Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων



Σχετικά έγγραφα
Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κο ινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334, ldsa.gr / demolab@uth.gr,

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Δημογραφία. Ενότητα 5: Μέθοδοι ανάλυσης πληθυσμιακών δομών - Η Πυραμίδα των ηλικιών

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

2. Το δημογραφικό πλαίσιο και η σημασία του για τη σύνθεση των νοικοκυριών και της οικογένειας

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Γεννητικότητα-γονιμότητα

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος,

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

Σχήμα 20: Τύποι πληθυσμιακών πυραμίδων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

A. ΠΗΓΕΣ &ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Δημογραφία. Ενότητα 13: Ανάλυση Γαμηλιότητας. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

3. Οι αλλαγές στη σύνθεση της οικογένειας και των νοικοκυριών

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

ΕΝΟΤΗΤΑ 1: Ελλάδα, δημογραφικές εξελίξεις και προοπτικές

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Πρόσφατες δηµογραφικές εξελίξεις σε περιφερειακό επίπεδο

Η μεταβλητή "χρόνος" στη δημογραφική ανάλυση - το διάγραμμα του Lexis

ΘΡΑΚΗ, ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑΕΤΙΑ ΕΝΤΟΝΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΩΝ ΑΝΑΚΑΤΑΤΑΞΕΩΝ ( )

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 31/01/2011 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αύξηση πληθυσμού κατά 0,4 % ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: Έτος 2009

Η δημογραφική διάσταση της ενεργούς γήρανσης. Χρήστος Μπάγκαβος, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Οι µεταπολεµικές δηµογραφικές µας εξελίξεις

HOPEgenesis: Ελπίδα για την υπογεννητικότητα Οκτώβριος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ (FERTILITY)

Τα Βασικά Χαρακτηριστικά του Ελληνικού Πρωτογενούς Τομέα

Ελλάδα, η μεγάλη χαμένη των δημογραφικών εξελίξεων

Η ΥΠΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Μάϊος

Εισαγωγή στη Στατιστική- Κοινωνικές Στατιστικές. Διάλεξη

Έρευνα και Ανάλυση Παρατηρητήριο Ανταγωνιστικότητας ΕΛΛΑ Α 2002: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

Ο αντίκτυπος της υπογεννητικότητας στην οικονομική ανάπτυξη. Νοέμβριος 2018

Ελληνικό ηµογραφικό ελτίο BU

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΑΙΟΥ από τον Σάββα Γ. Ρομπόλη

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Δημογραφία. Ενότητα 15: Προβολές Πληθυσμού. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

Στατιστικά απασχόλησης στην ΕΕ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Η Πληθυσμιακή Εξέλιξη της Ελλάδας ( )

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ (POPULATION PROJECTIONS)

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΕΛΛΑ ΟΣ

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Δημογραφία. Ενότητα 16: Δημογραφικές Θεωρίες και Δημογραφική Πολιτική

Αναπαραγωγικότητα. Δρ. Δέσποινα Ανδριώτη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ έτους 2013

Η ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ I. Η πορεία της γεννητικότητας και της ολικής γονιμότητας στη μεταπολεμική περίοδο

ΓΕΝΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ THΣ EΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟ ΝΤΥΣΣΕΛΝΤΟΡΦ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

ΛΕΞΙΚΟ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΒΥΡΩΝ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ ΤΟΥ 2050

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Τα Αίτια και οι Επιπτώσεις της Διεθνούς Μετανάστευσης. Πραγματικοί Μισθοί, Παγκόσμια Παραγωγή, Ωφελημένοι και Ζημιωμένοι

ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΡΑΜΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Δημογραφία. Ενότητα 10: Προτυποποίηση. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

Τα Αίτια και οι Επιπτώσεις της Διεθνούς Μετανάστευσης. Πραγματικοί Μισθοί, Παγκόσμια Παραγωγή, Ωφελημένοι και Ζημιωμένοι

ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΘΕΜΑΤΑ 1 / Η δημογραφική κατάσταση στην Ελλάδα

στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τοµέα.

ΑΡΓΥΡΩ Ι. ΧΡΥΣΑΓΗ ΒΙΟΛΟΓΟΣ MSc Υποψήφια Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Εργαστήριο Μοριακής Διάγνωσης ΙΑΣΩ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων

ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Εαρινές προβλέψεις : H ευρωπαϊκή ανάκαµψη διατηρεί τη δυναµική της, αν και υπάρχουν νέοι κίνδυνοι

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ έτους 2012

ΠΟΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ

Στον πίνακα επιβίωσης θεωρούµε τον αριθµό ζώντων στην κάθε ηλικία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ

Νότια Ευρώπη. Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Ελληνικά

Αναβολή, αναπλήρωση και τελική ατεκνία, τρία αναδυόμενα φαινόμενα στην εξέλιξη της -προ της κρίσης- γονιμότητας στην Ελλάδα: μια πρώτη προσέγγιση

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Η Έρευνα στα Ελληνικά Πανεπιστήµια και η Ευρωπαϊκή Πραγµατικότητα

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ B ΤΡΙΜΗΝΟ 2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΜΑΘΗΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΣΗΛΘΑΝ ΣΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΗΧΘΗΣΑΝ

KΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ. Eιδικό Ευρωβαρόμετρο Άνοιξη 2008 Πρώτα ανεπεξέργαστα αποτελέσματα: Ευρωπαϊκός μέσος όρος και κύριες εθνικές τάσεις

ΕΡΕΥΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ 2002

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

Βύρων Κοτζαμάνης* Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗ ΧΩΡΟ: Συγκριτικά στοιχεία για τη δημογραφική εξέλιξη στη μεταπολεμική περίοδο ( )

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΡΩΜΗ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΩΝ ΕΔΑΦΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ - ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ Α.Ε. Νο 4

ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ Ε ΟΜΕΝΩΝ

ΝΕΟΙ & ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Η Ελληνική Οικογένεια και το Δημογραφικό Πρόβλημα

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Transcript:

Οι δηµογραφικές εξελίξεις στην ΕΕ15 και την Ελλάδα (1957-2009), συγκλίνουσες ή αποκλίνουσες πορείες; Β. Κοτζαµάνης Οι αδρές δηµογραφικές εξελίξεις στην ΕΕ15 και στα κράτη-µέλη της: πληθυσµοί, φυσική αύξηση, µεταναστευτικό ισοζύγιο και καθαρή αύξηση στη διάρκεια της τελευταίας πεντηκονταετίας Στα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 χωρών-µελών, το 2009, συµβιώνουν 396,3 εκατοµµύρια άτοµα (το 54% του πληθυσµού της ηπείρου µας και το 5,8% του πληθυσµού του πλανήτη). Ο πληθυσµός αυτός είναι ανοµοιογενώς κατανεµηµένος στο χώρο και το Λουξεµβούργο, µε λιγότερα από 500.000 άτοµα αποτελεί ένα "νάνο", συγκρινόµενο µε τις τέσσερις πολυπληθέστερες χώρες της Ένωσης (Γερµανία, Ιταλία, Ην. Βασίλειο και Γαλλία), χώρες-µέλη των οποίων ο πληθυσµός υπερβαίνει τα 60.000.000 (Πίνακας 1). Η Ελλάδα συγκεντρώνει µόλις το 2,8% του πληθυσµού της EE15 (κατά τι λιγότερο από το 1957) και συγκαταλέγεται στην οµάδα των πέντε "µεσαίων" πληθυσµιακά χωρών (µε πληθυσµό 8 12εκατοµ.), ενώ τρία ακόµη κράτη-µέλη ( ανία, Ιρλανδία και Φιλανδία) έχουν εντός των εθνικών τους συνόρων σηµαντικά µικρότερους πληθυσµούς. Ταυτόχρονα, µε µια µέση πληθυσµιακή πυκνότητα για την ΕΕ15, 122 κατ/km 2, οι αποκλίσεις παραµένουν σηµαντικές ανάµεσα στις χώρες-µέλη της: η Σουηδία και η Φιλανδία διαφοροποιούνται σαφώς (15-20 κατ/ Κm 2 ), όταν στις δυο πλέον πυκνοκατοικηµένες χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία) οι πυκνότητες ξεπερνούν τα 350 άτοµα/km 2. Η Ισπανία και η Ελλάδα εντάσσονται σε µια ενδιάµεση θέση (90 και 85 κατ/km 2 αντιστοίχως), ακολουθούµενες από την Αυστρία (100 κατ/km 2 ) και την Γαλλία και Πορτογαλία (115-116 κατ/km 2 αντίστοιχα). Oι διαφορές στα πληθυσµιακά µεγέθη και τις πυκνότητες είναι ακόµη µεγαλύτερες ανάµεσα στις µεγάλες περιφέρειες της ΕΕ: στη Γερµανία, η βόρεια Βεστφαλία (Nordrehein Westfalen) µε 18,03 εκατοµµύρια κατοίκους εµφανίζεται ως γίγας, συγκρινόµενη µε την περιφέρεια Aland της Φιλανδίας (26.900 κατοίκους), οι δε πυκνότητες κυµαίνονται από 6.300 κατ/ Κm 2 (µέγιστη, Βρυξέλλες) µέχρι 4,8 κατ/ Κm 2 (ελάχιστη, Pohjois-Suomi, Φιλανδία) 1. Εξετάζοντας τις πληθυσµιακές εξελίξεις στην Ευρώπη των 15 την τελευταία πεντηκονταετία, όπως αυτές αντικατοπτρίζονται στα αδρά µεγέθη και δείκτες, κατ αρχήν, διαπιστώνουµε τις σηµαντικές διαφοροποιήσεις του δηµογραφικού δυναµισµού των χωρών-µελών της ( ιαγράµµατα 1α,β,γ). Στις περισσότερες εξ αυτών η αύξηση του πληθυσµού τους ήταν χαµηλότερη του µέσου κοινοτικού 1. Eurostat http://epp.eurostat.ec.europa.eu/portal. 49

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ Πίνακας 1: Ο πληθυσµός της ΕΕ15 το 2008, βασικά δηµογραφικά χαρακτηριστικά και δείκτες * 2006 για όλες τις χώρες εκτός Ιταλίας (2004), Ην. Βασιλείου (2005). ** 2007 για όλες τις χώρες εκτός από Ισπανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Ην. Βασίλειο (2006). 50

