαρίσµατος πό τόν Eπίσκοπο στόν χειροτονούµενο δικαί ω τ ς Aποστολικ ς ιαδοχ ς το πρώτου, τότε θά µπορο σε Eπίσκοπος νά χειροτονήσει καί στό γραφε ο τό σπίτι του πουδήποτε λλο, φο παντο κέκτηται τό χάρισµα τ ς διαδοχ ς τ ν Aποστόλων. Tό τι πρέπει πωσδήποτε νά γίνει χειροτονία ντός τ ς E χαριστίας µαρτυρε τι E χαριστία ε ναι πηγή τ ν Eκκλησιαστικ ν Λειτουργηµάτων, καί πί πλέον τι τά Λειτουργήµατα α τά ( Eπισκόπου, Πρεσβυτέρου, ιακόνου καί Λαϊκο ), πως µαρτυρε συγκεκριµένη στιγµή, πού γίνονται µέσα στή Λειτουργία, χουν ς πρώτιστο σκοπό νά δοµήσουν τήν E χαριστιακή Kοινότητα καί στή συνέχεια τήν Eκκλησία καί ξω πό τήν E χαριστία. 2. H λλη λειτουργική πράξη, πού πιβεβαιώνει σα ε πα- µε πιό πάνω, ε ναι τι ν λα 1. Πρβλ. Iγνατίου Aντιοχείας, Eπιστολή πρός Tραλλιανούς, 3 παρ. 3,1: «χωρίς τούτων Eκκλησία κλεκτή ο κ στιν, ο συνάθροισµα γίων». 4
σα ποτελο ν δοµικά στοιχε α τ ς Eκκλησίας παιτο ν χειροτονία πωσδήποτε ντός τ ς E χαριστίας, λειτουργήµατα, µή δοµικά, δηλαδή µή µόνιµα καί παραίτητα γιά τή δοµή τ ς Eκκλησίας, πιβάλλεται νά λαµβάνουν τό χάρισµά τους κτός τ ς Θ. E χαριστίας. Tή διάκριση α τή χει πικρατήσει, µέ κάποιον βιασµό τ ς ρχικ ς ρολογίας, νά τήν δηλώνουµε µέ τούς ρους «χειροτονία» γιά τά πρ τα καί «χειροθεσία» γιά τά δεύτερα. Σηµασία χει τό τι λειτουργική πράξη πιµένει τι ο χειροτονίες πρέπει νά γίνονται µέσα στή Θ. Λειτουργία καί σέ συγκεκριµένο σηµε ο της σχετικό µέ τήν σκηση το λειτουργήµατος ντός α τ ς, ν ο χειροθεσίες λαµβάνουν χώραν παραιτήτως κτός τ ς Θ. E χαριστίας (συνήθως στό τέλος το ρθρου). O λόγος γκειται στή διάκριση µεταξύ δοµικ ν λειτουργηµάτων, «χωρίς τ ν ποίων κκλησία ο καλε ται», καί µή δοµικ ν, χωρίς τά πο α µπορε νά πάρξει Eκκλησία. Tό καίριο σηµε ο ε ναι τι τά δοµικά λειτουργή- µατα πηγάζουν, καί συνεπ ς νοηµατίζονται, πό τή Θ. E χαριστία. (συνεχίζεται) 5
«Σ µα Xριστο» Πρωτ. Mιχαήλ Σπ. Kαρδαµάκη (+) (Συνέχεια π τό προηγούµενο τε χος) E ναι κκλησιαστικ ς σηµαντικό νά πιµείνουµε κόµη περισσότερο στή διάκριση µεταξύ θρησκείας καί πίστεως, ταν συνεχ ς γινόµαστε µάρτυρες µι ς πλήρους συγχύσεως, στή θεωρία καί τήν πράξη, µεταξύ α τ ν τ ν δύο πραγµάτων. E ναι νδεικτικό τι θρησκεία καθ αυτή φαινόµενο παγκόσµιο, θεωρε ται δεδοµένη α τονόητη, ναγκα ο γγενές στοιχε ο τ ν διαφόρων λα ν καί τ ν πολιτισµ ν τους. Στήν ο σία, δέν προϋποθέτει καµ- µιάν ποκάλυψη, λλά ποτελε ποτέλεσµα τ ς νθρώπινης δυναµίας καί καλλιέργειας, στε νά ντάσσεται µεταξύ τ ν νθρώπινων πινοηµάτων φευρηµάτων, πού τήν καθιστο ν θέµα πολύτως νθρωποκεντρικό νθρωπο- µορφικό. Γιά το το καί περιορίζεται στόν κόσµο τ ν δε ν τή χορεία τ ν ξι ν, τ ν συνεχ ς α τοαναιρούµενων καί α τοανατρεπόµενων, ξαντλε ται στήν περιοχή κάποιων νώτερων τάχα µεταφυσικ ν ναζητήσεων το νθρώπου, περιφρουρούµενη ναγκαίως πό πλ θος νόµων καί ντολ ν. H θρησκεία ε ναι κατ ο σίαν να νήσυχο α σθηµα να καταδυναστευτικό συναίσθηµα, πού κάτω πό τό φόβο µι ς νώτερης δυνάµεως, σκε βία πάνω στούς νθρώπους, τούς ποίους συνήθως τροµοκρατε καί ποδουλώνει, τιµωρε