ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ



Σχετικά έγγραφα
Διατροφικές Συνήθειες παιδικού πληθυσµού Ελλάδος. Αναστασία Μπαρμπούνη,MD,PhD παιδίατρος Τομέας Δημόσιας και Διοικητικής Υγιεινής ΕΣΔΥ

Μεσογειακή Διατροφή Τι γνωρίζουμε για αυτή;

Αδραμερινά Άλκηστις Ειδικευόμενη Ιατρός Παιδιατρικής Κλινικής ΓΝ Δράμας

Η παιδική παχυσαρκία στην Ελλάδα/ Συµπεράσµατα συνεδρίου

«Κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες που επηρεάζουν την παχυσαρκία στην προσχολική ηλικία»

Η διατροφή των μαθητών: Η περίπτωση των Ολοήμερων Δημοτικών Σχολείων

«ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ»

Ε. Βλαχοπαπαδοπούλου1

Η Παιδική Παχυσαρκία στην Κύπρο. Σάββας Χρ Σάββα MD, PhD Ερευνητικό και Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο Υγεία του Παιδιού

Γράφει: Δημήτριος Π. Χιώτης, Διευθυντής Ενδοκρινολογικού Τμήματος και Κέντρου Παιδικής Παχυσαρκίας Ευρωκλινικής Παίδων

Έρευνα σε δείγμα 215 οικογενειών

Έρευνα σε δείγμα 215 οικογενειών για τις συνήθειες διατροφής και σωματικής δραστηριότητας παιδιών & γονέων/κηδεμόνων

ΕΦΗΡΜΟΣΜΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ

Ελπίδα Βλαχοπαπαδοπούλου Διευθύντρια Ενδοκρινολογικό Τμήμα-Τμήμα Αύξησης κι Ανάπτυξης Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού»

2 ο Γενικό Λύκειο Ναυπάκτου Υπεύθυνος Καθηγητής: Σπυρίδων Σφήκας - ΠΕ12 (05)

ΙΔΡΥΜΑ. Θεσσαλονίκη, ύλα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Δείκτες υγείας αντιπροσωπευτικού δείγματος του πληθυσμού στην Ελλάδα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ευεργετική επίδραση της φυσικής δραστηριότητας στην καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνητότητα είναι επίσης διαχρονικά αναγνωρισμένη.

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΜΑΚΡΟΘΡΕΠΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΑΤΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ

ΙΑΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ/ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Project Α Τετραμήνου Διατροφή και Εφηβεία

ΑΝΤΡΕΣ (%) ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΥΝΟΛΟ (%)

«Μεσογειακή δίαιτα και υγεία»

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΩΝ ΑΣΘΜΑΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Συνοπτικά τα αποτελέσματα της μελέτης κατέγραψαν:

ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΙΔΗΜΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ & ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ

Μαρία Καράντζα- Χαρώνη, MD, FAAP Διευθύντρια Ενδοκρινολογικής Κλινικής- Ιατρείου Ελέγχου Βάρους «Παίδων Μητέρα»

«Διατροφή και Υγεία» 64ο Δημοτικό Σχολείο Πατρών

Αρχικά θα πρέπει να προσδιορίσουμε τι είναι η παχυσαρκία.

16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ : Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής. 24 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΕΙΑ

Διατροφή. Δημιούργησαν ένα ερωτηματολόγιο το οποίο και συμπλήρωσε στη συνέχεια ανώνυμα ο κάθε μαθητής της Στ τάξης.

Π Α Π Α Γ Ι Α Ν Ν Η Ο.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Εισαγωγή. Σκοπός

Πρότυπο Πειραματικό ΓΕΛ Πάτρας PROJECT Α3. Θέμα: «Η Μεσογειακή διατροφή στην Ελλάδα» Υπεύθυνος Καθηγητής: Παυλάκης Ιωάννης

ΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ και ΙΑΤΡΟΦΗ

Σακχαρώδης Διαβήτης. Είναι η πιο συχνή μεταβολική νόσος στον άνθρωπο. Γανωτάκης Εμμανουήλ Καθηγητής Παθολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης

Αναγνώριση των παραγόντων κινδύνου για παιδική παχυσαρκία: οδηγός αποτελεσματικότερης πρόληψης

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΛΑΡΙΣΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑ : ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΙΙ

ΑΛΛΑΓΗ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ ΠΟΥ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΟΥ ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Ομιλήτρια - Εισηγήτρια : Κουτσή Αγορίτσα ιατροφολόγος - ιαιτολόγος

Οι διατροφικές συνήθειες υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων με Σ τύπου 2

Αλληλογραφία: Δρ. Δημήτριος Χανιώτης, Τηλ

Θέμα. Οι διατροφικές συνήθειες των. μαθητών του Γυμνασίου. (ερωτηματολόγιο)

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΩΝ & ΔΙΑΤΡΟΦΟΛΟΓΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Γονεϊκές αντιλήψεις για τη δομή της παιδικής προσωπικότητας σε Ελλάδα και Κύπρο

Στέργιος Ι. Τραπότσης Χειρουργός Ορθοπαιδικός Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ Διδάσκων ΤΕΦAΑ-ΠΘ

Τηλεόραση και Παχυσαρκία Ερευνητική Εργασία (Project) Τμήμα: ΑΠ4 1 ο ΕΠΑ.Λ. Κορωπίου Σχ. Έτος: Υπεύθ. Καθηγητές: Λέκκας Λ. Ράπτης Τ.

