ΤΟ ΜΕΓΑ ΚΑΙ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΩΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ



Σχετικά έγγραφα
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

23/2/07 Sleep out Πλατεία Κλαυθμώνος

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg)

Γιάννης Ι. Πασσάς. Γλώσσα. Οι λειτουργίες της γλώσσας Η γλωσσική 4εταβολή και ο δανεισ4ός

ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του αποκτά πρόσβαση στο περιβάλλον του ιατρού που παρέχει η εφαρμογή.

ΣΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του έχει πρόσβαση στο περιβάλλον του φαρμακείου που παρέχει η εφαρμογή.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Άγιος Νικόλαος Καισαριανής: Εκεί που βρήκε τόπο ο ξεριζωμένος Έλληνας

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Γενικός σημαιοστολισμός, από τις 8:00 π.μ. της 25 ης Οκτωβρίου. Δημοτικών καταστημάτων, των Ν.Π.Δ.Δ., των Τραπεζών, των οικιών

Ταξινόμηση των μοντέλων διασποράς ατμοσφαιρικών ρύπων βασισμένη σε μαθηματικά κριτήρια.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

21/11/2005 Διακριτά Μαθηματικά. Γραφήματα ΒΑΣΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ : ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΙ Δ Ι. Γεώργιος Βούρος Πανεπιστήμιο Αιγαίου

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2014 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΑΣΕΠ 2000 ΑΣΕΠ 2000 Εμπορική Τράπεζα 1983 Υπουργείο Κοιν. Υπηρ. 1983

( ιμερείς) ΙΜΕΛΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Α Β «απεικονίσεις»

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ, ΠΡΥΜΝΟΔΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. (ΛΙΜΑΝΙΑ κ.λπ.) ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΡ. ΤΖΟΥΜΑΛΑΚΗ Ο ΓΑΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΚΟΥΡΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Πρώτη Γραπτή Εργασία. Εισαγωγή στους υπολογιστές Μαθηματικά

Αναγνώριση Προτύπων. Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

Κείµενο διδαγµένο Κείµενο από το πρωτότυπο

Προσκύνημα στο Άγιον Όρος

- 1 - Ποιοι κερδίζουν από το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών; Γιατί η άμεση ανταλλαγή αγαθών, ορισμένες φορές, είναι δύσκολο να

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΤΗΣΙΩΝ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΤΜΗΜΑ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ ΧΟΡΩΔΙΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΥΠΟΥ

ΚΛΑΔΟΣ: ΠΕ11 ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ Κείµενο από το πρωτότυπο (στ ) ΧΟΡΟΣ ηλοῖ τὸ γέννηµ' ὠµὸν ἐξ ὠµοῦ πατρὸς 471 τῆς παιδὸς εἴκειν δ'οὐκ ἐπίσταται κακοῖς.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Θρίαμβος της Ορθοδοξίας; Για την Ορθοδοξία, η Εικονομαχία, η

Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Εκθετικά πινάκων. 9 Απριλίου 2013, Βόλος

ΕΚΠΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΛΟΣ

ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΚΑΣΤΩΝ

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ. Για πρώτη φορά τη λέξη Εὐαγγέλιο σαν ό- νομα ενός βιβλίου τη συναντούμε στον Ιουστίνο τον μάρτυρα.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Παλαιά ιαθήκη: Μυθολογία των Εβραίων ή Βίβλος της Εκκλησίας;

Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΜΟΡΜΟΝΩΝ Η «ΟΙ ΆΓΙΟΙ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ»

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ.

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ Κείµενο από το πρωτότυπο ( )

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0,

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΘΕΜΑ: Διαφορές εσωτερικού εξωτερικού δανεισμού. Η διαχρονική κατανομή του βάρους από το δημόσιο δανεισμό.

ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗ ΚΡΗΤΗ

Ο Β ΤΟΜΕΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ: Υπολογιστικά Συστήματα και Εφαρμογές Πληροφορικής Pragmatic Computer Science

Ποιμαίνοντας μεταξύ οὐτοπίας καί ρεαλισμοῦ: Θεολογικοί προβληματισμοί γιά τήν λειτουργία τῆς σύγχρονης ἐνοριακῆς κοινότητας.

Αναγνώριση Προτύπων. Σημερινό Μάθημα

ΤΟ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

Ο θεσµός της ιεροσύνης στην Παλαιά ιαθήκη

ΘΕΜΑ: Aποτελεσματικότητα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε μια ανοικτή οικονομία

«Ναι» στον Χριστό και Ιεραποστολή

Η ανισότητα α β α±β α + β με α, β C και η χρήση της στην εύρεση ακροτάτων.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

Ημέρα 3 η. (α) Aπό την εργασιακή διαδικασία στη διαδικασία παραγωγής (β) Αξία του προϊόντος και αξία της εργασιακής δύναμης

Αναγνώριση Προτύπων. Σημερινό Μάθημα

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

1. Η συγκεκριμένη εφαρμογή της λειτουργίας για τη λήψη φορολογικής ενημερότητας βρίσκεται στην αρχική σελίδα της ιστοσελίδας της Γ.Γ.Π.Σ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ σελ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Παραδείγµατα ερωτήσεων ανοικτού τύπου και σύντοµης απάντησης. Εισαγωγή: Ο Σωκράτης διηγείται τη συζήτησή του µε τον Πρωταγόρα σε έναν φίλο του.

Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α. 1η σειρά ασκήσεων

HISTÒRIA DE LA LLENGUA GREGA: DEL GREC CLÀSSIC AL GREC MODERN MORFOLOGIA DELS PRONOMS PERSONALS (teoria, praxi, autoavaluació) 2015

ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Διδακτική ενότητα

«ΔΙΑΚΡΙΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ»

ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΖΩΗ ΜΟΥ

Eισηγητής: Μουσουλή Μαρία

Κατάλογος Ἐκδόσεων καὶ Ἐργοχείρων

ANALECTA THEOLOGICA ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΣΕΙΡΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ. επιμέλεια ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011

2. Κατάθεσε κάποιος στην Εθνική Τράπεζα 4800 με επιτόκιο 3%. Μετά από πόσο χρόνο θα πάρει τόκο 60 ; α) 90 ημέρες β) 1,5 έτη γ) 5 μήνες δ) 24 μήνες

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ ΚΕΙΜΕΝΟ. Πέµπτη 19 Νοεµβρίου Αγαπητή Κίττυ,

Συναρτήσεις. Σημερινό μάθημα

ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Η ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ ΗΘΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗ. (ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ 1176a a32) 2 Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΑΠ ΕΛΠ22 ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΑΜΠΟΥΚΟΣ ΑΜ.

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ

Πηγές πληροφόρησης και εργαλεία

«ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ»

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑ. Μορφές δημόσιου δανεισμού. Σύνταξη: Παπαδόπουλος Θεοχάρης, Οικονομολόγος, MSc, PhD Candidate

Αναγνώριση Προτύπων. Σημερινό Μάθημα

Συμβόλαια γάμου στους παπύρους της Αιγύπτου

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Α1) Ορισμένα από τα βασικά θέματα της Επτανησιακής. Σχολής που εντοπίζουμε στο παραδοθέν χωρίο είναι:

Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το κράτος. A. Einstein Πηγή:

ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ Σκέψεις ενός Αγιορείτου Μοναχού

ΒΙΟΣ, ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΦΑΝΟΥΣ ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ τοῦ ΧΟΖΕΒΙΤΟΥ τοῦ ΡΟΥΜΑΝΟΥ

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Πῶς ἀναπτύσσεται στήν καρδιά ἡ νοερά προσευχή

Εισαγωγικά. 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ ΝΤΥΡΟΥ Γ. ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑ ΚΑΙ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΩΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ. ΣΥΜΒΟΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Αρχιμ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΣΚΡΕΤΤΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

ΤΟ ΜΕΓΑ ΚΑΙ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΩΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ 2

Στους γονείς μου, ΕΥΓΝΩΜΟΝΩΣ ΑΝΑΤΙΘΗΜΙ 3

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ο μοναχισμός, ως γνήσια έκφραση του ευαγγελικου τρόπου ζωής, λαμβάνει ιδιαίτερη θέση μέσα στην Εκκλησία. Μέσα από την μοναχική πολιτεία εκφράζεται εναργέστερα το κάλλος της εκκλησιαστικής ζωής και η βίωση αυτής εν πληρόητητι. Σήμερα θεωρείται από πολλούς ότι το κύριο γνώρισμα της μοναχικής ζωής είναι η αγαμία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το σπουδαιότερο στην μοναχική ζωή είναι η αγαμία. Σημαίνει απλώς ότι αυτό που διαμορφώνει την ιδιαιτερότητα της μοναχικής ζωής έγκειται ουσιαστικά στην αγαμία. Όλες οι υπόλοιπες υποχρεώσεις, ακόμα και οι δύο άλλες μοναχικές υποσχέσεις, η υπακοή και η ακτημοσύνη, αφορούν όλους τους πιστούς. Αυτονόητο βέβαια είναι ότι όλα αυτά, μέσα στο πλαίσιο της μοναχικής ζωής προσαλαμβάνουν ιδιαίτερη μορφή. Γεννάται όμως το ερώτημα, πώς συνδέθηκε η μοναχική κουρά με το άγιο βάπτισμα και με βάση ποια κριτήρια αποτολμήθηκε η συμβολική προσομοίωση της κουράς με το μέγα μυστήριο του αγίου βαπτίσματος. Το μέγα και αγγελικό σχήμα ταυτίζεται κυρίως με το μυστήριο της μετανοίας, εξ ου και η μονή στην οποία εισέρχεται ο μοναχός ονομάζεται «μονή της μετανοίας» του. Όμως ονομάζεται και δεύτερο βάπτισμα, γιατί όλα τα του σχήματος συντείνουν στην αναγωγή του ανθρώπου που γίνεται μοναχός στο ύψος μιάς νέας αναγεννημένης ζωής. Από την θέση αυτή θα ήθελα να ευχαριστήσω τον σύμβουλο μου, Αρχιμανδρίτη π. Νικόδημο Σκρέττα, Επίκουρα Καθηγητή για την πολύτιμη συνεργασία του, το πατρικό του ενδιαφέρον και την αμέριστη συμπαράσταση που μου προσέφερε κατά την διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών και ιδιαίτερα τις πολύτιμες υποδείξεις κατά την συγγραφή της παρούσης εργασίας μου. Θεσσαλονίκη, Χριστούγεννα 2008 ΝΤΥΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑ 4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ...4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...5 ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ...8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΚΑΙ Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ 1.Βιβλικά πρότυπα...12 α) Στην Παλαιά Διαθήκη..12 β) Στην Καινή Διαθήκη....14 γ) Ο Κύριος και οι "θείοι γάμοι....16 δ) Παύλος και Ιωάννης..... 16 2. Παρθένοι και χήρες της πρώτης Εκκλησίας....17 3.Ο Αναχωρητισμός και οι αιτίες που τον προκάλεσαν...17 α) Οι διωγμοί...19 β) Η εκκοσμίκευση....19 4.Ο Σκητιωτικός και Λαυρεωτικός μοναχισμός....22 5.Τα πρώτα Κοινόβια...22 α) Παχώμιος...22 β) Θεοδόσιος...23 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΚΜΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΕΩΔΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 1.Οργανωτές και κέντρα μοναχισμού...24 α. Μέγας Βασίλειος....24 β. Άγιος Σάββας...27 γ. Στουδίτες...28 δ. Ο Όλυμπος της Βιθυνίας...30 ε. Το Άγιον Όρος....32 2. Η περί του μοναχισμού διδασκαλία των πατέρων....34 α. Διονύσιος Αρεοπαγίτης....34 β. Ιωάννης Σιναΐτης (Κλίμακος)....36 γ. Μάξιμος Ομολογητής....38 δ. Θεόδωρος Στουδίτης...39 ε. Συμεών Νέος Θεολόγος....41 στ. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης....42 ζ. Γρηγόριος Παλαμάς....44 ε. Συμεών ο Θεσσαλονίκης...44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΤΟ ΜΕΓΑ ΚΑΙ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΩΣ ΣΥΜΒΟΛΟ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΑΦΙΕΡΩΣΕΩΣ 1.Η παράδοση του μοναχικού σχήματος....48 2. Βαθμίδες Μοναχικού Σχήματος...50 α. Δοκιμή...50 β. Ρασοφορία...64 γ. Μικρό Σχήμα...64 δ. Μέγα Σχήμα...64 3. Τα μοναχικά ενδύματα: χρηστικότητα και συμβολισμοί....58 α. Χιτών...64 β. Σχήμα...65 γ. Παλλίον...66 6

