ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑ ΑΣ ΗΜΕΡΙ Α «ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΙΣΤΟ» Εισηγητής:. Χαρίσης, Πρόεδρος Βιοτεχνικού Επιµελητηρίου Αθηνών Τίτλος: «Οι Μικροµεσαίες Μεταποιητικές Επιχειρήσεις στην Αττική» Αθήνα, 9 Νοεµβρίου 2004
2 Κυρίες και Κύριοι, Το Βιοτεχνικό Επιµελητήριο Αθήνας εκπροσωπεί 45.000 µικροµεσαίες µεταποιητικές επιχειρήσεις οι οποίες λειτουργούν στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και αποτελούν το 1/3 του συνολικού αριθµού των ΜΜΕ της χώρας. Βέβαια οι ΜΜΕ είναι η παραγωγική µας βάση αφού συνιστούν το 98% του συνόλου των επιχειρήσεων του µεταποιητικού τοµέα. Η επιλογή χώρου εγκατάστασης για τις επιχειρήσεις αποτελεί πρώτη και βασική παράµετρο για την ύπαρξή τους, την ανάπτυξη και εκσυγχρονισµό τους. Η επιλογή αυτή δεν µπορεί και δεν είναι αυθαίρετη αλλά πρέπει να ακολουθεί το πλαίσιο των χωροταξικών-πολεοδοµικών ρυθµίσεων για την οργάνωση της πόλης και το καθεστώς ίδρυσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων. Ωστόσο είναι γεγονός ότι στην Αττική δεν υπήρξε στο παρελθόν πολιτική χωροθέτησης των ΜΜΕ αφού το ρυθµιστικό πλαίσιο κινιόταν στη λογική της τακτοποίησης και των απαγορεύσεων. Έτσι έχουµε οδηγηθεί στο εξής παράδοξο φαινόµενο στη χώρα µας (πρωτοτυπώντας θα έλεγα ανάµεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Έχουµε ένα µεγάλο αριθµό µεταποιητικών επιχειρήσεων που λειτουργούν «παράνοµα». εν συµφωνούµε µε τον όρο. Προτιµούµε τον όρο «χωρίς άδεια λειτουργίας» γιατί οι επιχειρήσεις αυτές είναι νόµιµες σε όλες τις άλλες υποχρεώσεις τους προς τις αρχές (φορολογικές, ασφαλιστικές κτλ) αλλά λειτουργούν χωρίς άδεια λειτουργίας ή καθ υπέρβαση αυτής. Οι αρµόδιες Υπηρεσίες, οι κοινωνικοί φορείς όλοι µας πάντα γνωρίζαµε. Η ανοχή της Πολιτείας ή αν θέλετε η συνεχής αναβολή αντιµετώπισης του θέµατος έχει αιτιολόγηση. Από τη µιας πλευρά οι µεταποιητικές επιχειρήσεις συνεισφέρουν το οικονοµικό γίγνεσθαι και είναι πηγή απασχόλησης. Από την άλλη ως χώρα αποτύχαµε ως τώρα να έχουµε χωροταξικό και πολεοδοµικό σχεδιασµό σε επίπεδο περιφέρειας, νοµού, δήµου, γειτονιάς. Πρώτα διαµορφώνονται οι καταστάσεις και ακολουθεί (εάν ακολουθήσει) ο σχεδιασµός. Χαρακτηριστικό παράδειγµα η οριοθέτηση ζωνών µε το Π.. 84/1984, η εγκατάσταση στη συνέχεια όπως-όπως επιχειρήσεων και στη συνέχεια η αντιµετώπιση τεράστιων δυσκολιών για την πολεοδόµησή τους. Εν πάσει περιπτώσει µετά από χρόνιες προσπάθειες έχουµε το νέο νοµικό πλαίσιο για τη Βιώσιµη Ανάπτυξη της Αττικής (Ν. 2965/2001) και νέες περιβαλλοντικές ρυθµίσεις που θέτουν σε διαφοροποιηµένη βάση τους όρους και προϋποθέσεις εγκατάστασης και λειτουργίας των µεταποιητικών επιχειρήσεων, βελτιώνοντας ή απαλείφοντας αδυναµίες και προβλήµατα. Υπάρχουν όµως σοβαροί προβληµατισµοί για την εφικτότητα εφαρµογής του και κατά συνέπεια αντιµετώπισης του προβλήµατος των παράνοµων δραστηριοτήτων, λόγω της υστέρησης σε υποδοµές, σε υποστηρικτικές πολιτικές και κίνητρα για τις ΜΜΕ αλλά κυρίως γιατί η αυξηµένη (όπως πρέπει άλλωστε) βαρύτητα των πολεοδοµικών-χωροταξικών-περιβαλλοντικών παραµέτρων και ο σχεδιασµός στον αστικό χώρο υπερσκιάζει αντί να ακολουθηθεί παράλληλη πορεία µε στρατηγικές ανάπτυξης των επιχειρήσεων.
