Ο Άνθρωπος και η Μαγική Μελωδία



Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Η ιστορία του δάσους

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

«Ο Ντίνο Ελεφαντίνο και η παρέα του»

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη


Μπελιμπασάκη Αγάπη του Παναγιώτη, 9 ετών

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Τα παραμύθια της τάξης μας!

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Καλλιόπη Παπάζογλου του Δημητρίου, 12 ετών

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Κοτρίδης Πέτρος του Γεωργίου, 7 ετών

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Το παραμύθι της αγάπης

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Ροδοκαλάκη Ευτυχία του Γιώργου, 10 ετών

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Η ιστορία του Φερδινάνδου Συγγραφέας: Μούνρω Λιφ. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου

Η δύναμη της εικόνας. Μετάφραση

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Σκαρπίδης Νίκος του Μάριου, 7 ετών

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα, τόσο μακρινή

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Όταν η μαμά έχει στομία

Transcript:

Kατερίνα Αμυγδαλοπούλου, Δ Δημοτικού, 2o Τοπάλειο Δημοτικό Βόλου 13ος Πανελλήνιος Διαγωνισμός Παραμυθιού Ο Άνθρωπος και η Μαγική Μελωδία Ήταν μια φορά ένας Άνθρωπος που έλεγε ότι ήτανε Μάγος. Όπου κι αν πήγαινε έφερνε πάντοτε μαζί του μια τεράστια πράσινη βαλίτσα. Όταν τον ρωτούσαν τι έχει μέσα η βαλίτσα, έπαιρνε ένα μυστηριώδες ύφος κι έλεγε: Έχει την μελωδία της αγάπης. Και όλοι τον κοιτούσαν απορημένοι. Ο Άνθρωπος ζούσε σε ένα μικρό σπίτι με λίγα και λιτά έπιπλα, χρωματιστούς τοίχους, που πάνω τους είχανε αμέτρητες εικόνες και παντού νότες. Δύσκολα ξεχώριζες το χρώμα από κάθε τοίχο γιατί ο Άνθρωπος όποτε σκεφτόταν μια μελωδία για να μην την ξεχάσει, την έγραφε γρήγορα όπου έβρισκε, πάνω σε χαρτιά, στους τοίχους, στα σεντόνια αν κοιμότανε, στα πιάτα αν εκείνη την ώρα έτρωγε, στον γάτο του αν εκείνη την ώρα έπαιζε μαζί του, μα τις πιο πολλές φορές πάνω στα φύλλα από τα δέντρα που είχε στη πανέμορφη αυλή του. Κάθε φορά που έβρεχε οι στάλες της βροχής, όταν έπεφταν πάνω στα φύλλα από τα δέντρα, έκαναν τις νότες να ακούγονται. ΝΤΟ, ΡΕ, ΜΙ,ΦΑ, ΣΟ, ΛΑ, ΣΙ, ΝΤΟ. Στο διπλανό σπίτι ζούσε ένα μικρό κορίτσι, η Αγάπη. Η Αγάπη ζούσε μαζί με την μαμά της,την Ελπίδα, τον μπαμπά της, τον Κόσμο και τη σκυλίτσα της, την Φροντίδα. Η Αγάπη είχε χρόνια να περπατήσει και ήτανε πάντα καθισμένη στο αναπηρικό καροτσάκι. Δεν έβγαινε έξω από το σπίτι και ήτανε πάντα λυπημένη, έτσι ο κόσμος και όλοι οι άνθρωποι δεν είχανε αγάπη και τους έλειπε αλλά δεν το καταλάβαιναν. Χωρίς αγάπη πήγαιναν στη δουλειά τους, χωρίς αγάπη έλεγαν Καλημέρα το πρωί, χωρίς αγάπη ζούσανε τη ζωή τους, χωρίς αγάπη ποτίζανε τα λουλούδια και τα δέντρα τους, με αποτέλεσμα να μαραθούνε όλα. Ο Άνθρωπος είχε το μοναδικό σπίτι στον κόσμο που τα δέντρα και τα λουλούδια του ήτανε ανθισμένα. Το σπίτι του είχε κάτι μαγικό γι αυτό και όλα τα ζωάκια της γης, μαζευόντουσαν εκεί. Όταν τα ζωάκια βρισκόντουσαν στο σπίτι του, μπορούσαν όλα να μιλάνε και μαγικά αυτός καταλάβαινε ό,τι κι αν λέγανε. Μια μέρα πήγε σπίτι του η Φροντίδα και του λέει: - Άνθρωπε, έμαθα ότι είσαι μάγος. - Έτσι με φωνάζουν. - Μπορείς να κάνεις μαγικό, να περπατήσει η Αγάπη; Είπε κλαίγοντας η Φροντίδα. - Μην κλαις, Φροντίδα μου, η Αγάπη δεν μπορεί να περπατήσει με μαγικό, αλλά πρέπει μια πανέμορφη μουσική να την κάνει να σηκωθεί από το καροτσάκι κι αυτός είναι ο σκοπός της ζωής μου, να γράψω μια μαγική μελωδία για να σηκωθεί η Αγάπη και να γεμίσει ο κόσμος με αγάπη. Η Φροντίδα τα άκουσε αυτά, φίλησε τον Άνθρωπο και όλο χαρά κουνώντας την ουρά της, γύρισε στην φίλη της, να της κάνει παρέα. Ο Άνθρωπος την κοιτούσε που έφευγε και πήρε αγκαλιά τη μεγάλη πράσινη βαλίτσα του, είχε