καί κολάζει. H διαφυγή τ ν νθρώπων, πό τήν τυραννία το πρόσωπου το νέραστου, παγιδεύεται στήν νάγκη τ ν ε δώλων τ ν συµβόλων, στά πο α συνήθως περιορίζεται λατρεία τ ν θρησκει ν. Oπως χει πισηµανθε, «πάρχουν πολλές θρησκε ες, λλά µόνο να E αγγέλιο». Παραφράζοντας α τούς τούς λόγους, θά µπορούσαµε νά σχυριστο µε τι δέν πάρχουν πλέον πολλές θρησκε ες, λλά µόνο µιά πίστη. Kαί α τό γιά τούς Xριστιανούς ποτελε καί θά ποτελέσει τό µέτρο τ ς «κρίσεως» το Θεο, ταν Xριστός καί «πάλιν Eρχόµενος» στά δια, θά βρε χι τήν πίστη πού ε ναι δια ζωή Tου, λλά πολλή θρησκεία, πού παραµένει τυφλή στήν κκλησιαστική φανέρωσή Tου, λλά ε φυής σέ ερά γκλήµατα. Θά βρε καί στό σ µα Tου µιά κάστα θρησκευόµενων, κείνους πού φέρουν ψευδ ς 6
τό νοµά Tου, ποπνιγόµενο µεταξύ πολλ ν λλοτριώσεων: το ψευδοευσεβισµο, τ ς ψευδοαγιότητας, τ ς ψευδοπνευµατικότητας, το ψευδο- µυστικισµο, το ψευδοµεσσιανισµο κ.. Eπειδή πίστη δέν ε ναι µιά τεχνική ννοια, πού ναζητ τό λογικό νόηµά της. έν πρόκειται δηλαδή περί µι ς θεωρητικ ς κατηγορίας πού παιτε πρός πλήρωσή της τόν θρησκευτικό φιλοσοφικό στοχασµό. H πίστη ε ναι ξ λοκλήρου µιά ποκάλυψη µιά δωρεά το Θεο στόν νθρωπο. E ναι διος Θεός στόν νθρωπο καί νθρωπος στό Θεό, στε νθρωπος νά µήν χει δική του ζωή, λλά τή ζωή το Θεο, ταν βυσσος τ ς γάπης πικαλε ται τήν βυσσο τ ς γάπης. Oπως καί λήθεια, πίστη δέν ε ναι κάτι, λλά Kάποιος πού ρχεται νά γαπήσει καί νά γαπηθε καί νά «ποιήσ η µονήν παρ νθρώποις» 25. Στήν πραγµατικότητα ε ναι συσταύρωσή µας µέ τό Xριστό, προκειµένου νά κοινωνήσουµε τ ς ζω ς τ ς Aναστάσεως. O Xριστιανισµός δέν ε ναι µιά θρησκευτική δεολογία πεποίθηση, λλά κκλησιαστική πίστη καί ζωή. H Eκκλησία ε ναι πίστη καί ζωή δέν χει πίστη καί ζωή, ς να σύστηµα θρησκευτικ ν ξι ν ντιλήψεων, πού νεργοποιε ται κατά τίς περιστάσεις, πέρ κατά τ ν νθρώπων. E ναι Xριστός τ ς Eνανθρωπήσεως α τή πίστη καί ζωή τ ς Eκκλησίας, πέτρα καί τό θεµέλιο τ ς ο κοδοµ ς της, ντός τ ς ποίας κτίζεται Xριστιανός νθρωπος διά τ ς κοινωνίας του µέ τό Xριστό, τήν νυπόστατη πίστη καί τήν θάνατη ζωή. H πίστη δέν ε ναι να σύστηµα θεολογουµένων συµβολικ ν ρθρων καί ζωή µιά συµβατική τήρηση ε σεβιστικ ν ρχ ν κανόνων. Aν Xριστός ε ναι A λήθεια, ε ναι καί πίστη καί ζωή τ ς Eκκλησίας, ταν χωρίς τήν γνώση τ ς λήθειας, δέν µπορο µε ληθ ς νά πιστεύουµε καί νά ζο µε. O Xριστός ε ναι πίστη καί ζωή τ ς πίστεως, «ν χοµεν τήν παρρησίαν» 26, ς νήφοντα καί ποστολικά µέλη τ ς Eκκλησίας. Σέ σχατη νάλυση πίστη δέν ε ναι ντικείµενο σχολικ ς καδηµαϊκ ς διδασκαλίας, λλά τό γεγονός τ ς σώας ζω ς ντός το καθολικο µυστηρίου τ ς Eκκλησίας, ς σώµατος Xριστο. O π. Aλέξανδρος Σµέ- µαν γράφει, τι «πίστη γενν α ωνίως καί κπληρώνει τήν Eκκλησία καί α τό συνιστ τήν ντολογία τ ς διας τ ς πίστεως. Eπειδή πίστη καί Eκκλησία δέν ε ναι δύο διαφορετικές πραγµατικότητες, µέ τή µιά νά συντηρε καί νά προφυ- 7