3 Αναλύοντας στη συνέχεια τα κυριότερα προβλήµατα που έχουν οδηγήσει σε παράνοµη λειτουργία σηµαντικό αριθµό επιχειρήσεων, θα ήθελα να παραθέσω παράλληλα και τις προτάσεις του ΒΕΑ για την αντιµετώπισή τους. 1. Χωροθέτηση ΜΜΕ Υποδοµές Κεντρικός στόχος του νέου νοµικού πλαισίου για την εγκατάσταση-λειτουργία των µεταποιητικών µονάδων στην Αττική είναι η συγκέντρωσή τους (πλην των εργαστηρίων χαµηλής όχλησης) σε ζώνες ΒΙΟΠΑ-ΒΙΠΑ χωροθετηµένες από Γενικά Πολεοδοµικά Σχέδια ή Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου ή το Π.. 84/84. Ο στόχος είναι θεµιτός και επιδιωκόµενος από όλους, είτε ως πολίτες είτε ως επιχειρηµατίες αφού οι ζώνες προορίζονται να παρέχουν αναγκαίες προϋποθέσεις λειτουργίας και υποδοµές. Όµως η εγκατάσταση και λειτουργία νέων βιοτεχνικών επιχειρήσεων ή η µετεγκατάσταση ήδη λειτουργούντων σε ζώνες βιοµηχανίας-βιοτεχνίας της Αττικής είναι πρακτικά ανέφικτη για τους εξής λόγους: Οι ζώνες σχεδόν στην πλειοψηφία τους είναι εκτός σχεδίου και δεν προχωρά η πολεοδόµηση τους, πόσο µάλλον η οργάνωσή τους. Έλλειψη κινήτρων εγκατάστασης-µετεγκατάστασης µεταποιητικών µονάδων στα ΒΙΟΠΑ, όπου οι αξίες γης είναι απαγορευτικές και οι αρτιότητες µεγάλες αφού δοµούνται ως εκτός σχεδίου περιοχές. Οι απαγορευτικές αξίες γης έχουν ως συνέπεια να εγκαθίστανται στις περιοχές αυτές επιχειρήσεις εµπορίου και υπηρεσιών, δραστηριότητες που συχνά δεν επιτρέπονται ως χρήσεις στις ζώνες αυτές. Η ρύθµιση του άρθρου 17 του Ν. 2965/2001 για µείωση της αρτιότητας στα 2.000 τ.µ., παρότι βελτιώνει τις δυνατότητες των επιχειρήσεων για εγκατάσταση στις περιοχές αυτές, σε καµία περίπτωση δε λύνει το πρόβληµα. Οργανωµένα ΒΙΟΠΑ, κατά το Ν. 2545/97 περί «ΒΕΠΕ», µε φορέα διαχείρισης πλην των περιπτώσεων των Ανω Λιοσίων (που ακόµη δεν έχει ολοκληρωθεί) και του ΒΙΟΠΑ Σχιστού, δεν υπάρχουν. Είναι προφανές ότι όσο οι ζώνες δεν πολεοδοµούνται, µε την απαιτούµενη αρτιότητα και τις αξίες γης όπως έχουν διαµορφωθεί, οι Μ.Μ.Ε είναι αδύνατο να µπορέσουν να εγκατασταθούν ή µετεγκατασταθούν σε αυτές. Απαιτείται λοιπόν άµεσα να ξεκινήσει η πολεοδόµηση των περιοχών ΕΜ, ΕΟ, ΒΙΟΠΑ, ΒΙΠΑ και να υπάρξουν κίνητρα προς τις βιοτεχνικές επιχειρήσεις να µετεγκατασταθούν σε αυτές, είτε πρόκειται για υποχρεωτική µετεγκατάσταση ή επιλογή τους, είτε πρόκειται για νεοϊδρυόµενες επιχειρήσεις. Είναι επίσης γνωστό ότι οι λόγοι της µη πολεοδόµησης των ζωνών είναι οι πολύπλοκεςγραφειοκρατικές διαδικασίες για την ανάθεση-έγκριση των πολεοδοµικών µελετών και υλοποίηση των
