Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις Η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων και διαταγών και περιλαμβάνει μέτρα για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σε διάφορους τομείς. Η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει μια ισχυρότερη βάση για την ανάπτυξη ενός χώρου ποινικής δικαιοσύνης, ενώ παράλληλα προβλέπει νέες εξουσίες για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Νομική βάση Άρθρα 82 έως 86 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Στόχοι Η σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα σύνορα εντός της ΕΕ έχει διευκολύνει σημαντικά την ελεύθερη κυκλοφορία των ευρωπαίων πολιτών αλλά επίσης και τη διαμεθοριακή δράση των εγκληματιών. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πρόκληση του διασυνοριακού εγκλήματος, ο χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (ΧΕΑΔ) περιλαμβάνει μέτρα για την προώθηση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Αφετηρία αποτελεί η τήρηση της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης. Έχουν εγκριθεί συγκεκριμένα μέτρα για την καταπολέμηση του διεθνικού εγκλήματος και για τη διασφάλιση της προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων, των υπόπτων και των κρατουμένων σε ολόκληρη την Ένωση. Επιτεύγματα Α. Θεσμικό πλαίσιο 1. Η Συνθήκη της Λισαβόνας Βάσει του πρώην «τρίτου πυλώνα» (αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις), απλά ζητείτο η γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η Συνθήκη της Λισαβόνας έφερε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, υποχρέωση λογοδοσίας και νομιμότητα στον ΧΕΑΔ, αναγνωρίζοντας τον ρόλο του Κοινοβουλίου ως συννομοθέτη. Η συνθήκη της Λισαβόνας γενίκευσε (με μερικές εξαιρέσεις) τη διαδικασία συναπόφασης, η οποία αποκαλείται πλέον συνήθης νομοθετική διαδικασία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1.1.5). Η παλιά δομή των πυλώνων δεν υπάρχει πλέον. Η κατάργηση του παλαιότερου «τρίτου πυλώνα» οδήγησε στην εναρμόνιση των νομοθετικών μέσων: αντί για αποφάσεις-πλαίσιο, αποφάσεις και συμβάσεις, ακόμα και στον τομέα του ποινικού δικαίου, η ΕΕ θεσπίζει τις συνήθεις κοινοτικές πράξεις (κανονισμούς, οδηγίες και αποφάσεις). Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, ενισχύθηκε επίσης ο ρόλος του Δικαστηρίου: οι συνήθεις διαδικασίες για την έκδοση προδικαστικών αποφάσεων και για τις διαδικασίες επί παραβάσει που κινεί η Επιτροπή εφαρμόζονται και στον χώρο αυτό. Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 1
Τα κράτη μέλη διατηρούν το δικαίωμα να προτείνουν νομοθετικά μέτρα, με τη διαφορά ότι μια πρωτοβουλία απαιτεί πλέον τη στήριξη του ενός τετάρτου των κρατών μελών (άρθρο 76 της (ΣΛΕΕ). Προβλέπονται ειδικά μέτρα αναφορικά με την ενισχυμένη συνεργασία, τις ρήτρες εξαίρεσης («opt-outs») και τη λεγόμενη «ρήτρα συγκράτησης». Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, του οποίου ο τίτλος VI περιλαμβάνει πολυάριθμες αρχές και τα δικαιώματα που σχετίζονται με το ποινικό δίκαιο και την ποινική δικονομία, έχει ενσωματωθεί στη Συνθήκη της Λισαβόνας (4.1.2). 2. Στρατηγικές κατευθύνσεις στο χώρο της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης Σε συνέχεια των προγραμμάτων του Τάμπερε, της Χάγης και της Στοκχόλμης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όρισε τον Ιούνιο του 2014, σύμφωνα με το άρθρο 68 ΣΛΕΕ, στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για τον νομοθετικό και λειτουργικό προγραμματισμό στον ΧΕΑΔ κατά τα προσεχή έτη. Ένας από τους βασικούς στόχους είναι η ανάπτυξη της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις στην ΕΕ. Η ενδιάμεση επανεξέταση των κατευθυντήριων