1 Τάσος Γιαννίτσης (17/10/2013), Παρουσίαση βιβλίου «Η Ελλάδα στην Κρίση» 1. Πρώτη επιδίωξη του βιβλίου αυτού είναι η αναζήτηση πολιτικών που θα µας οδηγούν έξω από την κρίση. Ακόµα και όταν αναλύεται το παρελθόν το πώς διαµορφώθηκαν οι µηχανισµοί της κρίσης- το ενδιαφέρον στρέφεται στη σηµασία τους για το µέλλον µας. Στην προσπάθεια αυτή θέλω να δείξω πόσο πρέπει να «βγει κανείς έξω από τα καθιερωµένα καλούπια» σκέψης και λόγου, για να καταλάβει τι έγινε, τι γίνεται και τι πρέπει να γίνει. Χρειαζόµαστε µια πυξίδα για την πορεία µας, που δεν θα είναι µόνο οικονοµική, αλλά και ιδεολογική, κοινωνική, πολιτική και ευρωπαϊκή. Ουσιαστικά, στο βιβλίο αυτό αναζητάω το ιδεολογικό υπόβαθρο µιας πολιτικής για την κρίση, γιατί εδώ υπάρχει ένα τεράστιο κενό και χωρίς ένα τέτοιο ιδεολογικό υπόβαθρο η κρίση θα αντιµετωπίζεται µε αποσπασµατικές µετρολογίες και µε φωνές του καθολικού αρνητισµού. Την ίδια στιγµή βλέπει κανείς την χρεοκοπία στερεότυπων και δογµάτων και πώς ακραία φαινόµενα, όπως η ναζιστική οργάνωση, έρχονται και καλύπτουν τα κενά, δηλ. τις αδυναµίες του ιδεολογικού, αξιακού και πολιτικού µας συστήµατος. 2. Στο βιβλίο διατυπώνω ένα ευρύτερο πλέγµα πολιτικών και οικονοµικών στόχων, που θα έπρεπε να είναι ψηλά στην πολιτική ατζέντα. Φυσικά, η πραγµατικότητα και οι ισορροπίες εξουσίας,
2 δεν αλλάζουν εύκολα. Υπάρχουν όµως πολλοί, απλοί, πολιτικοποιηµένοι πολίτες, τµήµατα της κοινωνίας µας, που ψάχνουν να καταλάβουν πώς δεν θα ξαναπαγιδευτεί το µέλλον τους. Στον κόσµο αυτό θα ήθελα να έχω δώσει κάτι χρήσιµο. 3. Όπως ανέφερα, το µεγάλο έλλειµµα είναι το αύριο, πως δηλαδή ξεφεύγουµε από την κρίση, κάτι που είναι ακόµα µακριά. Ποτέ µου δεν θα υποστήριζα ότι υπάρχει µια απάντηση. εν είναι µονόδροµος, υπάρχουν περισσότερες. Όµως, αφ ενός πρέπει κανείς να τις προσδιορίσει µε πολύ προσοχή και αυτό δεν έχει γίνει, ενώ αφ ετέρου δεν σηµαίνει ότι οι απαντήσεις αυτές είναι όπως θα ήθελε κανείς. Οι πολιτικές επιλογές καθορίζονται από ένα µίγµα βαθµών ελευθερίας στις αποφάσεις, αλλά και από ένα πλέγµα καταναγκασµών, στους οποίους υπάγεται µια χώρα που ουσιαστικά πτώχευσε. Αυτό δεν λήφθηκε υπ όψη και έτσι στα χρόνια µετά το 2009 διαπιστώσαµε πολλές αρνητικές εξελίξεις, από τις οποίες θέλω να σταθώ σε δύο: - Πρώτον, η σηµερινή κατάσταση της χώρας και ευρύτατων κοινωνικών στρωµάτων θα µπορούσε να είναι αρκετά διαφορετική από τη σηµερινή και αυτό είναι αποτέλεσµα των επιλογών που έγιναν µέσα στη χώρα και όχι όσων επιβλήθηκαν. ιαπιστώσαµε πώς, σε πρώτη φάση, ο συνδυασµός της καθολικής άρνησης του πολιτικού συστήµατος να κατανοήσει και να αποδεχθεί την ανατροπή
