Διαφορές καπνιστών και μη καπνιστών ως προς την άσκηση και το κάπνισμα

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού. Διπλωματική εργασία της φοιτήτριας Νικητοπούλου Χριστίνας Α.Ε.Μ.

Key-words: distance education, Greek dance, planned behavior theory.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία. Εφηβεία και χρήση αλκοόλ. Νάνσυ Σταματοπούλου

Θέµατα που θα αναπτυχθούν ΣΤΙΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ. Που εστιάζονται οι έρευνες; Επιδηµιολογία - Συµπεριφορά

Ανάπτυξη θετικών στάσεων προς τη Φυσική Αγωγή

ΣΤΙΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

Ψυχολογικά μοντέλα που σχετίζονται με προγράμματα άσκησης για υγεία. 29/3/2012

Σηµείωση: Η εργασία αυτή αποτελεί µέρος ερευνητικού προγράµµατος που. χρηµατοδοτήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας (ΕΠΕΑΕΚ, Έρευνα).

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

3. ΙΑΚΟΠΗ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΙΑΚΟΠΗ. Σταυρούλα Μπουσμουκίλια /ντρια Β Πνευμονολογικής κλινικής Γ.Ν.Ν.Καβάλας

WHO. Atlas of health organization, 2008

ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

Γιάννης Θεοδωράκης & Μαρία Χασάνδρα ΤΕΦΑΑ, Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας

Κάπνισμα και Καρκίνος. μισές αλήθειες μισά ψέμματα

ΚΑΠΝΙΣΜΑ. «μια αμαρτωλή ιστορία»

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 12/01/ :39:26 EET

Αξιοπιστία και εγκυρότητα μίας κλίμακας αυτοπεποίθησης για υγιεινή διατροφή

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

Σχεδιασμός, εφαρμογή και καθοδήγηση προγραμμάτων άσκησης

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

Θέματα που θα αναπτυχθούν. Θεωρία. Αλληλεπιδράσεις. Θεωρία. Άσκηση και σχέσεις υγιεινών και ανθυγιεινών συμπεριφορών. Θεοδωράκης Γιάννης

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία. Κ. Αλεξανδρής Αν. Καθηγητής, ΤΕΦΑΑ, ΑΠΘ

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Σημαντικές πληροφορίες για το κάπνισμα

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Λουκία Βασιλείου

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑ 963 ΑΝΑΨΥΧΗ ΚΑΙ ΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ

PATTERNS OF HEALTH-RELATED BEHAVIOURS AMONG HELLENIC STUDENTS

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ

Λέξεις κλειδιά: Ολυµπιακή Παιδεία, εθελοντισµός, Θεωρία Σχεδιασµένης Συµπεριφοράς ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΑΡΕΜΒΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΑΓΩΓΗΣ ΥΓΕΙΑΣ» ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΒΑΡΟΥΣ ΥΠΕΡΒΑΡΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΤΡΙΩΝ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. της Αικατερίνης Μανιουδάκη

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία ΕΠΙΛΟΧΕΙΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤ ΟΙΚΟΝ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ. Φοινίκη Αλεξάνδρου

Στάσεις και προθέσεις ως προς τη φυσική δραστηριότητα μαθητών δημοτικού σχολείου με διαφορετικό δείκτη μάζας σώματος

Πρόγραμμα προαγωγής και αγωγής υγείας: Κάπνισμα. Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Παθολόγος, Επίκ. Καθηγήτρια

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑ 942 ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ

Αιμιλίζα Στεφανίδου 1, Δημοσθένης Μπούρος 2, Μιλτιάδης Λειβαδίτης 2, Αθανασία Πατάκα 1, Παρασκευή Αργυροπούλου 1

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΑΣΘΜΑΤΟΣ

KM 950: Αεροβικός χορός- οργάνωση - μεθοδολογία Διάλεξη 11η : Προπονητική. και aerobic (αεροβικός χορός) I

17/12/2007. Βασιλική Ζήση, PhD. Ποιότητα ζωής. Είναι ένα συναίσθημα που σχεδόν όλοι καταλαβαίνουμε, αλλά δεν μπορούμε να ορίσουμε (Spirduso, 1995)

Τι μας εμποδίζει να συμπεριφερθούμε φιλικά προς το περιβάλλον?

Β ΑΡΣΑΚΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ (PROJECT) ΤΑΞΗ: Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΙΦΝΙΔΙΟΥ ΒΡΕΦΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

Διερεύνηση κινήτρων μάθησης Χημείας και Φυσικής μεταξύ φοιτητών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης

Παρουσίαση του προβλήματος

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΑΚΗ. Λεμεσός

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Σχοινάκης Σ., Ταξιλδάρης Κ., Μπεμπέτσος Ε., Αγγελούσης Ν.

Άσκηση στις αναπτυξιακές ηλικίες

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Εισαγωγή. Σκοπός

Ι ΑΚΤΩΡ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

ΑΓΓΛΙΚΑ Ι. Ενότητα 7α: Impact of the Internet on Economic Education. Ζωή Κανταρίδου Τμήμα Εφαρμοσμένης Πληροφορικής

ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ Α ΤΑΞΗΣ ΜΕ ΘΕΜΑ «ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ» ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

Παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο του Παγκρέατος. Στέργιος Δελακίδης Γαστρεντερολόγος

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία. Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο.

Βασικοί στόχοι της έρευνας

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ, 31 ΜΑΙΟΥ 2019

Εισαγωγή. Κάπνισμα. Γράφημα 1. Συχνότητα/βαρύτητα καπνίσματος, ανά ηλικία (%) Γράφημα 2. Συχνότητα/βαρύτητα καπνίσματος στους 15χρονους, ανά φύλο (%)

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

Κάπνισµα. Αγωγή υγείας στο µάθηµα της φυσικής αγωγής

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή εργασία

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΤΟΥΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Εκπαιδευτικές παρεµβάσεις για πρόληψη καπνίσµατος: Σχεδιασµός και αποτελέσµατα εφαρµογών. Μαρία Χασάνδρα, Λέκτορας ΤΕΦΑΑ, Π.Θ.