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; ιαγράµµατα 1α,β,γ: Η εξέλιξη του πληθυσµού της ΕΕ15 και των κρατών-µελών της (1957-2009, 1957=100) 1α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 1β: Σκανδιναβικές χώρες 1γ: Λοιπές χώρες 51

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ όρου (30%) 2, ενώ η Ελλάδα η οποία αύξησε τον πληθυσµό της κατά 40% την εξεταζόµενη πεντηκονταετία, εντάσσεται, µε βάση το κριτήριο αυτό µαζί µε την Ισπανία, την Ιρλανδία, τη Γαλλία, το Λουξεµβούργο και την Ολλανδία στην οµάδα των πλέον δυναµικών χωρών της Ένωσης. Η ανάλυση της συνολικής αυτής αύξησης του πληθυσµού στις επιµέρους συνιστώσες της (φυσική αύξηση και καθαρή µετανάστευση) για την ΕΕ15 και τη χώρα µας, οδηγεί σε ορισµένα ενδιαφέροντα συµπεράσµατα ( ιαγράµµατα 2α,β): (α) Το φυσικό ισοζύγιο (γεννήσεις-θάνατοι) ακολουθεί πτωτική πορεία στην ΕΕ15 για δύο συνεχόµενες δεκαετίες (από το 1965 έως το 1985) τόσο σε απόλυτες όσο και σε σχετικές τιµές, ενώ µια µικρή άνοδος καταγράφεται την τελευταία πενταετία. Έτσι, ενώ σε µια πρώτη περίοδο (1957-1966) το ισοζύγιο γεννήσεις - θάνατοι ανέρχεται σε 2,486 εκατοµ. ετησίως κατά µέσο όρο, το 1977-1986 περιορίζεται σε 736 χιλ. (σχεδόν 4 φορές λιγότερο) 3. Στη χώρα µας η πτωτική πορεία (πλεόνασµα 89.600 κατά µέσο όρο ετησίως το 1957-1966, 48.100 το 1977 1986, και µόλις λίγες εκατοντάδες άτοµα το 1997-2007) ανακόπτεται µόλις στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Η συρρίκνωση αυτή του φυσικού ισοζυγίου στις χώρες-µέλη της ΕΕ15, όπως και στην Ελλάδα, οφείλεται αφενός µεν στην αύξηση του αριθµού των θανάτων εξ αιτίας της γήρανσης του πληθυσµού, αφετέρου δε στην προοδευτική συρρίκνωση του αριθµού των γεννήσεων και την εν συνεχεία σταθεροποίησή τους σε ιδιαίτερα χαµηλά επίπεδα. β) Το µεταναστευτικό ισοζύγιο στην ΕΕ15, αν και παρουσιάζει σηµαντικές διακυµάνσεις στις διάφορες υποπεριόδους, παραµένει θετικό (µε µόνες εξαιρέσεις τα έτη 1957, 1964, 1966-67, 1970 και την τριετία 1982-84). Στην Ελλάδα, το ισοζύγιο αυτό, αρνητικό µέχρι το 1974 λόγω των ισχυρών µεταναστευτικών ρευµάτων προς το εξωτερικό, αλλάζει πρόσηµο στη συνέχεια. Η µεταστροφή αυτή οφείλεται αρχικά στη παλιννόστηση των ελλήνων µεταναστών (1975 1985), εν συνεχεία δε στην επιστροφή των οµογενών και τα διαδοχικά κύµατα των οικονοµικών µεταναστών από την Αλβανία και τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες (1989-2007). γ) Η συνεκτίµηση των δύο προαναφερθέντων µεγεθών προσδιορίζει και τη συνολική αύξηση του πληθυσµού στην EE15. Η αύξηση αυτή παρουσιάζει σηµαντικές διακυµάνσεις ανά περίοδο και έτος, από 413 χιλ. (1983) έως 3.472.000 (1962). Οι µεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται στη διάρκεια της περιόδου 1957-80, οι µικρότερες το 1982-85 και 1997-1998 ενώ στη χώρα µας, οι τάσεις είναι µάλλον αντίστροφες καθώς οι µεγαλύτερες αυξήσεις (άνω των 70.000 ετησίως) σηµειώνονται στις περιόδους 1975-1980 και 1991-1996 4. 2. Η αύξηση αυτή αναφέρεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 µε ενωµένη την Γερµανία. 3. Τα δεδοµένα αναφέρονται στις 15 χώρες µέλη της ΕΕ και συµπεριλαµβάνουν την ενωµένη Γερµάνια. 4. Παλιννόστηση των ελλήνων µεταναστών των προηγούµενων δεκαετιών στην πρώτη περίοδο, εντονότατα ρεύµατα εισόδου οικονοµικών µεταναστών στη δεύτερη. 52

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; ιαγράµµατα 2α, β: Συνολική µεταβολή του πληθυσµού, φυσική αύξηση και µεταναστευτικό ισοζύγιο ( ) στην ΕΕ15 και την Ελλάδα (1957-2008) 2α: ΕΕ15 2β: Ελλάδα 53

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ Οι προαναφερθείσες τάσεις και συγκρίσεις, αν και σε γενικές γραµµές σκιαγραφούν απλώς τις συνολικές πληθυσµιακές εξελίξεις, δίδουν εν τούτοις µια αδρή εικόνα της κατάστασης, στο βαθµό που οι 15 χώρες-µέλη της Ένωσης δεν έχουν ενιαίες συµπεριφορές. Ειδικότερα, εξετάζοντας τα ποσοστά φυσικής αύξησης (τη διαφορά ανάµεσα στους αδρούς δείκτες γεννητικότητας και θνησιµότητας) στην ΕΕ15 και τις χώρες-µέλη της, διαπιστώνουµε ότι στη διάρκεια της πρώτης µετά το 1957 εικοσιπενταετίας, εκτός σπανίων εξαιρέσεων (Ο Γ, Λουξεµβούργο, Αυστρία), τα φυσικά ισοζύγια παραµένουν θετικά αν και προοδευτικά συρρικνούµενα. Στη συνέχεια όµως τα ισοζύγια αυτά υπόκεινται σε καθίζηση µε αποτέλεσµα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, µόνον σε έξι από τις 15 χώρες της Ένωσης (Γαλλία, Ιρλανδία, Λουξεµβούργο, Ολλανδία, Φιλανδία και Σουηδία) να υπερβαίνουν το όριο του 3 και στα µέσα της τρέχουσας δεκαετίας για όλες τις εξεταζόµενες χώρες (εκτός της Ιρλανδίας) να κυµαίνονται από -2 έως +4 (ελάχιστο στην ενωµένη Γερµανία και µέγιστο στη Γαλλία αντίστοιχα) 5. Είναι επίσης ενδεικτικό ότι οι τρεις εκ των τεσσάρων µεσογειακών χωρών (Ιταλία, Πορτογαλία, Ελλάδα) µε ταχύτατους ρυθµούς φυσικής αύξησης τη δεκαετία 1957-1966 εντάσσονται πλέον στα µέσα της τρέχουσας δεκαετίας στην οµάδα των χωρών µε τα χαµηλότερα προσµετρώµενα φυσικά ισοζύγια. Οι διαφοροποιήσεις, φυσικά, είναι πολύ µεγαλύτερες όταν εξετάσουµε τα ποσοστά καθαρής µετανάστευσης. Με εξαίρεση την Ιρλανδία, η οποία παραµένει η µόνη χώρα µε σταθερά αρνητικά µεταναστευτικά ισοζύγια για τρείς σχεδόν δεκαετίες (µέχρι το 1990, µε µόνη εξαίρεση την οκταετία 1971-1978), στις υπόλοιπες 14 χώρες-µέλη έχουµε σηµαντικές διαφοροποιήσεις και αναστροφές των µεταναστευτικών τάσεων. Στην Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία, χώρες µε ισχυρά µεταναστευτικά ρεύµατα προς το εξωτερικό, τα µεταναστευτικά ισοζύγια, αρνητικά συνήθως µέχρι τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1970, αλλάζουν πρόσηµο στη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών. Από το 1975 στην Ελλάδα, και αργότερα στις τρεις άλλες µεσογειακές χώρες. Τέσσερις χώρες (Βέλγιο, Αυστρία, Σουηδία και Φιλανδία) έχουν την τελευταία δεκαετία θετικά µεταναστευτικά ισοζύγια υψηλότερα ακόµη και αυτών της περιόδου 1957-1966, ενώ η Γαλλία και Γερµανία (Ο Γ), χώρες προς τις οποίες κατευθύνθηκε σηµαντικό τµήµα των µεταναστών της περιόδου 1957-1975, παρουσιάζουν θετικά µεν µεταναστευτικά ισοζύγια στη δεκαετία του 2000, αλλά σαφώς χαµηλότερα από τα προσµετρώµενα στη διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών που ακολούθησαν τη δηµιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονοµικής Κοινότητας (ΕΟΚ). Ταυτόχρονα, η φύση των ρευµάτων και οι χώρες προέλευσης των µεταναστών µετά το 1990 αλλάζουν σηµαντικά: οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης ήταν στην ΕΕ15 οι κύριοι αποδέκτες των προσφύγων που εγκατέλειψαν το πρώην ανατολικό µπλοκ και τα φλεγόµενα Βαλκάνια µετά την κατάρρευση του "υπαρκτού 5. Το 1957 σε όλες τις χώρες της ΕΕ15, η ετήσια φυσική αύξηση υπερέβαινε το 3,5, σε τέσσερις δε από αυτές (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία και Ολλανδία) ακόµη και το 11. 54

