Κεφάλαιο 4. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΘΑΝΑΤΟΥ - ΑΡΧΕΣ ΠΑΛΑΙΟΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑΣ

Σχετικά έγγραφα
κα π μ υλώ ν θνησιμότητας κα π μ ύλε ς θνησιμότητας

Ανθρωπολογική Μελέτη οστεολογικού υλικού ανθρώπου Γεωμετρικής Εποχής Αρχαιολογικού Χώρου Παλαιάς Πόλης Σαλαμίνας

B Μέρος (από 2) Οστά των Ακρων

ΠΥΕΛΙΚΗ ΖΩΝΗ. Γαλανοπούλου Α Λαβδάς Ε

Ανθρώπινος Σκελετός. ñ Ανθεκτικότητα στην αποικοδόµηση. ñ Ιδανική πηγή πληροφοριών: προϊστορικά, ιστορικά, σύγχρονα

Πυρήνες οστέωσης παιδικου σκελετου. Χρόνοι εμφάνισης.

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα. Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο. Οστεολογία ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ I Β ΕΠΑ.Λ. ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Ο Σκελετός της Πυέλου

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΕΦΑΑ, Κομοτηνής. Λειτουργική ανατομική των κάτω άκρων - Ισχίο

Α Μέρος (από 2) Οστά του Κορμού (Σπονδυλική Στήλης, Θώρακα, Κρανίου)

ΚΑΤΩ ΑΚΡΟ. Βάσιου Αικ. Επίκουρη Καθηγήτρια Ανατοµίας. Ιατρικό Τµήµα. Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας. Wednesday, January 15, 14

Διαφορές Νεογιλών Μόνιμων Δοντιών

Είναι η σύνδεση δύο ή περισσότερων οστών με τη συμμετοχή ενός μαλακότερου ιστού

7. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΓΝΑΘΟΥ

ΟΠΙΣΘΙΟ ΚΟΙΛΙΑΚΟ ΤΟΙΧΩΜΑ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

Κεφάλαιο 3. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Πρόσθιο Κοιλιακό Τοίχωµα & Πύελος

2. Προσδιορισμός του φύλου και εκτίμηση της ηλικίας στον ανθρώπινο σκελετό

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο. Συνδεσμολογία - Αρθρολογία ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ -

ΟΛΙΚΗ ΑΡΘΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΙΣΧΊΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΣΧΙΟΥ

6. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΥ ΤΗΣ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΥ

Περιεχόμενα. 1 Εισαγωγή 1. 2 Βασικές aρχές oστεολογίας και oδοντολογίας του aνθρώπου 31. vii. xvii

ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΒΡΕΓΜΑΤΙΚΟ ΑΤΛΑΣ ΑΚΡΟΜΙΟ ΩΜΟΠΛΑΤΗ ΒΡΑΧΙΟΝΙΟ ΠΛΕΥΡΕΣ ΣΤΕΡΝΟ ΩΛΕΝΗ ΚΕΡΚΙΔΑ ΜΕΤΑΤΑΡΣΙΑ ΚΝΗΜΗ ΠΕΡΟΝΗ ΙΝΙΑΚΟ ΑΞΟΝΑΣ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΣ ΖΥΓΩΜΑΤΙΚΟ

ΟΣΤΕΟΛΟΓΙΑ - ΣΥΝΔΕΣΜΟΛΟΓΙΑ

Δικαστική Ανθρωπολογία

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Μέτρηση της κινητικότητας των αρθρώσεων

1. Πατήστε στο ανθρωπάκι, πάνω αριστερά στο παράθυρο και επιλέξτε «ΣΧΕΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ» - ΜΥΪΚΟ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΡΑΧΗ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

10. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΟΝΤΙΩΝ

ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΟΔΟΝΤΙΚΟΥ ΦΡΑΓΜΟΥ ΚΑΙ ΔΟΝΤΙΩΝ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Κεφάλαιο 5 «Στήριξη και Κίνηση»

Ειδικές Προβολές Πυελικής Ζώνης

Οσφυϊκό Πλέγµα και Νεύρα

Σ ΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Μύες και Νεύρα Πυέλου

Ανάλυση βάδισης. Ενότητα 1: ΚΛΙΝΙΚΗ ΚΙΝΗΣΙΟΛΟΓΙΑ

ΦΥΣΙΟ 4 ΠΥΕΛΟΣ - ΙΣΧΙΑ

Βουβωνική Χώρα. Ι. Βουβωνικός Χώρα

Κρανιακή Οστεοπαθητική

Αντιμετώπιση συμπτωμάτων vs. Αποκατάσταση της αιτίας του πόνου και της δυσλειτουργίας

Ακτινογραφική απεικόνιση ωμικής ζώνης. Περικλής Παπαβασιλείου,PhD Τεχνολόγος Ακτινολόγος

Ατλαντό-Ινιακή Δυσλειτουργία Δυσλειτουργία στην ένωση του κρανίου με τον κορμό στο νεογέννητο μωρό (Ατλαντό-Ινιακή Δυσλειτουργία)

Άνω και κάτω στόμιο θώρακα Το κάτω στόμιο αφορίζεται από το πλευρικό τόξο και την ξιφοειδή απόφυση. Το άνω από τις 2 πρώτες πλευρές

Σχήμα 20: Τύποι πληθυσμιακών πυραμίδων

Κινησιολογία : Έννοιες : Βαρύτητα : Κέντρο βάρους : Άρθρωση : Τροχιά κίνησης : Εύρος τροχιάς(rom) : Ροπή : Μοχλός : Μοχλοί :

Γαλανοπούλου Αγγελική

ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΙ ΚΑΤΩ ΓΟΜΦΙΟΙ (36, 37 46, 47*)

Η ΒΡΑΧΟΣΚΕΠΗ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΚΕΦΑΛΑ ΠΕΤΡΑ ΣΗΤΕΙΑΣ

O ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. Οστά της κεφαλής Οστά του κορμού Οστά των άνω άκρων και της ωμικής ζώνης Οστά των κάτω άκρων και της πυελικής ζώνης

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΙ ΑΝΩ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΙ (14, 15 24, 25)

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Κάτω Άκρο Οι Χώρες του Μηρού

5. Στήριξη και κίνηση

ΡΑΧΗ. 3. Μύες (ανάλογα µε την εµβρυολογική προέλευση και την νεύρωσή τους διαχωρίζονται σε: α. Εξωγενείς (ετερόχθονες) β. Ενδογενείς (αυτόχθονες)

Μαθήματα Ανατομίας

Ποικιλομορφία μη μετρικών χαρακτήρων του ανθρώπινου σκελετού. Δρ. Μαρία-Ελένη Χοβαλοπούλου

5.4 Το μυοσκελετικό σύστημα του ανθρώπου ΜΙΚΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Δύο κύριοι τρόποι παρουσίασης δεδομένων. Παράδειγμα

Σ ΤΑΤ Ι Σ Τ Ι Κ Η ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Στελεχιαία αναισθησία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Δημογραφία. Ενότητα 15: Προβολές Πληθυσμού. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών. Εργασία 1 η : Πτώση πίεσης σε αγωγό κυκλικής διατομής

Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Αθηνών

5. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΜΟΝΙΜΩΝ ΚΥΝΟΔΟΝΤΩΝ ΑΝΩ ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΓΝΑΘΟΥ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ

Α. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ. Πληθυσμός: Το συνόλου του οποίου τα στοιχεία εξετάζουμε ως προς ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά τους.

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ 1-7-8

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ (POPULATION PROJECTIONS)

Άρθρωση του ισχίου Οι αρθρικές επιφάνειες που συντάσσουν την άρθρωση του ισχίου είναι η κοτύλη της λεκάνης και η κεφαλή του µηριαίου οστού.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 8. Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων Η Κανονική Κατανομή

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ 8. ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Η εξέλιξη και η ποικιλομορφία του ανθρώπινου σκελετού Η ιστορία των ανθρωπογονικών

Στη μορφολογία πρέπει αρχικά να εξετάσουμε το γενικό σχήμα του προσώπου.

ΑΡΘΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΜΗΡΟΚΟΤΥΛΙΑΙΑΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΟ ΠΟΝΟ ΣΤΟ ΙΣΧΙΟ.

Ερειστικό Σύστημα. Γεωργιάδου Ελευθερία και Μηλιάδου Αθανασία.

Συνδεσμολογία. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon

9. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΡΙΤΟΥ ΓΟΜΦΙΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΓΝΑΘΟΥ

Εκτίμηση ορθοδοντικών προβλημάτων από τον Γενικό Οδοντίατρο

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ. ΓΕΝΙΚΟΙ (περιέχουν όλες τις πληροφορίες που προκύπτουν από μια στατιστική έρευνα) ΕΙΔΙΚΟΙ ( είναι συνοπτικοί και σαφείς )

ΟΣΤΑ & ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΟΣΤΕΟΛΟΓΙΑ. Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

Παρατηρήσεις για τη χρήση ενός κυκλικού διαγράμματος

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Σπονδυλική Στήλη

Θέμα 1 ο (ΜΑΪΟΣ 2004, ΜΑΪΟΣ 2008) Να δείξετε ότι η παράγωγος της σταθερής συνάρτησης f (x) = c είναι (c) = 0. Απόδειξη

Εξωστοματικές τεχνικές τοπικής αναισθησίας

ΑΝΘΡΨΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΣΙΜΗΗ ΣΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΕΛΕΣΟΤ ΑΠΟ ΣΗΝ ΤΓΚΛΕΙΗ ΣΨΝ ΡΑΥΨΝ ΣΗ ΚΛΗΡΗ ΤΠΕΡΨΑ

Εισαγωγή στην Κανονική Κατανομή. Παιδαγωγικό Τμήμα ημοτικής Εκπαίδευσης ημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Αλεξανδρούπολη

ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΠΑΙΔΙΩΝ. Σαββίδου Αβρόρα. Παιδίατρος

ΓΩΝΙΟΜΕΤΡΗΣΗ. διάφορες μέθοδοι (0-180 / / 360 / ΟΜΕΣ)

ΣΩΜΑΤΟΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ

Γράφει: Τσαπακίδης Ιωάννης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός

ΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ Ι ΚΕΝΤΡΑ ΒΑΡΟΥΣ ΕΠΙΠΕ ΩΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΩΝ ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΑΡΟΥΣ ΕΠΙΠΕ ΗΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ

Η ΟΡΘΟΔΟΝΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΩΣ ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΔΡ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΟΣ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΠΑΡΕΜΒΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ, ΟΡΘΟΔΟΝΤΙΚΟΣ, ΟΕΕ

Μύες του προσώπου και της κεφαλής

Transcript:

Κεφάλαιο 4. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΘΑΝΑΤΟΥ - ΑΡΧΕΣ ΠΑΛΑΙΟΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑΣ Σε συνεργασία με τη διδάκτορα Μ.E. Χοβαλοπούλου Σύνοψη Σκοπός της παρούσας άσκησης είναι αφενός να εισαγάγει τους φοιτητές στη μεθοδολογία προσδιορισμού της ηλικίας με τη χρήση σκελετικών χαρακτηριστικών, αφετέρου να εξεταστούν οι βασικές έννοιες της παλαιοδημογραφίας. Προαπαιτούμενη γνώση Απαιτείται καλή γνώση της ανατομίας του ανθρώπινου σκελετού και του προσδιορισμού του φύλου από σκελετικά κατάλοιπα, θέματα που αναλύθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια. 4.1 Παλαιοδημογραφία Ως παλαιοδημογραφία (palaeodemography) ορίζεται η μελέτη της δομής και της δυναμικής πληθυσμών που έζησαν στο παρελθόν. Όπως και στη σύγχρονη δημογραφία, ο ερευνητής μελετά τους ρυθμούς θνησιμότητας (mortality rates), τη διάρκεια ζωής (life span) και τους ρυθμούς γεννητικότητας (fertility rates) συγκεκριμένων πληθυσμών. Η βασική διαφορά είναι ότι ο παλαιοδημογράφος αναζητά τις πληροφορίες σε δεδομένα αρχαίων νεκροταφείων. Οι παλαιοδημογραφικές πληροφορίες επιτρέπουν την καλύτερη κατανόηση των συνθηκών ζωής ανθρώπινων πληθυσμών κατά την αρχαιότητα. Συγκεκριμένα, οι παλαιοδημογραφικές μελέτες μπορούν να προσεγγίσουν ζητήματα όπως η επίδραση περιβαλλοντικών μεταβολών στις ανθρώπινες κοινωνίες, ο βαθμός στον οποίο πολιτισμικές μεταβολές συνοδεύονταν από μεταναστεύσεις, η επίδραση μεταξύ της δομής ενός πληθυσμού και διαφορετικών μεταδιδόμενων παθήσεων, τα ποσοστά θνησιμότητας που μπορούν να αποδοθούν σε βιαιοπραγίες και πολλά άλλα καίρια ερωτήματα. Οι παραπάνω αναλύσεις σήμερα χρησιμοποιούνται και σε άλλους κλάδους της ανθρωπολογίας, όπως στην ιατροδικαστική και στην αναπτυξιακή ιατρική. 4.2 Ηλικία και σκελετός Η εκτίμηση της ηλικίας θανάτου σε σκελετικά κατάλοιπα επιτυγχάνεται μέσω της παρατήρησης της ακολουθίας των μορφολογικών διαφοροποιήσεων που υφίστανται τα οστά με την πάροδο του χρόνου. Αυτές οι μορφολογικές διαφοροποιήσεις ονομάζονται ηλικιακοί δείκτες. Σε νεαρά άτομα (παιδιά, έφηβοι), οι διαφοροποιήσεις αυτές σχετίζονται με την ανάπτυξη του σκελετού (οδοντοφυΐα, συνοστέωση επιφύσεων), ενώ στους ενήλικες οι εν λόγω διαφοροποιήσεις έχουν σχέση με εκφυλιστικές αλλοιώσεις. Η ηλικιακή κλάση στην οποία ανήκει το δείγμα αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τον προσδιορισμό της ηλικίας. Στα νεότερα άτομα η ηλικία μπορεί να προσδιοριστεί ευκολότερα από ότι στα πιο ώριμα. Στις νεότερες ηλικίες η ανάπτυξη των δοντιών και των επιφύσεων είναι πολύ καλά τεκμηριωμένες και ακολουθούν αυστηρά καθορισμένη πορεία, η οποία ορίζεται γενετικά, σε αντίθεση προς τις πιο ώριμες ηλικίες όπου η ανάπτυξη του σκελετού μειώνεται ή εξαφανίζεται και η ηλικία καθορίζεται από εκφυλιστικούς παράγοντες που ποικίλλουν ενδο- και δια-πληθυσμιακά βάσει των επιπέδων δραστηριότητας των ατόμων και άλλων παραγόντων. Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας για τον προσδιορισμό της ηλικίας είναι το είδος των σκελετικών καταλοίπων, καθώς τα διάφορα μέρη του σκελετού παρουσιάζουν διαφορετικά αναπτυξιακά πρότυπα και κατά συνέπεια έχουν διαφορετική διαγνωστική αξία. Η ηλικία θανάτου τοποθετείται μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα (ηλικιακές κλάσεις). Συνήθως οι ερευνητές χρησιμοποιούν τις επτά παρακάτω ηλικιακές κλάσεις: εμβρυακή fetus (πριν τη γέννηση), νηπιακή infant (0-3 ετών), παιδική child (3-12 ετών), εφηβική adolescent (12-20 ετών), νεαρή ενήλικη young adult (20-35 ω), μέση ενήλικη middle adult (35-50 ετών), ώριμη ενήλικη old 89

adult (50+ ετών). Ανάλογα με το είδος και την ποιότητα του δείγματος, η χρονική διάρκεια των κλάσεων μπορεί να μεταβληθεί. Οι περιοχές του σκελετού που χρησιμοποιούνται ως ηλικιακοί δείκτες παρουσιάζονται στην Εικόνα 4.1. Εικόνα 4.1. Περιοχές του σκελετού στις οποίες εντοπίζονται ηλικιακοί δείκτες:1. Δόντια, 2. Στερνικές πλευρές, 3. Ωτοειδής επιφάνεια, 4. Ηβική σύμφυση, 5. Εξωτερικές κρανιακές ραφές, 6. Κεφαλή βραχιoνίου, 7. Κεφαλή μηριαίου, 8. Ιστολογία οστών. 4.2.1 Προσδιορισμός ηλικίας σε νεαρά άτομα Ο προσδιορισμός της ηλικίας σε νεαρά άτομα γίνεται με την παρατήρηση: α. της συνοστέωσης των αρχικών οστεοποιητικών κέντρων, όπως για παράδειγμα στους σπονδύλους και στη λεκάνη, β. της συνοστέωσης των επιφύσεων, γ. της ανάπτυξης της οδοντοφυΐας, και δ. του μήκους των μακρών οστών. 4.2.1.1 Συνοστέωση αρχικών οστεοποιητικών κέντρων Στο κρανίο, η συνένωση του σφηνοειδούς και του ινιακού οστού πραγματοποιείται μέσω της συνοστέωσης της σφηνο-ινιακής ένωσης (spheno-occipital synchondrosis). Αρκετοί μελετητές υποστηρίζουν ότι αυτή η συνοστέωση αρχίζει στην ηλικία των 17 ετών και ολοκληρώνεται μέχρι τα 20 με 25 έτη, έτσι μπορεί να 90

χρησιμοποιηθεί ως δείκτης ενηλικίωσης ενός ατόμου (White et al. 2011). Ωστόσο, άλλες μελέτες (Scheuer & Black 2000) τοποθετούν την ηλικία συνοστέωσης αρκετά νωρίτερα (μεταξύ 11 και 15 ετών). Στη λεκάνη με την πάροδο της ηλικίας το ηβικό και το ισχιακό οστό συντήκονται σχηματίζοντας αρχικά το ηβικό τρήμα και στη συνέχεια ενώνονται με την αρθρική κοτύλη του λαγόνιου οστού δημιουργώντας το ανώνυμο οστό. Η ολοκλήρωση του οστού πραγματοποιείται γύρω στα 15 έτη (Εικόνα 4.2). Εικόνα 4.2. Ανάπτυξη ανώνυμου οστού. Παιδί ηλικίας 2 ετών (αριστερά), παιδί 14 ετών (δεξιά). Στους σπονδύλους τα δύο μισά του νευρικού τόξου συντήκονται και στη συνέχεια συνοστεώνονται με το σπονδυλικό σώμα σχηματίζοντας τον σπόνδυλο μέχρι την ηλικία των 6 ετών (Εικόνα 4.3). 4.2.1.2 Συνοστέωση επιφύσεων Κάθε επίφυση του μετακρανιακού σκελετού συνοστεώνεται με τη διάφυση του οστού σε διαφορετικό χρόνο και μάλιστα σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Έτσι, παρατηρώντας τον βαθμό συνοστέωσης των επιφύσεων, μπορούμε να υπολογίσουμε την ηλικία θανάτου (Εικόνα 4.4). Η τελευταία επίφυση που συνοστεώνεται με την αντίστοιχη διάφυση είναι αυτή του κεντρικού άκρου της κλείδας, όπου η πλήρης οστέινη ένωση πραγματοποιείται γύρω στα 25-30 χρόνια. Η διαδικασία συνοστέωσης διαφέρει ανάμεσα στα άτομα, τα φύλα και τους πληθυσμούς, και είναι πιο έντονη σε ηλικίες μεταξύ 15 και 23 ετών. Συγκρίνοντας τις παρατηρήσεις μας που αφορούν στη συνοστέωση μιας επίφυσης με αυτές που υπάρχουν σε πίνακες ή άτλαντες, μπορούμε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα για την ηλικία θανάτου του υπό εξέταση ατόμου. Όπως φαίνεται στο επόμενο σχήμα (Εικόνα 4.5), υπάρχει σημαντική διακύμανση στην ηλικία κατά την οποία συνοστεώνονται οι διάφορες επιφύσεις. Στους Πίνακες 4.1 και 4.2 δίνονται αφενός η ηλικία κατά την οποία αρχίζει η συνοστέωση για διάφορα οστά, και αφετέρου η ηλικία κατά την οποία η συνοστέωση ολοκληρώνεται. Φαίνεται ότι τα θηλυκά άτομα τείνουν να ωριμάζουν κατά 1-2 χρόνια νωρίτερα από τα αρσενικά. Αν το φύλο είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, π.χ. αναφέρθηκε ήδη ότι είναι αδύνατος ο προσδιορισμός του φύλου σε ανήλικα άτομα, τότε οποιοσδήποτε υπολογισμός θα πρέπει να λάβει υπόψη τα κριτήρια και για τα δύο φύλα και να συμπεριλάβει την κατάλληλη διακύμανση. 91

Εικόνα 4.3. Ανάπτυξη σπονδύλων. Παιδί ηλικίας 2 ετών (αριστερά), παιδί 14 ετών (δεξιά). Εικόνα 4.4. Μορφολογία βραχιoνίου, μηριαίου και κνήμης σε παιδί 14 ετών (αριστερά) και σε παιδί 16 ετών (δεξιά). 92

Εικόνα 4.5. Ηλικία συνοστέωσης για διάφορα μέρη του σκελετού. Οι αριθμοί στα διαγράμματα αντιστοιχούν στην αρίθμηση των ανατομικών μονάδων του σκελετού. Πίνακας 4.1. Αρχικά στάδια συνοστέωσης των επιφύσεων σε έτη (μ: μήνες). Flecker (1942) Ubelaker (1989) Scheuer et al. (2000) Επίφυση Άρρεν Θήλυ Άρρεν Θήλυ Άρρεν Θήλυ Βραχιόνιο: εγγύς επίφυση 16 15+9μ 14 14 16 13 Βραχιόνιο: άπω επίφυση 14+7μ 13+4μ 11 9 12 11 Βραχιόνιο: μεσαίος επικόνδυλος 12 10 15 13 14 13 Κερκίδα: εγγύς επίφυση 14 13+10μ 14 13 14 11 Κερκίδα: άπω επίφυση 17+3μ 15+11μ 16 16 16 14 Ωλένη: εγγύς επίφυση - 11+10μ - - 13 12 Ωλένη: άπω επίφυση 17+3μ 15 18 16 17 15 Μηριαίο: κεφαλή 14 13+4μ 15 13 14 12 Μηριαίο: μείζων τροχαντήρας 15+10μ 14+4μ 16 13 16 14 Μηριαίο: ελάσσων τροχαντήρας - - 15 13 16 16 Μηριαίο: άπω επίφυση 16 14 14 14 16 14 Κνήμη: εγγύς επίφυση 16 14 15 14 15 13 Κνήμη: άπω επίφυση 14+9μ 13 14 14 15 14 Περόνη: εγγύς επίφυση 16 14 14 14 15 12 Περόνη: άπω επίφυση 15 14+10μ 14 13 15 12 93

Πίνακας 4.2. Τελικά στάδια συνοστέωσης των επιφύσεων σε έτη (μ: μήνες). Flecker (1942) Ubelaker (1989) Scheuer et al. (2000) Επίφυση Άρρεν Θήλυ Άρρεν Θήλυ Άρρεν Θήλυ Βραχιόνιο: εγγύς επίφυση 19+2μ 20+5μ 21 20 20 17 Βραχιόνιο: άπω επίφυση 16 16 15 13 17 15 Βραχιόνιο: μεσαίος επικόνδυλος 17 16 18 15 16 15 Κερκίδα: εγγύς επίφυση 20+5μ 19+10μ 19 16 17 13 Κερκίδα: άπω επίφυση 23 20+5μ 20 19 20 17 Ωλένη: εγγύς επίφυση 17+6μ 16 - - 16 14 Ωλένη: άπω επίφυση 23 22 20 19 20 17 Μηριαίο: κεφαλή 20+2μ 18+2μ 18 17 19 16 Μηριαίο: μείζων τροχαντήρας 17+6μ 16+10μ 18 17 18 16 Μηριαίο: ελάσσων τροχαντήρας 17+11μ 16+10μ 17 17 17 17 Μηριαίο: άπω επίφυση 19 19 19 17 20 18 Κνήμη: εγγύς επίφυση 19 18 19 17 19 17 Κνήμη: άπω επίφυση 18 16+4μ 18 16 18 16 Περόνη: εγγύς επίφυση 19+8μ 18 20 18 20 17 Περόνη: άπω επίφυση 18 16+4μ 18 16 18 15 4.2.1.3 Ανάπτυξη της οδοντοφυΐας Η ανάπτυξη των δοντιών σχετίζεται άμεσα με τη χρονολογική ηλικία και φαίνεται ότι υπόκειται σε γονιδιακό έλεγχο. Επειδή η ανάπτυξη και ο σχηματισμός των δοντιών καθορίζονται γενετικά και επειδή τα δόντια υφίστανται τις μικρότερες φθορές μεταποθετικά, η οδοντοφυΐα χρησιμοποιείται συχνότερα για τον προσδιορισμό της ηλικίας σε ανήλικα άτομα. Ο σχηματισμός των δοντιών αρχίζει στο έμβρυο 14-16 εβδομάδες μετά τη σύλληψη. Υπάρχουν τέσσερις ξεχωριστές περίοδοι για την εμφάνιση των δοντιών στον άνθρωπο. Η πρώτη περίοδος αφορά την εμφάνιση των περισσότερων μη μόνιμων δοντιών (νεογιλά) στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής (Εικόνα 4.6). Οι δύο μόνιμοι κοπτήρες και ο πρώτος μόνιμος γομφίος εμφανίζονται στα 6 με 8 χρόνια ζωής. Οι κυνόδοντες, οι προγόμφιοι και οι δεύτεροι γομφίοι εμφανίζονται ανάμεσα στα 10 και 12 χρόνια ζωής. Τέλος, οι τρίτοι γομφίοι εμφανίζονται γύρω στα 18 χρόνια (Εικόνα 4.7). Η ηλικία μπορεί να προσδιοριστεί από την οδοντοφυΐα μέσω της σύγκρισης του αγνώστου δείγματος με άτλαντες. Εικόνα 4.6. Αριστερά: Ηλικίες έκφυσης και απόπτωσης νεογιλών δοντιών. Δεξιά: Πανοραμική ακτινογραφία του στόματος οκτάχρονου παιδιού. 94