ΚΑΠΝΙΣΜΑ: Ιανουάριος ο Ενημερωτικό Σημείωμα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

Ακτινολογική και κλινική βελτίωση σε ασθενείς με Θωρακοοσφυϊκή σκολίωση, εφαρμόζοντας μόνο ασκήσεις της μεθόδου Schroth

Οι γνώμες είναι πολλές

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

Βασικές έννοιες - Τύποι έρευνας ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ. Η λειτουργία της επιστήµης. Η φύση της επιστήµης. Ιεράρχηση επιστηµονικών θέσεων

ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥΣ. ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Γιάννης Θεοδωράκης. Θέματα που θα αναπτυχθούν. Κοινωνική γνωστική θεωρία. user. Χώρος για τον τίτλο 1

Η ψυχολογία της άσκησης για κλινικούς πληθυσμούς. Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

Πρόλογος Οδηγίες για εφαρμογή Επίλογος Θέματα για έρευνα Θέματα για συζήτηση... 32

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΡΟΑΓΟΥΝ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ; Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας

Μέλη Ομάδας. Κυριακοπούλου Νεκταρία Μαγκαβίλα Δήμητρα Παίδαρου Δήμητρα Ράπτη Ιωάννα

The purpose of this study is to investigate the attitudes of adolescents toward internet

Ταυτότητα άτομα, πανελλαδικά. 28 & 29 Απριλίου Τυπικό στατιστικό σφάλμα Μέγιστο σφάλμα 2,16% με διάστημα εμπιστοσύνης 95%

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία «Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΕΝΔΟΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ»

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΚΑΜΠΥΛΗΣ KUZNETS ΣΤΙΣ ΚΑΠΝΙΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ

Γιάννης Θεοδωράκης (2010). ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ

Προσωπικότητα και Άσκηση. 2η διάλεξη «Άσκηση & Ψυχική Υγεία»

Κατευθυντήριες Γραµµές για την Ερµηνεία της Δύναµης Ανύψωσης της Γλώσσας (P max )

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

Τι περιέχει? Το κάπνισμα πραγματοποιείτε μέσω του τσιγάρου το οποίο περιέχει 13 δηλητήρια:

Η Επιδημιολογία της Καρδιαγγειακής Νόσου στην Ελλάδα, από το 1950

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Φωτογραφία. Προσωπικά στοιχεία. Γνωστικό αντικείμενο: Αθλητική Ψυχολογία με έμφαση τις εφαρμογές

με το Διαβητικό πόδι Μ, ΠαπαντωνίουΣ,Εξιάρα Δ,Γουλή Σκούτας Δ,Καραγιάννη Ε,Ρογκότη Ο,Παππά Τ,Δούκας, Λ,Σακαλή Κ,Μανές

Εθνική Επιτροπή για τον Έλεγχο του Καπνίσματος

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

Transcript:

1 Μπεμπέτσος, Ε., Θεοδωράκης, Γ., Χρόνη, Α. (2000). Διαφορές καπνιστών μη καπνιστών ως προς την άσκηση και το κάπνισμα. Αθλητική Απόδοση και Υγεία, 2, 23-33. Διαφορές καπνιστών και μη καπνιστών ως προς την άσκηση και το κάπνισμα Ευάγγελος Μπεμπέτσος, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού Γιάννης Θεοδωράκης, Ανή Χρόνη Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού Ημερομηνία υποβολής 10-2-2000 Διεύθυνση Αλληλογραφίας: Θεοδωράκης Γιάννης, Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, 42100 Τρίκαλα

2 Διαφορές καπνιστών και μη καπνιστών ως προς την άσκηση και το κάπνισμα Περίληψη Προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι η άσκηση φαίνεται να αποτρέπει τα άτομα από την συνήθεια του καπνίσματος, και να ενισχύει την προσπάθεια των καπνιστών να περιορίσουν ή να διακόψουν το κάπνισμα. Σκοπός της έρευνας αυτής ήταν να εξεταστούν οι στάσεις, οι συμπεριφορές και οι τυχόν διαφορές μεταξύ των νέων ταυτόχρονα στα θέματα της άσκησης και του καπνίσματος. Το δείγμα αποτέλεσαν 323 φοιτητές (114 άνδρες, 209 γυναίκες) οι οποίοι συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο που εξέταζε τις στάσεις τους ως προς την άσκηση και το κάπνισμα. Τα αποτελέσματα υποστήριξαν ότι τα άτομα που καπνίζουν έχουν αρνητικές στάσεις προς την άσκηση, αποφεύγουν την άσκηση και παραδέχονται ότι έχουν λιγότερες γνώσεις και ενημέρωση για την άσκηση και τo κάπνισμα, ενώ παραδέχονται τις πολύ θετικές στάσεις τους προς το κάπνισμα, και την πρόθεσή τους να συνεχίσουν να είναι καπνιστές. Η έρευνα έδειξε ότι η ουσιαστική ενημέρωση και η επιμόρφωση των ατόμων και ειδικά των νεαρών, είναι αναγκαία, στην διαμόρφωση θετικών στάσεων σε υγιεινές συνήθειες. Τέλος οι μηχανισμοί στη διαμόρφωση υγιεινών και ανθυγιεινών στάσεων και συμπεριφορών ακολουθούν παρόμοιους δρόμους. Abstract The review of literature has shown a negative relationship between exercise and smoking. It seems that exercise can prevents people from the habit of smoking and even helps smokers to reduce or quit smoking. The aim of this study was to examine simultaneously the attitudes and behaviors of young people toward smoking and exercise and try to find any differences. The sample consisted of 323 university students (114 men, 209 women) and they completed the planned behavior questionniare, which examined their attitudes and behaviors toward exercise and smoking. The results showed that people who smoke, hold a negative attitudes toward exercise, and agreed that they didn t have enougth knowledge and information about exercise and smoking. This study shows that the knowledge and education of young people are appropriate for the formation of positive attitudes toward healthy habits. Moreover, the mechanisms for the formation of attitude and behavior relationships are in the same way for healthy and non-healthy habits.

