Η ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ: ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Έρευνα αγοράς κλάδου παραγωγής ιχθυηρών

Η αγορά προϊόντων αλιείας στην Τουρκία

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΟΡΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΘΑΛΑΣΣΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΗ ΚΥΠΡΟ

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΛΙΕΙΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ & ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΒΙΩΣΙΜΗ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ 2014

Άνοιξε στις 20 Μαρτίου 2015 για 3η φορά το πρόγραμμα επιδότησης του επιχειρησιακού προγράμματος Αλιείας (ΕΠΑλΘ) με τίτλο Μετρο 2.1 «ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ».

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Στοιχεία εισαγωγών και κατανάλωσης)

Συγκριτική Αναφορά Αγορών Ελαιολάδου. Γενικά

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ Αριθμ. Πρωτ.: 1310/71384 ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ& ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΛΙΕΙΑΣ

2. Εγχώρια κατανάλωση-διατροφικές συνήθειες.

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Στοιχεία εισαγωγών και κατανάλωσης)

Την τελευταία 30ετία στην Ελλάδα έχουν αναδειχθεί οι ιχθυοκαλλιέργειες θαλασσινών μεσογειακών ειδών (κυρίως τσιπούρας και λαβρακίου).

των Ισπανών καταναλωτών τόσο λόγω διατροφικών συνηθειών όσο και της αυξανόμενης τάσης για υγιεινή διατροφή.

Η ΑΓΟΡΑ ΙΧΘΥΗΡΩΝ ΣΤΗΝ ΛΙΒΥΗ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΈΤΟΣ 2017

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ ΚΡΑΤΙΝΟΥ ΑΘΗΝΑ FAX: site:

ΕΡΕΥΝΑ ΑΓΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Σύνδεσμος Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών

Παγκόσμια οικονομία. Διεθνές περιβάλλον 1

Ελληνικές εξαγωγές υπό εξέταση προϊόντων προς Ρωσία

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Οι εισαγωγές αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 70% της συνολικής αγοράς (τιμές χονδρεμπορίου)

ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. ΑΞΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΧΑΤΖΗΜΠΟΥΣΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΥΣΚΟΥΒΕΛΗΣ ΗΛΙΑΣ

Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2017

Επιπτώσεις ρωσικού embargo σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων από σκοπιά ρωσικών εισαγωγών Ανταγωνισμός από άλλες χώρες

Η Κοινή Γεωργική Πολιτική σε αριθμούς

Η Κοινή Γεωργική Πολιτική σε αριθμούς

17, rue Auguste Vacquerie, Paris - Τηλέφωνο: Φαξ: Ε-mail: ecocom-paris@mfa.gr - ambcomgr@yahoo.

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

Η Κοινή Γεωργική Πολιτική σε αριθμούς

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Σειρά δράσεων προωθεί η Εθνική Τράπεζα, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για στήριξη του παραγωγικού δυναμικού.

Πίνακας αποτελεσμάτων της Ένωσης για την Καινοτομία το Σύνοψη Γλωσσική έκδοση ΕL

INCOFRUIT - (HELLAS)

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ Μελέτη σκοπιμότητας και διερεύνησης των βασικών παραγόντων. Παρουσίαση στην ΕΧΑΕ 18 Νοεμβρίου 2013

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑ ΟΥ & ΕΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΥΝΗΣΙΑ

Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά Περιφέρεια και Νοµό

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1

ΕΡΩΤΗΜΑ 1: ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ?

Εαρινές προβλέψεις : H ευρωπαϊκή ανάκαµψη διατηρεί τη δυναµική της, αν και υπάρχουν νέοι κίνδυνοι

Η αλήθεια για το γάλα

Τριµηνιαία ενηµέρωση για την απασχόληση και την οικονοµία Βασικά µεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2008(INI)

ΠΡΕΣΒΕΙΑ THΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γραφείο Ο.Ε.Υ. Μαδρίτη Εξωτερικό εμπόριο Ισπανίας για το Γενικά χαρακτηριστικά

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Μέτρο 2.1 Υδατοκαλλιέργεια. Συνοπτική παρουσίαση

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Πρεσβεία της Ελλάδος στο Παρίσι Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων. Γαλλική Αγορά Κοτόπουλου

Αποτελέσματα Α' Τριμήνου 2011

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Δημοσιονομικές πληροφορίες για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης

Πίνακας ενδεικτικών. τιμών λιανικής πωλήσεως ιχθυηρών στα ολλανδικά σούπερ μάρκετ:

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ Υ ΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΕΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς 31/12/2015

ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Ε.Γ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

«ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙEΡΓΗΤΙΚΕΣ ΜΟΝΑ ΕΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2014 και η Ελλάδα

Διοικητική Λογιστική

ΝΗΡΕΥΣ ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΑΕ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2012 και η Ελλάδα

Σχέδιο του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2017: Ανάπτυξη, απασχόληση και αποτελεσματική αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης στο επίκεντρο

ΚΥΠΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΕ (2015, πηγή: FAO και Eurostat)

INCOFRUIT - (HELLAS)

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ & ΔΙΜΕΡΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΔΟΔΟΣ)

14292/18 ROD/ech LIFE.2.A. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 6 Δεκεμβρίου 2018 (OR. en) 14292/18. Διοργανικός φάκελος: 2018/0365 (NLE)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2011 και η Ελλάδα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2010 και η Ελλάδα

Το παρόν αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης εργασίας, η οποία εξελίσσεται σε έξι μέρη που δημοσιεύονται σε αντίστοιχα τεύχη. Τεύχος 1, 2013.

% Μεταβολή 08/ ,13% 9,67% ,21% 6,08% ,31% 3,39% ,88% 7,45%

Ε π ι σ η µ ά ν σ ε ι ς

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Οι Ελληνικές Τουριστικές Εισπράξεις

Νο. 85 Μάρτιος 2017 Η πορεία των εξαγωγών κατά το 2016 (Ιανουάριος Δεκέμβριος)

ΤΕΛΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ για Έρευνα Συλλογής στοιχείων για τον αθλητικό τουρισμό Για το Έτος Ετοιμάστηκε για ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΠΟΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ Υ ΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ, ΕΤΟΥΣ Πειραιάς 1/8/2014 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2016

ΑΔΙΑΒΑΘΜΗΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ. ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΠΑΡΙΣΙΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ Τηλ.: Ε-mail:

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

Σύντοµα σηµειώµατα για θέµατα εξαγωγικού ενδιαφέροντος. Η πορεία των εξαγωγών κατά το έτος 2007 Πρωταγωνιστές τα δώδεκα νέα κράτη-µέλη

Η ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΡΕΑΤΟΣ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1

Στατιστικά απασχόλησης στην ΕΕ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ αριθ. 6 ΣΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ 2014 ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΣΟΔΩΝ

Δημήτρης Καραβασίλης Μέλος ΔΕ ΣΕΒΕ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αποτελέσματα Β Τριμήνου / Α Εξαμήνου 2016

Outlook addendum

Ο τομέας ιχθυοκαλλιέργειας στη Γαλλία

Η εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους 2015 δείχνει πλεόνασμα ύψους ,74 ευρώ που προκύπτει από:

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) 2016/72 και (ΕΕ) 2015/2072 όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές δυνατότητες

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2017 (Οριστικά στοιχεία)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Χρηματοoικονομικές πληροφορίες σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2014) 674 final - ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1.

Transcript:

ΣΗΜΕΙΩΜΑ Θεματικό τμήμα - Διαρθρωτικών πολιτικών και πολιτική συνοχής Η ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ: ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ ΑΛΙΕΙΑ Μάρτιο 2007 EL

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Πολιτικών της Ένωσης Θεματικό τμήμα - Διαρθρωτικών πολιτικών και πολιτική συνοχής ΑΛΙΕΙΑ Η ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ: ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Περιεχόμενο: Στο παρόν έγγραφο παρουσιάζεται η παραγωγή της υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, την Τουρκία και την Κύπρο. Περιλαμβάνει μια ανάλυση της ανάπτυξης της παραγωγής, της αγοράς και της διάρθρωσης των επιχειρήσεων λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τα κύρια προϊόντα (τσιπούρα και λαβράκι) και την παραγωγή ερυθρού τόνου, ενός νέου τομέα για τις επιχειρήσεις που στηρίζεται σε έναν πόρο που κινδυνεύει. Το θεματικό δελτίο εκπονήθηκε για την επίσκεψη αντιπροσωπείας της Επιτροπής Αλιείας στις 12-14 Απριλίου 2007. IPOL/B/PECH/NT/2007_02 13/03/2007 EL

Το σημείωμα αυτό ζητήθηκε από την Επιτροπή Αλιείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το παρόν έγγραφο έχει δημοσιευθεί στις εξής γλώσσες: - Πρωτότυπο: ES - Μεταφράσεις: DE, EL, EN, FR, IT, PT. Συντάκτη: Jesús Iborra Martín Θεματικό τμήμα - Διαρθρωτικών πολιτικών και πολιτική συνοχής Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B-1047 Βρυξέλλες E-Mail: ipoldepb@europarl.europa.eu Το χειρόγραφο ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2007. Αυτό το σημείωμα στις εξής ηλεκτρονικές διευθύνσεις: - Διαδικτυακός τόπος: http://www.europarl.europa.eu/activities/expert/estudies.do?language=el Βρυξέλλες, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2007. Οι εκφραζόμενες απόψεις είναι του συντάκτη και δεν αντικατοπτρίζουν κατ' ανάγκη την επίσημη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και η μετάφραση, όχι όμως για εμπορικούς σκοπούς, και υπό την προϋπόθεση ότι θα αναγραφεί η πηγή, θα έχει προηγουμένως ενημερωθεί ο εκδότης και θα του διαβιβασθεί ένα αντίτυπο.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή 3 2. Γεωγραφικό πλαίσιο της παράγωγης της υδατοκαλλιέργειας 4 3. Αξιοπιστία των στατιστικών παράγωγης στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας 5 4. Η ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας Η τσίπουρα και το λαβράκι ως σημαντικότερα ειδή 7 5. Χαρακτηριστικά της παράγωγης της υδατοκαλλιέργειας 9 6. Διαφοροποίηση της παράγωγης 12 7. Αγορές και εξωτερικό εμπόριο 14 Ελλάδα 16 Τουρκία 18 Κύπρος 19 8. Ο ρόλος της κρατικής ενίσχυσης στην ανάπτυξη του κλάδου 20 9. Η κρίση της αγοράς κατά τα έτη 2001 και 2002 21 10. Δομή των επιχειρήσεων 24 11. Νομοθεσία 26 Ελλάδα 26 Τουρκία 27 Κύπρος 28 12. Οργάνωση του κλάδου 28 Ελλάδα 28 Τουρκία 28 13. Ερευνά και εκπαίδευση 29 Ελλάδα 29 Τουρκία 29 Κύπρος 30 14. Βιβλιογραφία 31 1

