ιερεύνηση στάσεων και κινήτρων γεωργών συμβατικής και βιολογικής γεωργίας. Μελέτη περίπτωσης δυο αγροτικών κοινοτήτων



Σχετικά έγγραφα
Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Χάραξη πολιτικής για την προώθηση αειφόρων μορφών γεωργίας και τη στήριξη νέων αγροτών

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΝΕΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ ΘΕΟ ΩΡΟΥ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ ΗΜΕΡΙ Α ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ AGROQUALITY FESTIVAL. Αγαπητοί φίλοι και φίλες,

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας,

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙ ΡΟΥΝ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΣΗ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:

Ποσοτικές ερευνητικές προσεγγίσεις

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Εισαγωγή Μεθοδολογία της Έρευνας ΕΙΚΟΝΑ 1-1 Μεθοδολογία της έρευνας.

Διαμορφωτική Αξιολόγηση των Δεικτών Επιτυχίας και Επάρκειας στη Δημοτική και Μέση Εκπαίδευση (Ιούλιος 2017)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Μητροπόλεως 12-14, 10563, Αθήνα. Τηλ.: , Fax: ,

Ομιλία Προέδρου Συνεταιρισμού ΘΕΣγη, Παναγιώτη Καλφούντζου Συνέδριο Economist Λάρισα, 3 Μαϊόυ 2018

Αγροτική Κοινωνιολογία

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

(Δεκέμβριος 2015) 1. Ταυτότητα της έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΜΑΝΑΣΑΚΗ ΒΙΡΓΙΝΙΑ ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Επιστημονικός Υπεύθυνος Έρευνας : Καθηγητής Επαμεινώνδας Πανάς

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Χριστίνα Α. Παππά Οικονοµολόγος Βοηθός έρευνας Υποψήφια διδάκτωρ

σύμφωνα με την αξιοποίηση και επεξεργασία των ερωτηματολογίων που διανεμήθηκαν στους συμβούλους

Παραδοτέο Π.1 (Π.1.1) Εκθέσεις για προµήθεια εκπαιδευτικού υλικού

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ ΣΧΕΔΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. 1.1 Σκοπός Έρευνας

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

Παράμετροι που επηρεάζουν την εργασιακή ικανοποίηση των νοσηλευτών σε στρατιωτικό και πολιτικό νοσοκομείο των Αθηνών. Αναζήτηση αιτιών διαφοροποίησης

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

«Τι αξιολογούμε σε ένα πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης» Πετρίδου Βαρβάρα Υπεύθυνη Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Δ.Δ.Ε.

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΧΑΤΖΗΦΩΤΙΑΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

þÿ Ž±¼¹º Í ÃÄ ½ šíàá º±¹ þÿ±¾¹ À Ã Ä Å

ECONOMIST CONFERENCES ΟΜΙΛΙΑ

«Καθοριστικοί παράγοντες της αποτελεσματικότητας της από στόμα-σε-στόμα επικοινωνίας στις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης»

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. με τη διατύπωση συγκεκριμένου Αναπτυξιακού Σχεδίου, με την στήριξη του Σχεδίου από μια ισχυρή και βιώσιμη εταιρική σχέση και

ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 1: Εισαγωγή

Αποτελέσµατα Πρωτογενούς Έρευνας Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης σε Επιχειρήσεις

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. «Η Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα : Ενδείξεις ανάκαμψης της μικρής επιχειρηματικότητας;»

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Διάλεξη 5η: Έρευνα Μάρκετινγκ και Κατανόηση του Πελάτη Ξέρουμε τι Θέλουν οι Καταναλωτές;

Γεωργικές Εφαρμογές και Εκπαίδευση για την Αειφόρο Αγροτική Ανάπτυξη

Ονοματεπώνυμο: Διαμαντή Μαρία Σειρά: 10 Επιβλέπων Καθηγητής: Παντουβάκης Άγγελος

young people in agriculture remains stable. Brussels: Eurostat, Statistics in Focus, Theme 5-7/2002.

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

«ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΑΓΡΟΤΗ ΣΤΗ ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ » Ομιλητής: Ιωαννίδης Απόστολος Πρόεδρος Δ.Σ. EUROAGRO A.E

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΗΓΕΤΙΚΟΥ ΣΤΥΛ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΜΑΘΗΜΑ: ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΠΡΟΙΌΝΤΩΝ ΞΥΛΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΠΛΟΥ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Αυτορρύθμιση στις αγροτικές περιοχές/ύπαιθρος

Ερευνητικά στοιχεία για το πρόγραµµα «Κοινωνία της Πληροφορίας»

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

Ερευνητικό Πρόγραμμα Αξιολόγησης των Εσπερινών Σχολών Μέσης Γενικής και Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης ( )

Κτηνοτροφία Ορεινών Περιοχών & Κοινωνική Επιχειρηματικότητα ΚΑΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μεθοδολογία έρευνας ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΚΟΠΟΣ/ΕΙΔΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΥΔΑΤΙΝΕΣ ΓΕΦΥΡΕΣ Ενώνουμε τη φωνή μας για το νερό!

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Π β.4: Οδηγός επιμορφωτή για τη ΘΕ5: «Συμβουλευτική και Επαγγελματικός προσανατολισμός και πληροφόρηση»

Τσιρόπουλος Ζήσης, Μπαλαφούτης Αθανάσιος, Αναστασίου Ευάγγελος, Φουντάς Σπύρος Εργ. Γεωργικής Μηχανολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Τεχνολογική Προοπτική Διερεύνηση στην Ελλάδα ( )

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

6/12/2010 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Παρουσίαση του προβλήματος

ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Ι. ΚΡΗΤΗΣ 2014

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης

Θέμα Διπλωματικής Εργασίας: Διοικητική ενδυνάμωση στους αθλητικούς οργανισμούς των δήμων

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΒΑΡΟΜΕΤΡΟ. Οκτώβριος Δείκτης καταναλωτικού κλίματος (CCI) Δείκτες αποτίμησης της οικονομικής συγκυρίας

Ανάλυση της επιρροής των αυτόνομων οχημάτων στη συμπεριφορά μετακίνησης

Αποτελέσµατα Πρωτογενούς Έρευνας Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης σε Επιχειρήσεις

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

Transcript:

ιερεύνηση στάσεων και κινήτρων γεωργών συμβατικής και βιολογικής γεωργίας. Μελέτη περίπτωσης δυο αγροτικών κοινοτήτων Κουτσούκος Μάριος Υπ. ιδάκτωρ, Τομέας Αγροτικής Οικονομίας, Γεωπονική Σχολή, Α.Π.Θ. Ιακωβίδου Όλγα Καθηγήτρια, Τομέας Αγροτικής Οικονομίας, Γεωπονική Σχολή, Α.Π.Θ. Μενεξές Γεώργιος Λέκτορας, Τομέας Φυτών Μεγάλης Καλλιέργειας και Οικολογίας, Γεωπονική Σχολή, Α.Π.Θ. Περίληψη Η εργασία αυτή διερευνά τις στάσεις και τα κίνητρα γεωργών συμβατικής και βιολογικής γεωργίας. Για τις ανάγκες της έρευνας επιχειρήθηκε η μελέτη περίπτωσης (case study) δύο αγροτικών κοινοτήτων της ελληνικής υπαίθρου που εφαρμόζουν διαφορετικά αγροδιατροφικά συστήματα παραγωγής, έχοντας υιοθετήσει παράλληλα διαφορετικές στρατηγικές ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη αγροτική κοινότητα, το χωριό Φούφας Κοζάνης βασίζει την ανάπτυξή της στο αγροδιατροφικό σύστημα της συμβατικής γεωργίας, ενώ η δεύτερη αγροτική κοινότητα, το χωριό Κεφαλάς Λακωνίας έχει υιοθετήσει μια διαφορετική στρατηγική ανάπτυξης η οποία βασίζεται στο αγροδιατροφικό σύστημα της βιολογικής γεωργίας. Ειδικότερα, από τα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης των ερωτηματολογίων της ποσοτικής έρευνας διαπιστώθηκαν οι διαφορές αλλά και κάποιες ομοιότητες στις στάσεις των γεωργών στις δυο υπό μελέτη αγροτικές κοινότητες. Επίσης, όπως προέκυψε από τα αποτελέσματα, τα βασικά κίνητρα τα οποία ώθησαν τους γεωργούς του Κεφαλά στην υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας ήταν αφενός η πεποίθηση πως με αυτό τον τρόπο θα παράγουν ποιοτικά ανώτερα προϊόντα και αφετέρου η προσδοκία για ένα καλύτερο εισόδημα. Αντιθέτως, ο βασικός παράγοντας ο οποίος αποτρέπει τους γεωργούς του Φούφα από την υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας είναι, σύμφωνα με τους ίδιους, η μη επαρκής γνώση των τεχνικών χαρακτηριστικών και των ιδιαιτεροτήτων της βιολογικής γεωργίας. Λέξεις-κλειδιά: μελέτη περίπτωσης, αγροδιατροφικά συστήματα, συμβατική γεωργία, βιολογική γεωργία, στάσεις και κίνητρα γεωργών