νυχτώσει και είχε έρθει η ώρα να κοιμηθεί ο κόσμος. Πήρε την πράσινη βαλίτσα του και βγήκε στον κήπο, εκεί τον περίμενε ένα αστέρι, ανέβηκε πάνω του και μαζί φύγανε για το φεγγάρι. Όταν έφτασαν εκεί, το αστέρι έγινε σκαμνάκι και ο Άνθρωπος κάθισε επάνω του, άνοιξε την πράσινη βαλίτσα του κι έβγαλε από μέσα το μαγικό του τσέλο που χαρούμενο, άρχισε να παίζει γι αυτόν και για όλο τον κόσμο, μια υπέροχη μελωδία με τις νότες του ύπνου. Κάθε βράδυ, το έκανε αυτό ο Άνθρωπος παρέα με το μαγικό του τσέλο αλλιώς δεν μπορούσαν να κοιμηθούν οι άνθρωποι γιατί τους έλλειπε η αγάπη. Αυτή ήταν η ζωή του Ανθρώπου που ζούσε για τους άλλους, ήθελε να είναι όλος ο κόσμος ευτυχισμένος και προσπαθούσε πολύ, αλλά βαθιά μέσα του, ήξερε ότι αν δεν περπατούσε η Αγάπη, δεν θα το κατάφερνε αυτό. Το βράδυ, όταν τελείωνε η μουσική του και κοιμόντουσαν όλοι οι άνθρωποι, το τσέλο του έμπαινε στη μεγάλη πράσινη βαλίτσα και μαζί κατεβαίνανε πίσω στο σπίτι όπου ο Άνθρωπος ξάπλωνε στο κρεβάτι του, παρέα με τον Γάτο, τον χορογράφο του, όπου κοιμόντουσαν μέχρι το πρωί που ο φίλος του ο Ήλιος να έρθει να τον πάρει μαζί με την πράσινη βαλίτσα του για να ξυπνήσουν με την μελωδία τους, αυτός και το μαγικό του τσέλο, τους ανθρώπους. Οι μελωδίες του πρωινού ξυπνήματος ήταν διαφορετικές από το βράδυ, ήταν πιο γρήγορες, πιο έντονες και πιο διασκεδαστικές. Το μαγικό τσέλο έβαζε όλη του την τέχνη κι ο Άνθρωπος χόρευε γύρω από αυτό, δίνοντας του τον ρυθμό, τα πουλιά τιτίβιζαν γύρω του χαρούμενα, οι λαγοί χοροπηδούσαν γύρω από τα καρότα και οι χελώνες που τόσο πολύ τους άρεσε αυτή η μουσική, έβγαιναν απ το καβούκι τους κι έτρεχαν με τα σαλιγκάρια για το ποιος θα ναι ο νικητής. Ο Άνθρωπος όταν καταλάβαινε ότι όλοι είχαν ξυπνήσει το πρωί, έφευγε τρέχοντας με το μαγικό του τσέλο και πήγαινε να κοιτάξει από το παράθυρο, να δει τι κάνει η Αγάπη, αν έχει σηκωθεί. Κάθε φορά όμως, γύριζε λυπημένος στο σπίτι του γιατί πάλι δεν είχε καταφέρει να κάνει την Αγάπη να σηκωθεί. Ένα πρωί, ο ήλιος δεν εμφανίστηκε, είχε πολύ δυνατή βροχή και αέρα και τον εμπόδιζαν να βγεί. Ο Άνθρωπος κοιμόταν βαθιά και μαζί του όλοι οι άνθρωποι, νέκρα στην πόλη. Κάποια στιγμή, πετάγεται πάνω, ο γάτος, ο χορογράφος και καταλαβαίνοντας τι είχε συμβεί, πηδάει πάνω στην κοιλιά του Ανθρώπου και με την ουρά του αρχίζει να τον χτυπάει στο πρόσωπο ενώ ταυτόχρονα του φωνάζει: - Έι, σήκω Άνθρωπε! Τίποτα ο Άνθρωπος. - Έι, σήκω σου λέω! Πρέπει να ξυπνήσεις τον κόσμο!

