Προλεταριακή συνθήκη και ανθρωπομορφοποίηση του κεφαλαίου

Σχετικά έγγραφα
Προλεταριακή συνθήκη και ανθρωπομορφοποίηση του κεφαλαίου

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

ΤΟ ΦΩΣ ΩΣ ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ. Κατερίνα Νικηφοράκη Ακτινοφυσικός (FORTH)

Κβαντικό κενό ή πεδίο μηδενικού σημείου και συνειδητότητα Δευτέρα, 13 Οκτώβριος :20. Του Σταμάτη Τσαχάλη

Η ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ

GEORGE BERKELEY ( )

Η διαλεκτική Κυρίου και Υποτελή, η Κριτική Θεωρία, ο Χρόνος και η αφηρημένη Εργασία, δέκα σημειώσεις

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling )

Οικονομική Κοινωνιολογία

ΕΙΝΑΙ Η ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ; 1

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα... 17

Αριστοτέλης ( π.χ) : «Για να ξεκινήσει και να διατηρηθεί μια κίνηση είναι απαραίτητη η ύπαρξη μιας συγκεκριμένης αιτίας»

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ

Τι είναι η Φιλοσοφία της Ιστορίας: Εξέλιξη της συνείδησης της ελευθερίας. (Αυτή δεν είναι αυστηρή και ιστορικά συνεχής.)

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

< > Ο ΚΕΝΟΣ ΧΩΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΕΞΗΓΗΣΗ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΝΕΥΜΑ

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Ενότητα σώματος και ψυχής κατά τον Max Scheler

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

II29 Θεωρία της Ιστορίας

Η Φυσική που δεν διδάσκεται

4. Η τέχνη στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Χέγκελ για την ιστορία

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η ΦΥΣΙΚΗ. Ισαάκ Νεύτων

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

Εξέλιξη των ιδεών στις Φυσικές Επιστήμες

Επιστημολογική και Διδακτική Προσέγγιση της Έννοιας της «Ύλης»

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

3 Βλέπε και Robert Kurz, The Big Bang of Modernity.

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΓΛΩΣΣΑ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΤΥΠΟΙ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ

Ποιος γίνεται να σωθεί;

Η μεθοδολογία της επιστήμης

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Σύμφωνα με τον ολισμό το Σύμπαν περιγράφεται πλήρως από το ίδιο το Σύμπαν,

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

1. Ποια μεγέθη ονομάζονται μονόμετρα και ποια διανυσματικά;

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ανάλυση θεωρίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

ΑΙΝΣΤΑΙΝ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. 4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Θεωρία&Μεθοδολογία των Κοιν.Επιστημών. Εβδομάδα 1

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5

1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΛΠ22 ΤΡΙΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΤΥΠΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

II29 Θεωρία της Ιστορίας

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (Οι απαντήσεις θεωρούνται ενδεικτικές) A1.

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Θεόδωρος Μαριόλης Τ.Δ.Δ., Πάντειο Πανεπιστήμιο Ι.Κ.Ε. Δημήτρης Μπάτσης

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Διαδραστική Έκθεση Επιστήμης και Τεχνολογίας

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική. Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Η Φυσική που δεν διδάσκεται ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΡΗΤΗΣ

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

Η ΔΙΚΑΙΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ. Αλέξης ΤΑΤΤΗΣ, Δ.Ν. Μάιος 2013

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ. Μάθημα 4 «Η διαισθητική βιολογία των μικρών παιδιών»

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οικιακή εργασία και πραγματικό ωρομίσθιο των εργαζομένων Γιώργος Σταμάτης

Η διαφορετικότητα είναι μια σύνθετη έννοια, η οποία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την έννοια της ποικιλομορφίας.

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

Σύγχρονη Φυσική : Πυρηνική Φυσική και Φυσική Στοιχειωδών Σωματιδίων 18/04/16

1. Τι είναι η Κινηματική; Ποια κίνηση ονομάζεται ευθύγραμμη;

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Transcript:

Προλεταριακή συνθήκη και ανθρωπομορφοποίηση του κεφαλαίου Η πολιτική οικονομία, όπως είναι γνωστό, δεν υπάρχει πια. Υπάρχουν οικονομικές επιστήμες που είναι καθαρή εφαρμογή μαθηματικών συστημάτων για την πιθανότητα κερδών από παντού αποκλείοντας εκ των προτέρων το σκοπό, την πρόθεση της κλασσικής πολιτικής οικονομίας που ήταν να κατανοήσει το ποιος είναι εκείνος ο αιώνιος γενικός νόμος που καθορίζει τις διακυμάνσεις των τιμών. Στα πλαίσια αναζήτησης αυτού του αιώνιου νόμου παράχθηκε και η έννοια αξία ως δαπανώμενος χρόνος εργασίας από τον William Petty. Όταν λοιπόν οι κλασσικοί οικονομολόγοι μιλούν ανοιχτά για αξία (ή και για φυσική τιμή που είναι το ίδιο) ως μορφή του Πλούτου γενικά και θεωρούν ως μέτρο αυτού του αφηρημένου κτήνους ένα άλλο αφηρημένο τέρας, το χρόνο Εργασίας γενικά 1 δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να περιγράφουν μη κριτικά τη διαδικασία γένεσης των κοινωνιών του κεφαλαίου, εκείνων των κοινωνιών δηλαδή που τρώνε εργασία και χέζουν εμπορεύματα για να το πούμε απλά. Ο Μαρξ, στο Κεφάλαιο και ως κριτικός της πολιτικής οικονομίας, διατυπώνει θεωρητικά (χωρίς να είναι πάντα συνεπής) την πρακτική κοινωνική μεταφυσική της νεωτερικότητας, την πραγματική αφαίρεση, όχι μονάχα και όχι τόσο της εμπορευματικής ανταλλαγής 2, αλλά τη γενικευμένη, πραγματική αφαίρεση του 1 Χρόνος εργασίας γενικά απλά και καθαρά, σε αυτή την πραγματικά αφηρημένη και αδιαφοροποίητη, μουγκή γενικότητα, ανεξάρτητα δηλαδή από το συγκεκριμένο περιεχόμενο, το νόημα, τα ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της εργασίας. 2 Μια κομβική παρατήρηση πάνω στην αξία και στο ρόλο της ως ουσίας των εμπορευμάτων. Εδώ η διαφορά στον τρόπο της διατύπωσης έχει μεγάλη σημασία για τον προσδιορισμό του ίδιου του ζητήματος της αξίας ως ουσίας των εμπορευμάτων. Είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα η αξία ως ουσία που ενυπάρχει, που (προ)περιέχεται ή (προ)ενσωματώνεται εντειχίζεται σε κάθε ξεχωριστό εμπόρευμα και η αξία ως κοινή ουσία όλων των εμπορευμάτων. Στην πρώτη περίπτωση η αξία εννοείται απλά ως μέγεθος, ως αυθύπαρκτος ποσοτικός προσδιορισμός, σταθερός ή μεταβαλλόμενος, (χρόνος εργασίας ή οτιδήποτε άλλο) μέσα σε κάθε ξεχωριστό εμπόρευμα. Στη δεύτερη περίπτωση η αξία εκφράζει την πραγματική αφαίρεση της εμπορευματικής πρακτικής, κάθε εμπορευματικής πρακτικής ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη μορφή της αξιακής ισοδυναμίας και ως τέτοια αφαίρεση η αξία είναι όντως (και με την άκρως μεταφυσική έννοια του όρου) η κοινή ουσία όλων των εμπορευμάτων. Η πρώτη περίπτωση εκφράζει πάνω-κάτω τις θέσεις όλων των λεγόμενων κλασσικών οικονομολόγων, η δεύτερη τη θέση του Μαρξ, αν και δεν ήταν πάντοτε συνεπής με αυτήν. Το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η θέση του Μαρξ είναι πως αναγνωρίζει όχι μία και ενιαία αλλά πολλές και ετερογενείς μορφές της αξίας εισάγοντας συγκεκριμένο ιστορικό περιεχόμενο σε αυτές, ανασυνθέτοντας τη λογική και ιστορική γενεαλογία των αφηρημένων μορφών της αξίας ως πρακτική κοινωνική μεταφυσική. Το μυστήριο των αφηρημένων μορφών της αξίας δεν ξεκινά καθόλου από και με το χρήμα όταν, ήδη από την εποχή του ομήρου, έχουμε, για παράδειγμα 5 δούλους να αξίζουν όσο 10 βόδια και όλα αυτά (να αξίζουν ) όσο ένας Γενναίος Άνδρας. Με το χρήμα η αφαίρεση αξία κυριολεκτικά ενσαρκώνεται και σωματοποιείται ως τιμή αποκτώντας αντικειμενική ιδεατή μορφή και το μυστήριο της αξιακής μορφής περιπλέκεται και αναβαπτίζεται ως φετίχ ιδιαίτερα όσο το χρήμα διασπώντας την άμεση πράξη της ανταλλαγής σε δυο πράξεις που δεν συμπίπτουν αναγκαστικά (σε αγορά και σε πώληση) θέτει σε κίνηση τα εμπορεύματα και τον εαυτό του για να επιστρέψει ταυτολογικά πάλι στον εαυτό του (συσσώρευση αξίας/κέρδος). Η αφηρημένη ανταλλακτική αξία, ενσαρκωμένη και σωματοποιημένη στο χρήμα και στις τιμές των εμπορευμάτων, είναι ταυτόσημη με τον ποιοτικά ομογενοποιημένοποσοτικά δυναμοποιημένο εαυτό της, θέτει σε αέναη κίνηση (Perpetuum Mobile) τα εμπορεύματα σαν να είναι η ψυχή τους, η καθολική ουσία τους, η απόλυτη λογική αρχή τους, για να επιστρέψει στον ταυτολογικό εαυτό της δομώντας δια του διαχωρισμού, της εξίσωσης και του αποκλεισμού μια αφηρημένη γενική ισοδυναμία από ταυτόσημα και σύμμετρα πράγματα-εμπορεύματα. Γιαυτό λοιπόν και ο Ηράκλειτος λέει πως: Όλα αλλάζονται με τη φωτιά και η φωτιά με όλα, όπως ο χρυσός με τα εμπορεύματα και τα εμπορεύματα με το χρυσό. Με αυτή τη μυστικιστική φράση ο Ηράκλειτος θέτει σε ευθεία αναλογία την αέναη κοσμική μεταβολή με την εμπορευματικήεκχρηματισμένη ανταλλαγή. Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η αναλογική προβολή σε κοσμική-οντολογική κλίμακα της πεζότατης εμπορικής πράξης των ανταλλαγών; Πως η πραγματική αφαίρεση της εμπορευματικής πρακτικής είναι και η κοινωνική/ιστορική μήτρα των μεταφυσικών αφαιρέσεων του πνεύματος, του Λόγου. Η αφηρημένη ανταλλακτική αξία σαν Λόγος/Φωτιά που όλα τα συσχετίζει με τον Απόλυτο/Καθολικό/Αναλλοίωτο Εαυτό της, σαν Ιδεώδες δίχτυ αφαίρεσης που συσσωρεύει αφηρημένους γενικούς προσδιορισμούς μέσα σε μια απεριόριστη θάλασσα σύμμετρων και ταυτόσημων-με-τον-εαυτό-τους πραγμάτων, είναι η γενική, έσχατη, καθολική ουσία όλων των πραγμάτων, αποτελεί την αφηρημένη κοινή νοητή ουσία όλων των πραγμάτων ως εμπορευμάτων, είναι η πρακτική κοινωνική μεταφυσική των αφηρημένων και αδιαφοροποίητων γενικών/καθολικών/αναλλοίωτων νοητών στοιχείων που είναι κοινά σε όλα τα πράγματα μιας και της αυτής Απόλυτης Λογικής Τάξης απαλείφοντας το συγκεκριμένο και ιδιαίτερο περιεχόμενο 1