2 1. Εισαγωγή Στη σημερινή εποχή, είναι πλέον κοινώς αποδεκτό πως διανύουμε μια περίοδο ραγδαίων εξελίξεων και έντονων ανακατατάξεων, καθώς γεωγραφικά και ιδεολογικά σύνορα μεταβάλλονται, επιφέροντας μια σειρά κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο (Lanfranchi, 2012 Marsden, 2010 Adam, 2006). Οι μεταβολές αυτές δεν αφήνουν ανεπηρέαστο τον γεωργικό τομέα, που μετά από εποχές λειτουργίας σε λογικές υψηλού κατά κανόνα βαθμού αυτάρκειας, απομόνωσης και μια διαδικασία εξαιρετικά αργών αλλαγών, τα τελευταία χρόνια βιώνει ριζικές και ταχύτατες αλλαγές (Καρανικόλας και Μαρτίνος, 2012 Παπαστάμκος, 2012). Bασικά στοιχεία της αγροτικής πολιτικής η οποία ακολουθήθηκε μεταπολεμικά στην Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα, υπήρξαν η αύξηση της παραγωγικότητας του πρωτογενή τομέα και ο εκσυγχρονισμός των γεωργικών δομών μέσω της υιοθέτησης ενός μοντέλου εντατικοποίησης και εν πολλοίς βιομηχανοποίησης της γεωργίας, με απώτερους στόχους τη διατροφική αυτάρκεια και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου στην ύπαιθρο (Murphy, 2002 Μαλκίδης, 2002). Είναι γεγονός πως οι στόχοι αυτοί σε ένα βαθμό επιτεύχθηκαν όμως ταυτόχρονα, η μη ορθολογική διαχείριση των εδαφικών και υδατικών πόρων κατά την άσκηση της συμβατικής-βιομηχανοποιημένης γεωργίας, σε συνδυασμό με την αλόγιστη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και χημικών λιπασμάτων επέφερε, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, μια σειρά δυσμενών περιβαλλοντικών καθώς και κοινωνικοοικονομικών επιδράσεων (Hatfield, 2005 αουτόπουλος, 2005 Warner, 2007). Οι επιδράσεις αυτές επικεντρώνονται κυρίως στη ρύπανση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, τη διάβρωση και αλατοποίηση των εδαφικών πόρων, την αύξηση της αντοχής των παρασίτων, τη βιομεταφορά υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών προϊόντων μέσω της τροφικής αλυσίδας και γενικότερα στη διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας στη φύση (Πολυράκης, 2003 Τσιούρης, 2001). Αυτή η νέα τάξη πραγμάτων, η οποία διαμορφώνεται διεθνώς στον αγροδιατροφικό τομέα υπό τις ραγδαίες εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης έχει αντίκτυπο και στην ελληνική πραγματικότητα, όπου ο πρωτογενής τομέας παρουσιάζει μια εικόνα σύγχυσης και αδυναμίας προσαρμογής στα νέα δεδομένα που επέφεραν οι τελευταίες αναθεωρήσεις της ΚΑΠ, ο περιορισμός του 2

3 προστατευτισμού στον αγροτικό τομέα και το άνοιγμα των αγορών (Καρανικόλας και Μαρτίνος, 2012). Την εικόνα δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο η μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση που ξεκίνησε από το 2009, καθώς χρόνιες παθογένειες και δημοσιονομικές αδυναμίες του κράτους, σε συνδυασμό με ένα περιβάλλον πρωτοφανούς αστάθειας στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα συντέλεσαν στη διαμόρφωση ενός δυσμενούς κλίματος (Παπαστάμκος, 2012). Για την αντιμετώπιση της κρίσης, ολοένα και περισσότεροι υποστηρίζουν πως καθοριστική μπορεί να αποδειχθεί η συμβολή του πρωτογενή τομέα της χώρας στη προσπάθεια επανεκκίνησης μιας πράσινης και βιώσιμης οικονομίας (Παπαστάμκος, 2012 Σέμος, 2011 Μπούρμπος, 2010). Σε κάθε περίπτωση, κρίνεται επιβεβλημένη η προσαρμογή της ελληνικής γεωργίας μέσω υιοθέτησης μιας διαφορετικής φιλοσοφίας ανάπτυξης, η οποία θα στοχεύει στην άμβλυνση των υφιστάμενων διαρθρωτικών προβλημάτων, στην αντιμετώπιση των τεχνικοοικονομικών προβλημάτων των κλάδων παραγωγής και κυρίως στη σταδιακή αλλαγή της παραγωγικής κατεύθυνσης με καλλιέργειες που αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του μεσογειακού περιβάλλοντος (Μυγδάκος κ.ά., 2009 Ψυχουδάκης, 2009 Μπούρμπος, 2010). Στην ίδια φιλοσοφία προσαρμογής εντάσσεται και η αναζήτηση και εφαρμογή εναλλακτικών αγροδιατροφικών συστημάτων με σαφή αειφόρο προσανατολισμό όπως είναι για παράδειγμα η βιολογική γεωργία και η ολοκληρωμένη διαχείριση, καθώς και η επένδυση στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων υψηλής ποιοτικής στάθμης (Theocharopoulos et al., 2012 Μυγδάκος κ.ά., 2009 Γεωργούδης, 2008). Αξίζει να επισημανθεί πως ιδιαίτερα για την Ελλάδα, τα βασικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του αγροτικού τομέα όπως για παράδειγμα ο μικρός κλήρος 1 και η μορφολογία του εδάφους 2 καθιστούν σε πολλές περιπτώσεις μη ορθολογική την εφαρμογή της συμβατικής γεωργίας (Μυγδάκος κ.ά., 2009). Αντιθέτως, οι κλιματικές συνθήκες της χώρας, το ανάγλυφο του εδάφους, η πλούσια αγροτική παράδοση και η κοντινή απόσταση από τις αγορές της Κεντρικής Ευρώπης, είναι παράγοντες οι οποίοι διαφοροποιούν το μεσογειακό χαρακτήρα της ελληνικής γεωργίας από τις βόρειες χώρες της Ε.Ε., συνηγορώντας προς την κατεύθυνση υιοθέτησης αειφορικών αγροδιατροφικών συστημάτων, όπως είναι για 1 Μέσος μέγεθος εκμετάλλευσης στην Ελλάδα 44,1 στρέμματα, στην Ε.Ε.165 στρέμματα, στις ΗΠΑ 2.020 στρέμματα (Μπούρμπος, 2007) 2 450.000 εκμεταλλεύσεις στο σύνολο των 860.000 γεωργικών εκμεταλλεύσεων βρίσκονται σε ορεινές, ημιορεινές και νησιωτικές περιοχές (Μπούρμπος, 2007) 3

4 παράδειγμα η βιολογική γεωργία ( αουτόπουλος, 2005 Μυγδάκος κ.ά., 2009 Σφακιωτάκης, 2000). Έτσι, η ανάδειξη της πλούσιας αγροτικής παράδοσης και η αξιοποίηση των τοπικών ιδιοτυπιών, με αιχμή του δόρατος τα βιολογικά αγροδιατροφικά προϊόντα αποτελούν τα τελευταία χρόνια βασικό άξονα της αγροτικής πολιτικής για την ανάπτυξη της υπαίθρου, ιδιαίτερα στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές όπου συνθέτουν μια πηγή δυναμισμού και δράσεων για την χωρό-τοπική ανάπτυξη (Τσαυτάρης, 2012 Παπαστάμκος, 2012 Ανθοπούλου, 2004). Με βάση το θεωρητικό πλαίσιο που συνοπτικά καταγράφηκε παραπάνω, σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η όσο το δυνατόν πληρέστερη διερεύνηση του των στάσεων και των κινήτρων των γεωργών δύο αγροτικών κοινοτήτων της ελληνικής υπαίθρου που έχουν επιλέξει δυο διαφορετικά αγροδιατροφικά συστήματα. Στο πλαίσιο της σκοποθετικής της έρευνας, η μελέτη και η εμβάθυνση στην κατανόηση των στάσεων και των κινήτρων των γεωργών που εφαρμόζουν διαφορετικά αγροδιατροφικά συστήματα, μπορεί να συμβάλει στην ανίχνευση και διάγνωση των τάσεων και των ραγδαίων εξελίξεων στον ευρύτερο αγροτικό χώρο και παράλληλα, μπορεί να ωφελήσει στην εφαρμογή στοχευμένων πολιτικών προσαρμοσμένων στις ανάγκες των γεωργών. Ιδιαίτερα η διερεύνηση των στάσεων των γεωργών αυξάνει τις πιθανότητες σωστής ερμηνείας των συμπεριφοριστικών τάσεων και προθέσεων τους (Breckler and Wiggins, 1992 Ιωαννίδου, 2009). Για την επίτευξη του παραπάνω σκοπού και λαμβάνοντας υπόψη την ευρύτερη προβληματική της έρευνας πραγματοποιήθηκε μελέτη περίπτωσης (case study) δυο αγροτικών κοινοτήτων της χώρας που έχουν υιοθετήσει δυο διαφορετικά αγροδιατροφικά συστήματα και χαρακτηρίζονται από διαφορετική φιλοσοφία αγροτικής ανάπτυξης. Η πρώτη αγροτική κοινότητα, το χωριό Φούφας στο Νομό Κοζάνης βασίζει την ανάπτυξή της στο αγροδιατροφικό σύστημα της συμβατικής γεωργίας, διαθέτοντας τα βασικότερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που το διέπουν όπως: σχετικά μεγάλες και εντατικές σε κεφάλαιο γεωργικές εκμεταλλεύσεις, αυξημένες εισροές βιομηχανικών λιπασμάτων και χημικών φυτοφαρμάκων, μονοκαλλιέργειες, έμφαση στην ποσότητα παραγωγής και υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και μεγάλα δίκτυα διανομής με ενδιάμεσους φορείς εμπορίας. Από την άλλη, η δεύτερη αγροτική κοινότητα, το χωριό Κεφαλάς στο Νομό Λακωνίας έχει υιοθετήσει μια διαφορετική στρατηγική ανάπτυξης, η οποία βασίζεται 4

5 στο αγροδιατροφικό σύστημα της βιολογικής γεωργίας, έχοντας χαρακτηριστικά όπως: εκμεταλλεύσεις με χαμηλή εντατικότητα εισροών, βιολογικοί μέθοδοι λίπανσης και φυτοπροστασίας, τοπικά προσαρμοσμένα παραγωγικά συστήματα, έμφαση στην ποιοτική διάσταση της παραγωγής και ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων του περιβάλλοντος και σχετικά μικρά δίκτυα διανομής χωρίς ενδιάμεσους φορείς εμπορίας. Πίνακας 1. Συνοπτική απεικόνιση των δυο περιοχών έρευνας 1η περιοχή έρευνας 2η περιοχή έρευνας Αγροτική κοινότητα Φούφας Κεφαλάς Περιφερειακή ενότητα Κοζάνης Λακωνίας Απόσταση από το πλησιέστερο αστικό κέντρο 16 χλμ από Πτολεμαΐδα 14 χλμ από Σπάρτη Υψόμετρο 650 μ 410 μ Πληθυσμός (2011) 680 κάτοικοι 362 κάτοικοι Γεωργική γη (στρέμματα) 7.500 6.700 Αρδευόμενη γεωργική γη (στρέμματα) 5.100 4.400 Βασικές καλλιέργειες πατάτα, καλαμπόκι, σιτάρι ελιά, οπωροκηπευτικά Αγροδιατροφικό σύστημα συμβατική γεωργία βιολογική γεωργία Στον Πίνακα 1 αποτυπώνεται το προφίλ των δυο περιοχών έρευνας της συγκεκριμένης μελέτης περίπτωσης και καταγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά των δυο υπό διερεύνηση αγροτικών κοινοτήτων. 2. Μεθοδολογία έρευνας Στη συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης αρχικά διενεργήθηκε ποιοτική έρευνα, μια από τις σημαντικότερες λειτουργίες της οποίας είναι η βαθύτερη κατανόηση των παραμέτρων-μεταβλητών που θα εξεταστούν μετέπειτα, κατά τη φάση της 5