Εικόνα 4.7. Ηλικία έκφυσης μόνιμων δοντιών. 4.2.1.4 Μήκος μακρών οστών Στην περίπτωση απουσίας δοντιών και επιφύσεων, η ηλικία των ανηλίκων (κυρίως νεογνών και νηπίων) μπορεί να προσδιοριστεί από το μήκος των μακρών οστών. Αυτή η μέθοδος δεν είναι τόσο ακριβής όσο οι άλλες και πρέπει η σύγκριση των αγνώστων δειγμάτων να γίνεται με σκελετούς που προέρχονται από πολύ συγγενικές σειρές. Όταν λείπουν οι σειρές, καταφεύγουμε σε στοιχεία που προέρχονται από συγκεντρωτικές μελέτες. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι το μήκος των οστών καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το άτομο, καθώς σε περιπτώσεις υποσιτισμού, μολυσματικών νόσων και άλλων στρεσογόνων παραγόντων το άτομο δεν θα καταφέρει να φτάσει το μέγιστο γενετικά καθορισμένο του ανάστημα (Εικόνα 4.8). Εικόνα 4.8. Παράδειγμα υπολογισμού ηλικίας από το μήκος των οστών. 95

4.2.2 Προσδιορισμός ηλικίας σε ενήλικα άτομα Ο προσδιορισμός της ηλικίας θανάτου μπορεί να γίνει με παρατήρηση σκελετικών χαρακτήρων στην πυελική ζώνη, στο κρανίο και στις πλευρές. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζονται οι εξής ανατομικές περιοχές: α. ηβική σύμφυση, β. ωτοειδής επιφάνεια, γ. στερνικό άκρο πλευρών και δ. κρανιακές ραφές. Σε αρχαιολογικά δείγματα μπορεί επίσης να εξεταστεί η οδοντική φθορά. Τέλος, στον προσδιορισμό της ηλικίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η δομή των μακρών οστών. Η διαγνωστική αξία κάθε χαρακτηριστικού είναι διαφορετική και σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να γίνεται επιβεβαίωση με κάποιο άλλο χαρακτηριστικό. 4.2.2.1 Ηβική σύμφυση Ο προσδιορισμός της ηλικίας θανάτου με παρατήρηση της μορφολογίας της επιφάνειας της ηβικής σύμφυσης (pubic symphysis) αποτελεί την πιο διαδεδομένη τεχνική ανάμεσα στους ερευνητές. Σ αυτήν την επιφάνεια οι αλλαγές που συνδέονται με την ηλικία συνεχίζονται και στην ενήλικη φάση, όπου έχουν ολοκληρωθεί οι συνοστεώσεις των επιφύσεων. Στους νεαρούς ενήλικες η ηβική σύμφυση έχει αδρή επιφάνεια με οριζόντιες γραμμώσεις που χωρίζονται από αύλακες. Αυτή η επιφάνεια χάνει το ανάγλυφό της με την πάροδο των χρόνων και γύρω στα 35 έτη οριοθετείται από ένα χείλος. Μετά τα 35 έτη παρατηρείται διάβρωση του περιγράμματος γύρω από το οποίο μπορούν να σχηματιστούν και οστεόφυτα, ενώ η αρθρική επιφάνεια γίνεται πορώδης. Αυτές οι αλλαγές συνδέονται με τη βάδιση και τις συνακόλουθες μηχανικές πιέσεις που ασκούνται στη λεκάνη (Εικόνα 4.9). Εικόνα 4.9. Μορφολογία της ηβικής σύμφυσης σε διάφορες ηλικίες: 29 (αριστερά), 57 (κέντρο) και 94 έτη (δεξιά). Προκειμένου να εφαρμοστούν τα κριτήρια που συνήθως χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της ηλικίας, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον προσανατολισμό του ανώνυμου οστού. Στην παρακάτω εικόνα παρατίθεται ο σωστός προσανατολισμός του αριστερού ανώνυμου οστού (Εικόνα 4.10). 96

Εικόνα 4.10. Προσανατολισμός ανώνυμου οστού. Η αξία της ηβικής σύμφυσης για τον προσδιορισμό της ηλικίας θανάτου είχε αναγνωριστεί από πολύ παλιά. Το πρώτο σύστημα αναπτύχθηκε από τον Todd (1920) και βασίστηκε σε μια σειρά 306 σκελετών γνωστής ηλικίας από αρσενικά άτομα. Έκτοτε η μέθοδος αυτή υπέστη πολλές τροποποιήσεις και σήμερα το πλέον αποδεκτό σύστημα είναι των Suchey-Brooks (1990). Πιο συγκεκριμένα, η ηβική σύμφυση του υπό εξέταση σκελετού εντάσσεται σε μία από 6 διαφορετικές φάσεις, η κάθε μία από τις οποίες αντιστοιχεί σε ένα εύρος ηλικιών. Φάση 1: Η επιφάνεια της ηβικής σύμφυσης εμφανίζει κυματισμό (ακρολοφίες και αύλακες) και συνήθως επεκτείνεται για να συμπεριλάβει και το ηβικό φύμα (Εικόνα 4.11). Οι οριζόντιες ακρολοφίες είναι καλά διαμορφωμένες και ένα έπαρμα μπορεί να αρχίσει να διαφαίνεται στο κοιλιακό (πρόσθιο) άκρο της αρθρικής επιφάνειας (κοιλιακό έπαρμα). Αν και μπορεί να παρατηρηθούν οστέινοι όζοι στην περιφέρεια του εγγύς άκρου της σύμφυσης, το κλειδί στην αναγνώριση αυτής της φάσης είναι η έλλειψη ορίων (χειλέων) και στα δύο άκρα (εγγύς και άπω). Εικόνα 4.11. 1η Φάση: Άρρεν 19 ετών. Φάση 2: Η επιφάνεια της ηβικής σύμφυσης μπορεί ακόμη να παρουσιάζει κυματοειδή εμφάνιση. Η επιφάνεια έχει αρχίσει να εμφανίζει όρια (χείλη) στο εγγύς ή/και στο άπω άκρο, με ή χωρίς οστέινους όζους (Εικόνα 4.12). Το κοιλιακό έπαρμα μπορεί στις αρχικές φάσεις να είναι επέκταση της οστέινης δραστηριότητας του ενός ή και των δύο άκρων. 97

Εικόνα 4.12. 2η Φάση: Άρρεν 24 ετών. Φάση 3: Η επιφάνεια της ηβικής σύμφυσης εμφανίζει χαμηλότερα όρια (χείλη) και το κοιλιακό έπαρμα είναι σε στάδιο ολοκλήρωσης (Εικόνα 4.13). Μπορεί να συνεχίζεται η συνένωση των οστικών οζιδίων για τον σχηματισμό του εγγύς ορίου (χείλους) και του πρόσθιου (κοιλιακού) ορίου. Η επιφάνεια της σύμφυσης είναι λεία ή μπορεί να εμφανίζει ακόμη ακρολοφίες. Δεν υπάρχουν χείλη στο νωτιαίο (οπίσθιο) άκρο της επιφάνειας σύμφυσης και δεν παρατηρείται καμία συνοστέωση. Εικόνα 4.13. 3η Φάση: Θήλυ 33 ετών. Φάση 4: Η επιφάνεια της ηβικής σύμφυσης είναι γενικά ελαφρά κοκκώδης, αν και μπορεί να υπάρχουν ακόμη υπολείμματα από το παλιό σύστημα των ακρολοφιών και των αυλάκων (Εικόνα 4.14). Συνήθως το όριο (χείλος), σχήματος ωοειδούς, έχει ολοκληρωθεί σ αυτό το στάδιο, αλλά κάποιο χάσμα μπορεί να υπάρχει στο ανώτερο τμήμα του πρόσθιου (κοιλιακού) ορίου. Η επιφάνεια σύμφυσης πιθανόν να έχει ένα ευκρινές χείλος. Κοιλιακά, συνοστεώσεις μπορεί να εμφανίζονται στο κατώτερο τμήμα του ηβικού οστού παρακείμενα της επιφάνειας σύμφυσης. Εικόνα 4.14. 4η Φάση: Θήλυ 37 ετών. 98

Φάση 5: Έχει ολοκληρωθεί ο σχηματισμός χείλους περιμετρικά της ηβικής σύμφυσης, με κάποια ελαφρά καθίζηση της επιφάνειας αυτής ως προς το χείλος (Εικόνα 4.15). Μέτριος σχηματισμός χείλους συνήθως παρατηρείται στο οπίσθιο (νωτιαίο) άκρο μαζί με προεξέχουσες συνοστεώσεις στο πρόσθιο (κοιλιακό) όριο. Παρατηρείται ελάχιστη ή και καθόλου διάβρωση του χείλους. Εικόνα 4.15. 5η Φάση: Άρρεν 46 ετών. Φάση 6: Η επιφάνεια της ηβικής σύμφυσης μπορεί να εμφανίζει μεγαλύτερη καθίζηση καθώς τα χείλη αυξάνουν σε όγκο (Εικόνα 4.16). Εξωτερικά της επιφάνειας (κοιλιακά) υπάρχουν ευδιάκριτες συνοστεώσεις. Σε μερικά άτομα το ηβικό φύμα φαίνεται ως ξεχωριστός οστέινος όζος. Η επιφάνεια μπορεί να έχει μικρούς ή μεγάλους πόρους ή και κοκκιώδη εμφάνιση δίνοντας την εικόνα παραμόρφωσης μαζί με μια συνεχιζόμενη διαδικασία κεντρικής οστεοποίησης. Το σχήμα της επιφάνειας είναι συχνά ανώμαλο σ αυτό το στάδιο. Εικόνα 4.16. 6η Φάση: Θήλυ 72 ετών. Στον Πίνακα 4.3 δίνονται τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στα ηλικιακά όρια κάθε φάσης. Πίνακας 4.3. Στατιστικά στοιχεία ηλικιακών ορίων (σε έτη) κάθε φάσης. Θήλεα (Ν=273) Άρρενα (Ν=739) Φάση Μέσος όρος Τυπική 95% Εύρος Μέσος όρος Τυπική 95% Εύρος απόκλιση απόκλιση Ι 19,5 2,6 15-24 18,5 2,1 15-23 ΙΙ 25 4,9 19-40 23,4 3,6 19-34 ΙΙΙ 30,7 8,1 21-53 28,7 6,5 21-46 ΙV 38,2 10,9 26-70 35,2 9,4 23-57 V 48,1 14,6 25-83 45,6 10,4 27-66 VI 60 12,4 42-87 61,2 12,2 34-86 99

Οι μορφολογικές αλλαγές της αρθρικής επιφάνειας της ηβικής σύμφυσης έχουν θεωρηθεί από τις πιο αξιόπιστες μεθόδους υπολογισμού της ηλικίας θανάτου στους ενήλικες, αλλά η ευαίσθητη αυτή περιοχή πολύ συχνά δεν διατηρείται σε αρχαιολογικά δείγματα. Επίσης, στα θηλυκά άτομα ο τοκετός μπορεί να επηρεάσει τη μορφολογία της επιφάνειας της ηβικής σύμφυσης, ενώ παρατηρείται και μεγάλη επικάλυψη μεταξύ διαδοχικών ηλικιακών κατηγοριών. Στις Εικόνες 4.17-4.18 παρουσιάζονται οι αλλαγές στην ηβική σύμφυση στα δύο φύλα. Εικόνα 4.17. Ηλικιακές αλλαγές στην ηβική σύμφυση στους άνδρες. Η πρώτη σειρά δείχνει τις πρώιμες αλλαγές που σημειώνονται σε κάθε φάση και η δεύτερη σειρά τις μεταγενέστερες αλλαγές. Εικόνα 4.18. Ηλικιακές αλλαγές στην ηβική σύμφυση στις γυναίκες. Η πρώτη σειρά δείχνει τις πρώιμες αλλαγές που σημειώνονται σε κάθε φάση και η δεύτερη σειρά τις μεταγενέστερες αλλαγές. 100

