Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4351/

Σχετικά έγγραφα
Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3337/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1684/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Ταχ. /νση: Λ. Κηφισίας ΑΘΗΝΑ

ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΡ.120/2011. Αθήνα ΑΠ: 3206 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 193 /2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 87/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 166/2012

ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ. Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/3910/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 104 / 2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 77/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/944/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 17 /2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7233/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 162/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 175/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4268/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 110/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 152/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 9 / 2009

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/426-4/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 172 / 2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 131

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/976/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 19/2013

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/595-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 115/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/579-6/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 140 / 2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2420/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 43 / 2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3718/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 72/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/482/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 10/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 41 / 2006

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7500/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/946/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 16 /2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5630/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 99/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4590/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 36/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 150/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 89/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8287/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 191 / 2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3883-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4266/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2011

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4470-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 100/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6689/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 133/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Α Π Ο Φ Α Σ Η 33/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2950-1//

Α Π Ο Φ Α Σ Η 138/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1720-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 169 / 2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 177/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1022/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2014

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5525-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 05/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 173/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4828/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 98 / 2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3004/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 52/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2411-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 90/2014

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4267/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 81/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 09/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 111/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8841/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 66/2018

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5067-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 4/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 69/ 2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Αθήνα, $$202$$ Αριθ. Πρωτ.: $$201$$

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/945/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 18 /2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4786/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 95/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 94/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1935-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 127/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2717/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5218/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 129/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1859/ Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 22/ 2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 107/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6987/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 39/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1566-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 91 /2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2013

Transcript:

Αθήνα, 15-06-2012 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4351/15-06-2012 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 11523 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475601 FAX: 210-6475628 Α Π Ο Φ Α Σ Η 105 /2012 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε, µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, σε τακτική συνεδρίαση στην έδρα της, την 16/2/2012. Παρέστησαν οι Π. Χριστόφορος, Πρόεδρος της Αρχής, και οι Λ. Κοτσαλής, ο οποίος είχε οριστεί εισηγητής, Αν. Πράσσος, Αντ. Ρουπακιώτης,. Μπριόλας, Γρ. Πάντζιου, τακτικά µέλη. Το τακτικό µέλος Αν. Ιωάν. Μεταξάς και το αναπληρωµατικό αυτού Γ. Λαζαράκος δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος αν και είχαν κληθεί νοµίµως. Στη συνεδρίαση παρέστησαν, επίσης, µε εντολή του Προέδρου, η Κ. Λωσταράκου, νοµικός ελεγκτής ως βοηθός εισηγητής. Επίσης, παρέστη, µε εντολή του Προέδρου, και η Α. Κανακάκη, υπάλληλος του ιοικητικού Οικονοµικού Τµήµατος της Αρχής, ως γραµµατέας. Η Αρχή, µετά την ανάκληση της µε αρ. 28/2003 απόφασής της µε την απόφαση 73/2011, εξέτασε εκ νέου την µε αρ. πρωτ. 2760/28.12.2001 προσφυγή της X στη συνεδρίαση της 17/11/2011 κατά την οποία παρέστησαν οι Ψ, εκπρόσωπος της τράπεζας EFG- EUROBANK Ergasias AE, και Α. Κανελλόπουλος, πληρεξούσιος δικηγόρος της τράπεζας. Κηφισίας 1-3, 11523, Αθήνα, Τηλ: 210 6475600, Fax: 210 6475628, contact@dpa.gr www.dpa.gr