6 ποσοτικής έρευνας (Richie and Lewis, 2003). Έπειτα, πραγματοποιήθηκαν προσωπικές συνεντεύξεις, ελεύθερες και ημιδομημένες, οι οποίες αποσκοπούσαν στη διερεύνηση των απόψεων, των στάσεων, των διαθέσεων και των εμπειριών ενός σχετικά μικρού συνόλου γεωργών από τις δυο κοινότητες. Επιπρόσθετα, με τις ερωτήσεις που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, επιδιώχθηκε αφενός να διευρυνθεί το πλαίσιο των θεμάτων υπό διερεύνηση και αφετέρου να καθορισθούν οι εννοιολογικοί άξονες των ερωτήσεων που θα χρησιμοποιούνταν αργότερα στο ερωτηματολόγιο της ποσοτικής έρευνας. Πιο συγκεκριμένα, από τον Μάιο ως και τον Σεπτέμβριο του 2011, διενεργήθηκαν συνολικά οκτώ συνεντεύξεις με γεωργούς και των δύο χωριών, πέντε από το Φούφα και τρεις από τον Κεφαλά, οι οποίοι επιλέχθηκαν με τη μέθοδο της σκόπιμης δειγματοληψίας (purposive sampling) (Cohen et al., 2007 Κορρές, 2011). Η επιλογή τους έγινε με τη βοήθεια πληροφορητών οικείων προς τον ερευνητή και καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε να είναι κατά το δυνατόν πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις του υπό μελέτη πληθυσμού (Mason, 2003). Η διάρκεια των συνεντεύξεων κυμάνθηκε από 20-40 λεπτά και τα χρήσιμα συμπεράσματα που εξήχθησαν από αυτές, αξιοποιήθηκαν ως συμπληρωματικό υλικό για τον καθορισμό του εννοιολογικού περιεχομένου του ερωτηματολογίου που χρησιμοποιήθηκε αργότερα. Κατά το στάδιο της ποσοτικής έρευνας, χρησιμοποιήθηκε η έρευνα με ερωτηματολόγιο, μια από τις πλέον διαδεδομένες μεθόδους για τη συλλογή πρωτογενών στοιχείων (Javeau, 1996 Robson, 2010). Μονάδες ανάλυσης της έρευνας αποτελέσαν οι γεωργοί, κάτοχοι γεωργικών εκμεταλλεύσεων στις δυο κοινότητες, εγγεγραμμένοι στις επίσημες λίστες του Ολοκληρωμένου Συστήματος ιαχείρισης και Ελέγχου (ΟΣ Ε) για το έτος 2011. Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναφερθεί πως η έρευνα ήταν απογραφική και ως εκ τούτου δεν εφαρμόστηκε κάποια μέθοδος δειγματοληψίας (Κορρές, 2011). Ο σχεδιασμός του ερωτηματολογίου υλοποιήθηκε λαμβάνοντας υπόψη την προϋπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία (Lietz, 2009 Cranfield et al., 2009 Rockwood et al., 1997 Javeau, 1996), τους στόχους της έρευνας και τα βασικά συμπεράσματα από την ποιοτική έρευνα που προηγήθηκε. Το ερωτηματολόγιο περιλάμβανε διάφορους τύπους ανοικτών και κλειστών ερωτήσεων όπως: ερωτήσεις με απαντήσεις του τύπου «ναι»-«όχι», ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, ερωτήσεις κλίμακας Likert και τύπου Likert. 6

7 Μετά τη διεκπεραίωση των συνεντεύξεων και τη συγκέντρωση των ερωτηματολογίων διενεργήθηκε έλεγχος για την πληρότητα, τη συνέπεια και την αληθοφάνεια των απαντήσεων, οι οποίες κωδικοποιήθηκαν και εισήχθησαν στο στατιστικό πακέτο SPSS v.15.0. Ο στατιστικός έλεγχος χ 2 του Pearson χρησιμοποιήθηκε γενικά για τη διερεύνηση της ύπαρξης σχέσης μεταξύ των βασικότερων κατηγορικών μεταβλητών της έρευνας. Για την αποτύπωση του μεγέθους της συνάφειας μεταξύ των μεταβλητών χρησιμοποιήθηκε ο συντελεστής V του Cramer. Η τιμή του συντελεστή αυτού κυμαίνεται από 0 έως 1 με τιμές κοντά στο 1 να δηλώνουν υψηλό βαθμό συσχέτισης των δυο μεταβλητών ενώ με τιμές κοντά στο 0 να δηλώνουν μη ύπαρξη σχέσης (Cramer, 1999). Ποιοτική έρευνα πραγματοποιήθηκε και μετά τη διενέργεια της ποσοτικής έρευνας με τη χρήση ερωτηματολογίου. Πιο συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκαν εκ των υστέρων εστιασμένες συνεντεύξεις (Cohen et al., 2007) αποσκοπώντας όχι απλά στον προσδιορισμό αλλά στην εκτίμηση αιτιωδών σχέσεων μεταξύ μιας σειράς μεταβλητών, καθώς και στην αποσαφήνιση ποιοτικών δεδομένων που αποκαλύπτουν ευκρινέστερα τη φυσικά διαμορφωμένη πραγματικότητα στις δυο περιοχές έρευνας (Πουρκός και αφέρμος, 2010). 3. Αποτελέσματα της έρευνας 3.1 Στάσεις γεωργών συμβατικής και βιολογικής γεωργίας Αρχικά, διερευνήθηκαν μέσω μιας πεντάβαθμης κλίμακας Likert οι στάσεις των ερωτώμενων γεωργών αναφορικά με μια σειρά από δηλώσεις-προτάσεις, γύρω από επιλεγμένες διαστάσεις των αγροδιατροφικών παραγωγικών συστημάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις εννέα συνολικά δηλώσεις, οι επτά παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στους γεωργούς των δυο περιοχών έρευνας (Πίνακας 2), ενώ οι δυο δεν παρουσιάζουν διαφοροποίηση (Πίνακας 3). Για λόγους οικονομίας χώρου, οι πίνακες των συχνοτήτων για κάθε δήλωση δεν συμπεριλαμβάνονται στη παρούσα εργασία. Πίνακας 2. ηλώσεις των γεωργών των 2 χωριών οι οποίες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση ήλωση X 2 p Cramer's V 7

8 Η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα μπορεί να συμβαδίζει με τη προστασία του περιβάλλοντος 48,961 >0,001 0,604 Η γεωργία παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη μιας περιοχής 4,609 0,032 0,185 Η βιολογική γεωργία μπορεί να είναι οικονομικά βιώσιμη για έναν γεωργό 37,336 <0,001 0,528 Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας ευνοούν τη παραγωγή βιολογικών προϊόντων 26,615 <0,001 0,439 Στο χωριό μου υπάρχουν περιβαλλοντικά προβλήματα από τον τρόπο άσκησης της γεωργίας 39,106 <0,001 0,542 Υπάρχει ενδιαφέρον από τους καταναλωτές στην Ελλάδα για τα βιολογικά προϊόντα 21,298 <0,001 0,399 Υπάρχει ενδιαφέρον από τους καταναλωτές στο εξωτερικό για τα βιολογικά προϊόντα 15,658 <0,001 0,342 Πίνακας 3. ηλώσεις των γεωργών των 2 χωριών οι οποίες δεν παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση ήλωση X 2 p Cramer's V Οι συνθήκες για το επάγγελμα του γεωργού γίνονται κάθε χρόνο και πιο δύσκολες 3,412 0,182 0,160 Θα μπορούσα να συνεχίσω στο μέλλον να ασκώ τη γεωργία ακριβώς όπως σήμερα 5,714 0,057 0,207 Αναφορικά με τις δηλώσεις οι οποίες παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση στα δυο αγροδιατροφικά συστήματα, αρχικά είναι χαρακτηριστικό ότι οι γεωργοί της βιολογικής γεωργίας θεωρούν σε μεγάλο βαθμό ότι η ανάπτυξη 8

