ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΕΠΟ 11: Κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ευρώπης Ακαδημαϊκό έτος 2012-13 Θέμα 3 ης εργασίας: Συζητείστε τον αντίκτυπο της α φάσης της βιομηχανικής επανάστασης στη σύνθεση του εργατικού δυναμικού, στις συνθήκες εργασίας και γενικότερα στις εργασιακές σχέσεις.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή 3 Η σύνθεση του εργατικού δυναμικού 3 Οι νέες συνθήκες εργασίας 5 Επίλογος 7 Βιβλιογραφία.9
Εισαγωγή Οι τεχνολογικές καινοτομίες του 18 ου αιώνα στη Βρετανία πρωτίστως και, στη συνέχεια, στην ηπειρωτική Ευρώπη μετά την εισαγωγή τους στην παραγωγή επέφεραν μία συγκλονιστική εξέλιξη στην απόδοση της ποσότητας και ποιότητας του τελικού προϊόντος. Η ραγδαία εξάπλωση των μηχανών δημιούργησε ένα νέο τοπίο στην παραγωγική και οικονομική δραστηριότητα. Η μηχανή ως ο άξονας πλέον της βιομηχανικής εργασίας όρισε νέα δεδομένα για την ίδια την παραγωγική διαδικασία, για τους κεφαλαιούχους επενδυτές που έβλεπαν τα κέρδη τους να αυξάνουν και για τους εργάτες που μπήκαν σε μία πρωτόγνωρη εργασιακή κατάσταση. Οι νέες συνθήκες εργασίας δημιούργησαν ένα πλήθος εργατών που δεν μπορούσε να φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο διαβίωσης. Το πλήθος αυτό ονομάστηκε εργατικό προλεταριάτο. Ζητούμενο της παρούσας εργασίας είναι να εντοπίσει και να παρουσιάσει τα κύρια χαρακτηριστικά της μεταστροφής αυτής στην εργασιακή εμπειρία. Η εργασία θα κινηθεί σε δύο άξονες. Θα αναζητήσει καταρχάς την αναμόρφωση της σύνθεσης του νέου εργατικού δυναμικού στη βιομηχανική παραγωγή. Στο δεύτερο μέρος θα αποπειραθεί μία συνοπτική παρουσίαση των επιπτώσεων που είχε η βιομηχανική επανάσταση στις συνθήκες εργασίας στις βιομηχανικές μονάδες. Η σύνθεση του εργατικού δυναμικού Η ραγδαία εξάπλωση της βιομηχανίας και των μεγάλων εργοστασίων δε θα μπορούσε να έχει υπάρξει, αν δεν ήταν διαθέσιμο ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό που θα επάνδρωνε τις εργοστασιακές μονάδες. Το εργατικό αυτό δυναμικό βρέθηκε στις μάζες των ανθρώπων που άφηναν τις εστίες τους στην ύπαιθρο και μετανάστευαν στις πόλεις με την προσδοκία να βρουν μία καλύτερη δουλειά σε αυτές. Η έλξη που ασκούσε ο μύθος της πόλης οφειλόταν κατά μεγάλο ποσοστό στις φήμες για καλά αμειβόμενη εργασία. Ως συνέπεια οι χωρικοί εντυπωσιάζονταν από την προοπτική ενός υψηλότερου ημερομισθίου και αποφάσιζαν να φύγουν. 1 1 Polanyi K., Ο μεγάλος μετασχηματισμός, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 92
Η διαθεσιμότητά τους ήταν εξαιρετικά μεγάλη και, φυσικά, δε θα έμενε ανεκμετάλλευτη από τους κεφαλαιούχους. 2 Άμεση εξέλιξη ήταν οι ανειδίκευτοι και απαίδευτοι αυτοί άνθρωποι να κατακλύσουν τα νέα εργοστάσια και να βιώσουν τις συνθήκες εργασίας, αλλά και ζωής που διαμορφώθηκαν μέσα στο νέο αυτό οικονομικο-κοινωνικό πλαίσιο, ενώ παράλληλα οι κεφαλαιούχοι εργοστασιάρχες ικανοποιούσαν τις ανάγκες τους σε εργατικό δυναμικό και ανέπτυσσαν απτόητοι τις επιχειρήσεις τους. Η εξέλιξη αυτή ενισχύθηκε κατά κύριο λόγο από τη μερική ανάκληση του νόμου «Περί εγκατάστασης» του 1662 στην Αγγλία το 1795, ο οποίος καθόριζε τη νόμιμη διαμονή των ανθρώπων και εμπόδιζε την κινητικότητα στο εσωτερικό της χώρας. 