Διασυνοριακό Πρόγραμμα Ευρωϊκής Εδαφικής Συνεργασίας «Ελλάδα-Ιταλία 2007-2013»



Σχετικά έγγραφα
2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ


1. ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΟΥ 2 2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2 3. ΓΕΝΙΚΑ 3 4. ΓΕΩΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 4 5. ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 6 6. ΤΡΩΤΟΤΗΤΑ ΥΔΡΟΦΟΡΟΥ ΟΡΙΖΟΝΤΑ 13 7.

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL01)

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

«Διερεύνηση υδρολογικής αποκατάστασης της Υπέρειας Κρήνης στην περιοχή Βελεστίνου της Π.Π»

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά υπόγειων υδροφόρων συστημάτων Αν. Μακεδονίας ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΔΠΘ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

Αθανάσιος Λουκάς Καθηγητής Π.Θ. Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL01)

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΕΡΓΟΥ Υ ΡΕΥΣΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

NON TECHNICAL REPORT_SKOPELAKIA 11,96 MW ΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02)

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ 6. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΝΕΡΩΝ

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02)

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας. Υπόγεια Υδατικά Συστήματα Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΦΡΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΠΕΛΜΑ. ΑΓΙΑΣ

1.1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΘΕΙΣΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ (GENERAL PROPERTIES OF THE MOTION AREA)

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΚΡΗΤΗΣ (EL13)

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΛΕΚΑΝΗΣ ΣΤΡΥΜΟΝΑ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΑΡΓΟΛΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΟΣ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Ασκήσεις Τεχνικής Γεωλογίας 7 η Άσκηση

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗ ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

Αστοχία και μέτρα αποκατάστασης πρανών περιφερειακής οδού Λουτρακίου Περαχώρας, στο Δήμο Λουτρακίου, Ν. Κορινθίας

ΑΣΚΗΣΗ 3η. ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ (π.χ.1:5000)

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα 4.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Υ Α Δ Τ Α ΙΝΑ ΟΙΚ ΙΝΑ ΟΙΚ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ Α Κ Ποϊραζ Ποϊραζ δης Χειμερινό

ΦΡΑΓΜΑ ΕΝΙΠΕΑ ΣΚΟΠΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΛΕΚΑΝΗΣ ΛΟΥ ΙΑ - ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ

1 ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΥΔ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/ ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί)

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 9 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Αστικό περιβάλλον Εισήγηση: Γρηγόρης Καυκαλάς

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

Φ3. Η κορυφή του όρους «Ζας», η οποία δοµείται από µετακροκαλοπαγές. υπόλοιπος ορεινός όγκος απότελείται

ΥΔΡΟΧΗΜΕΙΑ. Ενότητα 1:Εισαγωγικές έννοιες της Υδρογεωλογίας. Ζαγγανά Ελένη Σχολή : Θετικών Επιστημών Τμήμα : Γεωλογίας

ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ. Δρ Γεώργιος Π. Μιγκίρος Καθηγητής Γεωλογίας ΓΠΑ

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΥΓΡΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ενότητα 8: Κριτήρια επιλογής του χώρου για την κατασκευή ΧΥΤΑ Ζαγγανά Ελένη Σχολή :

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

στα τις Επιπτώσεις φαινόµενα από πυρκαγιές προτάσεις αντιµετώπισης τους Λεονάρδος Τηνιακός

AND008 - Εκβολή Ζόρκου (Μεγάλου Ρέματος)

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΡΧΙΚΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

4.11. Στεγανοποίηση των σχηματισμών

Έργα μεταφοράς ύδατος και διανομής νερού άρδευσης από πηγές Κιβερίου (Ανάβαλος) στο Δήμο Βόρειας Κυνουρίας 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΜΣ : Επιστήμη & Τεχνολογία Υδατικών Πόρων. Μάθημα: ΦΡΑΓΜΑΤΑ

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα Μελέτη Υφιστάμενης Κατάστασης Υπόγειων Υδάτω

Transcript:

Διασυνοριακό Πρόγραμμα Ευρωϊκής Εδαφικής Συνεργασίας «Ελλάδα-Ιταλία 2007-2013» Άξονας Προτεραιότητας 3: «Βελτίωση της ποιότητας ζωής, προστασία του περιβάλλοντος και ενίσχυση της κοινωνικής και πολιτιστικής συνοχής» Έργο: "Στρατηγικά σχέδια αποκατάστασης, προστασίας και ανάδειξης του οικοτουρισμού σε περιοχές NATURA που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές"(nat-pro) Δράση 3.1.α Υδρογεωλογική μελέτη του παράκτιου υγροτοπικού συστήματος Natura 2000 GR2330005: Θίνες και παραλιακό Δάσος Ζαχάρως, Λίμνη Καϊάφα, Στροφυλιά Δεκέμβριος 2013 0

Περιεχόμενα 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 2 1.1 Το πρόγραμμα NAT-PRO... 2 1.2 Σκοπός της παρούσας μελέτης... 3 2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΥΔΑΤΙΚΟΥ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΗΣΟΥ... 5 2.1 Θέση, γεωγραφία, γεωμορφολογία... 5 2.2 Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου (ΥΔ 01)... 6 3. ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ... 8 3.1 Γενικά... 8 3.2 Υδρογραφικό δίκτυο... 10 4. ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ... 19 4.1 Επισκόπηση... 19 4.2 Στρωματογραφία... 20 4.3 Τεκτονικές συνθήκες... 23 4.4.ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ... 25 5. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΓΕΩΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΓΕΩΤΡΗΣΕΩΝ... 28 6. ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ... 33 6.1 Υδρολιθολογική ταξινόμηση σχηματισμών... 33 6.2. Αναπτυσσόμενες υδροφορίες... 34 6.2.1 Καρστική υδροφορία - Πηγές... 34 6.3 Γενικευμένο Υδρολογικό Ισοζύγιο Αλφειού Ποταμού... 44 6.4 Καταγραφή γεωτρήσεων πηγαδιών / Μετρήσεις στάθμης... 44 7. ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΙΣ ΑΜΜΟΘΙΝΕΣ... 46 8. ΠΟΙΟΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ - ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΑΝΑΛΥΣΕΩΝ... 52 8.1 Υδραυλικές παράμετροι και ρύποι... 52 8.2 Στοιχεία χημικών αναλύσεων... 55 8.3 Σχολιασμός... 70 9. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.... 71 1

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Το πρόγραμμα NAT-PRO Η παρούσα μελέτη αποτελεί παραδοτέο στα πλαίσια του έργου «Στρατηγικά σχέδια αποκατάστασης, προστασίας και ανάδειξης του οικοτουρισμού σε περιοχές NATURA 2000 που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές, NAT-PRO-I1-3.2». Το έργο υλοποιεί η Αναπτυξιακή Εταιρεία Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας Α.Ε. Ο.Τ.Α. μέσω του Διασυνοριακού Προγράμματος Ευρωπαϊκής Εδαφικής Συνεργασίας «Ελλάδα-Ιταλία 2007-2013», Άξονας Προτεραιότητας 3: «Βελτίωση της ποιότητας ζωής, προστασία του περιβάλλοντος και ενίσχυση της κοινωνικής και πολιτιστικής συνοχής», το οποίο εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 28/03/2008 με την απόφαση C(2008)1132/ 28/03/2008. Το έργο συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους. Συντονιστής του έργου είναι η Αναπτυξιακή Εταιρεία Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας Α.Ε. Ο.Τ.Α. και εταίροι είναι στην Ελλάδα το Τμήμα Τεχνολογίας Περιβάλλοντος και Οικολογίας του Α.Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων Παράρτημα Ζακύνθου και η Νομαρχιακή Επιχείρηση Ανάπτυξης Αχαΐας, ενώ στην Ιταλία είναι ο Φορέας Διαχείρισης Torce Guaceto, το Πανεπιστήμιο Salento και ο Δήμος Ostuni. Το έργο υλοποιείται σε προστατευόμενες περιοχές του Ευρωπαϊκού δικτύου «Natura 2000» ή και σε ευρύτερες περιοχές όπως στην περίπτωση της Ζακύνθου, οι οποίες έχουν πληγεί από πυρκαγιές. Τα υγροτοπικά οικοσυστήματα κάθε περιοχής εξετάζονται κατά περίπτωση με τις ανάλογες δράσεις. Συγκεκριμένα στην περιοχή μελέτης μας που εντάσσεται στην Προστατευόμενη Περιοχή Natura 2000 «GR2330005: Θίνες και παραλιακό Δάσος Ζαχάρως, Λίμνη Καϊάφα, Στροφυλιά, Κακόβατος», τα παράκτια υγροτοπικά συστήματα αποτελούν εξαιρετικά σημαντικό και ευαίσθητο τμήμα της και έχουν υποστεί έντονες αλλοιώσεις από ανθρωπογενείς επεμβάσεις στο παρελθόν. Έτσι οι δράσεις εστιάζουν σε σημαντικό βαθμό στη μελέτη αυτών των συστημάτων με απώτερο στόχο την αποκατάστασή τους και τη βελτίωση της κατάστασης διατήρησης της βιοποικιλότητας που εξαρτάται από αυτά τα συστήματα. Στo πλαίσιo του προγράμματος NAT-PRO, η Αναπτυξιακή Εταιρεία Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας Α.Ε. Ο.Τ.Α. έχει συνάψει την από 24-10-2012 σύμβαση για την εφαρμογή των δράσεων του προγράμματος NAT-PRO σε οικοσυστήματα της περιοχής της Λίμνης Καϊάφα (Natura 2000 «GR2330005: Θίνες και παραλιακό Δάσος Ζαχάρως, Λίμνη Καϊάφα, Στροφυλιά, Κακόβατος»). Συγκεκριμένα, η υλοποίηση της σύμβασης παριλαμβάνει τις ακόλουθες δράσεις: Δράση 3.1-Α. Υδρογεωλογική μελέτη του παράκτιου υγροτοπικού συστήματος. Δράση 3.1-Β. Αξιολόγηση των μεταπυρικών επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα και στην οικολογική συνοχή των οικοσυστημάτων. Αξιολόγηση της κατάστασης διατήρησης της βιοποικιλότητας και οικολογικής συνοχής στα υγροτοπικά οικοσυστήματα της περιοχής. Δράση 3.2. Εκπόνηση σχεδίων διατήρησης και διαχείρισης για την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων και τη βελτίωση της κατάστασης διατήρησης της βιοποικιλότητας. 2