δ. Ανάλαβος....68 ε. Κουκούλιον....68 στ.μανδύας...70 ζ. Σανδάλια...70 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΤΟ ΜΕΓΑ ΚΑΙ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΣΧΗΜΑ ΩΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ 1. Η ακολουθία της μοναχικής κουράς...72 α. Ιστορικολειτουργικές αναφορές περί της ακολουθίας της μοναχικής κουράς...72 β. Σύνδεση μοναχικής κουράς με την Θεία Ευχαριστία...76 γ. Αντιλήψεις περί της αναγωγής της μοναχικής καθιερώσεως σε μυστήριο της τάξεως των επτά...77 δ. Διάγραμμα της ακολουθίας του μεγάλου αγγελικού σχήματος και τελετουργικά στοιχεία...78 2. H θεολογική ερμηνεία των ευχών της Ακολουθίας του Μεγάλου Σχήματος («Δεύτερον βάπτισμα λαμβάνεις σήμερον, αδελφέ»)....84 α. Το Άγιο Βάπτισμα...85 β. Το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα ως δεύτερο βάπτισμα...91 γ. Πρακτικές επιπτώσεις και συνέπειες της σχέσης του Μεγάλου Σχήματος με το μυστήριο του Βαπτίσματος....100 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...111 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...113 Α. ΠΗΓΕΣ...114 Β. ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ...114 1. Ελληνόγλωσσα...114 2. Ξενόγλωσσα...118 7

ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ AB ΒΕΠΕΣ ΕΕΒΣ ΕΕΘΣΠΘ ΕΟ ΕΠΕ Ἀνάλεκτα Βλατάδων, Πατριαρχικό Ἵδρυμα ΠατερικῶνΜελετῶν Θεσσαλονίκη 1969 ἑξ. Βιβλιοθήκη Ἑλλήνων Πατέρων καί Ἐκκλησιαστικῶν Συγγραφέων. Εκδόσεις «Ἀποστολικῆς Διακονίας», Ἀθήνα 1955εξ. Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν, Ἀθῆναι 1924εξ Ἐπιστημονική Ἐπετηρίς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Echos d Orient, Revue bimestrielle d Histoire, de géographie et de liturgie orientale, Paris- Bukurest, 1897-1942. Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Πατερικές ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1972εξ. ΘΗΕ OC PG Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαιδεία, Ἀθῆναι 1962εξ. Oriens Christianus, Halbahrshefte für die Kunde des christlichen Orients, 1901εξ. J. P. MIGNE, Patrologiae curcus completes, series Graeca, Παρίσι Montrouge 1857 18646 (τόμοι 161). 8

PL REB J. P. MIGNE, Patrologiae curcus completus, series Latina, Παρίσι Montrouge 1857 1864 (τόμοι 221). Revue d Etudes Byzantines,Paris 1949εξ. SC Sources Crétiennes, sous la direction de C. MODESERT, Παρίσι 1942εξ. 9

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κεντρικό θέμα της εργασίας μας αποτελεί η μοναχική αφιέρωση, όπως αυτή διαγράφεται στην τάξη της προσδόσεως του σχήματος. Από τον τίτλο της μελέτης αυτής προσδίδεται στο Μέγα και Αγγελικό Σχήμα σχέση λειτουργική και θεολογική προς το εισαγωγικό στον χριστιανισμό μυστήριο του βαπτίσματος. Καίριο σύνδεσμο προς την κατεύθυνση αυτή αποτελεί το μυστήριο της μετανοίας. Ο Ιωάννης Σιναΐτης ορίζει την μετάνοια ως εξής: «μετάνοιά ἐστιν ἀνάκλησις βαπτίσματος, συνθήκη πρός Θεόν δευτέρου βίου». Κύριος σκοπός του Μυστηρίου της μετανοίας είναι η επανασύνδεση των αμαρτησάντων και μετανοησάντων χριστιανών με το σώμα της Εκκλησίας, αλλά και η αναρρίπιση των χαρισμάτων της βαπτισματικής τους αναγεννήσεως. Η σπουδή και η διερεύνηση στράφηκαν στο να παραλληλίσουν την ακολουθία του Μεγάλου και Αγγελικού σχήματος με αυτήν του Αγίου Βαπτίσματος. Ιδιαίτερη ήδη προσπάθεια έχει καταληφθεί από τον Λατίνο μελετητή M. Wawryk να ονομάσει το Μεγάλο Σχήμα ως «άλλο βάπτισμα». Αφορμή για τη συγγραφή της παρούσης μελέτης υπήρξε η επιθυμία μας να διερευνήσουμε τον συσχετισμό της ακολουθίας της μοναχικής κουράς με το μυστήριο του Βαπτίσματος και βέβαια η έρευνα της ακολουθίας αυτής εξ επόψεως λειτουργικής. Στόχος μας είναι να συμβάλουμε, κατά το μέτρο των δυνατοτήτων μας, στην μελέτη του θέματος αυτού, που δεν έχει επαρκώς ερευνηθεί. Αναγκαίο είναι να τονισθεί ότι ο μοναχισμός αποτελεί οδό της τέλειας χριστιανικής ζωής. Τα μοναχικά ιδεώδη δεν διαφέρουν από εκείνα των λοιπών χριστιανών, αλλά τα προαιρετικά καθήκοντα που καταγράφονται στο Ευαγγέλιο γίνονται νόμος για τους μοναχούς. Στο πρώτο κεφάλαιο καταγράφεται η ιστορική εξέλιξη του μοναχισμού. Από την αρχή αυτός συνυφαίνεται με την άσκηση και την αγαμία. Οι διωγμοί δεν έγιναν ανασταλτικός παράγοντας, αλλά ενίσχυσαν πολύ περισσότερο την εμφάνιση και την οργάνωση της μοναχικής ζωής. Ο μοναχισμός εμφανίζεται τον 4ο αιώνα, ως βίος «κατά μόνας» και ολοκληρώνεται με την συστηματοποίηση μοναστικών συγκροτημάτων στην μορφή του κοινοβίου. Στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας μας ασχολούμαστε με τα μοναστικά κέντρα και την διδασκαλία των πατέρων περί αυτού. Ο μοναχισμός μεταλαμπαδεύεται από την Αίγυπτο στο Σινά, στη Συρία, στην Αντιόχεια και προχώρησε σταδιακά στην Καππαδοκία, στον 10

Όλυμπο της Βιθυνίας και στον Άθωνα. Η αποταγή του κόσμου κατέχει κεντρική θέση στην διδασκαλία των πατέρων περί του μοναχισμού. Ο μοναχός οφείλει να αποτάσσεται τα πάντα εκούσια για να εγγίσει τον ερώμενο Κύριο. Το τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζει τις βαθμίδες της μοναχικής ζωής, οι οποίες αντιστοιχούν στις τρεις πνευματικές βαθμίδες. Κατά το Μέγα Ευχολόγιο της Εκκλησίας η πρόσκτηση της μοναχικής ιδιότητας συντελείται με τις τρεις ακολουθίες: α. «Ἀκολουθία εἰς ἀρχάριον Ρασοφοροῦντα», β. «Ἀκολουθία τοῦ Μικρού Σχήματος ἤτοι τοῦ Μανδύου», γ.«ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου καί ἀγγελικοῦ σχήματος». Η μοναχική ένδυση αποτελεί το ορατό σύμβολο της μοναχικής καθοσιώσεως. Εν κατακλείδι, στο τέταρτο κεφάλαιο, μας απασχόλησε από λειτουργικής πλευράς η μοναχική κουρά και η σύνδεση αυτής με το μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητη η κατανόηση του μυστηρίου του Βαπτίσματος ως πίστη και ζωή συνάμα, χωρίς την οποία το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα κινδυνεύει να θεωρηθεί ότι λειτουργεί εκτός της βαπτισματικής πραγματικότητας, η οποία μετασχηματίζει και διαμορφώνει τους απογόνους του Αδάμ σε υιούς Θεού και συγκληρονόμους του Ιησού Χριστού, ανεξάρτητα από την διάκρισή τους σε αγάμους και εγγάμους, σωματικά παρθένους ή μη. 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΚΑΙ Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ Μοναχισμός καλείται η αποταγή του κόσμου, η ολοκληρωτική απάρνηση των εγκοσμίων εκ μέρους του ανθρώπου και η ροπή αυτού να πορευθεί προς την έρημο, προκειμένου να πετύχει την ένωση του με τον Θεό 1. Η αυταπάρνηση αποτελεί γνήσιο και ευαγγελικό τρόπο ζωής, αλλά και έκφραση αγάπης και θυσίας προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. 1. Βιβλικά πρότυπα Από το κείμενο της Αγίας Γραφής δεν έχουμε μαρτυρία για οργανωμένη μορφή μοναχικής ζωής, αλλά αντλούμε πληροφορίες για άγαμο βίο και πλήρη αφιέρωση στον Θεό. α) Στην Παλαιά Διαθήκη. Στην Παλαιά Διαθήκη ο θεσμός της αγαμίας δεν υφίσταται. Ο μωσαϊκός νόμος δεν ορίζει παρθενία, ωστόσο υπάρχουν λόγοι και προτροπές για ηθική τελειότητα στην Πεντάτευχο, όπως «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ εἰκόνα καί ὁμοίωσιν» 2, και, «Ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὑμῶν» 3. Εξαίρεση φαίνεται να αποτελεί ο μέγας προφήτης του περιούσιου λαού Ηλίας, προερχόμενος εκ των Θεσβών της Γαλαάδ 4. Περιγράφεται ως «ἀνήρ δασύς καί ζώνην δερματίνην περιεζωσμένος τήν ὀσφύν αὐτοῦ» 5. Εγκαταλείπει την Ιουδαία, αποσύρεται στην έρημο, κατοικεί στο Όρος Καρμήλιο, ζεί με παρθενία και τρέφεται με ό,τι υπάρχει στην ερημική φύση, με απώτερο σκοπό την «Θεοῦ κατανόησιν και ἐπιθυμίαν εὐπορῆσαι» 6 και «πρός τά τῆς ψυχῆς ἀνανεῦσαι ἀγαθά» 7. Στην 1 Α. ΓΕΡΟΜΙΧΑΛΟΥ, Ο μοναχικός βίος (ιστορική αυτού εξέλιξις), Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 20 21. Χ. ΤΖΩΓΑ, «Μοναχισμός», ΘΗΕ, τ. 9, στ. 28. Γ. ΧΑΡΙΖΑΝΗ, Ο μοναχισμός στην Θράκη κατά τους Βυζαντινούς αιώνες, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 35. 2 Γέν. 1,26. 3 Λευϊτ. 19,2. 4 Γ Βασ. 17,1. 5 Δ Βασ. 1,8. 6 ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Περί Παρθενίας, ΣΤ, PG 46, 349C 352A. 7 ΝΕΙΛΟΥ ΑΒΒΑ, Λόγος Ἀσκητικός, ΞΓ, PG 79, 796Β. 12