λάσσει τήν λλη... H πίστη πρόκειται νά καταλάβει τή Bασιλεία καί α τή κατοχή ε ναι Eκκλησία, ς µυστήριο, ς νότητα, ς νέα ζωή. H πίστη συγκροτε τήν Eκκλησία ς παρουσία, «ς λπιζοµένων πόστασιν, πραγµάτων λεγχον ο βλεποµένων» ( Eβρ. 11,1). H πίστη ε ναι γνήσια λευθερία, καί ς τέτοια Eκκλησία φείλει νά ε ναι τό πλήρωµα τ ς πίστεως» 27. Oφείλουµε συνεχ ς νά παναλαµβάνουµε τι πίστη, προκειµένου νά καταστήσουµε περισσότερο σαφ τή διάκρισή της πό τό θρησκευτικό βίωµα, δέν ε ναι τοµική, κλειστή, µυστικιστική πόθεση. E ναι δύναµη νότητας, σύνδεσµος κοινωνίας, κκλησιαστική λειτουργία. H Eκκλησία ε ναι τό µέγα ργο το Θεο στήν στορία, διά Iησο Xριστο, τό ργο πού µπορο µε νά ταυτίσουµε µέ τό γεγονός τ ς πίστεως, µέ τήν ποία κατορθώνονται τά πάντα, διαιτέρως µάλιστα λευθερία µας πό τόν κόσµο, λλά καί θαυµατουργία µας στόν κόσµο. Eξω πό τήν Eκκλησία το Xριστο, πίστη µεταβάλλεται σέ συναισθη- µατική ψυχολογική κατάσταση το νθρώπου, τοι σέ συνήθη θρησκευτικότητα, ποία καταλαµβάνει µίαν περιορισµένη καί µφισβητούµενη περιοχή τ ς στορικ ς ζω ς. Tά πάντα, δια Eκκλησία ε ναι πίστη, περιπέτεια τ ς πίστεως, σταυρική πορεία µας ν τ Xριστ καί πρός τόν Xριστό, µιά πραγµατική µετα- µόρφωση, πού πέφερε χι µόνο τό συναισθηµατικό, λλά καί τό στορικό τέλος τ ς θρησκείας. H πίστη ε ναι τό σχατολογικό πλήρωµα στό παρόν, πού ν τ σαρκί το Xριστο ε σ λθε στόν κόσµο, µέ τό πο ο τά µεγάλα γεγονότα περί τήν σωτηρία το νθρώπου, δ ρα το Θεο πρός τόν νθρωπο χουν τήν πραγµατική ποκάλυψή τους. Eπειδή στήν πίστη δέν ε ναι νθρωπος πού παίρνει τό µέρος το Θεο, λλά ε ναι Xριστός, πόστολος το Θεο, πού παίρνει τό µέρος το νθρώπου, πο ος ς Πίστη, ποιε θαυ- µαστά στήν στορία. H σωτηρία, πού ε ναι ργο πίστεως, ο δέποτε ρµηνεύτηκε τουλάχιστον πό τήν ρθόδοξη Θεολογία ς τοµικό γεγονός λλά ς καθολικό µυστήριο, καί α τό παραπέµπει στόν κκλησιολογικό καί κκλησιαστικό χαρακτήρα του. Σωτηρία ε ναι Eκκλησία, µυστήριο καθολικ ς πίστεως καί καθολικ ς σωτηρίας. H Eκκλησία ε ναι σωτηρία, ς σ µα Xριστο, πού λειτουργε ς σ µα πίστεως, πού νεργε ς σ µα γά- 8
πης. H πίστη τ ς Eκκλησίας ερουργε ται ς γάπη τ ς Eκκλησίας, γάπη πρός τούς πάντες καί τά πάντα, καί µάλιστα πρός τούς µαρτάνοντας καί τά ποταγµένα, διά το νθρώπου, στήν µαρτία, πως α τήν τήν γάπη τήν σάρκωσε, τήν πραξε καί τήν δίδαξε Xριστός. Xωρίς τήν πίστη, Eκκλησία δέν ε ναι ζωντανό σ µα, χωρίς τήν γάπη τήν κ τ ς πίστεως, Eκκλησία δέν ε ναι ρραγές σ µα. H γάπη ε ναι παράδεισος το Θεο 28 καί ε ναι α τή ραία γάπη πού ναδεικνύει τήν Eκκλησία ς νέον Παράδεισο τόν νέο Παράδεισο τ ς πίστεως, που νθρωπος διά τ ς γάπης σθίει τόν Xριστό καί γίνεται θάνατος 29. Aν νθρωπος κάποτε θά θελήσει νά ε σέλθει στήν Eκκλησία, θά τό πράξει γιατί, πί τέλους θά µάθει τι στό σ µα της ε ναι φυτευµένο τό νέο δέντρο τ ς ζω ς, πού ε ναι γάπη. H Eκκλησία δέν ε ναι δικαιοσύνη, λλά γαθότητα το Θεο, λεηµοσύνη του πρός τούς πάντες καί τά πάντα. «K ν ν σχάτ η πολι ς καί µάρτ ης, ε σελθε (ε ς τήν Eκκλησίαν), µετανόησον ατρε ον γάρ στιν ντα θα, ο δικαστήριον, ο κ ε θύνας µαρτηµάτων παιτ ν, λλά συγχώρησιν µαρτηµάτων παρέχον» 30. H Eκκλησία ε ναι νεργός φανέρωση τ ς πιστότητας το Θεο πρός τόν λαό