γραμμών συνεχίζεται οι συζητήσεις αναμένεται να πραγματοποιηθούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Δεκέμβριο 2017. Β. Αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις Στις 29 Μαΐου 2000 το Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ ενέκρινε τη Σύμβαση για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων, η οποία αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ δικαστικών, αστυνομικών και τελωνειακών αρχών εντός της Ένωσης, μέσω της συμπλήρωσης των διατάξεων των υφιστάμενων νομικών πράξεων, με παράλληλη συμμόρφωση προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΑΔ). Τα τελευταία χρόνια, έχουν εγκριθεί νέα εργαλεία για τη διευκόλυνση και την απλούστευση της αμοιβαίας συνδρομής, όπως η οδηγία 2014/41/ΕΕ περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις, που αποσκοπεί στην απλοποίηση της διασυνοριακής συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων. Γ. Αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων επί ποινικών υποθέσεων Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε ανακοίνωσε ότι η αμοιβαία αναγνώριση πρέπει να εξελιχθεί σε ακρογωνιαίο λίθο για τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις. Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης επιβεβαιώθηκε στα προγράμματα της Χάγης και της Στοκχόλμης. Αποτελεί έννοια καθοριστικής σημασίας για την οικοδόμηση του ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου, καθώς μόνο μέσω της αμοιβαίας αναγνώρισης είναι δυνατόν να εξαλειφθούν οι δυσχέρειες που δημιουργούνται λόγω διαφορών μεταξύ των εθνικών δικαστικών συστημάτων. Ωστόσο, η αρχή αυτή μπορεί να αναπτυχθεί πλήρως μόνο εάν υφίσταται υψηλό επίπεδο αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών. Δ. Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης Η απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης (ΕΕΣ), επέφερε επανάσταση στο παραδοσιακό σύστημα έκδοσης, θεσπίζοντας καινοτόμους κανόνες: ενδεικτικά αναφέρονται ο περιορισμένος αριθμός λόγων μη εκτέλεσης της έκδοσης, η μετατόπιση της λήψης αποφάσεων από τις πολιτικές στις δικαστικές αρχές, η δυνατότητα παράδοσης ημεδαπών του κράτους εκτέλεσης, η κατάργηση της αρχής του διττού αξιόποινου για 32 αναφερόμενα εγκλήματα και οι σαφείς προθεσμίες για την εκτέλεση κάθε ΕΕΣ. Κατά την εφαρμογή του ΕΕΣ ανέκυψαν ορισμένες δυσκολίες, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο, και η απόφαση-πλαίσιο τροποποιήθηκε μία φορά, το 2009, σχετικά με τους κανόνες για τις υποθέσεις που εκδικάζονται ερήμην. Η Ευρωπόλ, η Eurojust (Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας) και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο μπορούν Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 2
να συνεισφέρουν σημαντικά στον τομέα της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής και των αιτημάτων έκδοσης ΕΕΣ. Ε. Προσέγγιση των νομοθεσιών και θέσπιση ελάχιστων κανόνων Η λειτουργία του δικαστικού χώρου της ΕΕ θα μπορούσε να υπονομευθεί από διαφορές που υφίστανται στις εθνικές ποινικές νομοθεσίες. Προσέγγιση του ποινικού δικαίου στην ΕΕ, η οποία μπορεί να βοηθήσει ώστε να ξεπεραστούν οι δυσκολίες ιδιαίτερα όσον αφορά τα σοβαρά εγκλήματα με διασυνοριακή διάσταση σημαίνει προσαρμογή σε κοινούς ελάχιστους κανόνες και όχι πλήρη ενοποίηση, όπως ορίζει και το άρθρο 83 ΣΛΕΕ. Το οργανωμένο έγκλημα, η διακίνηση ανθρώπων, η εκμετάλλευση παιδιών και η παιδική πορνογραφία, η τρομοκρατία, το οικονομικό έγκλημα (απάτη, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, δωροδοκία), το ηλεκτρονικό έγκλημα, το περιβαλλοντικό έγκλημα, η παραχάραξη, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία αποτελούν τομείς στους