Α.Β. ( ) Αριθµός 2190/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Συνεδρίασε δηµόσια στο ακροατήριό του στις 7 Οκτωβρίου 2003 µε την εξής σύνθεση : Μ. Βροντάκης, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του ' Τµήµατος, Π. Κοτσώνης, Γ. Παπαγεωργίου, Σύµβουλοι, K. Ευστρατίου,. Γρατσίας, Πάρεδροι. Γραµµατέας η Α. Τριάδη, Γραµµατέας του Τµήµατος. Για να δικάσει την από 4 Φεβρουαρίου 1994 αίτηση : του Θεοδώρου ελαγραµµάτικα, πρατηριούχου, κατοίκου Ν. Λιοσίων Αττικής (οδός Θηβών και Ηρακλείτου), ο οποίος παρέστη µε τον δικηγόρο Γεώργιο Ξανθούλη (Α.Μ. 11019), που τον διόρισε µε πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος παρέστη µε τον Κων. Ζαµπάρα, Πάρεδρο του Νοµικού Συµβουλίου του Κράτους. Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθ. οικ.φ1/4828/23.12.1993 απόφαση του Υπουργού Εµπορίου. Η εκδίκαση άρχισε µε την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συµβούλου Π. Κοτσώνη. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόµενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δηµόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ µ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό µ ο 1. Επειδή, έχουν καταβληθεί τα νόµιµα τέλη και το παράβολο (διπλότυπα.ο.υ. ικαστικών Εισπράξεων Αθηνών 3454606-7/1996 και
Αριθµός 2190/2004-2- ειδικά έντυπα παραβόλου Α 2596903 και 7119459/1996). 2. Επειδή, µε την κρινόµενη αίτηση, η οποία συµπληρώθηκε µε δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της Φ1-4828/23.12.1993 αποφάσεως του Υπουργού (τότε) Εµπορίου, µε την οποία επεβλήθη στον αιτούντα πρόστιµο 1.500.000 δρχ., κατ' εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 3 και 48α του ν. 1961/1991, για τον λόγο ότι, όπως προέκυψε από τη σχετική εξέταση, η οποία διεξήχθη κατόπιν καταγγελιών καταναλωτών, δείγµατα βενζίνης σούπερ που προσκοµίσθηκαν στην Αγορανοµία Αιγάλεω στις 5 και 8.3.1993 από το πρατήριο υγρών καυσίµων του αιτούντος (Θηβών και Ηρακλείτου, Ν. Λιόσια) ευρέθησαν νοθευµένα µε πετρέλαιο κίνησης σε ποσοστό 38%. 3. Επειδή, η αίτηση είχε κατατεθεί ως «προσφυγή» στο ιοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, µε την 17484/1995 δε απόφαση του δικαστηρίου αυτού παρεπέµφθη στο Συµβούλιο της Επικρατείας, για να δικασθεί ως αίτηση ακυρώσεως. 4. Επειδή, µε την 342/2003 απόφαση του ικαστηρίου η υπόθεση ανεβλήθη για την παρούσα δικάσιµο, λόγω πληµµελούς επιδόσεως της οικείας πράξεως του Προέδρου περί ορισµού εισηγητή και δικασίµου στον αιτούντα. 5. Επειδή, στον ν. 1961/1991 (Α 132) ορίζεται, στο άρθρο 7, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 26 του ν. 2000/1991 (Α 206), ότι «1. Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζηµιά, που οφείλεται σε ελάττωµα του προϊόντος του. 2. Σε περίπτωση διάθεσης στην αγορά συσκευασµένων προϊόντων, την αποκλειστική ευθύνη της ποιότητας, ασφάλειας ή υγιεινής των προϊόντων φέρει ο παραγωγός ή ο έχων την ευθύνη διάθεσης στην αγορά, όπως αναγράφεται στη συσκευασία. 3. Σε περίπτωση διάθεσης στην αγορά χύµα προϊόντων, αποκλειστική ευθύνη, κατά τ ανωτέρω, έχει ο διαθέτων το προϊόν στον καταναλωτή» και στο άρθρο 48 α, το οποίο προσετέθη µε το άρθρο 29 του ίδιου ν. 2000/1991, ότι «1. Για κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόµου από