κεφαλαίου γενικά που ρουφώντας/αλέθοντας, με το κρυμμένο μαστίγιο του ρολογιού, αφηρημένη κοινωνική εργασία αυτό-αξιοποιείται και τείνει πλέον να γίνει Άνθρωπος καθόσον ενσαρκώνεται και σωματοποιείται ασταμάτητα στο χρήμα και στις τιμές των εμπορευμάτων, στα μέσα παραγωγής και στις παραγωγικές δυνάμεις 3. Αυτό που έχει τεράστια σημασία να κατανοήσουμε σαν επιχειρούμενη απάντηση στο κατεπείγον ερώτημα που πάμε τώρα; είναι πως ο καθολικός αποκλεισμός των άμεσων ανταλλακτικών μέσων 4 και η ταυτόχρονη επιβολή του χρήματος ως καθολικού εμπορεύματος, δηλαδή ως γενικού ισοδύναμου των αξιών όλων των εμπορευμάτων, εκφράζει λογικά (άλλα χονδρικά και ιστορικά) τη βίαιη διαδικασία μεταμόρφωσης των άμεσων παραγωγών (τεχνιτών, αγροτών, χειροτεχνών κτλ) των προ-καπιταλιστικών κοινοτήτων 5 σε ελεύθερους μισθωτούς εργάτες, ελεύθεροι στον εξαναγκασμό να πουλιούνται στην αγορά ως ανθρώπινες πρώτες ύλες που αποδίδουν κέρδος, ως εξατομικευμένοι φορείς του εμπορεύματος εργασιακή δύναμη το οποίο όταν καταναλώνεται παραγωγικά αποδίδει μεγαλύτερη αξία από την αξία του, δηλαδή αποδίδει μεγαλύτερη αξία από αυτά. Στην εμπορευματική πρακτική οι άνθρωποι επιτελούν πραγματικά ό,τι επιτελούν ιδεωδώς στο μεταφυσικό σκέπτεσθαι, δηλαδή παραβλέπουν το συγκεκριμένο περιεχόμενο και την ιδιαιτερότητα των πραγμάτων και τα θέτουν αφηρημένα και ιδεωδώς ως ισοδύναμα, ως αφηρημένες και ίσες αξίες. Η κοινωνική πρακτική της εμπορευματικής ανταλλαγής είναι η πρακτική μορφή τόσο ιστορικά όσο και λογικά της ιδεώδους ταυτιστικής λογικής, της ίδιας της μεταφυσικής. Η γένεση του χρήματος δεν είναι ο απότοκος ενός πιο σύνθετου αντιπραγματισμού ή η μετεξέλιξη ή η φυσική συνέπεια του προηγούμενου. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει απολύτως τίποτα το μυστηριώδες στον αντιπραγματισμό. Η συγκεκριμένη έννοια και η κοινωνικο-ιστορική πρακτική του αντιπραγματισμού θεμελιώνεται ως αμοιβαία δωρεά μεταξύ τροφοσυλλεκτικών κοινοτήτων, μεταξύ μη ιεραρχικά οργανωμένων αγροτικών κοινοτήτων (δηλαδή χωρίς καμιά μορφή κράτους) και μεταξύ των τελευταίων με τους πρώτους. Αντίθετα η εμπορευματική ανταλλαγή κατάγεται από τη λεηλασία των παραπάνω από πολεμικά ποιμενικά/κτηνοτροφικά φύλα (δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η πρωταρχική σημασία της λέξης κεφάλαιο είναι κεφάλια ζώων ) και το πρώτο λογικά και ιστορικά εμπόρευμα είναι ο σκλάβος ως οποίος λειτουργεί ως «άμεσο ανταλλακτικό μέσο». Ο σκλάβος είναι ένα εκτρεφόμενο ζώο. Απόγονος αυτής της «κοινωνικής» πρακτικής είναι η γένεση του χρήματος ως Λογικής (αυτο)εξαπάτησης των υποτελών. Η λογική της Βίας γίνεται η βία της Λογικής, της ίδιας της μεταφυσικής χωρίς βεβαίως να ξεχαστεί η πρώτη. 3 Οι έννοιες, οι κατηγορίες των μέσων παραγωγής, των παραγωγικών δυνάμεων, των σχέσεων παραγωγής ως συγκεκριμένες αφαιρέσεις και προσδιορισμένες γενικεύσεις που έχουν εξαχθεί θεωρητικά από το ιδιαίτερο περιεχόμενο των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων αποτελούν μία από τις πολλές όψεις της κριτικής αυτών των σχέσεων. Αποτυπώνουν θεωρητικά, με άλλα λόγια, τη γενικευμένη, πραγματική αφαίρεση του κεφαλαίου ως συσσώρευση αξίας (παραγωγή κυκλοφορία κατανάλωση) όπου οι σχέσεις των ανθρώπων και οι σχέσεις των ανθρώπων με τη φύση πραγματοποιούνται και εννοούνται ως παραγωγικές σχέσεις, δηλαδή ως σχέσεις με το κεφάλαιο είτε αυτό βρίσκεται στη σταθερή ( μέσα παραγωγής, πρώτες ύλες κτλ), είτε στη μεταβλητή μορφή του (αφηρημένη εργασιακή δύναμη ή αλλιώς μισθωτή εργασία). Η οποιαδήποτε προβολή αυτών των εννοιών στο ιστορικό παρελθόν των ανθρώπινων κοινωνιών ως δΐιστορικού Καθολικού οδηγού ανάγνωσης της Ιστορίας οδηγεί αυτόματα στην οντολογικοποίηση-υποστασιοποίησή τους, μετατρέποντας τις συγκεκριμένες έννοιες της κριτικής των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων σε μια μια αφηρημένη καθολική Μέθοδο Ανάγνωσης της Ιστορίας μυστικοποιώντας με αυτό τον τρόπο όλο το συγκεκριμένο πλούτο, την ποικιλομορφία και την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης, κοινωνικής ιστορίας. 4 Έννοια προβληματική και εντελώς ανιστορική καθώς ένα τέτοιο άμεσο ανταλλακτικό μέσο είναι και ο δούλος αλλά παρόλα αυτά απαραίτητη για να καταλάβουμε το πώς περιπλέκεται η κοινωνική μεταφυσική των μορφών της αξίας. Ο σκλάβος των δουλοκτητικών κοινωνιών είναι ο ίδιος ανταλλακτική αξία ως ομιλούν εργαλείο που ανήκει για πάντα στο αφέντη που τον αγόρασε. Ο μισθωτός σκλάβος των κοινωνιών του κεφαλαίου φροντίζει ως ίδιος ελεύθερα να πουλήσει την αφηρημένη ικανότητά του για εργασία για ένα καθορισμένο ωρομίσθιο και ως τέτοιο ομιλούν εμπόρευμα που ψάχνει, βρίσκει ή δεν έχει δουλειά ανήκει για πάντα στο κεφάλαιο. Επιπλέον ο μισθωτός σκλάβος ως ελεύθερος φορέας και πωλητής ο ίδιος του εμπορεύματος εργασιακή δύναμη είναι ταυτόχρονα αφηρημένο πολιτικό/νομικό υποκείμενο Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων που επικυρώνουν με τη σφραγίδα του Κράτους-Έθνους την ενσωμάτωσή του στο κεφάλαιο. 5 Προ-καπιταλιστικές κοινότητες που νοηματοδοτούν και νομιμοποιούν την ύπαρξή τους μέσα από άμεσα προσωπικές και ελέω Θεού σχέσεις κυριαρχίας και υποταγής. 2

