Οι ξυλογλύπτες της Σκύρου



Σχετικά έγγραφα
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

Κυπριακά Παραδοσιακά Επαγγέλματα Cyprus Olden Times Jobs. ΙΒ Δημοτικό Σχολείο Πάφου «Πεύκιος Γεωργιάδης» 2012

Παλιά επαγγέλματα που χάθηκαν.

Παοαδξζιακά επαγγέλμαηα πξυ χάθηκαμ ή άλλαναμ ζηξ χοόμξ

Επίσκεψη στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Κατανόηση προφορικού λόγου

Επαγγέλματα που έχουν εκλείψει

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΩΝ. Αλεξανδρος Δημήτρης

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Η ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΕΡΚΥΡΑΣ - ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΜΙΚΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΣ. Μια ιστορία σαν όνειρο...

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

6 ο ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Νηπιαγωγοί Σοφία Καπετανάκη Μαρία Κουτεντάκη. Ευέλικτη ζώνη. «χώμα. και νερό ταξίδι στην ΚΝΩΣΣΟ»

Συνάντηση με την παράδοση στο σχολείο μας

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β

Καλλιεργώντας τη γη. νιν ή ινίν σκάλα του αμπελιου

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Οδηγός κατασκευής φ/β πάνελ

Παλιά επαγγέλματα που χάθηκαν. Μαθήτρια: Μαρία Αβράμη & Βίκυ Τζοβάρα

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

Παιχνίδια. 2. Το σπίτι

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Robert Bosch GmbH. X-ήκη εφημερίδων

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΑΧΑΙΡΙΩΝ. (µια ενασχόληση δηµιουργίας) Νικόλας ονταδάκης

Κατερίνα Χριστόγερου. Είμαι 3 και μπορώ. Δραστηριότητες για παιδιά από 3 ετών

ΠΡΟΩΘΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΑΙ ΗΜΙΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΥΨΗΛΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Μια μέρα στη ζωή μιας καλαθοποιού

Το καλύτερο σχολείο. Το Πανέμορφο Σχολείο

Α ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΕΡΙΟΥ ΤΑΞΗ Δ 1

1ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ Γ ΤΑΞΗ. Υπεύθυνη δασκάλα: Καρακάση Μαρία Σχολικό Έτος:

ΣΚΕΥΗ (ΠΑΛΑΤΙ-ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ- ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ) 5 η ομάδα

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα Έχουν δύο φωνές: την ενεργητική και την παθητική Ενεργητική φωνή: ω. Παθητική φωνή: -μαι. Οι καταλήξεις των ρημάτων, ω, -άβω

Στην κατασκήνωση του 2008 ασχοληθήκαμε με:

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΕΙ ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΔΡΙΑΝΑΚΟΣ ΧΑΡΗΣ ΔΑΝΔΟΥΛΑΚΗΣ

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ. Από τα παιδιά της Ε τάξης Υπεύθυνη Εκπαιδευτικός: Σύλβια Νεάρχου

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Το σχολείο και το προαύλιο

Το Εικονογραφημένο Βιβλίο στην Προσχολική Εκπαίδευση

Σωστά το μαντέψατε! Τρώω σποράκια, μα πιο πολύ μου αρέσουν οι σπόροι του σιταριού!

Επαγγέλματα του Παρελθόντος

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Λύνω τις ασκήσεις. 2. Γράφω δίπλα πώς διαβάζεται καθένας από τους παρακάτω αριθμούς:

ΥΔΡΟΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ (ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ) Τίτλος διερεύνησης: Ποιοί παράγοντες επηρεάζουν το πόσο νερό συγκρατεί το χώμα;

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΑΡΤΙΟΥ ;

Χωρικές σχέσεις ΠΛΑΤΑΚΗ ΔΗΜΗΤΡΑ. ΕΝΝΟΙΑ: Χωρικές σχέσεις. Εμπλεκόμενοιτομείς. Ενότητα. Στόχοι. Υλικά 1 / 17

Πως διακοσμούμε μια επιφάνεια ή Tablescapes

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους;

Ηεπιστήμημέσααπόταμάτιατουπαιδιού... Ιδέες και πειράματα για τον «Ήχο»

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2014

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Μοντέρνο τραπεζάκι από οξιά

Όνομα και Επώνυμο:.. Όνομα Πατέρα: Όνομα Μητέρας:.. Δημοτικό Σχολείο:.. Τάξη/Τμήμα:.. Εξεταστικό Κέντρο:...

Τοιχοποιία Ι Επισκευές

Το χρυσαφένιο στάρι: από το όργωμα στο ψωμί

Από τα παιδιά της Α 2 τάξης

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ΗΛΙΑΚΟΣ ΦΟΥΡΝΟΣ - ΚΟΥΤΙ v.2b. οδηγίες κατασκευής και χρήσης parathirofyllo@riseup.net

ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Μια φορά κι έναν καιρό

Χριστουγεννιάτικα στολίδια από ανακυκλώσιμα υλικά!

