ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΜΟΝΑ Α ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΒΙΟΑΙΘΑΝΟΛΗΣ ΓΙΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΨΥΞΗ



Σχετικά έγγραφα

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΩΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΠΕ. Βισκαδούρος Γ. Ι. Φραγκιαδάκης Φ. Μαυροματάκης

IV, ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΏΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

Ενεργειακή Αξιοποίηση Βιομάζας. Δρ Θρασύβουλος Μανιός Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Κρήτης ΣΕΠ στην ΠΣΕ50

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.)

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΕΛΑΙΟΚΡΑΜΒΗΣ ΣΕ ΗΜΟΥΣ ΤΗΣ ΥΤ. ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ. Από Ερευνητική Οµάδα της Γεωπονικής Σχολής του ΑΠΘ

Κωνσταντίνος Κίττας. Εργαστήριο Γεωργικών Κατασκευών και Ελέγχου Περιβάλλοντος. Οδός Φυτόκου Ν. Ιωνία Μαγνησίας, Βόλος

ΘΕΡΜΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΞΥΛΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΞΥΛΟΥ

ΥΔΡΟΘΕΡΜΙΚΗ ΠΡΟΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΒΙΟΑΙΘΑΝΟΛΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΓΑΣΣΗ ΣΟΡΓΟΥ

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΒΙΟΜΑΖΑΣ. Απόστολος Βλυσίδης Καθηγητής ΕΜΠ

Η ΧΡΗΣΗ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΓΙΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ

ΚΑΘΕΤΗ Νίκος ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΒΙΟΝΤΙΖΕΛ

ΠΑΣΕΓΕΣ ΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

6. Διεργασίες παραγωγής αιθανόλης από λιγνινοκυτταρινούχα υλικά

Συνδυασµός Θερµοχηµικής και Βιοχηµικής

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΑ ΠΛΑΣΙΑ ΤΟΥ PROJECT

Ο ρόλος της βιομάζας για την ανάπτυξη της Ελληνικής οικονομίας

ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

Διερεύνηση των Επιλογών στις Χρήσεις Γης και των Δυνατοτήτων Επίτευξης των Στόχων του 2020 στη Βιοενέργεια

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΙΝΩΔΩΝ ΦΥΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Ευθυμία ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ Τμήμα Βιομάζας ΚΑΠΕ

ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Ενεργειακά φυτά Βιομάζα. Εισαγωγή στην καλλιέργεια, συγκομιδή, διακίνηση και χρήση βιομάζας

: «Ιδιαίτερα» κλάσματα βιομάζας Δυναμικό

Ατομικό Θέμα: Συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας από ελαιοπυρηνόξυλο μέσω θερμοχημικής ή βιοχημικής μετατροπής

Καύσιµα Μεταφορών και Αειφορός Ανάπτυξη

Τι έιναι η Βιοµάζα. Κατηγορίες σταθµών εκµετάλλευσης της Βιοµάζας.


ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΟΡΓΟΥ ΚΑΙ ΚΕΝΑΦ ΓΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΒΙΟ-ΥΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ. Ευθυμία ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ Τμήμα Βιομάζας ΚΑΠΕ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΘΕΩΡΙΑΣ ΨΥΞΗΣ ΜΕ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ

Παράρτημα καυσίμου σελ.1

Ενεργειακήαξιοποίησηβιοµάζας. Α.Μουρτσιάδης ιπλ. µηχανολόγος µηχανικός Τηλέφωνο :

ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ

ΑΛΕΞΑΝ ΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Παρουσίαση από Νικόλαο Σαμαρά.

Δείκτες Ενεργειακής Έντασης

Ήπιες µορφές ενέργειας

Ξενία

Παραγωγή Καυσίµου Ντίζελ από Ανανεώσιµες Πρώτες Ύλες

7. Βιοτεχνολογία. α) η διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών στο θρεπτικό υλικό, β) το ph, γ) το Ο 2 και δ) η θερμοκρασία.

Διπλ. Μηχανικός Βασιλειάδης Μιχαήλ ΑΟΥΤΕΒ ΜΗΧΑΝΙΚΗ Α.Ε. 04 Φεβρουαρίου 2011 Hotel King George II Palace Πλατεία Συντάγματος Αθήνα

ΑΕΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΒΙΟΜΑΖΑΣ - Προοπτικές συµπαραγωγής θερµότητας / ηλεκτρισµού

Λύσεις Εξοικονόμησης Ενέργειας

Ερευνητικές Δραστηριότητες

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΥΣΗΣ & ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΥΣΗΣ

Β ΨΥΚΤΙΚΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΑΝΤΛΙΕΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΑΓΤΖΙΔΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΚΟΥΡΟΥΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ. Πολυχρόνης Καραγκιοζίδης Χημικός Mcs Σχολικός Σύμβουλος.

Αξιολόγηση Λιβαδικών Φυτών για τη Παραγωγή Βιοενέργειας

Δ. ΚΕΚΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΕΜΠ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΒΙΟΑΙΘΑΝΟΛΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Βιοκαύσιμα Αλκοόλες(Αιθανόλη, Μεθανόλη) Κιαχίδης Κυριάκος

Σχέδιο Δράσης Αειφόρου Ενέργειας (ΣΔΑΕ) Δήμου Κηφισιάς. Γιώργος Μαρκογιαννάκης Σύμβουλος Μηχανολόγος - Ενεργειακός Μηχανικός, MSc

Αναερόβιες Μονάδες για την παραγωγή βιο-αερίου από βιοµάζα

Σήµερα οι εξελίξεις στην Επιστήµη και στην Τεχνολογία δίνουν τη

«Χείρα Βοηθείας» στο Περιβάλλον με Φυσικό Αέριο

Οργανικά απόβλητα στην Κρήτη

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ΚΑΥΣΗ

Κωνσταντίνος Π. (Β 2 ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΧΑΛΚΙ ΑΣ

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Παράδειγµα κριτηρίου αξιολόγησης σύντοµης διάρκειας στην Ενότητα 2.3 (Σχέση Βιοµηχανίας και Ενέργειας)

Εισαγωγή στην Επιστήμη του Μηχανικού Περιβάλλοντος Δ Ι Δ Α Σ Κ Ο Υ Σ Α Κ Ρ Ε Σ Τ Ο Υ Α Θ Η Ν Α Δ Ρ. Χ Η Μ Ι Κ Ο Σ Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ο Σ

