ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 17.5.2013 COM(2013) 286 final ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την επανεξέταση που διενεργήθηκε βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 9 και του άρθρου 73 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών και αφορούσε τις εκπομπές από την εντατική κτηνοτροφία και από τις μονάδες καύσης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) EL EL
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την επανεξέταση που διενεργήθηκε βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 9 και του άρθρου 73 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών και αφορούσε τις εκπομπές από την εντατική κτηνοτροφία και από τις μονάδες καύσης... 3 1. Εισαγωγή... 3 2. Ιστορικό των διαδικασιών επανεξέτασης Η επανεξέταση της οδηγίας ΟΠΕΡ την περίοδο 2005-2007... 4 2.1. Εντατική κτηνοτροφία... 5 2.2. Εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ κάτω των 50 MW... 5 2.3. Μονάδες καύσης με ισχύ 50 MW και άνω... 6 3. Επιλογές που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της επανεξέτασης που διενήργησε η Επιτροπή... 7 3.1. Εκπομπές στο περιβάλλον που προέρχονται από εντατική κτηνοτροφία... 7 3.1.1. Εντατική εκτροφή βοοειδών (άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο β))... 7 3.1.2. Διαφοροποιημένα κατώτατα όρια δυναμικότητας για την εκτροφή διαφορετικών ειδών πουλερικών, περιλαμβανομένης της ειδικής περίπτωσης των ορτυκιών (άρθρο 73 παράγραφος 3 στοιχείο α))... 9 3.1.3. Κατώτατα όρια δυναμικότητας για την ταυτόχρονη εκτροφή διαφορετικών ειδών ζώων εντός της ίδιας εγκατάστασης («μεικτές εκμεταλλεύσεις») (άρθρο 73 παράγραφος 3 στοιχείο β))... 9 3.2. Εκπομπές στην ατμόσφαιρα από την καύση καυσίμων... 10 3.2.1. Καύση καυσίμων σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW (άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο α))... 10 3.2.2. Μονάδες καύσης με ισχύ 50 MW και άνω (άρθρο 30 παράγραφος 9)... 11 4. Επόμενα βήματα... 12 5. Συμπέρασμα... 14 EL 2 EL
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την επανεξέταση που διενεργήθηκε βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 9 και του άρθρου 73 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών και αφορούσε τις εκπομπές από την εντατική κτηνοτροφία και από τις μονάδες καύσης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί βιομηχανικών εκπομπών 1 (γνωστή ως «οδηγία ΒΕ») εκδόθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2010 έπειτα από τρία έτη διοργανικών διαπραγματεύσεων επί της αρχικής πρότασης της Επιτροπής 2. Με την οδηγία ΒΕ αναδιατυπώθηκαν επτά οδηγίες σχετικά με τις βιομηχανικές εκπομπές σε μια ενιαία συνολική οδηγία 3. Η οδηγία ΒΕ τέθηκε σε ισχύ στις 6 Ιανουαρίου 2011 και τα κράτη μέλη όφειλαν να τη μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο εντός δύο ετών. Πρόκειται να τεθεί πλήρως σε εφαρμογή τα προσεχή έτη, καθώς η υφιστάμενη νομοθεσία καταργείται σταδιακά και αντικαθίσταται από τις νέες διατάξεις. Η οδηγία ΒΕ καλύπτει περίπου 50.000 βιομηχανικές εγκαταστάσεις σε ολόκληρη την ΕΕ, μεταξύ των οποίων ενεργειακές βιομηχανίες, την παραγωγή και επεξεργασία μετάλλων, τη βιομηχανία ορυκτών προϊόντων, τη χημική βιομηχανία, τη διαχείριση αποβλήτων και ορισμένες άλλες δραστηριότητες, όπως η εντατική εκτροφή χοίρων και πουλερικών. Οι εγκαταστάσεις που καλύπτονται από την οδηγία ΒΕ πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με άδειες που περιλαμβάνουν όρους οι οποίοι βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ) με σκοπό την πρόληψη και, όταν αυτό δεν είναι πρακτικά εφικτό, τη μείωση γενικά των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, στα ύδατα και στο έδαφος και των επιπτώσεων στο περιβάλλον στο σύνολό του. Επιπλέον, η οδηγία ΒΕ περιλαμβάνει ενισχυμένες τομεακές ελάχιστες απαιτήσεις σε επίπεδο ΕΕ για διάφορες βασικές ρυπογόνες δραστηριότητες. Κατά τη νομοθετική διαδικασία διατέθηκε αρκετός χρόνος για την εξέταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας ΒΕ, το οποίο τελικά διατηρήθηκε σχετικά αμετάβλητο σε σύγκριση με την οδηγία για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (ΟΠΕΡ). Ωστόσο, συνήχθη το συμπέρασμα ότι ορισμένες δραστηριότητες δικαιολογούν τη διενέργεια περαιτέρω διεξοδικού ελέγχου όσον αφορά τη δυνατότητά τους να προκαλέσουν ρύπανση και τις πιθανές δράσεις για την αντιμετώπιση της εν λόγω ρύπανσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συμπεριληφθούν ρήτρες επανεξέτασης, συγκεκριμένα στο άρθρο 30 παράγραφος 9 και στο άρθρο 73. Αντικείμενο της παρούσας έκθεσης είναι αυτές οι διαδικασίες επανεξέτασης: 1 2 3 ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17. COM(2007) 844 τελικό. Οδηγία 2008/1/ΕΚ σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (ΟΠΕΡ), οδηγία 1999/13/ΕΚ για τις εκπομπές που οφείλονται στη χρήση διαλυτών, οδηγία 2000/76/ΕΚ για την αποτέφρωση των αποβλήτων, οδηγία 2001/80/ΕΚ σχετικά με τις μεγάλες μονάδες καύσης (ΜΜΚ) και οδηγίες 78/176/ΕΟΚ, 82/883/ΕΟΚ και 92/112/ΕΟΚ σχετικά με τη βιομηχανία διοξειδίου του τιτανίου. EL 3 EL