Περιλαμβάνουν προτάσεις και μέτρα διαχείρισης υδάτινων πόρων, και μέτρα διαχείρισης για την αποκατάσταση, διατήρηση και προστασία των ενδιαιτημάτων και ειδών. Δράση 3.3. Εκπόνηση τεχνικής μελέτης αξιολόγησης της εφαρμογής των προτεινόμενων μέτρων και πιλοτικές εφαρμογές, Δράση 4.1. Συγγραφή εγχειριδίου (πρακτικού οδηγού) για βέλτιστες πρακτικές διαχείρισης οικοσυστημάτων που έχουν πληγεί από πυρκαγιές με εφαρμογή στη συγκεκριμένη περιοχή μελέτης. Δράση 4.2. Μελέτη και επιχειρησιακό σχέδιο για την πρόληψη πυρκαγιών στην περιοχή. Δράση 5.3. Στρατηγικό σχέδιο για την αποκατάσταση, προστασία και οικοτουριστική προβολή της περιοχής. Δράση 6.1. Σχέδιο βιώσιμης τουριστικής διαχείρισης. Δράση 6.2: Μελέτη εφαρμογής για διαδρομές και ενημερωτικές πινακίδες. 1.2 Σκοπός της παρούσας μελέτης Αντικείμενο της παρούσας μελέτης αποτελεί η δράση 3.1-Α (υδρογεωλογική μελέτη), η οποία σαν απώτερο σκοπό έχει να μελετήσει το υδατικό δυναμικό για την αποκατάσταση των εποχιακά πλημμυριζόμενων τελμάτων (υφάλμυρων βάλτων, ελών κλπ) κυρίως εντός και πλησίον του παράκτιου πευκοδάσους στο ΒΔ τμήμα της περιοχής, ώστε η παρουσία επιφανειακών νερών να έχει μεγαλύτερη διάρκεια προς όφελος της βιοποικιλότητας (ορνιθοπανίδας, χειροπτεροπανίδας, αμφιβίων και λοιπών ειδών πανίδας που εξαρτώνται από την ύπαρξη νερού). Προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της μελέτης, συγκεντρώθηκαν βιβλιογραφικά δεδομένα από μελέτες που έχουν ολοκληρωθεί στην περιοχή, ενώ επιπλέον πραγματοποιήθηκαν δειγματοληψίες σε επιλεγμένα σημεία των υγροτοπικών συστημάτων, καθώς και σε σημεία της περιοχής που επηρεάστηκε από τις πυρκαγιές του 2007. Στα πλαίσια σύνταξης της παρούσας έκθεσης πραγματοποιήθηκαν οι παρακάτω εργασιών : Συλλογή και επεξεργασία υδρογεωλογικών και γεωλογικών στοιχείων για την περιοχή Καταγραφή κυριότερων και αντιπροσωπευτικών σημείων ύδατος στην ευρύτερη περιοχή (καρστικό σύστημα Λαπίθα, πεδινή περιβάλλουσα περιοχή, αμμοθίνες) Συλλογή και επεξεργασία προγενέστερων μετρήσεων στάθμης και χημικών αναλύσεων Απογραφή κύριων και δευτερευόντων πηγών Μετρήσεις στάθμης σε χαρακτηριστικά σημεία ύδατος Συσχέτιση των μετρήσεων στάθμης και αξιολόγηση της κίνησης του υπόγειου νερού Διαχωρισμός επιμέρους υδροφοριών με βάση και τη χημική σύσταση του υπόγειου νερού 3

Μετρήσεις αγωγιμότητας, θερμοκρασίας, και αλατότητας στα επιφανειακά και υπόγεια νερά. Συναξιολόγηση των δεδομένων αυτών με τα υφιστάμενα δεδομένα Αναζήτηση και συλλογή στοιχείων για το παλαιότερο καθεστώς της λίμνης Σύνταξη υδρολιθολογικού χάρτη με στοιχεία υδρογεωλογίας της περιοχής της λίμνης Καϊαφα και των ανάντη αυτής υδρογεωλογικών και υδρολογικών λεκανών που σχετίζονται με το ισοζύγιο αυτής. Σχήμα 1. Χάρτης γενικού προσανατολισμού περιοχής μελέτης 4

2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΥΔΑΤΙΚΟΥ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΗΣΟΥ 2.1 Θέση, γεωγραφία, γεωμορφολογία Το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου (ΥΔ 01) αποτελεί ένα από τα δεκατέσσερα υδατικά διαμερίσματα, στα οποία διαιρέθηκε ο ελληνικός χώρος με το Νόμο 1739/1987 (ΦΕΚ 201/Α/20-11- 1987). Το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου εκτείνεται γεωγραφικά στη δυτική και νοτιοδυτική Πελοπόννησο. Η συνολική έκταση του Διαμερίσματος είναι 7.235χλμ 2. Από διοικητικής άποψης, σε αυτή την έκταση περιλαμβάνονται, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, οι Περιφερειακές Ενότητες Αρκαδίας, Ηλείας, Αχαΐας, Μεσσηνίας και Λακωνίας. Όσον αφορά στα φυσικά-γεωμορφολογικά όρια του Διαμερίσματος, αυτά είναι προς τα βόρεια οι ορεινοί όγκοι Ερύμανθου και Αροανίων, προς τα ανατολικά τα όρη του Αρτεμισίου, του Μαίναλου και του Ταΰγετου, προς τα νότια ο Μεσσηνιακός Κόλπος και προς τα δυτικά το Ιόνιο Πέλαγος και ο Κυπαρισσιακός Κόλπος. Η μέση ετήσια βροχόπτωση εκτιμάται σε 1.100χλστ, με τις τιμές να είναι υψηλότερες για τις ορεινές περιοχές της Αρκαδίας και του Ταΰγετου και σημαντικά χαμηλότερες στα παράλια. Στα βόρεια, το Διαμέρισμα συνορεύει με το Υδατικό Διαμέρισμα Βόρειας Πελοποννήσου (ΥΔ 02), ενώ στα ανατολικά, με το Υδατικό Διαμέρισμα Ανατολικής Πελοποννήσου (ΥΔ 03). Οι Λεκάνες Απορροής Ποταμού Αλφειού (GR29) και Πάμισου Νέδοντος Νέδα (GR32) συγκροτούν το εν λόγω Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου (ΥΔ 01). Σχήμα 2.Υδατικό διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου (ΥΠΑΝ 2007) 5

2.2 Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου (ΥΔ 01) Λεκάνη Απορροής Ποταμού Αλφειού (GR29) Η Λεκάνη Απορροής του ποταμού Αλφειού έκτασης 3.810 χλμ 2. Το ΥΔ 01 στο οποίο ανήκει, οριοθετείται βόρεια από τους ορεινούς όγκους Ερυμάνθου και Αροανίων και ανατολικά από το Μαίναλο και τον Ταΰγετο. Η έκταση του ΥΔ είναι 7234 km 2 και περιλαμβάνει τμήματα των Περιφερειών Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας με ποσοστά έκτασης 74% και 26% αντίστοιχα. Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο του ΥΔ είναι ορεινό στο ανατολικό και στο εσωτερικό του τμήμα με υψόμετρα από 600 έως 2400μ, λοφώδες και ημιορεινό στην περίμετρο του (100 600μ) και πεδινό στις παραλιακές ζώνες και στις κοιλάδες των ποταμών. Οι πεδινές εκτάσεις είναι περίπου το 13% της έκτασης του ΥΔ και έχουν αναπτυχθεί στον κάμπο του Αλφειού, στην παραλιακή ζώνη Πύργου Πύλου, στον κάμπο της Μεσσηνίας και στο υψίπεδο της Μεγαλόπολης. Η ΛΑΠ Αλφειού περιλαμβάνει την υδρολογική λεκάνη του Αλφειού έκτασης 3568 km 2 και δύο παράκτιες λεκάνες χωρίς σημαντικούς ποταμούς, τη λεκάνη που βρίσκεται η λιμνοθάλασσα Καϊάφα (165,8 km 2 ) και βόρεια αυτής τη λεκάνη της αποξηραμένης λίμνης Αγουλινίτσας (756 km 2 ). Σχήμα 3. Υδρολογικές λεκάνες και υδρογραφικό δίλτυο ευρύτερης περιοχής 6

Προσφορά νερού Το μεγαλύτερο μέρος του επιφανειακού νερού στο Νομό Ηλείας αποτελείται από τα κύρια ποτάμια συστήματα, που βρίσκονται εντός αυτού. Η δυναμικότητα των τριών κύριων ποτάμιων συστημάτων που ρέουν εντός του Νομού Ηλείας, δίνουν μία εικόνα του μεγέθους του νερού (επιφανειακού και υπόγειου) που διακινείται στα γεωγραφικά όριά του. Η δυναμικότητα των δύο κύριων ποτάμιων συστημάτων (ΥΠ.ΑΝ., 2007) είναι: Αλφειός: Μέση ετήσια απορροή 2100 hm3 Πηνειός: Μέση ετήσια απορροή 427 hm3 Το νερό που κατεισδύει και κυκλοφορεί εντός των γεωλογικών σχηματισμών δημιουργεί δύο τύπους υδρογεωλογικών ενοτήτων: Τα καρστικά συστήματα (κίνηση νερού εντός μακροπερατών πετρωμάτων). Τους κοκκώδεις υδροφορείς (κίνηση νερού εντός μικροπερατών πετρωμάτων). Τα καρστικά συστήματα αναπτύσσονται, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, εντός των ασβεστολίθων της ενότητας της Πίνδου, καθώς και εντός των νηριτικών ασβεστολίθων της ενότητας Γαβρόβου. Σε πολλές περιπτώσεις το καρστ εντός των ασβεστολίθων της Πίνδου δεν είναι ιδιαίτερα καλά αναπτυγμένο, με αποτέλεσμα οι υδροφορείς αυτοί να μπορούν να προσομοιαστούν με υδροφορείς ασυνεχειών. Πολύ σημαντική πηγή αποθήκευσης υπόγειου νερού στο Νομό, αποτελούν οι μεταλπικοί σχηματισμοί (Νεογενή λεκάνης Αλφειού, Πλειστοκαινικές αποθέσεις). Τα Νεογενή αποτελούν κοκκώδη υδροφόρα συστήματα, σχηματίζοντας επάλληλους υπό πίεση, ελεύθερους και με διαρροές υδροφόρους ορίζοντες, με σημαντική ετερογένεια. Αναπτύσσονται εντός της λεκάνης του Αλφειού, του Πηνειού και νότια στην περιοχή της Ζαχάρως. Τέλος σημαντικές υπόγειες υδροφορίες αναπτύσσονται εντός των αλλουβιακών πεδιάδων του Αλφειού και του Πηνειού ποταμού. Εμφανίζουν επάλληλους ελεύθερους, υπό πίεση και με διαρροές υδροφόρους ορίζοντες, που συνίστανται από άμμους, χαλίκια και κροκάλες. Το πάχος και η υδροπερατότητα είναι γενικά αναπτυγμένα, με αποτέλεσμα να έχει ανορυχθεί μεγάλος αριθμός υδρογεωτρήσεων με παροχές 50 150 m3/h. 7

3. ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ 3.1 Γενικά Ο Κυπαρισσιακός κόλπος είναι τμήμα της Δυτ.Ακτής της Πελοποννήσου, προς το Ιόνιο πέλαγος με μήκος ακτής περί τα 80Km. Η περιοχή μελέτης μορφολογικά εντάσσεται στο τεκτονικό βύθισμα της Ζαχάρως, με πολυσύνθετη εξέλιξη λόγω της γειτονίας της με την Ιόνια τάφρο. Σήμερα στην περιοχή κυριαρχούν τα υψώματα των ορεινών όγκων Λάπιθας (770 μ.) προς βορρά και Μίνθης προς τα ανατολικά, με μεγαλύτερο υψόμετρο αυτό του όρους Βουνούκα (1.221μ.) Το όρος Λάπιθα είναι ένα επίμηκες όρος το οποιο έχει μήκος περίπου 17 χιλ., διεύθυνση επιμήκους άξονα Α-Δ, πλάτος 1-3χιλ., έκταση 35 τ.χιλ. και μεγαλύτερα υψόμετρα 770μ. και 768μ.. Σε τομή Β-Ν παρουσιάζει μια ασσυμετρία στη μορφολογία του με πιο απότομα πρανή στη βόρεια πλευρά και ομαλότερη στη νότια. Δυτικά της περιοχής μελέτης αναπτύσσεται η πεδινή (παράκτια) ζώνη που παρουσιάζει μικρές μορφολογικές εξάρσεις λόγω της παρουσίας των θινών κατά μήκος της ακτής. Κυρίαρχο μορφολογικό στοιχείο αποτελούν η λίμνη Καϊάφα, βόρεια της πόλης της Ζαχάρως, με τις ιαματικές πηγές της και η περιοχή της αποξηραμένης λίμνης Αγουλινίτσας που σήμερα συνίσταται από αρδευόμενες γεωργικές εκτάσεις και ένα παράκτιο δασικό υγροτοπικό σύστημα σε φυσική και λειτουργική συνέχεια με τη λίμνη Καϊάφα. Η λιμνη Καϊάφα έχει μήκος περίπου 3 Km πλάτος περίπου 600 m και περιορίζεται από το Ιόνιο Πέλαγος από μια αμμολουρίδα (φραγματικό νησί), πλάτους περίπου 400 m. Πάνω στην αμμολουρίδα αναπτύσσεται σύστημα αμμοθινών, ενώ η ίδια στο βόρειο άκρον της διακόπτεται από στενό τεχνητό δίαυλο που συνδέει την λιμνοθάλασσα με την ανοιχτή θάλασσα. Προς την πλευρά της χέρσου η λιμνοθάλασσα περιορίζεται από ελώδη ζώνη σημαντικού πλάτους, ενώ στο βόρειο άκρον της και για μικρή απόσταση γειτνιάζει με ασβεστολιθικό όγκο ο οποίος φέρει τα σπήλαια Ανιγρίδων Νυμφών και Γεράνιον Άντρον στα οποία αναβλύζουν ιαματικές πηγές οι απολήξεις του όρους Λαπίθα είναι απότομες, εγκατακρημνησιγενείς σχηματίζοντας κατακόρυφα πρανή μεγάλου ύψους. Η λίμνη του Καϊάφα στα μέσα της δεκαετίας του 70 υπέστη εκτεταμένες παρεμβάσεις που αφορούσαν αποξήρανση μικρού τμήματος στο βόρειο άκρον της, εκβάθυνση στο σύνολό της με την απομάκρυνση περίπου 2 m ιλύος, δημιουργία τσιμεντένιου κρηπιδώματος στα νότια περιθώριά της και επαναδιευθέτηση της εσωτερικής ακτής της αμμολουρίδας και δημιουργία νησίδας τουριστικών εγκαταστάσεων του Ε.Ο.Τ. Σε απόσταση 3 χλμ. από τις εκβολές του Αλφειού ποταμού, έως το 1968 βρισκόταν η λίμνη Αγουλινίτσας που καταλάμβανε έκταση περίπου 28.000 στρεμμάτων με μήκος 15κμ και μεταβλητό πλάτος μεταξύ 500μ και 3.500μ, Το σύστημα της πρώην λίμνης Αγουλινίτσας σχηματίστηκε πίσω από παράκτιους αμμώδεις φυσικούς φραγμούς και είχε τροφοδοσία από 8

επιφανειακά ύδατα και υπόγεια ύδατα. Η τεχνητή αποξήρανση μέσω τεχνικών έργγων ολοκληρώθηκε το 1969 και μετά από εργασίες βελτίωσης των εδαφών και την εγκατάσταση δικτύου άρδευσης και αποστράγγισης, αποδόθηκε σταδιακά σε αγροτική. Σχήμα 4. Απλοποιημένος χάρτης φυσικών χαρακτηριστικών (Papanikolaou et al 2007) Σήμερα μεγάλο τμήμα της περιοχής είναι γεωργικά ανεκμετάλλευτο, λόγω της κακής ποιότητας του εδάφους. Επιπλέον καλύπτεται από σωρούς απορριμμάτων, μπάζων, ενώ υπάρχουν και αυθαίρετα ποιμνιοστάσια και κατοικίες. Οι ανεξέλεγκτες αυτές χρήσεις προκαλούν έντονη δυσοσμία της περιοχής, συμβάλλουν στην οπτική υποβάθμιση του τοπίου, τη ρύπανση των εδαφών και των υπόγειων νερών, ενώ είναι πολλές φορές πηγές επικίνδυνων μεταδοτικών ασθενειών. Κατά το μήκος της ακτογραμμής κυριαρχείται από ολοκαινικές αποθέσεις αλούβιας και αιολικής προέλευσης. Οι σχηματισμοί αυτοί που στο σύνολό τους έχουν μεγάλο πάχος, υπέρκεινται σχηματισμών του Νεογενούς και σχηματισμών της αλπικής περιόδου. Οι διαδικασίες απόθεσης του άνω πλειοκαίνου σχετίζονται με την πλήρωση ρηχών θαλάσσιων λεκανών και λιμνοθαλασσών σε όλη τη βορειοδυτική Πελοπόννησο. Το ανώτερο μέρος της ιζηματογενούς 9

ακολουθίας αποτελείται από αλλουβιακές και λιμναίες αποθέσεις. Η μετάβαση προς το πλειστόκαινο συνέβη χωρίς διακοπή της ιζηματογέννεσης και έτσι ο διαχωρισμός των ιζημάτων δεν είναι πάντοτε εύκολος και ευχερής. Κατά το κάτω πλειστόκαινο ευστατικές κινήσεις σε συνδυασμό με αλλαγές στο επίπεδο στάθμης της θάλασσας και το διαπυρισμό των εβαποριτών. 3.2 Υδρογραφικό δίκτυο Το υδρογραφικό δίκτυο έχει γενικά διεύθυνση ανάπτυξης από τα βορειοανατολικά - ανατολικά προς νοτιοδυτικά - δυτικά. Στην περιοχή μελέτης καταλήγουν τα υδρογραφικά δίκτυα μικρών ρεμάτων 1 ης και 2 ης τάξης κατά κανόνα. Στο δυτικό πεδινό τμήμα αναπτύσσεται η λίμνη Καϊάφα, ενώ στην αποξηραμένη λίμνη Αγουλινίτσας το φυσικό υδρογραφικό δίκτυο απουσιάζει, καθώς αναπτύσσονται εκτεταμένα τεχνητά δίκτυα αποστράγγισης και άρδευσης του πεδίου. Το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής μελέτης χωρίζεται γεωγραφικά από το όρος Λαπίθα και αποτελείται από τα ακόλουθα δίκτυα: ρέμα Βούρλια στα βόρεια του όρους Λαπίθα, οι εκβολές του οποίου είναι στον πεδινό χώρο της αποξηραμένης λίμνης της Αγουλινίτσας. Σε αυτή την περιοχή την κύρια υδρολογική οντότητα σήμερα αποτελούν τα δύο τεχνητά δίκτυα αποστράγγισης και άρδευσης του χώρου του αναδασμού. Από την πλευρά της Ζαχάρως (νότια του όρους Λαπίθα) και με κατεύθυνση Β-Ν διακρίνουμε το ρέμα Σπαρτολάγκαδο και το ρέμα Ξηροχωρίτικη Γράνα. Σχήμα 5. Υδρολογικές Λεκάνες Αγουλινίτσας και Ζαχάρως 10

Έργο Πεδιάδας Αλφειού Το αρδευτικό δίκτυο: Η εξοπλισμένη έκταση είναι 122.486 στρέμματα περίπου και η αρδευόμενη έκταση κατά μέσο όρο για τα έτη 2001-2009 είναι 61.350 στρέμματα. Τα 95.755 στρέμματα αρδεύονται με ένα συλλογικό δίκτυο υπό πίεση ελεύθερης ζήτησης σύμφωνα με το μοντέλο του Clément. Τα υπόλοιπα 26.731 στρέμματα αρδεύονται με ένα σύστημα ανοιχτών διωρύγων. Η τροφοδότηση σε νερό γίνεται με φράγμα εκτροπής που έχει κατασκευασθεί στον Αλφειό, στη θέση Φλόκα. Στην περιοχή που γίνεται άρδευση με καταιονισμό, η αρδευτική μονάδα έχει έκταση 25-30 στρέμματα και εξυπηρετείται με παροχή 6 l/sec και πίεση 3bar. Το αποστραγγιστικό-αποχετευτικό δίκτυο: Τα δίκτυα αυτά έχουν μελετηθεί και κατασκευασθεί κατά τρόπο ώστε να ενταχθούν σε αυτά και τα φυσικά υδατορεύματα που διασχίζουν την περιοχή. Το δίκτυο εξυπηρετεί συνολικά έκταση 500.000 στρεμμάτων, Κύριοι σκοποί έργου - Άρδευση, στράγγιση, αξιοποίηση λιμνοθαλασσών Έκτάση έργου Αρδεύσιμη Στραγγιζομένη 122.486 στρέμματα 122.486 στρέμματα Κατάταξη εξυπηρετουμένων εκτάσεων Αρδεύσιμες με βαρύτητα Αρδεύσιμες με άντληση 26.731 στρέμματα 95.755 στρέμματα Υδατικοί πόροι (Προέλευση Διαθέσιμες ποσότητες) - Αλφειός ποταμός Q = 15 μ3/δλ (ελάχιστη) Κύρια επιμέρους έργα - Φράγμα εκτροπής Αλφειού ποταμού στη θέση Φλόκα - Δέκα αντλιοστάσια τεχνητής βροχής - Τέσσερα αντλιοστάσια στραγγίσεως - Επενδυμένα δίκτυα διωρύγων - Σωληνωτά δίκτυα τεχνητής βροχής - Στραγγιστικά δίκτυα ανοικτών τάφρων - Λειτουργία συντήρηση Γ.Ο.Ε.Β, Πηνειού-Αλφειού, 4 Τ.Ο.Ε.Β.( Α Πύργου, Β Πύργου, Επιταλίου, Πελοπίου) ΤΟΕΒ Επιταλίου Είναι αρμόδιος για συνολική έκταση 27.000 στρεμμάτων, από τα οποία αρδεύονται περίπου τα 16.000 στρέμματα. Το μεγάλο ποσοστό άρδευσης οφείλεται στο γεγονός ότι στην περιοχή του ΤΟΕΒ περιλαμβάνεται η παλιά αποξηρανθείσα λίμνη της Αγουλινίτσας. Οι περιοχές της λίμνης δίνονται με ετήσια κλήρωση στα 7 χωριά του ΤΟΕΒ Κατανομή του ΤΟΕΒ Επιταλίου ανά γεωλογική ενότητα Επιταλίου (Α) (κμ2) % Αλουβιακές αποθέσεις 37,11 75,60 Αργιλοψαμμιτικοί 0,89 1,81 Ασβεστόλιθοι Γαβρόβου 0,02 0,04 Αναβαθμίδες 11,07 22,55 11