Η Αρχή έλαβε υπόψη τα παρακάτω Η προσφεύγουσα Χ κατά τη διαδικασία αίτησης στεγαστικού δανείου από την τράπεζα Πειραιώς το Σεπτέµβριο του 2000, πληροφορήθηκε ότι υπήρχαν δυσµενή οικονοµικά δεδοµένα εις βάρος της στο ιατραπεζικό Σύστηµα Πληροφοριών ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ, και συγκεκριµένα οφειλή 2.000.000 δρχ. από απλήρωτες συναλλαγµατικές. Αγνοώντας την ύπαρξη των στοιχείων αυτών, η προσφεύγουσα υπέβαλε στις 6/10/2000 αίτηση προς την Τειρεσίας Α.Ε µε την οποία ζήτησε να της γνωστοποιηθεί η σχετική καταχώριση. Η εταιρία απάντησε µε επιστολή της στις 27/11/2000 ότι στο αρχείο της υπάρχουν καταχωρισµένες τριάντα τρεις συναλλαγµατικές εκδόσεως 1991 και 1992 µε τράπεζα αναγγελίας την τράπεζα Κρήτης. Σε δεύτερη επιστολή στις 26/9/2001 µε την οποία η προσφεύγουσα ζήτησε, µεταξύ των άλλων, και αντίγραφα των σωµάτων των συναλλαγµατικών για να λάβει ιδία γνώση του περιεχοµένου τους, καθόσον γνώριζε ότι αυτές ήταν πλαστές, η εταιρία απάντησε ότι δεν τηρεί αντίγραφα των αξιογράφων που διαβιβάζονται σε αυτήν από τις τράπεζες. Η προσφεύγουσα δεν έδωσε συνέχεια µετά την απάντηση αυτή της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ, αλλά µε αίτηµα της στις 21/7/2001 προς την τράπεζα EFG-EUROBANK Ergasias AE, µε την οποία συγχωνεύτηκε η τράπεζα Κρήτης, ζήτησε να της χορηγηθεί βεβαίωση από την οποία να προκύπτει η εξόφληση των ως άνω συναλλαγµατικών, σε περίπτωση δε µη εύρεσης των αιτούµενων στοιχείων, να της χορηγηθεί βεβαίωση από την οποία να προκύπτει ότι δεν τηρείται από την τράπεζα αρχείο του έτους 1992 ή τα αιτούµενα στοιχεία είναι δυσχερές να ανευρευθούν. Η τράπεζα απάντησε στις 14/9/2001 ότι δεν κατέστη δυνατόν να ανευρεθούν αυτά και ζήτησε, προκειµένου να ικανοποιήσει το αίτηµά της και πρέπει να της γνωστοποιήσει η αιτούσα τους αριθµούς των συναλλαγµατικών. Στο υπόµνηµα που κατέθεσε στην Αρχή, η τράπεζα ισχυρίζεται ότι απάντησε στο αίτηµα της προσφεύγουσας, αλλά αυτή δεν επανήλθε. Εξάλλου, όπως αναφέρεται στο υπόµνηµα, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρµογής των διατάξεων ν.2472/97 οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ πέντε έτη µετά την έκδοση της πιο πρόσφατης συναλλαγµατικής (1992). Κι αν ακόµη θεωρηθεί ότι συντρέχει περίπτωση εφαρµογής του ανωτέρω νόµου, τα συγκεκριµένα προσωπικά δεδοµένα, ήτοι τα αντίγραφα των επίµαχων συναλλαγµατικών τηρήθηκαν από την τράπεζα σύµφωνα µε την κατηγοριοποίηση που προβλέπεται στην απόφαση 523/1999 της Αρχής και εποµένως, δεν υπήρξε παράβαση των διατάξεων των 2

άρθρων 4 παρ.1δ και 12 του νόµου 2472/97. Η Αρχή µετά από εξέταση των στοιχείων του φακέλου, αφού άκουσε τον εισηγητή και τη βοηθό εισηγήτρια, η οποία στη συνέχεια αποχώρησε και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης, ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Σύµφωνα µε το άρθρο 4 παρ.1δ του ν.2472/97, τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόµιµης επεξεργασίας, πρέπει να διατηρούνται σε µορφή που να επιτρέπει τον προσδιορισµό της ταυτότητας των υποκειµένων τους µόνο κατά τη διάρκεια της περιόδου που απαιτείται, κατά την κρίση της Αρχής, για την πραγµατοποίηση των σκοπών της συλλογής τους και της επεξεργασίας τους. Σύµφωνα µε το άρθρο 12 του ν.2472/97, το υποκείµενο έχει δικαίωµα να γνωρίζει αν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν αποτελούν ή αποτέλεσαν αντικείµενο επεξεργασίας. Προς τούτο έχει δικαίωµα να ζητεί και να λαµβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, χωρίς καθυστέρηση, κατά τρόπο σαφή και εύληπτο, µεταξύ άλλων, και τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν καθώς και την προέλευσή τους. 2. Η εταιρία ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ, δικαιούται, σύµφωνα µε την απόφαση 24/2004 της Αρχής, να τηρεί νόµιµα αρχείο µε οικονοµικά στοιχεία, µεταξύ άλλων, και στοιχεία διαταγών πληρωµής, ακάλυπτων επιταγών, απλήρωτων συναλλαγµατικών κλπ. Τα στοιχεία του αρχείου αυτού διαβιβάζονται ηλεκτρονικά στην εταιρία από το αρχείο των τραπεζών - µελών του διατραπεζικού συστήµατος, πρέπει δε να τηρούνται κατά το άρθρο 4 παρ.1δ για τη χρονική περίοδο που απαιτείται, κατά την κρίση της Αρχής, για την πραγµατοποίηση των σκοπών της συλλογής τους και της επεξεργασίας τους, δηλαδή για µια δεκαετία σύµφωνα µε την κατηγοριοποίηση που προβλέπεται στην υπ αριθµ.25/2004 απόφαση της Αρχής. Εποµένως, για το προαναφερόµενο χρονικό διάστηµα, η εταιρία ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ και οι τράπεζες πρέπει να είναι σε θέση να ικανοποιούν τα δικαιώµατα πρόσβασης και αντίρρησης των υποκειµένων κατά τα άρθρο 12 και 13 του ν.2472/97. 3. Στη συγκεκριµένη περίπτωση, τα στοιχεία που αφορούσαν τις επίµαχες συναλλαγµατικές καταχωρίστηκαν στο αρχείο της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ πριν από την 1/5/1993 και σύµφωνα µε την παραπάνω κατηγοριοποίηση η χρονική διάρκεια τήρησής τους είναι η δεκαετία. Κατά τη διάρκεια του χρόνου αυτού, η προσφεύγουσα υπέβαλε 3

