Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ ΧΑΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Σχετικά έγγραφα
Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΚΑΣΤΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ, ΠΡΥΜΝΟΔΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. (ΛΙΜΑΝΙΑ κ.λπ.) ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0,

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ. ΚΥΡΙΟΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg)

ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του αποκτά πρόσβαση στο περιβάλλον του ιατρού που παρέχει η εφαρμογή.

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ.

Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α. 1η σειρά ασκήσεων

ΘΕΜΑ: Διαφορές εσωτερικού εξωτερικού δανεισμού. Η διαχρονική κατανομή του βάρους από το δημόσιο δανεισμό.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Ημέρα 4 η (α) Αγορά και πώληση της εργασιακής δύναμης. (β) Η απόλυτη υπεραξία. Αγορά και πώληση της εργασιακής δύναμης

ΕΚΠΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΛΟΣ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Για τις απαντήσεις απευθυνθείτε στο 1

ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗ ΚΡΗΤΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ

( ιμερείς) ΙΜΕΛΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Α Β «απεικονίσεις»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

«ΔΙΑΚΡΙΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ»

Θέμα: «Ακλήρωτο θέμα 2008» Συντάκτης: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΑΒΛΑΔΩΡΑΚΗ-ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΝΤΑΣ Πολιτικοί Επιστήμονες

Α) Ανάλογα με τη φύση των κονδυλίων που περιλαμβάνουν οι προϋπολογισμοί διακρίνονται σε:

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΡ. ΤΖΟΥΜΑΛΑΚΗ Ο ΓΑΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΚΟΥΡΑ

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

Συναρτήσεις. Σημερινό μάθημα

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑ. Μορφές δημόσιου δανεισμού. Σύνταξη: Παπαδόπουλος Θεοχάρης, Οικονομολόγος, MSc, PhD Candidate

Αναγνώριση Προτύπων. Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις

ΣΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του έχει πρόσβαση στο περιβάλλον του φαρμακείου που παρέχει η εφαρμογή.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

- 1 - Ποιοι κερδίζουν από το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών; Γιατί η άμεση ανταλλαγή αγαθών, ορισμένες φορές, είναι δύσκολο να

23/2/07 Sleep out Πλατεία Κλαυθμώνος

Ημέρα 3 η. (α) Aπό την εργασιακή διαδικασία στη διαδικασία παραγωγής (β) Αξία του προϊόντος και αξία της εργασιακής δύναμης

Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Εκθετικά πινάκων. 9 Απριλίου 2013, Βόλος

Συγκρίσεις ιατονικής Κλίµακας ιδύµου µε άλλες διατονικές κλίµακες.

ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Ταξινόμηση των μοντέλων διασποράς ατμοσφαιρικών ρύπων βασισμένη σε μαθηματικά κριτήρια.

ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Διδακτική ενότητα

Γιάννης Ι. Πασσάς. Γλώσσα. Οι λειτουργίες της γλώσσας Η γλωσσική 4εταβολή και ο δανεισ4ός

{ i f i == 0 and p > 0

ΘΕΜΑ: Μελέτες Περιβαλλοντικών επιπτώσεων

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

21/11/2005 Διακριτά Μαθηματικά. Γραφήματα ΒΑΣΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ : ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΙ Δ Ι. Γεώργιος Βούρος Πανεπιστήμιο Αιγαίου

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Μονάδες α. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον παρακάτω πίνακα σωστά συµπληρωµένο.

Συμβόλαια γάμου στους παπύρους της Αιγύπτου

1. Η συγκεκριμένη εφαρμογή της λειτουργίας για τη λήψη φορολογικής ενημερότητας βρίσκεται στην αρχική σελίδα της ιστοσελίδας της Γ.Γ.Π.Σ.

Παλαιά ιαθήκη: Μυθολογία των Εβραίων ή Βίβλος της Εκκλησίας;

ΑΣΕΠ 2000 ΑΣΕΠ 2000 Εμπορική Τράπεζα 1983 Υπουργείο Κοιν. Υπηρ. 1983

Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Πρώτη Γραπτή Εργασία. Εισαγωγή στους υπολογιστές Μαθηματικά

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2014 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Τέλλος Παπαδόπουλος Πρεσβύτερος (Αρ. Μητρώου: 358) ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀριστοτέλους, Ἠθικὰ Νικοµάχεια Β, 1, 4-7

ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το κράτος. A. Einstein Πηγή:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ 31 ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Κείµενο διδαγµένο Κείµενο από το πρωτότυπο

Άσκηση του δικαιώματος σημαίνει την εξουσία του δικαιούχου να ενεργήσει για την

Αθήνα, 29 Νοεμβρίου 2006 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΟΠ. ΑΥΤ/ΣΗΣ Δ/ΝΣΗ ΟΡΓ. & ΛΕΙΤ. ΟΤΑ TMHMA ΟΡΓ & ΛΕΙΤ.

Θεσσαλονίκη Αρ.πρωτ.662. Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΣΥΝΟΛΑ (προσέξτε τα κοινά χαρακτηριστικά των παρακάτω προτάσεων) Οι άνθρωποι που σπουδάζουν ΤΠ&ΕΣ και βρίσκονται στην αίθουσα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ι, Α. Ερωτήσεις ανοικτού τύπου ή ελεύθερης ανάπτυξης

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ. Άσκηση με θέμα τη μεγιστοποίηση της χρησιμότητας του καταναλωτή

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

Η Ηθική της Γης. του Aldo Leopold

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ. ΘΕΜΑ 1ο

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΥΠΟΥ

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

ΘΕΜΑ: Aποτελεσματικότητα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε μια ανοικτή οικονομία

3 ος ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΣΕ -τὸς και -τέος

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ 9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Λυσίου Ὑπέρ Μαντιθέου, παράγρ. 3-7

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Γενικός σημαιοστολισμός, από τις 8:00 π.μ. της 25 ης Οκτωβρίου. Δημοτικών καταστημάτων, των Ν.Π.Δ.Δ., των Τραπεζών, των οικιών

Projects για το εργαστήριο. των Βάσεων Δεδομένων

ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: Διοικητικής Δικαιοσύνης

Ευρωπαϊκά παράγωγα Ευρωπαϊκά δικαιώματα

Για να καταρτιστεί έγκυρα μια δικαιοπραξία απαιτούνται οι εξής προϋποθέσεις:

Εισαγωγικά. 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ ΧΑΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ξ. ΓΙΑΓΚΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2003

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ ΧΑΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ξ. ΓΙΑΓΚΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2003

Στην ιερή μνήμη της γιαγιάς μου που με μεγάλωσε με τα νάματα της πίστεως. 1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 5 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΙΕΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ 1. Ο όρος επίσκοπος 12 Ο επίσκοπος στην Καινή Διαθήκη 12 Ο όρος επίσκοπος στους Πατέρες της Εκκλησίας 14 2. Το μυστήριο της Ιερωσύνης 15 Χειροτονία κληρικού. Κανονικές προϋποθέσεις 15 Τα προσόντα του χειροτονούντος 18 Τα προσόντα του χειροτονουμένου 19 Τα φυσικά προσόντα 20 Τα ψυχικά προσόντα 21 Τα προσόντα της ελεύθερης κοινωνικής θέσεως 22 Τα προσόντα της αγαθής υπολήψεως 23 Κωλύματα ιερωσύνης 25 Κανονικές συνέπειες της χειροτονίας 26 Κανονικά προσόντα υποψηφίων επισκόπων 26 3. Η εκλογή και χειροτονία των επισκόπων 29 Η εκλογή των επισκόπων κατά τις αποστολικές εκκλησιαστικές διατάξεις και τους ιερούς κανόνες 29 Τάξις χειροτονίας επισκόπου 32 Συνέπειες της χειροτονίας εις επίσκοπον 33 Παραίτηση από το επισκοπικό αξίωμα 35 Επί όρῳ παραίτηση επισκόπου 36 Διαδικασία διαπιστώσεως ανικανότητος αρχιερέα 36 Έκπτωση από το επισκοπικό αξίωμα 38 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ ΧΑΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (1852 1977) Α Καταστατικός Χάρτης Νόμος Σ του 1852 39 Β Καταστατικός Χάρτης Νόμος του 1923 44 2

Γ Καταστατικός Χάρτης Ν. Διάταγμα του 1925 51 Δ Καταστατικός Χάρτης Νόμος 5187/1931 53 Ε Καταστατικός Χάρτης Νόμος 5438/1932 56 ΣΤ Καταστατικός Χάρτης Α.Ν. 1457/1938 64 Ζ Καταστατικός Χάρτης Α.Ν. 1493/1938 67 Η Καταστατικός Χάρτης Α.Ν. 2170/1940 68 Θ Καταστατικός Χάρτης Νόμος 671/1943 70 Τροποποιήσεις του Νόμου 671/1943 75 Ι Καταστατικός Χάρτης Νόμος 3952/1959 78 ΙΑ Καταστατικός Χάρτης Β. Διάταγμα της 17/12/1959 79 ΙΒ Καταστατικός Χάρτης Α.Ν. 3/1967 94 ΙΓ Καταστατικός Χάρτης Ν.Δ. 126/1969 95 ΙΔ Καταστατικός Χάρτης Νόμος 590/1977 98 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Α) Το Μεταθετό ή Αμετάθετο των επισκόπων 106 Β) Η συμμετοχή των λαϊκών στην εκλογή των επισκόπων. 110 Γ) Παρατηρήσεις για τον τρόπο συντάξεως του καταλόγου εκλογίμων προς αρχιερατεία 127 Συμπεράσματα 133 3

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η εργασία αυτή αποτελεί μια παρουσίαση του τρόπου εκλογής των επισκόπων, όπως αυτή ρυθμίζεται από τους Καταστατικούς Χάρτες της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος. Από την θέση αυτή ευχαριστώ τον αναπληρωτή καθηγητή κ. Θεόδωρο Ξ. Γιάγκου, γιατί μου ανέθεσε να ασχοληθώ στις μεταπτυχιακές σπουδές μου με ένα θέμα το οποίο πάντοτε με ενδιέφερε και έχει να κάνει με ένα τόσο σημαντικό ζήτημα της Εκκλησίας, όπως είναι αυτό της εκλογής των επισκόπων. Ευχαριστίες οφείλω και στον σεβ. μητροπολίτη Τυρολόης και Σερεντίου κ.κ. Παντελεήμονα Ροδόπουλο, καθηγητή στις προπτυχιακές σπουδές μου, που μου ενέπνευσε την αγάπη για τον κλάδο του Κανονικού Δικαίου. Eυχαριστίες, ακόμη, οφείλω στο προσωπικό της Bιβλιοθήκης της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. για την βοήθεια και ανοχή που επέδειξαν στο πρόσωπό μου κατά την διάρκεια των ερευνών μου. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ Θεσσαλονίκη 2003 4