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; σοσιαλισµού. Οι πρόσφατες πράξεις βίας και απόρριψης των "νέων" αυτών µεταναστών οδήγησαν τις χώρες αυτές σε σηµαντικές αλλαγές του θεσµικού πλαισίου και της µεταναστευτικής τους πολιτικής στον τοµέα αυτό, ενώ την ίδια περίοδο, σε όλα τα κράτη-µέλη (µε σπάνιες εξαιρέσεις, βλ. Ελλάδα) οι µετανάστες προέρχονται από όλο και µακρυνότερες χώρες. Τα ιαγράµµατα 3α,β,γ που δίδουν την εξέλιξη της συνολικής µεταβολής, της φυσικής αύξησης και της καθαρής µετανάστευσης ( ) για τις 3 µεγάλες οµάδες χωρών-µελών (Νότια Ευρώπη και Ιρλανδία, Βόρεια Ευρώπη, λοιπές χώρες) µας επιτρέπουν να αναδείξουµε τις διαφοροποιήσεις αυτές. Είναι προφανές ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου (της Ιρλανδίας συµπεριλαµβανοµένης) διαφοροποιούνται σηµαντικά των άλλων ευρωπαϊκών χωρών µέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 80. Τα ισοζύγια γεννήσεων και θανάτων, αν και ταχύτατα συρρικνούµενα, είναι σαφώς υψηλότερα των λοιπών ευρωπαϊκών χωρών, ενώ τα µεταναστευτικά τους ισοζύγια είναι συνήθως αρνητικά. Η εικόνα αυτή αλλάζει την τελευταία δεκαπενταετία: οι χώρες που προαναφέραµε µετατρέπονται σε χώρες υποδοχής µεταναστών µε ισχυρά πλέον θετικά µεταναστευτικά ισοζύγια (σαφώς εντονότερα των άλλων χωρών- µελών), ισοζύγια που προσδιορίζουν καθοριστικά την συνολική µεταβολή του πληθυσµού τους, στο βαθµό που τα ποσοστά της φυσικής τους αύξησης είναι εξαιρετικά συρρικνωµένα. ιαγράµµατα 3α,β,γ: Συνολική µεταβολή του πληθυσµού, φυσική αύξηση και µεταναστευτικό ισοζύγιο ( ) στα κράτη-µέλη της ΕΕ15 (1957-2007) 3α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία συνέχεια 55

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ 3β: Σκανδιναβικές χώρες 3γ: Λοιπές χώρες Καθίσταται συνεπώς προφανές, αφενός µεν ότι η δηµογραφική δυναµική των χωρών-µελών της ΕΕ (1997-2006) απέχει σηµαντικά αυτής της πρώτης µεταπολεµικής δεκαετίας (1957-1966), αφετέρου δε ότι οι τάσεις σύγκλισης είναι ισχυρότατες ( ιαγράµµατα 4 και 5): τα φυσικά ισοζύγια έχουν παντού συρρικνωθεί, η δε αύξηση του πληθυσµού των 15 χωρών της Ένωσης, 56

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; οφείλεται κυρίως στις µεταναστευτικές εισροές, χωρίς τις οποίες, οι όποιες µεταβολές του πληθυσµού τους, θα ήταν εξαιρετικά περιορισµένες. ιάγραµµα 4: Φυσικό και µεταναστευτικό ισοζύγιο ( ) στην ΕΕ15 και στα κράτη µέλη της, 1957-66 57

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιάγραµµα 5: Φυσικό και µεταναστευτικό ισοζύγιο ( ) στην ΕΕ15 και στα κράτη µέλη της, 1997-2006 58

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; Πληθυσµιακές δοµές: πυραµίδες και πληθυσµιακή ωρίµανση-γήρανση: συγκριτικά στοιχεία Η πτώση των γεννήσεων και της γεννητικότητας στη διάρκεια των τριών σχεδόν τελευταίων δεκαετιών στο σύνολο των χωρών-µελών της ΕΕ των 15 και η σταθεροποίησή τους σε ιδιαίτερα χαµηλά επίπεδα την τελευταία δεκαετία οδήγησε και στη ριζική αλλαγή της µορφής των πληθυσµιακών τους πυραµίδων ανάµεσα στο 1957 και το 2007, ενώ οι αλλαγές στις µεταναστευτικές ροές έπαιξαν δευτερεύοντα αν και διαφοροποιηµένο ρόλο. Οι επιπτώσεις των δύο παγκοσµίων πολέµων, που σηµάδεψαν τις πληθυσµιακές δοµές των περισσοτέρων χωρών-µελών (ιδιαίτερα αισθητές στις πυραµίδες του 1960), τείνουν πλέον να εξαλειφθούν, ενώ το baby-boom (η αύξηση των γεννήσεων ανάµεσα στο 1945-50 και το 1965-75) αντικατοπτρίζεται σαφώς στις πληθυσµιακές δοµές των περισσοτέρων εξ αυτών ( ιάγραµµα 6): αναλόγως της έντασης του φαινοµένου και του χρόνου εκκίνησης και αναστροφής των τάσεων, οι οµάδες ηλικιών 35-55 ετών το 2007 είναι περισσότερο ή λιγότερο "ευτραφείς". Η Ελλάδα και η Ιρλανδία αποτελούν µάλλον εξαίρεση στον κανόνα, στο βαθµό που το φαινόµενο αυτό δεν είχε επιπτώσεις στις πληθυσµιακές τους δοµές, σε αντίθεση µε άλλες χώρες όπως η Γαλλία και η Γερµανία (βλέπε ενδεικτικά -σελ. 52- τις διαφορές των πυραµίδων Ελλάδος και Γερµανίας όσον αφορά τις ενδιάµεσες ηλικίες 35-55 ετών το 2007). Αντιθέτως, και ανεξαρτήτως των προηγούµενων διαφοροποιήσεων, το σύνολο των χωρών-µελών της ΕΕ15, µε µόνη εξαίρεση, προς το παρόν ακόµη, την Ιρλανδία, χαρακτηρίζεται από την "ωρίµανση" του πληθυσµού τους και την αυξανόµενη δηµογραφική γήρανση (το 2007 το 17,6% του πληθυσµού της ΕΕ15 υπερβαίνει τα 65 έτη, όταν το αντίστοιχο ποσοστό ήταν µόλις 14% το 1980 και <10 % το 1957). Ταυτόχρονα, το ποσοστό των "υπερηλίκων" ( 85 ετών) παρουσιάζει ακόµη µεγαλύτερη αύξηση: 2,0% το 2007 (έναντι 0,5% το 1957), ενώ στις οµάδες αυτές, εξ αιτίας της διαφορικής θνησιµότητας των δύο φύλων, ο γυναικείος πληθυσµός είναι σηµαντικά πολυπληθέστερος, µε αποτέλεσµα το 2007 να αντιστοιχούν 243 γυναίκες σε 100 άνδρες στην ηλικιακή οµάδα >85ετών (και αντιστοίχως 137 στους 65 ετών). Φυσικά, ενώ οι τάσεις για την γήρανση του πληθυσµού είναι κοινές, επιτρέποντας την εισαγωγή ενός νέου όρου («papy-boom») στο δηµογραφικό λεξιλόγιο, οι διαφορές στο εσωτερικό της ΕΕ παραµένουν ακόµη και σήµερα σηµαντικές (Πίνακας 2): Όταν το 17,6% του πληθυσµού της Ένωσης το 2007 υπερβαίνει τα 65 έτη, το αντίστοιχο ποσοστό κυµαίνεται από 10,9% (Ιρλανδία) έως 19,9% (Ιταλία). Η Ελλάδα, µε 18,6% του πληθυσµού της άνω των 65 ετών, βρίσκεται σαφώς άνω του µέσου όρου στην τρίτη θέση µετά την Ιταλία και τη Γερµανία. Η ιεράρχηση όµως των χωρών, ως προς τη γήρανση, αλλάζει σηµαντικά αν λάβουµε ως κριτήριο όχι τα 65 αλλά τα 85 έτη: το % των ατόµων που έχουν συµπληρώσει το όριο αυτό είναι µόλις 1,4% στη χώρα µας αλλά 2,3% στην Ιταλία και 2,1% στο Ην. Βασίλειο και τη Γαλλία. Στην Ελλάδα, η αύξηση του % των ατόµων ηλικίας 65 ετών και άνω στη διάρκεια της µεταπολεµικής πεντηκονταετίας (7,8% το 1957, 18,6% το 2007) συντελέστηκε µε σαφώς διαφοροποιηµένη ταχύτητα, και τα διαθέσιµα στοιχεία (Πίνακας 3) µας επιτρέπουν να αποκτήσουµε µια σαφή εικόνα των ρυθµών γήρανσης 59

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιάγραµµα 6: Η πληθυσµιακή πυραµίδα της ΕΕ 15 και επιλεγµένων κρατών µελών της το 2007 και «ωρίµανσης» του ελληνικού πληθυσµού 6. Οφείλουµε, όµως, ταυτόχρονα να επισηµάνουµε ότι οι ρυθµοί γήρανσης στη χώρα µας θα επιβραδυνθούν ελαφρώς µέχρι το 2025-2030, ο δε πληθυσµός µας, πιθανότατα, θα έχει εν συνεχεία "σταθεροποιηµένη" κατά το µάλλον ή ήττον δοµή µε 12-13% νέους κάτω των 15 ετών και 25% υπερήλικες άνω των 65 ετών. Έτσι, η Ελλάδα δεν αναµένεται στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα µας να συγκαταλέγεται ανάµεσα στις πλέον γερασµένες χώρες-µέλη της ΕΕ των 15, καθώς σε αρκετές εξ αυτών η πιθανότατη σταθεροποίηση της γονιµότητας στα σηµερινά χαµηλά επίπεδα θα συµβαδίσει µε την είσοδο, µετά το 2015 στις ηλικιακές οµάδες >65 ετών, των πολυπληθέστατων γενεών του baby-boom, είσοδο που αναπόφευκτα θα επιταχύνει και τη γήρανσή τους. 6. Η ταχύτατη γήρανση του πληθυσµού µας µετά το 1981 οφείλεται βασικά σε δύο παράγοντες: α) στην πτώση της γεννητικότητας- γονιµότητας στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και στη σταθεροποίησή της, στη συνέχεια, σε χαµηλά επίπεδα, και β) στη συνεχιζόµενη αύξηση του µέσου όρου ζωής των ηλικιωµένων ατόµων (65 ετών και άνω). 60