οποίους έχουν εγκριθεί ή είναι υπό διαπραγμάτευση νομικά κείμενα, με σκοπό την καθιέρωση κοινών ορισμών και την εναρμόνιση του επιπέδου των κυρώσεων. ΣΤ. Η Eurojust, το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο, οι Κοινές Ομάδες Έρευνας και η Ευρωπαϊκή Οικονομική Εισαγγελία Η Eurojust είναι οργανισμός της ΕΕ που ιδρύθηκε το 2002 με απόφαση του Συμβουλίου η οποία τροποποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2008. Η Eurojust προωθεί και βελτιώνει τον συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών όσον αφορά τις έρευνες και τις διώξεις, διευκολύνοντας συγκεκριμένα την παροχή δια-συνοριακής αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής και την εκτέλεση αιτήσεων έκδοσης και ΕΕΣ. Η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει ότι για την καταπολέμηση των αδικημάτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, το Συμβούλιο, μπορεί να συστήσει Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) εκ της Eurojust, προβλέποντας παράλληλα τη δυνατότητα να επεκτείνει, τις αρμοδιότητες της EPPO έτσι ώστε να περιλάβει σε αυτές την καταπολέμηση της σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση. Η Συνθήκη προβλέπει επίσης τη δυνατότητα σύστασης της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας μέσω της ενισχυμένης συνεργασίας, εάν η απαιτούμενη ομοφωνία στο πλαίσιο του Συμβουλίου δεν μπορεί να επιτευχθεί. Στις 17 Ιουλίου 2013, η Επιτροπή υπέβαλε νομοθετικές προτάσεις για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και για τη μεταρρύθμιση της Eurojust. Οι διαπραγματεύσεις αποδείχθηκαν περίπλοκες και, τελικά οδήγησαν στη λήψη της απόφασης για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας μέσω της ενισχυμένης συνεργασίας έως τον Ιούνιο 2017, 20 κράτη μέλη είχαν κοινοποιήσει την πρόθεσή τους να προσχωρήσουν σε αυτή. Στις 5 Οκτωβρίου 2017, το Κοινοβούλιο ενέκρινε τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα είναι αρμόδια για την καταζήτηση, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης των δραστών αδικημάτων εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, με βάση την προσφάτως εγκριθείσα οδηγία (ΕΕ) 2017/1371. Επιπλέον, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εργάζονται επί του παρόντος για την έκδοση, με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, του νέου κανονισμού σχετικά με τη Eurojust. Τον Ιούνιο 1998 συστάθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (ΕΔΔ) για ποινικές υποθέσεις με σκοπό τη βελτίωση της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Το ΕΔΔ αποβλέπει στην παροχή συνδρομής προς εθνικούς δικαστές και εισαγγελείς στη διεξαγωγή διασυνοριακών ερευνών και διώξεων. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε ζήτησε τη σύσταση Κοινών Ομάδων Έρευνας (ΚΟΕ), με στόχο την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών και ανθρώπων, καθώς και της τρομοκρατίας. Η σύμβαση περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις του Μαΐου 2000 προβλέπει επίσης τη δημιουργία ΚΟΕ. Τον Ιούνιο 2002, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση-πλαίσιο σχετικά με το θέμα αυτό, και τον Ιανουάριο 2017, το Συμβούλιο ενέκρινε Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 3