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ


Νηπιαγωγείο Νέα Δημιουργία Ιούνιος, 2014

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑΣ

Διαστάσεις: ύψος 35 εκ., πλάτος 32 εκ., βάθος 10 εκ., περίμετρος ανοίγματος 78 εκ.

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Κατασκευάζοντας τα δικά μας μουσικά όργανα

1o ΕΠΑ.Λ. Μεσολογγίου

Μια μέρα στη ζωή μιας γυναίκας που φτιάχνει «μαρτενίτσες»

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

Θέµατα Καγκουρό 2010 Επίπεδο: 1 (για µαθητές της Γ' και ' τάξης ηµοτικού)

Ομάδα κατασκευών. του Συνδέσμου Νέων της Ι.Μ.Δ.

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα και 30 λεπτά. * Όλες οι απαντήσεις να δοθούν πάνω στα φυλλάδια.

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Υλικά που χρειαζόμαστε

2/ΘΕΣΙΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΔΙΑΒΟΛΙΤΣΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ

Χαμηλό τραπέζι σαλονιού με ένθετο δίσκο

THE G C SCHOOL OF CAREERS ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

λινη βάση του κουνιστού αλόγου την είχε μισοφάει

Το ατσαλένιο μέρος να είναι πρώτης ποιότητας: και αρκετά βαρύ για να μας εξυπηρετεί στη δουλεία μας.

THE G C SCHOOL OF CAREERS ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΤΡΑΠΕΖΙ. Ομάδα 7 η Αγορά Συνήθειες Χώρος Έπιπλα. Λεωνίδας Κραλίδης Έλενα Τασίου

Κεφάλαιο Β - Ενότητα 12η Η εκπαίδευση στο Βυζάντιο

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα Εικαστικής Αγωγής «Αναζητώντας τα ζώα στην πινακοθήκη»

Υλικά για την ζύμη. 230 γρ. αλεύρι για πίτες. ½ κ.γ αλάτι. ½ κ.γ ζάχαρη. 30 γρ. βούτυρο σε κύβους. 30 γρ. ηλιέλαιο. 110 γρ. περίπου χλιαρό νερό

ΕΝΩΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΛΥΣΕΙΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΟΠΗΣ 5. ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΟΠΗΣ

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ. Κυριάκος Ιωάννου (σύμβουλος Σχ.Τ.)

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Ε ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ (Ε1) ΣΤΗΝ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΖΩΝΗ

Σπίτι πουλιών για το μπαλκόνι και τον κήπο

ΟΔΗΓΊΕΣ Μακρυά τα παιδιά από τέτοιες εργασίες!!!!!.

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Εικόνες & Τοπία. Οι Εικόνες

Bάτραχοι στη λίμνη. Παιχνίδια Συνεργασίας Επίπεδο 1,2

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Transcript:

Ο σακοποιός Ο σακοποιός, κατά κανόνα δεν έχει μόνιμο ούτε σκεπαστό εργαστήρι. Εργάζεται στο ύπαιθρο. Μια αυλή μακρόστενη, κάτω απ τον ίσκιο κληματαριάς ή μια πεζούλα χωραφιού, που δεν τη θωρεί ο ήλιος, είναι τόπος κατάλληλος να φιλοξενήσει το φτωχό αυτό τεχνίτη, τον αργαλειό του και τη σβύγα του. Για τούτο και δεν εργάζεται όλο το έτος. Το μισό φθινόπωρο και το χειμώνα ολόκληρο, αργεί. Εκτός, φυσικά, και έχει τόπο σκεπαστό, που να χωράει μέσα εκεί η σβύγα του. Τον αργαλειό μπορεί ευκολότερα να τον τοποθετήσει, ακόμα και μόνιμα, μέσα σε κανένα χαμόσπιτο ή κατώγι. Ο σακοποιός φτιάχνει μια σειρά απο προίοντα, χρήσιμα για πολλές καθημερινές εργασίες. Τα «σακιά», χρειάζονται για τη μεταφορά διαφόρων γεωργικών προϊόντων. Τα «χαράρια», για τη μεταφορά των άχυρων απ το αλώνι στον αχυρώνα (μεγάλα σακιά). Οι «τρουβάδες», σε τρία μεγέθη: το συνηθισμένο, το «ταγάρ», για να τοποθετεί μέσα εκεί διάφορα εφόδια και εργαλεία. Το «σαμάν-τρουβά», όπου βάζουν άχυρα και τρων τα ζώα. Το «μουστούχ»,πολύ μικρό τροβαδάκι, όπου βάζουν κτηνοτροφή για τα ζώα. Τον κοινό τρουβά τον κρεμούν απ τον ώμο. Μερικοί όμως προτιμούν να τον φορτώνονται πίσω τους, σαν τον γυλιό. Τα «δισάκια». Το δισάκι το φορτώνουν στο άλογο περνώντας το απ τη σκισμάδα στο πίσω άκρο του σαμαριού, οταν περιέχει βαριά πράγματα ή απ το λαιμό του ανθρώπου, όταν το περιεχόμενο είναι ελαφρό και δεν χρειάζεται άλογο. «Σακούλια» λιοτριβιών, όπου τυλίγουν τις αλεσμένες ελιές για να τις στίψουν. Οι ζώνες, με τις οποίες στερεώνουν τα σαμάρια πάνω στα ζώα. Μερικοί σακοποιοί έφκιαχναν και τις φασκές των παιδιών τους με λινό μίτο, σε διάφορα χρώματα.

