30. Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων



Σχετικά έγγραφα
ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΙ ΟΓΚΟΙ ΚΑΙ ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ. Δρ. ΜΑΡΙΑ ΤΟΠΑΛΙΔΟΥ ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ ΟΓΚΟΛΟΓΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ.Ν.

ΛΕΜΦΩΜΑ ΗΟDGKIN. Αλεξάνδρα Κουράκλη-Συμεωνίδου Απαρτιωμένη διδασκαλία 2015

Λέµφωµα Hodgkin. Βλαχάκη Ευθυµία Επίκουρη Καθηγήτρια Αιµατολογίας-Αιµοσφαιρινοπαθειών ΑΠΘ

ΟΓΚΟΛΟΓΙΑ - ΡΑΔΙΟΒΙΟΛΟΓΙΑ

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΛΕΜΦΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΗΣΗ. Βιβλιογραφική ενημέρωση, ΓΝΑ Ευαγγελισμός Θ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ

Ιδιαίτερες νοσολογικές οντότητες στα λεμφώματα υψηλού βαθμού κακοηθείας

15/1/2018. Δρ. Σάββας Παρασκευόπουλος Χειρουργός Ουρολόγος Θεσσαλονίκη 2-5 /11/ ο Μακεδονικό Ουρολογικό Συμπόσιο

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή ιατρικής για το μάθημα του καρκίνου του όρχη βασικές γνώσεις :

Καρκίνος. Note: Σήμερα όμως πάνω από το 50% των διαφόρων καρκινικών τύπων είναι θεραπεύσιμοι

Κλέωντας Αθανάσιος Ειδικευόμενος Ιατρός Θωρακοχειρουργικής Κλινικής (Επιστημονικός Συνεργάτης Πνευμονολογικής Ογκολογικής Κλινικής)

Εξωτερική Ακτινοθεραπεία Προστάτη. Εξωτερική Ακτινοθεραπεία Προστάτη

ΛΕΜΦΩΜΑ HODGKIN. Τριανταφυλλιά Κολέτσα Λέκτορας Εργαστήριο Γενικής Παθολογίας και Παθολογικής Ανατομικής, ΑΠΘ

ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΟΣΤΙΚΟΥ ΠΟΝΟΥ ΜΠΟΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Επιμελήτρια Β Ακτινοθεραπευτικού Τμήματος ΑΝΘ ΘΕΑΓΕΝΕΙΟΥ

Ιδιαίτερες νοσολογικές οντότητες στα λεμφώματα υψηλού βαθμού κακοηθείας

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

PET/CT versus DWI-MRI στην ογκολογία του θώρακος. Ευθυμιάδου Ρωξάνη Τμήμα Αξονικής, Μαγνητικής Τομογραφίας & PET-CT ΔΘΚΑ «Υγεία»

Τι είναι το λέμφωμα Hodgkin s και ποια η διαφορά από την μη Hodgkin s

Χειρουργική αντιμετώπιση μη μικροκυτταρικού Ca πνεύμονα. Μαδέσης Αθανάσιος Επιμελητής Α Καρδιοθωρακοχειρουργικής

Παράρτημα II. Επιστημονικά πορίσματα

ΚΑΡΔΙΟΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Η θέση της χημειοθεραπείας σε ασθενείς 3 ης ηλικίας. Θωμάς Μακατσώρης Λέκτορας Παθολογίας-Ογκολογίας Πανεπιστήμιο Πατρών

Παρουσίαση Περιστατικού ΚΟΛΛAΡΗ ΕΡΙEΤΑ ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕNΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ

18. ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟΥ

H PET/CT στην αξιολόγηση της ελάχιστης υπολειπόμενης νόσου στο λέμφωμα Φ.ΡΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ

Διαχείριση της βιοχημικής υποτροπής στον καρκίνο του προστάτη

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

ΕΝΔΟΒΡΟΓΧΙΚΗ ΒΡΑΧΥΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΠΝΕΥΜΟΝΟΣ. 2,Β.Αναστασάκος2,

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή, για την παρακολούθηση του μαθήματος του καρκίνου του προστάτη.

Α ΜΑΙΕΥΤΙΚΗ & ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΟΓΚΟΛΟΓΙΑΣ Γ.Ν.Α. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ» ΝΟΣΟΣ PAGET ΑΙΔΟΙΟΥ

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΜΕΛΑΝΩΜΑ ΔΙΑΛΕΥΚΑΝΣΗ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ

ΚΑΚΟΗΘΗ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Μεταστατικός καρκίνος πνεύµονα EBRT- SBRT ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ-ΟΓΚΟΛΟΓΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΙΑΤΡΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΥΠΕΡ ΜΙΑΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ (δηλ. ισχυρή απόδειξη υποστηρίζει την αποτελεσματικότητα στην ακόλουθη λίστα θεραπειών)

Μήπως έχω λέμφωμα; Πώς θα το καταλάβω;

Συχνότητα. Άντρες Γυναίκες 5 1. Νεαρής και μέσης ηλικίας

Χειρουργική κοντά στα όρια. Χριστόφορος Ν. Φορούλης Επίκ. Καθηγητής Θωρακοχειρουργικής Α.Π.Θ.

Γνωριμία με τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα

Καρκίνος ορθού Προεγχειρητική ακτινοθεραπεία. Λουίζα Βίνη Ογκολόγος Ακτινοθεραπεύτρια Τμήμα Ακτινοθεραπείας Ιατρικό Αθηνών

ΜYΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ


Περιεχόµενα. 1. Θεραπευτικές αρχές στην Oγκολογία. 2. Βασικές αρχές Φυσικής. 3. Επιλογή του θεραπευτικού µηχανήµατος και της τεχνικής

Καρκίνος και Κύηση. Γεράσιμος Ηλία Πανάγος Διευθυντής Β Τμήματος Παθολογίας Ογκολογίας Γ.Ο.Ν.Κ. «Οι Άγιοι Ανάργυροι»

Παράρτημα IV. Επιστημονικά πορίσματα

Ταχεία Μαγνητική Μαστογραφία

Το Keytruda είναι φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των ακόλουθων καρκίνων:

Η βρογχοκήλη δεν είναι ψηλαφητή ή ορατή ακόμα και σε έκταση του τραχήλου

YΠΟΤΡΟΠΙΑΖΟΥΣΕΣ ΘΡΟΜΒΩΣΕΙΣ ΩΣ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΟΣ. Μ.Γκάμπρα 1, Ε.Μεταξά 1. Δ.Παπαδοπούλου 1, Δ.Μιχαηλίδης 1,

Ιδιαιτερότητες χειρουργικής αντιμετώπισης ΝΕΤ εντέρου

Χαράλαμπος Κ Σταθόπουλος. Ογκολογικό Τμήμα - ιευθυντής ΕΣΥ

Adcetris (μπρεντουξιμάβη βεδοτίνη)

Γράφει: Χρίστος Κουνούδης, Χειρουργός

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΚΤΙΝΟΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ Από το σημείο στη διάγνωση

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΝΕΦΡΟΥ. Η κακοήθης νεοπλασία του νεφρού αποτελεί το 3 % των νεοπλασμάτων του ενήλικα. Ασυνήθης είναι η εμφάνιση του σε ηλικίες κάτω των

Ενδοκρινοπάθειες. Μ.Αλεβιζάκη Β.Βασιλείου Λ.Ζαπάντη Ε. Κασσή Α.Πολυμέρης Κ.Σαλτίκη Κ.Στεφανάκη

Κατευθυντήριες οδηγίες για τον mcrpc Εφαρμογή στην καθημερινή κλινική πρακτική

Εντοπίζεται συνήθως τυχαία διότι δεν εκδηλώνεται με πόνο. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες πολύ σπάνιες προχωρημένες περιπτώσεις.

ΜΗΠΩΣ ΕΧΩ ΛΕΜΦΩΜΑ; ΠΩΣ ΘΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΩ;

ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΠΟΝΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ ΟΓΚΟΛΟΓΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Α ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟΥ ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΘ ΘΕΑΓΕΝΕΙΟ

21. ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ

ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ

BEST OF URO ONCOLOGY Penile Testicular Cancer 2016 ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΟΣ ΟΥΡΟΛΟΓΟΣ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Γ.Ν.Α. Γ.

Newsletter April, 2018 Το Μέλλον της Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας

Σοφία Λουκά 3 ο Έτος Τμήμα Νοσηλευτικής Σχολή Επιστημών Υγείας Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Η Τεχνολογία στην Ιατρική

Opdivo (νιβολουμάμπη)

Ραδιοϊσοτοπική Απεικόνιση Νεοπλασμάτων - Φλεγμονών

Τι είναι το Πολλαπλούν Μυέλωμα και σε τί διαφέρει από τους άλλους Αιματολογικούς καρκίνους

Το Adcetris χρησιμοποιείται επίσης για τη θεραπεία ενηλίκων με δύο ακόμη μορφές λεμφώματος:

Keytruda (πεμπρολιζουμάμπη)

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

ΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΑ ΔΕΡΜΑΤΟΣ. Ι. Γ. Παναγιωτίδης Β Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής Ιατρική Σχολή Εθνικού & Καποδιστριακού Παν/μίου Αθηνών

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΝΕΜΟΒΛΟΓΙΑ

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

Ηλίας Κουρής - Ρευματολόγος.

Γυναίκα 53 ετών με ιστορικό καρκίνου ωοθηκών,, αυξανόμενη τιμή CA125 και λεμφαδενοπάθεια τραχήλου μεσοθωρακίου

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ-ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΣΤΑΔΙΟΠΟΙΗΣΗ-ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ- ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Π.Γ.Ν.Θ.ΑΧΕΠΑ ΙΑΤΡΟΣ ΒΙΟΠΑΘΟΛΟΓΟΣ ΑΡΤΕΜΙΣ ΚΟΛΥΝΟΥ

Οξεία μυελογενής λευχαιμία

Adcetris. μπρεντουξιμάβη βεδοτίνη. Τι είναι το Adcetris; Σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται το Adcetris; Περίληψη EPAR για το κοινό

ΠΑΡΟΥΣΑ ΝΟΣΟΣ Νόσος Hodgkin

Opdivo (νιβολουμάμπη)

-Αναστολή της οργανικής σύνδεσης του ιωδίου που προσλαμβάνεται από το θυρεοειδή αδένα -Ανοσοκατασταλτική δράση με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής

Κ. Λυμπερόπουλος Γ.Ν.Α «Γ.Γεννηματάς»

Γκιζάς Β. Χρήστος, Σβάρνα Ευγενία, Μούκα Βασιλική, Αργυροπούλου Ι. Μαρία

ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΟΥ - ΠΟΤΕ?