«SWEETHANOL» «Παραγωγή Βιοαιθανόλης 1ης γενιάς από γλυκό σόργο»

Όσα υγρά απόβλητα μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν, πρέπει να υποστούν

ΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. ιαχείριση Αποβλήτων

Μικρές Μονάδες Αεριοποίησης σε Επίπεδο Παραγωγού και Κοινότητας

Η αγροτική Βιομάζα και οι δυνατότητες αξιοποίησής της στην Ελλάδα. Αντώνης Γερασίμου Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρίας Ανάπτυξης Βιομάζας

ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Δείκτες Ενεργειακής Έντασης


EΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ. Θεματική Ενότητα: Επαναχρησιμοποίηση υποπροϊόντων αγροκτήματος Επαναχρησιμοποίηση υπολειμμάτων κλαδέματος μετά από επεξεργασία

Μελέτη, σχεδιασµός και κατασκευή

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύπανση : η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με κάθε παράγοντα ( ρύπο ) που έχει βλαπτικές επιδράσεις στους οργανισμούς ΡΥΠΟΙ

Εδαφοκλιματικό Σύστημα και Άμπελος

«Βιοκαύσιμα και περιβάλλον σε όλο τον κύκλο ζωής»

ΕΝΑΡΧΗ ΗΝ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑ. Παναγιώτης Α. Σίσκος Καθηγητής Χηµείας Περιβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών

Θερµοχηµικής Μετατροπής

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟΠΟΥΛΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ Α.Τ.Ε. 1ο ΧΛΜ ΝΕΟΧΩΡΟΥΔΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

υνατότητες καλλιέργειάς των ενεργειακών φυτών στον Ελληνικό χώρο

ΑΜΥΛΟ Ζελατινοποίηση αμύλου. Άσκηση 4 η Εργαστήριο Χημείας και Τεχνολογίας Τροφίμων

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΟΝΑ ΩΝ ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΜΕΣΩ Υ ΡΟΓΟΝΟΥ


Ολοκληρωμένη αξιοποίηση αποβλήτων από αγροτοβιομηχανίες. για την παραγωγή ενέργειας. Μιχαήλ Κορνάρος Αναπλ. Καθηγητής

ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΑΝΑΠΝΟΗ. Καρβουντζή Ηλιάνα Βιολόγος

Ορθή περιβαλλοντικά λειτουργία μονάδων παραγωγής βιοαερίου με την αξιοποίηση βιομάζας

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

Αντιμετώπιση ενεργειακού προβλήματος. Περιορισμός ενεργειακών αναγκών (εξοικονόμηση ενέργειας)

Action A1: Preliminary activities for the development of the innovative carbon footprint software tool

Η χρήση ενέργειας γενικότερα είναι η βασική αιτία των κλιµατικών αλλαγών σε

INTERREG IIIa Πρόγραμμα BIOSIS ΕΛΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΓΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΒΙΟΝΤΗΖΕΛ Κ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ-Α. ΚΟΥΒΕΛΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

Τα Αίτια Των Κλιματικών Αλλαγών

EΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Ι. Δόγαρης, Ε. Παλαιολόγου, Δ. Μαμμά, Π. Χριστακόπουλος, Δ.

Κοστολόγηση στους πιλοτικούς αγρούς και ανταγωνιστικότητα των ενεργειακών καλλιεργειών

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ Περιφερειακό Τμήμα Νομού Αιτωλοακαρνανίας

ΕΚΠΟΜΠΕΣ CO 2 ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΑΠΟ ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΙΙ ΒΙΟΜΑΖΑ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΠΜΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΜΟΝΑ Α ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΒΙΟΑΙΘΑΝΟΛΗΣ ΓΙΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΨΥΞΗ ΒΟΥΡΝΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΕΜΠ ΙΟΥΝΙΟΣ 2009 ΑΘΗΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Γενικά, ως βιοµάζα ορίζεται η πρόσφατη οργανική ύλη που προέρχεται από φυτά, ως αποτέλεσµα φωτοσύνθεσης ή από ζώα και προορίζεται σαν αποθήκη χηµικής ενέργειας µε σκοπό την παροχή θερµότητας, ηλεκτρισµού ή καυσίµων. Ως βασικές πηγές βιοµάζας θεωρούνται τα υπολείµµατα ξυλείας, τα γεωργικά υπολείµµατα, οι ενεργειακές καλλιέργειες, τα ζωικά απόβλητα και τα αστικά απορρίµµατα. Οι ενεργειακές καλλιέργειες είναι φυτά που καλλιεργούνται µε στόχο την εκµετάλλευση του ενεργειακού τους περιεχοµένου. Η χρήση τέτοιου τύπου καυσίµων δεν προκαλεί επιπλέον εκποµπές CO 2, γεγονός ικανοποιητικό για την αντικατάσταση των συµβατικών καυσίµων. Παράλληλα η χρήση τους συνεπάγεται την εξοικονόµηση σηµαντικών ποσοτήτων συµβατικών καυσίµων. Επιπλέον πλεονέκτηµα των ενεργειακών καλλιεργειών είναι η αξιοποίηση της περίσσειας αγροτικής γης, προστατεύοντας έτσι το έδαφος από διαβρωτικά φαινόµενα. Τέλος, η ανάπτυξη ενεργειακών καλλιεργειών στη θέση άλλων, περιορίζει τη ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα από νιτρικά, φώσφορο και µικροοργανισµούς. Οι ενεργειακές καλλιέργειες διακρίνονται σε µονοετείς και πολυετείς. Οι σηµαντικότερες από αυτές είναι το σόργο, γλυκό και ινώδες, η ελαιοκράµβη, οι σπόροι µουστάρδας, τα καλάµια και οι λόχµες, ο µίσχανθος και ο ευκάλυπτος. Στο σηµείο αυτό, αξίζει να σηµειωθεί ότι οι ενεργειακές καλλιέργειες αποκτούν τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη σηµασία για τις ανεπτυγµένες χώρες, που προσπαθούν, µέσω των καλλιεργειών αυτών, να περιορίσουν, πέραν των περιβαλλοντικών και ενεργειακών τους προβληµάτων, και το πρόβληµα των γεωργικών πλεονασµάτων. Όπως είναι γνωστό, στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα γεωργικά πλεονάσµατα, και τα οικονοµικά προβλήµατα που αυτά δηµιουργούν, οδηγούν αναπόφευκτα στη µείωση της γεωργικής γης και της αγροτικής παραγωγής. Υπολογίζεται ότι, την προσεχή δεκαετία, θα µπορούσαν να αποδοθούν στις ενεργειακές καλλιέργειες 100-150 εκατ. στρέµµατα γεωργικής γης, προκειµένου να αποφευχθούν τα προβλήµατα των επιδοτήσεων των γεωργικών πλεονασµάτων και της απόρριψης αυτών στις χωµατερές, µε ταυτόχρονη αύξηση των ευρωπαϊκών ενεργειακών πόρων. Στη χώρα µας, για τους ίδιους λόγους, 10 εκατοµµύρια στρέµµατα καλλιεργήσιµης γης έχουν ήδη περιθωριοποιηθεί ή προβλέπεται να εγκαταλειφθούν στο άµεσο µέλλον. Εάν η έκταση αυτή αποδοθεί για την ανάπτυξη ενεργειακών καλλιεργειών, το καθαρό όφελος σε ενέργεια που µπορεί να αναµένεται υπολογίζεται σε 5-6 ΜΤΙΠ (1ΜΤΙΠ= 106 ΤΙΠ, όπου ΤΙΠ σηµαίνει: Τόνοι Ισοδύναµου Πετρελαίου) δηλαδή στο 50-60% της ετήσιας κατανάλωσης πετρελαίου στην Ελλάδα. Σηµειώνεται ότι 1 τόνος βιοµάζας ισοδυναµεί µε περίπου 0,4 τόνους πετρελαίου. Εντούτοις, µε τα σηµερινά δεδοµένα, καλύπτεται µόλις το 3% περίπου των ενεργειακών αναγκών της µε τη χρήση της διαθέσιµης βιοµάζας. Στον ελληνικό χώρο έχει αποκτηθεί σηµαντική εµπειρία στον τοµέα των ενεργειακών καλλιεργειών. Από την πραγµατοποίηση

