ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Σχετικά έγγραφα
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. της. Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας: ενίσχυση του ρόλου τους στη διαδικασία χάραξης των πολιτικών της ΕΕ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/2326(INI)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0082/

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

EN/EL COUNCIL OF THE EUROPEAN UNION. Brussels, 19 October Interinstitutional File: 2012/0184 (COD) 2012/0185 (COD) 2012/0186 (COD) 15185/12

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

A8-0219/

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD)

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Η αρχή της επικουρικότητας

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Πρόταση για τη σύναψη διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0075(COD)

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 1-3. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2130(INI) Σχέδιο γνωμοδότησης Eva Lichtenberger (PE v01-00)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

B8-0314/2014 ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. σύµφωνα µε το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισµού

η µάλλον ευρύτερη αναγνώριση του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει η θέσπιση διατάξεων για την ενισχυµένη συνεργασία στον τοµέα της ΚΕΠΠΑ.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Ερώτηση 4 Πιστεύετε ότι η διάκριση µεταξύ υπηρεσιών τύπου Α και Β πρέπει να αναθεωρηθεί;

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

στο παράρτηµα ΙΙΙ το σχέδιο κειµένου που προτείνει το Προεδρείο για το πρωτόκολλο

Η αρχή της επικουρικότητας

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Transcript:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νοµικών Θεµάτων 17.11.2011 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ (88/2011) Θέµα: Αιτιολογηµένη γνώµη της Βουλής των Κοινοτήτων του Ηνωµένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας σχετικά µε την πρόταση κανονισµού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύµατα και επιχειρήσεις επενδύσεων (COM(2011)0452 C7-0417/2011 2011/0202(COD)) Βάσει του άρθρου 6 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά µε την εφαρµογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, κάθε εθνικό κοινοβούλιο µπορεί, εντός προθεσµίας οκτώ εβδοµάδων από την ηµεροµηνία διαβίβασης ενός σχεδίου νοµοθετικής πράξης, να απευθύνει προς τους προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συµβουλίου και της Επιτροπής αιτιολογηµένη γνώµη στην οποία εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους εκτιµά ότι το εν λόγω σχέδιο δεν συνάδει µε την αρχή της επικουρικότητας. Σύµφωνα µε τον Κανονισµό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αρµόδια για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας είναι η Επιτροπή Νοµικών Θεµάτων. Επισυνάπτεται, προς ενηµέρωση των µελών, αιτιολογηµένη γνώµη της Βουλής των Κοινοτήτων του Ηνωµένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας σχετικά µε την ως άνω πρόταση. CM\884001.doc PE475.995v01-00 Ενωµένη στην πολυµορφία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Αιτιολογηµένη γνώµη της Βουλής των Κοινοτήτων Υποβληθείσα στους προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συµβουλίου και της Επιτροπής, σύµφωνα µε το άρθρο 6 του πρωτοκόλλου (αριθ. 2) σχετικά µε την εφαρµογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας Σχέδιο κανονισµού σχετικά µε τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύµατα και επιχειρήσεις επενδύσεων 1 Πλαίσιο της Συνθήκης για την αξιολόγηση της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας 1. Η αρχή της επικουρικότητας προέκυψε από την επιθυµία να εξασφαλισθεί ότι οι αποφάσεις λαµβάνονται όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες της ΕΕ και κατοχυρώνεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της ΣΕΕ: «Σύµφωνα µε την αρχή της επικουρικότητας, στους τοµείς οι οποίοι δεν υπάγονται στην αποκλειστική της αρµοδιότητα, η Ένωση παρεµβαίνει µόνο εφόσον και κατά τον βαθµό που οι στόχοι της προβλεπόµενης δράσης δεν µπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη µέλη, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, µπορούν όµως, λόγω της κλίµακας ή των αποτελεσµάτων της προβλεπόµενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης». 2. Τα θεσµικά όργανα της ΕΕ πρέπει να «µεριµνούν συνεχώς 2 για την τήρηση» της αρχής της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο πρωτόκολλο (αριθ. 2) σχετικά µε την εφαρµογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. 3. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή πρέπει να προβαίνει σε ευρείες διαβουλεύσεις πριν υποβάλει πρόταση νοµοθετικής πράξης. Κατά τις διαβουλεύσεις αυτές πρέπει να συνεκτιµάται, κατά περίπτωση, η περιφερειακή και τοπική διάσταση των προβλεπόµενων δράσεων 3. 4. υνάµει του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου (αριθ. 2), κάθε σχέδιο νοµοθετικής πράξης πρέπει να περιλαµβάνει εµπεριστατωµένη έκθεση βάσει της οποίας µπορεί να κριθεί η τήρηση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Η εν λόγω έκθεση πρέπει να περιέχει: στοιχεία εκτίµησης των δηµοσιονοµικών επιπτώσεων της πράξης εφόσον πρόκειται για οδηγία, στοιχεία εκτίµησης των συνεπειών της πράξης ως προς την εθνική νοµοθεσία, συµπεριλαµβανοµένης, ενδεχοµένως, της περιφερειακής νοµοθεσίας και ποιοτική και, οσάκις είναι δυνατόν, ποσοτική τεκµηρίωση των λόγων που οδηγούν στο συµπέρασµα ότι ένας στόχος της Ένωσης µπορεί να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της 1 (33052) 13284/11: COM(11) 452. 2 Άρθρο 1 του πρωτοκόλλου (αριθ. 2). 3 Άρθρο 2 του πρωτοκόλλου (αριθ. 2). PE475.995v01-00 2/7 CM\884001.doc