9 του αγροτικού τομέα μπορεί να συμβαδίζει με την προστασία του περιβάλλοντος, σε αντίθεση με τους ασκούντες συμβατική γεωργία (χ 2 (2)=48,961, P<0,001). Αυτή η στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση επιβεβαιώνεται και από τη σχετικά υψηλή τιμή του συντελεστή V του Cramer (0,604). Πιο συγκεκριμένα, στον Κεφαλά το 98,4% των γεωργών εκφράζουν την πεποίθηση ότι η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα μπορεί να συμβαδίζει με την προστασία του περιβάλλοντος ενώ στο Φούφα στο αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται μόλις στο 42,3%. Όπως αποτυπώνεται δηλαδή από τις παραπάνω απαντήσεις, οι ασκούντες βιολογική γεωργία πιστεύουν ότι η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα και η προστασία του περιβάλλοντος όχι μόνο δεν είναι δυο στοιχεία αντικρουόμενα αλλά μπορούν να συμβαδίσουν το ένα με το άλλο. Αξίζει να επισημανθεί ότι σύμφωνα και με αντίστοιχες έρευνες της σχετικής βιβλιογραφίας (Marsden, 2010 Maxwell and Sheate, 2006), όσοι υιοθετούν και εξασκούν τη βιολογική γεωργία εμφορούνται από την αντίληψη ότι η γεωργική πρακτική μπορεί να συνάδει με τη περιβαλλοντική προστασία. Επίσης, μένοντας στη περιβαλλοντική διάσταση της γεωργικής πρακτικής, οι συμβατικοί γεωργοί σε αντίθεση με τους γεωργούς της βιολογικής παραγωγής, παραδέχονται ότι στο χωριό τους υπάρχουν περιβαλλοντικά προβλήματα από την άσκηση της γεωργίας. Πιο συγκεκριμένα, το 26,8% των ερωτηθέντων που ασκούν συμβατική γεωργία, συμφωνούν απλά ή συμφωνούν πολύ με την άποψη ότι υπάρχουν στο χωριό τους περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία οφείλονται στον τρόπο άσκησης της γεωργίας. Αντιθέτως, η συντριπτική πλειονότητα των βιοκαλλιεργητών στον Κεφαλά, το 87,1% δήλωσαν ότι διαφωνούν απλά ή διαφωνούν πολύ με την παραπάνω υπόθεση. Σημαντική στατιστική διαφοροποίηση (χ 2 (2)=26,615, P<0,001) παρατηρείται και αναφορικά με την πεποίθηση των γεωργών πως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας, όπως για παράδειγμα έδαφος, κλιματικές συνθήκες, παράδοση, ευνοούν τη παραγωγή βιολογικών προϊόντων. Πιο συγκεκριμένα, με την άποψη αυτή συμφωνούν απλά ή συμφωνούν πολύ το 95,2% των γεωργών του Κεφαλά, οι οποίοι βέβαια ήδη παράγουν βιολογικά προϊόντα. Αξιοσημείωτο είναι ότι και οι ερωτηθέντες στο Φούφα, αν και ασκούν συμβατική γεωργία, σε ένα μεγάλο ποσοστό (57,7%) συμφωνούν απλά ή συμφωνούν πολύ με αυτή τη δήλωση. Τη συγκεκριμένη άποψη, ότι δηλαδή τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας ευνοούν τη παραγωγή βιολογικών προϊόντων έχουν επίσης υποστηρίξει το τελευταίο χρονικό διάστημα 9

10 αρκετές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με το μέλλον του αγροτικού τομέα στη χώρα (Σέμος, 2011 Μπούρμπος, 2010 Μυγδάκος κ.ά., 2009). Επιπρόσθετα, στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση παρατηρείται ανάμεσα στους γεωργούς των δυο περιοχών έρευνας και αναφορικά με τη δήλωση ότι η βιολογική γεωργία μπορεί να είναι οικονομικά βιώσιμη για έναν γεωργό (χ 2 (2)=37,336, P<0,001). Πιο συγκεκριμένα, οι ερωτηθέντες οι οποίοι ήδη ασκούν βιολογική γεωργία στον Κεφαλά, συμφωνούν απλά ή συμφωνούν πολύ σε ποσοστό 52,4% με την παραπάνω δήλωση. Από την άλλη, οι συμβατικοί γεωργοί στη συντριπτική τους πλειονότητα (80,3%) δηλώνουν πως ούτε συμφωνούν αλλά ούτε και διαφωνούν με αυτή τη δήλωση, εκφράζοντας έτσι κατά κάποιο τρόπο την άγνοια τους για τα οικονομικά δεδομένα της βιολογικής γεωργίας). Αξιοσημείωτο είναι ότι το υπόλοιπο ποσοστό των ερωτώμενων στο Φούφα, το 19,7% συμφωνούν απλά ή συμφωνούν πολύ με το ότι η ότι η βιολογική γεωργία μπορεί να είναι οικονομικά βιώσιμη για έναν γεωργό που θα την ακολουθήσει, ενώ κανένας από τους συμβατικούς γεωργούς δεν εκφράζει διαφωνία πάνω σε αυτή την τοποθέτηση. Τέλος, στατιστικά σημαντικές διαφορές εντοπίστηκαν στις δηλώσεις των γεωργών στις δυο περιοχές έρευνας, αναφορικά με το κατά πόσο υπάρχει καταναλωτικό ενδιαφέρον για τα βιολογικά προϊόντα σε Ελλάδα (χ 2 (2)=21,298, P<0,001) και εξωτερικό (χ 2 (2)=15,658, P<0,001). Πιο συγκεκριμένα, οι ίδιοι οι βιοκαλλιεργητές, με την άποψη ότι υπάρχει καταναλωτικό ενδιαφέρον για τα βιολογικά προϊόντα στην εγχώρια αγορά, ούτε συμφωνούν αλλά ούτε και διαφωνούν σε ποσοστό 50,8%, συμφωνούν ή συμφωνούν πολύ σε ποσοστό 19% και διαφωνούν ή διαφωνούν πολύ σε ποσοστό 30,2%. Από την άλλη, αξιοσημείωτο είναι το ότι το ποσοστό των συμβατικών παραγωγών που συμφωνούν ή συμφωνούν πολύ με αυτή τη δήλωση είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των βιοκαλλιεργητών και προσεγγίζει το 40,8%. ηλαδή, παρατηρείται ότι οι ασκούντες συμβατική γεωργία θεωρούν σε μεγαλύτερο βαθμό από τους ίδιους τους βιοκαλλιεργητές, ότι υπάρχει καταναλωτικό ενδιαφέρον για τα βιολογικά προϊόντα στην εγχώρια αγορά. Αναφορικά με την ύπαρξη καταναλωτικού ενδιαφέροντος για τα βιολογικά προϊόντα στο εξωτερικό, οι ίδιοι οι βιοκαλλιεργητές συμφωνούν ή συμφωνούν πολύ σε ποσοστό 87,3%. Παρατηρείται δηλαδή, ότι οι ασκούντες βιολογική γεωργία θεωρούν ότι στο εξωτερικό υπάρχει σαφώς μεγαλύτερο αγοραστικό ενδιαφέρον για τα προϊόντά τους, σε σύγκριση με την εγχώρια αγορά. Αυτή η πεποίθηση των 10

11 γεωργών του Κεφαλά αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό το γεγονός πως η εταιρεία του χωριού διαθέτει έναν εξαγωγικό προσανατολισμό και μια εξωστρεφή στρατηγική εμπορίας στοχευμένη στις αγορές του εξωτερικού, καθώς εξάγει σε χώρες όπως η Γερμανία, οι Η.Π.Α., ο Καναδάς και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αξίζει να επισημανθεί ότι την άποψη αυτή ενστερνίζονται σε μεγάλο βαθμό και οι συμβατικοί παραγωγοί, καθώς το 70,4% των ερωτηθέντων στο Φούφα θεωρεί ότι υπάρχει καταναλωτικό ενδιαφέρον για τα βιολογικά προϊόντα στο εξωτερικό Τα ευρήματα αυτά συνάδουν με τις τελευταίες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις οι οποίες αναπόφευκτα έχουν επηρεάσει και την αγορά των βιολογικών προϊόντων. Πιο συγκεκριμένα, αν και η παρατεταμένη οικονομική κρίση έχει πλήξει την εγχώρια αγορά που αναπτύσσονταν με ικανοποιητικούς ρυθμούς μέχρι και το 2009, οι εξαγωγές εξακολουθούν να καταγράφουν σταθερή άνοδο, με την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τη Κίνα να αποτελούν τις αγορές-στόχους των ελληνικών βιολογικών προϊόντων (Σγούρος, 2013). Το πρώτο εξάμηνο το 2012, οι εξαγωγές βιολογικών προϊόντων κατέγραψαν άνοδο 6% σε σχέση με το 2011 (Σγούρος, 2013), τη στιγμή που η εγχώρια κατανάλωση βιολογικών προϊόντων πλήττεται από τις συνεχείς μειώσεις των εισοδημάτων των καταναλωτών που εκ των πραγμάτων στρέφονται στα φθηνότερα αγροδιατροφικά προϊόντα (Μπούρμπος, 2010). Από την άλλη πλευρά, όπως αποτυπώνεται στις δηλώσεις των γεωργών υπάρχει ταύτιση απόψεων στα δυο αγροδιατροφικά συστήματα αναφορικά με τις συνθήκες του γεωργικού επαγγέλματος, οι οποίες σύμφωνα με τους ίδιους τους παραγωγούς αμφότερων των χωριών, γίνονται κάθε χρόνο και πιο δύσκολες (χ 2 (2)=3,412, P=0,182). Πιο συγκεκριμένα, στο Φούφα το 90,1% των ερωτηθέντων συμφωνεί απλά ή συμφωνεί πολύ με την παραπάνω δήλωση ενώ και στον Κεφαλά το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλό, προσεγγίζοντας το 91,9%. Κατά συνέπεια, τόσο οι παραγωγοί της συμβατικής γεωργίας όσο και οι βιοκαλλιεργητές, στη συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης θεωρούν σχεδόν στο σύνολό τους ότι οι συνθήκες του γεωργικού επαγγέλματος γίνονται κάθε χρόνο και πιο δύσκολες. Καθώς οι συνθήκες του επαγγέλματος προσδιορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τον οικονομικό παράγοντα (Lin and Martin, 2010), η καθολική εκτίμηση των γεωργών, συμβατικών και βιολογικών, για την επιδείνωση των συνθηκών του επαγγέλματός τους στο πέρασμα του χρόνου, αντανακλά την οξεία χρηματοοικονομική δυσπραγία των τελευταίων ετών, την απορρύθμιση των αγορών 11