2

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στη Μεσόγειο η υδατοκαλλιέργεια απαντάται κυρίως στην Αίγυπτο, τη Γαλλία, την Ελλάδα, το Ισραήλ, την Ιταλία, την Ισπανία και την Τουρκία. Βέβαια, οι μεγαλύτεροι παραγωγοί προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας στη Δυτική Ευρώπη είναι η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, εκεί όμως το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής αποτελούν τα δίθυρα μαλάκια. Στην Κεντρική Ευρώπη (Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία και Σλοβενία) ο κλάδος μόλις τώρα αρχίζει να αναπτύσσεται, ενώ η παραγωγή έχει ήδη εδραιωθεί στην Ελλάδα, την Κροατία, τη Μάλτα, την Τουρκία και την Κύπρο. Το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας της ανατολικής Μεσογείου προέρχεται από την Ελλάδα και την Τουρκία. Με εξαίρεση την Αίγυπτο και το Ισραήλ, οι ποσότητες που παράγονται στις άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής και της βορείου Αφρικής (Αλγερία, Λίβανος, Λιβύη, Μαρόκο, Συρία και Τυνησία) είναι ασήμαντες. Η παραγωγή της ιχθυοκαλλιέργειας στην Αίγυπτο είναι βέβαια σημαντική, αλλά αφορά κυρίως είδη του γλυκού νερού. Στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία το κύριο μέρος της παραγωγής αφορά λαβράκια (Dicentrarchus labrax) και τσιπούρες (Sparus aurata). Σημαντική είναι ωστόσο και η παραγωγή πέστροφας στην Τουρκία και μυδιών στην Ελλάδα. Η Κύπρος έχει πολύ μικρότερη παραγωγή από την Ελλάδα και την Τουρκία. Από αυτές τις τρεις χώρες προέρχεται πάντως το 70 % της παγκόσμιας παραγωγής τσιπούρας και το 65 % της παραγωγής λαβρακιού. Επομένως, η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού είναι πολύ σημαντική σε σχέση με την παγκόσμια παραγωγή. Έτσι, τα δύο αυτά είδη αποτελούν το 76 % της συνολικής αξίας της παραγωγής της υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό είναι 48 % στην Τουρκία και 64 % στην Κύπρο. Η παραγωγή ερυθρού τόνου επεκτείνεται γρήγορα σε ολόκληρο τον χώρο της Μεσογείου, σε βάρος των αποθεμάτων που κινδυνεύουν. Γενικά, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της ιχθυοκαλλιέργειας στην περιοχή αυτή εξαρτάται πάρα πολύ από τις εξαγωγές. Η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια σημείωσε γρήγορη ανάπτυξη κατά τη δεκαετία του 1990, η οποία οφειλόταν στις καλές κλιματικές συνθήκες, στην ύπαρξη μιας μακράς και προστατευμένης ακτής και στην εγγύτητα σε αγορές με αυξανόμενη ζήτηση όπως η ιταλική. Στην ανάπτυξη της παραγωγής συνέβαλαν και οι πλουσιοπάροχοι χρηματοδοτικοί πόροι που διατέθηκαν (επιδοτήσεις και πιστώσεις). Η κρίση που σημειώθηκε αργότερα στην αγορά, έγινε ακόμα χειρότερη εξαιτίας των χρεών που οδήγησαν σε αναδιάρθρωση και συγκέντρωση των επιχειρήσεων. Το 2001 και το 2002, η αγορά υπέστη σοβαρή κρίση. Τα αίτια ήταν μεταξύ άλλων η υπερπροσφορά και η ανεπαρκής εποχιακή προσαρμογή της προσφοράς και της ζήτησης. Η κρίση οφειλόταν εν μέρει στην άτακτη ανάπτυξη ενός τομέα που ήταν πολύ εξαρτημένος από πιστώσεις και παρουσίαζε ελλείψεις ως προς τον εμπορικό και οικονομικό προγραμματισμό. Η οικονομική κρίση στην Τουρκία και η υποτίμηση της τουρκικής λίρας το έτος 2001 συνέβαλαν στην υπερβολική επιβάρυνση της αγοράς. Από την άλλη, η αγοραστική δύναμη μειώθηκε γενικά εξαιτίας της μείωσης της αγοραστικής δύναμης στην Ιταλία και την Ισπανία και της συνακόλουθης μείωσης της ζήτησης των ξενοδοχείων, εστιατορίων και καφενείων. Η κρίση και η οικονομική αδυναμία των περισσοτέρων επιχειρήσεων είχαν ως αποτέλεσμα μια αναδιάρθρωση, στο πλαίσιο της οποίας οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις ανέλαβαν πολλές από τις 3

μικρότερες επιχειρήσεις, ενώ έγιναν και συγκεντρώσεις επιχειρήσεων και κάθετες ενοποιήσεις. Αργότερα σημειώθηκε διαφοροποίηση της δραστηριότητας των μεγάλων ομίλων επιχειρήσεων και επέκτασή τους σε άλλες χώρες. Η ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας στην ανατολική Μεσόγειο καθιστά σαφές πώς μπορεί η κρατική ενίσχυση να δράσει ως καταλύτης για τη συγκέντρωση στοιχείων του ενεργητικού των επιχειρήσεων στο πλαίσιο αυξανόμενης ζήτησης. Επίσης, δείχνει και την ευαισθησία ενός τομέα που προέκυψε από αυτή τη διαδικασία χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό και κατεύθυνση της ανάπτυξης της παραγωγής. 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ Το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας της ανατολικής Μεσογείου προέρχεται από το Αιγαίο. Στο Ιόνιο πάλι, όπου βρίσκεται σημαντικό μέρος των δυνατοτήτων παραγωγής, επικρατούν σχεδόν οι ίδιες περιβαλλοντικές συνθήκες με το Αιγαίο. Και τα δύο πελάγη έχουν ακανόνιστες ακτές και πολλούς κόλπους που προστατεύονται από τους κυρίους ανέμους, οι οποίοι ειδικά στο Αιγαίο είναι συχνά πολύ ισχυροί. Στο Αιγαίο οι άνεμοι είναι κυρίως από βόρειες διευθύνσεις, αλλά τον χειμώνα επικρατούν κάποιες φορές και νότιοι άνεμοι. Αντίθετα, στο Ιόνιο επικρατούν οι νοτιοδυτικοί άνεμοι. Μολονότι η πλημμυρίδα και η άμπωτη δεν είναι πολύ έντονες, υπάρχουν ισχυρά ρεύματα που προκαλούν σημαντικές διαφορές θερμοκρασίας. Ενόψει των συνθηκών αυτών, η εντατική υδατοκαλλιέργεια ανταγωνίζεται τον τουρισμό ως προς τη χρησιμοποίηση των περιοχών που είναι καλύτερα προστατευμένες από τους ανέμους και τα ρεύματα. Από την άλλη, η προβληματική των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ιχθυοπαραγωγής αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία ιδίως στις πιο ρηχές και προστατευμένες περιοχές. Στην Κύπρο, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της υδατοκαλλιέργειας αποτέλεσαν πολύ νωρίτερα από ό,τι σε άλλες χώρες θέμα δημόσιας συζήτησης εξαιτίας της περίπτωσης των Cladophora. Το 1990 και το 1991 σημειώθηκε μεγάλος πολλαπλασιασμός των Cladophora patenfiramea, νηματοειδών φυκών από τον Ινδικό Ωκεανό που είχαν έρθει εκεί μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Αυτό το είδος φυκών κάλυψε τα εγχώρια είδη (κυρίως το είδος Ceystoseira spp.), και τα νεκρά φύκη συγκεντρώθηκαν στις τουριστικές παραλίες. Η επίσημη αντίδραση ήταν ανάλογη με την πίεση των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και του κλάδου των ακινήτων η ευθύνη για τη ρύπανση αποδόθηκε σε ένα χερσαίο κέντρο υδατοκαλλιέργειας στο Λιοπέτρι. Μολονότι αργότερα αποδείχθηκε ότι ο τουρισμός και η γεωργία παράγουν τριπλάσια νιτρικά άλατα και ότι ο ταχύς πολλαπλασιασμός των Cladophora οφειλόταν σε μια σειρά θερμών χειμώνων, η κυβέρνηση δρομολόγησε μέτρα για τη σταδιακή απομάκρυνση της παραγωγής της υδατοκαλλιέργειας από την ακτή. Έτσι, η περίπτωση των Cladophora είχε θετικές συνέπειες, διότι προσέφερε ένα κίνητρο για την υιοθέτηση τεχνολογιών εκτροφής στην ανοιχτή θάλασσα. Από την άλλη όμως υπήρξε επιζήμια για την εικόνα της υδατοκαλλιέργειας. Στην Ελλάδα, οι 309 εγκεκριμένες εγκαταστάσεις υδατοκαλλιέργειας είναι ουσιαστικά κατανεμημένες σε ολόκληρο το μήκος της ακτής, όμως η μέγιστη συγκέντρωση παρατηρείται στο κεντρικό τμήμα όπου υπάρχουν καλύτερες εξαγωγικές υποδομές. Σε αυτό το πλαίσιο παίζουν μεγάλο ρόλο οι καλές συγκοινωνιακές συνδέσεις προς την Πάτρα, τον σημαντικότερο λιμένα φόρτωσης για τις εξαγωγές προς την Ιταλία. 4