Η ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΔΙΑΒΗΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΠ ΑΥΤΟΝ ΑΤΟΜΩΝ ΝΕΑΡΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

«τι συμβαίνει στην εφηβεία;»

Διατροφή & Σχολικό Κυλικείο

Το πρόβλημα της Παιδικής Παχυσαρκίας Καινοτόμες Εργασίες μέσα από το μάθημα της Οικογενειακής Αγωγής

ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ

Διατροφικές συνήθειες

Συμπεριλάβετε στο καθημερινό σας διαιτολόγιο τροφές πλούσιες σε φυτιι,ές ίνες

Ματακιά Θεοδώρα Ιωνίδειος Σχολή Πειραιά Υγιεινή ιατροφή ξέρουµε τι τρώµε; Ματακιά Θεοδώρα Α3 Yπεύθυνη Kαθηγήτρια Ελένη Τοπογλίδη

Πρωτεΐνες (proteins) Υδατάνθρακες (carbohydrates) 13/7/2015. Ομάδες Τροφίμων (food groups) Θρεπτικά συστατικά (nutrients)

ΠΑ TON ΠΑΤΕΡΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ ΕΡΩΤΗΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΗΤΕΡΑ. Ζήτησε από τους γονείς σου να απαντήσουν σης παρακάτω ερωτήσεις.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η μεσογειακή διατροφή είναι επίσης πλούσια σε βιταμίνες, ενώ η κύρια μορφή λίπους που χρησιμοποιείται είναι το ελαιόλαδο.

ΜΑΘΗΜΑ 1 ο. Οι διατροφικές ανάγκες των παιδιών ΓΕΩΠΟΝΙΚΟΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΑΘΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. 1.1 Ανακαλύπτοντας τις διατροφικές ανάγκες

Επίδραση της Μεσογειακής Δίαιτας στη ρύθμιση του Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1 σε παιδιά και εφήβους.

Η Επιδημιολογία της Καρδιαγγειακής Νόσου στην Ελλάδα, από το 1950

Επιδημιολογικά δεδομένα παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα

1 ο Καλοκαιρινό CAMP Ποδοσφαίρου για παιδιά ηλικίας 6-14 ετών. Φρέσκα Φρούτα. Μπανάνα, νεκταρίνια κ.α. Παστέλι. Μπάρες Δημητριακών

«τ ι σ υ μ β α ί ν ε ι σ τ η ν εφηβεία;»

ΚΑΡΑΠΑΣΧΑΛΙΔΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΜ:

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΣΚΛΗΡΙΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

μεσογειακή διατροφή και τα πλεονεκτήματα που αυτή έχει έναντι διατροφής άλλων λαών (π.χ. διατροφή άλλων λαών πλούσια σε λίπη).

Θ. Λάππα 1, Α. Τσαγκάρη 1, Μ. Σταματοπούλου 1, Ν. Καραλιά 1, Δ. Στεφανή 2,, Κ. Κυρέ 2, Α. Δρόσος 2, Ι. Κυριαζής 3

Πρόγραμμα Αγωγής Υγείας «Η διατροφή των εφήβων»

ΔΕΛΤΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ONOMATEΠΩΝΥΜΟ: ΤΗΛΕΦΩΝΟ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: ΤΑΞΗ/ΤΜΗΜΑ ΣΧΟΛΕΙΟ ΦΟΙΤΗΣΗΣ:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΥΛΙΚΟ. για την έρευνα. «Πανελλήνια Επιδημιολογική Μελέτη Καταγραφής Στοματικής Υγείας»

Επιδημιολογικά δεδομένα παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα

Πολιτικές διατροφής στην Ευρώπη και στην Ελλάδα Μαίρη Γιαννακούλια

12/3/2012. Grigoris Risvas, PhD Unit of Human Nutrition Agricultural University of Athens

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ &

Η διατροφική πρόσληψη των παιδιών και εφήβων της Κύπρου ηλικίας 6-18 ετών καθώς και η συμμόρφωσή τους στις εκάστοτε διατροφικές συστάσεις

Η παχυσαρκία επιβαρυντικός ή βοηθητικός παράγοντας. Π.Α. Κυριάκου Καρδιολόγος Διευθύντρια ΕΣΥ Διδάκτωρ ΑΠΘ Γ Καρδιολογική κλινική, ΙΓΠΝΘ

Η διατροφή των εφήβων

Ιδέες για ένα σωστό πρωινό

ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΣΩΣΤΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ

Εγκυρότητα των αυτό-αναφερόμενων Ανθρωπομετρικών Δεικτών ως Μεθόδου Εκτίμησης της Παχυσαρκίας σε Παιδιά του Δημοτικού

Διαστάσεις & επιπτώσεις της παχυσαρκίας στο περιβάλλον της ιδιωτικής ασφάλισης. Γιάννης Βασαλάκης Chief Underwriter Ζωής & Υγείας Interamerican

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή εργασία

Σύγκριση Λιποκινών μεταξύ παιδιών και εφήβων με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 με παχυσαρκία και φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος

Η Πυραμίδα της Υγιεινής Διατροφής

Ο Διαβήτης στα παιδιά και στους εφήβους

ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ Π.Ε., ΜΔΕ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ& ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ.

