Αλλεργικές Αντιδράσεις



Σχετικά έγγραφα
Γιατί σε κάποιες περιπτώσεις, οι αλλεργίες μπορεί να είναι θανατηφόρες; Το αλλεργικό shock

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΡΕΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΛΕΡΓΙΑ

Γράφει: Γεώργιος Σ. Σταυρουλάκης, Ειδικός Αλλεργιολόγος παίδων & ενηλίκων

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΝΑΦΥΛΑΚΤΙΚΟΥ SHOCK

ΑΝΑΦΥΛΑΞΙΑ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΔΡΕΝΑΛΙΝΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑ Τ. ΜΕΡΜΙΡΗ ΔΙΕΥ/ΤΡΙΑ-ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΕΙΔ. ΜΟΝΑΔΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΩΝ/ΑΛΛΕΡΓΙΚΩΝΝΟΣΗΜΑΤΩΝ

ΑΝΑΦΥΛΑΞΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟ SHOCK

Θεωρία ενιαίων αεραγωγών. το 80% των περιπτώσεων λλεργικής ρινίτιδος υνυπάρχει αλλεργικό άσθµα

Η φλεγμονή των βρόγχων προκαλεί οίδημα και παραγωγή εκκρίσεων, και έτσι περιορίζεται περισσότερο η ροή του αέρα μέσα από τους βρόγχους.

ΑΛΛΕΡΓΙΑ: Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟΣ;

Κατευθυντήριες οδηγίες για την αλλεργία στο αυγό(bsaci)

ήρθες σαν την άνοιξη Τα αντιγόνα που προκαλούν την αλλεργική αντίδραση ονομάζονται αλλεργιογόνα.

Αναστασία Γιαννακού Βιοπαθολόγος, Αναπλ. Συντ. Διευθύντρια Εργαστήριο Ανοσολογίας-Ιστοσυμβατότητας Γ.Ν.Θ. "ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ"

Γράφει: Γεώργιος Σ. Σταυρουλάκης, Αλλεργιολόγος παίδων & ενηλίκων- Στρατιωτικός ιατρός

ΚΝΙΔΩΣΗ ΕΞΑΝΘΗΜΑΤΑ ΟΙΔΗΜΑ ΒΛΕΦΑΡΩΝ ΟΙΔΗΜΑ ΓΛΩΣΣΑΣ ΟΙΔΗΜΑ ΧΕΙΛΕΩΝ ΚΝΗΣΜΟΣ

Αντιμετώπιση της Αλλεργικής Ρινίτιδας

Αναφυλακτικές Αντιδράσεις

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΥΛΛΟΥ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

Τι είναι το άσθμα; Άρθρο ιδιωτών Πνευμονολόγων Τρικάλων για το Άσθμα - ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ CITY KALAMPAKA METEORA

ΣΚΟΠΟΣ. Να δημιουργηθούν πρακτικές κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αλλεργία στο γάλα κατάλληλες για την πρωτοβάθμια περίθαλψη στη Μ. Βρετανία.

Γράφει: Κωνσταντίνος Πεταλάς, Αλλεργιολόγος - Στρατιωτικός Ιατρός

Γράφει: Μιλτιάδης Μαρκάτος, Πνευμονολόγος

Καταπληξία. Δημήτριος Τσιφτσής ΤΕΠ ΓΝ Νικαίας

ΟΞΕΙΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ. Λιδοκαΐνη Υδροχλωρική Μονοϋδρική 2%+ επινεφρίνη 1:80000Τοπικό αναισθητικό + επινεφρίνη ή νορεπινεφρίνη

Παράρτημα I. Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων άδειας(- ών) κυκλοφορίας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΛΛΕΡΓΙΟΛΟΓΙΑΣ, ΑΣΘΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑΣ

Μήπως έχω Σκληρόδερµα;

ΒΑΣΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ. ΖΩΗΣ ΤΗΣ (ενηλίκων) Συστάσεις του ERC για την Αναζωογόνηση

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΔΩΣΤΕ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΤΑΛΑΙΠΩΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΕΡΓΙΑ

Παράρτημα III. Τροποποιήσεις των σχετικών παραγράφων της περίληψης των χαρακτηριστικών του προϊόντος και των φύλλων οδηγιών χρήσης

Ημερίδα με Θέμα Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΩΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΑΙΤΗΜΑ:

Θεραπευτική αντιμετώπιση της οξείας κρίσης άσθματος. Μίνα Γκάγκα Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών

Αξιολόγηση και θεραπεία Από τα πρωτόκολλα των SOS Ιατρών Επιμέλεια Γεώργιος Θεοχάρης

ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΕΡΜΑΤΟΠΑΘΕΙΕΣ. ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΜΑΝΩΛΙΔΟΥ Σχης (ΥΝ) ε.α. M.Sc.

Το συχνότερο χρόνιο νόσημα της παιδικής ηλικίας.

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Μικροβιολογικό & Ερευνητικό Εργαστήριο Μεσογείων 6, Αμπελόκηποι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ & ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΩΝ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΕΩΝ

Αλλεργία στο γάλα αγελάδας. Συχνοί προβληματισμοί

Διευθυντής Παθολογικής Κλινικής Ευρωκλινική Αθηνών

Κνίδωση. Ευστάθιος Α. Ράλλης. Επικ. Καθηγητής Δερματολογίας - Αφροδισιολογίας

Ancesol. Stop στην ισταμίνη.