i) Εντατική κτηνοτροφία Οι αγροτικές δραστηριότητες στην ΕΕ έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον όσον αφορά τις εκπομπές στο έδαφος, στα ύδατα και στην ατμόσφαιρα. Συγκεκριμένα, ο γεωργικός τομέας ευθύνεται για πάνω από το 90% των συνολικών εκπομπών αμμωνίας της ΕΕ, ενώ μεγάλο ποσοστό των εκπομπών αυτών προέρχεται από την εκτροφή και αναπαραγωγή ζωικού κεφαλαίου. Η αμμωνία συντελεί: στον σχηματισμό «δευτερογενών» αιωρούμενων σωματιδίων και, κατά συνέπεια, σε επιπτώσεις στην υγεία που ποικίλλουν από ήσσονος σημασίας επιδράσεις στο αναπνευστικό σύστημα έως πρόωρη θνησιμότητα στην καταστροφή των οικοσυστημάτων μέσω της οξίνισης και του ευτροφισμού, που προκαλούνται από την απόπλυση πλεονάζοντος θρεπτικού αζώτου στα γλυκά ύδατα, καθώς και στη διατάραξη των φυτοκοινοτήτων, με αποτέλεσμα την απώλεια βιοποικιλότητας. Στα υφιστάμενα όρια δυνάμει της οδηγίας ΒΕ εμπίπτει περίπου το 20 % του συνολικού αριθμού χοίρων και το 60 % του συνολικού αριθμού πουλερικών στην ΕΕ. Οι εκμεταλλεύσεις εκτροφής βοοειδών δεν υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας. ii) Δραστηριότητες καύσης Η καύση καυσίμων σε σταθερές εγκαταστάσεις ευθύνεται για σημαντικό μέρος των εκπομπών διαφόρων ρύπων, στους οποίους περιλαμβάνονται το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου και τα αιωρούμενα σωματίδια. Παρότι η οδηγία ΒΕ καλύπτει ορισμένες από τις μεγαλύτερες μονάδες καύσης, εξακολουθούν να υφίστανται κενά όσον αφορά την κάλυψη επιπρόσθετα, η καύση καυσίμων σε εγκαταστάσεις με ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW δεν καλύπτεται από την ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία. 2. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Η ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΟΠΕΡ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2005-2007 Στο πλαίσιο της επανεξέτασης της νομοθεσίας για τις βιομηχανικές εκπομπές, που πραγματοποιήθηκε την περίοδο 2005-2007 και οδήγησε στην πρόταση για την οδηγία ΒΕ, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι εκπομπές από ορισμένες δραστηριότητες, ενώ συμμετέχουν σε σημαντικό βαθμό στη ρύπανση του περιβάλλοντος, δεν ελέγχονταν επαρκώς δυνάμει της νομοθεσίας της ΕΕ. Ειδικότερα, εξετάστηκαν λεπτομερώς ορισμένα είδη εντατικής κτηνοτροφίας και η καύση καυσίμων σε εγκαταστάσεις με ισχύ κάτω των 50 MW, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον οι εν λόγω δραστηριότητες θα έπρεπε να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΒΕ. Επιπλέον, η Επιτροπή επαναξιολόγησε τις οριακές τιμές εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ, που καθορίστηκαν με την οδηγία σχετικά με τις μεγάλες μονάδες καύσης, και διαπίστωσε ότι πολλές από αυτές τις οριακές τιμές ήταν ανεπαρκείς για τη διασφάλιση της υιοθέτησης ΒΔΤ. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συμπεριέλαβε στην πρότασή της για την οδηγία ΒΕ αναθεωρημένες οριακές τιμές προκειμένου να εναρμονιστούν με τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις ΒΔΤ, όπως ορίζονται στο έγγραφο αναφοράς ΒΔΤ για τις μεγάλες μονάδες καύσης που εγκρίθηκε το 2006 4. Ωστόσο, η εναρμόνιση αυτή ήταν αδύνατη για ορισμένες ειδικές κατηγορίες μονάδων καύσης που δεν καλύπτονταν ή καλύπτονταν ανεπαρκώς από το 4 ΕΕ C 253 της 19.10.2006, σ. 5. EL 4 EL
συγκεκριμένο ή άλλα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ. Τα σημεία 2.1 έως 2.3 παρέχουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις εν λόγω διαδικασίες επανεξέτασης στο πλαίσιο της αρχικής πρότασης της Επιτροπής για την οδηγία ΒΕ. 2.1. Εντατική κτηνοτροφία Η οδηγία ΟΠΕΡ καλύπτει τα παρακάτω είδη κτηνοτροφίας: εντατική εκτροφή πουλερικών με πάνω από 40.000 θέσεις για πουλερικά εντατική εκτροφή χοίρων με πάνω από 2.000 θέσεις για χοίρους παραγωγής (άνω των 30 kg) εντατική εκτροφή χοίρων με πάνω από 750 θέσεις για χοιρομητέρες. Η Επιτροπή ανέλαβε να εκπονήσει δύο ειδικές μελέτες 5,6 προκειμένου να προσδιοριστούν τα οικονομικώς αποδοτικότερα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας στον γεωργικό τομέα. Στις μελέτες αυτές προσδιορίστηκαν επιλογές για την αποσαφήνιση και την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας ΟΠΕΡ, με αποτέλεσμα να εισηγηθεί η Επιτροπή τα ακόλουθα στην πρόταση που υπέβαλε το 2007 για την αναδιατύπωση της οδηγίας ΟΠΕΡ: i) αλλαγές στα κατώτατα όρια για τα πτηνοτροφεία ώστε να ληφθούν υπόψη τα διαφορετικά είδη πτηνών και οι διαφορές των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον και ii) προσθήκη κανόνα, βασισμένου σε συντελεστές ισοδύναμης απέκκρισης αζώτου, προκειμένου να κρίνεται κατά πόσον εκμεταλλεύσεις με διαφορετικά είδη πουλερικών ή μεικτές εκμεταλλεύσεις εκτροφής χοίρων και πουλερικών υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας ΟΠΕΡ. Οι συννομοθέτες έκριναν ότι οι αναθεωρήσεις που πρότεινε η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να ενσωματωθούν στο τελικό νομοθετικό κείμενο τη δεδομένη στιγμή, αλλά ότι θα έπρεπε να κινηθούν περαιτέρω διαδικασίες επανεξέτασης προκειμένου να καθοριστεί ποια μέτρα θα έπρεπε να ληφθούν, εάν θα έπρεπε να ληφθούν κάποια μέτρα. Αυτές οι διαδικασίες επανεξέτασης θα έπρεπε να είναι σφαιρικές, δηλαδή να καλύπτουν όλες τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εν λόγω αγροτικών δραστηριοτήτων. 2.2. Εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ κάτω των 50 MW Το παράρτημα Ι της οδηγίας ΟΠΕΡ καλύπτει τις εγκαταστάσεις καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη από 50 MW. Εντούτοις, στο πλαίσιο της θεματικής στρατηγικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση 7, που εγκρίθηκε το 2005, η συμβολή μικρότερων εγκαταστάσεων καύσης στις συνολικές εκπομπές των βασικών ατμοσφαιρικών ρύπων (SO 2, NO x και αιωρούμενα σωματίδια) της ΕΕ κρίθηκε αρκετά σημαντική. 5 6 7 Measures in agriculture to reduce ammonia emission (Μέτρα στον γεωργικό τομέα για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας), τελική έκθεση που υποβλήθηκε στην Επιτροπή, IIASA (Διεθνές Ίδρυμα Ανάλυσης Εφαρμοσμένων Συστημάτων), Ιούνιος 2007. Εκτίμηση των επιπτώσεων μιας πιθανής τροποποίησης της οδηγίας ΟΠΕΡ όσον αφορά την εντατική κτηνοτροφία (στο πλαίσιο έργου με αντικείμενο ολοκληρωμένες δράσεις στον αγροτικό τομέα για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας, το οποίο υλοποιήθηκε από την κοινοπραξία Alterra, Wageningen UR, EuroCare, Πανεπιστήμιο της Βόνης και A&F), Ιούνιος 2007. COM(2005) 446 τελικό. EL 5 EL