3 Εισαγωγή Τα τελευταία χρόνια πολλοί ερευνητές προσπαθούν να εξετάσουν τους ψυχολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με την υιοθέτηση επικίνδυνων για την υγεία συμπεριφορών από τη μια πλευρά, ή υγιεινών από την άλλη. Το κάπνισμα και η άσκηση είναι δυο τέτοιες συμπεριφορές και η εργασία αυτή θα επικεντρωθεί σ αυτές με σκοπό να εξετάσει αν τα άτομα επιλέγουν την μια ή την άλλη συμπεριφορά και γιατί. Γενικά, το κάπνισμα θεωρείται βασικό αίτιο για τις περισσότερες αιτίες θανάτου (Vaillant, Schnurr, Baron, & Gerber, 1991; Ford, & DeStefano, 1991), ενώ η αποχή από αυτό έχει ευεργετική επίδραση στην υγεία (Novello, 1990). Με την εισπνοή του καπνού, εισάγονται ορισμένα συστατικά στον οργανισμό, όπως η νικοτίνη, η πίσσα και το μονοξείδιο του άνθρακα, τα οποία αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης προβλημάτων υγείας. O αριθμός των κινδύνων της υγείας εξαιτίας του τσιγάρου είναι μεγάλος. Η νικοτίνη προκαλεί ψυχολογική διέγερση και επαγρύπνηση όπως και παραδόξως χαλάρωση. Αυτά τα ψυχολογικά αποτελέσματα είναι οι βασικοί λόγοι που οδηγούν τα άτομα να συνεχίσουν το κάπνισμα παρόλο τον κίνδυνο της υγείας τους (Williams, 1993). Το ποσοστό θανάτου των καπνιστών έχει αυξηθεί σημαντικά στις περισσότερες από τις μορφές του καρκίνου, οι οποίες έχουν σχέση με το κάπνισμα καθώς ο καπνός του τσιγάρου περιέχει μεγάλο αριθμό καρκινογόνων ουσιών (La Vecchia, Boyle, Franceschi, Levi, Maisonneuve, Nergi, Lucchini, & Smans, 1991; Shopland, Eyre, & Pechacek, 1991). Ο καρκίνος του φάρυγγα είναι η πιο συνηθισμένη μορφή καρκίνου που έχει σχέση με το κάπνισμα. Το κάπνισμα φαίνεται επίσης να είναι το βασικό αίτιο του καρκίνου του λάρυγγα, και το χρόνιο κάπνισμα άνω των 30 τσιγάρων την ημέρα ανεβάζει τον κίνδυνο για εμφάνιση γενικά του καρκίνου στο 59.7% (Boyle, MacFarlane, Maisonneuve, Zheng, Scully, & Tedesco, 1990). Άλλες έρευνες αναφέρουν ότι υπάρχει σχέση μεταξύ καρκίνου του στομάχου, των πνευμόνων, του παγκρέατος, της αρτηριοσκλήρυνσης με το κάπνισμα (La Vecchia, et al., 1991; McGill, 1990; Xie, Lesaffre, & Kestaloot, 1991; MacMahon, 1982). Το κάπνισμα ακόμα αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως βασικό αίτιο για την στεφανιαία νόσο. Είναι γενικά αποδεκτό ότι η επιρροή που ασκείται από τους συνομήλικους βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των μοντέλων που συσχετίζονται με την ερμηνεία του προβλήματος χρήσης διαφόρων ουσιών (Flay, d Avernas, Best, Kersell, & Ryan, 1983;

4 Leventhal & Cleary, 1980). Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν έρευνες που αποδεικνύουν την επιρροή των συνομήλικων και στη χρήση διαφόρων ουσιών, όπως το τσιγάρο και το αλκοόλ, που γίνεται από ενήλικους, ή από φίλους (Elliott, Huizinga, & Ageton, 1985). Γι αυτό και πολλές προσπάθειες για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, έχουν ως πρωταρχικό σκοπό την αντίσταση που πρέπει να αναπτύξουν οι έφηβοι σε αυτήν την επιρροή και πίεση (Botvin, 1986). Έρευνες υποστηρίζουν ότι η άσκηση μπορεί να βοηθήσει τα άτομα στη προσπάθειά τους να διακόψουν το κάπνισμα. Ο Shephard (1989), θεωρεί ότι η συμμετοχή σε προγράμματα άσκησης και υγείας, έχει υψηλά ποσοστά συσχέτισης με άλλες υγιεινές συμπεριφορές. Αρνητική σχέση μεταξύ άσκησης και καπνίσματος βρέθηκε και σε έρευνες με νεαρά άτομα αλλά και σε έρευνες με ενήλικους (Marti, Abelin, Minder, & Vader, 1988; Marti, Salonen, Tuomilehto, & Pulska, 1988; Salonen, Slater, Tuomilehto, & Raurama, 1988). Άλλες έρευνες αναφέρουν ότι οι ομάδες που έχουν πολύ στενή σχέση με την άσκηση παρουσιάζουν διαφορετική συμπεριφορά. Μια συχνή παρατήρηση είναι ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αθλητών υψηλού επιπέδου δεν καπνίζουν. Στην έρευνα των Marti, και συνεργατών (1988), που χρησιμοποίησαν άτομα που έτρεχαν, μόνο το 2% ανέφερε ότι κάπνιζε 20 ή περισσότερα τσιγάρα την ημέρα. Υπήρξε επίσης αρνητική συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης τσιγάρου και της εβδομαδιαίας προπόνησης σε χιλιομετρικές αποστάσεις. Επίσης, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 70% των ατόμων του δείγματος που κάπνιζαν στο παρελθόν, όταν άρχισαν να ασχολούνται με το τρέξιμο, σταμάτησαν να καπνίζουν. Αρκετές έρευνες ασχολήθηκαν με την άσκηση ως μέσο ελάττωσης του καπνίσματος σε άτομα με καρδιοπάθεια. Ο Godin (1989), κάνοντας μία ανασκόπηση 24 ερευνών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η άσκηση βοηθάει τα άτομα που καπνίζουν να το ελαττώσουν ή ακόμα και να το κόψουν εντελώς. Σε σχετική έρευνα (Μπεμπέτσος, Θεοδωράκης, Λαπαρίδης, 1999) αναλύθηκε ένας μεγάλος αριθμός εργασιών που αναφέρονται στις σχέσεις άσκησης και καπνίσματος. Τα αποτελέσματα έδειξαν το πρόβλημα του καπνίσματος και των παρενεργειών του εστιάζεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και αρχίζει από την εφηβική ηλικία. Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις η άσκηση βοήθησε στην ελάττωση του καπνίσματος, ενώ σε γενικές γραμμές όσο πιο πολύ αθλούνται τα άτομα, τόσο πιο λίγο καπνίζουν. Φαίνεται

