ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ - ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Η ΔΙΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΚΗΣ (Μκ 11, 12-14.19-24 Μθ 21, 17-21 Λκ 13, 6-9) Ερμηνευτική & θεολογική προσέγγιση ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: KARASTOYCHEV VELISLAV ΑΕΜ: 1471 ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Επίκουρος καθηγητής π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΚΙΑΔΑΡΕΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ:2009-2012 ΤΟΜΕΑΣ:ΒΙΒΛΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ & ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: π.ιωαννησ ΣΚΙΑΔΑΡΕΣΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ:VELISLAV SIMOV KARASTOYCHEV, Α.Ε.Μ:1471 ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: «Η Διήγηση της Συκής- ερμηνευτική και Θεολογική προσέγγιση.» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012 2
Περιεχόμενα Πρόλογος 5 Α. Μέρος πρώτο: Δομική ανάλυση της διήγησης της συκής. 1. Εισαγωγικά για τη διήγηση της συκής. 7 2.Η διήγηση της συκής σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Μάρκου. 16 3.Η διήγηση της συκής στο ευαγγέλιο του Ματθαίου. 20 4.Η παραβολή της άκαρπης συκής στο ευαγγέλιο του Λουκά. 23 5.Γενική εκτίμηση της διήγησης της συκής. 27 6.Ανάλυση άλλον χαρακτηριστικών στοιχείων της διήγησης της συκής. 28 α) Η συκή. 28 β) Χρονολογική προσέγγιση της διήγησης της συκής. 31 Β. Μέρος Δεύτερο: Ερμηνευτική και θεολογική προσέγγιση της διήγησης της συκής. 1.Γενικά για την ερμηνεία της διήγησης της συκής. 34 2.Μη παραδοσιακές ερμηνευτικές προσεγγίσεις. 36 3.Η παραδοσιακή ερμηνεία. 47 α) Εισαγωγικά. 47 β) Συνάφεια του κειμένου. 48 γ) Πηγές. 55 δ) Ερμηνευτική προσέγγιση και κριτική του κειμένου των Ευαγγελίων του Μάρκου και Ματθαίου. 61 ε) Ερμηνευτική προσέγγιση και κριτική του κειμένου στο Ευαγγέλιο του Λουκά. 76 Συμπέρασμα. 84 3
Conclusion. 86 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. 87 4
Πρόλογος Η παρούσα εργασία δομείται σε δύο μέρη και ασχολείται με την ανάλυση της διήγησης της συκής. Στο πρώτο μέρος αναπτύσσονται προβλήματα που σχετίζονται με τη μορφή στην οποία έχει διασωθεί και έχει φτάσει μέχρι εμάς η διήγηση αυτή, ενώ στο δεύτερο γίνεται ερμηνευτική και θεολογική προσέγγιση αντιστοίχως. Μια ερμηνευτική και κατά συνέπεια Θεολογική προσέγγιση, κατά τη γνώμη μας, δεν θα ήταν ικανοποιητική και ολοκληρωμένη αν δεν εξηγεί τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στις διηγήσεις των τριών ευαγγελιστών. Γι αυτό, βασική αρχή κατά την συγγραφή του παρόντος έργου ήταν η αντίληψη ότι μία σωστή ερμηνευτική προσέγγιση πρέπει να στηρίζεται όχι στην αντιμετώπιση της κάθε μιας από τις διηγήσεις ως ανεξάρτητη ερμηνευτική μονάδα, αλλά σε μία πανοραμική και συνοπτική ερμηνευτική διαδικασία, η οποία παράλληλα με την σημασία που έχει το περιστατικό αυτό, θα πρέπει να δώσει και απάντηση στο πρόβλημα που συνδέεται με τη διαδικασία της διαφοροποίησης, τόσο στην μορφή όσο και στο περιεχόμενό του. Η διαπίστωση αυτή επιβάλλεται για μία ακαδημαϊκή έρευνα, επειδή με τη διαδικασία αυτή μπορούμε να παρακολουθήσουμε πως η εκκλησιαστική κοινότητα μέσα από το πρίσμα του χρόνου κατανοούσε τη διήγηση της συκής και ποια ήταν η επίδρασή της στην Εκκλησία του πρώτου αιώνα. Η μεθοδολογική προσέγγιση η οποία χρησιμοποιείται, είναι στενά συνδεδεμένη με την προβληματική που αναφέρθηκε πιο πάνω και έχει επεξηγηματικό- συγκριτικό χαρακτήρα. Στην πορεία της έρευνας προτιμήθηκε η παραδοσιακή ερμηνευτική προσέγγιση επειδή αυτή σε πολύ πιο ικανοποιητικό βαθμό εξηγεί τη μορφολογική και συντακτική εξέλιξη, καθώς και τη διαδοχικότητα, η οποία παρατηρείται ανάμεσα στους τρείς συνοπτικούς ευαγγελιστές. Η παραδοσιακή ερμηνεία επίσης, λαμβάνει υπόψη της όλη τη συνάφεια στην οποία εντάσσεται η διήγηση της συκής (Μθ 21,1-22,46 Μκ 11,1-12,38 Λκ 12,1-13,9) και εκφράζει με τον πιο ακριβή και εξαντλητικό τρόπο τις ερμηνευτικές και διαθρησκευτικές τάσεις των αρχαίων χριστιανικών εκκλησιαστικών κοινοτήτων. Η παραδοσιακή ερμηνευτική αντίληψη αποτελεί και έναν συνδετικό κρίκο μεταξύ των αρχαίων χριστιανικών ερμηνευτών (οι Πατέρες της Εκκλησίας) και της πλειοψηφίας των σύγχρονων καινοδιαθηκικών ερμηνευτών. Παρόλ αυτά, στο παρόν έργο αναφέρονται και μη παραδοσιακές ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Αναμφίβολα, αυτές επίσης έχουν την συνεισφορά τους για τον εμπλουτισμό της καινοδιαθηκικής ερμηνευτικής σκέψης, αλλά η αξία τους περιορίζεται κυρίως, στην επαναξιολόγηση της σύγχρονης θεολογικής πραγματικότητας μέσω των ευαγγελικών αρχών. 5
Οφείλω να ομολογήσω ότι η εργασία αυτή δεν θα μπορούσε να εκπονηθεί σε τέτοια μορφή εάν δεν ήταν η πολύτιμη προσφορά ορισμένων ανθρώπων. Ιδιαίτερα θέλω να ευχαριστήσω τον καθηγητή μου, τον π. Ιωάννη Σκιαδαρέση για το θέμα που μου ανέθεσε, για όλη την πνευματική και οικονομική συμπαράστασή του στις δύσκολες στιγμές που είχα στην Ελλάδα, καθώς και για την πλούσια πνευματική και επιστημονική εμπειρία που απέκτησα από την στενή επαφή και συνεργασία μαζί του. Θα ήθελα συγχρόνως να ζητήσω και συγχώρηση από αυτόν για όλα όσα έχουν προκύψει από λάθος συμπεριφορά μου. Θερμά θέλω να ευχαριστήσω και τον καθηγητή της Νομικής Σχολής στη Φιλιπούπολη, τον κ. Ognyan Fortunov, για τις παρατηρήσεις που έκανε σχετικά με την εργασία μου καθώς και την κ. Yordanka Darmonska για την ακαδημαϊκή της συμπαράσταση. Ευχαριστώ επίσης τον Παναγιώτη Αυγερινόπουλο και την Ελένη Φουντή που με βοήθησαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στην Ελλάδα. Ευχαριστώ και σε όλους τους καθηγητές του Τμήματος Θεολογίας για τις προσπάθειες που έκαναν και τις γνώσεις που πρόσφεραν σε όλους εμάς τους φοιτητές. Εύχομαι η εργασία μου να συμβάλλει έστω και ελάχιστα για τον εμπλουτισμό της επιστήμης της θεολογίας. 6
Α. Μέρος πρώτο: Δομική και μορφολογική ανάλυση της διήγησης της συκής. 1. Εισαγωγικά για τη διήγηση της συκής. Η διήγηση της συκής είναι ενταγμένη στη συνοπτική παράδοση και περιλαμβάνεται στα χωρία Μθ 21, 17-22 (Μκ 11, 11-14.19-24) και Λκ 13, 6-9. Εκτός από το κατά τον Λουκάν ευαγγέλιο, στο Μκ και Μθ τοποθετείται στη συνάφεια της κάθαρσης του ναού. Και για τους τρείς ευαγγελιστές είναι κοινό το χαρακτηριστικό ότι η διήγηση της συκής εντάσσεται σε τμήματα του ευαγγελικού κειμένου, στα οποία ασκείται έντονη κριτική στάση από τον Ιησού κατά του θρησκευτικού κατεστημένου του Ιουδαϊκού λαού. Από την αρχή της έρευνας, πρέπει να ειπωθεί ότι η επιλογή του προσδιορισμού «διήγηση» για το περιστατικό αυτό δεν είναι τυχαία. Αφενός μεν η έκφραση αυτή εκφράζει την αδυναμία της ακαδημαϊκής έρευνας να προσδιορίσει τη φύση του περιστατικού αυτού και αφετέρου δείχνει ότι αν και οι περιγραφές των συνοπτικών ευαγγελιστών έχουν πολλές διαφορές, αποτελούν σπαράγματα μιας κοινής παράδοσης. Η διήγηση αυτή μπορεί να ταξινομηθεί σύμφωνα με τις απόψεις διάφορων ερμηνευτών είτε στα «θαύματα επί της φύσεως» 1, είτε στα «τιμωριτικά θαύματα» (penal miracle) 2, είτε να ειδωθεί ως συμβολική κρίση του λαού. Λόγω της σημαντικής διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στις πληροφορίες που μας δίνουν οι ευαγγελιστές, η διήγηση για την άκαρπη συκή έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα στη σύγχρονη βιβλική έρευνα, τα οποία συνδέονται κυρίως με την αμφισβήτηση της αυθεντικότητας της περικοπής αυτής 3, την αμφισβήτηση της ιστορικότητας, τη δυσκολία προσδιορισμού του χαρακτήρα της περικοπής αυτής, καθώς και την ασυνήθιστη συμπεριφορά του Χριστού. Σύμφωνα με τις διηγήσεις του Μκ και του Μθ, την τελευταία εβδομάδα της επίγειας δράσης του Χριστού, όταν ο Ιησούς βρίσκεται στην Βηθανία αισθάνεται πείνα και βλέποντας μία συκή που έχει φύλλα, πηγαίνει προς αυτήν για να αναζητήσει καρπούς. Όταν διαπιστώνει ότι το δέντρο είναι άκαρπο, το καταριέται με τα λόγια : «mhke,ti evk sou/ karpo.j ge,nhtai eivj to.n aivw/na» (Μθ 21, 19), κατόπιν ακολουθεί η θαυματουργική πράξη της ξηράνσεως της συκής. Ο ευαγγελιστής Λουκάς δεν διασώζει το περιστατικό αυτό, αλλά σε μία άλλη συνάφεια (όχι στην κάθαρση του ναού, όπως είναι στους Μκ και ΜΘ ) αναφέρει μία παραβολή για άκαρπη συκιά, η οποία δε δίνει καρπούς επί τρία 1 βλ. Δ. Τρακατελλη, Εξουσία και πάθος, Χριστολογικές Απόψεις του κατά Μάρκον Ευαγγελίου, εκδ. Δόμος, Αθήα 1983, σ. 176. 2. D. Davies,D. C. Allison, Matthew 19-28, International Critical Commentary, T&T Clark, 1997. σ. 147. Άλλα παραδείγματα σχετικά με τα τιμοριτικά θαύματα βλ. Ά Βασ. 20,35-36 Β Βασ. 1,10.12 2,23-24 5,27 Πρ. 5,1-11 13,4-12. 3 Cotter, J. Wendy "For It Was Not the Season for Figs." The Catholic Bible Quarterly (CBQ). 48 (1986).σ. 62-66. 7
έτη. Ο ιδιοκτήτης του αμπελώνα δείχνει μία διάθεση μακροθυμίας και αφήνει στη συκή μία ακόμη ευκαιρία να καρποφορήσει ύστερα από ιδιαίτερες φροντίδες του κηπουρού. Η παραβολή τελειώνει με έναν αόριστο τρόπο, καθώς απουσιάζει το στοιχείο της τιμωρίας πάνω στη συκιά, η οποία αναμένεται να δώσει καρπούς το «επόμενο» έτος. Εάν όμως η κατάσταση της ακαρπίας συνεχιστεί, θα εφαρμοστεί η τιμωρία της εκρίζωσης. Οι Πατέρες της Εκκλησίας που ασχολήθηκαν με την ερμηνευτική προσέγγιση του περιστατικού αυτού, ερμήνευσαν ξεχωριστά κάθε ένα από τα ευαγγελικά κείμενα, αναγνωρίζοντας τη συγγένεια ανάμεσα στο Μκ και Μθ, ενώ το κείμενο του Λκ τοποθετούνταν σε άλλο ερμηνευτικό πλαίσιο. Μία πιο πανοραμική θα λέγαμε προσέγγιση κάνει ο Αγ. Εφραίμ ο Σύρος, στην οποία διασώζει διάφορες μέχρι την εποχή του ερμηνευτικές τάσεις. Η παραπάνω μεθοδολογική προσέγγιση προτιμάται και από τους σύγχρονους καινοδιαθηκικούς ερευνητές, οι οποίοι στους Μκ και Μθ δίνουν μεγαλύτερο βάρος στη θεολογική σημασία του περιστατικού. Αν και φαίνεται μέσα από τα ερμηνευτικά κείμενα, ότι οι πατέρες της Εκκλησίας συναντούσαν μία δυσκολία στην αποδοχή αυτής της συμπεριφοράς του Χριστού, δεν παρατηρούνται τάσεις αμφισβήτησης της περικοπής αυτής. Οι πρώτες απόψεις που υποστηρίζουν ότι η διήγηση της συκής αποτελεί μία μεταγενέστερη προσθήκη (interpolation), συνδέονται με τις προσπάθειες σύνταξης του βίου του Ιησού, όπως επίσης και με τη θεωρία του ιστορικού Ιησού. Έτσι, επί παραδείγματι στα βιβλία Jeasus-the human, who reverse the world του A.T. Gordman και «Η καταγωγή του Χριστιανισμού» από τον Robert Ambelan προβάλλεται η άποψη ότι πολλά από τα έργα που αποδίδονται στον Ιησού αποτελούν λογοτεχνική παραγωγή των αρχαίων χριστιανικών κοινοτήτων. Ανάμεσα στα παραδείγματα που αναφέρονται από τους παραπάνω συγγραφείς, βρίσκεται και το επεισόδιο της τιμωρίας της άκαρπης συκής στο Μκ. Παρόλο που τα έργα αυτά δεν αποτελούν εξειδικευμένες βιβλικές μελέτες, παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το θέμα της παρούσας εργασίας, επειδή αναφέρονται σε αυτήν. Η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιείται στις μελέτες αυτές για να υποστηριχθεί η θέση τους αυτή, δεν είναι αυστηρά βιβλική και σχετίζεται με τη διαδικασία της διαφοροποίησης του κειμένου εντός της συνοπτικής παράδοσης, καθώς επίσης και με την ασυνήθιστη συμπεριφορά του Χριστού. Ο Robert Ambelan προσδίδει στο περιστατικό της άκαρπης συκής λογοτεχνικό χαρακτήρα. Σήμερα, η βιβλική έρευνα θεωρεί την αυθεντικότητα του κειμένου και του Μκ και του Μθ δεδομένη. Στη χειρόγραφη παράδοση ελάχιστες παραλλαγές του κειμένου αναφέρονται στη διήγηση της συκής, και μάλιστα αυτές δε δημιουργούν προϋποθέσεις ώστε η εν λόγω διήγηση να θεωρηθεί μεταγενέστερη προσθήκη. Εάν όμως η αυθεντικότητα του κειμένου δεν παρουσιάζει σοβαρό πρόβλημα για την βιβλική επιστήμη, η ιστορικότητα του κειμένου αποτελεί ένα άλυτο 8
πρόβλημα, οι προτάσεις για την επίλυση του οποίου παραμένουν μεμονωμένες εικασίες 4 μέχρι και σήμερα. Τα συμπεράσματα των μελετητών που ασχολήθηκαν με το θέμα αυτό κινούνται σε τρείς βασικές κατευθύνσεις: ότι μία παραβολή του Χριστού μετατράπηκε από την εκκλησιαστική κοινότητα σε πραγματικό γεγονός, δεύτερον ότι ένα πραγματικό γεγονός παρουσιάστηκε σε μορφή παραβολής και τέλος, ότι και το γεγονός και η παραβολή αποτελούν παραγωγή των αρχαίων χριστιανικών κοινοτήτων που δεν αντιστοιχούν σε αληθινό γεγονός. Υπάρχουν και ερμηνευτικοί κύκλοι από πολλές ομολογιακές ομάδες, που δεν δέχονται οργανική συγγένεια μεταξύ των χωρίων του Μκ και Μθ με τον Λκ και βλέπουν στην διήγηση του επεισοδίου του Μκ και Μθ την εκπλήρωση της παραβολής που υπάρχει στο Λκ 5 ή ως δύο ανεξάρτητες περιπτώσεις που έχουν κοινή θεματική προβληματική. Κάτι τέτοιο όμως, δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βάση τις πηγές που μαρτυρούν το περιστατικό της άκαρπης συκής. Εάν η παραβολή του Λκ εκληφθεί ως προειδοποίηση ή ως «πρόδρομος» σχετικά με όσα λέγονται στο Μκ και Μθ, τότε γιατί ο Λκ δεν διηγείται το περιστατικό αυτό; Αφενός η απουσία του περιστατικού στο Λκ και αφετέρου η μεγάλη ομοιότητα που συναντάμε ανάμεσα στο Λκ και τους δύο συνοπτικούς, μας οδηγεί στην άποψη ότι το γεγονός αυτό θα είχε ένα συμβολικό νόημα ή αν μη τι άλλο, η αιτία ένταξης του γεγονότος αυτού στα συνοπτικά ευαγγέλια θα είχε στοχαστικό χαρακτήρα που θα συνδεόταν με τα προβλήματα των αρχαίων χριστιανικών κοινοτήτων. Επομένως, μία ερμηνευτική προσέγγιση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τους στόχους για τους οποίους εντάχθηκε η διήγηση της συκής μέσα στην συνοπτική παράδοση. Αν όμως δεχθούμε την άποψη ότι το περιστατικό αυτό έχει συμβολικό χαρακτήρα, εύλογα τίθενται τα εξής ερωτήματα: Αν πρόκειται για ένα πραγματικό γεγονός, το οποίο έκανε ο Χριστός, γιατί επέλεξε να διδάξει τους μαθητές του με μία ασυνήθιστη πράξη; Δεύτερον, εάν πρόκειται για μία παραβολή ή για έμπρακτη παραβολή (enacted parable) 6 γιατί επιλέχθηκε αυτό το σενάριο αντί να παρουσιαστεί η σημασία της παραβολής με έναν πιο ευθύ τρόπο; Για να δοθούν ικανοποιητικές απαντήσεις στα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω, πρέπει να κοιτάξουμε το γεγονός αυτό από το πρίσμα της πολιτισμικής ανθρωπολογίας της εποχής στην οποία έχει γραφτεί 7. Είναι αξιοπαρατήρητο ότι στις διηγήσεις που διασώζουν ο Μκ και ο Μθ απουσιάζει το πνεύμα έκπληξης και 4 βλ. Ιω. Καραβιδόπουλος, Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, Θεσσαλονίκη, 1988, σελ. 368. 5 βλ. Р. Маханьков, «Чудо разрушения. За тази Христос проклел смоковницата? За что Христос проклял смоковницу?» газ. Духовная култура, 1996, бр.6 6 Με την έννοια της έμπρακτης παραβολής επισημάνουμε ένα πραγματικό γεγονός που έχει πολλά όμοια στοιχεία με τις παραβολές στην Αγία Γραφή όπως λ.χ. η παραδοξότητα και ο συμβολισμός. Από την ιδιαιτερότητα αυτή προκύπτει και το βασικότερο χαρακτηριστικό των έμπρακτων παραβολών ότι δεν μπορούν να κατανοηθούν ως απλές πράξεις, αλλά πρέπει να τοποθετηθούν σε μία παραβολική συνάφεια. 7 Για μία εκτενέστερη ενημέρωση σχετικά με το θέμα αυτό βλ. Ιω. Δ. Καραβιδόπουλος, «Πολιτισμική ανθρωπολογία και Αγία Γραφή», Δελτίο Βιβλικών Μελετών (ΔΒΜ), Τόμ. 26, Ιαν.-Δεκ., έτος 36,σ.29-39. 9
αντίδρασης ενώπιον του Χριστού από τους αποστόλους. Και οι δύο διηγήσεις είναι γραμμένες και ενταγμένες στην εσωτερική δομή των ευαγγελικών κειμένων με τέτοιο τρόπο που δεν εκπέμπουν προβληματισμό και περιέργεια για τη συμπεριφορά του Χριστού. Ο απόστολος Πέτρος, σύμφωνα με τον Μκ και οι Απόστολοι σύμφωνα με τον Μθ εκπλήσσονται επειδή η συκή «evxhra,nqh paracrh/ma» (Μθ 21,19), πουθενά όμως στο ευαγγελικό κείμενο δεν τίθεται ο προβληματισμός του γιατί ο Χριστός έκανε την πράξη αυτή. Αυτός ο προβληματισμός που σήμερα αποτελεί ηθικό δίλημμα για τους ερμηνευτές, φαίνεται να είναι ξένος για τους συγγραφείς των ευαγγελίων. Το γεγονός ότι η διήγηση της συκής δεν βρίσκεται σε ένα θεματικό contrast στη συνάφεια των ευαγγελικών κειμένων, μας δείχνει ότι είναι θεολογικά ολοκληρωμένη. Οι παραδόσεις των χριστιανικών κοινοτήτων που απεικονίζονται στα ευαγγέλια παρουσιάζουν το περιστατικό θεολογικά συνυφασμένο στη συνάφεια του κειμένου και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μας εκπλήσσει, γιατί τα ευαγγελικά κείμενα είναι προϊόν της λατρευτικής πράξης και της πίστης των Εκκλησιαστικών κοινοτήτων. Σημαντικό όμως είναι να εξηγηθεί η διαδικασία της δημιουργίας και της λειτουργίας του φαινομένου αυτού, το οποίο έχει άμεσες ή έμμεσες συνέπειες στην ερμηνευτική προσέγγιση. Είναι γενικά παραδεκτό ότι τα ευαγγελικά κείμενα, παρόλο που αποτελούν θεόπνευστη πηγή για το χριστιανισμό, ανήκουν σε ένα κοινωνικό-πολιτισμικό πλαίσιο και επομένως επικοινωνούν 8 με το θρησκευτικό-πολιτισμικό περίγυρο στον οποίο ανήκουν. Για να περιγράψουμε τη διαδικασία αυτή θα χρησιμοποιήσουμε μία θεωρεία που εφαρμόζεται συνήθως στην Ιωάννεια γραμματεία, αλλά νομίζουμε πως η χρήση της θα μπορούσε να συμβάλλει και στη διασαφήνιση ορισμένων προβλημάτων και των συνοπτικών ευαγγελίων, ανάμεσα στους οποίους είναι και η διήγηση της συκής. Πρόκειται για τη θεωρία της αντί-γλώσσας και αντί- κοινωνίας 9. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η χριστιανική κοινότητα που στα αποστολικά χρόνια αποτελεί μία μειονότητα, στην προσπάθεια της προς αποστασιοποίηση από το κοινωνικό της περίγυρο δημιουργεί ένα νέο πρότυπο κοινωνικής οργάνωσης το οποίο προϋποθέτει τη χρήση μίας ιδιαίτερης γλώσσας, που βασίζεται στα επικρατούντα κοινωνικά μοντέλα της εποχής, αλλά αποκτάει ένα καινούργιο περιεχόμενο. Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλιζόταν μία απροσποίητη και αξιοπρεπή αμφισβήτηση των αξιών της κυρίαρχης κοινωνίας αφενός και ένα διαχωριστικό όριο 8 Για μία εκτενέστερη προσέγγιση για το θέμα της επικοινωνίας μεταξύ των χριστιανικών κοινοτήτων και του ιουδαϊκού και ρωμαϊκού πολιτισμού βλ. J. Jocz, Jewish People and Jesus Christ: The Relationship between Church and Synagogue,Λονδίνο, 1949, σελ. 11, 13,45-59. 9 Σχετικά με το θέμα της θεωρίας της αντί-γλώσσας και της αντί-κοινωνίας στην Ιωάννεια γραμματεία βλ. Χ. Ατματζίδης «Η εκλεκτή κυρία στο Β Ιω. 1. Η αντί-γλώσσα και της επιστολής και οι εκκλησιολογικές της προεκτάσεις», Κριτικές αναγνώσεις των Βιβλικών κειμένων. Ερμηνευτικές επισκέψεις σε βιβλικά τοπία, Τόμ. Α εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 2010. σ. 299-332. Οι πληροφορίες που αναφέρονται εδώ σχετικά με το θέμα αυτό, αντλήθηκαν από το παραπάνω έργο. 10
που δεν επέτρεπε σε όσους ήταν εκτός της χριστιανικής κοινότητας να «αποκωδικοποιήσουν» τη γλώσσα της αφετέρου. Το δεύτερο στοιχείο είναι πολύ σημαντικό για την κατανόηση της διήγησης της συκής. Αν βασιστούμε στη θεωρία αυτή, τότε μπορούμε να συμπεραίνουμε πως το περιστατικό αυτό λειτουργεί ως προειδοποίηση για τις χριστιανικές κοινότητες και σηματοδοτεί την θρησκευτική κρίση του Ιουδαϊκού λαού. Πρέπει εξαρχής, να τονίσουμε ότι η πρακτική αυτή της επιφυλακτικότητας δεν ήταν ξένη για την αρχαία χριστιανική εκκλησία 10. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι γενικά στην Κ.Δ. βρίσκουμε ένα μικρό αριθμό λατρευτικού και υμνικού υλικού, καθώς και ένα μεγάλο αριθμό παραβολών. Ο Χριστός δίδασκε στην Παλαιστίνη και οι αποδέκτες του κηρύγματός του ήταν οι ιουδαίοι. Οι πρώτοι χριστιανοί ήταν οι ιουδαϊοχριστιανοί. Αυτό το γεγονός δυσκόλευε την έκφραση κριτικών απόψεων απέναντι σε θεσμούς και έθνη, όταν η νεοσύστατη κοινότητα προήλθε και κληρονόμησε την πνευματική παράδοση από αυτούς. Ένας ιουδαίος που κάθε Σάββατο είχε συνηθίσει να επισκέπτεται τις συναθροίσεις στην συναγωγή, δύσκολα θα μπορούσε να δεχθεί ότι η συναγωγή (που σύμφωνα με μία παραλλαγή της παραδοσιακής προσέγγισης είναι το αντίκτυπο της άκαρπης συκής) καταργήθηκε από τον Χριστό ή ότι οι φαρισαίοι και ακόμα και το Ισραήλ τιμωρήθηκε από τον Χριστό σε μία αιώνια «ακαρπία», ενώ ένα βασικό στοιχείο της ιουδαϊκής πίστης αποτελεί η αντίληψη της θείας εκλογής. Ο Jacob Jocz αναφέρει και έναν άλλο κοινωνικό παράγοντα 11 που αιτιολογεί την ύπαρξη της θεωρίας της αντί-γλώσσας στα κείμενα της Κ.Δ., ο οποίος συνδέεται με την ελεύθερη κυκλοφορία των κειμένων αυτών. Το γεγονός αυτό επέτρεπε και σε ανθρώπους που δεν ανήκανε στην εκκλησιαστική κοινότητα να διαβάσουν τα κείμενα αυτά. Είναι ανάγκη όμως, να σημειώσουμε ότι ενώ οι περισσότεροι ερμηνευτές τονίζουν ότι το περιστατικό της συκής αποτελεί μία ιδιωματική έκφραση 12 της κρίσης του ιουδαϊσμού, γενικά δεν χρησιμοποιούν για την περιγραφή του γεγονότος αυτού την έννοια της θεωρίας της αντί-κοινωνίας. Επειδή υπάρχουν πολλά κοινά σημεία μεταξύ της θεωρίας της αντί-γλώσσας και της αντί-κοινωνίας με τη διήγηση της συκής, όσον αφορά τη διαδικασία της διαμόρφωσης και της σύνταξής τους, θα προτιμήσουμε να ερμηνεύσουμε τη διήγηση της συκής ως απόρροια των αντί-γλωσσικών και αντί- 10 Βλ. π. Ιω. Σκιαδαρέσης, «Ο Λόγος του Παύλου στους πρεσβυτέρους της Εφέσου (Παρατηρήσεις στη δομή και τη θεματολογία του)», Παύλιες Μελέτες Α, Εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 2005. σ. 111-150, καθώς και το παράρτημα «Σύντομη ματιά στην πρωτοχριστιανική λατρεία και στους ύμνους της Καινής Διαθήκης», Λειτουργικές σκηνές και ύμνοι στην Αποκάλυψη του Ιωάννη,εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007. σ. 434-436. 11 J. Jocz, ο.π., σελ. 63. 12 Βλ. μεταξύ πολλών τον J. Riches, W. Telford, Sc. McKnight, Christopher M.Tuckett, The synoptic gospels, Sheffield Academic Press, 2001, σ. 235: «I myself have argued (The Barren Temple) that, by framing the Temple incident with the cursing of the fig tree story (11,12-14, 20-23), the evangelist is inviting his implied readers to view the Jeasus words as pronouncing a sentence of judgment on the Temple, the withering of the tree acting as an eschatological sign prefiguring the destruction of a sterile Temple cultus». 11