Η περιοχή δεν είναι ενταγμένη στο κτηματολόγιο. Οι καλλιέργειες περιορίζονται σε βαμβάκι, βιομηχανική τομάτα και καλαμπόκι, οι οποίες αρδεύονται κυρίως με καρούλια και στάγδην, και ορισμένα καναλέτα. Η κατάσταση της αγροτικής οδοποιίας κρίνεται μέτρια αλλά οι απώλειες του δικτύου σε νερό είναι ανεξέλεγκτες.τα αρχικά εγκατεστημένα υδρόμετρα και οι ρυθμιστές παροχής και πίεσης δεν υπάρχουν σε κανένα σημείο του δικτύου, καθώς έχουν απομακρυνθεί είτε από τους καλλιεργητές είτε από τρίτους. Αν και γενικά η άρδευση με κατάκλυση είναι απαγορευμένη, κατ εξαίρεση επιτρέπεται σε μικρές εκτάσεις ιδιοκτητών. Ο ΤΟΕΒ έχει δώσει άδεια χρήσης αρδευτικού νερού σε δύο ιδιοκτήτες ιχθυοτροφείων στην περιοχή της Αγουλινίτσας. Άδεια χρήσης έχει δοθεί και σε άλλους παραγωγούς εκτός έργου. Για την αλλαγή ιδιοκτησίας ή και χρήστη ο Τ.Ο.Ε.Β ενημερώνεται μόνο σε περίπτωση μεταβίβασης. 12

Σχήμα 6. Δίκτυο αποστράγγισης Αγουλινίτσας Σχήμα 7. Αρδευτικό δίκτυο Αγουλινίτσας 13

Παλαιογεωγραφία Γένεση λιμνών Κατά Kraft et al 2005, η λεπτόκοκκη άμμος που μεταφέρεται από τα παράκτια ρεύματα και τον αέρα έχει σχηματίσει φραγμούς οι οποίοι απομόνωσαν μια πλατιά ρηχή λιμνοθάλασσα της οποίας το βάθος δεν ξεπερνούσε ποτέ τα 5 μέτρα. Από τον ίδιο ερευνητή αναγνωρίσθηκαν τρία συστήματα αύξησης φραγμών προς τη θάλασσα από τις αποθέσεις του Αλφειού ποταμού τα οποία σταδιακά προστίθενται από τα δυτικά και το ύψος τους είναι μεγαλύτερο από την πλευρά της θάλασσας, κάτι που πιθανά υποδεικνύει πληθώρα διαθέσιμου υλικού για τις αιολικές αποθέσεις. Το πρώτο εκ των τριών συστημάτων υπήρχε πριν από την περίοδο που στην περιοχή βρέθηκαν ο Στράβων και ο Παυσανίας. Τα υπόλοιπα δημιουργήθηκαν από τους κλασικούς χρόνους έως σήμερα. Οι λίμνες Αγουλινίτσας και Καϊάφα σχηματίστηκαν πίσω από αμμώδεις φραγμούς Ολοκαινικής ηλικίας, με ταυτόχρονη εισροή γλυκού νερού του Αλφειού Ποταμού, που ρέει στα βορειοανατολικά, όπως επίσης και αλμυρού νερού που εισερχόταν μέσω διαύλου επικοινωνίας με τη θάλασσα. Ο σχηματισμός της λίμνης πίσω από αμμώδεις παράκτιους φραγμούς και η τροφοδοσία της με θαλασσινό νερό μέσω του διαύλου φανερώνουν λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον. Η μεγάλη προσφορά κλαστικού υλικού από τον Αλφειό Ποταμό, η έντονη τεκτονική δραστηριότητα και οι ευστατικές κινήσεις είχαν ως αποτέλεσμα την προέλαση της ακτής προς τη θάλασσα και σε συνδυασμό με την έντονη κυματική και αιολική δραστηριότητα το σχηματισμό του φυσικού φραγμού της Αγουλινίτσας (Πρώιμη Μυκηναϊκή περίοδος, 1.600-1.400 π.χ.) και την εξάπλωση της λιμνοθάλασσας σε μεγαλύτερη έκταση. Το γεγονός ότι ο φυσικός φραγμός Αγουλινίτσας, σύμφωνα με τους Kraft et al. (2005), υπόκειται του σημερινού συστήματος φυσικών φραγμών (500 π.χ.-σήμερα), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κατά την Πρώιμη Μυκηναϊκή περίοδο (1.600-1.400 π.χ.) η λιμνοθάλασσα είχε περίπου την ίδια θέση με τη σημερινή. Μετά από το σχηματισμό του φραγματικού νησιού της Αγουλινίτσας φαίνεται ότι αποσύρθηκε η θάλασσα για πολύ μικρό χρονικό διάστημα και επικράτησαν ευνοϊκότερες συνθήκες για τη συσσώρευση οργανικού υλικού πίσω από το φραγματικό νησί και προς την πλευρά της λιμνοθάλασσας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το σχηματισμό μιας ελώδους ζώνης, με οργανογενή ιζήματα μικρού πάχους. Η ζώνη αυτή έχει μεγάλη πλευρική έκταση, κατά μήκος της ακτής και πίσω από το φραγματικό νησί της Αγουλινίτσας. Πάνω από τα ιζήματα αυτά αποτέθηκαν ιζήματα λεπτόκοκκα, κυρίως αμμούχες άργιλοι πλούσιες σε οργανικό υλικό του Αλφειού, συνιστώντας τα κατώτερα ιζήματα του λιμνοθαλάσσιου πυθμένα. Η λίμνη Καϊάφα δεν είχε σχηματιστεί την εποχή που την επισκέφθηκαν οι οδοιπόροι ιστορικοί Στράβων και Παυσανίας (2ος αιώνας μ.χ.) Κατά τον Παυσανία υπήρχε μόνο ο ποταμός Άνιγρος που δεχόταν δυσώδη νερά που πήγαζαν από τα σπήλαια των Ανιγρίδων Νυμφών. Ο ποταμός 14

Άνιγρος δεχόταν τα νερά του Ακίδαντα Ιάρδανου που δεν είχαν ιδιαίτερη οσμή, από τα βουνά της Σμέρνας και χυνόταν στο νοτιότερο σημείο του σημερινού αναπτύγματος της λίμνης. Επειδή κατά τις περιγραφές η λίμνη εκείνη την εποχή ακόμα δεν είχε σχηματιστεί, το ρέμα του Ανίγρου διέσχιζε μέρος του χώρου που σήμερα καταλαμβάνει η λίμνη μέχρις του συναντήσει το ρέμα του Ακίδαντα Ιαρδανού και ενωθεί με αυτό. Στα χρόνια του Παυσανία το νερό βγαίνοντας από τη σπηλιά των Ανυγρίδων νυμφών γέμιζε τον έξω χώρο σχηματίζοντας μια «κολυμπήθρα» όπου τη χρησιμοποιούσαν σαν χώρο λούσης οι ασθενείς που αναζητούσαν τις ιαματικές ιδιότητες του δύσοσμου (από το υδρόθειο) νερού. Δεν υπάρχουν ιστορικά σίγουρες πηγές για τη χρονολογία δημιουργίας της λίμνης. Ο σχηματισμός τμήματος αυτής πρέπει να έγινε κατά τα μεσαιωνικά χρόνια, όταν η ροή του νερού προς τη θάλασσα εμποδίστηκε περισσότερο. Η λίμνη, ως πιθανή εκδοχή, πρέπει να πρωτοσχηματίστηκε από τις μεγάλες σεισμικές δονήσεις που σημειώθηκαν τον 6ο μ.χ. αιώνα (περίπου το 522 551 μ.χ.) και είχαν σαν επακόλουθο την καθίζηση του εδάφους και τον σχηματισμό της λίμνης. Σχήμα 8. Σκαρίφημα περιοχής Καϊάφα κατά την περιγραφή του Παυσανία Αντίστοιχα ιστορικές αναφορές από τους Topping (1972), και Leake (1830) για τη λίμνη Αγουλινίτσα αναφέρουν την ύπαρξή της λίμνης στο 18 και 19 αιώνα με σημαντική οικονομική αξία (λόγω της αλιείας) ) για την οθωμανική διοίκηση της εποχής και διαχωριζόταν από τη θάλασσα με μία δασωμένη αμμώδη ζώνη, της οποίας το πλάτος αυξανόταν προς νότο με το δάσος να πυκνώνει και η λίμνη να μεταπίτει σε αλμυρό έλος στην περιοχή του Κλειδιού.. 15

Στις επόμενες εικόνες παρουσιάζεται οι γεωλογικές γεωμορφολογικές τομές από Kraft et al 2005. Σχήμα 9.. Γεωλογικές γεωμορφολογικές τομές περιοχής Καϊάφα (Kraft et al 2005) 16

Σχήμα 10. Γεωλογικές γεωμορφολογικές τομές περιοχής Αγουλινίτσας (Kraft et al 2005 17

Σήμερα στην ζώνη μεταξύ εκφόρτισης των ιαματικών πηγών και της θάλασσας μπορεί κανείς να διακρίνει μια κύρια ζώνη αμμοθινών και τα υπολείμματα δύο άλλων στο εσωτερικό της πεδινής έκτασης. Προς τα ανατολικά η λιμνοθάλασσα περιβάλλεται από ελώδη ζώνη σημαντικού πλάτους. Στην περιοχή της λιμνοθάλασσας Καϊάφα στα μέσα της δεκαετίας του 1970 έγιναν εκτεταμένες παρεμβάσεις που αφορούσαν την αποξήρανση μικρού τμήματος στο βόρειο άκρο, εκβάθυνση της λίμνης με απομάκρυνση περίπου 2μ ιλύος, δημιουργία τσιμεντένιου κρηπιδώματος στα νότια περιθώρια της και επαναδιευθέτηση της εσωτερικής ακτής της αμμολουρίδας και επέκταση της νησίδας και δημιουργία τουριστικών εγκαταστάσεων του ΕΟΤ. Η λιμνοθάλασσα είναι σχετικά ρηχή με μέγιστο βάθος 8,1μ (κοντά στην έξοδο των πηγών όπου τα ανάγλυφο είναι απότομο) και μέσο βάθος 3,29μ. Το υπόλοιπο τμήμα του πυθμένα είναι ήπιο. 18

4. ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ 4.1 Επισκόπηση Η αποξηραμένη Λίμνη Αγουλινίτσας και η λίμνη Καϊάφα αποτελούν τμήμα της ευρύτερης Νεογενούς λεκάνης του Πύργου, τα περιθώρια της οποίας δομούνται από πετρώματα των ζωνών Τρίπολης, Πίνδου και Ιόνιας. Τόσο η στρωματογραφική διάρθρωση, όσο και ο σχηματισμός των ζωνών αυτών έχουν περιγραφεί αναλυτικά από πολλούς ερευνητές. Σχήμα 11: Συνοπτικός σχηματικός γεωλογικός χάρτης Δ. Πελοποννήσου ( Καμπέρης 1987). 19

4.2 Στρωματογραφία Στην περιοχή ενδιαφέροντος συναντώνται τόσο σχηματισμοί του αλπικού υποβάθρου της περιοχής όπως επίσης και πλέον σύγχρονες νεογενείς και τεταρτογενείς αποθέσεις. Δίνονται στη συνέχεια τα γενικά χαρακτηριστικά των πετρωμάτων των επιμέρους γεωτεκτονικών ζωνών. Ορογένεση. Αλπικοί σχηματισμοί Ιόνιος Ζώνη Παλαιότεροι ερευνητές τοποθετούσαν μέλη της Ιονίου σειράς ως υπόβαθρο της περιοχής Καϊάφα με έμμεσο τρόπο με βάση την τεκτονική (Καμπέρης 1987) και συμπεράσματα από το χημισμό του νερού των θερμομεταλλικών πηγών (Δημόπουλος & Μουντράκης, 1989). Στην συνέχεια οι Φουντούλης & Λέκκας (1991) αναφέρουν πως οι ανθρακικοί σχηματισμοί της Ιονίου ζώνης συναντώνται σε μικρή μόνο εμφάνιση στις δυτικές απολήξεις του βουνού Λαπίθας στη περιοχή της λίμνης Καϊάφα. Αυτοί οριοθετούνται βόρεια με τεκτονική επαφή από τους σχηματισμούς (ανθρακικά - φλύσχης) της ενότητας Γαβρόβου - Τρίπολης, ενώ ανατολικά και νότια η επαφή των εν λόγω σχηματισμών με τους σχηματισμούς της ενότητας Γαβρόβου - Τρίπολης δεν είναι ορατή γιατί έχει καλυφθεί από μεταλπικές νεογενείς θαλάσσιες αποθέσεις, τέλος δυτικά υπάρχουν πρόσφατες αποθέσεις. Οι σχηματισμοί αυτοί της Ιονίου ζώνης έχουν διακριθεί σε δύο κατηγορίες, τον ανθρακικό και τον κλαστικό. Ο Ανθρακικός σχηματισμός Καϊάφα (Άνω Κρητιδικό) αποτελείται από λευκούς έως ανοιχτότεφρους, λεπτοστρωματώδεις και σπανιώτερα μεσοστρωματώδεις ασβεστόλιθους (μέσο ανώτερο Μαιστρίχτιο), κατά θέσεις είναι μικρολατυποπαγείς και με ορισμένες ενδιαστρώσεις οριζόντων πυριτιολίθων. Τα στρώματα είναι έντονα πτυχωμένα, οι άξονες των πτυχών έχουν μέση διεύθυνση E-W, η δε γενική κλίση των στρωμάτων είναι προς νότο. Το ορατό πάχος του σχηματισμού είναι τουλάχιστον 250 μέτρα. Κατά θέσεις πάνω στους ασβεστολίθους αυτούς έχει αποτεθεί ο λεγόμενος κλαστικός σχηματισμός που αποτελείται από συνεκτικούς αδρόκοκκους ψαμμίτες και πηλίτες. Ζώνη Γαβρόβου - Τρίπολης Τα πετρώματα της ζώνης αυτής (ασβεστόλιθοι, κατά κύριο λόγο, και ο φλύσχης) ουσιαστικά συνθέτουν το όρος Λαπίθα. Συναντώνται εδώ : 20

Ασβεστόλιθοι Καϊάφα Πρόκειται για Άνω Κρητιδικής Ηωκαινικής ηλικίας συμπαγείς νηρητικούς ασβεστολίθους με λίγους πυριτιολίθους, παχυστρωματώδεις, μελανότεφρου έως τεφρού χρώματος με βιτουμενιούχο οσμή κατά την κρούση, έντονα διαρρηγμένους και αποκαρστικοποιημένους. Συναντώνται στον κύριο ορεινό όγκο ανατολικά της λίμνης και καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα του όρους Λαπίθα. Η γενική διεύθυνση των στρωμάτων είναι Β50 0 Α με κλίσεις 20 0-65 0 προς ΒΔ ή ΝΑ, δίνοντας ένα σύγκλινο ΒΑ-ΝΔ/κης διεύθυνσης ο άξονας του οποίου διέρχεται περίπου από το σπήλαιο Ανιγρίδων Νυμφών (Παν/μιο Πατρών, Γ.Καλλέργης, 2002). Φλύσχης Τα στρώματα του φλύσχη αποτελούνται από εναλλαγές πηλιτών, ιλυολίθων, λεπτόκοκκων ψαμμιτών με ορίζοντες ψηφιδοπαγών και αργιλικών σχιστολίθων ηλικίας Ολιγοκαίνου Μειοκάινου. Συναντώνται κυρίως στο ανατολικό τμήμα του όρους Λαπίθα (περιοχή Σμέρνας) και σε μικρό τμήμα ανάντη του μετώπου των πηγών Καϊάφα και δύο μικρές εμφανίσεις στο νοτιοδυτικό τμήμα του Λαπίθα με τεκτονική επαφή. Ζώνη Πίνδου Στα ανατολικά της περιοχής ενδιαφέροντος συναντώνται σε μικρή εμφάνιση, οι σχηματισμοί της ενότητας της Πίνδου που είναι επωθημένοι στα ιζήματα του φλύσχη της ενότητας Τρίπολης (περιοχές όρους Λαπίθα). Πρόκειται για ασβεστόλιθους του Κρητιδικού, πλακώδεις λεπτοστρωματώδεις, πολυπτυχωμένοι και κατακερματισμένοι. Συναντώνται μεταβατικά στρώματα, παρεμβολές κερατολίθων, μαργών και ασβεστολιθικών ψαμμιτών. Οι ασβεστόλιθοι της Πίνδου είναι επωθημένοι στο φλύσχη της ζώνης της Τρίπολης και δεν σχετίζονται με τις εξεταζόμενες υδρογεωλογικές συνθήκες της περιοχής της λίμνης Καϊάφα και του παράκτιου υγροτοπικού συστήματος. Νεογενής λεκάνη. Μεταλπικοί σχηματισμοί Αποτελούνται από υφάλμυρης έως λιμναίας προέλευσης ιζήματα που περιλαμβάνουν εναλλαγές αργιλομαργών, άμμων, μαργών, ψαμμιτών και σπανιότερα κροκαλοπαγών πολύ μεγάλου πάχους, πλειοκαινικής ηλικίας. Παρουσιάζουν έντονη αποσάθρωση και συχνά καλύπτονται από σημαντικού πάχους ελουβιακό μανδύα. Εμφανίζονται βόρεια και νότια του όρους Λαπίθα στις μεγάλες ιζηματογενείς λεκάνες Κρέστενας Αγουλινίτσας κα Ζαχάρως. 21

Οι Νεογενείς σχηματισμοί που εξαπλώνονται στην ευρύτερη περιοχή της πρώην λίμνης, ανήκουν στο Ανώτερο Πλειόκαινο, Καμπέρης 1987,). Συγκεκριμένα το Ανώτερο Πλειόκαινο περιλαμβάνει τη βαθμίδα του Βούναργου. Η στρωματογραφική ακολουθία της περιοχής ολοκληρώνεται με Τεταρτογενή ιζήματα. Πρόκειται για τις Πλειστοκαινικές βαθμίδες του Λάλα,, καθώς και τις Ολοκαινικές αποθέσεις. Αναλυτικά, από κάτω προς τα πάνω διακρίθηκαν: Βαθμίδα Βούναργου Η βαθμίδα του Βούναργου χαρακτηρίζεται από άρρυθμες εναλλαγές ασβεστιτικών άμμων, αργίλων και ψαμμιτών και παρουσιάζει συνολικό πάχος περίπου 450 m. Στο ανώτερό της τμήμα αποτελείται από κροκαλοπαγή, που υποδηλώνουν την ποτάμια προέλευσή τους Τα ιζήματα της βαθμίδας του Βούναργου έχουν αποτεθεί σε θαλάσσια και λιμνοθαλάσσια περιβάλλοντα, το όριο των οποίων συνίσταται από ασύμμετρους αμμώδεις φραγμούς, οι οποίοι σχηματίστηκαν από ρήγματα. Ανάλογα σύγχρονα περιβάλλοντα είναι αυτά του Κυπαρισσιακού Κόλπου, δηλαδή των Λιμνών Μουριάς και Αγουλινίτσας, που χωρίζονταν από τις αβαθείς θαλάσσιες περιοχές με επιμήκεις αμμώδεις φραγμούς ΒΔ διεύθυνσης. Σύμφωνα με τον Καμπέρη (1987), η βαθμίδα του Βούναργου σχηματίστηκε σε περιβάλλον ρηχής θάλασσας και χαρακτηρίζεται από άρρυθμες εναλλαγές φάσεων επίκλυσης και απόσυρσης, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ακτογραμμή ήταν σε μία διαρκή κίνηση είτε προς την ενδοχώρα είτε προς τη θάλασσα. Απολιθώματα, όπως Cardium, Ostrea, Potamides κ.ά., στα ιζήματα αυτής της βαθμίδας υποδηλώνουν ότι οι παράκτιες περιοχές γίνονταν περιοδικά πιο ρηχές (απόσυρση), με αποτέλεσμα τη δημιουργία εσωτερικών λεκανών που διέθεταν επικοινωνία με τη θάλασσα. Βαθμίδα Λάλα Η βαθμίδα του Λάλα αποτελείται από κροκαλοπαγή. Τα κροκαλοπαγή του Λάλα είναι ποτάμιες αποθέσεις διακλαδιζόμενων ποταμών (Streif 1980). H ηλικία της βαθμίδας αυτής είναι Κατώτερο Πλειστόκαινο. Σχηματισμοί Ολοκαίνου - Τεταρτογενές Οι σχηματισμοί Ολοκαινικής ηλικία καλύπτουν την ευρύτερη περιοχή της αποξηραμένης Λίμνης Αγουλινίτσας και σύμφωνα με τον Streif (1980) αποτελούνται από: 22

