ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΡΩΣΗ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Ο αριθμός των βοοειδών και αιγοπροβάτων παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις μεταπολεμικά. Τα βοοειδή έπειτα από μια σημαντική πτώση κατά τη διάρκεια της Κατοχής σε λιγότερες από 500.000 κεφαλές, άρχισαν μια ανοδική πορεία το 1957, οπότε ξεπέρασαν το φράγμα του ενός εκατομμυρίου κεφαλών.
Αριθμός ζώων (εκατομμύρια) Διαχρονική εξέλιξη του Ζωικού κεφαλαίου 12 10 8 6 Βοοειδή Αίγες Πρόβατα 4 2 0 1935 1940 1945 1950 1955 1960 1965 1970 1975 1980 1985 1990 1995 2000
Το 2002 υπήρχαν 585.000 βοοειδή, τα οποία αποτελούσαν μόνο το 0,7% του συνολικού αριθμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΜΕΓΕΘΟΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ Μια σημαντική ιδιομορφία της ελληνικής κτηνοτροφίας είναι ο κατακερματισμός της σε πολλές μικρές εκμεταλλεύσεις, τόσο στα βοοειδή όσο και στα αιγοπρόβατα.
Προσπάθειες που έγιναν στο παρελθόν για να εφαρμοστεί ενιαία διαχειριστική μελέτη στα κοινόχρηστα λιβάδια σε επίπεδο Δημοτικού Διαμερίσματος ή Κοινότητας από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων απέτυχαν, διότι δεν κατέστη δυνατόν να εξασφαλιστεί η σύμφωνη γνώμη από όλους τους κτηνοτρόφους. Οι εκμεταλλεύσεις δεν οικονομικά βιώσιμες Μια οικονομικά βιώσιμη εκμετάλλευση πρέπει να έχει: 550 πρόβατα, ή 600 αίγες, ή 110 βοοειδή
ΦΥΛΕΣ ΖΩΩΝ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ ΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ Στο παρελθόν τα λιβάδια βόσκονταν από εγχώριες φυλές βοοειδών, οι οποίες ήταν προσαρμοσμένες στην αξιοποίηση της φυσικής βλάστησης. Οι φυλές αυτές ανήκαν σε δυο τύπους: Στη βραχυκερατική φυλή, η οποία ήταν διαδεδομένη στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές της χώρας. Στη στεππική φυλή, η οποία απαντούσε στις πεδινές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας και της Θεσσαλίας.
Τα ζώα της βραχυκερατικής φυλής, ζυγίζουν περίπου 200 κιλά και φτάνουν στα 700 κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες. Καθόλη την διάρκεια του έτους διατηρούνται στους βοσκότοπους και μόνον σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες του χειμώνα προφυλάσσονται σε στάβλους πρόχειρης συνήθως κατασκευής. Οι βραχυκερατικές αγελάδες καλύπτουν τις θρεπτικές ανάγκες τους κυρίως από την βόσκηση.
Η Βιομηχανοποίηση της παραγωγής γάλακτος και γαλακτοκομικών απαιτούσαν μεγαλύτερες αποδόσεις, και η Ελληνική μικρόσωμη αγελάδα δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει στις νέες απαιτήσεις. Τότε ξεκίνησε η διασταύρωση της με την ελβετική αγελάδα. Σήμερα επιδοτείται με περίπου 580 ευρώ το κεφάλι. Οι αριθμοί των καθαρόαιμων βραχυκερατικών αγελάδων μειώθηκαν σημαντικά και πλέον θεωρείται προστατευόμενο είδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
στεππική φυλή, είναι ζώα που μπορούν να εκμεταλλευτούν τους πλούσιους σε περιεχόμενο βοσκοτόπους και είναι τα μοναδικά, μαζί με ζώα της βραχυκερατικής φυλής, που μπορούν να προσεγγίσουν τις δύσβατες περιοχές που αναπτύσσεται η αυτοφυής βλάστηση.
Και οι δύο φυλές απαιτούν καθόλου ή ελάχιστη φαρμακευτική αγωγή για τις ασθένειες και τα παράσιτα με ευεργετικές συνέπειες τόσο στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων, όσο και στο κόστος τους. Τελευταία μετά από επιστημονικές έρευνες απεδείχθη ότι στις προαναφερθείσες Φυλές περιέχονται ω3 και ω6 ωφέλιμα λιπαρά οξέα.