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Α ΠΗΓΕΣ ΑCTA Acta et diplomata graeca medii aevi sacra et profana et edita τ. Ι VI edit. Fr. Miklosich J. Müller, Vindobonae 1860 1862. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚEΣ Εκδ. Th. Klauser, 1940, F.X.Funk K. Bihlmeyer, Die ΔΙΑΤΑΓΕΣ apostolischen Väter, 1956. ΒΕΠΕΣ Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων. Έκδοσις της Απόστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1955. ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ F.X. Funk, Didaskalia et Constitutiones Apostolorum Ι (1905). ΔΙΔΑΧΗ Τh. Klauser, 1940, F.X. Funk K. Bihlmeyer, Die Apostolischen Väter I (1956) 1 9. ΕΥΣΕΒΙΟΣ Εκκλησιαστική Ιστορία edit. E. Schwartz, 1955. ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 82, 879 1280. ΚΥΡΟΥ L. Parmentier F. Scheidweiler, Griechische christliche Schriftsteller 19(1954). ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Ομιλίαι εις τας Πράξεις των Αποστόλων, P.G. 60, 13 584. ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ Επιστολή προς Κορινθίους A edit. F.X. Funk K. Bihlmeyer, Die apostolischen Väter, 1956, P.G. 1, 199 328, SC 167. KΥΠΡΙΑΝΟΣ Επιστολές, edit. W. Hartel CSEL 3, 1 3 (1868 1871). ΚΑΡΧΗΔΟΝΟΣ MANSI Mansi Sacrorum Conciliorum nova et amplissima Collectio, Paris Leipzig 1901 κ.εξ. ΜΑΤΘΑΙΟΣ Σύνταγμα κατά στοιχείον, ΡΠ ΣΤ 1 518, P.G. BΛΑΣΤΑΡΗΣ 144, 959 1400. ΠΗΔΑΛΙΟΝ Νικοδήμου Αγιορείτου και Αγαπίου ιερομονάχου Πηδάλιον, Αθήναι 1864. P.G. J. P. Migne, Patrologiae cursus completus, series Graeca Paris 1857 κ.εξ. P.L. J. P. Migne, Patrologiae cursus completus, series Latina Paris 1844 κ.εξ. ΡΠ Γ. ΡΑΛΛΗ Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τόμ. Α ΣΤ Αθήναι 1852 1859. 5

ΣΤΡΑΓΚΑΣ ΘΕΟΚΛ. Εκκλησίας Ελλάδος Ιστορία εκ πηγών αψευδών (αρχιμ/της) τ. 1 7, Αθήναι 1969 1983. ΣΩΖΟΜΕΝΟΣ Εκκλησιαστική Ιστορία, J. Bidez G.C. Hansen, Griechische christliche Schriftsteller 50(1960) Berlin, P.G. 67, 843 1630. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 67, 29 842. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ Η Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της ΒΑΡΝΑΒΑΣ Ελλάδος, Αθήναι 1967. (μητρ. Κίτρους) Β ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Α. Iστορία των δομών διοικήσεως και ζωής της Εκκλησίας της Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 1991. Η Εκκλησία των Νέων Χωρών, Θεσσαλονίκη 1991. Ακαδημαϊκοί Διάλογοι, Θεσσαλονίκη 1990. ΑΚΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ Π. Κώδικας ιερών κανόνων και εκκλησιαστικών νόμων, Θεσσαλονίκη 1995. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ ΑΜ. Η εν τω Ελληνικώ κράτει εκκλησιαστική πολιτική, Αθήναι 1932. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ Γ. Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήναι ά.χ. ANAΣΤΑΣΙΟΥ ΙΩ. Εκκλησιαστική Ιστορία τ. Β, Θεσσαλονίκη ά.χ. ΑΕΚΔ Αρχείον Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου τ. 1 11(1946 1965). ΒΑΒΟΥΣΚΟΣ Κ. Εγχειρίδιον Εκκλησιαστικού Δικαίου, Θεσσαλονίκη 1986. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ Α. Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Θεσσαλονίκη 1974. ΒΑΚΑΡΟΣ Δ. Η ιερωσύνη στην εκκλησιαστική γραμματεία των πέντε πρώτων αιώνων (διδακτορική διατριβή), Θεσσαλονίκη 1986. BΑΝΤΣΟΣ ΧΡ. Θέματα ποιμαντικής ψυχολογίας, Θεσσαλονίκη 1995. ΒΟΥΡΝΑΣ Τ. Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας τ. 1, Αθήνα 1977. ΒΡΑΧΙΔΗΣ Γ. Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήναι 1909. ΓΙΑΓΚΟΥ Θ. Κανόνες και Λατρεία, Θεσσαλονίκη 2001. ΓΚΙΚΑΣ ΑΘ. Μαθήματα Ποιμαντικής, Θεσσαλονίκη 1997. ΔΑΦΝΗΣ ΓΡ. Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων τ. Β, Αθήναι 1955. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ Δ. Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης, Αθήναι 1964. 6

ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Κράτος και Εκκλησία. Μια δύσκολη σχέση, ΠΑΝ. Αθήνα 2001. ΕΚΚΛΗΣΙΑ Περιοδική έκδοσις της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. EΕΘΣΑΠΘ Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ. ΕΕΘΣΠΑ Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών. ΖΗΣΗΣ Θ. Οι λαϊκοί στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Συζήτηση θέσεων του «Θεολογικού Συνδέσμου», Θεσσαλονίκη 1989. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ Το αμετάθετον των επισκόπων, Αθήναι ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ 1962. ΘΗΕ Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία τ. 1 12, Αθήναι 1962 1968. ΙΣΤΟΡΙΑ Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τ. ΙΕ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1970. ΚΑΡΜΙΡΗΣ ΙΩ. Η θέσις και η διακονία των λαϊκών εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Αθήναι 1976. ΚΑΨΑΝΗΣ Γ. (αρχ.) Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες, Πειραιεύς 1976. ΚΕΦΑΛΑΣ Μαθήματα Ποιμαντικής, Αθήναι ά.χ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ (μητρ. Πενταπόλεως) ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ Γ. Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος τ. Β, Αθήναι 1970. Σταθμοί εκκλησιαστικής πολιτικής εν Ελλάδι, Αθήναι 1966. Προβλήματα κανονικής διοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αλεξάνδρεια 1966. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ ΙΩ. Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήνα 2000. Εκκλησία και Πολιτεία, Αθήνα 1993. ΚΟΤΣΩΝΗΣ ΙΕΡ. Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Θεσσαλονίκη 1960. ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΣ Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήναι 1909. Ξ. LAMPE G.W.H. A Patristic Greek Lexicon, Οξφόρδη 1961. H.G. LIDDΕLL και A Greek English Lexicon, Οξφόρδη 1968. R. SCOTT ΛΙΛΑΙΟΣ Γ. Νομοκανονικά τ. Α, Αθήναι 1985. ΜΑΘΑΡΙΚΟΣ Ε. Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήναι ά.χ. MΑΚΡΗΣ ΣΠ. Επίτομη Ποιμαντική, Αθήναι 1953. 7

ΜΑΝΤΖΟΥΝΕΑΣ ΕΥ. Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α Γενικόν Μέρος, Αθήναι 1979. Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Β, Αθήναι 1984. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ Γ. Οι λαϊκοί στην Εκκλησία, Αθήνα 1999. ΜΙΛΑΣ ΝΙΚΟΔ. Το Εκκλησιαστικόν Δίκαιον της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας (μετάφρ. Μελέτιου Αποστολόπουλου), Αθήναι 1906. ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ ΚΩΝ. Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Αθήναι 1960. ΜΠΟΥΜΗΣ ΠΑΝ. Στοιχεία Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήναι 1973. Κανονικόν Δίκαιον (έκδ. Γ ), Αθήνα 2000. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΣ Π. Σύστημα του Εκκλησιαστικού Δικαίου κατά την εν Ελλάδι ισχύν αυτού τ. Γ, Αθήναι 1957. Η ιερωσύνη και αι εξ αυτής νομοκανονικαί συνέπειαι, Αθήναι 1951. Η εκλογή του αρχιεπισκόπου Αθηνών και των επισκόπων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία της Ελλάδος, Αθήναι 1946. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ Ι. Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήναι 1980. Τινά επί των αναφυέντων εσχάτως εν τη Εκκλησία ζητημάτων και ιδία της εκλογής και μεταθέσεως επισκόπων. Το αμετάθετον των επισκόπων από νομοκανονικής απόψεως. Ο νέος Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το αρχιεπισκοπικόν ζήτημα, Αθήναι 1946. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Η συμμετοχή των λαϊκών εν τη εκλογή ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ των επισκόπων (γνωμοδότηση στο (μητρ. Θεσ/νικης) περιοδικό ΕΚΚΛΗΣΙΑ 1965 αρ. 19 σσ. 484 486). ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Χ. Η Εκλλησία της Ελλάδος, Αθήναι 1951. Η Εκκλησία των Αθηνών, Αθήναι 1928. ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΠΟΥ Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήναι 1925. ΛΟΣ Β. ΠΕΤΡΙΔΗΣ Π. Σύγχρονη Ελληνική Πολιτική Ιστορία τ. Γ, Αθήνα 2000. ΠΗΛΙΛΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Η χριστιανική ιερωσύνη, Αθήνα 1988. (επίσκ. Κατάνης). ΠΟΥΛΙΤΣΑΣ Π. Σχέσις Πολιτείας και Εκκλησίας, Αθήναι 1946. ΡΑΛΛΗΣ Κ. Εγχειρίδιον του Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήναι 1927. Περί μεταθέσεως επισκόπων, Αθήναι 1898. Περί παραιτήσεως επισκόπων, Αθήναι 1911. 8