σχετικών πειραµάτων και πιλοτικών εφαρµογών, προέκυψαν τα εξής σηµαντικά στοιχεία: Η ποσότητα βιοµάζας που µπορεί να παραχθεί ανά ποτιστικό στρέµµα ανέρχεται σε 3-4 τόνους ξηρής ουσίας, ήτοι 1-1,6 ΤΙΠ. Η ποσότητα βιοµάζας, που µπορεί να παραχθεί ανά ξηρό στρέµµα µπορεί να φτάσει τους 2-3 τόνους ξηρής ουσίας, ήτοι 0,7-1,2 ΤΙΠ. Το καλάµι είναι η πιο χαρακτηριστική πολυετής καλλιέργεια που συναντάται στις Μεσογειακές χώρες, λόγω των ευνοϊκών κλιµατολογικών συνθηκών. Πρόκειται για καλλιέργεια µε υψηλή απόδοση, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της Ευρωπαϊκής αγοράς για την ενέργεια, το χαρτί και άλλες βιοµηχανικές χρήσεις. Σαν καύσιµο χρησιµοποιείται σε στερεά µορφή, για την παραγωγή ηλεκτρισµού και θερµότητας Το καλάµι ανήκει στα πολυετή φυτά µε C3 φωτοσυνθετικό µηχανισµό. Συναντάται συνήθως κοντά σε ποτάµια και λίµνες, γενικά σε αγρούς µε υψηλή περιεκτικότητα σε υγρασία, ωστόσο µπορεί να καλλιεργηθεί σε ευρεία κλίµακα εδαφικών και κλιµατικών συνθηκών. Θεωρείται ένα πολύ δυναµικό φυτό και πολλαπλασιάζεται κυρίως µε ριζώµατα, µπορεί όµως να πολλαπλασιαστεί και µε µοσχεύµατα. Από τη βιβλιογραφία αναφέρονται αποδόσεις 2-2,5 τόνων/στρέµµα ξηρού βάρους στη νότια Γαλλία (Toblez,1940), ενώ στη νότια Ιταλία περίπου 3,5 τόνων/στρέµµα (Matzke,1988). Σε πρόσφατες µελέτες, ορισµένες από τις οποίες έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα, έχει επιβεβαιωθεί η δυνατότητα του φυτού να παράγει αξιόλογες ποσότητες βιοµάζας. Οι αποδόσεις που καταγράφηκαν στο σύνολο των πειραµατικών αγρών (στις ελληνικές εδαφοκλιµατικές συνθήκες) κυµάνθηκαν από 0,5 έως 3 τόνους ανά στρέµµα σε ξηρή ουσία (Christou, 1998, Christou, 2000 a,b). Σηµαντική διακύµανση στις αποδόσεις παρατηρήθηκε για τα διαφορετικά επίπεδα άρδευσης που εφαρµόστηκαν. Είναι προφανές, ότι τα υψηλά επίπεδα άρδευσης οδήγησαν στην επίτευξη των υψηλότερων αποδόσεων. Είναι ενδεικτικό ότι η αζωτούχος λίπανση δεν διαφοροποιεί σηµαντικά τις αποδόσεις. Η καταλληλότερη εποχή της συγκοµιδής για το καλάµι, είναι σε άµεση συνάρτηση µε τα κλιµατολογικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής και εντοπίζεται στο διάστηµα από Ιανουάριο έως και τις αρχές Μαρτίου. Η θερµογόνος άξια του φυτού ανέρχεται σε 18,6 MJ/kg ξηρής ουσίας και η περιεκτικότητα σε τέφρα 6,9% σε ξηρή βάση. Με βάση αυτές τις εκτιµήσεις και τις αποδόσεις σε ξηρό βάρος, που έχουν επιτευχθεί µέχρι σήµερα, εκτιµάται ότι, κατά µέσο όρο, το ενεργειακό δυναµικό του καλαµιού µπορεί να φθάσει τους 1,29 ΤΙΠ/στρέµµα/έτος. Τέλος, από τις αναλύσεις του καυσίµου και κυρίως από τα επίπεδα του καλίου, νατρίου και χλωρίου, προκύπτει ότι οι ιδιότητες του προσοµοιάζουν µε εκείνες του άχυρου και εποµένως οι τεχνολογίες θερµοχηµικής µετατροπής του άχυρου είναι πλέον κατάλληλες για το φυτό αυτό.

