ΕΠΙΤΑΞΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Κωστόγιαννη Μαρία-Βασιλική 1340201100224 Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα Καθηγητής: Ανδρέας Δημητρόπουλος
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή Προηγούμενες συνταγματικές ρυθμίσεις Διεθνής Κατοχύρωση Εννοιολογικός προσδιορισμός της επίταξης Προϋποθέσεις Δικαίωμα εργασίας Πολιτική επιστράτευση και απεργία Συμπεράσματα Νομολογία Περίληψη Summary Βιβλιογραφία
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η επίταξη παράγεται από το ρήμα «επιτάσσω», λέξη σύνθετη αποτελούμενη από την πρόθεση «επί» και το «τάσσω». Το ρήμα σημαίνει διατάζω, προστάζω, ορίζω, παραγγέλλω. Ο θεσμός της επίταξης αναφέρεται στο Σύνταγμα με τη μορφή της επίταξης πραγμάτων (Σ 18 παρ.3) και της επίταξης υπηρεσιών (Σ 22 παρ. 4). Στην παρούσα εργασία θα αναλυθεί το ζήτημα της επίταξης υπηρεσιών. Ως επίταξη υπηρεσιών ή εργασίας ορίζεται, τόσο από τη θεωρία αλλά και από τη νομολογία, η κρατική πράξη με την οποία επιβάλλεται η παροχή προσωπικών υπηρεσιών προκειμένου να αντιμετωπιστούν προσωρινά στρατιωτικές ανάγκες που αφορούν τη δημόσια υγεία ή προέρχονται από θεομηνία. Η επίταξη υπηρεσιών συνδέεται στενά με το δικαίωμα της εργασίας και την επιστράτευση και λόγω αυτής της σύνδεσης είναι αδύνατο να αναλυθεί ξεχωριστά και αποκομμένη. Για το λόγο αυτό στην παρούσα εργασία θα αναφερθούν τόσο το κοινωνικό δικαίωμα της εργασίας, όσο και η πολιτική επιστράτευση και η απεργία.
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ Άρθρο 19 Συντάγματος 1927: Ειδικοί νόμοι θέλουσι κανονίσει ομοίως τα των επιτάξεων δια τας ανάγκας του στρατού της ξηράς και της θαλάσσης εις περίπτωσιν πολέμου ή επιστρατεύσεως, ή προς θεραπείαν αμέσου κοινωνικής ανάγκης, δυνάμενης να θέσει σε κίνδυνον τη δημόσιαν τάξιν ή υγείαν. Άρθρο 17 Συντάγματος 1952: Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα των επιτάξεων δια τας ανάγκας των ενόπλων δυνάμεων εις περίπτωσιν πολέμου ή επιστρατεύσεως, ή προς θεραπείαν άμεσου κοινωνικής ανάγκης, δυναμένης να θέση εις κίνδυνον τη δημόσιαν τάξιν ή υγείαν. Άρθρο 21 Συντάγματος 1968: Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα των επιτάξεων δια τας ανάγκας των ενόπλων δυνάμεων εις περίπτωσιν πολέμου ή επιστρατεύσεως, ή προς θεραπείαν άμεσου κοινωνικής ανάγκης δυνάμενης να θέση εις κίνδυνον την δημόσιαν τάξιν ή υγείαν. Άρθρο 21 Συντάγματος 1968/1973: Ως άρθρ. 21 Σ 1968 Άρθρο 18 παρ. 3 Συντάγματος 1975: Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με τις επιτάξεις για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης, ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία. Άρθρο 18 παρ. 3 Συντάγματος 1975/1986: Ως άρθρ. 18 Σ 1975 Άρθρο 27 Συντάγματος 1968: Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα της επιτάξεως προσωπικών υπηρεσιών εις περίπτωσιν πολέμου ή επιστρατεύσεως ή προς θεραπείαν άμεσου κοινωνικής ανάγκης.