ΡΑΜΜΟΣ Γ. Στοιχεία Ελληνικού Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήναι 1947. ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΣ Επιτομή Κανονικού Δικαίου, Θεσσαλονίκη ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ 1998. (μητρ. Τυρολόης) Μαθήματα Ποιμαντικής, Θεσσαλονίκη 1996. ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥ Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, Αθήναι 1898. ΛΟΣ ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΣΒΟΡΩΝΟΣ Ν. Επισκόπηση της νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 1976. ΣΙΣΚΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ Κανονικόν και Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, (μητρ. Νουβίας) Θεσσαλονίκη 1957. ΣΤΥΛΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ Θέματα ποιμαντικής δεοντολογίας, Αθήνα (επίσκ. Αχελώου) 1993. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ Οι βασικοί θεσμοί Διοικήσεως της ΒΑΡΝΑΒΑΣ Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος, (μητρ. Κίτρους) Αθήναι 1977. ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ Π. Η συμμετοχή του λαού εν τη εκλογή των επισκόπων, ΕΕΘΣΠΑ τ. 9(1954 1955) σσ. 21 43, (ανάτυπο) ΤΡΩΙΑΝΟΣ ΣΠ. Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήνα Κομοτηνή 1984. Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1973. ΤΡΩΙΑΝΟΣ ΣΠ. Εκκλησιαστικό Δίκαιο, Αθήνα 2003. ΠΟΥΛΗΣ Γ. ΦΕΙΔΑΣ ΒΛ. Ιεροί κανόνες και Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1997. ΦΙΛΙΠΠΟΤΗΣ ΕΥ. Σύστημα Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήναι 1912. ΦΡΑΓΚΙΣΤΑΣ Χ. Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου, Θεσσαλονίκη ά.χ. ΦΡΑΓΚΙΣΤΑΣ Χ. Γνωμοδότησις του καθηγητού του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Χαρ. Φραγκίστα ΕΚΚΛΗΣΙΑ 1965 αρ. 24 σσ. 569 572. ΦΩΣΤΙΝΗΣ Το κανονικόν σύστημα της διοικήσεως της ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ Εκκλησίας της Ελλάδος, ά.χ. (μητρ. Χίου) ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΠΟΥ Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον ΛΟΣ ΑΝ. τεύχ. β και γ, Αθήναι 1956. Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήναι 1957. 9

Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1949. 10

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το θέμα της μεταπτυχιακής διατριβής μας είναι η εκλογή των επισκόπων και ειδικότερα η εκλογή των επισκόπων στην Εκκλησία της Ελλάδος μετά την ανακήρυξη του Αυτοκεφάλου το 1850 και όπως αυτή ρυθμίζεται από τους Καταστατικούς Χάρτες, οι οποίοι είναι Νόμοι του Κράτους για εκκλησιαστικά ζητήματα. Σκοπός της εργασίας μας είναι να παρουσιάσουμε την διαδικασία εκλογής των επισκόπων και τις αλλαγές οι οποίες επήλθαν από τον ένα Χάρτη στον άλλο. Από την ψήφιση του πρώτου Καταστατικού Χάρτη, του Νόμου Σ του 1852, μέχρι τον ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ν. 590/1977) επήλθαν τροποποιήσεις, οι οποίες έχουν να κάνουν με τις πολιτικές καταστάσεις που έζησε το Ελληνικό Έθνος σ αυτή την ιστορική διαδρομή των 125 χρόνων. Η Ελληνική Πολιτεία σ αυτή την ιστορική περίοδο γνώρισε Βασιλείς, έζησε πολέμους, επαναστατικά κινήματα, δύο Παγκόσμιους Πολέμους, Κατοχή, Ανασυγκρότηση, Δικτατορία, Αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Αυτά τα ιστορικά γεγονότα δεν άφησαν ανεπηρέαστα τα ζητήματα της Εκκλησίας, η οποία πορεύτηκε μέσα σε αυτά και εξέλεγε την ηγεσία της, τους επισκόπους της, ανάλογα και με τους Νόμους που ψήφιζαν οι εκάστοτε Κυβερνήσεις. Η μέθοδος που χρησιμοποιούμε είναι να παρουσιάσουμε, στο Α Κεφάλαιο, αφού αναφερθούμε σύντομα στη χρήση του όρου επίσκοπος στην Καινή Διαθήκη και στους Πατέρες της Εκκλησίας, τα της εκλογής και χειροτονίας των επισκόπων με βάση τους ιερούς κανόνες. Επειδή η εκλογή επισκόπου προϋποθέτει την χειροτονία του στους δύο πρώτους βαθμούς της Ιερωσύνης, θα δούμε πρώτα τί ορίζουν οι ιεροί κανόνες για την χειροτονία στους βαθμούς αυτούς (προϋποθέσεις, προσόντα, κανονικές συνέπειες). Στην συνέχεια θα επισημάνουμε τί απαιτείται επιπλέον για την εκλογή και χειροτονία στον βαθμό του επισκόπου. Στο Β Κεφάλαιο θα εξετάσουμε τί προβλέπουν οι Καταστατικοί Χάρτες για το θέμα της εκλογής των επισκόπων και πώς εφαρμόστηκαν στην Εκκλησία της Ελλάδος. Στο Γ Κεφάλαιο θα δώσουμε μια εικόνα των συζητήσεων που προκάλεσαν στους επιστήμονες (θεολόγους, κανονολόγους και νομικούς) οι ρυθμίσεις των Καταστατικών Χαρτών ως προς ορισμένα σημεία που αφορούν το θέμα αυτό. 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΙΕΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ 1. Ο ΟΡΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Ο όρος επίσκοπος χρησιμοποιείται πριν την χριστιανική εποχή με την έννοια του παρατηρητή επιθεωρητή. Γενικά, στα αρχαία ελληνικά κείμενα σημαίνει φύλακας, επιτηρητής, επόπτης, προστάτης και ως επίθετο επιδέξιος. Οι επίσκοποι ήταν κληρωτοί άρχοντες, αποστελλόμενοι προς άσκηση πολιτικής και δικαστικής εξουσίας. 1 Στην χριστιανική φρασεολογία επίσκοπος είναι ο ανώτερος κληρικός, ο οποίος αποκτά τον τρίτο ιερατικό βαθμό με την χειροτονία του μέσα στο ιερό Βήμα, σύμφωνα με το τυπικό της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας. Η χειροτονία τελείται ύστερα από ορισμένες προϋποθέσεις και σχετική διαδικασία. Ο επίσκοπος ασκεί το σύνολο της ιερατικής εξουσίας και διοικεί την επαρχία του σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες 2 και τις κανονικές διατάξεις, φροντίζοντας για το καλό και την προκοπή όλων όσοι υπάγονται στην δικαιοδοσία του. 3 a) Ο ἐπίσκοπος στην Καινή Διαθήκη. 4 Η λέξη ἐπίσκοπος απαντάται στα εξής 5 χωρία στο κείμενο της Καινής Διαθήκης: α. Πράξεις Αποστόλων 20, 28. β. Προς Φιλιππησίους 1,1. γ. Προς Τιμόθεον Α 3, 2. δ. Προς Τίτον 1, 7. 1 A Greek English Lexicon comp. by H.G. Liddell and R. Scott, rev. by H. S. Jones, στη λ. επίσκοπος και Δ. Δημητράκου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης τ. 6 ος σσ. 2848 2849, Ιακώβου Πηλίλη, Η χριστιανική ιερωσύνη σσ. 436 437, 439 440, 443 444, 448 449, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σ. 42. 2 Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου. 3 Πρόδρομου Ακανθόπουλου, Κώδικας ιερών κανόνων και εκκλησιαστικών νόμων λήμμα επίσκοπος σ. 671, Π. Παναγιωτάκου, Η ιερωσύνη και αι εξ αυτής νομοκανονικαί συνέπειαι σσ. 25 26. 4 Ιακώβου Πηλίλη, Η χριστιανική ιερωσύνη σσ. 251 255. 12

ε. Πέτρου Α 2, 25. Τα κείμενα έχουν ως εξής: α. Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ. β. πᾶσι τοῖς ἁγίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τοῖς οὖσι ἐν Φιλίπποις σὺν ἐπισκόποις καὶ διακόνοις. γ. Δεῖ γὰρ τὸν ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι. δ. Δεῖ γὰρ τὸν ἐπίσκοπον ἀνέγκλητον εἶναι. ε. Ἐπιστράφητε νῦν ἐπὶ τὸν ποιμένα καὶ ἐπίσκοπον τῶν ψυχῶν ὑμῶν. Στην Καινή Διαθήκη ο όρος επίσκοπος χρησιμοποιείται για να δηλώσει το ίδιο αξίωμα με τον όρο πρεσβύτερος. 5 Ο όρος επίσκοπος αν και είναι πολύ πλούσιος στην βάση του και είχε μια ευρεία ανάπτυξη στην χριστιανική Εκκλησία, εν τούτοις ευρίσκεται μόνο πέντε φορές στην Καινή Διαθήκη. Πρώτα, ο Ιησούς Χριστός καθ Εαυτόν καλείται επίσκοπος, «ἐπὶ τὸν ποιμένα καὶ ἐπίσκοπον τῶν ψυχῶν ὑμῶν». Στο χωρίο αυτό ο επίσκοπος εμφανίζεται ως ποιμήν και χαρακτηρίζει εκείνον ο οποίος επιβλέπει το ποίμνιο. Ομοίως οι όροι «ποιμαίνειν» και «ἐπισκοπεῖν» είναι στενά συνδεδεμένοι στην περιγραφή του όρου του ποιμένος, «ἐπισκόπους ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν» και «ποιμάνατε τὸ ποίμνιον ἐπισκοποῦντες». Ο Ιησούς γνωρίζει τα ενδόμυχα της ανθρώπινης ψυχής, τα μυστικά της και υπέρ των πιστών οπαδών Του προσέφερε Εαυτόν θυσία στον Θεό. Για τον λόγο αυτό οι όροι «ποιμὴν» και «ἐπίσκοπος» είναι στενώς συνδεδεμένοι. Δεύτερον, σε άλλα χωρία οι άνθρωποι καλούνται «ἐπίσκοποι», ως αρχηγοί της Εκκλησίας. Ο Απόστολος Παύλος γράφοντας προς τον Τίτο, επίσκοπο Κρήτης, εισηγείται σ αυτόν να διορίσει πρεσβυτέρους στις πόλεις της Κρήτης, όπως έπραξε ο ίδιος στην Μικρά Ασία (Πράξ. 14, 23) και περιγράφει εκείνους, οι οποίοι θα ήσαν κατάλληλοι για το ιερό αυτό αξίωμα λέγοντας «δεῖ γὰρ τὸν ἐπίσκοπον ἀνέγκλητον εἶναι ὡς Θεοῦ οἰκονόμον». Η χρήση του όρου «ἐπίσκοπος» στην Καινή Διαθήκη δεν δηλώνει καθ εαυτή την ύπαρξη επισκοποποιήσεως σε εκείνους τους χρόνους. Οι όροι «ἐπίσκοπος» και «πρεσβύτερος» χρησιμοποιούνταν αμοιβαίως. Το αξίωμα «ἐπίσκοπος». Εγείρονται δύο ερωτήματα: πρώτον, ποιός καλείται «ἐπίσκοπος» και δεύτερον, σε ποιά εποχή ο «ἐπίσκοπος» παύει να είναι μια περιγραφή της ελεύθερης ενέργειας των μελών της κοινότητος και καθίσταται ο προσδιορισμός ενός, ο οποίος φέρει ένα ειδικό αξίωμα για το οποίο αυτός και μόνον ονομάζεται ; Στο πρώτο ερώτημα, ο όρος χρησιμοποιείται εκεί όπου υπάρχουν εγκατεστημένες τοπικές εκκλησιαστικές συγκεντρώσεις, στις οποίες 5 Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σ. 42. 13