κοινωνικών τάσεων στην αρχαία χριστιανική Εκκλησία. Η προτίμηση μας αυτή πηγάζει και από τον πλούσιο ορολογικό μηχανισμό που διαθέτει η θεωρία αυτή. Για την ένταξη της διήγησης της συκής στην κατηγορία των αντί-κοινωνικών και αντί-γλωσσικών εκφράσεων που υπάρχουν στην Κ.Δ. θα αναφερθούμε επιλεκτικά στα εξής στοιχεία: α) Η χρήση της συκής. Οι συκές είχαν σπουδαίο ρόλο τόσο στην ιουδαϊκή όσο και στην ελληνορωμαϊκή κοινωνία. Από παλαιοδιαθηκικά κείμενα 13, καθώς και από τα κείμενα της Κ.Δ. φαίνεται ότι η ιουδαϊκή κοινωνία συχνά χρησιμοποιούσε την εικόνα της συκής θέλοντας να δείξει ευημερία, να παρουσιάσει τον ιουδαϊκό λαό, καθώς και τη σχέση του Θεού μαζί του. Η συκή χρησιμοποιούταν και στις λατρευτικές πρακτικές του ιουδαϊσμού 14. Στις περισσότερες περιπτώσεις στα ευαγγέλια η χρήση της συκής έχει συμβολικό χαρακτήρα και απεικονίζει τους φαρισαίους, την επερχόμενη Κρίση του Θεού και την επικράτηση της Βασιλείας του Θεού 15. Όλα αυτά μας οδηγούν στην άποψη ότι η επιλογή του επεισοδίου που διασώζουν οι ευαγγελιστές δεν είναι τυχαία και έχει μία ευρεία έννοια που σχετίζεται με το ρόλο της συκής στην ιουδαϊκή κοινωνία και ειδικά στα προφητικά κείμενα. β) Η χρήση πληθώρας ομοίων τιμωριτικών μοτίβων στα ευαγγέλια του Μκ και Μθ και σε άλλα κείμενα της Αγίας Γραφής, καθώς και η «sandwich technique». Η κρίση του Θεού παρουσιάζεται συχνά στα συνοπτικά ευαγγέλια με παραστάσεις φυτών. Το μοτίβο της τιμωρίας ενός άκαρπου δέντρου συναντιέται συχνά στα ευαγγελικά κείμενα 16. Αξιοπαρατήρητο είναι ότι ενώ στο Μκ απουσιάζουν τέτοια μοτίβα εκτός από τη διήγηση της συκής, στο Μθ υπάρχει συνεχής επανάληψη του μοτίβου αυτού με αποκορύφωμα στη διήγηση της συκής 17, μετά την οποία η χρήση του μοτίβου αυτού δεν συναντιέται. Η φράση ότι κάθε δέντρο που δεν έχει καλούς καρπούς θα αποκοπεί, απευθυνόμενη προς τους φαρισαίους χρησιμοποιείται και από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και από τον Χριστό. Στην Κ.Δ. υπάρχουν πολλές άλλες περιπτώσεις που η ανθρώπινη συμπεριφορά και τα έθνη περιγράφονται με 13 Στην Π.Δ. έχουμε μία ευρεία χρήση της λ. συκή για την παρουσίαση της σχέσης του Ιουδαϊκού λαού με τον Θεό κυρίως στα προφητικά κείμενα. Στον Ιερ. 8,13 περιγράφεται μία περίπτωση σχεδόν όμοια με αυτή της διήγησης της συκής στο Μκ και του Μθ «ouvk e;stin su/ka evn tai/j sukai/j kai. ta. fu,lla katerru,hken». Πάλι στον Ιερ. 24, 5-24,8 γίνεται μία αντιπαράθεση ανάμεσα στα «su/ka ta. crhsta.», που εκπροσωπούν τους απογόνους του Ιούδα και τα «su/ka ta. ponhra,», που εκπροσωπούν τον βασιλέα Σεδέκια. Στον Ιερ. 29,17(Μασορητικό κείμενο) ο προφήτης Ιερεμίας περιγράφει την θεία τιμωρία για τους ψευδοπροφήτες και τους μαντείς χρησιμοποιώντας την εικόνα των άχρηστων σύκων. Άλλα χωρία στα οποία η χρήση της συκής επισημαίνει και συνδέεται με θεία επέμβαση είναι τα εξής: Ζαχ. 3,10 Αγγ. 2,19 Αβακ. 3,17-18 Ναούμ 3,12 Μιχ. 4,4 7,1 Αμ. 4,9 Ιοσήα 9,10 Παρ. 27,18. 14 Βλ. B. Witherington, The gospel of Mark: a socio-rhetoric commentary, Wm.B.Eerdmans Publishing Co,2001 σ. 312. 15 Για τη συμβολική χρήση της συκής στα συνοπτικά ευαγγέλια βλ. Μκ. 13,28 Μθ 24,32 Λκ 21,29 Μθ 7,16-17 Λκ 6,44. 16 Βλ. Μθ 3,7-10.12 7,15-20 12,33 13,24-30.37-43!.51-52! (=Λκ 13,6-9!?). 17 Βλ. PG 31, 1596. 12
φυτολογικά μοτίβα. Έτσι, επί παραδείγματι ο απόστολος Παύλος παρουσιάζει τη σχέση των εθνικών και των ιουδαίων με τη μορφή μίας αγριελιάς που μπολιάστηκε στη ρίζα μίας ήμερης ελιάς. Συγκεκριμένα γράφει ο Παύλος: «Αν είναι αφιερωμένο στον Θεό το προζύμι, τότε είναι και το ζυμάρι κι αν ανήκει στον Θεό η ρίζα, τότε του ανήκουν και τα κλαδιά. Τώρα μερικά κλαδιά έχουν κοπεί. Στη θέση τους μπολιάστηκες εσύ, ένα κλαδί αγριελιάς, και μετέχεις στην πλούσια τροφή που δίνει η ρίζα της ήμερης ελιάς. Γι αυτό μην καυχιέσαι για υπεροχή απέναντι στα κομμένα κλαδιά. Δεν έχεις το δικαίωμα να καυχιέσαι, γιατί δεν κρατάς εσύ τη ρίζα, αλλά η ρίζα εσένα. Ίσως μου πεις Αποκόπηκαν τα κλαδιά, για να μπω εγώ στη θέση τους. Σωστά. Τα απέκοψε η απιστία τους και τώρα εσύ έχεις πάρει τη θέση τους διά της πίστεως. Αυτό όμως δεν πρέπει να σε κάνει περήφανο, αλλά προσεκτικό. Πρόσεξε μήπως ο Θεός που δεν λυπήθηκε τα φυσικά κλαδιά, δεν λυπηθεί ούτε εσένα.» (Ρωμ. 11,16-21). Στην περίπτωση αυτή βλέπουμε να παριστάνεται η πνευματική πτώση των ιουδαίων με ένα συμβολισμό που έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη διήγηση της συκής. Αν και στην προς Ρωμαίους επιστολή χρησιμοποιείται ελιά και όχι σύκο, συναντάμε πολλά στοιχεία ομοιότητας. Τα στοιχεία αυτά είναι: κλαδιά που αποκόπηκαν από τη ρίζα λόγω της απιστίας, κλαδία που είναι καρποφόρα δια της πίστεως, καθώς και η απουσία υπομονής και επιείκειας από τον Θεό προς τα άκαρπα κλαδιά κλπ. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το χωρίο Ρωμ. 11,16-21 αντιστοιχεί και αποτελεί θεολογική βάση για την παραβολή της άκαρπης συκής λόγω της κοινής θεολογικής προοπτικής που έχουν τα δύο αυτά χωρία. Η υπόθεση αυτή θα αναλυθεί λεπτομερέστερα στο επόμενο μέρος της εργασίας αυτής. Αυτό που είναι αξιοπρόσεκτο εδώ είναι το γεγονός ότι τα μοτίβα της αποκοπής, της ξηράνσεως και της εκρίζωσης χρησιμοποιούνται συχνά στην Κ.Δ. για να εκφράσουν την θεολογική διδασκαλία περί της υιοθεσίας των εθνών και την απόρριψη του ιουδαϊκού λαού. Τα μεταφορικά αυτά σύμβολα ήταν γνωστά στην χριστιανική κοινότητα και όπως διαπιστώνουμε από την ύπαρξη τους και σε άλλα βιβλία, χρησιμοποιούνταν συχνά. Τα μοτίβα αυτά αντλήθηκαν από την προφητική παράδοση του ιουδαϊκού λαού και υιοθετήθηκαν για να εδραιώσουν την θεολογική διδασκαλία του νέου Ισραήλ. Ένα άλλο στοιχείο που εκφράζει τη συμβολική λειτουργία του περιστατικού αυτού είναι η «τεχνική του σάντουιτς» (sandwich technique) ή της παρεμβολής (intercalation) 18. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στην φιλολογία και δηλώνει μία διαδικασία στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, κατά την οποία μία έκφραση μίας ξένης 18 Η τεχνική αυτή είναι γνωστή στη λογοτεχνία και ως θεωρία του εγκιβωτισμού, π.χ.όμηρος, Οδύσσεια, ι 42-μ. Οι Αλκίνου απόλογοι εγκιβωτίζονται στην ευρήτερη ενότητα της Οδύσσειας Φαιακίδα: ζ-ν209. 13
γλώσσας αποδίδεται με μία ιδιωματική έκφραση στη μητρική γλώσσα και στη συνέχεια επαναλαμβάνεται 19. Στην καινοδιαθηκική ερμηνεία ο όρος αυτός χρησιμοποιείται ως χαρακτηριστικό του κατά Μάρκον ευαγγέλιο. Θα έλεγε κανείς ότι εάν στο Μθ η προοδευτική επανάληψη μοτίβων δηλώνει τα στάσιμα σημεία του ευαγγελίου, στο Μκ η λειτουργία αυτή εκτελείται από την τεχνική «σάντουιτς». Σύμφωνα με τον James R. Edwards η τεχνική sandwich είναι «λογοτεχνικές συνθέσεις με θεολογικό στόχο» 20, ενώ ο Ben Witherington την περιγράφει ως μία διαδικασία συνύφανσης δύο ιστοριών με την διαίρεση της πρώτης σε δύο τεμάχια που πλαισιώνουν την δεύτερη ιστορία. Κάθε παρεμβολική μονάδα αποτελείται από σειρές στην ακολουθία α 1 -β-α 2, όπου το συστατικό β αποτελεί τον φορέα του θεολογικού μηνύματος όλης της συντακτικής μονάδας/μορφής. Παραδείγματα χρήσης της sandwich technique στο Μκ εκτός της διήγησης της συκής αποτελούν τα εξής χωρία: Μκ 3,20-35 4,1-20 5,21-43 6,7-30 14,1-11 14,17-31 14,53-72 15,40-16,8. Στα χωρία αυτά ο θεολογικός τόνος και η έμφαση πέφτει στα θέματα της πίστης, της μαθητείας, της μαρτυρίας και της πνευματικής αποστασίας των ιουδαίων. Ο J. Edwards υποστηρίζει την άποψη ότι η χρήση της τεχνικής της παρεμβολής γίνεται σε στάσιμα για το ευαγγέλιο θεολογικά σημεία. Στη διήγηση της συκής στο Μκ, η διήγηση για την τιμωρία της συκής διαιρείται από το περιστατικό της κάθαρσης του ναού. γ) Η τάση προς έμφαση του θαυματουργικού στοιχείου. Αν παρακολουθήσουμε τη διατήρηση της διήγησης της συκής στα συνοπτικά ευαγγέλια με βάση την χρονολογική τους τοποθέτηση, παρατηρείται μία προοδευτική τάση προς απομάκρυνση από την πραγματική διάσταση του γεγονότος ως επεισόδιο και ταυτόχρονα μία έμφαση στο θαυματουργικό στοιχείο της ξηράνσεως. Πιο συγκεκριμένα, στο Μκ το περιστατικό περιγράφεται σε 8 στ., διασώζονται πληροφορίες που λείπουν από το Μθ και Λκ, στο Μθ το περιστατικό αποδίδεται με 5 στ. και η ξήρανση της συκής επέρχεται «παραχρήμα» δηλ. αμέσως, ενώ στο Λκ διατηρείται μόνο το μοτίβο της τιμωρίας της συκής. Η παρατήρηση αυτή μπορεί να είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα για το ότι η σπουδαιότητα του περιστατικού αυτού δεν θα πρέπει να αναζητηθεί στα πλαίσια της πραγματικής του διάστασης, αλλά στην θεολογική ερμηνεία την οποία του απέδιδε η χριστιανική κοινότητα. δ) ενδογενή (intrinsic) στοιχεία της διήγησης της συκής. Όπως ειπώθηκε πιο πάνω, τα ευαγγέλια απεικονίζουν την ιστορική πραγματικότητα, αλλά παράλληλα σε αυτά μπορούν να παρατηρηθούν οι θεολογικές τάσεις, που υπήρχαν στις πρώτες 19 Για πληρέστερη ενημέρωση σχετικά με το θέμα της sandwich technique βλ. W. Butzkamm, Caldwell John A. W. The bilingual reform. A paradigm shift in foreign language teaching. Tübingen και Narr Verlag. 2009 και C. J. Dodson, Language teaching and the bilingual method, London,Pitman, 1972. 20 Βλ. J. R. Edwards, The gospel according to Mark,.B.Eerdmans Publishing Co,2002 σ.11-12. 14
χριστιανικές κοινότητες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στα πλαίσια μιας συγκρητηστικής εποχής στην οποία ανήκουν και τα ευαγγελικά κείμενα, ήταν απαραίτητο η χριστιανική κοινότητα να επικοινωνεί και να εκφράζει τις θέσεις της αναφορικά με άλλες θρησκευτικές κοινότητες. Παράλληλα με το γεγονός αυτό όμως, αυτή βρίσκεται σε ένα θρησκευτικο-κοινωνικό σύστημα,στο οποίο δεσπόζων παράγοντας είναι ο ιουδαϊσμός. Λόγω αυτών των συνθηκών ο αρχαίος χριστιανισμός έπρεπε να εξηγήσει την διδασκαλία του μέσω πρακτικών που είναι αντιληπτές για τον ιουδαϊσμό και παράλληλα, να τρέφει σεβασμό απέναντί του επειδή αυτός ήταν ο βασικός παράγοντας πάνω στον οποίο κτίστηκε και μπορεί να νοηθεί η χριστιανική πίστη. Στη διήγηση της συκής παρατηρούνται εκφράσεις και μοτίβα, που δείχνουν ότι η συκή δεν είναι στόχος, αλλά μέσο για την παρουσίαση ορισμένων αντιλήψεων της χριστιανικής κοινότητας. Στην αξιοπιστία αυτής της διαπίστωσης μπορούμε να πειστούμε και χωρίς να καταφεύγουμε προς φιλολογικές και ερμηνευτικές μεθόδους. Εφόσον αρχικά στη διήγηση δίνεται έμφαση στην «πείνα» του Χριστού, σταδιακά το θέμα αυτό εκτοπίζεται από το οπτικό πεδίο του αναγνώστη και στο προσκήνιο τοποθετείται το γεγονός για τον καθαρισμό του ναού. Αν το κείμενο βρίσκεται σε μία περιστασιακή συνέχεια, το αναμενόμενο στοιχείο θα ήταν, εφόσον ο Χριστός καταραστεί την συκή, αμέσως μετά να παρατεθεί τι έφαγε ο Χριστός. Είναι επίσης, αξιοπαρατήρητο ότι οι περιπτώσεις στην Κ.Δ. στις οποίες αναφέρεται ότι ο Χριστός πεινούσε είναι ελάχιστες και εκτός από τη συκή, το μοτίβο της πείνας του Χριστού χρησιμοποιείται στους πειρασμούς του διαβόλου. Οι αντιλήψεις της αρχαίας χριστιανικής κοινότητας που αντικατοπτρίζονται στα ευαγγελικά κείμενα, συχνά τοποθετούνται στο παραβολικό υλικό ή σε ευαγγελικές ενότητες στις οποίες ο Χριστός απευθύνεται στο πλήθος και στους αποστόλους. Ένα τέτοιο στοιχείο στη διήγηση της συκής αποτελεί η έκφραση «kai. h;kouon oi` maqhtai. auvtou/» (Μκ 11, 14), «kai. avnamnhsqei.j o` Pe,troj» (Μκ 11, 21), «Kai. ivdo,ntej oi` maqhtai. evqau,masan» (Μθ 21, 19) κ.ά. Το ίδιο το γεγονός ότι το περιστατικό έγινε μόνο υπό την παρουσία των αποστόλων, δεν παρατηρήθηκε από το πλήθος και στη συνέχεια διασώθηκε ως χαρακτηριστικό σε ένα από τα σημαντικότερα μέρη των ευαγγελίων δίπλα στα περιστατικά που προηγήθηκαν το Πάθος και το Σταυρικό θάνατο του Χριστού, είναι ενδεικτικό για το ότι το περιστατικό αυτό ήταν σπουδαίο για τις εκκλησιαστικές κοινότητες. Αλλά το μοντέλο της θεωρίας της αντί-κοινωνίας και αντί-γλώσσας δεν είναι ερμηνευτική πανάκεια. Πράγματι, με τη θεωρία αυτή εύκολα μπορούν να εξηγηθούν πολλά από τα προβλήματα που είναι συνδεδεμένα με την διήγηση της συκής. Κάτι περισσότερο, αυτό το μοντέλο εμφανίζεται ως μία ιδιόμορφη γέφυρα μεταξύ των ποικίλων ερμηνευτικών αντιλήψεων που υιοθετήθηκαν κατά την εξήγηση της διήγησης της συκής. Αυτό το μοντέλο επί παραδείγματι, υπερβαίνει την προβληματική που σχετίζεται με το λογοτεχνικό χαρακτήρα της διήγησης της συκής, υπερβαίνει επίσης και τον προβληματισμό που συνδέεται με τον προσδιορισμό του περιστατικού ως πραγματικό γεγονός.ακόμη με αυτό τον τρόπο αποφεύγει τον 15
αντιδεοντολογικό χαρακτήρα του περιστατικού, επειδή το κυριότερο στοιχείο της θεωρίας αυτής είναι ότι, όπως η χριστιανική κοινότητα, έτσι και ο ίδιος ο Χριστός στο πλαίσιο μιας αντί-κοινωνίας μπορούν να χρησιμοποιούν έναν ιδιόμορφο επικοινωνιακό μηχανισμό, υιοθετημένο μεταγενέστερα και από την χριστιανική κοινότητα. Αλλά το μοντέλο αυτό δεν μπορεί να μας δώσει καταφατική απάντηση στο ερώτημα αν η παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ είναι οργανικά συνδεδεμένη με την κατάρα της συκής, όπως επίσης δεν μπορεί να εξηγήσει αν πράγματι υπάρχουν ιδεολογικό-θεολογικές διαφορές ανάμεσά τους. Επιπρόσθετα, δεν μπορεί να αρνηθεί ή να επιβεβαιώσει το μοντέλο αυτό την ιστορικότητα της διήγησης της συκής, απλώς εξηγεί την θεολογική λειτουργία της διήγησης αυτής στα Συνοπτικά ευαγγέλια. Για να προσφέρουμε λεπτομερέστερη εξήγηση σχετικά με τη διαδικασία διαφοροποίησης η οποία παρατηρείται στη διήγηση της συκής θα καταφύγουμε σε μία δομική ανάλυση για καθένα από τα ευαγγελικά κείμενα, θα ερευνήσουμε τη χρήση και τη λειτουργία της λ. «συκή» στην Αγία Γραφή και θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε την προέλευση του μοτίβου ή της πρακτικής αυτής. 2.Η διήγηση της συκής σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Μάρκου. Για να παρακολουθήσουμε τη διαδικασία της εξέλιξης κατά την παράδοση της διήγησης της συκής στα Συνοπτικά ευαγγέλια θα αρχίσουμε με δομικομορφολογική ανάλυση του βιβλικού περιστατικού όχι κατά την σειρά στην οποία εκθέτονται τα ευαγγέλια στην Κ.Δ., αλλά σύμφωνα με την χρονολογική τους τοποθέτηση. Είναι ευρέως διαδεδομένο 21 ότι το ευαγγέλιο του Μκ είναι το αρχαιότερο από όλα τα τέσσερα ευαγγελικά κείμενα και εξαιτίας αυτού η ανάλυση του περιστατικού της συκής πρέπει να αρχίσει από τον Μκ. Για το ευαγγέλιο του Μκ είναι χαρακτηριστικές οι λεπτομέρειες, οι έντονες και γεμάτες με συνταρακτικότητα σκηνές, με τις οποίες παραδίδεται η διδασκαλία του Χριστού. Η διήγηση της συκής επίσης δεν αποτελεί εξαίρεση από την άποψη αυτή. Στο ευαγγέλιο του Μκ η διήγηση παρουσιάζεται με χαρακτηριστικά που δημιουργούν στο μέσο αναγνώστη την αίσθηση ότι γράφτηκε από αυτόπτη μάρτυρα. Υπάρχει μία δομή η οποία επίσης μαρτυρεί την αρχαιότερη προέλευση της ιστορίας της συκής. Επιλεκτικά θα περιοριστούμε στα εξής δομικομορφολογικά στοιχεία που προσδιορίζουν την πρωταρχική προέλευση της διήγησης σε σύγκριση με τα υπόλοιπα δύο Συνοπτικά ευαγγέλια. Πρώτον, θα αναφερθούμε σε ένα επιχείρημα, το οποίο προτείνεται τόσο για την αξίωση της θέσης ότι η διήγηση του Μθ βρίσκεται πιο κοντά στην αυθεντικότερη παράδοση, όσο και για την αυθεντικότητα του Μκ έναντι του Μθ. 21 βλ. Ιω. Καραβιδόπουλος, Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο,, 1988, σ. 25. 16
Ένα από τα βασικότερα επιχειρήματα σύμφωνα με τα οποία το ευαγγέλιο του Μκ είναι αρχαιότερο του Μθ είναι ότι μία πληθώρα ιδεών (conceptions) και ιστοριών από το Μκ έχουν εκτεθεί εκτενέστερα στο Μθ. Αυτή η αρχή όμως. δεν παρατηρείται στη διήγηση της συκής, αλλά αντιθέτως υπάρχει μία αντίθετη εξάρτηση.στο Μκ διασώζονται πολλές λεπτομέρειες που λείπουν στους δύο υπόλοιπους ευαγγελιστές. Πως μπορεί να εξηγηθεί η περίσταση αυτή; Και μπορούμε από αυτό το γεγονός να συμπεράνουμε ότι το ευαγγέλιο του Μκ δεν περιέχει αυθεντικότερη παράδοση από τον Μθ; Αν και εκ πρώτης όψεως φαίνεται πως οι μικρολεπτομέρειες που διασώζει ο Μκ δεν διασώζονται στα υπόλοιπα δύο ευαγγέλια, υπάρχουν ωστόσο ιδιαιτερότητες που του προσδίδουν αυθεντικότερο χαρακτήρα. Κάνει εντύπωση επί παραδείγματι, ότι ο Μκ σχετικά συχνά χρησιμοποιεί τη λέξη «ραββί», ενώ ο Μθ δείχνει μία επιφύλαξη και εκλεκτικότητα κατά τη χρήση της λέξης ο Λκ ποτέ δεν αναφέρει αυτή τη λέξη στο ευαγγέλιό του. Στο έργο του «Is the Title Rabbi Anachronistic in the Gospels?», JQR 53, 1962-63, σελ.337-345 ο Hershel Shanks τονίζει την άποψη ότι η αναφορά στον όρο «ραββί» στα ευαγγέλια είναι αναχρονιστική, δηλ. η χρήση του με την έννοια ενός θρησκευτικού διδασκάλου στην ιουδαϊκή κοινότητα έχει εμφανιστεί μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και επομένως, αυτός δεν χρησιμοποιούταν συχνά για να επισημάνει διδακτικές πρακτικές. Στα ευαγγέλια μόνο ο Μκ χρησιμοποιεί αυτή την λέξη για να εκφράσει την διδακτική και θρησκευτική αυθεντία του Χριστού στην ιουδαϊκή κοινότητα. Στα υπόλοιπα δύο Συνοπτικά ευαγγέλια η χρήση της λέξης αυτής αποφεύγεται και η τάση αυτή να συνδέεται με κύκλους εκτός της χριστιανικής κοινότητας καθώς και με τον Ιούδα αυξάνεται.το γεγονός αυτό αποκαλύπτει έναν ιδεολογικό διάλογο μεταξύ του ιουδαϊσμού κατά την αποστολική εποχή και των χριστιανικών κοινοτήτων, και συνάμα είναι ενδεικτική πράξη για την αλλαγή των σχέσεων τους. Όπως παρατηρείται από τη διήγηση της συκής στο Μκ η χρήση του τίτλου «ραββί» υπογραμμίζει την διδακτική και πνευματική εξουσία του Χριστού, πράγμα που αποτελεί ενδεικτικό γεγονός για την αρχαιότερη προέλευση της διήγησης στο Μκ. Το δεύτερο επιχείρημα που μπορεί να αναφερθεί σχετικά με την αυθεντικότητα του Μκ είναι η απουσία εύχρηστης λογοτεχνικής δομής του κειμένου σχετικά με τις θεματικές ιδιαιτερότητές του, όπως είναι λ.χ στο Μθ. Στο Μκ χρησιμοποιείται η τεχνική της παρεμβολής και η διήγηση της συκής πλαισιώνει τον καθαρισμό του ναού και ολόκληρη η ιστορία αναπτύσσεται με την δομή α 1 -β-α 2 η οποία είναι χαρακτηριστική για τον Μκ και είναι σχετικά πρωτόγονη μέθοδος διά της οποίας να οικοδομείται ορισμένη θέση ή έννοια 22. Είναι αξιοπαρατήρητο επίσης, ότι ολόκληρη η διήγηση ομοίως τοποθετείται σε μία δύσκολη και πολυσύνθετη ιδιόμορφη παρεμβολική δομή α 1 -β 1 -γ-β 2 -α 2, η οποία περιλαμβάνει την είσοδο του Χριστού στη Ιερουσαλήμ (Мк.11,11-11), τη διήγηση της συκής (Мк 11,11-14), τον καθαρισμό του ναού (Мк.11 15-19), την ξήρανση της συκής 22 Βλ. W. L. Lane, The Gospel According to Mark. Vol. 2 in The New International Commentary on the New Testament. 18 vols. Grand Rapids: Eerdmans, 1974. 17
(Μκ11,19-24)και την αμφισβήτηση της εξουσίας του Χριστού από τους αρχιερείς και τους φαρισαίους (Мк 11,27-33) 23, γεγονός που δείχνει τάσεις προς εστίαση της προσοχής των αναγνωστών στην παρουσίαση της εξουσίας του Χριστού και την νύξη των παθών Του 24. Προς αυτό το επιχείρημα μπορεί να προστεθεί και η έκφραση «o` ga.r kairo.j ouvk h=n su,kwn», η οποία μνημονεύεται μόνο από τον Μκ. Η φράση αυτή δημιουργεί ερμηνευτικές συγκρούσεις σχετικά με τη δράση του Χριστού. Αφενός ο Χριστός βλέπει μία συκή και κατευθύνεται προς αυτήν για να βρει καρπό και αφετέρου ο ευαγγλιστής αναφέρει ότι δεν ήταν η εποχή των σύκων. Υπό την προϋπόθεση αυτή η καταδίκη και η τιμωρία της συκής φαίνονται ακατανόητες. Αυτό το στοιχείο επίσης, είναι συμφυές για το ευαγγέλιο του Μκ. Στο Μκ πολύ συχνά μπορούμε να παρατηρήσουμε γλωσσικές ατέλειες σε σύγκριση με τα υπόλοιπα δύο Συνοπτικά ευαγγέλια. Για να δώσει κάποια ικανοποιητική απάντηση αναφορικά με την έκφραση αυτή η βιβλική έρευνα χρησιμοποίησε δικαιολογητική, συμβολική και αναθεωρητική προσέγγιση. Στη δικαιολογητική ανάλυση βασικό μοτίβο είναι η προβολή των χαρακτηριστικών των συκών της περιοχής εκείνης. Σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες σχετικά με την καρποφορία των συκών το δέντρο έπρεπε να έχει άωρους καρπούς. Στη συμβολική προσέγγιση προβάλλεται μία συμβολική χρήση της έκφρασης η οποία δηλώνει υποκείμενα και πρακτικές που δεν θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν τα απαιτούμενα από αυτούς, αλλά ταυτοχρόνως έδιναν την εντύπωση ότι μπορούν να το κάνουν. Οι δύο αυτές ερμηνευτικές τάσεις αποτελούν κλασικές προσεγγίσεις για το περιστατικό της συκής και συναντιούνται στα πατερικά ερμηνευτικά συγγράμματα και στις σύγχρονες βιβλικές μελέτες όπως θα δείξουμε στις επόμενες ενότητες. Μία σχετικά καινούργια προσέγγιση αποτελεί η αναθεωρητική ή φιλολογική προσέγγιση. Σύμφωνα με αυτήν, η έκφραση αυτή δεν έχει αποδοθεί με σωστό τρόπο, ή έχει διασωθεί σε λανθασμένη μορφή. Ενδεικτικές για την προσέγγιση αυτή είναι οι απόψεις των K. Romaniuk 25, Νικολάου Ι. Σωτηρόπουλου 26 και James R. Edwards 27. Ο Κ. Romaniuk προτείνει η έκφραση να τεθεί ως ερώτηση δηλ. «o` ga.r kairo.j ouvk h=n su,kwn;» για να αποφευχθεί το παράδοξο στοιχείο της κατάρας. Η άποψη αυτή όμως, δεν ήταν αρκετά πειστική και σήμερα ελάχιστοι την αποδέχονται. Ο Ν. Σωτηρόπουλος προσφέρει μία πιο πλούσια και λογική εξήγηση στην οποία εστιάζει στη σωστή απόδοση/μετάφραση του χωρίου. Σύμφωνα με αυτόν η έκφραση δεν πρέπει να εκλαμβάνεται αιτιολογικά, δηλ. να μεταφράζεται «διότι δεν ήταν η εποχή της ωριμάνσεως των συκών», αλλά μεταβατικά το οποίο έχει ως συνέπεια να μεταφραστεί το βεβαιωτικό μόριο «γάρ» ως «δε». Επομένως, 23 Βλ. M. D. Hooker, The Gospel According to St. Mark. Vol. 2 in Black s New Testament Commentary. London: A & C Black, 1991. 24 Βλ. Δημητρίου Τρακατελλη, ο.π., σ. 176-177. 25 βλ. Κ. Romaniuk, Car ce n etait pas la saison des figues ZNW 66(1962), σ. 275. 26 Ν. Ι. Σωτηρόπουλος, Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής, Τόμ.Γ,Αθήναι, 1994.σ.49-50 27 Βλ. J. R. Edwards, The gospel according to Mark,.B.Eerdmans Publishing Co,2002 σ.340. 18