4.2.2.2 Ωτοειδής επιφάνεια Οι αλλαγές στην ωτοειδή επιφάνεια του λαγόνιου (ιλιακού) οστού (auricular surface) αποτελούν έναν ακόμη δείκτη για την εκτίμηση της ηλικίας από σκελετικά κατάλοιπα (Lovejoy et al. 1985), αν και η εφαρμογή της μεθόδου αυτής στην πράξη παρουσιάζει δυσκολίες. Η ωτοειδής επιφάνεια του λαγόνιου οστού αποτελεί μέρος της άρθρωσης μεταξύ του ανώνυμου και του ιερού οστού. Το οστό σ αυτό το σημείο είναι ιδιαίτερα παχύ και ανθεκτικό και ως εκ τούτου διατηρείται ανέπαφο ακόμη και σε αρχαιολογικά δείγματα. Η επιφάνεια αυτή σε νεαρά άτομα έχει γενικά κυματοειδή μορφή, η οποία αντικαθίσταται από μια τραχιά κοκκώδη επιφάνεια στους μεσήλικες. Σε άτομα ακόμη μεγαλύτερης ηλικίας, η επιφάνεια γίνεται πορώδης και οστεόφυτα αναπτύσσονται στην περίμετρό της. Η μέθοδος αυτή έχει το πλεονέκτημα ότι η ωτοειδής επιφάνεια υφίσταται λιγότερες φθορές σε σχέση με την ηβική σύμφυση και επιπλέον οι αλλαγές συνεχίζονται και μετά την ηλικία των 50 ετών. Ανατομία Κορυφή: Η περιοχή της ωτοειδούς επιφάνειας που έρχεται σε άμεση επαφή με την οπίσθια απόληξη της τοξοειδούς γραμμής (η γραμμή που φέρεται από άνω και πίσω προς τα κάτω και εμπρός στην έσω επιφάνεια του λαγόνιου). Άνω ημιγλήνιο: Το τμήμα της ωτοειδούς επιφάνειας πάνω από την κορυφή. Κάτω ημιγλήνιο: Το τμήμα της ωτοειδούς επιφάνειας κάτω από την κορυφή. Οπισθο-ωτιαία περιοχή: Περιοχή μεταξύ της ωτοειδούς επιφάνειας και του διάμεσου χείλους της λαγόνιας ακρολοφίας (Εικόνα 4.19). Εικόνα 4.19. Ανατομικές υποπεριοχές ωτοειδούς επιφάνειας. Ορολογία Κυματισμός: Εγκάρσιες ακρολοφίες. Κοκκιδίωση: Εμφάνιση συμπαγών λεπτών δομών στην επιφάνεια, δηλαδή έντονα κοκκώδης επιφάνεια με όψη γυαλόχαρτου. Πυκνότητα: Εξωτερική συμπαγής υφή. Για παράδειγμα, η αρθρική επιφάνεια εμφανίζεται λεία με πλήρη απουσία κοκκιδίωσης. Πορώδης υφή: Πόροι επί της αρθρικής επιφάνειας με διάμετρο κυμαινόμενη από 1 ως 10 χιλιοστά. Γενικά, η ωτοειδής επιφάνεια σε νεαρά άτομα έχει κυματοειδή μορφή, η οποία γίνεται λεία στους μεσήλικες. Σε άτομα ακόμη μεγαλύτερης ηλικίας η επιφάνεια γίνεται πορώδης και οστεόφυτα αναπτύσσονται συνήθως στο περίγραμμά της. Φάση 1 (20-24 έτη): Η επιφάνεια έχει ευκρινή κοκκώδη υφή και εμφανίζει σαφή εγκάρσιο κυματισμό. Δεν υπάρχει καμία οστική δραστηριότητα ή πορώδης υφή στην οπισθο-ωτιαία περιοχή ή στην 101

περιοχή της κορυφής. Η επιφάνεια εμφανίζει μια σειρά από καλά σχηματισμένα κύματα. Οποιαδήποτε ανωμαλία στην αρθρική επιφάνεια παρουσιάζει λεία άκρα (Εικόνα 4.20). Εικόνα 4.20. 1η Φάση: Θήλυ 22 ετών. Φάση 2 (25-29 έτη): Μικρή έως μέτρια απώλεια κυματισμού και αντικατάσταση από ραβδώσεις. Η κοκκιδίωση είναι ελαφρώς πιο τραχιά. Καμία δραστηριότητα στην οπισθο-ωτιαία περιοχή ή την περιοχή της κορυφής (Εικόνα 4.21). Εικόνα 4.21. 2η Φάση: Άρρεν 29 ετών. Φάση 3 (30-34 έτη): Τα ημιγλήνια δεν εμφανίζουν καμία δραστηριότητα και παρατηρείται κάποια μείωση της εγκάρσιας οργάνωσης (κυματισμού). Ραβδώσεις έχουν αντικαταστήσει τα κύματα. Η επιφάνεια είναι πιο τραχιά και κοκκώδης και δεν υπάρχει σημαντική αλλαγή στην κορυφή. Μπορεί να παρατηρηθούν περιοχές με μικροπόρους και περιστασιακή οπισθο-ωτιαία δραστηριότητα (Εικόνα 4.22). Εικόνα 4.22. 3η Φάση: Άρρεν 34 ετών. 102

Φάση 4 (35-39 έτη): Και τα δυο ημιγλήνια εμφανίζονται ακόμη πιο τραχιά και ανωμάλως κοκκώδη, με σημαντική μείωση των κυμάτων και των ραβδώσεων. Η εγκάρσια οργάνωση είναι παρούσα αλλά ελαφρώς ευκρινής. Κάποια οπισθο-ωτιαία δραστηριότητα είναι εμφανής. Οι αλλαγές στην περιοχή της κορυφής είναι ελάχιστες. Μακροπορώδης υφή απουσιάζει. Η κοκκιδίωση είναι ομοιόμορφη (Εικόνα 4.23). Εικόνα 4.23. 4η Φάση: Θήλυ 37 ετών. Φάση 5 (40-44 έτη): Παρατηρείται αλλαγή από κοκκώδη σε πυκνή επιφάνεια. Ο κυματισμός απουσιάζει αλλά αμυδρές ραβδώσεις μπορεί να είναι παρούσες. Τα ημιγλήνια είναι μερικώς κοκκώδη με σημαντική απώλεια της εγκάρσιας οργάνωσης. Περιοχές με μερική πύκνωση στην επιφάνεια (εξαιτίας της απώλειας της κοκκώδους υφής) είναι ορατές. Επίσης, είναι ορατή μικρή έως μέτρια οπισθο-ωτιαία δραστηριότητα. Μακροπορώδης υφή γενικά δεν παρατηρείται. Μερική αύξηση της μικροπορώδους υφής και μικρή δραστηριότητα στην περιοχή της κορυφής είναι ορατές (Εικόνα 4.24). Εικόνα 4.24. 5η Φάση: Άρρεν 44 ετών. Φάση 6 (45-49 έτη): Απώλεια κοκκώδους υφής και αντικατάσταση από πυκνό οστό. Κύματα και ραβδώσεις δεν είναι πλέον παρόντα. Μικρές έως μέτριες αλλαγές στην περιοχή της κορυφής. Η επιφάνεια είναι πυκνή και λείπει η εγκάρσια οργάνωση. Τα όρια εμφανίζουν αυξανόμενη παραμόρφωση. Μέτρια οπισθο-ωτιαία δραστηριότητα είναι παρούσα αλλά δεν παρατηρείται μακροπορώδης υφή (Εικόνα 4.25). Εικόνα 4.25. 6η Φάση: Θήλυ 46 ετών. 103

Φάση 7 (50-60 έτη): Η επιφάνεια εμφανίζει σημαντική παραμόρφωση χωρίς καμία εγκάρσια οργάνωση. Μέτρια κοκκιδίωση είναι σπάνια ενώ απουσιάζουν κύματα και ραβδώσεις. Παρατηρείται σχηματισμός χείλους στο κάτω άκρο του κάτω ημιγλήνιου. Αλλαγές στην περιοχή της κορυφής είναι ορατές και μπορεί να είναι σημαντικές. Αυξημένη παραμόρφωση των ορίων είναι εμφανής. Ενίοτε παρατηρείται μακροπορώδης υφή. Η οπισθο-ωτιαία δραστηριότητα είναι μέτρια αλλά εμφανής (Εικόνα 4.26 ). Εικόνα 4.26. 7η Φάση: Θήλυ 50 ετών. Φάση 8 (60+ έτη): Η επιφάνεια χαρακτηρίζεται από απουσία κοκκιδίωσης, ανώμαλα σημεία και απουσία εγκάρσιας οργάνωσης. Μακροπορώδης υφή παρατηρείται στο 1/3 των περιπτώσεων. Τα όρια είναι ανώμαλα και έχουν χείλη με εκφυλιστικές αλλαγές στην άρθρωση. Η οπισθο-ωτιαία επιφάνεια είναι καλά διαμορφωμένη με άφθονα οστεόφυτα μικρού έως μεσαίου μεγέθους (Εικόνα 4.27). Εικόνα 4.27. 8η Φάση: Άρρεν 77 ετών. 4.2.2.3 Μορφολογία στερνικού άκρου πλευρών Η μέθοδος αυτή βασίζεται στις μορφολογικές αλλαγές που παρατηρούνται στην αρθρική επιφάνεια του στερνικού άκρου των πλευρών (sternal rib end) (İşcan et al. 1984). Οι αλλαγές στις οποίες στηρίζεται η μέθοδος είναι το βάθος και η μορφή της βάθυνσης στο άκρο της πλευράς, και η διαμόρφωση του χείλους και του τοιχώματος. Η μέθοδος αναπτύχθηκε αρχικά για την τέταρτη πλευρά αλλά έχει αποδειχτεί αξιόπιστη και για τις υπόλοιπες. Η εφαρμογή της μεθόδου προϋποθέτει εμπειρία ενώ τα αποτελέσματα εξαρτώνται από το φύλο αλλά και την προέλευση των πληθυσμών. Ανεξάρτητα από τους προβληματισμούς που διατυπώνουν διάφοροι ερευνητές, η μέθοδος προσφέρει σημαντικές πληροφορίες για την ηλικία θανάτου. Οι παρατηρούμενες μεταβολές στη μορφολογία του στερνικού άκρου υπάγονται σε 8 φάσεις (Πίνακας 4.4, Εικόνες 4.28-4.29): Φάση 0: Παιδιά (κάτω των 14 ετών). Το στερνικό άκρο της πλευράς είναι μια αρκετά επίπεδη επιφάνεια. Τα άκρα είναι ομαλά στρογγυλεμένα και η εσωτερική επιφάνεια ελαφρώς κυματοειδής. Φάσεις 1-2: Έφηβοι και νεαροί ενήλικες (15 24 ετών). Τα άκρα είναι πιο ευκρινή και έχουν ανάγλυφη όψη. Η εσωτερική επιφάνεια αρχίζει να βαθαίνει σε σχήμα V. Φάσεις 3-4: Νεαροί ενήλικες (25 34 ετών). Οι πλευρές του στερνικού άκρου αρχίζουν και γίνονται ακανόνιστες με το κέντρο τους να προεξέχει. Η εσοχή στο κέντρο βαθαίνει. Φάσεις 5-6: Μεσήλικες (35 54 ετών). Το άνω και κάτω άκρο αυξάνουν και προεξέχουν σε σχέση με το κέντρο των πλευρών του στερνικού άκρου. Η τριγωνική εσοχή στο κέντρο μετασχηματίζεται σε U. 104

Φάσεις 7-8: Ώριμοι ενήλικες (άνω των 54 ετών). Το περίγραμμα του στερνικού άκρου παραμορφώνεται ακανόνιστα με τις άκρες να γίνονται πιο αιχμηρές. Το κέντρο γίνεται πορώδες και ακανόνιστο. Πίνακας 4.4. Στατιστικά στοιχεία ηλικιακών ορίων κάθε φάσης. Άρρενα Θήλεα Φάση Μέσος όρος Τυπική Εύρος Μέσος όρος Τυπική Εύρος απόκλιση απόκλιση 1 17,3 0,55 17-18 14 2 21,9 1,4 18-25 17,4 1,5 16-20 3 25,9 0 19-33 22,6 1,7 20-24 4 28,2 3,8 22-35 27,7 4,6 24-40 5 38,8 11 29-52 40 12,2 29-77 6 50 17,9 32-71 50,7 14,9 32-79 7 59,2 21 44-85 65,2 11,2 48-83 8 71,5 7 44-85 76,4 8,8 62-90 Εικόνα 4.28. Σκίτσα ηλικιακών αλλαγών στο στερνικό άκρο των πλευρών κατά τις 8 φάσεις. Εικόνα 4.29. Ηλικιακές αλλαγές του στερνικού άκρου των πλευρών. Φάσεις 1-2: Άρρεν 19 ετών. Φάσεις 3-4: Θήλυ 33 ετών. Φάσεις 5-6: Άρρεν 46 ετών. Φάσεις 7-8: Άρρεν 64 ετών. 105