επιτελούνται κανονικές ιεροπραξίες. Στις συγκεντρώσεις αυτές εμφανίζονται κανονικοί αρχηγοί υπό τον χαρακτηρισμό «πρεσβύτεροι» ή «ἐπίσκοποι», οι οποίοι επιτελούν τις ιεροπραξίες. Οι όροι «πρεσβύτερος» και «ἐπίσκοπος» στην αρχαϊκή αυτή εποχή δεν δηλώνουν οποιαδήποτε διάκριση αλλά μόνον μια αντίθεση. Στο δεύτερο ερώτημα, δύναται να λεχθεί ότι από τις αρχές της Χριστιανικής Εκκλησίας υπήρξε μια αναγκαία ώθηση προς την κατεύθυνση αυτή. Ο Απόστολος Παύλος περιγράφοντας το έργο των υπευθύνων ανδρών στο εκκλησίασμα της πόλεως των Εφεσίων (Πράξεις 20,28) απευθύνεται σε ένα ορισμένο κύκλο, του οποίου τα μέλη καλούνταν «πρεσβύτεροι» ή «ἐπίσκοποι» σε διάκριση από τα άλλα μέλη. Οπότε το αξίωμα εμφανίζεται πλέον στην ουσία του, εάν υπάρχει βεβαίως, επακριβής προσδιορισμός. Απευθυνόμενος ο Απόστολος στο εκκλησίασμα της πόλεως των Φιλίππων γράφει : «πᾶσιν τοῖς ἁγίοις ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ ἐν Φιλίπποις σὺν ἐπισκόποις καὶ διακόνοις» (1,1) στο οποίο απόσπασμα εννοεί άτομα από το εκκλησίασμα, τα οποία χαρακτηρίζονται σαφώς με τον προσδιορισμό του αξιώματος στην επιστολή του. β) Ο όρος επίσκοπος στους Πατέρες της Εκκλησίας. Η λέξη επίσκοπος χρησιμοποιείται α) ως επίθετο με την αρχαία σημασία του όρου από τον Γρηγόριο Θεολόγο και τον Ευάγριο Ποντικό και β) ως ουσιαστικό, επίσης με την αρχαία σημασία, από διαφόρους συγγραφείς (Ωριγένης, Γρηγόριος Θεολόγος, Κλήμης Ρώμης, Ευσέβιος Καισαρείας κ.ά.) για τους εθνικούς αξιωματούχους, τους επόπτες, για το Θεό, τον Ιησού Χριστό, τους Αποστόλους και τον Μ. Κωνσταντίνο ως επόπτη «των εκτός». 6 Προκειμένου για τον χριστιανικό κλήρο, η λέξη σημαίνει τον επόπτη της Εκκλησίας, τον επίσκοπο με τη σημερινή έννοια του όρου. 7 6 Βλ. G.W.H. Lampe, A Patristic Greek Lexicon στη λ. επίσκοπος Ι A B και ΙΙ Α αντίστοιχα, Ιακώβου Πηλίλη, Η χριστιανική ιερωσύνη σ. 444. 7 Βλ. G.W.H. Lampe, ό.π. ΙΙ Β. 14

2. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ α) Χειροτονία κληρικού. Κανονικές προϋποθέσεις. 8 Οι πιστοί κατατάσσονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) στους κληρικούς. 9 β) στους λαϊκούς. Από τον Δ αιώνα γνωρίζεται και μία ακόμη τάξη, αυτή των μοναχών, η οποία βρίσκεται στο μέσον. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ κληρικών και λαϊκών είναι η χειροτονία. Η χειροτονία είναι η μυστηριακή τελετή, κατά την οποία με ευχή και επίθεση των χειρών του επισκόπου, κατέρχεται η Θεία Χάρις και προχειρίζεται ο υποψήφιος σε έναν από τους τρεις ιερατικούς βαθμούς. Με την πράξη αυτή οι κληρικοί γίνονται φορείς πνευματικής εξουσίας μέσα στην Εκκλησία. 10 Οι κληρικοί διακρίνονται σε δύο τάξεις : 11 i. στους ανωτέρους. ii. στους κατωτέρους. Ανώτεροι είναι οι επίσκοποι, οι πρεσβύτεροι και οι διάκονοι. Κατώτεροι είναι οι υποδιάκονοι, οι αναγνώστες, οι ψάλτες, οι πυλωροί, οι νεωκόροι. 12 Βάση διακρίσεως αποτελεί ο τρόπος της καταστάσεώς τους. Για τους ανώτερους κληρικούς είναι η χειροτονία εντός του ιερού Βήματος, δια της 8 Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τεύχ. γ σ. 37, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σ. 97. 9 Παντελεήμονος Ροδόπουλου (μητροπολίτου Τυρολόης), Επιτομή Κανονικού Δικαίου σσ. 122 123, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τεύχ. γ σσ. 36 42, Γ. Ράμμου, Στοιχεία Ελληνικού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 26 27, Άνθιμου Σίσκου, Κανονικόν και Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σ. 97, Κ. Βαβούσκου, Εγχειρίδιον Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 266 269 και σσ. 283 285, Ι. Κονιδάρη, Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 116 119, Σπ. Τρωϊάνου, Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 160 161, Π. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον (εκδ. Γ ) σσ. 154 156, σ. 181 και σ. 183, Π. Παναγιωτάκου, Η ιερωσύνη και αι εξ αυτής νομοκανονικαί συνέπειαι σσ. 25 28 και σσ. 30 33, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 29, ΘΗΕ τ. Ζ στ. 656 και στ. 672 676, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σσ. 33 34. 10 Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σ. 97, Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σ. 72, Γ. Αναστασιάδου, Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 5, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 117, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σ. 34. 11 Σπ. Τρωϊάνου Γ. Πουλή, Εκκλησιαστικό Δίκαιο σσ. 234 235, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 29. 12 Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σ. 90, Γεωργίου Καψάνη, Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες σ. 93. 15

επικλήσεως του Αγίου Πνεύματος. Οι κατώτεροι κληρικοί χειροθετούνται εκτός του ιερού Βήματος. 13 Το μυστήριο της Ιερωσύνης εισάγει τον χειροτονούμενο σε κάθε έναν από τους τρεις ανώτερους βαθμούς του κλήρου, δηλαδή του επισκόπου, του πρεσβυτέρου και του διακόνου, ανάλογα με τον βαθμό της χειροτονίας που τελέσθηκε. Με την χειροτονία ο φορέας της αποκτά την ικανότητα να τελεί τα μυστήρια και τις λοιπές ιεροπραξίες (τελετουργική εξουσία, potestas ordinis 14 ), να διδάσκει τους πιστούς και να κηρύττει τον θείο λόγο (διδακτική εξουσία, potestas magisterii). Η έκταση της τελετουργικής εξουσίας είναι διαφορετική στους βαθμούς της Ιερωσύνης. Οι διάκονοι συμπράττουν κατά την τέλεση των ιεροπραξιών. Οι πρεσβύτεροι τελούν όλες τις ιεροπραξίες, εκτός των ειδικών για επισκόπους (χειροτονίες, χειροθεσίες, εγκαίνια ναών, καταλλαγή μετανοούντων). Παράλληλα προς την τελετουργική και διδακτική εξουσία υφίσταται η ανάγκη και τρίτης εξουσίας καθαρώς νομικής και διοικητικής, με την οποία κατευθύνεται ο κανονικός βίος της Εκκλησίας. Αυτή είναι η διοικητική εξουσία (potestas jurisdictionis vel imperii 15 ), η οποία περιλαμβάνει την νομοθετική και δικαστική. Για να είναι έγκυρη μια χειροτονία πρέπει γενικώς να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: 16 1) Δεν πρέπει να έχει προηγηθεί άλλη στον αυτό βαθμό χειροτονία. Εκείνος ο οποίος θα χειροτονηθεί δύο φορές στον αυτό ιερατικό βαθμό καθαιρείται, και όχι μόνο αυτός, αλλά και ο επίσκοπος που εν γνώσει του τον χειροτόνησε, εκτός αν η πρώτη χειροτονία έγινε από αιρετικό, οπότε είναι άκυρη (ΞΗ κανών των Αγ. Αποστόλων, ΚΖ και ΜΗ κανόνες Καρθαγένης). 17 13 Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σ. 89. 14 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 17 25. 15 Αν. Χριστοφιλόπουλου, ό.π. σσ. 17 25. 16 Π. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον (εκδ. Γ ) σσ. 159 160, Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου. 17 Κανών ΞΗ Αγ. Αποστόλων: εἴ τις ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος δευτέραν χειροτονίαν δέξηται παρά τινος, καθαιρείσθω καὶ αὐτὸς καὶ ὁ χειροτονήσας, εἰ μὴ γε ἄρα συσταίη, ὅτι παρὰ αἱρετικῶν ἔχει τὴν χειροτονίαν. ΡΠ Β 87, Γ. Αναστασιάδου, Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 58, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 122, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 30. Κανών ΚΖ Καρθαγένης: Ὁμοίως ἐβεβαιώθη, ὡς, ἐάν ποτε πρεσβύτεροι, ἢ διάκονοι, ἐπί τινι βαρυτέρᾳ ἁμαρτίᾳ ἐλεγχθῶσι, μὴ ἐπιτίθεσθαι αὐτοῖς χεῖρας ὡς μετανοοῦσιν μηδὲ ἐπιτρέπεσθαι αὐτοῖς, ὥστε ἀναβαπτιζομένους πρὸς τὸν τοῦ κλήρου βαθμὸν προκόπτειν. ΡΠ Γ 375. Κανών ΜΗ Καρθαγένης: μὴ ἐξεῖναι γίνεσθαι ἀναβαπτίσεις ἢ ἀναχειροτονήσεις ἢ μετακινήσεις ἐπισκόπων. ΡΠ Γ 419. 16

