Βιοποικιλότητα είναι η ποικιλία της ζωής σε όλες τις μορφές, τα επίπεδα και τους συνδυασμούς τους. Βιοποικιλότητα είναι η ποικιλία των ζωντανών οργανισμών (χερσαίων, θαλάσσιων και άλλων υδατικών) και των οικολογικών συμπλεγμάτων που σχηματίζουν.
γενετικές διαφορές ανάμεσα στα άτομα του ίδιου είδους
- περίπου 10.000.000 είδη στον πλανήτη - μόνο 1,8 εκ. είδη έχουν καταγραφεί και ταξινομηθεί μέχρι σήμερα
ποικιλότητα βιοκοινοτήτων και τοπίων
Βιοποικιλότητα είναι και ο πλούτος στην πολιτισμική έκφραση των ανθρώπινων κοινωνιών, σύγχρονων και προγενέστερων.
Οι βιολογικοί πόροι και η ποικιλία τους με τα «αγαθά» που εξασφαλίζουν (τροφή, φαρμακευτικές ουσίες, ξυλεία, καύσιμα, βιομηχανικές πρώτες ύλες κ.ά.) και οι «υπηρεσίες» των φυσικών οικοσυστημάτων (καθαρισμός του αέρα και του νερού, αποικοδόμηση αποβλήτων, μερική σταθεροποίηση του κλίματος, ανακύκλωση θρεπτικών συστατικών, προστασία από τη διάβρωση, επικονίαση, αισθητική απόλαυση κ.ά.) συνιστούν παράγοντες ιδιαίτερης σημασίας για την επιβίωση του είδους μας και την ανάπτυξη των πολιτισμών μας.
Εκτιμάται ότι το 40% της παγκόσμιας οικονομίας βασίζεται σε βιολογικά προϊόντα και διεργασίες.
Εκτιμάται ότι ό αριθμός των σύγχρονων μορφών ζωής αντιστοιχεί στο 1% του συνόλου των ειδών που έζησαν ποτέ στον πλανήτη. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει ωστόσο τη μεγαλύτερη ποικιλία ειδών σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη εποχή στο παρελθόν.
Στην εποχή μας εκτιμάται ότι ο ρυθμός εξαφάνισης ειδών είναι 1.000 φορές μεγαλύτερος από το φυσικό, το ρυθμό δηλαδή εξαφάνισης ειδών που δεν αποδίδεται σε έντονες ανθρώπινες επεμβάσεις. Εκτιμήσεις ειδικών αναφέρουν ότι 3 είδη κατά μέσο όρο εκλείπουν κάθε ώρα, ενώ προβλέπεται η εξαφάνιση του 50% των σημερινών θηλαστικών, πουλιών και ερπετών στα επόμενα 300-400 χρόνια. Propithecus tattersalli: χρυσοκέφαλος λεμούριος που απειλείται από εξαφάνιση
Η σύγχρονη μείωση της βιοποικιλότητας αποδίδεται κυρίως στον υπερπληθυσμό, στην εξάπλωση των κατοικημένων περιοχών και στην υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων σε συνδυασμό με τις μετατροπές στις χρήσεις γης, τον κατακερματισμό, την υποβάθμιση ή και την απώλεια των ενδιαιτημάτων, τη ρύπανση, τις κλιματικές αλλαγές, την εισαγωγή ξενικών ειδών κ.ά. Τα συγκεκριμένα φαινόμενα σχετίζονται έμμεσα ή άμεσα με δραστηριότητες της παγκόσμιας οικονομίας.
Η απώλεια της βιοποικιλότητας είναι ένα ζήτημα με σύνθετες κοινωνικές, οικονομικές, πολιτισμικές και οικολογικές διαστάσεις. Οι συνέπειες αφορούν σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι ενδεδειγμένοι τρόποι πρόληψης προϋποθέτουν κι αυτοί σύνθετες λύσεις και λεπτομερή τοπική ή περιφερειακή γνώση του θέματος.
Η Σύνοδος Κορυφής του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (Ρίο 1992) και η επακόλουθη υπογραφή της Σύμβασης για τη Βιολογική Ποικιλία (CBD) έθεσε τη βιοποικιλότητα και την αναζήτηση βιώσιμων πρακτικών διαχείρισής της στα θέματα δημόσιου διαλόγου και επαναπροσανατόλισε τις πολιτικές αναζητήσεις των κρατών.