Ως εκ τούτου, κατά την επανεξέταση της οδηγίας ΟΠΕΡ την περίοδο 2005-2007 μελετήθηκαν διάφορες επιλογές για τη μείωση των εκπομπών από εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ 20 έως 50 MW. Συνήχθη το συμπέρασμα ότι, για ένα φάσμα σεναρίων στο πλαίσιο των οποίων εφαρμόζονταν διαφορετικά όρια εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ, τα εκτιμώμενα οφέλη για την υγεία από τη ρύθμιση των εκπομπών από τη συγκεκριμένη ομάδα μονάδων θα υπερκάλυπταν το οικονομικό κόστος της συμμόρφωσης 8. Κατόπιν τούτου, στην πρότασή της για την οδηγία ΒΕ, η Επιτροπή εισηγήθηκε να μειωθεί το κατώτατο όριο δυναμικότητας στην οδηγία ΒΕ, ώστε να καλύπτονται όλες οι εγκαταστάσεις καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ 20 MW και άνω. Ωστόσο, οι συννομοθέτες δεν συμφώνησαν με τη συγκεκριμένη πρόταση και επανέφεραν το κατώτατο όριο των 50 MW της οδηγίας ΟΠΕΡ. Αναγνωρίζοντας τη βαρύτητα των εκπομπών από τις εγκαταστάσεις αυτές, συμπεριλήφθηκε στο άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας ΒΕ η απαίτηση να επανεξετάσει η Επιτροπή την ανάγκη θέσπισης των καταλληλότερων μέτρων ελέγχου των εκπομπών από εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ κάτω από 50 MW. Αυτές οι διαδικασίες επανεξέτασης έπρεπε να εστιαστούν περισσότερο στις εκπομπές στην ατμόσφαιρα, δεδομένων των προσδιορισμένων επιπτώσεων των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στην ποιότητα του αέρα. 2.3. Μονάδες καύσης με ισχύ 50 MW και άνω Οι οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου και σκόνης για τις μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ 50 MW και άνω, που θεσπίστηκαν με την οδηγία σχετικά με τις μεγάλες μονάδες καύσης, αποτελούν «ελάχιστα πρότυπα» και εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της οδηγίας ΟΠΕΡ. Πιο συγκεκριμένα, η εφαρμογή των ΒΔΤ μπορεί να οδηγήσει στον καθορισμό αυστηρότερων οριακών τιμών εκπομπών στις άδειες. Ωστόσο, κατά την επανεξέταση της οδηγίας ΟΠΕΡ την περίοδο 2005-2007, διαπιστώθηκε ότι τα όρια αυτά εφαρμόζονταν συχνά ως «προεπιλεγμένα» επίπεδα για τον καθορισμό των όρων αδειοδότησης, παρότι σε πολλές περιπτώσεις ήταν σημαντικά υψηλότερα από τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις ΒΔΤ. Ως εκ τούτου, οι οριακές τιμές της οδηγίας σχετικά με τις μεγάλες μονάδες καύσης δεν μπορούσαν να διασφαλίσουν την εφαρμογή των ΒΔΤ και η πρακτική αυτή προκάλεσε ελλιπή υιοθέτηση των ΒΔΤ στον συγκεκριμένο τομέα. Δεδομένης της μεγάλης ποσότητας SO 2, NO x και σκόνης που εκπέμπουν οι μεγάλες μονάδες καύσης, η ανεπάρκεια αυτή είχε σοβαρές συνέπειες όσον αφορά τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και την υγεία, που θα μπορούσαν να μειωθούν δραστικά εάν εφαρμόζονταν πλήρως οι ΒΔΤ 9. Η οδηγία ΒΕ εναρμόνισε τις οριακές τιμές εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ με τα συνδεόμενα με τις ΒΔΤ επίπεδα του εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ για τις μεγάλες μονάδες καύσης και αποσαφήνισε τον ρόλο των οριακών αυτών τιμών ως «ελάχιστων» απαιτήσεων. Ωστόσο, για ορισμένα είδη μεγάλων μονάδων καύσης, δεν καθορίζονται στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις ΒΔΤ. Ως αποτέλεσμα, για τις σχετικές κατηγορίες μονάδων καύσης (παρατίθενται παρακάτω και στο άρθρο 30 παράγραφοι 8 και 9 της οδηγίας ΒΕ), είτε 8 9 Εκτίμηση του οφέλους και του κόστους της ενδεχόμενης εφαρμογής της οδηγίας ΟΠΕΡ (96/61/ΕΚ) σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ 20-50 MW, έκθεση που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, AEA Technology, Οκτώβριος 2007. Αξιολόγηση του κόστους και του οφέλους της εφαρμογής της οδηγίας ΟΠΕΡ σε μεγάλες μονάδες καύσης, AEA Technology, Ιούλιος 2007. EL 6 EL
δεν καθορίστηκαν ελάχιστες οριακές τιμές εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ στο παράρτημα V της οδηγίας ΒΕ είτε διατηρήθηκαν οι οριακές τιμές της οδηγίας σχετικά με τις μεγάλες μονάδες καύσης: α) ντιζελοκίνητες μηχανές β) λέβητες ανάκτησης εντός εγκαταστάσεων για την παραγωγή χαρτοπολτού από ξυλεία ή άλλα ινώδη υλικά γ) μονάδες καύσης εντός διυλιστηρίων που χρησιμοποιούν υπολείμματα απόσταξης και μετατροπής από τη διύλιση του αργού πετρελαίου για ίδια κατανάλωση, αποκλειστικώς ή με άλλα καύσιμα δ) μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν αέριο πλην του φυσικού αερίου ε) μονάδες καύσης εντός χημικών εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν υγρά υπολείμματα παραγωγής ως μη εμπορικά καύσιμα για ίδια κατανάλωση. στ) Για τα συγκεκριμένα είδη μονάδων, το άρθρο 30 παράγραφος 9 της οδηγίας ΒΕ απαιτεί από την Επιτροπή να επανεξετάσει, βάσει των ΒΔΤ, την ανάγκη καθορισμού ενωσιακών οριακών τιμών εκπομπών ή τροποποίησης των οριακών τιμών εκπομπών του παραρτήματος V. 3. ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΗΚΑΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΕΝΗΡΓΗΣΕ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ Μετά την έκδοση της οδηγίας ΒΕ, η Επιτροπή ολοκλήρωσε τις απαιτούμενες διαδικασίες επανεξέτασης, βασιζόμενη σε πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν πρόσφατα, καθώς και σε στοιχεία που είχαν συγκεντρωθεί στο πλαίσιο της αρχικής επανεξέτασης της οδηγίας ΟΠΕΡ. Επιπλέον, η Επιτροπή επανεξέτασε την κατάσταση όσον αφορά τις μεγάλες μονάδες καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 9. Τα αποτελέσματα των εργασιών αυτών συνοψίζονται παρακάτω. 3.1. Εκπομπές στο περιβάλλον που προέρχονται από εντατική κτηνοτροφία 3.1.1. Εντατική εκτροφή βοοειδών (άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο β)) Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στην ΕΕ εκτρέφονται επί του παρόντος περίπου 90 εκατομμύρια βοοειδή. Πρόκειται για βοοειδή γαλακτοπαραγωγής (27 %), δαμαλίδες (7 %) και άλλα βοοειδή (66 %). Τα βοοειδή κατανέμονται σε πολύ μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, περίπου 3,5 εκατομμύρια εκμεταλλεύσεις, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από μεγάλες κεντρικές εκμεταλλεύσεις έως μικρές μονάδες που διαθέτουν μόνο μία αγελάδα. Η εκτροφή βοοειδών, που καλύπτει όλες τις πτυχές της αγελαδοτροφίας, συμπεριλαμβανομένης της διατροφής των ζώων και της διαχείρισης της κοπριάς, ευθύνεται επί του παρόντος για ατμοσφαιρικές εκπομπές αμμωνίας που ανέρχονται περίπου σε 1.500 kt/έτος (41 % των συνολικών εκπομπών της ΕΕ) και μεθανίου που ανέρχονται σε 7.000 kt/έτος (2 % των συνολικών εκπομπών της ΕΕ). Η εκτροφή βοοειδών συνιστά επίσης σημαντικό παράγοντα ρύπανσης των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων από νιτρικά ιόντα, για την αντιμετώπιση της οποίας η ΕΕ έχει λάβει μέτρα μέσω της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση 10. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης της, η Επιτροπή μελέτησε τόσο τα μέτρα ελέγχου που μπορούν να εφαρμοστούν για τη μείωση των εκπομπών με τον οικονομικά αποδοτικότερο τρόπο, όσο και τις κανονιστικές/νομοθετικές επιλογές για την 10 Οδηγία 91/676/ΕΟΚ για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης. EL 7 EL
εφαρμογή των μέτρων αυτών. Όσον αφορά τα μέτρα ελέγχου, η Επιτροπή διερεύνησε τα είδη τεχνικών που υφίστανται επί του παρόντος στην ΕΕ και εξήγαγε συμπεράσματα βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας κρατών μελών που έχουν καθορίσει ΒΔΤ σε εθνικό επίπεδο για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας. Στις τεχνικές αυτές περιλαμβάνονται μέτρα σχετικά με τη διασφάλιση της χρήσης ορθής γεωργικής πρακτικής στη συνολική διαχείριση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, την εφαρμογή στρατηγικών διατροφής, τον σχεδιασμό των χώρων στέγασης βοοειδών, την αποθήκευση και την επεξεργασία κοπριάς και υγρής κοπριάς, καθώς και τη διασπορά κοπριάς και υγρής κοπριάς στο έδαφος. Όσον αφορά την εφαρμογή της πολιτικής, η Επιτροπή αξιολόγησε διάφορες επιλογές που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για τη μείωση των ατμοσφαιρικών εκπομπών από την εκτροφή βοοειδών στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εξής: συνεργασία με τα κράτη μέλη και τον κλάδο της κτηνοτροφίας για την ανάπτυξη εθελοντικών συστημάτων που ενθαρρύνουν την υιοθέτηση μέτρων περιορισμού των εκπομπών ή την περαιτέρω εξέλιξη υφιστάμενων συστημάτων αυτού ου είδους υπαγωγή των εκμεταλλεύσεων εκτροφής βοοειδών στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΒΕ κατάρτιση ειδικής νομοθεσίας που θα αφορά τις εκπομπές από την εντατική εκτροφή βοοειδών μέτρα πολλαπλής συμμόρφωσης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής της ΕΕ και τροποποιήσεις άλλων νομοθετικών πράξεων, όπως της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης. Σημειώνεται ότι η εξέταση των ΒΔΤ στο πλαίσιο των μέτρων ελέγχου δεν αφορά μόνο την επιλογή της εφαρμογής της οδηγίας ΒΕ, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αυτές θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε όλες τις επιλογές που αναλύθηκαν. Διατυπώθηκαν τρία διαφορετικά σενάρια βάσει χαμηλού, μέτριου και υψηλού βαθμού φιλοδοξίας για την εφαρμογή των ΒΔΤ με στόχο τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας. Με τη βάση αυτή, θα μπορούσαν να επιτευχθούν μειώσεις των εκπομπών αμμωνίας κατά 109 έως 188 kt/έτος σε σύγκριση με το σενάριο αναφοράς για εκμεταλλεύσεις γαλακτοπαραγωγής που διαθέτουν περισσότερα από 50 βοοειδή. Για άλλα είδη εκμεταλλεύσεων εκτροφής βοοειδών που διαθέτουν πάνω από 50 βοοειδή, το δυναμικό μείωσης των εκπομπών κυμαίνεται από 59 έως 108 kt/έτος. Η εξέταση του διοικητικού κόστους και του κόστους συμμόρφωσης παρέχει ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες τα οφέλη της εφαρμογής των ΒΔΤ υπερκαλύπτουν το κόστος με το οποίο επιβαρύνονται οι αγρότες, ανεξαρτήτως του μεγέθους των εκμεταλλεύσεων. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι τα οφέλη αυξάνονται περισσότερο απ ό, τι το κόστος, όσο αυξάνεται το μέγεθος της εκμετάλλευσης και ότι η αναλογία οφέλους/κόστους είναι σαφώς μεγαλύτερη στον τομέα της γαλακτοπαραγωγής έναντι άλλων εκμεταλλεύσεων εκτροφής βοοειδών. Επιπλέον, εάν εφαρμοζόταν καθεστώς πλήρους αδειοδότησης βάσει της οδηγίας ΒΕ σε όλες τις εκμεταλλεύσεις αυτού του είδους, θα χρειαζόταν να λάβει άδεια περίπου το 12 % του συνόλου των εκμεταλλεύσεων γαλακτοπαραγωγής και το 23 % των λοιπών εκμεταλλεύσεων εκτροφής βοοειδών, με αποτέλεσμα πάνω από 400.000 εκμεταλλεύσεις να εμπίπτουν για πρώτη φορά στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΒΕ. Και πάλι όμως, η πλειονότητα των εγκαταστάσεων εκτροφής βοοειδών δεν θα υπαγόταν στο καθεστώς EL 8 EL