Τα σακχαρούχα και αµυλούχα φυτά κατά κύριο λόγο, αλλά και τα κυτταρινούχα φυτά χρησιµοποιούνται σήµερα σαν πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοαιθανόλης. Ο κύριος τρόπος παραγωγής της είναι η ζύµωση των αµυλούχων-σακχαρούχων συστατικών για την παραγωγή αιθανόλης και ο διαχωρισµός της από τα υπόλοιπα συστατικά µε απόσταξη. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει έντονη ερευνητική δραστηριότητα για την παραγωγή βιοαιθανόλης από λιγνοκυτταρινούχες πρώτες ύλες (καλάµι, άχυρο, ξύλο, κ.α.). Ενδεικτικά αναφέρουµε ότι αποτελέσµατα έρευνας (CIEMAT, Ισπανία) δείχνουν ότι η παραγωγή ενός λίτρου αιθανόλης από 6 κιλά άχυρο σιτηρών κοστίζει 0,18 ενώ η αντίστοιχη παραγωγή από το σπόρο σιταριού 0,36. Αν αυτά τα αποτελέσµατα επαληθευθούν και σε εµπορική κλίµακα η παραγωγή βιοαιθανόλης θα είναι ανταγωνιστική σε σχέση µε το πετρέλαιο. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι από το Μάιο του 2004 λειτουργεί στη Σουηδία πιλοτική µονάδα παραγωγής βιοαιθανόλης από κυτταρίνες προερχόµενες από διάφορα είδη ξύλου, άχυρου και υπολειµµάτων αυτών. Κατά την διαδικασία της αλκοολικής ζύµωσης σάκχαρα όπως είναι η γλυκόζη, η φρουκτόζη και η σουκρόζη µετατρέπονται σε κυτταρική ενέργεια και άρα παράγεται αιθανόλη και CO 2. Η µεγαλύτερη δυσκολία έγκειται στην αποδέσµευση των παραπάνω σακχάρων, που είναι αναγκαία για τη ζύµωση, από τη λιγνοκυτταρίνη, καθώς αυτό συνεπάγεται διάσπαση της κρυσταλλικής της δοµής. Άρα µια σειρά από πολύπλοκες θερµοχηµικές και βιοχηµικές διεργασίες απαιτούνται για να παραχθούν σάκχαρα µε πέντε ή έξι άτοµα άνθρακα και λιγνίνη (παραπροϊόν) και στη συνέχεια µε τη δραστική παρουσία ζυµοµυκήτων να εξάγουµε αιθανόλη. Μετά από τη συγκέντρωση της κατάλληλης λιγνοκυτταρινούχας βιοµάζας (καλάµι) η διαδικασία ξεκινά µε τη συρρίκνωση του συνολικού όγκου και ακολουθεί µια θερµοχηµική προεργασία παρουσία ήπιου οξειδωτικού µέσου (Η 2 SO 4 ) που σκοπό έχει να αυξήσει την προσβασιµότητα των κυτταρινούχων πολυµερών στην ενζυµατική διάσπαση και να ελευθερώσει την ηµικυτταρίνη. Στη συνέχεια ακολουθεί η ενζυµατική υδρόλυση που θα µετατρέψει τους πολυσακχαρίτες σε µονοσακχαρίτες. Η διαδικασία ολοκληρώνεται µε τη ζύµωση των σακχάρων από βακτήρια ή µύκητες και την παραγωγή αιθανόλης και άλλων προϊόντων. Η πρόοδος της τεχνολογίας και της επιστήµης µείωσε σηµαντικά το κόστος των ενζύµων και βελτίωσε τη διαδικασία της ζύµωσης µε τέτοιο τρόπο ώστε να είναι πλέον δυνατή η ταυτόχρονη σακχαροποίηση και ζύµωση, κατά την οποία η υδρόλυση της κυτταρίνης και η ζύµωση της γλυκόζης πραγµατοποιούνται στο ίδιο στάδιο. Η βιοαιθανόλη θα παίξει για πολλές δεκαετίες όλο και σηµαντικότερο ρόλο στην εξασφάλιση καυσίµων µεταφορών γιατί µπορεί εύκολα να παραχθεί σε περιοχές που διαθέτουν ή παράγουν, ζάχαρα, άµυλο και κυτταρινούχες ουσίες, αποκεντρώνοντας έτσι την παραγωγή και τη διάθεση των καυσίµων. Επίσης µπορεί να χρησιµοποιηθεί, σε πρόσµιξη µε τα συµβατικά καύσιµα, στους βενζινοκινητήρες και πετρελαιοκινητήρες.

CASE STUDY ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΑΝΑΤΕΘΕΝΤΟΣ ΕΡΓΟΥ Έχετε προσληφθεί από ένα ανεξάρτητο οργανισµό παραγωγής ενέργειας για να προετοιµάσετε µία µελέτη για το κατά πόσο είναι εφικτή η εγκατάσταση ενός µικρού σταθµού παραγωγής θερµότητας-ψύξης µε χρήση βιοµάζας στην περιοχή της Ευαγγελίστριας, στα νοτιοδυτικά του νοµού Μεσσηνίας, στην Νότια Ελλάδα. Η παραγόµενη ενέργεια θα καλύπτει τις ανάγκες σε τοπικό επίπεδο µε κύρια εφαρµογή ένα συγκρότηµα βιοτεχνιών. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Η πρώτη βασική παράµετρος που θα πρέπει να καθορισθεί είναι η πρώτη ύλη και η συγκοµιδή αυτής ώστε να εξασφαλίζεται η εύρυθµη λειτουργία της µονάδας. Η περιοχή είναι κατάλληλη για ενεργειακές καλλιέργειες, που στην περίπτωσή µας είναι το καλάµι, ενώ υπάρχει η δυνατότητα να υποκατασταθούν υπάρχουσες καλλιέργειες έτσι ώστε να αυξηθεί η συνολικά καλλιεργήσιµη έκταση. Το καλάµι χαρακτηρίζεται από πολύ καλή προσαρµοστικότητα στις ελληνικές συνθήκες, ο τρόπος καλλιέργειάς του είναι γνωστός στους αγρότες, ενώ η συγκοµιδή, µεταφορά και αποθήκευσή του απλοποιείται σηµαντικά από το γεγονός ότι η µονάδα παραγωγής θα κατασκευαστεί πολύ κοντά στον χώρο της καλλιέργειας. Η χηµική σύσταση του καλαµιού στον ελληνικό χώρο απεικονίζεται στον Πίνακα 2.1, όπου παρατηρούµε ότι τόσο το άχυρο όσο και το µπαµπού υστερούν ελαφρώς στη συγκέντρωση ηµικυτταρίνης σε σχέση µε το καλάµι, ενώ και η περιεκτικότητα του καλαµιού σε λιγνίνη δεν θεωρείται πολύ υψηλή. ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΜΙ ΑΧΥΡΟ ΜΠΑΜΠΟΥ ΞΥΛΟ ΤΕΦΡΑ 5,5 7,0 3,3 < 1,0 ΣΙΛΙΚΟΝΗ 1,2 5,0 0,7 ΙΧΝΗ ΛΙΓΝΙΝΗ 21,1 19,0 26,0 24,0 ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΑ 6,7 12,6 6,5 3,0 ΚΥΤΤΑΡΙΝΗ 31,1 32,0 34,5 44,0 ΗΜΙΚΥΤΤΑΡΙΝΗ 30,3 27,5 20,5 23,0 Πίνακας 2.1. Χηµική σύσταση καλαµιού και άλλων µορφών βιοµάζας (% ξηρής βιοµάζας). (πηγή: Γεωπονικό Πανεπιστήµιο Αθηνών Τµήµα Φυτικής Παραγωγής) Ο σταθµός παραγωγής θα εξασφαλίζει 10 MW θερµικά µεικτά, ένα µικρό µέρος των οποίων θα χρησιµοποιείται για ιδιοκατανάλωση και το υπόλοιπο θα πωλείται στη γειτονική βιοµηχανική ζώνη. Έτσι θα εξασφαλίζεται και αγροτικό εισόδηµα και µειωµένες εκποµπές ρύπων. Η συνολική έκταση της εγκατάστασης θα ξεπερνάει τα 20.000 στρέµµατα, εκ των οποίων τα 15.000 περίπου θα είναι η καλλιεργήσιµη έκταση και τα υπόλοιπα 5000 θα περιλαµβάνουν τους χώρους αποθήκευσης (silo), τη