Οι ξυλογλύπτες της Σκύρου Περίτεχνα σκαλισμένα μπαούλα, σκαμνάκια και σοφράδες είναι τα προϊόντα μιας τέχνης που έφερανστη Σκύρο οι εξόριστοι από το Βυζάντιο. Την παράδοση διατηρούν εννέα τεχνίτες που επιμένουν να πωλούν τα έπιπλα αποκλειστικά στο νησί. Όπως κανένας σκυριανός τεχνίτης λένε δεν δημιουργεί σε ξένο τόπο. Μόνο που δεν έχουν βρεί διαδόχους: κανένας νέος δεν μαθητεύει δίπλα στους μαστόρους... Τα υλικά και η δομή του σκυριανού σπιτιού ήταν καθοριστικά στη διαμόρφωση του ύφους των επίπλων,εξηγεί ο σκυριανός ξυλογλύπτης Λ ε υ τ έ ρ η ς Α υ γ ο κ λ ο ύ ρ η ς. Το εμβαδόν κάθε σπιτιού καθοριζόταν από το μέγεθος του κυπαρισσιού που θα έβρισκε η οικογένεια για να κατασκευάσει την οροφή. Σε γενικές γραμμές τα σπίτια στη Σκύρο είναι 40 ως 60 τ.μ., με μικρά παράθυρα από κέδρο. Για τη μόνωση χρησιμοποιούσαν τον κορμό του κυπαρισσιού, φύκια, καλάμια και αργιλόχωμα που γινόταν πηλός με τη βροχή. Στον μικρό αυτό χώρο ζούσαν οικογένειες με πέντε ή επτά παιδιά που βολεύονταν για τον ύπνο τους σε εσωτερικό πατάρι, σε στρώματα. Στον κάτω χώρο τα έπιπλα έπρεπε να είναι μικρά, για να χωρούν, και πολλαπλής χρήσης. Οι σοφράδες είναι τα χαμηλά τραπέζια που, εκτός από τις ανάγκες φαγητού και συγκέντρωσης των ατόμων, εξυπηρετούσαν τις δουλειές της νοικοκυράς. Το χαμηλό ύψος έδινε τη δυνατότητα να το ακουμπούν στον τοίχο όταν δεν το χρησιμοποιούσαν, χωρίς τα σταυρωτά πόδια του να ενοχλούν την κίνηση στο σπίτι. Τα σκαμνιά, ύψους 31 ως 37 εκατοστών, ήταν φτιαγμένα από ξύλο μουριάς ή σφενδάμη και η πλάτη είχε κλίση ώστε να μη μουδιάζει ο καθήμενος.ένας χαμηλός καναπές δίπλα στο τζάκι, η «κρεβατσούλα», χωρούσε τέσσερα άτομα και είχε στο κάτω μέρος δυο εσοχές: μία για τα υποδήματα και μία για το δαδί του τζακιού. Εκεί κοιμόταν όποιο παιδί ήταν σε ηλικία γάμου.