Πρόβατα (κυρίως για παραγωγή γάλακτος) Α. Λεπτόουρα Β. Παχύουρα 95% των ελληνικών προβάτων είναι λεπτόουρα διακρίνονται σε αναμικτόμαλλα και ομοιόμαλα Φυλή ορεινή Φυλή πεδινή
Αίγες Παρουσιάζει πολλούς τύπους και παραλλαγές Αξιοποιεί τα φυσικά λιβάδια Εκτροφή κυρίως για παραγωγή γάλακτος Η παραγωγή κρέατος είναι συμπληρωματική δραστηριότητα Η παραγωγή μαλλιού μικρής σημασίας
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ ΒΟΟΕΙΔΗ ΣΤΑΒΛΙΣΜΕΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ Στο σύστημα αυτό τα ζώα παραμένουν όλο το χρόνο μέσα στο στάβλο, όπου και διατρέφονται με έτοιμες ζωοτροφές ή βγαίνουν για βόσκηση σε βελτιωμένους τεχνητούς λειμώνες. Τα ζώα της εκτροφής αυτής είναι βελτιωμένα, συνήθως ξενικών φυλών (25% του συνόλου των βοοειδών της Ελλάδος).
Στο σύστημα αυτό τα βοοειδή σταβλίζονται μόνο το βράδυ, ενώ κατά τη διάρκεια της ημέρας βόσκουν στα λιβάδια με τη συνοδεία βοσκών. ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ Όταν οι καιρικές συνθήκες είναι αντίξοες, όπως συνήθως συμβαίνει κατά τη διάρκεια του χειμώνα, τότε παραμένουν στο στάβλο και κατά τη διάρκεια της ημέρας.
ΠΑΡΑΛΑΓΕΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ Αυτή που περιλαμβάνει βόσκηση τόσο κατά τη χειμερινή όσο και κατά τη θερινή περίοδο με αντίστοιχη μετακίνηση των ζώων από την χαμηλή στην υψηλή ζώνη στο τέλος της Άνοιξης. Εκείνη που περιλαμβάνει διαμονή στο στάβλο κατά τη διάρκεια του χειμώνα και βόσκηση στα φυσικά λιβάδια μόνο κατά την εαροφθινοπωρινή και θερινή περίοδο. Εκείνη που το σύστημα της κοινής αγέλης που υπάρχει σε ορεινά κυρίως χωριά, όπου ένας βοσκός μαζεύει τις αγελάδες κάθε κατοίκου του χωριού και τις οδηγεί στα φυσικά λιβάδια για βόσκηση κάθε μέρα.
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ Αιγοπρόβατα Οικόσιτο σύστημα εκτροφής Μικρός αριθμός συνήθως βελτιωμένων ζώων διατηρείται στο στάβλο όλο το χρόνο ή βόσκει σε λειμώνες Ποιμνιακή μη μετακινούμενη εκτροφή(σχεδόν το σύνολο των ζώων της Ελλάδος) Τα ζώα σταβλίζονται μόνο το βράδυ, συνοδεύονται από βοσκό Κοινά κοπάδια (Σμίχτες) Παραλλαγές Ίδιος στάβλος όλο τον χρόνο Χειμερινός και θερινός στάβλος
Ποιμνιακή μετακινούμενη εκτροφή Τα ζώα μετακινούνται μεταξύ διαφορετικών δημοτικών διαμερισμάτων ακολουθώντας τον καιρό Αξιοποιεί πληρέστερα την διαθέσιμη βοσκήσιμη ύλη Οικολογική διαχείριση Μεγάλη μείωση του αριθμού των ζώων τα τελευταία χρόνια
ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΟΙΜΝΙΩΝ Όσον αφορά τη δομή των ποιμνίων, στην πλειονότητα τους είναι αμιγή και αριθμητικά μεγαλύτερα σε σχέση με αυτά της μη μετακινούμενης εκτροφής. Το μετακινούμενο σύστημα εκτροφής επινοήθηκε πριν από πολλούς αιώνες για να αξιοποιείται πληρέστερα η βοσκήσιμη ύλη που παράγεται σε περιοχές με διαφορετικές οικολογικές συνθήκες.