Βάρος και µήκος ανάλογα µε ηλικία Αγόρια 0-2 ετών

ΞΕΡΟΥΜΕ ΤΙ ΤΡΩΜΕ. Τρως. κάθε φορά που πεινάω µέχι να χορτάσω. συγκεκριµέ νη ποσότητα φαγητού συγκε κριµένε ς ώρες. Κορίτσια. Κορίτσια. Αγόρια.

Διαιτητικές οδηγίες για το ΣΔ. Κατευθυντήριες οδηγίες για τη Διαχείριση του Διαβητικού Ασθενούς

ΠΕΡΙΓΕΝΝΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

Πρόληψη & Αντιμετώπιση της Παιδικής Παχυσαρκίας: ο Ρόλος της Διατροφής, της Άσκησης και της Οικογένειας Οδυσσέας Γ. Ανδρούτσος

Transcript:

ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ

2 Διατροφικές επιλογές μαθητών Δημοτικού σχολείου: ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα παιδιά με φυσιολογικό και μη φυσιολογικό βάρος Μαρία Κορώνη 1,2, Χριστίνα Ρούση Βέργου 2, Μαρία Ζαφειροπούλου 2, Στέλιος Πιπεράκης 1* 1 Μονάδα Βιολογίας και 2 Εργαστήριο Εξελικτικής Ψυχολογίας και Ψυχοπαθολογίας, Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος, * Διεύθυνση επικοινωνίας: Σ. Πιπεράκης Μονάδα Βιολογίας, Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος 38221 Τηλ/Φαξ: 2421074807 και 2108075978 e-mail: piper@uth.gr

Διατροφικές επιλογές μαθητών Δημοτικού σχολείου: ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα παιδιά με φυσιολογικό και μη φυσιολογικό βάρος ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η καταγραφή του επιπολασμού της παχυσαρκίας στον παιδικό πληθυσμό και η σύνδεσή της με τις διατροφικές συνήθειες των παιδιών. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα αφορούσε σε μαθητές της 5 ης Δημοτικού από την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας, ενώ οι διατροφικές τους συνήθειες αποτυπώθηκαν βάσει των αυτο-αναφορών τους. Στην έρευνα συμμετείχαν 1861 μαθητές οι οποίοι, εκτός από τη συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου διάφορων διατροφικών επιλογών, υποβλήθηκαν και σε ανθρωπομετρικές μετρήσεις σύμφωνα με τα πρότυπα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO, 1989, 2000). Το βάρος των μαθητών μετρήθηκε με τη βοήθεια ψηφιακής ζυγαριάς εδάφους. Το ύψος των μαθητών μετρήθηκε με φορητό αναστημόμετρο, χωρίς τα υποδήματα τους για να υπολογιστεί ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) που ορίζεται ως το πηλίκο του βάρους του σώματος (kg) προς το τετράγωνο του ύψους του μαθητή (m²). Ο υπολογισμός του ΔΜΣ μας έδωσε τη δυνατότητα, αφενός να κατηγοριοποιήσουμε τους μαθητές σε φυσιολογικούς, λιπόσαρκους και υπέρβαρους, και, αφετέρου, να προβούμε σε μεταξύ τους συγκρίσεις ως προς τις διατροφικές αναφορές τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι διατροφικές συνήθειες που δήλωσαν οι μαθητές δεν διαφοροποιούνται ανάμεσα στις τέσσερις κατηγορίες σωματικού βάρους. Στη συζήτηση για την ερμηνεία αυτών των ευρημάτων, μελετάται ο ρόλος των κοινωνικών επιδράσεων που δέχονται οι μαθητές. Ενδεχομένως, η ομοιογένεια στις απαντήσεις να μπορεί να αποδοθεί τόσο στη συμμόρφωση των υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών στις κοινωνικά αναμενόμενες απαντήσεις, όσο και στη μη συνειδητοποίηση από πλευρά των μαθητών της ενδεχόμενης διαφοροποιημένης ή αυξημένης λήψης τροφής. Λέξεις κλειδιά: Παιδική παχυσαρκία, δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), διατροφικές συνήθειες, κοινωνικές επιδράσεις