συνέχεια, ο μαθητής του προφήτη Ηλία Ελισσαίος την ίδια διαγωγή επιδεικνύει, δηλαδή «τό ταῖς ἐρήμοις ἐμφιλοχωρεῖν» 8. Υπό την «σκιά του νόμου» της Παλαιάς Διαθήκης η παρθενία εμφανίζεται σπάνιο άνθος. Την ευωδία του παρθενικού άνθους, προ Χριστού, απόλαυσαν μόνον ο Μελχισεδέκ, ο Ιερεμίας, ο Δανιήλ, οι τρείς εν Βαβυλώνι παίδες. Αξιοσημείωτη αναφορά αφιερώσεως στον Θεό εμπεριέχεται στην Παλαιά Διαθήκη, στους κανόνες προσωρινής αφιερώσεως που όρισε ο Μωυσής, για τους ευχομένους στον Θεό, η οποία προϋπόθετε εγκράτεια και αγνισμό 9. Οι Ναζιραίοι ήταν μία ομάδα ανθρώπων αφιερωμένοι στον Θεό με την ιδιότητα της εφαρμογής του ταξίματος, της αποχής από οινοπνευματώδη ποτά και από την κουρά της κόμης και με ιδιαίτερη μέριμνα να αποφεύγει «πᾶν τό λειτουργικῶς μή καθαρόν» 10. Το τάξιμο ήταν διηνεκές, όπως στην περίπτωση του Σαμψών 11 και του Σαμουήλ 12. Ίσως να αποτελεί πρότυπο της αφιερώσεως στον Θεό που θα εμφανισθεί στα Καινοδιαθηκικά χρόνια. Στην περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης έγιναν προσπάθειες αναδείξεως μοναχικού βίου και μάλιστα μοναχικών συστημάτων και σχημάτων. Ένα είδος μοναχικού τάγματος είναι η κοινότητα των Εσσαίων με αυστηρή ηθική και άσκηση, ωστόσο καμία άλλη μαρτυρία δεν έχουμε περί του μοναχισμού με την αναχωρητική σημασία 13. Στο μεταίχμιο Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, παράδειγμα άγαμης αφιερώσεως και ασκητικής ζωής αποτελεί ο Ιωάννης ο Πρόδρομος. Μέχρι το τριακοστό έτος της ηλικίας του ζούσε με προσευχή και πνευματική καλλιέργεια στην έρημο της Ιουδαίας. Στην Καινή Διαθήκη παρουσιάζεται ως «φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, τό δέ ἔνδυμα αὐτοῦ ἀπό τριχῶν καμήλου καί ζώνην δερματίνην περί τήν ὀσφύν αὐτοῦ, ἡ δέ τροφή αὐτοῦ ἦν ἀκρίδες καί μέλι ἄγριον» 14. 8 Όπ.π., 793Α. 9 Ἀριθ. 6, 1 21. Μία από τις μεγάλες αρετές του Ιωσήφ του Παγκάλου ήταν να παραμείνει αγνός από κάθε σαρκική αμαρτία «καὶ πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο, καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;» λέγει. Βλ. Γεν 39, 9. Σ αυτήν δε ακριβώς την ευλογία απέδωσε την ανάβασή του στο θρόνο του αντιβασιλιά της Αιγύπτου και ο υμνογράφος της Εκκλησίας, μιας και για τούτο έγραψε: «Ὁ Ἰακὼβ ὠδύρετο, τοῦ Ἰωσὴφ τὴν στέρησιν, καὶ ὁ γενναῖος ἐκάθητο ἅρματι, ὡς βασιλεὺς τιμώμενος τῆς Αἰγυπτίας γὰρ τότε ταῖς ἡδοναῖς μὴ δουλεύσας, ἀντεδοξάζετο παρὰ τοῦ βλέποντος τὰς τῶν ἀνθρώπων καρδίας, καὶ νέμοντος στέφος ἄφθαρτον». 10 Π. ΣΙΜΩΤΑ, «Ναζίρ», ΘΗΕ, τ.9, στ. 293. 11 Κριτ. 13, 5 7. 12 Α Βασ. 1, 11. πρβλ. Σοφ. Σειρ. 46, 13. 13 Λ. ΦΙΛΙΠΠΙΔΟΥ, Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης (εξ επόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής), Αθήναι 1958, σ. 425. 14 Ματθ. 3,4. 13

β) Στην Καινή Διαθήκη. Ο μοναχικός βίος, στηριζόμενος στον ευαγγελικό λόγο περί αποταγής και απαρνήσεως των πάντων, και αυτού ακόμα του εαυτού μας 15, εμφανίζεται ως τρόπος ζωής από την αποστολική ακόμη εποχή. Μελετώντας τις πηγές και την ανέλιξη του μοναχισμού, με πνεύμα κριτικό και αντικειμενικό, διαπιστώνει κανείς ότι ο αναχωρητικός και κοινοβιακός βίος βασίζεται στην επίγεια ζωή του Χριστού, των Αποστόλων, ως και των πρώτων χριστιανών. Ήδη «ο διαγραφόμενος τρόπος ζωής στα ιερά κείμενα της Καινής Διαθήκης αποτελεί το πρώτο ασκητικό τυπικό» 16. Με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού εισάγεται ένας νέος τρόπος ζωής που ακολουθούν οι Απόστολοι, η πρωτοχριστιανική Εκκλησία και οι ασκητές μέχρι των ημερών μας 17. Ο ίδιος ήταν «αρχιπάρθενος», διότι «ἄφθορον ἐν παρθενίᾳ τὴν σάρκα» 18 εκόσμησε. Προτρέπει «ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστι» 19. Κατά τον Μέγα Αθανάσιο, ο Κύριος δώρισε την παρθενία ως «εἰκόνα τῆς τῶν ἀγγέλων ἁγιότητος» 20. Έτσι η καταφυγή του Κυρίου στην έρημο 21, η πρόσκλησή του «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» 22, η προτροπή του «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι» 23, η επισήμανσή του «ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» 24, η εντολή του «γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε» 25, υιοθετούνται στον θεσμό του μοναχισμού και αποτελούν την ασφαλιστική δικλείδα της χριστιανικής ζωής. 15 Μάρκ. 8,34: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». Ματθ. 16,29: «τί γάρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἤ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;». Ματθ. 19,29: «καί πᾶς ὅς ἀφῆκεν οἰκίας ἤ ἀδελφούς ἤ ἀδελφάς ἤ πατέρα ἤ μητέρα ἤ γυναῖκα ἤ τέκνα ἤ ἀγρούς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καί ζωήν αἰώνιον κληρονομήσει». 16 Χ. ΤΖΩΓΑ, όπ.π., στ. 19. 17 ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Διάλογος, κεφ. ΝΓ, PG 155, 200Α. Βλ. π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, «Ο μοναχισμός μίμηση του Χριστού και των Αποστόλων», Πρακτικά Πανελληνίου Μοναστικού Συνεδρίου (18 20 Απριλίου 1990), εκδ. Ι. Μ. Μεταμορφώσεως Μεγάλου Μετεώρου, Άγια Μετέωρα 1990, σ.160. 18 ΜΕΘΟΔΙΟΥ, Συμπόσιον ἤ περί ἁγνείας, 45, ΒΕΠΕΣ 18, σ.20. 19 Μaτθ. 5, 48. 20 Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Πρός τόν βασιλέα Κωνσταντῖνον ἀπολογία, 33, ΒΕΠΕΣ 31, σ. 31. 21 Λουκ. 1, 80. Ματθ. 14, 23. 22 Μaτθ. 14, 23. 23 Μaτθ. 19, 21. 24 Λουκ. 10, 42. 25 Ματθ. 26, 41. 14

Η παρθενία και η ακτημοσύνη, ως φυσική εκδήλωση της αποταγής των εγκοσμίων, αποτελούν δύο αρχές που υπερβαίνουν τα καθήκοντα του ανθρώπου προς τον Θεό και δεν αποτελούν υποχρεωτική για όλους εντολή του Χριστού. Ως φυσική λοιπόν κατάσταση του ανθρώπου εθεωρήθη ότι είναι ο γάμος. Παράβαση επίσης του φυσικού κανόνος (παρά φύσιν κατάσταση) θεωρήθηκαν ο ευνουχισμός, η αγαμία, η μεγάλη διαφορά ηλικίας και η παρά φύσιν ασέλγεια. Ο Χριστιανισμός όμως, στο πεδίο των χαρισματικών καταστάσεων, δέχεται την αγαμία ως δώρο Θεού (θαύμα) και ειδική χάρη, την χαρακτηρίζει δε ως κατάσταση «υπέρ φύσιν». γ) Ο Κύριος και οι «θεῖοι γάμοι». Ο Κύριος ονομάζει «ευνουχισμόν» την κατάσταση της αγαμίας, αναφέροντας τρεις κατηγορίες : 1. τους εκ γενετής 2. τους ««ευνουχισθέντας» από άλλους παρά την θέλησή τους, και 3. αυτούς που με την θέληση τους παρέμειναν άγαμοι, «εὐνουχίσαντες ἑαυτούς διά τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν». Κατά τον Ευθύμιο Ζηγαβινό αυτοί ανήκουν στην κατηγορία των επαινετών, εκφράζοντας την σύμφωνη προς την θέλησή τους διάθεση να ζήσουν άγαμο βίο «τόν ἔρωτα τῆς συνουσίας καταμαράναντες» 26. Σʹ αυτούς έχει δοθεί το χάρισμα από τον Θεό, γι αυτό λέγει χαρακτηριστικά ο ίδιος ο Κύριος «οὐ πάντες χωροῦσι τόν λόγον τοῦτον ἀλλ οἷς δέδοται» 27, «ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω» 28. Ένδειξη για την ειδική αυτή χάρη του Θεού (της αγαμίας) είναι η μετά από προσευχή και μακρά προσπάθεια απουσία οποιασδήποτε γενετήσιας όχλησης («απάθεια») σωματικής και κυρίως 26 ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΗΓΑΒΙΝΟΥ, Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, 40, PG 129, 520Β. 27 Ματθ. 19,11. 28 Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξυψώνει το θεσμό της αγαμίας κατά την ερμηνεία του σε αυτό το χωρίο λέγοντας «Εἶπε τοῦτο, ὑψῶν τό πρᾶγμα τῆς παρθενίας καί ἐπαινῶν καί δεικνύς μέγα ὄν καί ἐν τούτῳ ἐφελκόμενος καί προτρέπων, ἵνα μᾶλλον τήν παρθενίαν ἕλωνται». Βλ. Εἰς Ματθαῖον. Ὁμιλίαν ΞΒ, PG 58, 599. 15