Στην Τουρκία, το 95 % των εγκαταστάσεων παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού βρίσκονται στις ακτές του Αιγαίου (45 % της συνολικής παραγωγής). Στην περιοχή αυτή, ιδιαίτερη σημασία έχει η επαρχία Muğla, όπου βρίσκεται το 16 % των εγκαταστάσεων εκτροφής και παράγεται το 40 % της συνολικής ποσότητας. Στην επαρχία της Σμύρνης παράγεται περίπου το 13 % της συνολικής ποσότητας. Σε αυτές τις δύο επαρχίες εστιάζεται και η ανάπτυξη του τουρισμού και συχνά σημειώνονται συγκρούσεις για τη χρησιμοποίηση της παράκτιας ζώνης. Περίπου το 25 % της συνολικής παραγωγής αφορά τον Εύξεινο Πόντο, ενώ λιγότερο σημαντικό είναι το ποσοστό παραγωγής στη Θάλασσα του Μαρμαρά, στη Μεσόγειο και στην κεντρική Ανατολία. Η γεωγραφική θέση της Κύπρου και οι ιδιότητες των ακτών της είναι υποδειγματικές ως περιβαλλοντικές συνθήκες, διαφέρουν δε από εκείνες του Αιγαίου και του Ιονίου καθώς υπάρχουν μόνο ελάχιστοι προστατευμένοι κόλποι. Από την άλλη, εξαιτίας της γεωπολιτικής κατάστασης, οι δυνατότητες γεωγραφικής επέκτασης της παραγωγής της υδατοκαλλιέργειας είναι περιορισμένες και υπάρχει εντεινόμενος ανταγωνισμός σε σχέση με άλλες χρήσεις των παράκτιων περιοχών (τουριστικές και στρατιωτικές). Ως εκ τούτου η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια έχει αναπτυχθεί μόνο στη νότια ακτή, αλλά και εκεί μόνο στην περιοχή που βρίσκεται μακριά από την ακτή. 3. ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ Η αξιολόγηση της παραγωγής πρέπει να γίνεται βάσει στατιστικών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η EUROSTAT δεν διαθέτει όλα τα δεδομένα που έπρεπε να της έχουν διαβιβάσει τα κράτη μέλη, παρά τις σχετικές υποχρεώσεις που θεσπίζονται στον κοινοτικό κανονισμό 1. Αυτό αφορά για παράδειγμα την παραγωγή υδατοκαλλιέργειας ερυθρού τόνου στην Ελλάδα. Η Ισπανία είναι το μόνο κράτος μέλος που διαβιβάζει τακτικά στοιχεία για την παραγωγή ερυθρού τόνου σε εγκαταστάσεις υδατοκαλλιέργειας. Η Κύπρος έχει διαβιβάσει στοιχεία για το 2004 και το 2005, ενώ η Ιταλία άρχισε τη διαβίβαση στοιχείων μόλις το 2005. Το γεγονός αυτό είναι άξιο απορίας ενόψει του κινδύνου που διατρέχουν τα αποθέματα ερυθρού τόνου και της εξέλιξης της εκτροφής ψαριών σε ορισμένα κράτη μέλη. 1 Κανονισμός (EΚ) αριθ. 788/96. 5

Δυναμικότητα ICCAT Eurostat 2005 ATRT 2005 Κύπρος 3 000 1 480 1 850 Ισπανία 11 852 3 364 5 188 Ελλάδα 1 000 981 Ιταλία 11 600 1 800 5 100 Μάλτα 9 650 6 250 Πορτογαλία 500 1 EΕ 37 602 6 645 19 369 Κροατία 7 880 6 000 Τουρκία 9 460 6 097 Υποψήφιες χώρες για ένταξη στην ΕΕ 17 340 12 097 Λιβύη 1 000 2 457 Μαρόκο 1 000 Τυνησία 2 400 3 000 Ο πίνακας αυτός δείχνει τη δυναμικότητα των εγκαταστάσεων υδατοκαλλιέργειας που περιλαμβάνονται στον θετικό κατάλογο της ICCAT, την παραγωγή του έτους 2005 και τις εκτιμήσεις για το 2005 σύμφωνα με τους πίνακες 059-067 της μελέτης ATRT 2. Ελλείψει αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων, η εκτίμηση της εκτροφής ερυθρού τόνου κατέστη δυνατή έμμεσα, βάσει των στατιστικών της ICCAT για την αλίευση με κυκλικά δίχτυα και βάσει του εμπορίου ζωντανού ερυθρού τόνου. Βέβαια, και η EUROSTAT δεν παρουσιάζει στη θέση 0301 94 αντίστοιχα στατιστικά στοιχεία για το εξωτερικό εμπόριο ζωντανού ερυθρού τόνου. Τρίτες χώρες 4 400 5 457 Πέρα από την πολύ ευαίσθητη ΣΥΝΟΛΟ 59 342 προβληματική του ερυθρού τόνου, η EUROSTAT δεν διαθέτει στατιστικά στοιχεία ούτε για την παραγωγή ούγαινας (Diplodus puntazzo), συναγρίδας (Dentex dentex), φαγγριού (Pagrus pagrus), σαργού (Diplodus sargus) και γλώσσας (Solea solea) στην Ελλάδα. Μολονότι το σύνολο αυτών των παραγωγών δεν συνιστά μεγάλη ποσότητα (λιγότερο από 5 % της συνολικής παραγωγής), έχει όμως σημασία γιατί καθιστά σαφή τη δυναμική της διαφοροποίησης του κλάδου, η δε ύπαρξή της αποδεικνύεται από διάφορες πηγές. Πρέπει επίσης να δοθεί σημασία στις πιθανές διαφορές μεταξύ των στατιστικών παραγωγής της EUROSTAT και άλλων πηγών. Στον πίνακα που ακολουθεί, γίνεται σύγκριση των στατιστικών στοιχείων της EUROSTAT με τις ποσότητες πρώτης πώλησης που αναφέρονται στην έκθεση Stirling 3 για την παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού κατά το 2002. Λαβράκι (t 2002) Τσιπούρα (t 2002) Eurostat Stirling % Stirling/Eurostat Eurostat Stirling % Stirling/Eurostat Ελλάδα 23 860 44 439 186 % 37 944 58 907 155 % Ισπανία 3 338 3 180 95 % 11 183 10 960 98 % Γαλλία 3 536 3 500 99 % 1 361 1 500 110 % Ιταλία 7 176 9 600 134 % 4 959 9 000 181 % Κύπρος 422 422 100 % 1 266 1 266 100 % Μάλτα 50 300 600 % 1 066 750 70 % Πορτογαλία 808 1 300 161 % 1 855 2 500 135 % Κροατία 1 800 1 600 89 % 700 900 129 % Τουρκία 14 339 14 339 100 % 11 681 11 681 100 % Αίγυπτος 1 239 130 10 % 1 662 982 59 % Μαρόκο 325 200 62 % 378 300 79 % Ισραήλ 385 150 39 % 2 561 2 500 98 % 2 The plunder of bluefin tuna in the Mediterranean and East Atlantic in 2004 and 2005. ATRT S.L., 2006. 3 Study of the market for aquaculture produced seabass and seabream species. Department of Marketing & Institute of Aquaculture. University of Stirling. Έκθεση για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΓΔ Αλιείας. 23 Απριλίου 2004. Πίνακες 3 και 4. 6

Το εμπόριο ιχθυδίων τσιπούρας και λαβρακιού θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μια σωστότερη εκτίμηση της πραγματικής παραγωγής. Στην έκθεση Stirling 4 χρησιμοποιούνται στοιχεία που αφορούν τις εξαγωγές ιχθυδίων, οι οποίες ανέρχονται σε 250 % των εισαγωγών, πράγμα που είναι εντελώς αδύνατο εφόσον η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού είναι συγκεντρωμένη σε λίγες μόνο χώρες. Οπωσδήποτε, η EUROSTAT δεν διαθέτει ούτε στοιχεία για το εμπόριο νεαρής τσιπούρας και λαβρακιού. Ανεξάρτητα από την χώρα που εξετάζεται, τα αριθμητικά στοιχεία για την παραγωγή δεν είναι ιδιαίτερα αξιόπιστα. Για να μπορεί όμως κανείς να σχηματίσει μια εικόνα για την ανάπτυξη του κλάδου, πρέπει να χρησιμοποιείται η ίδια πηγή πληροφοριών και γι αυτό, στην παρούσα ανακοίνωση χρησιμοποιούνται πάντα τα διαθέσιμα στοιχεία της EUROSTAT. 4. Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ Η ΤΣΙΠΟΥΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΒΡΑΚΙ ΩΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΕΙΔΗ Tm Συνολική παραγωγή της υδατοκαλλιέργειας, τόνοι 120.000 100.000 80.000 60.000 40.000 20.000 0 1984 1986 1988 1990 1992 1994 1996 1998 2000 2002 2004 Ελλάδα Τουρκία Κύπρος Στην Ελλάδα, η παραγωγή ιριδίζουσας πέστροφας (Oncorhynchus mykiss) άρχισε κατά τη δεκαετία του 1950. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 σημε ιωνόταν διαρκής άνοδος. Έκτοτε η παραγωγή κυμαίνεται μεταξύ 2 000 και 2 500 τόνων ετησίως, αλλά παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις. Σε ορισμένες λιμνοθάλασσες των τουρκικών ακτών γίνεται παραδοσιακά ένα είδος εκτατικής υδατοκαλλιέργειας («dalyan»). Η Τουρκία άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 την εκτροφή πέστροφας και κυπρίνου (Cyprinus carpio). Στην Κύπρο, η υδατοκαλλιέργεια άρχισε το 1969 με την παραγωγή πέστροφας στο όρος Τρόοδος. Οι ερευνητικές εργασίες που έγιναν στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία στη δεκαετία του 1970 κατέστησαν δυνατό τον έλεγχο του κύκλου ζωής της τσιπούρας και του λαβρακιού. Αργότερα, η καθιέρωση της διαδικασίας εκτροφής σε κλωβούς που ήταν ήδη σε χρήση για τους σολωμούς επέτρεψε την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν λύθηκαν τα τεχνικά προβλήματα της ανάπτυξης των ιχθυδίων που είχαν προκληθεί από μολύνσεις, άρχισε η επέκταση της θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας. Στη δεκαετία του 1990 σημειώθηκε ταχεία πρόοδος που οφειλόταν στις καλές κλιματικές συνθήκες, στη μεγάλου μήκους προστατευμένη ακτή και στην εγγύτητα προς αγορές με αυξανόμενη ζήτηση όπως η ιταλική. 4 Πίνακας 16. 7