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Τα συστήματα παραγωγής που διακρίνουμε είναι τα εξής: Το εκτατικό σύστημα, στο οποίο τα επενδυόμενα κεφάλαια είναι σχετικά λίγα. Το εντατικό σύστημα, στο οποίο τα επενδυόμενα κεφάλαια είναι υψηλά. Το ημιεντατικό σύστημα, το οποίο βρίσκεται μεταξύ των δυο στο ύψος των επενδυόμενων κεφαλαίων.
Σε ότι αφορά στα λιβάδια, η βοσκήσιμη ύλη που παράγεται σε αυτά αποτελεί φυσική και αδάπανη τροφή για τα ζώα. Όσο περισσότερο μια κτηνοτροφική εκμετάλλευση στηρίζεται στη βόσκηση των λιβαδιών για την εξασφάλιση της τροφής των ζώων, τόσο περισσότερο πλησιάζει στο εκτατικό σύστημα παραγωγής. Αντίθετα, όταν η κτηνοτροφική εκμετάλλευση στηρίζεται περισσότερο σε συγκομιζόμενες ζωοτροφές τότε πλησιάζει το εντατικό σύστημα παραγωγής.
ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΒΟΣΚΟΦΟΡΤΩΣΗΣ Τα λιβάδια δεν βόσκονται με την ίδια ένταση σε όλη τη χώρα. Αυτό διότι τα ίδια όσο και τα αγροτικά ζώα δεν κατανέμονται ομοιόμορφα σε όλες τις υψομετρικές ζώνες και τα γεωγραφικά διαμερίσματα. Η ένταση της βόσκησης μπορεί να φανεί καλύτερα αν υπολογιστεί η βοσκοφόρτωση, δηλαδή ο αριθμός των βοσκόντων ζώων ανά μονάδα επιφάνειας των λιβαδιών. Ως μονάδα βόσκοντος ζώου λαμβάνεται το ισοδύναμο προβάτου, και αποτελεί μια μικρή ζωϊκή μονάδα (ζμ).
Σε ότι αφορά την κατανομή των βοσκόντων ζώων στα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, η βοσκοφόρτωση είναι μεγαλύτερη του εθνικού μέσου όρου των 3 μικρών ζωικών μονάδων ανά εκτάριο στα γεωγραφικά διαμερίσματα της Θράκης, της Θεσσαλίας, της Κρήτης και της Μακεδονίας. Ενώ σε όλα τα υπόλοιπα διαμερίσματα είναι μικρότερη (Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας, Πελοποννήσου, Ιονίων Νήσων, Ηπείρου και Νήσων Αιγαίου).
Σαν αποτέλεσμα, προκύπτει ότι, το πρόβλημα της χρήσης των λιβαδιών από τα αγροτικά ζώα δεν είναι το ίδιο μεταξύ των τριών υψομετρικών ζωνών καθώς και μεταξύ των διαφόρων γεωγραφικών διαμερισμάτων.
ΕΠΟΧΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ Η εποχή καθώς και η διάρκεια βόσκησης των αγροτικών ζώων στα λιβάδια εξαρτάται από πολλούς παράγοντες οι οποίοι είναι: Το σύστημα εκτροφής Το σύστημα παραγωγής Το είδος της εκμετάλλευσης (βοοτροφική, προβατοτροφική, αιγοτροφική). Οικολογικές συνθήκες της περιοχής.
ΖΩΝΕΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ Στην ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης, η αύξηση των λιβαδικών φυτών αρχίζει με τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές και λήγει στο τέλος της Άνοιξης.
Στην υπομεσογειακή ζώνη βλάστησης, η αύξηση των λιβαδικών φυτών αρχίζει νωρίς το φθινόπωρο, αλλά διακόπτεται το χειμώνα λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών και λήγει στις αρχές του θέρους.
Στις ζώνες οξιάς και των ορεινών κωνοφόρων, η αύξηση των φυτών αρχίζει στο τέλος της Άνοιξης και λήγει τις αρχές του φθινοπώρου.
Η διάρκεια βόσκησης στις τρεις ζώνες βλάστησης κυμαίνεται μεταξύ 7-9 μηνών στη πρώτη, μεταξύ 6-8 μηνών στη δεύτερη και μεταξύ 4-6 μηνών στη τρίτη. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένας μέσος όρος 6-7 μηνών σε όλη τη χώρα.