ψυχολογικής, ενσυνείδητης ή υποσυνείδητης 29. Η αγαμία περιγράφεται από τον ίδιο τον Χριστό, ως κατάσταση της επουρανίου ζωής 30. Ο Κύριος είναι Νύμφιος, νυμφοστόλος και νυμφαγωγός. Ως Νυμφίος καλεί την Παρθένο ψυχή στην «ισάγγελον» παρθενική πολιτεία. Ως Νυμφοστόλος λαμπρύνει την στολή της παρθενικής ψυχής. Ως Νυμφαγωγός υπερνικά πάντα τα εμπόδια του κόσμου και οδηγεί την νύμφη ψυχή στον υπερκόσμιο νυμφώνα. δ) Παύλος και Ιωάννης. Ο Απόστολος Παύλος, που ήταν άγαμος 31, αναπτύσσει τη διδασκαλία και τονίζει την αξία της αγαμίας επιβεβαιώνοντας ότι αυτός που ζει τον παρθενικό βίο «ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Θεοῦ». Ο χριστιανός άγαμος θα είναι απερίσπαστος, για να καταρτίζεται στην τελειότητα, ενώ ο έγγαμος κατ ανάγκη θα διασπά την προσοχή του μεταξύ του πνευματικού του καταρτισμού και των φροντίδων για την οικογένειά του. Δεν αποτελεί επίταγμα του Κυρίου, για αυτό λέγει «καλὸν ἀνθρώπῳ γυναικὸς μὴ ἅπτεσθαι», διότι «ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ» 32. Ο Απόστολος Παύλος τονίζει συγχρόνως ότι, επειδή ο χρόνος της παρούσης ζωής είναι συνεσταλμένος, αυτός ο περιορισμός του χρόνου πρέπει να οδηγεί και αυτούς που είναι νυμφευμένοι να ζούν ως να μην έχουν σύζυγο. Έτσι και οι έγγαμοι ζούσαν ασκητικά και είχαν βιώματα της πνευματικής ζωής. Όλες τις επιστολές του, στις οποίες κάνει λόγο για κάθαρση της καρδίας, για φωτισμό της ψυχής, για απόκτηση της νοεράς προσευχής, για αδιάλειπτη προσευχή, για κατά χάριν νουθεσία, για την εν πνεύματι ζωή, τις απέστειλε στις Εκκλησίες στις οποίες οι χριστιανοί ζούσαν μέσα σε οικογένειες. Αυτό προφανώς ότι οι πρώτες αποστολικές Εκκλησίες ζούσαν όπως ζουν σήμερα στις ιερές μονές οι μοναχοί. Στην 29 Περί παρθενίας, Ε, PG 46, 348Β. :Εύστοχη η παρατήρηση του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης «Ταύτης οὖν τῆς διανοίας καὶ τῆς ὑψηλῆς ἐπιθυμίας συνεργόν, καθὼς τῇ γραφῇ δοκεῖ, καὶ βοηθὸν τῷ ἀνθρώπῳ τὴν παρθενίαν δεδόσθαι φαμέν. Καὶ ὥσπερ τῶν λοιπῶν ἐπιτηδευμάτων τέχναι τινὲς πρὸς τὴν ἑκάστου τῶν σπουδαζομένων ἀπεργασίαν ἐπενοήθησαν, οὕτω μοι δοκεῖ καὶ τὸ τῆς παρθενίας ἐπιτήδευμα τέχνη τις εἶναι καὶ δύναμις τῆς θειοτέρας ζωῆς πρὸς τὴν ἀσώματον φύσιν τοὺς ἐν σαρκὶ ζῶντας ὁμοιοῦσθαι διδάσκουσα». 30 Λουκ 20,35. Ματθ. 22,30. 31 Στην Α προς Κορινθίους επιστολή (7,7 8) ο Απόστολος Παύλος λέγει ξεκάθαρα: «θέλω γὰρ πάντας ἀνθρώπους εἶναι ὡς καὶ ἐμαυτόν ἀλλ ἕκαστος ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Θεοῦ, ὃς μὲν οὕτως, ὃς δὲ οὕτως. Λέγω δὲ τοῖς ἀγάμοις καὶ ταῖς χήραις, καλὸν αὐτοῖς ἐστιν ἐὰν μείνωσιν ὡς κἀγώ». 32 Οπ.π. 7,34. 16

παράδοση της Εκκλησίας είναι προφανής η προτίμηση της παρθενίας ή της αγνότητας απέναντι στον γάμο. Η θέση αυτή δεν στρέφεται βέβαια εναντίον του γάμου, που αναγνωρίζεται ως μέγα μυστήριο, αλλά επισημαίνει τις δυσκολίες και τις αγωνιστικές απαιτήσεις που συνακολουθούν την πνευματική ζωή. Αυτό προφανώς δεν σημαίνει ότι δημιουργήθηκε και νέα ηθική. Η Εκκλησία δεν έχει ιδιαίτερη ηθική για τους κοσμικούς και ιδιαίτερη για τους μοναχούς, ούτε διαφοροποιεί τις δύο αυτές κατηγορίες των πιστών ως προς τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο Θεό. Η χριστιανική ζωή είναι κοινή για όλους. Όλοι οι χριστιανοί έχουν κοινό γνώρισμα την αναγωγή τους στον Χριστό, ως προς το όνομα και την υπόσταση. Αυτό σημαίνει ότι ο χριστιανός είναι γνήσιος και αληθινός όταν στηρίζει τη ζωή και τη διαγωγή του στον Χριστό. Στον Ιωάννη τον Θεολόγο αποδίδεται ο τίτλος «Φίλος, Παρθένος, Ηγαπημένος μαθητής του Χριστού». Μέσα από την ασματική ακολουθία του, επισημαίνεται η καθαρότητα και η φωτεινότητα της αγνής ζωής του, ενώ ο υμνογράφος στο κοντάκιο διηγείται το μεγαλείο του παρθενικού του βίου. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, μιλώντας για τον απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη το Θεολόγο, ορίζει την παρθενία ως «γνώμην ἀσυνδύαστον πρός πᾶσαν κακίαν» 33 και συμπεραίνει ότι με το να ονομάζεται παρθένος, προσμαρτυρείται στον Ιωάννη σχεδόν αναμαρτησία. Άλλη περιγραφή της άγαμης επουράνιας ζωής βρίσκουμε στην Αποκάλυψη, όπου αναφέρονται 144 χιλιάδες παρθένοι ενώπιον του θρόνου του Θεού 34. Αυτοί η μερίδα είναι οι εκλεκτοί, οι οποίοι θυσίασαν τον βίο τους στον Θεό και στο «αρνίον» κατόπιν εκλογής τους από τον Θεό μέσα από το πλήθος των ανθρώπων. 2. Παρθένοι και χήρες της πρώτης Εκκλησίας. Εντός της πρώτης χριστιανικής κοινότητας υπήρχε μία μερίδα ανθρώπων αφοσιωμένων εξ ολοκλήρου στον Θεό, που ζούσαν αυστηρό βίο ασκούμενοι στην εγκράτεια και στην προσευχή 35. Οι «παρθένοι» και οι «εγκρατείς» ζούσαν εντός της οικογένειάς τους, όπου μαζί με τις χήρες που τηρούσαν καθαρότητα βίου, δημιούργησαν ένα τύπο πνευματικής 33 ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, Εἰς τόν Ἰωάννην Εὐαγγελιστήν, Ὁμιλία ΜΔ, ΕΠΕ 11, σ.48. 34 Αποκ. 14,1 5. 35 Χ.ΤΖΩΓΑ, όπ.π., στ. 28 17

αριστοκρατίας εντός της πρώτης Εκκλησίας 36. Οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς καταγράφουν την δημόσια ζωή των χηρών και παρθένων, που απέφευγαν τις κοσμικές εκδηλώσεις ή τα θεάματα και ενδύονταν σεμνοπρεπώς άνευ κοσμημάτων 37. Με την πάροδο του χρόνου οι χήρες και οι απροστάτευτες κόρες συστηματοποίησαν τον τρόπο ζωής τους αφιερούμενες ολόψυχα στη διακονία της Εκκλησίας 38. Είχαν κοινή προσευχή, κοινή τράπεζα, υπηρετούσαν τους πτωχούς και περιέθαλπαν τους ασθενείς 39. Η πρώτη χριστιανική κοινότητα φαίνεται ότι υποβίβαζε τα παρόντα αγαθά έναντι των επουρανίων, εξυψώνοντας ιδιαίτερα τον θεσμό της αγαμίας. Η ζωή τους διακρινόταν από ευπρέπεια και συναίσθηση της ευθύνης, ώστε να ζήσουν τον ψυχοσωματικό αγιασμό 40. Όπως μαρτυρεί Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς, η εγκράτεια αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα των πρώτων χριστιανών 41. Η συγκατοίκηση «παρθένων» ανδρών και γυναικών δημιούργησε την παρατροπή «των συνεισάκτων παρθένων» 42, τον οποίο ως ανατροπή της αληθούς αγαμίας καταδίκασε η Α Οικουμενική Σύνοδο δια του τρίτου κανόνα 43. Συμπερασματικά, η πρώτη χριστιανική κοινότητα, με την παρουσία των χριστιανών ασκητών, αποτέλεσε «το μητρικό κύτταρο της δημιουργίας του μετέπειτα μοναχικού βίου» 44. Σήμερα θεωρείται από πολλούς ότι το κύριο γνώρισμα της μοναχικής ζωής είναι η αγαμία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το σπουδαιότερο στην μοναχική ζωή είναι η αγαμία. Σημαίνει απλώς ότι αυτό που διαμορφώνει την ιδιαιτερότητα της μοναχικής ζωής έγκειται ουσιαστικά στην αγαμία. Όλες οι υπόλοιπες υποχρεώσεις, ακόμα και οι δύο άλλες μοναχικές υποσχέσεις, η υπακοή και η ακτημοσύνη, αφορούν όλους τους πιστούς. Αυτονόητο βέβαια είναι ότι όλα αυτά, μέσα στο πλαίσιο της μοναχικής ζωής, προσλαμβάνουν ιδιαίτερη μορφή και περιεχόμενο. 36 ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ, Α Ἀπολογία, ιε, PG 6, 349B: «Πολλοί τινες καί πολλαί ἐξηκοντοῦνται καί ἑβδομηκοντοῦνται, οἵ ἐκ παίδων ἐμαθήτευσαν Χριστῷ, ἄφθοροι διαμένουσιν». ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ, Πρεσβεία αὐτοῦ περί χριστιανῶν, 33, PG 6, 956A: «Εὕροις δ ἄν πολλούς τῶν παρ ἡμῖν καί ἄνδρας καί γυναῖκας καταγηράσκοντας ἀγάμους ἐλπίδι τοῦ μᾶλλον συνέσεσθαι τῷ Θεῷ». Βλ. Α. ΓΕΡΟΜΙΧΑΛΟΥ, οπ.π., σ. 14. 37 Α. ΓΕΡΟΜΙΧΑΛΟΥ, όπ.π., σ. 15. 38 Διαταγαί τῶν Ἀποστόλων, 3 και 8, PG 1, 760B και 957Α αντίστοιχα. 39 Α. ΓΕΡΟΜΙΧΑΛΟΥ, όπ.π.. 40 Όπ.π., σ. 7. 41 ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ, Α Ἀπολογία, όπ.π. 42 ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ, όπ.π.. 43 Βλ. ΡΑΛΛΗ ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα, τ.2, σ. 120. Κανὼν γ : Περὶ τῶν παρὰ κληρικοῖς συνεισάκτων γυναικῶν: «Ἀπηγόρευσε καθόλου ἡ μεγάλη σύνοδος, μήτε ἐπισκόπῳ, μήτε πρεσβυτέρῳ, μήτε διακόνῳ, μήτε ὅλως τινὶ τῶν ἐν κλήρῳ ἐξεῖναι συνείσακτον ἔχειν, πλὴν εἰ μὴ ἄρα μητέρα, ἢ ἀδελφήν, ἢ θείαν, ἢ ἃ μόνα πρόσωπα πᾶσαν ὑποψίαν διαπέφευγεν». 44 Χ. ΤΖΩΓΑ, όπ.π., στ.19. 18