Οι κασέλες είχαν τις περισσότερες χρήσεις: γίνονταν τραπέζια, καθίσματα, βαλίτσες για τους ναυτικούς, φαρμακεία και «μπαρ» με χωρίσματα για τα λικέρ. Το χαρακτηριστικό ράφι για τα κεραμεικά, οι εταζέρες αλλά και τα κουτάλια, οι ρόκες, οι σφραγίδες και οι γκλίτσες είχαν τα χαρακτηριστικά σκυριανά σκαλίσματα. Τα σχέδια ήταν όλα εμπνευσμένα από τη φύση και δεν έχουν αλλάξει ως τις μέρες μας. Λουλούδια, γλάστρες, πουλιά, ψάρια, βυζαντινά γεωμετρικά σχέδια είναι τα μοτίβα που επαναλαμβάνονται στη σκυριανή ξυλογλυπτική. Τα ίδια θέματα βρίσκουμε αποτυπωμένα και στο παραδοσιακό σκυριανό κέντημα. Πέρα όμως από τη θεματολογία το κέντημα και το έπιπλο της Σκύρου συνδέονται και με άλλο τρόπο: τα έπιπλα ήταν φτιαγμένα από ξύλο συκαμίνου (μουριάς), την οποία καλλιεργούσαν για τον μεταξοσκώληκα που έδινε πρώτη ύλη για τα κεντήματα. Τα σκυριανά έπιπλα είναι πιο απλά και λιτά από οποιαδήποτε άλλα ελληνικά έπιπλα, όπως ισχυρίζεται ο κ. Αυγοκλούρης. «Τα σχέδια είναι λεπτά, ρηχά και με γωνίες», λέει. «Χαρακτηριστική είναι η «ψήφα», ένα σκάλισμα που θυμίζει λέπι και που γίνεται για να μην είναι λείο το φόντο. Τα σχέδια είναι πολύ λεπτά, σε αντίθεση με τα ξυλόγλυπτα που βρίσκουμε σε άλλα μέρη της Ελλάδας και που έχουν χοντρά κλαδιά και φύλλα στρογγυλεμένα με νευρώσεις και με βαθύ φόντο». Τα έπιπλα θεωρούνται χειροποίητα κατά 70%, γιατί χρησιμοποιείται κορδέλα για την κοπή των ξύλων και πλάνη. Οι τιμές πάντως καθορίζονται από τα σκαλίσματα. Ο χρόνος που απαιτείται για να φτιαχτεί μια απλή κασέλα είναι τουλάχιστον ένα δεκαήμερο, λέει ένας άλλος σκυριανός ξυλογλύπτης, ο Γ ι ά ν ν η ς Τ ρ α χ α ν ά ς. «Η παραγωγή περνά ολόκληρη από τα χέρια μας. Αγοράζουμε τα ξύλα, σχεδιάζουμε το έπιπλο, το σκαλίζουμε, το μοντάρουμε και το διαθέτουμε απευθείας στον ενδιαφερόμενο», εξηγεί. Οι διαστάσεις των σκυριανών επίπλων έχουν προσαρμοστεί στις αναλογίες των σύγχρονων κατοικιών χωρίς να αλλοιωθεί το ύφος και ο χαρακτήρας τους. Το πρόβλημα όμως, όπως επισημαίνει ο κ. Τραχανάς, είναι ότι τα σπίτια δεν μπορούν να έχουν αποκλειστικά σκυριανά έπιπλα, γιατί δεν εξυπηρετούν πια όλες τις ανάγκες μιας οικογένειας. Πολλοί τα επιλέγουν για ένα συγκεκριμένο δωμάτιο, αφού είναι δύσκολο να ταιριάξουν με έπιπλα άλλης τεχνοτροπίας. Οι εναπομείναντες τεχνίτες δεν έχουν σε ποιον να κληροδοτήσουν την τέχνη τους. Και όσοι βρίσκουν μαθητευόμενους δεν μπορούν να τους πληρώσουν. «Είμαστε υποχρεωμένοι να πληρώνουμε το ΙΚΑ για τα παιδιά που μαθαίνουμε»,

εξηγεί ο ξυλογλύπτης Γ ι ά ν ν η ς Α γ γ ε λ ή ς. ο νέος τεχνίτης χρειάζεται τουλάχιστον τρία χρόνια μαθητείας για να αποδώσει. Κανείς δεν μπορεί να επωμιστεί τα έξοδα του μισθού και της ασφάλισης ενός ατόμου που δεν παράγει». Παράλληλα οι μαθητευόμενοι χρειάζεται να καταστρέψουν πολλά κομμάτια ξύλου και εργαλεία για να κατασκευάσουν ένα έπιπλο που αξίζει να πουληθεί. Το συμπέρασμα είναι κοινό σε όλους τους τεχνίτες: τα γνήσια σκυριανά έπιπλα που κατασκευάζονται στο ίδιο το νησί αργά ή γρήγορα θα εκλείψουν. Για όσους ενδιαφέρονται να αγοράσουν σκυριανά έπιπλα, οι τεχνίτες συνιστούν μία επίσκεψη στο νησί. «Υπάρχει όμως και η δυνατότητα αποστολής φωτογραφικού υλικού και τηλεφωνικής παραγγελίας» επισημαίνει ο κ. Αυγοκλούρης. Η παράδοση γίνεται μετά από δύο ως έξι μήνες, ανάλογα με τα κομμάτια, τα σκαλίσματα και τις παραγγελίες που προηγούνται. Έτοιμα προς διάθεση υπάρχουν μόνο εταζιέρες, καρεκλάκια διαφόρων διαστάσεων, κορνίζες και λιγοστά μεγάλα κομμάτια όπως κασέλες. Οι τιμές, που καθορίζονται από την επιφάνεια των σκαλισμάτων, έχουν αναγκαστικά μεγάλες διακυμάνσεις Αναδημοσίευση από την εφημερ. «ΤΟ ΒΗΜΑ»

