Martin Heidegger, Sein und Zeit (Είναι και Χρόνος), Tübingen, 1929 (η μετάφραση που παρατίθεται αποτελεί διασκευή εκείνης του Γ.Τζαβάρα, 1 ος τόμος, σς.199-212, Δωδώνη, 1985) 26: Το συν-dasein των άλλων και το καθημερινό συνείναι 117 Η απάντηση στο ερώτημα για το «ποιος» είναι το καθημερινό Dasein θα πρέπει να επιτευχθεί με την ανάλυση του είδους του Είναι εντός του οποίου το Dasein διατηρείται αρχικά και ως επί το πλείστον. Ή έρευνα θα λάβει τον προσανατολισμό της σύμφωνα με το μες-στον-κόσμο-είναι, προς τη θεμελιώδη αυτή σύσταση του Dasein που συν-καθορίζει κάθε τροπικότητα του Είναι του. Αν δικαίως είπαμε ότι στην παραπάνω εξήγηση του κόσμου εμπεριέχεται ήδη μία θέαση και των υπόλοιπων δομικών στοιχείων τού μες στον-κόσμο-είναι, τότε θα πρέπει, χάρη σε εκείνη την εξήγηση, να έχουμε προετοιμαστεί ως ένα σημείο και για την απάντηση στο ερώτημα «ποιος». Με την «περιγραφή» του άμεσου περιβάλλοντος-κόσμου, π.χ. του εργασιακού κόσμου του χειρώνακτα, προέκυψε ότι μαζί με το όργανο πού είναι στη διάθεσή μας κατά την εργασία συναντώνται ταυτόχρονα και οι άλλοι, αυτοί για τους οποίους προορίζεται το «έργο». Στο είδος του Είναι αυτών των πρόχειρων όντων (zuhanden), δηλαδή στη σύμπλεξή τους, ενυπάρχει μία ουσιαστική παραπομπή σε πιθανούς φορείς, «στα μέτρα» των οποίων και κόβονται αυτά τα όντα. Όμοια, σε ένα επεξεργασμένο υλικό συναντάμε τον κατασκευαστή ή προμηθευτή του, ως αυτόν που το «υπηρέτησε» καλά ή κακά. Όταν π.χ. περπατώ στην άκρη ενός χωραφιού, το 118 χωράφι εμφανίζεται ως κάτι πού ανήκει στον τάδε και που καλλιεργείται από αυτόν σωστά ή όχι, το βιβλίο πού διαβάζω αγοράστηκε στου τάδε, δωρίθηκε από τον τάδε και ούτω καθεξής. Το καΐκι πού είναι αγκυροβολημένο στο γιαλό παραπέμπει με το καθαυτό-είναι του στον τάδε γνωστό μου που κάνει με αυτό ταξίδια αλλά κι αν τυχαίνει να είναι ένα άγνωστο καΐκι, δεν παύει να παραπέμπει σε Άλλους. Οι Άλλοι πού «συναντώνται» με αυτό τον τρόπο στην πρόχειρη συνάφεια οργάνων εντός του περιβάλλοντος κόσμου δεν νοούνται ως κάτι που προστίθεται σε ήδη αρχικά απλώς παρευρισκόμενα (vorhanden) πράγματα, αλλά αυτά τα «πράγματα» συναντώνται με αφετηρία εκείνο τον κόσμο εντός του οποίου είναι πρόχειρα για τους Άλλους, κόσμος που εκ των προτέρων είναι πάντα ήδη και ο δικός μου κόσμος. Στην ως τώρα
ανάλυση, η περιφέρεια των ενδόκοσμα συναντόμενων όντων περιορίστηκε στα πρόχειρα όργανα ή στην παρευρισκόμενη φύση, συνεπώς σε όντα με χαρακτήρα διαφορετικό από την τροπικότητα του Dasein. Αυτός ο περιορισμός ήταν αναγκαίος όχι μόνο για να απλοποιηθεί η εξήγηση, παρά προπαντός επειδή το είδος του Είναι του Dasein των Άλλων, όπως το συναντάμε ενδόκοσμα, διαφέρει από την προχειρότητα και την παρεύρεση. Συνεπώς, ο κόσμος του Dasein απελευθερώνει και όντα που όχι μόνον διαφέρουν τελείως από τα