Tου, τι «γάπησιν α ωνίαν γάπησε α τόν διά το το λκυσεν α τόν ε ς ο κτήρηµα» ( Iερ. 38,3). Eδ χει τή ρίζα του τό γεγονός τ ς πίστεως, ς σχατολογικό γεγονός, ς δια παρξη το κκλησιαστικο γεγονότος, ς γεγονότος κοινωνίας ζω ς γάπης πρός τόν Xριστό µέχρι θανάτου. «Πάντες ο ν, µοήθειαν Θεο λαβόντες, ντρέπεσθε λλήλους καί µηδείς κατά σάρκα βλεπέτω τόν πλησίον, λλά ν Xριστ Iησο, λλήλους διά παντός γαπ τε» 31. Xωρίς τήν γάπη, πίστη ναγκαίως καθίσταται να λογικό ντικείµενο καί να φιλοσοφικό παιγνίδι, να α τονόητο µοιρολατρικό συµβάν, ν στήν πραγµατικότητα γνωρίζεται µόνο στήν µιά καί µόνη γάπη, κε κριβ ς πού λόκληρη παρξη ε ναι γίνεται πίστη, γεγονός πού στήν ο σία του ταυτίζεται µέ τήν συσταύρωσή µας µέ τό Xριστό καί τήν συνελευθερία µας µέ τούς νθρώπους. Kαί λα α τά νεργο νται στήν Eκκλησία, ε ναι Eκκλησία, ς τό νοποιό σ µα το Xριστο, στό πο ο καταργε ται κάθε δαιµονική µοναξιά καί ποµόνωση: Eδ, «γία γάπη, διαπερν διά µέσου λων, πό τούς πρώτους, ως τούς σχατους, σάν πό κεφαλήν ως ε ς πόδας συγκρατε 9
λους λους συγκολλ, συνδένει, συνενώνει µέ τόν αυτό της, καί τούς κάνει στερεούς καί διάλυτους, καί γνωριζοµένη, δείχνεται ε ς κάθε να πό α τούς µιά καί α τή, ποία ε ναι Θεός...» 32. Oταν λοιπόν µιλο µε γιά τήν πίστη, µιλο µε γιά τήν γάπη, πό τήν ποία θεµελιώνεται πίστη, καί ταν µιλο µε γιά τήν γάπη, ποία περιέχει τόν Xριστό, µιλο µε γιά τήν ζωή ποία πολιτεύεται ς νάσταση στήν Eκκλησία 33. Πίστη γάπη ζωή, ε ναι Xριστός τά δ ρα το Xριστο στήν Eκκλησία Tου, µέ τά πο α καταλύεται τό λογο σχηµο δαιµονικό - τό παράσιτο το θανάτου. Tό µυστήριο τ ς Eνανθρωπήσεως, ε ναι τό µυστήριο τ ς θείας ζω ς, διά το φανισµο το τερατώδους θανάτου: O Xριστός «δέδωκεν πέρ τ ς πάντων ζω ς τό διον σ µα, νοικίζων δέ πάλιν µ ν δι α το τήν ζωήν» 34. A τή ε ναι ζωή τ ς Eκκλησίας, τήν ποία παρέδωσε Xριστός καί παρατείνει τό Πνε µα α ώνια ζωή, ξ λοκλήρου πό τόν Θεό, πού κατέχουµε ν τ Y Tου, κοινωνο ντες διά το Πνεύµατός Tου. Tό Aγιο Πνε µα ργάζεται ως τ ς συντελείας το α νος, τήν ο κοδοµή καί τήν α ξηση το σώµατος το Xριστο στόν κόσµο, χορηγός καί παράκλητος τ ς καιν ς θάνατης χριστιανικ ς ζω ς. Πάντα τά ργα το Xριστο στήν Eκκλησία ργάζεται τό Aγιο Πνε µα, χωρίς τό πο ο Eκκλησία πό σ µα Xριστο µεταβάλλεται σέ µιά κοινή, τυπική ργάνωση καί Λειτουργία της πό κοινωνία α το το σώµατος, σέ µιά µυστικοπαθ, µαζική τελετή 35. H Eκκλησία ε ναι τό σ µα το Xριστο, σ µα µυστηριακό καί χι µυστικιστικό, πού φέρει τήν πνοή το Πνεύµατος. Oλο τό µυστήριο τ ς παρουσίας της, ζωή καί τό ργο της, καθορίζεται α στηρ ς πό τίς δύο, συνυφασµένες ο κονοµίες το Θεο : το Y ο καί το Πνεύµατος. «Aπό τ ς το Xριστο παρουσίας θύρα τ ς χάριτος τ ς ν ληθεί α πιστεύσασι διηνοίχθη, δύναµίς τε Θεο καί νέργεια Πνεύµατος Aγίου α το ς χορηγε ται» 36. Σάρκωση καί Πεντηκοστή ε ναι τά δυό µυστήρια τ ς ποκαλύψεως το Θεο, πάνω στά πο α στηρίζεται καί µέ τά πο α διακονε Eκκλησία τόν κόσµο. Θά τολµούσαµε νά νοµάσουµε τόν Xριστό καί τό Πνε µα τά δυό χέρια, µέ τά πο α Θεός - Πατέρας κτίζει τήν Eκκλησία, χοντας πρό φθαλµ ν τήν ραία ε κόνα το Aγίου E ρηναίου, µέ τήν ποία ρµηνεύει τήν ο κο- 10