µονάδα συλλογής, επεξεργασίας και βιοχηµικής µετατροπής, τους καυστήρες, τις δεξαµενές νερού και πετρελαίου, τον όρχο µηχανηµάτων και οχηµάτων, τα γραφεία, τους χώρους στάθµευσης κ.α. Από τα 15.000 στρέµµατα καλλιεργήσιµης έκτασης θα έχουµε µια ετήσια συγκοµιδή της τάξεως των 30.000 τόνων, που θα πρέπει να τη συλλέξουµε και να τη µεταφέρουµε στη µονάδα για την πρώτη κύρια επεξεργασία. Η πρώτη κύρια επεξεργασία περιλαµβάνει το σύνολο των διεργασιών που σκοπό έχουν τη δηµιουργία µιας οµοιόµορφης, καθαρής και κοκκοποιηµένης πρώτης ύλης που θα αυξήσει σηµαντικά την παραγωγικότητα της µονάδας. Σε αυτό το στάδιο ο ανθρώπινος παράγοντας παίζει πολύ σηµαντικό ρόλο λόγω της ινώδους µορφής του καλαµιού. Πιο συγκεκριµένα, ποσότητες καλαµιού θα διασπώνται σε µικρότερα κοµµάτια µήκους 15-20 cm διαφορετικής διαµέτρου και πάχους τοιχώµατος και θα καθαρίζονται από φύλλα, χώµατα και κλαδιά. Στη συνέχεια, η επεξεργασµένη ποσότητα καλαµιού εισέρχεται στην εγκατάσταση των µύλων άλεσης ώστε να κοκκοποιηθεί πλήρως µέχρι το τελικό προϊόν να έχει µήκος 0,7 1,3mm και πάχος 32 43µm. Το µέγεθος του κόκκου κατά κύριο λόγο, άλλα και η περιεχόµενη υγρασία αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες στην εξέλιξη της σακχαροποίησης και ζύµωσης. Σχήµα 1.1. Κατανοµή κυτταρίνης, ηµικυτταρίνης και λιγνίνης σε τυπικό κυτταρικό ιστό. (πηγή : Panshin and Dezeeuw, 1980) Η κατανάλωση ενέργειας κυµαίνεται από 25.000 KJ/dry ton µέχρι 250.000 KJ/dry ton, αναλόγως την πρώτη ύλη και το επιθυµητό µέγεθος του κόκκου. Στην περίπτωσή