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; Πίνακας 2: Κατανοµή του πληθυσµού (ο/ο) κατά µεγάλες ηλικιακές οµάδες στην ΕΕ15 και στα κράτη µέλη της (1/1/2007) Πίνακας 3: Κατανοµή του πληθυσµού της Ελλάδας σε µεγάλες ηλικιακές οµάδες (ο/ο), δείκτες γήρανσης και εξάρτησης (1951-2007) 1. Πληθυσµός (0-14 ετών) και (>65 ετών)/ πληθυσµό 15-64 ετών x100. 2. Πληθυσµός >65 ετών / πληθυσµό 0-14 ετών x100. Η πορεία των βασικών δηµογραφικών συντελεστών στη διάρκεια της τελευταίας πεντηκονταετίας: θνησιµότητα, γονιµότητα, γαµηλιότητα και διαζύγια Η µέχρι τώρα παρουσίαση των δηµογραφικών εξελίξεων στην ΕΕ15 στηρίχθηκε στην εξέταση αφενός µεν των δηµογραφικών δοµών, αφετέρου δε των αδρών γεγονότων (θανάτων, γεννήσεων, µεταναστεύσεων) και δεικτών (ποσοστά φυσικής αύξησης, µεταναστευτικού ισοζυγίου και καθαρής αύξησης) που τις επηρεάζουν. Αν και µας έδωσε τη δυνατότητα να αποκτήσουµε µια, κατά το µάλλον ή ήττον, αδρή εικόνα των σηµαντικών αλλαγών που επήλθαν στη διάρκεια των πέντε τελευταίων δεκαετιών (αλλά και των διαφορών ανάµεσα στη χώρα µας και τις λοιπές χώρες-µέλη της Ένωσης προ της διεύρυνσής της), δεν µας επέτρεψε, ωστόσο, να προσδιορίσουµε σαφώς τις πορείες και τάσεις στην εξεταζόµενη περίοδο, και ακόµη περισσότερο να διατυπώσουµε κάποιες υποθέσεις για τις 61

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ µέλλουσες εξελίξεις. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης και παρουσίασης, η εξέταση της εξέλιξης εκείνων των δεικτών που είναι "απαλλαγµένοι" από την επίδραση των πληθυσµιακών πυραµίδων (όπως οι συγχρονικοί και διαγενεακοί δείκτες γονιµότητας, γαµηλιότητας και διαζυγίων) θα µας δώσει τη δυνατότητα να αναδείξουµε τις συγκλίσεις και αποκλίσεις στο εσωτερικό της ΕΕ15, διαλύοντας ταυτόχρονα τις όποιες νεφελώδεις θέσεις και εκτιµήσεις, που συχνότατα παρουσιάζονται στη χώρα µας, τόσο στον Τύπο όσο και σε "επιστηµονικές" συναντήσεις και µελέτες που βλέπουν το φως της δηµοσιότητας, για την δηµογραφική της «ιδιαιτερότητα». Η θνησιµότητα στην Ελλάδα και στις λοιπές χώρες της Ευρώπης των 15, µέση προσδοκώµενη ζωή και βρεφική θνησιµότητα: συγκριτικά στοιχεία Η άνοδος της µέσης προσδοκώµενης ζωής στη γέννηση (eο) στην ΕΕ15 ήταν ταχύτατη στις πέντε δεκαετίες που ακολούθησαν τη δηµιουργία της ΕΟΚ -ιδιαίτερα δε στις χώρες που το 1957 παρουσίαζαν κάποια «υστέρηση»- µε αποτέλεσµα την ανάδειξη σαφών τάσεων σύγκλισης ( ιαγράµµατα 7 και 8). Ειδικότερα, ενώ το 1957 η µέση προσδοκώµενη ζωή για τους άνδρες ανήρχετο σε 66,0 και για τις γυναίκες σε 70,0 έτη, πενήντα χρόνια αργότερα (2006/2007) οι πρώτοι έχουν κερδίσει 11 περίπου έτη ζωής (e ο =77,0 έτη) και οι γυναίκες 12,5 (e ο =82,5), µε αποτέλεσµα το άνοιγµα ανάµεσα στα δύο φύλα να διευρυνθεί ακόµη περισσότερο 7. Η χώρα µας, το 2007, τοποθετείται κατά τι άνω του µέσου κοινοτικού όρου για τους άνδρες, ελαφρώς χαµηλότερα δε για τις γυναίκες, και αυτό, παρά τις ελλείψεις και την υστέρηση τόσο στον τοµέα παροχής υπηρεσιών υγείας όσο και σ' αυτόν της προληπτικής ιατρικής. Συγκρίνοντας όµως ταυτόχρονα την προσδοκώµενη ζωή στην Ελλάδα µε αυτή στις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία), διαπιστώνουµε ότι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν απολέσει τα συγκριτικά πλεονεκτήµατα που διατηρούσαν στα µέσα της δεκαετίας του 50, καθώς ζουν λιγότερα χρόνια από τους κατοίκους των τριών αυτών χωρών 8, ενώ η απόσταση που µας χωρίζει από τη Γαλλία και τη Σουηδία, χώρες µε τους υψηλότερους µέσους όρους προσδοκώµενης ζωής στη γέννηση για τις γυναίκες και τους άνδρες αντίστοιχα, παραµένει σηµαντική: οι Ελληνίδες ζουν κατά µέσο όρο 2,5 χρόνια λιγότερο από τις Γαλλίδες, οι δε Έλληνες 1,6 έτη λιγότερα από τους Σουηδούς. Η άνοδος της µέσης προσδοκώµενης ζωής στη γέννηση στην χώρα µας οφείλεται κυρίως, µέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 80, στην µείωση των πιθανοτήτων θανάτου στις µικρές ηλικίες. Έτσι, η συρρίκνωση της παιδικής και ιδιαίτερα της βρεφικής θνησιµότητας 7. Οι γυναίκες ζούσαν 4,0 χρόνια περισσότερα από τους άνδρες το 1957 αλλά 5,5 χρόνια περισσότερα το 2006. 8. Με µια µόνον εξαίρεση: η µέση προσδοκώµενη ζωή στη γέννηση στο ανδρικό φύλο είναι υψηλότερη στην Ελλάδα από την Πορτογαλία. 62

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; επηρέασαν σηµαντικά τους µέσους όρους ζωής µας, αν και η Ελλάδα, µέχρι και τα µέσα της δεκαετίας του 80 µαζί µε την Πορτογαλία, είχε ακόµη τα υψηλότερα ποσοστά βρεφικής θνησιµότητας ανάµεσα στις 15 χώρες -µέλη ( ιαγράµµατα 9α,β,γ). Η σύγκλιση στον τοµέα αυτό είναι εντυπωσιακή, καθώς, σήµερα, δεν υπάρχουν πλέον σηµαντικές διαφορές ανάµεσα στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες (υπενθυµίζουµε ότι η βρεφική θνησιµότητα στη χώρα µας ανερχόταν σε 40 στα τέλη της δεκαετίας του1950 έναντι 35 κατά µέσο όρο για την ΕΕ15 και 16-17 στην Ολλανδία και τη Σουηδία). Ταυτόχρονα όµως τα «κέρδη» σε έτη ζωής στην Ελλάδα είναι σχετικά περιορισµένα στις «ώριµες» ηλικίες: οι Έλληνες µε 65 συµπληρωµένα έτη µπορούσαν να ελπίζουν (1957/2007) σε 14 και σε 17,5 έτη ζωής αντιστοίχως (κέρδος 3,5 ετών), οι δε Ελληνίδες σε 15,5 και 19,5 έτη ζωής (+4,0) 9. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασµό µε το ότι η πρόοδος στη µέση ζωή την τελευταία εικοσαετία στις µεγάλες ηλικίες (+65 ετών) στη χώρα µας ήταν λιγότερο σηµαντική από αυτήν που σηµειώθηκε στις πλέον ανεπτυγµένες χώρες της ΕΕ, µας επιτρέπει βάσιµα να ισχυριστούµε ότι υπάρχουν ακόµη περιθώρια για µια περαιτέρω βελτίωση, αν οι πιθανότητες θανάτου στις µεγάλες ηλικίες περιορισθούν ακόµη περισσότερο. 9. Τα 2007 η µέση προσδοκώµενη ζωή στα 65 έτη είναι στην Γαλλία 22,7 έτη για τις γυναίκες και 18,2 για τους άνδρες. 63

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 7α,β,γ: Άνδρες (1957-2006), µέση προσδοκώµενη ζωή (έτη) στη γέννηση (e0) στα κράτη-µέλη της ΕΕ15 7α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 7β: Σκανδιναβικές χώρες 7γ: Λοιπές χώρες 64

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; ιαγράµµατα 8α,β,γ: Γυναίκες (1957-2006), µέση προσδοκώµενη ζωή (έτη) στη γέννηση (e0) στα κράτη-µέλη της ΕΕ15 8α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 8β: Σκανδιναβικές χώρες 8γ: Λοιπές χώρες 65

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 9α,β,γ: Η βρεφική θνησιµότητα ( ) στην ΕΕ15 και στα κράτη-µέλη της (1957-2007) 9α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 9β: Σκανδιναβικές χώρες 9γ: Λοιπές χώρες 66