τις από 27/11/2000 και 26/9/2001 αιτήσεις προς την εταιρία ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ ασκώντας το δικαίωµα πρόσβασης στα στοιχεία που την αφορούν, σύµφωνα µε το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.2472/97. Στις αιτήσεις αυτές απάντησε η εταιρία µε τα από 27/11/2000 και 19/10/2001 έγγραφά της γνωστοποιώντας σειρά των επίµαχων συναλλαγµατικών, καθώς και την πηγή των στοιχείων αυτών και ενηµερώνοντας παράλληλα την προσφεύγουσα ότι δεν τηρεί αντίγραφα αξιογράφων στο αρχείο της. Η προσφεύγουσα εξάλλου δεν επανήλθε για να προβάλλει γραπτώς τις αντιρρήσεις της, σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 13 του ν.2472/97. 4. Όσον αφορά την τράπεζα EFG-EUROBANK Ergasias AE, αυτή δεν ήταν σε θέση, όπως ισχυρίζεται, να ικανοποιήσει το δικαίωµα πρόσβασης που άσκησε η προσφεύγουσα µε την από 21/7/2001 αίτησή της, όπως αποδεικνύεται από την από 14/9/2001 απάντησή της προς την προσφεύγουσα όπου βεβαιώνεται αδυναµία ανεύρεσης των επίµαχων στοιχείων. Το γεγονός ότι τα σχετικά στοιχεία µε βάση τα οποία έγινε η εγγραφή από την τράπεζα στο αρχείο της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ χρονολογούνται σε προγενέστερο από την θέσπιση του Ν.2472/97 χρόνο δεν έχει καθοριστική σηµασία για την εφαρµογή του νόµου. Αντιθέτως, αυτό που είναι κρίσιµο είναι ότι µετά το 1997 (χρόνος εφαρµογής του νόµου) παραβιάστηκαν διατάξεις του, όπως η υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας (τράπεζας) να ικανοποιήσει το δικαίωµα πρόσβασης του άρθρου 12 του ν.2472/97, το οποίο ασκήθηκε εντός του χρονικού διαστήµατος τήρησης του σχετικού δεδοµένου στο αρχείο της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ (Ιούλιος 2001) κατά το οποίο η εγγραφή είχε διατηρηθεί και παρήγαγε τις δυσµενείς συνέπειές της. Η απαίτηση της τράπεζας, προκειµένου να ικανοποιήσει το δικαίωµα πρόσβασης, να προσκοµίσει η ίδια η προσφεύγουσα τους αριθµούς των συναλλαγµατικών, µετακυλίοντας ουσιαστικά το βάρος τήρησης αρχείου στο υποκείµενο των δεδοµένων, αναιρεί στην ουσία την ικανοποίηση του δικαιώµατος αυτού. Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι η στάση αυτή της τράπεζας οδηγεί σε αναίρεση της άσκησης του δικαιώµατος πρόσβασης και αντίρρησης από την πλευρά του υποκειµένου και αδυναµία ελέγχου της νοµιµότητας της επεξεργασίας που διενεργεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας του αρχείου. Η αδυναµία ικανοποίησης του δικαιώµατος πρόσβασης που θα οφειλόταν στο λόγο αυτό, θα έπρεπε να οδηγήσει µε εντολή της τράπεζας στη διαγραφή των σχετικών στοιχείων από το αρχείο της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ. Η αδυναµία αυτή οφείλεται σε έλλειψη που αφορά τον τρόπο λειτουργίας του αρχείου της τράπεζας και συνιστά και έλλειψη των µέτρων επιµέλειας τα οποία όφειλε να τηρήσει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ώστε να αποφευχθεί το 4