Εμβόλιο Εποχικής Γρίπης

ΙΑΤΡΙΚΗ ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ ΑΥΤΟΧΘΟΝΑ ΒΙΟ ΡΑΣΤΙΚΑ ΜΟΡΙΑ. Π. Παππάς

ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΕΙΣ. Εμμ. Μ. Καραβιτάκης Παιδίατρος

OΞΥ ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΟ ΟΙΔΗΜΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΑΛΥΒΟΥ ΕΛΕΝΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ ΤΕ Τ.Ε.Π ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ Γ.Ν.Α

Πανελλήνια Σεμινάρια Ομάδων Εργασίας 2019 ΤΧΗΣ (ΥΝ) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑ ΑΙΜΟΔΥΝΑΜΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΡΙΟ 424 ΓΣΝΕ

HyQvia. για υποδόρια έγχυση. Για τα άτομα με πρωτοπαθή ανοσοανεπάρκεια. διάλυμα προς έγχυση για υποδόρια χρήση

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ. HYPNOMIDATE 20 mg/10 ml ενέσιμο διάλυμα Ετομιδάτη

15 ο ΜΑΙΕΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΠΛΗΞΙΑ

ΣΟΒΑΡΟ ΑΣΘΜΑ ΚΑΙ ΡΙΝΙΤΙΔΑ «ΩΡΛ ΑΠΟΨΗ» ΠΑΥΛΟΣ Β. ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗΣ ΕΠ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Β ΏΡΛ ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΚΠΑ

ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΛΛΕΡΓΙΟΛΟΓΙΑ. Κομπότη Ευαγγελία Αλλεργιολόγος Διευθύντρια ΕΣΥ Αλλεργιολογικό Τμήμα Γ.Ν.Α. «Λαϊκό»

Χρόνια βρογχίτιδα στην τρίτη ηλικία. Χρυσόστομος Αρβανιτάκης 7ο εξάμηνο

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ / Φεβρουάριος - Ιούλιος 2017 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ. 7/3/2017 : Αλλεργίες Αλλεργικό σοκ

Αλλεργία στο γάλα αγελάδας Από τη θεωρία στην πράξη

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ. Esmeron ενέσιμο διάλυμα, 10 mg/ml. βρωμιούχο ροκουρόνιο


Παράρτημα ΙΙΙ. Τροποποιήσεις στις σχετικές παραγράφους της Περίληψης των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος και τα Φύλλα Οδηγιών Χρήσης

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Κορίτσι 20 ετών προσήλθε εξαιτίας εκούσιας λήψης 20 tb παρακεταμόλης (10γρ.) και 30 tb βαλεριάνας Aναφέρεται ταυτόχρονη λήψη αλκοόλ Λήψη ουσιών δύο

Tοξικότητα. Αρτεμις Ντονά Επίκουρη Καθηγήτρια Εργ. Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας. 6/3/2008 Αρτεμις Αγησ. Ντονά

Εφαρμογές αρχών φαρμακολογίας

Όταν χρειάζεται ρύθμιση της ποσότητας των χορηγούμενων υγρών του ασθενή. Όταν θέλουμε να προλάβουμε την υπερφόρτωση του κυκλοφορικού συστήματος

Πνευμονική Εμβολή. Έλενα Σολωμού Αιματολόγος Επίκουρη Καθηγήτρια Παθολογίας-Αιματολογίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Πατρών

Οικογενησ Μεσογειακοσ Πυρετοσ

Ο Αλγόριθμος του ALS ΔΑΦΝΗ ΚΟΡΕΛΑ ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ Β ΠΑΘ. ΒΓΝΗ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΝΕΜΟΒΛΟΓΙΑ

Νέα Δεδομένα στην Αγγειοχειρουργική στην Κύπρο - Ενδοφλεβική Θεραπεία με λέϊζερ Μέθοδος EVLA Η πιολιγότερο ανώδυνη ιατρική πρακτική για Κιρσούς

ΣΟΙΧΕΙΑ ΠΑΙΔΙΑΣΡΙΚΗ ΕΜΒΟΛΙΑ

Φλεγμονή. Α. Χατζηγεωργίου Επίκουρος Καθηγητής Φυσιολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΚΖΕΜΑ (ΑΤΟΠΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΙΤΙΔΑ)

ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ ΡΙΝΙΚΩΝ ΚΟΓΧΩΝ. Τι είναι οι ρινικές κόγχες;

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

ΑΛΛΕΡΓΙΚΉ ΡΙΝΊΤΙΔΑ. Αιτιοπαθογένεια

Η υπο- αντιμετώπιση του πόνου.

Dyslipidemia: Updated Guidelines Διαχείριση δυσλιπιδαιμιών

Η μεταφορά των φαρμάκων γίνεται με παθητική διάχυση ή με ενεργητική μεταφορά.

ΤΡΟΦΙΚΕΣ ΑΛΛΕΡΓΙΕΣ

ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ ΟΞΕΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΚΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ. ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Ειδικός Καρδιολόγος Επιμελητής Β, Γ.Ν. Κοζάνης Μαμάτσειο

Πληροφορίες σχετικά με την Μετεγχειρητική Αναλγησία

Ζαϊμάκη Ευαγγελία. γ-σφαιρίνη: εναλλακτικοί τρόποι χορήγησης της

Τι είναι η αλλεργία; Πώς εμφανίζεται η αλλεργία;

AΣΘΜΑ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΣΘΜΑΤΟΣ & ΚΥΗΣΗΣ

ΧΡΟΝΙΑ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ/ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΑΠΩΛΕΙΑ ΝΕΦΡΙΚΩΝ ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Σ. ΓΟΥΜΕΝΟΣ

Cold Lazer LLLT η πράσινη θεραπεία του 21ου αιώνα

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

2.2 Ποσοτική σύνθεση 100ml διαλύματος περιέχουν 25g πρωτεΐνης πλάσματος με τουλάχιστον το 95% ανθρώπινη λευκωματίνη.

ΠΡΩΊΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗΣ

Καρδιοαναπνευστική ανακοπή οφειλόµενη σε σύνδροµο Κούνη τύπου Ι

MabThera. ριτουξιμάβη. Τι είναι το MabThera; Σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται το MabThera; Περίληψη EPAR για το κοινό

Ακαδημία Αιμοδοσίας. Η Αιμοδοσία το Λουκάς Δαδιώτης, Αιματολόγος. 29 Σεπτεμβρίου 1 Οκτωβρίου 2016

Πέμπτη 07 Φεβρουαρίου Αίθουσα MC 3.2. Year in Review (απαραίτητη προεγγραφή) Προεδρείο: Ε. Κομπότη, Μ. Μακρής

Παράρτημα II. Επιστημονικά πορίσματα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC)

9. ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ (ΡΡΗ)

1.ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ

27. ΑΣΘΜΑ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ. Πίνακας 1: Επιπλοκές σοβαρού ή μη ελεγχόμενου άσθματος στην κύηση.

ΕΑΡΙΝΕΣ ΑΛΛΕΡΓΙΕΣ & ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

Κανένα για αυτήν την παρουσίαση. Εκπαιδευτικές-ερευνητικές-συμβουλευτικές επιχορηγήσεις την τελευταία διετία: Abbvie,Novartis, MSD, Angelini,

Transcript:

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 207 Αλλεργικές Αντιδράσεις ΜΑΡΙΑ ΣΙΛΕΛΗ, ΑΓΑΘΗ ΠΑΠΙΓΓΗ, ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑ, ΑΘΗΝΑ ΝΤΕΝΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Φυσιολογικά, το ανοσιακό σύστημα προστατεύει τον οργανισμό από την επίδραση ξένων βλαπτικών παραγόντων. Αυτό επιτελείται μέσω ενός συνόλου μηχανισμών που εμπλέκει πολλούς τύπους κυττάρων που επάγουν την έκκριση διάφορων δραστικών ουσιών με στόχο τη διατήρηση της ομοιόστασης. Αυτοί οι ανοσολογικοί μηχανισμοί του οργανισμού που αποτελούν και την επονομαζόμενη ανοσιακή απόκριση, κάτω από ορισμένες συνθήκες, αντί να προστατεύσουν μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στους ιστούς επιφέροντας σοβαρές συνέπειες. Η απρόσφορη κινητοποίηση των ανοσιακών μηχανισμών ονομάζεται αντίδραση υπερευαισθησίας. Οι αντιδράσεις αυτές ταξινομούνται σε 4 διαφορετικούς τύπους, ανάλογα με τον ανοσολογικό μηχανισμό που εμπλέκεται (αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV). ΑΝΑΦΥΛΑΚΤΙΚΗ - ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ Η αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου Ι που ονομάζεται και οξεία αναφυλακτική ή αλλεργική αντίδραση, προκαλείται από ουσίες που αποκαλούνται αλλεργιογόνα. Κοινά αλλεργιογόνα αποτελούν οι πρωτεΐνες (ζωικοί οροί, εμβόλια), η γύρη των φυτών, φάρμακα, τρόφιμα, παράγωγα εντόμων, τρίχες ζώων κ.λ.π. Ανάλογα με τη γενετική προδιάθεση του ατόμου, δυνητικά οποιοδήποτε αλλεργιογόνο μπορεί να προκαλέσει αλλεργική αντίδραση τύπου Ι με την προϋπόθεση ότι έχει προηγηθεί έκθεση και ευαισθητοποίηση στο συγκεκριμένο αλλεργιογόνο. Η ένταση της απάντησης εξαρτάται από το βαθμό ευαισθητοποίησης του ασθενούς στο συγκεκριμένο αλλεργιογόνο, την οδό έκθεσης (η ενδοφλέβια χορήγηση είναι πιο επικίνδυνη) και την ποσότητά του. Αρχικά, το άτομο ευαισθητοποιείται όταν έρχεται σε πρώτη επαφή με το αλλεργιογόνο, παράγοντας ειδικές γι αυτό IgE ανοσοσφαιρίνες, οι οποίες συνδέονται με υποδοχείς στην επιφάνεια των σιτευτικών κυττάρων και των βασεόφιλων λευκοκυττάρων και παραμένουν σε κατάσταση ετοιμότητας. Κατά την επανέκθεση του ατόμου στο συγκεκριμένο αλλεργιογόνο, αυτό συνδέεται με τους δύο ειδικούς υποδοχείς των IgE που έχουν ήδη παραχθεί σχηματίζοντας μια γέφυρα μεταξύ των δύο IgE. Oι δύο IgE υποδοχείς ενεργοποιούνται ταχύτατα, πυροδοτώντας την απελευθέρωση ισταμίνης και άλλων προσχηματισμένων μεσολαβητών της αλλεργικής αντίδρασης από τα ενδοκυττάρια κοκκία των σιτευτικών κυττάρων και των βασεόφιλων κυττάρων. Αυτές οι βιολογικά δραστικές ουσίες, προκαλώντας μια σειρά αντιδράσεων που περιλαμβάνουν την τοπική φλεγμονή, τη σύσπαση των λείων μυϊκών ινών των βρόγχων και των σπλάχνων, την αγγειοδιαστολή και την αύξηση της διαβατότητας των αγγείων ευθύνονται για την εκδήλωση των οξέων συμπτωμάτων της αναφυλαξίας (πίνακας 1). Η σοβαρότητα της αντίδρασης σχετίζεται με τα αποτελέσματα που ασκούν οι χημικοί μεσολαβητές στο τελικό όργανο, που έχουν ως στόχο. Τα συμπτώματα εμφανίζονται άμεσα, περίπου 15-30 μετά την επαναληπτική έκθεση στο αλλεργιογόνο. Παράλληλα, οι ίδιοι μεσολαβητές της αλλεργικής αντίδρασης προκαλούν συνάθροιση και άλλων κυτταρικών πληθυσμών που ενεργοποιούνται και απελευθερώνουν άλλες δραστικές ουσίες που ευθύνονται για την όψιμη φάση των αλλεργικών αντιδράσεων που περιλαμβάνει το οίδημα του βλεννογόνου, τη βλάβη του επιθηλίου, την αύξηση των εκκρίσεων και το βρογχόσπασμο. Τα συμπτώματα της όψιμης φάσης παρατηρούνται 6-24 ώρες μετά την επαναληπτική έκθεση στο αλλεργιογόνο. Για να χαρακτηρισθεί μία αντίδραση αλλεργική πρέπει να εκδηλωθούν συμπτώματα μόνο από ένα σύστημα. Η απουσία δερματικών εκδηλώσεων δεν αποκλείει τη διά-