µας, λόγω της ινώδους µορφής του καλαµιού και του σχετικά µικρού µεγέθους του κόκκου η ενεργειακή κατανάλωση θα ξεπερνάει τα 150.000 KJ/dry ton. Η δεύτερη κύρια επεξεργασία περιλαµβάνει µια ήπια όξινη προεργασία, παρουσία θεϊκού οξέος (H 2 SO 4 ), που σκοπό έχει την κλασµατοποίηση της λιγνοκυτταρινούχας πρώτης ύλης στα κύρια συστατικά στοιχεία που είναι η κυτταρίνη, η ηµικυτταρίνη και η λιγνίνη. Πρωταρχικός στόχος είναι η αύξηση της πορώδους επιφάνειας του κυττάρου, που θα βελτιώσει την ποιότητα των πολυσακχαριτών και θα τους κάνει πιο αποδοτικούς στο επόµενο στάδιο της ενζυµατικής υδρόλυσης. Είναι ενδεικτικό ότι χωρίς αυτή την επεξεργασία µόλις το 20% της συνολικής µάζας θα µετατρεπόταν σε σάκχαρα, ενώ τώρα αναµένουµε το 90% της µάζας να συνεχίσει στο στάδιο της αλκοολικής ζύµωσης. Παρουσία ατµού φέρνουµε τόσο τους κόκκους καλαµιού όσο και το H 2 SO 4 σε θερµοκρασία 180 ο C και πίεση 0,69-4,83 MPa για µερικά λεπτά και απότοµα κατεβάζουµε την πίεση στην ατµοσφαιρική. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα την αύξηση της δυναµικής της κυτταρίνης για την επερχόµενη υδρόλυση. Το µείγµα παραµένει για περίπου 30 min στην θερµοκρασία των 180 ο C για να ολοκληρωθεί η αποσύνθεση της ηµικυτταρίνης και η εξαγωγή της λιγνίνης. Η συγκέντρωση του H 2 SO 4 στη µάζα κυµαίνεται από 5% έως 10% για θερµοκρασίες άνω των 160 ο C και είναι συνεχούς ροής. Η προεργασία αυτή υλοποιεί τρεις καθοριστικές για την διεργασία λειτουργίες: i) Υδρόλυση της ηµικυτταρίνης για την παραγωγή µονοσακχάρων, ii) έκθεση της κυτταρίνης για την ενζυµατική χώνευση µε ταυτόχρονη αποµάκρυνση της ηµικυτταρίνης και µέρους της λιγνίνης και iii) διαλυτοποίηση των βαρέων µετάλλων που µπορεί να αποδειχθούν τοξικά για την κυτταρική µάζα. Υπάρχουν όµως και µειονεκτήµατα της παραπάνω επεξεργασίας όπως είναι η συνεχής επανακυκλοφορία του H 2 SO 4, τα παραπροϊόντα που µπορεί να είναι τοξικά για τους ζυµοµύκητες καθώς και η υποχρεωτική αγορά αντιδιαβρωτικού εξοπλισµού. Η κατανοµή της κυτταρίνης, ηµικυτταρίνης και λιγνίνης σε τυπικό κυτταρικό ιστό απεικονίζεται στο Σχήµα 1.1. Η λιγνίνη κυριαρχεί στην επιφάνεια του ιστού και µειώνεται καθώς διεισδύουµε σε µεγαλύτερο βάθος, όπου κυριαρχεί η κυτταρίνη και ακολουθεί η ηµικυτταρίνη. Στη συνέχεια ακολουθεί η τρίτη κύρια επεξεργασία, κατά την οποία το προϊόν υπόκειται σε ειδική βιοχηµική διεργασία µε σκοπό την µείωση στο ελάχιστο της τοξικότητάς του και την επίτευξη ενός πιο ουδέτερου ph. Η παρουσία H 2 SO 4, από την προηγούµενη επεξεργασία, έχει ως αποτέλεσµα να µειωθεί το ph του προϊόντος και έτσι να απελευθερωθούν τα σάκχαρα του καλαµιού, τα οποία µε τη σειρά τους θα ζυµωθούν για την παρασκευή αιθανόλης. Μετά όµως από την ζητούµενη απελευθέρωση των σακχάρων της βιοµάζας, το χαµηλό ph και η προκύπτουσα τοξικότητα είναι ανεπιθύµητα, διότι είναι µεγάλη η πιθανότητα να δηλητηριασθούν οι ζυµοµύκητες και έτσι η αλκοολική ζύµωση να επιβραδυνθεί σηµαντικά. Εποµένως, µετά την παραπάνω διαδικασία το προϊόν µας έχει σαφώς πιο ουδέτερο ph και είναι

λιγότερο τοξικό σε σχέση µε την αρχική του κατάσταση, µε αποτέλεσµα να είναι και πιο αποδοτικό στη συνέχεια. Τέλος, το τρίτο στάδιο επεξεργασίας ολοκληρώνεται µε το διαχωρισµό του προϊόντος σε στερεή και υγρή µορφή µε σταδιακό φιλτράρισµα και χρήση κυκλώνων. Η παραπάνω διαδικασία πραγµατοποιείται για να διευκολύνει την ενζυµατική υδρόλυση που θα ακολουθήσει, καθώς όσο λιγότερο συµπαγές είναι το προϊόν τόσο πιο αποδοτική γίνεται η υδρόλυση. Επίσης, πετυχαίνουµε έτσι και τον τελικό διαχωρισµό της ηµικυτταρίνης, που είναι το πλέον αποδοτικό συστατικό και το πλέον αξιοποιήσιµο. Στο Σχήµα 2.1. απεικονίζεται η διαδικασία της ήπιας όξινης επεξεργασίας που υπόκειται η συγκοµιδή καλαµιού για την αύξηση της απόδοσης της παραγωγικής διαδικασίας. Σχήµα 2.1. Η όξινη προεργασία διασπά την κρυσταλλική δοµή του κυττάρου, απελευθερώνει τα σάκχαρα και διαλυτοποιεί την ηµικυτταρίνη. (πηγή : M. Himmel-J. Sheelan, National Renewable Energy Laboratory) Η τέταρτη κύρια επεξεργασία και η πιο σηµαντική για µια επιτυχή παραγωγική διαδικασία είναι η σακχαροποίηση και η αλκοολική ζύµωση των σακχάρων. Κατά το στάδιο αυτό η πούλπα, όπως ονοµάζεται το προϊόν, υπόκειται σε ενζυµατική υδρόλυση παρουσία πρωτεϊνών µεγάλου µοριακού βάρους µε σκοπό την µετατροπή των πολυσακχαριτών σε µονοσακχαρίτες όπως είναι η γλυκόζη και η ξυλόζη. Στη συνέχεια, αναλαµβάνουν οι ζυµοµύκητες που θα µετατρέψουν τους µονοσακχαρίτες σε αιθανόλη. Η παραγωγή και εφαρµογή ειδικών ενζύµων (cellulases) για την πραγµατοποίηση της υδρόλυσης γίνεται σε ειδικά διαµορφωµένο χώρο ώστε να πληρούνται οι αναγκαίες συνθήκες θερµοκρασίας, πίεσης, παροχής νερού και φυγοκέντρισης (Σχήµα 3.1). Η υδρόλυση πραγµατοποιείται σε θερµοκρασία 50 ο C και διαρκεί 24 ώρες, ενώ απαιτούνται περίπου 0,4 ml cellulase ανά gr ξηρής µάζας. Κατά την αλκοολική ζύµωση των σακχάρων της κυτταρίνης (γλυκόζη) και της ηµικυτταρίνης (ξυλόζη) παρουσία µυκήτων (saccharomyces cerevisiae) ή βακτηρίων