Αριθµός 2190/2004-3- προµηθευτές επιβάλλεται από τον Υπουργό Εµπορίου πρόστιµο από 500.000 µέχρι 20.000.000 δρχ. Σε περίπτωση υποτροπής, το ανώτατο όριο προστίµου διπλασιάζεται. 2. Σε περίπτωση επανειληµµένης υποτροπής ο Υπουργός Εµπορίου, µετά από γνώµη του Εθνικού Συµβουλίου Καταναλωτών, µπορεί να διατάξει τη διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης ή τµήµατός της για χρονικό διάστηµα µέχρις ενός έτους». 6. Επειδή, το επιβαλλόµενο µε βάση τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 48 α του ν. 1961/1991 πρόστιµο καταλείπει διοικητικής φύσεως συνέπειες, εφόσον προβλέπεται, σε περίπτωση υποτροπής, διπλασιασµός. Η διαφορά εποµένως που ανακύπτει από την αµφισβήτηση της νοµιµότητας πράξεως επιβολής προστίµου που εκδόθηκε πριν από τη θέση σε ισχύ του Κώδικα ιοικητικής ικονοµίας (ν. 2717/1999 - Α 97) υπάγεται στην ακυρωτική αρµοδιότητα του Συµβουλίου της Επικρατείας, δεδοµένου ότι η δυναµένη να ασκηθεί κατ αυτής ανακοπή του άρθρου 73 του Κώδικα Εισπράξεως ηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974-90 Α) δεν παρέχει ισοδύναµη µε την αίτηση ακυρώσεως προστασία (βλ. ΣτΕ 1935, 3529/2001 κ.ά.). 7. Επειδή, στο προοίµιο της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συµβουλίου «για την προσέγγιση των νοµοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών µελών σε θέµατα ευθύνης λόγω ελαττωµατικών προϊόντων» (ΕΕ L 210), η οποία εκδόθηκε µε βάση το άρθρο 100 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ήδη άρθρο 94 της συνθήκης, όπως διαµορφώθηκε µε τη Συνθήκη του Άµστερνταµ, η οποία κυρώθηκε µε τον ν. 2691/1999 Α 47) αναγράφεται, µεταξύ άλλων, ότι «... η προσέγγιση των νοµοθεσιών των κρατών µελών σε θέµατα ευθύνης του παραγωγού για ζηµίες, που προκαλούνται λόγω του ελαττωµατικού χαρακτήρος των προϊόντων του, είναι απαραίτητη, δεδοµένου ότι οι διαφορές στις επί µέρους νοµοθεσίες ενδέχεται να νοθεύσουν τον ανταγωνισµό, να επηρεάσουν την ελεύθερη κυκλοφορία εµπορευµάτων εντός της κοινής αγοράς και να προκαλέσουν διαφορές στο επίπεδο
Αριθµός 2190/2004-4- προστασίας του καταναλωτή από τις ζηµίες, στην υγεία και την περιουσία του, λόγω ενός ελαττωµατικού προϊόντος ότι µόνο η καθιέρωση της ευθύνης άνευ πταίσµατος του παραγωγού επιτρέπει τη σωστή επίλυση του προβλήµατος του δικαίου καταλογισµού των εγγενών στη σύγχρονη τεχνική παραγωγή κινδύνων...». Στην εν λόγω οδηγία ορίζεται, στο άρθρο 1 ότι «Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζηµία που οφείλεται σε ελάττωµα του προϊόντος του», στο άρθρο 2 ότι ««Προϊόν... θεωρείται κάθε κινητό...», στο άρθρο 3 ότι «1. Ως «παραγωγός» θεωρείται ο κατασκευαστής ενός τελικού προϊόντος, ο παραγωγός κάθε πρώτης ύλης ή ο κατασκευαστής ενός συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εµφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος, επιθέτοντας σε αυτό την επωνυµία, το σήµα ή κάθε άλλο διακριτικό του σηµείο. 2. Με την επιφύλαξη της ευθύνης του παραγωγού, οποιοσδήποτε εισάγει στην Κοινότητα ένα προϊόν για πώληση... θεωρείται ως παραγωγός του κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας και υπέχει ευθύνη παραγωγού. 3. Εάν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ταυτότητα του παραγωγού, κάθε προµηθευτής του προϊόντος θα θεωρείται ως παραγωγός του, εκτός αν ενηµερώσει τον ζηµιωθέντα, εντός εύλογης προθεσµίας, σχετικά µε την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προµήθευσε το προϊόν.», στο άρθρο 9 ότι ««Ζηµία», κατά την έννοια του άρθρου 1, σηµαίνει: α)... β) ζηµία ή καταστροφή, ύψους πέραν ενός εκπιπτόµενου ποσού 500 ECU, κάθε περιουσιακού στοιχείου, εκτός από το ίδιο το ελαττωµατικό προϊόν...» και στο άρθρο 13 ότι «Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα δικαιώµατα, που ενδέχεται να έχει ο ζηµιωθείς, βάσει του δικαίου περί συµβατικής ή εξωσυµβατικής ευθύνης, ή βάσει ειδικού καθεστώτος ευθύνης που τυχόν ισχύει, κατά τη στιγµή κοινοποίησης της οδηγίας». Η οδηγία αυτή µεταφέρθηκε στο εσωτερικό δίκαιο µε την Β.7535/1077/1988 κοινή απόφαση των Υπουργών ικαιοσύνης και Εµπορίου, του Αναπληρωτή Υπουργού Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και του Υφυπουργού Εθνικής Οικονοµίας (Β 230). Στη συνέχεια, µε το άρθρο 50 του ανωτέρω ν.
