Ο Ρόλος της Ηλικίας στα Τροχαία Ατυχήματα και στην Σοβαρότητά τους Ευαγγελία Μαντζούφα, ΑΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ, evaggelia91@hotmail.com Γιάννης Τυρινόπουλος, ΑΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ, yannist@teiath.gr Περίληψη Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει τον ρόλο της ηλικίας του οδηγού ενός οχήματος στην πρόκληση τροχαίου ατυχήματος και στη σοβαρότητά του. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε μια εκτενής ανασκόπηση της υφιστάμενης βιβλιογραφίας, η οποία περιελάμβανε ερευνητικά προγράμματα, διπλωματικές εργασίες, επιστημονικά άρθρα και μελέτες με παρόμοιο θέμα ή σχετικούς στόχους, καθώς και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται αναλυτικά η έρευνα ερωτηματολογίου, η οποία πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Αττικής με τη χρήση ανώνυμων ερωτηματολογίων σε δείγμα τετρακοσίων (400) ατόμων ηλικίας 18 έως 65 ετών και διήρκησε από τις αρχές Νοεμβρίου του 2013 έως το τέλος Ιανουαρίου του 2014. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι οδηγοί ηλικίας 18 έως 25 ετών είναι υπεύθυνοι για τα περισσότερα τροχαία ατυχήματα (37%) και οι οδηγοί 18 έως 35 ετών για τα δύο τρίτα περίπου (63%) των συνολικών τροχαίων ατυχημάτων. Επίσης, αποδείχτηκε ότι όσο αυξάνεται η ηλικία του οδηγού τόσο μειώνεται η πιθανότητα πρόκλησης τροχαίου ατυχήματος, ωστόσο την ίδια στιγμή αυξάνεται η πιθανότητα πρόκλησης σοβαρότερου ατυχήματος. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων, αποδεικνύεται ότι οι νεαροί οδηγοί (18-25 ετών) είναι τρεις φορές πιθανότερο να προκαλέσουν ατύχημα από κάποιον οδηγό ηλικίας 36 έως 65 ετών, ενώ οι οδηγοί ηλικίας 26 έως 35 είναι δύο φορές πιο πιθανό. Όσον αφορά την αναλογία ελαφριών (μη σοβαρών) τροχαίων ατυχημάτων προς τα σοβαρά, αυτή ξεκινά από 3:1 στους νεαρούς οδηγούς και μειώνεται όσο αυξάνει η ηλικία του οδηγού μέχρι να φτάσει σε 2:1 στους οδηγούς ηλικίας 56 έως 65 ετών. Τέλος, η έρευνα απέδωσε και δύο περιπτώσεις θανάτου σε σύνολο 321 τροχαίων ατυχημάτων, όπου ο συμμετέχων στην έρευνα είχε την ευθύνη, ο ένας στην ηλικιακή κατηγορία 18 έως 25 ετών και ο άλλος στην κατηγορία 46 έως 55 ετών. Λέξεις κλειδιά: οδική ασφάλεια, τροχαία ατυχήματα, ηλικία, σοβαρότητα, έρευνα ερωτηματολογίου Abstract The purpose of this research is to investigate the role of vehicle drivers age in causing a traffic accident and the accident s severity. A comprehensive review of the existing literature on the subject was performed, which included research projects, theses, scientific articles and studies with a similar subject or related objectives and the conclusions that they reached. The review was followed by a questionnaire survey, which took place in the Attica region, using anonymous questionnaires in a sample of four hundred (400) people aged between 18 and 65 years, and lasted from early November 2013 to late January 2014. According to the survey results, drivers aged between 18 and 25 years are responsible for most traffic accidents (37%) and drivers between 18 and 35 years old for about 63% of the total road accidents. It was also proved that as a driver ages, the possibility of a traffic accident is reduced, but at the same time the probability of a more severe accident is increased. According to the answers of the respondents, it is proved that young drivers (18-25 years) are three times more likely to cause an accident than a driver between 36 and 65 years old, while drivers between 26 and 35 are twice as likely. As far as the proportion of light (not serious) road accidents to severe ones is concerned, it is 3:1 among young drivers and diminishes as the driver s age increases, until it reaches 2:1 in drivers between 56-65 years old. Finally, the investigation yielded two cases of death in a total of 321 road accidents, where the participant of the research was responsible, one at the age group of 18-25 years and the other in the category of 46-55 years. Keywords: road safety, road accidents, age, severity, questionnaire survey
1) ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1) Ο Ρόλος της Ηλικίας στην Οδική Ασφάλεια Ο όρος οδική ασφάλεια αναφέρεται στην ασφαλή οδήγηση των οχημάτων συνολικά, στην ασφαλή μεταφορά εμπορευμάτων με οχήματα, στην προστασία των πεζών από τα οχήματα και στην αποφυγή των τροχαίων ατυχημάτων γενικότερα. Τροχαίο ατύχημα, σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (World Health Organization, 2014), είναι κάθε ατύχημα το οποίο σχετίζεται με μηχανοκίνητο όχημα που χρησιμοποιείται ή προορίζεται για τη μεταφορά ατόμων ή εμπορευμάτων από ένα σημείο σε ένα άλλο και συμβαίνει σε δρόμο. Ο ρόλος και η σημασία της οδικής ασφάλειας στην κοινωνία αλλά και την οικονομία έχει εξεταστεί εκτενώς από την επιστημονική κοινότητα. Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω στατιστικά στοιχεία: Τα τροχαία ατυχήματα εκτιμάται διεθνώς ότι αποτελούν την τρίτη αιτία θανάτου μετά τις καρδιοπάθειες και τον καρκίνο (Γαβαλά, 2012). Κάθε χρόνο, σε όλον τον κόσμο, περισσότερες από 1,3 εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές χάνονται στους δρόμους (Ινστιτούτο Οδικής Ασφάλειας «Πάνος Μυλωνάς», 2014). Τα τροχαία ατυχήματα αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου στις ηλικίες 15-29 παγκοσμίως (Σωτηριάδου κ.α., 2011). Στη Ελλάδα, καθημερινά, πάνω από τρεις άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους στο δρόμο (Ινστιτούτο Οδικής Ασφάλειας «Πάνος Μυλωνάς», 2014). Στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν επίσης ότι τα τροχαία ατυχήματα είναι ιδιαίτερα αυξημένα και αποτελούν την κύρια αιτία θανάτου σε νεαρές ηλικίες (Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, 2008). Την ίδια ώρα, είναι ευρέως γνωστό και έχει αποδειχθεί επανειλημμένα από έρευνες σε πανεπιστήμια και ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού ότι, όσο περνούν τα χρόνια και αυξάνεται η ηλικία ενός οδηγού, ο χρόνος αντίδρασής του μειώνεται με συνέπεια να μην μπορεί να αντιδράσει το ίδιο αποτελεσματικά σε ένα έκτακτο περιστατικό. Όπως συμπεραίνεται από τα παραπάνω στοιχεία, υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στην ηλικία του οδηγού ενός οχήματος και στην πιθανότητα πρόκλησης ενός τροχαίου ατυχήματος. Έρευνες πάνω στο ζήτημα αυτό έχουν γίνει πολλές και σε βάθος. Το επιστημονικό αντικείμενο που χρήζει περαιτέρω εμβάθυνσης είναι ο βαθμός συσχέτισης ανάμεσα στην ηλικία του οδηγού και τη σοβαρότητα των ατυχημάτων. Η διαπίστωση αυτή, όπως φαίνεται στη βιβλιογραφική έρευνα που παρουσιάζεται στα επόμενα, έδωσε το έναυσμα για την εκπόνηση της παρούσας έρευνας. 1.2) Στόχος Έρευνας Στόχος της έρευνας αυτής είναι η διερεύνηση της σχέσης της ηλικίας του οδηγού και της σοβαρότητας ενός τροχαίου ατυχήματος. Πιο συγκεκριμένα, προσδιορίζεται ο ρόλος της ηλικίας στα τροχαία ατυχήματα και το πώς επηρεάζει τη σοβαρότητά τους. Στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα βασικά ευρήματα ανασκόπησης της υφιστάμενης βιβλιογραφίας, η οποία περιελάμβανε ερευνητικά προγράμματα, διπλωματικές εργασίες, επιστημονικά άρθρα και μελέτες με παρόμοιο θέμα ή σχετικούς στόχους. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η μεθοδολογία και τα κύρια αποτελέσματα της έρευνας ερωτηματολογίου που έλαβε χώρα. Τέλος, παρατίθενται τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας.
2) ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Στις παραγράφους που ακολουθούν παρουσιάζονται επιστημονικά άρθρα, ερευνητικά προγράμματα και επιστημονικές μελέτες που έχουν γίνει σε διάφορες χώρες και αφορούν την οδηγική συμπεριφορά οδηγών διαφόρων ηλικιακών ομάδων, τη σχέση της ηλικίας με την πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος, τη σχέση της ηλικίας με την αιτία του ατυχήματος και άλλα παρόμοια θέματα. Οι έρευνες αυτές αφορούν διάφορες ηλικιακές κατηγορίες και δύναται να επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες ηλικίες (π.χ. άνω των 65, μεσήλικες, 19-24 ετών κ.ά.) ή να έχουν πραγματοποιηθεί σε ένα πλήρες ηλικιακό φάσμα. Παρόλο που στην πλειοψηφία τους δεν εξετάζουν άμεσα τη σχέση ηλικίας και σοβαρότητας των ατυχημάτων, παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την κατανόηση των αιτιών τους, τις ηλικιακές ομάδες που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο και τους παράγοντες που εντείνουν το κίνδυνο αυτό. Σύμφωνα με τους Μπακοπούλου κ.ά. (2013), η ομάδα των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων ηλικίας 10-24 ετών υπερεκπροσωπείται στους δείκτες θνησιμότητας από ριψοκίνδυνες συμπεριφορές και ότι αρκετά σημαντικά κοινωνικά προβλήματα και προβλήματα δημόσιας υγείας που σχετίζονται με ριψοκίνδυνες συμπεριφορές, όπως τα τροχαία ατυχήματα, ξεκινούν ή κορυφώνονται στις ηλικίες αυτές. Για τις ανάγκες της ανωτέρω έρευνας διερευνήθηκε η θνησιμότητα από τροχαία ατυχήματα στους νέους 10-24 ετών στην Ελλάδα, ανά γεωγραφική περιοχή, κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (2000-2009). Τα στοιχεία ελήφθησαν από την ηλεκτρονική βάση δεδομένων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) και αναλύθηκαν για τις τρεις ηλικιακές ομάδες, δηλαδή των νεαρότερων εφήβων (10-14 ετών), των μεγαλύτερων εφήβων (15-19 ετών) και των νεαρών ενηλίκων (20-24 ετών). Τα τροχαία ατυχήματα, όπως αναφέρεται, αποτέλεσαν την κυριότερη εξωτερική αιτία θανάτου και για τις τρεις ηλικιακές ομάδες, σε κάθε περιοχή της χώρας μας. Ακριβέστερα, σημειώθηκαν 3.844 θάνατοι λόγω τροχαίων ατυχημάτων στις ηλικίες αυτές σε ολόκληρη τη χώρα, εκ των οποίων η πλειοψηφία (59,9%) αφορούσε νεαρούς ενήλικες, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τους νεαρότερους και μεγαλύτερους εφήβους ήταν 4,5% και 35,6% αντίστοιχα. Σύμφωνα με τους συγγραφείς του άρθρου, στην πραγματικότητα, οι παράγοντες που συμβάλλουν στα τροχαία ατυχήματα είναι συχνά συμπεριφορικοί και δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένοι, με τον παράγοντα «ριψοκίνδυνη συμπεριφορά» να αποτελεί μείζονα αιτία των ατυχημάτων. Σε έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και αφορούσε την οδική ασφάλεια (OECD, 1986) αποδείχτηκε ότι οι νέοι οδηγοί ηλικίας μικρότερης ή ίσης των 25 ετών έχουν αριθμό ατυχημάτων 3-4 φορές μεγαλύτερο του μέσου όρου. Ακόμα, αποδείχτηκε ότι η έλλειψη οδηγικής εμπειρίας μπορεί να είναι ένας παράγοντας που συμβάλλει στο 10-15% του συνόλου των τροχαίων ατυχημάτων, ενώ, το μέσο ηλικιωμένο θύμα (65+) ενός τροχαίου ατυχήματος είναι τρεις φορές πιο πιθανό να αποβιώσει λόγω τραυματισμού από ότι κάποιο μέλος της ηλικιακής ομάδας 25-64 ετών. Στην έρευνα των Williams et al. (2003) φάνηκε ότι είναι πιθανότερο οι νεότεροι και οι ηλικιωμένοι οδηγοί να είναι υπεύθυνοι για θανάτους στα ατυχήματά τους. Σε ατυχήματα με δύο εμπλεκόμενα οχήματα, οι ηλικιωμένοι οδηγοί ήταν πιθανότερο να είναι υπαίτιοι για το ατύχημα. Οι νεαροί άντρες ήταν πιθανότεροι να είναι υπεύθυνοι για θάνατο σε ατύχημα από ότι οι γυναίκες, ενώ γυναίκες ηλικίας 50 ετών και άνω ήταν πιθανότερο να είναι υπεύθυνες από ότι οι άντρες της ίδιας ηλικίας. Στο βαθμό ευθύνης για το ατύχημα ανά οδηγό με
δίπλωμα, οι νεαροί οδηγοί, κυρίως άνδρες, είχαν τα μεγαλύτερα ποσοστά λόγω των υψηλών ποσοστών συμμετοχής σε ατυχήματα και υπαιτιότητας ατυχήματος. Η πλειοψηφία των θανάτων για τους οποίους οι νεαροί οδηγοί ήταν υπεύθυνοι συνέβησαν σε άλλα άτομα, όχι στον εαυτό τους, κυρίως επιβάτες στα οχήματά τους, ενώ η πλειοψηφία των θανάτων για τους οποίους οι ηλικιωμένοι οδηγοί ήταν υπεύθυνοι ήταν των ίδιων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Μεταφορών του Ηνωμένου Βασιλείου, τα τροχαία ατυχήματα ευθύνονται για πάνω από 3.000 θανάτους κάθε χρόνο στη Μεγάλη Βρετανία. Με αφορμή τη διαπίστωση αυτή, πραγματοποιήθηκε έρευνα των Clarke et al (2010) με τίτλο «Δολοφονικές συγκρούσεις: Θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα στο Ηνωμένο Βασίλειο» σε ένα δείγμα 1.185 περιπτώσεων θανάτου επιβαίνοντος σε όχημα, από δέκα αστυνομικές μονάδες του Ηνωμένου