3. Ο Αναχωρητισμός και οι αιτίες που τον προκάλεσαν. Η κρίση του εκκλησιαστικού βίου ήταν αισθητή από τις αρχές ήδη του Β αιώνα, ως συνέπεια τόσο των διωγμών, όσο και της δράσεως των αιρέσεων ( Γνωστικισμού, Μοντανισμού, Ιουδϊζόντων ), επηρέασε δε βαθύτατα την ασκητική πνευματικότητα των πιστών. α) Οι διωγμοί. Το ζήτημα της μετανοίας των αρνητών της πίστεως κατά τους διωγμούς και των επιστρεφόντων από τις αιρέσεις αντιμετωπίστηκε από την Εκκλησία με επιείκεια, προκάλεσε όμως την διαλεκτική μεταξύ αυστηρότητας και χαλαρώσεως της ζωής των χριστιανών, πάντοτε με κριτήριο το υπόδειγμα του αποστολικού βίου. Την περίοδο αυτή εμφανίζεται η αναχώρηση των πιστών στην έρημο. Οι διωγμοί βέβαια δεν αποτέλεσαν την κύρια αιτία της αναχωρήσεως των χριστιανών σε ερημικές τοποθεσίες, διότι, και μετά την κατάπαυση των διωγμών και όταν ο Χριστιανισμός έγινε επίσημη θρησκεία του Κράτους, αυξήθηκε η προσέλευση των χριστιανών στην έρημο. β) Η εκκοσμίκευση Κύριο ιστορικό αίτιο της αναχωρητικής κινήσεως ήταν η εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, εξαιτίας της αθρόας προσέλευσης σε αυτήν ειδωλολατρών, καθώς και πρώην αρνητών της πίστεως, λόγω των διωγμών, ή των αιρετικών. Ακριβώς τότε αναδείχθηκε ο μοναχισμός ως προσπάθεια βιώσεως της ουσίας της πνευματικής ζωής 45. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Πατέρες τονίζουν ότι ο μοναχισμός είναι συνέχεια της αποστολικής εποχής και της πρώτης Εκκλησίας και οι μοναχοί είναι «εὐαγγελικῶς ζῶντες». Ο μοναχισμός ως θεσμός και τρόπος ζωή αποτελεί την τέλεια οργάνωση της χριστιανικής κοινωνίας 46. Εμφανίζεται και υφίσταται ως σύστημα και τρόπος ζωής επίσημα μέσα στους κόλπους της 45 Β. ΦΕΙΔΑ, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α, Αθήναι 1997, σ. 935. Βλ. Ε. ΙΒΗΡΙΤΟΥ, «Ο μοναχικός βίος», Ἐπετηρίς Ἀθωνιάδος Σχολῆς, εκδ. «Αστήρ», σ. 326. 46 Κ. ΜΟΥΡΑΤΙΔΟΥ, Ἡ μοναχική ὑπακοή ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ἐκκλησίᾳ (διατριβή ἐπί διδακτορίᾳ ὑποβληθεῖσα εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης), Αθήνα 1956, σ.10. 19

Εκκλησίας από τον τέταρτο αιώνα με αρχή αναφοράς την αναχώρηση των χριστιανών στην έρημο της Αιγύπτου. Ο χριστιανικός μοναχισμός συνδέθηκε εξʹ αρχής με την ησυχία. Η εξωτερική ησυχία αναζητείται για την ευκολότερη και τελειότερη πραγματοποίηση της εσωτερικής πνευματικής εργασίας για τον αγιασμό. Η αναχώρηση των πιστών από τις πόλης μαρτυρείται χαρακτηριστικά από τον εκκλησιατικό ιστορικό Θεοδώρητο Επίσκοπο Κύρου:«ἄνδρες ἐν Αἰγύπῳ τήν τῶν ἀγγέλων πολιτείαν ζηλώσαντες τούς μέν πολιτικούς θορύβους ἀπέδρασαν, τήν ἐν ἐρήμῳ δέ προείλοντο βιοτήν καί τήν ψαμμώδη καί ἄκαρπον καρποφόρον ἀπέφηναν, καρπόν τῷ Θεῷ ἥδιστόν τε καί κάλλιστον φέροντες, ἥν ἐνομοθέτησαν ἀρετήν. Ταύτης πολλοί μέν ἦρξαν τῆς πολιτείας, παιδοτρίβης δέ ἄριστος τῶν ἀσκητικῶν ἐγένετο συνταγμάτων Ἀντώνιος ἐκεῖνος ὁ πολυΰμνητος, ἀρετῆς παλαίστραν τοῖς ἀσκηταῖς ἀποφήνας τήν ἔρημον» 47. Από τα μέσα ήδη του Γ αιώνα πολλοί από τους ζηλωτές της αποστολικής αυστηρότητας εγκατέλειπαν τις τοπικές τους κοινότητες και κατέφευγαν στις πλησίον ή και σε απομακρυσμένες ερημικές περιοχές για μία απερίσπαστη επίδοση στα πνευματικά αγωνίσματα της ασκήσεως. Οι πρώτοι χριστιανοί επιθυμούσαν μια ανώτερη ζωή προς ηθική τελείωση, πράγμα αδύνατον εντός των πόλεων. Ο Μέγας Αντώνιος θεωρείται ο πατέρας του Αναχωρητισμού. Από τον Ιερώνυμο αντλούμε την πληροφορία ότι ο Παύλος εκ Θηβαΐδος προηγείται του Αντωνίου 48. Μπορεί ο Ιερώνυμος να τοποθετεί τον Παύλο ως πρώτο ερημίτη γύρω στα 250 μ.χ., ωστόσο δεν άσκησε στον μοναχισμό την επίδραση που άσκησε ο Μ. Αντώνιος. Ο Μέγας Αντώνιος έζησε το 251 356μ.Χ και εκοιμήθη σε ηλικία 105 ετών. Στα είκοσί του χρόνια, αρκετά πλούσιος αλλά και ορφανός, άκουσε κατά την Θεία Λειτουργία το κάλεσμα του Χριστού προς τον πλούσιο νέο 49. Δέχθηκε τότε αδίστακτα την προσωπική του κλήση για ολοκληρωτική αυταπάρνηση, πώλησε τα υπάρχοντά του στους πτωχούς και μιμήθηκε το παράδειγμα των Αποστόλων, που εγκατέλειψαν τα πάντα και ακολούθησαν τον Χριστό 50. Τον Μέγα Αντώνιο ακολούθησε πλήθος άλλων στα βάθη των αιγυπτιακών ερήμων μέχρι της ερήμου της Νιτρίας. Βλέπουμε έτσι σταδιακά να οργανώνεται ο θεσμός της κοινότητας στην έρημο, μια ενδιάμεση μορφή του ερημητικού και του κοινοβιακού τρόπου ζωής, και αυτή η κοινότητα αποτελεί πρόδρομο της μετέπειτα εμφανιζόμενης Παλαιστινιακής Λαύρας. 47 Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, εκδ. υπό L. PARMENTIER and F. SCHEIDWEILER, Die griechischen christlichen Schriftsteller 44. Berlin, Vl, 15 21,7, σ. 247. 48 Βίος τοῦ ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου, έκδ. υπό H. DELEHAYE, Berlin 1913, σ.153. «Ὁ δὲ καὶ τὸν ἐρημικὸν βίον ἀσπασάμενος καὶ Θεὸν θεραπεύσας ἄριστα καὶ ὡς ἐχρῆν καὶ μιγαδικὸν κατὰ νοῦν τοῦ Θεοῦ μετιὼν διπλοῦς, ὡς εἰπεῖν, τοὺς στεφάνους ἠνέγκατο». 49 Μaτθ. 19, 21. 50 Μ.ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου, PG 26, 841B. 20

4. Ο Σκητιωτικός και Λαυρεωτικός μοναχισμός. Ο Σκητιωτικός μοναχισμός, εξασφαλίζοντας την βαθιά μόνωση, εγκαινιάζεται από τον Αμμούν στην Νιτρία με την οργάνωση της σκήτης των Κελλίων 51 το 338 μ.χ., έχοντας ιερέα τον Μακάριο Αλεξανδρείας. Η έρημος της Σκήτεως 52, παράλληλα ιδρύεται από τον Μακάριο τον Αιγύπτιο μετά το 330 53. Οι σκητιώτες ζούσαν σε μεμονωμένες καλύβες ιδιόρρυθμα, δηλαδή όπως ο καθένας επιθυμούσε να ασκείται 54. Μόνο το Σάββατο και την Κυριακή προς μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων εκκλησιάζονταν στον κεντρικό Ναό 55. Η είσοδός τους στην αγγελική πολιτεία πραγματώνονταν χωρίς ιεροτελεστία ή μοναχική ευχή. Ο όρος Λαύρα χρησιμοποιήθηκε τον τέταρτο αιώνα ιδιαίτερα στην Παλαιστίνη. Ένας μαθητής του Μεγάλου Αντωνίου, ο Ιλαρίων, θεωρείται ο εισηγητής του Κοινοτικού ή Λαυρεωτικού Μοναχισμού το 328 μ.χ. 56. Η πρώτη λαύρα εμφανίζεται στην έρημο Φαράν. Ιδρύθηκε το 323 330 από τον όσιο Χαρίτωνα 57 και «αποτέλεσε τον πυρήνα των τριών λαυρών, της Φαράν, του Δουκά και του Σουκά» 58. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό συγκεντρώνονταν γύρω από τον καθολικό ναό πλήθος αναχωρητών και ασκητών, οι οποίοι έφτιαχναν τις καλύβες τους για να ζουν μόνοι τους ή με συνασκητή εν ησυχία, ενώ η λατρεία ήταν κοινή. Με την πάροδο του χρόνου ο αριθμός των μοναχών ολοένα και αυξανόταν. Αποτέλεσμα υπήρξε το λαυρεωτικό σύστημα να μην αποτελεί πλέον την τέλεια οργάνωση του μοναχισμού με την ανάλογη εποπτεία που απαιτεί. Γνωστή είναι η λαύρα του αγίου Ευθυμίου και του αγίου Σάββα. Η Λαύρα του Μεγάλου Ευθυμίου μετατράπηκε σε κοινόβιο λίγο πριν την κοίμησή του 59. Ο όσιος Σάββας ίδρυσε αργότερα στην Κοιλάδα 51 ΕΡΜΕΙΟΥ ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία, ΣΤ, λα, PG 67, 1388 Β C. 52 Βρίσκεται πενήντα χιλιόμετρα νότια των Κελλίων. Βλ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΓΩΝ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός (κατά τα πατερικά κείμενα), τ. Β, (μετάφραση σχολιασμοί Ι.Μ. Παντοκράτορος Σωτήρος Χριστού), Κέρκυρα 2004, σ.443. 53 Π. ΝΕΛΛΑ, «Σκήτη», ΘΗΕ, τ.11, στ. 228. 54 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ, Λαυσαϊκή Ιστορία, ζ, PG 34, 1020. Α. ΓΕΡΟΜΙΧΑΛΟΥ, Ο μοναχικός βίος, Θεσσαλονίκη 1981, σ. 25. 55 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ, όπ.π., 1020D. 56 Α. ΓΕΡΟΜΙΧΑΛΟΥ, όπ.π., σ. 28. 57 ΣΥΜΕΩΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ, Βίος τοῦ ὁσίου Χαρίτωνος, PG 115, 908C και 912D 913Α. 58 Βλ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΓΩΝ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός (κατά τα πατερικά κείμενα), τ. Β, όπ.π., σ.443. 59 ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΟΥ, Βίος τοῦ ὁσίου Εὐθυμίου, έκδ. υπό ED. SCHWARTZ, Τexte und Untersuchungen, 49, Leipzig, 1939, σσ. 49 50. 21