Τίποτα πάλι ο Άνθρωπος. Τρέχει ο γάτος, ο χορογράφος, στην κουζίνα παίρνει μια μεγάλη κατσαρόλα και μια κουτάλα, πάει πάνω από το κεφάλι του Ανθρώπου και ΝΤΑΝΝΝΝ!!!! Πετάγεται πάνω ο Άνθρωπος φωνάζοντας τρομαγμένος. - Τι έγινε; Τι έγινε; - Τι έγινε αφεντικό, ξέχασες να ξυπνήσεις σήμερα και μαζί μ εσένα κοιμάται όλος ο κόσμος. - Τι;;;;; Τι θα κάνω τώρα; Μα πού είναι ο ήλιος και δεν φάνηκε σήμερα; Φωνάζει ο Άνθρωπος. - Πρέπει να βρεις μια λύση. Λέει ο γάτος. Η Φροντίδα που είχε ακούσει όλη την φασαρία, είχε πάει ήδη στο σπίτι του και του λέει: - Μην κάνεις έτσι Άνθρωπε, βγές εδώ έξω στην πανέμορφη αυλή σου παίξε την Μελωδία σου και ο αέρας που φυσάει, θα την πάει παντού. Πριν προλάβει να απαντήσει, ο Άνθρωπος ανοίγει η πράσινη βαλίτσα, πετάγεται έξω το τσέλο και τραγουδιστά φωνάζει: - Ωραία ιδέα!!! ΝΤΟ, ΡΕ,ΜΙ, ΦΑ, ΣΟ, ΛΑ, ΣΙ!!!! - Ναι, ναι!!!! Φωνάζει η Φροντίδα. Χορεύοντας ο γάτος, ο χορογράφος, λέει κι αυτός: - Ναι, ναι ας το κάνουμε, άσε που ο αέρας είναι φίλος μου και θα μας βοηθήσει. - Εντάξει. Λέει ο Άνθρωπος και βγαίνουν όλοι έξω στην αυλή. Ο Άνθρωπος κάθισε πάνω σε ένα κορμό, δίπλα στο τσέλο, άρχισε να παίζει μουσική, μαγική μουσική. Από παντού, εμφανίστηκαν πουλάκια που πηγαίνοντας εδώ κι εκεί βοηθούσαν τον αέρα να μεταφέρει την μουσική, τα λουλούδια και τα δέντρα άρχισαν να χορεύουν στον ρυθμό, το μπαλέτο του χορογράφου γάτου, τα ποντικάκια φόρεσαν τα καλά τους και βγήκαν στην αυλή χορεύοντας κι αυτά. Η βροχή σταμάτησε κι οι άνθρωποι ξύπνησαν όλοι. Ο Άνθρωπος έπαιζε τη μουσική του και δεν έβλεπε τίποτα γύρω του, τα μάτια του ήταν κλειστά Κάποια στιγμή, ένιωσε κάτι να του τραβάει το παντελόνι, ήταν η Φροντίδα. - Κοίτα Άνθρωπε, κοίτα δίπλα στο σπίτι, την Αγάπη! Γυρίζει ο Άνθρωπος και τι να δει.. η Αγάπη χαμογελώντας, κουνιόταν στον ρυθμό και προσπαθούσε να σηκωθεί, δεν τα κατάφερνε όμως. Αρπάζει την Φροντίδα και τρέχει στο σπίτι της Αγάπης, μόλις τον βλέπει η Αγάπη του λέει: - Άνθρωπε, εσύ και το τσέλο σου είστε μάγοι, η μουσική σας είναι μαγική, θα με κάνει να περπατήσω. - Κάτι λείπει Αγάπη και πρέπει να το βρώ. - Μην στεναχωριέσαι Άνθρωπε, ξέρω ότι κάνεις ο τι μπορείς.