2) Η χειροτονία δεν πρέπει να τελεσθεί ἀθρόως 18 (Ι κανών Σαρδικής). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ΙΖ κανών της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, αυτό συνέβη σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεν αποτελεί όμως νόμο της Εκκλησίας. 19 3) Η χειροτονία πρέπει να μην τελείται ἀπολελυμένως, σύμφωνα με τον ΣΤ κανόνα της Δ Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος ορίζει ότι ο χειροτονούμενος πρέπει να χειροτονείται για ορισμένη θέση. Η ἀπολελυμένη χειροτονία θεωρείται αντικανονική. 20 4) Η χειροτονία πρέπει να τελεσθεί δημόσια στον Ναό και να είναι παρών ο λαός για να δώσει την μαρτυρία του για την αξία του χειροτονουμένου (κανών Ζ Θεοφίλου Αλεξανδρείας). 21 5) Να μην έχει τελεσθεί σιμωνιακώς (κανών ΚΘ Αγ. Αποστόλων, κανών Β της Δ Οικουμενικής Συνόδου, κανών ΚΒ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, κανών Ε Ζ Οικουμενικής Συνόδου). 22 6) Να μην έχει γίνει με την ψήφο αρχόντων (κανών Γ της Ζ Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος επεκτείνει την ισχύ του Λ κανόνος των Αγ. Αποστόλων και στους τρεις βαθμούς). 23 18 Γ. Αναστασιάδου, Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 58, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 122 123, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σσ. 32 33, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 28 29. 19 Κανών Ι Σαρδικής: ἐάν τις ἀξιοῖτο ἐπίσκοπος γίνεσθαι, μὴ πρότερον καθίστασθαι, ἐὰν μὴ καὶ ἀναγνώστου καὶ διακόνου καὶ πρεσβυτέρου ὑπηρεσίαν ἐκτελέσῃ Ἕξει δὲ ἑκάστου τάγματος ὁ βαθμὸς οὐκ ἐλαχίστου δηλονότι χρόνου μῆκος. ΡΠ Γ 256, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σ. 105, Γεωργίου Καψάνη, Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες σ. 94. Κανών ΙΖ Πρωτοδευτέρας Συνόδου : τοῦ λοιποῦ μηδένα τῶν λαϊκῶν ἢ μοναχῶν ἀθρόον εἰς τὸ τῆς ἐπισκοπῆς ὕψος ἀνάγεσθαι. ΡΠ Β 701. 20 Κανών ΣΤ της Δ Οικουμενικής Συνόδου: Μηδένα ἀπολελυμένως χειροτονεῖσθαι. ΡΠ Β 230, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σσ. 98 100, Γ. Αναστασιάδου, ό.π. σ. 58, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 119 120, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 32. 21 Κανών Ζ Θεοφίλου Αλεξανδρείας: Περὶ τῶν ὀφειλόντων χειροτονεῖσθαι, οὗτος ἔστω τύπος, χειροτονεῖν ἐν μέσῃ ἐκκλησίᾳ παρόντος τοῦ λαοῦ καὶ προσφωνοῦντος τοῦ ἐπισκόπου εἰ καὶ ὁ λαὸς δύναται αὐτῷ μαρτυρεῖν. ΡΠ Δ 347. 22 Κανών ΚΘ Αγ. Αποστόλων: Εἴ τις ἐπίσκοπος διὰ χρημάτων τῆς ἀξίας ταύτης ἐγκρατὴς γένοιτο ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος, καθαιρείσθω καὶ αὐτὸς καὶ ὁ χειροτονήσας. ΡΠ Β 37 πρβλ. κανόνα Ε της Ζ Οικουμενικής Συνόδου. Κανών ΚΒ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου: Τοὺς ἐπὶ χρήμασι χειροτονουμένους εἴτε ἐπισκόπους ἢ οἱουσδήποτε κληρικοὺς καὶ οὐ κατὰ δοκιμασίαν καὶ τοῦ βίου αἵρεσιν καθαιρεῖσθαι προστάττομεν, ἀλλὰ καὶ τοὺς χειροτονήσαντας. ΡΠ Β 354. 23 Κανών Γ της Ζ Οικουμενικής Συνόδου: Πᾶσαν ψῆφον γινομένην παρὰ ἀρχόντων, ἐπισκόπου ἢ πρεσβυτέρου ἢ διακόνου ἄκυρον μένειν κατὰ τὸν κανόνα τὸν λέγοντα Εἴ τις ἐπίσκοπος κοσμικοῖς ἄρχουσι χρησάμενος δι αὐτῶν ἐγκρατὴς Ἐκκλησίας γένηται, καθαιρείσθω ΡΠ Β 564. 17

β) Τα προσόντα του χειροτονούντος. 24 Για να είναι κανονική και έγκυρη μία χειροτονία πρέπει να υφίστανται οι ακόλουθες προϋποθέσεις ως προς τον χειροτονούντα επίσκοπο: 1) Ο χειροτονών πρέπει να είναι επίσκοπος κανονικώς χειροτονημένος και νομίμως εγκατεστημένος στον θρόνο του. 2) Δεν πρέπει να διατελεί σε αργία, να είναι παραιτημένος και πολύ περισσότερο δεν πρέπει να είναι καθηρημένος. 4) Δεν πρέπει να είναι αιρετικός ή σχισματικός (κανών ΞΗ Αγ. Αποστόλων). 5) Πρέπει να είναι ο αρμόδιος επίσκοπος 25 και να μην χειροτονεί παρ ἐνορίαν, 26 επεμβαίνοντας σε ξένη επισκοπική περιφέρεια, διαφορετικά πρέπει να έχει την άδεια και εντολή από τον αρμόδιο επίσκοπο 27 (κανών ΛΕ Αγ. Αποστόλων, κανών ΙΣΤ της Α Οικουμενικής Συνόδου). 6) Δεν πρέπει να είναι αυτοχειροτόνητος. Προϋπόθεση για το έγκυρο της χειροτονίας είναι η ελεύθερη και αβίαστη συγκατάθεση του υποψηφίου, απαλλαγμένη από κάθε καταναγκασμό, ψυχική πίεση ή άλλη διαταραχή του πνεύματος, που επηρεάζει την άποψή του. 28 Κανών Λ Αγ. Αποστόλων : Εἴ τις ἐπίσκοπος κοσμικοῖς ἄρχουσι χρησάμενος δι αὐτῶν ἐγκρατὴς Ἐκκλησίας γένοιτο, καθαιρείσθω ΡΠ Β 37. 24 Παντελεήμονος Ροδόπουλου (μητροπολίτου Τυρολόης), Επιτομή Κανονικού Δικαίου σσ. 123 124, Άνθιμου Σίσκου, Κανονικόν και Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 100 101, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τεύχ. γ σσ. 44 45, Ι. Κονιδάρη, Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 118 119, Σπ. Τρωϊάνου, Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 164 167, Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σσ. 99 100, Γ. Αναστασιάδου, Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 58. 25 Σπ. Τρωϊάνου Γ. Πουλή, Εκκλησιαστικό Δίκαιο σ. 236, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 121 122, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σσ. 31 32. 26 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 26 28. 27 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 32. 28 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 29 30, Γ. Αναστασιάδου, ό.π. σ. 58. 18

γ) Τα προσόντα του χειροτονουμένου. 29 Οι ιεροί κανόνες καθόρισαν τα απαιτούμενα θεμελιώδη προσόντα για την είσοδο του υποψηφίου κληρικού στις τάξεις του κλήρου, λόγω της σπουδαιότητας της ανατιθεμένης ιερής διακονίας, στηριζόμενοι καταρχήν στις επιταγές του Αποστόλου Παύλου «δεῖ τὸν ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι, μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, μὴ πάροινον, μὴ πλήκτην, ἀλλὰ ἐπιεικῆ, ἄμαχον, ἀφιλάργυρον, τοῦ ἰδίου οἴκου καλῶς προϊστάμενον, τέκνα ἔχοντα ἐν ὑποταγῇ μετὰ πάσης σεμνότητος (εἰ δέ τις τοῦ ἰδίου οἴκου προστῆναι οὐκ οἶδεν, πῶς Ἐκκλησίας Θεοῦ ἐπιμελήσεται;) μὴ νεόφυτον, ἵνα μὴ τυφωθεὶς εἰς κρίμα ἐμπέσῃ τοῦ διαβόλου. Δεῖ δὲ καὶ μαρτυρίαν καλὴν ἔχειν ἀπὸ τῶν ἔξωθεν, ἵνα μὴ εἰς ὀνιδεισμὸν ἐμπέσῃ καὶ παγίδα τοῦ διαβόλου» (Α Τιμ. 3, 2 7) και «δεῖ γὰρ τὸν ἐπίσκοπον ἀνέγκλητον εἶναι ὡς Θεοῦ οἰκονόμον, μὴ αὐθάδη, μὴ ὀργίλον, μὴ πάροινον, μὴ πλήκτην, μὴ αἰσχροκερδῆ, ἀλλὰ φιλόξενον, φιλάγαθον» (Τίτ. 1, 7 8). Θα αναφέρουμε πρώτα τα θεμελιώδη προσόντα για την χειροτονία και στους τρεις βαθμούς ιερωσύνης, καθώς και εκείνα που ισχύουν μόνο για τους δύο πρώτους βαθμούς και στη συνέχεια θα επισημάνουμε τα επιπλέον ειδικά προσόντα για εκλογή στο βαθμό του επισκόπου. α) Για την εισδοχή στον κλήρο τα θεμελιώδη προσόντα είναι δύο. Η ύπαρξή τους στηρίζεται στο Θείο Δίκαιο. Η πράξη και η συνήθεια της Αποστολικής Εκκλησίας και συνακόλουθα η εκκλησιαστική νομοθεσία βεβαίωσε παντοτινά την σπουδαιότητα και την αναγκαιότητα αυτών των προσόντων. Πρώτον το βάπτισμα. Ο υποψήφιος πρέπει να είναι βαπτισμένος και κεχρισμένος χριστιανός ορθόδοξος και το βάπτισμα να είναι έγκυρο. 30 29 Παντελεήμονος Ροδόπουλου (μητροπολίτου Τυρολόης), Επιτομή Κανονικού Δικαίου σσ. 124 125 και σσ. 143 144, Νικοδήμου Μίλας, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας σσ. 361 376, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Ελληνικόν Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τεύχ. γ σσ. 48 55, Άνθιμου Σίσκου, Κανονικόν και Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 102 116, Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Παν. Μπούμη, Στοιχεία Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 91 93, Κ. Βαβούσκου, Εγχειρίδιον Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 286 294, Ι. Κονιδάρη, Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 120, Π. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον (εκδ. Γ ) σ. 157, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σσ. 102 103 και σ. 105, Σπ. Τρωϊάνου Γ. Πουλή, Εκκλησιαστικό Δίκαιο σ. 238, Γ. Αναστασιάδου, Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 54 58, Παντελεήμονος Ροδόπουλου (μητροπολίτου Τυρολόης), Μαθήματα Ποιμαντικής σσ. 49 51, Χρήστου Βάντσου, Θέματα ποιμαντικής ψυχολογίας σσ. 47 48, Αθανάσιου Γκίκα (πρωτ/τέρου), Μαθήματα Ποιμαντικής σσ. 82 84 και σσ. 87 89, επισκόπου Αχελώου Ευθύμιου, Θέματα ποιμαντικής δεοντολογίας σσ. 49 52, Νεκταρίου Κεφαλά (μητροπολίτου Πενταπόλεως), Μαθήματα Ποιμαντικής σσ. 114, 117, 130, 132, Γεωργίου Καψάνη, Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες σσ. 105 107, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σσ. 62 63. 19