Βασιλείου, για τα έτη 1994-2005, με σκοπό τη διαπίστωση των κυριότερων αιτιών ατυχημάτων. Τα κύρια ευρήματα ήταν τέσσερα. Πρώτον, πάνω από το 65% των ατυχημάτων που εξετάστηκαν περιελάμβαναν οδήγηση με υπερβολική ταχύτητα, ένα οδηγό που ξεπερνούσε το επιτρεπτό όριο κατανάλωσης αλκοόλ ή τη μη χρήση ζώνης ασφαλείας από έναν θανόντα, ή κάποιο συνδυασμό των παραπάνω. Δεύτερον, τα περισσότερα ατυχήματα νεαρών οδηγών συμβαίνουν επειδή ο οδηγός έχασε τον έλεγχο του οχήματός του σε στροφή του δρόμου, συνήθως τη νύχτα σε μη αστικές περιοχές ή/και κατά τη διάρκεια οδήγησης με σκοπό την «αναψυχή». Τα ατυχήματα αυτά παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά υπερβολικής ταχύτητας, κατανάλωσης αλκοόλ και επιπολαιότητας. Τρίτον, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία οδηγοί είχαν λιγότερα ατυχήματα, αλλά στις περιπτώσεις που συμμετείχαν και περιλάμβαναν θάνατο συνήθως συμπεριλαμβανόταν λάθος εκτίμηση προτεραιότητας που οδήγησε σε σύγκρουση, κυρίως στη διάρκεια της μέρας σε επαρχιακές, παρά σε αστικές, οδούς. Τέλος, οι περιπτώσεις ατυχημάτων εξαιτίας λάθος εκτίμησης της προτεραιότητας ήταν ιδιαίτερα υψηλές στην κατηγορία οδηγών άνω των 65 ετών, σαν ποσοστό των συνολικών θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων στην ομάδα αυτή. Η έρευνα των Lyman et al. (2002) που πραγματοποιήθηκε στις Η.Π.Α. κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατά κεφαλήν συμμετοχή οδηγών σε ατύχημα μειώθηκε με την αύξηση της ηλικίας, αλλά το ποσοστό της συμμετοχής σε θανατηφόρα τροχαία κατά κεφαλήν αυξήθηκε από την ηλικία των 70 ετών και άνω, σε όσες κατηγορίες οδηγών εξετάστηκαν. Επίσης, τα ποσοστά συμμετοχής σε σύγκρουση (που περιλάμβανε θάνατο ή και όχι) ανά διανυθέν μίλι, αυξήθηκαν σημαντικά στην ηλικία των 70 ετών. Σύμφωνα με τα δεδομένα αυτά, οι ηλικιωμένοι οδηγοί είναι λιγότερο πιθανό να συμμετέχουν σε τροχαίο ατύχημα, αλλά διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο συμμετοχής σε θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα. Στην ίδια ηλικιακή ομάδα επικεντρώνεται και η έρευνα Rakotonirainy et al. (2012). Οι κατηγορίες των μεσηλίκων οδηγών (40-49 και 50-59 συνδυαστικά) αναγνωρίστηκαν ως οι πιο ασφαλείς οδηγικά ομάδες. Οι οδηγοί ηλικίας άνω των 60 ετών αντιπροσώπευαν σαν ομάδα το μεγαλύτερο ποσοστό ατυχημάτων που είχαν ως αποτέλεσμα τη νοσηλεία σε νοσοκομείο ή θάνατο. Το αντίθετο διαπιστώθηκε για τους μεσήλικες. Η μελέτη των Τaylor et al. (1990) παρουσιάζει τα συμπεράσματα διαφόρων αναλύσεων ατυχημάτων στη Μεγάλη Βρετανία που αφορούν δίκυκλα οχήματα και δείχνουν ότι η πιθανότητα να εμπλακεί κάποιος σε ένα ατύχημα εξαρτάται κυρίως από την ηλικία του αναβάτη, την εμπειρία και την έκθεση. Η συχνότητα των ατυχημάτων μειώνεται γρήγορα με την αυξανόμενη ηλικία και την εμπειρία οδήγησης, με το ποσοστό της μείωσης να μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία και η εμπειρία. Την ίδια στιγμή, η συχνότητα των ατυχημάτων αυξάνεται με την αύξηση των χιλιομετρικών αποστάσεων που καλύπτονται, με το ποσοστό της αύξησης να μειώνεται όσο αυξάνεται ο αριθμός των πραγματοποιούμενων διαδρομών. Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ήταν και τα ευρήματα της μελέτης των Summala et al. «Θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα μεταξύ των οδηγών αυτοκινήτων και φορτηγών: Οι επιπτώσεις της κούρασης, της ηλικίας και της κατανάλωσης αλκοόλ». Αποτελεί γεγονός ότι η κούραση αυξάνει τον κίνδυνο ατυχήματος, αν ο οδηγός, ενώ εντοπίζει τα σημάδια κούρασης, δεν
σταματά να οδηγεί. Η μελέτη απαντά στο ερώτημα εάν η τάση να συνεχίζεται η δραστηριότητα που είναι σε εξέλιξη και να επιτυγχάνεται ο στόχος επηρεάζει κυρίως τους νεαρούς οδηγούς, που είναι πιο επιρρεπείς σε πιέσεις κατά τη διάρκεια της οδήγησης γενικότερα. Τα δεδομένα αποτελούνταν από ενδελεχείς μελέτες που έλαβαν χώρα στη Φινλανδία σε 586 περιπτώσεις ατυχήματος με ένα εμπλεκόμενο όχημα και 1.357 ατυχήματα με πολλά οχήματα, στα οποία τουλάχιστον ένας από τους επιβαίνοντες απεβίωσε. Όταν εξαιρούνταν οι περιπτώσεις κατανάλωσης αλκοόλ, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι οδηγοί φορτηγών οχημάτων μετά ρυμουλκούμενου που είτε κοιμήθηκαν ή ήταν κουρασμένοι σε τέτοιο βαθμό που να συντελέσει στο ατύχημα ήταν νεότεροι από αυτούς που συμμετείχαν σε άλλους θανάτους. Κατά την ανασκόπηση της υφιστάμενης βιβλιογραφίας παρατηρήθηκε ότι αρκετές έρευνες κατέληγαν σε κοινά συμπεράσματα. Τα κυριότερα από αυτά είναι ότι οι νεαροί οδηγοί, κυρίως οι άνδρες, έχουν τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής σε τροχαία ατυχήματα και ότι οι ηλικιωμένοι οδηγοί είναι πιθανότερο να συμμετέχουν σε σοβαρό τροχαίο ατύχημα. Την ίδια στιγμή, οι μεσήλικες οδηγοί εμφανίζονται ως οι πιο ασφαλείς οδηγοί. Οι έρευνες συμφωνούν επίσης και στα αίτια πρόκλησης των ατυχημάτων. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η σχέση μεταξύ της ηλικίας του οδηγού ενός οχήματος και της πρόκλησης ενός ατυχήματος είναι ένα θέμα που έχει αναλυθεί εκτενώς. Παρόλα αυτά, όσον αφορά τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της ηλικίας του οδηγού και τη σοβαρότητα του τροχαίου, υπάρχει μεγάλο περιθώριο για περαιτέρω έρευνα. 3) ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ Για τις ανάγκες διερεύνησης της σχέσης μεταξύ της ηλικίας του οδηγού και τη σοβαρότητα του τροχαίου εκπονήθηκε έρευνα ερωτηματολογίου. Το ερωτηματολόγιο που συντάχθηκε χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά τα προσωπικά στοιχεία των ερωτηθέντων, όπως φύλο, ηλικία, μορφωτικό επίπεδο, επάγγελμα, τόπο διαμονής και άλλες παρόμοιες πληροφορίες. Το δεύτερο μέρος αφορά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβησαν τα ατυχήματα και τις συνέπειες αυτών. Το δεύτερο μέρος του ερωτηματολογίου χωρίζεται με τη σειρά του σε τρεις υποενότητες, σε αυτή των γενικών ερωτήσεων, του οδηγού και του επιβάτη. Οι γενικές ερωτήσεις εξετάζουν τις οδηγικές συνήθειες των ερωτηθέντων, οι οποίοι καλούνται να απαντήσουν στο αν καταναλώνουν αλκοόλ πριν την οδήγηση, αν οδηγούν κουρασμένοι σε περίπτωση κόπωσης και αν κάνουν συχνή και σωστή συντήρηση του οχήματός τους, μόνοι τους ή με τη βοήθεια επαγγελματία. Στην υποενότητα του οδηγού, οι συμμετέχοντες δηλώνουν αν είχαν ποτέ τροχαίο ατύχημα ως οδηγοί κάποιου οχήματος, αν είχαν παραπάνω από ένα ατυχήματα και δίνουν περισσότερα στοιχεία για τα ατυχήματα αυτά, όπως η ηλικία του οδηγού όταν συνέβη το ατύχημα, ποιος είχε την ευθύνη του ατυχήματος, ποια ή ποιες ήταν οι αιτίες του ατυχήματος και ποιες οι συνέπειές του. Στην υποενότητα του επιβάτη, οι ερωτηθέντες καλούνται να απαντήσουν αν είχαν κάποιο ατύχημα ως επιβάτες ενός οχήματος και να απαντήσουν στις ίδιες ερωτήσεις με αυτές τις προηγούμενης ενότητας, αλλά αναφορικά με τον οδηγό του οχήματος στο οποίο επέβαιναν ως επιβάτες. Με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε η συλλογή στοιχείων τόσο με άμεσο τρόπο, από την ενότητα του οδηγού, όσο και με έμμεσο, από την ενότητα του επιβάτη, και συνεπώς η δόθηκε η δυνατότητα συλλογής περισσότερων στοιχείων ατυχημάτων. Για τις ανάγκες της έρευνας, ζητήθηκαν οι απόψεις και οι εμπειρίες 400 ατόμων, οι ηλικίες των οποίων κυμαίνονταν από 18 έως 65 χρονών. Οι ερωτηθέντες κλήθηκαν να απαντήσουν
σε ερωτήσεις που αφορούσαν τροχαία ατυχήματα και τη σοβαρότητά τους, ατυχήματα τα οποία βίωσαν είτε ως οδηγοί οι ίδιοι, είτε ως συνεπιβάτες σε κάποιο όχημα. Η έρευνα διήρκεσε σχεδόν τρεις μήνες, από την 01/11/2013 έως τις 22/01/2014. Συνολικά συλλέχθηκαν στοιχεία για 542 τροχαία ατυχήματα. Από τα ατυχήματα αυτά, στα 321 υπαίτιος της πρόκλησης του ατυχήματος ήταν κάποιος συμμετέχων στην έρευνα ή ο οδηγός του οχήματος, στο οποίο ο συμμετέχων επέβαινε. Αυτές οι 321 περιπτώσεις αποτέλεσαν το δείγμα για να διαπιστωθεί η σχέση μεταξύ της ηλικίας του οδηγού και της σοβαρότητας του ατυχήματος. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο χώρο του ΤΕΙ Αθήνας, σε καφετέριες, σε μεγάλα εμπορικά κέντρα και σε δημόσιες υπηρεσίες. Τα ερωτηματολόγια απαντήθηκαν από 200 άνδρες και 200 γυναίκες, ενώ έγινε προσπάθεια ισοκατανομής των απαντήσεων μεταξύ των ηλικιακών ομάδων. 4) ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 4.1) Ανάλυση ερωτηματολογίων Το πρώτο αντικείμενο που διερευνήθηκε μέσω της έρευνας ερωτηματολογίου αφορά στην οδηγική συμπεριφορά των ερωτηθέντων. Περισσότεροι από τους μισούς δήλωσαν ότι δεν καταναλώνουν αλκοόλ, ενώ ένα ανησυχητικά μεγάλο ποσοστό της τάξης του 35% δήλωσε ότι καταναλώνει αλκοόλ ορισμένες φορές πριν την οδήγηση. Τέλος, περίπου το 1 δήλωσε ότι καταναλώνει συχνά αλκοόλ, ενώ γνωρίζει ότι αργότερα θα χρειαστεί να οδηγήσει το όχημά του. Διαπιστώνεται ότι οι ηλικιακές ομάδες που καταναλώνουν συχνότερα αλκοόλ πριν την οδήγηση είναι οι ηλικίες 18 με 25 και 26 με 35. Η οδήγηση σε κατάσταση κόπωσης είναι εξίσου επικίνδυνη με την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ. Περισσότεροι από τους μισούς συμμετέχοντες στην έρευνα απάντησαν ότι οδηγούν κουρασμένοι, ενώ περίπου δύο στους πέντε (39%) χρησιμοποιούν άλλο μέσο μεταφοράς. Ένα ποσοστό της τάξης του 8% είτε δεν οδηγεί, είτε παραχωρεί το όχημα του σε κάποιον άλλο οδηγό. Όσον αφορά στο φύλο των οδηγών που συμμετείχαν σε κάποιο τροχαίο, οι άνδρες εμπλέκονται