από την αξία των εμπορευμάτων που είναι κοινωνικά αναγκαία για να αναπαράγουν τους πωλητές εργασιακής δύναμης. Σε αυτή την ιστορική στιγμή λοιπόν όπου το χρήμα αναγνωρίζεται σχετικά από όλους ως καθολικός πλούτος σε εξατομικευμένη μορφή 6 και όπου οι όροι αναπαραγωγής της κοινωνικής ζωής ορθώνονται απέναντι στους μισθωτούς εργάτες ως κεφάλαιο, το κεφάλαιο έχει κιόλας υποτάξει, τουλάχιστον τυπικά, την εργασία στον εαυτό του 7. Στις κοινωνίες του κεφαλαίου όπου η εμπορευματική μορφή του προϊόντος είναι η καθολική μορφή της κοινωνικής (ανα)παραγωγής οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο όχι σαν συγκεκριμένα, ιδιαίτερα και διαφορετικά κοινωνικά άτομα αλλά σαν αφηρημένους Αγοραστές και Πωλητές Εμπορευμάτων όπου η ατομική εργασία τους αναπαρίσταται μέσω του χρήματος ως αφηρημένη και αδιαφοροποίητη ίση ανθρώπινη εργασία γενικά μετρήσιμη σε αφηρημένο κοινωνικό χρόνο εργασίας, ποιοτικά ομογενοποιημένο και ποσοτικά δυναμοποιημένο. Η συσσώρευση του κεφαλαίου, η πρακτική μεταφυσική της αξιακής μορφής που αυτο-αξιοποιείται καθίσταται δυνατή με την πρακτική αναγωγή της συγκεκριμένης κοινωνικής δραστηριότητας σε αφηρημένη κοινωνική εργασία, σε εργασία γενικά, σε μισθωτή και ανταγωνιστικά ατομικοποιημένη εργασία που μετριέται με-το-ρολόι σε ομοιογενής μονάδες χρόνου 8. Το πρακτικό μεταφυσικό τέρας της αφηρημένης κοινωνικής εργασίας αντικειμενοποιείται μηχανιστικά και αθροιστικά, ως στοιχειώδης και απλούστατη δαπάνη εργασιακής δύναμης, ως ομοιογενής φορέας μιας αφηρημένης και αδιαφοροποίητης ουσίας, της αξίας, που όταν καταναλώνεται παραγωγικά (όσο καίγεται και αναλώνεται ) παράγει νέα αφηρημένη αξία αξιοποιώντας τη νεκρή παρελθοντική Γνώση και Εργασία που ενσωματώνονται και συσσωρεύονται σαν 6 Ως πλούτος δηλαδή με την αισθητικοποιημένη μορφή ενός εξατομικευμένου καθεαυτού πράγματος που αξίζει και ως τέτοιο σύμβολο-φετίχ συσσωρεύεται. Ο χρυσός ως μέταλλο δεν παρουσιάζει κανένα υπεραισθητό μυστήριο αλλά ως χρήμα και γενικό ισοδύναμο των αξιών όλων των εμπορευμάτων η σωματική, αισθητή μορφή του χρυσού μετατρέπεται σε κάτι αισθητά υπεραισθητό και ιδεατό-συμβολικό αναπαριστώντας και ενσαρκώνοντας την αφηρημένη κοινωνική εργασία που ενσωματώνεται στην εμπορευματική (αξιακή) μορφή του προϊόντος. Ο μυστηριακός, απόκρυφος και υπερβατικός χαρακτήρας του χρήματος ως εξατομικευμένου καθεαυτού πράγματος που αξίζει είναι ανάλογος του χριστιανικού μυστικισμού της μετουσίωσης όπου, για παράδειγμα, το κρασί στην αισθητή, σωματική του μορφή είναι ταυτόχρονα κάτι αισθητά υπεραισθητό, το Αίμα του Χριστού. 7 Ο Μαρξ διαχωρίζει τόσο λογικά όσο και ιστορικά την τυπική από την ουσιαστική (πραγματική) υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο. Με την τυπική υπαγωγή η καπιταλιστική κοινωνική σχέση υπάρχει και ταυτόχρονα δεν υπάρχει, δηλαδή ο καπιταλιστικός τρόπος (ανα)παραγωγής της κοινωνικής ζωής δεν υφίσταται ως ένα ενιαίο, συγκεκριμένο και διαφοροποιημένο όλον αλλά βρίσκεται στη φάση της διαμόρφωσής του χρησιμοποιώντας ως δεκανίκια του προγενέστερους τρόπους/μορφές παραγωγής. Με την ουσιαστική υπαγωγή η καπιταλιστική κοινωνική σχέση αυτοπροϋποτίθεται δημιουργώντας η ίδια όλες τις προϋποθέσεις της ως αποτελέσματα της δικής της δράσης. Με άλλα λόγια με την ουσιαστική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο η ολότητα της κοινωνικής ζωής δημιουργείται και αναπαράγεται σαν κοινότητα του κεφαλαίου. 8 Η αφηρημένη σύλληψη του χρόνου (και του χώρου), η εννόησή του ως Λογική, συνδέεται, χωρίς να ανάγεται μονομερώς σ αυτήν, με τη γενίκευση της εμπορευματικής οικονομίας και την καθολική κυριαρχία του γενικού ισοδύναμου: του χρήματος. Ο μετρήσιμος με-το-ρολόι χρόνος γίνεται το γενικευμένο κριτήριο της ανταλλακτικής αξίας, ο χρόνος που διαιρείται, για να συγκριθεί και στη συνέχεια ομογενοποιείται και συμμετροποιείται για να ανταλλαχθεί. Αυτή η Λογική αντίληψη του χρόνου αποτελεί ένα σώμα με την παραγωγή / κυκλοφορία / κατανάλωση των εμπορευμάτων, με την ταυτολογική συσσώρευση του κεφαλαίου. Αυτοτελείς και αυτάρεσκες στιγμές παρατάσσονται ομοιόμορφες η μια πίσω από την άλλη καθοδηγώντας αδιάλειπτα από το Ένα σημείο (-pre) στο άλλο Ένα σημείο (-post) εκθρονίζοντας ad infinitum η μία την άλλη. Η μονότονη, σχεδόν υπνωτική ακολουθία των χρονικών σημείων επεκτείνεται ταυτολογικά στο άπειρο, οι στιγμές που τα διατρέχουν τραβάνε πάντα μπροστά, στο Μέλλον και κάθε φορά η εκάστοτε τελευταία-τελική στιγμή θεωρεί την προηγούμενη ως στάδιο που καταλήγει σε Αυτήν. Με τη μορφή της εξελικτικής σειράς, με την αφηρημένη μορφή χωρίς περιεχόμενο μιας αδιάλειπτης ροής εξελίξεων που οδηγούν από το ένα χρονικό σημείο (Pre) στο άλλο (Post), η ατέρμονη χρονο-λογική ακολουθία μετριέται με-το-ρολόι. Ο χρόνος δεν είναι παρά το μετρήσιμο απόρριμμα αυτής της ταυτολογικής κατάληξης από το πριν στο μετά (κάπου εδώ συγχωνεύονται η γραμμική με την κυκλική παράσταση του χρόνου) και έχει διάρκεια όσο κυλά ομοιογενής και α- διάφορος πάνω στις ράγες των αφηρημένων σημείων. 3

αλλότριες και υπεραισθητές δυνάμεις στις μηχανές. Η κοινωνική σχέση του κεφαλαίου και όπως αυτή αυτοθεμελιώνεται ως ενιαίο και διαφοροποιημένο όλον με την πραγματική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο είναι η ενότητα τριών διαφορετικών μορφών και με τη μεταμόρφωσή της από τη μία στην άλλη μορφή αναπαράγει τον ποσοτικά δυναμοποιημένο και ταυτολογικό εαυτό της: Χρήμα Εμπόρευμα εργασιακή δύναμη Περισσότερο Χρήμα. Η Αγία Τριάς του κεφαλαίου είναι η παραγωγική, η εμπορευματική και η χρηματική μορφή του. Η παραγωγική μορφή του κεφαλαίου χωρίζεται στο σταθερό και στο μεταβλητό κεφάλαιο. Το σταθερό κεφάλαιο είναι η νεκρή, συσσωρευμένη και παρελθοντική γνώση και εργασία που ενσωματώνουν τα μέσα παραγωγής (μηχανές, πρώτες ύλες κτλ) ως εμπορεύματα και ως τέτοια έχουν αξία που μεταφέρεται στη διαδικασία παραγωγής άλλων εμπορευμάτων. Το μεταβλητό κεφάλαιο είναι η ζωντανή, συγκεκριμένη κοινωνική δραστηριότητα ως αφηρημένη και αδιαφοροποίητη μισθωτή εργασία, ως απλούστατη και στοιχειώδης δαπάνη εργασιακής δύναμης η οποία παράγει νέα αφηρημένη αξία όσο πουλιέται και καταναλώνεται (όσο καίγεται και αναλώνεται ) στη παραγωγική διαδικασία του κεφαλαίου. Ο στόχος κάθε κεφαλαίου είναι το αρχικό κεφάλαιο που καταβάλλεται στη χρηματική μορφή να μετατραπεί σε μεγαλύτερο κεφάλαιο μέσα από την παραγωγική διαδικασία. Η νέα αφηρημένη αξία (υπεραξία) που παράγεται μέσα στην παραγωγική διαδικασία πραγματοποιείται και αναδιανέμεται στην κυκλοφορία του κεφαλαίου 9, δηλαδή με την πώληση των εμπορευμάτων στην αγορά όπου τα Ελεύθερα και Ίσα άτομα ως Ελεύθεροι Αγοραστές και Πωλητές εμπορευμάτων ανταλλάσσουν ισοδύναμο με ισοδύναμο (εμπόρευμα με χρήμα και χρήμα με εμπόρευμα) αναπαράγοντας πίσω από τις πλάτες τους και πάνω από τα κεφάλια τους ένα πρακτικό μεταφυσικό τέρας, μια φαντασμαγορική πραγματικότητα, τη διαδικασία αυτο-αξιοποίησης του κεφαλαίου. Η πραγματική αφαίρεση της εμπορευματικής σχέσης, η σωματοποίησή της στο χρήμα και η μυστηριακή της αυτο-αξιοποίηση σαν κεφάλαιο μετατρέπει κάθε τι ζωντανό και αισθητό σε φάντασμα, σε αισθητά υπεραισθητό φορέα επικύρωσης μιας τιμής, σε φαντασμαγορική πρώτη ύλη για την παραγωγή ενός ολοκληρωτικά στοιχειωμένου κόσμου φτιαγμένου από εμπορεύματα, αφηρημένη εργασία και Τεχνο-Επιστήμη. Η Επιστήμη εκκινεί στη Δυτική Ευρώπη με την ανάδυση των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων και με τη μορφή μιας μηχανικής σωμάτων όπου ο υλισμός και η μεταφυσική της Θείας Δημιουργίας συνδυάζονται άψογα μεταξύ τους (Γαλιλαίος, Καρτέσιος, Νεύτωνας, Μπέικον κ.α.). Ως τέτοια ιστορικά συγκεκριμένη μορφή γνώσης (και μυστικοποίησης ταυτόχρονα) αρθρώνεται η Επιστήμη (και) ως κοινός λόγος των αναδυόμενων αστικών στρωμάτων που αντιπαλεύονται την αριστοκρατία και τον κλήρο, επιβάλλει και κινητοποιεί το δικό της σύμπαν εννοιών, παραστάσεων και αντιλήψεων για τη φύση και τους ανθρώπους. Ο Διαφωτισμός (το κυρίαρχο ρεύμα του) και η συστηματική ανάπτυξη του υλισμού ως δϊιστορικής, ως Καθολικής Θεωρίας της Γνώσης (σ.σ. Η Συνείδηση, το Πνεύμα αντανακλά την Ύλη) έχουν κομβική σημασία για την περαιτέρω εδραίωση των καπιταλιστικών κοινωνιών. Και τούτο διότι η Επιστήμη δεν ασκεί την κυριαρχία της στο όνομα των μυστηρίων του Θεού αλλά εξ' ονόματος μιας πραγμώδους υλικής φύσης (Res Extensa) που είναι άπειρη και αδιαφοροποίητη, χωρίς εσωτερικά όρια και ποιοτικές διακρίσεις πλην των αδιαίρετων (ή και απείρως διαιρετέων) και μη αντιληπτών ατομικών στοιχείων-σωματιδίων που συγκροτούν τη θεμελιακή, την πραγματικά πραγματική φύση 10. Αυτή η πραγμώδης φύση, η 9 H κυκλοφορία για την οποία μιλάμε εδώ αναφέρεται στην αξία, στη μη παραγωγική μεταμόρφωσή της από τη μία στην άλλη μορφή (από την μορφή χρήμα στη μορφή εμπόρευμα και το αντίστροφο, με ότι δηλαδή συσχετίζεται με την προώθηση της αγοράς και της πώλησης εμπορευμάτων) και όχι στη μετακίνηση/μεταφορά των εμπορευμάτων. O τομέας/βιομηχανία των μεταφορών είναι έμμεση επέκταση της παραγωγικής διαδικασίας του κεφαλαίου και ως τέτοιος δημιουργεί πραγματική αξία. 10 Μέσα στις διάφορες ιστορικές παραδόσεις της ατομιστικής κοσμοθεωρίας τα άτομα, ως καθολική, αιώνια και υπεραισθητή ουσία του αισθητού κόσμου μπορεί να είναι τόσο αδιαίρετα και συμπαγή όσο και απείρως διαιρετέα σε 4