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η διάθεση πολλών χρηματοδοτικών πόρων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αύξηση της παραγωγής. Σε συνάρτηση με αυτό, οι κοινοτικές επιδοτήσεις προσέφεραν εκ των πραγμάτων ένα κίνητρο για την ανάπτυξη αυτή. Ενόψει της μεγάλης ζήτησης, οι τράπεζες και ιδίως η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας διέθεσαν πόρους χωρίς μεγάλες εγγυήσεις και οι επιχειρήσεις τροφοδοσίας (ιχθύδια, τροφή κλπ.) παρείχαν διευκολύνσεις πληρωμής για αγορές επί πιστώσει. Η κρίση που σημειώθηκε μετά στην αγορά, έγινε ακόμα μεγαλύτερη από τα χρέη που άνοιξαν τον δρόμο στην αναδιάρθρωση και τη συγκέντρωση επιχειρήσεων. Στην Τουρκία η ακτή του Αιγαίου έχει βέβαια παρόμοια χαρακτηριστικά με τις ελληνικές ακτές, ωστόσο η παραγωγή της υδατοκαλλιέργειας αναπτύχθηκε χωρίς κοινοτικές ενισχύσεις και για τον λόγο αυτόν ξεκίνησε με παραδοσιακά μέσα. Πολλές φορές χρησιμοποιούσε ξύλινους κλωβούς με ιχθύδια που αιχμαλωτίζονταν στο φυσικό τους περιβάλλον. Στην αρχή, η παραγωγή γινόταν κοντά στην ακτή και δεν χρειαζόταν άδεια, ενώ ο ποιοτικός έλεγχος ήταν ανεπαρκής. Το 1998, η Ευρωπαϊκή Ένωση σταμάτησε τις εισαγωγές από την Τουρκία. Έκτοτε η παραγωγή της υδατοκαλλιέργειας στη χώρα αυτή αναπτύχθηκε σημαντικά. Απαγορεύθηκε η χρησιμοποίηση ιχθυδίων που ζουν ελεύθερα, η δημιουργία νέων εγκαταστάσεων απαιτεί άδεια, η διάθεση στην αγορά γίνεται σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες και η τεχνολογία έχει εκσυγχρονιστεί. Η διαδικασία αυτή επιτελέστηκε μέσα σε δύσκολες συνθήκες διότι αφενός ο κλάδος είχε να αντιμετωπίσει τις κρίσεις της αγοράς κατά το 2001 και το 2002 και αφετέρου υπέστη τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και της υποτίμησης της τουρκικής λίρας το 2001. Η ύπαρξη διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων ήταν και στην Τουρκία καθοριστική για την ανάπτυξη του κλάδου. Μέχρι την οικονομική κρίση του 2001, οι τόκοι των δανείων για την υδατοκαλλιέργεια επιδοτούνταν κατά 50 %. Ενόψει του έντονου πληθωρισμού και των υψηλών επιτοκίων, αυτό το είδος στήριξης προσέφερε μια σημαντική ώθηση στον κλάδο και προώθησε τη χορήγηση πιστώσεων από τις τράπεζες και τους προμηθευτές. 80.000 70.000 60.000 50.000 Tm 40.000 30.000 20.000 10.000 0 Παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού, τόνοι 1984 1986 1988 1990 1992 1994 1996 1998 2000 2002 2004 άρχισε και η επιδίωξη οικονομιών κλίμακας. Ελλάδα Τουρκία Κύπρος Εκτός αυτού, κατά τη δεκαετία του 1990 σημειώθηκε ουσιαστική αύξηση του ποσοστού επιβίωσης και της αναλογίας της χρησιμοποιούμενης τροφής και του βάρους που επιτυγχανόταν. Βέβαια, μέχρι το 2000 οι παράγοντες αυτοί έφθασαν ένα βιολογικό όριο και έτσι δεν συνέβαλαν πλέον στη μείωση των δαπανών. Από την άλλη, κατά τη δεκαετία του 1990 Έτσι, στο διάστημα 1990 2004 η παγκόσμια παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού εικοσαπλασιάστηκε. Ενώ στην Ελλάδα και στην Κύπρο παράγονται κυρίως τσιπούρες, στην Τουρκία έχει σχετικά μεγαλύτερη σημασία η παραγωγή λαβρακιού. 8

Η γρήγορη επέκταση της παραγωγής συνοδεύτηκε από κρίση τιμών το 2001 και το 2002. Έτσι, το 2002 οι μέσες τιμές ανέρχονταν μόλις στο 20 % των τιμών του 1990. Εξαιτίας της μείωσης των τιμών μειώθηκε η παραγωγή. Μετά από το 2003, η παγκόσμια παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού ανέκαμψε και τώρα είναι λίγο υψηλότερη από τα επίπεδα του 2000. 5. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ Ο εποχιακός χαρακτήρας της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού είναι γενικό χαρακτηριστικό ακόμα και αν οι συνθήκες ανάπτυξης είναι διαφορετικές στις επιμέρους χώρες. Στην Ελλάδα, η πάχυνση ιχθυδίων αρχίζει την άνοιξη, η διάθεση στην αγορά γίνεται το επόμενο φθινόπωρο και ως εκ τούτου συμπίπτει με τη μείωση της ζήτησης. Τον χειμώνα, η θερμοκρασία των υδάτων στην Ελλάδα είναι μικρότερη από ό,τι στην Τουρκία και την Κύπρο και η εξάρτηση της παραγωγής από την εποχή είναι συγκριτικά μεγαλύτερη. Προκειμένου να αποφευχθεί η υπερβολική επιβάρυνση της αγοράς από την εποχική εξάρτηση, μερικοί παραγωγοί αρχίζουν ενωρίτερα την παραγωγή προκειμένου να μπορούν να διαθέσουν τα προϊόντα τους το φθινόπωρο. Εξαιτίας της υψηλότερης θερμοκρασίας των τουρκικών υδάτων, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής μπορεί να διατεθεί το καλοκαίρι ή στην αρχή του φθινοπώρου, πριν από την βαθμιαία πτώση της ζήτησης. Στην Τουρκία, η παραγωγή τσιπούρας αρχίζει τον Απρίλιο και η παραγωγή λαβρακιού τον Ιούνιο. Η τουρκική παραγωγή λαβρακιού, που αυξήθηκε στη διάρκεια δύο καλοκαιριών, έχει φθάσει σε σημαντικό επίπεδο και επιτυγχάνει καλές τιμές και το φθινόπωρο. Η τροφή, τα ιχθύδια και το εργατικό δυναμικό αποτελούν περίπου το 70% των δαπανών παραγωγής. Η ανταγωνιστικότητα των δύο κυρίων παραγωγών έχει διαφορετικές βάσεις. Παραδοσιακά, η Τουρκία στηρίζεται στο μικρότερο εργατικό κόστος, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα στηρίζονται στο χαμηλότερο κόστος των ιχθυδίων που παράγονται από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Η κατάσταση στην Τουρκία δεν μπορεί βέβαια να συγκριθεί με την κατάσταση στην Ελλάδα, ωστόσο η κάθετη ενοποίηση παίζει επίσης ολοένα μεγαλύτερο ρόλο. Οι επιχειρήσεις που έχουν συμπεριλάβει στις δραστηριότητές τους την παραγωγή ιχθυδίων, έχουν οικονομικά πλεονεκτήματα από αυτό. Οι επιχειρήσεις που εξαρτώνται από ιχθύδια του εμπορίου είναι υποχρεωμένες να εξασφαλίζουν τον εφοδιασμό τους με μακροπρόθεσμα συμβόλαια προμήθειας ή εξαρτώνται από τις διακυμάνσεις των τιμών σε συνάρτηση με τη διαθεσιμότητα ιχθυδίων. Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι οι συνθήκες πληρωμής, γιατί σε αγορές επί πιστώσει απαιτείται ένα σημαντικό ασφάλιστρο κινδύνου. Το αντίτιμο που καταβάλλουν οι μικροί παραγωγοί για ιχθύδια μπορεί να ξεπερνά μέχρι και κατά 40% το αντίτιμο που καταβάλλουν οι μεγάλες ενώσεις επιχειρήσεων. Εξαιτίας της εντατικής παραγωγής, οι δαπάνες για την τροφή έχουν σημαντικές επιπτώσεις. Ωστόσο εδώ υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της τροφής, την τεχνική της παραγωγής, τους όρους αγοράς, τη συμπερίληψη της παραγωγής τροφής στον όμιλο επιχειρήσεων και τις διακυμάνσεις των τιμών των πρώτων υλών. Ο τελευταίος παράγοντας θα αποκτήσει μελλοντικά μεγαλύτερη σημασία. Εξαιτίας της μεγάλης 9

