ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΕΚΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΤΡΙΤΗ 4 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2012 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Α1.- Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο αναδεικνύει τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του διηγήµατος και παρουσιάζει ως δραµατοποιηµένο τον αφηγητή : «Μίαν εσπέραν, καθώς είχα κατεβάσει τα γίδια µου...». - Η αναπαράσταση της απλής ζωής µε ρεαλιστικό µάλιστα τρόπο αποτελεί στοιχείο του ηθογραφικού διηγήµατος. Έτσι, προβάλλονται ανθρώπινοι χαρακτήρες και καταστάσεις της καθηµερινής ζωής της υπαίθρου. Είναι ενδεικτική η παρουσίαση της απλής ζωής του βοσκού : «Ήµην πλαγιασµένος εις έναν ίσκιον, άφηνα τας αίγας µου να βόσκουν...αιπολικόν» - Ο «σχεδόν φωνογραφικά πιστός διάλογος» αποτελεί αφηγηµατική τεχνική µε την οποία αποδίδει παραστατικά τα γεγονότα : «Τι έχεις και φωνάζεις; Φωνάζω εγώ την κατσίκα µου... να κάµω». Β1. Ο Παπαδιαµάντης παρουσιάζει τα πρόσωπα και τα γεγονότα στο ανοιχτό φυσικό περιβάλλον. Ο άνθρωπος εξαιτίας της επαφής του µε τη φύση καθίσταται αθώος, νηφάλιος, αµέριµνος, ευτυχισµένος. Στο συγκεκριµένο απόσπασµα ο βοσκός δρα και κινείται στον ανοιχτό χώρο, όπου βόσκει το κοπάδι του («ενώ εµέτρουν...τας αίγας µου...εις τα µέρη εκείνα...το µέγα ορµητήριόν των...ήµην πλαγιασµένος εις ένα ίσκιον»).
Η φύση είναι έκδηλη και µάλιστα το περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται ο βοσκός είναι ειδυλλιακό. Είναι χαρακτηριστικές οι εικόνες του γιαλού και του δειλινού («...είχα κατεβάσει τα γίδια µου κάτω εις τον αιγιαλόν...εσχηµάτιζε χιλίους γλαφυρούς κολπίσκους και αγκαλίτσες το κύµα...», «...είχε βασιλέψει ο ήλιος και το φεγγάρι...ο βράχος...η ουρά της λαµπράς αλουργίδος...»). Είναι αθώος ο βοσκός, «φυσικός άνθρωπος», όπως διαφαίνεται από τη σχέση του µε το κοπάδι του («Ετρόµαξα. Τάχα ο αετός µου την επήρε;») και από την επικοινωνία του µε τη Μοσχούλα («ούτε είχα παρατηρήσει την παρουσία της Μοσχούλας...εγώ δεν ήξευρα τι να είπω...δεν είχα αρκετό θράσος ώστε να παίζω...»). Β2.α) Η περιγραφή του γιαλού είναι διεξοδική: «κάτω εις τον αιγιαλόν...χιλίους γλαφυρούς κολπίσκους και αγκαλίτσες το κύµα...οι βράχοι...δαιδάλους του νερού χορεύον,...όµοιον µε το βρέφος...έψαυσε». Ο Παπαδιαµάντης µε λόγο λυρικό και πλούσια εκφραστικά µέσα περιγράφει ποιητικά το γιαλό. Είναι έκδηλο το ονειρικό στοιχείο στην περιγραφή µε το οποίο παρουσιάζει το φυσικό περιβάλλον ως ειδυλλιακό, προκειµένου να καταδείξει την αξία τόσο της φύσης όσο και της επικοινωνίας του ανθρώπου µε αυτήν. Ο γιαλός και η θάλασσα προκαλούν το βοσκό να κολυµπήσει, αφού η µαγεία της φύσης είναι άφατη και απαράµιλλη. Είναι αξιοσηµείωτο ότι η ειδυλλιακή αυτή περιγραφή προετοιµάζει τον αναγνώστη για την ονειρική επαφή του βοσκού και της Μοσχούλας µέσα στη θάλασσα που θα ακολουθήσει.