Ανώτερη κάτω αναβαθμίδα αποτελούμενη από χαλίκια, άμμο και ιλυώδη άμμο Ποτάμιες αναβαθμίδες του Αλφειού Ποταμού, οι οποίες σχηματίστηκαν στο τέλος του Πλειστοκαίνου και αρχές Ολοκαίνου. Αυτές αποτελούνται από χαλίκια, άμμο και ιλυούχα άμμο και διακρίνονται από κάτω προς τα πάνω σε Ανώτερη και Κατώτερη. Λιθολογικά οι αναβαθμίδες αυτές είναι παρόμοιες και διακρίνονται μόνο από μορφολογικά χαρακτηριστικά. Λιμνοθαλάσσια ιζήματα, αποτελούμενα από άμμο, ιλύ και άργιλο με λείψανα οργανικών. Πρόκειται για αποθέσεις υφάλμυρων υδάτων τοπικά πάνω σε θαλάσσιες αποθέσεις. Η λιμνοθαλάσσια ακολουθία του Ολοκαίνου παρατηρείται στην περιοχή, Αγουλινίτσας. Σύστημα φυσικών φραγμών Αγουλινίτσας, που πρόκειται για αιολικές αποθέσεις άμμου, πάνω σε θαλάσσιες παράκτιες άμμους. Αλλουβιακές αποθέσεις, αποτελούνται από άμμους, χαλίκια αμμοχάλικα και λατύπες διαφόρου πάχους. Αναπτύσσονται βορειοδυτικά και νοτιοανατολικά του όρους Λαπίθα. Σημερινό σύστημα φυσικών φραγμών, θινών πάνω σε άμμους και χαλίκια, αιολικές αποθέσεις πάνω σε θαλάσσιες παράκτιες άμμους. Πρόκειται για χαλαρό γενικά σχηματισμό αιολικής προέλευσης που στους βαθύτερους ορίζοντες παρουσιάζει ασθενή ψευδοστρώση και μικρή συνεκτικότητα. Αναπτύσσονται παράλληλα στην ακτή και συναντώνται και εσωτερικά αυτής σε απόσταση περί τα 1200μ Παράκτιες αποθέσεις αποτελούμενες από άμμους, χαλίκια, θαλάσσιες αποθέσεις. 4.3 Τεκτονικές συνθήκες Σύμφωνα με τον Καμπέρη (1987), η σημερινή μορφή των Νεογενών και Τεταρτογενών σχηματισμών είναι αποτέλεσμα της ρηξιγενούς τεκτονικής, η οποία έδρασε κατά το Ανώτερο Βουρδιγάλιο και μετέπειτα. Οι διαπειρικές κινήσεις των εβαποριτών της Ιόνιας ζώνης επωφελήθηκαν από την αλπική και τη μεταγενέστερη τεκτονική δράση, με αποτέλεσμα να επιφορτίσουν την τεκτονική εικόνα της λεκάνης με τυπικές παραμορφώσεις. Η γεωμορφολογία των Νεογενών αποθέσεων πιθανόν επηρεάστηκε από τις διαπειρικές κινήσεις των εβαποριτών στην περιοχή, με αποτέλεσμα την ακανόνιστη βύθιση ή ανύψωση του αναγλύφου της περιοχής. Οι εναλλαγές επίκλυσης και απόσυρσης της θάλασσας, που λαμβάνουν χώρα κυρίως από το Ανώτερο Πλειόκαινο και μετά, υποδηλώνουν ότι η ακτογραμμή ήταν 23

σε μία διαρκή κίνηση είτε προς την ενδοχώρα είτε προς τη θάλασσα. Η μείωση του ρυθμού ανόδου της στάθμης της θάλασσας, που ξεκίνησε απότομα κατά την Ύστερη Μεσολιθική-Πρώιμη Νεολιθική περίοδο (5.500-4.770 π.χ.) και συνεχίστηκε έως την Πρώιμη Ελλαδική περίοδο (2.500 π.χ.), σε συνδυασμό με την έντονη κυματική και αιολική δράση κατά μήκος των ακτών του Κυπαρισσιακού Κόλπου και τη μεγάλη προσφορά κλαστικού υλικού από το δέλτα του Αλφειού Ποταμού, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αμμωδών φυσικών φραγμών και την επακόλουθη δημιουργία λιμνών/λιμνοθαλασσών, όπως η Μουριά, η Κάστα και η Αγουλινίτσα (Kraft et al. 2005, Kontopoulos and Koutsios 2008). Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι οι τεκτονικές και ευστατικές κινήσεις φαίνεται ότι είχαν σημαντική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή και σε αυτές οφείλεται η ανάπτυξη πολλών παράκτιων λιμνών και ελών, που έδωσαν τα λιγνιτικά κοιτάσματα της Δυτικής Πελοποννήσου. Από την τεκτονική ανάλυση προκύπτει ότι ο ορεινός ασβεστολιθικός όγκος Λαπίθα αποτελείται από δύο κύριες πτυχές, μια αντικλινική και μία συγκλινική με διεύθυνση ΒΑ/κή-ΝΔ/κή, και εμφανίζεται έντονα κερματισμένος. Το τεκτονικό κέρας του όρους Λαπίθας, δημιουργήθηκε από κανονικά ρήγματα της αλπικής τεκτονικής, με διεύθυνση Α - Δ, τα οποία κατά καιρούς έχουν ενεργοποιηθεί, πιθανώς από το Κατώτερο Πλειόκαινο. Με τη σημερινή μορφή όμως το τεκτονικό κέρας εμφανίζεται από το Ανώτερο Πλειόκαινο. Το κύριο σύστημα διάρρηξης που δημιούργησε τον Λαπίθα είναι με διεύθυνση ΒΑ- ΝΔ/κή παράλληλα προς τους άξονες πτύχωσης των ανθρακικών σχηματισμών και έχει επιδράσει και στα νεογενή ιζήματα. Το κύριο αυτό σύστημα διάρρηξης όπως και τα δευτερεύοντα (ΒΒΔ-ΝΝΑ) συστήματα ρηγμάτων έχουν συντελέσει στον έντονο κερματισμό των ανθρακικών πετρωμάτων με αποτέλεσμα την διευκόλυνση της έντονης καρστικοποίησης αυτών. Η διάλυση των ανθρακικών πετρωμάτων σε συνδυασμό με τα κύρια και δευτερεύοντα ρήγματα έχουν συντελέσει στη δημιουργία καρστικών εγκοίλων και σπηλαίων στον ορεινό όγκο με χαρακτηριστικότερο αυτό των Ανιγρίδων Νυμφών. Τα μεγάλα επιμήκη ρήγματα, κατά κύριο λόγω κανονικά αλλά και ανάστροφα, έχουν συντελέσει στον κερματισμό των ασβεστολίθων στην ευρύτερη ζώνη των πηγών Καϊάφα. Ιδιαίτερης σημασίας για την υδρογεωλογία των θερμομεταλλικών πηγών είναι το κανονικό ρήγμα που οριοθετεί προς δυσμάς τον ασβεστολιθικό όγκο, και τοποθετείται παράλληλα στην ανατολική όχθη της λίμνης Καϊάφα και έχει διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ (140 ο ). Το ρήγμα αυτό είναι σχεδόν κατακόρυφο με ισχυρή μετάπτωση του 24

νοτιοδυτικού τεμάχους που βύθισε τους ασβεστόλιθους στην παραλιακή ζώνη. Στην άμεση ζώνη των σπηλαίων συναντώνται συστήματα δευτερογενών ρηγμάτων με διεύθυνσης ΒΔ-ΝΑ στην επιφάνεια δράσης των οποίων εμφανίζεται χαλαρό τεκτονικό λατυποπαγές. Η δράση των ρηγμάτων αυτών πρέπει να φτάνει και στους ιστορικούς χρόνους. Συμπερασματικά για την περιοχή του Καϊάφα οι πηγές των Ανιγρίδων Νυμφών είναι τεκτονικής προέλευσης, καθώς εξέρχονται από ένα ρήγμα ΒΒΔ-ΝΝΑ έως ΒΔ-ΝΑ διεύθυνσης και δημιουργούνται έτσι οι συνθήκες για την κατείσδυση σε μεγάλα βάθη μετεωρικού νερού που θερμαίνεται και επανεξέρχεται στη ζώνη των θερμών πηγών. 4.4.ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Υδρολιθολογική Ταξινόμηση Γεωλογικών Σχηματισμών Οι γεωλογικοί σχηματισμοί που συναντώνται στην Πελοπόννησο μετά την επεξεργασία των γεωλογικών φύλλων και συμπληρώσεις που έγιναν στα πλαίσια της μελέτης, ταξινομήθηκαν με βάση την υδρολιθολογική τους συμπεριφορά και διαχωρίστηκαν στις εξής κατηγορίες. Καρστικοί σχηματισμοί Η κυκλοφορία του νερού γίνεται εδώ μέσω του δευτερογενούς πορώδους (ρωγμές, καρστικά κενά). Υψηλής έως μέτριας υδροπερατότητας (K1) Ασβεστόλιθοι, δολομίτες, κρυσταλλικοί ασβεστόλιθοι, μάρμαρα υψηλής έως μέτριας υδροπερατότητας Κατατάσσονται εδώ οι ασβεστόλιθοι και δολομίτες Τριαδικού-Λιασίου και Κρητιδικού-Ηωκαίνου των ζωνών Ιονίου και Παξών, οι ανθρακικοί σχηματισμοί της ζώνης της Τρίπολης, οι Κρητιδικοί ασβεστόλιθοι της ζώνης της Πίνδου, και τα ανθρακικά πετρώματα του Τριαδικού - Ιουρασικού της Πελαγονικής ζώνης. Αναπτύσσονται εδώ υψηλού δυναμικού υπόγειες υδροφορίες που εκφορτίζονται μέσω μεγάλων καρστικών πηγών. Μέτριας έως μικρής υδροπερατότητας (K2) Κατατάσσονται εδώ οι ασβεστόλιθοι με παρεμβολές σχιστολίθων και ραδιολαριτών, οι ασβεστόλιθοι με εναλλαγές πυριτιολίθων και σχιστολίθων του Αν.Ιουρασικού - Κ.Κρητιδικού των ζωνών Ιονίου, οι λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθοι με εναλλαγές 25