νοµία το Ξύλου, τοι το Σταυρο, που «διά τ ς θείας κτάσεως τ ν χειρ ν, τούς δύο λαούς ε ς να Θεόν συνάγων. ύο µέν γάρ α χε ρες, τι καί δύο λαοί διεσπαρµένοι ε ς τά πέρατα τ ς γ ς» 37. H ο κονοµία το Y ο καρποφορε ς ο κονοµία το Πνεύµατος καί ο κονοµία το Πνεύµατος τελειώνεται ς ο κονοµία το Y ο. Tό Πνε µα µεταδίδεται µέ τό Xριστό καί Xριστός φανερώνεται µέ τό Πνε µα. Tό ψιστο ργο το Πνεύµατος ν τ Eκκλησί α, µέσα πό τήν ποικιλία τ ν νεργει ν Tου, ε ναι νά δέεται διαλείπτως πρός τόν Πατέρα, καί νά νάπτει τόν γιο καί παθ ρωτά µας πρός τόν Xριστό, τόν γαπώντα καί γαπώµενο. E ναι νά στορε, νά ε κονογραφε τήν ραία µορφή το Xριστο στήν καρδιά κάθε µέλους το σώµατος τ ς Eκκλησίας καί νά τήν µεταµορφώνει σέ ε χαριστιακή τράπεζα, σέ νέο Aσµα Aσµάτων, πρός τόν Kύριό της, «τόν ραστήν µο καί ρωµένον»: «Oλος ε, Σ τερ, γλυκασµός, λος ε πιθυµία καί φεσις ντως κόρεστος, λος πάρχεις κάλλος µήχανον. Kαί µέν διά σωµατικ ν τε καί ψυχικ ν ρετ ν, τήν τ ν τοιούτων γν σιν λαβών καί τ ν κεκρυµµένων µυστηρίων, ν τε το ς λόγοις τ ν γίων νδρ ν καί τ ν θείων Γραφ ν καί µάλιστα τ ν Aγίων E αγγελίων α τός ο κ τι ρεµ ν κ το πόθου καί τ ν πολλ ν δακρύων τ ν εί γινοµένων βιάστων α τ... O ζητ ν δε ν τόν Xριστόν, φησίν Aγιος Mάξι- µος, ο κ φείλει ζητε ν α τόν ξωθεν, λλ ν αυτο διά τ ς µιµήσεως α το τ ς ν τ κόσµ ω διαγωγ ς, καί τό γενέσθαι σ µα καί ψυχήν, σπερ Xριστός ναµάρτητος κατά τό δυνατόν νθρώπ ω...» 38. (συνεχίζεται) ΠAPAΠOMΠEΣ 25. Iωάν. 14, 23. 26. Eφεσ. 3, 12. 27. Hµερολόγιο, Mετ. Iωσήφ Pοηλίδης, AKPITAΣ 2002, σσ. 248, 249. 28. Iσαάκ το Σύρου... σελ. 282. 29. Oπ. παρ. σελ. 282 Συµεών Θεολόγος, Tά ε ρισκόµενα A, σελ. 141. 30. I. Xρυσόστοµος, EΠE τ. 30, σ.σ. 154, 258, 288. 31. Iγνάτιος Θεοφόρος, BEΠEΣ τ. 2, σελ. 269. 32. Συµεών N. Θεολόγος, Tά ε ρισκό- µενα, B, σελ. 549. 33. Bλ. Συµεών N. Θεολόγος, π. παρ., σελ. 272. 34. Kύριλλος Aλεξανδρείας, P.G. 73, 565. 35. Περισσότερα βλ. Th. Schober, Tό Aγιο Πνε µα στίς νέργειές του (γερµανιστί) 1970, σσ. 41, 42. 36. Mακάριος A γύπτιος, Φιλοκαλία τ. 5, σελ. 223. 37. BEΠEΣ, τ. Γ, σσ. 166, 167. 38. Πέτρος αµασκηνός, Φιλοκαλία, τ. Γ, σσ. 44, 45. 11
H κκλησιολογία τ ς «Πρός ιόγνητον» Eπιστολ ς (Συνέχεια πό τό προηγούµενο τε χος) το Παναγιώτη Γ. Παπανικολάου, Θεολόγου KEIMENON * KEΦAΛAION III σελ. 252 Eξ ς δέ περί το µή κατά τά α τά Iουδαίους θεοσεβε ν (15) α τούς ο µαί σε µάλιστα ποθε ν κο σαι. Iουδα οι τοίνυν*, ε µέν πέχονται ταύτης τ ς προειρηµένης λατρείας, καλ ς θεόν να τ ν πάντων σέβειν καί δεσπότην ξιο σι φρονε ν ε δέ το ς προειρηµένοις µοιοτρόπως τήν θρησκείαν προσάγουσιν α τ ταύτην, διαµαρτάνουσιν, γάρ το ς ναισθήτοις καί κωφο ς προσφέροντες ο Eλληνες (20) φροσύνης δε γµα παρέχουσι, τα θ ο τοι καθάπερ προσδεοµέν ω τ θε λογιζόµενοι παρέχειν*, µωρίαν ε κός µ λλον γο ντ ν, ο θεοσέβειαν. γάρ* «ποιήσας τόν ο ρανόν καί τήν γ ν καί πάντα τά ν α το ς»* καί π σιν µ ν Xορηγ ν*, ν προσδεόµεθα, ο δενός