Ένωσης. Η εµπεριστατωµένη έκθεση πρέπει επίσης να αποδεικνύει ότι λαµβάνεται δεόντως υπόψη η ανάγκη το τυχόν οικονοµικό ή διοικητικό βάρος που βαρύνει την Ένωση, τις εθνικές κυβερνήσεις, τις περιφερειακές ή τοπικές αρχές, τους οικονοµικούς φορείς και τους πολίτες να είναι το ελάχιστο δυνατό και ανάλογο προς τον επιδιωκόµενο στόχο. 5. υνάµει των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 12, στοιχείο β), της ΣΕΕ, τα εθνικά κοινοβούλια µεριµνούν για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται στο πρωτόκολλο (αριθ. 2), ήτοι τη διαδικασία αιτιολογηµένης γνώµης. Προηγούµενο πρωτόκολλο σχετικά µε την εφαρµογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας 6. Το προηγούµενο πρωτόκολλο σχετικά µε την εφαρµογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, το οποίο προσαρτήθηκε στη Συνθήκη του Άµστερνταµ, παρείχε χρήσιµη καθοδήγηση σχετικά µε τον ενδεδειγµένο τρόπο εφαρµογής της αρχής της επικουρικότητας. Η καθοδήγηση αυτή εξακολουθεί να αποτελεί σηµαντικό δείκτη της τήρησης της αρχής της επικουρικότητας: «Η κοινοτική δράση είναι αιτιολογηµένη όταν πληρούνται και οι δύο πτυχές της αρχής της επικουρικότητας: οι στόχοι της προβλεπόµενης δράσης δεν µπορούν να επιτευχθούν επαρκώς µε τη δράση των κρατών µελών στα πλαίσια του εθνικού τους συνταγµατικού συστήµατος και δύνανται συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα µε δράση εκ µέρους της Κοινότητας.»Οι ακόλουθες κατευθυντήριες γραµµές θα πρέπει να χρησιµοποιούνται όταν εξετάζεται κατά πόσον πληρούται ο προαναφερόµενος όρος: το υπό εξέταση θέµα έχει διεθνικές πτυχές οι οποίες δεν µπορούν να ρυθµιστούν ικανοποιητικά µε τη δράση των κρατών µελών, οι δράσεις µόνο των κρατών µελών ή η έλλειψη κοινοτικής δράσης έρχονται σε σύγκρουση µε τις απαιτήσεις της Συνθήκης (όπως η ανάγκη διόρθωσης των στρεβλώσεων του ανταγωνισµού ή η αποφυγή συγκεκαλυµµένων περιορισµών του εµπορίου ή η ενίσχυση της οικονοµικής και κοινωνικής συνοχής) ή βλάπτουν σηµαντικά κατ άλλον τρόπο τα συµφέροντα των κρατών µελών, η δράση σε κοινοτικό επίπεδο συνεπάγεται σαφή πλεονεκτήµατα λόγω της κλίµακας στην οποία θα διεξαχθεί ή των αποτελεσµάτων της, σε σύγκριση µε τη δράση στο επίπεδο των κρατών µελών». 4 Νοµοθετική πρόταση 7. Το περιεχόµενο της πρότασης κανονισµού αναπτύσσεται αναλυτικά στην έκθεση της επιτροπής, στην οποία επισυνάπτεται η παρούσα αιτιολογηµένη γνώµη. Για τον σκοπό αυτόν, παραθέτουµε τον δεδηλωµένο στόχο της πρότασης και τους λόγους για τους οποίους 4 Άρθρο 5. CM\884001.doc 3/7 PE475.995v01-00