φύση ως ένα αναλλοίωτο και ταυτόχρονα ποσοτικά δυναμοποιημένο συνεχές/ασυνεχές, προσδιορίζεται (άλλοτε κατηγορικά και άλλοτε προκατηγορικά) ως ισομορφική με την αφηρημένη Διάνοια του Υπερβατικού Υποκειμένου 11 (Res Cogitans 12 ). Συγκροτείται, με άλλα λόγια, η Επιστήμη και η εννοιολογική της αυτονόμηση στο Πείραμα ως το κυρίαρχο πνευματικό άρωμα των κοινωνιών του κεφαλαίου, ως γνώση που είναι άμεσα τεχνολογική συλλαμβάνοντας εννοιακά τόσο τη φύση, όσο και τους ανθρώπους σαν α-διάφορες πρώτες ύλες (μάζα, βιομάζα, ενέργεια κτλ) για την παραγωγή ενός κόσμου εμπορευμάτων. Η κατηγορία της ύλης 13 είναι, βεβαίως, μια αφαίρεση και ως έννοια που νοηματοδοτεί τις σχέσεις των ανθρώπων και τις σχέσεις των ανθρώπων με τη φύση αναπτύσσεται (με διαφορετικούς βαθμούς αφαίρεσης και γενίκευσης) σε εκείνους τους πολιτισμούς που παρουσιάζουν έντονη εμπορική/εκχρηματισμένη ανταλλαγή. Αναπτύσσεται, με άλλα λόγια, η αφαίρεση της ύλης, ως γνωσιολογική/οντολογική κατηγορία, ως συνεχώς μικρότερα και στοιχειωδέστερα έσχατα στοιχεία. Τα κακό άπειρο αυτής της ad infinitum διαίρεσης και η απορρέουσα από αυτή αναγωγιστική-αναλυτική λογική είναι ο νοηματοδοτικός πυρήνας της ατομιστικής κοσμοαντίληψης. Σύμφωνα με αυτήν ένα αισθητά συγκεκριμένο και εσωτερικά διαφοροποιημένο όλον σχέσεων και διαδικασιών είναι εντελώς ομόλογο, ισοδύναμο και σύμμετρο - από τα κάτω προς τα πάνω - με τα διαμελισμένα/απομονωμένα και ποιοτικά ομοιογενή κομμάτια του, με τα πιο απλά και στοιχειώδη αφηρημένα γενικά στοιχεία τα οποία στη φετιχιστική/μυθική αυτοτέλειά τους, στην απόλυτη ταυτότητα/ενότητα με τον Ιδεώδη, αφηρημένο εαυτό τους που δεν υπερβαίνεται ποτέ, αλληλεπιδρούν με εγγενείς, αναλλοίωτες και ποσοτικά δυναμοποιημένες ιδιότητες για να δημιουργήσουν κάθε συγκεκριμένη και μεταβαλλόμενη ποιοτική πολλαπλότητα του αισθητού κόσμου ως 'Έσχατη, ως Τελική πραγματικότητά του. Τέτοιες μορφές σκέψης αναπτύσσονται οργανικά σε εκείνους τους κοινωνικούς-ιστορικούς σχηματισμούς όπου είναι έντονη η παρουσία εμπορικώνεκχρηματισμένων κοινωνικών σχέσεων και η απορρέουσα από αυτές ατομικοποίηση της κοινωνικής ζωής. Έτσι λοιπόν (σκέφτηκε εδώ ο Δημόκριτος) όπως η πόλις-κράτος είναι ένα όλο με ιδιαίτερες μορφολογικές ή άλλες ιδιότητες, που όμως έχει σαν έσχατο και αιώνιο αδιαίρετο συστατικό τον πολίτη/ άτομο (ά-τομο: δεν τέμνεται/διαιρείται άλλο), έτσι και η ύλη μπορεί να έχει διάφορες πολλαπλές μορφές, όμως τελικά συνίσταται από ένα σύνολο έσχατων σε μέγεθος και αδιαίρετων, ταυτοσήμων-με-τον-εαυτό τους, αιώνιων γενικών στοιχείων που είναι τα άτομα. Στην αρχαία πολιτεία η εμπορευματική παραγωγή-κυκλοφορία δεν είναι η κυρίαρχη μορφή της κοινωνικής αναπαραγωγής, το ανεπτυγμένο εμπορευματικό κεφάλαιο συσσωρεύει αξία στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων και προμηθεύεται από τα έξω εμπορεύματα (αγοράζοντας φτηνά, πουλώντας ακριβά ή αλλιώς λεηλατώντας, αρπάζοντας, μετατρέποντας μη πολίτες σε δούλους κτλ) καθώς η κοινωνική αναπαραγωγή δεν είναι καθολικά εκχρηματισμένη. 11 Ο οντολογικός και γνωσιολογικός ροβινσωνιμσός του ανθρώπου διατυπώθηκε στους μοντέρνους καιρούς από τους αστούς φιλοσόφους με τη μορφή ενός υπερβατικού υποκειμένου διχασμένου και διαιρεμένου ανάμεσα σε δυο οντολογικούς κόσμους, διχασμός που κληρονομείται από τον αρχαίο κόσμο: στον Κόσμο της Φαινομενικής Εμπειρικής Αίσθησης που είναι Αναληθείς από τη μια, και στον Κόσμο της Νοητής Λογικής Ουσίας που είναι Αληθείς από την άλλη. Tο υπερβατικό υποκείμενο λοιπόν είναι ένα αυθύπαρκτο φυσικό άτομο, απομονωμένο και ξεκομμένο από κάθε κοινωνική-ιστορική σχέση που αρχικά αντιλαμβάνεται την συσσώρευση μεμονωμένων και απομονωμένων αισθητηριακών εντυπώσεων από τις οποίες στη συνέχεια αφαιρεί με επαγωγή κάτι πολλαπλά επαναλήψιμο, ταυτόσημο, κοινό και γενικό. Αυτό το αφηρημένο γενικό το υπερβατικό υποκείμενο το περιγράφει στον ταυτολογικό Εαυτό του με ένα εξατομικευμένο κοινό όνομα, με μια λέξη μέσα στο κεφάλι του την οποία και αναστοχάζεται απαγωγικά με τις a priori καθολικές κατηγορίες του Πνεύματος (αιτία και αποτέλεσμα, ποιότητα και ποσότητα, ταυτότητα/ενότητα και διαφορά/ετερότητα, αναγκαιότητα και τυχαιότητα, φαινόμενο και ουσία, εξωτερικό και εσωτερικό, αντικείμενο και υποκείμενο, χώρος και χρόνος, πρωταρχικό και δευτερεύων κτλ) οι οποίες και βάζουν σε Έσχατη Λογική Τάξη τον Φαινομενικό Εμπειρικό Κόσμο του Υπερβατικού Υποκειμένου. 12 Σκέφτομαι, άρα υπάρχω έγραφε ο Καρτέσιος στο Λόγο περί της Μεθόδου συνδυάζοντας άψογα τον υλισμό με τη μεταφυσική της Θείας Δημιουργίας: όλα τα αποτελέσματα, όλες οι υλικές κινήσεις των σωμάτων που εκτείνονται ποσοτικά σε έναν άπειρο, ομοιογενή, κενό και απόλυτο χώρο και χρόνο ικανοποιούν και διατηρούν την Πρώτη Αιώνια Αιτία, το Θεό, που είναι κοινός σε όλα. 13 Η ύλη την εποχή της ανόδου του καπιταλισμού εννοείτο ως Res Extensa, δηλαδή ως ποσοτική έκταση μηχανικών, πραγμωδών σωμάτων που αλληλεπιδρούν με εγγενής και αναλλοίωτες ιδιότητες (μάζα) προωθούμενες από αφηρημένες ποσοτικές δυνάμεις και των οποίων σωμάτων η θεμελιακή, η πραγματικά πραγματική, η έσχατη πραγματικότητα αποτελείται από κάποια υπεραισθητά ατομικά σωματίδια/στοιχεία, αμετάβλητα και αδιαίρετα ή και απείρως διαιρετέα. Τα υλικά σώματα χαρακτηρίζονταν από αιώνια, άπειρη κίνηση μέσα σε έναν ομοιογενή, κενό και απόλυτο χώρο και χρόνο, αιτιακά προκαθορισμένο. Ο απόλυτος χώρος και χρόνος θεωρείτο ως το αισθητήριο του Θεού ο οποίος χορηγούσε τόσο τις αφηρημένες ποσοτικές δυνάμεις όσο την απόλυτη αναγκαιότητα-αιτιότητα της πραγματικής κίνησης των υλικών σωμάτων. Για την κλασσική φυσική-μηχανική λοιπόν, η ύλη έχει το νόημα 5