5 ότι η άσκηση αποτρέπει τα άτομα από την συνήθεια του καπνίσματος, ή ότι μπορεί να ενισχύσει την προσπάθεια των καπνιστών να περιορίσουν ή να διακόψουν το κάπνισμα. Η άσκηση και το κάπνισμα είναι δύο συμπεριφορές οι οποίες εξαρτώνται από την θέληση του ατόμου. Οι αιτίες που οδηγούν τα άτομα σε αυτές τις συνήθειες εξετάζονται από διάφορες θεωρίες. Η θεωρία της σχεδιασμένης συμπεριφοράς θα χρησιμοποιηθεί στην έρευνα αυτή για να μας βοηθήσει να απαντήσουμε σε μια σειρά προβλημάτων που τίθενται. Σύμφωνα με τη θεωρία της σχεδιασμένης συμπεριφοράς, αυτό που προηγείται άμεσα κάθε συμπεριφοράς είναι η πρόθεση του ατόμου να προβεί σε μια ενέργεια. Όσο πιο δυνατή είναι η πρόθεση του ατόμου, τόσο πιο πιθανό είναι να προσπαθήσει το άτομο αυτό να συμπεριφερθεί ανάλογα με την πρόθεσή του (Ajzen & Fishbein, 1980). Η πρόθεση με την σειρά της επηρεάζεται από δύο παράγοντες, τον προσωπικό και τον κοινωνικό. Ορίζεται ως στάση προς τη συμπεριφορά, και υποδηλώνει την προδιάθεση του ατόμου για ευμενή ή δυσμενή αντιμετώπιση της συμπεριφοράς. Ο δεύτερος βασικός παράγοντας που επηρεάζει την πρόθεση είναι το κοινωνικό περιβάλλον, ο κοινωνικός παράγοντας. Ονομάζεται υποκειμενικό πρότυπο και αναφέρεται στην κοινωνική πίεση για την εκτέλεση μιας συμπεριφοράς. Αναφέρεται στο ρόλο των "σημαντικών άλλων" προσώπων και τη γνώμη που έχουν τα πρόσωπα αυτά για την ανάλογη συμπεριφορά του ατόμου. Ο παράγοντας αυτός έχει σχέση με το τι θέλουν ή τι προσδοκούν άλλα σημαντικά πρόσωπα για μια πιθανή συμπεριφορά του (Tesser & Shaffer, 1990). Μια συμπεριφορά μπορεί να είναι απόλυτα κάτω από τον έλεγχο του ατόμου, δηλαδή αν αυτό αποφασίσει να την εκτελέσει ή όχι, αλλά μπορεί και να μην είναι. Ανεξάρτητα από την πρόθεση του ατόμου να εκτελέσει μια συμπεριφορά, συνήθως υπάρχουν εμπόδια. Τέτοια εμπόδια είναι οι εσωτερικοί παράγοντες, όπως επιδεξιότητες, ικανότητες, γνώση, προγραμματισμός, και οι εξωτερικοί παράγοντες, όπως χρόνος, ευκαιρίες, συνεργασία με άλλους, κλπ (Ajzen, 1985; Ajzen & Madden 1986). Ο αντιληπτός έλεγχος συμπεριφοράς, είναι η σχετική μεταβλητή που εκφράζει το κατά πόσο το άτομο νομίζει ότι ελέγχει τις πράξεις του. Εκτός από την παραπάνω θεωρία των στάσεων, αρκετές έρευνες υποστηρίζουν τον ρόλο της αυτοπεποίθησης στην πρόβλεψη συμπεριφορών όπως το κάπνισμα και η παχυσαρκία. Ο Chambliss και Murray (1979) έδωσαν στο δείγμα τους θεραπεία χαπιών

6 για να ελαττώσουν το κάπνισμα και μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα σταμάτησαν την θεραπεία στα μισά άτομα. Με τον τρόπο αυτό προσπάθησαν να δουν κατά πόσο οι προσωπικές τους προσπάθειες για ελάττωση του καπνίσματος θα αποδώσουν και κατά πόσο αυτές οι προσπάθειες θα αυξήσουν την αυτοαποτελεσματικότητα τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα συγκεκριμένα άτομα παρουσίασαν υψηλότερα ποσοστά ελάττωσης του τσιγάρου από τα άτομα που συνέχισαν την θεραπεία. Σε έρευνα τους οι Hill, Boudreau, Amyot, Dery και Godin (1997), χρησιμοποιώντας την θεωρία της Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς, προσπάθησαν να βρουν τη συμβολή της θεωρίας στη διαφοροποίηση του δείγματος ως χρήστες τσιγάρου. Το δείγμα αποτέλεσαν 360 μαθητές λυκείου. Τα αποτελέσματα βοήθησαν στην κατανόηση της εξάρτησης που παρουσιάζει το κάπνισμα. Οι Maher και Rickwood (1997), χρησιμοποιώντας την θεωρία της σχεδιασμένης συμπεριφοράς, προσπάθησαν να βρουν κατά πόσο οι προθέσεις, τα κοινωνικά πρότυπα και ο αντιληπτός έλεγχος, αποτελούν παράγοντες πρόβλεψης των προθέσεων των ατόμων σε σχέση με το κάπνισμα. Το δείγμα αποτέλεσαν 285 παιδιά λυκείου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η θεωρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράγοντας πρόβλεψης της συμπεριφοράς αυτής. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά με χαμηλά επίπεδα ηθικής και αυτοαποτελεσματικότητας, είχαν πιο θετικές προθέσεις προς το κάπνισμα, είχαν κοινωνικά πρότυπα που ήταν θετικά προς την συμπεριφορά αυτή και τέλος, ο αντιληπτός έλεγχός τους ήταν και αυτός θετικός προς το κάπνισμα. Σκοπός της έρευνας αυτής ήταν να εξεταστούν οι απόψεις και επιλογές των φοιτητών που καπνίζουν σε σχέση με αυτούς που δεν καπνίζουν και ως προς το κάπνισμα και ως προς την άσκηση ταυτόχρονα, και να διαπιστωθούν τυχόν διαφορές και ομοιότητες στη διαμόρφωση των συμπεριφορών αυτών. Μεθοδολογία Δείγμα και διαδικασία Το δείγμα αποτέλεσαν 323 άτομα, φοιτητές όλων των τμημάτων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (114 άνδρες, 209 γυναίκες, Μ=20,17). Τα άτομα αυτά συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο με βάση τις αρχές της θεωρίας της Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί σε σχετικές έρευνες σε ελληνικούς πληθυσμούς (Theodorakis, 1994; Theodorakis, κα., 1995). Το σύνολο των ερωτήσεων