ΔΩΣΤΕ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΤΑΛΑΙΠΩΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΕΡΓΙΑ

Αντιμετώπιση καρκίνου πνεύμονα με βάση τις Διεθνείς κατευθυντήριες Οδηγίες

Αρχική εμπειρία από την χορήγηση anakinra σε δέκα ενήλικες ασθενείς με ανθεκτική ιδιοπαθή υποτροπιάζουσα περικαρδίτιδα

14. ΤΡΟΦΟΒΛΑΣΤΙΚΗ ΝΟΣΟΣ ΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΝΕΤ. NET ΛΕΠΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ. Ιωσήφ Σγουρός Παθολόγος- Ογκολόγος Επιμελητής Α ΓΟΝΚ «Οι Άγιοι Ανάργυροι»

Τερζή Κατερίνα ΔΤΗΝ ΑΝΘ ΘΕΑΓΕΝΕΙΟ

Διλήμματα στον προστατικό καρκίνο. Γεράσιμος Αλιβιζάτος Διευθυντής Γ Ουρολογικής Κλινικής Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ

Σύνδροµο Καρπιαίου Σωλήνα

Θεραπευτικές Παρεμβάσεις στην Πολλαπλή Σκλήρυνση

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΗ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ

Μπρούζου Κάτια- Ουρανία Πιστιόλα Χρυσούλα. Μάθημα επιλογής Λευχαιμίες

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Ιατρικής Εργαστήριο Ακτινολογίας Ιατρικής Απεικόνισης

Εμβόλιο Ιλαράς-Ερυθράς-Παρωτίτιδας (MMR)

Transcript:

. Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων Δέσποινα Κατσώχη, Σοφία Κοσμίδη, Κατερίνα Φωτοπούλου, Χρύσα Παρασκευοπούλου Τα λεμφώματα είναι όγκοι αναπτυσσόμενοι σε όργανα του λεμφικού ιστού, όπως οι λεμφαδένες, ο σπλήνας και ο θύμος αδένας, ή στο διάσπαρτο λεμφικό ιστό των βλεννογόνων, κυρίως της πεπτικής και αεροφόρου οδού. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών σημειώνεται δραματική αύξηση της επίπτωσης των λεμφωμάτων, η οποία μπορεί να συγκριθεί μόνο με την παρατηρούμενη αύξηση στην επίπτωση του καρκίνου του πνεύμονα στις γυναίκες και του μελανώματος στα δυο φύλα. Τα λεμφώματα αποτελούνται από ανεξέλεγκτα πολλαπλασιαζόμενα λεμφοκύτταρα και διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: 1)το λέμφωμα Hodgkin ή νόσο Hodgkin, που αποτελείται από Β λεμφοκύτταρα και συνιστά το 11,5% των λεμφωμάτων και 2) μια εξαιρετικά ετερογενή ομάδα περίπου τύπων λεμφωμάτων που φέρει τον μάλλον αδόκιμο όρο Μη- Hodgkin λέμφωμα, αποτελείται από Β ή Τ λεμφοκύτταρα και συνιστά τη μεγάλη πλειονότητα (88,5%) των λεμφωμάτων. Η νόσος Hodgkin αποτελεί μια από τις πλέον ιάσιμες μορφές κακοήθους νεοπλάσματος, με ποσοστά ιάσεως σε ενήλικους 80% και σε παιδιά 90%, με την εφαρμογή της κατάλληλης θεραπείας. Τα μη- Hodgkin λεμφώματα διακρίνονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες με εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση και πρόγνωση: 1) Τα επιθετικά λεμφώματα, που είναι τα συχνότερα και αποτελούνται από διάχυτα αναπτυσσόμενα Β κύτταρα, και 2) τα λανθάνοντα ή υφέρποντα λεμφώματα, που είναι στην πλειοψηφία τους οζώδη λεμφώματα και έχουν βραδεία εξέλιξη. Η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία, μόνες ή σε συνδυασμό, αποτελούν τις κύριες μορφές θεραπείας των λεμφωμάτων και κάθε μια από αυτές έχει τις δικές της ενδείξεις, ανάλογα με τον τύπο και το στάδιο του λεμφώματος. Κατά κανόνα, η ακτινοθεραπεία συνιστάται για την αντιμετώπιση εντοπισμένης νόσου και η χημειοθεραπεία σε γενικευμένη νόσο. Τα τελευταία χρόνια στη θεραπεία των λεμφωμάτων άρχισε να εφαρμόζεται σε αυξανόμενη συχνότητα η μεταμόσχευση μυελού των οστών και μητρικών προγονικών κυττάρων (stem cells), καθώς και η ανοσοθεραπεία με τη χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων ή βιολογικών ουσιών, όπως η ιντερφερόνη και οι ιντερλευκίνες, με πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Στη συνέχεια θα αναφερθούμε στις ενδείξεις και τις τεχνικές της ακτινοθεραπείας, όπως αυτές εφαρμόζονται στα διάφορα στάδια της νόσου Hodgkin και των μη- Hodgkin λεμφωμάτων. Η ακτινοθεραπεία της νόσου Hodgkin Η πρώτη κλινική εκδήλωση των περισσοτέρων ασθενών με λέμφωμα Hodgkin είναι συνήθως η ανώδυνη λεμφαδενοπάθεια. Μερικοί εμφανίζουν συμπτώματα, όπως: πυρετό, μυαλγίες, εφιδρώσεις, απώλεια βάρους, αδυναμία, έντονο ξεσμό. Πολλές φορές η νόσος δεν παρουσιάζει εμφανείς εκδηλώσεις και η διάγνωση τίθεται τυχαία μετά από ακτινογραφία θώρακος που έγινε για άλλη αιτία. Η θεραπευτική στρατηγική της νόσου, και ειδικά ο σχεδιασμός της ακτινοθεραπείας, διαμορφώθηκε με βάση τη διαπίστωση ότι το λέμφωμα Hodgkin εξαπλώνεται χαρακτηριστικά σε γειτονικές λεμφαδενικές ομάδες ακολουθώντας την κεντρομόλο πορεία της λέμφου, τουλάχιστον στο 90% των ασθενών (Kaplan 1980, Rosenberg και συν, 1986 Ιακωβίδου 2008). Η ακτινοθεραπευτική αγωγή θεωρείται, και ήταν επί σειρά δεκαετιών, η πιο αποτελεσματική μονοθεραπεία της νόσου Hodgkin. Η ακτινοθεραπεία, όπως εφαρμόζεται σήμερα στα σύγχρονα ακτινοθεραπευτικά κέντρα, ανάμεσα τους και το Κέντρο Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας (ΚΑΟ) του θεραπευτηρίου ΥΓΕΙΑ, απαιτεί: φωτόνια υψηλής ενέργειας γραμμικού επιταχυντή, πεδία θεραπείας προσαρμοσμένα στις ανατομικές αναλογίες Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 295

του ασθενούς και τις ιδιαιτερότητες της νόσου καθώς και κλασματοποίηση της συνολικής δόσης της ακτινοβολίας. Για τον ακριβή προσδιορισμό της ακτινοβολούμενης περιοχής είναι σημαντικός ο σύμμορφος σχεδιασμός των πεδίων θεραπείας και η εξομοίωση τους. Για την ακριβή δε εφαρμογή του τελικού σχεδίου θεραπείας σε καθημερινή βάση πραγματοποιούνται συστηματικά εντοπιστικές ακτινογραφίες ή αξονική τομογραφία κωνοειδούς δέ σμης. Ο κλασικός σχεδιασμός της ακτινοθεραπευτικής αγωγής στις περιπτώσεις εμφάνισης της νόσου σε λεμφαδενική περιοχή άνω του διαφράγματος, λέγεται Μανδύας (εικόνα 1). Περιλαμβάνει όλες τις λεμφαδενικές ομάδες άνωθεν του διαφράγματος και εκτείνεται από την κάτω γνάθο έως την πρόσφυση του διαφράγματος. Ο ασθενής είναι ξαπλωμένος σε ύπτια θέση με τα χέρια μακριά από τον κορμό και υπερέκταση της κεφαλής. Ειδικά κατασκευως κατώτερο όριο το τέλος της ωμοπλάτης. Τα πλάγια όρια του μανδύα είναι στη μασχαλιαία χώρα. Οι προστατευτικές πλάκες των πνευμόνων σχεδιάζονται 1 εκ. περιμετρικά της νόσου και των πνευμονικών πυλών και διατρέχουν το κάτω μέρος της κεφαλής της κλείδας. Η συνολική δόση θεραπείας με την τεχνική του μανδύα κυμαίνεται από μέχρι 44 Gy, με ημερησία δόση 1,6-1,8 Gy (Duhmke και συν, 2001) (εικόνα 2). Η νόσος Hodgkin συχνά εμφανίζεται με τη μορφή συμπαγούς λεμφαδενικής μάζας στο μεσοθωράκιο. Η μάζα οριοθετείται και η αναλογία της συγκρίνεται με τις αντίστοιχες ανατομικές δομές, π.χ. η διάμετρος της μάζας νόσου προς τη διάμετρο του θώρακος. Οι περισσότερες μελέτες (Hoppe 1989, Horning 2000) αναφέρονται στον αυξημένο κίνδυνο υποτροπής της νόσου μετά από την εφαρμογή ακτινοθεραπείας ως μονοθεραπεία, όταν η νόσος εμφανίζεται αρχικά ως μεγάλη συμπαγής μάζα. Εικ. 1. Κλασικά πεδία θεραπείας μανδύα σε 2D σχεδιασμό, με βάση την ακτινογραφία (Perez and Brady's Principles and Practice of Radiation Oncology, 2008) ασμένες πλάκες Μολύβδου, ή αντίστοιχα πολύφυλλα διαφράγματα, παρεμβάλλονται για την προστασία των πνευμόνων. Επιπλέον προστατευτικά φύλλα παρεμβάλλονται για την προστασία του λάρυγγα, της κεφαλής, των βραχιονίων, του νωτιαίου μυελού και της ινιακής περιοχής του εγκεφάλου. Τα πεδία είναι προσθιοπίσθια. Ο τρόπος εφαρμογής των προστατευτικών πλακών εξαρτάται από την εντόπιση της νόσου και την προγραμματισμένη απαιτούμενη συνολική δόση θεραπείας (Hope και συν, 1989). Το άνω όριο του πεδίου θεραπείας είναι η γραμμή που περνά από το κάτω μέρος της κάτω γνάθου και τις μαστοειδείς αποφύσεις. Το κάτω όριο είναι στο ύψος του Θ10-Θ11 σπονδύλου, σε απόσταση περίπου 5 εκ. από το κατώτερο όριο της νόσου. Η περιοχή της μασχάλης έχει Σε αυτές τις περιπτώσεις η συνδυαστική θεραπεία (χημειοθεραπεία+ ακτινοθεραπεία) θεωρείται η πλέον κατάλληλη αντιμετώπιση. Με την κλασική του έννοια, ο μανδύας εφαρμόζεται πλέον σπάνια και περιορίζεται στις περιπτώσεις που η νόσος εντοπίζεται στο μεσοθωράκιο και τους υπερκλείδιους βόθρους. Η επέκταση της ακτινοθεραπείας στην τραχηλική ή μασχαλιαία χώρα πραγματοποιείται μόν) σε περιπτώσεις που η νόσος διηθεί τις περιοχές αυτές. Η σημερινή διαχείριση των ασθενών με νόσο Hodgkin είναι συνδυαστική χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία. Η ακτινοθεραπευτική αγωγή περιορίζεται σε κάλυψη της εμπλεκομένης με νόσο περιοχής. Γίνεται τρισδιάστατος 296 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