ψήφισμα σχετικά με υπόδειγμα συμφωνίας για τη σύσταση κοινής ομάδας έρευνας (ΚΟΕ), η οποία αποσαφηνίζει και απλουστεύει το προηγούμενο υπόδειγμα συμφωνίας που εγκρίθηκε το 2010. Ζ. Τα δικονομικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των θυμάτων Το δικαίωμα των υπόπτων και των κατηγορουμένων σε δίκαιη δίκη αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα, το οποίο προστατεύεται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και την ΕΣΔΑ. Σε συνέχεια της αποτυχίας της πρότασης της Επιτροπής το 2004 για μια απόφαση-πλαίσιο σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις σε ποινικές διαδικασίες, τον Νοέμβριο 2009 το Συμβούλιο εξέδωσε «χάρτη πορείας» για την ενίσχυση των δικονομικών δικαιωμάτων υπόπτων και κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες και κάλεσε την Επιτροπή να διατυπώσει ad hoc προτάσεις. Ο χάρτης πορείας αναγνωρίζει έξι βασικούς τομείς στους οποίους κρίνονται επιθυμητές νομοθετικές ή άλλες πρωτοβουλίες: μετάφραση και διερμηνεία, ενημέρωση για τα δικαιώματα και ενημέρωση σχετικά με την κατηγορία, παροχή νομικών συμβουλών και δικαστική αρωγή, επικοινωνία με συγγενείς, εργοδότες και προξενικές αρχές, ειδικές εγγυήσεις για υπόπτους ή κατηγορουμένους που βρίσκονται σε επισφαλή θέση και (πρόταση για Πράσινη Βίβλο σχετικά με την) προσωρινή κράτηση. Το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο στη συνέχεια ενέκριναν τις σχετικές οδηγίες: οδηγία (EΕ) 2010/64 σχετικά με το δικαίωμα σε διερμηνεία και μετάφραση κατά την ποινική διαδικασία οδηγία (EΕ) 2012/13 σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (το λεγόμενο «έγγραφο δικαιωμάτων») οδηγία (EΕ) 2013/48 σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας και το δικαίωμα επικοινωνίας μετά τη σύλληψη οδηγία (ΕΕ) 2016/343 για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας οδηγία (ΕΕ) 2016/800 σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις για τα παιδιά που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών οδηγία (ΕΕ) 2016/1919 σχετικά με τη δικαστική αρωγή για υπόπτους και κατηγορουμένους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και για καταζητουμένους σε διαδικασίες εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Επιπλέον, τον Ιούνιο 2011, η Επιτροπή δημοσίευσε Πράσινη Βίβλο για την εφαρμογή της ενωσιακής ποινικής νομοθεσίας στον τομέα της κράτησης και τον Δεκέμβριο 2011, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με κοινά πρότυπα για τις συνθήκες κράτησης στις φυλακές στην ΕΕ. Ακολούθησε η έκδοση, τον Οκτώβριο 2017, ψηφίσματος σχετικά με τα συστήματα και τις συνθήκες των φυλακών στην ΕΕ, το οποίο απαιτεί μια σειρά μέτρων για τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης σε ολόκληρη την Ένωση. Το άρθρο 82 της ΣΛΕΕ παρέχει τη νομική βάση για τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων όσον αφορά όχι μόνο τα δικαιώματα των προσώπων στην ποινική διαδικασία, αλλά και των θυμάτων εγκληματικών πράξεων. Το πρώτο νομικό μέσο σχετικά με το θέμα αυτό ήταν η απόφασηπλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ σχετικά με το καθεστώς των θυμάτων σε ποινικές διαδικασίες το μέσο αυτό αντικαταστάθηκε, μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, από την οδηγία 2012/29/ΕΕ για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας. Επιπλέον, σύμφωνα με την οδηγία 2011/99/ ΕΕ, τα πρόσωπα τα οποία επωφελούνται από μια εντολή προστασίας ποινικού δικαίου που έχει εκδοθεί σε ένα κράτος μέλος και επιθυμούν να μετακινηθούν σε άλλο κράτος μέλος μπορούν να ζητήσουν την έκδοση ευρωπαϊκής εντολής προστασίας, που διασφαλίζει ότι θα παραμείνουν προστατευμένα μετά τη μετακίνησή τους. Η. Δήμευση και δέσμευση περιουσιακών στοιχείων Η ικανότητα για τον εντοπισμό, δέσμευση και εν συνεχεία δήμευση περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες είναι ουσιαστικής σημασίας προκειμένου Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 4