7 ήταν 58 (29 για κάθε συμπεριφορά) και οι απαντήσεις δόθηκαν σε εφταβάθμια κλίμακα. Επίσης, στο τέλος του ερωτηματολογίου συμπλήρωσαν τα άτομα πόσες φορές γυμνάστηκαν την προηγούμενη εβδομάδα και πόσες τον προηγούμενο μήνα. Επίσης απάντησαν αν καπνίζουν ή όχι, και αν ναι πόσα τσιγάρα την ημέρα. ΚΑΠΝΙΣΜΑ Α) 6 ερωτήσεις στάσεων. Πχ. «Για μένα το να καπνίζω τους επόμενους 2 μήνες, είναι». Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη επιθέτων της μορφής "καλόκακό", "ανόητο-έξυπνο", "υγιεινό-ανθυγιεινό", "όμορφο-άσχημο", "χρήσιμο-άχρηστο", "δυσάρεστο-ευχάριστο". Β) 3 ερωτήσεις πρόθεσης. Πχ. «Σκοπεύω να καπνίζω τους επόμενους 2 μήνες». Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη επιθέτων της μορφής "πιθανόαπίθανο" και "ναι-όχι". Γ) 4 ερωτήσεις κοινωνικού προτύπου. Πχ. «Αν καπνίζω τους επόμενους 2 μήνες, πολλά άτομα σπουδαία για μένα». Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη της μορφής "θα διαφωνήσουν-θα συμφωνήσουν", "πιθανό-απίθανο", "διαφωνώσυμφωνώ". Δ) 4 ερωτήσεις πληροφόρησης. Πχ. «Πόσο προσοχή δίνεις σε πληροφορίες σχετικές με το κάπνισμα;» Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη της μορφής "καθόλου δεν τις προσέχω-τις προσέχω", "καμία φορά-πολύ συχνά", "συμφωνώδιαφωνώ", "δεν ασχολούμαι καθόλου-ασχολούμαι υπερβολικά". Ε) 4 ερωτήσεις γνώσεων. Πχ. «Πόσο ενημερωμένος/η θεωρείς ότι είσαι σχετικά με το κάπνισμα;» Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη της μορφής "πάρα πολύ ενημερωμένος/η-καθόλου ενημερωμένος/η", "ελάχιστα-πάρα πολλά", "καθόλου γνώσεις-πολλές γνώσεις". ΣΤ) 2 ερωτήματα συμπεριφοράς. Πχ. «Πόσα τσιγάρα καπνίζεις την ημέρα;» «Πόσα τσιγάρα την ημέρα κάπνισες τον προηγούμενο μήνα;» Οι απαντήσεις δόθηκαν αριθμητικώς. ΑΣΚΗΣΗ Α) 6 ερωτήσεις στάσεων. Πχ. «Για μένα το να γυμνάζομαι τακτικά τον επόμενους 2 μήνες είναι». Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη επιθέτων της

8 μορφής "καλό-κακό", "ανόητο-έξυπνο", "υγιεινό-ανθυγιεινό", "όμορφο-άσχημο", "χρήσιμο-άχρηστο", "δυσάρεστο-ευχάριστο". Β) 3 ερωτήσεις πρόθεσης. Πχ. «Σκοπεύω να γυμνάζομαι τακτικά τους επόμενους 2 μήνες». Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη επιθέτων της μορφής "πιθανό-απίθανο" και "ναι-όχι". Γ) 4 ερωτήσεις κοινωνικού προτύπου. Πχ. «Αν γυμνάζομαι τακτικά τους επόμενους 2 μήνες, πολλά άτομα σπουδαία για μένα» Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη της μορφής "θα διαφωνήσουν-θα συμφωνήσουν", "πιθανό-απίθανο", "διαφωνώ-συμφωνώ". Δ) 4 ερωτήσεις πληροφόρησης, πχ. «Πόσο προσοχή δίνεις σε πληροφορίες σχετικές με προγράμματα άθλησης;» Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη της μορφής "καθόλου δεν τις προσέχω-τις προσέχω", καμία φορά-πολύ συχνά", "συμφωνώδιαφωνώ", "δεν ασχολούμαι καθόλου-ασχολούμαι υπερβολικά". Ε) 4 ερωτήσεις γνώσεων. Πχ. «Πόσο ενημερωμένος/η θεωρείς ότι είσαι σχετικά με τα προγράμματα άθλησης;» Οι απαντήσεις δόθηκαν με εφταβάθμια κλίμακα και ζεύγη της μορφής "πάρα πολύ ενημερωμένος/η-καθόλου ενημερωμένος/η", "ελάχιστα-πάρα πολλά", "καθόλου γνώσεις-πολλές γνώσεις". ΣΤ) 2 ερωτήματα αθλητικής συμπεριφοράς. «Πόσες φορές την εβδομάδα έρχεσαι στο γυμναστήριο;» «Πόσες φορές την εβδομάδα γυμνάστηκες τον προηγούμενο μήνα;» Οι απαντήσεις δόθηκαν αριθμητικώς. Αποτελέσματα Από το σύνολο του δείγματος το 35.5 % ήταν καπνιστές και το 65.5 % δεν ήταν. Διευκρινίζεται ότι για τους σκοπούς της έρευνας καπνιστής θεωρείται ένα άτομο που καπνίζει 5 ή περισσότερα τσιγάρα. Επίσης από το σύνολο του δείγματος μόνο το 14.2% δήλωσε ότι γυμνάζεται τακτικά δύο ή περισσότερες φορές την εβδομάδα. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι χρησιμοποιημένες μεταβλητές χαρακτηρίζονται από μία εσωτερική συνοχή και όλες ήταν στατιστικά σημαντικές. Ο συντελεστής Άλφα του Cronbach ήταν για τις «Στάσεις προς την Άσκηση».88, για την «Πληροφόρηση σχετικά με την Άσκηση».88, για τις «Γνώσεις σχετικά με την Άσκηση».91, για την «Πρόθεση για Άσκηση».88, για τα «Κοινωνικά Πρότυπα σχετικά με την Άσκηση».76, για τις «Στάσεις προς το Κάπνισμα».87, για την «Πληροφόρηση σχετικά με το Κάπνισμα».81,