συχνότερα από ότι οι γυναίκες, αφού σε τρία στα πέντε ατυχήματα (6) ο οδηγός είναι άνδρας. Επίσης, παρατηρείται ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (63%) των οδηγών που συμμετείχαν σε τροχαίο ατύχημα ήταν νέοι οδηγοί ηλικίας 18 έως 35 ετών, ενώ πάνω από το ένα τρίτο των οδηγών που συμμετείχαν σε ατύχημα ήταν κάτω των 25 ετών (36%). Τα περισσότερα τροχαία ατυχήματα προκαλούνται από τους νεαρούς άνδρες ηλικίας 18 έως 25 ετών (27%) και τα λιγότερα τροχαία ατυχήματα από τις γυναίκες οδηγούς ηλικίας 36 έως 45 (3%). Ακόμα, σε όλες τις ηλικιακές ομάδες παρατηρείται το φαινόμενο οι άνδρες οδηγοί να προκαλούν τα περισσότερα ατυχήματα, με μόνη εξαίρεση την ηλικιακή κατηγορία των 46 με 55 όπου υπεύθυνες για μεγαλύτερο ποσοστό των ατυχημάτων είναι οι γυναίκες οδηγοί (1). Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων, τα κυριότερα αίτια των ατυχημάτων στα οποία ο οδηγός του οχήματος είχε την ευθύνη ήταν η απροσεξία (34%), η παραβίαση σήμανσης/ σηματοδότησης (12%) και η υπερβολική ταχύτητα (11%). Ακολουθούν οι κακές καιρικές συνθήκες και η οδική υποδομή με ποσοστό 1. Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται τα αίτια αυτά και διαχωρίζονται ανάλογα με την ηλικία του οδηγού που προκάλεσε το τροχαίο ατύχημα.
Πίνακας 1: Αίτια ατυχήματος ανά ηλικιακή ομάδα Αίτια ατυχήματος: 18-25 26-35 36-45 46-55 56-65 Κατανάλωση αλκοόλ πριν την οδήγηση 9% 2% 6% 2% Υπερβολική ταχύτητα 17% 8% 14% 6% 2% Κακές καιρικές συνθήκες 5% 13% 18% 13% 7% Παράβαση σήμανσης/ σηματοδότησης 9% 13% 21% 24% Οδική υποδομή 5% 2% 14% 29% 16% Χρήση κινητού τηλεφώνου 7% 9% 1 4% Σύγχυση προτεραιότητας λόγω τροχονόμου 2% 2% Απροσεξία 38% 39% 24% 19% 4 Έλλειψη σήμανσης 1% 1% 4% Κόπωση 6% 6% 5% 2% 4% Κακή συντήρηση του οχήματος 2% 4% 1% 2% 3% Άλλο 1% 1% 4% 4% Από τον Πίνακα 1 παρατηρείται ότι η απροσεξία είναι ο βασικός παράγοντας πρόκλησης ατυχημάτων, εκτός από την ηλικιακή ομάδα των 46 έως 55, όπου έχει την τρίτη θέση. Η παραβίαση σήμανσης/ σηματοδότησης είναι η δεύτερη πιο συνηθισμένη αιτία πρόκλησης ατυχήματος στις ηλικίες 46 έως 65. Το ίδιο ισχύει για την υπερβολική ταχύτητα στις ηλικίες 18 έως 25 και τις κακές καιρικές συνθήκες στους οδηγούς 26 έως 45 ετών. Η οδική υποδομή αποτελεί συχνότερη αιτία στις μεγαλύτερες ηλικίες (36 έως 65). Με τη χρήση του στατιστικού συντελεστή συσχέτισης (ρ) διερευνήθηκε η συσχέτιση μεταξύ των αιτιών πρόκλησης ατυχημάτων και της ηλικίας των οδηγών. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στον Πίνακα 2. Πίνακας 2: Συσχέτιση μεταξύ των αιτιών πρόκλησης ατυχημάτων και της ηλικίας του οδηγού Αίτια ατυχήματος 18-25 26-35 36-45 46-55 56-65 Σύνολο Συντελεστής συσχέτισης (ρ) Κατανάλωση αλκοόλ 14 2 3 0 1 20 0,859 Υπερβολική ταχύτητα 25 8 7 3 1 44 0,920 Παραβίαση σήμανσης/ 14 13 0 11 11 49 0,593 σηματοδότησης Χρήση κινητού 11 9 5 2 0 27 0,905 τηλεφώνου Σύγχυση 0 1 0 0 0 1 0,279 προτεραιότητας λόγω τροχονόμου Απροσεξία 58 38 12 10 18 136 0,978 Κόπωση 9 6 2 1 2 20 0,980
Σύμφωνα με τον Πίνακα 2 και τα αποτελέσματα του συντελεστή συσχέτισης (ρ) παρατηρείται άμεση σχέση μεταξύ της ηλικίας των οδηγών και κατά σειρά της κόπωσης, της απροσεξίας και της υπερβολικής ταχύτητας, ενώ ακολουθούν τα υπόλοιπα αίτια πρόκλησης ατυχημάτων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ίδιας ανάλυσης δεν φαίνεται να υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ της ηλικίας και της παράβασης σήμανσης/σηματοδότησης ή της σύγχυσης προτεραιότητας λόγω ύπαρξης τροχονόμου. Οι κυριότερες επιπτώσεις των τροχαίων ατυχημάτων ήταν οι μικρής και μεγάλης κλίμακας υλικές ζημιές στα οχήματα (45% και 22% αντίστοιχα) και οι τραυματισμοί (28%). Εδώ πρέπει να παρατηρηθεί ότι υπήρξε και ένα ποσοστό θανάτων της τάξης του 0,5%. Αν και μικρό σαν ποσοστό, επηρεάζει σημαντικά την σοβαρότητα των ατυχημάτων αυτών καθώς αφορά στην αφαίρεση ανθρώπινης ζωής. Στο Σχήμα 1, οι επιπτώσεις των ατυχημάτων διαχωρίζονται ανάλογα με την ηλικία του οδηγού που προκάλεσε το τροχαίο ατύχημα. Έτσι μπορούν να συγκριθούν τα ποσοστά και να παρατηρηθούν τις διακυμάνσεις τους ανάμεσα στις ηλικιακές ομάδες, καθώς και να κατανοηθούν ποιες είναι οι κύριες επιπτώσεις των τροχαίων ατυχημάτων για κάθε ηλικιακή ομάδα και άρα η σοβαρότητα τους. Παρατηρείται ότι οι καταστροφές δημόσιας περιουσίας παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ποσοστό στις ηλικίες 46-55. 10 1% 2% Θάνατος 9 8 26% 27% 32% 25% 33% Τραυματισμός 7 6 5 4 3 2 1 46% 49% 42% 45% 39% 3% 23% 2 22% 21% 25% 5% 2% 2% 8% 4% 18-25 26-35 36-45 46-55 56-65 Μικρής κλίμακας υλικές ζημίες στο όχημα Καταστροφή ιδιωτικής περιουσίας Μεγάλης κλίμακας υλικές ζημίες στο όχημα Καταστροφή δημόσιας περιουσίας Σχήμα 1: Επιπτώσεις των τροχαίων ατυχημάτων ανάλογα με την ηλικία του οδηγού που προκάλεσε το τροχαίο ατύχημα Οι τραυματισμοί παρουσιάζουν τη μέγιστη τιμή τους στους οδηγούς ηλικίας 18 έως 25 (34%) και στη συνέχεια τα ποσοστά μειώνονται, με τη χαμηλότερη τιμή να εντοπίζεται στους