3 των δεδοµένων, των λαθών που έγιναν, και η απουσία µιας συστηµατικής πολιτικής για την αντιµετώπιση των δραµατικών προβληµάτων της κρίσης, όπως ανεργία, ανταγωνιστικότητα, δηµοσιονοµικές και άλλες ανισορροπίες, ανισότητες, και η υποκατάσταση κάθε είδους πραγµατικής απάντησης από µια θάλασσα λαϊκίστικων και άρα σκληρά αντι-λαϊκών και πρωτόγονων τοποθετήσεων, διόγκωσαν το οικονοµικό και το κοινωνικό κόστος της κρίσης, ανέτρεψαν τις πολιτικές ισορροπίες και οδήγησαν την κοινωνία σε αβεβαιότητα, φόβο και απογοήτευση. Ίσως θα ήταν πιο χρήσιµο, αντί για την κατασκευή θεωριών των δύο άκρων, να αναρωτηθούµε µήπως υπάρχει µια θεωρία, που να εξηγεί πώς, ξανά και ξανά στην ιστορία µας, η δηµαγωγία αποτέλεσε το ούρειο Ίππο που έπληττε ανελέητα τα συµφέροντα των πιο αδύναµων. - εύτερη αρνητική εξέλιξη: οι πολιτικές που επιβλήθηκαν άφησαν απέξω βασικά ζητήµατα που είναι κρίσιµα για την πορεία της χώρας και αναφέροµαι στη σχέση µεταξύ κρίσης και παραγωγικού συστήµατος. Η Τρόικα και τα Μνηµόνια στην ουσία δεν ενδιαφέρονται για το παραγωγικό σύστηµα. Όµως, ούτε και οι δικές µας πολιτικές ούτε και οι θέσεις που έχουν ακουστεί. Όλο το βάρος έπεσε στα µακροοικονοµικά, αγνοώντας, ότι ένα σηµαντικό τµήµα της κρίσης συνδεόταν µε την ολοένα και πιο αδύναµη παραγωγική βάση της οικονοµίας
4 και την συνεχή διάβρωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητάς µας. Στην ανάλυσή µου δείχνω, πώς τις µακροοικονοµικές ανισορροπίες δεν πρέπει να τις δούµε µόνο από την οπτική των καταστροφικών τους επιπτώσεων στο παραγωγικό σύστηµα, αλλά και αντίστροφα: πώς δηλαδή η αποδυνάµωση της παραγωγικής µας βάσης σε συνδυασµό και µε τις πολιτικές που εφαρµόστηκαν, οδήγησε στις καταστροφικές µακροοικονοµικές ανισορροπίες. Μια τέτοια αµφίδροµη σχέση, σηµαίνει ότι σήµερα, που όλες οι πολιτικές εστιάζουν στις µακρό-οικονοµικές σχέσεις, το παραγωγικό σύστηµα έχει παραµεριστεί εντελώς, η µεγέθυνση έχει πάθει καθίζηση και µια ανάκαµψη που θα στηρίζεται µόνο στα δηµοσιονοµικά έχει ένα εξαιρετικό κοινωνικό και οικονοµικό κόστος, και, επιπλέον, ότι όταν υπάρξει µεγέθυνση, αυτή θα είναι αναιµική. Έχει µάλιστα σηµασία να σκεφτεί κανείς, µήπως η σηµερινή εικόνα δείχνει σε ποιο σηµείο θα βρισκόµασταν το 2009 µόνο µε τις αντιλήψεις µας, αν δεν υπήρχε το µεγάλο και αυξανόµενο ύψος των πόρων που παίρναµε από το διεθνές τραπεζικό σύστηµα, που όµως τελικά µας οδήγησαν στην κρίση. 4. Πολλοί από εµάς, ίσως και όλοι, αδιάφορο αν συµφωνούµε πολιτικά, ιδεολογικά, αν έχουµε τα ίδια προβλήµατα ή αξίες, εδώ και χρόνια, προσπαθούµε ξανά και ξανά να υπογραµµίσουµε τις ανισότητες, το ρόλο της πολιτικής για την ανάπτυξη, για τον
5 περιορισµό των κοινωνικών χασµάτων, για το πώς θα ξεφύγουµε από το πρότυπο της κοινωνίας των 2/3. Βρεθήκαµε τελικά στην κοινωνία των 2/3, αλλά από την ανάποδη πλευρά. Ισως πλέον και σε µια κοινωνία ¾ ή και 4/5. Γιατί; Τι έγινε λάθος; Ποιες είναι οι βαθύτερες πολιτικές και κοινωνικές δοµές εξουσίας, αλλά και οι ιδεολογικές αρτηριοσκληρώσεις που οδηγούν µια κοινωνία στο ίδιο και στο ίδιο καταστροφικό µοντέλο, ακόµα και όταν αυτό έχει καταρρεύσει; Στο βιβλίο αυτό, µε ενδιαφέρει πολύ να εντοπίσω