Άρθρο 27 Συντάγματος 1968/1973: Ως άρθρ. 27 Σ 1968 Άρθρο 22 παρ. 3 Συντάγματος 1975: Οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών. ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) Άρθρο 4: 2. Ουδείς δύναται να υποχρεωθεί εις αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία 3. Δεν θεωρείται ως «αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία» υπό την έννοια του παρόντος άρθρου: Α) Πάσα εργασία ζητούμενη παρά προσώπου κρατουμένου συμφώνως προς τις διατάξεις του άρθρου 5 της παρούσης Συμβάσεως ή κατά την διάρκειαν της υπό όρους απολύσεως του. Β) Πάσα υπηρεσία στρατιωτικής φύσεως ή, εις την περίπτωσιν των εχόντων αντιρρήσεις συνειδήσεως εις τας χώρας όπου
τούτο αναγνωρίζεται ως νόμιμον, πάσα άλλη υπηρεσία εις αντικατάσταση της υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας Γ) πάσα υπηρεσία εις περίπτωσιν κρίσεως ή θεομηνιών, αι οποίαι απειλούν την ζωήν ή την ευδαιμονία του συνόλου Δ) πάσα εργασία ή υπηρεσία απαρτίζουσα μέρος των τακτικών υποχρεώσεων του πολίτου. Χάρτης θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης Απαγόρευση της δουλείας και της αναγκαστικής εργασίας Άρθρο ΙΙ-65 παρ. 2: Κανείς δε μπορεί να υποβληθεί σε αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία.
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΑΞΗΣ Το Σύνταγμα στο άρθρο 22 παρ. 1 εδάφιο α ορίζει ότι: «Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.» και στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου ορίζει ότι: «Οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών.» Με το άρθρο αυτό το Σύνταγμα προστατεύει ρητά το αμυντικό περιεχόμενο του κοινωνικού δικαιώματος της εργασίας και την ελευθερία κάθε πολίτη να ασκεί το επάγγελμα που επιλέγει. Στο ίδιο άρθρο, ωστόσο, στην παρ. 4 επιτρέπεται η επιστράτευση εργαζομένων και η επίταξη υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών. Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών αποτελεί, ουσιαστικά, την εξαίρεση στη ρητή απαγόρευση οποιασδήποτε μορφής αναγκαστικής εργασίας. Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της επίταξης είναι, όπως φαίνεται και από τη διάταξη, συγκεκριμένες και ακριβείς, ενώ η Πολιτεία προβαίνει σε επίταξη υπηρεσιών μόνο όταν έχει να αντιμετωπίσει καταστάσεις που έχουν έκτακτο χαρακτήρα και απειλούν την ασφάλεια του Κράτους ή το δημόσιο συμφέρον
και την κοινωνική ειρήνη. Η επίταξη υπηρεσιών δεν αποτελεί απλό περιορισμό του περιεχομένου του δικαιώματος της εργασίας αλλά συρρίκνωση του περιεχομένου του, γι αυτό και εφαρμόζεται με μεγάλο σεβασμό στη συνταγματική διάταξη, καθιστώντας έτσι τον περιορισμό του δικαιώματος παροδικό και έκτακτο. Τέλος, αποτελεί διοικητική πράξη που οργανώνεται με ειδικό εκτελεστικό νόμο. Η επίταξη εργασίας αφορά κάθε εργαζόμενο, ημεδαπό και αλλοδαπό και όχι μόνο τους μισθωτούς. Εφαρμόζεται σε numerus clausus περιπτώσεων, οι οποίες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: α) στρατιωτικοί λόγοι δηλαδή πόλεμος, επιστράτευση και αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Χώρας και β) κοινωνικοί λόγοι δηλαδή επείγουσα κοινωνική ανάγκη από θεομηνία και ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ Πόλεμος: μας αφορά ως πασίδηλο πραγματικό γεγονός και όχι με την νομική του έννοια. Ο πόλεμος κηρύσσεται ύστερα από πράξη του Προέδρου της δημοκρατίας συνοδευόμενη από την προσυπογραφή του αρμόδιου υπουργού. Δεν περιλαμβάνεται στην περίπτωση αυτή ο εμφύλιος πόλεμος διότι δεν κηρύσσεται με νομοθετική