ανάπτυξης της υδατοκαλλιέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο, και κυρίως στην Ασία, η ζήτηση αυξάνεται και δεν είναι αναμενόμενο ότι οι διαθέσιμοι πόροι θα αυξηθούν εξίσου. Η ενοποίηση επεκτάθηκε στην παραγωγή τροφής ως στρατηγική για τη μείωση του κόστους των τροφίμων. Αυτό ισχύει για την KEGO της οποίας ο κύριος μέτοχος είναι η Nireus Aquaculture (51 %), που προσπαθεί να αγοράσει στο χρηματιστήριο της Αθήνας όσο περισσότερες μετοχές της KEGO είναι δυνατό. Πριν από αυτό η Nireus Aquaculture είχε ήδη την δική της επιχείρηση, την Feedus, για την παραγωγή τροφών. Η Ecofeed, η οποία παράγει προϊόντα διατροφής, έχει το 10,96 % του κεφαλαίου της Hellenic Fishfarming και επιχειρεί να αποκτήσει μερίδια σε δύο άλλες επιχειρήσεις μετά από την κατασκευή της νέας της εγκατάστασης στην Πάτρα που θα είναι πολύ μεγαλύτερη από όλες τις άλλες στη Μεσόγειο. Το εργατικό κόστος εξαρτάται άμεσα από τη μηχανοποίηση ή την αυτοματοποίηση της χορήγησης τροφής. Η πρόσβαση στους κλωβούς στην ανοιχτή θάλασσα είναι δύσκολη εξαιτίας της απόστασης από την ακτή και του γεγονότος ότι η τοποθεσία δεν είναι προστατευμένη. Βέβαια, σε αυτές τις περιπτώσεις οι κλωβοί είναι μεγαλύτεροι, η μηχανοποίηση και η αυτοματοποίηση είναι πιο εύκολη και αποτελεσματική και το εργατικό δυναμικό έχει μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Στην Ελλάδα οι τσιπούρες και τα λαβράκια εκτρέφονται κυρίως σε κλωβούς στη θάλασσα, με διάμετρο 35 μέτρων, και η παραγωγή είναι 250-300 τόνοι. Παρόλα αυτά, γίνεται εντατική εκτροφή ορισμένων ειδών σε λιμνοθάλασσες, όπως για παράδειγμα του κέφαλου (Mugil cephalus). Στην Τουρκία υπάρχουν 1 659 εγκαταστάσεις υδατοκαλλιέργειας που γενικά ανήκουν σε μικρές επιχειρήσεις. Η παραγωγή πέστροφας αποτελεί το 51 % της συνολικής παραγωγής και απαντάται σε ολόκληρη τη χώρα. Αντίθετα, οι τσιπούρες και τα λαβράκια παράγονται σε πολύ μεγαλύτερες εγκαταστάσεις από αυτές της παραγωγής πέστροφας. Γενικά, στην Τουρκία χρησιμοποιούνται μικρότεροι κλωβοί από ό,τι στην Ελλάδα. Ωστόσο, συχνά οι εγκαταστάσεις βρίσκονται σε λιγότερο προστατευμένες περιοχές εξαιτίας του ανταγωνισμού με άλλες χρήσεις των ακτών και συνεπεία τούτου παρουσιάζονται εξελίξεις όσον αφορά το μέγεθος και το υλικό κατασκευής των κλωβών. Έτσι, σιγά-σιγά, οι μικροί ξύλινοι κλωβοί που αρχικά χρησιμοποιούνταν πιο κοντά στην ακτή, αντικαθίστανται από κλωβούς από πολυαιθυλένιο μεγάλης πυκνότητας με διάμετρο ως και 24 μέτρα. Οι περισσότερες επιχειρήσεις που προσφέρουν υπηρεσίες και συντελεστές παραγωγής για την υδατοκαλλιέργεια βρίσκονται στις ακτές του Αιγαίου και γύρω από την Κωνσταντινούπολη. Στην Κύπρο η υδατοκαλλιέργεια επικεντρώνεται κυρίως όπως και στην Ελλάδα και την Τουρκία στην παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού, μολονότι ο όγκος παραγωγής είναι πολύ μικρότερος. Παρόλα αυτά, η εκτροφή ερυθρού τόνου έχει εκεί συγκριτικά μεγαλύτερη σημασία και αποτελεί το 39 % της παραγωγής. Εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης, της διαίρεσης του νησιού και της μορφολογίας των κυπριακών ακτών αποφασίστηκε να τοποθετηθούν οι κλωβοί στην ανοιχτή θάλασσα. Υπάρχουν έξι επιχειρήσεις, δύο στη Λεμεσό, τρεις στο Ζυγί (ανατολικά της Λεμεσού) και μία στο Λιοπέτρι (ανατολικά της Λάρνακας). 10

Καθώς οι κλωβοί βρίσκονται στην ανοιχτή θάλασσα (σε απόσταση έως και 3 χιλιόμετρα από την ακτή), η μέθοδος παραγωγής είναι διαφορετική από τη μέθοδο της Ελλάδας ή της Τουρκίας. Γενικά οι κλωβοί βρίσκονται σε περιοχές βάθους 20-45 μέτρων. Εξαιτίας του βάθους και των ισχυρών ρευμάτων, το πλεόνασμα τροφής κατανέμεται και αυτό μειώνει την περιβαλλοντική επιβάρυνση. Ωστόσο η απόσταση από την ακτή καθιστά δυσκολότερη την πρόσβαση στους κλωβούς και αυξάνει το κόστος παραγωγής. Για τη μείωση του κόστους κατέστη απαραίτητη η εντατική χρησιμοποίηση της τεχνολογίας και μέτρων αυτοματοποίησης. Ως εκ τούτου, η παραγωγικότητα της κυπριακής υδατοκαλλιέργειας ανά απασχολούμενο είναι πολύ υψηλή. Η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός, αλλά και ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ιχθυδίων. Η Τουρκία καλύπτει τις δικές της ανάγκες, ενώ εξάγει γόνο λαβρακιού. Η Κύπρος, που έχει σημαντικά μικρότερη παραγωγή, καλύπτει τις δικές της ανάγκες και κάνει εξαγωγές. Αρχικά η διαθεσιμότητα ιχθυδίων περιόριζε την ανάπτυξη. Η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού αυξήθηκε παράλληλα με το μέγεθος των εγκαταστάσεων παραγωγής ιχθυδίων. Σήμερα δεν υπάρχουν σοβαρά προβλήματα διαθεσιμότητας και οι τιμές έχουν μειωθεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Παρόλα αυτά, τα ιχθύδια αποτελούν ακόμα το 15%-20% του κόστους παραγωγής. Σημαντικό κίνητρο για την επέκταση της παραγωγής αποτέλεσε η διαθεσιμότητα ιχθυδίων σε καλές τιμές και με ευνοϊκές συνθήκες πληρωμής. Στην Ελλάδα, πριν από την κρίση, τα δύο τρίτα των ιχθυδίων παράγονταν από μεγάλες επιχειρήσεις εισηγμένες στο χρηματιστήριο της Αθήνας. Μεταξύ 1998 και 1999, οι μετοχές των εν λόγω επιχειρήσεων σημείωσαν θεαματική άνοδο. Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι επενδυτές, μεγιστοποιήθηκε η παραγωγή για να μειωθεί το κόστος ανά τεμάχιο. Με την ελπίδα για αύξηση του κύκλου εργασιών παραχωρήθηκαν στους παραγωγούς διευκολύνσεις πληρωμής: μπορούσαν να αναβάλουν την πληρωμή των ιχθυδίων μέχρι την πώληση των προϊόντων τους. Το σύστημα αυτό συνεισέφερε στην άνοδο της παραγωγής, ενώ οι τιμές παρέμειναν υψηλές. Στην Ελλάδα υπάρχουν 58 εγκεκριμένες εγκαταστάσεις παραγωγής ιχθυδίων. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως έχουν όλες παραγωγή. Σημαντικές αλλαγές παρατηρήθηκαν και στις δομές παραγωγής ιχθυδίων. Μία από τις σημαντικότερες διαδικασίες στο πλαίσιο της ανάπτυξης των ελληνικών επιχειρήσεων ήταν η κάθετη ενοποίηση. Επιπροσθέτως, η ελληνική παραγωγή δεν διαθέτει τα πλεονεκτήματα του φθηνού εργατικού δυναμικού όπως η Τουρκία. Η διαθεσιμότητα ιχθυδίων υψηλής αξίας σε λογικές τιμές ήταν η βάση για τη μείωση του κόστους, τουλάχιστον για τους μεγάλους ομίλους επιχειρήσεων. Εκτός αυτού, οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων υδατοκαλλιέργειας μεταθέτονταν στους παραγωγούς ιχθυδίων. Για τον λόγο αυτόν, η παραγωγή ιχθυδίων συγκεντρώθηκε και ενσωματώθηκε στις δραστηριότητες των μεγάλων παραγωγικών επιχειρήσεων. Η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού στην Τουρκία άρχισε με ιχθύδια που αιχμαλωτίζονταν στο φυσικό περιβάλλον. Η πρακτική αυτή ωστόσο απαγορεύθηκε το 2001. Σήμερα υπάρχουν στην Τουρκία 17 επιχειρήσεις που παράγουν γόνο θαλασσίων ιχθύων, ωστόσο μόνο οι 11 λειτουργούν κανονικά. Η διαθεσιμότητα ιχθυδίων δεν αποτελεί παράγοντα περιορισμού για την τουρκική παραγωγή της υδατοκαλλιέργειας. Παρόλο που η τιμή πώλησης ιχθυδίων είναι χαμηλότερη από ό,τι στην Ελλάδα, κυρίως όσον αφορά την τσιπούρα, το ποσοστό θνησιμότητας είναι, αντίθετα, πολύ υψηλότερο. Η Kilic Aquaculture είναι η μεγαλύτερη επιχείρηση, οι δε τέσσερις εγκαταστάσεις της έχουν ποσοστό 60 % επί της παραγωγής. Ακολουθούν με μεγάλη απόσταση η Akvatur (15 % της παραγωγής, δύο εγκαταστάσεις), Fjord 11