αδειοδότησης βάσει της οδηγίας ΒΕ και, ως εκ τούτου, δεν θα αντιμετωπίζονταν οι εκπομπές από την πλειονότητα των βοοειδών σε ολόκληρη την ΕΕ. 3.1.2. Διαφοροποιημένα κατώτατα όρια δυναμικότητας για την εκτροφή διαφορετικών ειδών πουλερικών, περιλαμβανομένης της ειδικής περίπτωσης των ορτυκιών (άρθρο 73 παράγραφος 3 στοιχείο α)) Η Επιτροπή εξέτασε τρεις πιθανές προσεγγίσεις της διαφοροποίησης των κατώτατων ορίων δυναμικότητας για την εκτροφή διαφορετικών ειδών πουλερικών: (1) μονάδες ζωικού κεφαλαίου (ΜΖΚ) οι ΜΖΚ χρησιμοποιούνται για τη σύγκριση ή την άθροιση των αριθμών ζώων διαφορετικών ειδών ή κατηγοριών με βάση τις διατροφικές ανάγκες των ζώων, όπου 1 ΜΖΚ ισοδυναμεί με μία αγελάδα βάρους 600 kg που παράγει 3.000 λίτρα γάλακτος ετησίως (2) συντελεστές ισοδύναμης απέκκρισης αζώτου σύγκριση βάσει της μέσης ετήσιας απέκκρισης αζώτου ανά ζώο και (3) ισοδυναμία ζώων σταθμισμένη προσέγγιση που βασίζεται σε συντελεστές απέκκρισης αζώτου και φωσφόρου, καθώς και σε άλλες μεταβλητές, και εφαρμόζεται επί του παρόντος σε ένα κράτος μέλος. Αυτές οι προσεγγίσεις εξετάστηκαν για την αλλαγή των κατώτατων ορίων για πτηνοτροφεία που υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας ΒΕ. Καθώς υπάρχει σε μεγάλο βαθμό περιβαλλοντική ισοδυναμία μεταξύ χοιροτροφείων με 2.000 θέσεις και πτηνοτροφείων κρεατοπαραγωγής με 40.000 θέσεις, τα κατώτατα όρια για άλλα είδη πουλερικών υπολογίστηκαν βάσει του κατώτατου ορίου για τα πτηνοτροφεία κρεατοπαραγωγής με 40.000 θέσεις. Η εφαρμογή των τριών προσεγγίσεων καταδεικνύει σημαντικές διακυμάνσεις στα κατώτατα όρια που είναι δυνατόν να καθοριστούν για διαφορετικά είδη πουλερικών βάσει της οδηγίας ΒΕ. Για πτηνά που είναι συνήθως μικρότερα από τα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής, τα κατώτατα όρια θα μπορούσαν να αυξηθούν σημαντικά, φτάνοντας έως τις 85.000 320.000 θέσεις για τα ορτύκια. Για πτηνά που είναι συνήθως μεγαλύτερα από τα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής, τα κατώτατα όρια θα μπορούσαν να μειωθούν, για παράδειγμα για τις εκμεταλλεύσεις εκτροφής γαλοπούλας θα κυμαίνονταν από 9.200 έως 21.000 θέσεις, ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη προσέγγιση. Δεδομένης της φύσης των διαφόρων πτηνοτροφείων στα διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ, είναι προφανές ότι, και με τις τρεις μεθόδους υπολογισμού, τα τροποποιημένα κατώτατα όρια θα οδηγούσαν σε όλες τις περιπτώσεις σε καθαρή αύξηση του αριθμού των πτηνοτροφείων που υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας ΒΕ. Σύμφωνα με υπολογισμούς του κόστους και του οφέλους των αλλαγών αυτών, θα συμπεριλαμβάνονταν 900 έως 3.200 εγκαταστάσεις. Ενώ σε όλες περιπτώσεις το κόστος συμμόρφωσης θα υπερκαλυπτόταν κατά πολύ από τα περιβαλλοντικά οφέλη της μείωσης της αμμωνίας, θα διαπιστώνονταν περιορισμένες μόνο μειώσεις των εκπομπών αμμωνίας, κατά 4 έως 35 kt/έτος. Τα καθαρά ετήσια οφέλη υπολογίζονται από 30 εκατομ. έως 1 δισ. ευρώ ετησίως. Επιπλέον, η εφαρμογή των ΒΔΤ θα οδηγούσε σε πρόσθετα οφέλη λόγω μειωμένων εκπομπών σκόνης και οσμών. 3.1.3. Κατώτατα όρια δυναμικότητας για την ταυτόχρονη εκτροφή διαφορετικών ειδών ζώων εντός της ίδιας εγκατάστασης («μεικτές εκμεταλλεύσεις») (άρθρο 73 παράγραφος 3 στοιχείο β)) Η επανεξέταση βάσει του άρθρου 73 παράγραφος 3 στοιχείο β) της οδηγίας ΒΕ, που αφορά τις μεικτές εκμεταλλεύσεις, έχει ομοιότητες με την επανεξέταση βάσει του άρθρου 73 παράγραφος 3 στοιχείο α), που αφορά τα διαφοροποιημένα κατώτατα EL 9 EL
όρια δυναμικότητας για την εκτροφή διαφορετικών ειδών πουλερικών, δεδομένου ότι οι τρεις βασικές προσεγγίσεις στάθμισης των εκπομπών για τον καθορισμό των κατώτατων ορίων είναι οι μονάδες ζωικού κεφαλαίου, οι συντελεστές ισοδύναμης απέκκρισης αζώτου και η ισοδυναμία ζώων. Κατά την επανεξέταση από την Επιτροπή διαπιστώθηκε ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη επιβάλει ρυθμίσεις στις μεικτές εκμεταλλεύσεις, εφαρμόζοντας μια από αυτές τις τρεις προσεγγίσεις. Η Επιτροπή συνήγαγε ενδεικτικές μειώσεις των εκπομπών από τις εκμεταλλεύσεις μέσω της εφαρμογής των ΒΔΠ, καθώς και μια εκτίμηση, αφενός του κόστους και του οφέλους της εφαρμογής κανόνα για τις μεικτές εκμεταλλεύσεις δυνάμει του παραρτήματος Ι της οδηγίας ΒΕ και, αφετέρου, του συνολικού αριθμού των εκμεταλλεύσεων που θα θίγονταν σε ολόκληρη την ΕΕ. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι η υπαγωγή των μεικτών εκμεταλλεύσεων στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΒΕ θα οδηγούσε σε μειώσεις των εκπομπών αμμωνίας κατά 1-20 kt/ετησίως. Επιπλέον, το κόστος συμμόρφωσης θα υπερκαλυπτόταν κατά πολύ από τα οφέλη της μείωσης των εκπομπών αμμωνίας, καθώς και από άλλα περιβαλλοντικά οφέλη που θα επιτυγχάνονταν, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των εκπομπών μεθανίου και της έκλυσης σκόνης και οσμών. Τα καθαρά ετήσια οφέλη υπολογίζονται σε 5-540 εκατομμύρια ευρώ. Από τις αλλαγές αυτές θα θίγονταν περίπου 600 έως 1.800 εκμεταλλεύσεις. Εξετάστηκε επίσης ο ακριβής τρόπος υπολογισμού των αντίστοιχων κατώτατων ορίων για τις μεικτές εκμεταλλεύσεις. Είναι σαφές ότι, για να λειτουργήσει μια προσέγγιση αυτού του είδους, ο ακριβής τρόπος στάθμισης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της εκτροφής χοίρων και πουλερικών θα πρέπει να διευκρινιστεί ή ακόμη και να συμπεριληφθεί στην ίδια τη νομοθεσία, ώστε να υπάρχει συνέπεια στους υπολογισμούς σε επίπεδο κρατών μελών. 