Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων Εργαστήριο Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων και Διαχείρισης Κινδύνου Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Ι Κεφάλαιο 10 ο Φ. Π. Μάρης Αναπλ. Καθηγητής
Η υδρογεωνομική επίδραση της βλάστησης
Γενικά Η βλάστηση παρεμβάλλεται μεταξύ της ατμόσφαιρας και του γεωλογικού υποθέματος κι έτσι αμβλύνει την επίδραση του κλίματος στην επιφάνεια των ορεινών λεκανών απορροής. Η βλάστηση ασκεί σοβαρή υδρολογική επίδραση, ιδίως στην δίαιτα των χειμαρρικών ρευμάτων, παράλληλα δε προσφέρει και πολύ καλή προστασία στο γεωυπόθεμα. Η υδρολογική και προστατευτική επίδραση της βλάστησης διαμορφώνουν τον υδρογεωνομικό ή υδρονομικό ρόλο της. Τα διάφορα είδη βλάστησης δεν ασκούν την ίδια υδρογεωνομική επίδραση. Την καλύτερη επίδραση ασκεί το δάσος, έπονται οι θαμνώνες και ακολουθούν οι ποοσυστάδες και οι γεωργικές καλλιέργειες. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 3
Δασική βλάστηση και Κατακρημνίσματα Τα νερά της βροχής κατά την πτώση τους συναντούν πριν από το έδαφος τη δασική βλάστηση, με αποτέλεσμα ένα μέρος των κατακρημνισμάτων να συγκρατείται στην κόμη των δασικών φυτών, από όπου εξατμίζεται και επιστρέφει πάλι στην ατμόσφαιρα, ενώ το υπόλοιπο να φθάνει στο έδαφος. Κομοδιαβροχή μεμονωμένων δένδρων, συστάδων, θάμνων ή ποών είναι το ποσό της βροχής, το οποίο απαιτείται για να διαβραχούν οι επιφάνειες των φύλλων, κλάδων και βλαστών, ώστε να αρχίσει η πτώση σταγόνων στο έδαφος. Εκφράζεται σε mm βροχής. Επομένως, η κορμοδιαβροχή αποτελεί τη μέγιστη δυνατή ποσότητα νερού, η οποία μπορεί να συγκρατηθεί από την κόμη της δασικής βλάστησης. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 4
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 5
Ορισμοί Μόνιμη κομοδιαβροχή: Είναι η μέγιστη ποσότητα όμβριου νερού, που μπορεί να παραμένει στην κομοστέγη της δασικής βλάστησης μετά την παύση της βροχής και υπό την επίδραση ισχυρού ανέμου. Προσωρινή κομοδιαβροχή: είναι η μέγιστη ποσότητα της βροχής, που μπορεί να συγκρατηθεί στην κομοστέγη επιπλέον από τη μόνιμη κομοδιαβροχή, μετά την παύση της βροχής και κατά τη διάρκεια πλήρους νηνεμίας. Παροδική κομοδιαβροχή: Είναι η μέγιστη ποσότητα της βροχής, η οποία μπορεί να συγκρατηθεί στην κομοστέγη επιπλέον της μόνιμης και της προσωρινής κομοδιαβροχής, κατά τη διάρκεια βροχόπτωσης υπό συνθήκες απόλυτης νηνεμίας. Αποβάλλεται ευθύς μετά το πέρας της βροχής ως στράγγιση. Η μόνιμη και προσωρινή κομοδιαβροχή εκφράζουν την υδατοσυγκρατητική ικανότητα της κόμης των δέντρων ή της κομοστέγης της δασικής βλάστησης. Οι τρεις μαζί σχηματίζουν την υδατοσυγκρατητική χωρητικότητα της. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 6