σύμφωνα με τον Ν. Σωτηρόπουλο η σωστή μετάφραση πρέπει να είναι «Δεν ήταν δε ο καιρός των συκών». Αυτή η σημασία του «γαρ» χρησιμοποιείται πολλές φορές στο ευαγγέλιο του Μάρκου, όπως επί παραδείγματι στο Μκ 9,41 («}Oj ga.r a'n poti,sh u`ma/j poth,rion u[datoj evn ovno,mati o[ti Cristou/» - «Εκείνος δε, ο οποίος θα σας ποτίσει με ποτήριον ύδατος στο όνομα του Χριστού») και Μκ 16, 4 ( «h=n ga.r me,gaj sfo,dra» = «ήταν δε πολύ μεγάλος ο λίθος»). Προς την ίδια άποψη φαίνεται να συμφωνεί και ο J.R. Edwards προτείνοντας όμως μία πιο εκτενή και ελεύθερη μετάφραση αντλώντας και ενσωματώνοντας στοιχεία από την δικαιολογιτική προσέγγιση. Τονίζοντας ότι η μετάφραση «because it was not the season of figs» (γιατί δεν ήταν η εποχή των συκών) η οποία προϋποθέτει ώριμους καρπούς (στα Εβρ. te enim) είναι ανακριβής, υποστήριξε ότι η σωστή μετάφραση πρέπει να είναι «it was, of course, not the season for figs, but it was for paggim» (βέβαια δεν ήταν η εποχή των συκών, αλλά ήταν η εποχή για άωρους καρπούς), επειδή λαμβάνει υπόψη της τις φυτολογικές ιδιαιτερότητες των συκών στην Παλαιστίνη να βγάζουν άωρους καρπούς (στα Εβρ. paggim). Στο ευαγγέλιο του Μκ υπάρχει και μία άλλη αφηγηματική ιδιαιτερότητα.στο στίχο Μκ 11,21 αναφέρεται το όνομα του αποστόλου Πέτρου σε αντίθεση με τον Μθ, στον οποίο η έκπληξη είναι καθολική και αναφέρεται στο σύνολο των αποστόλων. Αυτή η έμφαση στην προσωπικότητα του απ. Πέτρου μπορεί να εξηγηθεί με μία άλλη ιδιαιτερότητα του ευαγγελίου του Μκ την εξάρτησή του από την παράδοση και την διδασκαλία του αποστόλου Πέτρου. Το γεγονός αυτό αναφέρεται από τον Παπία στο έργο του, το οποίο εν μέρει έχει διασώσει ο Ευσέβιος Καισαρείας 28. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο στίχο αυτό αποτυπώνεται η επίδραση του απ. Πέτρου, αλλά το γεγονός ότι και στις δύο περιπτώσεις τονίζεται η αυθεντία των αποστόλων δημιουργεί προϋποθέσεις για ερμηνευτικές τάσεις που κατευθύνουν την ερμηνευτική αξία της πράξης αυτής προς τις χριστιανικές κοινότητες και όχι προς την ιουδαϊκή θρησκευτική κοινότητα, όπως είναι λ.χ. στις απόψεις των Philip F. Esler и Donald B. Strobe. Οι αντιλήψεις τους θα αναλυθούν στο επόμενο μέρος το οποίο συνδέεται συγκεκριμένα με την ερμηνεία της διήγησης της συκής. Είναι αξιοπρόσεκτο επίσης, ότι και στα δύο ευαγγέλια (Μκ και Μθ) υπάρχει σχετική διαφορά στα λόγια με τα οποία ο Χριστός τιμωρεί τη συκή. Ενώ στο Μκ η τιμωρία του δέντρου έγκειται στο «κανείς να μην γευθεί καρπό από σένα εις τον αιώνα», στο Μθ η τιμωρία εκφράζεται με την καταδίκη «να μην υπάρχει καρπός από σένα εις τον αιώνα». Εάν στο Μκ το δέντρο μαραίνεται την επόμενη ημέρα, στο Μθ η συκή ξεραίνεται αμέσως. Αυτή η τάση προς έμφαση της δύναμης του Χριστού είναι πολύ χαρακτηριστική για τη διήγηση της συκής και βεβαίως μπορεί να δικαιολογηθεί και ερμηνευτικά. 28 Ευσεβίου, Εκκλησιαστική ιστορία, Γ 39. ΒΕΠ 19, 279. Βλ. επίσης Διάλογος προς Τρύφωνα 106, 3. ΒΕΠ 3,307. 19
3.Η διήγηση της συκής στο ευαγγέλιο του Ματθαίου. Εάν στο ευαγγέλιο του Μκ έχουμε μία λεπτομερή έκθεση του περιστατικού της καταραμένης συκής, στο Μθ αυτό περιγράφεται μόνο σε δύο στίχους.παρόλο που το ευαγγέλιο του Μθ έχει γραφτεί αργότερα σύμφωνα με τους περισσότερους ερμηνευτές, στη διήγηση της συκής η τάση προς μία πληρέστερη έκθεση του περιστατικού δεν παρατηρείται 29. Η διαπίστωση αυτή αποτέλεσε αφορμή στον Craig Keener 30 να συμπεράνει ότι το ευαγγέλιο του Μθ είναι αρχαιότερο από του Μκ. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η φειδωλότητα σχετικά με τη διήγηση της συκής στο Μθ οφείλεται τόσο σε εξωγενείς αιτιολογικές συνθήκες, όπως επί παραδείγματι η εξάρτηση του από την Μάρκεια παράδοση, όσο και σε ενδογενείς όπως οι ιδιαιτερότητες της εκκλησιαστικής κοινότητάς του, η τάση του Μθ προς θεματική δόμηση των ευαγγελικών περιστατικών και η ερμηνευτική αξία των περιστατικών που περιγράφει. Έτσι μπορούν να εξηγηθούν πολλά από τα στοιχεία διαφοροποίησης ανάμεσα στα δύο ευαγγέλια. Για παράδειγμα η φράση «o` ga.r kairo.j ouvk h=n su,kwn» θα ήταν περιττή για την εκκλησιαστική κοινότητα του Μθ, η οποία από τη δομή και τον χαρακτήρα του ευαγγελίου φαίνεται ότι είναι εβραιοκεντρική, ενώ στο Μκ αυτή η επισήμανση απαιτείται, υπό την προϋπόθεση ότι η εκκλησιαστική κοινότητα προς την οποία ο Μκ απευθύνει το ευαγγέλιό του δεν είναι εξοικειωμένη με τις φυτολογικές ιδιαιτερότητες των συκών στην περιοχή της Παλαιστίνης. Άλλη μία διαφορά, όπως π.χ. η χρονολογική σειρά της κατάρας της συκής και του καθαρισμού του ναού, δημιουργούν επίσης ένα προβληματισμό κατά την ερμηνεία της διήγησης της συκής. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί ως διαφοροποίηση στις ερμηνευτικές τάσεις των δύο ευαγγελιστών (στο Μκ η κατάρα της συκής προηγείται από την επίσκεψη του Χριστού στο ναό και επομένως, μπορεί να αντιμετωπιστεί ως ερμηνευτική προσέγγισή του καθαρισμού του ναού, ενώ στο Μθ η διήγηση της συκής είναι ενταγμένη μετά τον καθαρισμό του ναού, και η διήγηση της συκής προσδίδει μία ερμηνεία που συνδέεται πιο στενά με μεταγενέστερα γεγονότα όπως η καταστροφή της Ιερουσαλήμ). Πιστεύουμε όμως, ότι είναι πιο ικανοποιητικό να δεχθούμε την άποψη την οποία ο Gleaason Archer εκθέτει στο βιβλίο του Encyclopedia of Bible Difficulties 31, ότι αυτή η διαφορά οφείλεται στην διαφορετική αφηγηματική προσέγγιση που χρησιμοποιούν οι δύο ευαγγελιστές. Αν 29 Μθ 21,18-22 διαφέρει δομικά από Μκ. 11,12-14.20-25. Η σειρά της παρουσίας των πραγμάτων είναι διαφορετική. Στον Μκ η διήγηση είναι διηρημένη σε δύο, και η διήγηση της συκής είναι οργανικά συνδεδεμένη με τον καθαρισμό του ναού, ενώ στο Μθ, το περιστατικό αποτελεί αυτόνομη μονάδα που ακολουθεί τον καθαρισμό του Ναού και είναι ανεξάρτητη από αυτόν. Η χρονολογικό εύρος των γεγονότων είναι διαφορετικό: στο Μκ τα λεχθέντα για την πίστη έγιναν τη δεύτερη ημέρα, δεδομένο ότι η τιμωρία της συκής έγινε τη πρώτη ημέρα, ενώ κατά τον Μθ, όλα έχουν γίνει την δεύτερη ημέρα. Ο αριθμός των λέξεων είναι λιγότερος στο Μθ-98 λ. στο Μθ έναντι 158 στο Μκ. 30 Cr.S. Keener, A Commentary on the Gospel of Matthew, Wm. Eerdmans Publishing Co.1999, σ 504. 31 βλ. G. Archer, Encyclopedia of Bible Difficulties, 46.1982,σ.334-335. 20
και υπάρχουν προτάσεις για την εξάρτηση του Μθ από το Μκ 32 πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο Μθ δεν ακολουθεί «κατά γράμμα» την παράδοση του Μκ, αλλά την αναθεωρεί 33. Έτσι, επί παραδείγματι στο Μθ η προσφώνηση «ραββί» δε συναντιέται και η προσωπικότητα του αποστόλου Πέτρου αντικαθίσταται από το σύνολο των αποστόλων. Στο Μκ η συκή ξεραίνεται την επόμενη ημέρα, ενώ στο Μθ η κατάρα εκτελείται αμέσως. Οι περισσότεροι ερμηνευτές εξηγούν τη διαφορά αυτή με τις θεολογικο-στοχαστικές προϋποθέσεις των δύο ευαγγελιστών, αλλά γενικώς η διήγηση του Μκ θεωρείται ιστορικά πιο αξιόπιστη. Τα επιχειρήματα στα οποία προσφεύγουν είναι ότι η σημασία της λ. «παραχρήμα» δεν σημαίνει υποχρεωτικά «αμέσως», αλλά χρησιμοποιείται ως βαθμός εκπλήρωσης, όπως επί παραδείγματι στις Πρ. απ. 16,33 ή σαν χαρακτηριστικό θαυματουργικό αφηγηματικό στοιχείο 34. Σύμφωνα με κάποιους 35 είναι πολύ πιθανό και οι δύο διηγήσεις να αντικατοπτρίζουν πραγματικά το περιστατικό και επομένως αυτό μπορεί να περιγραφτεί με τον εξής τρόπο: Το πρωί μετά την πανηγυρική είσοδο ο Χριστός και οι μαθητές του επιστρέφουν από την Ιερουσαλήμ. Στο δρόμο ο Ιησούς βλέπει μία συκή και κατευθύνεται προς αυτήν για να δει αν έχει καρπό, ενώ οι μαθητές συνεχίζουν στο δρόμο. Ο Χριστός καταριέται την συκή και οι μαθητές του ακούνε τα λόγια του. Η συκή ξεραίνεται, αλλά οι μαθητές δεν το παρατηρούν αμέσως. Ενώ επιστρέφουν στην Βηθανία επειδή πια είχε νυχτώσει, οι μαθητές δεν παρατηρούν ότι η συκή έχει ξηραθεί. Το πρωί όταν πηγαίνουν ξανά στην Ιερουσαλήμ ο απ. Πέτρος δείχνει τη συκή και οι απόστολοι εκφράζουν την έκπληξή τους που η συκή ήδη έχει ξηραθεί. Η εξήγηση αυτή όμως, βρίσκεται σε εσωτερική αντίθεση με τις πληροφορίες που έχουμε από τα ευαγγελικά κείμενα. Από το Мк 11, 11 καταλαβαίνουμε ότι όταν ο Ιησούς έφτασε από την Ιεριχώ στην Ιερουσαλήμ ήδη ήταν πολύ αργά και ο Ιησούς μόνο είδε το ναό. Προφανώς, δε θα είχε πολύ κόσμο που να εξυπηρετούν οι έμποροι στο ναό, επομένως, είναι πιο πιθανό ο καθαρισμός του ναού να έχει γίνει την επόμενη ημέρα όπως μας το περιγράφει ο Μκ. Αν λάβουμε υπόψη μας την είδηση που μας δίνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο Ιω. 11, 18 ότι η Βηθανία βρισκόταν περίπου 15 στάδια από την Ιερουσαλήμ( 3,2 km.), μπορούμε να 32 Βλ. M. E. Boring,F. B. Craddock, The People's New Testament Commentary, Westminster John Knox Press, Louisville, Kentucky, 2009. σ. 83. 33 W. D. Davies,D. C. Allison, Matthew 19-28, International Critical Commentary, T&T Clark, 1997. σ. 147. 34 Η λέξη «παραχρήμα» ευρύς χρησιμοποιείται από τους αποστόλους στις περιπτώσεις όταν περιγράφεται κάποιο θαύμα που εκτελέστηκε από τον Χριστό ή τους αποστόλους. Παρόλο που η λ. αυτή απαντά μόνο δύο φορές στο Μθ, αυτή συναντιέται εξαιρετικά συχνά στις θαυματουργικές ιστορίες του ευαγγελίου του Λκ όπως και στα τιμωριτικά θαύματα που περιγράφονται στις Πράξεις.Παραδείγματα για την χρήση αυτού του επιρρήματος κατά την περιγραφή θαυματουργικών μοτίβων αποτελούν οι εξής στίχοι: Λκ1,64 4,39 5,25 8,44.47.55 13,13 18,43 22,60 όπου μόνο στο Λκ 19,11 η λέξη αυτή έχει την σημασία ενός άμεσα εκτελούμενο γεγονός. Στις Πρ. απ. μόνο στο 16,26.33 η λέξη απαντάει σε άμεσα εκτελούμενο γεγονός, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις όπως Πρ. 3,7 5,10 12,23 13,11 χρησιμοποιείται σε τιμωριτικά θαύματα όμοια με αυτά τις διήγησης της συκής. 35 Βλ. επί παραδείγματι Ησύχιος ο πρεσβύτερος, PG 93, 1417B. 21
συμπεράνουμε ότι ο Χριστός έχει φτάσει στη Βηθανία αργά το βράδυ και επειδή η κατάρα της συκής ομόφωνα παρουσιάζεται και από τους δύο ευαγγελιστές ότι έγινε το πρωί, δεν υπάρχει αιτία το περιστατικό να έγινε όταν ο Χριστός επέστρεφε από την Ιερουσαλήμ. Είναι προτιμότερο να δεχθούμε, εν αντιθέσει, ότι έγινε στο δρόμο προς την Ιερουσαλήμ. Επομένως, στο ευαγγέλιο του Μκ η σειρά με την οποία περιγράφονται τα γεγονότα που σχετίζονται με τη συκή έχει πιο αξιόπιστη μορφή. Γενικώς, ο Μθ δεν παρουσιάζει με αυστηρά προκαθορισμένο χωροχρονικό πλαίσιο τα γεγονότα που συνδέονται με τον ερχομό του Χριστού στην Ιερουσαλήμ σε σύγκριση με το Μκ. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να κατανοηθεί και ως διαμόρφωση μίας τάσης υπεροχής του ερμηνευτικού στοιχείου της ζωής του Χριστού η οποία σταδιακά αποκτάει δεσπόζουσα θέση στις ομολογιακές παραδόσεις των αρχαίων χριστιανικών κοινοτήτων. Στο σημείο αυτό χρειάζεται να κάνουμε και τη διευκρίνιση ότι οι απόψεις των William David Davies και Dale C. Allison, ότι στο Мк και Μθ υπάρχουν αξιόλογες γεωγραφικές διαφορές που είναι αβάσιμες 36. Το «evpana,gwn eivj th.n po,lin» δε μας δίνει προϋποθέσεις να θεωρούμε ότι ο Χριστός επέστρεψε από την πόλη (Ιερουσαλήμ), αλλά ότι επέστρεψε στην πόλη και επομένως η μετάφραση του στίχου αυτού πρέπει να είναι «returned into the city» (King James) ή «returned to the city» (New American standart Bible with codes), και όχι «retured from the city», όπως προτείνουν. Στο ευαγγέλιο του Μθ ο αναγνώστης είναι «προετοιμασμένος» για το περιστατικό της κατάρας της συκής. Σε πολλές περικοπές δίνεται η προειδοποίηση του Ιησού ότι κάθε άκαρπο δέντρο θα καταστραφεί. Αυτό το μοτίβο της επεξήγησης της δράσης του Χριστού είναι πολύ χαρακτηριστικό για το ευαγγέλιο του Μθ. Η διήγηση της συκής στο Μθ αν και δείχνει ορισμένη εξάρτηση από τη Μάρκεια χριστολογική παράδοση είναι σε μεγάλο βαθμό θεματικά ανεξάρτητη. Σ αυτήν η δράση του Χριστού παρουσιάζεται υπό το πρίσμα της προφητικής παράδοσης και δεν συνδέεται τόσο έντονα με την ιστορική πραγματικότητα σε σχέση με το ναό.το στοιχείο αυτό, αν δεχθούμε αφετηριακά ότι ο Μκ συνδέει τη διήγηση της συκής με το τον καθαρισμό του ναού, δείχνει ότι η επίδραση και η σπουδαιότητα του ιουδαϊκού εθνικο-θρησκευτικού παράγοντα σταδιακά μειώνεται και παραχωρεί τη θέση της στη Θεωρία της νέας Ιερουσαλήμ. Με άλλα λόγια μέσα από την διάδοση των χριστιανικών παραδόσεων στα κείμενα της Κ.Δ. παρατηρείται μια τάση στη χριστιανική κοινότητα, η σπουδαιότητα του περιστατικού της συκής να μην εστιάζεται τόσο πολύ στην ιστορική πράξη αυτή καθεαυτή, αλλά να τονίζεται η θεολογική του αξία. Το γεγονός αυτό γίνεται ακόμα πιο κατανοητό στο ευαγγέλιο του Λκ, όπου το περιστατικό της συκής έχει αποϊστορικοποιηθεί και παραδίδεται μόνο το μοτίβο της τιμωρίας μιας άκαρπης συκής. 36 βλ. W.David D.,D. C. Allison, ο.π., σ. 149:«The geographical perspective is different: in Mark Jeasus is going out from Bethany ; but in Mathew he is returning from the city». 22
4.Η παραβολή της άκαρπης συκής στο ευαγγέλιο του Λουκά. Το κατά Λουκάν ευαγγέλιο παρουσιάζει στην επιστημονική κοινότητα πολλά ερμηνευτικo φιλολογικά κυρίως προβλήματα. Πολλά από αυτά έχουν ήδη επισημανθεί από τους πατέρες και άλλους αρχαίους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Παρόλα αυτά τα ίδια δεν παύουν να απασχολούν και το ακαδημαϊκό καινοδιαθηκικό περιβάλλον μέχρι σήμερα. Ανάμεσα σε αυτά τα προβλήματα βρίσκεται και η παραβολή της άκαρπης συκής. Όπως ειπώθηκε στο ευαγγέλιο του Λκ, λείπει το περιστατικό της κατάρας της συκής. Σε αυτό όμως, έχει ενταχθεί μία παραβολή η οποία είναι στενά συνδεδεμένη ως προς το περιεχόμενο με το περιστατικό της συκής. Το γεγονός αυτό δημιουργεί σχετικό προβληματισμό κατά την ερμηνεία της διήγησης της συκής και θέτει υπό αμφισβήτηση την ιστορικότητα της διήγησης της συκής. Για να εκφραστεί όμως, κάποια άποψη συνδεδεμένη με τις πραγματικές ιστορικές παραμέτρους των διηγήσεων του Μκ και Μθ, πρέπει να λυθεί το πρόβλημα με την οργανική σχέση του Λκ 13, 6-9 με το Μκ 11, 12-14.20-22 και Μθ 21, 18-22. Ανήκουν αυτές οι δύο εκδοχές σε μία κοινή παράδοση ή είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη; Για να δοθεί μία ικανοποιητική απάντηση στα ερωτήματα αυτά πριν προχωρήσουμε στο ερμηνευτικό πλαίσιο της εργασίας θα πρέπει να εξεταστούν οι δομικές εξαρτήσεις γενικά, και ιδιαίτερα στο τμήμα στο οποίο ανήκει η παραβολή της συκής. Όπως ειπώθηκε στην εισαγωγή στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί ομόφωνη απάντηση από την ακαδημαική κοινότητα. Στην παραβολή της άκαρπης συκής παρατηρούνται τόσο μορφολογικές όσο και ομολογιακές διαφορές σε σύγκριση με το περιστατικό της συκής. Στην παραβολή επί παραδείγματι, η συκή δεν βρίσκεται στο δρόμο, αλλά είναι αντικείμενο ειδικής/ ιδιαίτερης φροντίδας. Σε αυτήν δεν παρατηρείται κανένα προβληματικό στοιχείο, ούτε συμπεριφορά η οποία να είναι ηθικά απαράδεκτη, αντιθέτως είναι σε ένα μεγάλο βαθμό λογικά δικαιολογημένη. Ο ιδιοκτήτης της αμπέλου δείχνει συμπόνια, επισκέπτοντας επί τρία έτη τη συκή, αναμένοντας από αυτήν να προσφέρει καρπό. Στην παραβολή του Λκ λείπει επίσης το στοιχείο της κατάρας, ενώ η τιμωρία είναι σε φάση μελλοντικής εκτέλεσης. Ο Λκ είναι πολύ πιο φιλανθρωπικός όσον αφορά τη διήγηση της συκής στα υπόλοιπα δύο ευαγγέλια. Εκτός από όλα αυτά η παραβολή της άκαρπης συκής είναι ιστορικά ανεξάρτητη από τη συνάφεια στην οποία βρίσκεται η διήγηση της συκής στα υπόλοιπα δύο Συνοπτικά ευαγγέλια. Το μοναδικό στοιχείο που συνδέει τη διήγηση της συκής στο Μκ και Μθ και την παραβολή στο Λκ είναι ότι και οι δύο είναι ενταγμένες στη συνάφεια μιας έντονης κριτικής προς την θρησκευτικοπολιτισμική κατεύθυνση του Ισραήλ και τους πνευματικούς ηγέτες του. Στο Μκ και Μθ χρησιμοποιείται ο ναός που θεωρούταν ως σύμβολο της παρουσίας του Θεού, προστασίας και λύτρωσης του Ισραήλ, ενώ στο Λκ χρησιμοποιείται η συζήτηση του Χριστού με τους φαρισαίους στο Λκ 11,53 ή σύμφωνα με άλλους Λκ 11,37 για να 23
εκφραστεί η άποψη του Ιησού για την πνευματική και πολιτισμική καταστροφή του Ισραήλ. Η παραβολή της άκαρπης συκής είναι μέρος αυτής της ενότητας. Η ενότητα αυτή δεν έχει ιστορική αξία, όπως μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε, επειδή τμήματα από αυτήν εντάσσονται και στα άλλα δύο συνοπτικά ευαγγέλια σε διαφορετική όμως συνάφεια. Προφανώς, η διήγηση της συκής εντάσσεται στο υλικό εκείνο των ευαγγελικών κειμένων που δεν ανήκει στις κοινές ευαγγελικές ενότητες που χαρακτηρίζουν τους συνοπτικούς, επειδή οι διαφορές που παρατηρούνται ανάμεσα στα κείμενα μας δίνουν την εντύπωση ότι κάθε ευαγγελιστής παρακολουθεί στο σημείο αυτό την δικιά του εκδοχή 37. Στο Λκ η ενότητα αυτή στην οποία ανήκει η παραβολή της συκής χαρακτηρίζεται με τη χρήση έντονων συμβολισμών για την επισήμανση της κρίσης του Ιουδαϊκού έθνους 38, καθώς και την αναφορά σε προβλήματα της χριστιανικής κοινότητας σε μία μεταγενέστερη του Χριστού εποχή, όπως Λκ 12,4.8.11 στα οποία υπονοείται ένας διωγμός εναντίον των οπαδών του Χριστού. Παρόμοιο παράδειγμα αποτελεί και το Λκ 12,32. Εδώ στην προτροπή που κάνει ο Χριστός αποκαλεί τους οπαδούς του «μικρό ποίμνιο». Επίσης, το χωρίο Λκ 12,52-53 δεν προϋποθέτει την ιστορική πραγματικότητα κατά την δράση του Χριστού. Από όσα ειπώθηκαν πιο πάνω, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι παρά την ιστορικότητα στο Λκ υπάρχει μία τάση προσαρμογής των ιστορικών στοιχείων της δράσης του Ιησού στο εκκλησιαστικό και θεολογικό γίγνεσθαι της εποχής του 39. Για να λύσει το πρόβλημα των ιδιαίτερων υλικών τμημάτων που εντάσσονται στο Λκ ο Robert J. Shirock 40 υποστηρίζει ότι το κεντρικό τμήμα του κατά Λουκά ευαγγελίου (Λκ 9,51-19,28) έχει ως βάση το ταξίδι στην Ιερουσαλήμ, ενώ σχετικά με αυτό υπάρχουν συνυφασμένα τμήματα (miscellanea) μιας συλλογικής παράδοσης (collecting tradition) που είναι χαρακτηριστική αποκλειστικά για το ευαγγέλιό του. Με άλλα λόγια, οι συλλογικές ενότητες λειτουργούν ως ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στη δράση του Ιησού και το ταξίδι στα Ιεροσόλυμα ή ως μία προσπάθεια ερμηνείας της επαφής του Χριστού με την Ιουδαϊκή ηγεσία και ακόμη γενικότερα με τις κοινωνικές και θρησκευτικές αντιλήψεις του Ιουδαϊκού πολιτισμού κατά την εποχή του Ιησού. Η άποψη αυτή δικαιώνεται από την δομική ταξινόμηση του Λουκάνειου ευαγγελίου όπως θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε αμέσως παρακάτω. Συγκεκριμένα, για την παραβολή της άκαρπης συκής ο Shirock 37 Σκόπιμα περιγράφω το γεγονός αυτό χωρίς την χρήση της θεωρίας της «πηγής των Λογίων». 38 βλ. Λκ 12,41-48. 39 Για πληρέστερη ενημέρωση σχετικά με το θέμα αυτό ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει μεταξύ πολλών και στο άρθρο του κ. Χ. Ατματζίδη «Η κοινωνική διαστρωμάτωση της χριστιανικής κοινότητας σύμφωνα με το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο», Το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, προβλήματα φιλολογικά, ιστορικά, ερμηνευτικά, θεολογικά. Βόλος 15-17 Σεπτεμβρίου 2000. Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού, Βόλος 2003,σ.45. 40 Για την άποψη του Shirock Βλ. David E. Orton, The Composition of Luke s Gospel:Selected studies from Novum Testamentum, The Growth of the Kingdom in light of Israel s rejection of Jesus:structure and theology in Luke 13,1-35, Brill, 1999.σ.169-182. 24
ακολουθεί την άποψη του Marshall ότι η παραβολή αποτελεί συστατικό δομικό στοιχείο της ενότητας Λκ 13, 1-35. Η άποψή του αυτή βασίζεται στα επιχειρήματα ότι μέσα σε αυτήν παρατηρούνται δομικά εξαρτήματα των επιμέρους υποενοτήτων, καθώς και στο ότι αναπτύσσει μία σπουδαία θεολογική θέση του ευαγγελίου. Με την ενότητα Λκ 13,1-35 εισάγεται το τέλος και η ολοκλήρωση της επίγειας δράσης του Χριστού στην Ιερουσαλήμ και τοποθετείται το θέμα της απόρριψης του Χριστού και της διδασκαλίας του από τους Ιουδαίους. Αν και στο κέντρο της χριστιανικής ζωής των πρώτων κοινοτήτων βρισκόταν η λατρεία και η ευχαριστιακή ενότητα, στα ευαγγέλια διαπιστώνουμε ότι αναπτύσσονται και προβλήματα που σχετιζόταν γενικά με την θρησκευτική ταυτότητα των χριστιανών. Η ενότητα αυτή κατά την εκτίμησή μας έχει ένα τέτοιο θρησκευτικό ρόλο. Μέσα σε αυτήν παρουσιάζεται το καινούργιο περιεχόμενο που αποκτάει η έννοια της Βασιλείας του Θεού, η σχέση του Θεού με τον άνθρωπο, καθώς και η στάση των χριστιανών απέναντι στην Ιουδαϊκή πίστη και τους Ιουδαϊκούς θρησκευτικούς θεσμούς. Πριν προχωρήσουμε σε μία λεπτομερέστερη δομική ανάλυση της ενότητας Λκ 13,1-35, στην οποία ανήκει και η παραβολή της συκής, θα τονίσουμε και άλλα δύο χαρακτηριστικά του ευαγγελίου του Λκ. Πρόκειται για την τάση της κοινωνικής υπέρβασης καθώς και για την παρουσίαση σημαντικών ιδεών του ευαγγελίου με τη μορφή ζευγών. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι πολύ χαρακτηριστικά για το ευαγγέλιο του Λουκά και συναντιούνται συχνά. Σε πολλές περιπτώσεις στο ευαγγέλιο συναντάμε περιστατικά όπου ο Χριστός αντιτίθεται στην επικρατούσα κοινωνική νοοτροπία και προτείνει ένα μοντέλο κοινωνικής συμπεριφοράς που υπερβαίνει το ηθικό σύστημα του ιουδαϊσμού και δεν ήταν αποδεκτό από την Ιουδαϊκή κοινότητα. Θα λέγαμε ότι ο Λουκάς είναι κατεξοχήν κοινωνικός ευαγγελιστής με την έννοια ότι αναπτύσσει στο ευαγγέλιό του δια-κοινωνικές σχέσεις και προτείνει το σωστό μοντέλο κοινωνικής συμπεριφοράς με βάση τη ζωή και τη δράση του Χριστού. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις ο Λουκάς χρησιμοποιεί ζεύγη παραβολών για να εκφράσει μία έννοια. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με την περιγραφή της Βασιλείας του Θεού στο Λκ 13,18-21, το οποίο σύμφωνα πάλι με τον R. J. Shirok αποτελεί το κεντρικό σημείο της ενότητας Λκ 13,1-35. Αυτοί οι δύο άξονες αποτελούν κατά την εκτίμησή μας τις έννοιες-κλειδιά για να κατανοηθεί σωστά η παραβολή της συκής στο Λουκά. Η παραβολή της άκαρπης συκής εμφανίζεται ως μία ερμηνευτική προσπάθεια της ενότητας Λκ 13,1-6 στην οποία παρουσιάζονται εθνικοθρησκευτικά προβλήματα των Ιουδαίων και από την παραβολή διαφαίνεται η διαμετρικά αντίθετη αντίληψη του Χριστού για το εθνικο-θρησκευτικό μέλλον του Ισραήλ. Από γλωσσική άποψη η παραβολή φαίνεται να συμφωνεί με το υπόλοιπο ιδεολογικό τμήμα του ευαγγελίου. Έτσι, επί παραδείγματι στην ενότητα Λκ 13,1-9 συναντάμε τρία χαρακτηριστικά του ευαγγελίου του Λκ όπως η έντονη κοινωνική ευαισθησία, η θετική στάση προς τη ρωμαϊκή εξουσία, αν δεχθούμε ότι η απειλή 25