3 Η ανάκλησή του εξυπηρετούσε την ανεύρεση του κατάλληλου εργατικού δυναμικού για τις βιομηχανίες, αφού απελευθέρωνε την κινητικότητα των ανθρώπων, οι οποίοι τώρα πια μπορούσαν να μετακινηθούν στις πόλεις και να εργαστούν στα εργοστάσια. 4 Ειδική αναφορά θα πρέπει να γίνει στις γυναίκες εργάτριες. Η εργασία για τις γυναίκες δεν ήταν άγνωστη υπόθεση κατά τους προηγούμενους αιώνες, αφού αποτελούσαν αναπόσπαστο δυναμικό του συστήματος της οικοτεχνίας. Με την ανάπτυξη του κεφαλαίου οι επενδυτές θέλησαν να κερδίσουν από την εμπειρία αυτή των γυναικών της υπαίθρου και δημιούργησαν στην ύπαιθρο μικρές υφαντουργικές μονάδες. Σε αυτές οι γυναίκες δούλευαν για κάποιον έμπορο όπως και στις οικοτεχνικές μονάδες. 5 Πέρα από αυτή τους την απασχόληση, οι γυναίκες εργάστηκαν και στις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, ως πλανόδιες πωλήτριες, αλλά και άνοιγαν μικρές δικές τους επιχειρήσεις. 6 Ένας λόγος που παρότρυνε τις γυναίκες στην ανεύρεση εργασίας ήταν τα χαμηλά εισοδήματα των συζύγων τους. Το δικό τους ημερομίσθιο ήταν ενισχυτικό του οικογενειακού εισοδήματος. Για αυτόν το λόγο έχει εκτιμηθεί ως θετική η γυναικεία εργασία, παρά το γεγονός ότι οι αμοιβές για τις γυναίκες ήταν κατά πολύ χαμηλότερες από αυτές των ανδρών. 7 2 Γαγανάκης Κ., Κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 246 3 Polanyi K., ό.π., σ. 87 4 Στο ίδιο, σ. 89 5 Χαντζαρούλα Π., «Γυναικεία εργασία, ταυτότητα και σχετική νομοθεσία στην Ευρώπη, 19 ος αιώνας», στο Αρκολάκης Μ. κα., Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ. 187 6 Στο ίδιο, σ. 206-207 7 Στο ίδιο, σ. 187-188
Ο τρίτος παράγοντας που συνθέτει την εικόνα του εργατικού δυναμικού της εποχής είναι, όσο θλιβερό κι αν ακούγεται σήμερα, τα ανήλικα παιδιά. Αν και η παιδική εργασία υπήρχε στην Ευρώπη από το Μεσαίωνα, την εποχή της εκβιομηχάνισης λόγω των αυξημένων αναγκών της βιομηχανίας για εργατικά χέρια το φαινόμενο της παιδικής εργασίας βρέθηκε σε έξαρση. Ο λόγος ήταν ότι το συγκεκριμένο κριτήριο που έψαχναν οι κεφαλαιούχοι προκειμένου να επανδρώσουν τις επιχειρήσεις τους ήταν το χαμηλό κόστος του εργάτη και η πειθαρχία και υπακοή στους κανόνες της δουλειάς. Τα ανήλικα παιδιά πληρούσαν τα κριτήρια αυτά με αποτέλεσμα να αποτελέσουν σημαντικό ποσοστό του εργατικού δυναμικού. 8 Ο καταμερισμός εργασίας εφαρμόστηκε και στην παιδική εργασία. Καταρχάς το φύλο των παιδιών υπήρξε κριτήριο για την τοποθέτησή τους σε μια θέση εργασίας. Τα αγόρια δούλευαν κυρίως έξω από το σπίτι, ενώ τα κορίτσια προτιμούνταν για τις οικιακές απασχολήσεις. Επίσης, η αμοιβή τους διαμορφωνόταν σύμφωνα με το φύλο και την ηλικία τους. Καλύτερες αμοιβές έπαιρναν τα μεγαλύτερα σε ηλικία αγόρια, ενώ τα κορίτσια και τα μικρότερα αγόρια πληρώνονταν αρκετά λιγότερο. 