Γι αυτό η Εκκλησία δεν αναγνωρίζει την χειροτονία, η οποία τελέσθηκε σε άλλη θρησκευτική Ομολογία, της οποίας θεωρεί το βάπτισμα άκυρο. Δεύτερο θεμελιώδες και απαραίτητο προσόν είναι ότι ο υποψήφιος κληρικός πρέπει, σύμφωνα με την Αγία Γραφή (Α Κορ. 14, 34 35, Α Τιμ. 2, 11 πρβλ. Ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου), να ανήκει στο ανδρικό φύλο. 31 β) Ο μέλλων να χειροτονηθεί κληρικός οφείλει να έχει διάφορα φυσικά και ψυχικά προσόντα, προσόντα ελεύθερης κοινωνικής θέσεως και προσόντα αγαθής υπολήψεως. i ) Τα φυσικά προσόντα Στα φυσικά προσόντα συγκαταλέγεται η προβλεπόμενη από τους ιερούς κανόνες ηλικία. 32 Η είσοδος στον κλήρο είναι έργο εκούσιας βούλησης και προϋποθέτει ότι αυτός που θα ιερωθεί είναι εδραίος στην πίστη και κατανοεί την σημασία και σπουδαιότητα της διακονίας, στην οποία θα αφιερωθεί. Γι αυτό είναι αναγκαία η ώριμη ηλικία, έτσι ώστε ο υποψήφιος να ερευνήσει την ελεύθερη θέλησή του και η Εκκλησία με την σειρά της να έχει τα εχέγγυα ότι ο υποψήφιος κληρικός έχει συνείδηση της υψηλής διακονίας που αναλαμβάνει. Η αρχαία εκκλησιαστική νομοθεσία επεσήμανε σχετικά την προσοχή στο θέμα αυτό και όρισε ως κατώτερο όριο ηλικίας το τριακοστό έτος για τον πρεσβύτερο και το εικοστό πέμπτο για τον διάκονο (κανών ΙΑ Νεοκαισαρείας, κανών ΙΔ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, κανών ΙΣΤ Καρθαγένης, Νομοκάνων κεφ. ΚΗ τίτλ. Α ). 33 30 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 30, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 34. 31 Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 123 124. 32 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 30 33, Χ. Φραγκίστα, ό.π. σ. 125, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 34. 33 Κανών ΙΑ Νεοκαισαρείας: Πρεσβύτερος πρὸ τῶν τριάκοντα ἐτῶν μὴ χειροτονείσθω, ἐὰν καὶ πάνυ ᾖ ὁ ἄνθρωπος ἄξιος, ἀλλὰ ἀποτηρείσθω. Ὁ γὰρ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν τῷ τριακοστῷ ἔτει ἐβαπτίσθη καὶ ἤρξατο διδάσκειν ΡΠ Γ 88, Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 83 84, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σ. 74. Κανών ΙΔ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου: Ὁ τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων ἡμῶν Πατέρων κρατείτω κανὼν καὶ ἐν τούτῳ, ὥστε πρεσβύτερον πρὸ τῶν τριάκοντα ἐτῶν μὴ χειροτονεῖσθαι ΡΠ Β 337. Κανών ΙΣΤ Καρθαγένης: καὶ ἵνα πρὸ τῶν εἰκοσιπέντε ἐνιαυτῶν μήτε διάκονοι χειροτονῶνται ΡΠ Γ 342. Κανών ΙΔ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου: ὁμοίως μήτε διάκονος πρὸ τῶν εἰκοσιπέντε χρόνων ΡΠ Β 337. 20

Οι ιεροί κανόνες δεν θέτουν ρητά περιορισμούς για την εκλογή κληρικού στους πρώτους βαθμούς ιερωσύνης ως προς την σωματική τους κατάσταση, με εξαίρεση τον ΚΒ κανόνα των Αγ. Αποστόλων, που αναφέρεται στον εκούσιο ακρωτηριασμό. 34 Ο ΟΗ κανών των Αγ. Αποστόλων, που ορίζει να μην είναι ο επίσκοπος κωφός ή τυφλός «ἵνα μὴ τὰ ἐκκλησιαστικὰ παρεμποδίζοιτο», ίσως έχει ισχύ και για τους πρώτους βαθμούς ιερωσύνης. 35 Αντίθετα, σύμφωνα με τον ΟΖ κανόνα των Αγ. Αποστόλων «Εἴ τις ἀνάπηρος ᾖ τὸν ὀφθαλμὸν ἢ τὸ σκέλος πεπληγμένος, ἄξιος δέ ἐστιν ἐπισκοπῆς, γινέσθω οὐ γὰρ λώβη σώματος αὐτὸν μιαίνει, ἀλλὰ ψυχῆς μολυσμός». 36 ii) Τα ψυχικά προσόντα. Ψυχικό προσόν είναι να είναι εγκρατής περί την πίστη 37 και να μην είναι νεόφυτος σ αυτή. Ο υποψήφιος οφείλει να γνωρίζει τις αλήθειες της χριστιανικής πίστεως και να είναι σε θέση να τις διδάξει και σε άλλους. 38 Η πίστη του πρέπει να είναι εδραία και αδιάσειστη και να έχει δοκιμασθεί αρκετό χρόνο (βλ. Α Τιμ. 3, 3. 4, 16. Β Τιμ. 2, 25. 3, 15 17, κανών Β της Α Οικουμενικής Συνόδου, κανών ΝΗ των Αγ. Αποστόλων). 39 Η ύπαρξη των παραπάνω διαπιστώνεται με εξέταση των υποψηφίων κληρικών (κανόνες Θ και Ι της Α Οικουμενικής Συνόδου), 40 ενώ ο αφορισμός ή η καθαίρεση 34 Κανών ΚΒ Αγ. Αποστόλων (πρβλ. τους ΚΓ και ΚΔ Κανόνες): Ὁ ἀκρωτηριάσας ἑαυτὸν μὴ γινέσθω κληρικός. ΡΠ Β 30, Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 80 81, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 33 34, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 124, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σ. 73. 35 Κανών ΟΗ Αγ. Αποστόλων : Κωφὸς δὲ ὤν, καὶ τυφλός, μὴ γινέσθω ἐπίσκοπος οὐχ ὡς μεμιασμένος, ἀλλ ἵνα μὴ τὰ ἐκκλησιαστικὰ παρεμποδίζοιτο. ΡΠ Β 100, Σπ. Μακρή, ό.π. σσ. 73 74, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 33. 36 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σσ. 36 37. 37 Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, ό.π. σσ. 84 87, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 125, Αν. Χριστοφιλόπουλου, ό.π. σ. 35, Σπ. Μακρή, ό.π. σσ. 64 66. 38 Σπ. Μακρή, ό.π. σσ. 70 71, Αν. Χριστοφιλόπουλου, ό.π. σ. 35. 39 Κανών Β της Α Οικουμενικής Συνόδου : Ἐπειδὴ ἐγένετο παρὰ τὸν κανόνα τὸν ἐκκλησιαστικόν, ὥστε ἀνθρώπους ἀπὸ ἐθνικοῦ βίου ἄρτι προσελθόντας τῇ πίστει, καὶ ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ κατηχηθέντας προάγειν εἰς ἐπισκοπὴν ἢ εἰς πρεσβυτέριον, καλῶς ἔδοξεν ἔχειν, τοῦ λοιποῦ μηδὲν τοιοῦτο γίνεσθαι. Καὶ γὰρ καὶ χρόνου δεῖ τῷ κατηχουμένῳ καὶ μετὰ τὸ βάπτισμα δοκιμασίας πλείονος. Σαφὲς γὰρ τὸ ἀποστολικὸν γράμμα τὸ λέγον μὴ νεόφυτον, ἵνα μὴ τυφωθεὶς εἰς κρίμα ἐμπέσῃ τοῦ διαβόλου. ΡΠ Β 116 117, Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, ό.π. σσ. 87 90. Κανών ΝΗ Αγ. Αποστόλων: Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἀμελῶν τοῦ κλήρου ἢ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ παιδεύων αὐτοὺς τὴν εὐσέβειαν, ἀφοριζέσθω, ἐπιμένων δὲ τῇ ἀμελείᾳ καθαιρείσθω. ΡΠ Β 75. 40 Κανών Θ της Α Οικουμενικής Συνόδου : Εἴ τινες ἀνεξετάστως προήχθησαν πρεσβύτεροι, ἀνακρινόμενοι ὡμολόγησαν τὰ ἁμαρτήματα αὐτῶν καὶ ὁμολογησάντων 21