(zymomonous mobilis) εξάγεται η αιθανόλη ως κύριο προϊόν και παραπροϊόντα όπως είναι η γλυκερόλη και η ξυλητόλη. Σχήµα 3.1. Μετατροπή κυτταρινούχας Βιοµάζας σε Αιθανόλη, ως αποτέλεσµα ήπιας όξινης προεργασίας, υδρόλυσης και ζύµωσης. (πηγή : M. Himmel-J. Sheelan, National Renewable Energy Laboratory) Η γλυκόζη καταναλώνεται ταχύτατα και εντός 10h έχει απορροφηθεί πλήρως από τους ζυµοµύκητες, ενώ η ξυλόζη µεταβολίζεται πολύ πιο αργά και µε ατελή τρόπο. Στην ιδανική περίπτωση θα έπρεπε γλυκόζη και ξυλόζη να χρησιµοποιούνται ταυτόχρονα και µε τον ίδιο ρυθµό, ωστόσο αυτό δεν είναι εφικτό γιατί ο µεταβολισµός της ξυλόζης µπορεί να ξεπεράσει τις 30 ώρες και πάλι χωρίς να ολοκληρωθεί επιτυχώς. Συνήθως καταφεύγουµε στην λύση της επανένταξης της µη διασπασθείσας ποσότητας ξυλόζης στο µείγµα µε σκοπό την πλήρη αξιοποίησή της. Το τελικό προϊόν της αιθανόλης προκύπτει ύστερα από περίπου 25h και είναι της τάξεως των 40 gr/lt, ενώ η ποσότητα των παραπροϊόντων γλυκερόλης και ξυλητόλης ξεπερνάει συνολικά τα 20 gr/lt (Σχήµα 4.1.). Στην δική µας εφαρµογή τόσο τα παραπάνω παραπροϊόντα όσο και το στερεό υπόλειµµα που δεν συµµετείχε στην αλκοολική ζύµωση ή προέκυψε από την τελική απόσταξη, µπορούν να αξιοποιηθούν µε κατάλληλη θερµοχηµική διεργασία καθώς διαθέτουν αξιόλογη θερµογόνο ικανότητα. Έτσι θα µειωθεί η κατανάλωση της πιο πολύτιµης βιοαιθανόλης, η οποία µπορεί να πωληθεί ως γεωργικό καύσιµο προς

όφελος της εταιρείας ή να αντικαταστήσει µερικώς την βενζίνη που καταναλώνουν οι κινητήρες και τα µηχανήµατα κατά την παραγωγική διαδικασία. Η παραγωγή της βιοαιθανόλης εξελίσσεται µε ένα ρυθµό της τάξεως των 2-2,5 gr/lt. hr, µε την συνολική ποσότητα να κυµαίνεται από 10% έως 12% κατά µάζα, δεδοµένου ότι η ταυτόχρονη ζύµωση γλυκόζης και ξυλόζης είναι λιγότερο αποδοτική. Από τις καλλιέργειες καλαµιού περιµένουµε µια απόδοση της τάξεως των 100-120 kg αιθανόλης/στρέµµα. yr, άρα για τα 15.000 διαθέσιµα στρέµµατα καλλιεργήσιµης γης θα εξάγουµε περίπου 3500 tn αιθανόλης ετησίως. Στο Σχήµα 4.1. απεικονίζεται ο ρυθµός µεταβολισµού γλυκόζης και ξυλόζης και ο ρυθµός παραγωγής αιθανόλης, γλυκερόλης και ξυλητόλης. Ο σταθµός παραγωγής θα εξασφαλίζει 10 MW θερµικά µεικτά, ένα µικρό µέρος των οποίων θα χρησιµοποιείται για ιδιοκατανάλωση και το υπόλοιπο θα πωλείται στη γειτονική βιοµηχανική ζώνη. Η ιδιοκατανάλωση αφορά την απαιτούµενη ενέργεια που χρησιµοποιείται για εφαρµογή δεδοµένων συνθηκών πίεσης και θερµοκρασίας, για θέρµανση και ψύξη, για συµπιεστές και αντλίες και γενικότερα για όλο τον µηχανολογικό εξοπλισµό. Η ενέργεια αυτή θα εξασφαλίζεται από την γεννήτρια του σταθµού, η οποία µε τη σειρά της θα κινείται από έναν µικρό ατµοστρόβιλο. Ο συγκεκριµένος ατµοστρόβιλος θα παρέχει τον απαιτούµενο ατµό για την ήπια όξινη προεργασία, την ξήρανση, την απόσταξη και άλλες βιοµηχανικές εφαρµογές. Σχήµα 4.1. Μεταβολισµός κυτταρινούχας γλυκόζης και ηµικυτταρινούχας ξυλόζης σε Αιθανόλη, ως αποτέλεσµα αλκοολικής ζύµωσης. (πηγή : M. Sedlak, H. J. Edenberg, and N. Ho)

Υπολογίζεται ότι το 20% του παραγόµενου ατµού θα καταναλώνεται στις παραπάνω εφαρµογές και το υπόλοιπο θα εκτονώνεται µέχρι την ατµοσφαιρική πίεση για την παραγωγή του απαιτούµενου ηλεκτρικού ρεύµατος. Ένα τυπικό διάγραµµα ροής σε µονάδα παραγωγής βιοαιθανόλης απεικονίζεται στο Σχήµα 5.1, όπου διακρίνεται µε την κόκκινη διακεκοµµένη γραµµή η ιδιοκατανάλωση ηλεκτρικού ρεύµατος και µε την κόκκινη συνεχή γραµµή η ιδιοκατανάλωση ατµού. Αξίζει να σηµειωθεί η υπερβολικά καλή παραγωγή βιοαιθανόλης (54%) και η χαµηλή παραγωγή παραπροϊόντων (26%), που όµως σπάνια ανταποκρίνεται στην πραγµατικότητα µε µοναδική εξαίρεση ίσως τις εργαστηριακές εφαρµογές. Σχήµα 5.1. Τυπικό διάγραµµα ροής σε µονάδα παραγωγής βιοαιθανόλης. (πηγή : L. Lynd and H. J. Edenberg) Η κύρια εφαρµογή της µονάδας είναι η παραγωγή θέρµανσης ψύξης και η οποία θα υλοποιηθεί µε την καύση ενός µέρους της εξαγόµενης βιοαιθανόλης και του µεγαλύτερου µέρους των παραπροϊόντων σε ειδικούς καυστήρες του σταθµού. Για λόγους αξιοπιστίας θα υπάρχουν και καυστήρες πετρελαίου στην µονάδα έτσι ώστε σε περίπτωση σφάλµατος ή αστοχίας να µπορέσει να ανταποκριθεί ο σταθµός στις ανάγκες των καταναλωτών. Η παραγωγή βιοαιθανόλης θα είναι περίπου 3.500 tn ετησίως, µε θερµογόνο ικανότητα 27 MJ/kg και η οποία θα καίγεται στους καυστήρες προς παραγωγή θερµότητας. Μέσω λέβητα, η θερµότητα θα ατµοποιεί το τροφοδοτικό νερό σε µία διάταξη και σε µία άλλη θα το θερµαίνει µέχρι τους 90 o C, έτσι ώστε να καλύπτει πλήρως τις ανάγκες σε ατµό και σε νερό θέρµανσης. Μια άλλη πηγή θερµότητας θα είναι το στερεό και υγρό υπόλειµµα, όπως προέκυψε από όλη