4.2.2.4 Συνοστέωση κρανιακών ραφών Η πλειονότητα των οστών του κρανίου συνδέονται μεταξύ τους με μη κινητές αρθρώσεις που ονομάζονται ραφές (sutures). Με την πάροδο του χρόνου, τα διαφορετικά οστά συνοστεώνονται με αποτέλεσμα να εξαφανίζονται οι ραφές σε άτομα μεγάλης ηλικίας. Από το 1900 μέχρι το 1950 ο ρυθμός συνοστέωσης των ραφών χρησιμοποιήθηκε ευρέως ως ηλικιακός δείκτης, αλλά η εμφάνιση νέων τεχνικών (ηβική σύμφυση) είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της χρήσης της μεθόδου. Το 1985 οι Meindl και Lovejoy πρότειναν μια νέα μεθοδολογία για τη χρήση της συνοστέωσης των κρανιακών ραφών ως ηλικιακού δείκτη. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, σε συγκεκριμένα σημεία που ανήκουν σε ένα σύστημα δέκα επιλεγμένων ραφών στο αριστερό τμήμα του κρανίου, βαθμολογείται ο βαθμός συνοστέωσης (sutural closure) σε έναν κύκλο διαμέτρου 1cm γύρω από το κάθε σημείο. Η κλίμακα βαθμολόγησης περιλαμβάνει τιμές από 0 (εντελώς ανοιχτές ραφές) μέχρι 3 (εντελώς κλειστές ραφές). Οι ραφές εντάσσονται σε δύο συστήματα με το πρώτο σύστημα να περιλαμβάνει ραφές που βρίσκονται στον εξωκράνιο θόλο (vault system) ενώ το δεύτερο να περιλαμβάνει το πλαγιο-πρόσθιο τμήμα του κρανίου (lateral-anterior system) (Εικόνα 4.30). Στη συνέχεια ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία: 1. Βαθμολογούνται οι ραφές για κάθε σύστημα χωριστά, για το πλαγιο-πρόσθιο σύστημα και το σύστημα του εξωκράνιου θόλου. 2. Αθροίζονται οι βαθμοί για κάθε σύστημα ώστε να ληφθεί ένα σύνθετο αποτέλεσμα. 3. Το σύνθετο αποτέλεσμα συγκρίνεται με τις τιμές του κατάλληλου πίνακα ώστε να καθοριστεί η μέση ηλικία και το ηλικιακό εύρος. Τα σημεία που εξετάζονται πάνω στις ραφές του κρανίου είναι: Α. Σύστημα εξωκράνιου θόλου 1. Μεσολαμδικό σημείο (midlambdoid) - Σημείο στο μέσο της λαμδοειδούς ραφής. 2. Σημείο στο Λάμδα (lambda) - Το σημείο επαφής του ινιακού οστού με τα δύο βρεγματικά οστά. 3. Οβελιαίο (obelion) - Επί της μεσοβρεγματικής ραφής (οβελιαία ραφή). 4. Σημείο στην πρόσθια οβελιαία ραφή (anterior sagittal) - Εντοπίζεται στο 1/3 της απόστασης από το βρέγμα προς το λάμδα. 5. Σημείο στο Βρέγμα (bregma) - Το σημείο επαφής των δύο βρεγματικών οστών με το μετωπικό οστό. 6. Μεσοστεφανιαίο σημείο (midcoronal) - Σημείο στο μέσο της στεφανιαίας ραφής. 7. Σημείο στο Πτέριο (pterion) - Σημείο όπου η βρεγματοσφηνοειδής ραφή συναντά το μετωπικό οστό. B. Πλαγιο-πρόσθιο σύστημα 1. Μεσοστεφανιαίο σημείο (midcoronal) βλέπε παραπάνω. 2. Σημείο στο Πτέριο (pterion) - βλέπε παραπάνω. 3. Σημείο στη σφηνομετωπιαία ραφή (sphenofrontal) Σημείο στο μέσο της σφηνομετωπιαίας ραφής. 4. Σημείο κάτωθεν της σφηνοκροταφικής ραφής (inferior sphenotemporal) - Το σημείο τομής μεταξύ της σφηνοκροταφικής ραφής και μιας γραμμής που ενώνει τα δύο αρθρικά φύματα της κροταφογναθικής άρθρωσης. 5. Σημείο άνωθεν της σφηνοκροταφικής ραφής (superior sphenotemporal) - Το σημείο που βρίσκεται 2 cm κάτω από τη συνάρθρωση με το βρεγματικό οστό, στην αριστερή σφηνοβρεγματική ραφή. Οι αριθμοί αντιστοιχούν σε αυτούς του σχήματος όπου απεικονίζονται τα σημεία ελέγχου. Σε περίπτωση φθοράς του κρανίου στην αριστερή πλευρά, η μέτρηση γίνεται στη δεξιά και καταγράφεται ως σχετική σημείωση. Αν και οι δύο πλευρές είναι κατεστραμμένες, το σημείο θα πρέπει να παραμείνει κενό μέτρησης. Πρέπει να σημειωθεί ότι άλλες μέθοδοι χρησιμοποιούν επιπλέον σημεία στις ραφές του κρανίου. 106

Εικόνα 4.30. Σημεία ελέγχου του βαθμού συνοστέωσης των ραφών του κρανίου: 1. Μεσολαμδικό σημείο, 2. Σημείο στο Λάμδα, 3. Οβελιαίο, 4. Σημείο στην πρόσθια οβελιαία ραφή, 5. Σημείο στο Βρέγμα, 6. Μεσοστεφανιαίο σημείο, 7. Σημείο στο Πτέριο, 8. Σημείο στη σφηνομετωπιαία ραφή, 9. Σημείο κάτωθεν της σφηνοκροταφικής ραφής (βλέπε δεξιά εικόνα) και 10. Σημείο άνωθεν της σφηνοκροταφικής ραφής. Στάδια συνοστέωσης κρανιακών ραφών (Εικόνα 4.31) 0 - Ανοιχτή: Δεν υπάρχει ίχνος οποιασδήποτε εξωκρανιακής συνοστέωσης. 1 - Ελάχιστη: Έχει πραγματοποιηθεί μερική συνοστέωση. Ο βαθμός προσδιορίζει οποιαδήποτε ελάχιστη έως μέτρια συνοστέωση, δηλαδή από μια μεμονωμένη οστέινη γέφυρα έως το 50% της συνοστέωσης της θέσης. 2 - Σημαντική: Υπάρχει σημαντικός βαθμός συνοστέωσης των ραφών αλλά κάποια σημεία της θέσης δεν έχουν ακόμη ολοκληρώσει τη συνοστέωση. 3 - Πλήρης: Η θέση έχει πλήρως συνοστεωθεί. Εικόνα 4.31. Στάδια συνοστέωσης κρανιακών ραφών. 107

Κάθε σημείο βαθμολογείται ξεχωριστά και το συνολικό άθροισμα από κάθε σύστημα συγκρίνεται με τους πίνακες αναφοράς (Πίνακας 4.5). Όπως είναι ευνόητο, το σύστημα του εξωκράνιου θόλου λαμβάνει τιμές από 0 έως 21, ενώ το πλαγιο-πρόσθιο σύστημα τιμές από 0 έως 15. Πίνακας 4.5. Πίνακας ηλικιών (σε έτη) ανάλογα με τον βαθμό συνοστέωσης των κρανιακών ραφών. Εξωκράνιος θόλος (Σημεία 1-7) Πλαγιο-πρόσθιο σύστημα (Σημεία 6-10) Άθροισμα Μέση ηλικία Τυπική απόκλιση Άθροισμα Μέση ηλικία Τυπική απόκλιση 0 - - 0 - - 1 2 30,5 9,6 1 32 8,3 3 6 34,7 7,8 2 36,2 6,2 7 11 39,4 9,1 3-5 41,1 10 12 15 45,2 12,6 6 43,4 10,7 16 18 48,8 10,5 7-8 45,5 8,9 19 20 51,5 12,6 7-11 51,9 12,5 21 - - 11-14 56,2 8,5 15 - - Η πλαγιο-πρόσθια περιοχή έχει αποδειχθεί ότι επιτρέπει καλύτερο προσδιορισμό της (χρονολογικής) ηλικίας σε σύγκριση με την περιοχή του εξωκράνιου θόλου. Στους περιορισμούς της μεθόδου συγκαταλέγεται το γεγονός ότι η συνοστέωση των ραφών αρχίζει ενδοκρανιακά και προχωράει προς την εξωκράνια επιφάνεια. Επίσης, υπάρχει μεγάλη ατομική διαφοροποίηση στη διαδικασία της σύγκλισης, γεγονός που οδηγεί σε μεγάλο εύρος ηλικιακής εκτίμησης, ενώ παράλληλα παρατηρείται και αμφίπλευρη ασυμμετρία. Τέλος, μ αυτό το σύστημα δεν είναι δυνατές προβλέψεις για εντελώς ανοικτές ραφές, ενώ άτομα των οποίων οι ραφές είναι εντελώς κλειστές, τοποθετούνται γενικά στην ηλικιακή κατηγορία των άνω των 50 ετών. 4.2.2.5 Οδοντική αποτριβή Από τη στιγμή που τα μόνιμα δόντια θα εμφανιστούν, αρχίζει η αποτριβή τους. Ο ρυθμός και τα πρότυπα αυτής εξαρτώνται από τα στάδια ανάπτυξης των δοντιών, τη μορφολογία τους, το μέγεθός τους, τη δομή της μύλης, τη γωνία πρόσφυσης, τη χρήση και τέλος την ποιότητα των τροφών. Εάν ο ρυθμός της αποτριβής των δοντιών μέσα σε έναν πληθυσμό είναι ομοιογενής, τότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ηλικιακός δείκτης σε ενήλικες. Στη χρήση της αποτριβής των δοντιών ως δείκτη ηλικίας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι αυτή μπορεί να οφείλεται σε παθολογικές αλλοιώσεις ή στη χρήση των δοντιών ως εργαλείων. Οι τροφές που καταναλώνονται σήμερα στις περισσότερες χώρες του κόσμου έχουν υποστεί μια σειρά επεξεργασιών που τις καθιστούν μαλακές και ως αποτέλεσμα η αποτριβή των δοντιών είναι περιορισμένη. Επιπλέον, λόγω οδοντιατρικής περίθαλψης στη σύγχρονη εποχή, τα δόντια δεν είναι δυνατό να αποτελέσουν μέθοδο προσδιορισμού της ηλικίας θανάτου. Στο παρελθόν όμως που οι τροφές καταναλώνονταν αυτούσιες ή με περιορισμένη επεξεργασία, η αποτριβή των δοντιών ήταν αυξημένη και κατ επέκταση ήταν πιο πρακτική η χρήση της ως ηλικιακού δείκτη. Η αποτριβή των δοντιών είναι πιο ομαλή στους γομφίους, γι αυτό τα δόντια αυτά χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά στις μεθόδους εκτίμησης της ηλικίας. Η μέθοδος βασίζεται στην καταγραφή του βαθμού αποτριβής της μασητικής επιφάνειας στους γομφίους και στη σχέση που έχει η πορεία της διαδικασίας αυτής με την ηλικία. Πιο συγκεκριμένα, οι δεύτεροι γομφίοι εμφανίζονται στη γνάθο περίπου 6 χρόνια μετά την εμφάνιση των πρώτων, ενώ οι τρίτοι 12 χρόνια μετά την εμφάνιση των πρώτων. Έτσι, είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο ρυθμός αποτριβής των δοντιών ανά πληθυσμό. Με άλλα λόγια, βλέποντας την αποτριβή που έχει συσσωρευτεί στους πρώτους γομφίους κατά την περίοδο όπου οι δεύτεροι αρχίζουν να εκφύονται, μπορούμε να προσδιορίσουμε πόση οδοντική αποτριβή αναμένεται σε ένα δόντι που ήταν σε 108