Υδατοσυγκράτηση μεμονωμένων δέντρων, συστάδων, θάμνων ή ποών (mm ή %): Είναι το ποσό της βροχής το οποίο συγκρατείται από την κόμη ή την κομοστέγη τους κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου και επιστρέφει στην ατμόσφαιρα με εξάτμιση. Η υδατοσυγκράτηση αποτελεί τη διαφορά μεταξύ ύψους βροχής στην ίδια χρονική περίοδο μεταξύ γυμνής και καλυμμένης από δασική βλάστηση επιφάνειας (μετά την αφαίρεση της κορμοαπορροής). Κορμοαπορροή: Είναι το ποσό ή ποσοστό της βροχής το οποίο απορρέει στην επιφάνεια του κορμού της δασικής βλάστησης προς το έδαφος κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου (σε mm ή %). Κορμοδιαβροχή: Είναι το ποσό ή ποσοστό της βροχής, που απαιτείται για τη διαβροχή της επιφάνειας των κορμών και των κλάδων της βλάστησης, ώστε να αρχίσει η κορμοαπορροή (σε mm ή %). Διερχόμενη βροχή είναι το ποσό ή ποσοστό της βροχής, το οποίο διαπερνάει την κόμη της βλάστησης κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου και φτάνει στο έδαφος (σε mm ή σε %). ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 7
Η υδατοσυγκράτηση των κωνοφόρων ειδών ανέρχεται περίπου στο 30 έως 40% της βροχής που πέφτει στην συγκεκριμένη περιοχή (Ελάτη 40%, ερυθρελάτη 34%, πεύκη 30%). Η υδατοσυγκράτηση των πλατυφύλλων ανέρχεται στα 18 20% της βροχής (οξυά 18%, δρυς 20%). Η κομοδιαβροχή φθάνει στα κωνοφόρα τα 1,5 4,5 mm (μέσος όρος 2,7mm mm) λόγω του πυκνότερου φυλλώματος τους, ενώ στα πλατύφυλλα ανέρχεται σε 0,5 2,0mm (μέσος όρος 1,3mm mm). Η προσωρινή και η παροδική κομοδιαβροχή φθάνουν το τρίτο του συνόλου της κομοδιαβροχής ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 8
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 9
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 10
Παράγοντες που επηρεάζουν υδατοσυγκράτηση και κομοδιαβροχή Εποχή του έτους: Η υδατοσυγκράτηση είναι αυξημένη κατά το θέρος σε σχέση με το χειμώνα. Η διαφορά αυτή είναι μεγαλύτερη στα φυλλοβόλα πλατύφυλλα (8 12%) από ότι στα κωνοφόρα (2 3%). Χαρακτήρας της βροχής και σχετική υγρασία: όσο ισχυρότερη και με μεγαλύτερη διάρκεια είναι η βροχή, τόσο αυξάνεται η διερχόμενη ποσότητά της και τόσο μειώνεται η υδατοσυγκράτηση. Αύξηση της έντασης της βροχής οδηγεί σε μείωση της υδατοσυγκράτησης. Σε υγρές περιόδους μειώνεται η υδατοσυγκράτηση, ενώ σε ξηρές (θέρος) παρουσιάζεται σημαντικά μεγαλύτερη. Δασοπονικό είδος και ηλικία των δέντρων: Τα κωνοφόρα εμφανίζουν γενικά μεγαλύτερη υδατοσυγκράτηση από τα πλατύφυλλα, η δε παρουσία δευτερεύουσας συστάδας και υπορόφου αυξάνουν τη συνολική υδατοσυγκράτηση του δάσους. Οι νεαρές συστάδες συγκρατούν λιγότερο νερό από τις ηλικιωμένες, αν και σε πολύ μεγάλη ηλικία η υδατοσυγκράτηση μειώνεται. Τέλος η καλλιέργεια (αραίωση) μειώνει τη συνολική υδατοσυγκράτηση των δασοσυστάδων. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 11