ν α τός προσδέοιτο τούτων ν το ς ο οµένοις διδόνται παρέχει α τός. ο δέ (25) γε θυσίας α τ δι α µατος καί κνίσης καί λοκαυτωµάτων πιτελε ν ο όµενοι καί ταύταις τα ς τιµα ς α τόν γεραίρειν, ο δέν µοι δοκο σι διαφέρειν τ ν ε ς τά κωφά τήν α τήν νδεικνυµένην φιλοτιµίαν*, τ ν µέν µή δυναµένοις τ ς τιµ ς µεταλαµβάνειν, τ ν δέ δοκούντων παρέχειν τ µηδενός προσδεοµέν ω. (30) METAΦPAΣH Eν συνεχεί α, νοµίζω τι πιθυµε ς [κράτιστε ιόγνητε] πολύ νά κούσεις γιατί δέν θρησκεύουν α τοί [ο Xριστιανοί] κατά τόν διο τρόπο µέ τούς Iουδαίους. O Iουδα οι, λοιπόν, καθ σον πέχουν τ ς προαναφερθείσας [στό κεφ. II, ε δωλολατρικ ς] λατρείας, καλ ς παγγέλονται τι σέβονται τόν να Θεό τ ν πάντων καί τόν θεωρο ν δεσπότη καθ σον, µως, προσφέρουν σέ α τόν τή λατρεία α τή µοιοτρόπως µέ τούς προαναφερθέντες [ε δωλολάτρες], πλαν νται. Γιατί, σα ο Eλληνες, προσφέροντες στά ναίσθητα καί τά κωφά [ε δωλα], παρέχουν σάν δε γµα φροσύνης, α τά το τοι [ο Iουδα οι], νοµίζοντες τι τά προσφέρουν σάν νά * Tό κείµενο προέρχεται πό τήν κδοση τ ς Aποστολικ ς ιακονίας B.E.Π.E.Σ., τόµος 2, σέ ντιπαραβολή πρός τό προσφάτως κριτικ ς πεξεργασµένο τ ς σειρ ς E.Π.E., τόµος 25, καί που σηµειώνεται στερίσκος, ννοε ται προτίµηση το κριτικ ς πεξεργασµένου. 12
τά χει Θεός νάγκη, θά πρεπε νά τά θεωρο ν νοησία µ λλον, παρά θεοσέβεια. Γιατί «δηµιουργήσας τόν ο ρανόν καί τήν γ ν καί λα τά ν α το ς» (Ψαλµ. 145,6) καί χορηγ ν σέ λους µας σα χρειαζόµαστε, α τός δέ θά ε χε νάγκη κείνων, τά πο α παρέχει διος σέ σους νοµίζουν τι τά δίνουν. O [ Iουδα οι], µως, νο- µίζοντες τι πρέπει νά τελο ν σέ α τόν θυσίες µέ α µα καί κνίσα καί λοκαυτώµατα καί πώς µέ α τές τίς τιµές Tόν δοξάζουν, δέν µο φαίνεται τι διαφέρουν πό κείνους πού δείχνουν τήν δια φιλοτιµία στά κωφά ντικείµενα [στά ε δωλα]. Γιατί α τοί προσφέρουν στά µή δυνάµενα νά µετάσχουν τ ς τιµ ς, κε νοι, µως [ο Iουδα οι], πιστεύουν τι προσφέρουν στόν µή χοντα νάγκη πό τίποτε. ΣXOΛIA H κκλησιοκεντρική κριτική το συγγραφέα τ ς «Eπιστολ ς» ναντι τ ς θνικ ς ε δωλολατρίας τ ν «Eλλήνων» 77 καί το Iουδαϊσµο 78 ρείδεται πί τ ν, E σαγωγικ ς, προεξαγγελθεισ ν προϋποθέσεων γιά τούς Xριστιανούς, ο πο ες θά κδιπλωθο ν στά πόµενα Kεφάλαια 79 : Tό ρώτηµα ε ναι: «τίνι τε θε πεποιθότες καί π ς θρησκεύοντες» 80. H κριτική - µάλιστα- γιά τόν Iουδαϊσµό στιάζεται στό «π ς θρησκεύοντες», δηλαδή στό «θεοσεβε ν» α το 81. Tο το, τηρουµένων τ ν στορικοθεολογικ ν ναλογι ν, παραµένει πίκαιρο καί στίς σύγχρονες κκλησιολογικές συζητήσεις, που «ναζητε ται τό βαθύτερο περιεχόµενο τ ς κκλησιαστικ ς νότητας καί κυρίως τ ν ρίων τ ς Eκκλησίας, φ νός σ να συνεχ ς α ξανόµενο πολυπολιτισµικό καί περεθνικό κόσµο καί φ τέρου σέ να µολογιακά πλουραλιστικό περιβάλλον» 82. εδοµένου τι στορική µφάνιση τ ς Eκκλησίας ταν κείνη τ ς λατρεύουσας κοινότητας, συνεπάγεται τι φυσιολογική κριτική πρός τούς «Eλληνας» πικεντρώνεται στή λατρεία τ ν γαλµάτων, ν πρός τόν Iουδαϊσµό στίς θυσίες 83 καί στήν ποικιλόµορφη δεισιδαιµονία 84. H κριτική παιτε πνε µα νηφαλιότητας, πως προκύπτει: α) Aπό τίς κφράσεις «ε µέν πέχοντα... καλ ς» 85, «ε δέ... µοιοτρόπως... διαµαρτάνουσιν» 86, «φροσύνης... µωρίαν ε κός γο ντ ν» 87, «ο δέν µοι δοκο σι διαφέρειν» 88. β) O συγγραφέας δέν σχολε ται µέ τίς ντολές καί τό «πλήρωµα» το Nόµου πό τόν Iησο, στήν Eπί το Oρους Oµιλία 89, τά 13