208 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΛΛΕΡΓΙΟΓΟΝΑ ΠΥΛΗ ΕΙΣΟΔΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΗ Συστηματική αναφυλαξία Φάρμακα Οροί Δηλητήρια Ενδοφλέβια Οίδημα Αγγειοδιαστολή Απόφραξη τραχείας Κυκλοφορικό shock Θάνατος Οξεία κνίδωση Τσιμπήματα εντόμων Υποδόρια Τοπική Αγγειοδιαστολή Τοπικό οίδημα Αλλεργική ρινίτις Γύρεις Σκόνη ακάρεων Εισπνοή Οίδημα και ερεθισμός ρινικού βλεννογόνου Άσθμα Γύρεις Σκόνη ακάρεων Εισπνοή Βρογχόσπασµος Παραγωγή βλέννας Φλεγμονή αεραγωγών Αλλεργία σε Οστρακοειδή Λήψη από το στόμα Έµετος τροφές Γάλα Διάρροια Αυγά Κνησµός Ψάρι Ουρτικάρια Σιτάρι Αναφυλαξία Πίνακας 1. Ig E μεσολαβούμενες αλλεργικές αντιδράσεις Πίνακας 1. Ig E μεσολαβούμενες αλλεργικές αντιδράσεις γνωση της αλλεργικής αντίδρασης. Για να χαρακτηρισθεί μία αλλεργική αντίδραση αναφυλακτική πρέπει να εμφανίζονται συμπτώματα ταυτόχρονα από δύο τουλάχιστον συστήματα. Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα αποτελεί η περίπτωση όπου η αλλεργία εκδηλώνεται με πτώση της πίεσης. Τότε, παρόλο που πάσχει μόνο ένα σύστημα (το κυκλοφορικό), η αντίδραση ονομάζεται αναφυλακτική. Συνήθως συμμετέχουν τα παρακάτω 4 συστήματα: 1) Δέρμα με εμφάνιση διάχυτης ερυθρότητας, κνησμό, πομφούς, αγγειοοίδημα. Σε 10-20% των ασθενών αυτά τα συμπτώματα μπορεί να απουσιάζουν. 2) Πεπτικό με εμφάνιση ναυτίας, έμετου, διαρροιών. 3) Αναπνευστικό με εμφάνιση υδαρούς ρινόρροιας, ρινικής συμφόρησης, ξηρό βήχα, οίδημα λάρυγγα, δύσπνοια και βρογχόσπασμο. 4) Κυκλοφορικό με εμφάνιση υπότασης και αντανακλαστικής ταχυκαρδίας. Αν παρατηρηθούν συμπτώματα από ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω συστήματα σε συνδυασμό με πτώση της συστηματικής αρτηριακής πίεσης, τότε η αναφυλακτική αντίδραση ονομάζεται αναφυλακτική καταπληξία. Σε σπάνιες περιπτώσεις παρατηρείται μόνο μείωση της αρτηριακής πίεσης χωρίς άλλα συνοδά σημεία. Είναι μια ταχέως εξελισσόμενη απειλητική για τη ζωή κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει άμεσα στο θάνατο αν δεν αντιμετωπισθεί εγκαίρως. Η μη ανοσολογική αναφυλαξία (μη αλλεργική ή αναφυλακτοειδής αντίδραση), προκαλεί παρόμοια κλινική εικόνα με αυτή της αναφυλακτικής αντίδρασης αλλά μικρότερης βαρύτητας. Δεν απαιτείται η προηγούμενη έκθεση του ατόμου στο αλλεργιογόνο και επομένως δεν παράγονται ειδικά IgE αντισώματα. Το αλλεργιογόνο διεγείρει απ ευθείας τα σιτευτικά κύτταρα και τα βασεόφιλα να απελευθερώσουν τους ίδιους μεσολαβητές όπως και στην αναφυλαξία χωρίς όμως μεσολάβηση των ανοσολογικών μηχανισμών. Παραδείγματα αυτού του είδους των αντιδράσεων είναι η τοξική αντίδραση από υπερδοσολογία, οι ειδικές παρενέργειες του συγκεκριμένου φαρμάκου, η ιδι-