4 πράξεων εφαρµογής καθώς και η µη ύπαρξη ενδιαφέροντος από τους ήµους να αναλάβουν τις διαδικασίες για τις ζώνες που είναι στα όριά τους. εδοµένου ότι θα πρέπει να προχωρήσει η πολεοδόµηση των ζωνών προτείνουµε: Να υπάρξει σαφής πολιτική βούληση και πρωτοβουλία του ΥΠΕΧΩ Ε και ΥΠΑΝ για την χρηµατοδότηση και ανάθεση των πολεοδοµικών µελετών και παράλληλα ενεργοποίηση των ΟΤΑ για την υποστήριξη των διαδικασιών. Να εξεταστούν τρόποι περιορισµού των πολύπλοκων διαδικασιών καθώς και τη πραγµατοποίηση της πολεοδόµησης σε 2 φάσεις (άµεση σε επίπεδο µεγάλων οικοδοµικών τετραγώνων για τη δηµιουργία βασικών υποδοµών και ολοκληρωµένη σε 2 στάδιο). 2. Χρήσεις γης α) Οι χρήσεις γης στους περισσότερους ήµους έχουν καθοριστεί µε βάση το Π.. 84/1984 όσον αφορά τις µεταποιητικές δραστηριότητες. εδοµένου ότι το Π.. 84/1984 έχει καταργηθεί, αλλά και από το πνεύµα των διατάξεων του άρθρου 7 του Ν. 2965/2001 για τις αλλαγές χρήσεων γης, προκύπτει σοβαρό θέµα επαναθεώρησης των επιτρεπόµενων δραστηριοτήτων. Απαιτείται δηλαδή νοµική επεξεργασία αλλά και εξέταση ουσιαστική του θέµατος αφού οι προηγούµενες ρυθµίσεις είναι δυσµενέστερες των ισχυουσών ρυθµίσεων, ώστε να υπάρξει ενιαία εφαρµογή του Ν. 2965/2001 στην Αττική, σύµφωνα µε τη φιλοσοφία και τους στόχους που έχουν τεθεί από το νοµικό αυτό πλαίσιο. β) Σύµφωνα µε το άρθρο 7 του Ν. 2965/2001 - Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης γης και εφόσον από τις διατάξεις υποχρεούνται να αποµακρυνθούν µεταποιητικές επιχειρήσεις, αυτές θα πρέπει να αποµακρύνονται εντός δωδεκαετίας και να µετεγκαθίστανται σε χωροθετηµένες περιοχές. - Όταν απαιτείται αποµάκρυνση επιχειρήσεων ή περιορισµοί των επιτρεπόµενων προς ίδρυση δραστηριοτήτων τότε για την έκδοση της σχετικής απόφασης απαιτείται «γνωµοδότηση» του Υπουργείου Ανάπτυξης, η οποία εκδίδεται εντός τριµήνου. Εδώ πρέπει να σηµειωθεί ότι σύµφωνα µε σχέδιο Νόµου του ΥΠΑΝ απαιτείται η σύµφωνη γνώµη. Όσον αφορά τα Πολεοδοµικά ιατάγµατα που προωθούνται από το ΥΠΕΧΩ Ε, οι διαδικασίες γνωµοδότησης του ΥΠ.ΑΝ. και η κατεύθυνση να ακολουθείται η φιλοσοφία του Ν. 2965/2001 µπορούν να τηρηθούν. Όταν όµως οι αλλαγές χρήσεων γης προωθούνται από ήµους και εγκρίνονται µε αποφάσεις σε επίπεδο Νοµαρχίας ή Περιφέρειας, υπάρχει σοβαρό πρόβληµα. Θεωρείται θεµιτό δικαίωµα των ήµων να ορίζουν τις χρήσεις που επιθυµούν, χρειάζονται όµως ασφαλιστικές δικλείδες και µηχανισµοί που θα αποτρέπουν αφ ενός φαινόµενα αναιτιολόγητων και αυθαίρετων αλλαγών στις
5 χρήσεις γης, αφετέρου να γίνει σαφές ότι πρωταρχικός στόχος είναι η τήρηση των κατευθύνσεων του Ν. 2965/2001. Παράλληλα, ένα ιδιαίτερα σοβαρό πρόβληµα για πολλές περιοχές της Αττικής είναι το αντιφατικό πλαίσιο που έχει δηµιουργηθεί για τις χρήσεις γης, τους απαιτούµενους παραγωγικούς χώρους, χρήση ισογείου-ορόφων, µεταβίβαση αδειών κτλ. από πολεοδοµικές διατάξεις, υγειονοµικούς κανονισµούς, τροποποιήσεις Γ.Π.