Εικ. 2. Τεχνική μανδύα. Απεικόνιση σύμμορφης τεχνικής και ισοδοσιακών καμπυλών σχεδιασμός της θεραπείας, χρησιμοποιώντας αξονική τομογραφία που γίνεται σε θέση θεραπείας (όπως έχει οριστεί στην εξομοίωση), και σύντηξη των εικόνων με τις εικόνες της αρχικής αξονικής τομογραφίας, που έγινε πριν από τη χημειοθεραπεία, για την ασφαλέστερη εκτί μηση της έκτασης της παρούσας νόσου σε σχέση με την αρχική (Yahalom και συν, 2007). Σχεδιάζονται οι εμφανώς διηθημένοι λεμφαδένες που αποτελούν το μορφολογικό μέγεθος του όγκου-στόχου. Οι εμπλεκόμενες στη νόσο περιοχές και οι άμεσα γειτονικές τους, αποτελούν το κλινικό μέγεθος του όγκου-στόχου. Το περίγραμμα που περιβάλλει αυτά τα δύο μεγέθη είναι το σχεδιασμένο μέγεθος του ογκικού στόχου και η ισοδοσιακή καμπύλη 95% ή 105% της προγραμματισμένης συνολικής ακτινοθεραπευτικής δόσης που το περικλείει είναι το τελικό ακτινοθεραπευτικό πεδίο. Το τελικό πεδίο θεραπείας μορφοποιείται από τα ειδικά ενσωματωμένα στον γραμμικό επιταχυντή πολύφυλλα διαφράγματα. ανεστραμμένου Υ και περιλαμβάνει τους οπισθοπεριτοναϊκούς και λαγόνιους λεμφαδένες, καθώς και το σπλήνα. Το άνω όριο του παραορτικού πεδίου είναι στο Θ10-Θ11 σπόνδυλο, ενώ το κάτω όριο είναι το κάτω όριο του Ο4 σπονδύλου. Τα πλάγια όρια του πεδίου είναι οι εγκάρσιες αποφύσεις των σπονδύλων (εικόνα 4). Τα προστατευτικά διαφράγματα περιορίζουν την έκθεση στην ακτινοβολία των κάτω πνευμονικών πεδίων, του άνω πόλου του αριστερού νεφρού και των οργάνων της πυέλου. Το κάτω όριο του πεδίου στην πύελο φτάνει μέχρι τον ελάσσονα τροχαντήρα. Πέρα από αυτόν το κάτω όριο εκτείνεται μόνο σε περίπτωση νόσου στην περιοχή. Με τη χρήση της ποζιτρονιακής τομογραφίας (FDG- PET) έχουμε μία επιπλέον πληροφορία που μας επιτρέπει κατά το σχεδιασμό να λαμβάνουμε υπόψη το μέγεθος του ενεργού όγκου, αυτού που παρουσιάζει αυξημένη πρόσληψη του ραδιοφάρμακου (εικόνα 3). Για μεγαλύτερη προστασία του πνευμονικού παρεγχύματος το περίγραμμα περιορίζεται στην παρούσα, μετά τη χημειοθεραπεία, διάσταση της νόσου, όμως το άνω και κάτω όριο προσανατολίζονται σύμφωνα με την αρχική έκταση της νόσου. Η συνολική δόση ακτινοβολίας που δέχεται ο νωτιαίος μυελός δεν ξεπερνά τα 40 Gy και η καρδιά τα Gy. Στις περιπτώσεις που η νόσος εντοπίζεται κάτω από το διάφραγμα, το ακτινοθεραπευτικό πεδίο έχει σχήμα Εικ. 3. Ογκικός στόχος Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 297

Εικ. 4. Παραορτικό πεδίο που περιλαμβάνει και το σπλήνα. Πεδίο εντοπισμένης θεραπείας ή το άνω μέρος του ανεστραμμένου Υ (Perez and Brady's Principles and Practice of Radiation Oncology, 2008) Εικ. 6. Ανεστραμμένο Υ. Κατανομή ακτινοθεραπευτικής δόσης Τα πλάγια όρια του πυελικού πεδίου είναι 1,5-2 εκ πέραν του εσωτερικού οστικού περιγράμματος της πυέλου (εικόνα 5 και 6). από περιορισμένης έκτασης πεδία μέσα στα όρια της αρχικής ή υπολειπόμενης μετά από χημειοθεραπεία νόσου. Η συνδυαστική θεραπευτική αντιμετώπιση του λεμφώματος Hodgkin περιλαμβάνει χημειοθεραπεία, ως αρχική θεραπεία και στη συνέχεια περιορισμένης έκτασης ακτινοθεραπεία. Η έκταση της ακτινοθεραπείας προσδιορίζεται από την αρχική νόσο και την υπολειπόμενη μετά τη χημειοθεραπεία νόσο (εικόνα 7). Με την εφαρμογή αυτής της στρατηγικής επιτυγχάνεται η θεραπεία όλου του λεμφικού συστήματος και η σμίκρυνση της αρχικής μάζας της νόσου, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της έκτασης των ακτινοβολούμενων υγιών ιστών και κατά Εικ. 5. Πυελικό πεδίο ακτινοθεραπείας, το κάτω μέρος του ανεστραμμένου Υ (Perez and Brady's Principles and Practice of Radiation Oncology, 2008) Στην περίπτωση εφαρμογής της εκτεταμένης αυτής ακτινοθεραπείας, απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η μεταφορά των ωοθηκών στο μέσον της πυέλου και η ειδική προστασία των όρχεων. Η εκτεταμένη αυτή ακτινοθεραπεία, όπως και ο μανδύας, έχει αντικατασταθεί πλέον Εικ. 7. Απεικόνιση, FDG-PET/CT σε τρία επίπεδα, υπολειμμα τικής νόσου λεμφώματος στο άνω πρόσθιο μεσοθωράκιο, μετά από χημειοθεραπεία 298 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

συνέπεια τον περιορισμό των όψιμων παρενεργειών της ακτινοθεραπείας (εικόνα 8 και 9). Οι συνήθως χρησιμοποιούμενες συνολικές δόσεις ακτινοθεραπείας σε αυτές τις περιπτώσεις, ανάλογα με το ακολουθούμενο πρωτόκολλο, είναι 20-36 Gy (Fabian και συν, 1994, Horning και συν, 2000, Salloum και συν, 1995). Κεφ. Εικ. 8. Εντοπισμένο θωρακικό πεδίο. Σύμμορφος σχεδιασμός, ισοδοσιακές καμπύλες και τρισ διάστατη προβολή Εικ. 9. Εφαρμογή Vmat, τοξοειδούς διαμορφούμενης έντασης ακτινοθεραπείας, σε υπολειμματική νόσο μη Hodgkin λεμφώματος Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 299

Βασική αρχή της θεραπείας της νόσου Hodgkin είναι το ακτινοθεραπευτικό πεδίο να περικλείει τη διηθημένη λεμφαδενική περιοχή και τη γειτονική της, εφαρμόζοντας δόση θεραπείας ικανή να οδηγήσει στην εξάλειψη της νόσου (εικόνα 10) (Hancock 2007, Yahalom 2007). Ποικίλες μελέτες και συντονισμένες προσπάθειες βοήθησαν στην κατανόηση της βιολογικής πορείας της νόσου και στη βελτίωση των θεραπευτικών σχημάτων, προσδιορίζοντας υποομάδες με χαρακτηριστικά μεγαλύτερου η μικρότερου κινδύνου υποτροπής. Οι ομάδες εργασίας του ευρωπαϊκού οργανισμού έρευνας και θεραπείας καρκίνου EORTC, η γερμανική ομάδα μελέτης της νόσου Hodgkin GHSG, το εθνικό αντικαρκινικό ινστιτούτο του Καναδά NCIC, προσδιόρισαν ομάδες ασθενών με αυξημένο κίνδυνο υποτροπών. Τα πορίσματα των ως άνω ομάδων εργασίας έδειξαν ότι αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης υποτροπής έχουν οι ασθενείς με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους παράγοντες: ηλικία μεγαλύτερη των 40-50 ετών, ιστολογικό τύπο μικτής κυτταροβρίθειας ή λεμφοπενικό, καθίζηση ερυθρών αιμοσφαιρίων > mm, Β συμπτωματολογία, μάζα νόσου μεσοθωρακίου >50 mm, εξωλεμφαδενική διήθηση. Τα συνήθη χημειοθεραπευτικά σχήματα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του λεμφώματος Hodgkin είναι ABVD (Doxorubicin, Bleomycin, Vinblastine, Dacarbazine), MOPP/ABVD BEACOPP (Doxorubicina, Vinblastine, Vincristine, Bleomycin, Etoposide, Prednisone, Cyclophosphamide, Procarbazine), Stan ford V (Doxorubicine, Bleomycin, Vinblastine, Prednisone, Nitrogen mustard) (Edwards- Bennett 2010). Η νόσος Hodgkin ανταποκρίνεται άριστα τόσο στα χημειοθεραπευτικά σχήματα όσο και στην ακτινοθεραπευτική αγωγή. Οι παράμετροι που προσδιορίζουν την επιτυχία του θεραπευτικού σχήματος είναι ο ελεύθερος νόσου χρόνος και οι παρενέργειες της θεραπείας. Coronal lafiiy Εικ. 10. Εντοπισμένο ακτινοθεραπευτικό πεδίο του άνω μεσοθωρακίου και τραχήλου σε ασθενή με λέμφωμα Hodgkin 0 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