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 209 οσυγκρασιακή αντίδραση του ατόμου και οι φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις με άλλα συγχορηγούμενα φάρμακα. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ Η λήψη όλων σχεδόν των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στην ιατρική μπορεί να συνοδεύεται από απρόβλεπτες παρενέργειες που μπορεί να οφείλονται σε μη ανοσολογικές ή ανοσολογικές (αλλεργικές) αντιδράσεις. Οι πρώτες είναι δοσο-εξαρτώμενες, σχετίζονται με τις φαρμακολογικές δράσεις του φαρμάκου και εκδηλώνονται σε κατά τα άλλα φυσιολογικούς ασθενείς. Οι δεύτερες είναι μια σειρά από απρόβλεπτες ανεπιθύμητες αντιδράσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αναφυλακτική καταπληξία. Είναι αποτέλεσμα μη αναμενόμενης υπερευαισθησίας του οργανισμού σε αλλεργιογόνα και οφείλονται σε ανοσολογικούς μηχανισμούς όπως έχει πιο πάνω αναφερθεί. Φαρμακευτικοί παράγοντες που συχνά έχουν ενοχοποιηθεί για την πρόκληση αλλεργικών αναφυλακτικών ή μη αλλεργικών αντιδράσεων είναι η ασπιρίνη, τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, η πενικιλλίνη, οι κεφαλοσπορίνες, οι σουλφοναμίδες, τα σπασμολυτικά και μυοχαλαρωτικά φάρμακα, οι τετρακυκλίνες, οι σκιαγραφικές ουσίες, τα αντισυλληπτικά και τα εκχυλίσματα ανοσοθεραπείας. H συνύπαρξη κάποιας άλλης μορφής αλλεργίας (αναπνευστική ή τροφική αλλεργία, ατοπική δερματίτιδα, αλλεργία στο δηλητήριο υμενοπτέρων) δεν αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης φαρμακευτικής αλλεργικής αντίδρασης. Όμως είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι εάν κάποιο άτομο έχει ιστορικό άσθματος και εμφανίσει φαρμακευτική αλλεργική αντίδραση, κινδυνεύει να εκδηλώσει σοβαρή κρίση άσθματος. Η επίπτωση της φαρμακευτικής αλλεργίας σε νοσηλευόμενους ασθενείς ανέρχεται σε ποσοστό 1% με 4%. Η εντόπιση και η βαρύτητά της ποικίλλει, αν και η καταγραφή συνήθως δεν είναι πλήρης. ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΥΠΕΡΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ ΤΥΠΟΥ Ι ΚΑΤΑ ΤΗΝ AΝΑΙΣΘΗΣΙΑ Η επίπτωση της αναφυλακτικής αντίδρασης κατά τη διάρκεια της αναισθησίας κυμαίνεται από 1/10 000 έως 1/20 000. Ασθενείς σε κίνδυνο για αναφυλαξία κατά τη διάρκεια της αναισθησίας είναι όσοι έχουν διαγνωστεί ως αλλεργικοί σε φάρμακα ή παράγωγα κατά τη διάρκεια αναισθησίας, ή όσοι έχουν εκδηλώσει κλινική συμπτωματολογία αλλεργικής αντίδρασης κατά την αναισθησία. Κύριο αίτιο θνησιμότητας αποτελεί η ανοξαιμική εγκεφαλοπάθεια, ενώ η αναφερόμενη θνητότητα ανέρχεται σε ποσοστό 3-9%. Τα φάρμακα που προκαλούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας τύπου Ι παρατίθενται στον πίνακα 2 με κυριότερο υπεύθυνο αυτά που προκαλούν νευρομυϊκό αποκλεισμό (62%). Πιο σπάνια, άλλα φάρμακα όπως η ηπαρίνη, η πρωταμίνη, τα τοπικά αναισθητικά και τα αντισηπτικά μπορεί να προκαλέσουν αντίδραση υπερευαισθησίας όχι όμως άμεσου τύπου Ι αλλά επιβραδυνόμενου τύπου. Υπεύθυνη Ουσία Ποσοστό (%) Μυοχαλαρωτικά 62% Latex 16,5% Ενδοφλέβια Αναισθητικά 7,4% Αντιβιοτικά 4,7% Οπιοειδή 1,9% Τοπικά αναισθητικά 0,7% Πτητικά αναισθητικά 0% Πίνακας 2. Αίτια αντιδράσεων υπερευαισθησίας κατά την αναισθησία Πίνακας 2. Αίτια αντιδράσεων υπερευαισθησίας κατά την αν Η αναφυλακτική αντίδραση μπορεί να ποικίλλει σε βαρύτητα. Η κλινική σημειολογία μπορεί να περιλαμβάνει δερματικό εξάνθημα, ερύθημα, εντοπισμένο ή γενικευμένο οίδημα, αγγειοοίδημα (οίδημα που προσβάλλει τα βαθύτερα στρώματα του δέρματος και του υποδόριου ιστού), οίδημα λάρυγγα, βρογχόσπασμο, πνευμονικό οίδημα. Αν τα συμπτώματα από το αναπνευστικό δεν αντιμετωπισθούν άμεσα τότε μπορεί ο ασθενής να οδηγηθεί σε αναπνευστική ανεπάρκεια. Μπορεί επίσης η σημειολογία να εμφανιστεί με ή να εξελιχθεί σε αναφυλακτική καταπληξία που αποτελεί και την πιο σοβαρή μορφή της αναφυλακτικής αντίδρασης. Κατά την πρώτη φάση της καταπληξίας παρατηρείται υπερδυναμική κυκλοφορία και ταχυκαρδία, ενώ παράλληλα υπάρχει περιφερική αγγειοδιαστολή που προκαλεί μείωση της φλεβικής επιστροφής και κατά συνέπεια της καρδιακής παροχής. Ακολουθεί η δεύτερη φάση, όπου κυριαρχεί η υπόταση και η υποβολαιμία, λόγω της αυξημένης διαπερατότητας των τριχοειδών. Τα άκρα είναι θερμά παρά τη χαμηλή αρτηριακή πίεση, λόγω της αγγειοδιαστολής. Εάν τα συμπτώματα από το καρδιαγγειακό δεν αναγνωρισθούν και αντιμετωπισθούν άμεσα, τότε ο ασθενής μπορεί να οδηγηθεί σε μη αναστρέψιμη υποάρδευση των οργάνων, ιστική υποξία και ανεπάρκεια πολλαπλών οργάνων. Τέλος, μπορεί να εμφανίσει απειλητική για τη ζωή αρρυθμία ή καρδιακή ανακοπή. Με βάση τη βαρύτητα των κλινικών εκδηλώσεων, οι αναφυλακτικές αντιδράσεις ταξινομούνται σε 5 κατηγορίες (πίνακας 3) για τη διευκόλυνση της διάγνωσης, της θεραπευτικής προσέγγισης και της διερεύνησης.