όργανα και τα πράγματα, αλλά πού - σε συμφωνία προς το είδος του Είναι τους ως Dasein - είναι κατά τον τρόπο τού μεςστον-κόσμο-είναι «μέσα» στον κόσμο, μέσα στον οποίο και συναντώνται ταυτόχρονα ως ενδόκοσμα. Αυτά τα όντα δεν είναι ούτε παρευρισκόμενα ούτε πρόχειρα, παρά είναι έτσι, όπως είναι το ίδιο το Dasein που τα απελευθερώνει είναι επίσης και συν-αυτώ εδώ. Αν λοιπόν θα ήθελε να ταυτίσει κανείς τον κόσμο γενικά με τα ενδόκοσμα όντα, θα έπρεπε να πει: ο«κόσμος» είναι και Dasein. Ώστε, για να χαρακτηρίσουμε τη συνάντηση των Άλλων, θα προσανατολιστούμε ξανά προς το εκάστοτε δικό μας Dasein; Θα ξεκινήσουμε κι εμείς διακρίνοντας κι απομονώνοντας το «εγώ», έτσι ώστε να πρέπει μετά να αναζητηθεί μια μετάβαση από αυτό το απομονωμένο υποκείμενο προς τους Άλλους; Για να αποφευχθεί αυτή ή παρεξήγηση θα πρέπει να προσεχτεί με ποιο νόημα γίνεται εδώ λόγος για «τους Άλλους». «Οι Άλλοι» δεν σημαίνει κάτι σα: συλλήβδην όλοι οι υπόλοιποι εκτός από μένα από τους οποίους διακρίνεται το εγώ. Οι Άλλοι είναι μάλλον εκείνοι από τους οποίους, ως επί το πλείστο, δεν διαχωρίζουμε τον εαυτό μας, εκείνοι ανάμεσα στους όποιους είμαστε κι εμείς. Αυτό το επίσης-εδώ-είναι συναυτοίς τους δεν έχει τον οντολογικό χαρακτήρα μιας ενδόκοσμης «συν»-παρεύρεσης. Αυτό το «συν» έχει το χαρακτήρα του Dasein, το «επίσης» σημαίνει ομοιότητα του Είναι ως περιεσκεμμένου και βιομεριμνώδους μες-στον-κόσμο-είναι. Το «συν» και το «επίσης» πρέπει να νοηθούν υπαρκτικά, κι όχι ως κατηγορίες. Επειδή το μες-στονκόσμο-είναι φέρει αυτό το χαρακτηριστικό του «συν», ο κόσμος είναι εκάστοτε πάντα ήδη ένας κόσμος τον οποίο έχω από κοινού με τους Άλλους. Ο κόσμος του Dasein είναι κοινός κόσμος. Το Εν-είναι είναι συν-είναι συν-άλλοις. Το ενδόκοσμο καθαυτό-είναι αυτών των Άλλων είναι συν-dasein. [Mitwelt, Mitsein, Mitdasein] 119 Τους Άλλους δεν τους συναντάμε χάρη σε μια κατάληψη πού διακρίνει για πρώτη φορά το άμεσα παρευρισκόμενο ίδιο υποκείμενο από τα υπόλοιπα επίσης παρευρισκόμενα υποκείμενα, κι ούτε τους συναντάμε στη βάση μιας πρωταρχικής θέασης του εαυτού, η οποία πρωτο-διαπιστώνει τον πόλο μιας διαφοράς. Οι Άλλοι συναντώνται με αφετηρία τον κόσμο μέσα στον οποίο κατοικεί ουσιαστικά το
Dasein ως βιομέριμνα και περίσκεψη. Αντί να αφεθούμε στην εύκολη τάση τού να «εξηγήσουμε» με θεωρητικό τρόπο την παρεύρεση των Άλλων, πρέπει να επιμείνουμε στο ήδη παρουσιασμένο φαινόμενο της συνάντησής τους μέσα στον περιβάλλοντα κόσμο. Αυτός ο άμεσος και στοιχειώδης τρόπος συνάντησης του Dasein μέσα στον κόσμο έχει τέτοια ευρύτητα, ώστε ακόμα και το δικό μας Dasein «βρίσκει μπροστά του» τον εαυτό του, αρχικά, κατά το μέτρο που αποστρέφει το βλέμμα του από ή που δεν βλέπει ακόμα «βιώματα» και κάποιο «κέντρο των ενεργημάτων». Το Dasein βρίσκει αρχικά τον «εαυτό» του σε όσα