που προβλέπουν οι ιεροί κανόνες σε περίπτωση μη υπάρξεως των προσόντων αυτών φανερώνουν την ισχύ τους ως προσόντων. Το ίδιο όριζε και η Βυζαντινή πολιτική νομοθεσία (βλ. Νεαρά Ιουστινιανού ΡΚΓ, 12 και ΡΛΖ, 2). Από τον υποψήφιο ζητούνταν επιβεβαίωση της πίστεώς του για την ακριβή τήρηση των εκκλησιαστικών παραγγελμάτων και καθηκόντων του, με όρκο (βλ. Νεαρά Ιουστινιανού ΡΛΖ, 12). Οριζόταν, ακόμη, πνευματικός για να εξετάσει την συνείδησή του και να βεβαιώσει δημοσίως ότι τον βρήκε άξιο του ιερατικού αξιώματος. 41 iii) Τα προσόντα της ελεύθερης κοινωνικής θέσεως του υποψηφίου. Τα σχετικά προσόντα αποβλέπουν στην κατοχύρωση της ελεύθερης θελήσεως και στην αυτοτελή και ανεξάρτητη θέση του υποψηφίου μέσα στην κοινωνία. Ως προς τον πρώτο όρο, κανείς δεν μπορεί να εξαναγκασθεί σε χειροτονία και μάλιστα εάν έχει ορκιστεί. Οι ιεροί κανόνες κατακρίνουν κάθε χειροτονία η οποία γίνεται παρά την θέληση του χειροτονουμένου (κανών Ι Μ. Βασιλείου και σχετική ερμηνεία του Ζωναρά). 42 Ως προς τον δεύτερο όρο, φαίνεται από τους ιερούς κανόνες η αμετάθετη αρχή ότι ο υποψήφιος κατά την κοινωνική του θέση πρέπει να είναι ανεξάρτητος (Νομοκάνων τίτλος Α κεφ. ΛΣΤ, ΡΠ Α 77) και ότι ο κληρικός οφείλει να αφιερώσει τον εαυτό του αποκλειστικά στην εκκλησιαστική διακονία, μακρυά από κοσμικές φροντίδες και υποθέσεις (κανόνες ΣΤ, ΠΑ, ΠΓ Αγ. Αποστόλων). 43 Για το λόγο αυτό οι ιεροί κανόνες απαγορεύουν την εισδοχή στον κλήρο στους δούλους χωρίς τη συγκατάθεση των κυρίων τους (κανών ΠΒ Αγ. Αποστόλων) ή την ταυτόχρονη ενασχόληση του κληρικού με αὐτῶν, παρὰ κανόνα κινούμενοι οἱ ἄνθρωποι τοῖς τοιούτοις χεῖρα ἐπιτεθείκασι, τούτους ὁ κανὼν οὐ προσίεται τὸ γὰρ ἀνεπίληπτον ἐκδικεῖ ἡ καθολικὴ ἐκκλησία. ΡΠ Β 137. Κανών Ι της Α Οικουμενικής Συνόδου: Ὅσοι προεχειρίσθησαν τῶν παραπεπτωκότων κατ ἄγνοιαν ἢ καὶ προειδότων τῶν προχειρισαμένων, τοῦτο οὐ προκρίνει τῷ κανόνι τῷ ἐκκλησιαστικῷ γνωσθέντες γὰρ καθαιροῦνται. ΡΠ Β 138. 41 Πηδάλιον, Τύπος Κανονικής Συμμαρτυρίας έκδοση 1864 σ. 758, Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σ. 127. 42 Κανών Ι Μ. Βασιλείου : Οἱ ὀμνύοντες μὴ καταδέχεσθαι τὴν χειροτονίαν, ἐξομνύμενοι μὴ ἀναγκαζέσθωσαν ἐπιορκεῖν ΡΠ Δ 124. 43 Κανών ΣΤ Αγ. Αποστόλων: Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος κοσμικὰς φροντίδας μὴ ἀναλαμβανέτω, εἰ δὲ μή, καθαιρείσθω. ΡΠ Β 9. Κανών ΠΑ Αγ. Αποστόλων: οὐ χρὴ ἐπίσκοπον ἢ πρεσβύτερον καθιέναι ἑαυτὸν εἰς δημοσίας διοικήσεις ΡΠ Β 104. Κανών ΠΓ Αγ. Αποστόλων : Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος στρατείᾳ σχολάζων καὶ βουλόμενος ἀμφότερα κατέχειν καθαιρείσθω..ρπ Β 107, Μ. Σακελλαρόπουλου, ό.π. σσ. 90 93. 22

στρατιωτικές υποθέσεις (κανών ΠΓ Αγ. Αποστόλων, βλ. και Codex Theodοsiani Liber I tit. 20 c 12 και Codex Justiniani Liber I tit. 3 c 27). 44 iv) Τα προσόντα της αγαθής υπολήψεως. 45 Ο υποψήφιος κληρικός πρέπει να χαίρει καλής φήμης και αγαθής υπολήψεως στην κοινωνία (βλ. Α Τιμ. 3, 2 7). Το προσόν αυτό ονομάζεται ἡ ἔξωθεν καλή μαρτυρία. Οι ιεροί κανόνες ορίζουν τί απάδει προς την ιδιότητα του κληρικού και συνεπάγεται την αποβολή ή την καθαίρεσή του. Έμμεσα, συνεπώς, μπορούμε να δεχτούμε ότι οι επιταγές αυτές ισχύουν και για τον υποψήφιο κληρικό (προ της χειροτονίας του). Ό,τι επιφέρει την καθαίρεση κληρικού σύμφωνα με τους κανόνες (π.χ. ιερούς κανόνες ΜΒ κ.εξ. των Αγ. Αποστόλων, ΙΗ και ΚΖ της Δ Οικουμενικής Συνόδου κ.ά.) θα μπορούσε να αποτελεί κώλυμα για εκλογή επισκόπου. Θα αναφέρουμε ορισμένα χαρακτηριστικά κωλύματα. Ειδικότερα, η προϋπόθεση της ἔξωθεν καλῆς μαρτυρίας μπορεί να διακριθεί σε δύο είδη: α) του κληρικού ως ατόμου. i. να μην έχει αρνηθεί την χριστιανική πίστη (κανών ΞΒ Αγ. Αποστόλων, κανόνες Ι της Α Οικουμενικής Συνόδου, ΟΓ Μ. Βασιλείου πρβλ. κανόνες Α, Β, Γ Αγκύρας, κανών Ι Πέτρου Αλεξανδρείας). 46 ii. να μην ασκεί ατιμωτικά επαγγέλματα (κανών Θ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, κανών ΙΣΤ Καρθαγένης). 47 44 Κανών ΠΒ Αγ. Αποστόλων: Οἰκέτας εἰς κλῆρον προχειρίζεσθαι ἄνευ τῆς τῶν δεσποτῶν γνώμης οὐκ ἐπιτρέπομεν ΡΠ Β 105, Γεωργίου Καψάνη, Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες σ. 100. 45 Π. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον (εκδ. Γ ) σσ. 158 159, Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου, Άνθιμου Σίσκου, Κανονικόν και Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 109 113, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σσ. 118 119, Μελέτιου Σακελλαρόπουλου, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 93 97, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 125, Ιακώβου Πηλίλη, Η χριστιανική ιερωσύνη σσ. 492 493, Σπ. Μακρή, Επίτομη Ποιμαντική σσ. 66 67. 46 Κανών ΞΒ Αγ. Αποστόλων : Εἴ τις κληρικὸς διὰ φόβον ἀνθρώπινον, Ἰουδαίου ἢ Ἕλληνος ἢ αἱρετικοῦ ἀρνήσεται, εἰ μὲν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀποβαλλέσθω ΡΠ Β 80. Κανών Ι της Α Οικουμενικής Συνόδου : Ὅσοι προεχειρίσθησαν τῶν παραπεπτωκότων, κατ ἄγνοιαν, ἢ καὶ προειδότων τῶν προχειρισαμένων, τοῦτο οὐ προκρίνει τῷ κανόνι τῷ ἐκκλησιαστικῷ γνωσθέντες γὰρ καθαιροῦνται. ΡΠ Β 138. Κανών ΟΓ Μ. Βασιλείου : Ὁ τὸν Χριστὸν ἀρνησάμενος καὶ παραβὰς τὸ τῆς σωτηρίας μυστήριον, ἐν παντὶ τῷ χρόνῳ τῆς ζωῆς αὐτοῦ προσκλαίειν ὀφείλει ΡΠ Δ 233 234. 47 Κανών Θ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου : Μηδενὶ ἐξεῖναι κληρικῷ καπηλικὸν ἐργαστήριον ἔχειν. ΡΠ Β 326. Κανών ΙΣΤ Καρθαγένης: ἐπίσκοποι καὶ πρεσβύτεροι καὶ διάκονοι μηδὲ ἔκ τινος αἰσχροῦ ἢ ἀτίμου πράγματος τροφὴν πορίζονται. ΡΠ Γ 342. 23

iii. να μην είναι σφετεριστής ξένης περιουσίας (κανών Β Νεοκαισαρείας, κανών ΛΕ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, πρβλ. κανόνες ΛΗ Αγ. Αποστόλων, ΙΒ της Ζ Οικουμενικής Συνόδου). iv. να μην είναι αισχροκερδής ή τοκογλύφος (κανόνες ΜΔ Αγ. Αποστόλων, ΙΖ της Α Οικουμενικής Συνόδου, Γ της Δ Οικουμενικής Συνόδου, Ι Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου). 48 v. να μην έχει φονεύσει ακουσίως ή εκουσίως (βλ. κανόνες ΞΕ Αγ. Αποστόλων, ΝΕ Μ. Βασιλείου, Ε Γρηγορίου Νύσσης). 49 vi. να μην έχει υποπέσει σε σαρκικά αμαρτήματα (βλ. κανόνες ΞΑ Αγ. Αποστόλων, Θ, Ι Νεοκαισαρείας) 50 ούτε με την μνηστή του προ της τελέσεως του γάμου (βλ. κανόνα ΞΘ Μ. Βασιλείου). 51 vii. να μην είναι επίορκος (κανών ΚΕ Αγ. Αποστόλων). 52 β) ως οικογενειάρχου (κυρίως επί πρεσβυτέρων). i. να μην έχει συνάψει άθεσμο και παράνομο γάμο, π.χ. να μην είναι δίγαμος, να μην έχει συζευχθεί χήρα, ή διαζευγμένη, ή διωγμένη από τον πρώτο της άνδρα, ή μοιχευομένη, ή συγγενή, ή κακόφημη 48 Κανών ΜΔ Αγ. Αποστόλων : Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος τόκους ἀπαιτῶν τοὺς δανειζομένους ἢ παυσάσθω ἢ καθαιρείσθω. ΡΠ Β 59. Κανών ΙΖ της Α Οικουμενικής Συνόδου: εἴ τις εὑρεθείη τόκους λαμβάνων ἢ ἡμιολίας ἀπαιτῶν ἢ ὅλως ἕτερόν τι ἐπινοῶν κέρδους ἕνεκα, καθαιρεθήσεται τοῦ κλήρου ΡΠ Β 151. Κανών Γ της Δ Οικουμενικής Συνόδου : τῶν ἐν τῷ κλήρῳ κατειλεγμένων τινὲς δι αἰσχροκέρδειαν ἀλλοτρίων κτημάτων γίνονται μισθωταὶ μηδένα τοῦ λοιποῦ, μὴ ἐπίσκοπον, μὴ κληρικὸν μὴ μονάζοντα μισθοῦσθαι κτήματα ΡΠ Β 220. Κανών Ι Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου : Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος τόκους ἢ τὰς λεγομένας ἑκατοστὰς λαμβάνων ἢ παυσάσθω ἢ καθαιρείσθω. ΡΠ Β 328, Γεωργίου Καψάνη, Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες σ. 100. 49 Κανών ΞΕ Αγ. Αποστόλων : Εἴ τις κληρικός, ἐν μάχῃ τινὰ κρούσας, καθαιρείσθω διὰ τὴν προπέτειαν αὐτοῦ ΡΠ Β 83. Κανών ΝΕ Μ. Βασιλείου : Οἱ τοῖς λῃσταῖς ἀντεπεξιόντες, κληρικοὶ δὲ ὄντες, τοῦ βαθμοῦ καθαιροῦνται ΡΠ Δ 212.. Κανών Ε Γρηγορίου Νύσσης : κἂν ἀκουσίως τις γένηται ἐν τῷ τοῦ φόνου μιάσματι ἀπόβλητον ἱερατικῆς χάριτος ὁ κανὼν ἀπεφήνατο ΡΠ Δ 316. 50 Κανών Θ Νεοκαισαρείας : Πρεσβύτερος, ἐὰν προημαρτηκὼς σώματι προαχθῇ, καὶ ὁμολογήσῃ, ὅτι ἥμαρτε πρὸ τῆς χειροτονίας, μὴ προσφερέτω, μένων ἐν τοῖς λοιποῖς ΡΠ Γ 84. Κανών Ι Νεοκαισαρείας : Ὁμοίως καὶ διάκονος ἐὰν τῷ αὐτῷ ἁμαρτήματι περιπέσῃ, τὴν τοῦ ὑπηρέτου τάξιν ἐχέτω. ΡΠ Γ 87. Κανών ΞΑ Αγ. Αποστόλων : Εἴ τις κατηγορία γένηται κατὰ πιστοῦ, πορνείας ἢ μοιχείας εἰς κλῆρον μὴ προαγέσθω. ΡΠ Β 79. 51 Κανών ΞΘ Μ. Βασιλείου: Ἀναγνώστης, εἰ τῇ ἑαυτοῦ μνηστῇ πρὸ τοῦ γάμου συναλλάξειεν, μένων ἀπρόκοπος. ΡΠ Δ 225, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σσ. 38 39. 52 Κανών ΚΕ Αγ. Αποστόλων: Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος ἐπὶ πορνείᾳ ἢ ἐπιορκίᾳ ἢ κλοπῇ ἁλοὺς καθαιρείσθω ΡΠ Β 32. 24

