δεκατομο ιστορικο εργο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΕΚΤΟΣ τομοσ του σωτηρη ριζα
περιεχομενα Πρόλογος έκδοσης - 13 1 2 3 4 Εισαγωγή βιβλίου - 15-24 Μεγάλος, γιατί; - 27-31 Ο βίος - 33-40 Η δράση - 43-166 Η επίδραση - 169-171 Χρονολόγιο - 173-183 Βιβλιογραφία - 184-185 Η Φωτογραφική συλλογή - 97-128 οι ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Ο Θάνος Βερέμης σπούδασε Πολιτική Επιστήμη στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (Trinity College). Το 1978 ήταν Research Associate του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (Λονδίνο), το 1983 υπήρξε επισκέπτης ερευνητής στο πανεπιστήμιο Harvard, το 1987 επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Princeton και το 1993-94 επισκέπτης καθηγητής στο St. Antony s College της Οξφόρδης. Από το 1987 είναι καθηγητής πολιτικής Ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1988 ως το 1994 υπήρξε Διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) και ως το 2000, Πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από το 2001 ως το 2003 ήταν Constantine Karamanlis Professor στο Fletcher School of Law and Diplomacy. Από το 2004 είναι Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ). Ο Σωτήρης Ριζάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου το 1992. Υπήρξε Visiting Research Associate στο Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του King's College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου το 1994-95. Σήμερα είναι Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Έρευνας της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών. Μεταξύ άλλων έχει δημοσιεύσει: «Η Προεδρία της Δημοκρατίας στην Ελληνική Πολιτική, 1924-1935 και 1974-1985», «Το Μακεδονικό Ζήτημα. Εξωτερική Επέμβαση και Ελληνική Πολιτική», «Το Κυπριακό στην κρίσιμη καμπή. Η Ελληνική πολιτική και το σχέδιο Acheson (1964)», «Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η δικτατορία των συνταγματαρχών και το Κυπριακό ζήτημα 1967-1974», «Από την κρίση στην ύφεση. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και η πολιτική της προσέγγισης Ελλάδας-Τουρκίας».
1ΜΕΓΑΛΟΣ, ΓΙΑΤΙ; Υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι για τους οποίους ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρέπει να θεωρείται πολιτική και ιστορική οντότητα που υπερβαίνει το σύνηθες μέτρο ενός διακεκριμένου πολιτικού: η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η θεμελίωση του μεταπολιτευτικού δημοκρατικού συστήματος και η οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των δεκαετιών του 1950 και του 1960. Δύο είναι τα κριτήρια με τα οποία πρέπει αυτά τα τρία στοιχεία να κριθούν: καθεαυτά, αλλά και σε σχέση με τον ίδιο τον Καραμανλή. Πρώτα, η σημασία τους, η βαρύτητά τους για την ελληνική κοινωνία. Στη συνέχεια, ο βαθμός στον οποίο αυτά επιτεύχθηκαν λόγω της πολιτικής δράσης του Καραμανλή. 27 ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ Ως προς το πρώτο, είναι αναμφισβήτητο ότι και τα τρία στοιχεία που αναφέρθηκαν αποτέλεσαν θεμελιώδεις επιλογές και εξελίξεις που μετασχημάτισαν την ελληνική πολιτική, τη διεθνή θέση της Ελλάδας, την κοινωνία και την οικονομία. Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποτέλεσε θεμελιώδη γεωπολιτική επιλογή και ταυτόχρονα αλλαγή της ελληνικής γεωπολιτικής ταυτότητας και εικόνας. Η Ελλάδα έως το 1981 γινόταν αντιληπτή ως μια χώρα της νότιας Βαλκανικής και της ανατολικής Μεσογείου, περιφερειακή ως προς το επίκεντρο της αναπτυγμένης Ευρώπης. Αν και θεωρούταν, τόσο από τους δυτικοευρωπαίους όσο και από τους ίδιους τους Έλληνες, ως η κοιτίδα ενός πολιτισμού και φιλοσοφικών αντιλήψεων που είχαν αποτελέσει τον αξιακό πυρήνα του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού και τρόπου ζωής, όπως αυτός εξελίχτηκε σταδιακά μετά την Αναγέννηση, η ίδια η Ελλάδα, συγκροτημένη ως κράτος από το 1830, από άποψη πολιτισμική, κοινωνική, οικονομική και πολιτική ανήκε σ έναν ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Στην επικράτησή της αυτή δεν βάραινε μόνο η γεωγραφική αποκοπή της από τη δυτική και κεντρική Ευρώπη, αλλά και μια περισσότερο υπόρρητη παρά σαφώς εκπεφρασμένη άποψη, καθώς δεν έβλεπε συχνά τη δημοσιότητα ούτε αποτελούσε μέρος του επίσημου λόγου στην ίδια την Ελλάδα ή την αναπτυγμένη Ευρώπη, ότι η χώρα είχε υποστεί ισχυρή την επίδραση της τουρκοκρατίας, είτε είχε αποκοπεί για υπερβολικά μεγάλο διάστημα από το κύριο ευρωπαϊκό ρεύμα εξελίξεων. Η υστέρηση ακόμα του βιοτικού επιπέδου της χώρας, ο υπανάπτυκτος χαρακτήρας μιας αγροτικής οικονομίας που εξήγαγε με διακυμάνσεις ορισμένα γεωργικά προϊόντα «πολυτελείας» και ως προς τα υπόλοιπα δεν κάλυπτε συχνά τις ανάγκες της εγχώριας κατανάλωσης, όξυνε ακόμα περισσότερο την αντίληψη της διαφοροποίησης μεταξύ της Ελλάδας και της αναπτυγμένης οικονομικά και κοινωνικά δυτικής και κεντρικής Ευρώπης. Η ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποτελούσε συνεπώς βαθύτατα συμβολική, αλλά και έμπρακτη αλλαγή θέσης και αντίληψης της Ελλάδας. Η εγκαθίδρυση και κυρίως η εμπέδωση δημοκρατικού πολιτικού συστήματος αποτελούσε τη δεύτερη και εξίσου σημαντική αλλαγή και όπως θα αναδειχτεί ήταν στενά συνδεδεμένη με την πρώτη, την 28 ΕΛΛΗΝΕΣ
ένταξη στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Κατά τη διάρκεια του 20 ού αιώνα, από το 1909 έως και το 1974, η Ελλάδα είχε περάσει από αλλεπάλληλες πολιτικές και θεσμικές μεταβολές που κατέληξαν σε χρόνια αστάθεια. Ο κοινοβουλευτισμός, αν και αποτελούσε οργανικό στοιχείο της ελληνικής πολιτικής παράδοσης από το 1844, πολύ συχνά εκφυλιζόταν, αδυνατώντας να παράσχει σταθερή και δημοκρατική διακυβέρνηση. Η αδυναμία σχηματισμού ισχυρών κομμάτων σε διάρκεια χρόνου, οφειλόμενη τόσο στην ατομικιστική πολιτική κουλτούρα όσο και στην κοινωνική διάρθρωση μιας χώρας από την οποία έλειπαν οι συμπαγείς ταξικές παραδόσεις και διαφοροποιήσεις μιας δυτικοευρωπαϊκής κοινωνίας, συνέτειναν στη χρόνια πολιτική αστάθεια. Ταυτόχρονα με τις δημοκρατικές κλίσεις επιβίωναν και ισχυρά αντιδημοκρατικά στοιχεία υπό διάφορες μορφές: βαρύνουσα επίδραση της μοναρχίας, ενδημικές στρατιωτικές επεμβάσεις είτε προερχόμενες από αυτονομημένα στρατιωτικά στοιχεία είτε υποκινούμενες και από πολιτικές δυνάμεις που απέβλεπαν σε ανατροπή του δυσμενούς συσχετισμού δυνάμεων μέσω της προσφυγής στη βία. Οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν άντεξαν το λεγόμενο «εθνικό σχίσμα» μεταξύ βενιζελικών κα αντιβενιζελικών (1915-1936) με κατάληξη, μετά από μακρά σειρά στρατιωτικών επεμβάσεων και ασταθών κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων, τη δικτατορία Μεταξά, ενώ η βαθύτατη πολιτική και κοινωνική κρίση της δεκαετίας του 1940 δεν επιλύθηκε με δημοκρατικά μέσα και κατέληξε σε αιματηρό εμφύλιο πόλεμο (1946-1949), ο οποίος υποθήκευσε και το μετεμφυλιακό κοινοβουλευτικό σύστημα (1949-1967). Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την ιστορική κληρονομιά, η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας και η συνεχής λειτουργία της έκτοτε για μια τριακονταπενταετία συνιστά όχι μόνο πολιτική επίτευξη, αλλά ιστορική αλλαγή. Τέλος, η οικονομική απογείωση των δεκαετιών του 1950 και του 1960 αποτελεί ακόμα μια εξέλιξη θεμελιώδους σημασίας, με την οποία συνδέθηκε ο Καραμανλής. Στη διάρκεια των δύο αυτών δεκαετιών η Ελλάδα μετασχηματίστηκε στα θεμέλιά της από μια οικονομία και κοινωνία κατά βάση αγροτική με αστικούς θύλακες σε μια 29 ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ αστικοποιημένη και ταχύτατα αναπτυσσόμενη χώρα. Η συμβολή της γεωργίας στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν και η απασχόληση στην ύπαιθρο μειώθηκαν δραματικά, ο τομέας των υπηρεσιών επεκτάθηκε σε κλάδους πέραν της ναυτιλίας και του εμπορίου και σχηματίστηκε βιομηχανία, η οποία πάντως δεν άντεξε στις δοκιμασίες των δύο κρίσεων του πετρελαίου της δεκαετίας του 1970, αλλά οπωσδήποτε επέδρασε κοινωνικά και οικονομικά. Οι επόμενες αναπτυξιακές περίοδοι οικοδομήθηκαν στα θεμέλια αυτά και έχουν ασφαλώς την αυτοτελή σημασία τους. Αν θέλει όμως κανείς να διακρίνει τη μεγάλη ιστορική τομή μεταξύ της φτωχής αγροτικής χώρας και μιας σύγχρονης οικονομίας και κοινωνίας, με τα αναμφίβολα προβλήματα, υστερήσεις και στρεβλώσεις, τότε αυτή η τομή βρίσκεται στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Αν οι εξελίξεις αυτές είναι περίπου αναμφισβήτητης βαρύτητας ως προς τις συνέπειές τους για την ελληνική κοινωνία, γιατί ο ρόλος του Καραμανλή στην επέλευσή τους πρέπει να θεωρείται καθοριστικός; Η αποτίμηση της πολιτικής του επίδρασης μήπως σημαίνει επιστροφή σε μια παρωχημένη αντίληψη της ιστορίας, ότι αυτή εξελίσσεται με βάση τη θέληση μεγάλων ανδρών; Πράγματι, η ιστοριογραφία έχει προ πολλού εγκαταλείψει προσωποκεντρικά σχήματα ερμηνείας, αντιλαμβάνεται την ιστορική εξέλιξη ως αποτέλεσμα σύνθετων διαδικασιών, όπου επιδρούν συμφέροντα, αξίες και ιδεολογίες ευρύτερων κοινωνικών σχηματισμών. Αυτό δεν αναιρεί τη βαρύνουσα επίδραση του ίδιου του Καραμανλή για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ο Μακεδόνας πολιτικός δεν ενέργησε ερήμην κοινωνικών αντιλήψεων και ιστορικών συνθηκών. Οι συνθήκες αυτές όμως του επέτρεπαν να επηρεάσει βαθύτατα τις εξελίξεις. Στο ζήτημα της οικονομικής ανάπτυξης ο Καραμανλής ενέργησε στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συναίνεσης που είχε διαμορφωθεί ήδη το 1950-52 και απέβλεπε στην εκβιομηχάνιση ως μέσο εκσυγχρονισμού, πολιτικής σταθεροποίησης και κοινωνικής συνοχής και εν τέλει ένταξης της Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο. Η συμβολή του Καραμανλή έγκειται όμως στο ότι παρέσχε κυβερνητική σταθερότητα (Οκτώβριος 1955- Ιούνιος 1963) και εμμονή στον πολιτικό στόχο. Αυτό το χαρακτηριστικό ήταν ισοδύναμο με αναγκαίο πολιτικό, αλλά και διοικητικό 30 ΕΛΛΗΝΕΣ