πράξη (Σ 36). Επιστράτευση: μας αφορά τόσο η νομική όσο και η πραγματική κατάσταση της έντονης, μαζικής και έκτακτης κινητοποίησης των δυνάμεων της χώρας. Διενεργείται για την αντιμετώπιση εξωτερικών κινδύνων του Κράτους, ιδίως όταν απειλείται η εθνική ασφάλεια και αφορά στρατιωτικούς σκοπούς. Αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας: με την προϋπόθεση αυτή ο νομοθέτης επιχειρεί να ρυθμίσει τις καταστάσεις εκείνες κατά τις οποίες ο πόλεμος ή η επιστράτευση υφίστανται ως νομικές καταστάσεις όχι όμως και ως πραγματικές αλλά και αντίθετα, όταν υπάρχουν ως πραγματικές καταστάσεις αλλά δεν έχει επέλθει ακόμα η νομική τους διευθέτηση. Η διάταξη αυτή κρίθηκε απαραίτητη λόγω της ιστορικής πραγματικότητας της Ελλάδας, της σημαντικής γεωπολιτικής της θέσης αλλά και των συχνών παραβιάσεων που σημειώνονται στον εναέριο χώρο της και στην αιγιαλίτιδα ζώνη. Επείγουσα κοινωνική ανάγκη από θεομηνία: η διατύπωση του συντακτικού νομοθέτη δεν επιδέχεται διασταλτικής ερμηνείας λόγω της αυστηρότητας της. Δεν πρόκειται απλά για μια επείγουσα κοινωνική ανάγκη αλλά πρέπει αυτή να προκλήθηκε από θεομηνία, δηλαδή φυσικές δυνάμεις τις
οποίες αδυνατεί να ελέγξει ο άνθρωπος όπως σεισμοί, πλημμύρες, πυρκαγιές κλπ. Η έννοια του «επείγοντος» κρίνεται κατά περίπτωση και με βάση τα γεγονότα. Ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία: αναφερόμενη στον «κίνδυνο», η διάταξη εννοεί επιβλαβείς για τη δημόσια υγεία καταστάσεις, συνήθως νόσους, λοιμώδη νοσήματα κλπ οι οποίες να απειλούν άμεσα το κοινωνικό σύνολο. Η επέλευση των συνεπειών των επικίνδυνων αυτών καταστάσεων δεν είναι απαραίτητο ότι θα επέλθει για να ενεργοποιηθεί από την πολιτεία ο μηχανισμός της επίταξης, αλλά αρκεί η απειλή να είναι υπαρκτή και άμεση.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η επίταξη εργασίας αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, ένα περιορισμό του δικαιώματος της εργασίας και μια εξαίρεση στην απαγόρευση της αναγκαστικής εργασίας και μόνο σε σχέση με την εργασία μπορεί να νοηθεί, γι αυτό και πρέπει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στην εργασία στο παρόν κείμενο. Η εργασία ορίζεται ως το σύνολο των ενεργειών του ανθρώπου που αποσκοπεί κατά κύριο λόγο στην παραγωγή οικονομικά αποτιμητού αποτελέσματος. Κατά το Σύνταγμα, κανείς δε μπορεί να εξαναγκασθεί σε εργασία γενικά ή συγκεκριμένα. Η συνταγματική αυτή διάταξη αποτελεί ένα κοινωνικό κεκτημένο, το οποίο είναι και άρτια θεσμοθετημένο τόσο συνταγματικά όσο και σε επίπεδο κοινής νομοθεσίας με διατάξεις του εργατικού δικαίου που αφορούν λ.χ. τα επιδόματα ανεργίας ή πλαίσια για ευκολότερη εύρεση εργασίας των πολιτών. Το κοινωνικό κεκτημένο πρέπει μάλλον να το αντιληφθούμε ως σχετικό, με την έννοια ότι, εφόσον έχουν θεσπιστεί νομοθετικά και υλοποιηθεί στην πράξη κρατικές δράσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο (π.χ. ίδρυση και λειτουργία του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού με κύριο στόχο την καταπολέμηση της ανεργίας) δεν επιτρέπεται η ολοσχερής κατάργηση τους, αλλά ούτε και ο αδικαιολόγητος δραστικός περιορισμός τους. Η προάσπιση του δικαιώματος αυτού είναι ιδιαιτέρως σημαντική αφού η εργασία αποτελεί καθορισμό και ολοκλήρωση του ανθρώπου σε επίπεδο προσωπικό και κοινωνικό, βοηθά το άτομο να επιλύει τα βιοποριστικά του προβλήματα καθώς και είναι δείκτης της ανάπτυξης ενός κράτους, της οικονομικής και κοινωνικής προόδου, της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών.