210 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΒΑΘΜΟΣ ΒΑΡΥΤΗΤΑΣ I Πίνακας 3. Βαθμός βαρύτητας των εκδηλώσεων της αναφυλαξίας κατά την αναισθησία Πίνακας 3. Βαθμός βαρύτητας των εκδηλώσεων της αναφυλαξίας κατά την αναισθησία ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ Η διαγνωστική προσέγγιση του ασθενούς με αναφυλακτική αντίδραση ή αναφυλακτική καταπληξία στηρίζεται σε κλινικά κριτήρια. Η γνώση του ιατρικού ιστορικού για ύπαρξη αλλεργιών και αντιδράσεων υπερευαισθησίας στο παρελθόν όπως επίσης η καταγραφή των φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν και η αναγνώριση για το ποια από αυτά θεωρούνται επικίνδυνα είναι σημαντικά. Οι μόνες πρακτικά χρήσιμες εργαστηριακές εξετάσεις σε αμφιλεγόμενες περιπτώσεις στη φάση της κρίσης για την επιβεβαίωση ύπαρξης υπερευαισθησίας τύπου Ι, είναι ο προσδιορισμός της τρυπτάσης, της ισταμίνης και σε μερικές χώρες των IgE ανοσοσφαιρινών στον ορό του αίματος. Η λήψη των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να καθυστερήσει την άμεση αντιμετώπιση του ασθενούς. Δεύτερης γραμμής εργαστηριακές εξετάσεις αποτελούν οι δερματικές δοκιμασίες και συμπληρωματικά οι in vitro τεχνικές όπως η δοκιμασία της ενεργοποίησης των βασεόφιλων κυττάρων (basophil activation test), η μέτρηση της απελευθέρωσης της ισταμίνης, (histamine release assay), η δοκιμασία απελευθέρωσης λευκοτριενών (leukotriene release test) και σε κάποιες χώρες οι δοκιμασίες πρόκλησης. Σύμφωνα με τις πρόσφατα δημοσιευμένες διεθνείς οδηγίες, αυτές οι δοκιμασίες θα πρέπει να πραγματοποιούνται αφού είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της τρυπτάσης και της ισταμίνης ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ Γενικευμένη δερματική αντίδραση: ερύθημα, κνησμός με ή χωρίς αγγειοοίδημα II Μέτριας βαρύτητας πολυοργανική συμμετοχή, με III IV V συμπτωματολογία από τους υποδόριους ιστούς βλεννογόνους Υπόταση, σοβαρή ταχυκαρδία, υπεραντιδραστικότητα από τους βρόγχους (βήχας, αναπνευστική ανεπάρκεια) Σοβαρή, απειλητική για τη ζωή, πολυοργανική ανεπάρκεια η οποία απαιτεί εξειδικευμένη αντιμετώπιση Ταχυκαρδία ή βραδυκαρδία, αρρυθμία βρογχόσπασμος, αιμοδυναμική κατέρρειψη Τα συμπτώματα από το δέρμα μπορεί να είναι απόντα ή να εκδηλωθούν μετά την αποκατάσταση της αρτηριακής πίεσης Καρδιακή ανακοπή Μη αποτελεσματική αναζωογόνηση και θάνατος ορού συνοδευόμενα με το διάγραμμα αναισθησίας καθώς και ένα φύλλο οδηγιών (υπόδειγμα) όπου θα καταγράφεται το σύνολο των φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν. Επίσης, στο υπόδειγμα θα πρέπει να καταγράφεται ποια από αυτά θεωρούνται ύποπτα και αν υπάρχει ιστορικό αλλεργιών και αντιδράσεων υπερευαισθησίας κατά την αναισθησία. Οι δερματικές δοκιμασίες πρέπει να πραγματοποιούνται 4-6 εβδομάδες μετά το πέρας του συμβάματος και απαιτείται η διακοπή λήψης αντισταμινικών δισκίων. Θα πρέπει να γίνονται για όλα τα φάρμακα που καταγράφονται στο διάγραμμα αναισθησίας και στο φύλλο οδηγιών (εκτός των πτητικών), για το latex και για οποιαδήποτε ουσία χορηγήθηκε κατά την περιαναισθητική περίοδο. Στις περιπτώσεις που προκύπτει θετική δερματική δοκιμασία σε κάποιο μυοχαλαρωτικό είναι υποχρεωτική η διερεύνηση για διασταυρούμενη ευαισθησία σε όλα τα διαθέσιμα μυοχαλαρωτικά στην αγορά. Τα αποτελέσματα των δερματικών δοκιμασιών θα πρέπει να είναι σαφώς θετικά ή αρνητικά, διαφορετικά θα πρέπει να επαναλαμβάνονται, ενώ ο κανόνας που ισχύει είναι: Θετική δερματική δοκιμασία συνδυαζόμενη με αύξηση της τρυπτάσης είναι σαφής ένδειξη ευαισθητοποίησης των IgE. Τέλος πρέπει να μεριμνήσουμε για την ενημέρωση του ασθενούς τόσο για την ύπαρξη αλλεργικής ή αναφυλακτικής αντίδρασης όσο και για τον πιθανό παράγοντα που την προκάλεσε.