3.2. Εκπομπές στην ατμόσφαιρα από την καύση καυσίμων 3.2.1. Καύση καυσίμων σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW (άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο α)) Επεκτείνοντας τις εργασίες που αναλήφθηκαν κατά την επανεξέταση της οδηγίας ΟΠΕΡ, η Επιτροπή συγκέντρωσε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό, τη δυναμικότητα, την κατανάλωση καυσίμων και τις εκπομπές των μονάδων καύσης με ισχύ 1 έως 50 MW. Η συμπλήρωση των εναπομενόντων κενών στα δεδομένα με παρέκταση επέτρεψε να δημιουργηθεί ένα πλήρες σύνολο δεδομένων για την αξιολόγηση πιθανών επιλογών ελέγχου, μολονότι αναγνωρίζονται κάποιοι περιορισμοί των συγκεκριμένων δεδομένων. Το σύνολο δεδομένων καταδεικνύει ότι εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ 1 έως 50 MW λειτουργούν σε διάφορους τομείς και χρησιμοποιούνται, μεταξύ άλλων, για θέρμανση, ηλεκτροπαραγωγή, καθώς και για την παραγωγή ενέργειας σε ευρύ φάσμα βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Επιβεβαιώθηκε ότι πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη επιβάλει, ως ένα βαθμό, ρυθμίσεις σε αυτές τις μονάδες. Η εξέταση της ισχύουσας νομοθεσίας στα κράτη μέλη συνέβαλε στον προσδιορισμό των τομέων όπου τα περιβαλλοντικά οφέλη θα μπορούσαν να είναι τα υψηλότερα δυνατά ως αποτέλεσμα της εφαρμογής ελάχιστων οριακών τιμών σε επίπεδο ΕΕ. Για εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ 1-50 MW, υποβλήθηκαν σε προκαταρκτική αξιολόγηση οι παρακάτω επιλογές ελέγχου: EL 10 EL
1. ρύθμιση των εν λόγω εγκαταστάσεων σαν να επρόκειτο για νέα δραστηριότητα του παραρτήματος Ι της οδηγίας ΒΕ, με υπαγωγή σε οριακές τιμές εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ για τις ατμοσφαιρικές εκπομπές (αξιολόγηση βάσει δύο διαφορετικών βαθμών φιλοδοξίας) 2. ρύθμιση των εν λόγω εγκαταστάσεων χωρίς καθεστώς πλήρους αδειοδότησης, αλλά με υπαγωγή σε οριακές τιμές εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ για τις ατμοσφαιρικές εκπομπές. Οι εν λόγω εγκαταστάσεις χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με την ονομαστική θερμική ισχύ τους: 1-5 MW, 5-20 MW και 20-50 MW. Επιπλέον, διερευνήθηκε μια επιλογή που βασίζεται στη χρήση προτύπων προϊόντος για τις καινούργιες, «ετοιμοπαράδοτες» μονάδες της ομάδας της χαμηλότερης δυναμικότητας, αλλά δεν στάθηκε δυνατό να εκτιμηθούν πλήρως οι επιπτώσεις της. Κατά την προκαταρτική αξιολόγηση εξετάστηκαν τα οφέλη για το περιβάλλον και την υγεία, με χρηματική αποτίμηση, καθώς και οι οικονομικές επιπτώσεις από πλευράς κόστους συμμόρφωσης και διοικητικού κόστους. Από την εν λόγω εξέταση προέκυψε ότι, βάσει όλων σχεδόν των σεναρίων, το όφελος υπερτερεί σημαντικά του κόστους, παραθέτοντας τα δυνητικά πλεονεκτήματα της ρύθμισης των μονάδων καύσης αυτού του είδους σε επίπεδο ΕΕ. Το διοικητικό κόστος αν και σε γενικές γραμμές είναι πολύ χαμηλότερο από το πραγματικό κόστος συμμόρφωσης μπορεί να περιοριστεί, εάν επιλεγεί ένα καθεστώς χωρίς απαιτήσεις πλήρους αδειοδότησης, ιδίως για τις ομάδες μικρότερης δυναμικότητας, όπως αυτό που ισχύει ήδη για ορισμένες μικρότερες εγκαταστάσεις βάσει της οδηγίας ΒΕ. 3.2.2. Μονάδες καύσης με ισχύ 50 MW και άνω (άρθρο 30 παράγραφος 9) Επί του παρόντος βρίσκεται σε εξέλιξη η αναθεώρηση αρκετών εγγράφων αναφοράς ΒΔΤ μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 της οδηγίας ΒΕ. Αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει σε συμπεράσματα ΒΔΤ 11, όπου θα καθορίζονται οι ΒΔΤ και τα συνδεόμενα με αυτές επίπεδα εκπομπών. Όλες οι κατηγορίες μονάδων καύσης που παρατίθενται στο άρθρο 30 παράγραφος 9 θα καλύπτονται από ένα από τα παρακάτω συμπεράσματα ΒΔΤ: χαρτοπολτός και χαρτί, διυλιστήρια πετρελαίου και αερίου, παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων οργανικών χημικών ουσιών και μεγάλες μονάδες καύσης. Η οδηγία ΒΕ ενίσχυσε σημαντικά τον ρόλο των συμπερασμάτων ΒΔΤ στον καθορισμό των όρων των αδειών και, ειδικότερα, των οριακών τιμών εκπομπών. Το άρθρο 15 παράγραφος 3 επιβάλλει ως κανόνα τη χρήση των επιπέδων που συνδέονται με τις ΒΔΤ για τον καθορισμό των οριακών τιμών, ενώ το άρθρο 15 παράγραφος 4 προβλέπει τη δυνατότητα παρέκκλισης από αυτόν τον κανόνα, αλλά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις όπου αυτό δικαιολογείται βάσει εκτίμησης κόστουςοφέλους. Ωστόσο, για τις μονάδες καύσης στις οποίες εφαρμόζονται αυτές οι παρεκκλίσεις, οι οριακές τιμές εκπομπών στην άδεια δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που καθορίζονται στο παράρτημα V της οδηγίας ΒΕ. Η οδηγία ΒΕ διευκρίνισε επίσης ότι οι οριακές τιμές σε επίπεδο ΕΕ αποτελούν «ελάχιστες» απαιτήσεις. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 73, ο καθορισμός οριακών 11 «Συμπεράσματα ΒΔΤ»: έγγραφο το οποίο περιέχει τα μέρη του εγγράφου αναφοράς ΒΔΤ που περιλαμβάνουν τα συμπεράσματα σχετικά με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, την περιγραφή τους, πληροφορίες για την εκτίμηση της δυνατότητας εφαρμογής τους, τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, τη σχετική παρακολούθηση, τα αντίστοιχα επίπεδα κατανάλωσης και, κατά περίπτωση, τα συναφή μέτρα αποκατάστασης του χώρου. EL 11 EL