Φορείς του δικαιώματος του άρθρου 22 είναι όλοι οι Έλληνες πολίτες Το δικαίωμα εργασίας, με την αμυντική του διάσταση, στρέφεται κατά του Κράτους αλλά και κατά του ιδιώτη, κατά του εργοδότη, δηλαδή κατά της ιδιωτικής εξουσίας. Επίσης, ως δικαίωμα προστατευτικό, προασπίζεται ρητά στο άρθρο 22 του Συντάγματος στο οποίο το δικαίωμα στρέφεται προς το Κράτος, όχι κατά αυτού αλλά ούτε και κατά του εργοδότη. Το κοινωνικό Κράτος έχει την υποχρέωση να προστατεύει κάθε εργαζόμενο από αυθαίρετες και παράνομες πράξεις εργοδοτών, π.χ. απολύσεις. Ως προς την τρίτη διάσταση του δικαιώματος, την εξασφαλιστική, δεν υπάρχει διάταξη, συνταγματική ή της κοινής νομοθεσίας που να ορίζει ότι ο κάθε πολίτης έχει αξίωση εύρεσης εργασίας από το κράτος. Παρολ αυτά η γενικότερη κατεύθυνση της πολιτικής κάθε χώρας είναι να εξασφαλίζει όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις εργασίας αποσκοπώντας έτσι, και στην οικονομική πρόοδο αλλά και στην κοινωνική ευημερία.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ Στο ισχύον Σύνταγμα καθιερώνεται η απεργία και η συνδικαλιστική ελευθερία ως συλλογικά δικαιώματα των εργαζομένων. Η απεργία αποτελεί βασικό μέσο για τη διαφύλαξη και την προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών συμφερόντων των εργαζομένων. Αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα κάθε εργαζομένου με απόλυτη αμυντική ενέργεια που ασκείται και προασπίζεται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων. Ο φορέας του δικαιώματος προστατεύεται απέναντι στην κρατική εξουσία καθώς και στην εξουσία του ιδιώτη- εργοδότη. Σε περίπτωση όμως, που θα εφαρμοστεί η επίταξη υπηρεσιών, οι θιγόμενοι δε μπορούν να επικαλεστούν την απαγόρευση της αναγκαστικής εργασίας αλλά ούτε και το δικαίωμα της απεργίας. Αυτό προκύπτει από τη συνδυασμένη ερμηνεία των άρθρων 22 και 23 του Συντάγματος, αφού αν μπορούσαν οι θιγόμενοι να τα επικαλεστούν, θα ματαιωνόταν ο σκοπός του άρθρ. 22 παρ. 4 εδ. β Σ. Το πρόβλημα που ανακύπτει όμως, είναι ότι πολλές φορές η επίταξη χρησιμοποιείται από την πολιτεία ως αντιαπεργιακός μηχανισμός. Ο συνδυασμός, βέβαια των δυο συνταγματικών διατάξεων, του άρθρ. 22 παρ. 4 εδ. β και του αρθρ. 23 που μιλά για τη συνδικαλιστική ελευθερία και την απεργία, μπορεί να συμβεί τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη σε σπάνιες και ακραίες περιπτώσεις και αυτό γιατί η επίταξη δεν αποτελεί κανόνα παύσης μιας απεργιακής κινητοποίησης. Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών και το δικαίωμα της απεργίας διασταυρώνονται σε δυο περιπτώσεις: 1) όταν προϋπάρχουν της απεργίας περιστάσεις που δικαιολογούν την επίταξη και 2) όταν η ίδια η απεργία θεωρηθεί ότι προκαλεί κατάσταση που συνιστά λόγο κήρυξης