της αποκοπής της συκής συμβολίζει την κατάργηση της Ιερουσαλήμ από το ρωμαϊκό στρατό και την υποχώρηση της αντίληψης ότι ο ερχομός του Χριστού θα συμβεί στο εγγύς μέλλον. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς φιλολογικά εξοικειωμένος, για να παρατηρήσει τις ομοιότητες και το δομικό παραλληλισμό που υπάρχει ανάμεσα στις ενότητες Λκ 13, 1-9 στην οποία βρίσκεται και η παραβολή της άκαρπης συκής και της Λκ 13,31-35. Και οι δύο περιέχουν μία αναφορά του Χριστού στις πράξεις δολοφονίας και τις προαιρέσεις της ρωμαϊκής εξουσίας. Και οι δύο συνεχίζουν με μία απάντηση του Χριστού που έχει την μορφή διττής αντίληψης-από εθνική και από πνευματική οπτική γωνία. Και οι δύο τελειώνουν μεταφορικά εκφράζοντας την λύπη του ιδιοκτήτη/ηγέτη για την άσχημη μοίρα της Ιερουσαλήμ, καθώς και το θέμα για το μέλλον του Ισραήλ/Ιερουσαλήμ είναι το επίκεντρο στο οποίο εστιάζονται και οι δύο ενότητες. Από όλα όσα ειπώθηκαν πιο πάνω, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν τρία πεδία σύγκρισης των δύο ενοτήτων: Η αναφορά, η απάντηση και ο θρήνος του Χριστού. Πιο συγκεκριμένα, στην αναφορά παρατηρούμε τη χρήση όμοιων χρονικών δεικτών (similar time indicators) «evn auvtw/ tw/ kairw/» (Λκ13,1) / «VEn auvth/ th/ w[ra» (Λκ13,31), καθώς και μία αόριστη αναφορά στους ανταποκρινόμενους προς τον Χριστό - «tinej» (Λκ13,1) / «tinej Farisai/oi» (Λκ13,31). Και στις δύο περιπτώσεις αναφέρεται μία εχθρική στάση απέναντι στους πολιτικούς ηγέτες. Ο Πιλάτος είχε σκοτώσει προσκυνητές της Γαλιλαίας, ενώ ο Ηρώδης ήθελε να δολοφονήσει τον Χριστό. Αναφορές τέτοιας μορφής συναντιούνται σπάνια στην Κ.Δ. και είναι χαρακτηριστικές για το ευαγγέλιο του Λουκά και λειτουργούν ως «αφετηριακό σημείο» και ως προειδοποίηση για την ερχόμενη νέα πνευματική πραγματικότητα. Στο τμήμα της απάντησης οι εισαγωγικές εκφράσεις χαρακτηρίζονται από μία σχετική ομοιότητα «kai. avpokriqei.j ei=pen auvtoi/j» (Λκ13,2) / «kai.. ei=pen auvtoi/j» (Λκ13,32). Το σημαντικότερο στοιχείο και για τις δύο απαντήσεις είναι η διττή αντίληψη που στρέφει την προσοχή των αναγνωστών στην επικείμενη εγγύς καταστροφή. Στην Λκ 13,2-5 η απάντηση του Χριστού δίνει έμφαση στην επείγουσα ανάγκη για μετάνοια από όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ και της Γαλιλαίας. Η διπλή έκφραση «eva.n mh. metanoh/te pa,ntej avpolei/sqe» ακονίζει την προειδοποίηση για μετάνοια. Στην ενότητα Λκ 13,32-33 η απάντηση του Ιησού «sh,meron kai. au;rion kai. th/ tri,th /sh,meron kai. au;rion kai. th/ evcome,nh» επίσης δίνει έμφαση στο τελείωμα του έργο του Χριστού και στον ερχομό του στην Ιερουσαλήμ. Επίσης, χρησιμοποιείται και η λέξη «avpole,sqai» όπως στην ενότητα Λκ 13, 2-5. Το γενικό συμπέρασμα από όλα όσα προαναφέρθηκαν σχετικά με τις απαντήσεις του Χριστού είναι ότι οι δύο ενότητες είναι δομημένες με ένα παρόμοιο τρόπο και με ένα λεξιλόγιο αποκλειστικά λουκάνειο. Ανάμεσα στις δύο ενότητες υπάρχει ένα ιδεολογικό contrast. Ενώ στην πρώτη ενότητα η απειλή του θανάτου συνδέεται με το Ισραήλ, στην δεύτερη σχετίζεται με το θάνατο του Ιησού. 26
Παρόμοια δομή βρίσκεται και στο μέρος των μεταφορών (του Θρήνου) που απαντά στους στίχους Λκ 13, 6-9 και Λκ 13,34-35. Και οι δύο ενότητες τελειώνουν με μία μεταφορική σύνδεση που απεικονίζει το Ισραήλ, χρησιμοποιώντας όμοιες παραστάσεις όπως ο αμπελουργός που ανησυχεί για τη συκή και η μητέρα που είναι απογοητευμένη από τα τέκνα της. Και στις δύο ενότητες χρησιμοποιούνται αγροτικές παραστάσεις και συμβολισμοί που εκφράζουν διαμετρικά αντίθετες απόψεις με εκείνες που είχαν σχηματίσει οι Ιουδαίοι της εποχής εκείνης. Οι ομοιότητες φτάνουν τόσο μακριά που θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε και δομικούς συσχετισμούς ανάμεσα και στις ενότητες Λκ 13, 10-17 και Λκ 13,22-30, καθώς και Λκ 13, 18-19 και Λκ 13, 20-21. Όλη η ενότητα Λκ13, 1-35 έχει το ακόλουθο δομικό σχήμα: Α (Λκ 13,1-9) Β (Λκ 13, 10-17) Γ (Λκ 13, 18-19) Γ 1 (Λκ 13, 20-21) Β 1 (Λκ 13,22-30) Α 1 (Λκ 13,31-35). Βέβαια, η δομική αυτή ανάλυση είναι προϊόν μιας λογοτεχνικής έρευνας του κειμένου και όχι του ιδίου του ευαγγελιστή. Ο ίδιος ο ευαγγελιστής πουθενά δεν επισημαίνει κάποιες δομικές σχέσεις και αναλογίες, αλλά αυτό ισχύει για κάθε κείμενο. Η δομική αυτή ανάλυση όμως, μας δείχνει κάτι πολύ χαρακτηριστικό: Η ενότητα αυτή έχει βέβαια ένα ιστορικό υπόβαθρο/ πυρήνα, αλλά είναι ιδεολογικά επεξεργασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να εξυπηρετεί τις θεολογικές ανάγκες της λουκάνειας χριστιανικής κοινότητας. Η ανάγκη για την διαφοροποίηση της διήγησης της συκής μπορεί να οφείλεται σε μία διαφορετική παράδοση παράλληλη με την εκδοχή που μας διασώζουν οι ευαγγελιστές Μάρκος και Ματθαίος, αλλά το πιο πιθανό είναι κατά την άποψή μας ότι η διαφοροποίηση αυτή έχει γίνει για λόγους καθαρά κοινωνικούς. Όπως προκύπτει από εργασίες σχετικά με το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο 41, ο Λουκάς συχνά παρουσιάζει στο ευαγγέλιό του συνήθειες και κοινωνικά έθιμα που δεν είναι χαρακτηριστικά για την ιουδαϊκή κοινωνία, αλλά για μία κοινότητα εκτός της Παλαιστίνης. Για να κατανοηθεί σωστά από τους αναγνώστες που δεν θα έπρεπε να είναι ιουδαίοι, ο Λουκάς επιλέγει να τροποποιήσει τη διήγηση, έτσι ώστε να μεταδώσει στους αναγνώστες το νόημα και όχι απαραιτήτως το ιστορικό της υπόβαθρο. 5.Γενική εκτίμηση της διήγησης της συκής. Η διήγηση της συκής διασώζεται με διαφορετικό τρόπο στα συνοπτικά ευαγγέλια, αλλά έχει κοινό νόημα και ρόλο και στα τρία. Ο τρόπος με τον οποίο μας διασώζεται η παραβολή δεν μας επιτρέπει να ελέγξουμε την ιστορική φύση της, αλλά μπορούμε με αρκετά μεγάλη βεβαιότητα να υποστηρίξουμε την άποψη ότι οι ευαγγελιστές ξεπερνάνε τα όρια της ιστορικής σημασίας και επικεντρώνουν την προσοχή μας στη θεολογική σημασία της. Επομένως, η διήγηση της συκής έχει 41 Βλ. Χ. Ατματζίδης, ο.π., σ.45: «Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς τον τρόπο με τον οποίο ο ευαγγελιστής Λουκάς αφηγείται διάφορες παραβολές. Μέσα από αυτές διαφαίνεται συχνά ότι ο ευαγγελιστής προβάλλει ή υπονοεί περιοχές, συμπεριφορές και πολιτισμικά στοιχεία ξένα με την περιοχή της Παλαιστίνης». 27
θεολογικό και όχι ιστορικό ενδιαφέρον για τις κοινότητες προς τις οποίες αναφέρονται οι ευαγγελιστές. Όπως είπαμε πιο πάνω, δεν μπορούμε να δώσουμε μία κατηγορηματική απάντηση στο ερώτημα αν η διήγηση της συκής ήταν ένα επεισόδιο, όπως περιγράφεται στο Μκ και Μθ ή παραβολή, όπως τη διασώζει ο Λκ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πρέπει να δεχθούμε τις ιδιαιτερότητες των ευαγγελιστών ως αυτόνομες θεολογικές πηγές. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε για να αποκτήσουμε μία πιο ικανοποιητική απάντηση στο ζήτημα αυτό είναι να προτείνουμε ορισμένες υποθέσεις που μπορούν να καλύψουν τα κενά που έχουν τα ευαγγελικά κείμενα. Οι συγκεκριμένες προτάσεις είναι οι εξής: α) Ο Λουκάς δεν αναφέρει το επεισόδιο της κατάρας της συκής επειδή διασώζει σχετική παραβολή με παρόμοιο νόημα. β) Ο Λουκάς παρουσιάζει το επεισόδιο σε μορφή παραβολής για να αποφύγει τον προβληματισμό που δημιουργείται από την συμπεριφορά του Χριστού. γ) Τα δύο περιστατικά έχουν συμβεί ανεξάρτητα και επομένως το ένα δεν αναιρεί την ιστορικότητα του άλλου. 6.Ανάλυση άλλων χαρακτηριστικών στοιχείων της διήγησης της συκής. α) Η συκή 42. Οι συκές είναι πολύ γνωστές στα εδάφη της Μεσογείου όπου συναντιούνται συχνά στις αυλές των σπιτιών εύπορων οικογενειών. Υπάρχουν περισσότερα από 800 είδη Ficus, το καθένα από τα οποία έχει το δικό του κύκλο ζωής. Οι μικρές συκιές είναι σχεδόν θαμνώδεις με γκρι κλαδιά και βαριά κλαδάκια χωρίς φύλλα που εκχύνουν ένα γαλακτώδες χυμό όταν αποκοπούν. Όταν μεγαλώσουν ένα ή δύο από τα κλαδιά γίνονται μεγαλύτερα. Οι συκιές έχουν πολύ μαλακά κλαδιά και για το λόγο αυτό δεν χρησιμοποιούνται για την κατασκευή σπιτιών. Κατά το χειμώνα οι συκιές είναι χωρίς φύλλα. Βγάζουν τα μπουμπούκια τους στα τέλη της άνοιξης, και κατά το καλοκαίρι τα φύλλα έχουν πλήρως αναπτυχθεί για να προσφέρουν ίσκιο στον ιδιοκτήτη τους όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο Ιω 1,48.50. Οι δεντρόκηποι με τα συνηθέστερα είδη συκών (Ficus carica) συναντιούνται πολύ συχνά στις περιοχές της Παλαιστίνης. Οι συκιές τοποθετούνται σε μεγάλες αποστάσεις επειδή οι ρίζες τους επεκτείνονται όχι μόνο κατά βάθος, αλλά και κατά μήκος. Όταν τα δέντρα είναι τοποθετημένα με αυτό τον τρόπο, οι μεγάλες συκιές 42 Για πληρέστερη ενημέρωση σχετικά με τη χρήση της συκής και το ρόλο της στην Ιουδαϊκή και την ελληνορωμαϊκή κοινωνία συστήνεται το έργο της D. Risher, The fig trees of the Bible Speak To Us Today, A Bible study, Xulonpress, 2008. 28
σχηματίζουν μία κυκλική κορόνα που στηρίζεται στο χοντρό κορμό του δέντρου. Οι νέες συκιές αναπτύσσονται γρήγορα και αρχίζουν να δίνουν καρπούς κατά το έβδομο έτος και γίνονται άκαρπες μετά από πενήντα χρόνια. Ο κύκλος ζωής των συκών είναι πολύ ιδιόρρυθμος. Το πιο συνηθισμένο είδος συκής (F.carica) συναντιέται σε δύο μορφές: αρσενικό και θηλυκό. Η κοινώς διαδεδομένη συκή όπως και η ελιά, η άμπελος και ο φοίνικας, καλλιεργήθηκε από πολύ νωρίς. Με βάση τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι τα είδη αυτά ήταν γνωστά στον άνθρωπο τουλάχιστον από την χάλκινη εποχή. Η άγρια F.carica κατάγεται από τις περιοχές της Μεσοποταμίας, αλλά συνδέεται με πολλά άγρια είδη που μεγαλώνουν στην περιοχή του Αφγανιστάν. Σήμερα, στην Παλαιστίνη οι άγριες συκιές συναντιούνται σε βραχώδεις περιοχές όπου κατοικούν συνήθως νυχτερίδες ή πουλιά που διασπείρουν τους σπόρους τους. Οι συκιές έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στην κοινωνική ζωή του Ιουδαϊκού λαού και γενικά των λαών της εγγύς ανατολής. Το γεγονός αυτό διαφαίνεται από τις πολλές αναφορές που συναντάμε τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη. Η πρώτη και ίσως η πιο γνωστή αναφορά είναι στο Γεν. 3,7 όπου τα φύλλα της συκής χρησιμοποιούνται από τον Αδάμ και την Εύα για να καλύψουν τη γυμνότητά τους. Η γη της επαγγελίας περιγράφεται από τον συγγραφέα του Δευτερονομίου ως «gh/ purou/ kai. kriqh/j a;mpeloi sukai/ rò,ai gh/ evlai,aj evlai,ou kai. me,li»(δευ. 8,8). Με την ίδια σημασία χρησιμοποιείται η λέξη συκή για να δείξει κατάσταση ευημερίας και στα χωρία Αριθ. 13,23.20,5 Β Βασ.18,31. Στο Ψαλ. 104, 33 η λέξη χρησιμοποιείται για να δηλώσει την καταστροφή της Αιγύπτου που επέρχεται ύστερα από τη Θεία επέμβαση. Η εικόνα της τιμωρίας και κρίσης του Ισραήλ επίσης, περιγράφεται με την καταστροφή συκών όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από τα χωρία Ιερ. 5,17 Ωσηέ 2,12 Αμώς 4,9. Πληροφορίες για τη συγκομιδή των συκών περιέχουν τα χωρία Ησ. 28,4 Ωσηέ 9,10 Ναούμ 3,12 και Ασ. 2,12.13 όπου αναφέρεται η μεγάλη σημασία που είχαν οι πρώτοι καρποί της συκής. Ο Ιερεμίας (24,1-10) κάνει λόγο για τους πρώτους ώριμους καρπούς των συκών και τις υπερώριμες κακές συκιές που σχετίζει με τον Ιούδα κατά την αιχμαλωσία. Το καλάθι με καλοκαιρινό καρπό συκών (στα εβρ. qayits) στα οράματα του Αμώς (8,1) συνήθως εκλαμβάνεται ως καλάθι με υπερώριμους καρπούς και πιθανώς δημιουργεί λογοπαίγνιο με μία άλλη εβραϊκή λέξη «qets» που σημαίνει «τέλος» και ταιριάζει με το θέμα του οράματος. Στις ξερές περιοχές οι συκιές ήταν ένα πολύ σπουδαίο τρόφιμο όλων των εποχών της χρονιάς και πολύ χρήσιμες σε εποχές πολέμου, ειδικά σε καταστάσεις πολιορκίας. Τα αποθέματα συκών ήταν κάτι πολύ σηνηθισμένο για τις οχηρές πόλεις και τις φρουρές όπως Masada όπου έχουν βρεθεί και ρετάλια κατά τις ανασκαφές. Τα καλύτερα σύκα στεγνώνονταν ξεχωριστά το καθένα, ενώ τα υπόλοιπα τοποθετούνταν σε ίνες ή αν ήταν κακής ποιότητας συσσωρευόταν σε όγκους (στα εβρ. debhela). Αυτές οι συμπαγείς μάζες συκών ήταν τρόφιμα που καταναλώνονταν καθημερινά. Μαρτυρίες γι αυτό το γεγονός βρίσκουμε στο Α Σαμ. 25,18 στο οποίο 29
ανάμεσα στα πολλά τρόφημα που στέλνει ο Αβιγαίας στον Δαβίδ στέλνει και «diakosi,aj pala,qaj». Ο Ησαΐας όπως φαίνεται (Β Βασ. 20,7 Ησ. 38,21), θεώρησε ευεργετική και θεραπευτική τη δράση της «παλάθας» για τους βρασμούς του βασιλιά Εζεκία. Έχουμε επίσης μαρτυρίες ότι η συκή χρησιμοποιούταν στην αρχαία Ασσυριακή ιατρική σαν αλοιφή. Στην Αγία Γραφή μπορούμε επίσης να συναντήσουμε και ένα άλλο είδος συκής- η Σηκομορέα (Ficus sycomorus ) η οποία έχει ένα διαφορετικό κύκλο ζωής. Για πολλούς ανθρώπους η Συκομορέα είναι γνωστή μόνο από την αναφορά στο Λκ 19,4 στον οποίο περιγράφεται πως ο Ζακχαίας που ήταν κοντός ανέβηκε σε ένα δέντρο για να δει τον Ιησού. Όπως μπορούμε να υποθέσουμε, το δέντρο αυτό βρισκόταν στο δρόμο της Ιεριχούς, όπως και σήμερα μπορούμε να παρατηρήσουμε την παράδοση αυτή στο σύγχρονο Τελ Αβίβ. Οι Συκομορέες ήταν πολύ σημαντικές κατά τους βιβλικούς χρόνους τόσο για την περιοχή της Παλαιστύνης όσο και για την Αίγυπτο κυρίως για το υλικό, αλλά και για τους καρπούς τους. Αυτό διαφαίνεται από τα λόγια του προφήτη Ησαΐα όταν λέγει ότι η ξήρανση των συκομορέων θα αποκατασταθεί από την φύτευση Κέδρων που έχουν ακόμη καλύτερο υλικό. Αν και η Συκομορέα είναι γνωστή στην Αίγυπτο ήδη κατά την προ-δυναστική εποχή, θεωρείται ότι κατάγεται από την τροπική Αφρική. Αυτή ακμάζει μόνο σε θερμές περιοχές όπως η κοιλάδα του Νείλου, η κοιλάδα του Ιορδάνη και η δυτική Παλαιστίνη όπου ήταν πολύ γνωστή ακόμα από παλαιοδιαθηκικούς χρόνους, όπως διαπιστώνουμε από τα εδάφια Α Βασ. 10,27 και Χρον. 1,15 9,27. Αναφορά στη Συκομορέα βρίσκουμε και στον ψαλμό 78,47 στον οποίο χρησιμοποιείται για να περιγράψει την καταστροφή της Αιγύπτου. Τα δέντρα φυτευόταν σε πόλεις και δρόμους, ώστε οι καρποί και η σκιά τους να χρησιμοποιούνται κατά το καλοκαίρι. Τα τραχή καρδιοειδή φύλλα της Συκομορέας διατηρούνταν σε όλο το χρόνο με εξαίρεση μόνο μερικών περιοχών όπως π.χ. το Τελ Αβίβ. Η συκή τέλος, χρησιμοποιείται και για την παρουσίαση των σχέσεων του Ισραήλ με τον Θεό. Η τάση αυτή συναντιέται κυρίως, στα προφητικά κείμενα της Π.Δ. Ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν τα χωρία Ιερ. 8,13 24,5-8 29,17 στα οποία ως «χρηστά σύκα» αποκαλούνται όλοι όσοι εκτελούν το λόγο του Θεού, ενώ ως «πονηρά σύκα» καλούνται οι ψευδοπροφήτες. Η καταστροφή συκών συμβολίζει την κρίση του Ιουδαϊκού λαού όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από τον Ιωήλ 1,6-7. Στις συζητήσεις του Χριστού βλέπουμε ότι και αυτός έχει υιοθετήσει την τάση να παριστάνει γεγονότα που συνδέονται με το Ισραήλ χρησιμοποιώντας το μοτίβο της συκής, όπως φαίνεται από τα χωρία Μθ 7,16-17 Λκ 6,44. Στα συγκεκριμένα χωρία, τα σύκα εκπροσωπούν τους καλούς πνευματικούς καρπούς, ενώ η φράση του Ιησού αναφέρεται στην αδυναμία των φαρισαίων να παράγουν γνήσιους πνευματικούς καρπούς. Παρόμοιο μοτίβο συναντάμε και στην επιστολή του Ιακώβου (Ιακ. 3,12) όπου λέγεται: «mh. du,natai( avdelfoi, mou( sukh/ evlai,aj poih/sai h' a;mpeloj su/kaè ou;te a`luko.n gluku. poih/sai u[dwrå». Τα λόγια αυτά όμως, απευθύνονται στην εσωτερική 30
ζωή της χριστιανικής κοινότητας και όχι στους Ιουδαίους. Στα χωρία Μκ 13,28 Μθ 24,32 Λκ 21,29 η λέξη συκή χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα έσχατα. Όλα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η υπόθεση της κατάρας της συκής ανάγεται σε ένα παλαιοδιαθηκηικό πλαίσιο και μας επιτρέπει να κοιτάξουμε τη δράση του Χριστού υπό το πρίσμα μίας δυναμικής προέκτασης του προφητισμού και όχι ως φαινόμενο που ήταν άγνωστο για την Ιουδαϊκή κοινότητα της εποχής του Χριστού. Η άποψη αυτή υποστηρίζεται και από το μοτίβο της «αγριελιάς» που χρησιμοποιεί ο απ. Παύλος- γεγονός που μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι τα φυτολογικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται στην Κ.Δ. για την απεικόνηση θεολογικών εννοιών ήταν μία γνήσια επιστροφή προς τον προφητισμό και όχι το αντίθετο. β) Χρονολογική προσέγγιση της διήγησης της συκής. Το επεισόδιο της κατάρας της συκής σύμφωνα με το περιεχόμενο των ευαγγελίων του Μκ και του Μθ εντάσσεται στα γεγονότα προ του Πάθους του Χριστού και ειδικότερα, στην τελευταία εβδομάδα της επίγειας δράσης του Ιησού Χριστού. Η τοποθέτηση αυτή προσδίδει στη διήγηση της συκής ακόμη σπουδαιότερο χαρακτήρα και από θεολογική και από ερμηνευτικο-διδακτική άποψη. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει τη βασική αρχή της καινοδιαθηκικής επιστήμης ότι τίποτα δεν συγκλόνιζε τόσο πολύ την Πρώτη Εκκλησία εκτός από το Σταυρό (το Πάθος) και την Ανάσταση του Χριστού- πράγμα που διαπιστώνεται ιδιαίτερα στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο. Η διήγηση της συκής ακολουθεί, με τον τρόπο της, τις γενικές τάσεις που χαρακτηρίζουν την προ του Πάθος δράση του Χριστού και πιο συγκεκριμένα, τη συνειδητή απομάκρυνση από την Ιερουσαλήμ, την αποστασιοποίηση από τις θρησκευτικές κινήσεις στην Ιερουσαλήμ και τον έντονο προφητικό χαρακτήρα που παρατηρείται στην ενότητα αυτή. Οι παράμετροι αυτοί είναι σημαντικοί για την σωστή ερμηνευτική τοποθέτηση της διήγησης της συκής, γι αυτό και θα αναλυθούν στην ενότητα αυτή. Η χρονολογική προσέγγιση παίζει σπουδαίο ρόλο και για την γενική εξακρίβωση του ιδίου του κειμένου, επειδή στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο συναντάμε τη φράση «o` ga.r kairo.j ouvk h=n su,kwn». Πάνω στο θέμα της χρονολογικής προσέγγισης του στίχου αυτού υπάρχουν τρείς γενικές κατευθύνσεις ερμηνείας του κειμένου. Η πρώτη και ίσως η πιο απλά διατυπωμένη είναι ότι η φράση αυτή απευθύνεται στην εποχή κατά την οποία έγινε το επεισόδιο της συκής. Αυτή η άποψη δεν λαμβάνει υπόψη της άλλους θεολογικο-εκκλησιαστικούς παράγοντες που επηρεάζουν γενικά την θεολογία των ευαγγελικών κειμένων. Άλλη ερμηνευτική εκδοχή θεωρεί ότι η παραπάνω φράση έχει καθαρά μεταφορική σημασία η οποία πρέπει να ζητηθεί στο νόημα και στους λόγους που οδήγησαν στην ένταξη της διήγησης της συκής στα ευαγγελικά κείμενα. Η άποψη αυτή επιτρέπει μία σφαιρική εξέταση της διήγησης της συκής και εστιάζεται στο θεολογικό αποτέλεσμα που είχε 31
η διήγηση της συκής και όχι στο γεγονός αυτό καθεαυτό. Η τρίτη προσέγγιση αποβλέπει στο να διατηρήσει την ιστορική οντότητα των ευαγγελικών κειμένων και στην αναζήτηση των θεολογικών τάσεων που κρύβονται μέσα στα ευαγγελικά κείμενα σχετικά με τη διήγηση της συκής. Επομένως, σύμφωνα με την άποψη αυτή πρόκειται για ένα ιστορικό γεγονός, που υπήρχε στην συνείδηση και την παράδοση της πρώτης εκκλησίας, αλλά η ένταξη του μέσα στα ευαγγελικά κείμενα υπό τις διάφορες μορφές που μας διασώθηκε έχει υποστεί θεολογική ερμηνεία. Η θεολογική ερμηνεία που προσδίδεται στο γεγονός αυτό συνδέεται στενά με τους εξωγενείς και ενδογενείς παράγοντες που επηρέαζαν τη λατρευτική και θρησκευτική ζωή της χριστιανικής κοινότητας του πρώτου αιώνα. Έχουν διατυπωθεί δύο υποθέσεις σχετικά με το θέμα της εποχής κατά την οποία καταράστηκε τη συκή. Η πρώτη βασίζεται στο χρονολογικό πλαίσιο στο οποίο εντάχθηκε η διήγηση της συκής στα ίδια τα ευαγγέλια και η δεύτερη σε μία κριτική προσέγγιση των ευαγγελικών κειμένων. Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη υπόθεση του W.M. Christie, ιερέα της Εκκλησίας της Σκωτίας στην Παλαιστίνη κατά το Βρετανικό καθεστώς, η οποία εκφράστηκε στη συζήτηση του με Θέμα «Η άκαρπη συκιά» όπως μας πληροφορεί ο F.F. Bruce 43, θεωρεί ότι το επεισόδιο της κατάρας της συκής πρέπει να έχει γίνει μερικές μέρες πριν το Πάθος του Χριστού που σύμφωνα με την άποψή του έγινε κατά τις 6 Απριλίου 33 μ.χρ. Προς την άποψη αυτή συμφωνούν σχεδόν όλοι οι ερευνητές που δικαιολογούν τη συμπεριφορά του Χριστού χρησιμοποιώντας το λεγόμενο taqsh-μοτίβο δηλ. αναφέρονται στους άωρους καρπούς που θα έπρεπε να έχει η συκή. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η λειτουργική πράξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας επίσης, συμφωνεί με την εκδοχή αυτή και τοποθετεί το επεισόδιο της κατάρας της συκής στο πλαίσιο της προ του Πάθους δράσης του Ιησού Χριστού. Η δεύτερη υπόθεση είναι του Charles W. F. Smith ο οποίος τοποθετεί το γεγονός της κατάρας της συκής κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας 44. Η άποψη αυτή Θεωρεί αδύνατη την συμπίεση των γεγονότων που περιγράφονται από το Μκ 11,1 έως Μκ 16,8 σε μία εβδομάδα όπως περιγράφονται στα ευαγγέλια και εκφράζει την άποψη ότι τα γεγονότα αυτά προϋποθέτουν ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών. Η άποψη αυτή στηρίζεται στα εξής επιχειρήματα: α) Οι χρονικοί προσδιορισμοί είναι ανομοιογενώς τοποθετημένοι στην ενότητα του Πάθους και υπάρχουν μόνο μέχρι την τρίτη ημέρα (Μκ 11,20). β) Ο ευαγγελιστές δεν σχετίζουν την είσοδο στην Ιερουσαλήμ με το Πάσχα. γ) Οι τελετουργικές αναφορές κατά την είσοδο στην Ιερουσαλήμ σχετίζονται πιο στενά με την εορτή της Σκηνοπηγίας παρά με το Πάσχα 45. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι όποια υπόθεση από τις δύο και αν ακολουθήσουμε, αυτό που προέχει στα κείμενα των ευαγγελίων σχετικά με την 43 Βλ. F. F. Bruce, Hard sayings of Jesus, Λονδίνο, InterVarsity Press 1983. σ. 210-211. 44 Βλ. C.F.Smith, «No time for figs», JBL 79 (1960) σ.315. 45 Σχετικά με το θέμα αυτό βλ. Ιω. Καραβιδόπουλος, ο.π., σ.362 W.L. Lane, ο.π., σ. 390-391. 32
συκή είναι η σημασία του γεγονότος αυτού για την εκκλησιαστική κοινότητα και όχι η ακριβής ιστορική τοποθέτηση του επεισοδίου. Επομένως, η ερμηνευτική προσέγγιση της διήγησης της συκής πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της προ του πάθους δράσης του Χριστού ανεξάρτητα αν πραγματικά συνδέεται ιστορικά με αυτήν. 33