επαγγέλλεται, χρειάζεται, προσδοκά, αποφεύγει, στα πρόχειρα όντα του περιβάλλοντος κόσμου για τα όποια αρχικά φροντίζει. Ακόμα κι όταν το Dasein χαρακτηρίζει ρητά τον εαυτό του ως: εγώ-εδώ (Ichhier), αυτός ο τοπικός καθορισμός του προσώπου πρέπει να νοηθεί με βάση την υπαρκτική χωρικότητα του Dasein. Ερμηνεύοντας αυτή τη χωρικότητα ( 23) υπαινιχθήκαμε ήδη, ότι αυτό το εγώ-εδώ δεν εννοεί ένα διακεκριμένο σημείο που καταλαμβάνεται από το εγώ θεωρούμενο ως πράγμα, παρά καταλαβαίνει τον εαυτό του ως εν-είναι με βάση το εκεί του πρόχειρου κόσμου όπου και διαμένει το Dasein ως φροντίδα. Ο W. von Humboldt υπέδειξε κάποιες γλώσσες που εκφράζουν το «εγώ» με το «εδώ», το «εσύ» με το «εκεί», το «αυτός» με το «εκεί-πέρα», γλώσσες που αποδίδουν συνεπώς -για να το διατυπώσουμε γραμματικά- τις προσωπικές αντωνυμίες με τοπικά επιρρήματα. Υπάρχει φιλονικία για το κατά πόσο η αρχέγονη σημασία των τοπικών εκφράσεων είναι η επιρρηματική ή η αντωνυμική. Αλλά η διαμάχη στερείται οιασδήποτε βάσης, αν προσεχθεί ότι τα τοπικά επιρρήματα σχετίζονται με το εγώ ως Dasein. Το «εδώ», το «εκεί» και το «εκεί-πέρα» δεν αποτελούν, πρωταρχικά, καθαρούς προσδιορισμούς τόπου των ενδόκοσμων όντων που παρευρίσκονται σε ορισμένες θέσεις του χώρου, παρά είναι χαρακτήρες της αρχέγονης χωρικότητας του Dasein. Τα υποτιθέμενα τοπικά επιρρήματα είναι προσδιορισμοί του Dasein, έχουν δηλαδή, πρωταρχικά, υπαρκτική και όχι κατηγοριακή σημασία. Ούτε όμως είναι αντωνυμίες, αφού η σημασία τους προηγείται της διαφοροποίησης των τοπικών επιρρημάτων από τις προσωπικές αντωνυμίες η αυθεντικά χωρική σημασία αυτών των εκφράσεων πιστοποιεί ότι η ερμήνευση του Dasein, όταν δεν έχει επικαλυφθεί με τρόπο θεωρητικό, 120 νοεί το Dasein άμεσα στο χωρικό του Είναι, δηλαδή στο «παρ-είναι» του στον κόσμο της φροντίδας, παρ-είναι που ιδρύει την απόσταση και τον προσανατολισμό. Με το «εδώ», το απορροφημένο στον κόσμο-του Dasein δεν απευθύνεται στον εαυτό του,
παρά αποστρεφόμενο τον εαυτό του στρέφεται στο «εκεί» κάποιου προσφερόμενου στην περίσκεψη πρόχειρου όντος -κι όμως εννοεί τον εαυτό του στην υπαρκτική του χωρικότητα. Το Dasein κατανοεί τον εαυτό του αρχικά και ως επί το πλείστον με αφετηρία τον κόσμο του, και συναντά το συν-dasein των Άλλων πολλαπλά, με βάση τα πρόχειρα ενδόκοσμα όντα. Αλλά ακόμα και αν οι Άλλοι θεματοποιηθούν ως προς το Dasein τους, δεν συναντώνται ως παρευρισκόμενα πρόσωπα-πράγματα, παρά τους συναντάμε «πάνω στη δουλειά», πράγμα που σημαίνει ότι τους συναντάμε πρωταρχικά στο μες-στον-κόσμο-είναι τους. Ακόμα κι αν δούμε τον Άλλο «απλώς να περιφέρεται», δεν τον εκλαμβάνουμε ποτέ ως παρευρισκόμενο άνθρωπο-πράγμα, γιατί και το να περιφέρεται κάποιος είναι υπαρκτικός τρόπος τού είναι: το αμέριμνο, μη περιεσκεμμένο, πήγαινε-έλα σε όλα και σε τίποτα. Ο Άλλος