12 και την παρεπόμενη μείωση του γεωργικού εισοδήματος (Καρανικόλας και Μαρτίνος, 2012). Επίσης, εξίσου προβληματισμένοι είναι οι γεωργοί των δυο χωριών αναφορικά με το αν θα μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν τη γεωργία στο μέλλον ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως σήμερα (χ 2 (2)=5,714, P=0,057). Μάλιστα, από τις απαντήσεις των γεωργών διαφαίνεται ένα αίσθημα αβεβαιότητας καθώς στο Φούφα το 45,1% και στον Κεφαλά το 61,9% δηλώνει ότι ούτε συμφωνούν αλλά και ούτε διαφωνούν με αυτή τη δήλωση. Αξίζει να επισημανθεί ότι το ποσοστό αυτών που δήλωσαν ότι διαφωνούν με τη συγκεκριμένη δήλωση, είναι μεγαλύτερο ανάμεσα στους συμβατικούς παραγωγούς (35,2%) απ ότι στους βιοκαλλιεργητές (17,5%). ηλαδή, οι ασκούντες συμβατική γεωργία, πιστεύουν σε μεγαλύτερο ποσοστό ότι δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν να ασκούν τη γεωργία στο μέλλον με τον ίδιο τρόπο που κάνουν σήμερα. Το γεγονός αυτό αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τα αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει σημαντική μερίδα του γεωργικού πληθυσμού στη χώρα, και ειδικότερα γεωργών της συμβατικής γεωργίας (Μπούρμπος, 2010). 3.2 Κίνητρα και αντικίνητρα υιοθέτησης βιολογικής γεωργίας Στις ανθρωπιστικές επιστήμες ως κίνητρο ορίζεται μια ψυχική διεργασία που δημιουργεί ή οδηγεί σε μια ορισμένη συμπεριφορά ή τροποποιεί μια υπάρχουσα συμπεριφορά (Fairweather, 1999 Fairweather and Campbell, 1996). Γενικά, τα κίνητρα είναι ένας συνδυασμός εσωτερικής και εξωτερικής παρακίνησης και συνδέονται άμεσα με τα ενδιαφέροντα, τις στάσεις, τις προσδοκίες και τη ψυχοσύνθεση ενός ατόμου, απαντώντας στο απλοϊκό όσο και σύνθετο ερώτημα «γιατί κάποιος κάνει κάτι» (Πλατσίδου και Γωνιδά, 2005). Με βάση την ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας και λαμβάνοντας υπόψη τις προϋπάρχουσες έρευνες ειδικά στο συγκεκριμένο θέμα (Theocharopoulos et al., 2012 Cranfield et al., 2009 Koesling et al., 2008 Darnhofer et al., 2005), καθώς και τα συμπεράσματα της προηγηθείσας ποιοτικής έρευνας, το ερωτηματολόγιο επικεντρώθηκε σε 4 βασικούς παράγοντες που λειτουργούν ως κίνητρα ωθώντας τους γεωργούς του Κεφαλά στην επιλογή της βιολογικής γεωργίας (Πίνακας 4) και σε 4 παράγοντες που λειτουργούν ως αντικίνητρα αποτρέποντας τους γεωργούς του Φούφα από την εφαρμογή της (Πίνακας 6). Από τους συμμετέχοντες στην έρευνα και σε κάθε χωριό ξεχωριστά ζητήθηκε να αξιολογήσουν αυτούς τους παράγοντες, αποδίδοντάς τους τον 12

13 αντίστοιχο δείκτη σημασίας, σε μια πεντάβαθμη κλίμακα τύπου Likert πέντε σημείων (1: καθόλου σημαντικό, 2: λίγο σημαντικό, 3: μέτριας σημασίας, 4: σημαντικό, 5: πολύ σημαντικό). Καταγράφοντας τις συχνότητες των απαντήσεων στη συγκεκριμένη ερώτηση, στον Κεφαλά το σημαντικότερο κίνητρο το οποίο έχει ωθήσει τους παραγωγούς στην υιοθέτηση του αγροδιατροφικού συστήματος της βιολογικής γεωργίας είναι η πεποίθηση πως έτσι θα παράγουν ποιοτικότερα προϊόντα καθώς το 66,1% των ερωτηθέντων αξιολογεί το κίνητρο αυτό ως πολύ σημαντικό και το 30,6% ως σημαντικό (Πίνακας 4). Αξίζει να επισημανθεί ότι η πεποίθηση για την παραγωγή ποιοτικότερων προϊόντων έχει διαπιστωθεί και σε άλλες σχετικές έρευνες ότι λειτουργεί ως κίνητρο πρωταρχικής σημασίας για τους γεωργούς που ασκούν βιολογική γεωργία (Theocharopoulos et al., 2012 Koesling et al., 2008). Πίνακας 4. Κίνητρα υιοθέτησης βιολογικής γεωργίας στον Κεφαλά (συχνότητες και ποσοστά%) Α/Α 1 2 Κίνητρο έτσι θα παράγω ποιοτικότερα προϊόντα από ευαισθητοποίηση στο περιβάλλον Καθόλου σημαντικό Λίγο σημαντικό Μέτρια σημαντικό Σημαντικό Πολύ σημαντικό Σύνολο 0(0,0%) 0(0,0%) 2(3,2%) 19(30,6%) 41(66,1%) 62(100,0%) 0(0,0%) 0(0,0%) 4(6,3%) 28(45,2%) 30(48,4%) 62(100,0%) 2 προσδοκώ ένα καλύτερο εισόδημα 0(0,0%) 2(3,2%) 7(11,3%) 22(35,5%) 31(50,5%) 62(100,0%) 4 πιστεύω πως ταιριάζει στην περιοχή μου 5(8,1%) 7(11,3%) 3(4,8%) 19(33,6%) 28(45,2%) 62(100,0%) Επίσης, ένας ακόμη παράγοντας που λειτούργησε ως ισχυρό κίνητρο για την υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας στον Κεφαλά φαίνεται πως είναι η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των γεωργών αναφορικά με τα περιβαλλοντικά προβλήματα που έχει επιφέρει η βιομηχανοποιημένη γεωργία. Το 48,4% των ερωτηθέντων βιοκαλλιεργητών αξιολόγησε το κίνητρο αυτό ως πολύ σημαντικό και το 45,2% ως σημαντικό. Εξάλλου, αντίστοιχες επιστημονικές έρευνες στη σχετική βιβλιογραφία (Darnhofer, 2005 Cranfield et al., 2009) έχουν επισημάνει τις περιβαλλοντικές ευαισθησίες των γεωργών ως κίνητρο υιοθέτησης ενός βιολογικού αγροδιατροφικού συστήματος, στοιχείο το οποίο επιβεβαιώθηκε και στη συγκεκριμένη έρευνα. 13

14 Οι ερωτηθέντες παραγωγοί αξιολόγησαν ως σημαντικό και το οικονομικό κίνητρο καθώς η προσδοκία ενός καλύτερου εισοδήματος χαρακτηρίστηκε ως πολύ σημαντικό (50,5%) και ως σημαντικό (35,5%) κίνητρο υιοθέτησης της βιολογικής γεωργίας (Πίνακας 4). Η σημασία του οικονομικού κινήτρου όπως αντικατοπτρίζεται στη προσδοκία ενός καλύτερου εισοδήματος είναι ένα στοιχείο που επίσης επιβεβαιώνεται και από τη σχετική βιβλιογραφία (Padel, 2001 Nemes, 2009). Τέλος, η πεποίθηση πως η βιολογική γεωργία ταιριάζει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής, όπως για παράδειγμα οι κλιματικές και εδαφικές συνθήκες, η παράδοση και το ανθρώπινο δυναμικό, χαρακτηρίστηκε ως πολύ σημαντικό κίνητρο από το 45,2% και ως σημαντικό από το 33,6% των ερωτηθέντων βιοκαλλιεργητών. Από την άλλη, το κίνητρο αυτό αξιολογήθηκε ως λίγο σημαντικό από το 11,3% και ως καθόλου σημαντικό από το 8,1% των ερωτηθέντων (Πίνακας 4). Συμπερασματικά, σε επίπεδο κεντρικής τάσης η βαρύτητα των παραγόντων που λειτουργούν ως κίνητρα υιοθέτησης της βιολογικής γεωργίας καταγράφεται στον Πίνακα 5. Σε σειρά σημαντικότητας, ως πρώτο κίνητρο παρουσιάζεται η πεποίθηση για την παραγωγή ποιοτικότερων προϊόντων (Μ.Ο.=4,62, Τ.Α.=0,55,.Τ.=5), ως δεύτερο κίνητρο παρουσιάζεται η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των γεωργών αναφορικά με τα περιβαλλοντικά προβλήματα που έχει επιφέρει η βιομηχανοποιημένη γεωργία (Μ.Ο.=4,38, Τ.Α.=0,63,.Τ.=4), ως τρίτο κίνητρο η προσδοκία ενός καλύτερου εισοδήματος (Μ.Ο.=4,32, Τ.Α.=0,80,.Τ.=4) και ως τελευταίο κίνητρο η πεποίθηση πως η άσκηση της βιολογικής γεωργίας συνάδει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής τους (Μ.Ο.=3,93, Τ.Α.=1,30,.Τ.=4) (Πίνακας 5). Πίνακας 5. Κίνητρα υιοθέτησης βιολογικής γεωργίας στον Κεφαλά (μέτρα κεντρικής τάσης) α/α Κίνητρα Μέσος Τυπική ιάμεση όρος απόκλιση τιμή 1 Παραγωγή ποιοτικότερων προϊόντων 4,62 0,55 5 2 Περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση 4,38 0,63 4 3 Προσδοκία καλύτερου εισοδήματος 4,32 0,80 4 4 Πίστη ότι ταιριάζει στη περιοχή 3,93 1,30 4 14