γυναίκα, ή ηθοποιό, ή δούλη (βλ. κανόνες ΙΖ, ΙΗ, ΙΘ Αγ. Αποστόλων, Γ και ΚΣΤ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, Η και Θ Νεοκαισαρείας). 53 ii η σύζυγος, τα τέκνα και όλοι οι οικιακοί του να μην είναι αλλόθρησκοι ή ετεροδόξοι (βλ. κανόνα ΛΣΤ Καρθαγένης). 54 Όταν ένα εκ των ανωτέρω κωλυμάτων γίνει γνωστό στον χειροτονούντα μετά την τέλεση της χειροτονίας, δεν καθαιρείται ο κληρικός αλλά τίθεται σε αργία. Μπορεί δηλαδή να εφαρμοσθεί η αρχή της Οικονομίας (βλ. Γ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου). 55 ε) Kωλύματα ιερωσύνης. 56 Είναι φανερό ότι η έλλειψη των προσόντων της αγαθής υπολήψεως του υποψηφίου κληρικού, που εκτέθηκαν παραπάνω, αποτελούν κωλύματα ιερωσύνης. Οι ιεροί κανόνες δεν καθορίζουν εξαντλητικά τα παραπτώματα που χαρακτηρίζουν επιλήψιμο τον βίο των υποψηφίων, ώστε να τους στερούν το δικαίωμα της χειροτονίας. Είναι στην διακριτική ευχέρεια του χειροτονούντος να κρίνει και να αποφασίσει για 53 Κανών ΙΖ Αγ. Αποστόλων : Ὁ δυσὶ γάμοις συμπλακεὶς μετὰ τὸ βάπτισμα ἢ παλλακὴν κτησάμενος οὐ δύναται εἶναι ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος ΡΠ Β 23, Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σσ. 37 38. Κανών ΙΗ Αγ. Αποστόλων : Ὁ χήραν λαβὼν ἢ ἐκβεβλημένην ἢ ἑταίραν ἢ οἰκέτιν ἢ τῶν ἐπὶ σκηνῆς οὐ δύναται εἶναι ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος ΡΠ Β 25. Κανών ΙΘ Αγ. Αποστόλων : Ὁ δύο ἀδελφὰς ἀγαγόμενος ἢ ἀδελφιδήν, οὐ δύναται εἶναι κληρικός. ΡΠ Β 26. Κανών Γ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου : τοὺς ἐν κλήρῳ καταλεγομένους ἀνακαθᾶραι τε τὰ ἐξ ἀθέσμων γάμων τούτοις ἐπιτριβέντα μύση ΡΠ Β 312. Κανών ΚΣΤ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου : Πρεσβύτερον, τὸν κατὰ ἄγνοιαν ἀθέσμῳ γάμῳ περιπαρέντα, καθέδρας μὲν μετέχειν τῶν δὲ λοιπῶν ἐνεργειῶν ἀπέχεσθαι. ΡΠ Β 361. Κανών Η Νεοκαισαρείας: Γυνή τινος μοιχευθεῖσα λαϊκοῦ ὄντος, ἐὰν ἐλεγχθεῖ φανερῶς, ὁ τοιοῦτος εἰς ὑπηρεσίαν ἐλθεῖν οὐ δύναται. Ἐὰν δὲ καὶ μετὰ τὴν χειροτονίαν μοιχευθῇ, ὀφείλει ἀπολῦσαι αὐτήν ἐὰν δὲ συζῇ, οὐ δύναται ἔχεσθαι τῆς ἐγχειρισθείσης αὐτῷ ὑπηρεσίας. ΡΠ Γ 82. Κανών ΛΣΤ Καρθαγένης: Ὥστε ἐπισκόπους καὶ πρεσβυτέρους καὶ διακόνους μὴ χειροτονεῖσθαι, πρὶν ἢ πάντας τοὺς ἐν τῷ οἴκῳ αὐτῶν χριστιανοὺς ὀρθοδόξους ποιήσωσιν. ΡΠ Γ 399. 54 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σ. 33. 55 Κανών Γ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου : πρὸς τοῦτο δὲ τῶν μὲν τῆς Ρωμαίων ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τὸν τῆς ἀκριβείας τηρηθῆναι κανόνα προτιθεμένων, τῶν δὲ ὑπὸ τὸν τῆς θεοφυλάκτου ταύτης καὶ βασιλίδος πόλεως θρόνον, τὸν τῆς φιλανθρωπίας καὶ συμπαθείας ΡΠ Β 312. 56 Παντελεήμονος Ροδόπουλου (μητροπολίτου Τυρολόης), Επιτομή Κανονικού Δικαίου σσ. 124 125, Σπ. Τρωϊάνου Γ. Πουλή, Εκκλησιαστικό Δίκαιο σ. 238, Ευάγγελου Μαντζουνέα, Εκκλησιαστικόν Δίκαιον τ. Α σσ. 111 118, Π. Παναγιωτάκου, Η ιερωσύνη και αι εξ αυτής νομοκανονικαί συνέπειαι σσ. 59 63. 25

τυχόν έλλειψη ευθέος βίου από την πλευρά του υποψηφίου και αυτό αποσκοπώντας 57 στην προαγωγή του έργου της Εκκλησίας. Γενικώς, ο κληρικός πρέπει να διακρίνεται για τη σεμνότητα του βίου του (κανών ΠΘ Μ. Βασιλείου, κανών Δ Κυρίλλου Αλεξανδρείας). 58 στ) Κανονικές συνέπειες της χειροτονίας. 59 Ο χειροτονούμενος δεν μπορεί να αποβάλει την ιδιότητα του κληρικού με παραίτηση παρά μόνο για κανονικά παραπτώματα που συνεπάγονται την καθαίρεση (Επιστολή Γ Οικουμενικής Συνόδου προς την εν Παμφυλίᾳ Σύνοδο, κανών Γ Κυρίλλου Αλεξανδρείας). 60 Ο κληρικός δεν μπορεί να συνάψει νόμιμο γάμο μετά την χειροτονία του (κανών ΚΣΤ Αγ. Αποστόλων, κανών ΣΤ Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου). Σαν συνέπεια, τα τέκνα που προέρχονται από τον τυχόν γάμο δεν θεωρούνται γνήσια, ούτε καν φυσικά και ο γάμος είναι άκυρος. Κατ αυτό τον τρόπο απαγορεύεται ο δεύτερος γάμος των χήρων κληρικών. Ο κληρικός δεν μετατίθεται από την θέση για την οποία χειροτονήθηκε. Εξαίρεση γίνεται όταν για ανώτερο πνευματικό λόγο κληθεί να συντελέσει στην πρόοδο των πιστών και την προαγωγή των σκοπών της Εκκλησίας. Ο κληρικός δεν υποβιβάζεται από ανώτερο βαθμό σε κατώτερο (ΚΘ κανών Δ Οικουμενικής Συνόδου). ζ) Κανονικά προσόντα υποψηφίων επισκόπων. 61 Είναι αυτονόητο, ότι τα κανονικά προσόντα που απαιτούνται για την εκλογή ενός κληρικού στο επισκοπικό αξίωμα είναι αυξημένα σε σχέση με τα προσόντα για τους δύο πρώτους βαθμούς ιερωσύνης. Αυτά είναι : 1) να έχει την κατάλληλη ηλικία. Η ηλικία αυτή δεν ορίζεται από τους ιερούς κανόνες επακριβώς, εννοείται, όμως ότι δεν θα είναι μικρότερη από το τριακοστό έτος που απαιτείται για την χειροτονία του 57 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Θέματα Βυζαντινού Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 39 44. 58 Αν. Χριστοφιλόπουλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 39. 59 Άνθιμου Σίσκου, Κανονικόν και Εκκλησιαστικόν Δίκαιον σσ. 123 124, Παν. Μπούμη, Στοιχεία Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 95 97, Π. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον (εκδ. Γ ) σσ. 160 161, Ιερώνυμου Κοτσώνη, Μαθήματα Κανονικού Δικαίου. 60 Σπ. Τρωϊάνου Γ. Πουλή, Εκκλησιαστικό Δίκαιο σσ. 242 243, Γ. Αναστασιάδου, Σημειώσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 61 62, Χ. Φραγκίστα, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου σσ. 129 132, Αν. Χριστοφιλόπουλου, ό.π. σσ. 41 42. 61 Παντελεήμονος Ροδόπουλου (μητροπολίτου Τυρολόης), Επιτομή Κανονικού Δικαίου σσ. 143 144. 26