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; Ετήσια γονιµότητα και γονιµότητα των γενεών: µύθοι και πραγµατικότητα Σήµερα, τµήµατα της κοινής γνώµης διακατέχονται από µια έντονη ανησυχία για την πορεία της γονιµότητας σε ορισµένες ευρωπαϊκές χώρες (της Ελλάδας συµπεριλαµβανοµένης). Η ανησυχία αυτή εδράζεται κυρίως στην πορεία των συγχρονικών δεικτών γονιµότητας (αριθµός παιδιών που αναµένεται να γεννηθούν από µια "πλασµατική" -µη υπαρκτή- γενεά 1000 γυναικών αν αυτή ακολουθήσει το "πρότυπο" αναπαραγωγικότητας ενός έτους, δεχόµενοι, αξιωµατικά, την απουσία θανάτων στη διάρκεια της αναπαραγωγικής τους ζωής). Εξετάζοντας την πορεία του συγχρονικού αυτού δείκτη και της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία στις χώρες της ΕΕ ( ιαγράµµατα 10 και 11) διαπιστώνουµε: α) Την ανακοπή, προοδευτικά, της πτωτικής πορείας της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία (αρχής γενοµένης από τις αρχές-µέσα της δεκαετίας του 1970). Ειδικότερα, η πτώση του δείκτη αυτού ανακόπτεται αρχικά στις χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά ( ανία, Φιλανδία, Σουηδία, Ην. Βασίλειο), λίγο αργότερα στη Γερµανία, Γαλλία, Λουξεµβούργο, Ολλανδία, Αυστρία και εν συνεχεία (1980-85) στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες. Η ανακοπή των πτωτικών τάσεων της µέσης ηλικίας κατά την οποία οι γυναίκες φέρουν στον κόσµο τα παιδιά τους, συνοδεύεται στη συνέχεια από την ταχεία αύξησή της ( ιαγράµµατα 10α,β,γ). Έτσι, εάν µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του 1970 οι ευρωπαίες γεννούσαν κατά µέσο όρο τα παιδιά τους στα 26-27 έτη µε εξαίρεση την Ιρλανδία και την Πορτογαλία µε 29,5 και 28,5 έτη αντίστοιχα, µια τριακονταετία αργότερα η µέση ηλικία στην τεκνογονία αγγίζει -ή ακόµη και υπερβαίνει- τα 30 έτη σε όλες τις χώρες, κερδίζοντας παντού από 3-4 έτη. Η άνοδος αυτή είχε προφανώς σηµαντικές επιπτώσεις στην πορεία των συγχρονικών δεικτών γονιµότητας, στο βαθµό που επιτάχυνε την πτώση τους. β) Τις πτωτικές τάσεις του συγχρονικού δείκτη γονιµότητας ( ιαγράµµατα 11α,β,γ) το χρονικό διάστηµα 1965-66 στο σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, µε µόνη εξαίρεση τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου και την Ιρλανδία, όπου οι τάσεις αυτές εκδηλώνονται µε χρονική υστέρηση 10. Ως αποτέλεσµα των τάσεων αυτών, οι συγχρονικοί δείκτες το 2007 τοποθετούνται σε όλες τις χώρες κάτω από το όριο των 2,1 παιδιών ανά γυναίκα. Έτσι, αν µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του 60 η αναπαραγωγή διεφαίνετο κατά το µάλλον ή ήττον εξασφαλισµένη στο σύνολο των χωρών, στο βαθµό που ο Σ Γ υπερέβαινε τα 2,2 παιδιά ανά γυναίκα, µια τεσσαρακονταετία αργότερα η κατάσταση αλλάζει ριζικά και ο δείκτης το 2007 κυµαίνεται από 1,32 παιδιά/γυναίκα (ελάχιστο - Πορτογαλία) έως 1,95 (µέγιστο Γαλλία). 10. Στην χώρα µας οι πτωτικές τάσεις εκδηλώνονται µόλις στις αρχές της δεκαετίας του 80. 67

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 10α,β,γ: Η εξέλιξη της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία (έτη) στην ΕΕ15 και στα κράτη-µέλη της (1957-2006) 10α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 10β: Σκανδιναβικές χώρες 10γ: Λοιπές χώρες 68

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; ιαγράµµατα 11α,β,γ: Η εξέλιξη της συγχρονικής γονιµότητας (παιδιά/γυναίκα) στην ΕΕ15 και στα κράτη µέλη της (1957-2007) 11α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 11β: Σκανδιναβικές χώρες 11γ: Λοιπές χώρες 69

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ γ) Τις σηµαντικές διαφοροποιήσεις ανάµεσα στο εσωτερικό της ΕΕ τόσο όσον αφορά το χρόνο εκκίνησης της πτώσης της συγχρονικής γονιµότητας, όσο και τους ρυθµούς της. Ειδικότερα, στις χώρες εκείνες στις οποίες η συρρίκνωση των συγχρονικών δεικτών έχει ως σηµείο εκκίνησης τα µέσα της δεκαετίας του '60, η πτώση είναι ταχεία στη διάρκεια της πρώτης δεκαπενταετίας, επιβραδύνεται σηµαντικά στη συνέχεια και οι δείκτες σταθεροποιούνται (ή ακόµη και ανορθώνονται ελαφρώς) την τελευταία εικοσαετία. Αντιθέτως, στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου και την Ιρλανδία, στις οποίες η συρρίκνωση των συγχρονικών δεικτών ξεκίνησε αργότερα, οι πτωτικοί ρυθµοί είναι σε µια πρώτη περίοδο εξαιρετικά έντονοι 11, ως οι χώρες αυτές να «επιθυµούν» να καλύψουν το ταχύτερο την διαφορά που τις χωρίζει από τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, η δε ανόρθωσή τους επέρχεται µε σηµαντική χρονική υστέρηση. Η προαναφερθείσα ταχύτατη πτώση των συγχρονικών δεικτών και η τοποθέτησή τους σε επίπεδα ιδιαίτερα χαµηλά, που δεν επιτρέπουν την αναπαραγωγή, αποτελούν για τµήµα της κοινής γνώµης σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες (της χώρας µας συµπεριλαµβανοµένης) ένδειξη της οξύτερης δηµογραφικής κρίσης που γνώρισε ο "δυτικός πολιτισµός".είναι βάσιµες οι "ανησυχίες" αυτές; Οι ευρωπαίες "σταµάτησαν" ξαφνικά να αναπαράγονται από τις αρχές της δεκαετίας του '80; Φέρνουν στον κόσµο µόνον 1,3-2,0 παιδιά ανά γυναίκα (µέγιστη και ελάχιστη τιµή των συγχρονικών δεικτών στη διάρκεια της τελευταίας διετίας), όταν θεωρητικά χρειάζονται 2,1 για την πλήρη αναπαραγωγή τους στο µέσο-µακρύ χρονικό διάστηµα (στην υπόθεση του µηδενικού µεταναστευτικού ισοζυγίου); Έχουν οι Ελληνίδες από τις χαµηλότερες γονιµότητες ανάµεσα στις γυναίκες των χωρών-µελών της ΕΕ; ιαφοροποιούνται ως προς τις υπόλοιπες ευρωπαίες και ως προς τι; Στα ερωτήµατα αυτά θα προσπαθήσουµε να δώσουµε µια απάντηση ξεκινώντας από την ερµηνευτική αξία των δεικτών που συνήθως χρησιµοποιούνται για να εξαχθούν τα πρώτα συµπεράσµατα για την εξέλιξη της γονιµότητας στην Ευρώπη των 15 χωρών-µελών. Θα υπενθυµίσουµε εδώ ότι ο συγχρονικός δείκτης εκφράζει απλώς την συνισταµένη της γονιµότητας διαφορετικών γενεών που έχουν διαφοροποιηµένο παρελθόν (και πιθανότατα και µέλλον) και ως εκ τούτου δεν είναι δυνατόν να ταυτιστεί µε την τελική (ολική) γονιµότητα των διαδοχικών γενεών. Η τελική ένταση της γονιµότητας στις γενεές είναι ο µόνος ασφαλής δείκτης που µας επιτρέπει να εξάγουµε βάσιµα συµπεράσµατα για την πορεία του φαινοµένου, δίδοντάς µας την δυνατότητα να απαντήσουµε στο ερώτηµα του εάν και κατά πόσον οι γυναίκες των διαδοχικών γενεών αναπαράγονται, αντικαθιστάµενες από ίσο αριθµό θυγατέρων. Εποµένως, απαιτείται η ανασύνθεση της αναπαραγωγικής ιστορίας των γενεών µε τη µετάβαση από τη συγχρονική στη διαγενεακή ανάλυση, και ειδικότερα από τους συγχρονικούς στους διαγενεακούς δείκτες. 11. Η Ιρλανδία «απώλεσε» 1,8 παιδιά/γυναίκα ανάµεσα στο 1972 και το 1990 (από 3,92 σε 2,08), η δε Ελλάδα 0,9 παιδιά/γυναίκα ανάµεσα στο 1980 και το 1996. 70