15 Συνοψίζοντας, παρατηρείται ότι οι σημαντικότεροι παράγοντες που λειτούργησαν ως κίνητρα ωθώντας τους γεωργούς του Κεφαλά στην εφαρμογή της βιολογικής γεωργίας εντάσσονται σε τρείς κατηγορίες: ιδεολογικοί, περιβαλλοντικοί και οικονομικοί παράγοντες. Όπως καταγράφηκε αναλυτικότερα στο κεφάλαιο της βιβλιογραφικής ανασκόπησης, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες αυτές οι τρείς κατηγορίες παραγόντων είναι κατά βάση τα σημαντικότερα κίνητρα υιοθέτησης του αγροδιατροφικού συστήματος της βιολογικής γεωργίας (Cranfield et al., 2009 Darnhofer et al., 2005 Mc Cown, 2002 Regouin, 2002 Padel, 2001 Padel, 1994). Από την άλλη, στο Φούφα όπως αποτυπώνεται στις απαντήσεις των συμβατικών παραγωγών, ο σημαντικότερος παράγοντας που λειτουργεί ως αντικίνητρο για την μη άσκηση της βιολογικής γεωργίας φαίνεται να είναι η μη επαρκής γνώση του τρόπου και των ιδιαιτεροτήτων που χαρακτηρίζουν τη βιολογική παραγωγή, παράγοντα που χαρακτήρισαν ως σημαντικό το 32,4% και ως πολύ σημαντικό το 52,1% των ερωτηθέντων. ηλαδή, οι συμβατικοί παραγωγοί θεωρούν ότι δεν γνωρίζουν ενδελεχώς τις επιμέρους διαστάσεις της βιολογικής παραγωγής (Πίνακας 6). Το στοιχείο αυτό συνάδει και με ευρήματα άλλων αντίστοιχων ερευνών (Theocharopoulos et al, 2012 Cranfield et al, 2009 Regouin, 2002), σύμφωνα με τα οποία η μη επαρκής γνώση των γεωργών της συμβατικής γεωργίας για τη τεχνογνωσία και τις ιδιαιτερότητες της βιολογικής γεωργίας είναι ο σημαντικότερος ανασταλτικός παράγοντας για την υιοθέτηση ενός βιολογικού αγροδιατροφικού συστήματος (Πίνακας 6). Α/Α Πίνακας 6. Αντικίνητρα υιοθέτησης βιολογικής γεωργίας στο Φούφα (συχνότητες και ποσοστά %) Λόγοι μη άσκησης βιολογικής γεωργίας Καθόλου Λίγο Μέτρια Σημαντικός Πολύ Σύνολο 1 δε γνωρίζω τον τρόπο και τις ιδιαιτερότητες 2(2,8%) 3(4,2%) 6(8,5%) 23(32,4%) 37(52,1%) 71(100,0%) 2 δεν παρέχονται επαρκή κίνητρα (κράτος) 2(2,8%) 7(9,9%) 23(32,4%) 21(29,6%) 18(25,4%) 71(100,0%) 3 πιστεύω πως είναι ασύμφορη 3(4,2%) 20(28,2%) 27(40,8%) 14(19,7%) 5(7,0%) 71(100,0%) 4 είμαι ευχαριστημένος απ τη συμβατική 4(5,6%) 22(31,0%) 33(46,5%) 11(15,5%) 1(1,4%) 71(100,0%) Όπως προκύπτει δηλαδή από τις απαντήσεις των ίδιων των γεωργών, ακόμη και σήμερα, σε μια εποχή γνώσης και πληροφόρησης, υπάρχει σημαντικό έλλειμμα 15

16 αναφορικά με τη τεχνογνωσία και τις εξειδικευμένες γνώσεις που υπεισέρχονται στις διάφορες διαστάσεις της βιολογικής παραγωγής (Χαρατσάρη, 2011 Θεοχαρόπουλος, 2009). Το γεγονός αυτό, αν συνδυαστεί αφενός με το χαμηλό επίπεδο σπουδών των γεωργών και αφετέρου με τη μειωμένη συμμετοχή τους σε διαδικασίες συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης και δια βίου μάθησης καθιστά επιτακτική ανάγκη το σχεδιασμό μιας ολοκληρωμένης δέσμης ενεργειών στους τομείς της γεωργικής εκπαίδευσης, κατάρτισης και επιμόρφωσης (Κουλαουζίδης και Κουτσούρης, 2005). Επίσης, τη μη επαρκή παροχή κινήτρων από το κράτος για όσους θα ήθελαν να ακολουθήσουν πρακτικές βιολογικής γεωργίας, αξιολογούν ως πολύ σημαντικό αντικίνητρο το 25,4%, ως σημαντικό το 29,6% των παραγωγών της συμβατικής γεωργίας. ηλαδή, συνολικά το 55% των ερωτηθέντων γεωργών στο Φούφα θεωρεί τη μη παροχή επαρκών κινήτρων από το κράτος ως καίριας σημασίας ανασταλτικό παράγοντα για την υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας. Το στοιχείο αυτό χρήζει ιδιαίτερης ανάλυσης διότι κατά βάση, τα τελευταία χρόνια στη βιολογική γεωργία δίνονται κίνητρα, κυρίως οικονομικά με τη μορφή επιδοτήσεων της Ε.Ε. (Μπούρμπος, 2010 Γεωργούδης, 2008). Όπως προέκυψε από ποιοτική έρευνα εκ των υστέρων (Cohen et al., 2007 Robson, 2010) με τη διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων, αρκετοί γεωργοί θεωρούν ότι τα κίνητρα αυτά καθίστανται στη πράξη αναποτελεσματικά λόγω ανεπάρκειας υποδομών και έλλειψης της κατάλληλης νοοτροπίας, που θα επέτρεπαν την αξιοποίησή τους (Θεοδωρακέλης, 2011). Επίσης, σύμφωνα με τους ίδιους τους γεωργούς, τα όποια οικονομικά κίνητρα παρέχονται θα πρέπει να μη περιορίζονται μόνο στη παροχή επιδότησης αλλά να συνοδεύονται από διαρκή στήριξη του κράτους στις επιμέρους διαστάσεις της παραγωγής. Για παράδειγμα, κάποιοι από τους ερωτηθέντες παραγωγούς της συμβατικής γεωργίας ανέφεραν πως γνώριζαν περιπτώσεις συναδέλφων τους οι οποίοι εντάχθηκαν στη βιολογική γεωργία, έλαβαν τις προβλεπόμενες επιδοτήσεις, αλλά αντιμετώπισαν ανυπέρβλητες δυσκολίες στο επίπεδο της παραγωγής αυτής καθεαυτής στο χωράφι. Όπως διαπιστώθηκε δηλαδή από την εκ των υστέρων ποιοτική έρευνα, οι γεωργοί συνδέουν τη μη επαρκή παροχή κινήτρων από το κράτος, περισσότερο με την έλλειψη επίσημων υπηρεσιών συμβουλευτικής και υποστήριξης στις επιμέρους διαστάσεις της βιολογικής παραγωγής. 16

17 Επιστρέφοντας στην καταγραφή των παραγόντων που λειτουργούν ως αντικίνητρα για την υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας, η πεποίθηση ότι η βιολογική γεωργία είναι οικονομικά ασύμφορη αξιολογήθηκε ως μέτρια σημαντικό αντικίνητρο από το 40,8% και ως λίγο σημαντικό από το 28,2% των συμβατικών παραγωγών. Επίσης, η ικανοποίηση των γεωργών από την συμβατική γεωργία, δεν φαίνεται να λειτουργεί ως αντικίνητρο για πιθανή υιοθέτηση της βιολογικής, καθώς το 46,5% των ερωτηθέντων αξιολογεί ως μέτριας σημασίας αυτό τον παράγοντα (Πίνακας 6). Σε επίπεδο κεντρικής τάσης η βαρύτητα των παραγόντων που λειτουργούν ως αντικίνητρα υιοθέτησης της βιολογικής γεωργίας καταγράφεται στον Πίνακα 7. Σε σειρά σημαντικότητας, ως πρώτο αντικίνητρο παρουσιάζεται η μη επαρκής γνώση του τρόπου και των ιδιαιτεροτήτων της βιολογικής γεωργίας (Μ.Ο.=4,29, Τ.Α.=0,94,.Τ.=5) και ως δεύτερο αντικίνητρο παρουσιάζεται η μη επαρκής παροχή κινήτρων από το κράτος για όσους θα ήθελαν να ακολουθήσουν το σύστημα της βιολογικής γεωργίας (Μ.Ο.=3,71, Τ.Α.=1,02,.Τ.=4). α/α 1 Πίνακας 7. Αντικίνητρα υιοθέτησης βιολογικής γεωργίας στο Φούφα (μέτρα κεντρικής τάσης) Αντικίνητρα Μέσος Τυπική ιάμεση όρος απόκλιση τιμή Μη επαρκής γνώση του τρόπου και των ιδιαιτεροτήτων της βιολογικής 4,29 0,94 5 γεωργία 2 Μη επαρκής παροχή κινήτρων από το κράτος 3,71 1,02 4 3 Πεποίθηση πως η βιολογική γεωργία είναι οικονομικά ασύμφορη 2,94 0,98 3 4 Ευχαρίστηση από τη συμβατική 2.75 0,83 3 Ο τρίτος σε σειρά σπουδαιότητας παράγοντας που λειτουργεί για τους συμβατικούς παραγωγούς ως αντικίνητρο υιοθέτησης της βιολογικής γεωργίας είναι η πεποίθηση ότι η βιολογική γεωργία είναι οικονομικά ασύμφορη για έναν παραγωγό (Μ.Ο.=2,94, Τ.Α.=0,98,.Τ.=3). Ως τελευταίο αντικίνητρο ιεράρχησαν το 17

ότι είναι ήδη ικανοποιημένοι από τη συμβατική γεωργία (Μ.Ο.=2,75, Τ.Α.=0,83,.Τ.=3) (Πίνακας 7). 18 Συμπεράσματα Συζήτηση Στη συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης, τα συμπεράσματα τα οποία προέκυψαν από τη διερεύνηση των κινήτρων των γεωργών στις δυο περιοχές έρευνας συνάδουν σε μεγάλο βαθμό με συμπεράσματα αντίστοιχων ερευνών της επιστημονικής βιβλιογραφίας (Theocharopoulos et al., 2012 Nemes, 2009 Cranfield et al., 2009 Koesling et al., 2008 Fairweather, 1999). Πιο συγκεκριμένα, στον Κεφαλά οι σημαντικότεροι παράγοντες οι οποίοι έχουν ωθήσει τους γεωργούς στην υιοθέτηση ενός βιολογικού αγροδιατροφικού συστήματος είναι: η πεποίθηση πως έτσι θα παράγουν ποιοτικότερα προϊόντα, η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και η προσδοκία ενός καλύτερου εισοδήματος. ηλαδή, το συμπέρασμα που εξήχθη είναι ότι τα κίνητρα που έστρεψαν τους παραγωγούς στη βιολογική γεωργία είναι ιδεολογικά, περιβαλλοντικά καθώς και οικονομικά. Από την άλλη, για τους συμβατικούς παραγωγούς οι σημαντικότεροι παράγοντες που λειτουργούν ως αντικίνητρα για την άσκηση βιολογικής γεωργίας φαίνεται να είναι η μη επαρκής γνώση του τρόπου και των τεχνικών ιδιαιτεροτήτων που χαρακτηρίζουν τη βιολογική παραγωγή καθώς και η μη επαρκής παροχή κινήτρων από το κράτος. Το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα στην εποχή της πληροφόρησης και της γνώσης, ο πρωταρχικός παράγοντας που λειτουργεί ανασταλτικά προς την υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας είναι η ελλιπής γνώση γύρω από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις επιμέρους τεχνικές της, οδηγεί στο συμπέρασμα πως υπάρχει σοβαρό έλλειμμα στους τομείς της γεωργικής εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και κατάρτισης. Μάλιστα, είναι ενδεικτικό ότι αρκετοί νέοι βιοκαλλιεργητές στο μεταβατικό στάδιο μετατροπής της συμβατικής καλλιέργειας σε βιολογική είτε διαγράφονται από τους Οργανισμούς Ελέγχου είτε αποχωρούν οικειοθελώς μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις των κανονισμών που διέπουν τη βιολογική παραγωγή λόγω έλλειψης της σχετικής τεχνογνωσίας (Σπυροπούλου, 2010). Κατ επέκταση, επιβεβαιώνεται η έλλειψη ενός αποτελεσματικού συστήματος Γεωργικών Εφαρμογών, που να λειτουργεί ως ολοκληρωμένο σύστημα μεταφοράς τεχνογνωσίας και διάχυσης γνώσης και πληροφόρησης στο γεωργικό πληθυσμό, συμπέρασμα το οποίο τα τελευταία χρόνια έχουν συνάγει και 18