Αλλαγή του ρόλου της ακτινοθεραπείας στη νόσο Hodgkin του ενήλικα Η εκτεταμένης έκτασης ακτινοθεραπεία χρησιμοποιείται στα πρώιμα ή στα ενδιάμεσα στάδια της νόσου, σε συνδυασμό με τη χημειοθεραπεία (Yahalom 2009). Οι περισσότεροι ασθενείς εμφανίζονται με νόσο πάνω από το διάφραγμα, με συνέπεια να εφαρμόζεται θεραπεία τύπου μανδύα και κάτω από το διάφραγμα, όπου ακτινοβολούνται οι παραορτικοί λεμφαδένες και ο σπλήνας. Σε πολλές μελέτες με μακρόχρονη μεταθεραπευτική παρακολούθηση διαπιστώθηκε 17,6% αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης δεύτερου κακοήθους νεοπλάσματος (Hancock 1991, Wolf 1998, Dores 200). Η παρακολούθηση 12.000 ασθενών από τη Διεθνή Τράπεζα Δεδομένων Λεμφωμάτων Hodgkin, καταγράφει την εμφάνιση κακοήθων νεοπλασμάτων στο 11,2% των ασθενών. Λεπτομερέστερη μελέτη, διαπίστωσε ότι η πλειονότητα ασθενών που εμφάνισαν δευτερογενώς κακοήθεια είχαν θεραπευτεί με ακτινοθεραπεία ή συνδυασμό ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας. Η χημειοθεραπεία συνδέεται με την εμφάνιση λευχαιμιών, ενώ η ανάπτυξη συμπαγών όγκων συνδέεται με την προηγηθείσα ακτινοβολία της περιοχής (Vincent 1997). Δεδομένα από την εφαρμογή των παιδιατρικών πρωτόκολλων θεραπείας έδειξαν ότι είναι εφικτή η μείωση των πεδίων ακτινοθεραπείας. Η θεραπεία παιδιών με λέμφωμα Hodgkin τα οποία δεν εμφάνιζαν εκτεταμένη λεμφαδενοπάθεια (μέγεθος μάζας <4 cm), αντιμετωπίστηκαν μόνο με χημειοθεραπεία και είχαν ανταπόκριση 94-100%, ανάλογα με το χημειοθεραπευτικό σχήμα (Van den Berg και συν, 1997). Ωστόσο, η συσχέτιση παιδιού και ενήλικα με νόσο Hodgkin πρέπει να γίνει με προσοχή, εξαιτίας του διαφορετικού βιολογικού υπόβαθρου. Η γερμανική ομάδα μελέτης των λεμφωμάτων GHSG μελέτησε τυχαιοποιημένα διαφορετικές ακτινοθεραπευτικές δόσεις και ανακοίνωσε το 1997 ότι δόσεις ακτινοβολίας μεταξύ 20 και 40 Gy δεν εμφανίζουν σημαντική διαφορά στην πορεία της νόσου μετά από πολυχημειοθεραπεία. Επίσης, την ίδια χρονιά, η ομάδα Stanford αναλύει τυχαιοποιημένες μελέτες λεμφωμάτων Hodgkin σταδίου Ι και ΙΙ και συγκρίνει την εκτεταμένη ακτινοθεραπεία με τη συνδυασμένη περιορισμένης έκτασης ακτινοθεραπεία με ελαφρά χημειοθεραπεία vinblastine methotrexate bleomycin. Τα αποτελέσματα ήταν εφάμιλλα και αποτέλεσαν έναυσμα για περαιτέρω επικέντρωση των προσπαθειών στον προσδιορισμό θεραπευτικών σχημάτων συνδυαστικών θεραπειών με μείωση της έκτασης και έντασης της ακτινοθεραπείας και κατά συνέπεια των όψιμων παρενεργειών και ιδιαίτερα του κινδύνου εμφάνισης δεύτερου συμπαγούς όγκου. Μετα-ανάλυση (Specht και συν, 1998) 23 δημοσιευμένων μελετών, συνολικού αριθμού ασθενών 3.888 με 10ετή παρακολούθηση, έδειξε ότι η εκτεταμένων πεδίων ακτινοβολία παρουσιάζει χαμηλό ποσοστό τοπικών υποτροπών 31,3%, έναντι 43,4% των περιορισμένων πεδίων αντίστοιχα, χωρίς όμως βελτίωση της συνολικής επιβίωσης. Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξαν και οι συγκρίσεις συνδυαστικής ακτινο- και χημειοθεραπείας με μόνη ακτινοθεραπεία. Με βάση λοιπόν τις τρέχουσες μελέτες από μεγάλα κέντρα, στα πρώιμα στάδια της νόσου, η περιορισμένης έκτασης ακτινοβολία και ο συνδυασμός της με μειωμένες δόσεις χημειοθεραπείας, μακροπρόθεσμα φαίνεται ότι είναι θεραπευτικά επαρκής και συνοδεύεται από μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης μεταθεραπευτικής τοξικότητας. Σε περιπτώσεις που η νόσος εμφανίζεται με ογκώδη λεμφαδενοπάθεια, η προσθήκη της ακτινοθεραπείας επιφέρει σαφώς καλύτερα αποτελέσματα στον έλεγχο της νόσου και της τοπικής υποτροπής, μειώνει όμως μακροπρόθεσμα τη συνολική επιβίωση, εξαιτίας θανάτων σχετιζομένων με τη μετακτινική τοξικότητα (Jurgen 1998). Μεταθεραπευτική παρακολούθηση Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά μετά το πέρας της θεραπείας για ενδείξεις υποτροπής της νόσου, αν και η συχνότητα των επισκέψεων μειώνεται με την παράλληλη μείωση του κινδύνου για υποτροπή της νόσου με την πάροδο του χρόνου. Η κλασική μεταθεραπευτική παρακολούθηση γίνεται ανά τρεις μήνες κατά τα πρώτα δυο έτη, ανά έξι μήνες τα επόμενα 4 έτη και μετά ετησίως. Γενικός κανόνας είναι ότι οι εξετάσεις οι οποίες αρχικά διέγνωσαν παθολογικά ευρήματα (πχ ακτινογραφίες, αξονική τομογραφία ή PET scan) πρέπει να επαναλαμβάνονται στο πέρας των θεραπειών, ώστε να στοιχειοθετείται η ανταπόκριση της νόσου (Hodgson 2007). Η λεπτομερής λήψη ιστορικού και η κλινική εξέταση αποτελούν τον κύριο άξονα της μεταθεραπευτικής παρακολούθησης και οδηγούν στην έγκαιρη διάγνωση των δύο τρίτων των υποτροπών. Η ακτινογραφία θώρακος είναι η δεύτερη πιο χρήσιμη εξέταση όπου ανακαλύπτονται μια στις τέσσερις περιπτώσεις υποτροπών. Η ανάπτυξη της ποζιτρονιακής τομογραφίας (FDG-PET) διευκόλυνε τη μεταθεραπευτική παρακολούθηση και διαφοροδιάγνωση των ασθενών, με αλλοιώσεις στο μεσοθωράκιο, όπου η υπολειπόμενη μεταβολική δραστηριότητα απο- Κεφ. Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 1