συναντιέται ως προς το συν-dasein μέσα στον κόσμο. Η ίδια η έκφραση «Dasein» δεν δείχνει με σαφήνεια ότι «αρχικά» αυτό το ον δεν σχετίζεται με Άλλους, και πώς εκ των υστέρων μπορεί βέβαια να είναι και «συν»-άλλοις ; Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να παραβλεφθεί ότι χρησιμοποιούμε τον όρο συν-dasein για να δηλώσουμε εκείνο το Είναι, στον ορίζοντα του οποίου οι Άλλοι έχουν ενδόκοσμα ελευθερωθεί. Αυτό το συν-dasein των Άλλων έχει διανοιχθεί ενδόκοσμα σε ένα Dasein, συνεπώς και στα συν-dasein, μόνον επειδή καθαυτό το Dasein είναι ουσιαστικά συν-είναι. Η φαινομενολογική απόφανση το Dasein είναι ουσιαστικά συν-είναι έχει νόημα υπαρκτικό-οντολογικό. Δεν θέλει να διαπιστώσει οντικά ότι στην πραγματικότητα δεν είμαι [νοούμενος ως παρευρισκόμενο ον] μόνος και ότι λαβαίνουν χώρα και Άλλοι του είδους μου. Αν κάτι τέτοιο εννοούσε η πρόταση το μες-στον-κόσμο-είναι του Dasein συγκροτείται ουσιαστικά δια του συν-είναι, τότε το συν-είναι δεν θα ήταν υπαρκτικός καθορισμός που θα ιδίαζε στο Dasein αφ εαυτού του και εκ του οντολογικού του είδους, παρά θα ήταν μια ιδιότητα θεμελιωμένη στο εκάστοτε γεγονός ότι εμφανίζονται και Άλλοι. Το συν-είναι καθορίζει υπαρκτικά το Dasein, ακόμα και όταν γεγονικά κανένας άλλος δεν είναι παρευρισκόμενος ή αντιληπτός (wahrgenommen). Ακόμα και όταν είναι μόνο του, το Dasein είναι συν-είναι στον κόσμο. Να λείπει ο Άλλος μπορεί, μόνο εντός και για ένα συν-είναι. Το να είναι μόνο του αποτελεί για το Dasein ελλειπτικό τρόπο του συν-είναι, και η δυνατότητα του πρώτου αποτελεί απόδειξη για το δεύτερο. Εξάλλου, το γεγονός τού να είναι-μόνο δεν αίρεται με το ότι ένα δεύτερο αντίτυπο
ανθρώπου λαβαίνει χώρα «πλάι» μου, ή ίσως δέκα τέτοια. Ακόμα κι αν είναι τόσοι και άλλοι τόσοι παρευρισκόμενοι, το Dasein μπορεί να είναι μόνο του. Συνεπώς, το συν-είναι και η γεγονότητα της συναλληλίας 121 δεν θεμελιώνονται σε μία συνπαρεύρεση πολλών «υποκειμένων». Ωστόσο, το να είναι-μόνο «μεταξύ» πολλών δεν σημαίνει πως, όσον αφορά το Είναι των πολλών, αυτοί είναι απλώς παρευρισκόμενοι. Ακόμα και όταν είμαι «μεταξύ τους», αυτοί είναι συν- εδώ (mit da) τότε το συν-dasein τους συναντιέται κατά τον τρόπο της αδιαφορίας και της ξενικότητας (Fremdheit). Η απουσία και η «απόσταση» είναι τρόποι του συν-dasein, κι αυτοί οι τρόποι είναι δυνατοί μόνον επειδή το Dasein ως συν-είναι επιτρέπει να συναντάται στον κόσμο του το Dasein Άλλων. Το συν-είναι είναι καθορισμός του Dasein ως εκάστοτε δικού μου το συν-dasein χαρακτηρίζει το Dasein Άλλων, στο μέτρο που έχει ελευθερωθεί για ένα συν-είναι μέσω του κόσμου του. Στο μέτρο που έχει την ουσιαστική δομή του συν-είναι, το ίδιόν μου Dasein υπάρχει μόνο ως συν- Dasein που συναντούν Άλλοι. [...] 