Β. Μέρος Δεύτερο: Ερμηνευτική και θεολογική προσέγγιση της διήγησης της συκής. 1.Γενικά για την ερμηνεία της διήγησης της συκής. Ο λόγος γραπτός ή προφορικός αποτελεί το κύριο μέσο εκφράσεως του ανθρώπου. Η κατανόηση του λόγου δεν είναι έργο εύκολο. Από το ένα μέρος προϋποθέτει ότι αυτός που χειρίζεται το λόγο πετυχαίνει την ακριβή και πλήρη απόδοση των νοημάτων του. Από το άλλο μέρος βασίζεται στο ότι οποιοσδήποτε άλλος είναι σε θέση, με βάση το λόγο, να εξακριβώσει τα νοήματα του πρώτου. Έτσι, στις «ατέλειες» που συνοδεύουν τα κείμενα των ευαγγελίων από την εξωτερίκευσή τους, μπορούμε να προσθέσουμε τις δυσκολίες που χαρακτηρίζουν την προσπάθεια να κατανοήσουμε τα νοήματα που περιέχονται σε αυτά. Η αποκάλυψη αυτών των νοημάτων θα είναι το έργο της ερμηνείας που θα εκτελεστεί στην ενότητα αυτή. Σε σχέση με την ερμηνεία, δηλαδή την αποκάλυψη του νοήματος της ορισμένης ευαγγελικής ενότητας, πρέπει καταρχήν να εξετάσουμε τρία ειδικότερα θέματα: το σκοπό της ερμηνείας, το αντικείμενο της ερμηνείας, δηλαδή η συγκεκριμένη ευαγγελική ενότητα και τα κριτήρια που είναι απαραίτητα να τηρηθούν κατά τη διαδικασία της ερμηνείας από τα υποκείμενα της ερμηνείας (εκκλησιαστικούς θεσμούς, καινοδιαθηκολόγοι και ερμηνευτές). Στο ερώτημα ποιος είναι ο σκοπός της ερμηνείας από τα έργα και τις μελέτες που λάβαμε υπόψη μας κατά τη συγγραφή της παρούσας εργασίας προκύπτουν συνήθως δύο απαντήσεις. Σύμφωνα με την πρώτη, η ερμηνεία αποσκοπεί να εξακριβώσει το νόημα της συγκεκριμένης περικοπής λαμβάνοντας υπόψη τα συγκεκριμένα ιστορικοπολιτισμικά στοιχεία που ίσχυαν κατά την εποχή στην οποία αναφέρεται η περικοπή και με αυτό τον τρόπο, η ερμηνεία αυτή αναπλάθει την αντίληψη του Χριστού ή της χριστιανικής κοινότητας πάνω σε ένα ορισμένο ιστορικό γεγονός. Σύμφωνα με τη δεύτερη, η ερμηνεία είναι η αναζήτηση του «πνεύματος» της περικοπής ή με άλλα λόγια αναζητάμε τη διαχρονική αξία της περικοπής και όχι την αντίληψη της χριστιανικής κοινότητας μιας συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής. Και οι δύο αυτές εκδοχές αλληλοσυμπληρώνονται και συμβάλλουν στην ερμηνευτική διαδικασία. Εάν δεν λάβουμε υπόψη τις ιστορικές προϋποθέσεις που οδήγησαν στην συμπεριφορά του Χριστού, όπως περιγράφεται στη συγκεκριμένη βιβλική ενότητα, καθώς και τους λόγους είτε κοινωνικούς είτε θρησκευτικούς, που συνέβαλλαν στην ένταξη της συγκεκριμένης βιβλ. ενότητας στα ευαγγελικά κείμενα, δεν μπορούμε να σχηματίσουμε μια ορθή άποψη περί του διαχρονικού νοήματος της περικοπής αυτής. Επιπρόσθετα, δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε τα ιστορικά και κοινωνικά στοιχεία που συνδέονται με την περικοπή αυτή, αν δεν λάβουμε 34
υπόψη την πίστη και την ομολογία της χριστιανικής Εκκλησίας. Επομένως, μπορούμε συμπερασματικά να πούμε ότι ο σκοπός της ερμηνείας πρέπει να είναι η αποκάλυψη του αντικειμενικού νοήματος της περικοπής. Σε σχέση με το αντικείμενο της ερμηνείας, δήλ. το ίδιο το ευαγγελικό κείμενο, προκύπτει το ζήτημα αν αντικείμενο ερμηνείας είναι κάθε βιβλική περικοπή ή μόνο εκείνη που παρουσιάζει ασάφειες ως προς την απόδοση νοήματος. Πράγματι, κάποια εδάφια της Αγίας Γραφής είναι πολύ σαφής διατυπωμένα, ώστε να μην χρειάζεται διευκρίνιση του νοήματός τους, εντούτοις τα χωρία αυτά μαρτυρούν για τις γενικές θεολογικές τάσεις της πρώτης χριστιανικής κοινότητας. Καταλήγουμε λοιπόν, ότι αντικείμενο ερμηνείας αποτελεί κάθε περικοπή της Αγίας Γραφής. Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις ερμηνείας της Βίβλου: αυθεντική και επιστημονική. Ως αυθεντική ερμηνεία νοείται εκείνη η περίπτωση κατά την οποία το ίδιο το βιβλικό κείμενο αυτοερμηνεύεται, ενώ αντιθέτως όταν η ερμηνευτική διαδικασία συνάγεται στη χρήση θεολογικών και επιστημονικών αρχών για την εξαγωγή του νοήματος της βιβλικής περικοπής έχουμε τη λεγόμενη επιστημονική ερμηνεία. Στο πλαίσιο αυτής της ενότητας θα προσπαθήσουμε να χρησιμοποιήσουμε και τις δύο αυτές προσεγγίσεις για να εξακριβώσουμε τη σημασία και το νόημα της διήγησης της συκής. Ήδη κάναμε μία προσπάθεια με την αναφορά στην τεχνική της παρεμβολής, καθώς επίσης και στο μοτίβο της προοδευτικής επανάληψης. Θα προχωρήσουμε όμως, και σε άλλα χαρακτηριστικά μοντέλα όπως για παράδειγμα η αναζήτηση του παλαιοδιαθηκικού υποβάθρου της διήγησης της συκής. Οι μέθοδοι ερμηνείας που διαθέτει σήμερα η βιβλική επιστήμη είναι πάρα πολλές. Ανάμεσα στις πολλές προσεγγίσεις διακρίνουμε την ιστορικο-κριτική, την αναθεωρητική, την οικολογική και την μορφοϊστορική. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις θα χρησιμοποιηθούν στην ερμηνευτική πορεία, αλλά η διαίρεση των ερμηνευτικών τάσεων δεν θα γίνει με βάση αυτές τις μεθόδους. Επιλέξαμε οι ερμηνευτικές τάσεις να ταξινομηθούν σε δύο κύριες κατευθύνσεις: μη παραδοσιακή ερμηνευτική προσέγγιση και παραδοσιακή ερμηνευτική προσέγγιση. Η επιλογή αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι ήδη έχει καθιερωθεί στη βιβλική επιστήμη ένα ερμηνευτικό corpus που υιοθετεί την παραδοσιακή προσέγγιση και θα ήταν πιο εύκολο όλες οι υπόλοιπες ερμηνείες να επισημαίνονται ως μη παραδοσιακές. Ήδη χρησιμοποιήσαμε τον ορισμό «παραδοσιακή/ κλασική ερμηνευτική προσέγγιση» χωρίς όμως να εμβαθύνουμε στη σημασία του για λόγους συντομίας. Η παραδοσιακή προσέγγιση περιλαμβάνει εκείνη τη γκάμα ερμηνευτικών εκδοχών, που θεωρούν ότι η άκαρπη συκή απεικονίζει και συμβολίζει τον Ιουδαϊκό λαό ή κάπως πιο συγκεκριμένα, τις ιουδαϊκές θρησκευτικές αντιλήψεις κατά την εποχή του Χριστού και τους θρησκευτικούς θεσμούς των ιουδαίων, όπως η Συναγωγή και ο Ναός. Αντίθετα, οι μη παραδοσιακές προσεγγίσεις ποικίλουν στις απόψεις τους, μπορούν να έχουν ως αφετηρία την παραδοσιακή προσέγγιση, αλλά ο σκοπός της 35
ερμηνείας τους στρέφεται προς κοινωνικο-θεολογικά προβλήματα μεταγενέστερα της εποχής του Χριστού και των αποστόλων. Η μη παραδοσιακή ερμηνευτική προσέγγιση προσπαθεί να βρει ένα γενικό και διαχρονικό νόημα της διήγησης της συκής και δεν περιορίζεται στα ιστορικά δεδομένα των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων. 2.Μη παραδοσιακές ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Οι μη παραδοσιακές ερμηνείες της διήγησης της συκής παρουσιάζουν ένα σπουδαίο μέρος από τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις που έγιναν πάνω στο θέμα αυτό. Παρόλο που, όπως ειπώθηκε, οι ερμηνεύτικες αυτές τάσεις δεν λαμβάνουν υπόψη τους τόσο πολύ τις ιστορικές και τις κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες στην εποχή της συγγραφής των ευαγγελικών κειμένων, η συνεισφορά τους όμως είναι αξιοσημείωτη για τις θεολογικές προοπτικές που προσφέρουν. Μεγάλο μέρος των ερμηνειών αυτών δεν προέρχονται από εξειδικευμένες βιβλικές μελέτες, το γεγονός αυτό όμως δεν εμποδίζει την ένταξή τους σε βιβλικές μελέτες, αρκεί αυτό να γίνει με βάση καθορισμένα κριτήρια. Θα αναφερθούμε με συντομία σε 5 απόψεις που αποτελούν ένα ενδεικτικό παράδειγμα των ουσιαστικότερων ερμηνευτικών τάσεων που χαρακτηρίζουν την μη παραδοσιακή προσέγγιση. Ο τρόπος έκθεσης των προσεγγίσεων δεν θα γίνει όπως συνηθίζεται στη βιβλική έρευνα με την παρουσίαση και την ανάλυση των στίχων που περιέχουν τη διήγηση της συκής, επειδή οι ερμηνείες αυτές στην ουσία είναι θεολογικο- ερμηνευτικές τάεις παρά μία εξειδικευμένη βιβλική ανάλυση. Μία ενδιαφέρουσα άποψη που θα μπορούσε να αποτελέσει και βάση για μία οικολογική προσέγγιση της διήγησης της συκής εκφράζεται από τον Vladimir Stoyanov 46 και συνδέεται στενά με την ανθρωποκεντρική τάση που παρατηρείται στο ευαγγέλιο του Μάρκου. Πράγματι, σε αυτό το ευαγγέλιο όσο σε κανένα άλλο δημιουργείται η έντονη εντύπωση ότι όλη την δράση του Χριστού γίνεται με σκοπό την ευημερία του ανθρώπου και όλη η υπόλοιπη φύση πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο. Σε αυτό το συμπέρασμα μπορούν να μας οδηγήσουν τα χωρία Μκ 1,23, στο οποίο παραβιάζεται η ημέρα του Σαββάτου για να θεραπευθεί ο δαιμονισμένος, καθώς και όλη η ενότητα που διηγείται θαύματα από 1,30 έως 2,6 η ανάκληση της νηστείας στο 2, 18-19, η παραβίαση του νόμου του Σαββάτου στο 2,23-27, η υποταγή των ανέμων στο 4, 37-40, το επεισόδιο του δαιμονισμένου στο 5,1-15 στο οποίο για τη σωτηρία της ψυχής ενός ανθρώπου θυσιάζεται το κοπάδι των χοίρων κ.ά. Υπό το πρίσμα όλων αυτών των περιστατικών η κατάρα της συκής μπορεί να ερμηνευτεί ως τιμωρία εξαιτίας της ανικανότητας του δέντρου να ικανοποιήσει την πείνα του Χριστού. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να ερμηνευθεί και 46 V. Stoyanov, Исагогический анализ евангелия от Марка, Bogoslovskiy Jurnal Moskovskagο fakulteta, 1993., σ. 13 36
το επεισόδιο στο Μθ 21,18-22, καθώς και η παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ 13,6-9, στην οποία ο λόγος αποκοπής του δέντρου παρουσιάζεται με τα λόγια «VIdou,( tri,a e;th e;rcomai zhtw/n karpo.n evn th/ sukh/ tau,th ( kai. ouvc eu`ri,skw\ e;kkoyon auvth,n\ i[na ti, kai. th.n gh/n katargei/è». Εδώ ο τόνος βρίσκεται στην μακροθυμία, και το γεγονός δεν περιέχει θαυματουργικά μοτίβα. Η ερμηνευτική αυτή αρχή δεν μπορεί να εξηγήσει τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στα τρία ευαγγέλια όσον αφορά τη διήγηση της συκής. Δύσκολο είναι επίσης, να ερμηνευτεί το Μκ 11,13 καθώς και η απουσία του από το Μθ. Το οικολογικό μοτίβο επίσης δεν θα μπορούσε να επηρεάσει τη συνείδηση της πρώτης χριστιανικής κοινότητας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να ενταχθεί το περιστατικό αυτό στην προ του πάθους δράση του Χριστού. Μία διαφορετική άποψη παρουσιάζει ο Κ. Lentiev 47, σύμφωνα με τον οποίο το περιστατικό αυτοερμηνεύεται στο Μκ 11, 22 και Μθ 21,21-22. Γι αυτόν η αιτία της κατάρας και το θαυματουργικό αποτέλεσμα γίνεται για λόγους κατηχητικούς και πιο συγκεκριμένα, για να προβληθεί η δύναμη της πίστης στους μαθητές και γενικά σε όλους τους χριστιανούς 48. Αυτή η ερμηνεία είναι χαρακτηριστική για όλα τα θαύματα επί της φύσεως στο Μκ και γι αυτό, εάν θεωρούμε τη διήγηση της συκής ως θαύμα επί της φύσεως, η εξήγηση ότι ο Χριστός έκανε το θαύμα με την συκή για να δείξει στους μαθητές του πόση δύναμη έχει η αληθινή πίστη στον Θεό φαίνεται ελκυστική. Ειδικά αν συγκρίνουμε το Μκ 4, 37-4,40 με Μκ 11,12-14.20-22, η ερμηνεία που δίδεται από τον ίδιο τον Χριστό στους στίχους 4,40 και Μκ 11,22 είναι βασισμένη στην ακλόνιτη πίστη στον Θεό-«ou;pw e;cete pi,stinè» / «e;cete pi,stin qeou/». Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι μία από τις ερμηνείες που αποδίδεται στη διήγηση της συκής από τη χρ. κοινότητα είναι η πίστη. Η αφορμή για την ένταξη του περιστατικού στην ενότητα του πάθους του Χριστού μπορεί να είναι η ενθάρρυνση των μαθητών, και από μία κάπως γενικότερη άποψη, η ενθάρρυνση των ανθρώπων που ακολούθησαν τον Χριστό να έχουν πίστη στον Θεό και να μην φοβούνται από όσα συμβαίνουν κατά την σταύρωση του Χριστού και τον διωγμό των μαθητών του Χριστού από τους Ιουδαίους. Η άποψη ότι υπάρχει ιδεολογική συγγένεια ανάμεσα στα περιστατικά Μκ 5,1-15 και Μκ 11,12-14 έχει υποστηριχθεί από πολλούς ερμηνευτές όπως Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος 49, ο Θεοφύλακτος Αχρίδας 50 και ο D.E.Nineham 51. Σύμφωνα με αυτούς ο Χριστός κάνει τα δύο αυτά θαύματα για να δείξει τη δύναμή του στους ανθρώπους, δεν τα κάνει όμως σε ανθρώπους για λόγους ελεημοσύνης προς την αδύναμη ανθρώπινη φύση. Σύμφωνα 47 K. Lentiev, Zhizni Iisusa Hrista, Krushevac, 1992. 48 Ομοίως την άποψη αυτή εκφράζει και ο David Crump,Βλ. D. Crump, Knocking on Heaven's Door: A New Testament Theology of Petitionary Prayer, Baker Publishing Group, 2006. σ. 28-29. Σύμφωνα με τον Crump η κατάρα της συκής αποτελεί ένα παράδειγμα αιτητικής προσευχής, ενώ η ξηραμένη συκή αποτελεί το θαυματουργικό αποτέλεσμα της. 49 Ιω. Χρυσόστομος, Ερμηνεία του Ευαγγελίου του Ματθαίου, Ομιλία 67. 50 Θεοφύλακτος Αχρίδας, Ερμηνεία του Ευαγγελίου του Ματθαίου, Κεφ. 21. 51 Βλ. D. E. Nineham, The Gospel of St. Mark, London, 1968. σ. 300. 37
με τον Αγ. Ιω. Χρυσόστομο το φαινόμενο της εσωτερικής ασυνέπειας (internal inconsistency) που παρατηρείται στη διήγηση της συκής οφείλεται στο γεγονός ότι στη περίπτωση αυτή τα ευαγγέλια εκφράζουν την άποψη ή την εκτίμηση των ευαγγελιστών για το περιστατικό αυτό και όχι την πραγματική του σημασία 52. Γι αυτό, ο στ. Μκ 11,13 και η αντίληψη για την κατάρα της συκής λόγω της ακαρπίας της, στο στ. 21 πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα της συνείδησης των μαθητών προ της επιφοιτήσεως. Η άποψη όμως αυτή μπορεί να εφαρμοστεί μόνο στα ευαγγέλια του Μκ και του Μθ και γι αυτό το λόγο, δεν μπορεί να εξηγήσει την παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ, ούτε να δώσει απάντηση για τη σχέση των κειμένων του Μκ και Μθ με τον Λκ. Συνήθως, η χρήση της γίνεται σε συνδυασμό με την παραδοσιακή ερμηνευτική προσέγγιση. Άλλη ερμηνεία της διήγησης της συκής είναι η αντίληψη ότι το περιστατικό και η παραβολή συμβολίζουν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους. Σύμφωνα με τους Timothy Maurice Pianzin 53 και Peter Rhea Jones 54 η διήγηση της συκής αποτελεί μία απεικόνιση της ιστορικής πραγματικότητας στην Ιουδαία κατά την εποχή του Χριστού στην οποία παρουσιάζονται οι σχέσεις μεταξύ των ιουδαίων και των ρωμαϊκών αρχών. Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες απόψεις, εδώ ερμηνευτική αφετηρία αποτελεί η παραβολή στο Λκ. Σύμφωνα με τον P. Jones ο αμπελουργός συμβολίζει το όργανο εξουσίας των Ιουδαίων - το Συνέδριο, ενώ ο ιδιοκτήτης- τη Ρωμαϊκή εξουσία. Με βάση την αντίληψη αυτή η διήγηση της συκής συνδέεται οργανικά με τις εσχατολογικές προφητείες Μθ 24,32-35 Μκ 13,28-31 και Λκ 21,29-33 των συνοπτικών ευαγγελίων στις οποίες περιγράφεται η καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Η άποψη αυτή φαίνεται να εκφράζεται σε μία διαφορετική παραλλαγή και από τον Θεοφύλακτο Βουλγαρίας. Στην προϊστορία της παραβολής της άκαρπης συκής (Λκ 13,1-5) ο εκκλησιαστικός πατέρας συνδέει την ιστορική συνάφεια της παραβολής με τις ακραίες θρησκευτικές τάσεις του Ιούδα από την Γαλιλαία (Πρ. Απ. 5, 37), που δίδασκε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ονομάζεται Κύριος ούτε κυριολεκτικά, ούτε σαν ένδειξη τιμής και ότι δεν πρέπει να προσφέρονται άλλες θυσίες, εκτός από τις προβλεπόμενες από το Μωσαϊκό νόμο. Η διδασκαλία αυτή ήταν κάθετα αντίθετη με την γνωστή Ρωμαϊκή πρακτική να αποδίδεται στον αυτοκράτορα θεϊκό χαρακτήρα, πράγμα που προκάλεσε την αντίδραση του Πιλάτου να «ανακατέψει το αίμα τους με τις θυσίες που προσέφεραν στο ναό» (Λκ 13,1). Το γεγονός αυτό έθεσε ένα ηθικό και θρησκευτικό δίλημμα στον Ιουδαϊκό λαό στον οποίο ο Ιησούς δίνει την απάντηση ότι «αν δεν 52 Συγκεκριμένα για το στ. Μκ 11,13 ο Αγ. Ιω. ο Χρυσόστομος σημειώνει: «Προφανώς ο ευαγγελιστής είπε αυτό, επειδή έτσι νόμιζαν οι μαθητές, οι οποίοι δεν ήταν ακόμα τέλειοι. Τα ευαγγέλια συχνά εκθέτουν σκέψεις των μαθητών. Και όχι μόνο αυτό νόμιζαν οι μαθητές, αλλά και αυτό ότι η συκή καταράστηκε επειδή σε αυτήν δεν είχε καρπούς.» 53 Βλ. T. Pianzin, Parables of Jesus: In the Light of Its Historical, Geographical & Socio-Cultural Setting, Tate Publishing, 2008, σ. 235-237. 54 Βλ. P. R. Jones, Studying the Parables of Jesus, Smyth & Helwys, 1999, σ. 123-133. 38
μετανοήσετε, αν δεν σταματήσετε να υποκινείτε αναταραχές, να αναζωπυρώνετε εσωτερικές διαμάχες και δεν σπεύσετε να εξιλεώσετε τον Θεό με πράξεις, θα έχετε ακόμη χειρότερη μοίρα. Επειδή δεν πρέπει με πρόσχημα την ευλάβεια να ψάχνεις δόξα και συνάμα να δημιουργείς εσωτερικές κοινωνικές ταραχές» 55. Πρέπει να τονίσουμε ότι στην περίπτωση αυτή η ερμηνεία της διήγησης της συκής στρέφεται κατεξοχήν στην ιστορική συνάφεια των ευαγγελικών κειμένων. Το ερώτημα που πρέπει να τεθεί εδώ είναι: αποτελούν τα ευαγγέλια θρησκευτικο- κοινωνική ερμηνεία των ιστορικών συνθηκών ή προβάλλουν μία καινούργια θρησκευτική διδασκαλία που ενσωματώνεται ή καλύτερα εντάσσεται στην ιστορική πραγματικότητα του πρώτου αιώνα; Η άποψή μας είναι ότι η ιστορική πραγματικότητα και η θεολογική φυσιογνωμία της χριστιανικής κοινότητας βρισκόταν σε μια δυναμική και όχι σταθερή σχέση, επομένως ιστορικά στοιχεία θα μπορούσαν να αποτελούν έμπνευση για τη θεολογική διαμόρφωση της χριστιανικής εκκλησίας και επομένως να επηρεάζουν τη ζωή της. Ο πυρήνας όμως της θεολογίας της πρώτης χρ. κοινότητας θα πρέπει να αναζητηθεί σε ένα Χριστολογικό επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι η άποψη αυτή δεν έχει μία ερμηνευτική αυτάρκεια. Αυτό μπορεί να διαπιστωθεί και πρακτικά. Παρόλο που πολλοί ερμηνευτές (συμπεριλαμβανομένων και των Πατέρων της Εκκλησίας) υποστηρίζουν τις δύο αυτές ερμηνείες, πάντα τις συνδέουν με την παραδοσιακή ερμηνεία της διήγησης της συκής. Άλλη ερμηνευτική προσέγγιση, την οποία ήδη αναφέραμε στο προηγούμενο μέρος είναι η άποψη των Philip F. Esler 56 και Donald B. Strobe 57, σύμφωνα με τους οποίους το περιστατικό είναι πολύ πιθανό να στρέφεται προς την ίδια τη χριστιανική κοινότητα 58. Προς την άποψη αυτή φαίνεται να συμφωνούν και οι M. Eugene Boring και Fred B. Craddock 59. Ο Ph. E. Esler υποστηρίζει την άποψη ότι όλη η ενότητα Μκ 11-16 βασίζεται σε μία προ- Μάρκεια πηγή που προέρχεται από την εκκλ. κοινότητα της Ιερουσαλήμ και περιλαμβάνει τις επισκέψεις και τη δράση του Ιησού και των μαθητών του στην Ιερουσαλήμ. Το περιστατικό της ξηραμένης συκής είναι ενταγμένο στο ευαγγέλιο του Μκ σαν μία Μάρκεια αναθεώρηση της πηγής 55 Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, Ερμηνεία των ευαγγελίων, μέρος Β. σ.183. 56 Ph. F. Esler, The Incident of the Withered Fig Tree in Mark 11: A New Source and Redactional Explanation, Journal for the Study of the New Testament, 28 no 1 S 2005, σ. 49. 57 D. B. Strobe, "Not the Seasons for Figs," Collected Words, Donald B. Strobe, Dynamic Preaching, 2005. 58 Η άποψη αυτή φαίνεται να αποδέχονται και οι Donahue και Harrington. Για τις απόψεις τους βλ. J. R. Donahue and D. J. Harriton, The Gospel of Mark. Collegeville, Minesota :The Liturgical Press.2002, σ. 331: «the fig tree symbolize the Jewish crowds, the Jewish religious leaders, the Temple, the sacrificial worship enacted in the Temple, Israel as God s people, Judaism as a religious system, or even the Markan Community». 59 Βλ. M. E. Boring,F. B. Craddock, The People's New Testament Commentary, Westminster John Knox Press, Louisville, Kentucky, 2009. σ. 83: «Η (κατάρα της συκής) απεικονίζει την Θεία τιμωρία πάνω σε αυτούς που εξωτερικά εμφανίζονται σαν άνθρωποι που είναι παραγωγικοί, αλλά ουσιαστικά δεν προσφέρουν κανένα καρπό. Αυτή η αξιολόγηση δεν είναι απλά μία αντιπαράθεση του «άκαρπου Ιουδαϊσμού» και του «καρποφόρου χριστιανισμού», αλλά κατευθύνεται προς τα εσωτερικά πρόσωπα της Μάρκειας κοινότητας.» 39
αυτής, αλλά δεν περιέχει στοιχεία της Μάρκειας θεολογικής και χριστολογικής σκέψης. Ο Μκ δεν καταλάβαινε τη Μεσσιανική σημασία της διήγησης της συκής και γι αυτό την επεξεργάστηκε τοποθετώντας την στην ενότητα για την επίσκεψη στο ναό. Η σύνδεση του περιστατικού με τα λόγια για την πίστη και την προσευχή σύμφωνα με τον Esler είναι η ερμηνεία του Μκ για το περιστατικό που αποτελεί μία προειδοποίηση για την χρ. κοινότητα ότι αν δεν εκτελέσει την αποστολή της να προσφέρει πνευματικούς καρπούς, θα ακολουθήσει την μοίρα της συκής. Στην άποψη αυτή βλέπουμε μία παραλλαγή της αντίληψης του Αγ. Ιω. του Χρυσοστόμου, η οποία παρουσιάστηκε μόλις παραπάνω, με τη διαφορά ότι ο Μκ, σύμφωνα με τον Esler βασίζεται σε μία εξωτερική πηγή. Η άποψη αυτή, όπως παρατηρεί και ο Edward Reaugh Smith είναι «εσφαλμένη» 60, επειδή αν δεχθούμε ότι ο Μκ, ο οποίος δεν ήταν μαθητής του Χριστού, δεν ήταν εξοικειωμένος με τη μεσσιανική ερμηνευτική τάση της διήγησης της συκής, τότε γιατί ο Μθ, ο οποίος ήταν μαθητής του Χριστού, παρόλο που αναθεωρεί δομικά τη διήγηση της συκής, εξακολουθεί την ερμηνευτική κατεύθυνση που προτείνεται στο ευαγγέλιο του Μκ. Η σκέψη αυτή μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αιτία της «εσωτερικής ασυνέπειας» της διήγησης της συκής θα πρέπει να αναζητηθεί σε ένα διαφορετικό ερμηνευτικό πλαίσιο. Σπαράγματα μη παραδοσιακών ερμηνευτικών προσεγγίσεων μπορεί κανείς να ανακαλύψει και στα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας και πιο συγκεκριμένα στους Βίκτωρα Αντιοχείας, Εφραίμ τον Σύρο, Ιωάννη Χρυσόστομο και Θεοφύλακτο Βουλγαρίας (Αχρίδας) κ.ά. Όπως σωστά παρατηρεί ο καθηγητής Ιωάννης Καραβιδόπουλος 61, η άποψη των πατέρων της Εκκλησίας σχετικά με τη διήγηση της συκής είναι αυτή που έχουν διατυπώσει και οι σύγχρονοι ερμηνευτές- η καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Πρέπει να ειπωθεί εξάλλου, ότι στα Πατερικά έργα 60 Βλ. Ed. R. Smith, The Temple Sleep of the Rich Young Ruler: How Lazarus Became the Evangelist John, Anthroposophic Press, 2011. σ. 305 : «Esler concluder, wrongly in my estimation, that Mark didn t understand that either but because it was such a fully document source he could not ignore it, so included it with a generalized explanation regarding faith-but what a strange way to illustrate faith, by the killing of a tree.». Ενδιαφέρουσα είναι και η άποψη του Ε.Smith ο οποίος συνδέει τη διήγηση της συκής σε ένα θεολογικό contrast με την ανάσταση του Λαζάρου στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, ο οποίος αποκομμένος από την ζωή έδωσε πνευματικό καρπό με τη δύναμη της πίστης. Σύμφωνα με τον Smith είναι «προτιμότερο ο Ιησούς να χρησιμοποίησε τη συκή συμβολικά» για να δείξει την έναρξη της καινούργιας νοοτροπίας, η οποία σε αντιδιαστολή με την αρχαία μυστηριολογία, που περιγράφεται με την έκφραση «κάτω από τη συκή» ήταν ο τελικός σταθμός της πρόοδος της εξέλιξης της ανθρώπινης συνείδησης. Η τάση αυτή να αντιπαραβάλλεται η κατάρα της συκής με την ανάσταση του Λαζάρου είναι ευρέως διαδεδωμένη και στην πατερική εκκλησιαστική σκέψη. Έτσι για παράδειγμα ο Δίδυμος Αλεξανδρείας (PG 39, 60C) συνδέει τη διήγηση της συκής με την Ανάσταση του Λαζάρου και μαρτυρεί ότι πολλοί Ιουδαίοι αμφισβητούσαν την αυθεντικότητα του θαύματος, θεωρώντας τη συκή «τρυγωνισθείσα». Παρομοίος ο Αγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας (PG 77, 1168C) και ο Μανουήλ Πατριάρχος Κωνσταντινουπόλεως (PG 152, 576C) θεωρούν την ερώτηση του Χριστού για την τοποθεσία του Λαζάρου και το στοιχείο της πείνας του Χριστού στη διήγηση της συκής ως «προσποιητικές» για «ανθρωποπρεπείς» λόγους. Ο Αγ. Γρηγόριος Νύσης (PG 38, 1160-1161) επίσης αντιπαραβάλλει το θαύμα της ξηράνσεως της συκής με την ανάσταση του Λαζάρου, με την μετατροπή της ράβδου του Μωυσή σε φίδι και με την βλάστηση της «βακτηρίας» του Ααρών σε μία νύχτα. 61 Βλ. Ιω. Καραβιδόπουλος, Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, Θεσσαλονίκη, 1988.σ.370. 40