τελεί σοβαρό λόγο ανησυχίας και περαιτέρω ελέγχου (Advani και συν, 2004, Guy και συν, 2005, Naumann και συν, 2001). Σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία στην τραχηλική χώρα πρέπει κάθε χρόνο να ελέγχονται τα επίπεδα της Τ4 και TSH για τυχόν ανάπτυξη υποκλινικού υποθυρεοειδισμού. Παρενέργειες της θεραπείας Ανάλογα με την ανατομική περιοχή που περικλείονταν στα ακτινοθεραπευτικά πεδία, οι οξείες παρενέργειες της ακτινοθεραπείας, μπορεί να είναι τριχόπτωση κατά την ινιακή χώρα, ήπια δερματική αντίδραση, ερεθισμένος λαιμός, διαταραγμένη αίσθηση της γεύσης, δυσφαγία, συμπτώματα παλινδρόμησης, μη παραγωγικός βήχας, ναυτία, έμετοι, διάρροια, αιματολογική τοξικότητα. Οι περισσότερες από τις συγκεκριμένες παρενέργειες είναι παροδικές και μπορούν να αντιμετωπιστούν συμπτωματικά. Επιπλοκές που μπορούν να προκύψουν κατά τα πρώιμα στάδια της μεταθεραπευτικής παρακολούθησης, είναι ήπια ακτινική πνευμονίτιδα, ακτινική περικαρδίτιδα, υποθυρεοειδισμός, έρπης ζωστήρας, σύνδρομο του Lhermitte και ξηροστομία. Ακτινική πνευμονίτιδα μπορεί να αναπτυχθεί 6-12 εβδομάδες μετά το πέρας της ακτινοθεραπείας τύπου μανδύα (Vose και συν, 2007). Το ποσοστό των ασθενών που ανέπτυξαν κλινικώς έκδηλη πνευμονίτιδα ήταν μικρότερο του 5% και εκδηλώθηκε με βήχα, πλευριτικό πόνο και διήθημα στην ακτινογραφία θώρακος, το οποίο συνήθως διαμορφώνεται σύμφωνα με τα πεδία ακτινοθεραπείας (Diehl και συν, 2007). Η νόσος Hodgkin ανταποκρίνεται άριστα τόσο στα χημειοθεραπευτικά σχήματα όσο και στην ακτινοθεραπευτική αγωγή Η συμπτωματική αντιμετώπιση είναι επαρκής τις περισσότερες φορές, αν και μικρό ποσοστό ασθενών μπορεί να χρειαστεί να υποβληθεί σε θεραπεία με κορτικοστεροειδή, αρχίζοντας με την ημερήσια δόση των 40-60 mg πρεδνιζολόνης ή άλλου ισοδύναμου κορτικοστεροειδούς. Η έναρξη κορτικοθεραπείας σημαίνει αγωγή τουλάχιστον 4-6 εβδομάδων με σταδιακή μείωση της κορτιζόνης, για τον κίνδυνο έξαρσης των συμπτωμάτων. Η πιθανότητα ανάπτυξης πνευμονίτιδος είναι ανάλογη με τον όγκο του πνεύμονα που έχει ακτινοβοληθεί, τη συνολική δόση και το μέγεθος των ημερησίων κλασμάτων. Σε πρόσφατη μελέτη της RTOG αποδείχθηκε υψηλότερος κίνδυνος ανάπτυξης πνευμονίτιδας βαθμού 2, όταν ο μέσος όγκος πνεύμονα λαμβάνει πάνω από 14 Gy ή το V20 ξεπερνάει το 35% (Koh και συν, 2006). H πιθανότητα ανάπτυξης μετακτινικών παρενεργειών στον πνεύμονα αυξάνει με τη χρήση βλεομυκίνης. Η ανάπτυξη μετακτινικής περικαρδίτιδας αποτελεί κίνδυνο σε περίπτωση που ακτινοβοληθεί όλη η καρδιά, σενάριο μάλλον απίθανο με τα σύγχρονα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Εκδηλώνεται ως οξύ πυρετικό σύνδρομο με πόνο στο στήθος, περικαρδιακό τριγμό, περικαρδιακή συλλογή, που ανευρίσκεται στην ακτινογραφία θώρακος ή στον υπέρηχο, συσφιγκτική περικαρδίτιδα ή επιπωματισμό. Η μετακτινική περικαρδίτιδα, όπως και η πνευμονίτιδα, συνήθως αντιμετωπίζεται συντηρητικά με αναλγητικά και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη και υποχωρεί μέσα σε λίγες εβδομάδες. Είναι σημαντικό να γίνει έγκαιρα η διαφοροδιάγνωση μεταξύ των συνδρόμων αυτών και της υποτροπής του λεμφώματος. Υποκλινικός υποθυρεοειδισμός αναπτύσσεται τουλάχιστον σε ένα στους δυο ασθενείς που πάσχουν από νόσο Hodgkin, συχνά ως όψιμη παρενέργεια (Hancock και συν,1991). Ανιχνεύεται με αύξηση της TSH, ακόμα και με φυσιολογική Τ4. Συνιστάται θεραπεία L-θυροξίνης με αρχική δόση 0,1 mg/ημέρα. Οι τιμές της Τ4 και της TSH πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για τυχόν ανάγκη αναπροσαρμογής της δόσης της θυροξίνης. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας για νόσο Hodgkin, ή και μερικά χρόνια μετά τη λήξη της, μπορεί να εμφανιστεί έρπης ζωστήρας σε ποσοστό 10-15% των ασθενών. Η εμφάνιση του περιορίζεται σε ένα ή δύο συνεχόμενα δερμοτόμια. Εάν ο έρπης ζωστήρας διαγνωστεί εντός 72 ωρών από την εμφάνιση του εξανθήματος, χορηγείται ακυκλοβίρη (800 mg 5 φορές την ημέρα, για 7-10 ημέρες ή άλλο αντι-ιικό ισοδύναμο φάρμακο). Η έναρξη της αγωγής μπορεί να μειώσει σημαντικά τη διάρκεια και την ένταση της λοίμωξης, όπως και την πιθανότητα δερματικής ή σπλαχνικής διασποράς. Σύνδρομο του Lhermitte εκδηλώνεται περίπου στο 10-15% των ασθενών μετά την ακτινοθεραπεία η οποία περιλαμβάνει σημαντικό μήκος του νωτιαίου μυελού. Προκαλεί παραισθησίες σε άνω και κάτω άκρα καθώς και στην κάμψη του λαιμού και μπορεί να οφείλεται σε παροδική απομυελίνωση του νωτιαίου μυελού. Εμφανίζεται 1-2 μήνες μετά τη λήξη της ακτινοθεραπείας τύπου μανδύα και συνήθως υποχωρεί αυτόματα σε 2 έως 6 μήνες. 2 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

Το σύνδρομο Lhermitte είναι συχνό επακόλουθο στους ασθενείς που έλαβαν αγωγή με αλκαλοειδή της βίνκα (βινκριστίνη και βινμπλαστίνη) και δεν σχετίζεται με το πιο σοβαρό πρόβλημα της εγκάρσιας μυελίτιδας (Hoppe 2008). Σημαντική ξηροστομία παρουσιάζεται κατόπιν ακτι νοθεραπείας του δακτυλίου του Waldeyer, η οποία όμως σπάνια εφαρμόζεται. Η στοματική υγιεινή έχει καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση των περιπτώσεων αυτών, γι' αυτό συνιστάται συχνή οδοντική προφύλαξη, περιποίηση και φθορίωση. Σημαντικό θέμα για τους ασθενείς με νόσο Hodgkin αποτελεί η επίδραση της θεραπείας στην πιθανή τεκνοποίηση. Στους άρρενες η ακτινοθεραπεία στην πύελο μπορεί να προκαλέσει αζωοσπερμία, αν δεν ληφθούν μέτρα για προφύλαξη των όρχεων. Όμως, με κατάλληλη προστασία των όρχεων, η αζωοσπερμία είναι παροδική με σταδιακή επανάκαμψη του σπέρματος σε γόνιμα επίπεδα. Σχήματα χημειοθεραπείας όπως MOPP ή συνδυασμοί παρόμοιοι του ΜΟPP, που περιλαμβάνουν αλκυλιούντες παράγοντες και προκαρβαζίνη ή BEACOPP, μπορούν να προκαλέσουν στειρότητα στους περισσότερους άντρες. Όμως, σχήματα όπως ABVD και Stanford V φαίνεται να διατηρούν την αντρική γονιμότητα (Horning και συν, 2002). Στις γυναίκες ο κίνδυνος μείωσης της γονιμότητας είναι σε άμεση συνάρτηση με την ηλικία. Ακόμα και με πολύ προσεκτικά σχεδιασμένα πεδία και μετατόπιση των ωοθηκών, η δόση της σκεδάζουσας ακτινοβολίας μπορεί να είναι αρκετή για να προκαλέσει διαταραχή της λειτουργίας των ωοθηκών και συμπτώματα εμμηνόπαυσης σε γυναίκες άνω των ετών που υποβλήθηκαν σε ακτι νοθεραπεία στην πύελο. Η ανάπτυξη δευτερογενών κακοήθων όγκων αποτελεί σοβαρή παρενέργεια της θεραπείας των λεμφωμάτων και περιλαμβάνει την ανάπτυξη λευχαιμίας, λεμφωμάτων και άλλων συμπαγών όγκων, για τους οποίους ενοχοποιείται κυρίως η ακτινοθεραπεία. Μελέτη της ομάδας του Stanford (Horning 2002) με μεταθεραπευτική παρακολούθηση 15ετίας έδειξε ότι ο κίνδυνος θανάτου από το λέμφωμα Hodgkin είναι ίσος με τον αντίστοιχο κίνδυνο θανάτου από άλλες αιτίες και είναι της τάξεως των 17%. Ενώ ο κίνδυνος θανάτου από τη νόσο Hodgkin μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, ο κίνδυνος θανάτου από άλλες αιτίες, σχετικές με την προηγηθείσα θεραπεία, αυξάνει δραματικά με τη πάροδο του χρόνου. Από τους συμπαγείς όγκους οι συχνότεροι είναι ο καρκίνος του μαστού και του πνεύμονα. Η μελέτη των ασθενών που υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία με την τεχνική του μανδύα από το έτος 1964 μέχρι 1984 στο Massachusetts General Hospital έδειξε ότι σε ασθενείς άνω των ετών ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού είναι 3,7 φορές μεγαλύτερος και σε νεώτερες ο κίνδυνος είναι ακόμη μεγαλύτερος 14,2 (Dores και συν, 2002). Για το λόγο αυτό, οι γυναίκες οφείλουν να αρχίζουν να υποβάλλονται σε έλεγχο με μαστογραφία 5-7 χρόνια μετά το πέρας της ακτινοθεραπείας τύπου μανδύα. Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί επίσης πολύ με γάλο πρόβλημα. Σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε δό σεις ακτινοθεραπείας άνω των Gy, ο σχετικός κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του πνεύμονα είναι μεταξύ 6,8 και 8,5. Το ποσοστό εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα, σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία και συνεχίζουν να καπνίζουν, αυξάνει κατακόρυφα. Γι' αυτό πρέπει να γίνεται ιδιαίτερη σύσταση σε αυτούς τους ασθενείς να κόψουν το κάπνισμα (Travis και συν, 2005). Την εμφάνιση κακοήθων όγκων ακολουθεί η πιθανότητα καρδιοπαθειών. Σημαντική παρενέργεια της ακτινοθεραπείας του μεσοθωρακίου, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με ανθρακυκλίνες, αποτελεί η στεφανιαία νόσος. Οι ασθενείς αυτοί πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά, αν και δεν υπάρχουν ακόμα διεθνή πρωτόκολλα για τον τρόπο παρακολούθησής τους. Συμπεράσματα Η θεραπεία της νόσου Hodgkin άλλαξε σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η προσεκτική μελέτη των θεραπευτικών σχημάτων που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν, σε συνδυασμό με τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα ελέγ χου της νόσου και της συνολικής επιβίωσης ασθενών, οδήγησε σε σημαντική αλλαγή των παραδοσιακών θεραπειών με κατεύθυνση προς πλέον περιορισμένης έκτασης ακτινοθεραπείες και μειωμένης έντασης πολυχημειοθεραπείες στα στάδια Ι και ΙΙ της νόσου. Ανάλογα με το στάδιο της νόσου, τουλάχιστον το 80% των ασθενών θεραπεύεται με τις σύγχρονες μεθόδους θεραπείας. Σε πρώιμα στάδια της νόσου η ακτινοθεραπεία με εκτεταμένα πεδία ήταν η θεραπεία εκλογής και είχε πολύ καλά αποτελέσματα οδηγώντας στην ίαση των ασθενών, αλλά οι όψιμες παρενέργειες που εμφανίζονταν 15- χρόνια μετά τη θεραπεία, ήταν συχνά ανίατες. Ιδιαίτερα η ακτινοθεραπεία με μεγάλα πεδία του τύπου «μανδύα» ενοχοποιείται για την εμφάνιση συμπαγών κακοήθων όγκων, ενώ η χημειοθεραπεία για την εμφάνιση λευχαιμίας. Γιαυτό, τη θέση των εκτεταμένων πεδίων ακτινοθεραπείας, έχουν λάβει η χημειοθεραπεία σε συνδυασμούς Κεφ. Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 3