Σ. που ρυθµίζονται αποσπασµατικά οδηγώντας σε πανσπερµία αλληλοεπικαλυπτόµενων και αλληλο-συγκρουόµενων νόµων και διατάξεων. Θα πρέπει να ξεκαθαριστούν οριστικά τα θέµατα αυτά. 3. Προβλήµατα εφαρµογής του Ν. 2965/2001 και του Ν. 2516/97 Προτάσεις Το Υπουργείο Ανάπτυξης και ειδικότερα η Γενική Γραµµατεία Βιοµηχανίας κατάρτισε πρόταση για την απλοποίηση του θεσµικού πλαισίου αδειοδότησης των µεταποιητικών επιχειρήσεων την οποία το Υπουργείο έθεσε σε δηµόσια ιαβούλευση, διαδικασία που έχει ολοκληρωθεί. Η πρόταση που αφορά τροποποιήσεις των Ν. 2516/97 και Ν. 2965/2001. Το ΒΕΑ θεωρεί ότι είναι σε θετική κατεύθυνση οι αλλαγές, αφού απλοποιούνται δικαιολογητικά και επιλύονται θέµατα τα οποία εµπόδιζαν τις επιχειρήσεις, κυρίως δε τις µικρότερες µονάδες να εφοδιαστούν µε άδεια λειτουργίας. Οι απόψεις-προτάσεις του ΒΕΑ για το σχέδιο της πρότασης είναι: 1. Βασική παράµετρος για την επίτευξη αποτελεσµατικής διαδικασίας χορήγησης αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας είναι η αναδιοργάνωση των Νοµαρχιακών Υπηρεσιών Βιοµηχανίας έτσι ώστε κάθε επιχείρηση να εφοδιάζεται µε µία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας που θα διεκπεραιώνεται από µία υπηρεσία. Για το σκοπό αυτό οι προτάσεις αναδιοργάνωσης θα πρέπει να προχωρήσουν άµεσα, καθώς και η έκδοση των κοινών Υπουργικών Αποφάσεων ΥΠΑΝ και ΥΠΕΧΩ Ε, ΥΠΑΝ και ηµόσιας Τάξης. 2. Όπως προκύπτει από τις επισηµάνσεις των Νοµαρχιακών Υπηρεσιών, οι µεγαλύτερες καθυστερήσεις παρουσιάζονται στην έγκριση των περιβαλλοντικών όρων. Θα πρέπει να καθοριστεί ενιαία διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και άδειας λειτουργίας (επισηµαίνεται στην πρόταση της οµάδας) και να καθοριστούν όλες οι νέες διαδικασίες έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων. 3. Το Υπουργείο Ανάπτυξης και το Υπουργείο Υγείας θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν το καθεστώς αδειοδότησης των µεταποιητικών επιχειρήσεων υγειονοµικού ενδιαφέροντος ούτως ώστε να µην έχουµε δραστηριότητες µε διπλές αδειοδοτήσεις και αντικρουόµενες απαιτήσεις. 4. Οι επιµέρους εγκρίσεις/άδειες που απαιτούνται για την έκδοση άδειας λειτουργίας να έχουν την ίδια χρονική ισχύ µε την άδεια λειτουργίας ή αόριστη ισχύ. Είναι προφανής οι λόγοι, αφετέρου δε σε
6 κάθε περίπτωση µεταβολών σε µια επιχείρηση απαιτείται άδεια (εκσυγρονισµού ή επέκτασης, ή συγχώνευσης κτλ.) 5. Στο πλαίσιο της συνεργασίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και του Υπουργείου ηµόσιας Τάξης για την τροποποίηση της ΚΥΑ 5905/Φ15/839/95, είναι σκόπιµο να εξεταστούν τα δικαιολογητικά για τα πιστοποιητικά πυροπροστασίας ώστε να µην υπάρχουν αντικρουόµενες απαιτήσεις µε τα δικαιολογητικά αδειοδότησης. 6. Άµεσα µετά την ψήφιση της πρότασης, να προχωρήσει η κωδικοποίηση της βιοµηχανικής νοµοθεσίας και η ενηµέρωση-επικαιροποίηση του κόµβου του ΥΠΑΝ. Επισηµαίνεται ότι κανένα νοµικό πλαίσιο δεν είναι δυνατό να εφαρµοστεί και να λειτουργήσει χωρίς προβλήµατα ή ανάγκη επαναξιολόγησης. Στο πλαίσιο αυτό, αλλά και από το γεγονός ότι εκτός των τροπολογιών των Ν. 2516/97 και Ν. 2965/2001 πρέπει να ακολουθήσουν συγκεκριµένα µέτρα και πολιτικές ενίσχυσης των επιχειρήσεων, είναι καθοριστικής σηµασίας η σύσταση της διαρκούς επιτροπής παρακολούθησης της εφαρµογής της βιοµηχανικής νοµοθεσίας, πλαισιωµένη ωστόσο και από εκπροσώπους των φορέων των επιχειρήσεων. 