- Πρέπει να βρω τί λείπει, μου λείπει μια νότα, ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙ ΜΙΑ ΝΟΤΑ! Άρχισε να φωνάζει ο Άνθρωπος κι έτρεξε στην αυλή του. Η νύχτα είχε πέσει, κόσμος όλος κοιμότανε κι ο Άνθρωπος που μόλις είχε γυρίσει από το φεγγάρι, έψαχνε να βρει την Νότα. Έψαχνε παντού, κάτω από το κρεβάτι, πίσω από την καρέκλα, στα αυτιά του λαγού, κάτω από τα βάζα, μέσα στις ντομάτες, στο ύφασμα απ τις κουρτίνες αλλά δεν την έβρισκε πουθενά. Οι μέρες και οι νύχτες περνούσαν, ο Άνθρωπος ήταν όλο και πιο στεναχωρημένος, γιατί δεν έβρισκε τη νότα πουθενά, τότε πήρε μια μεγάλη απόφαση, σηκώθηκε απ την καρέκλα του βγήκε έξω και φώναξε τον λαγό. - Λαγέ, έλα εδώ για να σου πώ, σε χρειάζομαι. - Τι έχεις Άνθρωπε, γιατί είσαι έτσι λυπημένος; - Δε βρίσκω τη νότα,λαγέ. Δεν είναι πουθενά εδώ γύρω, πρέπει να φύγω μακριά. - Μα πού θα πας Άνθρωπε, μέχρι πού θα φτάσεις; - Θέλω να φτάσω μέχρι τη νότα. - Εγώ, τι μπορώ να κάνω Άνθρωπε για σένα; - Θέλω να συνοδεύεις το μαγικό μου τσέλο κάθε πρωί και κάθε βράδυ για να ξυπνάς και να κοιμίζεις τους ανθρώπους. - Θα τα καταφέρω λές; Είπε ο λαγός. - Θα τα καταφέρεις λαγέ, είσαι καταπληκτικός μαέστρος. - Εντάξει τότε. Είπε ο λαγός και πήδησε πάνω στην πράσινη βαλίτσα. Έτσι ο Άνθρωπος ξεκίνησε το μακρινό του ταξίδι, ανέβαινε πάνω σε βουνά, κατέβαινε από τις πεδιάδες, κολυμπούσε μέσα στις θάλασσες, έφτασε μέχρι και σε άλλους πλανήτες κι έψαχνε συνέχεια έψαχνε Πίσω στο σπίτι του, η ζωή κυλούσε κανονικά αν και ο λαγός που ήτανε πολύ καλός μαέστρος, δεν τα κατάφερνε τόσο καλά, η μουσική του δεν ήταν μαγική, βέβαια το τσέλο τον βοηθούσε όσο μπορούσε αλλά ο κόσμος άρχισε να