και δόση φαρμάκων ανάλογη με το στάδιο της νόσου και η περιορισμένης έκτασης ακτινοθεραπεία. Σε προχωρημένα στάδια της νόσου η χημειοθεραπεία είναι η κυρίως θεραπευτική μέθοδος. Η ακτινοθεραπεία περιορίζεται στη μεγάλη μάζα της νόσου ή στην υπολειμματική μετά από χημειοθεραπεία νόσο και εξασφαλίζει την ίαση στο 50% περίπου των ασθενών. Από την άλλη πλευρά, η νέα εποχή στην ακτινοθεραπευτική τεχνολογία με γραμμικούς επιταχυντές, με πολύφυλλα διαφράγματα, ενσωματωμένο αξονικό τομογράφο, μαζί με την πρόοδο των διαγνωστικών μεθόδων και την ποζιτρονιακή τομογραφία με ενσωματωμένη αξονική τομογραφία (PET- CT), έχει επιτευχθεί μείωση της έκτασης των υγιών ιστών, που εκτίθενται στην επίδραση των ακτινοβολιών, με αποτέλεσμα τη δραστική μείωση των παρενεργειών. Η ακτινοθεραπευτική αγωγή των μη-hodgkin λεμφωμάτων Τα μη-hodgkin λεμφώματα αποτελούν το 88,5% των λεμφωμάτων και παρατηρούνται κυρίως σε ηλικιωμέ νους, σε αντίθεση με τη νόσο Hodgkin, η οποία, εκτός από ηλικιωμένους άνω των 60 ετών, παρατηρείται συχνά και σε άτομα δεύτερης και τρίτης δεκαετίας. Τα μη- Hodgkin λεμφώματα αποτελούν ετερογενή ομάδα περίπου τύπων κακοήθων νεοπλασμάτων του λεμφικού ιστού, η οποία περιλαμβάνει από σχεδόν καλοήθεις μορφές, έως ιδιαίτερα επιθετικά νεοπλάσματα, που χαρακτηρίζονται από την άναρχη ανάπτυξη των κυττάρων Β ή Τ, ή και των δυο αυτών κυτταρικών σειρών. Τις τελευταίες δεκαετίες η συχνότητα των επιθετικών λεμφωμάτων αυξάνει ταχέως στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, όπου σήμερα αποτελούν τον πέμπτο συχνότερο κακοήθη όγκο. Τα επιθετικά λεμφώματα, σε αντίθεση με τη νόσο Hodgkin, έχουν την τάση εξωλεμφαδενικής διασποράς σε οποιοδήποτε όργανο, συνηθέστερα στο στόμαχο, το λεπτό έντερο, το δέρμα, τον εγκέφαλο. Η ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας και της ανοσοϊστοχημείας τις τελευταίες δεκαετίες, βοήθησαν στην καλύτερη κατανόηση, ταξινόμηση και θεραπεία των λεμφω μάτων. Η πρόγνωση των μη-hodgkin λεμφωμάτων εξαρτάται από τον ιστολογικό τύπο, το στάδιο κατά τη διάγνωση και την ανταπόκρισή τους στη θεραπεία. Ειδικότερα, η πρόγνωση καθορίζεται από το Διεθνή Προγνωστικό Δείκτη, ο οποίος περιλαμβάνει: Ηλικία άνω των 60 ετών, Στάδιο ΙΙΙ ή PV, Υψηλές τιμές LDH, Περισσότερες της μιας εξωλεμφαδενικές εντοπίσεις Κακή γενική κατάσταση της υγείας. Σε απουσία των παραγόντων αυτών επιτυγχάνεται ο έλεγχος της νόσου στο 84% των αρρώστων. Η πρόγνω ση είναι δυσμενής (77%) όταν ο άρρωστος παρουσιάζει έναν από τους παράγοντες αυτούς και γίνεται δυσμενέστερη όσο αυξάνει ο αριθμός τους (42% σε αρρώστους με 4 παράγοντες). Τα μη-hodgkin λεμφώματα στις περισσότερες περιπτώσεις, ακόμη και στα πρώιμα στάδια, είναι συστηματικά νοσήματα (Fuks και συν, 1973). Η ακτινοθεραπεία, παρόλο που αποτελεί τοπική θεραπεία, λόγω της εντυπωσιακής ακτινοευαισθησίας των λεμφωμάτων, παραμένει σημαντικός θεραπευτικός παράγων, τόσο στις ήπιες όσο και στις επιθετικές μορφές λεμφωμάτων. Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι οι ασθενείς που βρίσκονται σε πρώιμα στάδια μη επιθετικών λεμφωμάτων σταδίου Ι, μπορούν να θεραπευτούν μόνο με περιορισμένου πεδίου ακτινοθεραπεία. Οι ασθενείς με πρώιμα στάδια λεμφωμάτων ενδιαμέσου βαθμού κακοήθειας, ωφελούνται από τη συνδυασμένη χημείο- και ακτινοθεραπευτική αγωγή. Χαμηλές δόσεις ακτινοθεραπείας μπορούν επίσης να ελέγξουν εξωλεμφαδενίκά λεμφώματα, όπως αυτά που αναπτύσσονταί στο λεμφίκό ίστό του βλεννογόνου του γαστρεντερίκού σωλήνα. Ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των μεθόδων χημείοθεραπείας, περίορίσθηκαν οί ενδείξείς της ακτίνοθεραπείας στα πολύ πρώίμα στάδία των μη- Hodgkin λεμφωμάτων. Τα αποτελέσματα τυχαίοποίημένων μελετών των ECOG και SWOG τη δεκαετία του '90 κατέδειξαν ότι η τοπίκή ακτίνοθεραπεία, σε συνδυασμό με σύντομη ή εντατίκή χημείοθεραπεία, στα στάδία Ι καί ΙΙ, έχεί καλύτε ρο τελίκό αποτέλεσμα, σε σχέση με μόνη χημείοθεραπεία καί ότί η περαίτέρω εντατίκοποίηση της χημείοθεραπείας δεν βελτίώνεί το αποτέλεσμα. Σε προχωρημένα στάδία, επίσης, η ακτίνοθεραπεία της τοπίκά εκτεταμένης νόσου προσφέρεί θεραπευτίκό πλεονέκτημα, όπως καί στα εξωλεμφαδενίκά λεμφώματα (Ralph καί συν, 2000, Aviles καί συν, 2004). Χαμηλού βαθμού κακοήθειας λεμφώματα σταδίου Ι και ΙΙ Η νόσος εμφανίζεταί συνήθως σε άτομα άνω των 50 ετών καί δίηθεί λεμφαδένες οποίασδήποτε ομάδας, με μεγαλύτερη συχνότητα στην τραχηλίκή περίοχή. Μπορεί 4 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

όμως να αναπτυχτεί καί εκτός λεμφαδένων, σε οποίονδήποτε ίστό υπάρχεί λεμφίκός ίστός. Τα δυο τρίτα των μη-hodgkin λεμφωμάτων χαμηλή κακοήθειας αναπτύσσονταί στους λεμφαδένες καί το υπόλοίπο ένα τρίτο σε εξωλεμφαδενίκούς ίστούς (Kamath καί συν, 1999). Ασθενείς με λεμφαδενίκή νόσο συνήθως προσέρχονταί με κάποίο ψηλαφητό όζο στην τραχηλίκή, τη βουβωνίκή ή τη μασχαλίαία χώρα. Κλίνίκά συμπτώματα, όπως πυρετός, νυχτερίνές εφίδρώσείς, απώλεία βάρους, (Β συμπτώματα) εμφανίζονταί στο 20% με % των 82%, 64%, 44% καί 35%, αντίστοίχα. Δεν παρατηρή θηκε δίαφορά στην ελεύθερη νόσου επίβίωση ανάμεσα στα στάδία Ι καί ΙΙ ή ανάμεσα στα λεμφώματα των λεμ φαδένων ή τα εξωλεμφαδενίκά. Στους μεγαλύτερους των 60 ετών ασθενείς κατέγραψαν συντομότερο χρόνο επίβίωσης, εξαίτίας συμπαραμαρτούντων νοσημάτων (Yahalom 2003). Στους ασθενείς που υποβλήθηκαν σε εκτεταμένων πε δίων ακτίνοθεραπεία, η ομάδα του Stanford (Horning 2005) σημείωσε καλύτερα αποτελέσματα περίοχίκού Κεφ. Εικ. 11. Ακτινοθεραπευτικό πεδίο το οποίο περιλαμβάνει μασχάλη, υπερ-υποκλείδια και τραχηλική περιοχή. Ισοδοσιακές καμπύλες και ακτινολογική απεικόνιση πεδίου ασθενών. Οί πίο συχνές θέσείς λεμφαδενίκής ανάπτυξης βρίσκονται στην τραχηλική χώρα στο 70% των ασθενών, στους βουβώνες στο 60% καί στη μασχαλίαία χώρα στο 50% των ασθενών (είκόνα 11). Οί περίσσότερες περίπτώσείς ασθενών, αν καί εμφανίζονταί με τοπίκή νόσο κατά τη δίάγνωση, στη σταδίοποίηση αποδείκνύεταί ότί πρόκειται για πιο εκτεταμένη νόσο. Στα μη-hodgkin λεμφώματα δεν ίσχύεί η συνάφεία των λεμφαδενίκών περίοχών εξάπλωσης της νόσου καί συνεπώς τα πεδία ακτίνοθεραπείας περίορίζονταί στίς δίηθημένες περίοχές (είκόνα 12). Η συνολίκή δόση που χορηγείταί είναί 35 Gy (Sutcliffe 1985). Η μελέτη σειρών ασθενών με μη-hodgkin λεμφώματα σταδίου Ι καί ΙΙ που αντίμετωπίστηκαν με ακτίνοθεραπεία έδειξε ότι σημαντικός αριθμός ασθενών αποθεραπεύτηκε με μόνη την ακτίνοθεραπεία. Με παρακολούθηση κατά μέσο όρο 14 έτη μετά από ακτίνοθεραπευτίκή αγωγή, η επίβίωση που καταγράφηκε 5, 10, 15 καί 20 έτη, ήταν Εικ. 12. Διάταξη πεδίων με τη τεχνική Vmat στο μεσοθωράκιο ελέγχου της νόσου, χωρίς όμως αντίστοίχία στη συνολίκή επίβίωση. Η έλλείψη σαφούς πλεονεκτήματος, σε συνδυ ασμό με την αυξημένη τοξίκότητα καί τη μακροπρόθεσμα Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 5