4 Εισαγωγή Τα τελευταία χρόνια, η συχνότητα εμφάνισης της παχυσαρκίας έχει αυξηθεί δραματικά, σε σημείο που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) να χαρακτηρίζει το πρόβλημα της παχυσαρκίας ως «επιδημία» (Levitsky & Youn, 2004). Η Ευρωπαϊκή Ένωση άρχισε ήδη να αντιμετωπίζει την παιδική και εφηβική παχυσαρκία ως μάστιγα (Lobstein & Frelut, 2003). Στην Ελλάδα και την Κύπρο η παιδική και εφηβική παχυσαρκία επίσης παρουσιάζει μια συνεχώς αυξανόμενη τάση (Karayiannis, Yannakoulia, Terzidou, Sidossis & Kokkevi, 2003). Επιδημιολογικές μελέτες σχετικά με την παιδική παχυσαρκία στον ελλαδικό χώρο, διαπιστώνουν ταύτιση με τις διεθνείς τάσεις, τα ποσοστά μάλιστα της νόσου είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (Καφάτος & συν., 1998. Krassas, Tzotzas, Tsametis, & Konstantinidis, 2001. Mamalakis, Kafatos, Manios, Anagnostopoulou, & Apostolaki, 2000. Μοσχανδρέα & συν., 2003). Η κακή διατροφή φαίνεται να είναι καθοριστικός παράγοντας που συνδέεται με την παχυσαρκία, ενώ η σύνδεση των παιδικών διατροφικών επιλογών με την παχυσαρκία έχει απασχολήσει ένα μεγάλο αριθμό ερευνών (Astrup, Grunwald, Melanson, Saris, & Hill, 2000. Λυδάκη, Καφάτος, Κουνάλη, & Αποστολάκη, 1994. Manios, Panagiotakos, Pitsavos, Polychronopoulos, & Stefanadis, 2004). Δυστυχώς, στην Ελλάδα οι διατροφικές επιλογές των παιδιών και εφήβων έχουν λάβει ανησυχητική στροφή από «παραδοσιακού ή μεσογειακού» τύπου (περιορισμένη κατανάλωση κρέατος και καθημερινή κατανάλωση φρέσκων φρούτων και λαχανικών), οι οποίες είναι και οι υγιεινότερες σε αντίστοιχες «δυτικού» τύπου (τυποποιημένα τρόφιμα με αύξηση στην κατανάλωση κρέατος με ταυτόχρονη μείωση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών) (βλ. και Kafatos, Kouroumalis, Vlachonikolis, Theodorou, & Labadarios, 1997. Yannakoulia, Karayiannis, Terzidou, Kokkevi, & Sidossis, 2004). Για τις χώρες, δηλαδή, του Δυτικού κόσμου όπου η παιδική παχυσαρκία αποτελεί μείζον πρόβλημα υγείας φαίνεται ότι οι διατροφικές επιλογές στρέφονται ολοένα και περισσότερο στα τυποποιημένα προϊόντα και η οικιακή μαγειρική φρέσκων τροφών καθίσταται ολοένα και πιο ασυνήθιστη πρακτική. Επιπλέον τα παιδιά, καταφεύγουν συχνά στη λύση των έτοιμων τροφών τύπου φαστ-φουντ ενώ έχει διαπιστωθεί πως και τα τρόφιμα που καταναλώνονται συνήθως στο σχολείο, είναι υψηλής θερμιδικής αξίας. Πράγματι, η πλειονότητα των

5 προϊόντων που πωλούνται στα σχολικά κυλικεία, είναι ζαχαρώδη, σοκολατοειδή και γενικώς τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά (Wechsler, Brener, Kuester, & Miller, 2001). Είναι πολύ ενδιαφέρον, τέλος, να τονίσουμε ότι μεταξύ των παχύσαρκων ατόμων έχει διαπιστωθεί μια ιδιαιτερότητα στο τρόπο με τον οποίο αναφέρουν τις διατροφικές επιλογές τους (Bantini, Schoeller, Cyr & Dietz, 1990. Champagne, Baker, Delany, Harsha, & Bray, 1998. Livinstone, Prentice, & Coward, 1992). Η ιδιαιτερότητα αυτή εντοπίζεται στο γεγονός ότι όταν ερωτώνται να καταγράψουν τις διατροφικές τους συνήθειες, στην πλειονότητά τους φαίνεται να υπο-εκτιμούν την ποσότητα, την συχνότητα αλλά και τη θερμιδική αξία των τροφών που επιλέγουν να καταναλώσουν Με την παρούσα έρευνα επιχειρείται αφενός η καταγραφή του επιπολασμού της παχυσαρκίας σε μαθητές που φοιτούν στην πέμπτη τάξη του δημοτικού στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας και αφετέρου εξετάζεται το αν οι διατροφικές επιλογές των παχύσαρκων παιδιών διαφοροποιούνται συστηματικά από αυτές των συνομηλίκων τους, μη παχύσαρκων. Μέθοδος Δείγμα: Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 1861 μαθητές ελληνικής καταγωγής οι οποίοι φοιτούσαν στην 5η τάξη του Δημοτικού Σχολείου από τους 4 νομούς της Θεσσαλίας. Τα σχολεία (δημόσια και ιδιωτικά) προέρχονταν από αστικές (Λάρισα, Βόλος, Τρίκαλα, Καρδίτσα), ημιαστικές (π.χ. Τίρναβος, Ελασσόνα) και αγροτικές περιοχές. Οπωσδήποτε η συμμετοχή των μαθητών ενός σχολείου στην έρευνα καθορίστηκε από την επιλογή ή όχι του διευθυντή/διευθύντριας να εμπλακεί σε μια τέτοια διαδικασία, όμως λήφθηκε ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να απευθυνθούμε σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό σχολείων ώστε να έχουμε συμμετοχή μαθητών απ όσο το δυνατόν μεγαλύτερο εύρος της κοινωνικο-οικονομικής διαστρωμάτωσης της Θεσσαλίας. Ο εκ των υστέρων (post-hoc) έλεγχος έδειξε ότι υπήρξε επαρκής κάλυψη ενός ευρέως φάσματος δημογραφικών που αφορούσαν στον τόπο κατοικίας των παιδιών, στο μορφωτικό επίπεδο των γονιών και στο επάγγελμά τους. Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν ηλικία μεταξύ 10 και 12 ετών με μέσο όρο ηλικίας M = 10,93 και τυπική απόκλιση SD = 0,35. Από το δείγμα αυτό, τα 934 (50,19%) ήταν κορίτσια και τα 927 (49,81%) ήταν αγόρια. Το ηλικιακό αυτό εύρος των παιδιών αποτελεί το ανώτατο άκρο της καθαρά παιδικής ηλικίας, πριν την είσοδό