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; Από την ανασύνθεση της αναπαραγωγικής ιστορίας των γυναικών που γεννήθηκαν ανάµεσα στο 1930 και στα τέλη της δεκαετίας του '60 στις χώρες µέλη της ΕΕ προκύπτουν τέσσερα σηµαντικά στοιχεία ( ιαγράµµατα 12 και 13α,β,γ): α) Η τελική γονιµότητα τόσο των Ελληνίδων όσο και των άλλων γυναικών στις χώρες-µέλη της ΕΕ (µε µόνη εξαίρεση την Σουηδία) που γεννήθηκαν από το 1930 έως το 1955 ακολουθεί, σχεδόν σταθερά, πτωτική πορεία 12. Ακόµη και εάν η πτώση της έντασης ανακόπτεται σε ορισµένες χώρες στις νεώτερες γενεές, παρ όλα αυτά οι γυναίκες που γεννήθηκαν γύρω από το 1965 δεν θα αναπαραχθούν (µε εξαίρεση την Ιρλανδία) καθώς η γονιµότητα δεν υπερβαίνει τα 2,1 παιδιά/γυναίκα σε καµία από τις 14 χώρες-µέλη. Φυσικά, το «έλλειµµα» αναπαραγωγής δεν είναι το ίδιο παντού: αν οι Γαλλίδες και οι Σουηδέζες, που γεννηθήκαν το 1965-67, βρίσκονται πολύ κοντά στο όριο αναπαραγωγής µε 2,0 παιδιά/γυναίκα, οι Ιταλίδες και οι Γερµανίδες (1,5 παιδιά/γυναίκα) απέχουν σηµαντικά, ενώ οι Ελληνίδες µε 1,7 παιδιά κατέχουν µια ενδιάµεση θέση. β) Οι γυναίκες των χωρών της ΕΕ15 που γεννήθηκαν στα µέσα της δεκαετίας του '60 θα κάνουν κατά µέσο όρο, εν απουσία θνησιµότητας, όπως προαναφέρθηκε, από 1,5 έως 2,0 παιδιά 13 και ουδόλως 1,2 1,7 παιδιά, όπως αφήνουν να διαφανεί οι συγχρονικοί δείκτες γονιµότητας της περιόδου 1985 2000, στην διάρκεια των οποίων οι γυναίκες των γενεών αυτών αναπαράγονται 14. γ) Οι Ελληνίδες που γεννήθηκαν στην περίοδο 1930-1945 είχαν, συγκρινόµενες µε τις λοιπές ευρωπαίες, ελαφρώς χαµηλότερη γονιµότητα (στο βαθµό που η χώρα µας δεν γνώρισε το µεταπολεµικό baby-boom ), η οποία δεν επέτρεπε, λαµβάνοντας υπόψη και την θνησιµότητα της εποχής, την πλήρη αναπαραγωγή τους. Όσες γεννήθηκαν την επόµενη δεκαετία είχαν «µεσαία» γονιµότητα, υπολειπόµενη πάντοτε κατά 15% του απαιτούµενου ορίου αναπαραγωγής 12. Οι γενεές των γυναικών που γεννήθηκαν µετά τη µεγάλη οικονοµική κρίση της δεκαετίας του 20 (γύρω στο 1930) φέρνουν κατά µέσο όρο στον κόσµο 2,2 έως 3,8 παιδιά (ελάχιστο-γερµανία/µέγιστο-ιρλανδία) ενώ για την αναπαραγωγή τους απαιτούνται, υπό τις τότε ισχύουσες συνθήκες θνησιµότητας 2,3-2,8 παιδιά/γυναίκα. Οι γυναίκες που γεννήθηκαν γύρω από το 1955 φέρνουν στον κόσµο 1,7 έως 2,7 παιδιά/γυναίκα (ελάχιστο-γερ- µανία/µέγιστο Ιρλανδία), ενώ για την αναπαραγωγή τους απαιτούνται 2,1-2,3 παιδιά/γυναίκα. 13. Με µόνη εξαίρεση τις Ιρλανδέζες, θα αποκτήσουν κατά µέσο όρο 2,3 παιδιά/γυναίκα. 14. Οι Ελληνίδες π.χ. τη δεκαετία (1995-2004) "κάνουν" βάσει των ετήσιων δεικτών 1,3 παιδιά ανά γυναίκα. Στην πραγµατικότητα όµως οι γυναίκες που διατρέχουν την περίοδο αυτή στη χώρα µας τα πλέον "γόνιµα" έτη τους (όσες δηλαδή είναι 25 έως 40 ετών και έχουν γεννηθεί στο δεύτερο µισό της δεκαετίας του 1960) θα αποκτήσουν, στο τέλος της αναπαραγωγικής τους ζωής 1,7 παιδιά κατά µέσο όρο. Η γονιµότητα των γενεών αυτών υπολείπεται κατά 17% του αναγκαίου σήµερα ορίου αναπαραγωγής (2,1 παιδιά/γυναίκα), τόσο σχεδόν όσο και η γονιµότητα αυτών που γεννήθηκαν γύρω στο 1930 και έφεραν στον κόσµο γύρω στα 2,0 παιδιά (όταν για να αναπαραχθούν πλήρως απαιτούνταν 2,3-2,4 παιδιά). 71

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ των γενεών: έκαναν λιγότερα µεν παιδιά από τις γυναίκες που γεννήθηκαν την ίδια περίοδο στην Ιρλανδία, Γαλλία, Αγγλία, Σουηδία, Ισπανία και Πορτογαλία, περισσότερα δε από τις γυναίκες που γεννήθηκαν στη Γερµανία, Ιταλία, Ολλανδία, Αυστρία, Φιλανδία και Βέλγιο. Τέλος, η γονιµότητα των νεοτέρων γυναικών στη χώρα µας (αυτών που γεννήθηκαν την περίοδο 1956-1965) ελάχιστα διαφοροποιείται των λοιπών χώρων-µελών της ΕΕ15 ( ιαγράµµατα 12α,β,γ). δ) Η µέση ηλικία στην τεκνογονία συρρικνώνεται στις γενεές των γυναικών που γεννήθηκαν πριν το 1950 σε όλες σχεδόν τις χώρες. Η τάση αυτή ανακόπτεται εν συνεχεία και η µέση ηλικία στην απόκτηση των παιδιών ανέρχεται προοδευτικά στις γυναίκες που γεννήθηκαν λίγα χρόνια µετά το τέλος του δευτέρου παγκοσµίου πολέµου. Συνήθως, στις χώρες εκείνες όπου οι γυναίκες περιόρισαν τη γονιµότητά τους πιο νωρίς, η µέση ηλικία στην τεκνογονία αρχίζει να ανέρχεται ήδη στις γενεές 1945-1950, ενώ ο ευρωπαϊκός «νότος» ακολουθεί το ίδιο µοντέλο µε χρονική υστέρηση: στην Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία η πτώση της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία ανακόπτεται µόνον µε τις γενεές 1955-1960 ( ιαγράµµατα 13α,β,γ). Η χώρα µας, µε βάση τα προαναφεθέντα, δεν βρίσκεται σε κάποια ιδιαίτερα «δυσµενή» θέση. Επίσης, είναι προφανές ότι η "υπογεννητικότητα", που ορισµένοι σχετικά πρόσφατα "ανακάλυψαν" στην Ελλάδα, έχει πολύ µεγαλύτερο ιστορικό βάθος απ' ότι φαίνεται δια γυµνού οφθαλµού. Κατ επέκταση, στερούνται ερεισµάτων οι αναζητήσεις των αιτιών και η διατύπωση προτάσεων, που στηρίζονται στην αποκλειστική ανάλυση των κοινωνικών, οικονοµικών, πολιτικών, πολιτισµικών κ.λ.π. αλλαγών που επήλθαν στη χώρα µας στη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών (και στην ΕΕ κατά την τελευταία τριακονταετία). Οι προτάσεις που προβάλλονται αφήνουν εκτός του πεδίου αναφοράς τους µετασχηµατισµούς και τις ανακατατάξεις που συντελέσθηκαν τόσο στην Ελλάδα όσο και στις λοιπές ανεπτυγµένες περιοχές του πλανήτη µας στην διάρκεια των τελευταίων 150 ετών. Η Ελλάδα όµως παρουσιάζει και κάποιες ιδιαιτερότητες, καθώς δεν γνώρισε την έκρηξη των γεννήσεων της περιόδου 1945 1965/70 (baby-boom) που ταυτίζεται µε την πρόσκαιρη ανακοπή των µακροχρόνιων πτωτικών τάσεων της διαγενεακής γονιµότητας στο σύνολο σχεδόν των ανεπτυγµένων χωρών της ηπείρου µας. Ειδικότερα, στις χώρες αυτές η αύξηση της διαγενεακής γονιµότητας (δηλαδή η αύξηση του µέσου αριθµού παιδιών) στις γενεές που γεννήθηκαν από το 1910-15 έως το 1930-1935 και τεκνοποιούν από το 1945 έως το 1965-70, συµπίπτει, την πρώτη µεταπολεµική περίοδο, µε την επιτάχυνση των ρυθµών πραγµάτωσής της (δηλ. την πτώση της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία) και την αύξηση των συγχρονικών δεικτών 15. 15. Στην Ελλάδα αντιθέτως η διαγενεακή γονιµότητα των γενεών 1935-1950/55 ελάχιστα µεταβάλλεται ενώ η µέση ηλικία στην γέννηση των παιδιών τους µειώνεται σταθερά. 72

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; ιαγράµµατα 12α,β,γ: Η τελική ένταση της γονιµότητας (παιδιά/γυναίκα) των γενεών 1930-1970 στα κράτη µέλη της ΕΕ15 12α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 12β: Σκανδιναβικές χώρες 12γ: Λοιπές χώρες 73

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 13α,β,γ: Μέση ηλικία (έτη) των γυναικών των γενεών 1930-1970 στην απόκτηση των παιδιών στις διαδοχικές γενεές στην ΕΕ15 και στα κράτη -µέλη της 13α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 13β: Σκανδιναβικές χώρες 13γ: Λοιπές χώρες 74

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; Στην συνέχεια, ενώ στις προαναφερθείσες χώρες η µέση ηλικία στην τεκνογονία ανέρχεται ταχύτατα όταν η διαγενεακή γονιµότητά τους αρχίζει να φθίνει (γενεές 1930-1955), στην Ελλάδα µέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 80 η µέση ηλικία στη γέννηση των παιδιών συνεχίζει να µειώνεται παράλληλα µε τη σταθερή, αλλά αργή, πτώση της διαγενεακής γονιµότητας των γυναικών που γεννήθηκαν µετά το 1950, µε αποτέλεσµα τη συγκράτηση, µέχρι το 1980, του συγχρονικού δείκτη (Σ Γ) σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα συγκριτικά µε τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες (επίπεδα που παραπλανητικά άφηναν, στους µη έχοντες δηµογραφική παιδεία, να «διαφανεί» ότι οι Ελληνίδες ακόµη αναπαράγονται απρόσκοπτα). Καθώς όµως και στη χώρα µας οι ρυθµοί ολοκλήρωσης της τελικής γονιµότητας των γενεών που γεννήθηκαν µετά το 1955 αρχίζουν να επιβραδύνονται, έχουµε, µετά το 1985, µια ταχύτατη άνοδο της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία 16. Έτσι, στο βαθµό που η γονιµότητα των γυναικών που γεννήθηκαν µετά το 1955 στην Ελλάδα φθίνει και η µέση ηλικία που φέρνουν στον κόσµο τα παιδιά τους ανέρχεται, ο συγχρονικός δείκτης χαρακτηρίζεται από ελεύθερη πτώση την περίοδο 1980 1995, όταν, αντίθετα, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι ρυθµοί της πτώσης της συγχρονικής γονιµότητας επιβραδύνονται σηµαντικά. Εποµένως, εάν λάβουµε υπ' όψη µας το ευρωπαϊκό περιβάλλον και τις εµπειρίες του, θα πρέπει, την επόµενη δεκαετία, να αναµένουµε και στη χώρα µας µια µικρή αύξηση των τιµών των συγχρονικών δεικτών γονιµότητας. Φυσικά, η όποια άνοδος των τιµών αυτών, δεν θα οφείλεται στην αλλαγή του "περιβάλλοντος" τεκνοποίησης και στη λήψη των όποιων ενισχυτικών µέτρων για την τεκνογονία στη χώρα µας. Πολύ απλά, στο βαθµό που οι νέες γυναίκες στην περίοδο 1981-2000 καθυστέρησαν να φέρουν στον κόσµο τα παιδιά που επιθυµούσαν (γύρω στα 1,6 πιθανότατα για τις γυναίκες που γεννήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 60) και προτίµησαν να τεκνοποιήσουν αργότερα από ότι οι µητέρες τους, οι γεννήσεις που αναµένονταν να πραγµατοποιηθούν στη διάρκεια της προηγούµενης περιόδου, θα πραγµατωθούν -εν µέρει- τα επόµενα έτη. Η αναµενόµενη αυτή µικρή άνοδος του συγχρονικού δείκτη γονιµότητας προφανώς δε σηµαίνει και την ανακοπή της µακροχρόνιας τάσης συρρίκνωσης της διαγενεακής γονιµότητας στη χώρα µας: οι γενεές των γυναικών που γεννήθηκαν το 1965-80 προφανώς θα κάνουν, κατά µέσο όρο, λιγότερα παιδιά από τις µητέρες τους, ενώ οι προβλέψεις πέραν του ορίζοντος αυτού είναι ιδιαίτερα επισφαλείς, στο βαθµό που δεν διαθέτουµε παρά ελάχιστα στοιχεία για την γονιµότητα των γυναικών που γεννήθηκαν µετά το 1980 και βρίσκονται σήµερα, µε την άνοδο πλέον της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία, στην αρχή της αναπαραγωγικής τους ζωής (το 2007 είναι µόλις 27 ετών) 17. 16. Το 2008 οι Ελληνίδες έφεραν στον κόσµο τα παιδιά τους σε ηλικία 30 ετών κατά µέσο όρο, ενώ τη δεκαετία 1975-1985 η µέση ηλικία στην τεκνογονία δεν υπερέβαινε τα 26,5 έτη. 17. Ταυτόχρονα, όµως, οφείλουµε να υπενθυµίσουµε ακόµη µια φορά ότι οι ελληνίδες των γενεών 1960-65 µε πιθανότατα 1,7 παιδιά/γυναίκα, δεν έχουν τη χαµηλότερη γονιµότητα στον ευρωπαϊκό χώρο, όπως πολλοί διατείνονται. 75