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 211 ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΝΑΦΥΛΑΚΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ Η θεραπεία πρέπει να προσαρμοστεί σύμφωνα με τη βαρύτητα της αντίδρασης, το ιστορικό του ασθενούς και την ανταπόκριση στα θεραπευτικά μέτρα που θα ληφθούν. Γενικά μέτρα Ο αναισθησιολόγος και οι νοσηλευτές του αναισθησιολογικού τμήματος πρέπει πάντοτε να είναι προετοιμασμένοι να αναγνωρίσουν αλλά και να αντιμετωπίσουν μία αναφυλακτική αντίδραση. Πρέπει να διακόψουν άμεσα τη χορήγηση του ύποπτου παράγοντα, να χορηγήσουν 100% οξυγόνο και να ενημερώσουν το χειρουργό για την κλινική κατάσταση του ασθενούς. Επίσης αν κρίνουν απαραίτητο πρέπει να του προτείνουν να επιταχυνθεί ή να απλοποιηθεί το είδος της επέμβασης ή να αναβληθεί. Αντιμετώπιση βαθμού βαρύτητας I αναφυλακτική αντίδραση Συνήθως η αντιμετώπιση είναι επαρκής λαμβάνοντας τα γενικά μέτρα και χορηγώντας αντισταμινικά. Αντιμετώπιση βαθμού βαρύτητας IΙ - ΙΙΙ αναφυλακτική αντίδραση Πρέπει να γίνεται άμεση εξασφάλιση του αεραγωγού και χορήγηση 100% οξυγόνου. Όλοι οι ασθενείς πρέπει να βρίσκονται υπό συνεχή έλεγχο και παρακολούθηση (monitoring). Σε περίπτωση υπότασης, τοποθετείται ο ασθενής σε θέση Τrendeleburg και χορηγείται αδρεναλίνη ενδοφλεβίως κατά ώσεις ανάλογα με την σοβαρότητα της υπότασης (10-20 μg για βαθμού βαρύτητας II, 100-200 μg για βαθμού βαρύτητας ΙΙΙ) κάθε 1-2 λεπτά. Η αδρεναλίνη λύει το σπασµό των λείων µυών, ελαττώνει την αγγειακή διαπερατότητα και βελτιώνει την καρδιακή λειτουργία. Οι δόσεις μπορεί να αυξηθούν προοδευτικά μέχρι να αποκατασταθεί η συστηματική αρτηριακή πίεση στα φυσιολογικά επίπεδα αν και σε αυτή την περίπτωση προτιμάται η συνεχή έγχυση διαλύματος αδρεναλίνης σε δόσεις 0.05 με 0.1 μg/kg/min. Αν δεν υπάρχει άμεσα προσβάσιμη ενδοφλέβια οδός χορηγούμε αδρεναλίνη ενδομυϊκά (0.3 με 0.5 mg) κάθε 5-10 λεπτά ανάλογα με την αιμοδυναμική απάντηση του ασθενούς. Εναλλακτικά η χορήγηση αδρεναλίνης μπορεί να γίνει ενδοτραχειακά τριπλασιάζοντας όμως τις προτεινόμενες δόσεις. Σε ανθεκτική υπόταση μπορούμε να χορηγήσουμε συμπληρωματικά νορεπινεφρίνη (αρχική δόση 0.1 μg/kg/min) ή συνθετικό ανάλογο βαζοπρεσσίνης (τερλιπρεσσίνη). Σε ασθενείς που είναι υπό θεραπεία με β-αποκλειστές πρέπει να έχουμε υπ όψιν μας ότι πρέπει να χορηγήσουμε αυξημένες δόσεις αδρεναλίνης. Αν οι ασθενείς δεν ανταποκρίνονται ικανοποιητικά τότε συγχορηγούμε γλυκαγόνο σε συνεχή έγχυση (5-15mcg/min ή 0.3-1 mg/h). Ακρογωνιαίος λίθος στην αντιμετώπιση αναφυλακτικής αντίδρασης βαρύτητας ΙΙ και ΙΙΙ εκτός από τη χορήγηση αδρεναλίνης είναι και η χορήγηση υγρών ενδοφλεβίως (κρυσταλλοειδών). Όταν η δόση τους ξεπεράσει τα 30ml/kg σωματικού βάρους, τότε χορηγούμε κολλοειδή. Τα κορτικοστεροειδή αποτελούν φάρμακα 2 ης γραμμής. Χορηγούμε 200 mg υδροκορτιζόνης I.V. κάθε 6 ώρες με σκοπό να μειωθούν οι όψιμες εκδηλώσεις της καταπληξίας. Σε περίπτωση εκδήλωσης βρογχοσπάσμου χωρίς αιμοδυναμική επιβάρυνση χορηγούμε αερόλυμα β2 διεγέρτη (σαλβουταμόλη) ή αδρεναλίνης. Σε περίπτωση μη ανταπόκρισης στο αερόλυμα χορηγούμε εφάπαξ β2 διεγέρτη ενδοφλεβίως (100-200 μg) και ακολουθεί συνεχή έγχυση (5-25 μg/min). Αν η κλινική εικόνα δεν βελτιώνεται μπορούμε να προσθέσουμε διάλυμα αδρεναλίνης σε συνεχή έκχυση. Αντιμετώπιση βαθμού βαρύτητας ΙV αναφυλακτική αντίδραση Αρχίζουμε καρδιακές μαλάξεις, ακολουθούμε τον αλγόριθμο ΑΒCΕ (Airway, Breathing, Circulation, Exposure) για την καρδιακή ανακοπή και χορηγούμε 1 mg αδρεναλίνης ενδοφλεβίως εφάπαξ κάθε 1-2 λεπτά. ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΕΤΑΓΓΙΣΗ ΑΙΜΑΤΟΣ Ή ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ Η μετάγγιση αίματος ή παραγώγων του μπορεί να προκαλέσει στον λήπτη: αλλεργική αντίδραση που σπάνια θέτει τη ζωή του σε κίνδυνο αντίδραση μη ανοσολογική (αναφυλακτοειδής αντίδραση) αναφυλακτική αντίδραση ή καταπληξία που μπορεί να απειλήσει τη ζωή του Η αλλεργική αντίδραση στο αίμα ή στα παράγωγά του οφείλεται σε αντίδραση υπερευαισθησίας σε πρωτεΐνες του πλάσματος του μεταγγιζόμενου αίματος. Εμφανίζεται περίπου στο 0.03-0.6 % των ασθενών μετά από μετάγγιση αίματος, στο 0.3-1% μετά από μετάγγιση αιμοπεταλίων και στο 1-3% μετά από μετάγγιση πλάσματος. Είναι συνήθως ήπια, αυτοπεριοριζόμενη αντίδραση που μπορεί να εκδηλωθεί με ερύθημα, δερματικό εξάνθημα, κνησμό ή αγγειοοίδημα μέσα σε 20-30 λεπτά από την έναρξη της μετάγγισης. Η αντιμετώπισή της συνίσταται σε άμεση διακο-