4. Νέες Περιβαλλοντικές ρυθµίσεις και απαιτήσεις για τις επιχειρήσεις Η λειτουργία των µεταποιητικών επιχειρήσεων πρέπει να γίνεται µε όρους και προϋποθέσεις περιβαλλοντικής προστασίας, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αστικές περιοχές και βέβαια σ ένα πλαίσιο πρόληψης-ελέγχου και αξιοποίησης των σύγχρονων τεχνολογιών. Εξετάζοντας λοιπόν τις ρυθµίσεις του Ν. 3010/2002, τη νέα κατηγοριοποίηση των δραστηριοτήτων αλλά και την αντιστοίχηση των µεταποιητικών δραστηριοτήτων ανά βαθµό όχλησης έχουµε να παρατηρήσουµε τα εξής: Η κατάταξη σε κατηγορίες και η αντιστοίχηση σε βαθµό όχλησης αποτελούν σοβαρό θέµα αφού πρόκειται για τα βασικά (µαζί µε το µέγεθος της επιχείρησης) κριτήρια εφαρµογής του Ν. 2965/2001, της περιβαλλοντικής αδειοδότησης καθώς και της εφαρµογής των πολεοδοµικής Νοµοθεσίας. Θεωρούµε ωστόσο ότι οδηγούµαστε σε αυστηρότερες και πολυπλοκότερες διατάξεις από τις απαιτήσεις των κοινοτικών οδηγιών για περιβαλλοντική αδειοδότηση, µε την ένταξη του συνόλου των δραστηριοτήτων στις Α και Β κατηγορίες ( η κατηγορία Γ είναι ανενεργής) ιδιαίτερα σε ότι αφορά τα της 4 ης υποκατηγορίας (χαµηλής όχλησης και µικρού µεγέθους δραστηριότητες). Οι δραστηριότητες της 4 ης υποκατηγορίας δεν είναι σκόπιµο να υποβάλλονται σε διαδικασίες µε εκθέσεις ή περιβαλλοντικές µελέτες που ούτε αναγκαίες είναι, ούτε σκόπιµες, επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις σε χρόνο και χρήµα για αµοιβές. Θα αρκούσε η διαδικασία της περιβαλλοντικής συµµόρφωσης της κατηγορίας Γ καθώς και ενεργοποίηση της κατηγορίας Γ. Εξ άλλου η Ευρωπαϊκή
7 Ενωση, στις οδηγίες της θέτει υποχρεωτικότητα εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και περιβαλλοντικής αδειοδότησης για ορισµένες κατηγορίες µεταποιητικών δραστηριοτήτων και όχι το σύνολό τους. Σύµφωνα δε και µε την κατεύθυνση των Κοινοτικών Οδηγιών και το Ν. 3010/2002, άρθρο 4 παρ. 10β θα πρέπει το ΥΠΕΧΩ Ε και ΥΠΑΝ να δώσουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην απλούστευση και ενιαιοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης (περιβαλλοντικές και εγκατάστασης-λειτουργίας) που είναι σηµαντικότατο θέµα για τις επιχειρήσεις. Κυρίες και κύριοι, Σας καταθέτουµε την αγωνία των ίδιων των επιχειρήσεων-µελών µας που λειτουργούν χωρίς άδεια να εξευρεθούν λύσεις για τα προβλήµατα που αναφέραµε. Αδειοδότηση σηµαίνει λειτουργία µε όρους και κανόνες όσο αφορά το περιβάλλον και την ασφάλεια. Σηµαίνει όµως και δυνατότητα απρόσκοπτης λειτουργίας για τις επιχειρήσεις, συµµετοχής σε προγράµµατα, κρατικές προµήθειες, δυνατότητες δηλαδή ανάπτυξής τους και πολλά άλλα. Οι ΜΜΕ έχουν δυναµική, είναι η παραγωγική µας βάση, είναι πηγή απασχόλησης. Ο εκσυγχρονισµός, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους και η βιώσιµη ανάπτυξη γίνονται εφικτά µέσα από συνδυασµένες προσπάθειες και σχεδιασµό των επιχειρηµατιών και των φορέων της πολιτείας.