ενδείκνυται η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ και όχι σε επίπεδο κρατών µελών. Στόχος 8. Στην αιτιολογική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο στόχος της πρότασης περιγράφεται ως εξής: «Ο γενικός στόχος της παρούσας πρωτοβουλίας είναι να διασφαλίσει την ενίσχυση της αποτελεσµατικότητας της ρύθµισης του κεφαλαίου των ιδρυµάτων στην ΕΕ και να περιορίσει τις αρνητικές επιπτώσεις του στην προστασία των καταθετών και την φιλοκυκλικότητα του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος, διατηρώντας την ανταγωνιστική θέση του τραπεζικού κλάδου της ΕΕ». 5 9. Αντιθέτως, όµως, η νοµική βάση άπτεται της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Η συγκεκριµένη νοµική βάση χρησιµοποιήθηκε επίσης για τον διαχωρισµό του παρόντος σχεδίου κανονισµού από το συναφές σχέδιο οδηγίας σχετικά µε την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυµάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυµάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων: 6 «[π]αρά το γεγονός ότι η πρόταση οδηγίας [εισαγωγή από ΟΡ] διέπει την πρόσβαση στη δραστηριότητα επιχειρήσεων και βασίζεται στο άρθρο 53 ΣΛΕΕ, η ανάγκη διαχωρισµού των εν λόγω κανόνων από τους κανόνες που αφορούν τον τρόπο διεξαγωγής των ως άνω δραστηριοτήτων καθιστά αναγκαία τη χρήση µιας νέας νοµικής βάσης για τους δε». 7 Επικουρικότητα 10. Η αιτιολόγηση της Επιτροπής σύµφωνα µε την οποία η πρόταση τηρεί την αρχή της επικουρικότητας αναπτύσσεται στο τµήµα 4.2 της αιτιολογικής έκθεσης. Παρατίθεται ακολούθως το πλήρες κείµενο: «Σύµφωνα µε τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που διατυπώνονται στο άρθρο 5 της ΣΛΕΕ, οι στόχοι της προτεινόµενης δράσης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη µέλη και δύνανται συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ. Οι διατάξεις της δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών. Μόνο η δράση σε επίπεδο ΕΕ µπορεί να εξασφαλίσει την υπαγωγή ιδρυµάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων που ασκούν δραστηριότητα σε περισσότερα από ένα κράτη µέλη σε παρόµοιες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και, µε αυτόν τον τρόπο, να εξασφαλίσει ισότιµους όρους ανταγωνισµού, µείωση της πολυπλοκότητας των κανονιστικών ρυθµίσεων, αποφυγή αδικαιολόγητων δαπανών συµµόρφωσης για διασυνοριακές δραστηριότητες, προώθηση της περαιτέρω ολοκλήρωσης στην αγορά της ΕΕ και εξάλειψη των ευκαιριών καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας (εποπτικού αρµπιτράζ). Η δράση σε επίπεδο ΕΕ εξασφαλίζει επιπλέον υψηλό επίπεδο χρηµατοπιστωτικής σταθερότητας στην ΕΕ. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι οι απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που περιέχονται στην πρόταση υπάρχουν στη νοµοθεσία της ΕΕ τα τελευταία 20 χρόνια. 5 Παράγραφος 1.1.2. 6 (33053)13285/11: COM(11) 453. 7 Τµήµα 4.1. PE475.995v01-00 4/7 CM\884001.doc