πίθνή αναγκαίότητα χημείοθεραπείας σε περίπτωση υπο τροπής, οδήγησαν στη σαφή ένδείξη εντοπίσμένης ακτίνοθεραπείας στην προσβεβλημένη περίοχή (είκόνα 13 καί 14). Η προσθήκη της χημείοθεραπείας σε ασθενείς με ήπία νόσο δεν φάνηκε να οδηγεί σε ευνοϊκότερη έκ βαση. Συνήθως οί υποτροπές της νόσου εμφανίζονταί σε μη ακτίνοβολημένες περίοχές, 5 με 6 έτη μετά την πρώτη θεραπεία (Ralph καί συν, 2000). Χαμηλού βαθμού κακοήθειας λεμφώματα σταδίου ΙΙΙ Τα χαμηλού βαθμού κακοηθείας λεμφώματα σταδί ου ΙΙΙ αποτελούν πεδίο δίαμάχης, γίατί, ανεξάρτητα της θεραπευτίκής μεθόδου, υποτροπίάζουν στα πέντε πρώτα χρόνία. Η υποτροπή εμφανίζεταί επίθετίκότερη, αλλά συνήθως ελέγχεταί με πολυχημείοθεραπεία. Καλή ανταπόκρίση στη θεραπεία παρουσίασαν τα λεμφώματα που δεν εμφανίζουν ογκώδείς μάζες, ή δίήθηση σε πέντε ή νπερίσσότερες λεμφαδενίκές περίοχές καί δεν παρουσίάζουν συμπτωματολογία Β. Η ακτίνοθεραπεία της κεντρίκής λεμφίκής οδού έχεί τα ίδία αποτελέσματα με το συνδυασμό ακτίνο/χημείοθεραπείας. Εξωλεμφαδενικά λεμφώματα οριακής ζώνης Τα λεμφώματα των βλεννογόνων είναί χαμηλού βαθ μού κακοήθείας καί εντοπίζονταί συνήθως στο στομάχί, τους οφθαλμούς, τους σίελογόνους αδένες, τους μαστούς, το θυρεοείδή αδένα, τους πνεύμονες. Παραμένουν τοπίκά εντοπίσμένα καί είναί ευαίσθητα σε χαμηλές δόσείς ακτίνοθεραπείας. Η πίο συχνή περίοχή εμφάνίσης είναί το στομάχι. Έχουν κατά καιρούς εφαρμοστεί διάφορες θεραπευτίκές μέθοδοί, όπως γαστρεκτομή, χημείοθεραπεία ή ρίζίκή ακτίνοθεραπεία με Gy. Με την τελευταία επίτυγχάνεταί εξάλείψη της νόσου καί συγχρόνως δίατήρηση του οργάνου (Brad καί Kahl 2003) (Βλέπε ακόμη κεφάλαίο 8). Treatment Type: STATIC B AMS Optaniritfcm Mode: None Calculndon MgrJt: HQPMfli - Recomputed Εικ. 13. Διήθηση στη περιοχή του ρινο-ορο φάρυγγα από λέμφωμα Hodgkin. Πεδίο τοξοειδούς διαμορφούμενης έντασης ακτινοθεραπείας 6 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

Μετρίου ή υψηλού βαθμού κακοήθειας λεμ φώματα σε πρώιμα στάδια Κεφ. Τα πρώίμα στάδία των επίθετίκών λεμφωμάτων αρχίκά αντίμετωπίστηκαν με ακτίνοθεραπευτίκή αγωγή, άλλοτε εκτεταμένη καί άλλοτε εντοπίσμένη, με πίθανότητα επίτυχίας 50%, με τίς υποτροπές να εμφανίζονταί πάντα εκτός πεδίου θεραπείας. Με μεγαλύτερη προσοχή καί καλύτερη σταδίοποίηση επετεύχθη ο δίαχωρίσμός του σταδίου Ι, όπου η εκτεταμένη ακτίνοθεραπεία έδίδε ποσοστά ελεύθερα νόσου στη δεκαετία 90 με 100%. Τα αντίστοίχα ποσοστά του σταδίου ΙΙ παρέμείναν 35-55%. Η τυχαίοποίημένη μελέτη του Memorial Sloan-Kettering Cancer Center (Yahalom 1993) έδείξε τη σαφή υπεροχή του συνδυασμού χημείοθεραπείας με σχήμα CHOP καί περίορίσμένης έκτασης ακτίνοθεραπεία στην επίβίωση στην επταετία (80%), συγκρίτίκά με μόνη ακτίνοθεραπεία (20%). Τα αποτελέσματα αυτά επίβεβαίώθηκαν από μετέπείτα μελέτες καί καθίέρωσαν τη μέθοδο αυτή ως θεραπεία εκλογής. Τα αποτελέσματα μελέτης της ECOG έδείξαν ότί η προσθήκη ακτίνοθεραπείας μετά από χημείοθεραπεία, ακόμη καί σε υπολείμματίκή νόσο, ασθενών με μεγάλες λεμφαδενίκές μάζες, επίφέρεί την πλήρη ύφεση. Η ελεύ θερη νόσου επίβίωση των ασθενών που υποβλήθηκαν σε συνδυαστίκή θεραπεία ήταν στατίστίκά καλύτερη εκεί νων που υποβλήθηκαν μόνο σε χημείοθεραπεία, 73% έναντί 58% (Hauke 2000). Τα αποτελέσματα αυτά δίαπίστώνονταί καί από τη μελέτη SWOG, κατά την οποία το όφελος της επίκουρίκής ακτίνοθεραπείας στην περίοχή της αρχίκής νόσου καταγράφεταί με στατίστίκά σημαντίκές δίαφορές (Cheson καί συν, 1999). Συμπερασματίκά, αναδείκνύεταί η σημασία της συστηματίκής θεραπείας γία την καταπολέμηση μίας συστηματίκής νόσου, όπως τα στάδία Ι καί ΙΙ του επίθετίκού λεμφώματος καί η αξία της επίπρόσθετης ακτίνοβόλησης της αρχίκής εστίας της νόσου. Ο ρόλος της ακτινοθεραπείας στα προχωρημένα στάδια του μετρίου ή υψηλού βαθμού κακοήθειας λεμφώματος Ο ρόλος της ακτίνοθεραπείας σε προχωρημένα στάδία καί επίθετίκά λεμφώματα δεν ήταν δυνατόν να προσδίορίστεί μέχρί τη εμφάνίση στην καθημερίνή πράξη της FDG-PET/CT. Η υπολείμματίκή νόσος που καταδείκνύεί η συγκεκρίμένη μεταβολίκή εξέταση αποτελεί ένδείξη τοπίκής ακτίνοθεραπείας (είκόνα 15 καί16). Η πενταετής ελεύθερη νόσου επίβίωση στην ομάδα των ακτίνοβοληθέντων ασθενών ανήλθε στο ύψος των 72%, έναντί 35% Εικ. 14. Διάταξη πεδίων με τη τεχνική Vmat στον τράχηλο των μη ακτίνοβοληθέντων. Ακόμη καί σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε εντατίκά σχήματα ακτίνοθεραπείας καί μεταμόσχευση, η συμπληρωματίκή ακτίνοθεραπεία της αρχίκής νόσου επέφερε στατίστίκά καλύτερο αποτέλεσμα (Lin καί συν, 2005) (είκόνα 17). Συμπερασματίκά, παρόλο που η κυρίως θεραπεία των επίθετίκών μορφών λεμφωμάτων είναί η χημείοθεραπεία, η ακτίνοθεραπεία της υπολείπόμενης νόσου βελτίώνεί το θεραπευτίκό αποτέλεσμα. Ολοσωματική Ακτινοθεραπεία Ο ρόλος της ολοσωματίκής ακτίνοθεραπείας στα λεμ φώματα, κυρίως στηρίζεταί στην επίτυχία που είχε η μέθο δος στίς οξείες λευχαίμίες. Αν καί η ολοσωματίκή ακτίνοθεραπεία εφαρμόζεταί ως μέθοδος ανοσοκαταστολής γία την αποφυγή απόρρίψης του μοσχεύματος στην αυτόλογη μεταμόσχευση μυελού, ο ρόλος της στα λεμφώματα είναί κυρίως κυτταροκτόνος. Η μέθοδος χρησίμοποίείταί περίσσότερο στίς ΗΠΑ παρά στην Ευρώπη καί το πίο σύνηθες σχήμα είναί η υπερκλασματοποίημένη ακτίνοθεραπεία (12-14 Gy σε κλάσματα των 1,5-2 Gy/ δύο ή τρείς φορές την ημέρα) που παρουσίάζεί πολύ μίκρή τοξίκότητα. Παρηγορητική ακτινοθεραπεία Σε ασθενείς με υποτροπίάζουσα νόσο που δεν ανταποκρίνεταί σε άλλες θεραπευτίκές μεθόδους, η ακτίνοθεραπεία αποτελεί την πίο αποτελεσματίκή λύση, λόγω της αναλγητίκής της δράσης καί του τοπίκού ελέγχου που επίτυγχάνεί (Haas καί συν, 2003). Οί περίπτώσείς στίς οποίες θα πρέπεί να λαμβάνεταί σοβαρά υπόψη η πίθανότητα παρηγορητίκής ακτίνοθεραπείας είναί: Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 7