άλλη πλευρά της πραγματικής αφαίρεσης της αξίας των εμπορευμάτων 14. Πώς πραγματοποιείται όμως ο προσπορισμός της γνώσης σύμφωνα με την Επιστημονική μέθοδο; Οι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν τα λατινικά ως μυστηριακό φορέα ενόρασης των αφηρημένων καθολικών ( ουσιών ) της Πίστης, του Θείου και Απόλυτου Λόγου που ενσαρκώνεται στον αισθητό κόσμο ως Universalia ante-rem. Οι Πατέρες της Επιστήμης ανέπτυξαν την αφαίρεση του εμπειρικού, υλικού δεδομένου που επαληθεύεται στο Πείραμα με μαθηματική γλώσσα 15 ως Universalia post-rem για να επιτύχουν το μυστηριακό: την υπ-αγωγή, την επ-αγωγή και την απαγωγή της αισθητής πραγματικότητας στον Επιστημονικό Νόμο, στην αφηρημένη ενότητα και ταυτότητα του Επιστημονικού Λόγου που εξαλείφοντας το συγκεκριμένο περιεχόμενο και τους ιδιαίτερους προσδιορισμούς των πραγμάτων, εξισώνει και συμμετροποιεί το ένα φαινόμενο με το πραγματικών σωμάτων σε κίνηση που είναι κατ' ουσίαν και κατά απόλυτη ανάγκη αιτιακά προκαθορισμένη ως ποσοτική έκταση μηχανικών, πραγμωδών σωμάτων. Η επανάσταση της νέας (κβαντικής) φυσικής-μηχανικής και η θεωρία της σχετικότητας θρυμματίζουν σε ακόμα λεπτότερες αφαιρέσεις/φετίχ την υλική κίνηση των σωμάτων : η ύλη, είτε ως σωματίδιο είτε ως κύμα, δεν έχει απλώς απολέσει την απόλυτη αναγκαιότητα και την προκαθορισμένη αιτιότητα ως ποσοτική έκταση μηχανικών, πραγμωδών σωμάτων αλλά και την ίδια την κατηγορία της ως πραγματική αφού οι πιθανοκρατικές εξισώσεις που περιγράφουν την υλική κίνηση με τον μαθηματικό φορμαλισμό της κβαντικής μηχανικής ευνοούνται ως απλές περιγραφές πιθανοτήτων, ως απλές πιθανές σχέσεις μεταξύ αφηρημένων στοιχείων που κινούνται συνεχώς ασυνεχώς σε έναν ενιαίο μαθηματικοποιημένο χωροχρόνο ( δυναμικό πεδίο ) και τον οποίο κάμπτουν με την παρουσία της μάζας τους. Τόσο για την κλασσική φυσική-μηχανική, όσο και για την νέα (κβαντική) φυσική-μηχανική, οι υλικές κινήσεις των σωμάτων είναι ποσοτικώς δυναμοποιημένα αναλλοίωτα, είτε συνεχή και σταθερά (κλασσική μηχανική), είτε ασυνεχή και μεταβαλλόμενα (κβαντική μηχανική). Τόσο η μηχανιστική, απόλυτη αναγκαιότητα των συνεχών, σταθερών υλικών κινήσεων όπως αυτές καθορίζονται από την αντικειμενική εργαλειακή μέτρηση της κλασσικής μηχανικής, όσο και η πιθανοκρατική, σχετική αιτιότητα των ασυνεχών, μεταβαλλόμενων υλικών κινήσεων όπως αυτές καθορίζονται από την υποκειμενική εργαλειακή μέτρηση της κβαντικής μηχανικής αποτελούν αλλησυμπληρωματικές μορφές σκέψης που οντολογικοποιούν/υποστασιοποιούν έναν μαθηματικoποιημένο κόσμο ως τον πραγματικά πραγματικό και θεμελιακό κόσμο. Στον ανεστραμμένο κόσμο της Επιστήμης λοιπόν το πραγματικό κινείται όταν οι μάζες εξαϋλώνονται παράγοντας ποσότητες ενέργειας. Τώρα η ενέργεια είναι για την Επιστήμη, ότι είναι η άξια για την Οικονομία: μια αφηρημένη καθολική έσχατη βάση, ένα αναλλοίωτο/ποσοτικά δυναμοποιημένο συνεχές/ασυνεχές πάνω στο οποίο συσσωρεύονται ταυτολογικά και ad infinitum όλες οι υλικές κινήσεις των σωμάτων και έχει σαν μέτρο την ποσότητα του παραγόμενου έργου. Το έργο εκτελείται και παράγεται από ένα παρατηρούμενο σύστημα αναφοράς που καταναλώνει ενέργεια για να κινείται. Όσο κινείται, απειλείται από την εντροπία, από την καθολική τάση προς την αταξία, δηλαδή από την εξάχνωσηεξαΰλωση όλης της μάζας σε θερμότητα. Όλες αυτές οι κρυπτικές έννοιες έχουν νόημα μονάχα στο εσωτερικό ενός συστήματος μηχανών εσωτερικής καύσης όπου η ενέργεια 1) χορηγείται από τα έξω ως αναλώσιμο καύσιμο, 2) θέτει σε κίνηση τη μηχανή και 3) αποβάλλεται ως θερμότητα που φθείρει τη μηχανή. Η οποιαδήποτε προβολή αυτών των αποκρυφιστικών/μαθηματικοποιημένων εννοιών στη φύση και στους ανθρώπους οδηγεί αυτόματα στη μηχανοποίηση και στη πραγμοποίησή τους του καθώς αυτές οι αφηρημένες έννοιες που διαλύουν τα πάντα στον εαυτό τους αποτυπώνουν μυστικοποιημένα την αυτονομημένη αναπαραγωγή του καπιταλιστικού κοινωνικού πλούτου, τη μετατροπή/αναγωγή των ανθρώπων και της γήινης φύσης σε πραγματικές αφαιρέσεις, σε πρώτες ύλες και σε καύσιμα για την παραγωγή ενός κόσμου εμπορευμάτων. (Βλέπε και Will Barnes, The Critique of Science. Historical, Materialist and Dialectical Studies on the Relation of the Modern Science of Nature to the Bourgeoisie and Capital https://intcssc.wordpress.com/texts/) 14 Βλέπε και το βιβλίο της Μαρίας Αντωνοπούλου Κοινωνική Πράξη και Υλισμός, Σπουδή στην Κοινωνιολογία της Γνώσης, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. 15 Τα μαθηματικά, κάθε μορφή μαθηματικών, έχουν ως αντικείμενο την ποσοτική πλευρά/όψη της πραγματικότητας, αναλύουν και συσχετίζουν τους ποσοτικούς προσδιορισμούς των αισθητά αντιληπτών πραγμάτων (σχέσεων, διαδικασιών, φαινομένων κτλ). Τώρα αυτό το κοινό χαρακτηριστικό, αυτή η κοινή μορφή της μαθηματικής σκέψης, ποικίλει ποιοτικά (καθώς και σε περιεχόμενο) μέσα στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών. Στην καπιταλιστική μορφή κοινωνικής ζωής τα μαθηματικά τείνουν στο απόγειό τους, αναπτύσσονται μεθοδολογικά ως συνδετικός κρίκος που πρέπει να συνδέει όλες τις Επιστήμες αναμεταξύ τους μέχρις στο έσχατο σημείο να αποτελέσουν μια μορφή καθολικής και απαράβατης Λογικής η οποία θεωρείται μάλιστα εντελώς ισομορφική με το πραγματικό. Δηλαδή η ίδια η παρατηρούμενη ποιοτική πολλαπλότητα, η συγκεκριμένη και ιδιαίτερη πραγματικότητα ως όλο μπαίνει μέσα σε παρενθέσεις, αναιρείται η ύπαρξή της, ή καλύτερα, θεωρείται απλά και μόνο ως το αδιάφορο πρόσχημα για την επιβολή της αφηρημένης, ιδεατής ποσότητας: η ίδια η ποσότητα αυτή καθεαυτή γίνεται το καθολικό / θεμελιακό / έσχατο περιεχόμενο των πραγμάτων και εγγυητής του πραγματικά πραγματικού. Σε αυτό το σημείο, είναι προφανές, 6