Marin (10 % της παραγωγής, δύο εγκαταστάσεις), Camli (5 % της παραγωγής) και Egemar. Πέρα από αυτές υπάρχουν και περίπου 120 επιχειρήσεις εκτροφής ιχθυδίων πέστροφας. Στην Κύπρο υπάρχουν τέσσερις εγκαταστάσεις παραγωγής ιχθυδίων (δύο στη Λεμεσό, μία στην Πάφο και μία στο Λιοπέτρι) και μία επιχείρηση στο Ακρωτήρι (δυτικά της Λεμεσού) που παράγει προνύμφες γαρίδας. Μεγάλο μέρος των ιχθυδίων εξάγεται στην Ελλάδα και στο Ισραήλ. 6. ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Στην Ελλάδα αναπτύχθηκε παράλληλα με την παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού και η παραγωγή μυδιών (Mytilus galloprovincialis) και χελιών (Anguilla anguilla). Η παραγωγή μυδιών σταθεροποιήθηκε από το 2000 σε περίπου 25 000 τόνους. Η παραγωγή χελιών αρχικά παρουσίασε επίσης σημαντική αύξηση, αλλά η αύξηση αυτή περιορίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Μετά η παραγωγή μειώθηκε κάπως μέχρι το 2004 και έμεινε στάσιμη στους περίπου 500 τόνους. Το 2005 υπήρξαν ενδείξεις κρίσης στον τομέα αυτόν. Επίσης, στην Ελλάδα άρχισε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 η παραγωγή κεφάλων (Mugil cephalus), η οποία ωστόσο δεν ξεπέρασε ποτέ τους 500 τόνους. Οι προσπάθειες διαφοροποίησης της παραγωγής στην Ελλάδα με μικρές ποσότητες ούγαινας (Diplodus puntazzo), συναγρίδας (Dentex dentex), φαγγριού (Pagrus pagrus), σαργού (Diplodus sargus), λιθρινιού (Pagellus erythrinus) και γλώσσας (Solea solea) σημείωσαν περιορισμένη επιτυχία. Άλλα είδη όπως το μυλοκόπι (Umbrina spp) προσφέρουν επίσης δυνατότητες διαφοροποίησης. Οπωσδήποτε, η μεγαλύτερη αναλογία ειδών που παίζουν ρόλο στη διαφοροποίηση σχετίζεται με το λιθρίνι που μοιάζει πολύ από βιολογική άποψη με την τσιπούρα και το λαβράκι. Στην Τουρκία η παραγωγή πέστροφας και σολωμού ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στις ακτές του Ευξείνου Πόντου. Η παραγωγή σολωμού δεν προχώρησε, ενώ η παραγωγή πέστροφας έφθασε σε σημαντικό επίπεδο. Ωστόσο, και αυτή υποχώρησε τελικά εξαιτίας της κρίσης τιμών της τσιπούρας και του λαβρακιού. Σήμερα όμως έχει φθάσει και πάλι το μέγιστο επίπεδο παραγωγής, που είναι περίπου 45 000 τόνοι ετησίως. Επίσης, κατά τη δεκαετία του 1990 άρχισε η παραγωγή γαρίδας (Penaeus japonicus) στην ακτή της Μεσογείου και μυδιών στο βόρειο Αιγαίο και στη θάλασσα του Μαρμαρά. Το 74 % των τουρκικών επιχειρήσεων υδατοκαλλιέργειας ασχολείται με την παραγωγή πέστροφας, που συνιστά το 51 % της συνολικής παραγωγής. Υπάρχουν 1 215 επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παραγωγή πέστροφας σε γλυκά νερά και 11 που εκτρέφουν πέστροφες σε θαλασσινό νερό. Τα δύο τρίτα της παραγωγής προέρχονται από το Αιγαίο, τον Εύξεινο Πόντο και τη Θάλασσα του Μαρμαρά και το ένα τρίτο από την κεντρική Ανατολία. Οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι μικρές. Οι μισές από αυτές παράγουν λιγότερους από 10 τόνους ετησίως και λίγες μόνο ξεπερνούν τους 50 τόνους ετησίως. Γενικά οι προσπάθειες διαφοροποίησης επικεντρώνονται στα ίδια είδη λιθρινιού όπως και στην Ελλάδα, όμως στην παραγωγή συμπεριλήφθηκε και το καλκάνι (Scophthalmus maeoticus) και ο ροφός (Epinephelus spp.). Υπάρχουν μερικά καινοτόμα σχέδια όπως το Agrobay στην Πέργαμο για την παραγωγή χελιών. Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιούνται ιχθύδια που εισάγονται από την Ιαπωνία και η 12

θερμότητα του εδάφους χρησιμοποιείται για να διατηρείται η θερμοκρασία του νερού στους 28 C. Η ετήσια παραγωγή προβλέπεται να φθάσει τους 3 000 τόνους. Στην Κύπρο αναπτύσσονται και άλλες παραγωγές εκτός της τσιπούρας, του λαβρακιού και του ερυθρού τόνου, των οποίων όμως το ποσοστό επί της συνολικής παραγωγής δεν ξεπερνά το 25 %. Σε αυτά συγκαταλέγονται είδη όπως η ούγαινα (Diplodus puntazzo), το φαγγρί της Ιαπωνίας (Pagrus major) και το κοινό φαγγρί (Pagrus pagrus). Επίσης, έχει αρχίσει η παραγωγή άλλων ειδών όπως το μυλοκόπι (Umbrina cirrosa), η γαρίδα (Penaeus indicus) ή η άσπρη αγριοσάλπα (Siganus rivulatus) Υπάρχουν έξι μικρές επιχειρήσεις εκτροφής πέστροφας, των οποίων ωστόσο η παραγωγή έχει μείνει στάσιμη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Σε αυτές τις τρεις χώρες αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια η εκτροφή ερυθρού τόνου (Thunnus thynnus), η οποία δρομολογήθηκε σε συνεργασία με ισπανικές και αυστραλιανές επιχειρήσεις. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει στατιστικό πρόβλημα. Στις βάσεις δεδομένων της EUROSTAT και του FAO έχει καταγραφεί μόνο η παραγωγή της Κύπρου, που το 2005 ήταν 1 480 τόνοι. Δεν υπάρχουν στοιχεία για την παραγωγή στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Στο παράρτημα ΙΙΙ του Κανονισμού (EΚ) αριθ. 788/96 προβλέπεται όμως ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διαβιβάζουν στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία για την παραγωγή ερυθρού τόνου σε υδατοκαλλιέργεια. Σύμφωνα με τον θετικό κατάλογο της ICCAT, όμως, στην Κύπρο υπάρχει εγκατεστημένη δυνατότητα παραγωγής 3 000 τόνων, στην Τουρκία 9 460 τόνων και στην Ελλάδα 1 000 τόνων. Επίσης, η Bluefin Tuna Hellas S.A. κατέλαβε το 2005 (το δεύτερο έτος της δραστηριότητάς της) την ένατη θέση μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων υδατοκαλλιέργειας, με συνολικό κύκλο εργασιών ύψους 11,9 εκατ. ευρώ. Παράλληλα με την εγκατάστασή της στον Αστακό, η επιχείρηση δραστηριοποιείται και στην Κροατία. Οι δώδεκα μονάδες παραγωγής του καταλόγου της ICCAT για την Τουρκία βρίσκονται στην Αττάλεια (5 μονάδες, 5 200 τόνοι, 55 % του δυναμικού), στη Σμύρνη (5 μονάδες, 3 560 τόνοι, 36 % του δυναμικού) και το Çanakkale (2 μονάδες, 700 τόνοι, 7 % του δυναμικού). Ο όμιλος επιχειρήσεων TSM Deniz Ürünleri As. (Sagun - Mavi Tuna, 5 μονάδες, 2 920 τόνοι) διαθέτει το 31 % του δυναμικού εκτροφής. 27 % (2 μονάδες, 2 540 τόνοι) αναλογούν στην επιχείρηση Dardanel. Η Dardanel Önentaş Food Industry Corporation σε συνεργασία με την Ginés Mendez España εισήγαγε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 την εκτροφή ερυθρού τόνου στην Τουρκία. Σήμερα, το 36 % της Dardanel su Ürünlei Üretím A. S. ανήκει στην επιχείρηση Tohto Suisan Co. Ltd. (Ιαπωνία). Επίσης, η Dardanel δημιούργησε το 2002 εγκαταστάσεις εκτροφής τόνου στο Ριζοκάρπασο, στο τμήμα της Κύπρου που δεν βρίσκεται υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την επωνυμία Dardanel Cyprus 5. Αργότερα, η μονάδα εκτροφής δυναμικότητας 3 000 τόνων μεταφέρθηκε στην Αμμόχωστο. Ωστόσο η μονάδα αυτή δεν περιλαμβάνεται στον θετικό κατάλογο των μονάδων παραγωγής της ICCAT. 5 http://www.dardanel.com.tr/channels/3.asp?id=94. 13

Λεζάντα: - Κυπριακή Δημοκρατία - Μεσόγειος - Ουδέτερη ζώνη ΟΗΕ - Περιοχές που δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας - Μονάδες τόνου - Δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο της ICCAT - Ανεξάρτητες βρετανικές στρατιωτικές βάσεις. Στην Akua-Group αναλογεί το 21 % του δυναμικού (2 000 τόνοι σε τρεις μονάδες) που κατανέμεται στην Akua-Dem με 13 % (2 μονάδες, 1 200 τόνοι) και την Akua-Kocaman με 8 % (1 μονάδα, 800 τόνοι). Οι μονάδες εκτροφής τους βρίσκονται στη Σμύρνη και στο Τσεσμέ. Τέλος, στην Ak-Tuna αναλογεί το 11 % του συνολικού δυναμικού (1 μονάδα, 1 000 τόνοι). Η μοναδική μονάδα εκτροφής ερυθρού τόνου στην Ελλάδα βρίσκεται στις Εχινάδες νήσους (Κεφαλονιά) και ανήκει στην Bluefin Tuna Hellas S.A. Η επιχείρηση αυτή ιδρύθηκε το 2003. Το 50 % του κεφαλαίου της ανήκει στην Australian Fishing Enterprises Spain - Sime Sarin SL, το 25 % στη Selonda Aquaculture και το υπόλοιπο 25 % στη Nireus Chios Aquaculture. Στην Κύπρο υπάρχουν τρεις μονάδες εκτροφής με δυναμικό 1 000 τόνων η καθεμιά. Δύο από αυτές (Kitiana Fisheries Ltd. και Telia (Tuna) Ltd.) βρίσκονται στο Βασιλικό και μία (Kimagro Fishfarming Ltd) στη Λεμεσό. Ως προς την υλικοτεχνική υποστήριξη και την εκτροφή, η Kimagro Fishfarming συνεργάζεται με τη Grupo Ricardo Fuentes S.A. (Ισπανία), καθώς και με τη Medipeche (Γαλλία) και με τα πέντε της γρι γρι ψυγεία αλιείας τόνου. 7. ΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ Η Ιταλία είναι η σημαντικότερη χώρα προς την οποία εξάγονται ελληνικά και τουρκικά προϊόντα. Από το σύνολο των εξαγωγών της ΕΕ των 25, το 55 % των ελληνικών εξαγωγών και το 65 % των τουρκικών εξαγωγών φθάνουν στην Ιταλία. Από τότε που άρχισε η υδατοκαλλιέργεια, η ιταλική αγορά προσέφερε ανέκαθεν καλές τιμές για είδη ψαριών που δεν 14