»Το άρθρο 288 ΣΛΕΕ επιτρέπει την επιλογή µεταξύ διαφόρων νοµικών µέσων. Κατά συνέπεια, ένας κανονισµός υπόκειται στην αρχή της επικουρικότητας όπως και άλλες νοµικές πράξεις. Η επικουρικότητα πρέπει να εξισορροπείται µε άλλες αρχές των Συνθηκών, µεταξύ των οποίων και µε τις θεµελιώδεις ελευθερίες. Οι οδηγίες 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ απευθύνονται επισήµως στα κράτη µέλη, αλλά τελικά αφορούν τις επιχειρήσεις. Ένας κανονισµός δηµιουργεί πιο ισότιµους όρους ανταγωνισµού, καθώς είναι άµεσα εφαρµόσιµος και δεν υπάρχει ανάγκη αξιολόγησης της νοµοθεσίας σε άλλα κράτη µέλη πριν τη σύσταση µιας επιχείρησης εφόσον οι κανόνες είναι πανοµοιότυποι. Το γεγονός αυτό µειώνει τον φόρτο των ιδρυµάτων. Επίσης, µε την υιοθέτηση ενός Κανονισµού αποφεύγονται και οι καθυστερήσεις στη µεταφορά των οδηγιών». 11. Η εκτίµηση επιπτώσεων της Επιτροπής εξετάζει την αρχή της επικουρικότητας υπό το ακόλουθο πρίσµα: «Βάσει της φύσης των προβληµάτων που περιγράφονται συνοπτικά στην ανωτέρω ανάλυση, καθίσταται σαφείς αρκετοί σηµαντικοί λόγοι που αιτιολογούν την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας στο πλαίσιο της ανάληψης δράσης σε επίπεδο ΕΕ. Μεταξύ αυτών των λόγων περιλαµβάνεται η ανάγκη για την ενίσχυση της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς του τραπεζικού κλάδου στην ΕΕ (µε την κατάργηση των εθνικών δικαιωµάτων, των ευχερειών και των δυνατοτήτων κανονιστικού υπερθεµατισµού), την αντιµετώπιση αρκετών δυσλειτουργιών της αγοράς (π.χ. στον τοµέα των µέτρων αντικυκλικής πολιτικής) και του ρυθµιστικού πλαισίου (π.χ. κανόνες για τον ορισµό κεφαλαίου και τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας, κεφαλαιακές απαιτήσεις για τον πιστωτικό κίνδυνο του αντισυµβαλλόµενου (CCR)) που έφερε στην επιφάνεια η χρηµατοπιστωτική κρίση, την επανόρθωση της κατάστασης στο πλαίσιο των ευκαιριών ρυθµιστικού αρµπιτράζ που παρουσιάστηκαν κατά την εφαρµογή της ισχύουσας νοµοθεσίας (λόγω της διαθεσιµότητας ορισµένων εθνικών δικαιωµάτων και ευχερειών), καθώς και για τη διασφάλιση µιας συνεκτικής προσέγγισης της ΕΕ όσον αφορά την επίλυση διαφόρων ζητηµάτων που καλύπτονται από το πεδίο εφαρµογής της παρούσας έκθεσης και θα µπορούσαν να άρουν την ανάγκη υιοθέτησης επιµέρους προσεγγίσεων από τα κράτη µέλη, µε κίνδυνο να κατακερµατιστεί η εσωτερική αγορά.»το σηµαντικότερο όµως είναι ότι µόνο µια κοινή προσέγγιση σε επίπεδο ΕΕ θα µπορούσε να εξασφαλίσει µε αποτελεσµατικό τρόπο τη χρηµατοπιστωτική σταθερότητα και να χαλιναγωγήσει την υπερβολική φιλοκυκλικότητα του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος, καθώς οι υφιστάµενες πολιτικές που διαλαµβάνουν αυτές τις βασικές συστηµικές πτυχές είτε προσαρµόζονται σε εθνικές ανάγκες είτε ελλείπουν παντελώς. Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, η κρίση έχει αποδείξει σαφώς την αναποτελεσµατικότητα των εθνικών προσεγγίσεων εποπτείας του κινδύνου ρευστότητας». Πτυχές του κανονισµού που δεν συνάδουν µε την αρχή της επικουρικότητας 12. Η Βουλή των Κοινοτήτων εκτιµά ότι το σχέδιο κανονισµού σχετικά µε τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύµατα και επιχειρήσεις επενδύσεων δεν τηρεί ούτε τις διαδικαστικές υποχρεώσεις που επιβάλλονται στην Επιτροπή από το πρωτόκολλο (αριθ. 2) ούτε την αρχή της επικουρικότητας όσον αφορά τις ακόλουθες πτυχές: i) Μη τήρηση των διαδικαστικών υποχρεώσεων CM\884001.doc 5/7 PE475.995v01-00