τιμών εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ για συγκεκριμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων αποτελεί ένα «δίχτυ ασφαλείας» που διασφαλίζει ότι δεν εγκρίνονται υπερβολικές παρεκκλίσεις από τα επίπεδα που συνδέονται με τις ΒΔΤ. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί σημαντικό να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να εφαρμόσουν πλήρως τα επικείμενα συμπεράσματα ΒΔΤ μέσω επικαιροποίησης των αδειών, προτού κριθεί αναγκαίο αυτό το δίχτυ ασφαλείας για ορισμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων. Για τις συγκεκριμένες κατηγορίες μονάδων καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 9, ελλείψει συμπερασμάτων ΒΔΤ, πόσο μάλλον πληροφοριών σχετικά με την πραγματική εφαρμογή τους, δεν είναι δυνατό να εκτιμηθούν στο παρόν στάδιο τα πρόσθετα οφέλη που θα απέφεραν τυχόν νέες ή τροποποιημένες οριακές τιμές εκπομπών σε ενωσιακό επίπεδο. Όταν εγκριθούν τα συμπεράσματα ΒΔΤ για τις μονάδες αυτές, η υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή τους, δυνάμει του άρθρου 72, θα επιτρέψει στην Επιτροπή να εκτιμήσει την ανάγκη θέσπισης πρόσθετων ελάχιστων διατάξεων που θα λειτουργούν ως δίχτυ ασφαλείας. Αυτό θα συμπεριληφθεί στην έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 73 παράγραφος 1. 4. ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ Κατά την εξέταση των δράσεων που πιθανώς πρέπει να αναληφθούν βάσει των αποτελεσμάτων των διαδικασιών επανεξέτασης, η Επιτροπή έδωσε τη δέουσα προσοχή στο κόστος και τα οφέλη που θα προκύψουν. Πρέπει επίσης να αναγνωριστούν οι δεσμοί με άλλες πρωτοβουλίες, και πιο συγκεκριμένα: i) η πρόταση της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής 12 προβλέπει τη στήριξη δράσεων μετριασμού για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρά από βασικές γεωργικές και δασοκομικές δραστηριότητες όπως η κτηνοτροφία και η χρήση λιπασμάτων ii) iii) η πρόσφατη αναθεώρηση του πρωτοκόλλου του Γκέτεμποργκ της σύμβασης της UNECE (Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη) για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, το οποίο αφορά τη μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος, περιλαμβάνει αναθεωρημένα ανώτατα όρια ετήσιων εκπομπών αμμωνίας για το έτος 2020, καθώς και ρήτρα επανεξέτασης για την ανάληψη μελλοντικής δράσης με σκοπό τον περιορισμό των εκπομπών αμμωνίας από τον γεωργικό τομέα, και κατά την επανεξέταση της πολιτικής της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα, που έχει προγραμματιστεί να διενεργηθεί από την Επιτροπή το 2013, θα εξεταστεί η οικονομική αποδοτικότητα μιας σειράς περαιτέρω επιλογών ελέγχου για τη μείωση των επιπτώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία και το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της οφειλόμενης στον γεωργικό τομέα και στις μονάδες καύσης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα αναλάβει τις παρακάτω δράσεις σε σχέση με τα αποτελέσματα των διαδικασιών επανεξέτασης που καλύπτει η παρούσα έκθεση. Δράση 1 Εκπομπές από την εκτροφή βοοειδών και κατώτατα όρια δυναμικότητας για την εντατική κτηνοτροφία βάσει της οδηγίας ΒΕ 12 COM(2011) 627 final/2. EL 12 EL
Τα αποτελέσματα που συγκεντρώθηκαν από την επανεξέταση του ελέγχου των εκπομπών από την εντατική εκτροφή βοοειδών παρέχουν μια σαφή εικόνα των οφελών που θα απέφερε η ανάληψη δράσης για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας από τον συγκεκριμένο τομέα. Ωστόσο, είναι σαφές ότι οι εκπομπές από τον τομέα εκτροφής βοοειδών δεν θα πρέπει να εξετάζονται χωριστά από την εκτροφή άλλων ειδών ζώων. Κατά συνέπεια, αναγνωρίζοντας ότι οι μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών συνδέονται με τη διαχείριση της κοπριάς, η Επιτροπή θεωρεί ότι χρειάζεται διεξοδικότερη εξέταση των δυνατοτήτων μείωσης των εκπομπών από τη διασπορά κοπριάς για όλα τα είδη εκμεταλλεύσεων, κατά την οποία θα πρέπει να προσδιοριστούν οι πτυχές που προσφέρουν την ικανοποιητικότερη αναλογία οφέλους-κόστους για την αντιμετώπιση των εκπομπών, με ιδιαίτερη προσοχή στο δυνητικό κόστος συμμόρφωσης και διοικητικής επιβάρυνσης για τον γεωργικό τομέα, καθώς και στην ανάγκη να είναι το κόστος αυτό ανάλογο των δυνητικών οφελών. Η σχετική μελέτη θα εκπονηθεί το 2013 και, εκτός από τις δράσεις σε επίπεδο ΕΕ, θα περιλάβει τον τρόπο με τον οποίο τα επιμέρους κράτη μέλη μπορεί να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των εκπομπών σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να συμμορφωθούν με άλλες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ, όπως η οδηγία σχετικά με τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών 13. Στο πλαίσιο αυτής της εργασίας θα ληφθούν υπόψη οι πληροφορίες σχετικά με τις τεχνικές διασποράς κοπριάς και υγρής κοπριάς από το έγγραφο αναφοράς ΒΔΤ για την εντατική εκτροφή πουλερικών και χοίρων και θα συμπεριληφθούν επίσης τα παράλληλα οφέλη που σχετίζονται με τη μείωση των εκπομπών άλλων ρύπων εκτός από την αμμωνία. Επιπλέον, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της επανεξέτασης από την Επιτροπή, ενώ η διαφοροποίηση των ορίων δυναμικότητας μεταξύ εκμεταλλεύσεων εκτροφής διαφορετικών ειδών πουλερικών και μεικτών εκμεταλλεύσεων, με βάση τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους, μπορεί να είναι επωφελής όσον αφορά τα αποτελέσματα στο περιβάλλον, η δυνητική μείωση των εκπομπών είναι πολύ περιορισμένη. Αυτό το συμπέρασμα υποστηρίζει αυτό της αρχικής επανεξέτασης που διενήργησε η Επιτροπή στο πλαίσιο της οδηγίας ΟΠΕΡ. Ωστόσο, δεδομένου ότι η οδηγία ΒΕ εκδόθηκε