Παραδοσιακά Κρητικά Μαχαίρια: Συνέντευξη μʼ έναν... παραγιό παλιού μαχαιροποιού Από οκτώ χρονών μάθαινα την τέχνη και στα δεκαπέντε έφτιαξα το πρώτο μαχαίρι δηλώνει στα «Επαρχιακό φως.» ένας από τους ελάχιστους, μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού, τεχνίτες, κατασκευαστές παραδοσιακών Κρητικών μαχαιριών στα Χανιά που έχει δική του επιχείρηση στο βιοτεχνικό πάρκο «Βερέκυνθος» της δημοτικής περιφέρειας Σούδας. Ο κ. Σταύρος Πατεράκης ενώ σκαλίζει τη ράχη και το τσεμπέρι ή περμανέ σε μια λάμα. Έκπληκτος έμεινε για μια στιγμή ο μαχαιροποιός Σταύρος Πατεράκης από την απρόσμενη επίσκεψη μας στη βιοτεχνία του, όπου εκείνη την ώρα κατασκεύαζε μια ειδική παραγγελία ενός μεγάλου Κρητικού παραδοσιακού μαχαιριού. Από τη συνάντηση αυτή, καταγράψαμε ενδιαφέροντα θέματα που εξιστορούσε με συγκίνηση, αναφερόμενος για την τέχνη αυτή που έμαθε από μικρό παιδί, ως εξής: Γεννήθηκα το 1962 στην Πολυρήνια Κισάμου, αλλά από δύο χρονών είμαι στα Χανιά. Και η δική μου η γενιά μάθαινε τέχνες, αλλά μετά, κανένα παιδί δεν ήθελε να μάθει την τέχνη ενός παραδοσιακού επαγγέλματος όπως για παράδειγμα είναι τα μαχαίρια. Στη Σπλάντζια μέναμε και τα «Μαχαιράδικα», έτσι λεγόταν η γειτονιά εκείνη της οδού Σήφακα αφού εκεί ήταν όλα, καμία δεκαριά εργαστήρια, παλιοί τεχνίτες. Ένας από αυτούς κι ο μακαρίτης Νίκος Σκουντριδάκης που με είχε πάρει παραγιό του για να βγάζω το χαρτζιλίκι μου, βοηθώντας τον. Μʼ άρεσε όμως αυτή η δουλειά και παρατηρούσα καλά όλες τις κινήσεις του αφεντικού. Εκείνη την περίοδο επικρατούσε ακόμα μια κακή τακτική, δηλαδή, οι τεχνίτες όλων των κατηγοριών, δεν έλεγαν τα μυστικά της δουλειάς τους. Πολλές φορές έρχεται στο νου μου και γελάω, η λέξη «κλέφτης», που έλεγε για μένα, αστειευόμενη βέβαια, η μακαρίτισσα σύζυγος του

αφεντικού μου η κυρά Αθηνά επειδή κοιτούσα με επιμονή και υπομονή κάθε του κίνηση. Ήταν καλός άνθρωπος, αλλά έτσι είχαν τότε τα πράγματα, δεν έδειχναν στους παραγιούς παρά μόνο στα παιδιά τους για να είναι εκείνοι συνεχιστές της παράδοσης. Δέκα πέντε χρονών ολοκλήρωσα το πρώτο μαχαίρι και πέταγα από χαρά γιατί ήταν δικό μου έργο από την αρχή μέχρι το τέλος. Πουλήθηκε μάλιστα, απʼ ότι θυμάμαι και σε καλή τιμή. Το αφεντικό τότε, μου είπε. «Σταύρο έγινες τεχνίτης και από σήμερα όσα μαχαίρια θα φτιάχνεις και θα πωλούνται, θα παίρνεις τα μισά χρήματα». Ένα παλιό Κρητικό μαχαίρι που χρονολογείται ότι κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ουαιώνα έχοντας υποστεί τις φθορές του χρόνου και της χρήσης. Είχα μάθει πλέον την τέχνη, αλλά έμαθα ακόμα περισσότερα γιατί το αφεντικό άρχισε τώρα να μου εκμυστηρεύεται όλα τα μυστικά με τη φωτιά στο καμίνι, το αμόνι, το ατσάλι που αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε καταργώντας τις σιδερένιες λάμες που σκούριαζαν. Τις διαφορές που είχαν τα κόκαλα με τα κέρατα ή τα ελεφαντόδοντα που χρησιμοποιούσαμε στις χειρολαβές. Τα παραδοσιακά μαχαίρια γεννήθηκαν στα τέλη του 18 ου αιώνα και το σχήμα τους έγινε μονομιάς αποδεκτό από όλους τους Κρητικούς. Η λεπίδα τους καλά δουλεμένη στο καμίνι και σφυρηλατημένη στο αμόνι αποκτούσε αντίθετα από την κοπτερή πλευρά την «ράχη» του μαχαιριού και είναι επίπεδη σκαλισμένη με καλέμι έχοντας μεγαλύτερο πλάτος προς τα πίσω και λεπτότερο προς την μύτη του μαχαιριού που κατέληγε σε μια πολύ λεπτή αιχμή. Η πλευρά τώρα της κόψης, όσο πλησίαζε στη μύτη του μαχαιριού έπαιρνε μια κλίση προς τα επάνω. Οι πιο παλιοί ακόμα τεχνίτες έφτιαχναν και μαχαίρια που είχαν μήκος μέχρι και60 εκατοστά για να μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σαν σπαθιά.