Δασική βλάστηση και σχηματισμός βροχών Οι καλά δασωμένες περιοχές της Γης είναι κατά κανόνα και πολύομβρες σε σχέση με τις μη δασωμένες. Η ύπαρξη δάσους δεν είναι το αίτιο αλλά το αποτέλεσμα των βροχών. Τοπική αύξηση του ύψους βροχής μπορεί να προκληθεί από την ύπαρξη δάσους, ως εξής: Κατά την κίνηση των ομβροφόρων ανέμων υπεράνω δασωμένης κλιτύος οι μάζες του αέρα υφίστανται δύο πρόσθετες υπερυψώσεις, εκτός από εκείνη, λόγω του υψομέτρου. Η μια οφείλεται στον εξαναγκασμό των αερίων μαζών να υπερπηδήσουν το ύψος των δασικών δένδρων. Η άλλη προέρχεται από την επιβράδυνση του ανέμου λόγω μεγαλύτερης τραχύτητας, με αποτέλεσμα οι αέριες μάζες να μεγαλώνουν το μέτωπο κίνησης τους με ανύψωση. Λόγω των πρόσθετων αυτών ανυψώσεων τους, οι ομβροφόροι άνεμοι ψύχονται περισσότερο, οπότε υφίστανται μεγαλύτερη συμπύκνωση υδρατμών και επομένως παρέχουν αύξηση της βροχής(2 3%). Επίσης η φωτοσύνθεση των δένδρων οδηγεί σε συμπύκνωση υδρατμών, η οποία προκαλεί ενίσχυση των βροχών. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 12
Συγκράτηση χιονιού από τη δασική βλάστηση Η κομοστέγη της δασικής βλάστησης συγκρατεί μια σημαντική ποσότητα χιονιού, η οποία εξατμίζεται και επιστρέφει πάλι στην ατμόσφαιρα. Η σκίαση που προκαλούν τα δένδρα και οι συστάδες στο δασικό έδαφος, επιβραδύνεται η τήξη της χιονομάζας, η οποία επικάθεται σ αυτό. Είναι επίσης γνωστό ότι οι κορμοί των δένδρων με την θερμική τους ακτινοβολία μειώνουν γενικά το πάχος του χιονιού γύρω τους. Χιονοσυγκράτηση είναι το ποσό ή ποσοστό χιονιού το οποίο συγκρατείται από την κόμη των φυτών ή την κομοστέγη των δασοσυστάδων κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου. Εκφράζεται ως ποσοστό επί της συνολικής χιονόπτωσης που πέφτει κατά την ίδια περίοδο (mm ή % ή mm ισοδύναμης βροχής). Χιονοσυγκρατητική ικανότητα είναι μέγιστη δυνατή ποσότητα χιονιού, την οποία μπορεί να συγκρατήσει η κόμη των δένδρων κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου (mm ή %). Διερχόμενο χιόνι είναι η ποσότητα χιονιού η οποία φθάνει στο δασικό έδαφος, αφού διαπεράσει την κόμη των δένδρων ή την κομοστέγη των συστάδων (mm ή %). ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 13
Γενικά η χιονοσυγκράτηση είναι μεγαλύτερη στα κωνοφόρα από ότι στα πλατύφυλλα σε ποσοστό μέχρι και 25%, η δε περίοδος τήξης του χιονιού αυξάνεται σε δάση κωνοφόρων κατά 20% περίπου. Η ποσότητα διερχόμενου χιονιού αυξάνεται με τη μείωση της συγκόμωσης των δένδρων. Η επιβράδυνση της τήξης του χιονιού σε ευολίσθητα εδάφη αυξάνει την ποσότητα του νερού, που διεισδύει και διηθείται στο έδαφος και έτσι πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο των ολισθήσεων. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 14