άλλο προς αναζήτηση της αφηρημένης ποσοτικής ομοιομορφίας η οποία χρίζεται a priori (πριν από κάθε πείραμα, πριν από κάθε θεωρία) ως το καθολικό/θεμελιακό/έσχατο περιεχόμενο των πραγμάτων που εγγυάται το πραγματικά πραγματικό. Η Αλήθεια δεν αποκαλύπτεται πλέον Ενορατικά αλλά στη Βιομηχανία και στο Πείραμα μέσα από μεθόδους Επ-αγωγής και Απ-αγωγής οι οποίες θεωρούνται εξ αρχής δοσμένες(!) και ανεξάρτητες(!) από τη διαδικασία παραγωγής των ίδιων των εννοιών. Το Πείραμα, αυτό το μοντέρνο Ιερό Αποκάλυψης της Αλήθειας, είναι ο κοινός τόπος που συμφύεται η διαχωρισμένη γνώση (ο εργαλειακός επιστημονικός λόγος) με τη διαχωρισμένη τεχνική (την πρακτικο-ωφελιμιστική τεχνολογία) μετατρέποντας (ανάγοντας) πρακτικά και συλλαμβάνοντας εννοιακά τόσο τη φύση όσο και τους ανθρώπους σαν α-διάφορη ύλη σε ποσοτική έκταση (Res Extensa), σαν αφηρημένες, βουβές, άπειρες πρώτες ύλες (μάζα, βιομάζα, ενέργεια κτλ) για την παραγωγή ενός κόσμου εμπορευμάτων, δηλαδή σαν υπόστρωμα για την κυριαρχία του κεφαλαίου. Γύρω από αυτούς τους αυτονομημένους και αυτονόητους διαχωρισμούς (στη σκέψη και στην πράξη) δομείται και η διαχωρισμένη, αυτοαναφορική ταυτότητα των ανθρώπων της Επιστήμης, των εργαζομένων στην έρευνα κτλ και (ανα)παράγεται ένας ολόκληρος στρατός ιεραρχήσεων από ειδικεύσεις, υποειδικεύσεις, τελετουργικές γλώσσες και πρακτικές, καθημερινές συνήθειες κτλ. Το θεόπνευστο επεξηγηματικό Χέρι της Επιστήμης σηκώνει το δάκτυλο προς το εκτυφλωτικό Φως της Αλήθειας αρκεί η ίδια η εννοιολογική δομή της Επιστήμης, το ίδιο το περιεχόμενο των εννοιών της να παραμένει κρυμμένο και σκοτεινό, αρκεί η ίδια η Επιστήμη που εξηγεί να παραμένει χωρίς εξήγηση. Το σημείο εκκίνησης της ανάλυσης και της έρευνας του γεγονότος ( factum ) πρέπει πάντα να συμπέφτει με το αποτέλεσμα, να παραμένει ισότιμο με αυτό σε όλη τη διαδρομή της σκέψης: είναι το μόνο μέσο για να μη έρθει ποτέ σε αντίφαση η Επιστημονική γλώσσα με τον εαυτό της, με το αυτοαναφορικό και ατομιστικό factum, με αυτό που προϋποτίθεται ταυτολογικά ως δεδομένο και γνωστό. Το a posteriori συμπέρασμα και η λογική κατάληξη της έρευνας πρέπει πάντα να επαληθεύει χωρίς αντίφαση τη λογική της εκκίνηση και αφετηρία, την a priori προκείμενη συνθήκη. Tο Post factum πρέπει να ακολουθεί και να πειθαρχεί, να είναι σύμμετρο και ισομορφικό με το Pre factum μέσα από μια αέναη ακολουθία αιτιών και αιτιατών 16. Αυτή η αφηρημένη μορφή χωρίς περιεχόμενο μιας άκαμπτης αιτιακής κίνησης εγγυάται τα μαθηματικά αυτής της μορφής, δηλ. τα μαθηματικά ως ουσία του παντός και η μεταφυσική γίνονται ένα σώμα. Κάτι που πρέπει να έχουμε υπόψιν μας είναι ότι η σύμφυση μαθηματικών αξιωμάτων και φυσικής (σύμφυση που γεννάει εννοιολογικά και πρακτικά το ελεύθερο πείραμα και την εννοιολογική αυτονόμηση της ίδιας της Επιστήμης ως πειραματικής πρακτικής ) είναι πολύ πρόσφατη ιστορικά και έλαβε χώρα με την ανάδυση του καπιταλισμού και για ευνόητους λόγους (αέναη ανάπτυξη της τεχνολογίας, των παραγωγικών δυνάμεων που μετατρέπουν τον έμβιο και άβιο κόσμο σε αδρανείς πρώτες ύλες για την παραγωγή ενός ολόκληρου κόσμου από εμπορεύματα). Τα προνεωτερικά μαθηματικά παρουσίαζαν ένα κοινό προσανατολισμό στο αισθητά συγκεκριμένο, στην παρατηρούμενη ποιοτική πολλαπλότητα, δεν υποκαθιστούσαν την ολότητα της πραγματικότητας με νούμερα. Η γενικευμένη χρήση του (αριθμητικού) νούμερου είναι σχετικά πρόσφατη, μάλιστα έχουν υπάρξει και μαθηματικά χωρίς καν αριθμούς αλλά με νούμερα από ορισμένα γράμματα της αλφαβήτου (για παράδειγμα οι λατινικοί αριθμοί : I, II, III, IV, V κτλ). Ποια είναι η κοινωνική χρησιμότητα του αριθμητικού νούμερου; Πότε υπεισέρχεται στην κοινωνική πρακτική και γιατί; Όταν τα επίθετα μικρότερος, μεγαλύτερος κτλ δεν αρκούν για να εκφράσουν τις σχέσεις μεταξύ μεγεθών των παρατηρούμενων ποιοτήτων, τότε η παραγωγή του αριθμητικού νούμερου μπορεί να κάνει πιο συγκεκριμένη την αντίληψη και την παράσταση των πραγμάτων: 2 φορές μεγαλύτερο, μικρότερο, 3 φορές κτλ. Στην αρχαία Ελλάδα, είναι γνωστό, απουσίαζαν οι αρνητικοί αριθμοί και το 0. Μάλιστα το άπειρο λόγω αφηρημένης απροσδιοριστίας ορισμένοι από τους φιλοσόφους των γαιοκτημόνων δουλοκτητών το έτρεμαν και παρ' όλη την μυστικιστική απόχρωση που έχει το αριθμητικό νούμερο στον Πλάτωνα, Πυθαγόρα κτλ (ως καθολική αναλλοίωτη Ιδέα) δεν αποτόλμησαν να μαθηματικοποιήσουν την ίδια τη φύση: το νούμερο απλώς εκφράζει το αναλλοίωτο της φύσης, δεν είναι το ίδιο η φύση. 16 Η σχέση αιτίας-αποτελέσματος (όπως το έθεσε και ο Χέγκελ) είναι μια ταυτολογία ψευδοαναλυτικού (και θεολογικού συμπληρώνουμε εμείς) τύπου. Ποιος διαχώρισε την αιτία από το αποτέλεσμα (και το αντίστροφο) και μετά θέλησε εκ του ασφαλούς να τα βάλει σε σχέση ; Το αφηρημένο βελάκι της ταυτολογικής και διαχωρισμένης αιτιότητας κινείται αιώνια και αδιάλειπτα χωρίς να μεταβάλλεται εν τέλει και εν γένει ποτέ, κινείται αενάως μεταμορφούμενο, αυτο-κινούμενο, αλλάζοντας υποστάσεις και μορφές την μία ως αιτία και την άλλη ως αποτέλεσμα 7

σιωπηλά την αυτο-προϋπόθεση του factum, την ταυτότητα του factum με τον εαυτό του. Για να μη χαθεί λοιπόν η σκέψη στο δρομο της Γνώσης, για να μην λοξοδρομήσουν τα συμπεράσματα από τις προ-κείμενες λογικές συνθήκες, η σχέση της έννοιας (του συγκεκριμένου όλου των εννοιών) με τη συγκεκριμένη και μεταβαλλόμενη ποιοτική ποικιλομορφία του αισθητού κόσμου μετατρέπεται σε μια ταυτολογική σχέση της Επιστημονικής γλώσσας με τον εαυτό της όπου η σκέψη πειθαρχεί στο δεδομένο και γνωστό και περιορίζεται είτε σε έναν Επιστημονικό νομιναλισμό (στο να αλλάζει τις σωστές ονομασίες των αναλλοίωτων πραγμάτων - Verum Vocabula -), είτε σε έναν Επιστημονικό ρεαλισμό (όπου οι Έννοιες της Επιστήμης υποστασιοποιούνται ως αναλλοίωτες κατηγορίες του Όντως εν Γένει, της Πραγματικότητας εν Γένει). Η Επιστημονική γνώση ως όρος και ως αποτέλεσμα της εμπορευματικής Λογικής, βρίσκει έξω της ότι υπάρχει μέσα της και σκεπτόμενη δια του a priori αποκλεισμού του συγκεκριμένου περιεχομένου (προς χάριν της ποιοτικής ομοιογένειας και της ποσοτικής ομοιομορφίας) δεν μπορεί να σκεφτεί τίποτε άλλο πέρα από την ωμή αναγωγή του αισθητά συγκεκριμένου σε αφηρημένες γενικές αρχές που είναι είτε αναλλοίωτες, είτε ποσοτικά δυναμοποιημένες και δοσμένες μια και για πάντα και πάνω στις οποίες συσσωρεύονται και ταξινομούνται με τρόπο ευθύγραμμο, ατομιστικό και συνεχή τα γεγονότα και τα δεδομένα. Reductio ad unum! Αναφωνεί εκστασιασμένος ο επιστημονικός κλήρος ο οποίος μάς νουθετεί να σκεφτόμαστε επιστημονικά, δηλαδή να μάθουμε να αντιστοιχούμε χωρίς αντίφαση τις επιστημονικές λέξεις με τα πράγματα και τα πράγματα με τις επιστημονικές λέξεις. Με άλλα λόγια μπορούμε να γνωρίζουμε μονάχα αυτό που είναι ήδη γνωστό και λεκτικοποιημένο στη Γλώσσα της Επιστήμης καθώς ο προσπορισμός της γνώσης έχει τον απόκρυφο χαρακτήρα της επιστημονικής λεκτικοποίησης των δεδομένων. Ό,τι αντιφάσκει με το γνωστό και λεκτικοποιημένο είναι μάλλον μια υποκειμενική αυταπάτη των αισθήσεων αφού το να παράγουμε αντικειμενική γνώση ισοδυναμεί με τη λεκτικοποίηση του μη λεκτικοποιημένου δεδομένου στη Γλώσσα της Επιστήμης σύμφωνα με τους αιώνιους νόμους της τυπικής λογικής και των μαθηματικών πιθανοτήτων 17. Σύμφωνα με την Επιστημονική μέθοδο λοιπόν για να κατανοήσουμε τι είναι ένα συγκεκριμένο αντικείμενο (φαινόμενο, διαδικασία, συμβάν κτλ) αρκεί να το διαμελίσουμε ad infinitum, να το μόνο και μόνο για να παραμένει η αιτιότητα ακίνητη και αναλλοίωτη. Μπορεί έτσι η αιτιότητα να προ-ηγείται των πραγμάτων αποστραγγίζοντάς τα από κάθε συγκεκριμένο περιεχόμενο. 17 Μια οποιαδήποτε "γενική θεωρία των πιθανοτήτων" δεν αποτελεί πραγματική μορφή γνώσης στο μέτρο που η επικράτεια των αριθμών - από μόνη της - είναι ανίκανη να δημιουργήσει νέες έννοιες που να διερευνούν ένα μέχρι πρότινος άγνωστο περιεχόμενο. Συνήθως το μόνο που πράττει μια "γενική θεωρία των πιθανοτήτων" είναι είτε να τυποποιεί ad nauseum με την υπνωτική μορφή των ποσοστών ένα ήδη γνωστό περιεχόμενο που μπορεί όμως και να μην έχει ποτέ κατανοηθεί στη συγκεκριμένη ουσία και στην ιδιαίτερη σημασία του, είτε να μεταμορφώνει δια καθαρής μαγείας κάθε περιεχόμενο του πραγματικού σε εξωτερικό περιτύλιγμα και στολισμό της μυσταγωγικής επέλασης των αριθμών. Η ανύψωση των θεωριών των πιθανοτήτων από γλωσσικό παίγνιο και θεο-λογική εξαπάτηση (βλέπε τη Μοναδολογία του Λέιμπνιτς όπου τα νούμερα ως Νούμερα και τίποτε άλλο έχουν ένα δικό τους, αυτόνομο περιεχόμενο) σε απόλυτων εγγυητών του τι εστί το εσχάτως πραγματικό" αποτελεί την καθημερινή, πρακτική αλήθεια του πολιτισμού αυτοαξιοποίησης του χρήματος όπου η πραγματική αφαίρεση της αξίας κοινωνικοποιείται και ανθρωποποιείται μέσω της αφηρημένης δραστηριότητας-για-χρήμα. Η Απόλυτη Αλήθεια του Ποσοστού θεμελιώνει το ίδιο το "πνευματικό άρωμα" των κοινωνιών του κεφαλαίου - που καταβροχθίζουν Εργασία και χέζουν Εμπορεύματα - στο (ύστατο;) σημείο καμπής και κρίσης τους. Τα μυστικοποιημένα "ποσοστά του κέρδους" και το πιθανό ρίσκο που κουβαλάνε είναι η μόνη πραγματικότητα με νόημα και σημασία που πρέπει όλους να μας ενδιαφέρει και κάθε τι άλλο εξοβελίζεται στον "μη τόπο" του ανορθολογικού και του ακατανόητου. Το "Μέτρα και μην Ερεύνα!" είναι η νέα θρησκεία του Εμπορεύματος-σε-Κρίση που σαν τον χριστιανικό Θεό έγινε και αυτό Άνθρωπος. Ο Θεός Εμπόρευμα που-έγινε-άνθρωπος και που υπακούει αποκλειστικά σε προσευχές και θυσίες που μιλούν μόνο την κρυπτική γλώσσα του χρήματος δεν κατέβηκε ετούτη τη φορά πάνω στη γη από τους ξανοιγμένους Επτά Ουρανούς αλλά - και εδώ έγκειται το μυστήριό Του - αιωνίως ανάβει και σβήνει σαν ανάποδος Διόνυσος που "από τα μέσα" μάς εξωθεί "πάντα να δουλεύουμε για χρήμα παράγοντας και καταναλώνοντας εμπόρευμα" μέσα στην υπερβατικοποιημενη Οικονομία της Αγοράς, του Κράτους και του Κεφαλαίου. Αμήν. 8