13. Ούτε το τµήµα 4.2 της αιτιολογικής έκθεσης ούτε το τµήµα 3.8 της εκτίµησης επιπτώσεων περιλαµβάνει «εµπεριστατωµένη έκθεση» ώστε να καταστεί δυνατόν να εκτιµηθεί εάν τηρείται η αρχή της επικουρικότητας (και η αρχή της αναλογικότητας), όπως απαιτείται από το άρθρο 5 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 της ΣΛΕΕ. 14. Το άρθρο 5 της ΣΕΕ προϋποθέτει τη λήψη των αποφάσεων όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες της ΕΕ. Οιαδήποτε παρέκκλιση από αυτήν την προϋπόθεση δεν πρέπει να θεωρείται δεδοµένη, αλλά να αιτιολογείται µε επαρκή λεπτοµερή στοιχεία και σαφήνεια ώστε να γίνονται κατανοητοί από όλους τους πολίτες της ΕΕ οι ποιοτικοί και ποσοτικοί λόγοι που οδηγούν στο συµπέρασµα ότι είναι δικαιολογηµένη η δράση σε επίπεδο ΕΕ. 15. Η παρούσα πρόταση κανονισµού διαφοροποιείται από την οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις µε την κατάργηση της δυνατότητας των κρατών µελών να επιβάλλουν, όποτε κρίνεται αναγκαίο, αυστηρότερες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, όπως προβλέπεται στον κανονισµό. Πρόκειται για µια σηµαντική αλλαγή, η οποία οδηγεί σε «µέγιστη εναρµόνιση» των ελάχιστων απαιτήσεων. Προκειµένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που της επιβάλλει το άρθρο 5 του πρωτοκόλλου αριθ. 2, η Επιτροπή όφειλε να έχει εκπονήσει εµπεριστατωµένη έκθεση, παραθέτοντας τους ποσοτικούς και ποιοτικούς λόγους της συγκεκριµένης αλλαγής: τα συναφή τµήµατα της εκτίµησης επιπτώσεων και της αιτιολογικής έκθεσης απέχουν µακράν από το να περιέχουν τα απαιτούµενα λεπτοµερή στοιχεία. 16. Η προσέγγιση της Επιτροπής κατά την εξέταση της αρχής της επικουρικότητας δεν εγείρει ανησυχίες µόνο για τη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά και για όλα τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών µελών της ΕΕ. Εφιστούµε την προσοχή της στην παράγραφο 2.3 της εισήγησης της 46ης ιάσκεψης των Επιτροπών Κοινοτικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (XLVI COSAC): «Κατ εφαρµογή του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου αριθ. 2, η COSAC υπογραµµίζει ότι, για να ασκήσουν τα εθνικά κοινοβούλια τις εξουσίες που τους έχουν ανατεθεί, κρίνεται απαραίτητη η διενέργεια εκτίµησης των δηµοσιονοµικών επιπτώσεων των σχεδίων νοµοθετικών πράξεων της ΕΕ, καθώς και, εφόσον πρόκειται για οδηγίες, των συνεπειών τους ως προς τα εθνικά νοµικά συστήµατα. Επιπλέον, η COSAC υπενθυµίζει ότι τα σχέδια νοµοθετικών πράξεων της ΕΕ πρέπει να αιτιολογούνται βάσει ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών. Η COSAC επισηµαίνει επίσης ότι οι αναλύσεις της αρχής της επικουρικότητας στις αιτιολογικές εκθέσεις της Επιτροπής δεν πληρούν, µέχρι στιγµής, τις απαιτήσεις του άρθρου 5». ii) Μη τήρηση της αρχής της επικουρικότητας 17. Η τήρηση της αρχής της επικουρικότητας στο πλαίσιο του παρόντος στόχου κρίνεται υπό το πρίσµα της καθοδήγησης που παρέχεται στην παράγραφο 6 ανωτέρω. 18. Η Βουλή των Κοινοτήτων εκτιµά ότι οι στόχοι του κανονισµού θα µπορούσαν να επιτευχθούν καλύτερα χωρίς να αποκλείεται η επιβολή αυστηρότερων απαιτήσεων εκ µέρους των κρατών µελών. Αυτό το συµπέρασµα συνάγεται από το γεγονός ότι είναι σαφές πως εξακολουθεί να είναι αναγκαία η υιοθέτηση µιας ευέλικτης προσέγγισης για την αντιµετώπιση των ζητηµάτων προληπτικής εποπτείας που εγείρονται σε εθνικό επίπεδο. Η ανάγκη αυτή αποτυπώνεται στην εισαγωγή του άρθρου 443 του κανονισµού, όπου η Επιτροπή προτείνει ότι θα πρέπει να έχει την εξουσία να ψηφίζει πράξεις κατ εξουσιοδότηση, προκειµένου να επιβάλλει αυστηρότερες απαιτήσεις προληπτικής PE475.995v01-00 6/7 CM\884001.doc