212 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ πή του χορηγούμενου αίματος και σε μερικές περιπτώσεις συμπληρωματικά ενδοφλέβια χορήγηση αντισταμινικών. Σε εντονότερες αντιδράσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν πλυμένα ερυθρά. Η χρήση φίλτρων λευκαφαίρεσης δεν αποτρέπει την εμφάνιση της αντίδρασης. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν γίνεται καταγραφή αυτών των αντιδράσεων. Η πρόκληση αντίδρασης αναφυλακτικού τύπου ή αναφυλακτικής καταπληξίας μετά από μετάγγιση μπορεί να εμφανίζονται σπάνια (1 στις 20000-30000 μεταγγίσεις) αλλά αποτελούν επικίνδυνες για τη ζωή αντιδράσεις. Η αναφυλακτοειδής αντίδραση είναι δυνατό να προκληθεί κατά την πρώτη επαφή του αρρώστου με τον υπεύθυνο αιτιολογικό παράγοντα και έτσι η εκδήλωσή της δεν μπορεί να προβλεφθεί. Η αναφυλακτική καταπληξία αποτελεί αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου Ι. Εμφανίζεται σε ασθενείς που έχουν ήδη ευαισθητοποιηθεί στο παρελθόν, δηλαδή έχουν αναπτύξει IgE αντισώματα μετά από επαφή με ένα αντιγόνο και στους οποίους επαναχορηγείται αντιγόνο με τη χορήγηση του αίματος (αλλεργιογόνος ουσία στο αίμα ή στα υλικά κατασκευής των συσκευών μετάγγισης ή στον ασκό). Υψηλότερο κίνδυνο εμφανίζουν ασθενείς με συγγενή έλλειψη ανοσοσφαιρίνης Α μετά από επαναλαμβανόμενες μεταγγίσεις με προϊόντα αίματος. Η κλινική εικόνα έχει αιφνίδια έναρξη και χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση αγγειοοιδήματος, οιδήματος λάρυγγα, κοιλιακό άλγος, ναυτία, έμετοι, διάρροια, βρογχόσπασμος, δύσπνοια, ταχύπνοια, ταχυκαρδία, υπόταση. Θάνατος μπορεί να επέλθει μέσα σε λίγα λεπτά λόγω καταπληξίας ή/και απόφραξης των αεραγωγών. Η άμεση αναγνώριση αυτών των συμπτωμάτων όπως και η έγκαιρη έναρξη της θεραπείας είναι καθοριστικές για την επιβίωση των αρρώστων. Η διάγνωση τεκμηριώνεται από την κλινική εικόνα και την βελτίωση μετά τη διακοπή της μετάγγισης και τη χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Οι βασικές θεραπευτικές αρχές συνίστανται στην εξασφάλιση της βατότητας του αεραγωγού, τη διατήρηση του ενδοαγγειακού όγκου με χορήγηση υγρών ενδοφλεβίως, την άμεση χορήγηση αδρεναλίνης και στη συνέχεια τη χορήγηση των δευτερευόντων φαρμάκων όπως κορτικοστεροειδή και αντισταμινικά. Αν προσπαθήσουμε να θεραπεύσουμε την αναφυλακτική αντίδραση με τα δευτερεύοντα φάρμακα είναι πιθανό ότι θα χάσουμε πολύτιμο χρόνο, αφήνοντας την αντίδραση να εξελιχθεί. Τότε, ίσως και η αδρεναλίνη να μη μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Mertes PM, Malinovsky JM, Jouffroy L, et al. Reducing the Risk of Anaphylaxis During Anesthesia: 2011 Updated Guidelines for Clinical Practice. J Investig Allergol Clin Immunol 2011; 21: 442-53. 2. Mertes PM, Laxenaire MC. Allergic reactions occurring during anaesthesia. Eur J Anaesthesiol 2002; 19:240 62. 3. Dewachter P, Mouton-Faivre C. What investigation after an anaphylactic reaction during anaesthesia? Currt Opin Anaesthesiol 2008; 21:363-8. 4. Mertes PM, Laxenaire MC, Lienhart A, et al. Reducing the risk of anaphylaxis during anaesthesia: guidelines for clinical practice. J Invest Allergol Clin Immunol 2005; 15: 91 101. 5. Aberer W, Bircher A, Romano A, et al. European Network for Drug Allergy (ENDA); EAACI interest group on drug hypersensitivity. Drug provocation testing in the diagnosis of drug hypersensitivity reactions: general considerations. Allergy.2003; 58: 854-63.