Δασική βλάστηση και εξατμισιδιαπνοή Εξατμισιδιαπνοή είναι η ποσότητα του νερού που αποβάλλεται με μορφή υδρατμών εξάτμισης και διαπνοής από την κόμη των δένδρων και την κομοστέγη των δασικών συστάδων, καθώς και από το υποκείμενο δασικό έδαφος (mm βροχής ή % του ύψους βροχής ή σε gr νερού ανά gr μάζας φυλλώματος). Η εξατμισιδιαπνοή εξαρτάται κυρίως από τις σταθμολογικές συνθήκες, καθώς και από το είδος και την ηλικία των φυτών. Στο εσωτερικό των δασικών συστάδων μειώνεται ισχυρά. Η διαπνοή των δασοσυστάδων εξαρτάται, εκτός από το δασοπονικό είδος και από τη συγκρότηση, δομή, ηλικία και καλλιέργεια της συστάδας. Γενικά τα κωνοφόρα διαπνέουν λιγότερο από τα πλατύφυλλα και τα σκιόφυτα λιγότερο από τα φωτόφυτα. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 15
Βλάστηση και εδαφικό νερό Από άποψη υγρασίας εδάφους το δασικό έδαφος κάτω από τις δασοσυστάδες είναι ξηρότερο σε σχέση με το γυμνό έδαφος. Η επίδραση αυτή γίνεται εντονότερη κατά τη διάρκεια της βλαστητικής περιόδου και εμφανίζεται μέχρι βάθος εδάφους περίπου 0,80m, δηλαδή μέσα στο χώρο στον οποίο εξαπλώνεται το ριζικό σύστημα των δένδρων. Αποψίλωση του δάσους οδηγεί σε αύξηση της υγρασίας του εδάφους. Η σχέση αυτή μπορεί να αντιστραφεί σε ορισμένες περιπτώσεις (αμμώδη εδάφη, περιόδους ξηρασίας, κλπ.). ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 16
Βλάστηση και υπόγεια ύδατα Το δάσος μπορεί να επηρεάζει άμεσα την στάθμη των υπόγειων υδάτων μόνο όταν αυτή εμφανίζεται στο χώρο ανάπτυξης του ριζικού συστήματος, του οποίου το βάθος όμως δεν υπερβαίνει τα 3,0m. Το ριζικό σύστημα ευνοεί τα υπόγεια ύδατα βελτιώνοντας το πορώδες του εδάφους και αυξάνοντας το ποσοστό του νερού που διεισδύει και διηθείται στο έδαφος. Εάν η στάθμη του υπόγειου ύδατος βρίσκεται σε βάθος 1,0 1,5m τότε το υδροφόρο στρώμα υφίσταται την άμεση επίδραση του δάσους, η δε στάθμη του οδηγείται σε έντονο υποβιβασμό, ιδίως κατά τη διάρκεια της βλαστητικής περιόδου. Η δράση του δάσους στις πηγές δεν είναι εξακριβωμένη. Υπάρχουν δύο αντικρουόμενες απόψεις. Κατά τη μία, η παρουσία του δάσους οδηγεί στην εξαφάνιση των πηγών, ενώ κατά την άλλη η παρουσία του δάσους οδηγεί αυξάνει τον αριθμό και την παροχή των πηγών. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 17
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 18
Δασική βλάστηση και απορροή Σύμφωνα με μελέτες, το δάσος μειώνει την απορροή ως εξής: Την ετήσια απορροή κατά 10 20%, Τα πλημμυρικά νερά (αιχμές) κατά 30 60% και Τα ελάχιστα (χαμηλά) νερά κατά 20% περίπου. Επίσης το δάσος αναγκάζει τα όμβρια ύδατα να απορρέουν αργά και διαμέσου του εδάφους. Με τον τρόπο αυτό μειώνεται η ταχύτητα συγκέντρωσης (συρροής) του νερού στις ορεινές λεκάνες απορροής, επομένως και η δημιουργία έντονων πλημμυρικών απορροών και προστατεύεται το υποκείμενο έδαφος από διαβρώσεις. Όσο μικρότερο είναι το ποσοστό δάσωσης μιας λεκάνης απορροής, τόσο αυξάνεται η υδαταπορροή της. Ποσοστά δάσωσης και συντελεστές απορροής,, (Molchanov( 1961) Ποσοστό δάσωσης (%) 0 10 30 50 90 Συντελεστής απορροής 0,7 0,3 0,13 0,10 0,04 ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 19
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 20