9 Οι νέες συνθήκες εργασίας Αυτό που χαρακτηρίζει την εισαγωγή των εργατών στη βιομηχανική παραγωγή είναι η ριζική μεταστροφή των συνθηκών εργασίας και η ανάγκη να προσαρμοστούν σε αυτές. Καταρχάς οι περισσότεροι θα έπρεπε να συνηθίσουν στο πρωτόγνωρο για αυτούς αστικό περιβάλλον, αφού είχαν μόλις έρθει από την ύπαιθρο, στην οποία οι συνθήκες διαβίωσης ναι μεν ήταν εξίσου φτωχικές, αλλά δεν είχαν καμία σχέση με την αθλιότητα που επικρατούσε στις φτωχικές εργατουπόλεις των μεγάλων αστικών και βιομηχανικών κέντρων. Πλάι σε αυτό αναφέρουμε την ανάγκη προσαρμογής στα συστήματα ποινών και προστίμων που επέβαλαν οι εργοδότες. 10 8 Παπαθανασίου Μαρία, «Παιδική εργασία στην Ευρώπη», στο Αρκολάκης Μ. κα., Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ. 155 9 Στο ίδιο, σ. 153 10 Γαγανάκης Κ, ό.π., σ. 246
Από τις βασικές επιπτώσεις του περάσματος της παραγωγής στη βιομηχανική διαδικασία υπήρξε η αναδιαμόρφωση των ημερομισθίων των εργαζομένων. Ακόμη και σε παραδοσιακούς κλάδους όπως αυτός της ύφανσης, ο οποίος είχε μείνει στην παλιά μέθοδο του χειροκίνητου αργαλειού και καθυστέρησε αρκετά να δεχτεί την εισαγωγή της μηχανής, η μείωση των ημερομισθίων στους υφαντές και τις υφάντριες υπήρξε τραγική. 11 Ο λόγος ήταν ότι οι εργοδότες κρατούσαν καθηλωμένους τους εργάτες στο μονόδρομο του χαμηλού ημερομισθίου επισείοντας την απειλή της απόλυσης και της πρόσληψης ανειδίκευτων εργατών στη θέση τους. Το φάσμα των ανειδίκευτων εργατών υπήρξε μία απειλή για τους ειδικευμένους εργάτες και τη μισθοδοσία τους. Μία ειδική κατηγορία ανειδίκευτων εργατών ήταν τα παιδιά. Η μεγαλύτερη παιδική αμοιβή έφτανε συνήθως μόλις στο μισό της αμοιβής του ενήλικα άνδρα. Αυτό είναι ενδεικτικό προκειμένου να αιτιολογηθεί η προτίμηση των εργοδοτών στα ανήλικα παιδιά. Ο Hobsbawm υποστήριξε ότι η παιδική εργασία ευθύνεται για την καθήλωση των ημερομισθίων των ενηλίκων σε χαμηλά επίπεδα, ενώ μια άλλη άποψη, αυτή του McKendrick υποστηρίζει ότι τα ημερομίσθια των παιδιών ενίσχυαν το εισόδημα της οικογένειας. Επομένως, υπήρχε μία ισορροπία σε σχέση με το χαμηλό εισόδημα των γονέων. 12 Τα νέα δεδομένα εργασίας όριζαν για τους εργάτες ότι θα πρέπει να ακολουθούν τα πολύ συγκεκριμένα και αυστηρά ωράρια των εργοστασίων. Τα ωράρια αυτά περιελάμβαναν από 12-16 ώρες εργασίας την ημέρα για τον κάθε εργάτη. Το ζήτημα των ωραρίων επρόκειτο να απασχολήσει για αρκετές δεκαετίες τους εργάτες και το οργανωμένο εργατικό κίνημα στη συνέχεια. Για τις γυναίκες υπήρξε μία ρύθμιση το 1844 στη Βρετανία, η οποία διαμόρφωνε το ωράριό τους στις 12 ώρες και απαγόρευε τη νυχτερινή εργασία. Το 1853 το δωδεκάωρο έγινε δεκάωρο για όλους τους εργάτες στα υφαντουργεία. 13 Οι εργατουπόλεις που προαναφέρθηκαν ήταν οι συνοικισμοί στους οποίους ζούσαν οι εργάτες των εργοστασίων. Οι άθλιες συνθήκες που επικρατούσαν σε αυτές σε συνδυασμό με τις συνθήκες μέσα στα ίδια τα εργοστάσια μεταμόρφωναν τους εργάτες σε εξαρτημένα, εξαθλιωμένα, ανελεύθερα όντα. Στις παράγκες στις οποίες 11 Στο ίδιο, σ. 242-243 12 Παπαθανασίου Μ, ό.π., σ. 158 13 Χαντζαρούλα Π., ό.π., σ. 214