είχαν μεγάλη ζήτηση στην εκάστοτε εγχώρια αγορά. Αυτό ισχύει στην Ελλάδα και στην Τουρκία για το λαβράκι. Η Ιταλία είναι η σημαντικότερη χώρα προορισμού για το λαβράκι. Ακολουθούν με κάποια απόσταση η Ισπανία και η Τουρκία, η οποία είναι σε θέση να καλύψει η ίδια τις ανάγκες της. Για την τσιπούρα οι κύριες αγορές είναι η Ισπανία και η Ιταλία, μολονότι η Ισπανία έχει ήδη επιτύχει μεγάλο βαθμό αυτάρκειας. Σημαντικές αγορές είναι και η Ελλάδα και η Τουρκία, οι οποίες ωστόσο δεν απορροφούν ούτε καν τις μισές ποσότητες από αυτές που καταναλώνονται στην Ισπανία ή την Ιταλία. Η γαστρονομία συνιστά μεγάλο μέρος της αγοράς τσιπούρας και λαβρακιού τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία. Αυτό είχε κάποιες επιπτώσεις στην κρίση που έπληξε την αγορά αυτή στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Ενώ η γαστρονομία δίνει μικρότερη σημασία στην προέλευση των προϊόντων, οι καταναλωτές στις χώρες παραγωγής τείνουν να προτιμούν εγχώρια προϊόντα, όταν τα αγοράζουν κατευθείαν από τα ιχθυοπωλεία ή από τα σουπερμάρκετ. Η συγκέντρωση στον κλάδο διανομής είχε ως αποτέλεσμα να επεκτείνουν προοδευτικά οι μεγάλοι όμιλοι παραγωγών τις δραστηριότητές τους στο εμπόριο. Το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων προορίζεται για εξαγωγή. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, οι εξαγωγές τσιπούρας και λαβρακιού παίζουν καίριο ρόλο για το εξωτερικό εμπόριο. Έτσι, στην περίπτωση της Ελλάδας καταλαμβάνουν την τρίτη θέση στις εξαγωγές γεωργικών και αλιευτικών προϊόντων, μετά από το ελαιόλαδο και τον καπνό. Αντίθετα, η κυπριακή υδατοκαλλιέργεια προφανώς δεν έχει ακόμα επεκτείνει τις αγορές εξαγωγής. Όλα τα στοιχεία που παρατίθενται σε αυτό το κεφάλαιο, προέρχονται από τη βάση δεδομένων COMEXT. Επισημαίνεται ότι εμφανίζονται ορισμένες αποκλίσεις μεταξύ των εισαγωγών και των εξαγωγών. Επίσης, απαιτείται προσοχή ως προς τη σύγκριση δεδομένων για τις εξαγωγές από την Ελλάδα και τις εξαγωγές από την Τουρκία, διότι οι δηλώσεις για το ενδοκοινοτικό εμπόριο συχνά αντιμετωπίζονται με κάποια χαλαρότητα και τα αριθμητικά στοιχεία μπορεί, ανάλογα με τη χώρα που αφορούν, να είναι πολύ μικρότερου ύψους. Tm Εισαγωγές ΛΑΒΡΑΚΙΟΥ. EΕ των 25, τόνοι 16.000 14.000 12.000 10.000 8.000 6.000 4.000 2.000 0 2000 2001 2002 2003 2004 2005 σύντομα μάλιστα θα μπορούσαν και να τις ξεπεράσουν. Ελλάδα Τουρκία Στο τέλος της δεκαετίας του 1990, τα ελληνικά προϊόντα είχαν τη μερίδα του λέοντος στην κοινοτική αγορά. Μετά όμως από την κρίση του 2002, η Τουρκία αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία ως προμηθευτής της ΕΕ. Ως προς το λαβράκι, οι τουρκικές εξαγωγές προς την ΕΕ προσεγγίζουν ήδη τις ποσότητες των ελληνικών εξαγωγών, 15

18.000 16.000 14.000 12.000 Tm 10.000 8.000 6.000 4.000 2.000 0 2000 2001 2002 2003 2004 2005 από ό,τι στο λαβράκι. Εισαγωγές ΤΣΙΠΟΥΡΑΣ. EΕ των 25, τόνοι Ελλάδα Τουρκία Αντίθετα, ως προς την τσιπούρα οι τουρκικές εξαγωγές έχουν πολύ μικρότερη σημασία. Η άνοδός τους ήταν λιγότερο θεαματική, είναι όμως σταθερή. Εφόσον η Ισπανία είναι σε θέση να καλύπτει μεγάλο μέρος των δικών της αναγκών, στις εισαγωγές κοινοτικές τσιπούρας παρατηρείται μεγαλύτερη διαφοροποίηση ως προς τις χώρες αποδέκτες Σχεδόν ολόκληρη η παραγωγή των επιχειρήσεων που εξειδικεύονται στην εκτροφή ερυθρού τόνου στις τρεις εν λόγω χώρες εξάγεται στην Ιαπωνία προκειμένου να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση του sushi. Ελλάδα Περίπου το 80 % των προϊόντων της ελληνικής υδατοκαλλιέργειας προορίζονται για εξαγωγές. Περισσότερο από το 70 % των εν λόγω προϊόντων προορίζονται για την Ιταλία και την Ισπανία. Μολονότι παρατηρείται διαφοροποίηση των αγορών, η Ιταλία είναι με απόσταση ο σημαντικότερος προορισμός των ελληνικών εξαγωγών. Ένα από τα αδύνατα σημεία της ελληνικής παραγωγής της υδατοκαλλιέργειας είναι η εξάρτησή της από τις εξαγωγές. Εδώ έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι οι κύριοι αποδέκτες των ελληνικών προϊόντων διαθέτουν δική τους υδατοκαλλιέργεια και οι καταναλωτές προτιμούν τα εγχώρια προϊόντα όταν αγοράζουν σε ιχθυοπωλεία ή μεγάλα σουπερμάρκετ. Εισαγωγές ΛΑΒΡΑΚΙΟΥ από την Ελλάδα, τόνοι 9.000 8.000 7.000 6.000 Ισπανία Tm 5.000 Γαλλία 4.000 Ιταλία, 3.000 Μεγάλη Βρετανία 2.000 1.000 0 1996 19971998 19992000 20012002 20032004 2005 Η κρίση της αγοράς το 2002 αποτέλεσε μια μεγάλη καμπή για την ελληνική εξαγωγική βιομηχανία. Έτσι, μειώθηκαν δραστικά οι εξαγωγές ελληνικού λαβρακιού σε όλες τις χώρες στόχους. Μετά από την εν λόγω κρίση, στην ισπανική αγορά διαφαίνεται τάση διαρκούς μείωσης της ζήτησης λαβρακιού. Αντίθετα, η Γαλλία και 16

η Μεγάλη Βρετανία εξελίσσονται σε ολοένα σημαντικότερες χώρες στόχους, αλλά οι ποσότητες που εξάγονται στις χώρες αυτές είναι σημαντικά μικρότερες από εκείνες της ιταλικής αγοράς. [Λεζάντα: εισαγωγές ΤΣΙΠΟΥΡΑΣ από την Ελλάδα, τόνοι, Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Μεγάλη Βρετανία Tm 12.000 10.000 8.000 6.000 4.000 2.000 0 Εισαγωγές ΤΣΙΠΟΥΡΑΣ από την Ελλάδα, τόνοι 1996199719981999200020012002200320042005 Ισπανία Γερμανία Πορτογαλία l Μεγάλη Βρετανία Η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική ως προς την τσιπούρα. Η μείωση των εξαγωγών το 2002 ήταν πολύ μικρότερη από ό,τι για το λαβράκι και σημειώθηκε διαφοροποίηση ως προς τις χώρες προορισμού. Ενώ η Ιταλία εξακολουθεί να είναι η σημαντικότερη χώρα αποδέκτης, ο ρόλος της ισπανικής αγοράς είναι μηδαμινός. Εδώ φαίνεται και πάλι ότι οι καταναλωτές προτιμούν περισσότερο τα εγχώρια προϊόντα, όταν υπάρχει εγχώρια παραγωγή και τα προϊόντα υπάρχουν σε επαρκή ποσότητα και διατίθενται σε σωστές τιμές. Η Γαλλία και η Πορτογαλία είναι επίσης σημαντικές, όμως σε καμία από αυτές τις χώρες δεν αναμένεται σημαντική αύξηση. Στην Ελλάδα, η αναλογία των προϊόντων της υδατοκαλλιέργειας στην κατανάλωση ψαριού είναι πολύ μικρότερη από όσο θα μας έκανε να υποθέσουμε η αναλογία της υδατοκαλλιέργειας στη συνολική παραγωγή. Αυτό οφείλεται στην ύπαρξη μιας κάποιας δυσπιστίας των ελλήνων καταναλωτών απέναντι στις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στην υδατοκαλλιέργεια, η οποία προκλήθηκε από την κρίση που σημειώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 (διοξίνες, ΣΕΒ). Μολονότι τα νοικοκυριά εξακολουθούν να καλύπτουν τις ανάγκες τους κυρίως με προϊόντα από ιχθυοπωλεία ή σουπερμάρκετ, οι μεγάλες ιχθυαγορές θα μπορούσαν να αυξήσουν περισσότερο το ποσοστό τους στην αγορά. Η δημόσια Εταιρεία Ανάπτυξης της Αλιείας (ΕΤΑΝΑΛ), της οποίας κύριος μέτοχος είναι η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας, έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο ιχθυαγορών, όμως συγκριτικά με τη γενική διάθεση, η διάθεση μέσω των αγορών της ΕΤΑΝΑΛ μειώνεται διαρκώς. Γαλλία Ιταλία 17