χρήση επί 6 έτη, ενώ αν επαναλάβουμε αυτήν τη διαδικασία κατά την περίοδο ανατολής των τρίτων γομφίων, μπορούμε να προσδιορίσουμε την οδοντική αποτριβή που συσσωρεύεται σε διάστημα 12 ετών. Το βασικό πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι ότι τα δόντια αποτελούν το πιο ανθεκτικό στοιχείο στο ανθρώπινο σώμα και συνήθως διατηρούνται σε αρχαιολογικά δείγματα. Βασική προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή της μεθόδου είναι να συσσωρεύουν όλοι οι γομφίοι οδοντική αποτριβή με τον ίδιο ρυθμό. Ωστόσο, νεώτερες έρευνες απέδειξαν ότι οι δεύτεροι γομφίοι χρειάζονται περίπου 6,5 χρόνια για να φτάσουν τα επίπεδα αποτριβής των πρώτων, ενώ οι τρίτοι απαιτούν 7 χρόνια. Επιπλέον, για να εφαρμοστεί η μέθοδος αυτή, είναι αναγκαίο να διαθέτουμε μεγάλο αριθμό ανηλίκων στο δείγμα ώστε να προσδιορίσουμε τον ρυθμό οδοντικής αποτριβής στον υπό μελέτη πληθυσμό. Ένας ακόμη σημαντικός περιορισμός είναι ότι χρησιμοποιούνται ανήλικα άτομα για να προσδιοριστεί ο ρυθμός οδοντικής αποτριβής στους ενήλικες, με την παιδική οδοντοφυΐα να έχει λιγότερα δόντια και συνεπώς να εμφανίζει υψηλότερα ποσοστά αποτριβής καθώς οι μηχανικές πιέσεις της μάσησης μοιράζονται σε μικρότερο αριθμό δοντιών. Από την άλλη μεριά, οι ενήλικες εμφανίζουν ισχυρότερους μυς στις γνάθους και κατ επέκταση υψηλότερα επίπεδα οδοντικής αποτριβής συγκριτικά με το ανήλικο τμήμα του πληθυσμού. Τέλος, όταν ένα δόντι πέσει κατά τη διάρκεια ζωής ενός ανθρώπου, φαινόμενο ιδιαίτερα κοινό σε αρχαίους πληθυσμούς, το αντίστοιχο δόντι της άλλης γνάθου παύει να υφίσταται σημαντική αποτριβή, γεγονός που μπορεί να παραποιήσει τον προσδιορισμό της ηλικίας του ατόμου. Η εφαρμογή αυτής της μεθόδου έχει δώσει ποικίλα αποτελέσματα, με κάποιους μελετητές να δημοσιεύουν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά επιτυχίας και άλλους να αμφισβητούν σοβαρά την αξιοπιστία της. Το παρακάτω σχήμα (Εικόνα 4.32) δίνει ένα ενδεικτικό γράφημα οδοντικής αποτριβής και τις ηλικιακές κλάσεις που αντιστοιχούν σε κάθε στάδιο. Ωστόσο, οι τιμές αυτές ποικίλλουν ιδιαίτερα μεταξύ πληθυσμών ανάλογα με τη διατροφή, τη στοματική υγιεινή και άλλους παράγοντες. Εικόνα 4.32. Σχηματική αναπαράσταση της αποτριβής των δοντιών σε προϊστορικούς πληθυσμούς της Β. Αμερικής (Τροποποίηση από Lovejoy 1985). Η αποτριβή έχει διαιρεθεί σε φάσεις και αφορά την άνω γνάθο (αριστερά) και στην κάτω γνάθο (δεξιά). Η εκτεθειμένη οδοντίνη συμβολίζεται με μαύρο χρώμα. Ηλικιακές κλάσεις: Α:12-18, Β 1 :16-20, Β 2 :16-20, C: 18-22, D: 20-24, E: 24-30, F: 30-35, G: 35-40 (άνω γνάθος), 40-50 (κάτω γνάθος), Η: 40-50 (άνω γνάθος), 45-55 (κάτω γνάθος), Ι: 45-55 (κάτω γνάθος). 109

4.2.2.6 Μικροσκοπική δομή των οστών Ένας άλλος τρόπος υπολογισμού της ηλικίας είναι η παρατήρηση της αλλαγής της μικροσκοπικής δομής των οστών. Η μέθοδος βασίζεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της γρήγορης ανάπτυξης των μακρών οστών (0-17 χρόνια), η επιφάνεια της διάφυσης αποτελείται από ελασματώδη οστίτη ιστό που εκκρίνεται από το περιόστεο. Η διαδικασία αυτή επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως το φύλο, οι ορμόνες, η καταπόνηση των οστών και η διατροφή. Ιστολογικές αναλύσεις σε επιλεγμένες θέσεις του σκελετού έχουν δείξει σχέση ανάμεσα στην ηλικία θανάτου και στην ανάπλαση του οστού (Εικόνα 4.33). Η παραπάνω μέθοδος έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις ανάμεσα στους ερευνητές, χρησιμοποιείται ωστόσο σε αρκετές περιπτώσεις, ιδίως στη δικαστική ανθρωπολογία. Πρέπει να σημειωθεί ότι η μέθοδος αυτή προϋποθέτει τη χρήση εξειδικευμένου εξοπλισμού και την καταστροφή μέρους του οστού. Εικόνα 4.33. Παράδειγμα υπολογισμού της ηλικίας από την αντικατάσταση του οστίτη ιστού. Στον κάθετο άξονα δίνεται το ποσοστό αντικατάστασης. 4.3 Αρχές Παλαιοδημογραφίας Οι αρχές της παλαιοδημογραφίας βασίζονται στην παραδοχή ότι η δημογραφική δομή κάθε πληθυσμού παρουσιάζει περιορισμένο εύρος παρά το γεγονός ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες εμφανίζουν αξιοθαύμαστη ποικιλομορφία. Σε κάθε παλαιοδημογραφική μελέτη το πρώτο βήμα είναι ο προσδιορισμός του φύλου και η εκτίμηση της ηλικίας θανάτου. Στη συνέχεια, εάν πρόκειται για συγκριτική μελέτη, καθορίζονται οι ηλικιακές κλάσεις στο δείγμα ή στα δείγματα. Η βασική επιδίωξη είναι να καθοριστούν όσο το δυνατόν περισσότερες ηλικιακές κλάσεις. Εάν το δείγμα είναι πολύ μεγάλο, υπάρχει δυνατότητα για καλό διαχωρισμό των κλάσεων, αρκεί οι ηλικιακές κλάσεις να μην είναι μικρότερες από τα σφάλματα των κλάσεων που έχουν προκύψει από τα σκελετικά δεδομένα διότι αυτό είναι περιττό και παραπλανητικό. Ο διαχωρισμός των κλάσεων πρέπει να γίνεται με βάση το φύλο, τo αρχαιολογικό πλαίσιο, τη γεωγραφική περιοχή, το πλήθος των δεδομένων και πρέπει να δικαιολογείται κατά περίπτωση (Εικόνα 4.34, Πίνακες 4.6-4.7). 4.3.1 Βασικοί όροι Μέγεθος πληθυσμού (population size): ο αριθμός των ατόμων σε κάθε πληθυσμό. Δομή πληθυσμού (population structure): η κατανομή των ατόμων σε συγκεκριμένες κατηγορίες, κυρίως βάσει του φύλου και της ηλικίας. Πληθυσμιακή δυναμική (population dynamics): η αύξηση ή μείωση του μεγέθους του πληθυσμού ή των επιμέρους πληθυσμιακών ομάδων με το πέρας του χρόνου. Γεννητικότητα (fertility): ο αριθμός απογόνων που προκύπτουν ανά άτομο σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Θνησιμότητα (mortality): η πιθανότητα θανάτου ενός ατόμου σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Μετανάστευση (migration): ο αριθμός ατόμων που προστίθενται ή αφαιρούνται από τον πληθυσμό με μηχανισμούς διαφορετικούς από τη γεννητικότητα και τη θνησιμότητα. 110

Εικόνα 4.34. Πρωτόκολλο καταγραφής δεδομένων για ομάδα σκελετών από Νεολιθικό νεκροταφείο στο Ισραήλ. Δίνονται αναλυτικά στοιχεία για την ηλικία (age) και το φύλο (sex) κάθε σκελετού, καθώς και τα συνολικά αποτελέσματα (Eshed et al. 2008). 111

Πίνακας 4.6. Δεδομένα από 8 Νεολιθικά νεκροταφεία στο Ισραήλ. Αρχαιολογική θέση Ανήλικα Ενήλικα Σύνολο Kfar HaHoresh 19 35 54 Abu Gosh 3 27 30 Belsamoun 7 12 19 Horvat Gall 1 3 4 Nahal Oren 1 10 11 Yiftahel 3 5 8 Aln Ghazal 42 38 80 Atlit Yam 22 38 60 Πίνακας 4.7. Αναλυτική περιγραφή των δεδομένων για το φύλο και την ηλικία για τους νεκρούς από 8 Νεολιθικά νεκροταφεία στο Ισραήλ. Φύλο Ηλικιακή κλάση Αρχαιολογική θέση Αριθμός ατόμων Άρρεν Θήλυ? Ανήλικα 0-4 5-9 10-14 15-19 20-29 30-39 40-49 50+ 15< Kfar HaHoresh 54 19 5 13 17 11 4 2 3 13 5 5 3 12 Abu Gosh 30 7 3 17 3 3 (ηλικίας 5-10) 4 4 2 17 Belsamoun 19 3 4 5 7 6 1 12 Horvat Gall 4 1 1 9 0 1 1 1 4 2 2 Nahal Oren 11 1 2 0 1 0 1 0 0 1 0 0 0 2 Yiftahel 8 2 3 3 3 2 1 1 1 Aln Ghazal 80 20 15 42 33 5 4 8 6 4 13 7 Atlit Yam 60 19 13 6 22 11 7 4 5 6 5 4 5 13 Μετά την αναλυτική καταγραφή των δεδομένων, τη συγκέντρωση και αξιολόγηση των στοιχείων, αρχίζει η φάση της επεξεργασίας. Σ αυτό το στάδιο, η πρώτη ενέργεια είναι η κατασκευή καμπυλών θνησιμότητας (mortality curves) για τον υπό μελέτη πληθυσμό. Έτσι, κατασκευάζεται ένας πίνακας που περιέχει τα δεδομένα θνησιμότητας (αριθμός ατόμων και αντίστοιχο ποσοστό) σε κάθε ηλικιακή κλάση (Πίνακας 4.8). Πρέπει να σημειωθεί ότι οι καμπύλες θνησιμότητας προϋποθέτουν ότι: α. η συλλογή των σκελετών είναι ολοκληρωμένη, β. η ηλικία έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια και γ. το μέγεθος του ζωντανού πληθυσμού και οι ρυθμοί θανάτου δεν άλλαξαν κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου που καλύπτει η χρήση του νεκροταφείου. Τα δεδομένα του πίνακα μεταφέρονται σε διάγραμμα (καμπύλες θνησιμότητας) όπου στον οριζόντιο άξονα τοποθετούνται οι ηλικιακές κλάσεις και στον κάθετο άξονα το ποσοστό θνησιμότητας (Εικόνα 4.35). Από το σχήμα προκύπτει ότι οι δύο καμπύλες είναι παρόμοιες. Και οι δύο φανερώνουν μεγάλη θνησιμότητα στα 5 πρώτα χρόνια ζωής και στη συνέχεια σημαντική πτώση των επιπέδων θνησιμότητας. Οι μεγαλύτερες διαφορές ανάμεσα στους δύο πληθυσμούς εμφανίζονται στα χρόνια της εφηβείας όπου ο πληθυσμός ΙΙ παρουσιάζει αύξηση της θνησιμότητας. Επίσης, ο πληθυσμός ΙΙ παρουσιάζει μεγαλύτερη μακροζωία. Τέλος, και στους δύο πληθυσμούς παρατηρείται αύξηση της θνησιμότητας μεταξύ των 20 και 35 ετών. Οι παρατηρήσεις από τις καμπύλες θνησιμότητας μπορούν να συνδυαστούν με άλλα δεδομένα (πολιτιστικά, κλιματολογικά) και να εξαχθούν συμπεράσματα για τον τρόπο διαβίωσης αρχαίων κοινωνιών. Ένας άλλος τρόπος παρουσίασης της πληροφορίας από τους πίνακες με τα δεδομένα θνησιμότητας είναι οι καμπύλες επιβίωσης (survivorship curves), οι οποίες αναπαριστούν το ποσοστό των ζώντων ατόμων σε κάθε ηλικιακή κλάση (Εικόνα 4.36). Στις καμπύλες επιβίωσης, στον οριζόντιο άξονα τοποθετούνται τα χρόνια ή οι ηλικιακές κλάσεις. Έτσι, στον χρόνο 0 και στους δύο πληθυσμούς το ποσοστό επιβίωσης είναι 112