6 τους στην ήβη. Είναι επομένως αρκετά ώριμα για να κατανοήσουν και να δώσουν συγκεκριμένες πληροφορίες όταν τους ζητηθούν, αλλά και αρκετά εκτός του πλαισίου των σύνθετων βιο-ψυχολογικών και συναισθηματικών διεργασιών της ήβης. Επιπλέον, το περιορισμένο ηλικιακό εύρος μας εξασφάλισε, σε μεγάλο βαθμό, μια εικόνα της παιδικής παχυσαρκίας η οποία βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα από αυτή που απεικονίζεται από τους μέσους όρους που αποτελούν αμάλγαμα του επιπολσμού της παχυσαρκίας από την πρώτη παιδική έως και την εφηβική ηλικία Μετρήσεις: 1) Διατροφικές Συνήθειες: Με τη χορήγηση του Ερωτηματολογίου Διατροφικών Συνηθειών (βασισμένο στο ερωτηματολόγιο EPIC: Trichopoulou et al., (2005) και προσαρμοσμένο στην υπό μελέτη ηλικιακή ομάδα παιδιών), οι μαθητές κλήθηκαν να απαντήσουν σε θέματα που αφορούσαν στην ποσότητα και στη συχνότητα της κατανάλωση μιας ευρείας γκάμας συνηθισμένων τροφών. Ως μέτρο για την αξιολόγηση της ποσότητας χρησιμοποιήθηκε η τυπική μερίδα εστιατορίου (μικρή, μεσαία και μεγάλη). Οι μερίδες επιδείχθηκαν στους συμμετέχοντες μαθητές χρησιμοποιώντας πλαστικά ομοιώματα διαφόρων τροφών σε επίσης πλαστικά πιάτα. Για την καταγραφή της συχνότητας λήψης της χρησιμοποιήθηκε οκτάβαθμη κλίμακα από το 0=καθόλου έως το 7=καθημερινά. Β) Σωματομετρήσεις: Στη συνέχεια, οι μαθητές υποβλήθηκαν σε ανθρωπομετρικές μετρήσεις (μέτρηση βάρους και ύψος) σύμφωνα με τα πρότυπα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ντυμένοι ελαφρά και χωρίς υποδήματα (WHO, 2000) για να υπολογιστεί ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ). Για την ανάλυση των αποτελεσμάτων, χρησιμοποιήθηκε αριθμομηχανή που υπολογίζει τον ΔΜΣ ανάλογα με την ηλικία και το φύλο και διαχωρίζει τις τέσσερις κατηγορίες σωματικού βάρους όπως αυτοί έχουν οριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO, 2000). Το άτομο θεωρείται λιπόσαρκο όταν ο ΔΜΣ δεν ξεπερνά το 18,5, φυσιολογικό όταν ο ΔΜΣ βρίσκεται μεταξύ του 18,5 & 24,99, υπέρβαρο όταν ο ΔΜΣ είναι μεγαλύτερος ή ίσος του 25, και παχύσαρκο όταν ο ΔΜΣ είναι μεγαλύτερος ή ίσος με το 30. 1 ΔΜΣ: ορίζεται ως το πηλίκο του βάρους του σώματος (kg) προς το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα (m²).

7 Αποτελέσματα Από τα ευρήματα της έρευνας προέκυψε ότι το 3,9% των αγοριών και το 4,5% των κοριτσιών ήταν λιπόσαρκα, το 56,5% των αγοριών και το 71,6% των κοριτσιών ήταν φυσιολογικά, το 28,7% των αγοριών και το 16,6% των κοριτσιών ήταν υπέρβαρα, και τέλος το 10,9% των αγοριών και το 7,3% των κοριτσιών ήταν παχύσαρκα. Φαίνεται να υπάρχει μια συστηματική επίδραση ανάμεσα στο φύλο και στις τέσσερις κατηγορίες σωματικού βάρους (x² = 53,769, df = 1, p = 0,005). Από τον πίνακα 1 φαίνεται ότι τα αγόρια υπερτερούν στο να είναι υπέρβαρα και παχύσαρκα, ενώ τα κορίτσια υπερτερούν στο να είναι λιπόσαρκα και φυσιολογικά. Εισαγωγή Πίνακα 1. περίπου εδώ. Τα αποτελέσματα μας επίσης έδειξαν ότι οι δηλωμένες διατροφικές επιλογές των υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών δε διαφοροποιούνται συστηματικά από τις αντίστοιχες των συνομηλίκων τους των άλλων κατηγοριών σωματικού βάρους. Οι στατιστικά σημαντικές διαφορές (ρ=0,05) που βρέθηκαν συνολικά ανάμεσα στους τέσσερις τύπους σωματικού βάρους (λιπόσαρκοι, φυσιολογικοί, υπέρβαροι και παχύσαρκοι) αναφορικά με την κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών, δεν βρέθηκαν όταν προχωρήσαμε και στις συγκρίσεις των τύπων ανά δύο, προκειμένου να ελέγξουμε αν αφορούν σε συγκεκριμένους τύπους. Από την ευρεία γκάμα των τροφών, μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η δήλωση για πιο συχνή κατανάλωση συκωτιού στους παχύσαρκους σε σύγκριση με τους λιπόσαρκους (Mann Whitney U=5388 z=-2,66 p<0,01) αλλά το στοιχείο αυτό ενδεικτικά εμφανίζεται εδώ, καθώς το αποτέλεσμα της αυξημένης κατανάλωσης συκωτιού είναι μάλλον απίθανο να αποτελεί τη κρίσιμη διατροφική διαφορά ανάμεσα σε λιπόσαρκους και παχύσαρκους. Ενδεχομένως δηλαδή να είναι τυχαία και για το λόγο αυτό δε θα αξιολογηθεί περαιτέρω στη συζήτηση. Εισαγωγή Πίνακα 2. περίπου εδώ. Συζήτηση Ο συνολικός επιπολασμός της παχυσαρκίας των παιδιών στην πέμπτη δημοτικού υπολογίστηκε στο 31,7% του δείγματος, (υπέρβαροι 22,6% και παχύσαρκοι 9,1%).