οδηγούς ηλικίας 36 έως 55. Η τιμή αυτή εμφανίζει ξανά μικρή άνοδο στους οδηγούς ηλικίας 56 έως 65 (16%). Η μέγιστη τιμή των μικρής κλίμακας υλικών ζημιών είναι στους οδηγούς ηλικίας 18 έως 25 (37%) και στη συνέχεια μειώνεται, με τη χαμηλότερη τιμή να εμφανίζεται στην κατηγορία 36 έως 45 ετών. Τις περισσότερες ζημιές μεγάλης κλίμακας στα οχήματα τις προκαλούν οι οδηγοί ηλικίας 18 έως 25 (33%). Τα ποσοστά παρουσιάζουν μείωση όσο αυξάνεται η ηλικία των οδηγών, παρουσιάζοντας ελάχιστή τιμή στους οδηγούς ηλικίας 36 έως 45 (11%). Η περαιτέρω ανάλυση των παραπάνω δεδομένων σχετικά με τις συνέπειες των ατυχημάτων οδηγεί στα Σχήματα 2 και 3. Ως ελαφριά τροχαία ατυχήματα θεωρήθηκαν αυτά στα οποία υπήρξαν μικροτραυματισμοί, μικρές υλικές ζημιές στο όχημα ή/και μη σοβαρές ζημιές σε δημόσια ή ιδιωτική περιουσία, καθώς επίσης και αυτά στα οποία δεν αναφέρθηκαν υλικές ζημιές ή σωματικές βλάβες. Ως σοβαρά τροχαία ατυχήματα χαρακτηρίστηκαν αυτά τα οποία περιλάμβαναν σοβαρές υλικές ζημιές και καταστροφές σε δημόσια ή ιδιωτική περιουσία, σοβαρούς τραυματισμούς ενός ή περισσότερων εκ των συμμετεχόντων στο ατύχημα ή ακόμα και θάνατος. Στο Σχήμα 2 παρουσιάζονται τα ποσοστά ελαφριών και σοβαρών ατυχημάτων ξεχωριστά ανά ηλικιακή ομάδα. Παρατηρείται ότι η αναλογία ελαφριών προς σοβαρά ατυχήματα είναι παρόμοια για όλες τις κατηγορίες και κυμαίνεται περίπου στο 3:1, παρουσιάζοντας όμως μία μείωση όσο αυξάνεται η ηλικία του οδηγού, με αποτέλεσμα στην κατηγορία των οδηγών 56 έως 65 ετών η αναλογία αυτή να διαμορφώνεται περίπου στο 2:1. 8 7 74% 71% 74% 68% 62% 6 5 4 3 2 26% 29% 26% 32% 38% σοβαρά ατυχήματα ελαφριά ατυχήματα 1 18-25 26-35 36-45 46-55 56-65 Σχήμα 2: Ποσοστό σοβαρών-ελαφριών ατυχημάτων στο σύνολο των ατυχημάτων κάθε ηλικιακής ομάδα στα ατυχήματα που την ευθύνη του τροχαίου ατυχήματος έφερε ο οδηγός. Στο Σχήμα 3 φαίνεται το ποσοστό των τροχαίων ατυχημάτων, σοβαρά και ελαφριά, για το οποίο είναι υπεύθυνη κάθε ηλικιακή κατηγορία οδηγών. Μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό ότι οι νεότεροι σε ηλικία οδηγοί (18 έως 35 ετών) είναι υπεύθυνοι για περισσότερα από τα μισά συνολικά ατυχήματα (64% των ελαφριών και 59% των σοβαρών) με τους οδηγούς ηλικίας 18 έως 25 ετών να ευθύνονται από μόνοι τους για το ένα τρίτο των ατυχημάτων (38%
των ελαφριών και 33% των σοβαρών). Τη ίδια στιγμή, οι οδηγοί ηλικίας 56 έως 65 ετών προκαλούν τα λιγότερα ελαφριά ατυχήματα επί του συνόλου (1) και οι οδηγοί ηλικίας 36 έως 45 ετών έχουν το μικρότερο ποσοστό σοβαρών ατυχημάτων (11%). 4 35% 33% 38% 3 25% 2 15% 1 26% 26% 13% 11% 15% 13% 15% 1 σοβαρά ατυχήματα ελαφριά ατυχήματα 5% 18-25 26-35 36-45 46-55 56-65 Σχήμα 3: Ποσοστό σοβαρών-ελαφριών ατυχημάτων ανά ηλικιακή σε σχέση με τα ατυχήματα που ο οδηγός του οχήματα είχε την ευθύνη. Με μία συγκριτική ανάλυση των Σχημάτων 2 και 3, παρατηρείται ότι οι οδηγοί ηλικίας 18 έως 25 είναι οι πιο επικίνδυνοι οδηγοί όσον αφορά την πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος, ενώ τους ακολουθούν οι οδηγοί ηλικίας 26 έως 35. Οι οδηγοί που ανήκουν στην κατηγορία 36 έως 45 ετών είναι οι πιο ασφαλείς οδηγοί. Τέλος, οι οδηγοί ηλικίας 56 έως 65 ετών, ενώ έχουν μικρή πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος, είναι πιο πιθανό να είναι υπεύθυνοι για τροχαίο ατύχημα μεγαλύτερης σοβαρότητας. 4.2) Συσχέτιση με υφιστάμενη βιβλιογραφία Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας των Williams et al. (2003) φαίνεται ότι στο βαθμό ευθύνης για το ατύχημα ανά οδηγό με δίπλωμα, οι νεαροί οδηγοί, κυρίως άνδρες, είχαν τα μεγαλύτερα ποσοστά, λόγω των υψηλών ποσοστών συμμετοχής σε ατυχήματα και υπαιτιότητας ατυχήματος. Επίσης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η νεαρή ηλικία αποτελεί παράγοντα που συναρτάται με την έλλειψη εμπειρίας και το γεγονός αυτό αυξάνει την συχνότητα των συγκρούσεων, η οποία παρουσιάζει ανώτατη τιμή στις ηλικίες 15 έως 25 και σταθερή μείωση έπειτα. Τα συμπεράσματα αυτά επιβεβαιώνονται και από τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας, που παρουσιάζεται ότι στο 36% των ατυχημάτων συμμετείχαν οδηγοί ηλικίας 18-25 και ότι το 37% προκλήθηκαν από οδηγούς αυτής της ηλικιακής κατηγορίας. Επίσης, το 27% των ατυχημάτων προκλήθηκε από άνδρα οδηγό 18-25 ετών και το 15% από άνδρα οδηγό 26-35 ετών.