100%. Στα 5 χρόνια στον πληθυσμό Ι επιβιώνει το 71% των αρχικών ατόμων ενώ στο πληθυσμό ΙΙ το 68%. Στα 10 χρόνια στον πληθυσμό Ι επιβιώνει το 60% του αρχικού πληθυσμού και στον πληθυσμό ΙΙ το 62%, κ.ο.κ.. Τα δεδομένα αυτά φανερώνουν ότι ο πληθυσμός ΙΙ παρουσιάζει μικρότερη παιδική και εφηβική θνησιμότητα (5-15 έτη). Πίνακας 4.8. Κατανομή ηλικιών σε δύο νεκροταφεία της περιοχής ΝanJemoy Creek (ΗΠΑ). Νεκροταφείο Ι Νεκροταφείο ΙΙ Ηλικιακές Αριθμός Αριθμός κλάσεις ατόμων % ατόμων % 0,0-4,9 36 29,03 56 32,37 5,0-9,9 14 11,29 12 6,94 10,0-14,9 6 4,84 7 4,05 15,0-19,9 2 1,61 14 8,09 20,0-24,9 5 4,03 8 4,62 25,0-29,9 14 11,29 10 5,78 30,0-34,9 16 12,99 18 10,4 35,0-39,9 13 10,48 17 9,83 40,0-44,9 9 7,26 11 6,36 45,0-49,9 7 5,65 9 5,2 50,0-54,9 2 1,61 7 4,05 55,0-59,9 0 0 3 1,73 60,0-64,9 0 0 0 0 65,0-69,9 0 0 1 0,58 Σύνολο 124 173 Εκτός από τις παραπάνω καμπύλες, μπορούν να κατασκευαστούν διαγράμματα (ραβδογράμματα) που να απεικονίζουν διαφορές ανάμεσα σε φύλα ή ηλικιακές κλάσεις, καθώς επίσης μπορούν να γίνουν διάφορες στατιστικές δοκιμασίες (π.χ. να εξεταστεί αν η διαφορά στα επίπεδα θνησιμότητας ανάμεσα σε δύο πληθυσμούς είναι στατιστικά σημαντική). Εικόνα 4.35. Καμπύλες θνησιμότητας για δύο νεκροταφεία της περιοχής ΝanJemoy Creek (ΗΠΑ). 113

Εικόνα 4.36. Καμπύλες επιβίωσης για δύο νεκροταφεία της περιοχής ΝanJemoy Creek (ΗΠΑ). 4.3.2 Πίνακες ζωής Οι πίνακες ζωής (life tables) αποτελούν ίσως τον συνοπτικότερο τρόπο για την παρουσίαση δημογραφικών δεδομένων και είναι βασικά εργαλεία μελέτης πληθυσμιακών συστημάτων. Στις στήλες των πινάκων αυτών περιλαμβάνεται αναλυτικά το σύνολο σχεδόν της πληροφορίας που αφορά την εξέλιξη του βιολογικού κύκλου του υπό μελέτη πληθυσμού. Όλες οι πληροφορίες προέρχονται από τους δείκτες θνησιμότητας. Παρακάτω παρουσιάζονται πίνακες ζωής (Πίνακες 4.9-4.10) με βάση τα δεδομένα από το Νεκροταφείο Ι της περιοχής ΝanJemoy Creek. Αναλυτικά οι στήλες παρουσιάζουν: (x) - Ηλικιακές κλάσεις (age intervals): Η κλάση 0 αντιστοιχεί σε ηλικιακό εύρος 0-4,9, η κλάση 5 σε ηλικιακό εύρος 5-9,9 κ.ο.κ. (Dx) - Αριθμός νεκρών σε κάθε κλάση (number of deaths). (dx) - Ποσοστό θανάτων σε κάθε κλάση (proportion of deaths) το οποίο προκύπτει ως dx=100dx / ΣDx. (lx) - Αριθμός επιζώντων σε κάθε κλάση (survivorship) που προκύπτει από την αφαίρεση του ποσοστού θανάτων (dx) σε κάθε κλάση από τον αριθμό των επιζώντων που εισέρχεται στην κλάση, από έναν αρχικό πληθυσμό 100 επιζώντων (π.χ. στην κλάση x=0 lx=100, στην κλάση x=5 lx=100-29,79=63,83, στην κλάση x=10 lx=63,83-3,72=60,11 κ.ο.κ.). (qx) - Πιθανότητα θανάτου σε κάθε κλάση (probability of death) που προκύπτει διαιρώντας το ποσοστό θανάτων σε κάθε κλάση με τον αριθμό επιζώντων που εισέρχονται στην κλάση (π.χ. στην κλάση x=0 qx=0/100=0, στην κλάση x=5 qx=19,79/100=0,279, στην κλάση x=10 qx=6,38/70,21=0,0909 κ.ο.κ.). (Lx) - Συνολικά χρόνια ζωής ανάμεσα στην ηλικιακή κλάση x και την επόμενη ηλικιακή κλάση (average years per person lived within age interval), που προκύπτει από τον τύπο Lx=5(lx+lo)/2, όπου lo είναι οι επιζώντες της επόμενης κλάσης μετά τη x. Ο αριθμός 5 πολλαπλασιάζεται διότι οι κλάσεις έχουν εύρος 5 χρόνων (π.χ. στην κλάση x=0 Lx=5(100+70,21)/2=425,525, στην κλάση x=5 Lx=5(70,21+63,83)/2=335,1, στην κλάση x=10 Lx=5(63,83+60,11)/2=309,85, κ.ο.κ.). (Τx) - Συνολικά χρόνια ζωής όλων των επιζώντων της κλάσης x και των επόμενων κλάσεων (sum of average years lived within current and remaining age intervals). Προκύπτει από τον τύπο Τx= x w-1 ΣLx (π.χ. στην κλάση x=0 Τx=ΣLx=2297,9, στην κλάση x=5 Tx=2297,9-425,525=1872,375, στην κλάση x=10 Tx=1872,375-335,1=1537,25, κ.ο.κ.). Η παράμετρος Tx από μόνη της δεν έχει κάποια δημογραφική σημασία, αλλά χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της παραμέτρου e x 0. 114

(e x ) - Προσδόκιμο ζωής του μέσου ατόμου κάθε κλάσης (average life expectancy). Δίνεται από τον τύπο e x =Τχ/lx (π.χ. στην κλάση x=0 e x 0 = 2297,9/100=22,98, στην κλάση x=5 e x 0 = 1872,375/70,21=26,77, στην κλάση x=10 e x 0 = 1537,275/63,83=224,08, κ.ο.κ.). Πίνακας 4.9. Πίνακας ζωής για το νεκροταφείο ΙΙ της περιοχής ΝanJemoy Creek. Ηλικιακές κλάσεις Αριθμός αποθανόντων ανά κλάση % θνησιμότητα ς % επιζώντω ν Πιθανότητ α θανάτου Σύνολο ετών ζωής μεταξύ των κλάσεων x και x+5 Σύνολο ετών ζωής υπόλοιπου δείγματος (x) (Dx) (dx) (lx) (qx) (Lx) (Tx) (e 0 x) 0 0 0,00 100,00 0,0000 425,525 2.297,900 22,98 5 56 29,79 70,21 0,2979 335,100 1.872,375 26,67 10 12 6,38 63,83 0,0909 309,850 1.537,275 24,08 15 7 3,72 60,11 0,0583 281,925 1.227,425 20,42 20 14 7,45 52,66 0,1239 251,325 945,500 17,95 25 9 4,79 47,87 0,0910 223,400 694,175 14,50 30 12 6,38 41,49 0,1333 179,525 470,775 11,35 35 21 11,17 30,32 0,2692 125,000 291,250 9,61 40 20 10,64 19,68 0,3509 81,125 166,250 8,45 45 13 6,91 12,77 0,3511 49,225 85,125 6,67 50 11 5,85 6,92 0,4581 23,950 35,900 5,19 55 8 4,26 2,66 0,6156 7,975 11,950 4,49 60 4 2,13 0,53 0,8008 2,650 3,975 7,50 65 0 0,00 0,53 0,0000 1,325 1,325 2,50 70 1 0,53 0,00 1,0000 0,000 0,000 0,00 75 0 0,00 0,00 0,0000 0,000 0,000 0,00 Προσδόκιμο ζωής Πίνακας 4.10. Πίνακας ζωής για το νεκροταφείο Ι της περιοχής ΝanJemoy Creek. Συμβολισμοί όπως στον προηγούμενο πίνακα. (x) (Dx) (dx) (lx) (qx) (Lx) (Tx) (e 0 x) 0 0 0,00 100,00 0,0000 426,125 2.105,600 21,06 5 39 29,55 70,45 0,2955 323,850 1.679,475 23,84 10 15 11,36 60,09 0,1612 284,075 1.335,625 22,60 15 6 4,55 54,54 0,0770 268,900 1.071,550 19,65 20 2 1,52 53,02 0,0279 255,625 802,650 15,14 25 5 3,79 49,23 0,0715 217,750 547,025 11,11 30 15 11,36 37,87 0,0308 157,150 329,275 8,69 35 17 12,88 24,99 0,3401 98,425 172,125 6,89 40 14 10,61 14,39 0,4246 51,075 73,700 5,13 45 11 8,33 6,05 0,5793 18,875 22,625 3,74 50 6 4,55 1,50 0,7521 3,750 6,750 0,50 55 2 1,52 0,00 1,0000 0,000 0,000 0,00 60 0 0,00 0,00 0,0000 0,000 0,000 0,00 115

Η σύγκριση των δύο παραπάνω πινάκων ζωής αποκαλύπτει σημαντική δημογραφική πληροφορία, πέραν της πληροφορίας που έδωσαν οι καμπύλες θνησιμότητας και επιβίωσης. Η πιθανότητα θανάτου στον πληθυσμό Ι είναι μεγαλύτερη από ότι στον πληθυσμό ΙΙ εκτός των ηλικιακών κλάσεων 15-20 και 20-25 έτη. Σ αυτές τις ηλικιακές κλάσεις η πιθανότητα θανάτου είναι μεγαλύτερη στον πληθυσμό ΙΙ, αντικατοπτρίζοντας τη μεγάλη θνησιμότητα στους εφήβους και στα νεαρά ενήλικα άτομα που έδειξαν οι καμπύλες θνησιμότητας. Το προσδόκιμο ζωής είναι μεγαλύτερο στον πληθυσμό Ι για όλες τις ηλικιακές κλάσεις. Το κάθε νεογέννητο που εισέρχεται στον πληθυσμό Ι αναμένεται να ζήσει 21 χρόνια. Εάν όμως το νεογέννητο ανήκει στο 70% των ατόμων που επιβιώνουν τα πέντε πρώτα χρόνια, τότε αναμένεται να επιβιώσει άλλα 24 χρόνια. Μετά την ηλικία των 10 ετών το προσδόκιμο ζωής μειώνεται μέχρι την ηλικία των 50 ετών, όπου μόνο το 1,5% του αρχικού πληθυσμού εξακολουθεί να ζει με προσδόκιμο ζωής άλλα 2,5 χρόνια. Παρομοίως, το κάθε νεογέννητο που εισέρχεται στον πληθυσμό ΙΙ αναμένεται να ζήσει 24 χρόνια, 8% περισσότερο σε σύγκριση με τον πληθυσμό Ι. Εάν ανήκει στο 70% που θα επιβιώσει, τότε το προσδόκιμο ζωής είναι κατά μέσο όρο άλλα 27 χρόνια. Το προσδόκιμο ζωής μειώνεται σταδιακά μέχρι την ηλικία των 65 ετών, όπου θα έχει επιβιώσει το 0,53% του αρχικού πληθυσμού. Ένας άλλος δείκτης που δίνει σημαντικές πληροφορίες είναι ο πρωτογενής ρυθμός θανάτου (Μ). Αυτό το μέτρο αντιπροσωπεύει τον αριθμό των θανάτων κάθε χρόνο ανά χίλια άτομα. Ο πρωτογενής ρυθμός θανάτου υπολογίζεται από τον παρακάτω τύπο: όπου e o είναι το προσδόκιμο ζωής (η τιμή στη συνέχεια πολλαπλασιάζεται επί 1.000). Έτσι, για τον πληθυσμό Ι ο πρωτογενής ρυθμός θανάτου είναι 47,8 άτομα ανά χίλια άτομα, ενώ για τον πληθυσμό ΙΙ είναι 43,5 άτομα ανά χίλια άτομα. Η σύγκριση των πρωτογενών ρυθμών θανάτου μπορεί να δώσει αρκετές πληροφορίες για τη δημογραφία των πληθυσμών (Πίνακας 4.11). Σε όλες τις περιπτώσεις το μέγεθος του δείγματος είναι σημαντικός παράγοντας. Πίνακας 4.11. Πρωτογενής ρυθμός θανάτου για διάφορες περιοχές. Τοποθεσία Περιοχή Πρωτογενής ρυθμός θανάτου Madisonville Οχάιο 30 Tabor Hill Οντάριο 30 Nanjemoy, Ossuary II Μέρυλαντ 44 Nanjemoy, Ossuary I Μέρυλαντ 48 Sully Ν. Ντακότα 54 Lerna Ελλάδα 56 Indian Knoll Κεντάκυ 59 Leavenworth Ν. Ντακότα 63 Ο υπολογισμός του πρωτογενούς ρυθμού θανάτου όχι μόνο επιτρέπει τη σύγκριση των ρυθμών θνησιμότητας αλλά δίνει και στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αναπαράσταση του πληθυσμιακού μεγέθους. Γνωρίζοντας τον πρωτογενή ρυθμό θανάτου, τον συνολικό αριθμό των νεκρών και το χρονικό διάστημα χρήσης του νεκροταφείου, μπορεί να προσδιοριστεί το μέγεθος του πληθυσμού από τον τύπο: 116