9 για τις «Γνώσεις σχετικά με το Κάπνισμα».82, για την «Πρόθεση σχετικά με το Κάπνισμα».87, και για τα «Κοινωνικά Πρότυπα σχετικά με το Κάπνισμα».71,. Συγκρίσεις μεταξύ καπνιστών και μη καπνιστών έγιναν για να βρεθούν τυχόν διαφορές στις συμπεριφορές τους σχετικά με το κάπνισμα (Πίνακας 1) και την άσκηση (Πίνακας 2) με την μέθοδο του t-test. Γραφικά οι διαφορές αυτές φαίνονται στα σχήματα 1 και 2. ΠΙΝΑΚΑΣ 1. Διαφορές καπνιστών μη καπνιστών σχετικά με το κάπνισμα. Μεταβλητές Mean (±SD) τιμή t p Μη Καπνιστές Καπνιστές Στάσεις Καπνίσματος 29.6(±8) 38.2(±5) -8.5.000 Κοινωνικά πρότυπα άσκησης 23.2(±15.2) 29.4(±19) -6.2.02 Αντιληπτός Έλεγχος 5.9(±3.1) 12.9(±2.2) -7.0.000 Πρόθεση Καπνίσματος 10.2(±4.5) 19.6(±3) -9.4.000 Γνώσεις Καπνίσματος 17.6(±4.4) 18.2(±4) -.59.34 Πληροφόρηση Καπνίσματος 19.1(±4.8) 16.9(±9) -2.2.003 Τα αποτελέσματα μας δείχνουν ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ καπνιστών και μη. Πιο συγκεκριμένα, οι καπνιστές έχουν πιο ισχυρές στάσεις προς το κάπνισμα (Μ=38.2), από ότι οι μη καπνιστές (Μ=29.6), t=-8.5, p<0.00, θεωρούν ότι οι σημαντικοί άλλοι συμφωνούν μαζί τους, παρουσιάζουν δηλαδή πιο ισχυρά κοινωνικά πρότυπα (Μ=29.4), από ότι οι μη καπνιστές (Μ=23.2), t=-6.2, p<0.02, και θεωρούν ότι η επιλογή τους να καπνίζουν ελέγχεται από τους ίδιους, έχουν δηλαδή πιο ισχυρό αντιληπτό έλεγχο (Μ=12.9) από ότι οι μη καπνιστές (Μ=5.9), t=-7, p<0.00. Επίσης, έχουν πιο ισχυρή πρόθεση για να συνεχίσουν το κάπνισμα (Μ=19.6), από ότι οι μη καπνιστές (Μ=10.2), t=-9.4, p<0.001, και παραδέχονται ότι κατέχουν λιγότερες πληροφορίες σχετικά με το κάπνισμα (Μ=16.9), από ότι οι μη καπνιστές (Μ=19.1), t=-2.2, p<0.03. Τέλος και δεν παρουσιάζουν καμία διαφορά στις γνώσεις σχετικά με το κάπνισμα, με τους μη καπνιστές.

10 ΠΙΝΑΚΑΣ 2. Διαφορές καπνιστών μη καπνιστών σχετικά με την άσκηση. Μεταβλητές Mean (±SD) Καπνιστές Μη Καπνιστές Τιμή t p Στάσεις Άσκησης 36(±8.8) 37.8(±6) -1.8.02 Κοινωνικά Πρότυπα Άσκησης 40.5(±23.5) 51(±27) -10.5.001 Αντιληπτός Έλεγχος 8.4(±3) 9.4(±4) -1.06.001 Πρόθεση Άσκησης 14.4(±5.2) 15.1(±5) -.88.02 Γνώσεις Άσκησης 15.5(±5.7) 17.2(±5.4) -1.66.05 Πληροφόρηση Άσκησης 17.4(±5.6) 19(±5.1) -1.66.05 Τα αποτελέσματα έδειξαν διαφορές μεταξύ των καπνιστών και μη καπνιστών ως προς την άσκηση. Πιο συγκεκριμένα, οι μη καπνιστές είχαν ισχυρότερες στάσεις για συμμετοχή σε προγράμματα άσκησης (Μ=37.8), από ότι οι καπνιστές (Μ=36), t=-1.8, p<0.02, Θεωρούσαν ότι οι σημαντικοί άλλοι, δηλαδή τα κοινωνικά πρότυπα πίεζαν για συμμετοχή σε προγράμματα άσκησης (Μ=51), από ότι οι καπνιστές (Μ=40), t=-10.5, p<0.01, και θεωρούσαν ότι η επιλογή τους εξαρτάται από τους ίδιους, παρουσίαζαν δηλαδή ισχυρότερο αντιληπτό έλεγχο (Μ=9.4), από ότι οι καπνιστές (Μ=8.4), t=-1.06, p<0.01. Επίσης παρουσίασαν ισχυρότερη πρόθεση για άσκηση (Μ=15.1), από ότι οι καπνιστές (Μ=14.4), t=-.88, p<0.02, θεωρούσαν ότι κατείχαν περισσότερες γνώσεις σχετικά με την άσκηση (Μ=17.2), από ότι οι καπνιστές (Μ=15.5), t=-1.66, p<0.05 και τέλος, θεωρούσαν ότι ήταν πιο καλά πληροφορημένοι σε θέματα άσκησης (Μ=19), από τους καπνιστές (Μ=17.4), t=-1.66, p<0.05. Επιπλέον έγινε μια ανάλυση διακριτικότητας (discriminant analysis) για να εξετασθεί συνολικά ποιες είναι οι πιο χαρακτηριστικές μεταβλητές που ξεχωρίζουν το δείγμα μεταξύ καπνιστών και μη καπνιστών. Τα αποτελέσματα έδειξαν μια σειρά μεταβλητών χαρακτηριστικών αυτού του διαχωρισμού (Eigenvalue=2.60, Wilks Lambda=.278, p<.001). Ειδικότερα, οι μεταβλητές αυτές ήταν: πρόθεση για κάπνισμα (Wilks Lambda=.325, F= 669.3, p<.001), αντιληπτός έλεγχος για κάπνισμα (Wilks Lambda=.344, F= 615, p<.001), υποκειμενικό πρότυπο για άσκηση (Wilks

11 Lambda=.970, F= 9.9, p<.001), και πρόθεση για άσκηση (Wilks Lambda=.982, F= 5.9, p<.001). Συζήτηση Ο σκοπός αυτής της έρευνας ήταν να εξεταστούν οι στάσεις και οι συμπεριφορές των νέων σε θέματα όπως η άσκηση και το κάπνισμα και να διαπιστωθούν τυχόν διαφορές στις συμπεριφορές αυτών των ατόμων. Σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι καπνιστές πραγματικά αγαπούν το κάπνισμα, και έχουν θετική πρόθεση να συνεχίσουν να καπνίζουν, ενώ αντίθετα δεν ενθουσιάζονται με την ιδέα της άσκησης και δεν έχουν την πρόθεση να γυμναστούν στο μέλλον. Η διαμόρφωση στάσεων και προθέσεων προς το κάπνισμα είναι εντελώς αντίθετη με τη διαμόρφωση στάσεων και προθέσεων προς την άσκηση. Πιο συγκεκριμένα, πολύ χαρακτηριστικές και σαφείς ήταν οι διαφορές και τα αποτελέσματα σχετικά με τις συμπεριφορές καπνιστών και μη καπνιστών. Καταρχήν στο θέμα της άσκησης, οι μη καπνιστές είχαν ισχυρότερες στάσεις για να συνεχίσουν να γυμνάζονται και θεωρούσαν ότι οι σημαντικοί άλλοι επιθυμούν το ίδιο. Θεωρούσαν επίσης ότι η επιλογή τους να γυμνάζονται εξαρτάται από τους ίδιους, είχαν την ισχυρή πρόθεση να συνεχίσουν να γυμνάζονται στο μέλλον, και θεωρούσαν ότι η επιλογή τους αυτή εξαρτάται από τους ίδιους, σε αντίθεση με τους καπνιστές. Θεωρούσαν ότι έχουν τις γνώσεις και την πληροφόρηση σχετικά με την άσκηση, ενώ οι καπνιστές παραδέχονταν ότι αυτήν την γνώση και πληροφόρηση δεν την έχουν. Οι μη καπνιστές, δήλωσαν ότι ήξεραν ότι η άσκηση οδηγεί σε έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής και απολάμβαναν τα οφέλη της. Με τον ίδιο τρόπο διαμορφώνονται και οι στάσεις για το κάπνισμα. Οι καπνιστές είχαν ισχυρότερες στάσεις για να συνεχίσουν να καπνίζουν και θεωρούσαν ότι οι σημαντικοί άλλοι συμφωνούν το ίδιο. Θεωρούσαν επίσης ότι η επιλογή τους να καπνίζουν εξαρτάται από τους ίδιους, και είχαν την ισχυρή πρόθεση να συνεχίσουν να καπνίζουν στο μέλλον, σε αντίθεση με τους καπνιστές. Τέλος οι καπνιστές παραδέχονταν ότι έχουν λιγότερη πληροφόρηση σχετικά με το κάπνισμα σε σχέση με τους μη καπνιστές. Η ανάλυση διακριτικότητας ξεχώρισε ορισμένες μεταβλητές και σχετικές με το κάπνισμα, και σχετικές με την άσκηση που είναι χαρακτηριστικές της διαφοράς μεταξύ