Διακρίνεται η μασιά και ανάμεσα στο (ν) η οπή της θήκης της. Εκείνες τις εποχές δεν γράφανε πάνω στις λάμες μαντινάδες που γράφουνε σήμερα για τουριστικούς λόγους, αλλά είχαν διαφορετικούς συμβολισμούς όπως αντικριστούς δράκους, το κυπαρίσσι που θεωρείται σύμβολο μακροζωϊας ή ανθόμορφες παραστάσεις με λουλούδια κλπ. Οι παραστάσεις ή τα γράμματα για να γίνουν πάνω στο μέταλλο δηλαδή στις πλευρές της λάμας, τις αλείφουμε με φυσικό κερί και μετά χαράζουμε ή σχεδιάζουμε ότι θέλουμε πάνω και με τη χρήση νιτρικού οξύ πετυχαίνουμε τον προγραμματισμό μας. Για τον συγκεκριμένο παραδοσιακό τύπο κατασκευής Κρητικών μαχαιριών με το πίσω μέρος της μάνικας (χειρολαβής) να τελειώνει σε (ν), είμαι ο μοναδικός σήμερα τεχνίτης στα Χανιά. Και κάτι πολύ σημαντικό που δεν το ξέρουν οι νέοι είναι πως πίσω από κάθε Κρητικό μαχαίρι υπάρχει η μασιά, ένα τσιμπιδάκι που το χρησιμοποιούσαν εκείνες τις εποχές οι άνδρες για να πιάνουν το καρβουνάκι και νʼ ανάβουν τον αργιλέ, αλλά και να χτενίζουν το μουστάκι τους με το σκαλιστό σαν χτένι, πώμα της μασιάς. Τʼ άλλα τμήματα ενός Κρητικού μαχαιριού διακρίνονται στη λάμα με τη ράχη την σκαλιστή και την κόψη, τη μάνικα ή χειρολαβή από κέρατο, κόκαλο ή ελεφαντόδοντο, τα πλαϊνά κωνικά μεταξύ λάμας και μάνικας από ασήμι, σκαλιστά, που λέγονται καμπτζέδες, τους περμανέδες ή τσεμπέρια πάνω και κάτω από τη μάνικα από ασήμι σκαλιστά και αυτά, τη δερμάτινη θήκη για την καθημερινότητα και την ασημένια που είναι η επίσημη, την οποία φτιάχνουν άλλοι τεχνίτες στα Χανιά. Το μέρος αυτό που στεγάζονται δεκάδες βιοτεχνίες λέγεται «Βερέκυνθος», ονομασία του βουνού όπου ζούσαν οι Ιδαίοι Δάκτυλοι, γιοι του Δία και προστάτες των τεχνών. Ο δεκάχρονος γιος μου μαθαίνει την τέχνη και θα συνεχίσει την παράδοση όπως του την διδάσκω

Μια θήκη δερμάτινη με ραφή από σύρμα για την καθημερινότητα. Και τα κατσούνια που είναι για όλες τις χρήσεις συμπεριλαμβάνονται στα Κρητικά μαχαίρια.

Το κόκαλο από μπροστινό πόδι μοσχαριού είναι κατάλληλο για χειρολαβές, όπως και τα κέρατα τα οποία αφού τα ζεστάνουν πιέζονται και ισιώνουν. Ο Τσιμισκής Ο τσιμισκής ήταν ο κατασκευαστής των τσιμισκιών. Αυτά είναι τα καλαθάκια που γίνονται με πρώτη ύλη το βούρλο ή την κύπερη. Τα τσιμίσκια είναι λοιπόν τα καλαθάκια που χρησιμοποιούν οι τυροκόμοι να βάζουν το τυρί που πήζουν κατά τον χρόνο της τυροκομίας. Τα βούρλα βγαίνουν το φθινόπωρο και ξεραίνονται. Οταν ο κατασκευαστής χρειάζεται να δουλέψει το βούρλο, το βάζει στο νερό. Αυτό μαλακώνει και μπορεί να λυγίζει και να πλέχεται. Αλλο είδος βούρλου είναι και η κύπερη. Τα

ψαθιά δεν συνηθίζονται στην κατασκευή των καλαθιών. Τα κοφινέλλα ή κιούρκοι είναι πάλι πλεκτά καλάθια με κάποιο είδος βούρλου που υπάρχει στη Σκάλα Λακωνίας. Αυτό έχει καλαμένια θωριά που θα μπορούσε κανείς να το θεωρήσει ότι είναι κάποιο είδος μπαμπού Γνώρισα μιά κυρία στη Μικρή Μαντίνεια της Καλαμάτας που έπλεκε κιούρκους για φωτιστικά μέσα και όχι για ψάρεμα. Μου εξήγησε πολλά πράγματα και θαύμασα την τεχνική της. Στη Νάξο κάνουν τσιμίσκια για τροβόλια. Κάνουν δηλαδή καλαθάκια για το τυρί.