επίταξης και αυτός μπορεί να αντιστοιχεί μόνο στην ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, π.χ. μια παρατεταμένη χρονικά απεργία του προσωπικού καθαριότητας των ΟΤΑ. Ουσιαστικά, η επίταξη εφαρμόζεται όταν μια νόμιμη απεργία παρατείνεται τόσο πολύ χρονικά, ώστε κρίνεται υπερβολική και δε γίνεται δεκτή από την έννομη τάξη. Βασικό σημείο είναι η επίταξη να μην συμβαίνει για λόγους πολιτικούς, αλλά να υπάρχουν υπαρκτές προϋποθέσεις κρινόμενες από επιστημονικά, τεχνοκρατικά κριτήρια και κυρίως θα πρέπει η απεργία να έχει ήδη προκηρυχθεί, να είναι υπαρκτή, να συμβαίνει και όχι απλώς να φημολογείται από συνδικαλιστικές ενώσεις ως μέσο πίεσης της Κυβέρνησης. Επιπλέον, η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών έχει διαφορετική τελεολογία, υπακούει στις ουσιαστικές προϋποθέσεις του αρθ.22 παρ.4 Σ και δεν συνδέεται με τον έλεγχο της νομιμότητας μιας απεργίας. Δεν συνδέεται κατά μείζονα λόγο ούτε με την δυνατότητα έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης μιας δικαστικής απόφασης που διαπιστώνει τον παράνομο ή καταχρηστικό χαρακτήρα μιας απεργίας. Οι λόγοι αυτοί δεν είναι από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 22 παρ.4 εδ.β` Σ και η επίκληση τους θα καθιστούσε την επίταξη προφανώς παράνομη. Ως γεγονός υπαρκτό και συμβαίνον, ως factum, μια απεργιακή κινητοποίηση δεν είναι αρκετή από μόνη της να ενεργοποιήσει τον κρατικό μηχανισμό της επίταξης. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί, καθώς δεν υπάρχει περίπτωση ούτε θεομηνίας, ούτε πολέμου ούτε επιστράτευσης. Αντίθετα είναι πιθανό μια κινητοποίηση να μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σχετικά με τις αμυντικές ανάγκες της χώρας ή τη δημόσια υγεία. Δηλαδή δεν αποκλείεται μια απεργιακή κινητοποίηση να προκαλέσει ή να
επιτείνει μια κατάσταση που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την δημόσια υγεία (π.χ. απεργία γιατρών ή των υπαλλήλων καθαριότητας) όπως και μια κατάσταση συνδεδεμένη με τις ανάγκες της άμυνας της χώρας. Αναγκαία προϋπόθεση, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, είναι να μην μπορεί να καλυφθεί η οποιαδήποτε ανάγκη από άλλες κατηγορίες εργαζομένων που δεν απεργούν ή από το προσωπικό ασφαλείας. Σε πρακτικό επίπεδο, τα τελευταία χρόνια έγινε επανειλημμένα πολιτική επιστράτευση απεργών από το ελληνικό Κράτος σε σοβαρές περιπτώσεις με επίκληση του γενικού συμφέροντος, του κινδύνου για την εθνική οικονομία ή την κοινωνική ζωή της χώρας ή τη δημόσια υγεία ή την αποδιοργάνωση των εναέριων συγκοινωνιών. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση επιστρατεύσεως το 1986 των χειριστών και ιπταμένων μηχανικών της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Το ΣτΕ έκρινε,ότι νόμιμα έγινε η επιστράτευση. Αντίθετα η θεωρία σχεδόν σύσσωμη διατύπωσε έντονα την επιστημονική αντίθεσή της χαρακτηρίζοντας την πολιτική επιστράτευση αντισυνταγματική λόγω της μη συνδρομής των προϋποθέσεων του αρθ.22 παρ.4 Σ. Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για την εξέταση της προσφυγής των χειριστών της πολιτικής αεροπορίας απεφάνθη επίσης, ότι η πρακτική της πολιτικής επιστρατεύσεως στην περίπτωση τους ήταν αντίθετη στις διεθνείς συμβάσεις 29/1920 και 105/1957 και σύστησε εναρμόνιση του.ν.17/1974 σύμφωνα με τις συμβάσεις αυτές. Παράλληλα, πρέπει να τονισθεί ότι η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών που αναστέλλει ή παύει μια απεργία, ως διοικητική πράξη που συνδέεται άμεσα με την άσκηση ατομικού δικαιώματος επιβάλλοντας περιορισμούς, υποβάλλεται τόσο