12 καπνιστών και μη καπνιστών. Οι μεταβλητές αυτές ήταν πρόθεση για κάπνισμα, αντιληπτός έλεγχος για κάπνισμα, υποκειμενικό πρότυπο για άσκηση, και η πρόθεση για άσκηση. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι οι καπνιστές διαχωρίζονται από τους μη καπνιστές στην αντίληψή τους, ταυτόχρονα για μια σειρά θεμάτων και για την άσκηση και για το κάπνισμα. Τα αποτελέσματα αυτά τελικά έρχονται σε συμφωνία με αποτελέσματα άλλων ερευνών που θεωρούν ότι η άσκηση αποτελεί έναν από τους παράγοντες που βοηθάει στην αποφυγή αυτής της βλαβερής θανατηφόρας συνήθειας (Marti, κα., 1988; Marti, κα., 1988; Salonen, κα., 1988; Tuomilehto, Marti, Salonen, Virtala, Lathi, & Puska, 1987). Η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να μειώσει τις τραγικές του παρενέργειες και προβλήματα που παρουσιάζει. Η έρευνα αυτή έδειξε ότι υπάρχουν δυο επιπλέον σημαντικές μεταβλητές που καθορίζουν τις στάσεις και τις συμπεριφορές των ατόμων για την άσκηση και το κάπνισμα. Οι μεταβλητές αυτές ήταν οι γνώσεις και η πληροφόρηση για θέματα σχετικά με την άσκηση και το κάπνισμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι καπνιστές παραδέχονται ότι έχουν ελλιπή πληροφόρηση για το κάπνισμα, σε σχέση με τους μη καπνιστές, όπως επίσης παραδέχονται ότι δεν έχουν αρκετές γνώσεις και πληροφόρηση για την άσκηση. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι μια διαμόρφωση αρνητικών στάσεων προς το κάπνισμα συνδέεται κυρίως με την ενημέρωση και πληροφόρηση των ατόμων. Ερευνητές τονίζουν ότι η κοινωνική πληροφόρηση όσον αφορά το κάπνισμα και η απαγόρευσή του σε χώρους εργασίας ή και σε άλλα μέρη, μπορεί να φέρει θετικά αποτελέσματα έτσι ώστε να γίνει πιο εύκολα αποδεκτή μία τέτοια απόφαση (Greenberg, 1994). Η εργασία αυτή δείχνει ότι η διαμόρφωση θετικών ή αρνητικών στάσεων και συμπεριφορών σε θέματα υγείας έχει μια παράλληλη πορεία. Θετικές στάσεις προς την άσκηση συνδέονται με αρνητικές στάσεις προς το κάπνισμα. Τα άτομα που νομίζουν ότι το να γυμνάζονται εξαρτάται από τους ίδιους, πιστεύουν ότι και το να μην καπνίζουν εξαρτάται από τους ίδιους. Οι σημαντικοί άλλοι επίσης παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των στάσεων και των συμπεριφορών των ατόμων. Όταν το φιλικό περιβάλλον εγκρίνει μια ανθυγιεινή συμπεριφορά, τα άτομα επηρεάζονται. Όταν εγκρίνει μια υγιεινή συμπεριφορά επίσης επηρεάζονται. Με βάση τα δεδομένα της έρευνας αυτής

13 πιστεύεται ότι οι επιλογές αυτές των ατόμων γενικεύονται και συστηματοποιούνται σε όλες τις κατηγορίες υγιεινών και ανθυγιεινών συμπεριφορών. Συμπερασματικά βλέπουμε ότι η άσκηση βοηθάει τα άτομα να παραμένουν αρνητικοί στην απόκτηση μιας κακιάς συνήθειας όπως είναι το κάπνισμα. Οι καπνιστές διαχωρίζονται από τους μη καπνιστές και στο θέμα του καπνίσματος και στο θέμα της άσκησης. Ο διαχωρισμός αυτός επεκτείνεται σε όλο το φάσμα των στάσεων και των προθέσεων που διαμορφώνουν τις αντίστοιχες συμπεριφορές. Πιστεύουν ότι η άσκηση τους βοηθάει όσον αφορά έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής και ασκούνται γιατί οι ίδιοι το θέλουν και όχι για άλλους παράγοντες, ενώ ταυτόχρονα θεωρούν ότι η επιλογή τους αυτή εξαρτάται από τους ίδιους. Καθώς η ενημέρωση και η πληροφόρηση παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των στάσεων των ατόμων για την άσκηση και το κάπνισμα, πρέπει να συνεχίζεται ο αγώνας της ενημέρωσης και της επιμόρφωσης ιδίως στον νεαρό πληθυσμό και να προσφέρονται λύσεις όπως η ενασχόληση του με την άσκηση γενικά. Ένας πιο υγιεινός τρόπος ζωής δεν προσφέρει μόνο μακροβιότητα αλλά και μια πιο ευτυχισμένη ζωή.