των Κέδρων τη Μεγίστη του Λαύρα (483) και στη συνέχεια τρείς άλλες Λαύρες και έξι Κοινόβια 60. 5. Τα πρώτα Κοινόβια. Στην Αίγυπτο δημιουργείται νέος τύπος διαβίωσης των μοναχών, προσλαμβάνοντας την κοινοβιακή μορφή. Το κοινόβιο έλυσε βασικά λατρευτικά και πρακτικά προβλήματα των ασκητών της ερήμου, αλλά συγχρόνως συντόνιζε τους ασκητές και σε συγκεκριμένο πρόγραμμα ασκήσεως 61. Ο Παλλάδιος Ελενοπόλεως καταγράφει την ζωή του κοινοβίου πληροφορώντας μας για την συστηματική οργάνωση της μονής. Το μοναστήρι διέθετε αρτοποιείο, μαγειρείο, εστιατόριο, καλλιγραφείο, χαλκείο, σκυτοτομείο, βυρσείο, κναφείο, τεκτονείο, καλαθοποιείο και άλλα εργαστήρια, αφού στο κοινόβιο συνδυάζονταν η άσκηση με το εργόχειρο των μοναχών με σκοπό την κάλυψη των υλικών αναγκών 62. α) Παχώμιος. Ο Μέγας Παχώμιος, μετά από επτάχρονη άσκηση κοντά στον όσιο Παλάμωνα, εγκαταστάθηκε στην Ταβεννήση, όπου κατόπιν προσευχής και θείας κλήσεως 63 δημιουργεί μοναστήρι με συνοίκηση τριών αδελφών 64. Ίδρυσε στη συνέχεια εννέα μονές με οκτώ χιλιάδες μέλη, βασιζόμενος σε τυπικό που άγγελος Κυρίου του υπέδειξε, υπαγορεύοντας τον κανόνα σε χάλκινη πλάκα 65. Όλα είναι κοινά η λατρεία, η μοναχική περιβολή, η διατροφή, η στέγη, η εργασία των μοναχών. Ο Παχώμιος συνέστησε μία κοινωνία κατά το πρότυπο της πρώτης Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι Πράξεις των Αποστόλων «ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία...ἀλλ ἦν αὐτοῖς πάντα κοινά» 66. Ο Παχωμιακός μοναχισμός 67 60 ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΟΥ, όπ.π., σ.158. 61 Β. ΦΕΙΔΑ, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α, Αθήναι 1997, σ. 938. 62 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ, Λαυσαϊκή Ἱστορία, λθ, PG 34,1105A B. 63 «Δεῦρο καὶ ἐξελθὼν συνάγαγε πάντας τοὺς νέους μοναχοὺς καὶ οἴκησον μετ αὐτῶν, καὶ κατὰ τὸν τύπον ὃν δίδωμί σοι οὕτως αὐτοῖς νομοθέτησον». ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ, Λαυσαϊκή Ἱστορία, PG 34,1099C 64 Βλ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΓΩΝ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, όπ.π., σ.479. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ, όπ. π.. 65 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ,όπ.π., 1099C D. 66 Πράξ. 4,32. 22

παραπέμπει τον κοινοβιάτη στην Αγία Γραφή, που την θέτει ως βασικό άξονα για την κατα χάριν θέωσή του. Δεν περιορίζεται όμως ο ζήλος των μοναχών σε μία ηθική μόνο τελείωση, αλλά η πνευματική άσκηση τους οδηγεί στην ενοίκηση του Αγίου Πνεύματος. β) Θεοδόσιος. Ο όσιος Θεοδόσιος άσκησε μεγάλη επίδραση στον κοινοβιακό μοναχισμό, πράγμα που του προσέδωσε την προσωνυμία του κοινοβιάρχη 68. Μετά από αυστηρή άσκηση και θεία βούληση, συνέστησε Λαύρα με τα ιδεώδη του κοινοβιακού συστήματος. Ο αριθμός των μοναχών ανήλθε σε επτακόσιους. Ως προϊστάμενος του κοινοβίου, έθεσε δύο κανόνες το «προσεύχεσθαι» και το «εργάζεσθαι» 69. Ανήγειρε φιλανθρωπικά ιδρύματα, όπου κοινοβιάτες μοναχοί εργάζονταν κατά την ώρα της χειρωνακτικής απασχόλησής τους. Εν κατακλείδι ο μοναχισμός συστηματοποιείται μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, όπου οι ερημίτες αποτελούσαν εξαρχής τους πυρήνες, γύρω από τους οποίους οργανώθηκαν οι πρώτες μοναχικές κοινότητες. Αλλά, και μετά την οργάνωση του κοινοτικού και του κοινοβιακού μοναχισμού, οι ερημίτες εξακολουθούσαν να υπάρχουν ως τα κατεξοχήν χαρισματικά πρόσωπα μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, αφού αυτοί ήταν που συγκρότησαν αναρίθμητες μονές. Οι μοναχοί «φυλάσσουν τόν τόπον». Επιλέγουν τον αυτοπεριορισμό μέσα στον χώρο και καλλιεργούν εκεί την πνευματική ελευθερία που πρόσφερε ο Χριστός. Καθηλώνονται στη βίωση της μνήμης του θανάτου, για να ζήσουν εντονότερα την προσδοκία της καινής ζωής. Συμφιλιώνονται με τον χώρο, τον αισθάνονται ως σώμα τους, τον μεταμορφώνουν σε Εκκλησία και τον προσανατολίζουν στη βασιλεία του Θεού. 67 Περί του Παχωμίου βλ. HEINRICH BACHT, Das Vermächtnis des Ursprungs, Studien zum frühen Mönchtum, vol. 2, Pachomios Der Mann und sein Werk (Würzburg 1983). JAMES GOEHRING, «New Frontiers in Pachomian Studies», in Roots of Egyptian Christianity, έκδ. BIRGER PEARSON and JAMES GOEHRING (Philadelphia 1986), σσ. 236 57.«PACHOMIOS» «Vision of Heresy: The Development of a Pachomian Tradition», Le Muséon 95 (1982), σσ. 241 62. PHILIP ROUSSEAU, Pachomius, The Making of a Community in Fourth Century Egypt (Berkley 1985). FIDELIS RUPPERT, Das pachomianische Mönchtum und die Anfänge klösterlichen Gehorsams (Münsterschwarzach 1971). Για την σχέση του με τον αναχωρητισμό βλ. HEINRICH BACHT, «Antonius und Pachomius, Von der Anachorese zum Cönobitentum», in BASILIUS STEIDLE, Antonius Magnus Eremita (Rome 1956), σσ. 66 107. 68 ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΟΥ, Βίος τοῦ ἁγίου Σάββα, έκδ. υπό ED. SCHWARTZ, όπ.π., σ.115: «Ὁ μέν ἀββᾶς Θεοδόσιος ἀρχηγός γέγονε καί ἀρχιμανδρίτης παντός τοῦ κοινοβιακοῦ κανόνος». 69 ΣΥΜΕΩΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ, Βίος τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου, PG 114, 505B και 501B C. 23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΚΜΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΕΩΔΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 1. Οργανωτές και κέντρα μοναχισμού. α. Μέγας Βασίλειος. Ο Ανατολικός μοναχισμός, εκατό έτη μετά την εμφάνισή του, ακμάζει ιδιαίτερα κατά το τέλος του 4ου αιώνα, κατά την περίοδο όπου μία εξέχουσα εκκλησιαστική φυσιογνωμία, ο Μέγας Βασίλειος, διατυπώνει άριστα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μοναχικής πολιτείας και του μοναχικού ιδεώδους. Η αναστροφή του Βασιλείου με τις μοναστικές ομάδες του Ευσταθίου Σεβαστείας έδωσε αφορμή να ασχοληθεί σοβαρά με τα πνευματικά τους προβλήματα. Αν και ο Ευστάθιος 70 είχε θαυμαστή ικανότητα να διεγείρει την αγάπη πολλών για τον μοναχικό βίο, δεν είχε το χάρισμα να καθοδηγεί επαρκώς στον βίο τούτο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να παρουσιασθεί η πνευματική ατονία των μοναχών. Από τα συγγραφικά έργα του Μεγάλου Βασιλείου και ιδιαίτερα από τους «Ὅρους κατά πλάτος» και τους «Ὅρους κατ ἐπιτομήν» καθώς και τα «Ασκητικά», γνωστοποιείται ο Μοναχικός Κανόνας 71. Θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε την σκέψη αυτή λέγοντας ότι ο Μέγας Βασίλειος είναι ο θεμελιακός Συντάκτης του Μοναχικού Κανόνος. Πρόκειται για τον κυριότερο πνευματικό και κατηχητικό οδηγό των μοναχών επενδυμένο με πληρωθική χρήση βιβλικών χωρίων. Ο Μέγας Βασίλειος συμπλήρωσε και προήγαγε σε τελειότερη μορφή το έργο του Παχωμίου εξ ου και η παρατήρηση του Κανονολόγου Βαλσαμώνος: «ὁ μέγας ἐν ἁγίοις Πατράσι Βασίλειος τῶν Καισαρέων τό καύχημα καί τῆς 70 Πολύ περισσότερο, διότι ο Ευστάθιος δεν υπήρξε φορέας της γνήσιας παράδοσης και ορθής πίστεως (στην νεότητά του ήταν οπαδός του Αρείου). Οι Ευσταθιανοί παρουσιάζουν πολλά διαρχικά στοιχεία μανιχαϊκής προελεύσεως. Ζητούσαν όλοι οι χριστιανοί να ακολουθήσουν τον μοναχικό βίο, διότι εκτός αυτού δεν είναι δυνατή η σωτηρία. Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο μέγας Βασίλειος, ΑΒ 27, σσ. 293 294. 71 Βλ. Γ. ΘΕΟΔΩΡΟΥΔΗ, «Επιδράσεις του Μεγάλου Βασιλείου εις τον μοναχισμόν της Νοτίου Ιταλίας», Τόμος Εόρτιος (379 1979), Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 218 221. 24