εκτός από την παραδοσιακή ερμηνεία, έχουν διασωθεί πολλές άλλες ερμηνευτικές τάσεις που συνδέονται συνθετικά σε μία οργανική ενότητα. Η διαπίστωση αυτή είναι ένα ενδεικτικό γεγονός για το ότι δεν υπήρχε μία ενιαία ερμηνευτικόθεολογική αντίληψη της Εκκλησίας που να συνδέεται με την διήγηση της συκής. Γι αυτό οι προσεγγίσεις της διήγησης της συκής κινούνται σε ένα πολυεπίπεδο ερμηνευτικό πλαίσιο, αλλά η βασική ερμηνευτική αρχή των Πατέρων αποτελεί η σωτηριολογία. Ο Βίκτωρας Αντιοχείας είναι ο πρώτος ερμηνευτής που υποστηρίζει ότι η διήγηση της συκής στο Μκ και Μθ αποτελεί μία έμπρακτη παραβολή. Προς την ίδια άποψη συμφωνούν και ο Εφραίμ ο Σύρος, ο Ιω. ο Χρυσόστομος και ο θεοφύλακτος της Βουλγαρίας, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι όσα λέγονται σχετικά με την εποχή των συκών στο Μκ 11,13 αποβλέπουν στο να δείξουν τη συμβολική σημασία της συκής. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος 62 μας πληροφορεί ότι στην εποχή του κάποιοι υποστήριζαν την άποψη ότι η συκή συμβολίζει το νόμο. Προφανώς, εδώ έχει υπόψη του τον Ωριγένη 63, τον Αγ. Γρηγόριο Νύσης 64. O Μάξιμος ο Ομολογητής 65 αποδίδει τη χρήση της διήγησης της συκής στην ανικανότητα και την αδεξιότητα του ανθρωπίνου γένους να κατανοήσει την πραγματικότητα της σωτηρίας και με αυτό τον τρόπο της προσδίδει παιδαγωγικές διαστάσεις. Σύμφωνα με αυτόν η συκή είναι σύμβολο της πνευματικής σκιάς του νόμου στην οποία έζησε η ανθρωπότητα. Ο Παλαιοδιαθηκικός νόμος, ενσωματωμένος στην Ιουδαϊκή λατρεία ήταν ένας παιδαγωγικός σταθμός στη σωτηριολογική προοπτική του Θεού, και για αυτό ήταν «εν οδώ κειμένην». Τα φύλλα που καλύπτουν την άκαρπη συκή απεικονίζουν την εξωτερική μορφή της Ιουδαϊκής λατρείας που στερείται καρπό της δικαιοσύνης. Ο καρπός αυτός είναι η πραγματική σωτηρία και η θ. Χάρη. Τα λόγια του στ. 14 επισημαίνουν την εποχή της επικράτειας του Νόμου πάνω στην ανθρώπινη φύση. Με αυτό τον τρόπο η κατάρα και η ξήρανση της συκής ερμηνεύονται ως απόρριψη του Ιουδαϊκού λαού, λόγω της απιστίας του στην προσωπικότητα του Ιησού Χριστού. Αν και χρησιμοποιεί την παραδοσιακή προσέγγιση, για τον Μάξιμο η συκή απεικονίζει όσο τους Ιουδαϊκούς θρησκευτικούς θεσμούς τόσο και την χριστιανική Εκκλησιαστική δεοντολογία. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο Πρόκλος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (PG 65, 733), για τον οποίο η ξηρανθείσα συκή απεικονίζει την Π.Δ. Ο Αγ. Εφραίμ ο Σύρος 66 διασώζει τέσσερεις ερμηνευτικές τάσεις που ήταν διαδεδομένες στην εποχή του. Σύμφωνα με αυτόν : 62 Σχετικά με την ερμηνευτική προσέγγιση της διήγησης της συκής του Χρυσοστόμου στα ευαγγέλια του Μκ και Μθ Βλ. PG,58,633, 634 59, 602. 63 Βλ. PG 12, 193 C 13, 1460 Α-1469 Α, 1472 Β. 64 Βλ. PG 38, 1160-1161. 65 Βλ.PG 90, 308C-309C, 1209. 66 Βλ. Ефрем Сирин (Εφραίμ ο Σύρος), Творения (Έργα), Ιερά μονή Ζωγράφου, Άγιον Όρος, 2003,σ. 175-179. 41
1) ο πραγματικός σκοπός της κατάρας της συκής είναι η Ιερουσαλήμ «στην οποία Αυτός (ο Χριστός) προσπάθησε να βρει αγάπη, αλλά αυτή (η Ιερουσαλήμ) περιφρόνησε τον καρπό της μετανοίας». (Παραδοσιακή προσέγγιση) 2) Το θαύμα αποτελεί «σημείον» για τους φίλους και τους οπαδούς του Χριστού και ένδειξη τιμωρίας για τους εχθρούς του. «Αυτός (ο Ιησούς) έδειξε εκ των προτέρων διά μέσω ενός ζωντανού φυτού στο οποίο προκάλεσε ξήρανση, ότι θα ήταν ικανός να καταστρέψει τους σταυρωτές του με μία λέξη» 67. 3) Ο Χριστός καταράστηκε τη συκή να μη δίνει καρπό σύμφωνα με το νόμο (της φύσης) επειδή αυτή δεν τήρησε το Νόμο (του Μωυσή). Η ερμηνεία αυτή είναι χαρακτηριστική αποκλειστικά για τον Αγ. Εφραίμ τον Σύρο και αποτελεί μία εξαιρετική κοινωνική προσέγγιση. Σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Μωσαϊκού νόμου στο Δευτ. 24,19-22 : «avmhto.n evn tw/ avgrw/ sou kai. evpila,qh dra,gma evn tw/ avgrw/ sou ouvk evpanastrafh,sh labei/n auvto, tw/ ptwcw/ kai. tw/ proshlu,tw kai. tw/ ovrfanw/ kai. th/ ch,ra e;stai i[na euvlogh,sh se ku,rioj o` qeo,j sou evn pa/si toi/j e;rgoij tw/n ceirw/n sou eva.n de. evlaialogh,sh j ouvk evpanastre,yeij kalamh,sasqai ta. ovpi,sw sou tw/ proshlu,tw kai. tw/ ovrfanw/ kai. th/ ch,ra e;stai kai. mnhsqh,sh o[ti oivke,thj h=sqa evn gh/ Aivgu,ptw dia. tou/to evgw, soi evnte,llomai poiei/n to. r`h/ma tou/to», ο ιδιοκτήτης της συκής έπρεπε να αφήσει μέρος από τις συκιές για τους επισκέπτες και για τους φτωχούς 68. Επειδή ο ιδιοκτήτης δεν τήρησε το νόμο αυτό, ο Χριστός καταράστηκε τη συκή για να μην μπορεί ο ιδιοκτήτης της να χρησιμοποιεί τους καρπούς της επειδή ο τελευταίος δεν άφησε καρπούς για τους ορφανούς και τους κοινωνικά αδύναμους. Ο Αγ. Εφραίμ κάνει και ένα χαρακτηριστικό παραλληλισμό μεταξύ του θαύματος στο Μκ 5,1-15 και το Μκ 11,12-14. Όπως οι Γερασηνοί δεν πήγαν εθελοντικά στον Χριστό, αλλά αναγκάστηκαν να προσέλθουν στο Χριστό μετά τον πνιγμό των χοίρων, έτσι και ο ιδιοκτήτης της συκής αναγκάστηκε να πάει στον Χριστό μετά από την καταστροφή της συκής. Στο σημείο αυτό είναι αξιοπαρατήρητο και ακόμα ένα στοιχείο: και στις δύο περιπτώσεις (Μκ 5,1-5 και Μκ 11,12-14) ο κοινωνικός περίγυρος του Ιησού στρέφεται εχθρικά προς Αυτόν, όπως διαπιστώνουμε από τη συνάφεια των στίχων Μκ 5,17 («kai. h;rxanto parakalei/n 67 Η άποψη αυτή υποστηρίζεται και από τον Αγ. Ιω. το Χρυσόστομο. Στην Ερμηνεία του ευαγγελίου του Ματθαίου, ομιλία 67 (PG 59, 602) ο εκκλησιαστικός πατέρας επισημάνει: «Λοιπόν, γιατί ο Χριστός καταράστηκε τη συκή; Εξαιτίας των μαθητών, δηλαδή να τους ενθαρρύνει. Επειδή ο Χριστός πάντα έκανε ευεργετικές πράξεις και κανέναν δεν τιμωρούσε, αλλά συγχρόνως έπρεπε να δείξει και την πραγματικότητα της δικαιοσύνης του, για να γνωρίσουν τώρα και οι μαθητές και οι ιουδαίοι ότι Αυτός αν και θα μπορούσε ξηράνει, όμοια με τη συκή τους σταυρωτές του, εθελοντικά παρέδωσε τον εαυτό του στη σταύρωση και δεν τους βλάπτει,- δίνει παράδειγμα με τις πράξεις της δικαιοσύνης του όχι πάνω σε ανθρώπους, αλλά σε φυτό». Φαίνεται ότι αυτή η άποψη ήταν ευρέως διαδεδομένη, εφόσον μπορούμε να την συναντήσουμε όσο σε προηγούμενα τόσο και σε μεταγενέστερα πατερικά έργα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα στην περίπτωση αυτή αποτελούν τα έργα των: Αθανάσιος Αλεξανδρείας (PG 28, 716C), Ανδρέου επισκόπου Καισάρειας Καππαδοκίας και Αρέθα (PG 106, 1144C), Ευθυμίου Ζιγαβηνού (PG 129, 557), Ισιδώρου ο Πηλουσιώτη (PG 78, 213Β) κ.α. 68 όπως αναφέραμε προηγουμένως κατά την εποχή που πήγε ο Χριστός στην Ιερουσαλήμ θα ήταν πιθανό να βρεθούν μόνο άωρο καρπό, λεγόμενο taqsh, που καταναλώνονταν από τους φτωχούς επειδή είχαν πικρή γεύση. 42
auvto.n avpelqei/n avpo. tw/n o`ri,wn auvtw/nå») και Μκ 11,28 («kai. e;legon auvtw/ \ evn poi,a evxousi,a tau/ta poiei/jè h' ti,j soi e;dwken th.n evxousi,an tau,thn i[na tau/ta poih/ jè»). 4) Με την κατάρα της συκής αφαιρούνται οι συνέπειες της κατάρας του προπατορικού αμαρτήματος. Όπως φαίνεται από το Γεν. 3, 7 τα περιζώματα της δόξας τα οποία αποτελούσαν το ένδυμα των προπατόρων, αντικαταστάθηκαν από τα περιζώματα από «fu,lla sukh/j». Ο Χριστός με τη Σταύρωση και την Ανάστασή του, θεράπευσε τις πληγές της αμαρτίας και επέστρεψε το ένδυμα της δόξας που αρχικά είχε ο άνθρωπος πριν την πτώση του. Στην ίδια ερμηνευτική κατεύθυνση βρίσκονται και πολλά από τα πατερικά έργα. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφερθούμε στους πατέρες Αθανάσιο Αλεξανδρείας (PG 28,716C), Κύριλλο Αλεξανδρείας (PG 33,793C), Ισίδωρου τον Πηλουσιώτη (PG 78, 213Β), Μιχαήλ Γλύκα (PG 158, 200C), Μανουήλ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (PG 152, 576C) κ.α. Ο επίσκοπος Ignatius Bryanchaninov σημειώνει σχετικά με τη διήγηση της συκής 69 : «Ένα από τα θαύματα του Κυρίου με μυστηριώδη σημασία δε συνοδεύτηκε από ορατές ευεργετικές συνέπειες για κάποιο άνθρωπο, αλλά αυτό το θαύμα επισημαίνει την ανταπόδοση, που είναι έτοιμη να εκχυθεί πάνω σε όλη την ανθρωπότητα. Αυτό είναι το θαύμα με τη ξύρανση της άκαρπης, πλούσια μόνο σε φύλα συκής (Μκ 11,12-14.20). Αυτό το δέντρο αναφέρεται στην Αγία Γραφή (Γεν. 3, 7) ανάμεσα στα δέντρα του παραδείσου στη διήγηση για το προπατορικό αμάρτημα. Αυτό τους χρησίμεύσε με τα φύλλα του για να κρύψουν την γυμνότητα, την οποία οι πρόγονοι μας δεν αισθανόταν έως την αμαρτία και αυτό τους ανακάλυψε την αμαρτία 70.Ίσως ο καρπός της παραδείσιας συκής ήταν ο απαγορευμένος καρπός. Εξερχόμενος από τη Βηθανία ο Κύριος δε βρήκε καρπούς στη συκή, αλλά Αυτός έψαχνε καρπούς εκτός της εποχής. Αυτή η πρόωρη επιθυμία για τροφή της σάρκας ήταν απεικόνιση της λανθασμένης επιθυμίας των προπατόρων την οποία, όπως και όλες τις άλλες ανθρώπινες αδυναμίες, ο Κύριος υπέστη πάνω του και τις νίκησε. Εφόσον δεν βρήκε καρπούς, ο Κύριος κατέστρεψε και τα φύλλα, κατέστρεψε την ύπαρξη του δέντρου εντελώς: άλλο δέντρο, το δέντρο του Σταυρού πια προετοιμαζόταν ως εργαλείο για την σωτηρία των ανθρώπων. Και το δέντρο που έγινε όργανο της ανθρώπινης φθοράς, θανατώθηκε διά της εντολής του Σωτήρα των ανθρώπων. Το μυστηριώδες θαύμα εκτελέστηκε υπό την παρουσία μόνο των στενών οπαδών της διδασκαλίας του Χριστού- των Αγίων αποστόλων. Το θαύμα εκτελέστηκε πριν την λυτρωτική πράξη του Θεανθρώπου, πριν την έγερσή Του στο Σταυρό.» 69 Ignatius Bryanchaninov, Για τα θαύματα και τα σημεία,за чудесата и знаменията, (Сочиненiя eпископа Игнатiя Брянчанинова. Том IV. Аскетическая проповeдь и письма къ мiрянамъ), СПб., 1905 г.,σ. 292 326. 70 Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι το «δέντρο για την επίγνωση του καλού και του κακού» ήταν η συκή. 43
Ο Θεοφύλακτος Αχρίδας 71, αποδεχόμενος την προηγούμενη άποψη συμπληρώνει στην ερμηνεία του ευαγγελίου του Ματθαίου, ότι η συκή επίσης συμβολίζει «την συναγωγή, η οποία έχει μόνο φύλλα, δηλαδή το γράμμα του νόμου, αλλά δεν έχει πνευματικό καρπό», ενώ σε ένα πνευματικό επίπεδο, η συκή απεικονίζει «κάθε άνθρωπο, που παραδίδεται στις ηδονές της παρούσας ζωής». Στην ερμηνεία της παραβολής της άκαρπης συκής στο ευαγγέλιο του Λκ ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας εκτός από την άποψη για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους την οποία αναφέραμε μόλις παραπάνω, διασώζει και άλλες τρεις ερμηνευτικές τάσεις: 1) Παραδοσιακή προσέγγιση με στοιχεία παρούσης εσχατολογίας. Η συκή συμβολίζει τον Ιουδαϊκό λαό, που δεν προσέφερε πνευματικούς καρπούς κατά την τριπλή Θεία επίσκεψη διά του Μωυσή, των προφητών και του Ιησού Χριστού 72. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή η Ιουδαϊκή κοινωνία έχει ήδη καταδικαστεί και η θέση της κατέλαβαν τα έθνη που προσφέρουν το καρπό της πίστεως στον Χριστό (Μθ 21,43). Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο Ωριγένης (PG 13, 432) ο οποίος ερμηνεύοντας εκκλησιολογικά το Λκ 13, 6-9 υποστηρίζει ότι η παραβολή παρουσιάζει την αντικατάσταση του Ιουδαϊκού έθνους από την Χριστιανική Εκκλησία. 2) Ανθρωπολογική προσέγγιση με στοιχεία παρούσας εσχατολογίας. Η συκή είναι σύμβολο όλης της ανθρωπότητας, ενώ ο ιδιοκτήτης είναι ο Θεός. Οι τρείς επισκέψεις στις οποίες η ανθρωπότητα δεν προσφέρει καρπούς μετανοίας είναι η πτώση των προπατόρων (Γεν. 3), η απόρριψη του Δεκαλόγου (Έξ. 32) και η απόρριψη της αυθεντικότητας του Ιησού (Ιω 19,25) 73. Ο αμπελουργός απεικονίζει την παρουσία του Χριστού. Το κρίσιμο σημείο για την ιστορία της ανθρωπότητας είναι η διδασκαλία, ο Σταυρός και η Ανάσταση του Χριστού που απεικονίζουν τις ειδικές προσπάθειες που καταβάλλει ο αμπελουργός για να επαναφέρει τη συκή σε κατάσταση καρποφορίας. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία ο Χριστός λέει την παραβολή ως προειδοποίηση για την επερχόμενη πνευματική κρίση που θα επέλθει στους Ιουδαίους αν δεν δεχθούν τη διδασκαλία, το Πάθος και την Ανάστασή του ως απαραίτητη προϋπόθεση σωτηρίας. 3) Ανθρωπολογική προσέγγιση με στοιχεία επερχόμενης εσχατολογίας. Η συκή είναι σύμβολο κάθε ανθρώπου. Για τις τρείς επισκέψεις υπάρχουν δύο απόψεις: είναι οι τρεις Νόμοι που δόθηκαν στον άνθρωπο για να τον οδηγήσουν 71 Βλ. PG 123, 613A, 912D. 72 Παρόμοια άποψη εκφράζει και ο Θεόδωρος Μομψουεστίας. 73 Στην ίδια κατάσταση κινείται η ερμηνεία του Αθανασίου επισκόπου Κορίνθου (PG 106, 1200C), σύμφωνα με τον οποίο η συκή συμβολίζει την ανθρωπότητα, ο ιδιοκτήτης- τον Θεό Πατέρα, ο αμπελουργός- τον Χριστό. Η αναμονή απεικονίζει τη διδασκαλία του Χριστού. Οι τρείς περίοδοι της ακαρπίας παρουσιάζονται ως την παραδείσια κατάσταση του ανθρώπου, η επικράτεια του νόμου και η εποχή της θείας Χάρητος. 44
στο δρόμο της σωτηρίας- ο φυσικός, ο Μωσαϊκός και ο πνευματικός 74 ή οι τρείς ηλικίες (όπως λέει και η παραβολή «τρία έτη») του κάθε ανθρώπου- η παιδική, η ώριμη και τα γεράματα. Ο αμπελουργός είναι είτε ο άγγελος προστάτης του κάθε ανθρώπου, είτε ο ίδιος ο άνθρωπος που παρακαλεί τον Θεό να του δώσει μία ακόμη ευκαιρία να μετανοήσει, απομακρύνοντας την ψυχή του εξαιτίας των κοσμικών ηδονών. Αν ο άνθρωπος δεν μετανοήσει ο Θεός θα τον αποκόψει από την Ζωή για να μην «th.n gh/n katargei», δηλαδή να μην οδηγήσει και τους άλλους στο δρόμο της αμαρτίας. Παρόμοια είναι και η άποψη του Αναστασίου πατριάρχη Αντιοχείας (PG 89, 365D-παρουσιάζεται ως ερμηνεία του Ιω. Χρυσοστόμου) σύμφωνα με τον οποίο η συκή συμβολίζει την αμαρτωλή ψυχή. Ο αμπελώνας είναι οι πιστοί στην Εκκλησία. Αμπελουργός είναι οι άγγελοι και ο ιδιοκτήτης ο Πατήρ. Τα τρία έτη συμβολίζουν «αι τρείς μεθηλικιώσεις του ανθρώπου» και η εποχή της παράκλησης για αναβολή αποτελεί η «εσχάτου γήρως» στην οποία ο άνθρωπος έχει τελευταία ελπίδα για πνευματική καρποφορία. Εντυπωσιακές είναι και οι ερμηνευτικές προτάσεις του Ωρηγένη (PG 13, 1469A,1472B.1465 Α ) και του Μ. Φωτίου, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (PG 101, 1040A). Συγκρίνοντας τις δύο εκδοχές της διήγησης της συκής ο Ωριγένης υποστηρίζει την άποψη ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές επιδοκιμασίες των ανθρώπων από τον θεό-η άμεση τιμωρία σε μία περίοδο μη αναμονής και η δοκιμασία όπως ενδεικτικά αναφέρει την περίπτωση του Ιωσήφ. Ο Μ. Φώτιος ερμηνεύει την παραβολή ως αποτέλεσμα της έλλειψης μετανοίας και τη συνδέει με τα χωρία Α Κορ. 11, 30 και Ψαλ. 79, 11. Απομονωμένη από την συνάφεια της Αγίας Γραφής η διήγηση της συκής αποτέλεσε αφορμή για πολλές ερμηνευτικές τάσεις με έντονο αντισημιτικό, πλουραλιστικό και κοινωνικο-πολιτικό περιεχόμενο, όπως τα έργα του Jerry O. Roberg 75 και του φιλοσόφου Dmitriy Tashnikoff, ο οποίος συγκρίνει την κατάσταση της άκαρπης συκής με το μοντέλο «Περεστρόϊκα» του Μ. Γκορμπατσόβ. Οι προσεγγίσεις που παρουσιάστηκαν παραπάνω δείχνουν με ένα πειστικό τρόπο ότι η διήγηση της συκής αποτέλεσε ένα επίκαιρο θρησκευτικό θέμα τόσο για τη χριστιανική κοινότητα στην εποχή του Χριστού όσο και για τη χριστιανοσύνη στο σύνολό της. Η βασική προϋπόθεση όλων των ερμηνειών ήταν η εξαγωγή διαχρονικού μηνύματος από τη διήγηση της συκής, με βάση το οποίο να ερμηνευτεί και το περιστατικό/ η παραβολή και για την εποχή του Χριστού. Επομένως, η μη παραδοσιακή προσέγγιση αποτελεί μία μετά-ερμηνεία της διήγησης της συκής, επειδή πηγάζει από την ήδη ολοκληρωμένη χριστιανική συνείδηση της εκκλησίας. Ωστόσο μία εξειδικευμένη εξέταση της διήγησης της συκής, προϋποθέτει και απαιτεί την αναζήτηση όχι μόνο της αντανάκλασης της χριστιανικής εκκλησιαστικής 74 Η άποψη αυτή υιοθετήθηκε πιθανώς από τον Αυγουστίνο, ο οποίος πίστευε ότι οι τρεις επισκέψεις είναι ο φυσικός νόμος, ο Μωσαϊκός νόμος και η ελεημοσύνη. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος υποστήριξε ότι οι τρεις επισκέψεις επισημαίνουν τον νου, τον νόμο και την ευλογία (Ομιλία 31-PG 36, 369A). 75 Bλ. J. O. Roberg, The Parable of the Fig Tree, Xulon Press, 2011. 45
παράδοσης σε αυτήν, αλλά και την επιρροή και την συνεισφορά της διήγησης της συκής στη διαδικασία της διαμόρφωσης της χριστιανικής παράδοσης. Η αντίδραση αυτή ανακαλύπτεται με τη βοήθεια της παραδοσιακής ερμηνείας στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια. 46
3.Η παραδοσιακή ερμηνεία. α) Εισαγωγικά. Η άποψη ότι η συκή συμβολίζει την Ιερουσαλήμ και το Ιουδαϊκό έθνος στο σύνολό του, αναμφίβολα αποτελεί το θεολογικο-ερμηνευτικό πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκε και διασώθηκε η διήγηση της συκής στις διάφορες μορφές που μας είναι γνωστή σήμερα (επεισόδιο και παραβολή). Όπως ειπώθηκε στη γενική εκτίμηση σχετικά με τις τρεις παραλλαγές της διήγησης της συκής, δεν μπορούμε να ξέρουμε αν οι τρεις διηγήσεις είναι οργανικά εξαρτημένες, μπορούμε όμως να υποστηρίξουμε ότι η λειτουργία ή ο θεολογικός στόχος των χωρίων Μκ 11,12-14 20-22, Μθ 21,18-21 και Λκ 13,6-9 είναι ο ίδιος και στις τρεις διηγήσεις: η σχέση της χριστιανικής κοινότητας με την Ιουδαϊκή θρησκεία. Με αυτό τον τρόπο, η χριστιανική κοινότητα δίνει απάντηση σε ένα πολύ επίκαιρο και σημαντικό ερώτημα. Το ερώτημα αυτό ήταν πολύ στενά συνδεδεμένο με την ταυτότητα της Εκκλησίας. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι οι πρώτοι χριστιανοί προερχόταν από τους κόλπους της Ιουδαϊκής κοινωνίας, ένα αναπόφευκτό πρόβλημα για την αρχαία εκκλησία στα πρώτα πορίσματά της θα ήταν: ποια είναι η αντίληψη της χριστιανικής εκκλησίας για την Ιουδαϊκή θρησκεία; Τι ήταν ο χριστιανισμός; Στα ερωτήματα αυτά όπως μας διδάσκει η ιστορία η Εκκλησιαστική παράδοση σχημάτισε μία δική της αυτόνομη ταυτότητα, αλλά στα χρόνια των αποστόλων η εκκλησιαστική κοινότητα δεν είχε απόλυτα δική της θρησκευτική προσωπικότητα. Οι χριστιανοί δεν αυτοπροσδιορίζονταν ως ένα καινούργιο θρησκευτικό ρεύμα, αλλά αντιθέτως ως γνήσιοι εκπρόσωποι και συνεχιστές της ιουδαϊκής πίστης. Στα χρόνια του Χριστού ο Ιουδαϊσμός βρισκόταν σε μία ομολογιακή κρίση. Υπήρχαν διάφορες Ιουδαϊκές κοινότητες, οι θρησκευτικές αντιλήψεις των οποίων διέφεραν μεταξύ τους, όπως οι Φαρισαίοι, οι Σαδδουκαίοι, οι Εσσαίοι. Η χριστιανική κοινότητα ήταν ένα από αυτά τα θρησκευτικά ρεύματα και κατά συνέπεια, στο πλαίσιο αυτού του θρησκευτικού συγκρητισμού έπρεπε να καθορίσει τις σχέσεις της με τις υπόλοιπες ομολογιακές κοινότητες. Το κύριο χαρακτηριστικό της εκκλησιαστικής κοινότητας ήταν η πίστη στον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Επομένως, η αποδοχή της αρχής αυτής ήταν η βασική προϋπόθεση που καθιστούσε στη συνείδηση των χριστιανών μία λατρευτική κοινότητα γνήσιο αγωγό της Θείας παρουσίας, ενώ η άρνησή της καθιστούσε αυτή τη θρησκευτική κοινότητα πνευματικά αναποτελεσματική ή άκαρπη. Η εκκλησιαστική αυτή αρχή εκφράζεται στα κείμενα της Κ.Δ. πάντα με ένα γενικό σχήμα της ξηράνσεως, της ακαρπίας ή της αποκοπής μιας συκής, αμπέλου ή ελιάς. Η πρώτη ένδειξη για τη τάση αυτή φαίνεται όπως αναφέραμε και πιο πριν στο χωρίο Ρωμ. 11,16-21. Ήδη αναλύσαμε τις ομοιότητες του χωρίου αυτού με τη διήγηση της συκής και εδώ θα επεκταθούμε στην ερμηνεία του σε σχέση με τη πίστη στον Χριστό. Όπως ορθά παρατηρούν ο John F. MacArthur και Jr.John 47
MacArthur 76 στην ενότητα αυτή ο Παύλος εκφράζει την άποψη ότι η άρνηση των Ιουδαίων να δεχθούν τον Χριστό σαν Μεσσία είχε ως αποτέλεσμα την πνευματική ακαρπία της Ιουδαϊκής θρησκείας. Αυτό μας δείχνει ότι η αντίληψη περί ακαρπίας του Ιουδαϊσμού υπήρχε στη συνείδηση των Χριστιανών ακόμα και πριν τη συγγραφή των ευαγγελίων. Όμοια άποψη για την πνευματική ακαρπία συναντάμε και στο Ιω 15,1-5: «VEgw, eivmi h` a;mpeloj h` avlhqinh. kai. o` path,r mou o` gewrgo,j evstinåa/n klh/ma evn evmoi. mh. fe,ron karpo.n ai;rei auvto,( kai. pa/n to. karpo.n fe,ron kaqai,rei auvto. i[na karpo.n plei,ona fe,rh. h;dh u`mei/j kaqaroi, evste dia. to.n lo,gon o]n lela,lhka u`mi/n\mei,nate evn evmoi,( kavgw. evn u`mi/nå kaqw.j to. klh/ma ouv du,natai karpo.n fe,rein avfv eàutou/ eva.n mh. me,nh evn th/ avmpe,lw ( ou[twj ouvde. u`mei/j eva.n mh. evn evmoi. me,nhteåevgw, eivmi h` a;mpeloj( u`mei/j ta. klh,mataå o` me,nwn evn evmoi. kavgw. evn auvtw/ ou-toj fe,rei karpo.n polu,n( o[ti cwri.j evmou/ ouv du,nasqe poiei/n ouvde,n». Στα χωρία αυτά παρατηρούμε πολλά κοινά στοιχεία και με την παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ, με τη διαφορά ότι εκεί η σχέση της ανθρωπότητας με την θεία αποκάλυψη εκφράζεται με το σχήμα αμπελουργού-ιδιοκτήτη της αμπέλου. Η άποψή μας είναι ότι η διήγηση της συκής στα Συνοπτικά ευαγγέλια ανήκει σε αυτό το τμήμα της καινοδιαθηκικής παράδοσης που συνδέεται με την ακαρπία της Ιουδαϊκής θρησκείας. Αυτή αποτελεί μία παραλλαγή της αντίληψης της Αρχαίας Εκκλησίας για την πνευματική ακαρπία του Ισραήλ, εκφρασμένη με διαφορετικό τρόπο. β) H Συνάφεια του κειμένου. Θα αρχίσουμε την ανάλυση της διήγησης της συκής εξετάζοντας πρώτα τη συνάφεια στην οποία τοποθετείται στη Συνοπτική παράδοση. Για τα ευαγγέλια του Μκ και Μθ αυτή είναι η επίσκεψη του Χριστού στο ναό και τα λόγια για την πίστη και την προσευχή. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ένα ερμηνευτικό πρόβλημα που συνδέεται με την εσωτερική ασυνέπεια και την καταγωγή της διήγησης της συκής. Οι πλειοψηφία των καινοδιαθηκικών ερμηνευτών συμφωνούν στην άποψη ότι η συκή είναι σύμβολο του Ιουδαϊσμού, διαφωνούν ως προς την προέλευση και το χαρακτήρα της διήγησης της συκής. Αν το περιστατικό της κατάρας της συκής αποτελεί «ιδιόρρυθμη ερμηνεία» της κάθαρσης του ναού, τότε γιατί στα ευαγγέλια το θαύμα εξηγείται ως προϊόν της πίστης; Σύμφωνα με τον Ben Witherington 77 δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει ακριβής ιστορική συνέχεια στην έκθεση των γεγονότων. Υπάρχει πιθανότητα η αναβολή των δράσεων του Χριστού τόσο στο Ναό όσο και στη συκή να αποβλέπει στη δημιουργία θεολογικής έντασης. Η κοινή θεολογική προοπτική και των δύο γεγονότων είναι ότι απεικονίζουν τον ερχομό της 76 J. F. MacArthur, Jr.J. MacArthur,The MacArthur Bible Commentary, 2005.σ.173 77 Βλ. B. Witherington III, The Gospel of Mark. A Socio-Rhetorical Commentary, William B. Eerdmans Publishing Company, Grand Rapids, Michigan/ Cambridge, U.K.,2001. σ. 312. 48