8 Αναλύοντας τον επιπολασμό ως προς το φύλο, τα αγόρια παρουσιάζουν υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων (28,7%) έναντι των κοριτσιών (16,6%), και υψηλότερο ποσοστό παχύσαρκων (10,9%), έναντι (7,3%) των κοριτσιών. Καθώς το ηλικιακό εύρος των παιδιών που συμμετείχαν στην παρούσα έρευνα είναι συγκεκριμένο, είναι δύσκολο να συγκρίνουμε τα αποτελέσματά μας με τα αντίστοιχα άλλων ερευνών που παραθέτουν τα συμπεράσματά τους για όλο το εύρος της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Το ποσοστό όμως του 31,7% αποτελεί ενδεικτικό του ότι το 1 στα 3 παιδιά ενδεχομένως, να προσλαμβάνει μεγαλύτερη ποσότητα ενέργειας απ όση καταναλώνει. Θεωρούμε σημαντικές επίσης τις αυτό-αναφορές των παιδιών της συγκεκριμένης ηλικίας. Συνήθως η πλειοψηφία των παιδιών της πέμπτης δημοτικού βρίσκονται στο ανώτατο άκρο της καθαρά παιδικής ηλικίας, πριν την είσοδό τους στην ήβη. Είναι επομένως αρκετά ώριμα για να κατανοήσουν και να δώσουν συγκεκριμένες πληροφορίες όταν τους ζητηθούν, αλλά και αρκετά εκτός του πλαισίου των σύνθετων βιο-ψυχολογικών και συναισθηματικών διεργασιών της ήβης. Το γεγονός αυτό αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για να ερμηνεύσουμε το γιατί δε βρέθηκαν διαφορές στις δηλούμενες διατροφικές επιλογές των υπέρβαρων και των παχύσαρκων παιδιών. Βέβαια, υπάρχει και η άποψη των Manios και συν. (2004), οι οποίοι, καθώς επίσης δεν βρήκαν συσχέτιση μεταξύ της παιδικής παχυσαρκίας και των δηλώσεων πρόσληψης ενέργειας ή λίπους, το απέδωσαν στο γεγονός, ότι η παιδική παχυσαρκία ορίζεται ως το αποτέλεσμα, μάλλον, της μειωμένης κατανάλωσης ενέργειας, παρά της αυξημένης πρόσληψής της. Γενικότερα από τις έρευνες προκύπτει ότι οι παχύσαρκοι υποεκτιμούν τις προσλαμβανόμενες ποσότητες φαγητού, συγκριτικά με τους φυσιολογικούς (Bantini et al, 1990) και ειδικότερα τα παχύσαρκα παιδιά φαίνεται να μη δηλώνουν τις πραγματικές διαιτητικές τους συνήθειες (Champagne et al., (1998). Livinstone et al., 1992). Η εκτίμησή μας είναι ότι τα παιδιά πράγματι κάνουν υπο-αναφορές σε θέματα που αφορούν τη διατροφή τους. Και οι υπο-αναφορές αυτές δεν αφορούν αποκλειστικά τα υπέρβαρα και τα παχύσαρκα παιδιά, γιατί κάτι τέτοιο δεν προέκυψε από την παρούσα έρευνα. Το γεγονός ότι στο δείγμα μας δεν έχουμε εφήβους στις απαντήσεις των οποίων μπορεί να αντανακλώνται πιο έντονα οι επιδράσεις των κοινωνικών προτύπων και 1 ο αντίστοιχος αγγλικός όρος είναι underreport