Σε περίπτωση αναδασώσεων, όσο αυξάνεται η ηλικία των φυτών τόσο ισχυρότερη επίδραση ασκούν αυτές στην απορροή. Γενικά η αναδάσωση προκαλεί σημαντική μείωση της υδαταπορροής και κατ επέκταση της υδατοπαροχής και ιδίως των πλημμυρικών αιχμών. Η επίδραση της όμως είναι πολύ ισχυρότερη κατά τα πρώτα έτη των φυτών. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 21
Γενικά Αύξηση του ετήσιου ύψους βροχής προκαλεί μεγαλύτερη αύξηση της απορροής σε γυμνά εδάφη από ότι σε δασωμένα. Όσο μεγαλώνει η ένταση της βροχής, μειώνεται η επίδραση του δάσους στην απορροή, παράλληλα όμως αυξάνεται η σχετική επίδραση του, δηλαδή μεγαλώνει η διαφορά απορροής μεταξύ γυμνού και δασωμένου εδάφους. Το δάσος αποδίδει κατά τα υγρά έτη πολύ λιγότερο νερό από ότι οι γυμνές επιφάνειες, ενώ κατά τα ξηρά έτη η διαφορά αυτή γίνεται πολύ μικρή ή και μηδενίζεται. Το δάσος λοιπόν λειτουργεί ως ρυθμιστική δεξαμενή. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 22
Η υδροταμιευτική επίδραση του δάσους είναι γενικά πολύ μεγάλη ιδίως για τις μικρές και μέσου μεγέθους βροχοπτώσεις. Στην περίπτωση όμως των εξαιρετικών βροχοπτώσεων μπορεί αυτή να μειώνεται σημαντικά. Από άποψη δασικής βλάστησης όλοι οι παράγοντες, οι οποίοι επηρεάζουν την υδατοσυγκράτηση των δασοσυστάδων, επιδρούν και στην υδαταπορροή. Οι αραιώσεις αυξάνουν την απορροή. Τέλος οι ασθένειες οι οποίες οδηγούν σε καταστροφές δασών, προκαλούν αύξηση της υδαταπορροής. Η κοκκομετρική σύσταση του δασικού εδάφους επηρεάζει σημαντικά την υδαταπορροή. Εάν η απορροή σε δασικό, πηλώδες έδαφος θεωρηθεί 100%, στο αμμοπηλώδες ανέρχεται σε 15-30 % και στο αμμώδες σε 10 15 %. Όσο αυξάνεται η κλίση του εδάφους, η απορροή γίνεται εντονότερη. Επίσης η υγρασία του εδάφους επηρεάζει δυσμενώς την απορροή. Τέλος, οι βόρειες εκθέσεις προκαλούν αύξηση της απορροής σε αντίθεση με τις νότιες. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 23
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 24
Δασική βλάστηση και γεωυπόθεμα Η ύπαρξη της βλάστησης αμβλύνει την επίδραση των κατακρημνισμάτων στο γεωυπόθεμα. Επομένως η βλάστηση ασκεί προστατευτική επίδραση κατά της υποβάθμισης των ορεινών λεκανών απορροής. Η δασική βλάστηση και ιδίως το δάσος προσφέρει την καλύτερη προστασία στο γεωλογικό υπόθεμα γιατί λειτουργεί ως εξής: Η ύπαρξη δάσους αναγκάζει τα νερά να απορρέουν αργά και διαμέσου του εδάφους, με αποτέλεσμα να μειώνεται η συρτική δύναμη του νερού και να περιορίζονται ή εξαφανίζονται τα χειμαρρικά φαινόμενα. Το πυκνό πλέγμα του ριζικού συστήματος των δασοσυστάδων λειτουργεί ως φυσικός οπλισμός που αυξάνει την αντοχή του. Επίσης η κάλυψη του επιφανειακού στρώματος με φύλλα εμποδίζει την άμεση επαφή του όμβριου νερού με το επιφανειακό στρώμα του εδάφους και δυσχεραίνει τη δημιουργία χειμαρρικών φαινομένων. Παρόμοια δράση ασκεί και η κομοστέγη. Μη τη σήψη των ριζών οι κοιλότητες που εναπομένουν στο έδαφος, επιτρέπουν τη συγκράτηση σημαντικής ποσότητας νερού. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 25