οἰκουμένης ὁ διδάσκαλος, ἐν τοῖς ὑποτυποῦσιν τήν ἄσκησιν θεοδιδάκτοις λόγοις αὐτοῦ» 72. Ο Μέγας Βασίλειος προώθησε τον κοινοβιακό τρόπο μοναχικής ζωής σε τέτοιο βαθμό, ώστε σταδιακά να παρακμάσει ο ερημιτικός και ο αναχωρητικός μοναχισμός. Το μοναχικό κοινόβιο κατανοήθηκε ως χώρος αθλήσεως, από όπου οι της «εὐσεβείας ἀγωνισταί», οι ακολουθούντες «τόν ἡσύχιον καί ἀπράγμονα βίον ὡς συνεργόν τῆς φυλακῆς τῶν εὐαγγελικῶν δογμάτων», έθεταν ως στόχο ζωής «ὅπως μηδέν αὐτοῖς διαφύγῃ τῶν ἐντεταλμένων», έτσι ώστε δια της καθάρσεως και της αρετής να φθάσουν «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» 73. Οι διασκορπισμένοι μοναχοί έπρεπε να συναχθούν και οι ομάδες με χαλαρή συνοχή να γίνουν συνειδητή αδελφότητα, υπακούοντας στον προεστώτα της μονής 74. Για πρώτη φορά η εξομολόγηση υψώνεται σε κανόνα απαραίτητο της πνευματικής ζωής 75. Η καθημερινή ζωή τους αφιερώνεται απαραίτητα και ισόρροπα στην προσευχή, την εργασία και τη μελέτη. Επιμένει όσο κανείς άλλος ασκητικός συγγραφέας στη μελέτη της Αγίας Γραφής και γενικότερα στην παιδεία των μοναχών 76. Προσπαθεί να συνάξει τους μοναχούς στους κόλπους των επισκόπων και των μητροπόλεων, ώστε να ελέγχονται από την εκκλησιαστική ηγεσία 77. Βασικό θεμέλιο και ασφαλές κριτήριο του μοναχικού βίου για τον Μέγα Βασίλειο, είναι η εντολή της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον. Η αγάπη προς τον πλησίον αποτελεί το συνάρτημα της προς τον Θεό αγάπης, η οποία εκδηλώνεται στον ομαδικό βίο. Όσοι επιθυμούν να ασκήσουν ολοκληρωτικά την αγάπη και την αρετή πρέπει να αποταγούν, δηλαδή να απομακρυνθούν του κόσμου απομακρυνόμενοι δε πρέπει να ομολογήσουν την παρθενία και να επιδοθούν στην εγκράτεια 78. Εισέρχεται για πρώτη φόρα η μοναχική ομολογία, άγνωστη στους 72 Βλ. ΡΑΛΛΗ ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα, τ.4, σ.499. Ενδεικτική βιβλιογραφία για την συμβολή του Μεγάλου Βασιλείου στην διαμόρφωση του μοναχικού τρόπου ζωής : D. AMAND, L ascése monastique de S. Basile, Maresdous 1949. P. HUMBERTGLANDE, La doctrine ascétique de S. Basile, 1932. L. VISCHER, Basillius der Grosse, Basel Reinhardt 1953. MORINSON, St. Basile and his Rule, London 1912. J. HANNAY, Christian Monachism, a Great Force in History, London 1924, σ. 39 εξ.. H. LIETZMAN, Geschichte der alten Kirche, τ. 4, σ. 164. ΜYRPHY, St. Basile and Monasticism, Waschington 1930. 73 Εφέσ. 4,13. Ὅροι ἀσκητικοί, Προοίμιον, 4, PG 31, 900A C. Βλ. Κ. ΣΚΟΥΤΕΡΗ, «Ο μοναχικός βίος αυθεντική πραγμάτωση του ορθοδόξου ήθους», Πρακτικά πανελληνίου μοναστικού συνεδρίου, έκδ. Ι.Μ.Μεταμορφώσεως Μεγάλου Μετεώρου, Άγια Μετέωρα 1990, σ.177. 74 Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, όπ.π., 43, PG 31,1028B C. 75 Ὅροι κατά πλάτος, 26, PG 31,982C D. Πρβλ. Ὅροι κατ ἐπιτομήν, 229, PG 31,1236A. 76 Ὅροι κατ ἐπιτομήν, 292, PG 31,1288A. 77 Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, όπ.π., σ. 297. 78 ΑΝΔΡΕΑ ΦΥΤΡΑΚΗ, «Ὁ μοναχικός βίος ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ» (ανάτυπον) Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1960), σ.287. 25

κόλπους τής έως τότε μοναχικής ζωής, δεσμεύοντας καθοριστικά τον βίο του μοναχού 79. Η μοναχική ομολογία, όπως την εκθέτει ο Μέγας Βασίλειος, στηρίζεται στην παρθενία, στην ακτημοσύνη και στην υπακοή που εκδηλώνεται από την πλευρά του αγωνιζόμενου μοναχού 80. Η ομολογία εδίδετο σε ενηλικιωμένους μετά από περίοδο δοκιμασίας και ενώπιον αδελφών προφανώς σε μορφή επίσημης τελετής : «Μάρτυρας δὲ τῆς γνώμης τοὺς προεστῶτας τῶν ἐκκλησιῶν παραλαμβάνειν, ὥστε δι αὐτῶν καὶ τὸν ἁγιασμὸν τοῦ σώματος ὥσπερ τι ἀνάθημα τῷ Θεῷ καθιεροῦσθαι, καὶ βεβαίωσιν εἶναι τοῦ γινομένου διὰ τῆς μαρτυρίας. Ἐπὶ στόματος γάρ, φησὶ, δύο ἢ τριῶν μαρτύρων σταθήσεται πᾶν ῥῆμα» 81. Η μοναχική άσκηση κατά τον Μέγα Βασίλειο απαιτεί πολλές στερήσεις και πραγματοποιείται ευκολότερα στην ησυχία, γι αυτό η σιωπή είναι αναγκαία. Η υπακοή αποτελεί για τον Μέγα Βασίλειο μια από τις μεγαλύτερες μοναχικές αρετές και άριστο μέσο για την προκοπή των μοναχών. Η ανυπακοή αποτελεί κατ αυτόν την αιτία της καταστροφής και της αχρειώσεως του «κατ εἰκόνα Θεοῦ», γι αυτό και προτρέπει, διά της ασκήσεως και μάλιστα της μοναχικής, να καλλωπίσουμε αυτήν την αχρειωθείσα εικόνα. Η εγκατάλειψη της «κέλλης» και η επανάκαμψη στον κόσμο οδηγούν στη μαλθακοποίηση της σταθεράς εγκρατευτικής επιθυμίας και διαφθείρει την ηρεμία της «κατ ἀρετήν πολιτείας» 82. Οι μοναχοί σέβονταν την Αγία Γραφή και αισθάνονταν την ανάγκη να αποστηθίζουν ολόκληρα βιβλία απ αυτήν και να τα απαγγέλλουν, ως ασκητικό καθήκον 83. Θέτει με αυτό τον τρόπο την πνευματικότητα του μοναχού στη βάση της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής. Παράλειψη θα ήταν η μη σημείωση των δύο μοναχικών τρόπων ζωής της εν Χριστώ τελειώσεως, του «θεωρητικού» και του «πρακτικού». Αυτοί που ακολούθησαν τον θεωρητικό βίο, κατά τον Μέγα Βασίλειο, είναι «οἱ ἐρασταί τῶν δογμάτων Χριστοῦ», «οἱ πολυπραγμονοῦντες τά οὐράνια», «οἱ τῷ Θεῷ συμπολιτευόμενοι». Ενώ αυτοί που επέλεξαν τον πρακτικό βίο είναι «οἱ διάκονοι τῶν πτωχῶν», «οἱ ἐν τῷ κόσμῳ γυμναζόμενοι καί περί τάς καλάς πράξεις ἐνασχολούμενοι» 84. Η προσπάθεια του Μεγάλου Βασιλείου να προσανατολίσει τους μοναχούς ορθά και να οργανώσει γενικά τον μοναχισμό βρήκε τεράστια 79 Όπ.π.. 80 Ὅροι κατά πλάτος, 15, PG 31, 956Β: «Καί τήν ὁμολογίαν τῆς παρθενίας προσίεσθαι δεῖ, ὡς ἤδη βεβαίαν, καί ἀπό γνώμης τῆς οἰκείας καί κρίσεως γινομένην». Πρβλ. PG 31, 648D: «Δεῖ τὸν μοναχὸν πρὸ πάντων ἀκτήμονα βίον κεκτῆσθαι σώματος ἐρημίαν, καὶ κοσμιότητα». Πρβλ. PG 31, 873D: «Ἀρχηγὸς εἷς τῆς εὐσχημοσύνης τοῦ βίου προκαθεζέσθω, ἐν δοκιμασίᾳ βίου καὶ ἤθους καὶ πάσης κοσμίας ἀναστροφῆς τῶν λοιπῶν προκριθείς». 81 Ὅροι κατά πλάτος, 15, 4, PG 31, 956Β C. 82 Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ασκητικά, PG 31, 636C 637A. 83 Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ο Μέγας Βασίλειος, ΑΒ 27, σ. 298. 84 Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ασκητικά, PG 31, 1328C. Βλ. ΑΝΔΡΕΑ ΦΥΤΡΑΚΗ, όπ.π., σ. 287. 26