σε ευθύ όσο και σε παρεμπίπτοντα έλεγχο της νομιμότητας της. Δηλαδή, η παράβασή της κατά την άσκηση συνταγματικού δικαιώματος δεν επιφέρει κυρώσεις, εφόσον η σχετική διοικητική πράξη θεωρηθεί παράνομη, ως αντισυνταγματική, ακόμα και από παρεμπίπτοντα έλεγχο. Εν κατακλείδι, η επίταξη υπηρεσιών, παρότι περιορίζει το δικαίωμα της εργασίας τουλάχιστον από την αρνητική του πλευρά, δεν καταστρατηγεί την απεργία ως συλλογικό δικαίωμα των εργαζομένων. Και αυτό γιατί αποτελεί ένα θεσμό με χαρακτήρα έκτακτο, που δε συναντάται στην καθημερινή πολιτική παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Και αυτός θα πρέπει να παραμείνει ο ρόλος της προκειμένου να διατηρηθεί ισορροπία ανάμεσα στα δυο αυτά συνταγματικά και αναφαίρετα δικαιώματα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η επίταξη υπηρεσιών, ως συνταγματικά κατοχυρωμένος θεσμός στο άρθρ. 22 παρ. 4 αποτελεί ένα εξαιρετικό μέτρο που θα πρέπει να εφαρμόζεται με φειδώ και σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις καθοριζόμενες αυστηρά από το Σύνταγμα. Είναι ένας θεσμός που περιορίζει την αρνητική ελευθερία της εργασίας. Παρότι η αναγκαστική εργασία απαγορεύεται ρητά, η επίταξη αποτελεί εξαίρεση αυτής της διάταξης και εφαρμόζεται μόνο κάτω από καθορισμένους ρητά όρους, δηλαδή πόλεμο, επιστράτευση, αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας, επείγουσα κοινωνική ανάγκη από θεομηνία, ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία και προσφορά εργασίας στους ΟΤΑ. Η επίταξη θα πρέπει να είναι αντικείμενο αυστηρού συνταγματικού ελέγχου καθώς περιορίζει θεμελιώδη δικαιώματα και θα πρέπει να ερμηνεύεται στενά και να εφαρμόζεται κριτικά προκειμένου αυτά να μην καταστρατηγούνται. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται από την εκτελεστική εξουσία ως αντιαπεργιακός μηχανισμός χωρίς να συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της.
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ Αρθρ. 18 παρ. : 3 ΣτΕ (Ολομ.) 223/1929.- ΣτΕ (Ολομ.) 424/1930, Ι. Σαρμάς, Η διοικητική και συνταγματική νομολογία του ΣτΕ, σ. 100.- ΣτΕ (Ολομ.) 486/1931.- ΣτΕ (Ολομ.) 507/1931.- ΣτΕ (Ολομ.) 569/1932.- ΣτΕ (Ολομ.) 442/1945.- ΣτΕ (Ολομ.) 303/1946.- ΣτΕ (Ολομ.) 617/1949.- ΑΠ (Τμ.Ενοικ.) 303/1949, Εφ.Ελλ.Νομ, 1949. σ.634.- ΣτΕ (Ολομ.) 605/1953.- ΣτΕ (Ολομ.) 645/1953.- ΣτΕ (Ολομ.) 812/1953.- ΣτΕ (Ολομ.) 859/1953.- ΣτΕ (Ολομ.) 2394/1953.- ΣτΕ (Ολομ.) 680/1955.- ΣτΕ (Ολομ.) 479/1956.- ΑΠ (Τμ.Α) 88/1957, Εφ.Ελλ.Νομ. 1957, σ. 560.- ΣτΕ (Ολομ.) 530/1957.- ΣτΕ (Ολομ.) 653/1957.- ΑΠ (Ολομ.) 789/1958, ΝοΒ 1959, σ. 421..