όπου P είναι το μέγεθος του πληθυσμού, Ν ο αριθμός των ατόμων στο νεκροταφείο, Μ ο πρωτογενής ρυθμός θανάτου, και Τ τα χρόνια χρήσης του νεκροταφείου τα οποία προκύπτουν από άλλα αρχαιολογικά ή σκελετικά ευρήματα. Στον Πίνακα 4.12 φαίνεται το μέγεθος των δύο πληθυσμών από την περιοχή ΝanJemoy Creek για διαφορετικά Τ. 4.3.3 Περιορισμοί παλαιοδημογραφικών μελετών Ένας βασικός περιορισμός των παλαιοδημογραφικών μελετών είναι τα ποσοστά σφάλματος στον προσδιορισμό της ηλικίας και του φύλου βάσει σκελετικών δεδομένων. Επίσης, συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, κυρίως άτομα ιδιαίτερα νεαρά, μπορεί να υποεκπροσωπούνται στο δείγμα λόγω της αποσπασματικής τους διατήρησης και των ανασκαφικών τεχνικών που ενίοτε παραβλέπουν τα μικρά και κακώς διατηρημένα βρεφικά και παιδικά οστά. Επιπλέον, οι δημογραφικές πληροφορίες που αντλούνται από σκελετικά κατάλοιπα προϋποθέτουν ότι οι υπό μελέτη πληθυσμοί είναι ομοιόμορφοι (uniformitarian assumption), με άλλα λόγια προϋποθέτουν ότι οι πληθυσμοί παραμένουν σταθεροί εμφανίζοντας ισορροπία μεταξύ εισερχόμενης μετανάστευσης (immigration) και εξερχόμενης μετανάστευσης (emigration). Πίνακας 4.12. Μέγεθος πληθυσμού για δύο νεκροταφεία της περιοχής ΝanJemoy Creek για διάφορα Τ. Μέγεθος πληθυσμού (P) Χρόνος ύπαρξης νεκροταφείου (Τ) Νεκροταφείο Ι Νεκροταφείο ΙΙ 0.5 5.481 8.644 1 2.741 4.322 2 1.370 2.161 3 914 1.441 4 685 1.080 5 548 864 6 460 720 7 392 617 8 343 540 9 305 480 10 274 432 15 183 288 Παρά το γεγονός ότι η προϋπόθεση της ομοιομορφίας είναι προβληματική, βάσει ιστορικών και εθνογραφικών δεδομένων, φαίνεται πως ορισμένες παράμετροι όπως η διάρκεια ζωής και η ηλικία εμμηνόπαυσης στις γυναίκες καθώς και η ηλικία ωρίμανσης σε ανήλικα άτομα είναι σχετικά σταθερές μεταξύ των ανθρώπινων πληθυσμών. Αντίθετα, οι δείκτες γεννητικότητας διαφοροποιούνται σημαντικά μεταξύ κυνηγών-τροφοσυλλεκτών και αγροτικών κοινωνιών. 4.4 Πρακτικό μέρος Σε κάθε θέση πρέπει να υπάρχει ένας σκελετός γνωστού φύλου και ηλικίας. Κάθε ομάδα προσπαθεί να εντοπίσει και να καταγράψει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που βοηθούν στην εκτίμηση της ηλικίας θανάτου. Κάθε ομάδα θα μελετήσει τουλάχιστον 4 σκελετούς (δύο από κάθε φύλο). 117

Σε κάθε θέση πρέπει να υπάρχουν κρανία (5) αγνώστου φύλου, στα οποία η ομάδα πρέπει να προσδιορίσει το φύλο και να εκτιμήσει την ηλικία. Σε κάθε ομάδα δίνονται ανώνυμα οστά ώστε να προσδιοριστεί η ηλικία. Κάθε ομάδα θα παρατηρήσει τους ηλικιακούς χαρακτήρες σε σκελετό νεογέννητου και σκελετό εφήβου (επίδειξη). Σε κάθε τμήμα δίνονται στοιχεία θνησιμότητας (βρίσκονται στο φυλλάδιο εργασίας) από διάφορους αρχαιολογικούς χώρους, ώστε να κατασκευαστούν καμπύλες θνησιμότητας και επιβίωσης καθώς και πίνακες ζωής. Η επεξεργασία των στοιχείων θα γίνει σύμφωνα με το φυλλάδιο εργασίας. 4.5 ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Βαθμός συνοστέωσης ραφών Διάρκεια ζωής Έμβρυο Ηβική σύμφυση Ηλικιακές κλάσεις Μεσήλικας Νεαρός ενήλικας Νήπιο Παιδί Παλαιοδημογραφία Πίνακες ζωής Πλαγιο-πρόσθιο σύστημα Ραφή Ρυθμοί γεννητικότητας Ρυθμοί θνησιμότητας Στερνικό άκρο πλευρών Σύστημα εξωκράνιου θόλου Ώριμος ενήλικας ΑΓΓΛΙΚΑ Sutural closure Life span Fetus Pubic symphysis Age intervals Middle adult Young adult Infant Child Palaeodemography Life tables Lateral-anterior system Suture Fertility rates Mortality rates Sternal rib end Vault system Old adult 4.6 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ Βάση καταγραφής σκελετικών δεδομένων: https://osteoware.si.edu ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Brooks, S. & Suchey, J.M. (1990). Skeletal age determination based on the os pubis: a comparison of the Acsádi-Nemeskéri and Suchey-Brooks methods. Human Evolution 5, 227-238. Eshed, V., Hershkovitz, I. & Goring-Morris, A.N. (2008). A re-evaluation of burial customs in the Pre- Pottery Neolithic B in light of paleodemographic analysis of the human remains from Kfar HaHoresh, Israel. Paléorient 34, 91-103. Hoppa, R.D. & Vaupel, J.W. (2002). Paleodemography: Age Distributions from Skeletal Samples. Cambridge: Cambridge University Press. 118

İşcan, M.Y., Loth, S.R. & Wright, R.K. (1984). Age estimation from the rib by phase analysis: White males. Journal of Forensic Sciences 29, 1094-1104. Lovejoy, C.O. (1985). Dental wear in the Libben population: Its fuctional pattern and role in the determination of adult skeletal age death. American Journal of Physical Anthropology 68, 47-56. Lovejoy, C.O., Meindl, R.S., Pryzbeck, T.R. & Mensforth, R.P. (1985). Chronological metamorphosis of the auricular surface of the ilium: a new method for the determination of adult skeletal age at death. American Journal of Physical Anthropology 68, 15-28. Maat, G.J.R, Maes, A., Aarents, M.J. & Nagelkerke, N.J.D. (2006). Histological age prediction from the femur in a contemporary Dutch sample. Journal of Forensic Sciences 51, 230-237. Meindl, R.S. & Lovejoy, C.O. (1985). Ectocranial suture closure: a revised method for the determination of skeletal age at death based on the lateral-anterior sutures. American Journal of Physical Anthropology 68, 57-66. Scheuer, L. & Black, S. (2000). Development and ageing of the juvenile skeleton. In: Cox, M. & Mays, S., editors. Human Osteology in Archaeology and Forensic Science. London: Greenwich Medical Media, Ltd. p. 9-22. Todd, T.W. (1920). Age changes in the pubic bone I: the male White pubis. American Journal of Physical Anthropology 3, 285 334. Ubelaker, D.E. (1974). Reconstruction of Demographic Profiles from Ossuary Skeletal Samples. Smithsonian Contribution to Anthropology-Number 18. Smithsonian Institution Press. White, T.D., Black, M.T. & Folkens, P.A. (2011). Human Osteology, third edition. Burlington: Elsevier Academic Press. 119

120

Ασκήσεις Εμπέδωσης 4. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΘΑΝΑΤΟΥ - ΑΡΧΕΣ ΠΑΛΑΙΟΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑΣ 1. Στους πίνακες που ακολουθούν δίνονται τα στοιχεία για τον αριθμό των θανάτων σε μια νεολιθική θέση. Αρσενικά Ηλικιακές κλάσεις l x D x d x Q x L x Τ x e x 0-5 23 5-10 16 10-15 10 15-20 2 20-25 11 25-30 11 30-35 20 35-40 18 40-45 15 45-50 4 50-55 2 55-60 0 60> 1 Θηλυκά Ηλικιακές κλάσεις l x D x d x Q x L x Τ x e x 0-5 17 5-10 8 10-15 6 15-20 18 20-25 21 25-30 34 30-35 28 35-40 11 40-45 12 45-50 5 50-55 1 55-60 0 60-65 1 65> 1 Σύνολο Ηλικιακές κλάσεις l x D x d x Q x L x Τ x e x 0-5 40 5-10 24 10-15 16 15-20 20 20-25 32 25-30 45 30-35 31 35-40 29 40-45 27 45-50 9 50-55 3 55-60 0 60 > 2 α) Συμπληρώστε τους πίνακες. 121

β) Κατασκευάστε τις καμπύλες θνησιμότητας για τα δύο φύλα και για το σύνολο του πληθυσμού. γ) Κατασκευάστε τις καμπύλες επιβίωσης για τα δύο φύλα και για το σύνολο του πληθυσμού. 122

δ) Συζητήστε τις διαφορές: i. Ανάμεσα στα δύο φύλα (θνησιμότητα). ii. Ανάμεσα στα δύο φύλα (επιβίωση). iii. Ανάμεσα στα δύο φύλα (προσδόκιμο ζωής). iv. Υπολογίστε τον πρωτογενή ρυθμό θανάτου (για τα δύο φύλα και το σύνολο). v. Υπολογίστε το μέγεθος του πληθυσμού για χρόνο ύπαρξης του νεκροταφείου δύο χρόνια και πέντε χρόνια (για τα δύο φύλα και για το σύνολο). vi. Γενικά συμπεράσματα. 123

2. Στους πίνακες που ακολουθούν δίνονται στοιχεία για τον αριθμό θανάτων των θηλυκών ατόμων σε δύο νεολιθικές θέσεις και σε μία της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Νεολιθική 1 Ηλικιακές κλάσεις l x D x d x Q x L x Τ x e x 0-5 67 5-10 28 10-15 18 15-20 6 20-25 15 25 30 31 30-35 29 35-40 29 40-45 18 45-50 9 50-55 6 Νεολιθική 2 Ηλικιακές κλάσεις l x D x d x Q x L x Τ x e x 0-5 11 5-10 8 10-15 7 15-20 1 20-25 4 25 30 5 30-35 5 35-40 4 40-45 0 45-50 2 50-55 0 Μέση Εποχή Χαλκού Ηλικιακές κλάσεις l x D x d x Q x L x Τ x e x 0-5 64 5-10 6 10-15 5 15-20 1 20-25 5 25-30 15 30-35 12 35-40 13 40-45 11 45-50 4 50-55 2 55-60 1 60 > 1 α) Συμπληρώστε τους πίνακες. 124

β) Κατασκευάστε τις καμπύλες θνησιμότητας για τα τρία νεκροταφεία. γ) Κατασκευάστε τις καμπύλες επιβίωσης για τα τρία νεκροταφεία. 125

δ) Συζητήστε τις διαφορές: i. Ανάμεσα στις δύο νεολιθικές θέσεις (θνησιμότητα/επιβίωση). ii. Ανάμεσα στις περιόδους (θνησιμότητα/επιβίωση). iii. Ανάμεσα στις δύο νεολιθικές θέσεις (προσδόκιμο ζωής). iv. Ανάμεσα στις περιόδους (προσδόκιμο ζωής). v. Υπολογίστε τον πρωτογενή ρυθμό θανάτου (σε όλες τις περιπτώσεις). 126

vi. Υπολογίστε το μέγεθος του πληθυσμού για χρόνο ύπαρξης του νεκροταφείου δύο χρόνια και πέντε χρόνια (σε όλες τις περιπτώσεις). vii. Γενικά συμπεράσματα. 3. Προσδιορισμός ηλικίας θανάτου του σκελετού της θέσης σας. ΘΕΣΗ... α) Συνοστέωση κρανιακών ραφών (Βαθμολόγηση) Εξωκράνιος θόλος Πλαγιο-πρόσθιο σύστημα 1 6 2 7 3 8 4 9 5 10 6 7 ΣΥΝΟΛΟ β) Πλευρές γ) Ανώνυμα οστά δ) Γενικό συμπέρασμα 127

4. α) Προσδιορισμός ηλικίας θανάτου στο κρανίο με κωδικό... Εξωκράνιος θόλος Πλαγιο-πρόσθιο σύστημα 1 6 2 7 3 8 4 9 5 10 6 7 ΣΥΝΟΛΟ 5. α) Προσδιορισμός ηλικίας θανάτου στο ανώνυμο οστό με κωδικό... Αιτιολόγηση: β) Αναφέρατε τα κριτήρια προσδιορισμού ηλικίας βάσει της μορφολογίας του στερνικού άκρου των πλευρών και τους περιορισμούς της μεθόδου αυτής. 128