αποσυνθέσουμε αναλυτικά, να το κάνουμε κομμάτια εν μέσω ατομιστικών αφαιρέσεων (factum) στα πιο απλά, ποιοτικά ομοιογενή και αφηρημένα στοιχειώδη στοιχεία, κοινά και γενικά σε όλα τα φαινόμενα του Επιστημονικού Νόμου που προσδιορίζεται ταυτολογικά στον εαυτό του και είναι εντελώς αδιάφορα ως προς την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου και έπειτα να θεωρήσουμε (με μια λαθρεμπορική ταχυδακτυλουργία σκέψεων και πειραμάτων) το συγκεκριμένο σαν Post factum που ακολουθεί το Pre factum, που είναι εντελώς ομόλογο, ισοδύναμο και σύμμετρο με αυτό που βρίσκεται από κάτω, με τις στοιχειώδεις και αφηρημένες γενικές πραγματικότητες που αλληλεπιδρούν με εγγενείς, αναλλοίωτες και ποσοτικά δυναμοποιημένες ιδιότητες οι οποίες δεν υπερβαίνονται ποτέ 18. Η Επιστήμη με την αναγωγική της μέθοδο (μονόπλευρη ανάλυση, διαμελισμός και απο-σύνθεση του συγκεκριμένου στα πιο απλά, ποιοτικά ομοιογενή και αφηρημένα γενικά στοιχειώδη στοιχεία ) και με το ατομιστικό της πνεύμα (οντολογική και γνωσιολογική προτεραιότητα αδιαίρετων και αμετάβλητων (ή και απείρως διαιρετέων) ατομικών στοιχείων/σωματιδίων ) είναι ομόλογη και πλήρως συμβατή με το κεφάλαιο, με τον ατομισμό του (το εμπόρευμα και το χρήμα που τίκτει χρήμα ως θεμελιακή πραγματικότητα του καπιταλιστικού κοινωνικού πλούτου παρουσιάζονται αυτά καθεαυτά σαν να έχουν εγγενή αξία ) και τον αναγωγισμό του (η συγκεκριμένη κοινωνική δραστηριότητα καθίσταται (ανάγεται σε) αφηρημένη κοινωνική εργασία, εργασία γενικά, ανταγωνιστικά ατομικοποιημένη που αντικειμενοποιείται μηχανιστικά και αθροιστικά ως στοιχειώδης και απλούστατη δαπάνη εργασιακής δύναμης, ως ομοιογενής φορέας μιας αφηρημένης και αδιαφοροποίητης ουσίας, της αξίας. Κάθε θεωρία της γνώσης, κάθε επιστημολογία, βασίζεται, σιωπηρά ή ρητά, πάνω σε μια καθορισμένη θεωρία της πραγματικότητας και προϋποθέτει μια καθορισμένη έννοια της πραγματικότητας. Η έννοια της πραγματικότητας, η ιδεατή της εικόνα, το συγκεκριμένο όλον των εννοιών είναι ταυτόχρονα όρος και αποτέλεσμα των ιστορικών κοινωνικών σχέσεων και τον 18 Μια κριτική ματιά στο ιερότερο των ιερών (Sancta Sanctorum) της Επιστήμης, τη φυσικοχημεία, αρκεί για κατανοήσουμε τις ταχυδακτυλουργίες του αναγωγισμού και του ατομισμού. Τι είναι το νερό; Με τη γλώσσα της φυσικοχημείας, ένα μόριο νερού παράγεται από τον ηλεκτρονικό δεσμό των ατόμων του υδρογόνου με το οξυγόνο. Οι γενικές ιδιότητες του νερού όμως (π.χ. η ικανότητα του νερού να σβήνει τη φωτιά) δεν (προ-ή εν)υπάρχουν σε κάθε μεμονωμένο άτομο του υδρογόνου και του οξυγόνου αλλά συντίθενται στο εσωτερικό της ιδιαίτερης σχέσης τους γεννώντας μια νέα ποιότητα, το νερό. Μέσα σε αυτή την τρέχουσα, ιδιαίτερη σχέση που αποτελεί ταυτόχρονα και ένα συγκεκριμένο καθολικό/γενικό περιεχόμενο τόσο το υδρογόνο όσο και το οξυγόνο γίνονται κάτι άλλο και διαφορετικό από αυτό που είναι έξω από τη σχέση τους, μέσα στη σχέση τους παύουν ταυτόχρονα να είναι αυτό που είναι έξω από αυτήν. Έξω από την ιδιαίτερη σχέση τους (τόσο το υδρογόνο όσο και το οξυγόνο) σαν αυτά καθεαυτά άτομα γίνονται κάτι άλλο, το οξυγόνο είναι ιδιαίτερα ασταθές και προκαλεί καύσεις, οξειδώσεις κτλ, το υδρογόνο δεν υπάρχει καν στην ατμόσφαιρα σε καθαρή μορφή παρά ως υπόλειμμα της πρωταρχικής αναγωγικής ατμόσφαιρας της γήινης φύσης και αυτό καθεαυτό το οξυγόνο δεν είναι ένα μεταφυσικά αυθύπαρκτο ατομικό στοιχείο αλλά αποσπάται, αφαιρείται από το νερό διαμέσου της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας των έμβιων όντων (φυτικών και μικροβιακών οργανισμών) και αποβάλλεται στην ατμόσφαιρα σαν προϊόν αυτής της δραστηριότητας. Σε αντίθεση με τη θεο-λογική καταγωγή της Επιστημονικής μεθόδου που ανάγει το συγκεκριμένο περιεχόμενο των πραγμάτων πάνω σε αφηρημένες γενικές αρχές που είναι είτε αναλλοίωτες, είτε ποσοτικά δυναμοποιημένες και δοσμένες μια και για πάντα, η γήινη φύση διατρέχεται από συνέχειες και ασυνέχειες, από αλληλεξαρτήσεις και ετερογένειες, από ολοκληρώσεις και απώλειες, από συγκεκριμενοποίηση (ολοποίηση) και αφαίρεση (απόσπαση), από μεταβλητότητα και σταθερότητα, από τυχαιότητα που γονιμοποιεί και γονιμοποιείται από την αναγκαιότητα γεννώντας συγκεκριμένες δυνατότητες, από αφανισμούς και γέννες, από δημιουργίες νέων ποιοτικών μορφών και αλλοίωση/καταστροφή παλαιότερων και δε θέλει να ακούει για αφηρημένες καθολικές βάσεις - πρώτες αρχές/έσχατα θεμέλια/απόλυτα. Η γήινη φύση είναι μια αυτοκαθοριζόμενη, αυτοεξελισσόμενη και εσωτερικά διαφοροποιημένη ολότητα με συγκεκριμένες ποιοτικές και διαφοροποιημένες σφαίρες που στα όριά τους περνούν η μία στην άλλη, διαμεσο-ποιούν η μία την άλλη, αλληλοσχετίζονται και αλληλοδιεισδύουν ενσωματώνοντας διαφορετικούς τρόπους ζωής και πολλαπλές μορφές ύπαρξης. Κάθε συγκεκριμένος τρόπος ζωής, κάθε ιδιαίτερη μορφή ύπαρξης είναι ταυτόχρονα παραγωγός και προϊόν όλων των άλλων μορφών (natura naturans και natura naturata), κάθε συγκεκριμένη ποιοτική σφαίρα της γήινης φύσης ενσωματώνει με τον δικό της ιδιαίτερο, ξεχωριστό τρόπο όλες τις άλλες, τροπο-ποιείται η ίδια από τις άλλες και τροπο-ποιεί η ίδια τις άλλες. Αυτό το πλούσιο περιεχόμενο της γήινης φύσης, της πραγματικότητας, της ίδιας της ζωής, όλο και φτωχοποιείται κάτω από τη μπότα της Προόδου της Επιστήμης η οποία σαν σύγχρονος Ήρωας σαρώνει τα πάντα για να αυξήσει τον νεκρό Πλούτο των κοινωνιών του κεφαλαίου. 9