- ΣτΕ (Ολομ.) 2333/1959.- ΣτΕ (Ολομ.) 111/1962.- ΣτΕ (Ολομ.) 171/1963, ΝοΒ 1963, σ. 940.- ΣτΕ (Ολομ.) 281/1963.- ΣτΕ (Ολομ.) 414/1963.- ΑΠ (Τμ.Α) 474/1964, Εφ.Ελλ.Νομ. 1965, σ. 34.- ΣτΕ (Ολομ.) 406/1967.- ΣτΕ (Ολομ.) 1761/1970.- Πρωτ. Αθηνών 6254/1973, ΝοΒ 1973, σ. 1367.- ΑΠ (Τμ.Γ) 452/1974, ΝοΒ 1975, σ. 15.- ΣτΕ ΣτΕ (Ολομ.) 3742/1977.- ΣτΕ (Ολομ.) 957/1978, ΤοΣ 1978, σ. 516.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 732/1978.-ΣτΕ (Τμ.Δ) 1677/1980.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 4071/1980.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 4375/1980.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 3551/1981.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 4106/1981.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 1329/1982, υπόθ. "Δημοτικό σχολείο Μεγάρων".- ΑΠ (Τμ.Α) 442/1983, Εφ.Ελλ.Νομ. 1984, σ. 34.-ΣτΕ (Τμ.Δ) 746/1984.- ΑΠ (Τμ.Α) 509/1986, ΝοΒ 1987, σ. 187.- ΑΠ (Τμ.Β) 926/1986, Εφ.Ελλ.Νομ. 1987, σ. 299.- ΑΠ (Τμ.Δ) 2011/1986, Εφ.Ελλ.Νομ. 1987, σ. 742.- ΑΠ (Τμ.Δ) 71/1987, Εφ.Ελλ.Νομ. 1987, σ. 892.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 4522/1988.- ΣτΕ (Τμ.Δ) 1776/1993.- Γνωμοδότηση: Εισαγ. Εφ. Ναυπλίου 5/1987, ΝοΒ 1987, σ. 952.- ΣτΕ 2500/2002, ΣτΕ 330/2002, ΣτΕ 1948/2001 Τμ. Δ, ΣτΕ 1063/1998 Ολ., ΣτΕ 3454/1998 Τμ. Δ, ΣτΕ 3456/1998 Ολ., ΣτΕ 3385/1995 Τμ. Δ, ΣτΕ 2969/1990 Τμ. Α, ΣτΕ 2291/1987 Ολ.,
ΣτΕ 2960/83 Τμ. Δ, Α.Π. 723/2003 Τμ. Γ πολ., Α.Π. 177/2002 Τμ. Γ πολ, Α.Π. 1302/1997 Τμ. Γ πολ., Α.Π. 71/1987, Α.Π. 633/1985, ΣτΕ 776/1960, Στε 1537/1961, 1538/1961, Στε 950/1962, ΜονΠρωτΘεσ 3729/ 1979, ΑΠ 3437/1980, Στε 292/1984, ΣτΕ 686-687/1987 με παραπομπή στην 4783/87, ΣτΕ 2290-91/1987, ΣτΕ (Τμ.Δ )2960/1983 Υπόθεση της επίταξης των ιδιοκτητών βυτιοφόρων ( ΣτΕ 2960/1983, Τμ. Δ ). Οι ιδιοκτήτες βυτιοφόρων είχαν κατέλθει σε απεργία και επιστρατεύθηκαν. Κατά της σχετικής απόφασης προσέφυγε η ομοσπονδία τους με αίτηση στο ΣτΕ, η οποία και απορρίφθηκε. Η προσβαλλόμενη πράξη διέτασσε την επίταξη της χρήσης των βυτιοφόρων αυτοκινήτων υγρών καυσίμων δημοσίας χρήσεως και αφετέρου την πολιτική επιστράτευση των ιδιοκτητών οδηγών των βυτιοφόρων. Η επιβολή της επίταξης βασίστηκε στις έκτακτες και απρόβλεπτες συνθήκες που δημιούργησε το κύμα κακοκαιρίας. Οι ιδιοκτήτες υποστήριξαν ότι κατά την έννοια του άρθρου 22 παρ. 3 είναι δυνατή η επίταξη μόνο μισθωτών, όχι όμως και ελεύθερων επαγγελματιών. Αντίθετα κατά την ερμηνεία του ΣτΕ σύμφωνα με την συνταγματική διάταξη είναι δυνατή η επίταξη όχι μόνο μισθωτών αλλά και επαγγελματιών ακόμη και εκείνων που έχουν εμπορική ιδιότητα. Γενικά είναι δυνατή η επίταξη υπηρεσιών κάθε ικανού προς εργασία προσώπου. Συνταγματικός λόγος της επίταξης βυτιοφόρων υπήρξε η δημόσια υγεία και ειδικός νόμος το ν.δ. 17/1974. Η σφοδρή κακοκαιρία έθεσε σε κίνδυνο την δημόσια υγεία, καθόσον λόγω της απεργίας των ιδιοκτητών βυτιοφόρων παρουσιάστηκαν ελλείψεις υγρών καυσίμων σε νοσοκομεία, σχολεία και πολυκατοικίες.