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ Η σύσταση και η διάλυση των έγγαµων συµβιώσεων: διαχρονική εξέλιξη των συγκυριακών και διαγενεακών δεικτών Τα ποσοστά των άγαµων ανδρών και γυναικών περιορίζονται σηµαντικά σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες στη διάρκεια της πρώτης µεταπολεµικής περιόδου (1945-1965), ενώ παράλληλα οι νέοι Ευρωπαίοι συνάπτουν τον πρώτο τους γάµο όλο και σε µικρότερη ηλικία. Βρισκόµαστε, αναµφισβήτητα, στην πρώτη αυτή περίοδο παρόντες σε µια ριζική αλλαγή στην αντιµετώπιση του θεσµού του γάµου από τις νεότερες γενεές που έχει σαν αποτέλεσµα την πτώση της µέσης ηλικίας στην τέλεσή του και την παράλληλη σταθεροποίηση τόσο των αδρών δεικτών γαµηλιότητας όσο και αυτών που είναι "απαλλαγµένοι" από τις επιπτώσεις της δοµής καθ' ηλικία του πληθυσµού, των συγχρονικών δεικτών πρωτο-γαµηλιότητας των γυναικών ( ιαγράµµατα 14α,β,γ): Έτσι, µέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, στις περισσότερες από τις ευρωπαϊκές χώρες ο γάµος τείνει να γίνει καθολικός και πρώιµος, στο βαθµό που αφενός µεν οι συνθετικοί δείκτες γονιµότητας κυµαίνονται γύρω από την µονάδα, αφετέρου δε η µέση ηλικία κυµαίνεται γύρω στα 22,5-24 έτη ( ιαγράµµατα 15α,β,γ). Οι τάσεις αυτές αντιστρέφονται αρχικά από τα τέλη της δεκαετίας του '60 στην πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ15, λίγο αργότερα δε (στα µέσα της δεκαετίας του '70) στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Την πρώτη µεταπολεµική περίοδο έντονης και πρώιµης γαµηλιότητας - και παράλληλα σχετικής σταθερότητας της έγγαµης συµβίωσης- διαδέχεται µία νέα περίοδος αµφισβήτησης πλέον του θεσµού: οι γάµοι από τις νεότερες γενεές τελούνται σε όλο και µεγαλύτερες ηλικίες, τα ποσοστά των αγάµων αυξάνονται σηµαντικά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και οι τελεσθέντες γάµοι χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερη αστάθεια, ενώ παράλληλα αναπτύσσεται ταχύτατα η εκτός γάµου συµβίωση. Η αναστροφή των τάσεων στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, άµεσο αποτέλεσµα της διαφοροποιηµένης αντιµετώπισης του θεσµού του γάµου, αντανακλάται µερικώς και επιβεβαιώνεται από τη διαχρονική εξέλιξη τόσο της µέσης ηλικίας στην τέλεση του πρώτου γάµου όσο και του συνθετικού δείκτη γαµηλιότητας ( ιαγράµµατα 15 και 16). Η κρίση του θεσµού του γάµου που οδηγεί τις νεότερες γενεές στις χώρες της βόρειας, δυτικής και κεντρικής Ευρώπης να αναβάλουν την τελική απόφαση προτιµώντας συχνά την εκτός γάµου συµβίωση από τα συζυγικά "δεσµά", στο βαθµό που αυτή η µορφή συµβίωσης παγιώνεται και υιοθετείται και από τις νεοεισερχόµενες γενεές στη δεκαετία του '80, είναι αδύνατον προφανώς να µην επηρεάσει και την τελική ένταση του φαινοµένου στις γενεές του "baby-boom" (γυναίκες που γεννήθηκαν την εικοσαετία 1945-1965). Αναµφίβολα οι γενεές αυτές θα αποτελούνται από σηµαντικό ποσοστό άγαµων (25-35%) ατόµων σε µονοµελή - διµελή νοικοκυριά, µε σηµαντικές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή των χωρών αυτών. 76

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; ιαγράµµατα 14α,β,γ: Συγχρονικός δείκτης γαµηλιότητας (πρώτοι γάµοι ανά γυναίκα ετησίως) στην ΕΕ15 και στα κράτη-µέλη της (1957-2006) 14α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 14β: Σκανδιναβικές χώρες 14γ: Λοιπές χώρες 77

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 15α,β,γ: Μέση ηλικία των γυναικών στον πρώτο γάµο (έτη) στην ΕΕ15 και στα κράτη-µέλη της (1957-2006) 15α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 15β: Σκανδιναβικές χώρες 15γ: Λοιπές χώρες 78

ΟΙ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ15 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑ Α (1957-2009), ΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣΕΣ Η ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ; Η χώρα µας έχει, οριακά προς το παρόν, θιγεί από την γενικευµένη αυτή «κρίση»: Ο συγχρονικός δείκτης γαµηλιότητας (γυναίκες - πρώτοι γάµοι) κυµαίνεται ακόµη (1997-2006) στους 60-70 γάµους ανά 100 γυναίκες (µε εξαίρεση φυσικά τα δίσεκτα έτη), παραµένοντας από τους υψηλότερους στην ΕΕ. Εν τούτοις οι πρώτες ενδείξεις έχουν ήδη εµφανισθεί: η πτώση της µέσης ηλικίας στο γάµο τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες έχει ανακοπεί και από το 1983 και εντεύθεν οι προσερχόµενοι για την τέλεση ενός πρώτου γάµου είναι 1-2 µήνες κατ' έτος µεγαλύτερης ηλικίας αυτών της προηγούµενης χρονιάς, ο συγχρονικός δείκτης ακολουθεί πτωτική πορεία και οι γενεές που έχουν γεννηθεί στην πρώτη µεταπολεµική περίοδο (>1952) αρχίζουν να έχουν φθίνουσα τελική γαµηλιότητα. Παρ' όλα αυτά οι διαφορές που µας χωρίζουν από τις λοιπές χώρες-µέλη της Κοινότητας είναι σηµαντικές: 90-95 στις 100 Ελληνίδες, που γεννήθηκαν ανάµεσα στο 1959 και το 1968, θα συνάψουν έναν πρώτο γάµο, όταν στην Σουηδία το 30-40% των γυναικών που γεννήθηκαν την ίδια δεκαετία θα µείνουν άγαµες, στη δε Γαλλία, τη Φιλανδία, την Αυστρία, τη Γερµανία το 25-30% ( ιαγράµµατα 16α,β,γ). Ταυτόχρονα όµως, όπως και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι Ελληνίδες των διαδοχικών γενεών συνάπτουν ένα πρώτο γάµο όλο και σε µεγαλύτερη ηλικία: αν οι γυναίκες, που γεννήθηκαν στη χώρα µας στο µεσοπόλεµο, παντρευόντουσαν για πρώτη φορά γύρω στα 25,5 έτη και εκείνες που γεννήθηκαν την δεκαετία του 1950 γύρω στα 23,5 έτη, οι νεώτερες γενεές που γεννηθήκαν λίγο πριν από τα τέλη της δεκαετίας του 70 συνάπτουν τον πρώτο γάµο τους σε ηλικία 24,5 ετών, και η ανοδική αυτή τάση δεν αναµένεται να ανακοπεί σύντοµα ( ιαγράµµατα 17α,β,γ). Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τη διάλυση των έγγαµων συµβιώσεων. Και στο θέµα αυτό, ο ευρωπαϊκός νότος δέχεται τους µακρινούς απόηχους της γενικευµένης κρίσης των έγγαµων συµβιώσεων, όπως διαφαίνεται από την πορεία των συγχρονικών δεικτών ( ιαγράµµατα 18α,β,γ). Και εδώ όµως οι διαφορές είναι σηµαντικές ανάµεσα στην Ελλάδα και τις λοιπές δυτικό-ευρωπαϊκές και βόρειο-ευρωπαϊκές χώρες της ΕΕ15. Στις αρχές της δεκαετίας του '60, η Ελλάδα µε 5 έως 6 διαζύγια ανά 100 γάµους (συγχρονικός δείκτης διαζυγίων) τοποθετείται µαζί µε τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου ανάµεσα στις χώρες της ΕΕ15 (αλλά και της λοιπής Ευρώπης) µε τη χαµηλότερη διαζευγιµότητα. Μια τεσσαρακονταετία σχεδόν αργότερα, παρ' όλο τον τριπλασιασµό των τιµών του δείκτη (12 έως 14 διαζύγια/100 γάµους το 2000-2003) η χώρα µας συνεχίζει να κατέχει ακόµη µια από τις τελευταίες θέσεις ανάµεσα στις χώρες-µέλη της ΕΕ15 (αλλά και ανάµεσα στις λοιπές χώρες της ηπείρου µας). Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στους 100 γάµους που πραγµατοποιήθηκαν στις αρχές του 1960 στη χώρα µας, 45 χρόνια αργότερα µόλις 6-8 έχουν διαλυθεί, όταν στη ανία και τη Σουηδία έχει διαλυθεί το 1/3 και στη Γαλλία, Ελβετία και Αυστρία το 1/6 έως το 1/5. Αντίστοιχα, στους 100 γάµους που συνάφθηκαν στην Ελλάδα γύρω από το 1970 οι 12 αναµένεται να οδηγηθούν σε διαζύγιο, όταν στη ανία και τη Σουηδία την κατάληξη αυτή θα έχουν πιθανότατα οι 40, και στη Γαλλία, την Αυστρία, την Γερµανία και Ελβετία οι 25-30. 79