β) Η οµορφιά της φύσης αποδίδεται παραστατικά στην ειδυλλιακή εικόνα του γιαλού µε την υπερβολή και µεταφορά «εσχηµάτιζε χιλίους γλαφυρούς κολπίσκους και αγκαλίτσες το κύµα». Οι κόλποι της ακτής παρουσιάζονται ως αναρίθµητοι, που είναι υπερφυσικό στοιχείο, στην προσπάθεια του συγγραφέα να εξιδανικεύσει το φυσικό περιβάλλον. Είναι λυρική η περιγραφή του κύµατος που αγκαλιάζει τον άνθρωπο και καταδεικνύει την επαφή του ανθρώπου µε τη φύση. Στην ειδυλλιακή εικόνα του δειλινού η οµορφιά της φύσης αναδεικνύεται µε τη µεταφορική απόδοση του ήλιου που βασιλεύει («Ήτον η ουρά της λαµπράς αλουργίδος...ή ο τάπης...δειπνήση»). Εδώ κυριαρχεί η παροµοίωση του φωτός του ηλιοβασιλέµατος που µοιάζει µε πορφυρό ένδυµα ή µε το χαλί της µάνας του ηλίου. Η παροµοίωση βρίθει ονειρικού στοιχείου και αντλείται απ τη λαϊκή παράδοση και τα δηµοτικά τραγούδια. Γ1. Η δεύτερη προσέγγιση των δύο νέων, του βοσκού και της Μοσχούλας, αποδίδεται µε τη λυρική εικόνα του βοσκού που σφυρίζει έναν ποιµενικό σκοπό και του όµορφου κοριτσιού στο παράθυρο. Η Μοσχούλα αναλαµβάνει την πρωτοβουλία να µιλήσει στο νεαρό βοσκό και µε πειραχτική διάθεση τον προκαλεί να παίξει φλογέρα. Ο συνεσταλµένος βοσκός ανταποκρίνεται στο αίτηµά της και η κοπέλα τον επιβραβεύει στέλνοντάς του εδέσµατα της εποχής. Στο απόσπασµα σκιαγραφείται ο χαρακτήρας και των δυο προσώπων. Η Μοσχούλα παρουσιάζεται περισσότερο τολµηρή παρά το συντηρητικό περιβάλλον στο οποίο µεγάλωσε, ωστόσο η γνώση της για την ποιµενική ζωή προέρχεται από πηγές. Ο νεαρός βοσκός παρουσιάζεται συνεσταλµένος και αµήχανος. Η αδιαφορία ή η άγνοια που εκφράζει είναι προσποιητή («δεν ηξέυρω πως...αυλητική»), γιατί κατά βάθος γνώριζε ότι η
αυλητική του τέχνη ήταν καλή, απλώς από αιδηµοσύνη δεν το οµολογεί και άλλωστε τα τρυφερά αισθήµατα που νιώθει για τη Μοσχούλα είναι αναµφισβήτητα. Η προσέγγιση των δυο νέων αποδίδει παραστατικά τη βουκολική ζωή και τους χαρακτήρες των ανθρώπων της υπαίθρου. Αναδεικνύει ήθη της εποχής και παρουσιάζει ένα ποιµενικό ειδύλλιο σε επίπεδο αγνότητας και συστολής. Δ1. Και τα δυο κείµενα εντάσσονται σε παρεµφερές πλαίσιο βουκολικής ζωής, κατά το οποίο διαφαίνεται η σχέση του ανθρώπου µε τη φύση και ο απλός τρόπος ζωής. Οµοιότητες: - Η ιδιαίτερη αγάπη του παππού για το τραγάκι («Ό,τι έχω κείνο το µικρό, δεν έχω όλο το κοπάδι», «...χάρηκε µ όλες τις έξι χιλιάδες τα ζωντανά του») είναι παρεµφερής µε την αγάπη του νεαρού βοσκού για την κατσίκα Μοσχούλα («εάν έλειπεν άλλη κατσίκα...αλλ η απουσία της Μοσχούλας ήτον επαισθητή») - Ο Λάµπρος αναζητά το τραγάκι και ανησυχεί για την τύχη του («Έψαξε...Είχε απελπιστεί»). Είναι ίδια η συµπεριφορά του νεαρού βοσκού στον Παπαδιαµάντη («Ετρόµαξα...εφώναζα ως τρελός»). - Ο γερο-θανάσης έχει ιδιαίτερη σχέση µε τα ζώα («το έφερε στα γόνατά του...το έχει στην καρδιά του»), όπως φαίνεται και από το διάλογο µε το τραγάκι («τι είπες;») κατά τον οποίο επικοινωνεί µε αυτό σαν να είναι ανθρώπινη οντότητα. Ο νεαρός βοσκός στον Παπαδιαµάντη έχει ιδιαίτερη σχέση µε το κοπάδι του. Δίνει στην αγαπηµένη του κατσίκα το όνοµα του κοριτσιού που συµπαθεί και µεριµνά για τα ζώα («είχα κατεβάσει τα γίδια µου...ν αρµυρίσουν...τα εσφύριξα...µε άκουσαν»). Διαφορές: -Στο απόσπασµα του Παπαντωνίου βοσκός είναι ο Λάµπρος που εκτελεί εντολές του παππού, του γερο-θανάση, ο οποίος έχει πολλά ζώα. Στο έργο του
Παπαδιαµάντη ο νεαρός βοσκός είναι το πρόσωπο που πρωταγωνιστεί στη σχέση του ανθρώπου µε τα ζώα και ο ίδιος είναι φτωχός, καθώς το κοπάδι ανήκει στο µοναστήρι. - Στο απόσπασµα του Παπαντωνίου εκφράζεται η απειλή του παππού απέναντι στο τραγάκι, η οποία βέβαια δεν υλοποιείται λόγω της ιδιαίτερης αγάπης που έτρεφε γι αυτό. Στο απόσπασµα του Παπαδιαµάντη εκφράζεται µόνο η αγάπη και η ανησυχία του βοσκού για την κατσίκα του.