123 Στο Είναι του Dasein, Είναι για το οποίο το Dasein νοιάζεται σύμφωνα με το ίδιο του το Είναι, ιδιάζει το συν-είναι με Άλλους. Ως συν-είναι το Dasein «είναι» λοιπόν ουσιαστικά ένεκα των Άλλων. Αυτό θα πρέπει να νοηθεί ως υπαρκτική απόφανση περί της ουσίας. Ακόμα κι αν το εκάστοτε γεγονικό Dasein δεν στραφεί προς τους Άλλους, εικάζοντας πως δεν τους έχει ανάγκη, ή αν τους στερηθεί, ακόμα και τότε είναι κατά τον τρόπο του συν-είναι. Στο συν-είναι ως το υπαρκτικό ένεκα των Άλλων, αυτοί έχουν ήδη διανοιχθεί στο Dasein τους. Αυτή η μαζί με το συνείναι εκ των προτέρων συγκροτούμενη διανοικτότητα των Άλλων συμμετέχει συνεπώς στη συγκρότηση της σημαντικότητας, δηλαδή της κοσμικότητας, κατά το μέτρο που η τελευταία στερεώνεται στο υπαρκτικό ου ένεκα. Χάρη λοιπόν στην έτσι συγκροτούμενη κοσμικότητα του κόσμου, μέσα στον οποίο το Dasein είναι ουσιαστικά εκάστοτε ήδη, τα πρόχειρα όντα μέσα στον περιβάλλοντα κόσμο συναντώνται έτσι ώστε μαζί με αυτά ως αντικείμενα περίσκεψης και φροντίδας να συναντάται το συν-dasein των Άλλων. Ενυπάρχει στη δομή της κοσμικότητας του κόσμου το ότι οι Άλλοι δεν είναι καταρχάς μετέωρα υποκείμενα, παρευρισκόμενα πλάι σε άλλα πράγματα, παρά εμφανίζονται στο Είναι τους (το Είναι τους ως μέριμνα μέσα στον περιβάλλοντα κόσμο) με αφετηρία τα μέσα στον κόσμο πρόχειρα όντα. Το ότι στο συν-είναι ενέχεται η διανοικτότητα του συν-dasein των Άλλων σημαίνει: ήδη στην οντολογική κατανόηση του Dasein ενυπάρχει, αφού το Είναι του είναι συν-είναι, η κατανόηση Άλλων. Αυτή η κατανόηση, όπως και κάθε κατανόηση,
δεν είναι γνώση που προκύπτει με γνωριμία, παρά ένα αρχέγονο υπαρκτικό είδος του Είναι, το οποίο πρωτο-καθιστά δυνατή κάθε γνώση και γνωριμία. Η αμοιβαία γνώση θεμελιώνεται στο αρχέγονα κατανοητικό συν-είναι. Αυτή η γνώση κινείται αρχικά, σύμφωνα προς το άμεσο οντολογικό τρόπο του συν-είναι μέσα-στον-κόσμο, στο πλαίσιο της κατανοητικής γνώσης αυτών που το Dasein συν-τοις-άλλοις βρίσκει μπροστά του ως αντικείμενα περίσκεψης και φροντίδας. Με βάση αυτά για τα οποία φροντίζει και μαζί με την κατανόησή τους έχει κατανοηθεί και η φροντίδα ως μέριμνα τινός ένεκα (Fürsorge). Έτσι ο Άλλος έχει αρχικά διανοιχθεί στο εσωτερικό της φροντίδας που αποτελεί μέριμνα τινός ένεκα. Αλλά επειδή η μέριμνα τινός ένεκα παραμένει αρχικά και ως επί το πλείστον σε ελλειπτικούς ή έστω αδιαφοροποίητους τρόπους αδιαφορώντας για το να περάσει ο ένας στην πλευρά του άλλου-, η εγγύς και ουσιαστική αμοιβαία γνώση έχει ανάγκη από αμοιβαία γνωριμία. Όταν, μάλιστα, η αμοιβαία γνώση τύχει να χαθεί σε τρόπους επιφυλακτικότητας, κρυψίνοιας και προσποίησης, τότε η συναλληλία θα χρειαστεί να ακολουθήσει ιδιαίτερους δρόμους για να προσεγγίσει τον Άλλο εκ του εγγύς, για να φθάσει «στις πίσω σκέψεις του». Αλλά όπως το να ανοίγεται ή να κλείνεται κανείς θεμελιώνονται στο εκάστοτε είδος του Είναι της συν-αλληλίας, και