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 16α,β,γ: Η ένταση της γαµηλιότητας (πρώτοι γάµοι) στις γενεές 1930-1968 στα κράτη-µέλη της ΕΕ 15 16α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 16β: Σκανδιναβικές χώρες 16γ: Λοιπές χώρες 80

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΜΑΣ ιαγράµµατα 17α,β,γ: Μέση ηλικία των γυναικών στον πρώτο γάµο (έτη) στις γενεές 1930-1968 στην ΕΕ15 και στα κράτη-µέλη της ΕΕ15 17α: Νότια Ευρώπη & Ιρλανδία 17β: Σκανδιναβικές χώρες 17γ: Λοιπές χώρες 81

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ιαγράµµατα 18α,β,γ: Συγχρονικός δείκτης διαζυγίων (διαζύγια επί 100 γάµων ετησίως) σε επιλεγµένες χώρες της ΕΕ15 (1957-2007) 82

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΜΑΣ Εποµένως, στον τοµέα της σύστασης και διάλυσης των έγγαµων συµβιώσεων η Ελλάδα διαφοροποιείτο και διαφοροποιείται ακόµη σηµαντικά. Οι Ελληνίδες είχαν -και εξακολουθούν να έχουν- σχετικά έντονη γαµηλιότητα και οι συναφθέντες γάµοι παραµένουν σχετικά σταθεροί, όταν στις περισσότερες από τις ανεπτυγµένες χώρες της ηπείρου µας (των κρατών-µελών της ΕΕ15 συµπεριλαµβανοµένων), µετά το 1990, σηµειώνονται ριζικές ανακατατάξεις µε αποτέλεσµα ο θεσµός του γάµου και της έγγαµης συµβίωσης να δέχεται έντονες πιέσεις. Συµπεράσµατα Η Ελλάδα, µια από τις µικρότερες πληθυσµιακά και ταυτόχρονα από τις λιγότερο πυκνοκατοικηµένες χώρες της ηπείρου µας, εντάσσεται οργανικά στον ευρύτερο πολιτισµικό, γεωπολιτικό και οικονοµικό χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία έχει ενταχθεί µόλις το 1981. Στο χώρο αυτό σηµαντικές δηµογραφικές ανακατατάξεις σηµειώθηκαν στη διάρκεια της τελευταίας πεντηκονταετίας, και ειδικότερα: Σηµαντική συρρίκνωση της βρεφικής θνησιµότητας και άνοδος του µέσου όρου ζωής Ανακοπή του baby-boom και της διαγενεακής γονιµότητας, συρρίκνωση των γεννήσεων, της γεννητικότητας, των ετησίων δεικτών γονιµότητας και άνοδος της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία µετά το 1965/70 Ταχεία πτώση της γονιµότητας των γυναικών που γεννήθηκαν µετά το 1930 (και παράλληλα ταχύτατη αύξηση της µέσης ηλικίας στην απόκτηση των τέκνων) µε αποτέλεσµα να µην διασφαλίζεται πλέον η αναπαραγωγή των γενεών και το baby-boom να θεωρείται πια ως µια µικρή παρένθεση στην ιστορία της µακρόσυρτης συρρίκνωσης του µέσου µεγέθους της οικογένειας που αρχίζει από τα µέσα του 19ου αιώνα Ταχεία γήρανση του πληθυσµού, ως άµεση συνέπεια των αναστροφών που προαναφέρθηκαν στην πορεία της γονιµότητας (και δευτερευόντως της επιµήκυνσης του µέσου όρου ζωής) Ανακοπή της τάσης για περιορισµό των αγάµων, «κρίση» του θεσµού του γάµου, ανάπτυξη εναλλακτικών µορφών συµβίωσης (και κατ' επέκταση ταχύτατη άνοδος των γεννήσεων εκτός γάµου) Ταχύτατη αύξηση των διαζυγίων, τα οποία για µακρύ χρονικό διάστηµα αποτελούσαν περιθωριακό φαινόµενο, µε αποτέλεσµα στις περισσότερες χώρες-µέλη της ΕΕ15, οι γάµοι των γενεών του baby-boom να διαλύονται ταχύτατα (το 1/5 έως το 1/3 εξ αυτών στις περισσότερες χώρες, των µεσογειακών εξαιρουµένων) Έντονα µεταναστευτικά ρεύµατα µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του '70, αλλά και αναστροφή των τάσεων στην µετέπειτα περίοδο: χώρες µε εξωτερική µετανάστευση (Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ελλάδα), γίνονται χώρες υποδοχής ξένων εργαζοµένων και αποκτούν 83

Η ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ αρχικά µηδενικά και εν συνεχεία θετικά µεταναστευτικά ισοζύγια. Χώρες "υποδοχής", στα πλαίσια της περιοριστικής πολιτικής που υιοθετούν, παρουσιάζουν µικρά σε σχέση µε το παρελθόν θετικά µεταναστευτικά ισοζύγια µέχρι το τέλος της δεκαετίας του '80, για να "κατακλυσθούν" εν συνεχεία την δεκαετία του 1990 από τις εκατοντάδες χιλιάδες προσφύγων οικονοµικών µεταναστών που προέρχονται αφενός µεν από τις χώρες όπου έχει καταρρεύσει ο "υπαρκτός σοσιαλισµός", αφετέρου δε από τις υπόλοιπες σε κρίση γειτονικές της Ευρώπης περιοχές (Τουρκία, Κουρδιστάν, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ινδία..) Οι δηµογραφικές εξελίξεις στη χώρα µας, στην ίδια περίοδο, ακολουθούν παράλληλες -αν και µερικώς αποκλίνουσες- πορείες: Η βρεφική θνησιµότητα συρρικνώνεται και εδώ σηµαντικά, 40 το 1957-1962, <5 την τελευταία επταετία, και ο µέσος όρος ζωής ανέρχεται σταθερά, αρχικά ελαφρώς ταχύτερα από τον µέσο κοινοτικό και εν συνεχεία (την τελευταία δεκαετία) µε ρυθµούς επιβραδυνόµενους και χαµηλότερους από αυτόν Η γονιµότητα των γενεών (µέσος αριθµός παιδιών/γυναίκα) ακολουθεί και στη χώρα µας φθίνουσα πορεία. Οι ελληνίδες δεν αναπαράγονται: αυτό όµως δεν αφορά µόνον τις γυναίκες που γεννήθηκαν µεταπολεµικά, αλλά και αυτές του µεσοπολέµου. Εποµένως, το φαινόµενο έχει ένα ιστορικό βάθος που οι συγχρονικοί δείκτες άλλοτε υποτιµούν και άλλοτε υπερτιµούν. Παράλληλα, η χώρα µας διαφοροποιείται ως προς δύο σηµεία: α) δεν γνώρισε το baby-boom της περιόδου 1945-1965/70 και η αναστροφή των πτωτικών τάσεων της µέσης ηλικίας στην τεκνογονία εµφανίστηκε µε υστέρηση (µετά το1980), β) η αναπαραγωγή των γενεών 1930 και εντεύθεν υπολείπεται σταθερά κατά 15-20% του ορίου αναπαραγωγής (2,1 παιδιά/γυναίκα σήµερα) Η γήρανση και η πρώιµη ωρίµανση του πληθυσµού έχει και στη χώρα µας εκδηλωθεί, µε ιδιαίτερη ένταση την περίοδο 1960-2007. Η Ελλάδα όµως δεν αναµένεται να βρεθεί στο άµεσο µέλλον (2030) σε ιδιαίτερα µειονεκτική θέση, στο βαθµό που, µη έχοντας γνωρίσει το baby boom, δεν θα έχει, όπως στις περισσότερες χώρες της ηπείρου µας, τη µαζική είσοδο στις ηλικιακές οµάδες 65 ετών και άνω των πολυπληθέστατων γενεών της πρώτης µεταπολεµικής εικοσαετίας Τέλος, όσον αφορά τη σύσταση και διάλυση των έγγαµων συµβιώσεων, που καθοριστικά επηρεάζουν τη γονιµότητα των γενεών (στο βαθµό που οι εκτός γάµου γεννήσεις είναι ασήµαντες στη χώρα µας: 5% έναντι 40-55% στις Σκανδιναβικές χώρες, και 10-20% στην Ν. Ευρώπη), η Ελλάδα διαφοροποιείται προς το παρόν σηµαντικά: τα διαθέσιµα στοιχεία δεν επιτρέπουν την έκφραση ιδιαίτερων ανησυχιών για τον θεσµό του γάµου, αν και δεχόµαστε τους µακρινούς απόηχους της γενικευµένης "κρίσης" στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, όπου, οι έγγαµες συµβιώσεις, όλο και λιγότερες και ολοένα τελούµενες από µεγαλύτερης ηλικίας άτοµα αποδεικνύονται όλο και πιο εύθραυστες. Εάν υπάρχει εποµένως σύγκλιση στον τοµέα αυτό, αφορά προς το παρόν κυρίως τους ρυθµούς σύστασης της οικογένειας: όπως και στις 84