Θείας δίκης και τιμωρίας στην καρδιά του Ισραήλ και αυτό που προσπαθεί να δείξει ο Χριστός, σύμφωνα με τον Witherington σε όλη την ενότητα 11,13-13,1 είναι ότι το Ισραήλ δεν διαθέτει πραγματικούς καρπούς που να του προσφέρει. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο D.E. Nineham 78, τονίζοντας ότι τα δύο μέρη της διήγησης αποτελούν μία παρεμβολή (insertion) που εμφανίστηκε από πολύ νωρίς στην χριστιανική κοινότητα και συνδέθηκε με την παράδοση της Ιερουσαλήμ με σκοπό να την εμπλουτίσει θεολογικά. Γι αυτό, ο D.E.Nineham εξαιρεί τη διήγηση της συκής από τα πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα κατά την είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ και προτείνει την εξής σειρά των γεγονότων: 1.Η πανηγυρική αποδοχή του Ιησού στην Ιερουσαλήμ (Μκ 1-10) 2. Η κάθαρση του ναού. (Μκ 15-17). 3. Μη αποδοχή της αυθεντίας του Χριστού από την θρησκευτική ηγεσία του Ισραήλ. Γι αυτόν η διήγηση της συκής είναι από τις πιο δυσερμήνευτες περικοπές στη βίβλο και επειδή έχει στενή ομοιότητα με τα αναιτιολόγητα θαυματουργικά στοιχεία που περιέχονται στα απόκρυφα ευαγγέλια συγκριτικά με άλλες περικοπές στο ευαγγέλιο του Μθ (.R. James, The Apocryphal New Testament, 49f). Ο Bultmann θεωρεί ότι οι στίχοι 12-14.20-22 διαμόρφωναν ένα ενιαίο βιβλικό σώμα και ότι η ιστορία για τον καθαρισμό του ναού ήταν ενταγμένη στο περιστατικό της κατάρας της συκής από τον Μάρκο. Ο Vicent Taylor 79 υποστηρίζει την άποψη που πρωτοεμφανίστηκε από τον E. Schwartz (1904) όπως επίσης και Wellhausen, J. Weiss, Branscomb και Gogue και σύμφωνα με αυτόν είναι πολύ πιθανό ο ευαγγελιστής να έχει βρει τη διήγηση της συκής συνυφασμένη με την παράδοση για το ταξίδι του Χριστού από τη Βηθανία προς την Ιερουσαλήμ και εξαιτίας αυτού την ενέταξε στην ενότητα του καθαρισμού του ναού. Γι αυτό, η πιο αξιόπιστη εξήγηση του περιστατικού σύμφωνα με τον Vicent Taylor είναι ότι η παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ 13,6-9 ή κάποια όμοια παραβολή μετατράπηκε σε ιστορικό γεγονός ή ότι στην αρχαία χριστιανική παράδοση ένας κοινώς διαδεδομένος μύθος προστέθηκε ή ενώθηκε προς την καταραμένη συκή στο δρόμο της Ιερουσαλήμ. Τα λόγια σχετικά με την πίστη έχουν προστεθεί ελεύθερα (Μκ 22-23 Μθ 21,21) όπως είναι η περίπτωση με Μκ 2,21.27 3,27-29 9,37-50 10,11. Τα κίνητρα που είχε ο Μκ να ενώσει τις δύο παραδόσεις (αν δεχθούμε ότι η διήγηση της συκής είναι αυτόνομη από την προτροπή για πίστη στον Θεό) είναι κατηχητικά και απολογητικά. Τα λόγια αυτά καθεαυτά αποτελούν γνήσιες εκφράσεις του Ιησού, αλλά ο τρόπος σύνδεσης και ένταξής τους γίνεται με τρόπο επιλεκτικό και τεχνητό (artificial). Το λεξιλόγιο είναι κατεξοχήν Μάρκειο. Ο A.E.Harvey κάνει τρεις υποθέσεις για να εξηγήσει τη συνάφεια στην οποία βρίσκεται το κείμενο. Η μία είναι ότι αρχικά η ιστορία ήταν παραβολή και αργότερα η παραβολή συνδέθηκε με πράξη από την ζωή του Χριστού, η δεύτερη ότι η πράξη του Χριστού ήταν συμβολικά φορτωμένη στην παράδοση του προφητικού πνεύματος ότι για όλες τις καλές πράξεις του Θεού 78 Βλ. D.H. Nineham, The Gospel of St. Mark, Adam & Charles Black,London. 1968 σ. 297-303. 49
απέναντι στο Ιουδαϊκό έθνος το δέντρο του Ισραήλ δεν μπόρεσε να δώσει πνευματικό καρπό και ο καιρός της καταστροφής του έχει έλθει, και η τρίτη ότι η ιστορία έχει διασωθεί από τους αποστόλους εσφαλμένα. Πολλοί ερμηνευτές, όπως αναφέραμε πιο πριν χρησιμοποιούν την τεχνική της παρεμβολής, που είναι χαρακτηριστική για τον Μκ για να εξηγήσουν το θεολογικό νόημα της διήγησης της συκής. Η Mary Ann Beavis 80 πιστεύει ότι η διήγηση αποτελεί μία σύνθεση από τρία ανεξάρτητα και ξεχωριστά τμήματα. Άλλοι ερμηνευτές που θεωρούν τη διήγηση της συκής ως πραγματικό γεγονός με συμβολικό χαρακτήρα (έμπρακτη παραβολή) όπως ο Michael Green 81 προσπαθούν να ενώσουν θεματικά τα τρία τμήματα, θεωρώντας τη διήγηση της συκής ως προέκταση/σημείο της κάθαρσης του ναού, ενώ τα λόγια για την πίστη και την προσευχή ως κριτική προς τα Ιουδαϊκά τελολογικο-λατρευτικά έθιμα που ήταν αναπόσπαστο μέρος από τη λατρεία στο ναό. Ενδεικτική στην περίπτωση αυτή είναι η ερμηνεία του Dalle C. Allison, Jr., σύμφωνα με την οποία η έκφραση «tw/ o;rei tou,tw» (Μκ 11,23 Μθ 21,21) δηλώνει «το όρος του οίκου του Θεού» και με αυτό τον τρόπο τα λόγια του Ιησού αναφέρονται στον ναό και δεν σημαίνουν απλά «μεγάλες δυσκολίες» 82. Στην ερμηνεία του ευαγγελίου του Ματθαίου, ο Dalle C. Allison, Jr. αναφέρει συμπερασματικά για τη συνάφεια του χωρίο Μθ 21,18-21 ότι είναι τοποθετημένο ανάμεσα σε δύο παραγράφους που ασχολούνται με το ναό. Στην πρώτη παράγραφο ο Χριστός τοποθετείται έναντι ορισμένων εθίμων στο ναό, ενώ στην δεύτερη οι φαρισαίοι και οι ιερείς αμφισβητούν και αρνιούνται την πνευματική αυθεντία του Χριστού. Στη συνάφεια αυτή η διήγηση της συκής είναι φορτωμένη με ένα προφητικό μήνυμα για την καταδίκη της Ιερουσαλήμ: Η οργή του Θεού έχει αρχίσει να εκδηλώνεται προς το ναό της Ιερουσαλήμ και ο δρόμος έχει γίνει έτοιμος για έναν νέο λαό που θα είναι ικανός να προσφέρει πραγματικούς καρπούς (Μθ 21,43). Στη διήγηση της συκής όμως, συγκεντρώνεται όχι απλώς μία καταδίκη, αλλά και μία προοπτική και πιο συγκεκριμένα, στα λόγια αναφορικά με την πίστη παρατηρείται και το συνηθισμένο για τον Ματθαίο μοτίβο να συνδέει την καταδίκη με χορηγία. Έτσι τα λόγια στο Μθ 21,12-22 (καταδίκη του παλαιού τόπου προσευχής, υπόσχεση για την αποτελεσματικότητα της προσευχής στην εκκλησία) επισημαίνουν: 1. Το δρόμο της ιστορίας της Σωτηρίας. 80 Βλ. M. A. Beavis, Mark, Baker Academic, 2011. σ. 129: «Mark 11,12-25 is a Complex composition made up of three distinct bodies of material: a miracle story in which Jesus curses a fig tree for its failure to bear fruit (11,12-14), the incident of Jerusalem, known as the cleansing of the Temple (11,15-19), and the aftermath of the fig tree cursing, which opens into teachings on faith and prayer (11,20-25).» 81 Βλ. M.Green, Вестта на Евангелието от Матей, Небесното Царство, εκδ. Νέος άνθρωπος, Σόφια 2007. σ. 221: «Η πράξη Του, όταν αυτός λέει στη συκή: Να μην έχει καρπό από εσένα εις τον αιώνα είναι συνέπεια από την απογοητευμένη θεία πείνα για αληθινή πίστη». 82 Αξιοπρόσεκτη είναι και η άποψη του Ευθυμίου Ζιγαβηνού (PG 129, 557,559, 613A) ο οποίος διασώζει μια ερμηνεία σύμφωνα με την οποία το «όρος» συμβολίζει τον διάβολο, ενώ η θάλασσα-η την άβυσσο ή το χάους. 50
2.Την αντικατάσταση του τόπου προσευχής των ιουδαίων με την εκκλησιαστική κοινότητα. 3. Ο Ναός έχει χάσει την δύναμη του. Αυτός λειτούργησε ως παιδαγωγικό εργαλείο για την προετοιμασία των ανθρώπων στην χριστιανική κοινότητα. Οι M. Eugene Boring και Fred B. Craddock 83 σημειώνουν ότι «οι αναφορές σε παράλληλα τμήματα των άλλων ευαγγελίων δείχνουν πως εκλεκτικές ενότητες της προ- Ευαγγελικής παράδοσης έχουν τοποθετηθεί μαζί από τους διάφορους ευαγγελιστές με διαφορετικό τρόπο». Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η διήγηση της συκής στο Μκ έχει ενταχθεί με αφορμή την καταστροφή του ναού στη Ιερουσαλήμ, στο Μθ η τάση αυτή φαίνεται να αποδεσμεύεται σε κάποιο βαθμό από την καταστροφή του ναού και να αποκτάει περισσότερο θαυματουργικό χαρακτήρα με κατηχητικό στοχασμό, ενώ στο Λκ διατηρείται μόνο η βασική σημασία της διήγησης της συκής, χωρίς να δεσμεύεται με ιστορικά γεγονότα σχετικά με την Ιερουσαλήμ. Οι William David Davies και Dale C. Allison 84 ομοίως πιστεύουν ότι η χριστολογική και η εσχατολογική σημασία της διήγησης της συκής εκτοπίστηκε από μία εκκλησιαστική και κατηχητική ερμηνευτική παράδοση. Σε ένα διαφορετικό χωροχρονικό πλαίσιο τοποθετείται η παραβολή της άκαρπης συκής στο Ευαγγέλιο του Λουκά. Ένας όχλος ανθρώπων που δεν παρουσιάζεται με λεπτομερή τρόπο από τον Λκ πληροφορεί τον Ιησού για ένα θρησκευτικο-εθνικό γεγονός που σχετίζεται με το θάνατο προσκυνητών από την Γαλιλαία όταν πήγαν στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρουν τις θυσίες τους. Ο Πιλάτος, σύμφωνα με τη διήγηση του Λκ, ανακάτεψε το αίμα τους με το αίμα των θυσιών τους στην περιοχή του ναού. Και εδώ οι ερμηνευτές συμφωνούν ως προς τη σημασία της παραβολής, αλλά διαφωνούν σχετικά με την ιστορικότητα της συνάφειας και τη σχέση της παραβολής της συκής στο Λκ 13,6-9 με την προϊστορία της παραβολής στο Λκ 13,1-5. Τα βασικότερα ερμηνευτικά προβλήματα που προκύπτουν εδώ συνδέονται με τον ιστορικό προσδιορισμό των στίχων Λκ 13,1-5. Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες να βρεθούν ανάλογες ιστορικές μαρτυρίες εκτός του Ευαγγελίου του Λουκά για όσα αναφέρονται στην ενότητα Λκ 13, 1-5, αλλά καμία από αυτές δεν θεωρήθηκε αρκετά ικανοποιητική. Ο Bultmann θεωρεί ότι οι στίχοι 1-5 αποτελούν απόφθεγμα ή διδασκαλία που προήλθε από την αρχαία χριστιανική κοινότητα και έχει εισηγητικό χαρακτήρα για τους στ. 6-9, ενώ ο J. Blinzler πιστεύει ότι οι στίχοι έχουν ιστορικό υπόβαθρο και ότι ο πιθανότερος τόπος της συζήτησης αυτής του Χριστού ήταν η Γαλιλαία 85. Οι περισσότεροι ερμηνευτές δέχονται ότι τα περιστατικά θα είχαν ιστορική βάση, αλλά η αξιοπιστία τους δεν μπορεί να διαπιστωθεί από εξωευαγγελικές μαρτυρίες επειδή οι ιστορικές πηγές αν 83 Βλ. M. Eugene Boring,F. B. Craddock, The People's New Testament Commentary, Westminster John Knox Press, Louisville, Kentucky, 2009. σ. 153. 84 Βλ. W. D. Davies,D. C. Allison, Matthew 19-28, International Critical Commentary, T&T Clark, 1997. σ. 147-154. 85 Βλ. H. Marshall, The Gospel of Luke A Commentary on the Greek Text, The Paternoster press, 1978. σ.553. 51
και περιγράφουν όμοια γεγονότα δεν μας επιτρέπουν να τα ταυτίσουμε με όσα λέγονται στο Λκ 13,1-5. Είναι αξιοσημείωτο παρόλα αυτά να αναφερθούμε σε ορισμένες υποθέσεις που έγιναν από την καινοδιαθηκική κοινότητα με στόχο να προσεγγισθεί ιστορικά το Λκ 13,1-5. Όπως πιο πάνω σημειώσαμε ο Θεοφύλακτος Αχρίδας θεωρεί ότι αυτοί που σκοτώθηκαν από τον Πιλάτο ήταν οπαδοί του Ιούδα από την Γαλιλαία.Ο H. Marshall, βασιζόμενος στον Blinzler προσφέρει τέσσερεις πιθανές περιπτώσεις που επισημαίνει ο ιστορικός Ιώσηππος: 1) Το ζήτημα με τις σημαίες στο Ιουδ.πόλεμος 2,169-174 Αρχ. 18,55-59. Αυτό το γεγονός όμως είχε γίνει στην Καισάρεια κατά το 26 π. Χ. 2) Η ταραχή που έγινε για την κτίση ενός υδραγωγού σύμφωνα με Ιουδ.πόλεμος 2,175-177 Αρχ.60-62, αλλά το περιστατικό αυτό δεν είχε σχέση με το ναό και τη λατρεία, επομένως από τα λόγια του στ. 1 «e;mixen meta. tw/n qusiw/n auvtw/n» διαπιστώνουμε ότι δεν πρόκειται για κοινωνικό σκάνδαλο, αλλά για θρησκευτικό. 3) Μία επίθεση κάποιων Σαμαρειτών (Αρχ. 18,85-87), αλλά αυτό έγινε το 36 π. Χ. 4) Η σφαγή περίπου 3000 Ιουδαίων που έγινε κατά την εποχή του Αχελάϊου το 4π. Χ. (Ιουδ.πόλεμος. 2,8-13 Αρχ. 17,213-218).Το περιστατικό αυτό όμως είχε γίνει πριν περίπου 30 χρόνια και η έκφραση «avpagge,llontej auvtw» προϋποθέτει γεγονός που έχει συμβεί πρόσφατα όπως διαπιστώνεται από τα χωρία Λκ 7,18 Γεν. 26,32 Αιθήρ 6,2 Α Μακ. 14,21. Επίσης, στο Ευαγγέλιο μνημονεύονται 18 άτομα που έχουν πεθάνει κατά την εποχή του Πιλάτου, όχι του Αρχελάου. Σύμφωνα με τον Marshall και P. R. Jones η συζήτηση με τους Γαλιλαίους ή το περιστατικό που αναφέρουν στον Χριστό οι Γαλιλαίοι, θα έπρεπε να είχε συμβεί κατά την εποχή του Πάσχα όταν οι Γαλιλαίοι επισκεπτόταν το ναό για να προσφέρουν τις θυσίες τους. Αν δεχθούμε την άποψη αυτή, μπορούμε να συνδέσουμε την παραβολή της άκαρπης συκής με την Πασχάλεια παράδοση, στοιχείο που είναι κοινό με τη διήγηση της συκής και στα πρώτα δύο Συνοπτικά Ευαγγέλια. Ο P. R. Jones 86 υποθέτει ότι τα περιστατικά που διασώζει ο Λουκάς σχετίζονται με τις σφαγές που περιγράφει ο Ιώσηππος στα έργα Αρχ.17,9. 3 18.3.1, 20.5.3, Ιουδ.πόλεμος. 2,3.9, 5.1.5. Το ίδιο ισχύει και για το περιστατικό που αναφέρει ο Ιησούς στο στ. Λκ 13,4 για να υποστηρίξει την άποψή του. Εδώ ο Ιησούς αναφέρει την πτώση ενός πύργου, που προκάλεσε το θάνατο δεκαοκτώ Ιουδαίων. Κατά πάσα πιθανότητα το γεγονός που αναφέρει ο Λκ στο στίχο αυτό σχετίζεται με την κτίση του υδραγωγείου από τον Πιλάτο (Ιουδ.πόλεμος. 5,145) κοντά στη δεξαμενή Σιλωάμ (Ιω. 9,7.11 Ησ. 8,6) και ο πύργος που ήταν μέρος από το σύστημα οχύρωσης της Ιερουσαλήμ να έπεσε προκαλώντας το θάνατο των δεκαοκτώ Ιουδαίων. Και στην περίπτωση αυτή όμως δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Άλλο πρόβλημα που επίσης προκύπτει από την συνάφεια στην οποία βρίσκεται η παραβολή της άκαρπης συκής, είναι ο θεολογικός στοχασμός των 86 Βλ. P. R. Jones, Studying the Parables of Jesus, Smyth & Helways Publishing Inc.1999. σ.124-138. 52
στίχων Λκ 13, 1-5. Ο Peter Rhea Jones προτείνει τρεις θεολογικο-θρησκευτικές τάσεις που θα μπορούσε να έχει η συζήτηση αυτή. Πρώτον, οι Γαλιλαίοι ίσως ήλπιζαν να υποκινήσουν τον Ιησού να κάνει επανάσταση εναντίον των Ρωμαίων. Από τα λόγια του Ιησού όμως στον στ. 3 βλέπουμε ότι ο Ιησούς αρνείται να δώσει θεολογικο-εθνική δικαιολόγηση του περιστατικού και το χρησιμοποιεί για να εκθέσει την βασική αντίληψη που παρουσιάζεται σε όλη την ενότητα Λκ 12,49-13,9 για τη μετάνοια. Δεύτερον, οι Γαλιλαίοι ίσως προσπαθούσαν να υποκινήσουν τον Χριστό να καταδικάσει τον Πιλάτο και να χρησιμοποιήσουν τα λόγια του εναντίον του όπως αυτό συμβαίνει στο Μθ 22,17-22 Μκ 12,14-17 Λκ 20,21-25. Το γεγονός αυτό γίνεται αντιληπτό από τις ιστορικές πληροφορίες που έχουμε από τον ιστορικό Ιώσηππο, σύμφωνα με τον οποίο οι Γαλιλαίοι ήταν πολύ επαναστατικός λαός. Τρίτο και τελευταίο, οι Γαλιλαίοι μπορεί να ήθελαν να πείσουν τον Χριστό να μην φύγει για την Ιερουσαλήμ, προειδοποιώντας τον ότι μπορεί να υποστεί τον ίδιο θάνατο. Δεν είναι όμως καλύτερο να δεχθούμε ότι ο λόγος που οδήγησε τον Λκ να εντάξει το περιστατικό αυτό έχει να κάνει πιο πολύ με αντιπαράθεση θρησκευτικο-κοινωνικών τάσεων; Μετά από όλα όσα αναφέραμε σχετικά με το πρόβλημα της συνάφειας της διήγησης της συκής στα Συνοπτικά ευαγγέλια νομίζουμε ότι καλύτερη προσέγγιση αυτής της ενότητας αποτελεί η ταξινόμησή της σε ένα ιδιόμορφο βιβλικό σώμα που συνδέεται με την επαφή των χριστιανικών κοινοτήτων με τα άλλα θρησκευτικοκοινωνικά ρεύματα και κυρίως με το Ιουδαϊσμό, χρησιμοποιώντας τη θεωρία της αντι-γλώσσας και αντι-κοινωνίας. Στα ευαγγέλια του Μκ και Μθ η διήγηση της συκής εμφανίζεται ως αντιπαράθεση της Εκκλησιαστικής κοινότητας με τους Ιουδαϊκούς θρησκευτικούς θεσμούς και προβάλλει την άποψη ότι εάν οι φορείς και οι εκπρόσωποι του Ιουδαϊσμού δεν δεχθούν τον Χριστό ως Μεσσία, θα οδηγηθούν σε πνευματική ακαρπία. Τα λόγια για την πίστη στον Θεό είναι αποτέλεσμα της αντανάκλασης των ιστορικών γεγονότων που συμβαίνουν στην Ιερουσαλήμ κατά την 70 μ.χ. και εκφράζουν την λανθασμένη αντίληψη που είχαν σχηματίσει οι Ιουδαίοι ότι η Ιερουσαλήμ δεν θα καταστραφεί. Στον Λκ παρουσιάζεται η ίδια αντίληψη για την αποδοχή της Μεσσιανικότητας του Χριστού, αλλά η κοινότητα προς την οποία απευθύνεται ο ευαγγελιστής είναι διαφορετική. Στους Μθ και Μκ, φαίνεται ότι το κείμενο στρέφεται προς μία κοινότητα της Ιερουσαλήμ. Στον Λκ η κοινότητα όπως τονίσαμε είναι εκτός της Παλαιστίνης. Είναι πολύ πιθανό με τη παραβολή της άκαρπης συκής η εκκλησιαστική κοινότητα να καθορίζει τις σχέσεις της με μία Ιουδαϊκή θρησκευτική κοινότητα, η οποία αν και δεν αποδεχόταν την φαρισαϊκή και την Ιερουσαλημική θρησκευτική νοοτροπία δεν αποδεχόταν και το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού. Στην άποψη αυτή μας οδηγούν τα εξής σημεία από την ενότητα Λκ 13,1-5. 1) Η δράση του Χριστού στην Παλαιστίνη είναι κυρίως διδακτική. Όλο το θαυματουργικό και αφηγηματικό corpus που μας διασώζουν τα ευαγγέλια είναι 53
στην ουσία μέρος από την διδασκαλία του Χριστού. Τα ευαγγέλια παρουσιάζουν τα γενικότερα στοιχεία από την διδασκαλία και δράση του Χριστού για να παρουσιάσουν την ομολογιακή υπόσταση της εκκλησιαστικής κοινότητας σύμφωνα με τις κοινωνικο-θρησκευτικές της ανάγκες. 2) Από τις συζητήσεις των Γαλιλαίων με τον Χριστό διαπιστώνουμε ότι η κοινότητα αυτή έχει αρνητικές απόψεις για την λατρεία του ναού και τα θρησκευτικά έθιμα που επικρατούσαν στην Ιερουσαλήμ. Η αντίληψη αυτή φαίνεται από το περιεχόμενο των στ. 13,1 («Galilai,wn( w-n to. ai-ma Pila,toj e;mixen meta. tw/n qusiw/n auvtw/n») και 13, 4 («h' evkei/noi oi` dekaoktw. evfv ou]j e;pesen o` pu,rgoj evn tw/ Silwa.m kai. avpe,kteinen auvtou,j( dokei/te o[ti auvtoi. ovfeile,tai evge,nonto para. pa,ntaj tou.j avnqrw,pouj tou.j katoikou/ntaj VIerousalh,mÈ») αν λάβουμε υπόψη την επικρατούσα για την εποχή εκείνη άποψη ότι η καταστροφή είναι συνέπεια της αμαρτίας (Ιώβ 4,7 8,20 22,4 Ιω. 9,1). Στο σημείο αυτό βλέπουμε ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διασώζει ένα περιστατικό στο οποίο ο Χριστός συνομιλεί όχι με τους συνηθισμένους αντιπάλους του όπως οι φαρισαίοι και οι αρχιερείς, αλλά με εκφραστές της παράδοσης των αντι-ιουδαϊκών ρευμάτων 87. Η άποψη αυτή υποστηρίζεται και από τον Ben Witherington, ο οποίος αναφερόμενος στον S. Freyne μας πληροφορεί ότι οι αντιλήψεις των Γαλιλαίων για το ναό ήταν ριζικά αντίθετες προς τις θρησκευτικές απόψεις των Ιουδαίων και των φαρισαίων σχετικά με την πληρωμή φόρων για το ναό καθώς και για τη συνήθεια της προσφοράς των πρώτων καρπών στο ναό. Γενικά, οι Γαλιλαίοι δεν επισκεπτόταν συστηματικά το ναό. 3) Η λέξη κλειδί για την κατανόηση της ενότητας Λκ 13,1-5, αλλά και για την παραβολή που ακολουθεί βρίσκεται στην λέξη «metanoh/te». Τι αμαρτία έκαναν οι Γαλιλαίοι ή οι Ιουδαίοι για να μετανοήσουν; Προφανώς, η λέξη μετάνοια εδώ χρησιμοποιείται με την έννοια της «αλλαγής μιας νοοτροπίας» και όχι σαν αντίθετη κατάσταση προς την αμαρτία. Η χρήση του ρήματος «metanoh/te» ή «metanoei/te» στα Συνοπτικά κυρίως ευαγγέλια έχει μία ιδιόμορφη εσχατολογική και μεσσιανική σημασία που σχετίζεται με την αποδοχή του Χριστού ως Μεσσία, όπως διαπιστώνουμε από τα χωρία Μθ 3,2 4,17 Μκ 1,15 6,12 Πρ 2,38 κ.ά. Στο Λκ μόνο οι στίχοι 13,3.5 είναι μεσσιανικά φορτωμένοι, ενώ στις υπόλοιπες τρεις περιπτώσεις το ρήμα χρησιμοποιείται με την έννοια της άρνησης της αμαρτίας (βλ. Λκ 16,30 17,3-4). Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στην άποψη ότι ο Χριστός, απευθυνόμενος προς τους Γαλιλαίους, τους λέει ότι εάν δεν δεχθούν την Μεσσιανική αυθεντία του, που βασίζεται στο Σταυρό και την Ανάσταση, δεν διαφέρουν από τους Ιουδαίους και θα έχουν την ίδια μοίρα μεαυτούς. Από εκκλησιολογική άποψη το περιστατικό αυτό ήταν σποδαίο για την αρχαία εκκλ. κοινότητα, επειδή εξέφραζε την ακλόνητη πίστη της στο Πάθος και την Ανάσταση 87 Ο όρος αντί-ιουδαϊκή παράδοση δεν είναι σωστός. Αυτό που είχαμε υπόψη μας όταν αναφερθήκαμε στο όρο αυτό ήταν η έννοια της Anti-Temple tendency που περιγράφει ο Ben Witheringhton. 54
του Χριστού, η οποία ήταν μία βασική προϋπόθεση για τη θρησκευτική της ταυτότητα. γ) Πηγές. Άλλο εξίσου σημαντικό ερμηνευτικό πρόβλημα που συνδέεται με τη διήγηση της συκής στα Συνοπτικά Ευαγγέλια αποτελεί η πηγή έμπνευσης ή επιρροής των ευαγγελιστών κατά τη συγγραφή και τη διαμόρφωση του περιστατικού και της παραβολής αντιστοίχως. Για λόγους διευκόλυνσης θα ταξινομήσουμε τις πηγές αυτές σε τρεις βασικές ομάδες: α) προ-ευαγγελικές, β) εξω-ευαγγελικές και γ) βιβλικές (παλαιοδιαθηκικές). Στις προ-ευαγγελικές πηγές ήδη αναφερθήκαμε σε διάφορα τμήματα της εργασίας αυτής. Είναι γνωστό, ότι πριν ακόμα γραφτούν τα ευαγγελικά κείμενα οι αρχαίες εκκλησιαστικές κοινότητες είχαν διαμορφώσει δικές τους παραδόσεις. Τα ευαγγέλια πολύ πιθανόν άντλησαν στοιχεία από αυτή την παράδοση σφραγίζοντάς την με την αυθεντία των αποστόλων. Πράγματι, όπως είπαμε και πιο πάνω, η ιδέα για την πνευματική ακαρπία του Ιουδαϊσμού είχε καθιερωθεί ως ομολογιακή αρχή της αρχαίας εκκλησίας πολύ πριν από τη συγγραφή των ευαγγελίων στα κείμενα των επιστολών του αποστόλου Παύλου. Πιθανώς, ο απόστολος Παύλος επίσης υιοθέτησε την αρχή αυτή από την παράδοση της εκκλησίας. Με την εκδοχή αυτή όμως το πρόβλημα απλώς αναβάλλεται. Το γεγονός ότι οι απόστολοι, μέσα από τα εκκλησιολογικά τους συγγράμματα επικύρωσαν την αρχή της πνευματικής ακαρπίας του Ισραήλ δε μας δίνει εξαντλητική και ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα πως οι Ιουδαίοι, μέσα από την θρησκευτική τους νοοτροπία, υιοθέτησαν μία διδασκαλία για την αναποτελεσματικότητα της πίστης τους. Για την επίλυση του προβλήματος αυτού ειπώθηκε και η άποψη ότι η αρχή περί της πνευματικής ακαρπίας που βρίσκεται στη διήγηση της συκής ήταν αποτέλεσμα μιας διαδικασίας θρησκευτικο-κοινωνικής σύνθεσης μεταξύ Ιουδαϊσμού και ειδωλολατρισμού. Πιο συγκεκριμένα, το περιστατικό της καταραμένης συκής και η παραβολή της άκαρπης συκής συγκρίθηκαν με άλλα εξωευαγγελικά κείμενα της εποχής εκείνης και οι ομοιότητες που παρατηρήθηκαν ανάμεσά τους οδήγησαν μερικούς καινοδιαθηκολόγους στο συμπέρασμα ότι οι ευαγγελιστές είχαν λάβει υπόψη τους τα μη χριστιανικά κείμενα όταν έγραφαν τα ευαγγέλιά τους επειδή ήταν προσιτά και ευρέως διαδεδομένα στις κοινότητες προς τις οποίες απευθυνόταν τα ευαγγέλια. Έτσι, για παράδειγμα ο Bengel 88 βρίσκει μεγάλη ομοιότητα μεταξύ του περιστατικού της κατάρας της συκής στο Μκ και Μθ και της ιστορίας που διασώζει ο Θεοδώρητος Κύρου στο έργο του Φιλόθεος Ιστορία (Historia Religiosa) 1,6. Στην ιστορία αυτή ο Ιάκωβος ο Νισιβηνός είδε έναν δικαστή από την Περσία που εξέδωσε σε κάποιον άδικη δίκη. Για να δείξει την αδικία και να διδάξει τον δικαστή ο Ιάκωβος καταράστηκε μία μεγάλη πέτρα να διασπαστεί και να εκραγεί. Ξαφνικά η πέτρα εξερράγη. Ο δικαστής που είδε αυτό αναίρεσε την 88 Βλ. W. D. Davies,D. C. Allison, Matthew 19-28, International Critical Commentary, T&T Clark, 1997. σ. 148, υποσημ. 6. 55