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 26
Βλάστηση και χειμαρρικά φαινόμενα Η προστατευτική επίδραση της βλάστησης και ιδίως του δάσους αφορά μόνο στα εκτατικά χειμαρρικά φαινόμενα (επιφανειακή,αυλακωτή, μικρή χαραδρωτική, επιπόλαιες γεωλισθήσεις και μικρής έντασης αποσαθρώσεις και γεωκατακρημνίσεις), τα οποία και αποτρέπει, όχι όμως και στα εντατικά χειμαρρικά φαινόμενα (φαραγγωτή, χαραδρωτική, πρανική διάβρωση, βαθιές γεωλισθήσεις και έντονες γεωκατακρημνίσεις, έντονες αποσαθρώσεις). ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 27
Βλάστηση και γεωλισθήσεις Το δάσος αποτρέπει τις γεωλισθήσεις των οποίων το επίπεδο ολίσθησης φτάνει σε βάθος μέχρι και τα 2/3 του βάθους του ριζικού συστήματος των δασικών δέντρων, επειδή εκεί συγκεντρώνεται ο κύριος όγκος των ριζών, ο οποίος στερεώνει μηχανικά το έδαφος και εμποδίζει τη μετακίνηση του. Για τις βαθύτερες γεωλισθήσεις η επίδραση του δάσους αμφισβητείται. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 28
Δασοκάλυψη και τρόπος χρήσης γης Η δασοκάλυψη και ο τρόπος χρήσης της γης στις ορεινές λεκάνες απορροής επηρεάζουν ουσιαστικά την παραγωγή φερτών υλών όπως προκύπτει και από τους παρακάτω πίνακες. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 29
Διάβρωση και Δασικές Πυρκαγιές Η διάβρωση επιταχύνεται σημαντικά μετά την απομάκρυνση ή την καταστροφή της δασικής βλάστησης με οποιονδήποτε τρόπο και ιδίως με τις δασικές πυρκαγιές. Έρευνες σε δύο μικρές λεκάνες απορροής στο Κόκκινο Νερό της Όσσας έδειξαν ότι πριν από την καταστροφή της βλάστησης μεταφερόταν 1m 3 /έτος, ενώ μετά την καταστροφή της και σε κάθε σημαντική πλημμύρα μεταφέρονται 20m 3 φερτές ύλες. Η μέγιστη διάμετρος των μεταφερόμενων υλικών ανερχόταν σε 2mm πριν την καταστροφή και 1,0m, μετά. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 30
Προστατευτικές ιδιότητες των δασών Η προστατευτική επίδραση του δάσους εξαρτάται κυρίως από το δασοπονικό είδος και την δασοπονική μορφή του. Η προστατευτική επίδραση των αειφύλλων δασών είναι μεγαλύτερη από εκείνη των δασών με φυλλοβόλα είδη. Τα πρεμνοφυή δάση, όπως εκείνα της καστανιάς, της δρυός κ.λ.π. ασκούν μικρή προστατευτική επίδραση γιατί: Έχουν μέτριο υπέργειο όγκο, Το έδαφος του αποκαλύπτεται κατά βραχείς περίτροπους χρόνους (8 ~ 25 έτη), γι αυτό και δεν μπορεί να αποκτήσει σημαντικό πορώδη όγκο και μεγάλη διαπερατότητα, Η διασωλήνωση του εδάφους περιορίζεται επιφανειακά. Τα σπερμοφυή ομήλικα δάση ασκούν μεγαλύτερη προστατευτική επίδραση σε σύγκριση με τα αντίστοιχα πρεμνοφυή. Τα σπερμοφυή κηπευτά δάση και ιδίως τα ατομοδενδροπαγή ασκούν την μέγιστη δυνατή προστατευτική επίδραση. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 31