δεν είναι παρά τούτο το είδος του Είναι, όμοια και η ρητή διάνοιξη του Άλλου ως μέριμνα τινός ένεκα προκύπτει μόνο μέσα από το πρωταρχικό συν-είναι μαζί του. Για μια θεωρητική προβληματική της κατανόησης της «ψυχικής ζωής τού ξένου εγώ», η παραπάνω, θεματοποιημένη μεν, όχι θεωρητική και ψυχολογική δε, διάνοιξη του Άλλου μετατρέπεται εύκολα στο φαινόμενο που πρώτο πέφτει στο βλέμμα. Κι ένα τέτοιο φαινόμενο, που «καταρχήν» αντιπροσωπεύει έναν τρόπο της συν-αλληλίας ως κατανόησης, εκλαμβάνεται ως αυτό πού «εξαρχής» κι αρχέγονα καθιστά εν γένει δυνατό και συγκροτεί το Είναιπρος-Άλλους. Αυτό το φαινόμενο, το όχι και τόσο επιτυχώς χαρακτηρισμένο ως «εναίσθηση», έχει τάχα το οντολογικό καθήκον να οικοδομήσει μια πρώτη γέφυρα ανάμεσα στο ίδιό μου υποκείμενο που δίδεται καταρχήν ως μόνο του και στο αρχικά κλειστό υποκείμενο του Άλλου. Το Είναι-προς-Άλλους είναι σίγουρα οντολογικά διαφορετικό από το Είναι προς παρευρισκόμενα πράγματα. Το «άλλο» ον έχει, και αυτό, το είδος του Είναι του Dasein. Στο Είναι-συν-Άλλοις και προς-άλλους ενυπάρχει λοιπόν οντολογική σχέση ανάμεσα σε Dasein και Dasein. Αλλά αυτή η σχέση, θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς, είναι ήδη συγκροτησιακή του εκάστοτε δικού μου Dasein, το όποιο έχει αφ εαυτού του μια κατανόηση του Είναι κι έτσι σχετίζεται προς Dasein. Άρα, η ον-
τολογική σχέση προς-άλλους μετατρέπεται σε προβολή: προβάλλεται το ίδιόν μου Είναι-προς-εαυτόν «σε κάτι άλλο». Ό Άλλος θα είναι τότε το διπλότυπο του εαυτού. Άλλα είναι εύκολο να δει κανείς ότι αυτή ή φαινομενικά αυτονόητη ερμηνεία στηρίζεται σε σαθρό έδαφος. Η προϋπόθεση την οποία απαιτεί αυτό το επιχείρημα, το ότι δηλαδή 125 το Είναι-προς-εαυτόν του Dasein είναι τάχα το Είναι-προς- Άλλους, δεν αληθεύει. Όσο αυτή η προϋπόθεση δεν αποδεικνύεται εναργής κατά την εξέταση της νομιμοποίησής της, θα παραμένει αινιγματικό το πώς η σχέση του Dasein προς τον εαυτό του μπορεί να διανοίγει τον Άλλον ως Άλλον. Το Είναι-προς-Άλλους αποτελεί όχι μόνο μια αυτόνομη και μη αναγώγιμη οντολογική σχέση, αλλά ως συν-είναι υπάρχει ήδη μαζί με το Είναι τού Dasein. Είναι, βέβαια, αναμφισβήτητο ότι η θεμελιωμένη πάνω στο συν-είναι γνώση που έχουμε ο ένας για τον άλλο εξαρτάται συχνά, ως προς το βάθος της, από το ποσό το κάθε Dasein έχει κατανοήσει τον εαυτό του τούτο όμως σημαίνει απλώς ότι αυτή η γνώση εξαρτάται από το βάθος κατά το οποίο κάθε Dasein κατενόησε με διαφάνεια και δεν μεταμφίεσε το ουσιαστικό συν-είναι συν-άλλοις τούτο πάλι είναι δυνατό μόνο αν το Dasein ως μες-στον-κόσμο-είναι είναι ήδη συν-άλλοις. Δεν συγκροτεί η «εναίσθηση» για πρώτη φορά το συν-είναι, αλλά η εναίσθηση είναι δυνατή μόνο στη βάση του συν-είναι και κινητοποιείται ως αναπόφευκτη μόνο επειδή οι ελλειπτικοί τρόποι του συν-είναι είναι κυρίαρχοι.