καταλαβαίνει την διαφορά κι ο Κόσμος, ο μπαμπάς της Αγάπης, έβλεπε την κόρη του κάθε μέρα να μην προσπαθεί καθόλου πια. - Ελπίδα. Είπε ο Κόσμος στην γυναίκα του. -:Η Αγάπη δεν έχει άλλη ελπίδα μέσα της, τι θα κάνουμε; - Έχε πίστη Κόσμε και η Αγάπη θα ξαναβρεί την ελπίδα της. Η Φροντίδα που άκουσε την συζήτηση, έτρεξε στη ζεστή και τρυφερή αγκαλιά της Αγάπης. - Τι έπαθες Φροντίδα μου; - Είμαι στεναχωρημένη Αγάπη και μαζί με μένα και οι γονείς σου. Δεν θα καταφέρεις ποτέ να σηκωθείς να τρέξουμε μαζί στα δάση; - Έχω ελπίδα Φροντίδα μου, ότι ο Άνθρωπος θα τα καταφέρει, θα βρει τη νότα κι ο κόσμος θα λάμψει από χαρά κι από αγάπη. Οι μήνες περνούσαν, τα χρόνια και οι μέρες, οι άνθρωποι ήτανε ολοένα και πιο δυστυχισμένοι, τα λουλούδια και τα δέντρα όλο και πιο μαραμένα, τα πουλιά δεν κελαηδούσανε, ο ήλιος έβγαινε με το ζόρι και το φεγγάρι κάθε βράδυ ήτανε δακρυσμένο. Οι άνθρωποι με το παραμικρό μαλώνανε μεταξύ τους κι παντού υπήρχανε φασαρίες. Πουθενά δεν έβρισκες χαρά ή ομορφιά, όλα ήτανε άσχημα και παντού υπήρχε κακοκεφιά. Ο κόσμος μαζί με την Αγάπη είχε χάσει και την ελπίδα του. Είχε ξημερώσει ακόμη ένα πρωινό κακόκεφο σαν όλα τα άλλα. Η Αγάπη καθότανε μπροστά στο παράθυρο και κοίταζε έξω, αλλά όλα αυτά που έβλεπε την στεναχωρούσαν ακόμη περισσότερο. - Τι κάνεις Αγάπη; Καλημέρα. Είπε η Ελπίδα στην κόρη της. - Καλημέρα, μαμά, είμαι λίγο στεναχωρημένη, ο Άνθρωπος δεν γυρίζει και βλέπεις τι γίνεται στον κόσμο. - Μην χάνεις την ελπίδα σου κορίτσι μου, κάποια μέρα θα γυρίσει ο Άνθρωπος και όλα θα αλλάξουν. - Μακάρι, μάμα! Η Ελπίδα έσκυψε και πήρε αγκαλιά την Αγάπη και την φίλησε γλυκά. Mακάρι να μπορούσα να σε βοηθήσω, κορίτσι μου.., σκέφτηκε και δύο δάκρυα κυλήσανε στα μάγουλα της. Ο Άνθρωπος περπατούσε μέσα στην ζούγκλα, κάποια στιγμή, κατάλαβε ότι καθίσει κάπου, κόντευε να τον πάρει ο ύπνος όταν ακούστηκε μια φωνή: κουράστηκε και σταμάτησε να - Τι κάνεις εδώ Άνθρωπε; Γυρίζει ο Άνθρωπος και βλέπει ένα τεράστιο λιοντάρι. - Ψάχνω την χαμένη νότα που θα κάνει την Αγάπη να περπατήσει. - Δεν είναι εδώ Άνθρωπε, πρέπει να γυρίσεις πίσω ο κόσμος σε χρειάζεται και να προσπαθήσεις εκεί γιατί είμαι σίγουρος ότι είναι εκεί κοντά κι εγώ είμαι Βασιλιάς και ότι λέω γίνεται.