πρόσφατα, η περαιτέρω τροποποίηση των περιγραφών των σχετικών δραστηριοτήτων στο παράρτημα Ι θα συνεπαγόταν μια περίοδο αβεβαιότητας για τους αγρότες, όσο θα διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις για το αποτέλεσμα της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα ισχύοντα κατώτατα όρια για τα πτηνοτροφεία που υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας ΒΕ θα πρέπει να παραμείνουν ως έχουν. Δράση 2 Καύση καυσίμων σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW Η επανεξέταση από την Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι οι εκπομπές των βασικών ατμοσφαιρικών ρύπων από εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ κάτω των 50 MW μπορούν να ελεγχθούν και να μειωθούν σημαντικά σε επίπεδο ΕΕ κατά τρόπο ώστε τα οφέλη για το περιβάλλον και την υγεία να υπερκαλύπτουν το κόστος συμμόρφωσης για τους φορείς εκμετάλλευσης. Κατά την αξιολόγηση των πιθανών επιλογών ρυθμιστικής προσέγγισης πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να αποφευχθούν υπερβολικές διοικητικές δαπάνες, που θα μπορούσαν να προκληθούν από ένα καθεστώς πλήρους αδειοδότησης για τις μικρότερες εγκαταστάσεις, και ταυτόχρονα να διασφαλιστεί η συνεκτίμηση των δυνητικών πιθανών παράλληλων οφελών. 13 Οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους (ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 22). EL 13 EL
Δεδομένου ότι εντοπίστηκαν σοβαρές αβεβαιότητες, απαιτείται περαιτέρω ανάλυση και σύγκριση των επιπτώσεων των επικρατέστερων επιλογών για να είναι δυνατόν να συναχθούν αδιάσειστα συμπεράσματα σχετικά με τα πλεονεκτήματά τους. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της επανεξέτασης της πολιτικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση, πρόκειται να πραγματοποιηθεί διεξοδικότερη αξιολόγηση των πιο ελπιδοφόρων επιλογών για τον έλεγχο των εκπομπών από εγκαταστάσεις καύσης με ισχύ 1 έως 50 MW. Δράση 3 - Μονάδες καύσης με ισχύ 50 MW και άνω Η Επιτροπή θεωρεί ότι θα ήταν πρόωρο να καθοριστούν οριακές τιμές εκπομπών σε ενωσιακό επίπεδο στην οδηγία ΒΕ ή να τροποποιηθούν οι ισχύουσες, για τις μεγάλες μονάδες καύσης που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 9. Καταρχάς, προβλέπεται ότι έως το τέλος του 2014 η Επιτροπή θα έχει εγκρίνει συμπεράσματα ΒΔΤ που θα καλύπτουν τις εν λόγω μονάδες. Κατόπιν, τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους τέσσερα έτη για να επανεξετάσουν και, όπου κριθεί αναγκαίο, να επικαιροποιήσουν τις άδειες προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των ΒΔΤ. Εφόσον οι εκθέσεις που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ΒΕ οδηγήσουν στη διαπίστωση ελλιπούς υιοθέτησης των ΒΔΤ από τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις, η Επιτροπή θα αναφέρει τη διαπίστωση αυτή στην έκθεση που υποβάλλει στο ΕΚ και το Συμβούλιο ανά τριετία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 73 παράγραφος 1, και ενδέχεται να ξεκινήσει τον καθορισμό ελάχιστων απαιτήσεων σε επίπεδο ΕΕ ή την επικαιροποίηση των ισχυουσών. 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Κατά την επανεξέταση που διενήργησε η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 73 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) και παράγραφος 3, διαπιστώθηκε ότι θα μπορούσαν να επιτευχθούν περιβαλλοντικά οφέλη είτε με τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ είτε με την κατάρτιση νέων πράξεων για την αντιμετώπιση των εκπομπών από γεωργικές δραστηριότητες και δραστηριότητες καύσης. Όσον αφορά την εντατική κτηνοτροφία, η Επιτροπή δεν προτίθεται να προτείνει επί του παρόντος αλλαγές στο παράρτημα Ι της οδηγίας ΒΕ για τις δραστηριότητες που παρατίθενται στο σημείο 6.6 (εντατική εκτροφή πουλερικών και/ή χοίρων) ή να συμπεριλάβει τις εκμεταλλεύσεις εκτροφής βοοειδών, καθώς οι αλλαγές αυτές θα απέφεραν σχετικά περιορισμένα περιβαλλοντικά οφέλη, ενώ θα συνεπάγονταν πιθανώς σημαντικό διοικητικό κόστος και κόστος συμμόρφωσης για πολλές εκμεταλλεύσεις. Εντούτοις, είναι σαφές ότι οι εκπομπές από τη διασπορά κοπριάς είναι σημαντικές και χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για να κριθεί αν και πώς θα πρέπει να ελεγχθούν οι εκπομπές αμμωνίας σε επίπεδο ΕΕ, συγκεκριμένα μέσω αναθεωρήσεων της οδηγίας σχετικά με τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών, η επανεξέταση της οποίας αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2013 στο πλαίσιο της ευρύτερης επανεξέτασης της θεματικής στρατηγικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση και της σχετικής νομοθεσίας. Για την καύση καυσίμων σε μονάδες με ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW, καταδείχθηκε σαφές δυναμικό οικονομικά αποδοτικής μείωσης των ατμοσφαιρικών εκπομπών και, σε ένα επόμενο βήμα, θα αξιολογηθούν περαιτέρω επιλογές δυνητικής ρυθμιστικής δράσης στο πλαίσιο μιας εκτίμησης επιπτώσεων που θα EL 14 EL
υποστηρίξει την εν εξελίξει επανεξέταση της θεματικής στρατηγικής για την ατμοσφαιρική ρύπανση. Για τις μεγάλες μονάδες καύσης που παρατίθενται στο άρθρο 30 παράγραφος 9 της οδηγίας ΒΕ, η Επιτροπή θεωρεί ότι στο παρόν στάδιο δεν είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν οι ισχύουσες οριακές τιμές εκπομπών σε ενωσιακό επίπεδο ή να θεσπιστούν νέες, λαμβάνοντας υπόψη ότι θα συνεχίσουν να δημοσιεύονται σχετικά συμπεράσματα ΒΔΤ και να ενσωματώνονται στις άδειες λειτουργίας εγκαταστάσεων, καθώς οι τελευταίες θα επικαιροποιούνται σταδιακά. EL 15 EL