την παραγωγική διαδικασία και το οποίο αναµένεται να είναι 18.000 tn/yr (περίπου το 60% κ.µ.) µε µέση θερµογόνο ικανότητα 20 MJ/kg. Όπως προαναφέρθηκε, η βιοαιθανόλη ως πιο πολύτιµο προϊόν θα έχει πιο προσεκτική κατανάλωση, καθώς πρώτα θα καταναλώνονται τα υπολείµµατα και τα παραπροϊόντα και µετά το κυρίως προϊόν. Το περίσσευµα βιοαιθανόλης µπορεί να αξιοποιηθεί στις ιδιοκαταναλώσεις ή να πωληθεί ως γεωργικό καύσιµο σε τιµή ανταγωνιστική ως προς το πετρέλαιο και τη βενζίνη (0,30-0,40 Ευρώ/Λίτρο). Για την κάλυψη των αναγκών σε ψύξη τους θερινούς µήνες, θα χρησιµοποιηθούν διατάξεις νερού διαλύµατος LiBr, όπου θα ψύχεται το νερό κλιµατιστικών εγκαταστάσεων. Λόγω της χρησιµοποίησης του νερού ως ψυκτικού µέσου στις διατάξεις αυτές η θερµοκρασία παραγωγής ψυκτικής ισχύος δεν κατέρχεται συνήθως κάτω των +4 o C. Η ψυκτική ισχύς της µονάδας θα ξεπερνάει τους 1500 ψυκτικούς τόνους (RT) και η θέρµανση λόγω του όγκου της µονάδας θα γίνεται µε υδρατµό. Η διάταξη από κατασκευαστικής πλευράς θα είναι δύο κελυφών, µε το πάνω κέλυφος να περικλείει την ατµογεννήτρια και τον συµπυκνωτή (υψηλή πίεση) και το κάτω κέλυφος τον απορροφητή και το στοιχείο ατµοποιήσεως (χαµηλή πίεση). Οι ψυκτικές διατάξεις δια απορρόφησης χρησιµοποιούν για την παραγωγή ψυκτικής ισχύος το φαινόµενο της ατµοποίησης και εποµένως για να έχουµε συνεχή λειτουργία µε επαναχρησιµοποίηση του ψυκτικού µέσου, απαιτείται να γίνει χρήση και της αντίστοιχης συµπύκνωσης. Ο κύκλος λειτουργίας της µονάδας θα έχει ως εξής: ο υδρατµός θέρµανσης διοχετεύεται στην ατµογεννήτρια, η οποία µε τη σειρά της ενεργοποιείται και παράγει τον ατµό του ψυκτικού µέσου (Η 2 Ο). Ο ατµός ψυκτικού µέσου συµπυκνώνεται στη συνέχεια στον συµπυκνωτή και ρέει ως συµπύκνωµα προς το στοιχείο ατµοποίησης, όπου και καταιωνίζεται επί του αγωγού εναλλάκτη και δια του οποίου διέρχεται το ψυχόµενο νερό που απάγει την ψυκτική ισχύ. Το στοιχείο ατµοποιήσεως είναι εφοδιασµένο µε την αντλία ανακυκλοφορίας για συνεχή λειτουργία του καταιονιστή. Ο ατµός του ψυκτικού µέσου απορροφάται από το διάλυµα στον απορροφητή και µεταφέρεται εκ νέου δια της αντλίας διαλύµατος προς την ατµογεννήτρια.

ΣΧΟΛΙΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Στην ανησυχία για την επαύριο του πετρελαίου, τις τιµές της βενζίνης, τη θολούρα της ατµόσφαιρας των πόλεων από τους ρύπους, ψάχνουµε για µαγικές λύσεις. Μία από αυτές είναι και η τεχνολογία της βιοµάζας. Η τεχνολογία δηλαδή που αντικαθιστά τα ορυκτά καύσιµα µε την οργανική ύλη της γης και παραµένει ουδέτερη στις εκποµπές διοξειδίου του άνθρακα, καθώς η ποσότητα του CO 2 που απελευθερώνεται στην ατµόσφαιρα µετά την καύση της, αφοµοιώνεται από το φυτό κατά τη φωτοσύνθεση. Η κατασκευή, όµως, µιας µονάδας βιοµάζας σε µια αγροτική περιοχή πέρα από τα αναµφισβήτητα περιβαλλοντικά οφέλη θα επηρεάσει δραστικά την κοινωνική και οικονοµική ανάπτυξη του τόπου. Η προσφορά εναλλακτικών καλλιεργητικών λύσεων, η ενδυνάµωση του γεωργικού χώρου, η αύξηση του αγροτικού εισοδήµατος, η µείωση των περιφερειακών ανισοτήτων, η αναζωογόνηση των λιγότερων ανεπτυγµένων γεωργικών οικονοµιών, η δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας είναι τα κυριότερα οφέλη από µια τέτοια επένδυση. Σίγουρα υπάρχουν και µειονεκτήµατα όπως είναι το υψηλό κόστος επένδυσης, οι περιορισµένες επιδοτήσεις, η προηγµένη τεχνολογία, η επιφυλακτικότητα της κοινωνίας, η αργή απόσβεση της επένδυσης, αλλά υστερούν σηµαντικά µπροστά στη δυνατότητα που υπάρχει για την εξασφάλιση αειφόρου περιφερειακής ανάπτυξης. Το κίνητρο της µείωσης της εξάρτησης από το πετρέλαιο και της ανάπτυξης στρατηγικών εθνικών προϊόντων αποτελούν σύµµαχο στην κοινή προσπάθεια για ένα πιο καθαρό περιβάλλον.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ [1] Breaking the Biological Barriers to Cellulosic Ethanol, A Joint Research Agenda, Rockville, Maryland, June 2006. [2] A Comparison of Chemical Pretreatment Methods for Converting Cotton Stalks to Ethanol, Rebbeca Anne Silverstein, Raleigh 2004. [3] Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειας, Αρθούρος Ζερβός, Αθήνα 2004. [4] Τεχνολογίες Αξιοποίησης Βιοµάζας, Μαρία Φούντη, Αθήνα 2004 [5] www.chemeng.ntua.gr