001-192_978-960-482-044-3_scope7 1 1 1821 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΣ Β ΤΟΜΟΣ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΘΑΝΟΣ ΒΕΡΕΜΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
001-192_978-960-482-044-3_scope7 5 5 Περιεχόµενα 1 ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 9 2 ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ 51 3 ΤΗΣ ΦΡΑΝΤΖΑΣ ΟΙ ΑΝΤΡΑΛΑΙΣ 65 4 ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΟΡΑΜΑ 77 5 Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ 127
001-192_978-960-482-044-3_scope7 8 8 ΘΑΝΟΣ ΒΕΡΕΜΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ
001-192_978-960-482-044-3_scope7 9 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Προλεγόµενα Η Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ των Ελλήνων που αρχίζει το 1821 και ολοκληρώνεται το 1830 αποτελεί την αρχική πράξη στη δη- µιουργία της σύγχρονης Ελλάδας. Η συγκρότηση κράτους είναι το επαναστατικότερο αποτέλεσµα της Ελληνικής Επανάστασης. Πρόκειται για έθνος-κράτος που εµφανίζεται για πρώτη φορά µεταφέροντας τις πολυποίκιλες αποσκευές ενός µακραίωνος παρελθόντος. Σταθερό σηµείο αναφοράς και παράγοντας δια- µόρφωσης συνειδήσεων υπήρξε η ελληνική γλώσσα. Χάρη στους κορυφαίους διαφωτιστές, η ελληνική γλώσσα θα γίνει ο συνδετικός ιστός των πολιτών του νέου κράτους και µείζων φορέας εθνικής ταυτότητας. Η συνείδηση, η οποία επικρατούσε στα ευρύτερα κοινωνικά στρώµατα πριν από την παλιγγενεσία, εξακολουθεί να αποτελεί αντικείµενο της έρευνας. Γνωρίζουµε τη συνείδηση του Ρήγα και του Κοραή, τις σκέψεις του Ιγνάτιου της Ουγγροβλαχίας, ακόµη και τη θυµοσοφία του Κολοκοτρώνη, αν και αυτή διατυπώθηκε µετά τη δηµιουργία του κράτους. Δεν γνωρίζουµε όµως εξίσου τις απόψεις του µεγάλου τµήµατος του πληθυσµού που δούλευε τη γη ή των ανθρώπων της θάλασσας που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στον Αγώνα. Το νεοελληνικό κράτος αποτελεί τοµή ανάµεσα στους προεπαναστατικούς και τους µετά την παλιγγενεσία Έλληνες. Καθώς αυτόχθονες και ετερόχθονες, µε την αντίστοιχη επιρροή στην πολιτική, δεν υπήρξαν πριν από το 1821, η έννοια των ελληνικών 9
001-192_978-960-482-044-3_scope7 10 10 Η Σ γκρ τηση Εξ σ α στην Επαναστατη νη Ε δα κοινοτήτων, ως νησίδες µέσα σε πλειοψηφίες αλλοδόξων ή πλειοψηφίες υπό µειοψηφικές αρχές, όπως στην τουρκοκρατούµενη Πελοπόννησο και την κεντρική Ελλάδα, ήταν τελείως διαφορετική από την κατοπινή τους εξέλιξη. Οι προτεραιότητες και η αφοσίωση των µελών τους διαφέρει από εκείνη των πολιτογραφηµένων Ελλήνων. Κάθε ιστορικός που καταπιάνεται µε την περίοδο η οποία προηγείται της Επανάστασης θα πρέπει να αντιληφθεί ότι το υλικό από το οποίο προήλθε η νεότερη Ελλάδα υπήρξε γλωσσικά και πολιτισµικά ποικίλο. Αντίθετα, ο κανόνας µετά τη δηµιουργία του κράτους έγινε η πολιτισµική ενσωµάτωση και η γλωσσική οµοιογένεια. Η ταυτότητα των πολιτών του νέου κράτους διαµορφώθηκε µε ελεγχόµενη µέθοδο. Το κράτος κατασκεύασε τους συγκεντρωτικούς του θεσµούς, το δικαιικό του σύστηµα και την ενιαία εκπαίδευση των παιδιών. Προσφέροντας στην απαλλαγµένη από οποιαδήποτε πολιτική αυτονοµία Εκκλησία µια πανηγυρική θέση στην επικύρωση ειληµµένων αποφάσεων, οι θεµελιωτές του νέου κράτους συνδύασαν την προεπαναστατική θρησκευτική ταυτότητα µε την αναζήτηση των εθνικών καταβολών. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ Στην Τουρκοκρατία σηµειώνεται για πρώτη φορά ρήξη ανάµεσα στον πολιτισµό της κυρίαρχης τάξης και την πλειοψηφία των ελληνόφωνων υπηκόων 1. Η ρωµαιοκρατία και η µετάλλαξή της σε χριστιανικό Βυζάντιο δεν αποτέλεσε πολιτισµική διάρρηξη ανάµεσα σε κυβερνώντες και κυβερνωµένους, παρά µόνον ως 1 Speros Vryonis Jr. «The Greeks under Turkish Rule», στο N.P. Diamandouros, John Anthony Petropulos, P. Topping (επιµ.), Hellenism and the First Greek War of Liberation (1821 1830): Continuity and Change, Balkan Studies, Θεσσαλονίκη 1976, σ. 45 47. 10
001-192_978-960-482-044-3_scope7 11 11 Πρ γ να προς το πολιτειακό καθεστώς του ρωµαϊκού κράτους. Η κατίσχυση των ελληνικών στην ελληνιστική και µετά στη ρωµαϊκή Ανατολή έκανε σταδιακά την ελληνοφωνία θεσµικό στοιχείο του βυζαντινού κράτους. Το ισλάµ αντικατέστησε τα ελληνικά µε τις γλώσσες των πιστών (αρχικά τα αραβικά και έπειτα τα οθωµανικά) και επέτρεψε στους «τζιµήδες» (άπιστοι) να διατηρήσουν τη γλώσσα τους. Παρά τα όποια κοινά στοιχεία στον καθηµερινό βίο, η απόσταση του οθωµανικού από τον λαϊκό πολιτισµό των απίστων έγινε αγεφύρωτη. Η οθωµανική µικροτεχνία, µουσική, ποίηση και η µυστικιστική φιλοσοφία δεν συνοµίλησαν ποτέ µε τα πολιτισµικά προϊόντα των «τζιµήδων». Ένα άλλο χαρακτηριστικό της εποχής αυτής ήταν ότι η θρησκευτική κοινότητα των Ρωµιών (χριστιανοί ορθόδοξοι) ή Rum millet, την οποία αναγνώριζαν οι Οθωµανοί ως κατηγορία ανά- µεσα στους υπηκόους τους, δεν διέκρινε τις διαφορές ανάµεσα σε Ρουµάνους, Βούλγαρους, Σέρβους, Αλβανούς και Έλληνες χριστιανούς ορθόδοξους. Η αποκλειστικότητα της έννοιας «Έλληνας» των κλασικών χρόνων είχε ήδη µετασχηµατιστεί σε µια οικουµενική αντίληψη, την οποία καλλιεργούσε η ελληνιστική ελληνοφωνία και αργότερα η ορθόδοξη Εκκλησία. Τα πατριαρχεία της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας και των Ιεροσολύµων υπήρξαν θεµατοφύλακες της ορθόδοξης χριστιανικής οικουµένης. Στους τελευταίους αιώνες της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας, πριν από τις εθνικές αφυπνίσεις των λαών, οι Βαλκάνιοι ανακαλύπτουν µια κοινότητα συνειδήσεων, η οποία εκφράζεται µε τη διάδοση της αρχαιότερης χριστιανικής παράδοσης που ήταν βέβαια ελληνόγλωσση. Η άνθηση της ελληνικής εκπαίδευσης στις εµπορικές ιδιαίτερα τάξεις προκάλεσε µεγάλες εθνοτικές ωσµώσεις κατά τον βαλκανικό 18ο αιώνα. Βλάχοι του Διαφωτισµού, όπως ο Ρήγας Βελεστινλής ή ο Δανιήλ από τη Μοσχόπολη, βιάζονταν να κάνουν όλους τους Βαλκάνιους µετόχους ενός µεγάλου ελληνικού πολιτισµού που δεν ανήκε ακόµη σε κανένα κράτος. 11