ζούσαν χανόταν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας. 14 Η κατάστασή τους δεν απείχε πολύ από την αντίστοιχη των δούλων που μεταφέρονταν βιαίως από την Αφρική στην Αμερική για να δουλέψουν σα σκλάβοι. Το ζήτημα του περιβάλλοντος της εργατούπολης πέρα από τις προφανείς αρνητικές συνέπειες για τη ζωή των χωρικών λόγω της αθλιότητας που επικρατούσε έχει και άλλες κοινωνικές προεκτάσεις. Οι εργάτες ήταν σβησμένοι από τον κοινωνικό χάρτη. Μεσαία τάξη στις πόλεις δεν υπήρχε. Παράλληλα, οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης δεν επέτρεπαν κανένα περιθώριο αξιοπρεπούς παρουσίας μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Είχαν μετατραπεί σε δούλους του εργοστασιάρχη. Τους είχε αφαιρεθεί έτσι πλήρως η δυνατότητα να κερδίσουν μία θέση στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Αυτή υπήρξε και η βασική αιτία που οδήγησε το σώμα των εργατών να διαμορφώσει και να συγκροτήσει μία νέα κοινωνική τάξη, την εργατική. 15 Η εξαθλίωση των εργατών εύλογο ήταν να προκαλέσει αργά ή γρήγορα την αντίδρασή τους. Μία από τις πρώτες εκδηλώσεις αντίδρασης, πριν την εμφάνιση του οργανωμένου συνδικαλισμού ήταν το κίνημα καταστροφής μηχανών που εκδηλώθηκε την πρώτη δεκαετία του 19 ου αιώνα σε αρκετές χώρες, αλλά με περισσότερη ένταση στη Βρετανία από τεχνίτες. Για πολλούς ιστορικούς οι καταστροφείς των μηχανών εκδήλωναν το μένος τους για την εισαγωγή της μηχανής στην παραγωγή που λειτουργεί ανταγωνιστικά προς τους εργάτες και την απαίτησή τους να επιστρέψει αυτή στα παραδοσιακά μέσα. Η άποψη αυτή δεν είναι σωστή. Οι πραγματικοί σκοποί των καταστροφέων ήταν να πιέσουν τους εργοδότες τους να προβούν στην ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Η καταστροφή της μηχανής δεν ήταν τίποτα παραπάνω από το μέσο που είχαν εφεύρει προκειμένου να ασκήσουν πιο εύκολα πίεση. 16 Επίλογος Ανακαλώντας τον Karl Polanyi στην απόπειρά μας να συνοψίσουμε όσα καταγράφηκαν παραπάνω θα μπορούσαμε να κάνουμε την παρόμοια διαπίστωση ότι 14 Polanyi K., σ. 99 15 Στο ίδιο, σ. 99 16 Γαγανάκης Κ.,ό.π., σ. 251
η βιομηχανική επανάσταση σημαδεύτηκε από μία αντίφαση: την εντυπωσιακή εξέλιξη των μέσων παραγωγής παράλληλα με την αλλοτρίωση και την εξαθλίωση των συνθηκών διαβίωσης των απλών ανθρώπων. 17 Η συρροή ανθρώπων στις πόλεις ξεκίνησε με μία προσδοκία εκ μέρους τους, να καταφέρουν να αποκτήσουν ένα καλύτερο ημερομίσθιο. Ωστόσο, μέσα στις πρώτες κιόλας δεκαετίες μετά την έκρηξη της βιομηχανικής επέκτασης είχε διαμορφωθεί μία κατάσταση μέσα στην οποία ο εργάτης είχε χάσει πια τον εαυτό του, βρέθηκε εξαρτημένος από τη μισθωτή εργασία του και δεν μπορεί να βρει τη θέση του μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννήθηκε ο σημερινός κόσμος, ο οποίος σαφώς δεν μπορεί να συγκριθεί με τις άσχημες συνθήκες της εποχής της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης. Η εποχή αυτή πάντως έθεσε τις δομές πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η μετέπειτα εξέλιξη των εργασιακών σχέσεων της καπιταλιστικής οικονομίας. 17 Polanyi K., ό.π., σ. 37
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Polanyi Karl, Ο μεγάλος μετασχηματισμός, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2007 Αρκολάκης Μ., Ασημακοπούλου Ζ., Διαλέτη Ανδρ., Θεοδωρίδης Γ., Μανδυλαρά Ά., Μπρέγιαννη Αικ., Παπαθανασίου Μ., Χαντζαρούλα Π., Ψαλιδόπουλος Μ., Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008 Γαγανάκης Κ., Κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999