πυριτιολίθων, κερατολίθων του Τριαδικού -Ιουρασικού της ζώνης της Πίνδου, και οι ασβεστόλιθοι με ραδιολαρίτες και πηλίτες του Ιουρασικού. Η κυκλοφορία του νερού στους σχηματισμούς αυτούς ελέγχεται από τις παρεμβολές πυριτολίθων, κερατολίθων και αργιλικών σχιστολίθων. Αναπτύσσονται εδώ μέσου έως μικρού δυναμικού υπόγειες υδροφορίες που εκφορτίζονται μέσω πηγών σε διάφορα υψόμετρα. Κατά θέσεις οι σχηματισμοί αυτοί αποτελούν το υδρογεωλογικό υπόβαθρο των υψηλής υδροπερατότητας ανθρακικών σχηματισμών, όταν έχουν μικρή υδροπερατότητα και η τεκτονική θέση τους το επιτρέπει. Κοκκώδεις Σχηματισμοί Η κυκλοφορία του νερού στις αποθέσεις αυτές γίνεται μέσω του πρωτογενούς πορώδους (πορώδες κόκκων). Κοκκώδεις, προσχωματικές κυρίως αποθέσεις,κυμαινόμενης υδροπερατότητας (Π1). Κατατάσσονται εδώ οι αλλουβιακές αποθέσεις, οι λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις και αμμοθίνες, οι ποτάμιες και θαλάσσιες αναβαθμίδες, και τα κροκαλοπαγή ποτάμιας προέλευσης. Αναπτύσσονται, ιδιαίτερα στις σύγχρονες αποθέσεις των ποταμών και χειμάρρων αξιόλογες φρεάτιες υδροφορίες. Κοντά στη θάλασσα οι υδροφορίες αυτές έχουν υποστεί, κατά θέσεις, υποβάθμιση εξαιτίας της υφαλμύρισης. Μειοκαινικές, πλειοκαινικές και πλειστοκαινικές αποθέσεις μέτριας έως μικρής υδροπερατότητας (Π2) Κατατάσσονται εδώ τα κροκαλοπαγή, οι μαργαϊκοί ασβεστόλιθοι και οι ψαμμίτες των νεογενών και πλειοπλειστοκαινικών σχηματισμών,. Καταλαμβάνουν τις παρυφές των ορεινών ασβεστολιθικών όγκων και μερικές φορές τροφοδοτούνται πλευρικά από τους ασβεστολίθους όταν η πιεζομετρία το επιτρέπει. Αναπτύσσονται εδώ επιμέρους υπόγειες υδροφορίες μέσου έως μικρού δυναμικού. Κοκκώδεις μη προσχωματικές αποθέσεις μικρής έως πολύ μικρής υδροπερατότητας (Π3) Κατατάσσονται εδώ οι πλειοκαινικές και μειοκαινικές μάργες, καθώς και ο αδιαίρετος σχηματισμός του νεογενούς. Τοπικά στον αδιαίρετο σχηματισμό των νεογενών αναπτύσσεται ασθενής υδροφορία στις παρεμβολές κροκαλοπαγών, άμμων και ψαμμιτών που περιέχονται σ αυτόν. Η ασθενής, γενικά, αυτή υδροφορία υπερεκμεταλλεύεται και παρουσιάζει δυσκολίες επανατροφοδότησης της εξαιτίας της μικρής γενικά διαπερατότητας των μαργαϊκών στρωμάτων. Αξιόλογη υδροφορία επίσης αναπτύσσεται στις παρεμβολές γύψων που παρουσιάζει όμως έντονα υποβαθμισμένη ποιότητα, εξαιτίας της διάλυσης των θειϊκών ιόντων. 26

Κοκκώδεις αποθέσεις κυμαινόμενης υδροπερατότητας (Π4) Κατατάσσονται εδώ τα πλευρικά κορήματα, οι κώνοι κορημάτων, και οι εκτεταμένες αποθέσεις ερυθρογής. Οι αποθέσεις αυτές παρουσιάζουν μεγάλη επιφανειακή ανάπτυξη στις παρυφές των ορεινών όγκων και αλληλοσυμπλέκονται πολλές φορές με τις προσχωματικές αποθέσεις. Συμμετέχουν ως υδροφόροι σχηματισμοί στην ανάπτυξη των υδροφοριών των πεδινών τμημάτων και αρκετές φορές αποτελούν τη ζώνη τροφοδοσίας ή των πλευρικών μεταγγίσεων προς αυτές. Στην περίπτωση γειτνίασης με ανθρακικούς όγκους κάποιες φορές τα πλευρικά κορήματα συμμετέχουν στην τροφοδοσία των καρστικών υδροφοριών. Αδιαπέρατοι Σχηματισμοί Πρακτικά αδιαπερατοί σχηματισμοί μικρής έως πολύ μικρής υδροπερατότητας (A1) Περιλαμβάνονται εδώ οι σχηματισμοί του φλύσχη των διαφόρων γεωτεκτονικών ζωνών. Κατά θέσεις εντός του φλύσχη, ιδιαίτερα στις αποθέσεις κροκαλοπαγών και ψαμμιτών, αναπτύσσονται τοπικού χαρακτήρα υδροφορίες μικρού έως μέσου δυναμικού. Πρακτικά αδιαπερατοί ή εκλεκτικής κυκλοφορίας σχηματισμοί μικρής έως πολύ μικρής διαπερατότητας (A2) Κατατάσσονται εδώ τα κλαστικά ιζήματα της βάσης των ζωνών Τρίπολης και Πίνδου, Σχόλια Στην περιοχή εξαιτίας και της εκμετάλλευσης των επιφανειακών απορροών του Αλφειού δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα λεπτομερή υδρογεωλογική έρευνα παρά μόνο αποσπασματικά. Για το λόγο αυτό ο διαχωρισμός των λεκανών και ενοτήτων έχει γίνει εδώ με γεωγραφικά κυρίως κριτήρια. Οι μεγάλες αναπτύξεις νεογενών αποθέσεων της δυτικής Πελοποννήσου δεν έχουν συμπεριληφθεί σε κάποια υδρογεωλογική ενότητα. Η ανάπτυξη υπόγειας υδροφορίας στις αποθέσεις αυτές είναι επιλεκτική και συναντάται μόνο στα πλέον χονδρόκοκκα μέλη τους, χωρίς μεγάλες δυνατότητες επαναπλήρωσης τους. Στη Δυτική Πελοπόννησο οι πλειοπλειστοκαινικές αποθέσεις των χαμηλών λόφων και των πεδινών εκτάσεων έχουν συμπεριληφθεί στις αντίστοιχες υδρογεωλογικές ενότητες των προσχωματικών αποθέσεων. Οι πλειοπλειστοκαινικές αποθέσεις συναντώνται εδώ με εναλλαγές αδρομερών υλικών (κροκαλοπαγή, άμμοι) με πλέον λεπτομερή (άργιλοι, μάργες, ιλύες) και δημιουργούν έτσι τις προϋποθέσεις ανάπτυξης υπό πίεση ή μερικώς υπό πίεση υδροφοριών, οι οποίες όμως υδροφορίες στις περιπτώσεις εντατικής εκμετάλλευσης παρουσιάζουν μεγάλα προβλήματα στην επανατροφοδοσία τους 27

5. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΓΕΩΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΓΕΩΤΡΗΣΕΩΝ Στην περιοχή της λίμνης Καϊάφα έχουν πραγματοποιηθεί στο παρελθόν γεωτεχνικές έρευνας στα πλαίσια διερεύνησης των γεωτεχνικών συνθηκών για την έδραση των εγκαταστάσεων της λουτρόπολης (Ευπάλινος 1972) αλλά και για την χάραξη του οδικού άξονα Πατρών-Πύργου-Τσακώνας (ΕΥΔΕ/ΟΑΠ, 2005). Τα στοιχεία των δειγματοληπτικών αυτών γεωτρήσεων παρουσιάζονται στη συνέχεια. Πίνακας 1 Αποτελέσματα εδαφοτεχνικών γεωτρήσεων ΓΤ-28 (απολ. υψόμετρο 4,45μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0-0.4 Φυτική γη 0-7.0 SM Μεσόκοκκη ιλυώδης άμμος 7.0-13.80 SP Μεσόκοκκη άμμος σε πυκνή κατάσταση 13.80-14.10 SP Ψαμμίτης 14.10-15.0 SP Αμμοχάλικο πυκνό 15.0-17.0 SP Μεσόκοκκη άμμος σε πυκνή κατάσταση 17.0-20.95 CL-SM Αμμώδης άργιλος στιφρή (μεταβαίνει σε πυκνή ιλυώδη άργιλο με το βάθος) ΓΤ-29 (απολ. υψόμετρο 1,8μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0-1.0 Λεπτόκοκκη άμμος 1.0-5.5 SM Μεσόκοκκη ιλυώδης άμμος 5.5-6.0 SM Ιλυώδες αμμοχάλικο 6-14.95 SP-SM Μεσόκκοκκη έως χονδρόκοκκη άμμος με ιλύ ΓΤ-30 (απολ. υψόμετρο 4,7μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-5.0 SM Αμμοιλύς έως λεπτόκοκκη ιλυώδης άμμος 5.0-10.0 SP-SM μεσόκοκκη έως χονδρόκοκκη άμμο (στα 8.0μ ιλυώδες αμμοχάλικο) 10.0-19.95 SP-SM μεσόκοκκη έως χονδρόκοκκη άμμο αυξανόμενης πυκνότητας ΣΚ-1 (απολ. υψόμετρο 4,7μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-1.0 τεχνητές επιχώσεις 1.0-8.45 SP-SM άμμο, ιλύ 8.45-10.0 SM χονδρόκοκκη άμμο με ιλυ έως αμμοχάλικο ΣΚ-2 (απολ. υψόμετρο 4,65μ) Χαρακτηρισμός κατά Βάθος AUSCS, ASTM) 0.0-10.0 SP-SM Αμμο, ιλύ ΛΚ-1 (απολ. υψόμετρο 3,15μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία Γεωλογία 0.0-7.5 SP-SM μεσόκοκκη άμμο μέσης πυκνότητας 7.5-14.5 SM μεσόκοκκη άμμο με ιλύ 14.5-25.0 SM μεσόκοκκη άμμο με ιλύ (με το βάθος αυξάνεται η ιλύς) ΛΚ-2 (απολ. υψόμετρο 2,25μ) 28

Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-3.0 SP-SM μεσόκοκκη άμμο μέσης πυκνότητας 3.0-18.0 SP-SM μεσόκοκκη άμμο με ιλύ σε πολύ πυκνή κατάσταση 18.0-25.0 SM μεσόκοκκη άμμο σε πυκνή κατάσταση (με το βάθος αυξάνεται η ιλύς) ΛΚ-3 (απολ. υψόμετρο 1,65μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-4.5 SM μεσόκοκκη άμμο με ιλύ μέσης πυκνότητας 4.5-13.8 SW-SM μεσόκοκκη άμμο μέσης πυκνότητας έως πυκνή 13.8-25.0 SM μεσόκοκκη άμμο με ιλύ σε πολύ πυκνή κατάσταση ΛΚ-4 (απολ. υψόμετρο 1,60μ) Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-5.2 SP-SM μεσόκοκκη άμμο μέσης πυκνότητας 5.2-16.8 SP-SM μεσόκοκκη άμμο σε πυκνή κατάσταση 16.8-25.0 SM μεσόκοκκη άμμο με ιλύ σε πολύ πυκνή κατάσταση ΠΚ-1 Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-3.5 τεχνητές επιχώσεις 3.5-17.6 SP-SM Κακώς διαβαθμισμένη άμμος με ιλύ 17.6-18.0 SM Ιλυώδης άμμος 18.0-25.0 SP-SM Κακώς διαβαθμισμένη άμμος με ιλύ ΠΚ-2 Βάθος Χαρακτηρισμός κατά AUSCS, ASTM) Γεωλογία 0.0-1.5 τεχνητές επιχώσεις 1.5-11.3 SP-SM Κακώς διαβαθμισμένη άμμος με ιλύ 11.3-11.65 SM Ιλυώδης άμμος 11.65-16.0 SP Κακώς διαβαθμισμένη άμμος 16.0-18.0 SP-SM Κακώς διαβαθμισμένη άμμος με ιλύ 18.0-25.0 SM Ιλυώδης άμμος Πίνακας 2. Ενδεικτικές στάθμες κατά τη διάνοιξη των γεωτρήσεων (ΕΥΔΕ/ΟΑΠ, ΥΠΕΧΩΔΕ 2005) Α/Α Γεώτρηση Ημ. Έναρξης Ημ.Λήψης ΣΤΑΘΜΕΣ (μ) Αρχή Πέρας 1 ΓΤ-28 27/7/2005 28/7/2005 0,7 2 ΓΤ-29 30/7/2005 2,5 31/7/2005 2,0 2,4 3 ΓΤ-30 1/8/2005 2/8/2005 2,5 4 ΣΚ-1 11/10/2005 12/10/2005 29

5 ΣΚ-2 13/10/2005 13/10/2005 3,0 Πίνακας 3. Μετρήσεις στάθμης υπογείων υδάτων στα πιεζόμετρα (ΕΥΔΕ/ΟΑΠ, ΥΠΕΧΩΔΕ 2005) Γεώτρηση Βάθος στάθμης 9/2005 Απόλυτο υψόμετρο στάθμης 9/2005 Βάθος στάθμης 10/2005 Απόλυτο υψόμετρο στάθμης 10/2005 ΓΤ-29 2,4-0,6 1,8 0,0 ΣΚ-1 5,5-0,8 5,1-0,4 ΣΚ-2 3,0 1,65 3,3 1,35 Γεώτρηση Βάθος στάθμης κατά τη διάτρηση 3/2006 Απόλυτο υψόμετρο στάθμης κατά τη διάτρηση 3/2006 ΛΚ-1 1,30 1,85 ΛΚ-2 1,60 0,65 ΛΚ-3 1,50 0,15 ΛΚ-4 1,60 0 ΓΕΩΤΡΗΣΗ ΣΤΑΘΜΗ (m) 27/03/2006 ΠΚ-1 0,7 ΠΚ-2 0,5 Πίνακας 4. Αποτελέσματα εδαφοτεχνικών γεωτρήσεων (Ευπαλινος, 1972) Γ6 (υψ. -0.7μ) -0.7-3.8 αργιλοιλύς, οργανικά 3.8-11.4 χονδρόκοκκη άμμος 11.4-40 άμμος Γ7 (υψ. -0.6μ) -0.6-4.3 ιλυώδης άργιλος 4.3-15.0 άμμος Γ8 (υψ. -0.6μ) -0.8-2.9 αργιλοιλύς 2.9-15.05 ιλυώδης άμμος Γ9 (υψ. 0 μ) -0.8-2.9 ιλυώδης άργιλος 2.9-15.05 άμμος Γ10 (υψ. 0.6 μ) 0.0-6.2 άμμος 6.2-15.0 ιλυώδης άμμος Γ11 (υψ. 0 μ) 0.0-1.0 άμμος 1.0-15.55 άμμος με λίγη ιλύ 30

Γ12 (υψ. 3.08 μ) 0.0-12.2 άμμος με λίγη ιλύ 12.2-15.0 άμμος Γ13 (υψ. 0 μ) 0.0-4.0 ιλυώδης άμμος 4.0-15.0 άμμος Γ14 (υψ. 9.9 μ) 0.0-5.0 ιλυώδης άμμος 5.0-7.0 άμμος 7.0-7.8 αμμοιλύς 7.8-15.0 ιλυώδης άμμος Γ15 (υψ. 0.8 μ) 0.0-0.8 αργιλοιλύς 0.8-4.5 ιλυώδης άμμος 4.5-17.0 ιλυώδης άμμος Γ16 (υψ.2.42 μ) 0.0-6.3 άμμος, λίγη ιλύς 6.3-6.7 χονδρόκοκκη άμμος 6.7-15.0 άμμος Γ18 (υψ.5.9μ σε σχέση με τη στάθμη της λίμνης) 0.0-1.0 αμμώδης ιλύς 1.0-4.5 ιλυώδης άμμος 4.5-5.4 αμμώδης ιλύς 5.4-13.2 ιλυώδης άμμος 13.2-14.8 αργιλοιλύς 14.8-15.55 ιλυώδης άμμος Γ19 (υψ.1.7μ σε σχέση με τη στάθμη της λίμνης) 0.0-7.5 άμμος με λίγη ιλύ 7.5-9.5 άμμος με χάλικες 9.3-16.0 άμμος Με βάση τα αποτελέσματα των γεωτεχνικών ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί οι σχηματισμοί που συνιστούν τα ιζήματα του τεταρτογενούς είναι κύρια άμμοι με σημαντικό ποσοστό συμμετοχής ιλύος. Η πυκνότητά τους μεταβάλλεται (αυξάνεται) με το βάθος Στις αποθέσεις γύρω από τη λίμνη σημαντικό ποσοστό των επιφανειακών ιζημάτων αποτελούνται από αργίλους και ιλύες συχνά κορεσμένες και κοντά στο όριο υδαρότητας. Σε αυτές τις αποθέσεις η μεγάλη συμμετοχή των αργίλων είναι μέχρι του βάθους των 5μ. Στη συνέχεια μεταπίπτουνε σε ιλύες και άμμους μέχρι τελικού βάθους 40μ όπου είναι το όριο που έχει φτάσει η κατά καιρούς γεωτεχνική έρευνα. Είναι σύνηθες πάντως κατά τόπους να παρεμβάλλονται στρώματα αργιλικής σύστασης τα οποία δεν έχουν ομοιογένεια και εμμονή στο χώρο καθώς είτε διακόπτονται από διαρρήξεις είτε αποσφηνώνονται πλευρικά και έχουν ιδιαίτερη 31

υδρογεωλογική αξία καθώς συντελούν στην ανάπτυξη τοπικά μερικώς υπό πίεση υδροφορίας. Με βάση τα υφιστάμενα από τις γεωτρήσεις στοιχεία στην περιοχή των θινών αναπτύσσονται μέχρι βάθους 25μ εναλλαγές μεσόκοκκων άμμων μέσης έως υψηλής πυκνότητας με στρώματα ιλύων ή ιλυωδών άμμων. Δεν είναι γνωστό στη ζώνη των αμμοθινών το είδος του υποβάθρου και το βάθος ανάπτυξής αυτού. Η διαπερατότητα τους χαρακτηρίζεται ως από μέτρια έως μικρή (10-10 < k <10-5 m/s). 32

6. ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ 6.1 Υδρολιθολογική ταξινόμηση σχηματισμών Οι γεωλογικοί σχηματισμοί που συναντώνται ταξινομήθηκαν με βάση την υδρολιθολογική τους συμπεριφορά στις εξής κατηγορίες. Καρστικοί σχηματισμοί υψηλής έως μέτριας υδροπερατότητας Η κυκλοφορία του νερού γίνεται εδώ μέσω του δευτερογενούς πορώδους (ρωγμές, καρστικά κενά). Στην κατηγορία αυτή κατατάσσονται οι ανθρακικοί σχηματισμοί της ζώνης Γαβρόβου Τρίπολης και οι μικρές ανθρακικές εμφανίσεις της Ιονίου ζώνης και της ζώνης της Πίνδου. Οι σχηματισμοί αυτοί είναι έντονα καρστικοποιημένοι και αναπτύσσονται εδώ μέσου έως υψηλού δυναμικού υπόγειες υδροφορίες που εκφορτίζονται μέσω καρστικών πηγών. Οι ασβεστολιθικοί σχηματισμοί της ενότητας Πίνδου, περιορισμένης έκτασης, και απομονωμένοι από το στεγανό σχηματισμό του φλύσχη δεν παρουσιάζουν υδρογεωλογικό ενδιαφέρον. Αντίθετα οι ανθρακικοί σχηματισμοί Γαβρόβου Τρίπολης και Ιονίου βρίσκονται σε υπόγεια υδραυλική αλληλεξάρτηση. Κοκκώδεις σχηματισμοί Η κυκλοφορία του νερού στους σχηματισμούς αυτούς γίνεται μέσω του πρωτογενούς πορώδους (πορώδες κόκκων). Στην κατηγορία αυτή διακρίνονται : Κοκκώδεις, προσχωματικές κυρίως, αποθέσεις κυμαινόμενης υδροπερατότητας Κατατάσσονται εδώ οι σύγχρονες αλλουβιακές αποθέσεις, οι λιμναίες αποθέσεις, οι αμμοθίνες, τα ψηφιδοπαγή, οι ιλυώδεις άργιλοι και τα κορήματα. Στους σχηματισμούς αυτούς αναπτύσσεται φρεάτιος υδροφορία μικρού έως μέσου δυναμικού τοπικής σημασίας. Νεογενείς αποθέσεις μέτριας έως μικρής υδροπερατότητας Κατατάσσονται εδώ οι νεογενείς και πλειοπλειστοκαινικοί σχηματισμοί που αποτελούνται από εναλλαγές μαργών, άμμων, κροκαλοπαγών, μαργαϊκών ασβεστολίθων και ψαμμιτών. Η στρώση είναι έντονη και συχνά διασταυρούμενη. Η μεγάλη εξάπλωση και το πάχος τους, παρά τις έντονες ετερρογένειες και τη σχετικά χαμηλή υδροπερατότητα τους, τους καθιστά ενδιαφέροντες από υδρογεωλογική άποψη. 33