14 Βιβλιογραφία Ajzen, I. (1985). From intentions to actions: A theory of planned behavior. In: Action Control: From Cognition to Behaviour, J. Kuhl & J. Beckman (Eds.), New York: Springer Verlag, pp. 11-39. Ajzen, I., & Fishbein, M. (1980). Understanding attitudes and predicting social behaviour. Englewood Cliffs, NJ: Prentice-Hall. Ajzen, I., & Madden, T.J. (1986). Predictions of goal-directed behaviour. Attitudes, intentions and perceived behavioral control. Journal of Experimental Social Psychology, 22: 453-457. Botvin, G.J. (1986). Substance abuse prevention: Recent developments and future directions. Journal of School Health. l56: 369-374. Boyle, P., MacFarlane, G., Maisonneuve, P., Zheng, T., Scully, C., & Tedesco, B. (1990). Epidimiology of the mouth cancer in 1989: a review. Journal of Rehabilitation and Social Medicine. 83: 724-730. Chambliss C.A. & Murray, E.J. (1979). Cognitive procedures for smoking reduction: Symptom attribution versus efficacy attribution. Cognitive Therapy and Research, 3: 91-96. Elliott, D.S., Huizinga, D., & Ageton, S.S. (1985). Explaining delinquency and drug use. Beverly Hills, CA: Sage. Flay, B.R., d Avernas, F.R., Best, J.A., Kersell, M.W., & Ryan, K.B. (1983). Cigarette smoking: Why young people do it and ways of preventing it. In P. McGrath & P. Firestone (Eds.), Pediatric and adolescent behavioral medicine (pp. 132-183). New York: Springer- Verlag. Ford, E., & DeStefano, F. (1991). Risk factors for mortality from all causes and from coronary heart disease among persons with diadetes. Findings from the National Health and Nutrition Examination Survey Epidemiologic follow-up study. Am. J. of Epidemiology. 133: 1220-1230. Godin, G. (1989). The effectiveness of Interventions in Modifying Behavioral Risk Factors of Individuals with Coronary Heart Disease. Journal of Cardiopulmonary Rehabilitation. 9: 223-236. Greenberg, J. (1994). Using socially fair treatment to promote acceptance of work site smoking ban. Journal of Applied Psychology 79: 288-297.

15 Hill, A.D., Boudreau, F., Amyot, E., Dery, D., Godin, G. (1997). Predicting the Stages of Smoking Acquisition According to the Theory of Planned Behavior. Journal of Adolescent Health, 21: 107-115. La Vecchia, C., Boyle, P., Franceschi, S., Levi, F., Maisonneuve, P., Negri, E., Lucchini, F., & Smans, M. (1991). Smoking and cancer with emphasis on Europe. European Journal of Cancer. 27: 94-104. Leventhal, H., & Cleary, P.D. (1980). The smoking problem: a review of research and theory in behavior risk modification. Psychological Bulletin. 88: 370-405. MacMahon, B. (1982). Risk factors for cancer of the pancreas. Cancer. 50: 2676-2680. Maher, R.A.,Rickwood, D. (1997). The Theory of Planned Behavior, Domain Specific Self- Efficacy and Adolescent Smoking. Journal of Child & Adolescent Substance Abuse, 6: 57-76. Marti, B., Abelin, T., Minder, C., & Vader, J. (1988). Smoking, alcohol consumption, and endurance capacity: An analysis of 6500 19-year-old conscripts and 4100 joggers. Prev. Med. 17: 79-92. Marti, B., Salonen, J., Tuomilehto, J., & Pulska, P. (1988). 10-year trends in physical activity in the eastern Finnish adult population. Relationship to socioeconomic and lifestyle characteristics. Acta Medical Scandinavian. 224: 195-203. McGill, H. (1990). Smoking and the pathogenesis of atherosclerosis. Advance Experimental Med. Biol. 273: 9-16. Novello, A. (1990). Surgeon General s report on the health benefits of smoking cessation. Public Health Representative. 105: 545-548. Salonen, J., Slater, J., Tuomilehto, J., & Raurama, R. (1988). Leisure time and occupational physical activity: Risk of death from ischemic heart disease. American Journal of Epidemiology. 127: 87-94. Shephard, R. (1989). Exercise and lifestyle change. British Journal of Sports and Medicine. 23: 11-22. Shopland, D., Eyre, H., & Pechacek, T. (1991). Smoking attributable cancer mortality in 1991: is lung cancer now the leading cause of death among smokers in the United States? J. Nath. Ca.

16 Tesser, A., Shaffer, D.R. (1990). Attitudes and attitude change. Annual Review Psychology, 41: 479-523. Theodorakis, Y. (1994). Planned behavior, attitude strength, self-identity, and the prediction of exercise behavior. The Sport Psychologist, 8: 149-165. Theodorakis, Y., Bagiatis, Goudas, M. (1995). Attitudes toward teaching individuals with disabilities: Application of planned behavior theory. Adapted Physical Activity Quarterly, 12: 151-160. Vaillant, G., Schnurr, P., Baron, J., & Gerber, P. (1991). A prospective study of the effects of cigarette smoking and alcohol abuse on mortality. J. Gen. Intern. Med. 6: 299-304. Williams, M. (1993). Physical activity, fitness and substyance misure and abuse. In C. Bouchard, R.J. Shepard, T. Staphens (Eds.): Physical Activity, Fitness, and Health. Human Kinetics, Champaign, Illinois. Xie, J., Lesaffre, E., & Kestaloot, H. (1991). The relationship between animal fat intake, cigarette smoking, and lung cancer. Cancer Causes Control. 2: 79-83. Μπεμπέτσος, Ε., Θεοδωράκης, Γ., Λαπαρίδης, Κ. (1999). Άσκηση, κάπνισμα και υγεία. Αθλητική Ψυχολογία,

17 Σχήμα 1. Διαφορές καπνιστών και μη καπνιστών ως προς το κάπνισμα Καπνιστές Μη καπνιστές 45 40 38,2 35 ΤΙΜΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 30 25 20 15 10 29,4 23,2 5,9 12,9 29,6 19,6 10,2 18,2 17,6 19,1 16,9 5 0 Κοινωνικά Πρότυπα Άσκησης Αντιληπτός Έλεγχος Στάσεις Καπνίσματος Πρόθεση Καπνίσματος Γνώσεις Καπνίσματος Πληροφόρηση Καπνίσματος

18 Σχήμα 2. Διαφορές καπνιστών και μη καπνιστών ως προς την άσκηση Καπνιστές Μη καπνιστές 60 50 51 ΤΙΜΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ 40 30 20 10 36 37,8 40,5 8,4 9,4 17,2 14,4 15,1 15,5 17,4 19 0 Στάσεις Άσκησης Κοινωνικά Πρότυπα Άσκησης Αντιληπτός Έλεγχος Πρόθεση Άσκησης Γνώσεις Άσκησης Πληροφόρηση Άσκησης