Προστατευτικός ρόλος των δασών σε σχέση με το δασοπονικό είδος Τα αείφυλλα πλεονεκτούν σε σχέση με τα φυλλοβόλα είδη, ιδίως στις παραμεσόγειες χώρες, επειδή οι βροχές πέφτουν σ αυτές κατά το φθινόπωρο, το χειμώνα και την άνοιξη, Τα σκυόφυτα πλεονεκτούν σε σχέση με τα φωτόφυτα είδη, διότι τα τελευταία σχηματίζουν αραιή κόμη και επιπλέον δεν συντηρούν το έδαφος μόνιμα. Τα βαθύριζα πλεονεκτούν σε σχέση με τα επιπολαιόριζα διότι διασωληνώνουν το έδαφος καλύτερα και σε μεγαλύτερο βάθος. Τα βελονόφυλλα (κωνοφόρα) πλεονεκτούν σε σχέση με τα πλατύφυλλα διότι συγκρατούν στην κόμη τους περισσότερο νερό. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 32
Υδρογεωνομικό ή υδρονομικό δάσος Ως υδρογεωνομικό ή υδρονομικό δάσος χαρακτηρίζεται κάθε δάσος, το οποίο προσφέρει επαρκή υδρογεωνομική (προστατευτική και υδρολογική) επίδραση στις ορεινές λεκάνες απορροής. Ιδεώδες υδρογεωνομικό ή υδρονομικό δάσος είναι εκείνο, το οποίο προσφέρει την μέγιστη υδρογεωνομική επίδραση. Αυτό περιγράφεται ως δάσος μικτό, σπερμοφυές, κηπευτό ατομοδενδροπαγές, που συνίσταται από αείφυλλα, σκυόφυτα, κωνοφόρα δασοπονικά είδη σε μίξη με εδαφοβελτιωτικά βαθύριζα, πλατύφυλλα μέχρι 0,2 ~ 0,3 και με βαθμό συγκώμοσης 1,2 ~ 1,3 περίπου. Στην Ελλάδα το ιδεώδες υδρογεωνομικό δάσος μπορεί να δημιουργηθεί μόνο από την ελάτη. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 33
Κανονικό υδρογεωνομικό ή υδρονομικό δάσος είναι εκείνο που ασκεί τη μέγιστη εφικτή υδρογεωνομική επίδραση για δεδομένη ορεινή λεκάνη. Συγκροτείται από τα καλύτερα δασοπονικά είδη κατά προτίμηση από αείφυλλα (κωνοφόρα) είδη που φύονται ή μπορούν να ευδοκιμήσουν στο οικολογικό περιβάλλον της ορεινής λεκάνης ή και των επιμέρους σταθμών της και έχει συγκρότηση που προσεγγίζει προς εκείνη του ιδεώδους υδρογεωνομικού δάσους, ή ταυτίζεται μ αυτήν. Επομένως το κανονικό υδρογεωνομικό δάσος μπορεί να είναι διαφορετικό σε κάθε ορεινή λεκάνη. Εξαρτάται από τις εδαφικές συνθήκες, το είδος βλάστησης και το κλίμα. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 34
Υδρογεωνομικοί τύποι βλάστησης Η υδρογεωνομική επίδραση που ασκεί η φυσική και η ανθρωπογενής βλάστηση στις λεκάνες απορροής διαφέρει ανάλογα με το είδος, τη συγκρότηση και τη δομή του φυτοκαλύμματος. Για την εκτίμηση της υδρογεωνομικής αξίας η βλάστηση κατατάσσεται σε υδρογεωνομικούς τύπους, οι οποίοι αξιολογούνται με τη βοήθεια του υδρογεωνομικού συντελεστή. Οι υδρογεωνομικοί τύποι παρέχουν μια γενική εικόνα της υδρογεωνομικής κατάστασης που επικρατεί στις λεκάνες των φερτών υλών και συνθηκών απορροής. Η εικόνα που δίνεται με τον τρόπο αυτό είναι βέβαια ανδρομερής, παρέχει όμως επαρκή προσανατολισμό τόσο στην αναζήτηση και στον εντοπισμό των χειμαρρικών εστιών παραγωγής φερτών υλών, όσο και στην εκτίμηση του βαθμού απόκλισης της λεκάνης απορροής από τις κανονικές υδρογεωνομικές συνθήκες. ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 35
ΔΟΥ Ι - Κεφάλαιο 10 36