απήχηση, διότι το έργο αυτό ήταν βιβλικά θεμελιωμένο, είχε πρακτικό χαρακτήρα, δίδασκε μετριοπαθή ασκητικό βίο και παρουσίαζε θαυμάσια ισορροπία θεωρίας και πράξεως. Δια του μοναχικού συντάγματος ο Μέγας Βασίλειος αναδείχθηκε ο κατεξοχήν νομοθέτης του μοναχικού βίου στην Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. β. Άγιος Σάββας. Μία κορυφαία μορφή του Παλαιστινιακού μοναχισμού, ο Άγιος Σάββας, έζησε κατά τον 5ο και 6ο αιώνα με ιδιαίτερη επίδοση στην ησυχία και τον αναχωρητισμό 85. Η βιογραφία του είναι γνωστή από τον Κύριλλο Σκυθοπολίτη και παραμένει ακλινώς βασισμένη στην αυστηρότητα και αντίληψη του ερημιτισμού 86. Η επωνυμία «ἡγιασμένος» θεωρείται δόκιμος όρος στην όλη ζωή του, αφού διέπρεψε στην εγκράτεια, την σωματική κακοπάθεια, την ταπεινοφροσύνη και την υπακοή 87. Ενίσχυε τον αγώνα του με την νηστεία και την αγρυπνία, μεταφέροντας την αγάπη και την επιτηδειότητα στις εκκλησιαστικές ακολουθίες και την αποδοτικότητα στην διακονία των αδελφών μοναχών. Η επιθυμία του να συναριθμηθεί με τους αναχωρητές πραγματοποιείται. Μετά το οσιακό τέλος του Αγίου Ευθυμίου, ιδρύει την Λαύρα συναθροίζοντας κοντά του 150 μοναχούς και εβδομήντα ερημίτες, δημιουργώντας την πρώτη συνοδεία το έτος 483 μ.χ.. Παράλληλα ίδρυσε και είχε την πνευματική εποπτεία τριών άλλων Λαυρών, έξι κοινοβίων, και τριών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Μία από τις Λαύρες, η επονομαζόμενη «νέα Λαύρα», επανδρώθηκε από μία μερίδα μοναχών ωριγενιστών, που αποσπάσθηκαν από την Αγία Λαύρα, αφού υπέστησαν την αποβολή τους μετά τις αποφάσεις της εν Κωνσταντινουπόλει συνόδου το 553 μ.χ. Προς διαφύλαξη του εσωτερικού κανονισμού της μονής, λίγο πριν την κοίμησή του, κατά τον βιογράφο Κύριλλο Σκυθοπολίτη, προσκάλεσε τους πατέρες της Λαύρας και «δέδωκεν αὐτοῖς ἡγούμενόν τινα Βηρύτιον μὲν τῷ γένει, Μελιτᾶν δὲ τῇ κλήσει, παραγγείλας αὐτῷ τὰς παραδόσεις τὰς παραδοθείσας ἐν τοῖς ὑπ αὐτὸν μοναστηρίοις ἀτρώτους διαφυλάξαι δοὺς αὐτῷ ταύτας ἐγγράφως» 88. 85 V. ESBROECK, «Σάββας», ΘΗΕ, τ. 10, στ. 1094. 86 ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΟΥ, Βίος τοῦ ἁγίου Σάββα, ἐκδ. υπό E. SCHWARTZ, Texte und Untersuchungen 49, σσ. 85 200. 87 Vitae Sancti Pauli Junioris, έκδ. υπό H. DELEHAYE, εκδ. Berlin 1913, σ.153. «Σάββας ὅγε τῆς ἡγιασμένης ἐπωνυμίας ἠξιωμένος πολὺν ἐπεδείξατο τὸν ἀγῶνα καὶ τέλος ἐπήνεγκεν ἄριστον καὶ κατὰ τῆς ἁμαρτίας πλείστους στρατευσάμενος τὰ βραβεῖα τῶν πόνων ἄξια παρείληφεν ἑκάτερον ἀγωνισάμενος». 88 ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΟΥ, Βίος τοῦ ἁγίου Σάββα, ἐκδ. υπό E. SCHWARTZ, Texte und Untersuchungen 49.2., σ. 182. 27

Οι παραδόσεις αυτές, αναφερόμενες στην εσωτερική λειτουργία της Λαύρας και των άλλων κοινοβίων που ίδρυσε ο ίδιος, περιέχουν τη λειτουργική διάταξη του Ιεροσολυμιτικού τυπικού 89. Μία πρώϊμη η αναφορά στο τυπικό του Αγίου Σάββα γίνεται από τον συντάκτη του τυπικού της μονής Λάτρου, στην προσπάθεια να καθιερώσει τη νηστεία των αδελφών της μονής του κατά τα πρότυπα του Αγίου Σάββα 90. Ο ρώσος θεολόγος Δημητριέφσκι δημοσίευσε με την επιγραφή «Διαθήκη Οσίου Σάββα ηγιασμένου» τη λατρευτική πράξη των Ιεροσολύμων, βασισμένη στο υπ αριθμό 1096 χειρόγραφο του 12 13 ου αιώνα του Σινά 91. Το τυπικό της Λαύρας του αγίου Σάββα θα επικρατήσει σε όλη την Ανατολική Εκκλησία και αποτελεί πηγαίο υλικό για τη συγκρότηση μεταγενέστερων λειτουργικών τυπικών. γ. Στουδίτες. Η μονή Στουδίου αποτέλεσε πρότυπο και πνευματικό κέντρο της Βασιλεύουσας 92. Άσκησε την μεγαλύτερη επίδραση στην διαφύλαξη της Ορθοδοξίας και στη λειτουργική ζωή, παράλληλα δε διακρίθηκε στη μελέτη των ιερών κειμένων και στη διανοητική δραστηριότητα. Ιδρύθηκε το 463 μ.χ. από τον πατρίκιο Αλέξανδρο Στούδιο, κατά το μήκος της θαλάσσης νοτιοδυτικά της Πόλης, ο οποίος φρόντισε αργότερα να επανδρώσει το μοναστήρι με μοναχούς από τη μονή των «Ακοιμήτων» 93. Ερειπώθηκε κατά τον εικονοκλαστικό διωγμό του Κωνσταντίνου Ε 89 Περί του Ιεροσολυμιτικού τυπικού βλέπε Α. ΣΜΕΜΑΝ, Η Εκκλησία προσευχομένη, [Ορθόδοξη Μαρτυρία 36], εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1987, σ.235. 90 Βλ. JOHN THOMAS and ANGELA CONSTANTINIDES HERO, Byzantine Monastic Foundation Documents, v. 3 [ Dumbarton Oaks Research Library and Collection], Washington, D.C. 2000, σ. 1312. 91 A. DMITRIEVSKIJ, Opisanie liturgitseskich rukopisej, τ. Γ. Τυπικά, Kiev 1956. 92 Η κατάκτηση της Παλαιστίνης από τους Άραβες δημιούργησε τις προϋποθέσεις να κατασταθεί ο μοναχικός βίος γόνιμος στην Κωνσταντινούπολη, Μικρά Ασία και τον Όλυμπο της Βιθυνίας. Για τον Στουδιτικό μοναχισμό βλέπε J. LEROY, «Le reforme studite», ΟCA 153, (Rome 1958), σσ. 181 214. 93 Εγκατεστημένη στην Κωνσταντινούπολη, στην περιοχή «Ειρηναίον», από τον 5ο αιώνα Μοναστικό συγκρότημα που δημιούργησε μια παράδοση αδιάκοπης προσευχής, από την οποία πήραν οι μοναχοί και την ονομασία τους. Διηρημένοι σε πολλές ομάδες οι μοναχοί εναλλάσσονταν στην ψαλμωδία και την δοξολογία ακατάπαυστα, ημέρα και νύχτα. Ξεχωριστή μορφή στην ιστορία της μονής είναι ο άγιος Μάρκελλος, ο οποίος εχρημάτισε ηγούμενος επί σαράντα έτη περίπου, κατά το δεύτερο μισό του 5 ου αιώνα. Πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι «Ακοίμητοι» με την σθεναρή αντιπαράθεσή τους προς την αίρεση του μονοφυσιτισμού. Βλ. Ι. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Η εικοσιτετράωρος Ακοίμητος Δοξολογία, εκδ. «Αστήρ», Αθήνα 1963. 28

Κοπρωνύμου από το 756 μ.χ μέχρι και μετά την Β Σύνοδο της Νικαίας 787. Η μονή προσέλαβε μεγάλη σπουδαιότητα προς τα τέλη του 8ου αιώνα, επί αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας, του γιου της Κωνσταντίνου ΣΤ και του Πατριάρχου Ταρασίου. Το 798 εγκαταστάθηκε η αδελφότητα του «Σακκουδίωνος» και ανετέθη η ηγουμενία στον όσιο Θεόδωρο. Ο ηγούμενος Θεόδωρος επέβαλε στους μοναχούς τη σπουδή της θύραθεν γραμματείας, της φιλοσοφίας και της θεολογίας. Από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα της μονής Στουδίου υπήρξε η πλουσιότατη βιβλιοθήκη και το περίφημο βιβλιογραφικό της εργαστήριο 94. Προς ικανοποίηση όλων των αναγκών οργάνωσε συστηματικά μαθήματα τεχνών, όπως το ιερό άσμα, η σύνθεση ύμνων και η αγιογραφία. Η αντιγραφή των χειρογράφων με πρωταρχικό σκοπό τον πολλαπλασιασμό τους για τις ανάγκες των μοναχών της μονής, οι οποίοι ανέρχονταν στους επτακόσιους, αποτέλεσε έργο κοπιαστικό αλλά και η διακονία του καλλιγράφου έργο προσευχής 95. Πλησίον της μονής ιδρύθηκε ξενώνας που απολάμβαναν φροντίδα και φιλοξενία φτωχοί και ξένοι, καθώς και σχολείο για παιδιά. Τα παιδιά αυτά φαίνεται ότι προορίζονταν για μοναχοί, εφόσον βέβαια επιβεβαιωνόταν η κλήση τους. Μάθαιναν την αλφάβητο, γραφή, ανάγνωση και την καλλιγραφία. Η δυσβάστακτη μέριμνα που απαιτούσε το πολυπληθές κοινόβιο οδήγησε στην ανάθεση υπεύθυνων αδελφών στα διάφορα διακονήματα και τις βασικές λειτουργίες της μονής 96. Οι μοναχοί διακρίνονταν σε οικονόμους, επιστημονάρχες (αρμόδιους μοναχούς για την τήρηση της τάξης και της υπακοής μέσα στο κοινόβιο, ιδιαίτερα κατά την απουσία του ηγουμένου), επιτηρητές, τον κανονάρχη, τους ταξιάρχας (αδελφούς που φρόντιζαν για την τήρηση της τάξης μέσα στον ναό και την τράπεζα) καί τους αφυπνιστές (δηλαδή τους μεριμνώντες για την έγερση των μοναχών πριν την ακολουθία). Υπήρξε προπύργιο της Ορθοδόξου πίστεως κατά των εικονομάχων και κέντρο αξιολογότατο φιλανθρωπικής και κοινωνικής δράσεως στην Κωνσταντινούπολη 97. Η μονή υπέστη τα πάνδεινα κατά την εικονομαχία επί Λέοντος Ε του Αρμενίου, Μιχαήλ του Τραυλού και Θεοφίλου. Κατά την λατινική κατοχή, οι Στουδίτες εξαναγκάσθηκαν να μετακινηθούν και το κτήμα μεταβλήθηκε σε βοσκότοπο. Η μονή αναστηλώθηκε από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο το 1293, και 94 Βλ. ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΕΛΕΟΠΟΥΛΟΥ, Η βιβλιοθήκη και το βιβλιογραφικό εργαστήριον της μονής των Στουδίου, Αθήναι 1967. 95 Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου ἐπιστολές πρός μοναχές, έκδ. Ι. Μ. Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2003, σ. 29. 96 Για την καθημερινή ζωή των Στουδιτών, βλ. J. LEROY, «La vie quotidienne du Moine Studite», Irénikon 27 (1954), σσ. 21 50. 97 Α. ΦΥΤΡΑΚΗ, Ὁ μοναχικός βίος ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ (ἀνάτυπον), Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1960), σ. 292. 29