ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ Ι ΡΥΜΑΤΩΝ Ο ΗΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ, 1999
Ο ΗΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗΣ ΤΟΥΣ ΒΑΣΗΣ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου µε βάση τις εξουσίες που τις παρέχονται δυνάµει του άρθρου 22 και τηρουµένων των διατάξεων του άρθρου 41(2) του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόµου του 1997, µε την παρούσα οδηγία ορίζει τι αποτελεί κεφαλαιουχική βάση τράπεζας και τη µέθοδο µε την οποία υπολογίζεται. Η παρούσα οδηγία ισχύει για όλες τις τράπεζες που συστάθηκαν στη ηµοκρατία και κατέχουν άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών. Η παρούσα οδηγία έχει άµεση εφαρµογή. 2. ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΒΑΣΗ Η κεφαλαιουχική βάση αποτελείται από το πρωτοβάθµιο κεφάλαιο συν το δευτεροβάθµιο κεφάλαιο µείον τις µειώσεις κεφαλαίου. Τα κύρια συστατικά της κεφαλαιουχικής βάσης καθώς επίσης και τα ισχύοντα όρια και περιορισµοί φαίνονται στο επισυνηµµένο παράρτηµα. 3. ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΚΕΡ Η ΤΡΕΧΟΥΣΑΣ ΧΡΗΣΕΩΣ Τα προσωρινά κέρδη τρέχουσας χρήσεως (interim profits) επιτρέπεται να συµπεριληφθούν στον υπολογισµό της κεφαλαιουχικής βάσης µόνο εάν τα κέρδη αυτά έχουν επαληθευτεί από εγκεκριµένους ελεγκτές και είναι καθαρά (net) από κάθε προβλέψιµη επιβάρυνση και πρόβλεψη για µερίσµατα. 1
4. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ Οι γενικές προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις που γίνονται για την κάλυψη ζηµιών που ενδέχεται να προκύψουν στο µέλλον από το χαρτοφυλάκιο τραπεζικών χορηγήσεων, συµπεριλαµβάνονται στο δευτεροβάθµιο κεφάλαιο. Στις περιπτώσεις όµως που οι γενικές προβλέψεις απολαµβάνουν την ίδια φορολογική µεταχείριση όπως οι ειδικές προβλέψεις, τότε οι γενικές προβλέψεις αυτής της µορφής δεν πρέπει να συµπεριλαµβάνονται στον υπολογισµό της κεφαλαιουχικής βάσης αλλά να αφαιρούνται από τα στοιχεία ενεργητικού για τα οποία έχουν γίνει οι προβλέψεις. 5. ΑΝΕΙΑΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΜΕΙΩΜΕΝΗΣ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (SUBORDINATED LOAN CAPITAL) (Στοιχεία Β 2(β), Β 3(β) ΚΑΙ Β 3(γ) του Παραρτήµατος) 5.1 Γενικά Για να συµπεριληφθούν στον υπολογισµό της κεφαλαιουχικής βάσης, τα δάνεια µειωµένης εξασφάλισης πρέπει να ανταποκρίνονται στους ακόλουθους γενικούς όρους: (α) Οι όροι της σύµβασης έκδοσης του δανείου µειωµένης εξασφάλισης πρέπει να προβλέπουν ότι οι απαιτήσεις του δανειστή έναντι της δανειζόµενης τράπεζας κατατάσσονται στο σύνολο τους µετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών, οι απαιτήσεις των οποίων δεν είναι απαιτήσεις µειωµένης εξασφάλισης. Επιπρόσθετα σε περίπτωση διάλυσης της τράπεζας οι δανειστές µειωµένης εξασφάλισης δεν πρέπει να δικαιούνται να πάρουν και να κρατήσουν από την τράπεζα οποιαδήποτε ποσά σχετικά µε το δάνειο µειωµένης εξασφάλισης µέχρις ότου όλοι οι άλλοι πιστωτές πληρωθούν πλήρως για τα ποσά που τους οφείλονται ή γίνει πλήρης πρόνοια για τα ποσά αυτά. (β) Τα µέτρα θεραπείας που βρίσκονται στη διάθεση του δανειστή δανείου µειωµένης εξασφάλισης πρέπει να περιορίζονται στην: 2