Αριθµός 2190/2004-5- 1961/1991 η εν λόγω Κ.Υ.Α. καταργήθηκε, αντίστοιχες δε ρυθµίσεις περιελήφθησαν στα άρθρα 7 έως 17 του νόµου αυτού [µε το άρθρο 6 του ν. 2251/1994 (Α 191), ο οποίος δεν ίσχυε κατά τον κρίσιµο χρόνο, εισήχθησαν εκ νέου αντίστοιχες ρυθµίσεις και, µε το άρθρο 14 αυτού, καταργήθηκαν τα ανωτέρω άρθρα 7 έως 17 και 50 του ν. 1969/1991 και 26 του ν. 2000/1991]. 9. Επειδή, το ανωτέρω άρθρο 7 παρ. 3 του ν. 1961/1991, µε το οποίο, επί διαθέσεως στην αγορά χύµα προϊόντων, εισάγεται αποκλειστική ευθύνη του διαθέτοντος αυτά, αντίκειται στις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ, κατά την πρόδηλη έννοια των οποίων, σε περίπτωση που προκαλείται ζηµία από ελαττωµατικό προϊόν, ευθύνεται αποκλειστικώς ο παραγωγός του, κατ εξαίρεση δε ο προµηθευτής του, και µόνον αν είναι αδύνατον να προσδιορισθεί η ταυτότητα του παραγωγού. Ενόψει αυτού, και ανεξαρτήτως αν, επί οδηγιών που θεσπίζουν δίκαιο εναρµονίσεως, όπως η προκειµένη, η αδυναµία των κρατών µελών να διατηρούν ή να θεσπίζουν διατάξεις που παρεκκλίνουν από τα µέτρα εναρµονίσεως καταλαµβάνει και εκείνες που προβλέπουν την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, η προσβαλλόµενη πράξη, η οποία στηρίζεται στην εν λόγω διάταξη του ν. 1969/1991, είναι µη νόµιµη και ακυρωτέα, όπως βασίµως προβάλλεται µε το υπόµνηµα επί της αιτήσεως ακυρώσεως, ερευνάται δε και αυτεπαγγέλτως (πρβλ. αποφάσεις ΕΚ της 25.4.2002, C-154/2000 και C-52/2000, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής και Γαλλικής ηµοκρατίας, αντιστοίχως). 10. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως. ιά ταύτα έχεται την αίτηση. Ακυρώνει την Φ1-4828/23.12.1993 απόφαση του Υπουργού Εµπορίου, κατά το σκεπτικό.
Αριθµός 2190/2004-6- ιατάσσει την απόδοση του παραβόλου και Επιβάλλει στο ηµόσιο τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος, που ανέρχεται σε επτακόσια εξήντα (760) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 3 Μαρτίου 2004 Ο Πρόεδρος του Τµήµατος Η Γραµµατέας του Τµήµατος Μ. Βροντάκης Α. Τριάδη και η απόφαση δηµοσιεύθηκε σε δηµόσια συνεδρίαση της 29ης Ιουλίου 2004. Ο Πρόεδρος του Β' Τµήµατος Η Γραµµατέας του ' Τµήµατος ιακοπών Γ. Παναγιωτόπουλος Α. Τριάδη