Εικ. 15. Απεικόνιση, σε τρία επίπεδα, υπολειμματικής νόσου μη- Hodgkin λεμφώματος κατά την παραορτική, λαγόνιο και βουβωνική περιοχή με PET/CT Λεμφώματα σταδίου ΙΙΙ και!v ανθεκτικά στην ακτι νοθεραπεία καί χημείοθεραπεία με τοπίκά εκτεταμένη νόσο. Υποτροπιάζον ή επιθετικό πρωτοπαθές μη-hodgkin λέμφωμα οποίουδήποτε σταδίου, κυρίως με εκτετα μένη τοπίκή νόσο, που δεν μπορεί να αντίμετωπίστεί με εντατίκό χημείοθεραπευτίκό σχήμα, εξαίτίας της μεγάλης ηλίκίας του ασθενούς, της μεγάλης τοξίκότητας της χημείοθεραπείας ή της αντοχής της νόσου στα χημείοθεραπευτίκά σχήματα. Υποτροπή κατόπίν αυτόλογης ή αλλογενούς μεταμό σχευσης αρχέγονων αίμοποίητίκών κυττάρων. Τοπικώς περιορισμένα λεμφώματα σε ασθενείς HIV θετίκούς. Οί δόσείς της ακτίνοθεραπείας εξαρτώνταί από το θεραπευτίκό στόχο. Εάν στόχος είναί ο τοπίκός έλεγχος της νόσου σε ανίατες όμως καταστάσείς, τότε χορηγούμε 40 Gy σε 10-20 κλάσματα. Όταν σκοπός της θεραπείας είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων, τότε τα σχήματα που χρησίμοποίούμε εί ναι, 20 Gy σε πέντε κλάσματα σε μία εβδομάδα, 25 με Gy σε 10-20 κλάσματα ή 12 με 16 Gy σε δυο κλάσματα σε μία εβδομάδα. 8 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου

Εικ. 17. Εντοπισμένο ακτινοθεραπευτικό πεδίο με σύμμορφη τεχνική σε περιοχή διήθησης λεμφώματος Βιβλιογραφία Cheson BD, Horning SJ, Coiffier B και συν. Report of an international workshop to standardize response criteria for non-hodgkin's lymphomas. NCI Sponsored International Working Group. J Clin Oncol 1999; 17:1244. De Vita VT Jr. Late sequelae of treatment of Hodgkin's disease. Cur rent opinion in oncology 1997, 9:428-431. Diehl V, Brillant C, Engert A και συν. HD 10: Investigating reduction of combined modality treatment intensity in early stage Hodgkin lymphoma. Interim analysis of a randomized trial of the German Hodgkin Study Group (GHSG). 2005;23(165):6506. Diehl V, Behringer K και Raemaekers J. Treatment of stage III IV Hodgkin lymphoma. In: Hoppe RT, Armitage JA, Diehl V. Hodgkin lymphoma. Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins; 2007; pp253 270. Duhmke E, Franklin J, Pfreundschuh M και συν. Low-dose radiation is sufficient for the noninvolved extended-field treatment in favorable early-stage Hodgkin disease: long-term results of a randomized trial of radiotherapy alone. J Clin Oncol 2001;19:2905 2914. Dores GM, Metayer C, Curtis RE και συν. Second malignant neoplasms among long-term survivors of Hodgkin disease: a population-based evaluation over 25 years. J Clin Oncol 2002; 20:3484 3494. Edwards-Bennett SM, Jacks LM και Moskowitz CH. Stanford V pro gram for locally extensive and advanced Hodgkin lymphoma: the Memorial Sloan-Kettering Cancer Center experience. Αnn Oncol 2010 ;21:574-81. Eich HT, Diehl V, Gorgen H, και συν. Intensified chemotherapy and dose-reduced involved-field radiotherapy in patients with early un favorable Hodgkin's lymphoma: final analysis of the German Hodgkin Study Group HD11 trial. J Clin Oncol 2010 20;28:4199-206. Fabian CJ, Mansfield CM, Dahlberg S και συν. Low-dose involved field radiation after chemotherapy in advanced Hodgkin disease. A Southwest Oncology Group randomized study. Ann Intern Med 1994; 120:903 912. Hancock BW. Principles of chemotherapy in Hodgkin lymphoma. In: Hough RE, Hoppe RT, Armitage JA, Diehl V eds. Hodgkin lymphoma. Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins; 2007, σελ 177 178. Hancock SL, Cox RS και McDougall IR. Thyroid diseases after treat ment of Hodgkin disease. N Engl J Med 1991; 325:599 605. Hauke RJ και Armitage JO: Treatment of non-hodgkin Lymphoma. Current opinion in Oncology 2000, 12:412-418. Horning SJ, Hoppe RT, Breslin S και συν. Stanford V and radiother apy for locally extensive and advanced Hodgkin disease: mature re sults of a prospective clinical trial. J Clin Oncol 2002; 20:6 637. Horning SJ, Williams J, Bartlett NL και συν. Assessment of the Stanford V regimen and consolidative radiotherapy for bulky and advanced Hodgkin disease: Eastern Cooperative Oncology Group pilot study E1492. J Clin Oncol 2000; 18:972 980. Hoppe RT. The management of bulky mediastinal Hodgkin disease. Hematol Oncol Clin North Am 1989;3:265 276. Hoppe R.T. Hodgkin Lymphoma, Perez and Brady's Principles and Practice of Radiation Oncology, 5th Edition, 2008.Chapter 75:1721-1738. Ιακωβίδου Ι. Λεμφογενείς νεοπλασίες. Βασικές αρχές, ταξινόμηση, διαγνωστικός οδηγός. Εκδόσεις MEDICALS GRAPHICS, Πειραιάς. Jerusalem G, Hustinx R, Beguin Υ και Fillet G. Positron emission tomography imaging for lymphoma. Current opinion in oncology 2005, 17:441-445. Kamath SS, Marcus RB Jr, Lynch JW και συν. The impact of radio therapy dose and other treatment-related and clinical factors on in field control in stage I and II non-hodgkin's lymphoma. Int J Radiat Oncol Biol Phys 1999; 44:563 568. Kaplan HS. Hodgkin disease, Cambridge, MA: Harvard University Press; 1980. Kaplan HS. On the natural history, treatment, and prognosis of Hodgkin disease. Harvey Lect 1968;64:215-259. Koh ES, Sun A, Tran TH και συν. Clinical dose-volume histogram analysis in predicting radiation pneumonitis in Hodgkin lymphoma. Int J Radiat Oncol Biol Phys 2006; 66:223 228. Lin P, Chu J, Kneebone A και συν. Direct comparison of 18f-fluoro- Η ακτινοθεραπεία των λεμφωμάτων < 9

deoxyglucose coincidence gamma camera tomography with gallium scanning for the staging of lymphoma. Intern Med J 2005: 35:91-96. Naumann R, Vaic A, Beuthien-Baumann B και συν. Prognostic value of positron emission tomography in the evaluation of post-treatment residual mass in patients with Hodgkin disease and non-hodgkin lymphoma. Br J Haematol 2001;115:793 800. Prosnitz L και Ng A. Non Hodgkin Lymphoma, Perez and Brady's Principles and Practice of Radiation Oncology, 5th Edition, 2008. Chapter 76 pp1739-1765. Rosenberg S και Kaplan HS. Evidence for an orderly progression in the spread of Hodgkin disease. Cancer Res 1966;26:1225 1231. Salloum E, Doria R, Farber LR και συν. Combined modality therapy in previously untreated patients with advanced Hodgkin disease: a 24-year follow up study. Cancer J Sci Am 1995;1:267 273. Specht L, Gray RG, Clarke MJ και Peto R, for the International Database on Hodgkin's disease Overview Study Group: Influence of more extensive radiotherapy and adjuvant chemotherapy on longterm outcome of early stage Hodgkin's disease: a meta analysis of 23 randomized trials involving 3888 patients. J Clin Oncol 1998, 16:8-843. Sutcliffe SB, Gospodarowicz MK, Bush RS και συν. Role of radiation therapy in localized non-hodgkin's lymphoma. Radiother Oncol 1985; 4: 211 223. Travis LB και Gilbert E. Lung cancer after Hodgkin lymphoma: the roles of chemotherapy, radiotherapy and tobacco use. Radiat Res 2005;163: 695 696. Van den Berg H, Zsiros J και Behrendt H. Treatment of Childhood Hodgkin's disease without RT. Ann Oncology 1977, 5:2275-2278. Vose JM, Constine LS και Sutcliffe SB. Other Complications of the treatment of Hodgkin Lymphoma. In: Hoppe RT, Armitage JA, Diehl V, eds. Hodgkin lymphoma. Philadelphia: Lippincott Wil liams & Wilkins; 2007;pp383 392. Wolf J. Issues in the treatment of Hodgkin's disease. Current opinion in oncology 1998, 10:396-402. Yahalom J, Hoppe RTrai Mauch PM. Principles and techniques of radiation therapy for Hodgkin lymphoma. In: Hoppe RT, Armitage JA, Diehl V, eds. Hodgkin lymphoma. Philadelphia: Lippincott Wil liams & Wilkins; 2007; pp177 188. Yahalom J. Does radiotherapy still have a place in Hodgkin lymphoma? Curr Hematol Malig Rep 2009;4:117-24. 310 Δ. Κατσώχη, Σ. Κοσμίδη, Κ. Φωτοπούλου, Χρ. Παρασκευοπούλου