- Να φύγω τότε αλλά πώς θα γυρίσω, ούτε πού είμαι δεν ξέρω; - Θα το κανονίσω εγώ. Το λιοντάρι φωνάζει τον αετό κι ανεβαίνει πάνω του ο Άνθρωπος για να γυρίσουνε πίσω. - Λαγέ!!!! Γάτε χορογράφε!!! Πού είστε; Γύρισα!!! Τρέχουνε και οι δύο όλο χαρά. - Ήρθες Άνθρωπε; Του λένε κλαίγοντας. - Ήρθα και όλοι μαζί θα βγούμε έξω στην αυλή να παίξουμε μια μελωδία γιατί εδώ κρύβεται η νότα, μου το είπε ένας φίλος. - Πάμε, πάμε!!! Φωνάζουν όλοι μαζί, πετάγεται και το τσέλο από την βαλίτσα και βγαίνουν όλοι έξω. Το τσέλο άρχισε να παίζει και ο Άνθρωπος κουνούσε ρυθμικά την μπαγκέτα του. Αυτή ήταν διαφορετική μελωδία, τα πουλιά είχαν γίνει ορχήστρα, οι πεταλούδες και οι μέλισσες νότες και κάθε φορά που τις ακουμπούσε ο Άνθρωπος, έβγαινε ήχος μαγικός, τα λουλούδια ξανάνθισαν, τα δέντρα πετάξανε φύλλα και τα ποντίκια χόρευαν στο ρυθμό. Ο Άνθρωπος κοιτούσε την Αγάπη που κουνιόταν και αυτή μαζί. - Άντε νότα έλα σε παρακαλώ, κοίτα την είναι έτοιμη να περπατήσει, έλα σε παρακαλώ!!! Σκέφτηκε ο άνθρωπος. Η Φροντίδα χόρευε, πηδώντας εγώ κι εκεί, ο αέρας έπαιρνε τα μαλλιά της και τα έριχνε πίσω, ο Άνθρωπος την κοίταζε και τρέχει και την παίρνει αγκαλιά. - Τι έγινε Άνθρωπε; Τι έπαθες; - Φροντίδα, η νότα, η νότα είναι στο κολάρο σου!!!! Την παίρνει ο Άνθρωπος μαγικά, την βάζει στη μελωδία κι αμέσως ακούστηκε μια μαγική μουσική και όλοι γύρισαν και κοιτάξανε προς την Αγάπη. Ο μπαμπάς της ο Κόσμος, της άπλωσε το χέρι. - Έλα Αγάπη, σήκω, μπορείς!!! Δίνει το χέρι της η Αγάπη στο μπαμπά της και το άλλο στην Ελπίδα και σιγά-σιγά σηκώνεται και περπατάει. - Μαγικό, μαγικό!!! Φωνάξανε όλοι οι άνθρωποι και ο Άνθρωπος άρχισε να κλαίει από την χαρά του. Μια καινούρια ημέρα ξημέρωσε, ο κόσμος ήταν όλος ευτυχισμένος, παντού υπήρχε ομορφιά και αγάπη, τα λουλούδια και δέντρα ήταν ανθισμένα, τα πουλάκια τιτίβιζαν χαρούμενα. Η Αγάπη ήταν χαμογελαστή, τώρα μπορούσε περπατώντας να χαρίζει την αγάπη παντού και ο Άνθρωπος να γεμίζει τα πάντα με μαγική μουσική και ότι κακό υπήρχε, το έπαιρνε και το έκρυβε στην μεγάλη πράσινη βαλίτσα του. Ποτέ ξανά δεν θα ήταν άσχημα τα πράγματα, όλος ο κόσμος θα ήτανε χαρούμενος, αγαπημένος και μελωδικός. Από τότε το καροτσάκι της Αγάπης έγινε, μαγικά, πιάνο κι έκανε παρέα με το τσέλο αλλά επίσης όποτε έβρεχε τσιχλόφουσκες για όλα τα παιδιά του κόσμου.