Τότε που οι Έλληνες είχαν λιγότερα και ήταν πλουσιότεροι... Ο κανατάς, που τραγουδήθηκε όσο κανείς άλλος στο πρόσωπο του Μπαρμπα - Γιάννη, ήταν μια όμορφη εικόνα μιας εποχής, που έφυγε πια. Έμοιζε με κινητό κατάστημα, έτσι καθώς ήταν φορτωμένος με τα πήλινα σταμνιά. Πολύτιμο είδος και απαραίτητο τα παλιά χρόνια η κανάτα. Εκεί φύλαγαν οι άνθρωποι το νερό για να διατηρειται δροσερό, αφού δεν υπήρχαν τότε ψυγεία. Αλλά ούτε και βρύσες υπήρχαν στα σπίτια και αναγκαζόταν ο κόσμος να προμηθεύεται το νερό από κάποια βρύση της γειτονιάς. Απόθεταν οι νοικοκυρές τη γεμάτη με το πολύτιμο υγρό κανάτα σε μια γωνιά της κουζίνας και έβαζαν από πάνω για σκέπασμα το μαστραπά ή αμπελόφυλλα, τυλιγμένα σε καρούλι. Το νερό που υπήρχε μέσα διατηρούνταν δροσερό, επειδή... η κανάτα, όπως όλα τα πήλινα είδη, έχει αδιόρατους πόρους που αφήνει το νερό να περάσει έξω και καθως αυτό εξατμίζεται, παράγεται ψύχος. Για να

διατηρηθεί το νερό ακόμη πιο δροσερό, έβρεχαν από έξω την κανάτα. Για την κατασκευή της χρησιμοποιούσαν κοκκινόχρωμα, που το κοσκίνιζαν προηγουμένως, για να φύγει η άμμος και τα άλλα άχρηστα υλικά. Το καθαρό χώμα που έμενε το έκαναν πηλό και το έπλαθαν, δίνοντας του διάφορα σχήματα. Έφτιαχναν μ'αυτόν κανάτες (στάμνες), λαγήνια (δοχείο για νερό, μικρή στάμνα), τσουκάλια (πήλινη χύτρα), κιούπια, γλάστρες, πυθάρια, πιάτα κ.ά. Προτού στεγνώσουν, τα έβαζαν σε ισχυρή φωτιά, για να χάσουν όλο το νερό τους. Αυτή τη δουλειά την έκαναν βέβαια άλλοι τεχνίτες, που είχαν και τα

κατάλληλα μηχανήματα, αλλά και κάποιοι κανατάδες. Έπειτα φορτώνονταν τα κανάτια, δένοντας το ένα με το άλλο με σχοινί, ή τα τοποθετούσαν σε κοφίνια που τα φόρτωναν στο ζώο τους και γύριζαν τις γειτονιές και τα χωριά διαλαλώντας την πραμάτειά τους. Σήμερα δεν χρησιμοποιούν πλέον οι άνθρωποι στάμνες. Υπάρχουν βέβαια, αλλά έχασαν την πρακτική τους αξία. Έγιναν ειδος Λαϊκής Τέχνης με διακοσμητικό ρόλο http://trelogiannis.blogspot.com/2010/12/blogpost_2506.html Αναρτήθηκε από Θαλασσινή στις 2:26 π.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια: Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείουblogthis!μοιραστείτε το στο TwitterΜοιραστείτε το στο Facebook Ετικέτες ΠΑραδοσιακά επαγγέλματα Τρίτη, 16 Νοεμβρίου 2010 Γεωργός - Λουτρουβιάρης (Ελαιοτρίβης)

Οι ελαιοπαραγωγοί πήγαιναν τις ελιές στο λουτρουβιό, τις ζύγιζαν και τις έριχναν λίγες-λίγες στο τσακιστήρι, που αποτελούνταν από την κωνική πέτρα και την κοφινία. Η πέτρα ήταν πάνω στην κοφινία και την γύριζε ένα υποζύγιο. Σε κάποια λουτρουβιά τη γύριζαν εργάτες. Τις λιωμένες ελιές (χαμούρι), τις έβαζαν σε βαρέλι ή σε ξύλινο αποθετάρι και από εκεί μέσα σε τρίχινες πετσέτες, τις οποίες τοποθετούσαν πάνω σε ειδικά τραπέζια επενδυμένα με λαμαρίνα. Πολλές πετσέτες μαζί έβαζαν στην πλάκα του στηρακιού (πιεστηρίου). Με ξύλινο μοχλό δυο εργάτες γύριζαν τη βίδα της πάνω πλάκας του στηρακιού, για να σφίξουν όσο μπορούσαν πιο πολύ τις πετσέτες. Στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν τον μποτζεργάτη, ένα χοντρό κάθετο στύλο, που ήταν συνδεδεμένος με σκοινί με τον μοχλό του στηρακιού. Δυο άντρες γύριζαν τον μποτζεργάτη και άλλος τον μοχλό, για να σφίξει πιο δυνατά τις πετσέτες με το χαμούρι. Το υγρό (αμούργη ανακατεμένη με λάδι) χυνόταν στον πρώτο χώρο μιας διπλανής γούρνας. Στον δεύτερο χώρο, ως πιο ελαφρύ, πήγαινε το λάδι. Κατόπιν έριχναν στις πετσέτες ζεστό νερό, για να στραγγίσουν πιο πολύ. Υπήρχαν στηράκια μεταλλικά, στηράκια ξύλινα και πολύ παλιότερα στηράκια με δυο μεγάλες πέτρες. Στα τελευταία ή κάτω πέτρα