9 των «ενδεικνυόμενων» και μη διατροφικών επιλογών ως προς τη διατήρηση της επιθυμητής εξωτερικής εμφάνισης (σιλουέτας), ενδεχομένως να φέρνει στο φως κάποιες ενδείξεις και για τον αυξημένο επιπολασμό της παιδικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα. Ίσως στην εκπαίδευση και στη γαλούχηση των παιδιών να μην έχει ενταχθεί ακόμα συστηματικά η σύνδεση των διατροφικών επιλογών με την υγεία και τον τρόπο ζωής. Το να υπο-αναφέρει κανείς πληροφορίες για τη διατροφή του (αν δεν εξυπηρετείται κάποια σκοπιμότητα) αποτελεί και ένδειξη, ενδεχομένως, ότι δεν έχει αναπτύξει (ή διδαχθεί) κάποιο άξονα οργάνωσης αυτών των πληροφοριών. Στο παρελθόν, οι γιορτές, οι διατροφικές παραδόσεις συνδεδεμένες συνήθως με τη θρησκεία και την, κυρίως, αγροτική οικονομική δραστηριότητα, ενδεχομένως να παρείχαν ένα πιο ολοκληρωμένο πλαίσιο ένταξης και συνειδητοποίησης των πληροφοριών που αφορούσαν στη διατροφή των παιδιών και των ενηλίκων. Αντίθετα σήμερα, μέσα σε μια καταναλωτική κοινωνία, με ελεύθερη καταναλωτική πρόσβαση σε πλήθος διατροφικών επιλογών (βλ. και Levitsky & Youn, 2004), ίσως η οργάνωση των πληροφοριών για τις διατροφικές επιλογές μας να μην εμφανίζει αυθόρμητη επαρκή συνοχή. Αν δεχτούμε αυτή την ερμηνεία, θα μπορούσε στο μέλλον να ελεγχθεί η υπόθεση αυτή μέσα από ένα πρόγραμμα ψυχοπαιδαγωγικής παρέμβασης στα παιδιά, όπου θα αφορά όχι μόνο στην πληροφόρησή τους για στο θερμιδικό ισοζύγιο των τροφών και για την επίπτωσή του στην παχυσαρκία, αλλά θα εμπεριέχει και ασκήσεις εκπαίδευσης στην αυτο-παρατήρηση, στην αυτο-παρακολούθηση, την αυτοκαταγραφή και τον αυτο-έλεγχο των διατροφικών συνηθειών τους ώστε αυτές να κατανοηθούν και να συνειδητοποιηθούν πληρέστερα και από τα ίδια τα παιδιά και, εν τέλει, να ενσωματωθούν στο πλαίσιο μιας πιο υπεύθυνης διαχείρισης από μέρους τους. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Astrup, A., Grunwald, G. K., Melanson, E. L., Saris, W. H. M., & Hill, J. O. (2000). The role of low-fat diets in body weight control: a meta- analysis of ad libitum dietary intervention studies. International Journal of Obesity 24(12): 1545-1552. Bantini, L., Schoeller, D., Cyr, H., & Dietz, W. (1990) Validity of reported energy intake in obese and non-obese adolescents. American Journal of Clinical Nutrition, 52, 421.

10 Champagne, C. M., Baker, N. B., Delany, J. P., Harsha, D. W., & Bray, G. A. (1998). Assessment of energy intake under reporting by doubly labeled water and observations on reported nutrient intakes in children. Journal of American Diet Association. 98, 426 433. Καφάτος, Α., Μανιός, Γ., Χατζής, Χ., Μοσχανδρέα, Ι., Μπαλωμενάκη, Ε., Αθανασόπουλος, Δ., Μανιάς, Ξ., Γαλανάκη, Χ. (1998). Αξιολόγηση προγράμματος «Αγωγή Υγείας» μετά από τρία χρόνια εκπαιδευτικής παρέμβασης στα δημοτικά σχολεία της Κρήτης. Ιατρική, 61, 483-497. Kafatos, A., Kouroumalis, I., Vlachonikolis, I., Theodorou, C., & Labadarios, D. (1997). Coronary-heart-disease risk factor status of the Cretan urban population in the 1980s. American Journal of Clinical Nutrition, 54, 591 598. Karayiannis, D., Yannakoulia, M., Terzidou, M., Sidossis, L. S., & Kokkevi, A. (2003). Prevalence of overweight and obesity in Greek school-aged children and adolescents. European Journal of Clinical Nutrition, 57(9), 1189-1192. Krassas, G. E., Tzotzas, T., Tsametis, C., & Konstantinidis, T. (2001). Prevalence αnd trends in overweight and obesity among children and adolescents in Thessaloniki, Greece. J Pediatr Endocrinol Metab; Suppl 5:1319-26; Discussion 1365. Levitsky, D. A., & Youn, T. (2004). The more food young adults are served, the more they overeat. The Journal of Nutrition 2004; 134(10): 2546-2549. Livingstone, B. M., Prentice, A. M., & Coward, W. A. (1992). Validation of estimates of energy intake by weighed dietary record and diet history in children and adolescents. American Journal of Clinical Nutrition, 56, 29 35. Lobstein, T., & Frelut, M. L. (2003). Prevalence of overweight among children in Europe. Obesity Review, 4(4), 195-200. Λυδάκη, Ε., Καφάτος, Α., Κουνάλη, Δ., & Αποστολάκη. (1994). Διαιτητικές συνήθειες, φυσική δραστηριότητα και λιπίδια ορού παχύσαρκων παιδιών ηλικίας 12-14 χρονών. Παιδιατρική, 57: 330-347. Mamalakis, G., Kafatos, A., Manios, Y., Anagnostopoulou, T., & Apostolaki, I. (2000). Obesity indices in a cohort of primary school children in Crete: a six year prospective study. International Journal of Obesity. 24, 765-771. Manios, Y., Panagiotakos, D. B., Pitsavos, C., Polychronopoulos, E., & Stefanadis, C., (2005). Implication of socio-economic status on the prevalence of overweight and obesity in Greek adults: the ATTICA study. Health Policy