Στη μελέτη των Taylor et al. (1990) συμπεραίνεται ότι η συχνότητα των ατυχημάτων μειώνεται με την αυξανόμενη ηλικία και την εμπειρία οδήγησης, με το ποσοστό της μείωσης να μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία και η εμπειρία. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και η παρούσα έρευνα. Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τον οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (1986) σχετικά με την οδική ασφάλεια, έδειξε ότι οι νέοι οδηγοί ηλικίας μικρότερης ή ίσης των 25 ετών, έχουν αριθμό ατυχημάτων τρεις ως τέσσερεις φορές μεγαλύτερο του μέσου όρου. Από την παρούσα έρευνά συγκεντρώθηκαν στοιχεία για 542 ατυχήματα, στα 321 από τα οποία κάποιος συμμετέχων είχε την ευθύνη για το τροχαίο. Από αυτά συμπεραίνεται ότι οι οδηγοί 18-25 ετών προκαλούν ατυχήματα 2,4 φορές περισσότερο από το μέσο όρο ενώ συμμετέχουν σε ατυχήματα 2,3 φορές περισσότερο από το μέσο όρο. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας των Lyman et al. (2002), η κατά κεφαλήν συμμετοχή οδηγών σε ατύχημα μειώθηκε με την αύξηση της ηλικίας, αλλά παρόλο που οι ηλικιωμένοι οδηγοί είναι λιγότερο πιθανό να συμμετέχουν σε ατύχημα, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο συμμετοχής σε θανατηφόρο τροχαίο. Όπως φαίνεται και στα Σχήματα 2 και 3, οι ηλικιωμένοι οδηγοί όντως προκαλούν λιγότερα ατυχήματα από τους νεότερους οδηγούς, αλλά, συγκριτικά, όσα προκαλούν είναι συνήθως ατυχήματα μεγαλύτερης σοβαρότητας. Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ένα ιδιαίτερο στατιστικό στοιχείο. Από τα δεδομένα που συλλέχθηκαν παρατηρήθηκαν μόνο δύο θάνατοι σε ένα σύνολο 321 ατυχημάτων. Παρόλα αυτά, το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να εξηγηθεί. Η έρευνα για την παρούσα εργασία διεξήχθη στο νομό Αττικής και μόνο το 5% των ερωτηθέντων ήταν κάτοικοι περιοχών εκτός Αττικής. Σύμφωνα με άρθρο των Μπακοπούλου κ.ά. (2000), μια εύλογη ερμηνεία για τη χαμηλή θνησιμότητα των τροχαίων ατυχημάτων στο δίκτυο του νομού Αττικής είναι ότι η Αττική, ως η πλέον σημαντική οικονομικά περιοχή της χώρας όπου διεξήχθησαν τα περισσότερα προγράμματα ενίσχυσης υποδομών, διαθέτει και την υψηλότερη ποιοτικά και ποσοτικά παροχή υπηρεσιών υγείας. Επιπλέον, είναι γνωστό ότι 5% αύξηση στη μέση ταχύτητα οδήγησης οδηγεί σε 2 αύξηση της θνησιμότητας. Οι περισσότεροι δρόμοι στην Αττική χαρακτηρίζονται ως αυξημένης κίνησης/χαμηλής ταχύτητας, γεγονός που παρεμποδίζει την ανάπτυξη ταχύτητας στην οδήγηση. Τέλος, μια επιπλέον εξήγηση είναι ότι τα περισσότερα θανατηφόρα ατυχήματα παρατηρούνται σε εθνικές και επαρχιακές οδούς, και όχι σε αστικές περιοχές. 5) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Στόχος της έρευνας ήταν η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της ηλικίας του οδηγού και της σοβαρότητας ενός τροχαίου ατυχήματος. Μέσω βιβλιογραφικής έρευνας και έρευνας ερωτηματολογίου εξήχθησαν χρήσιμα αποτελέσματα και συμπεράσματα σχετικά με τον ρόλο της ηλικίας στα τροχαία ατυχήματα και το πώς επηρεάζει τη σοβαρότητά τους. Η έρευνα ανέδειξε ότι τα άτομα ηλικίας 18-25 ετών έχουν τα περισσότερα οδικά τροχαία ατυχήματα από όλες τις ηλικιακές ομάδες οδηγών, ωστόσο τα άτομα ηλικίας 56-65 ετών έχουν τα περισσότερα σοβαρά τροχαία ατυχήματα. Όσο αυξάνεται η ηλικία του οδηγού ενός οχήματος, τόσο μειώνονται τα οδικά τροχαία ατυχήματα, όμως αυξάνεται η σοβαρότητά τους. Τα περισσότερα ατυχήματα προκαλούνται από νέους ηλικίας 18 έως 25 (37%), ενώ πάνω από τα μισά ατυχήματα προκαλούνται από τους νέους ηλικίας 18 έως 35 (63%). Η ηλικιακή ομάδα που είναι υπεύθυνη για τα περισσότερα τροχαία ατυχήματα είναι οι νεαροί άνδρες
ηλικίας 18 έως 25 ετών και για τα λιγότερα οι γυναίκες οδηγοί ηλικίας 36 έως 45. Επίσης, παρατηρείται ότι σε όλες τις ηλικιακές ομάδες προκαλούνται περισσότερα ατυχήματα από τους άνδρες οδηγούς, με μόνη εξαίρεση την ηλικιακή κατηγορία των 46 με 55, όπου οι γυναίκες οδηγοί προκαλούν περισσότερα ατυχήματα. Οι κυριότερες αιτίες ατυχημάτων είναι η απροσεξία, η παράβαση σήμανσης και σηματοδότησης, και η υπερβολική ταχύτητα, ενώ σε μικρότερο βαθμό ακολουθούν οι κακές καιρικές συνθήκες, η χρήση κινητού τηλεφώνου κατά τη διάρκεια της οδήγησης, η οδική υποδομή, η κόπωση και η κατανάλωση αλκοόλ πριν την οδήγηση. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων, προκύπτει ότι περίπου το 43% των οδηγών οδηγούν το όχημά τους έχοντας καταναλώσει αλκοόλ, ενώ γνωρίζουν ότι στη συνέχεια θα χρειαστεί να οδηγήσουν. Οι ηλικιακές ομάδες που καταναλώνουν συχνότερα αλκοόλ πριν την οδήγηση είναι οι ηλικίες 18 με 25 και 26 με 35. Οι οδηγοί ηλικίας 18-25 προκαλούν τα περισσότερα τροχαία ατυχήματα με τραυματισμό, αλλά στη συνέχεια οι τραυματισμοί φθίνουν όσο αυξάνεται η ηλικία του οδηγού με τη χαμηλότερη τιμή να εντοπίζεται στους οδηγούς ηλικίας 36 έως 55, ενώ παρουσιάζεται μία άνοδος των τραυματισμών στους οδηγούς ηλικίας 56-65. Παρατηρήθηκε επίσης ότι οι οδηγοί ηλικίας 18 έως 25 είναι οι πιο επικίνδυνοι οδηγοί όσον αφορά την πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος, ενώ τους ακολουθούν οι οδηγοί ηλικίας 26 έως 35. Οι οδηγοί που ανήκουν στην κατηγορία 36 έως 45 ετών είναι οι πιο ασφαλείς οδηγοί. Οι οδηγοί ηλικίας 56 έως 65 ετών, ενώ έχουν μικρή πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος, είναι πιο πιθανό να είναι υπεύθυνοι για τροχαίο ατύχημα μεγαλύτερης σοβαρότητας. Εξετάστηκε επίσης, μέσω του στατιστικού συντελεστή συσχέτισης (ρ), η σχέση μεταξύ της ηλικίας των οδηγών και των αιτίων πρόκλησης ατυχημάτων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής της ανάλυσης, τα αίτια που σχετίζονται περισσότερο με την ηλικία των οδηγών είναι η κόπωση, η απροσεξία και η υπερβολική ταχύτητα. Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθούν δύο σημαντικά συγκριτικά στατιστικά στοιχεία. Πρώτον, οι οδηγοί ηλικίας 18 έως 25 είναι 3 φορές πιο πιθανό να προκαλέσουν ατύχημα από κάποιον οδηγό ηλικίας 36 έως 65, ανεξαρτήτως σοβαρότητας του ατυχήματος. Οι οδηγοί ηλικίας 26 έως 35 είναι δύο φορές πιθανότερο. Δεύτερον, η αναλογία ελαφριών προς σοβαρά ατυχήματα είναι παρόμοια για όλες τις ηλικιακές κατηγορίες και κυμαίνεται περίπου στο 3:1, παρουσιάζοντας όμως μία μείωση όσο μεγαλώνει η ηλικία του οδηγού, με αποτέλεσμα στην κατηγορία των οδηγών 56 έως 65 ετών η αναλογία αυτή να διαμορφώνεται περίπου στο 2:1. Η έρευνα που παρουσιάστηκε εμβάθυνε στο επιστημονικό πεδίο που αφορά στο βαθμό συσχέτισης ανάμεσα στην ηλικία του οδηγού και τη σοβαρότητα των ατυχημάτων. Τα στοιχεία και τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής, τα οποία συσχετίστηκαν με παρόμοιες έρευνας άλλων ερευνητών και επιστημόνων, μπορούν να αποτελέσουν σημείο αναφοράς για περαιτέρω εξέταση του αντικειμένου. 6) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ David D. Clarke, Patrick Ward, Craig Bartle και Wendy Truman, (2010), Killer crashes: Fatal road traffic accidents in the UK, περιοδικό Accident Analysis & Prevention, τόμος 42, τεύχος 2, σελίδες 764-770
Heikki Summala και Timo Mikkola, (1994), Fatal accidents among car and truck drivers: Effects of fatigue, age and alcohol consumption, περιοδικό Human Factors: The Journal of the Human Factors and Ergonomics Society, τόμος 36, τεύχος 2, σελίδες 315-326 Lyman S., Ferguson S.A., Braver E.R. και Williams A.F., (2002), Older driver involvements in police reports crashes and fatal crashes: trends and projections, περιοδικό Injury Prevention: Journal of the International Society for Child and Adolescent Injury Prevention, τόμος 8, τεύχος 2, σελίδες 116-120 Rakotonirainy Α., Steinhardt D., Delhomme P., Darvell M. και Schramm A., (2012), Older driver s crashes on Queensland, Australia, περιοδικό Accident Analysis & Prevention, τόμος 48, σελίδες 423-429 Taylor M.C. and Lockwood C.R., Crowthorne, Berkshire, (1990), Factors affecting the accident liability of motorcyclists- A multivariate analysis of survey data, Transport Research Laboratory Williams A.F. και Shabanova V.I., (2003), Responsibility of drivers, by age and gender, for motos-vehicle crash deaths, Journal Of Safety Research, τόμος 34, τεύχος 5, σελίδες 527-531 World Health Organization, http://www.who.int/ (20/6/2014) Γαβαλά Μαρία, (2012), Στατιστική ανάλυση τροχαίων ατυχημάτων στην Ελλάδα για τα έτη 2000-2009, Πανεπιστήμιο Πειραιώς Επιτροπή ειδικών του OECD (Organization for Economic Co-operation and Development), Road safety research: A synthesis, (1986), εκδόσεις OECD, Παρίσι Ινστιτούτο Οδικής Ασφάλειας «Πάνος Μυλωνάς», http://www.ioas.gr, 18/06/2014 Μπακοπούλου Φ., Πετρίδου Ε., Κόρπα Ν. Τ., Δεληγεώρογλου Ε. και Χρούσος Π. Γ., (2013), Θνησιμότητα εφήβων και νέων ενηλίκων από τροχαία ατυχήματα στην Ελλάδα http://www2.keelpno.gr/blog/?p=4381 Σωτηριάδου Κυριακή, Σαράφης Παύλος και Μαλλιαρού Μαρία, (2011), Οδηγητική συμπεριφορά και τροχαία ατυχήματα ως πρόβλημα δημόσιας υγείας, Ελληνικό Περιοδικό της Νοσηλευτικής Επιστήμης, τόμος 4, τεύχος 2, σελίδες 59-69 Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, (2008), Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα ατυχήματα 2008-2012, Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Δημόσια Υγεία