παλαιά απόφαση και εξέδωσε άλλη, άξια για τον κατηγορούμενο. Η αναφορά αυτή όμως είναι πολύ μεταγενέστερη από τα ευαγγέλια. Ακόμη και αναφορές σε απόκρυφα χριστιανικά κείμενα όπως Πράξεις Πέτρου 1,2 5,15 9,32 και Πράξεις Θωμά 1,6-8 που περιέχουν τα λεγόμενα Strafwunder (θαύματα τιμωρίας) στοιχεία δεν αποτελούν παράδειγμα για εξω-ευαγγελική επίδραση στη διήγηση της συκής. Όμοια υπόθεση ειπώθηκε και για την παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ. Ο Peter Rhea Jones 89 συγκρίνει την παραβολή της άκαρπης συκής με δύο εξωγενείς της εκκλησιαστικής κοινότητας παραβολές που προέρχονται από την ραββινική και από την σημιτική κοινωνικο-θρησκευτική παράδοση αντιστοίχως. Σχετικά με την ραββινική παράδοση θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε μία παραβολή από το Shemot Rabbah 90 (Ex. Rabbah 43, 9) σύμφωνα με την οποία ένας βασιλιάς στέλνει τον επίτροπό του να μετατρέψει μία περιοχή σε άμπελο. Τα αμπέλια έδωσαν τον καρπό τους, αλλά το κρασί που παρήχθηκε ήταν ξερό. Γι αυτό ο βασιλιάς διέταξε να εκριζωθεί η άμπελος, αλλά ο επίτροπος επέμεινε ότι για να παραχθεί ποιοτικό κρασί, η άμπελος πρέπει να αναπτύσσεται σε ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτή η ραββινική παραβολή απέβλεπε στο να δείξει την ανικανότητα και την απροετοιμασία του Ισραήλ να προσφέρει πνευματικούς καρπούς 91 πριν τη Μεσσιανική εποχή. Η σύγκριση της παραβολής αυτής με την παραβολή της άκαρπης συκής είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Αν πράγματι, ο Χριστός ή το ακροατήριό του είχε υπόψη του αυτή τη ραββινική παραβολή, τότε τα λόγια του Χριστού στο Λκ 13, 6-9 μπορούν να ερμηνευτούν ως Μεσσιανικό σημείο. Στην παραβολή της Σεμότ Ραββάχ η αναμονή είναι βασική προϋπόθεση και το στοιχείο της τιμωρίας απουσιάζει, πράγμα που σημαίνει ότι η κρίσιμη εποχή ή η εσχατολογική στιγμή δεν έχει επέλθει. Αντιθέτως, στο Λκ 13, 6-9, το στοιχείο της τιμωρίας είναι το βασικό μοτίβο, ενώ η αναμονή έχει φτάσει στα όρια της. Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αν υπάρχει σχετική αλληλεπίδραση μεταξύ της ραββινικής και της χριστιανικής παράδοσης, η παραβολή της άκαρπης συκής μπορεί να ερμηνευθεί ως προειδοποίηση ότι η εσχατολογία στην προσωπικότητα του Ιησού Χριστού είναι ήδη παρούσα και η αποδοχή της διδασκαλίας, του Σταυρού και της Ανάστασής του και γενικά, η αποδοχή της Μεσσιανικότητάς του είναι η βασικότερη προϋπόθεση σωτηρίας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σύγκριση του Λκ 13, 6-9 με μία ασσυριακή σημιτική παραβολή γνωστή ως «η Ιστορία του Ahikar» 92 ή «Τα Λόγια του Ahiqar». 89 P. R. Jones, Studying the Parables of Jesus, Smyth & Helways Publishing Inc.1999. σ.132. 90 Το βιβλίο Shemot Rabbah, γνωστό επίσης ως Exodus Rabbah, αποτελεί ομιλητική και εξηγητική προσέγγιση του βιβλίου της Εξόδου. Είναι μέρος από το Ταργούμι και εντάσσεται στη Medrash της Ιουδαϊκής παράδοσης. 91 Για την παραβολή αυτή βλ. επίσης Harvey K. McArtur και Robert M. Johnston, They also Taught in Parables, Grand Rapids:Zondervan 1990. σ. 193. 92 Σχετικά με την ιστορία του Ahikar ή Ahiqar βλ. R. H. Charles, The story of Ahikar 8:30, The Apocrypha and Pseudepigrapha of the Old Testament in English, Clarendon, Oxford. 1913. 2:775. όπως επίσης J. M. Linderberger, Ahiqar, The Old Testament Pseudipigrapha, J. H. Charelworth, Garden City NY: Doubleday, 1985. 2:483. 56
Όπως φαίνεται από το όνομα, το έργο αυτό συνδέεται με την προσωπικότητα του Αχικάρ, ο οποίος ήταν γνωστός στην Εγγύς Ανατολή με την εξαιρετική σοφία του. Για την προσωπικότητα του Αχικάρ έχουμε ελάχιστες πληροφορίες που προέρχονται από διαφορετικές ιστορικές πηγές. Η φειδωλότητα όμως αυτή δεν μας εμποδίζει να σχηματίσουμε μία γενική εικόνα περί του βίου του. Αναφορές για το όνομα αυτό έχουμε από ρουμανικά, σλαβικά, αρμενικά, αραβικά και συριακά χειρόγραφα. Στο βιβλίο του Τωβίτ συναντάμε το όνομα «Aciacaroj» δύο φορές στο Τωβ. 1, 21, στο οποίο αναφέρεται ως ξάδερφος («Aciacaron to.n Anahl uiò.n tou/ avdelfou/ mou») του Τωβίτ, ο οποίος μετά το θάνατο του βασιλιά Ενεμεσσάου και την ενθρόνιση του Σαχερδόνου διορίστηκε υπεύθυνος «evpi.pa/san th.n evklogisti,an th/j basilei,aj auvtou/ kai. evpi. pa/san th.n dioi,khsin» και στο 2, 10. Σύμφωνα με μία μελέτη του George Hoffmann κατά το 1880 τα δύο ονόματα Αχικάρ και Αχιαχάρος αναφέρονται στο ίδιο πρόσωπο και πρόκειται για μία από κοινού γνωστή προσωπικότητα της Εγγύς Ανατολής. Το έργο του Αχικάρ βρέθηκε σε έναν αραμαϊκό πάπυρο κατά το 500 π.χ στο νησί Ελεφάντινη (σημ. Αίγυπτος). Οι βασικές σκέψεις και ιδέες στο έργο εκφράζονται με τη μορφή ενός πλασματικού/ φανταστικού διαλόγου του Αχικάρ με τον ανεψιό του 93. Πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι στο έργο αυτό έχουν συγκεντρωθεί πολλές διαδεδομένες για την Εγγύς Ανατολή παραβολές και ιστορίες, επειδή στο έργο αυτό πολύ σπάνια αναφέρεται το όνομα του Αχικάρ. Πολλές από τις παραβολές και τα αποφθέγματα παρουσιάζουν επίσης ομοιότητα με την σοφιολογική Γραμματεία της Π.Δ., καθώς και με άλλα σημιτικά κείμενα. Στο Ahik. 8,30 διασώζεται μία παραβολή 94 που έχει κοινά σημεία με το Λκ 13,6-9. «Ω, παιδί μου! Εσύ είσαι σαν δέντρο, που βρίσκεται δίπλα στο νερό, αλλά είναι άκαρπο, και ο ιδιοκτήτης του ήταν έτοιμος να το κόψει. Και το δέντρο του είπε: Μετατόπισέ με σε άλλο μέρος και αν δε δώσω καρπό κόψε με. Και ο ιδιοκτήτης του είπε: Παρόλο που βρίσκεσαι κοντά στο νερό, εσύ δεν κατάφερες να δώσεις καρπό, πως θα δώσεις καρπό αν μετατοπιστείς σε άλλο μέρος;». 93 Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, ο Αχικάρ ή «Aciacaron to.n Anahl» ήταν γραμματέας των Ασσυρίων βασιλέων Σαχερόνος και Εσαρχαδδόν. Επειδή δεν είχε παιδιά/ τέκνα, αυτός υιοθέτησε τον ανεψιό του Nadab (ή Nadin) για να τον κληρονομήσει. Για να κατακτήσει τη θέση του Αχικάρ ο ανεψιός κατάφερε να πείσει τον βασιλιά Εσαρχαδδόν ότι ο Αχικάρ ήθελε να κάνει κρατική προδοσία και ως συνέπεια ο Εσαρχαδδόν διέταξε να εκτελεστεί ο Αχικάρ. Ο δήμιος όμως σκότωσε άλλον άνθρωπο που παρουσίασε στον βασιλιά ως Αχικάρ και αργότερα όταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια ο Nadab εκτελέστηκε. Η ιστορία του Αχικάρ είναι προϊόν αυτού του περιστατικού και στα λόγια του Αχικάρ φαίνεται η κριτική του ενάντια στην πράξη του ανεψιού του. 94 Η μετάφραση στα ελληνικά έγινε από τον συγγραφέα, για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας. Το πρωτότυπο κείμενο είναι η αγγλική μετάφραση της ιστορίας του Αχικάρ από το έργο του R. H. Charles, 1913: «O, my boy! Thou art like the tree which was fruitless beside the water, and its master was fain to cut it down, and it said to him, Remove me to another place, and if I do not bear fruit, cut me down. And its master said to it, Thou being beside the water hast not borne fruit, how shalt thou bear fruit when thou art in another place?». 57
Σε αυτή την παραβολή όπως παρατηρούν οι Howard Marshall και Peter Rhea Jones, η ιστορία τελειώνει με αρνητικό τέλος και ο Ιησούς αν είχε υπόψη του την παραβολή του Αχικάρ την άλλαξε, έτσι ώστε να οικοδομήσει την διδασκαλία για την μετάνοια και τη θεία μακροθυμία και με αυτό τον τρόπο, η επαγγελία για τη θεία τιμωρία μετατρέπεται σε κλήση για μετάνοια. Οι περισσότεροι ερευνητές που συγκρίνουν την παραβολή της άκαρπης συκής με την ιστορία του Αχικάρ τονίζουν τη θεία μακροθυμία και τη φιλανθρωπία του Χριστού σχετικά με άλλα κείμενα της εποχής του Χριστού, γεγονός που παρατηρείται και σε άλλα ευαγγελικά κείμενα όπως Ιω 10, 11-14. Θα προτείνουμε ωστόσο και μία διαφορετική προσέγγιση. Στο βιβλίο του Τωβίτ, η Ιουδαϊκή κοινότητα έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις θρησκευτικο-κοινωνικές αντιλήψεις των Γαλιλαίων. Επιγραμματικά, θα αναφέρουμε την άρνηση να προσφέρονται θυσίες στην Ιερουσαλήμ, την αποκοπή από τον «οίκο της Ιερουσαλήμ» (Τωβ. 1, 4),τα κοινά έθιμα με τους ειδωλολάτρες, την άρνηση προσφοράς των πρώτων καρπών και πληρωμής φόρου για το ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Αχικάρ ήταν γνωστή προσωπικότητα στην Ιουδαϊκή κοινότητα και κατά συνέπεια το έργο του θα ήταν γνωστό στις κοινότητες εκτός της Ιερουσαλήμ. Υπό την προϋπόθεση αυτή, αν ο Χριστός ήξερε την παραβολή του Αχικάρ, χρησιμοποίησε μία προσιτή στην κοινότητα των Γαλιλαίων παραβολή για να τους δείξει την εσχατολογική πραγματικότητα. Η τρίτη και ίσως η πιο αξιόπιστη υπόθεση περί της πηγής της διήγησης της συκής είναι ότι η μεσσιανική (εσχατολογική) προφητική παράδοση αποτέλεσε την θεολογική αφετηρία που έμπνευσε την διδασκαλία περί της πνευματικής ακαρπίας του Ισραήλ. Για τον συμβολισμό της συκής ως στοιχείο καταδίκης στην Π.Δ. μας θυμίζουν περικοπές των προφητικών κειμένων όπως Ησ 34,4. Η ημέρα της κρίσεως στο Ησ. 34, 8 : «h`me,ra ga.r kri,sewj kuri,ou kai. evniauto.j avntapodo,sewj kri,sewj Siwn» περιγράφεται με εικόνες της καταστροφής της φύσης όπως «kai. e`ligh,setai o` ouvrano.j w`j bibli,on kai. pa,nta ta. a;stra pesei/tai w`j fu,lla evx avmpe,lou kai. w`j pi,ptei fu,lla avpo. sukh/j». Στον Ιερ.8,13 24,1-10 ο στίχος 13 αποτελεί το αποκορύφωμα της περιγραφής της πνευματικής κρίσης της Ιερουσαλήμ. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα ευαγγέλια περιγράφουν την πνευματική κατάσταση του Ιουδαϊκού λαού κατά την εποχή του Χριστού με έννοιες που βρίσκονται πολύ κοντά προς τα λόγια του προφήτη Ιερεμία. Θα λέγαμε ότι υπάρχει μία εξάρτηση από τα προφητικά κείμενα των πρώτων δύο Συνοπτικών ευαγγελίων σχετικά με τη διήγηση της συκής όπως διαπιστώνουμε από το στ. 13 : «kai. suna,xousin ta. genh,mata auvtw/n le,gei ku,rioj ouvk e;stin stafulh. evn tai/j avmpe,loij kai. ouvk e;stin su/ka evn tai/j sukai/j kai. ta. fu,lla katerru,hken». Στην προσπάθεια της αναζήτησης προφητικής θεολογικής αφετηρίας η οποία θα μπορούσε να είχε επηρεάσει τους καινοδιαθηκικούς συγγραφείς πολλοί βιβλικοί μεταξύ των οποίων και ο Dalle αναφέρουν το χωρίο Ιερ. 24,1-10. Στην ενότητα αυτή ο προφήτης περιγράφει μία κρίσιμη στιγμή διαχωρισμού του Ιουδαϊκού έθνους. Το κοινωνικό status των ιουδαίων σύμφωνα με αυτή την προφητική ενότητα, αποτελείται από δύο ομάδες 58
που απεικονίζονται με δύο καλάθια με σύκα: η πρώτη κατηγορία περιγράφεται ως «su,kwn crhstw/n», ενώ η δεύτερη ως «su,kwn ponhrw/n». Η πρώτη κατηγορία χαρακτηρίζεται ως Ιουδαίοι που είναι απομακρυσμένοι από τη καρδιά του έθνους και βρίσκονται στην Χαλδαία, ενώ η δεύτερη ομάδα που αποτελεί τα κακά ή πονηρά σύκα αποτελείται από ιουδαίους που βρίσκονται στην Ιερουσαλήμ και ανήκουν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Η προφητεία συνάγεται στο συμπέρασμα ότι τα καλά σύκα θα αντικαταστήσουν τα κακά, δηλαδή οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και οι κοινωνικά ισχυροί θα αντικατασταθούν από μία άλλη ιουδαϊκή τάξη, η οποία θα υιοθετηθεί από τον Θεό. Στη συνάφεια των κοινωνικοπολιτικών και θρησκευτικών συνθηκών κατά την εποχή της συγγραφής των ευαγγελίων αυτή η προφητεία θα μπορούσε να έχει μεγάλη επιρροή στους ιουδαϊοχριστιανικούς θρησκευτικούς κύκλους. Τα ευαγγέλια πέραν της θεοπνευστίας που έχουν, λαμβάνουν υπόψη τους τα πολιτικο-κοινωνικά γεγονότα που ενδιαφέρουν την ιουδαϊκή κοινότητα στα χρόνια του Χριστού. Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, η πολιτική και θρησκευτική κρίση η κοινή προφητική παράδοση καθορίζουν τον κοινό προβληματισμό του ιουδαϊκού έθνους στον οποίο τα διάφορα θρησκευτικά ρεύματα θα έπρεπε να δώσουν εξαντλητική απάντηση. Στα πρώτα δύο συνοπτικά ευαγγέλια φαίνεται ότι ο κατεξοχήν παράγοντας που επηρέαζε και προσδιόριζε τη χριστιανική σκέψη στις απαρχές της χριστιανικής εκκλησίας ήταν η προφητική παράδοση που είχε έντονο εσχατολογικό περιεχόμενο. Στα ευαγγέλια του Μάρκου και του Ματθαίου παρατηρείται μία έντονη ομοιότητα μεταξύ της προφητείας στο Ιερ. 24,1-10 και της ενότητας της επίσκεψης του Χριστού στην Ιερουσαλήμ. Και στις δύο παρατηρείται μία τάση απομάκρυνσης από την Ιερουσαλήμ, και στις δύο επικρίνεται η παρούσα θρησκευτική και πολιτική τάξη και δίνονται έντονες προτροπές και προσπάθειες για αλλαγή, η υλοποίηση της οποίας δεν έχει ολοκληρωθεί πλήρως, και στις δύο, τα κακά/ πονηρά σύκα που δεν μπορούν να ικανοποιήσουν την ανάγκη του προφήτη / του Χριστού παραδίδονται σε καταστροφή. Όλα αυτά τα στοιχεία μας δείχνουν ότι η χριστιανική κοινότητα αντιλαμβανόταν τον εαυτό της ως την κοινότητα η οποία θα αντικαθιστούσε τους φαρισαϊκούς κύκλους στηριζόμενη στα προφητικά κείμενα. Η επιρροή αυτή της προφητικής εσχατολογίας, τόσο έντονη στα πρώτα δύο ευαγγέλια φαίνεται να υποχωρεί στο ευαγγέλιο του Λουκά, στο οποίο σε αντίθεση με τα προφητικά κείμενα υπάρχει μία διάθεση ασυνήθιστης υπομονής και αποφυγής της τιμωρίας, καθώς και υποβολή ιδιαίτερων προσπαθειών οι οποίες θα υποβοηθήσουν την προσπάθεια της αποφυγής της ακαρπίας. Στον Λουκά ο προβληματισμός της κοινότητας είναι διαφορετικός και το ζήτημα της θέσης της Χριστιανικής εκκλησίας εκτοπίζεται από τη θέση της ιουδαϊκής θρησκευτικής κοινότητας και τη σχέση των χριστιανών με αυτήν. Άλλη ενότητα από την προφητική παράδοση είναι το Ωσ 2,12. Στην προφητεία αυτή ο προφήτης απεικονίζει την απομάκρυνση του περιουσίου λαού 59
από τον Θεό και την πνευματική παρακμή του, συγκρίνοντάς τον με μία μοιχαλίδα ή με μία πόρνη ή οποία απάτησε τον πρώτο άντρα της και συζούσε με πολλούς συντρόφους, έχοντας υπόψη την εγκατάλειψη της πίστης στο μοναδικό Θεό και την αναστροφή του προς τις θεότητες του Βαάλ και προσωπικότητες που προσέφεραν υλικό συμφέρον για το λαό. Οι επιπτώσεις της απομάκρυνσης ήταν μη αναγνώριση (άρνηση) των παιδιών της και καταστροφή της περιουσίας της ανάμεσα στην οποία ανήκουν και οι συκές της. Εδώ η λ. συκή έχει την σημασία της προσωπικής περιουσίας ενός ανθρώπου και δεν χρησιμοποιείται συμβολικά όπως είναι η περίπτωση με την προφητεία του Ιερεμία, αλλά το μοτίβο της καταστροφής μιας συκής ως ένδειξη τιμωρίας που είχε θεία προέλευση είναι αξιοσημείωτο. Στην προφητεία Ιωήλ 1,7 η χρήση της λ. συκής έχει συμβολικό περιεχόμενο. Η προφητεία φαίνεται να στηρίζεται σε αρχαία παράδοση η οποία απέκτησε εσχατολογικό περιεχόμενο με το οποίο διασώθηκε στην προφητική παράδοση. Το μοτίβο της ξηράνσεως μιας συκής σηματοδοτεί την αντικατάσταση του Ιουδαϊκού λαού από ένα νέο λαό όπως συμπεραίνουμε από το περιεχόμενο του στίχου 6 : «o[ti e;qnoj avne,bh evpi. th.n gh/n mou ivscuro.n kai. avnari,qmhton oi` ovdo,ntej auvtou/ ovdo,ntej le,ontoj kai. ai` mu,lai auvtou/ sku,mnou». Με σκηνές από την αγροτική ζωή περιγράφεται η πτώση του λαού, η οποία έχει πνευματικές, υλικές θρησκευτικές και πολιτισμικές διαστάσεις «evxh/rtai qusi,a kai. spondh. evx oi;kou kuri,ou penqei/te oi` ièrei/j oi` leitourgou/ntej qusiasthri,w» 6, «h` a;mpeloj evxhra,nqh kai. ai` sukai/ wvligw,qhsan rò,a kai. foi/nix kai. mh/lon kai. pa,nta ta. xu,la tou/ avgrou/ evxhra,nqhsan o[ti h; scunan cara.n oi` uiòi. tw/n avnqrw,pwn» 12, «a`gia,sate nhstei,an khru,xate qerapei,an sunaga,gete presbute,rouj pa,ntaj katoikou/ntaj gh/n eivj oi=kon qeou/ u`mw/n kai. kekra,xate pro.j ku,rion evktenw/j» 14. Από τους στίχους αυτούς διαφαίνεται η εσχατολογική κοινωνική κρίση η οποία θα συμβεί κατά την «ημέρα Κυρίου». Ως δρόμο σωτηρίας ο προφήτης προτείνει την επιστροφή, την αναστροφή προς τον Θεό από όλα τα κοινωνικά στρώματα του ιουδαϊκού λαού-ιερείς, γεωργοί, γέροντες. Το προφητικό αυτό κείμενο που ήταν γνωστό και κατά την εποχή του Χριστού επηρέασε και ενέπνευσε τη σκέψη της Χριστιανικής Εκκλησίας και ερμηνεύτηκε από την αρχαία ιουδαιοχριστιανική εκκλησιαστική κοινότητα ως ενδεικτικό σημείο που χαρακτηρίζει την μεσσιανική εποχή. Υπό το φως των προφητιών αυτών η ξήρανση της συκής θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μεσσιανικό μοτίβο. Η άποψη ότι η διήγηση της συκής συνδέεται με την Ιερουσαλήμ, η οποία ήταν το εθνικό και το θρησκευτικό κέντρο του Ιουδαϊσμού μπορεί να διαπιστωθεί και από την θέση της στα πρώτα δύο Συνοπτικά Ευαγγέλια. Όπως παρατηρεί ο Timothy C. Gray 95, η πράξη της κατάρας της συκής του Ιησού είναι το μοναδικό θαυματουργικό γεγονός που εκτέλεσε ο Χριστός στην Ιερουσαλήμ (Μκ 11-16). Για να κάνουμε μία ερμηνευτική προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη της και τις τρείς παραδόσεις της διήγησης της συκής, θα αναλύσουμε με ένα ενιαίο τρόπο το 95 Βλ. T. C. Gray, The Temple in the Gospel of Mark: A Study in Its Narrative Role, Mohr Siebeck Tubingen, 2008. σ. 38. 60
περιστατικό στο Μκ και Μθ, συγκρίνοντάς το με την παραβολή της άκαρπης συκής στο Λκ. δ) Ερμηνευτική προσέγγιση και κριτική του κειμένου της διήγησης της συκής στα Ευαγγέλια των Μκ και Μθ. Μκ.11,12: Kai.. th/ evpau,rion evxelqo,ntwn auvtw/n avpo. Bhqani,aj evpei,nasenå Μθ 21,18: Prwi> de. evpana,gwn eivj th.n po,lin evpei,nasenå Ακόμη, στους πρώτους στίχους βλέπουμε μία τάση διαφοροποίησης. Κατά τη γνώμη μας οι διαφορές στους δύο στίχους δεν οφείλονται σε ιστορική ανακρίβεια, αλλά γίνονται για θεολογικούς λόγους. Στο ευαγγέλιο του Μκ ο ευαγγελιστής προσπαθεί να παραδώσει την ιστορική πορεία των γεγονότων και αναφέρει το όνομα της πόλης Βηθανία. Στο Μθ, το περιστατικό της διήγησης της συκής συνδέεται με την Ιερουσαλήμ και γι αυτό το διασώζει σε μία συνάφεια με την «po,lin» (Ιερουσαλήμ). Ο Vicent Taylor πιστεύει ότι «th/ evpau,rion» δεν είναι αυθεντική φράση και συναντιέται κυρίως στους παπύρους, ενώ αντίθετα ο Schmidt πιστεύει ότι «τη επαύριον» είναι αυθεντική φράση, αλλά «από Βυθανίας» και όσα λέγονται σχετικά με την εποχή των συκών έχουν μεταγενέστερη του απ. Μάρκου προέλευση. Η αναφορά στην πείνα του Χριστού είναι ένα κρίσιμο σημείο για την ερμηνεία του επεισοδίου. Πράγματι, στα ευαγγέλια ελάχιστες φορές αναφέρεται ότι ο Χριστός πεινούσε και είναι αξιοπαρατήρητο ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, το στοιχείο της πείνας χρησιμοποιείται για να εκτεθούν σπουδαίες για την χριστιανική κοινότητα διδακτικές αρχές. Έτσι επί παραδείγματι, το μοτίβο της «πείνας του Χριστού» συνδέεται με τους πειρασμούς του Χριστού από τον διάβολο (Μθ 4,2 Λκ 4,2), στη συζήτηση με τους φαρισαίους (Μκ 2,25 Νθ Μθ 12,3 Λκ 6,3) στο διάλογο με τη Σαμαρείτισσα (Ιω 4, 31), στο Σταυρό κ.ά. Ο Ben Witherington θεωρεί ότι το μοτίβο της πείνας λειτουργεί ως εισηγητικό στοιχείο για τη διήγηση της συκής. Προς την άποψη αυτή φαίνεται να συμφωνεί και ο William L. Lane 96 σύμφωνα με τον οποίο ο Χριστός χρησιμοποίησε την πείνα του για διδακτικούς σκοπούς. Ο Dalle C. Allison, Jr. 97 εκφράζει την άποψη ότι αν λάβουμε υπόψη μας όλη την διήγηση της συκής η αναφορά στην πείνα του Χριστού ερμηνεύει την ακαρπία της συκής σαν μία αποτυχία της επίγειας δράσης του Χριστού. Ο Mathew Henry αποδίδει την πείνα του Χριστού στην αδυναμία της ανθρώπινης φύσης του. Ο A.E.Harvey 98 είναι σκεπτικός ως προς την άποψη ότι η πείνα του Χριστού στο Μκ 11,12 ήταν πραγματικό γεγονός, λόγω της μικρής απόστασης της Βηθανίας από την 96 W. L. Lane, Τhe Gospel According to Mark, Wm. B. Eerdmans Publishing Company. 1974, σ. 391., 97 Βλ. D. C. Allison, Jr, Mathew a shorter Commentary, T&T Clark International, New York, 2004. σ. 354-355. 98 A.E.Harvey, Companion to the New Testament,, The new English Bible, Oxford Univercity press, Cambridge university press, 1973. 61
Ιερουσαλήμ, καθώς και το περιστατικό που ακολουθεί. Νομίζουμε πως η καλύτερη προσέγγιση είναι αυτή του Vicent Taylor 99, σύμφωνα με τον οποίο το μοτίβο της πείνας μπορεί να συγκριθεί με την πείνα του Χριστού στο Μθ 4,2 (Λκ 4,2). Μκ.11, 13-14: kai. ivdw.n sukh/n avpo. makro,qen e;cousan fu,lla h=lqen( eiv a;ra ti eu`rh,sei evn auvth/ ( kai. evlqw.n evpv auvth.n ouvde.n eu-ren eiv mh. fu,lla\ o` ga.r kairo.j ouvk h=n su,kwnå kai. avpokriqei.j ei=pen auvth/ \ mhke,ti eivj to.n aivw/na evk sou/ mhdei.j karpo.n fa,goiå kai. h;kouon oi` maqhtai. auvtou/å Μθ 21,19-20: kai. ivdw.n sukh/n mi,an evpi. th/j o`dou/ h=lqen evpv auvth.n kai. ouvde.n eu-ren evn auvth/ eiv mh. fu,lla mo,non( kai. le,gei auvth/ \ mhke,ti evk sou/ karpo.j ge,nhtai eivj to.n aivw/naå kai. evxhra,nqh paracrh/ma h` sukh/åkai. ivdo,ntej oi` maqhtai. evqau,masan le,gontej\ pw/j paracrh/ma evxhra,nqh h` sukh/è Με τους στίχους Μκ 11,13 και Μθ 21, 19 αρχίζει το κύριο μέρος της διήγησης της συκής. Όπως τονίσαμε και στην αρχή, η συκή συμβολίζει το Ιουδαϊκό έθνος με την λαμπρή εξωτερική εμφάνισή του, αλλά χωρίς πνευματικούς καρπούς.η διαπίστωση αυτή εξάγεται εκτός από όλα όσα είπαμε μέχρις εδώ και από τη χρήση της λ. «συκή στα Συνοπτικά ευαγγέλια. Έτσι επί παραδείγματι, ο Μκ χρησιμοποιεί εκτός της διήγησης της συκής μόνο μία φορά τη λ. συκή στο Μκ 13, 28 όπου η λέξη έχει ένα έντονο εσχατολογικό περιεχόμενο. Το ίδιο ισχύει και για τον Λκ 21, 29. Ο Μθ χρησιμοποιεί τις λ. «συκή» και «καρπό» δεκαεπτά φορές περισσότερο από κάθε άλλο συγγραφέα της Κ.Δ. Ο Μθ ποτέ δεν χρησιμοποιεί τη λέξη κυριολεκτικά αλλά μόνο με ένα ηθικό νόημα. Εάν όμως η συκή αποτελεί σύμβολο του Ισραήλ, πως οι πρώτοι χριστιανοί ήταν Ιουδαϊοχριστιανοί; Το πρόβλημα που ανακύπτει από την ερώτηση αυτή μας οδηγεί στην άποψη ότι χρειάζεται μία πιο εξειδικευμένη προσέγγιση του θέματος αυτού. Μια πολύ διαδεδομένη άποψη είναι ότι η συκή συμβολίζει την Ιουδαϊκή συναγωγή. Η άποψη αυτή αν και συναντιέται σε πολλούς σύγχρονους ερμηνευτές είχε τις απαρχές της στα έργα του Ιωάννη του Χρυσοστόμου (PG 58,633-634 59, 602), του Θεοφύλακτου Αχρίδας(PG 123, 373B), Ανδρέου επισκόπου Καισάρειας Καππαδοκίας και Αρέθα (PG 106, 1144C), Ευθυμίου Ζιγαβηνού (PG 129, 557,559, 613A 829C,D, 832), Ωριγένη (PG 13, 432), Αθανασίου Αλεξανδρείας (PG 28, 716C), Κυρίλλου Αλεξανδρείας (PG 72, 761D 77, 1168C και 33,793C), Γρηγορίου Νύσης (PG 38, 1160-1161) κ.α., όπως αναφέραμε στην προηγούμενη ενότητα. Η άποψη αυτή έχει υιοθετηθεί και από την λατρευτική παράδοση της εκκλησίας όπως 99 V. Taylor, The Gospel according to St. Mark, The Greek text with introduction, notes and indexes, Second edition, St Martins s Press, New York, 1966. σ. 459. 62