συγκεκριμένων κοινωνικών μορφών δραστηριότητας που (ανα)παράγουν προθετικά (θεωρητικά και κατηγορικά, προκατηγορικά και διαισθητικά) αυτές τις σχέσεις. Η κοινωνική ζωή, ακραία ατομικοποιημένη, ιεραρχοποιημένη και κατασπαραγμένη από τον αφηρημένο δεσποτισμό του κεφαλαίου δεν αναπαράγει τόσο ψευδείς μορφές συνείδησης και μεθόδου αλλά, κατ εξοχήν, δημιουργεί ενεργητικά βολικές ψευδαισθήσεις για να βγαίνουν λεφτά παράγοντας τόσο το αφηρημένο, απομονωμένο, μισθωτό υποκείμενο της Γνώσης όσο και την αφηρημένη, φετιχιστική, δυϊστική αντικειμενικότητα της Επιστημονικής Μεθόδου η οποία ακόμα και όταν ασκεί αυτοκριτική το κάνει με τρόπο εξίσου μυστικιστικό: πως μπορούν να συνδεθούν τα αφηρημένα αντικείμενα(!) της Επιστήμης με τον μπανάλ αισθητό κόσμο της καθημερινής ζωής! Το φάντασμα του αφηρημένου που ζωντάνευε στις προσευχές των σχολαστικών τον Μεσαίωνα επιστρέφει εκλογικευμένο στις πειραματικές τελετουργίες των επιστημόνων της Νεωτερικότητας 19 : το φάντασμα της Παντοδυναμίας με την παλιά καλή μεταφυσική αναζήτηση του "Απόλυτου" να συνεχίζεται ακάθεκτη, ένα "Απόλυτο"που ξέπεσε από τους καθαρούς αιθέρες του θείου Λόγου και από ποιοτική ουσία" (Universalia ante rem) έγινε "υλική ποσοτική ουσία" (Universalia post rem) του Επιστημονικού Λόγου. Για τους πρώτους, που εκφράζουν θεωρητικά τον κλειστό φεουδαρχικό κόσμο, η Παντοδυναμία, η καθολική κυριαρχία πάνω στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των πραγμάτων και των ανθρώπων έχει ήδη τελεστεί με το αναλλοίωτο Γράμμα του θείου Λόγου και επαναλαμβάνεται ως αιώνια επιστροφή που δικαιώνει και λυτρώνει το παρόν και το μέλλον. Για τους δεύτερους, που εκφράζουν θεωρητικά το ανοιχτό καπιταλιστικό σύμπαν η Παντοδυναμία θα τελεστεί στο Μέλλον με ένα άπειρο και αχανές όχι ακόμα που μεταμορφώνει αδιαλείπτως τα πράγματα και τους ανθρώπους σε α-διάφορα, Ιδεώδη προ-σχήματα για την επιβολή των ποσοτικών αφαιρέσεων της ύλης. Η τελική Έλευση του Μέλλοντος θα δικαιώσει και θα λυτρώσει το παρόν (και το παρελθόν), το μέλλον είναι ανοικτό, βρίσκεται πάντα πιο μπροστά από το παρόν και το εγκολπώνει, το καταβροχθίζει εσχατολογικά και προοδευτικά αποβάλλοντας παρελθόν ώστε να μην λοξοδρομήσουν (τόσο το παρόν όσο και το παρελθόν) από το Μέλλον. Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η διαφορά στην εννόηση του χρόνου από την άποψη της κυριαρχικής σχέσης; Για τον κλειστό χρόνο της φεουδαλικής σχέσης η Παντοδυναμία έχει ήδη τελεστεί και επαναλαμβάνεται ως αιώνια επιστροφή, για τον ανοιχτό χρόνο της καπιταλιστικής σχέσης η Παντοδυναμία θα τελεστεί και θα διαιωνίζεται με ένα άπειρο και ατέρμονο όχι ακόμα, με ένα Μέλλον που Προ-Βλέπει, με την αέναη παραγωγή παραγωγικών δυνάμεων, κεφαλαίου, Επιστήμης, εμπορευμάτων, αφηρημένης εργασίας κτλ. Η θρησκεία και ο μακρινός συγγενής-απόγονός της, η Επιστήμη, κάνουν αφαίρεση από εμάς, μάς μεταθέτουν ακριβώς εκεί που δεν υπάρχουμε (στον Παράδεισο η πρώτη, στην τελική Έλευση του Μέλλοντος η άλλη) και μάς αποσπούν σιωπηλά από την παρατήρηση αυτού που υπάρχει διαιωνίζοντας τη δεσποτική κυριαρχία πάνω στους ανθρώπους και στη φύση. Η εμπειρική προφάνεια των κοινωνικών σχέσεων ως γενικευμένων εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων επιβάλλουν με έναν συνειδητά ασυνείδητο (προκατηγορικό) τρόπο την αναγωγή των πάντων σε αφαιρέσεις, σε εσαεί χειραγωγήσιμα, σε πρώτες ύλες για να βγαίνουν λεφτά. Ο κάτοχος εμπορευμάτων, σαν κυρίαρχη κοινωνική-ανθρωπολογική φιγούρα του αστικού κόσμου, εκκινεί από το credo πως η ζωή αξίζει όταν πουλάς ή πουλιέσαι στην καλύτερη δυνατή 19 Αν το ένα ή άλλο χαρακτηριστικό που αφαιρείται από το συγκεκριμένο (για παράδειγμα: η γεωμετρική μορφή, η μάζα, το μέγεθος, ο χώρος, η έκταση, η δομή, το σύστημα κτλ) θεωρείται αυτό καθεαυτό σαν ένα ιδιαίτερο αφηρημένο γενικό αντικείμενο, σαν ένα εξαρχής δοσμένο και αυθύπαρκτο Factum εν Γένει και τα συγκεκριμένα πράγματα (φαινόμενα, διαδικασίες, συμβάντα) θεωρηθούν αυτά καθεαυτά ως απλοί και αδιάφοροι φορείς, ως μορφές εκδήλωσης και τρόποι ύπαρξης (ως μονόπλευρες ενσαρκώσεις και απλές φαινομενικότητες post-factum) αυτών των χαρακτηριστικών, τότε αυτά τα χαρακτηριστικά μετατρέπονται άμεσα σε μια αφηρημένη καθολική ουσία και αποκτούν μυστικιστικές ιδιότητες πρώτων αρχών/έσχατων θεμελίων/απολύτων παρόμοια με τα αφηρημένα καθολικά της Μεσαιωνικής σχολαστικής φιλοσοφίας που ενσαρκώνονται και μετουσιώνονται στον αισθητό κόσμο δημιουργώντας τη γήινη φύση και τους ανθρώπους. 10

τιμή συσσωρεύοντας το γενικό ισοδύναμο του αφηρημένου κοινωνικού πλούτου (Μαρξ). Η καπιταλιστική αναπαραγωγή των κοινωνικών ατόμων μάς μεταμορφώνει σε πραγματικές αφαιρέσεις, σε μια πρακτική μεταφυσική: σε προσωποποιημένες και αισθητικοποιημένες οικονομικές κατηγορίες, σε ζωντανούς νεκρούς με βάση τις αφηρημένες προσδιοριστικότητες του Εισοδήματος και του Επαγγέλματος 20. Το Κράτος-Έθνος 21 ως πολιτική μορφή των κοινωνιών του κεφαλαίου θεσμοθετεί και αναπαριστά με τις αφηρημένες γενικές έννοιες του Νόμου και του Δικαίου αυτήν ακριβώς την πραγματική ομογενοποιητική αφαίρεση που πραγματοποιείται στους μακάβριους κόλπους της καπιταλιστικής (ανα)παραγωγής. Υπό αυτούς τους πρακτικά μυστικιστικούς όρους οι κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων είναι αμοιβαία αδιάφορες και τα άτομα νιώθουν πως διαιωνίζονται όσο αυξάνει η εμπράγματη περιουσία τους, η αύξηση της αφηρημένης αξίας τους που τούς εξωθεί στη σιωπηλή οικονομική βία της ανταλλαγής μέσα από το Ιερό Συμβόλαιο της αγοραπωλησίας. Η κοινότητα του κεφαλαίου, η αφηρημένη αξιακή μορφή που αυτο-αξιοποιείται, παράγοντας τόσο το αντικείμενο όσο και το υποκείμενο ως αξίες δημιουργεί ταυτόχρονα τόσο το αφηρημένο, μισθωτό / αξιακό / αστικό υποκείμενο που αντικειμενοποιείται μηχανιστικά και αθροιστικά ως βουβή δαπάνη εργασιακής δύναμης όσο και την αφηρημένη, πραγμοποιημένη αντικειμενικότητα ως χειραγωγήσιμη, αδρανή, νεκρή πρώτη ύλη για την παραγωγή ενός κόσμου εμπορευμάτων. Τα άτομα της προλεταριακής συνθήκης δεν είναι παρά οι άνθρωποι που αν θέλουν να ζουν πρέπει πρώτα να πουλούν την αφηρημένη τους ικανότητα για εργασία (είτε στην παραγωγή, είτε στην αναδιανομή-κυκλοφορία του Κτήνους) και έπειτα να αγοράζουν/καταναλώνουν τα μέσα που τους συντηρούν για να συνεχίζουν να ζουν ως προσωποποιημένο και αισθητικοποιημένο μεταβλητό κεφάλαιο, ως ανταγωνιστικά εξατομικευμένοι φορείς του εμπορεύματος εργασιακή δύναμη. Η κοινωνική σχέση του κεφαλαίου διαχωρίζοντας το υποκειμενικό από το αντικειμενικό με την πραγμοποιημένη μορφή του μεταβλητού (αφηρημένη εργασιακή δύναμη) και του σταθερού κεφαλαίου (νεκρή εργασία: μηχανές, πρώτες ύλες, μέσα παραγωγής κτλ) εδραιώνεται ως κόσμος της καθεαυτό αφαίρεσης και της καθεαυτό ιδεατότητας/φαντασμαγορίας που μπήγει σιωπηλά τα δόντια και τα νύχια της στο ζωντανό σώμα των κοινωνικών ατόμων για να αναπαραχθεί σαν Μοναδικός και Αυθεντικός Πραγματικός Κόσμος, σαν Κέρδος και σαν Μισθός. Η καπιταλιστική σχέση, ως ιδιαίτερη μορφή κοινωνικής ζωής, προβάλλοντας τον εαυτό της τόσο στο μέλλον όσο και στο παρελθόν ως πανταχού παρούσα, είναι η άρνηση της ζωής: η ζωή του ατόμου ως υποκειμενοποιημένη ανταλλακτική αξία ξετυλίγεται στο θεαματικό κενό και πελαγοδρομεί από το ίδιο στο μεγεθυσμένο ίδιο ως διαφορετικό συσσωρεύοντας το γενικό 20 Ακριβώς όπως ο Αδιαίρετος Τριαδικός Θεός (Θεός - Ιησούς Χριστός - Άγιο Πνεύμα) ως Καθολική Ουσία και Απόλυτο Υποκείμενο όλων των αλλαγών του παραμένει Ταυτόσημος, Ισότιμος και Ομοούσιος σε όλες τις μετουσιώσεις-μεταμορφώσεις του γεννώντας από τον Αιώνιο, Άπειρο, Άφθαρτο, Αγέννητο Εαυτό του την φύση και τους ανθρώπους, έτσι και η Αγία Τριάς του Κεφαλαίου (Κεφάλαιο - Κέρδος, Εργασία - Μισθός, Γη - Πρόσοδος) παραμένει αιωνίως ομοούσια σε όλες τις μεταμορφώσεις της εκπληρώνοντας ένα Θαύμα: γεννά χρήμα από τον ταυτολογικό Εαυτό της, γεννά χρήμα από το χρήμα μέσα από μια αέναη διαδικασία αυτο-αξιοποίησης του χρήματος που εκτείνεται ad infinitum. Με τον ίδιο μυστηριακό τρόπο που ο Ιησούς Χριστός διαμεσολαβεί τις σχέσεις των ανθρώπων ενώπιον του Θεού μεταμορφώνοντάς τους σε αισθητές ενσαρκώσεις των αφηρημένων καθολικών του Θείου Λόγου, οι αφηρημένες εμπορευματο-χρηματικές σχέσεις διαμεσολαβούν τους ανθρώπους ενώπιον του Θεού- Κεφαλαίου μεταμορφώνοντάς τους μυστηριακά σε προσωποποιημένες και αισθητικοποιημένες οικονομικές κατηγορίες (αγοραστές και πωλητές, παραγωγοί και καταναλωτές κτλ). 21 Το Έθνος ως «πνευματική» συγκολλητική «ουσία» των αντιφάσεων και των ανταγωνισμών μέσα στο κράτος και ανάμεσα στα κράτη είναι το κατεξοχήν αστικό φαντασιακό που προϋποθέτει και αναπαράγει την κοινωνική μεταφυσική της αξιακής μορφής. Ως τέτοιο ανώτερο φετίχ το Έθνος ενσωματώνει στην κοινότητά του πετώντας πάντα κάποιους «Άλλους» εκτός. 11