Υπόθεση της επίταξης των χειριστών πολιτικής αεροπορίας ( ΣτΕ 2848/86 με παραπομπή στην 4783/87), "Προσωπικό Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας.- Μον. Πρωτ. Αθ. 11333/86 (Ασφ. Μέτρα) Ιπτάμενοι χειριστές και μηχανικοί της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας.- ΣτΕ 686,687/1987 Τμ. Δ Χειριστές και Ιπτάμενοι μηχανικοί της ΟΑ.- ΣτΕ (Ολ.) 2290-91 / 87 Χειριστές και Ιπτάμενοι Μηχανικοί της ΟΑ.- Για την επίταξη των μεταφορικών μέσων του ΕΚΤΕΛ βλ. ΣτΕ (Ολομ.) 957/1978 ΤοΣ 1978 σ. 516.-
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το ισχύον Σύνταγμα αναφέρεται ρητά στο θεσμό της επίταξης προσωπικών υπηρεσιών με το άρθρ. 22 παρ 4 εδ. β. Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται κάτω από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις που αναφέρονται ρητά στο συνταγματικό κείμενο. Και αυτό συμβαίνει γιατί η επίταξη εργασίας περιορίζει το δικαίωμα της εργασίας και της απεργίας των εργαζομένων. Προϋποθέτει ειδικό νόμο και ταυτόχρονα περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
SUMMARY The current constitution is expressly referring to the institution of requisition of private services under the article 22 par. 4. This article is being applied under very strict conditions which are specifically mentioned in the constitution. And this is due to the fact that the requisition of private services limits the right of work and strike of the employees. It presupposes a specific law and simultaneously a state of war or war mobilisation or imminent social need because of a natural catastrophe or need which can make the public health susceptible to various perils.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ν. Κ. Ανδρουλάκης, Ποινικό δίκαιο, Γενικό μέρος,,δίκαιο και Οικονομία: Π.Ν. Σάκκουλας Αθήνα 2004-2008 Βεγλερής Φαίδων, Οι περιορισμοί των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Π.Ν. Σάκκουλας Αθήνα- Κομοτηνή 1982 Βενιζέλος Ε., Η καταχρηστική άσκηση της συνδικαλιστικής ελευθερίας, Δίκαιο και Οικονομία, τόμος 3 Βενιζέλος Ε., Πολιτική επιστράτευση και Απεργία, ΕεργΔ, 1986 τόμος 45 Δαγτόγλου Π.Δ., Δικαίωμα εργασίας, Ατομικά Δικαιώματα, 2η αναθ. εκδ., 2005, κεφ. 1ο σ. 911 επ. Π.Δ. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο Ατομικά Δικαιώματα Β, Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 2005 Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος, Συνταγματικά Δικαιώματα( Γενικό και ειδικό μέρος), Τόμος Γ - τευχη I-III, Β Έκδοση, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα θεσσαλονίκη, 2008 Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος, Γενική Συνταγματική Θεωρία- Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου Τόμος Α, Αθήνα 2004 Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος, Το Σύνταγμα της Ελλάδας και άλλα βασικά ευρωπαικά και διεθνή ζητήματα, τομ II Θεοδώρου Θ., Απεργία και πολιτική επιστράτευση, ΕΕργΔ τ. 45 Καποδίστριας Ι., Νομιμότης επιστρατεύσεως απεργών ΕΕργΔ τ. 15. Καρακατσάνης Αλ. Πολιτική επιστράτευση και εργασιακές σχέσεις, ΕΕργΔ
Μπέης Κ., Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών και η αναγκαστική εργασία, ΕΕργΔ τ. 39. Ντάσιος Λ,Η πολιτική επιστράτευση των απεργών σε περίοδο ειρήνης,εεργδ1986 τ. 45 Παράρας Π. Σύνταγμα 1975, Corpus II, Αθήνα Κομοτηνή 1985 Χρυσόγονος Κ., Η απαγόρευση της αναγκαστικής εργασίας και η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών (1992). Πορίσματα, ΕΕργΔ τ. 47 και Εισηγήσεις στις υποθέσεις 33, 470, 481, ΕΕργΔ τ. 45.- Χρυσόγονος Κ., Προσωπική ελευθερία in Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 2η αναθ. εκδ., 2002, παρ. 4, Β, στοιχ. γ και δ, σ. 188 επ. http://lawdb.intrasoftnet.com