είχε διάφορα αυλάκια, για να βρίσκει κανάλια ροής το λάδι. Ο λουτρουβιάρης πληρωνόταν σχεδόν πάντα με λάδι. (Το κείμενο είναι από το βιβλίο "Μιάν βολάν τσ έναν τσαιρόν ήτον..." του Γιάννη Κολλιάρου) Τσαγκάρης ή Παπουτσής Ο τσαγκάρης στο μαγαζί του, που συνήθως ήταν κάτω από σκάλες σπιτιών, είχε ένα μικρό τετράγωνο πάγκο (τραπεζάκι). Πάνω υπήρχαν ένα τασάκι με χωρίσματα για τα καρφιά, τις ξυλόπροκες και τα στουπαρέλια, οι φαρτσέτες για να κόβει τα πετσιά, τα μπουκάλια με τους λούστρους, το κερί, ο σπάγγος και κάποια άλλα εργαλεία. Εργαλεία επίσης κρεμόταν στα πλάγια του πάγκου, περασμένα σε πέτσινες θήκες. Πλάι του είχε την «πατούνα» (ένα ειδικό αμόνι) και σε ράφια ή στους τοίχους κρεμασμένα τα καλαπόδια. Ο τσαγκάρης έφτιαχνε καινούρια παπούτσια ή επιδιόρθωνε παλιά. Έβαζε τακούνια και σόλες και μπάλωνε με σπάγκο τα τρυπημένα παπούτσια. Τα δέρματα τ αγόραζε από τη χώρα. Για να μη λιώνουν τα ανδρικά καθημερινά παπούτσια, τους έβαζε πίσω στο τακούνι και μπροστά στη σόλα, ημικυκλικά πέταλα και ολόγυρα και στη μέση, σειρά από «βιδάτες» (χοντρά καρφιά που εξείχαν). Κάποια εποχή έβαζαν για πάτους και λάστιχα αυτοκινήτων. (Το κείμενο είναι από το βιβλίο "Μιάν βολάν τσ έναν τσαιρόν ήτον..." του Γιάννη Κολλιάρου)

Καλαθάς Ο καλαθάς έκοβε λιγιές (ίσιους βλαστούς) από διάφορα δέντρα και θάμνους (μηλιές, κουντουρουδιές, λυγαριές) και καλάμια. Τα' κοβε πάντα στο λίγος του φεγγαριού (από την επόμενη μέρα της πανσελήνου) και κυρίως στο απόλιγος (τελευταίο τέταρτο) του Σεπτέμβρη. Τότε τα φυτά έχουν τους λιγότερους χυμούς και τα κλαδιά που έκοβαν δεν τα 'πιανε το σαράκι. Τις λιγιές τις έβαζε σε πίθους ή στέρνες με νερό και τις πέτρωνε καμιά δεκαριά μέρες, για να λιγάνε ευκολότερα και να γίνουν πιο μεγάλης αντοχής. Τα καλάμια τα 'κοβε συνήθως στα τέσσερα. Για να πλέξει το καλάθι άρχιζε από τον πάτο, κάνοντας ένα σταυρό με λυγαριές και κατά διαστήματα άφηνε στημόνια κι έπλεκε. Στη συνέχεια μπορούσε να χρησιμοποιήσει καλάμια. Μετά το πλέξιμο στο χείλωμα έστριβε τις λυγαριές ή τα καλάμια κι έφτιαχνε το χέρι ή τα χέρια. Για ένα μικρό κοφίνι απαιτούνταν μια με δυο ώρες. Οι καλαθάδες έφτιαχναν καλάθια, πανέρια, κοφίνια, κούφες (χανικολόγια), μπουγαδοκόφινα, τυροκαλαθαριές, ξοβεργοκόφινα, μαστιχοκάλαθα, πανέρες μαστιχιού κ. ά. Τα τυροκάλαθα φτιαχνόταν από σπάρτους. Πάνω σε πολλά καλάθια έβαζαν ένα μπλε χάντρο, για το κακό μάτι. (Το κείμενο είναι από το βιβλίο "Μιάν βολάν τσ έναν τσαιρόν ήτον..." του Γιάννη Κολλιάρου)