i. Υποβολή αίτησης για διάλυση της τράπεζας και ii. Απόδειξη του γνήσιου του χρέους και στην υποβολή απαίτησης κατά τη διάλυση της τράπεζας. (γ) Οι µόνες περιπτώσεις που µπορούν να θεωρηθούν σαν αθετήσεις υποχρεώσεων είναι: i. η µη καταβολή οποιωνδήποτε οφειλόµενων και πληρωτέων ποσών σύµφωνα µε τη σύµβαση του δανείου και ii. η διάλυση της τράπεζας. 5.2 ανειακό Κεφάλαιο Αόριστης ιάρκειας: Στοιχείο Β2(β) του Παραρτήµατος Για να συµπεριληφθεί στον υπολογισµό της κεφαλαιουχικής βάσης, το δάνειο αόριστης διάρκειας πρέπει να ικανοποιεί τους γενικούς όρους 5.1(α), 5.1(β) και 5.1(γ) που αναφέρονται πιο πάνω. Επιπρόσθετα το δάνειο αόριστης διάρκειας πρέπει να ανταποκρίνεται και στα ακόλουθα κριτήρια: (α) Να είναι αόριστης λήξεως. (β) Η εξόφληση του δανείου να επιτρέπεται µόνο µετά από έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας. (γ) Η σύµβαση έκδοσης πρέπει να προβλέπει ότι η τράπεζα έχει τη δυνατότητα να αναβάλει την καταβολή των τόκων του δανείου. (δ) Η σύµβαση έκδοσης πρέπει να προβλέπει ότι το χρέος και οι µη καταβληθέντες τόκοι είναι δυνατό να χρησιµοποιηθούν για την κάλυψη ζηµιών δίδοντας έτσι τη δυνατότητα στην τράπεζα να εξακολουθεί να ασκεί τις δραστηριότητές της. 3
5.3 ανειακό Κεφάλαιο Μειωµένης Εξασφάλισης Καθορισµένης ιάρκειας (Subordinated Term Debt): Στοιχείο Β 3(β) ΚΑΙ Β 3(γ) του Παραρτήµατος Για να συµπεριληφθεί στην κεφαλαιουχική βάση µιας τράπεζας το δανειακό κεφάλαιο µειωµένης εξασφάλισης καθορισµένης διάρκειας πρέπει να ικανοποιεί τους γενικούς όρους 5.1(α), 5.1(β) και 5.1(γ) που αναφέρονται πιο πάνω. Το δάνειο µειωµένης εξασφάλισης πρέπει επίσης να ανταποκρίνεται και στα ακόλουθα κριτήρια: (α) Η αρχική διάρκεια του δανείου πρέπει να είναι τουλάχιστο πενταετής, µετά την πάροδο της οποίας θα είναι δυνατή η εξόφληση. (β) Στη σύµβαση δανείου δεν επιτρέπεται να συµπεριλαµβάνονται ρήτρες που να ορίζουν ότι η οφειλή καθίσταται απαιτητή πριν από τη συµφωνηθείσα ηµεροµηνία αποπληρωµής, εκτός από την περίπτωση εκκαθάρισης της τράπεζας. (γ) Η εξόφληση του δανείου δεν επιτρέπεται να πραγµατοποιηθεί ενωρίτερα από τη λήξη του χωρίς την προηγούµενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας. Η Κεντρική Τράπεζα µπορεί να επιτρέψει την προ της λήξεως εξόφληση του δανείου δεδοµένου ότι η σχετική αίτηση υποβλήθηκε µε πρωτοβουλία του εκδότη και δεν επηρεάζεται η φερεγγυότητα της τράπεζας. (δ) Το ποσό του δανείου το οποίο επιτρέπεται να περιλαµβάνεται στην κεφαλαιουχική βάση θα µειώνεται σταδιακά κατά την τελευταία πενταετία, πριν από την ηµεροµηνία λήξεως, µε την µέθοδο της σταθερής απόσβεσης. 6. ΜΗΤΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΙ ΘΥΓΑΤΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Μητρική εταιρεία και θυγατρική εταιρεία έχουν την έννοια που τους αποδίδεται, αντίστοιχα, από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόµου και επιπρόσθετα εταιρεία θα θεωρείται ότι είναι θυγατρική άλλης εταιρείας όταν κατά την κρίση της Κεντρικής Τράπεζας η τελευταία ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στην προηγούµενη. 4
7. ΣΥΝ Ε ΕΜΕΝΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ASSOCIATED COMPANY) Για σκοπούς υπολογισµού της κεφαλαιουχικής βάσης τράπεζας, εταιρεία θα θεωρείται ότι είναι συνδεδεµένη µιας άλλης όταν η τελευταία κατέχει άµεσα ή έµµεσα µέσω συγγενικών εταιρειών, 20% ή περισσότερο των ψήφων ή του κεφαλαίου ή όταν η µητρική ή άλλη εταιρεία του συγκροτήµατος ασκεί σε αυτή σηµαντική επιρροή ή όταν οι εταιρείες βρίσκονται ή έχουν τεθεί κάτω από ενιαία διοίκηση ή έχουν διαχειριστικά, διοικητικά ή λοιπά όργανα που αποτελούνται κατά πλειοψηφία από τα ίδια πρόσωπα. 5
Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ Α. ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Μόνιµο κεφάλαιο (α) Σύνηθες µετοχικό κεφάλαιο που εκδόθηκε και καταβλήθηκε (β) Μη εξαγοράσιµες, µη σωρευτικές προνοµιούχες µετοχές 2. ιαφορά από την έκδοση µετοχών υπέρ το άρτιο. 3. (α) Αποθεµατικά, µε εξαίρεση τα αποθεµατικά αναπροσαρµογής (revaluation reserves) (β) Αδιανέµητα κέρδη παρελθουσών χρήσεων (γ) Προσωρινά κέρδη τρέχουσας χρήσεως. 4. Κυβερνητικό δάνειο µειωµένης εξασφάλισης που χορηγήθηκε για κάλυψη συσσωρευµένων ζηµιών πριν τη ψήφιση του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόµου. Τέτοιας µορφής δάνειο θα θεωρείται σαν πρωτοβάθµιο κεφάλαιο µόνο κατά τη διάρκεια της µεταβατικής περιόδου που προνοείται από το Νόµο. 5. ικαιώµατα µειοψηφίας. Μείον: 6. Φήµη και πελατεία και άλλα άυλα στοιχεία ενεργητικού. 7. Ζηµιές χρήσης και παρελθουσών χρήσεων. 6
8. Μετοχικό κεφάλαιο που εκδόθηκε µετά την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας αυτής και το οποίο προήλθε από κεφαλαιοποίηση αποθεµατικών επανεκτίµησης ακινήτων. B. ΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Αποθεµατικά αναπροσαρµογής (Revaluation reserves) συµπεριλαµβανοµένων οποιωνδήποτε ποσών τα οποία έχουν αφαιρεθεί βάσει του Α8 πιο πάνω. 2. Κεφάλαιο µειωµένης εξασφάλισης αόριστης διάρκειας (Hybrid Capital Instruments). (α) Μη εξαγοράσιµες σωρευτικές προνοµιούχες µετοχές. (β) άνεια µειωµένης εξασφάλισης αόριστης διάρκειας συµπεριλαµβανοµένου του µετατρέψιµου δανειακού κεφαλαίου. 3. Kεφάλαιο µειωµένης εξασφάλισης καθορισµένης διάρκειας (α) Εξαγοράσιµες προνοµιούχες µετοχές µε δικαίωµα σωρευτικού µερίσµατος καθορισµένης διάρκειας (β) Μετατρέψιµο δανειακό κεφάλαιο µειωµένης εξασφάλισης το οποίο δεν έχει συµπεριληφθεί στο B2(β). (γ) άνεια µειωµένης εξασφάλισης µε ελάχιστη αρχική διάρκεια πέραν των πέντε ετών. 4. Γενικές προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις. 5. ικαιώµατα µειοψηφίας που προέρχονται από συµµετοχές σε στοιχεία του δευτεροβάθµιου κεφαλαίου. 7
Γ. ΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ) 1. Συµµετοχές σε θυγατρικές και συνδεδεµένες εταιρείες οι οποίες δεν περιλαµβάνονται στην ενοποίηση. 2. Χορηγήσεις κεφαλαιουχικής φύσεως σε εταιρείες του συγκροτήµατος. 3. Συµµετοχές στο µετοχικό και δανειακό κεφάλαιο άλλης τράπεζας ή σε εταιρεία που διεξάγει εργασίες που είναι αναπόσπαστα συνδεδεµένες µε τραπεζικές εργασίες όπως αναφέρονται στο άρθρο 13(3) του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόµου του 1997 νοουµένου ότι η συµµετοχή της τράπεζας στο κάθε ένα από τα ιδρύµατα αυτά ξεπερνά το 10% του µετοχικού κεφαλαίου εκάστου ιδρύµατος. 4. Συµµετοχές στο µετοχικό και δανειακό κεφάλαιο άλλης τράπεζας ή σε εταιρεία που διεξάγει εργασίες που είναι αναπόσπαστα συνδεδεµένες µε τραπεζικές εργασίες όπως αναφέρονται στο άρθρο 13(3) του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόµου του 1997 εξαιρουµένων των συµµετοχών που αναφέρονται στο Γ3 πιο πάνω (δηλ. η συµµετοχή της τράπεζας δεν ξεπερνά το 10% του µετοχικού κεφαλαίου σε κάθε ένα από τα ιδρύµατα αυτά) οι οποίες στο σύνολο τους υπερβαίνουν το 10% της κεφαλαιουχικής βάσης της τράπεζας υπολογιζόµενης πριν την αφαίρεση των στοιχείων που αναφέρονται στο Γ3 και Γ4.. ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ 1. Το σύνολο των στοιχείων 1-5 του δευτεροβάθµιου κεφαλαίου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 100%, κατ' ανώτατο όριο, των στοιχείων 1-8 του πρωτοβάθµιου κεφαλαίου. 2. Το σύνολο των οφειλών µειωµένης εξασφάλισης καθορισµένης διάρκειας (στοιχείο Β3) δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 50% των στοιχείων 1-8 του πρωτοβάθµιου κεφαλαίου. 3. Οι γενικές προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις (στοιχείο Β4) δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 1,5% του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού και των εκτός ισολογισµού στοιχείων σταθµισµένων κατά τον κίνδυνο. 8