τους µηχανισµούς εκείνους, που αποπλανούν την κοινωνία, την σκέψη, που νοµιµοποιούν πρότυπα άσκησης µιας διαβρωτικής πολιτικής και που οδηγούν τελικά στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσµατα από αυτά που πρεσβεύουν. Με ενδιαφέρει να δω πώς πολιτικές που εµφανίζονταν προοδευτικές, φιλολαϊκές, κοινωνικά ευαίσθητες κατέληξαν να έχουν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσµατα. Γιατί αν δεν µπορεί ή δεν θέλει να κατανοήσει ή και να παραδεχθεί κανείς τους µηχανισµούς αποπλάνησης, θα αποπλανάται διαρκώς. 5. Είναι εµφανές, ότι οι απαντήσεις που δίνονται στο πολιτικό επίπεδο είναι είτε περιορισµένης εµβέλειας, είτε δογµατικές, είτε κοινωνικά και πολιτικά αποσπασµατικές και µη πειστικές. Είναι εµφανές, ότι οι αδυναµίες αυτές ώθησαν ένα σηµαντικό τµήµα πολιτών προς την ακραία ακροδεξιά το ναζιστικό χώρο- που το πολιτικό της µήνυµα είναι η εγκληµατική βία και η κατάλυση της ηµοκρατίας. Είναι επίσης εµφανές, ότι στη σηµερινή εξαιρετικά
6 άσχηµη καµπή της ηµοκρατίας µας, αυτό που απαιτείται, αλλά εξακολουθεί να είναι ζητούµενο, είναι µια υπέρβαση που θα τοποθετήσει το συλλογικό πάνω από το κοµµατικό και στενά πολιτικό συµφέρον. Αυτές τις µέρες δηµοσιοποιήθηκε µια πρωτοβουλία, που κάνει έκκληση στις πολιτικές δυνάµεις του κεντροαριστερού χώρου και στα απλά µέλη της κοινωνίας, να εγκαταλείψουν την αποµόνωση, να προχωρήσουν σε µορφές συνεργασίας, και αντί να ψάχνουν τι τους χωρίζει, να δουν τι µπορεί να τους ενώσει, ώστε παρά τις διαφορές τους να δώσουν στους Έλληνες µια καλύτερη προοπτική. Το τι θα κάνουν οι πολιτικές δυνάµεις που θα µπορούσαν να ανταποκριθούν είναι η µια πλευρά. Η άλλη πλευρά είναι η προσωπική στάση του καθενός. Όχι αναγκαστικά σε σχέση µε την συγκεκριµένη πρωτοβουλία, µε την οποία µπορεί να συµφωνεί ή όχι, αλλά σε σχέση µε την αντίδρασή του στο σκηνικό που του επιβάλλεται ως µοίρα ή ως καταναγκασµός απ έξω, ενώ στην ουσία είναι σε µεγάλο βαθµό αποτέλεσµα των όσων γίνονται στο εσωτερικό της χώρας. Θα έλεγα ότι έπειτα από πέντε χρόνια, κάποια στιγµή, η κοινωνία µας πρέπει να θελήσει να επαναλάβει ο,τι είπε ο κ. Γιούνκερ τον Οκτώβριο 2009, όταν ανακοινώθηκε, ότι το έλλειµµα της Ελλάδας δεν ήταν 5%, αλλά 13%: «Μέχρι εδώ, το παιχνίδι τελείωσε». Πρέπει επιπλέον, να κερδίσουµε την αίσθηση µιας νέας συλλογικότητας, µια αίσθηση για τα συµφέροντα της ίδιας της χώρας, µια αίσθηση για το ότι οι πιο βαρύγδουπες θέσεις είναι και οι πιο
7 δηλητηριώδεις για το µέλλον µας και για το πώς το ταξίδι µας µέσα στην κρίση καθυστέρησε υπέρµετρα στη χώρα του Πολύφηµου και είναι καιρός να σαλπάρει για να φτάσει κάποια στιγµή στη χώρα του Οδυσσέα. Ο καθένας µας ας ψάξει να βρει τις απαντήσεις µέσα του. Ας σκεφτεί όµως και πού οδήγησαν σε διάφορες φάσεις της πορείας µας, πριν και µετά το 1974, απαντήσεις που κινήθηκαν στον αστερισµό του συγκρουσιακού, του υπερφίαλου ή του εξωπραγµατικού.