19 άλλες αντίστοιχες μελέτες στον αγροτικό χώρο (Ελευθεροχωρινός, 2013 Χαρατσάρη, 2011 Κουλαουζίδης και Κουτσούρης, 2005 Κουτσούρης, 2004). Αναφορικά με τη μη επαρκή παροχή κινήτρων από το κράτος, όπως προέκυψε από ποιοτική έρευνα εκ των υστέρων (Cohen et al., 2007 Robson, 2010) με τη διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων, οι γεωργοί οι οποίοι θεωρούν το συγκεκριμένο παράγοντα ως αντικίνητρο εστιάζουν την απάντησή τους όχι τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο σε επίπεδο παροχής κινήτρων με τη μορφή διαρκούς συμβουλευτικής και τεχνικής υποστήριξης καθώς και απλούστευσης συγκεκριμένων διαδικασιών. Στην Ελλάδα, η στήριξη του κράτους στην ανάπτυξη και εδραίωση της βιολογικής γεωργίας προσδιορίστηκε εν πολλοίς από διογκωμένες γραφειοκρατικές διαδικασίες αναφορικά με την ένταξη των βιοκαλλιεργητών στο σύστημα ελέγχου και πιστοποίησης και στα προγράμματα επιδοτήσεων καθώς και από ελλιπή διάχυση πληροφόρησης στους παραγωγούς (Σπυροπούλου, 2010 Σγούρος, 2013). Παράλληλα, διερευνώντας το βαθμό συμφωνίας των γεωργών με μια σειρά προκαθορισμένων δηλώσεων - προτάσεων, εξήχθησαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Πιο συγκεκριμένα, οι βιοκαλλιεργητές θεωρούν σε μεγάλο βαθμό ότι η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα μπορεί να συμβαδίζει με την προστασία του περιβάλλοντος, σε αντίθεση με τους ασκούντες συμβατική γεωργία που διατυπώνουν επιφυλάξεις ως προς αυτό. Επίσης, οι συμβατικοί γεωργοί σε αντίθεση με τους βιοκαλλιεργητές, δηλώνουν ότι στο χωριό τους υπάρχουν περιβαλλοντικά προβλήματα από την άσκηση της γεωργίας. Ένα αξιοσημείωτο συμπέρασμα που προέκυψε αφορά την καθολική πεποίθηση των ασκούντων βιολογική γεωργία (95,2%), ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας, όπως για παράδειγμα έδαφος, κλιματικές συνθήκες, μεγάλο εύρος καλλιεργητικής περιόδου, παράδοση, ευνοούν τη παραγωγή βιολογικών προϊόντων, πεποίθηση την οποία, σε ένα μεγάλο ποσοστό (57,7%) ενστερνίζονται και οι συμβατικοί παραγωγοί. Αξίζει να επισημανθεί ότι τη συγκεκριμένη άποψη τα τελευταία χρόνια έχουν εκφράσει αρκετές έρευνες και μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στο αγροτικό χώρο (Μπούρμπος, 2010 Μυγδάκος κ.ά., 2009 ασκαλοπούλου κ.ά., 2006 αουτόπουλος, 2005 Καμπουράκης, 2003 Πάντζιος κ.ά., 2000). Όπως διαπιστώθηκε από τη συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης, την άποψη αυτή συμμερίζονται όχι μόνο όσοι 19

20 παραγωγοί οι οποίοι ήδη μετέτρεψαν τις καλλιέργειές τους σε βιολογικές, αλλά και όσοι εξακολουθούν να παράγουν με το συμβατικό τρόπο. Σχετικά με την πεποίθηση για την οικονομική βιωσιμότητα της βιολογικής γεωργίας, το συμπέρασμα που εξήχθη είναι ότι οι ερωτηθέντες οι οποίοι ήδη ασκούν βιολογική γεωργία στον Κεφαλά, συμφωνούν απλά ή συμφωνούν πολύ σε ποσοστό 52,4% με την παραπάνω δήλωση ενώ οι συμβατικοί γεωργοί στη συντριπτική τους πλειονότητα (80,3%) δηλώνουν πως ούτε συμφωνούν αλλά ούτε και διαφωνούν με αυτή τη δήλωση, εκφράζοντας έτσι κατά κάποιο τρόπο την έλλειψη πληροφόρησής τους για τα οικονομικά δεδομένα της βιολογικής γεωργίας. Αναφορικά με την ύπαρξη καταναλωτικού ενδιαφέροντος για τα βιολογικά προϊόντα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως διαπιστώθηκε είναι κοινή η πεποίθηση παραγωγών συμβατικής και βιολογικής γεωργίας, πως το ενδιαφέρον είναι μεγαλύτερο στη διεθνή απ ότι στην εγχώρια αγορά. ηλαδή, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή όπου η εγχώρια καταναλωτική ζήτηση έχει μειωθεί κατακόρυφα ως απόρροια της χρηματοοικονομικής δυσπραγίας (Σγούρος, 2013 Καρανικόλας και Μαρτίνος, 2012), οι παραγωγοί πιστεύουν ότι οι αγορές του εξωτερικού καθίστανται πιο ελκυστικές και προσοδοφόρες, μιας που λόγω συνθηκών παρουσιάζουν μεγαλύτερο αγοραστικό ενδιαφέρον σε σύγκριση με την ασθμαίνουσα εγχώρια αγορά. Η συγκεκριμένη πεποίθηση των παραγωγών συνάδει και με τη προσπάθεια, σε επίπεδο κρατικής πολιτικής, μιας στοχευμένης διείσδυσης ελληνικών αγροτικών προϊόντων σε ισχυρά διεθνή δίκτυα διανομής, καθώς και με την αποτελεσματική προώθηση-προβολή των ελληνικών αγροδιατροφικών προϊόντων σε δυναμικές αγορές-στόχους (Τσαυτάρης, 2012). Η αναγκαιότητα εξωστρέφειας των ελληνικών ποιοτικών αγροτικών προϊόντων, ιδιαίτερα τη σημερινή εποχή, προβάλλει όχι μόνο ως εναλλακτική λύση αλλά και ως αδήριτη ανάγκη (Κασίμης, 2013 Σγούρος, 2013). Επίσης, υπάρχει πλήρης ταύτιση απόψεων ανάμεσα στους γεωργούς των δυο περιοχών έρευνας αναφορικά με τις συνθήκες του γεωργικού επαγγέλματος, οι οποίες σύμφωνα με τους ίδιους τους παραγωγούς αμφότερων των περιοχών έρευνας, γίνονται κάθε χρόνο και πιο δύσκολες. Επιπρόσθετα, προβληματισμένοι εμφανίζονται οι γεωργοί των δυο χωριών αναφορικά με το αν θα μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν τη γεωργία στο μέλλον ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως σήμερα, ένας προβληματισμός που παρουσιάζεται πιο έντονος ανάμεσα στους συμβατικούς παραγωγούς. 20

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ Ελληνόγλωσσες 21 Ανθοπούλου, Θ. (2004). Η ανάδειξη της αγροτικής κληρονομιάς και η καινοτομία ως στοιχεία της χωροτοπικής ανάπτυξης: η περίπτωση των ιδιότυπων αγροδιατροφικών προϊόντων στο: Η ανάπτυξη σε μια πολυλειτουργική ύπαιθρο. Αθήνα: Gutenberg Γεωργούδης, Α. (2008). Πρέπει να επιστρέψουμε στις βασικές αξίες της γεωργίας και της κτηνοτροφίας Συνέντευξη στο: http://www.paseges.gr (τελευταία ανάκτηση 24.12.2008) αουτόπουλος, Γ. (2005). Τοπική Ανάπτυξη. Έ Έκδοση Θεσσαλονίκη: Έκδοση Ιδίου ασκαλοπούλου, Α., Γιούργα, Χ. Λούμου, Α. και Θ. άντσης, Θ. (2006). Κίνητρα ενασχόλησης με τη βιολογική γεωργία: Η περίπτωση των βιοκαλλιεργητών στους Νομούς Λάρισας, Μαγνησίας-Φθιώτιδας. Εισήγηση στο 6ο Συνέδριο της ΕΤΑΓΡΟ Ελευθεροχωρινός, Η. (2013). Αειφορία και Αγροτική Ανάπτυξη. Εισήγηση στο 10 ο Συνέδριο ΣΒΙΒΕ. Βιοκαύσιμα: με το βλέμμα στραμμένο στο 2020. Αθήνα 21/3/2013 Θεοδωρακέλης, Γ. (2011). Νέοι αγρότες και βιολογική γεωργία. Ομιλία στο 18 ο Πανελλήνιο Συνέδριο νέων αγροτών. Μεστά Χίου, 9-11 Σεπ 2011 Θεοχαρόπουλος, Α. (2009). Οικονομική και Περιβαλλοντική Ανάλυση Εναλλακτικών Μορφών Γεωργίας. ιδακτορική ιατριβή. Γεωπονική Σχολή. Α.Π.Θ. Ιωαννίδου, Μ. (2009). ιερεύνηση των στάσεων της συμπεριφοράς και του επιπέδου γνώσεων των εθελοντών αιμοδοτών σε σχέση με την εθελοντική αιμοδοσία. ιδακτορική ιατριβή. Ιατρική Σχολή. Α.Π.Θ. Καμπουράκης, Α. (2003). Προϋποθέσεις ανάπτυξης της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας στην Ελλάδα: Ο ρόλος της έρευνας στο Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε), Εισήγηση στο 14ο συνέδριο του Πανελλήνιου ικτύου Οικολογικών Οργανώσεων Βιολογική Γεωργία και Βιολογική Κτηνοτροφία. 8-10 Νοεμβρίου, 2002. Λάρισα: Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας. Καρανικόλας, Π. και Μαρτίνος, Ν. (2012). Η ελληνική γεωργία μπροστά στην κρίση: προβλήματα και προοπτικές. Νέος Λόγιος Ερμής. τ2.σ15-25. διαθέσιμο στο: (http://ardin-rixi.gr/(τελευταία ανάκτηση 8/01/2013) Κασίμης, Χ. (2013). «Η πολιτική δεν έδωσε σημασία στη γεωργία». Συνέντευξη στη Νέα Εποχή 17/2/2013. ιαθέσιμο στο: http://www.epohi.gr/portal (τελευταία ανάκτηση: 15/4/2013) Κορρές, Κ. (2011). Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας: Ποσοτικές Ερευνητικές Προσεγγίσεις. Αθήνα: ΑΣΠΑΙΤΕ 21