εποπτείας, για περιορισµένο χρονικό διάστηµα, έναντι ενός ή περισσότερων τοµέων, περιφερειών ή κρατών µελών. Κατά τη δική µας άποψη, ωστόσο, δεν παρατίθενται επαρκή στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ότι η Επιτροπή είναι καταλληλότερη από τις αρµόδιες αρχές των κρατών µελών για την αντιµετώπιση εθνικών ζητηµάτων προληπτικής εποπτείας. Μάλιστα, συντρέχουν ισχυροί λόγοι ώστε να αντιταχθεί ότι οι εθνικές αρχές όχι µόνο είναι καταλληλότερες, αλλά και ότι δύνανται να αντιδρούν ταχύτερα από ό,τι η Επιτροπή µε τη χρήση κατ εξουσιοδότηση πράξεων, προάγοντας συνεπώς τη χρηµατοπιστωτική σταθερότητα. (Ούτε έχουµε την πεποίθηση ότι το άρθρο 443 συνιστά την ενδεδειγµένη χρήση των κατ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 290 της ΣΛΕΕ: οι απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας δεν αποτελούν «µη ουσιώδη στοιχεία» της πρότασης κανονισµού). 19. Το παρόν συµπέρασµα συνήχθη κατόπιν εξέτασης της νοµικής βάσης. Κατά την εκτίµησή µας, η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς συνιστά, στην καλύτερη περίπτωση, δευτερεύοντα στόχο: από τον κανονισµό, την αιτιολογική έκθεση και την εκτίµηση επιπτώσεων είναι προφανές ότι ο πρωταρχικός νοµοθετικός στόχος είναι η προληπτική εποπτεία. Επισηµαίνεται ότι, στο τµήµα 3.8 της εκτίµησης επιπτώσεων, αναφέρεται ότι ο κατακερµατισµός της εσωτερικής αγοράς αποτελεί µόνο έναν κίνδυνο φρονούµε ότι ο στόχος της εσωτερικής αγοράς δεν µπορεί να τεθεί υψηλότερα από αυτό το επίπεδο. εν θεωρούµε ότι ο διαχωρισµός µεταξύ παράλληλων προτάσεων αποτελεί επαρκή λόγο για τη χρήση της ενιαίας αγοράς ως νοµικής βάσης, και σηµειώνουµε ότι οι δύο οδηγίες που συγκροτούν την οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις βασίζονται στο (νυν πλέον) άρθρο 53 της ΣΛΕΕ. Ως εκ τούτου, δεν είµαστε πεπεισµένοι ότι η ενοποίηση της εσωτερικής αγοράς συνιστά επαρκή λόγο για την κατάργηση της ευχέρειας των κρατών µελών να απαιτούν υψηλότερα πρότυπα προληπτικής εποπτείας πέραν του προτεινόµενου κανονισµού. Συµπέρασµα 20. Για τους λόγους που παρατίθενται ανωτέρω, η Βουλή των Κοινοτήτων συνάγει το συµπέρασµα ότι η παρούσα πρόταση δεν τηρεί την αρχή της επικουρικότητας. CM\884001.doc 7/7 PE475.995v01-00