πο α -σαφ ς- τά γνώριζε. γ) H νηφαλιότητα, ς ν διακρίσει θετικότητα, φαίνεται στήν νεργοποίηση τ ς E σαγωγικ ς τεθείσης, «τίνι τε θε πεποιθότες», προϋποθέσεως πί τ ς Παλαιοδιαθηκικ ς θεολογίας: «καλ ς θεόν να τ ν πάντων σέβειν καί δεσπότην ξιο σι φρονε ν» 90. Συνεπ ς, προϋπόθετη ποδοχή τ ς γνώµης, τι διαπιστώνεται «ξ σου δρι- µε α πίθεσις κατά το Iουδαϊσµο µέ τήν κατά τ ς ε δωλολατρείας», [γιατί] «Πουθενά δέν φαίνεται κοινότης προελεύσεως Iουδαϊσµο καί Xριστιανισµο» 91, τυγχάνει ξεζητηµένη. Γιά τήν Eκκλησία ε ναι ποδεκτή ουδαϊκή θεολογία περί νός Θεο δηµιουργο καί παντοκράτορος 92, δεδοµένου τι συνάπτεται µέ τήν νάλογη ε σέβεια καί νότητα τ ν πιστ ν (Qahal - προτύπωση τ ς Eκκλησίας). Eπειδή, µως, τήν κατ ξοχήν λατρευτική κδήλωση, δηλαδή τίς θυσίες, προσφέρουν «µοιοτρόπως» 93 µέ τούς Eλληνες, «διαµαρτάνουσιν» 94 καί ποτυγχάνουν ς πρός τήν πικοινωνία µέ τόν Aποδέκτη τ ς προσφορ ς, µέ ποτέλεσµα: «φροσύνης δε γµα παρέχουσιν» 95 (δηλαδή πρακτικ ς νενεργείας τ ς ζωνταν ς πίστεως, σύµφωνα µέ τό Ψαλµικό «ε πεν φρων ν τ καρδί α α το ο κ στι θεός» 96 ). Eδ τό θος τ ς θυσίας πιφέρει τήν πεµπόληση τ ς Mονοθεΐας, ν στήν Eκκλησία κένωση τ ς θεότητας, τήν πέρ τ ς το κόσµου ζωή καί σωτηρία. O συγγραφέας, µως, χρησιµοποιε καί τό λληνοπρεπές καί παυλείου προελεύσεως ο σιαστικό «µωρίαν» 97 (τό παραπέµ-πον στή θυσία πί το Σταυρο ) γιά νά καταδείξει, διαθρησκειακ ς, τό µοιότροπο το λατρευτικο ποστρώ- µατος τ ν δύο θρησκευτικ ν µεγεθ ν πού ε χε νά ντιµετωπίσει πρώτη Eκκλησία. O Θεός δέν χει καµµία νάγκη πό τίς προσφορές, γιατί Iδιος τά χει χορηγήσει στούς νθρώπους. («καί π σιν µ ν Xορηγ ν, ν προσδεόµεθα, ο δενός ν α τός προσδέοιτο τούτων ν το ς ο οµένοις διδόναι παρέχει α τός») 98. H κριτική τ ς Eκκλησίας ναντι τ ς θυσίας, ς διαθρησκειακο φαινοµένου, στό βάθος ε ναι Xριστολογική = E χαριστιακή 99 καί πόρροια τ ς διαλεκτικ ς κτιστο - κτίστου 100. H ποφαντική - γνωσιολογική πωδός γιά τό «µοιοτρόπως» τ ς Eλληνικ ς καί τ ς Iουδαϊκ ς λατρείας, ς «ο δέν...δοκο σι διαφέρειν [ο Iουδα οι] τ ν ε ς τά κωφά [ε δωλα] τήν α τήν νδεικυµένων φιλοτι- µίαν» 101, γκειται στήν ξ ντι- 14
κειµένου δυναµία πικοινωνίας τ ν ε δωλικ ν θεοτήτων, στούς Eλληνες, ν, στούς Iουδαίους, στό ξ ποκειµένου νενδεές καί α τάρκες το νός Θεο : «τ ν µέν [κωφ ν θε ν] µή δυναµένοις τ ς τιµ ς µεταλαµβάνειν, τ ν δέ [ Iουδαίων] δοκούντων παρέχειν τ µηδενός προσδεοµέν ω...» 102 Γιά τήν Eκκλησία ο θυσίες ε ναι λυσιτελε ς καί χουν θεολογικό περιεχόµενο µόνον ς κίνηση το Θεο, δηλαδή, ξ ντιθέτου πό τό νωτέρω πόσπασµα, µόνον ς κούσια (Σταυρική) προσφορά το Θεανθρώπου. Eπεκτείνοντας, ποιµαντικ ς, τή Σταυρική θυσία ς Mυστήριο τ ς θείας E χαριστίας ση- µειώνεται τι: «H σάρκα καί τό α µα το Xριστο ε ναι κόσµος, κτίση, λλά χι κόσµος καί κτίση στήν νταρσία τ ς α θυπαρξίας. E ναι κτιστή παρξη ς ναφορά καί προσφορά στό Θεό, ς κατάφαση ε χαριστίας στή ζωοποιό γάπη το Πατρός» 103. ΠAPAΠOMΠEΣ 77. I, 251,8, II 16-36. 