22 Κουλαουζίδης, Γ. και Κουτσούρης, Α. (2005). Άξονες εκπαιδευτικού σχεδιασμού γεωργικής εκπαίδευσης ενηλίκων σε μια εποχή περιβαλλοντικής αβεβαιότητας. Εκπαίδευση Ενηλίκων.τ6.σσ22-29 Κουτσούρης, Α. (2004). Ο αδύναμος κρίκος της αγροτικής ανάπτυξης: Συμμετοχικές διαδικασίες στο αγροτικό σύστημα γνώσης και πληροφόρησης, στο: Η ανάπτυξη σε μια πολυλειτουργική ύπαιθρο. Αθήνα: Gutenberg Μαλκίδης, Φ. (2002). Προσαρμογή και συγκρότηση της αγροτικής κοινωνίας στο ελλαδικό κράτος. Αθήνα. Γόρδιος Μπούρμπος, Ε. (2010). Βιολογική γεωργία: η μόνη πρόταση πράσινης αγροτικής ανάπτυξης Περιοδικό ΗΩ. τ53.ιανουάριος 2010.σσ8-10 Μυγδάκος, Ε., Ρεζίτης, Α. και Ζώζουλα, Μ.(2009). Σύγκριση Βιολογικής και Συμβατικής Καλλιέργεια Ντομάτας, Οικονομικότητα και Τεχνική Αποτελεσματικότητα. Επιθεώρηση Οικονομικών Επιστημών τ15.(2009).σ169-186 Πάντζιος Χ., Τζουβελέκας Β. και Χ. Φωτόπουλος, (2000). Συγκριτικό κόστος παραγωγή βασικών ελληνικών βιοκαλλιεργειών, σε: Φωτόπουλος Χ., Το παραγωγικό σύστημα της βιολογικής γεωργίας ως εναλλακτική λύση για την ανάπτυξη της ελληνικής υπαίθρου, Εκδόσεις ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. Παπαστάμκος, Γ. (2012). Το πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας των Ελλήνων γεωργών. στο: http://www.papastamkos.gr (τελευταία ανάκτηση: 23/12/2012) Πλατσίδου, Μ. και Γωνιδά, Ε. (2005). Θεωρίες κινήτρων στον εργασιακό χώρο. στο: Καψάλης, Α. (2005). Οργάνωση και ιοίκηση Σχολικών Μονάδων. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας Πολυράκης, Γ. (2003). Περιβαλλοντική Γεωργία. Αθήνα: Εκδόσεις Ψύχαλου Πουρκός, Μ. και αφέρμος, Μ. (επιμ.) (2010). Ποιοτική Έρευνα στις Κοινωνικές Επιστήμες: Θεωρητική και Ιστορική Οριοθέτηση του Πεδίου, στο Μ. Πουρκός & Μ. αφέρμος (επιμ.), Ποιοτική έρευνα στις κοινωνικές επιστήμες: επιστημολογικά, μεθοδολογικά και ηθικά ζητήματα (σελ.21-59). Αθήνα: Τόπος Σέμος, Α. (2011). Η πολιτική επέκτασης της βιολογικής γεωργίας στην Ελλάδα: προοπτικές και οφέλη για τους παραγωγούς. ιαθέσιμο στο: http://www.diavouleusi.eliamep.gr/agriculture (τελευταία ανάκτηση:8/3/2012) Σγούρος, Σ. (2013). Εξαγωγές ελληνικών βιολογικών προϊόντων. ιαθέσιμο στο http://www.dionet.gr/ (τελευταία ανάκτηση: 12/3/2013) Σπυροπούλου, Ε. (2010). Το δίκτυο της βιολογικής γεωργίας στα πλαίσια της νέας πολιτικής για την ανάπτυξη της υπαίθρου: η περίπτωση της Ελλάδας. Μεταπτυχιακή ιατριβή. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης 22

Τσαυτάρης, Α. (2012). Νέο εθνικό παραγωγικό μοντέλο με πυλώνα τη γεωργία. Ομιλία στην ολομέλεια της Βουλής. 8/7/2012. http://www.hellenicparliament.gr/ (τελευταία ανάκτηση: 23/11/2012) 23 Τσιούρης, Σ. (2001). Θέματα Προστασίας Περιβάλλοντος. Θεσσαλονίκη: Γαρταγάνης Χαρατσάρη, Χ. (2011). ιερεύνηση των εκπαιδευτικών αναγκών παραγωγών προϊόντων βιολογικής καλλιέργειας, ολοκληρωμένης διαχείρισης και συμβατικής γεωργίας στη Κεντρική Μακεδονία. ιδακτορική ιατριβή. Γεωπονική Σχολή. ΑΠΘ Ψυχουδάκης, Α. (2009). Εναλλακτικές αλλά ποιες; Ποιο το μέλλον της γεωργίας μας; Ελευθεροτυπία. Σφάλμα! Η αναφορά της υπερ-σύνδεσης δεν είναι έγκυρη. ανάκτηση: 31/1/2009) Ξενόγλωσσες Breckler, S. and Wiggins, E. (1992). On defining attitude and attitude theory: Once more with feeling. In A.R.Praktanis, S.J. Breckler and A.C.Green wald (eds.),242 Attitude structure and fuction.pp.407-427 Cohen, L., Manion, L. and Morrison, K. (2007). Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας (μεταφρ. Κυρανάκης). Αθήνα: Μεταίχμιο Cramer, H. (1999). Mathematical Methods of Statistics. Princeton University Press Cranfield, J., Henson, S., and Holliday, J. (2009). The motives, benefits, and problems of conversion to organic production Agriculture and Human Values. vol27.pp291 306 Darnhofer, I., Schneeberger, W., Freyer, B.. (2005). Converting or not converting to Organic farming in Austria: Farmer types and their rationale. Agriculture and Human Values.vol22.1.pp39-52 Fairweather, J. (1999). Understanding how farmers choose between organic and conventional production: Results from New Zealand and policy implications. Agriculture and Human Values vol16 (1).pp51 63 Fairweather, J. and Campbell, Η. (1996). The decision making of organic and conventional agricultural producers. Lincoln University. Agribusiness and Economics Research Unit Hatfield, J. (2005). The Farmer s Decision: Balancing Economic Agriculture Production with Environmental Quality. Ankeny IA (www.nal.usda.gov) Javeau, C. (1996). Η Έρευνα με ερωτηματολόγιο. Το εγχειρίδιο του καλού ερευνητή 23

(μεταφρ. Τζώρτζη). Αθήνα: Τυπωθήτω 24 Koesling, M., Flaten, O.and Lien, G. (2008). Factors influencing the conversion to organic farming in Norway. Agricultural Resources, Governance and Ecology. vol.7.pp78 95 Lanfranchi, Μ. (2012). Economy of Globalization and Market Crisis: What Solution for the Agricultural Sector. Hector Cuadra-Montiel Lietz, P. (2009). Research into questionnaire design. A summary of the literature International Journal of Marketing Research. vol52.pp249-272 Lin, J. and Martin, W. (2010). The Financial Crisis and its Impact on Global Agriculture The World Bank, Policy Research Working Paper. September 2010 Mason, J. (2003). Η ιεξαγωγή της Ποιοτικής Έρευνας (μεταφρ.κυριαζή) 5 η Έκδοση Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα Maxwell, D. and Sheate, W. (2006). Enabling Sustainable Development Through Sustainable Consumption and Production. International Journal of Environment and Sustainable Development vol.5.n3.pp221-239 Nemes, N. (2009). Comparative Analysis of Organic and Non-Organic Farming Systems: A Critical assessment of farm profitability. FAO publication, Rome, June 2009 Padel, S. (2001). Conversion to organic farming: A typical example of the diffusion of an innovation Sociologia Ruralis.vol 4.pp40-61 Padel, S. (1994). Adoption of organic farming as an example of the diffusion of an innovation, Centre for Organic Husbandry and Agroecology. University of Wales, Discussion Paper 94/1. Richie, J. and Lewis, J. (2003). Qualitative Research Practice. A guide for social science students and researchers London: Sage Publications Robson, C. (2010). Η Έρευνα του πραγματικού κόσμου (μεταφρ.νταλάκου-βασιλικού) 2 η Έκδοση Αθήνα: Gutenberg Rockwood, T., Sangster, R. and Dillman, D. (1997). The effects of response categories on questionnaire answers: context and mode effects. Sociological Methods and Research.vol26.pp118-140 Theocharopoulos, A., Melfou, K. and Papanagiotou, E. (2012). Analysis Of Decision Making Process For The Adoption Of Sustainable Farming Systems: The Case Of Peach Farmers In Greece. American-Eurasian Journal of Sustainable Agriculture.vol6.n1.pp24-32 Warner, D. (2007). Agroecology in Action: Extending Alternative Agriculture 24