Kg Λεζάντα: διάθεση τσιπούρας και λαβρακιού μέσω αγορών της ETANAL 1.400.000 1.200.000 1.000.000 800.000 600.000 400.000 200.000 0 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 Χαλκίδα Πειραιάς Μεσολόγγι Πρέβεζα Σήμερα, από τις 11 αγορές της ETANAL, αξιόλογο ρόλο στη διάθεση τσιπούρας και λαβρακιού παίζουν πλέον μόνο οι αγορές του Μεσολογγίου και της Πρέβεζας, ωστόσο και η δική τους δραστηριότητα μειώνεται, με εξαίρεση τις έκτακτες καταστάσεις στην αγορά. Ο κύριος λόγος είναι η συγκέντρωση της παραγωγής σε λίγες μόνο επιχειρήσεις. Όσο μεγαλώνουν οι όμιλοι επιχειρήσεων, τόσο περισσότερο επεκτείνουν και τις δομές διάθεσής τους. Επιπλέον, οι μεγάλοι όμιλοι παραγωγής συνάπτουν συμφωνίες με εταιρίες διανομής και αναλαμβάνουν μάλιστα ακόμα και αλυσίδες σουπερμάρκετ. Τουρκία Ενώ το μεγαλύτερο μέρος της τουρκικής πέστροφας απορροφάται από την εγχώρια αγορά, μεγάλο μέρος της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού προορίζεται και για εξαγωγές, κυρίως δε για τις αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρόλα αυτά, η ζήτηση στην εγχώρια αγορά αυξάνεται διαρκώς, ενώ οι ποσότητες τσιπούρας που διατίθενται, είναι μεγαλύτερες από εκείνες του λαβρακιού. Το μεγαλύτερο μέρος της τουρκικής παραγωγής πέστροφας πηγαίνει κατευθείαν στη γαστρονομία και σε εστιατόρια, ωστόσο ένα μέρος διατίθεται και μέσω των πρατηρίων χονδρικής της Κωνσταντινούπολης, της Άγκυρας ή της Σμύρνης. Πολλοί παραγωγοί έχουν δικά τους εστιατόρια. Οι πέστροφες που εκτρέφονται σε κλωβούς στη θάλασσα, διατίθενται και με την ονομασία «σολωμός» εξαιτίας του σημαντικού μεγέθους τους, μολονότι δεν έχουν το ανάλογο χρώμα. Όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, μετά από την κάθετη ενοποίηση των μεγάλων ομίλων παραγωγών παρατηρείται βαθμιαία κατάργηση του μονοπωλίου των αλυσίδων σουπερμάρκετ. Μερικοί όμιλοι όπως οι Camli (Pinar Fish) και Kilic Aquaculture δημιούργησαν δικές τους αλυσίδες ιχθυοπωλείων, όπου διατίθενται και άλλα προϊόντα. Σχεδόν το 60 % των τουρκικών εξαγωγών προορίζονται για τις αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως την ιταλική, που απορροφά το 25 % της συνολικής ποσότητας. Ωστόσο και οι εξαγωγές προς ασιατικές αγορές αποκτούν ολοένα μεγαλύτερη σημασία. Έτσι, το 2005 οι εξαγωγές προς την Ιαπωνία έφθασαν το 28 % των συνολικών εξαγωγών, ξεπερνώντας ακόμα και τις ποσότητες εξαγωγής προς την Ιταλία. Αυτό όμως οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι αυξήθηκαν οι εξαγωγές ερυθρού τόνου. 18

Όταν σημειώθηκε η Εισαγωγές λαβρακιού από την Τουρκία οικονομική κρίση του 2002, οι τουρκικές 60.000 εξαγωγές λαβρακιού 50.000 40.000 σημείωσαν αλματώδη άνοδο. Αυτό ωστόσο Αυστρία οφειλόταν κυρίως στη Ισπανία μεγάλη ζήτηση στην Μεγάλη Βρετανία 30.000 Ιταλία. Το 2005 Ελλάδα αυξήθηκαν όμως 20.000 Ιταλία σημαντικά και οι 10.000 0 2000 Κάτω Χώρες εξαγωγές προς την αγορά των Κάτω Χωρών 2001 Ισπανία. 2002 Αντίθετα, 2003 η 2004 2005 παραμένει σταθερή και απορροφά ιδίως τις εξαγωγές φιλέτου που διενεργούνται από μία και μόνο επιχείρηση (Noordzee). Tm Οι τουρκικές εξαγωγές τσιπούρας παίζουν πολύ μικρότερο ρόλο και επειδή η εγχώρια κατανάλωση είναι μεγάλη, σημείωσαν άνοδο πολύ αργότερα από τις εξαγωγές λαβρακιού. Η σημαντικότερη αγορά στόχος είναι η Ιταλία, ενώ στην Ελλάδα εξάγονται μόνο μικρές ποσότητες. Κύπρος Η εγχώρια αγορά δεν μπορεί πλέον να απορροφήσει τις αυξανόμενες ποσότητες παραγωγής της κυπριακής υδατοκαλλιέργειας και γι αυτό αυξάνονται και οι ποσότητες εξαγωγής, που έχουν ήδη φθάσει σχεδόν το 40 % της συνολικής παραγωγής. Παρόλα αυτά, οι κυπριακές εξαγωγές παρουσιάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά, ως προς τα οποία διαφέρουν από τις εξαγωγές της Ελλάδας και της Τουρκίας. Έτσι, οι εξαγωγές της Κύπρου είναι μικρότερες σε όγκο από τις εξαγωγές των άλλων δύο χωρών της περιοχής και επιπλέον καταλήγουν σε μη ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Εκτός από τις εξαγωγές τσιπούρας προς την Ελλάδα, που γίνονται τακτικά ολόκληρο το έτος, η Κύπρος δεν έχει καταφέρει να μπει στις κοινοτικές αγορές. Πριν από την έναρξη της κάθετης ενοποίησης των παραγωγικών επιχειρήσεων, το εμπόριο αποσκοπούσε κυρίως σε μεγάλα περιθώρια κέρδους και έτσι η εσωτερική ζήτηση δεν αναπτύχθηκε σημαντικά. Ωστόσο, με την προοδευτική ολοκλήρωση οι παραγωγικές επιχειρήσεις εισέδυσαν και στον τομέα της διανομής και ανέπτυξαν νέες εμπορικές πρακτικές. 19

8. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ Η χρησιμοποίηση κοινοτικών διαρθρωτικών πόρων για τη χρηματοδότηση νέων εγκαταστάσεων παραγωγής έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της εντατικής υδατοκαλλιέργειας. Ως αντίδραση στην κρίση της αγοράς, η Επιτροπή ζήτησε το φθινόπωρο του 2002 από τα κράτη μέλη να σταματήσουν τη χρηματοδότηση έργων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην υπερπαραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού 6. Στο διάστημα 1994 1999, στην Ελλάδα χρηματοδοτήθηκε με τη βοήθεια κοινοτικών διαρθρωτικών παρεμβάσεων η κατασκευή 162 μονάδων παραγωγής σε εσωτερικά ύδατα και ο εκσυγχρονισμός 45 ακόμα μονάδων. Αρχικά επρόκειτο να ιδρυθούν μόνο 104 μονάδες και να εκσυγχρονιστούν 58. Έτσι, το ποσοστό εφαρμογής ήταν 156 % για τις νέες μονάδες και 84 % για τον εκσυγχρονισμό υφισταμένων μονάδων 7. Τα μέτρα που χρηματοδοτούνταν στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού μέσου προσανατολισμού της αλιείας (ΧΜΠΑ) έπρεπε να έχουν ως στόχο την αύξηση της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού κατά 6 200 τόνους, η πραγματική αύξηση όμως ανερχόταν σε 8 754 τόνους και ως εκ τούτου αντιστοιχούσε στο 141 % της πρόβλεψης. Μεταξύ 1994 και 1999 χορηγήθηκαν στην Ελλάδα στο πλαίσιο του ΧΜΠΑ 126,04 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα 34,76 (28 %) προορίζονταν για την υδατοκαλλιέργεια. Πέρα από αυτά, η υδατοκαλλιέργεια έλαβε κρατικούς πόρους ύψους 11,56 εκατ. ευρώ και διατέθηκαν επίσης 54,97 εκατ. ευρώ από ιδιώτες. Σχεδόν το 90 % των πόρων αυτών χρησιμοποιήθηκε για την αύξηση του δυναμικού, ενώ οι υπόλοιποι πόροι χρησιμοποιήθηκαν για τον εκσυγχρονισμό εγκαταστάσεων χωρίς αύξηση του δυναμικού. Στο διάστημα 2000 2006, οι πόροι του ΧΜΠΑ για την προώθηση της υδατοκαλλιέργειας χρησιμοποιήθηκαν για το μέτρο 3.2 του προγράμματος ΑΛΙΕΙΑ, που το διαχειρίζεται το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Οι στόχοι ήταν οι εξής: βελτίωση της ποιότητας και της υγιεινής των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας και καλύτερη διαχείριση των υδάτινων πόρων, αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων του κλάδου με τη χρησιμοποίηση σύγχρονων τεχνολογιών και τη μείωση του κόστους παραγωγής, δημιουργία νέων συνθηκών παραγωγής και κατανάλωσης με τη διαφοροποίηση των παραγομένων ειδών, προώθηση προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας, προαγωγή της απασχόλησης, βελτίωση των συνθηκών εργασίας, προώθηση της ισότητας των φύλων στην αγορά εργασίας και προώθηση της οικονομικής δραστηριότητας σε περιφέρειες και απομακρυσμένες περιοχές με περιορισμένη ανάπτυξη, μεταφορά τεχνολογίας και εκσυγχρονισμός της παραγωγής στα εσωτερικά ύδατα, ορθολογική διαχείριση και αειφόρος ανάπτυξη των εγκαταστάσεων παραγωγής σε εσωτερικά ύδατα, 6 COM(2002) 511 τελικό. 7 Evaluation ex post des programmes de l'ifop pour la période 1994-1999. RAPPORT NATIONAL GRECE. Rapport AND International - Ernst & Young για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Αλιείας. Απρίλιος 2004. 20