λάθος, αφού οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 10 παρ.3 του νόµου πρέπει να είναι τέτοιες, ώστε να εξασφαλίζουν την ακρίβεια και την ορθότητα των δεδοµένων. Η παράλειψη αυτή της τράπεζας οδήγησε στην καταχώρηση και διαβίβαση ανέλεγκτων στοιχείων στην ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ. Σύµφωνα µε τα παραπάνω, η τράπεζα, λόγω µη τήρησης των προϋποθέσεων του άρθρου 4 παρ.1 δ του ν.2472/97, δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει το δικαίωµα πρόσβασης της προσφεύγουσας, κατά παράβαση των άρθρων 10 παρ.3 και 12 του ν.2472/97. Επειδή µε το υπόµνηµά της η τράπεζα ισχυρίζεται ότι µετά την ανάκληση της υπ αρ.28/2003 απόφασης της Αρχής και την πάροδο έκτοτε ικανού χρονικού διαστήµατος, τυχόν επιβολή προστίµου εις βάρος της θα προσέκρουε στις αρχές της χρηστής διοίκησης και της µη καταχρηστικής άσκησης των δικαιωµάτων, αφού από το τέλος του 2001 που υποβλήθηκε η υπό κρίση προσφυγή µέχρι την επανεξέταση της υπόθεσης έχει επέλθει χρονικό διάστηµα δέκα ετών τουλάχιστον. Προσέθεσε δε ότι, όπως έχει κριθεί σε παρεµφερείς περιπτώσεις επιβολής διοικητικής κύρωσης, το χρονικό διάστηµα για την επιβολή κύρωσης δεν µπορεί να υπερβεί την πενταετία από την τέλεση της παράβασης. Η ως άνω θέση συµπορεύεται µε τις αρχές του κοινοτικού δικαίου και του 1 ου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύµβασης ικαιωµάτων του Ανθρώπου (ΕΣ Α). Όµως ο ισχυρισµός αυτός της καταγγελλόµενης είναι αβάσιµος για τον λόγο ότι, όπως στο ιστορικό της υπόθεσης αναφέρεται, η προσφεύγουσα υπέβαλε την προσφυγή της µε το από 28/12/2001 έγγραφό της στην Αρχή, η Αρχή απέστειλε κλήση προς ακρόαση στην τράπεζα στις 23/4/2003, η δε απόφαση επιβολής προστίµου από την Αρχή εκδόθηκε στις 24/6/2003. Από την ηµέρα έκδοσης της απόφασης και µέχρι την ανάκλησή της για λόγους νοµιµότητας, η απόφαση είναι ισχυρή και παράγει τα αποτελέσµατά της διακόπτοντας τη δυνατότητα «αποδυνάµωσης» του «δικαιώµατος»-αρµοδιότητας της Αρχής για την επιβολή ή όχι κύρωσης. Περαιτέρω δε, από την έκδοση της 71/2011 απόφασης της Αρχής µε την οποία ανακλήθηκε για λόγους νοµιµότητας λόγω κακής σύνθεσης η 28/2003 απόφαση, παρήλθε µικρό χρονικό διάστηµα. Ενόψει της βαρύτητας της πράξης που αποδείχθηκε και της προσβολής που επήλθε από αυτή στο υποκείµενο δηλ. στην προσφεύγουσα, αφού η τελευταία, στερούµενη τη δυνατότητα να ελέγξει τη νοµιµότητα της επεξεργασίας των στοιχείων της από την 5

τράπεζα, συνέχιζε να εµφανίζεται ως οφειλέτης ως τη λήξη του προκαθορισµένου (για τους αποδεδειγµένα οφειλέτες) χρόνου τήρησης, Η Αρχή κρίνει οµόφωνα ότι πρέπει να επιβληθεί στον υπεύθυνο της επεξεργασίας η προβλεπόµενη στο άρθρο 21 παρ.1 εδαφ.β του ν.2472/97 κύρωση που αναφέρεται στο διατακτικό και η οποία κρίνεται ανάλογη µε τη βαρύτητα της παράβασης ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Επιβάλλει πρόστιµο είκοσι χιλιάδων Ευρώ (20,000.00) στην τράπεζα EFG-EUROBANK Ergasias AE για παράβαση των άρθρων 10 παρ.3 και 12 του Ν.2472/1997. Ο Πρόεδρος Η Γραµµατέας Πέτρος Χριστόφορος Αγγελική Κανακάκη 6