να μπορεί να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά το οργανωμένο έγκλημα και να αποτρέπονται οι παραβάτες να επανεπενδύουν τα έσοδα από το έγκλημα σε άλλες παράνομες ή νόμιμες δραστηριότητες. Πολυάριθμα μέσα έχουν εγκριθεί για να διευκολύνουν τη δέσμευση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, η προσφάτως εκδοθείσα οδηγία 2014/42/ΕΕ σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση θεσπίζει κοινούς κανόνες για τα κράτη μέλη όσον αφορά τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων από συγκεκριμένα εγκλήματα καθώς και για ορισμένα περιουσιακά στοιχεία που φαίνεται να απορρέουν από εγκληματική συμπεριφορά (εκτεταμένη δήμευση). Επιπλέον, τον Δεκέμβριο του 2016, η Επιτροπή υπέβαλε νέα πρόταση κανονισμού σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων δέσμευσης και δήμευσης. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εργάζονται επί του παρόντος για τη νέα πρόταση, στόχος της οποίας είναι η βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών, ώστε να καταστεί δυνατή η ταχεία και αποτελεσματική δέσμευση και δήμευση περιουσιακών στοιχείων σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Η έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας ενίσχυσε σημαντικά τον ρόλο του Κοινοβουλίου: Το Κοινοβούλιο μπορεί τώρα να συν-νομοθετεί ισότιμα με το Συμβούλιο σε όλους σχεδόν τους τομείς του ποινικού δικαίου της ΕΕ. Υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις, όπως, ιδίως, η διαδικασία έγκρισης που πρέπει να ακολουθείται για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Ως εκ τούτου, τα περισσότερα από τα νομοθετικά μέσα που απαριθμούνται ανωτέρω έχουν εγκριθεί τόσο από το Κοινοβούλιο όσο και από το Συμβούλιο. Επιπροσθέτως, το Κοινοβούλιο εξέδωσε μεγάλο αριθμό ψηφισμάτων σχετικά με διάφορα θέματα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Τον Μάιο 2009, το Κοινοβούλιο εξέδωσε ψήφισμα (το οποίο περιλάμβανε επίσης μια σύσταση προς το Συμβούλιο) για την ανάπτυξη ενός χώρου ποινικής δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τον Μάιο του 2012 ενέκρινε ψήφισμα, βάσει έκθεσης πρωτοβουλίας, σχετικά με «μια ενωσιακή προσέγγιση για το ποινικό δίκαιο», το οποίο αναφερόταν στα ζητήματα που σχετίζονται με τα κριτήρια που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να κριθεί κατά πόσο χρειάζεται νομοθεσία της ΕΕ για το ποινικό δίκαιο, καθώς και στον τρόπο εξασφάλισης της συνοχής και της ποιότητας του ποινικού δικαίου. Τον Οκτώβριο του 2013, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, βάσει των συστάσεων της ειδικής επιτροπής CRIM, γεγονός το οποίο ακολούθησε, τον Οκτώβριο 2016, η έγκριση νέου ψηφίσματος για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Επιπλέον, τον Φεβρουάριο του 2014, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την επανεξέταση του ΕΕΣ. Τον Ιούλιο του 2017, το Κοινοβούλιο αποφάσισε να συστήσει μια επιτροπή για την τρομοκρατία (TERR). Το Κοινοβούλιο θα συμμετέχει στην αξιολόγηση και παρακολούθηση του ΧΕΑΔ, περιλαμβανομένης της ποινικής δικαιοσύνης, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας. Το άρθρο 70 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι «το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθώς και τα εθνικά κοινοβούλια τηρούνται ενήμερα για το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης» της εφαρμογής, από τις αρχές των κρατών μελών, των πολιτικών της Ένωσης στον ΧΕΑΔ, ιδίως όσον αφορά την αμοιβαία αναγνώριση. Το άρθρο 85 της ΣΛΕΕ προβλέπει τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων στην «αξιολόγηση των δραστηριοτήτων της Eurojust»: τέτοιου είδους ρυθμίσεις θα καθορίζονται με νέους κανονισμούς που θα εκδίδουν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας. Rosa Raffaelli Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 5
10/2017 Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 6