252,1-14. 78. I, 251, 9-10. (συνεχίζεται) 79. III, 252, 15-30. I, 252, 31-43. 253, 1-6. 80. I, 251,6. 81. III, 252, 15. 82. Mητροπολίτου Mεσσηνίας Xρυσοστόµου Σαββάτου, καθηγητο το Πανεπιστηµίου Aθην ν, H περί νότητας καί καθολικότητας τ ς Eκκλησίας διδασκαλία το Iερο Xρυσοστόµου, µέ βάση τήν Παύλεια Eκκλησιολογία, καί ο κουµενική σηµασία της, Aνάτυπο, Bέροια 2007, σελ. 241. 83. III, 252, 15-30. 84. IV, 252, 31-43. 253, 1-6. O Π. Xρήστου ποστηρίζει τι κθεση παρουσιάζει κάποια µοιότητα µέ τήν Aπολογία το Aριστείδου καί µέ τι γνωρίζοµε πό τό Kήρυγµα Πέτρου ( Eλληνική Πατρολογία, Tόµος B, σελ. 616). 85. III, 252, 16-17. 86. III, 252, 18-20. 87. III, 252, 21-22. 88. III, 252, 27-28. 89. Mατθ. Kεφ. E -Z. 90. III, 252, 17-18. 91. Γνώµη το καθ. Παναγιώτου K. Xρήστου, E.Π.E., τ.2, σελ. 536, σχ. 7. 92. III, 252, 17-18. O Zάγκας (.π., σελ. 551, σηµ.1) ναφέρει: «Πράγµατι, ο Iουδα οι ς πρός τόν τρόπο λατρείας ταυτίζονται σέ πολλά σηµε α µέ τούς ε δωλολάτρες. H Π. ιαθήκη ε ναι γεµάτη πό παρόµοιες κδηλώσεις (Λευϊτ, η -θ ). A λ λ ο πνευµατικοί νδρες, πως ε ναι ο προφ τες, κατέκριναν πολλές φορές τήν λιστική προσφορά τ ν Iουδαίων (πρβλ. Hσ. κθ 13). Γι α τό καί Kύριος µ ν Iησο ς Xριστός συµπλήρωσε τό µωσαϊκό νόµο, φο προηγουµένως πάλειψε πολλές χρηστες διατάξεις. Aλλωστε διος λεγε, «Eλεον θέλω καί ο θυσίαν» (Mατθ. θ 13). 93..π. στίχ. 19. 94. στίχ. 19-20. 15
95. στίχ. 21. 96. Ψαλµ. IΓ, 1. 97. στίχ. 22 ( κφραση ντιδιαστελλοµένη, ς σέβεια, πρός τήν κολουθο σα «θεοσέβειαν», στίχ. 23). Γιά τό λληνοπρεπές καί παύλειο τ ς κφράσεως πρβλ.: «O λόγος γάρ το σταυρο τ ς µέν πολλυµένοις µωρία στίν,..., µε ς δέ κηρύσσοµεν Xριστόν σταυρωµένον,..., Eλλησι δέ µωρίαν» (A Kορ. α, 18, 23). O Iουδα οι ταν «λατρεύουν τό Θεό µέ παρόµοιο τρόπο µέ τούς ε δωλολάτρες, δέν διαφέρουν πό α τούς πολύ. Mάλιστα διαπράττουν νοησία, γιατί Θεός δέν χει καµµία νάγκη πό α τό πού προσφέρουν, φο διος τά χει δώσει στούς νθρώπους». (Zάγκας,.π., σελ. 542). 98. III, 252, 24-25. 99. πρβλ. τίς κφράσεις «καθάπερ προσδεοµέν ω τ Θε λογιζόµενοι παρέχειν, µωρίαν... ο θεοσέβειαν... καί π σιν µ ν χορηγ ν, ν προσδεόµεθα, ο δενός ν α τός προσδέοιτο τούτων ν το ς ο οµένοις διδόναι παρέχει α τός..., τ ν δέ δοκούντων παρέχειν τ µηδενός προσδεοµέν ω», στίχ. 21-30 σέ συνδυασµό µέ VIII 255, 5-10 καί IX, 255, 12. 22-24. 26. 100. πρβλ. τήν παράθεση το Ψαλµικο (PME, 6) «γάρ ποιήσας τόν ο ρανόν καί τήν γ ν καί πάντα τά ν α το ς» στίχ. 23-24, µετά τ ν στίχ. 16-17 «θεόν να τ ν πάντων σέβειν καί δεσπότην ξιο σι φρονε ν» ς πρός τό «O γάρ δεσπότης καί δηµιουργός τ ν λων θεός, ποιήσας τά πάντα καί κατά τάξιν διακρίνας» (VIII, 255, 1-3). 101. III, 252, 27-28. 102. III, 252, 29-30. 103. Xρήστου Γιανναρ, Aλφαβητάρι τ ς Πίστης, κδ. όµος, Aθήνα 2006, 14 σελ. 186-187. 16