11 74(2), 224-232. Μοσχανδρέα, Ι., Χατζής, Χ., Μάμμας, Ι., Μπέρτσιας, Γ., Λιναρδάκης, Κυριακάκης, Μ., Χατζή, Λ., Μ., Καρκαβίτσας, Ν., Μαργιωρής, Α., & Καφάτος, Α. (2003). Δείκτες παχυσαρκίας και παράγοντες κινδύνου σε παιδιά αγροτικής ορεινής περιοχής της Κρήτης. Παιδιατρική, 66, 264-277. Trichopoulou, A., Orfanos, P., Norat, T., Bueno-de-Mesquita, B., Ocke, M., Peeters, P. H., Van der Schouw, T., Boeing, H., Hoffmann, K., Boffetta, P., Nagel, G., et al. (2005). Modified Mediterranean diet and survival: EPIC-elderly prospective cohort study. BMJ, doi 10.1136/bmj.38415.6444155.8F Wechsler, H., Brener, N.D., Kuester, S. C., & Miller. (2001) Food service and foods and beverages available at school Results from the School Health Policies and Programs Study 2000, Journal of School Health, 71, 13 324. World Health Organization. (1989). Measuring obesity: classification and description of anthropometric data. Copenhagen: WHO (Nutr UD, EUR./ ICP/ NUT 125). World Health Organization. (2000). Obesity: preventing and managing the global epidemic. Report of a WHO Consultation. Geneva: WHO Technical Report Series 894. Yannakoulia, M., Karayiannis, D., Terzidou, M., Kokkevi, A., & Sidossis, L.S. (2004). Nutrition-related habits of Greek adolescents. European Journal of Clinical Nutrition, 58, 580-586.

Πίνακας 1. Κατανομή, και μέσοι όροι λιπόσαρκων, φυσιολογικών, υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών. ΦΥΛΟ ΤΥΠΟΣ (ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΔΜΣ) ΛΙΠΟΣΑΡΚΟ (14,14) ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ (17,73) ΥΠΕΡΒΑΡΟ (21,61) ΠΑΧΥΣΑΡΚΟ (25,53) ΑΓΟΡΙΑ (%) ΚΟΡΙΤΣΙΑ (%) ΣΥΝΟΛΟ (%) 36 (3,9) 42 (4,5) 78 (4,2) 524 (56,5) 669 (71,6) 1193 (64,1) 266 (28,7) 155 (16,6) 421 (22,6) 101 (10,9) 68 (7,3) 169 (9,1) Ν 927 (100) 934 (100) 1861 (100) 5 1 ΣΥΝΟΛΟ 49,8% 0,2% 00% * Στην ποσοστιαία κατανομή αγοριών και κοριτσιών στις τέσσερις κατηγορίες σωματικού τύπου βρέθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά (x 2 =53,769 df=3 p<0,0005)

Πίνακας 2. Ομάδες τροφών και διαφορές (έλεγχος x 2 ) ως προς την ποσότητα και τη συχνότητα κατανάλωσής τους ανάμεσα στους τέσσερις τύπους (βάσει ΔΜΣ) των παιδιών. Κατηγορία τροφής (Αριθμός προτεινόμενων τροφών) Είδος Διαφορές ως προς την Ποσότητα (Δυαδικές Συγκρίσεις) Διαφορές ως προς την Συχνότητα (Δυαδικές Συγκρίσεις) Γάλα και παράγωγα (6) Κρέας, Αυγά, και Αλλαντικά (10) Ψάρια & Θαλασσινά (3) Δημητριακά, Όσπρια, Ξηροί Καρποί (11) Φρούτα και Λαχανικά (11) Γλυκά (10) Λίπη,Έλαια, Σάλτσες (5) Φαγητά τύπου Φαστ Φουντ, πίτες (7) -Συκώτι -Κοτόσουπα -Θαλασσινά -Ανάμεικτα Λαχανικά -Φυσικοί Χυμοί -Σάλτσες -Μαργαρίνη -Πίτσα Χάμπουργκερ x 2 =17,01 1 df=9 p<0,05 x 2 =20,96 2 df=9 p<0,05 x 2 =22,93 3 df=9 p<0,01 x 2 =41,25 df=21 p=0,005 Παχύσαρκο>Λιπόσαρκο x 2 =40,82 4 df=21 p<0,01 x 2 =42,24 5 df=21 p<0,005 x 2 =20,96 6 df=9 p<0,05 x 2 =37,11 7 df=21 p<0,05 x 2 =33,36 8 df=21 p<0,05 Τυποποιημένα σνακ Γαριδάκια x 2 =38,08 9 df=21 p<0,05 (π.χ. γαριδάκια, πατατάκια) (2) Αναψυκτικά (τυποποιημένα) (2) Ελληνική Κουζίνα / Λαδερά (4) 1-9 δεν προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές (α=0,05 μη παραμετρικό κριτήριο Mann- Whitney U) στις ανα-δύο συγκρίσεις μεταξύ των τύπων (λιπόσαρκα, φυσιολογικά, υπέρβαρα, παχύσαρκα)

14 Dietary choices of primary school pupils: Similarities and differences among normal and overweight children ABSTRACT In the present study the dietary habits of 1861 Greek 5 th grade pupils from the broader area of Central Greece were investigated. Children were grouped into four categories from thin to obese, according to their BMI (Body Mass Index) and were then asked to report their food preferences, quantity of food consumed as well as frequency of consumption, from a given wide spectrum of foods. No significant and meaningful differences in food quality quantity and frequency were found among the four groups. The results are discussed under the prism of their implications in childhood obesity. Key words: Childhood obesity, BMI, dietary, social effects on food choices