Μετά το Γιοχάνεσμπουργκ (2002) η βιοποικιλότητα αναγνωρίζεται ως παράγοντας κρίσιμης σημασίας για τη συνολική βιώσιμη ανάπτυξη και την εξάλειψη της φτώχιας σε παγκόσμιο επίπεδο, την ανθρώπινη επιβίωση κι ευημερία και την πολιτισμική ανάπτυξη των κοινωνιών. Τα κράτη δεσμεύτηκαν για την ουσιαστική επιβράδυνση του ρυθμού απώλειας της βιοποικιλότητας μέχρι το 2010.
Στο πλαίσιο αυτό η Ε.Ε. έθεσε ως στόχο την: «ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΕΩΣ ΤΟ 2010 ΚΑΙ ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ». Η επίτευξη των στόχων, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προϋποθέτει κατά κύριο λόγο την προώθηση της έρευνας σε θέματα που αφορούν στη βιοποικιλότητα και στη διαχείρισή της σε τοπικό, εθνικό, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, το συντονισμό των υφιστάμενων διεθνών και εθνικών δικτύων παρακολούθησης της βιοποικιλότητας και τη διάχυση της πληροφορίας με στόχο την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών.
Το 2004 η Παγκόσμια Ημέρα Τροφίμων (16/10) του FAO είχε θέμα: «Βιοποικιλότητα για την Ασφάλεια των Τροφίμων» τονίζοντας την αξία της βιοποικιλότητας για την εξάλειψη του υποσιτισμού παγκόσμια.
ανακήρυξε ο ΟΗΕ το 2008, στοχεύοντας στην ανάδειξη του προϊόντος ως μια από τις πιο θρεπτικές τροφές για τους άπορους του κόσμου.
Πριν από 10.000 χρόνια περίπου, με την αρχή της Γεωργικής Επανάστασης, η ανθρωπότητα ξεκίνησε ένα πείραμα που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την εξέλιξή της αλλά και την εξέλιξη ενός σημαντικού ποσοστού της βιοποικιλότητας του πλανήτη.
8.000 π.χ. Πρώτες καλλιέργειες σιτηρών και εξημέρωση ζώων στην Ευρώπη 5.000 π.χ. Πρώτες υλοτομήσεις δασών για επέκταση καλλιεργειών. Αρχικά στάδια διαμόρφωσης του αγροτικού τοπίου.
Τα αγροτικά συστήματα με διάφορες ήπιες βελτιωτικές πρακτικές έχουν διατηρηθεί και υποστηρίξει 300 γενιές ανθρώπων για περίπου 7.000 χιλιάδες χρόνια χωρίς σημαντικές εξωτερικές εισροές και, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, υποστήριζαν μια πλούσια άγρια ζωή.
Το αγροτικό περιβάλλον είναι πρωτίστως ένα ζωτικό περιβάλλον στο οποίο η πανίδα, η χλωρίδα, οι οικότοποι και οι γεωργικές δραστηριότητες εξελίσσονται αλληλένδετες.
Στη διάρκεια των αιώνων αναπτύχθηκε μια συμβιωτική σχέση αλληλεξάρτησης: η διατήρηση κάποιων ειδών και οικοσυστημάτων εξαρτάται από τη συνέχιση ορισμένων γεωργικών δραστηριοτήτων και η γεωργία είναι επίσης η πρώτη που επωφελείται από τη βιοποικιλότητα.
Η σύγχρονη αγροβιοποικιλότητα είναι το αποτέλεσμα πολυετούς συνεξέλιξης των καλλιεργούμενων φυτών και των εκτρεφόμενων ζώων, των υπόλοιπων οργανισμών που συναντώνται στα αγροτικά οικοσυστήματα και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Αριθμητικά και άλλα στοιχεία παγκόσμια Σε παγκόσμιο επίπεδο το 40% της επιφάνειας της γης δεσμεύεται σε αγροτικές δραστηριότητες. Ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας αντιστοιχεί στους σύγχρονους αγρότες.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων (FAO), τα ¾ της γενετικής ποικιλίας των καλλιεργούμενων ειδών «χάθηκε» κατά τον 20ο αιώνα.
Παρά τις πρόσφατες προσπάθειες για αναχαίτιση της απώλειας της βιοποικιλότητας, η εντατικοποίηση της γεωργίας και της δασοκομίας έχει στην ουσία επιταχύνει την υποβάθμιση των οικοτόπων.
ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ - Στην Ε.Ε. των 15, η αγροτική γη κάλυπτε το 42% της συνολικής έκτασης της Ευρώπης και το 50,5% της Ε.Ε. - Μετά τη διεύρυνση (Ε.Ε. των 25), οι αγροτικές περιοχές καλύπτουν το 90% της Ε.Ε. και κατοικούνται από το 57% του πληθυσμού της.
- Η δυναμική εξάρτηση της βλάστησης από το κλίμα και την τοπογραφία, σε συνάρτηση με τις ήπιες γεωργικές πρακτικές που εφαρμόζονταν για αιώνες στην Ευρώπη, έχει δημιουργήσει ένα πολυποίκιλο μωσαϊκό αγροτικών τοπίων που περιλαμβάνει ημιφυσικά περιβάλλοντα και καλλιέργειες και εξαπλώνεται από τα εκτεταμένα βοσκοτόπια της Βορειοδυτικής Ευρώπης και τις εκτενείς αγροτοδασικές εκτάσεις της Σκανδιναβικής Χερσονήσου έως τα μικτά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα με τους μικρούς κλήρους γης της Μεσογείου.
- Η μεγάλη ποικιλία του αγροτικού τοπίου συντηρεί ένα σημαντικό αριθμό ειδών πανίδας και χλωρίδας, πολλά από τα οποία εξαρτώνται άμεσα για την επιβίωσή τους από τη συνέχιση των παραδοσιακών μορφών γεωργίας και κτηνοτροφίας.
- Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το 65% των πεταλούδων της Ευρώπης (576 είδη συνολικά) ζουν σε αγροτικές εκτάσεις με παραδοσιακές μορφές καλλιέργειας. - Περίπου 12.500 είδη φυτών της ευρωπαϊκής ηπείρου εξαρτώνται άμεσα από τις γεωργικές πρακτικές και παρατηρούνται τόσο σε αγροτικά όσο και σε ημιφυσικά περιβάλλοντα.
Η μεγάλη έκταση και ποικιλία των αγροτικών οικοσυστημάτων της ευρωπαϊκής υπαίθρου συντηρεί έναν μεγάλο αριθμό πουλιών, στα οποία περιλαμβάνονται 173 είδη προτεραιότητας, ο μεγαλύτερος αριθμός (ειδών προτεραιότητας) από κάθε άλλο οικοσύστημα.
Οι ΣΠΠΕ (Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ευρώπης) καταλαμβάνουν το 7% της ευρωπαϊκής ηπείρου. Στο 65% των περιοχών αυτών περιλαμβάνονται και αγροτικές δραστηριότητες (γεωργία και κτηνοτροφία), χωρίς όμως να αποτελούν την κύρια χρήση γης, ενώ σε 17% των ΣΠΠΕ η γεωργία και η κτηνοτροφία αποτελούν την κύρια ανθρώπινη δραστηριότητα.
ΜΕΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Συνολικά η γεωργική γη καταλαμβάνει το 30% της έκτασης της χώρας μας και περιλαμβάνει, ως επί το πλείστον, ετήσιες και αροτραίες καλλιέργειες (σιτηρά, καπνός, βαμβάκι, κ.ά.) και πολυετείς όπως οι οπωρώνες, οι ελαιώνες και τα αμπέλια.
Σημαντικό ποσοστό της ελληνικής αγροτικής παραγωγής καταλαμβάνει και η κτηνοτροφία, καθώς τα βοσκοτόπια καλύπτουν το 39% της ελληνικής υπαίθρου.
- Εντατικοποίηση της γεωργίας στην ελληνική ύπαιθρο, κυρίως μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε. και την εφαρμογή της ΚΑΠ - Εφαρμογή προγραμμάτων αναδιάρθρωσης χωρίς να ληφθούν υπόψη οι τοπικές ιδιαιτερότητες - Σύνδεση της παραγωγής με τη λήψη επιδοτήσεων σε συνδυασμό με αναδασμούς που οδήγησαν από ήπιες σε εντατικές καλλιέργειες - Εγκατάλειψη γεωργίας σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές
- Μείωση της κτηνοτροφίας σε κάποιες περιοχές (Στερεά Ελλάδα) και αύξηση της σε άλλες (Κρήτη) εξαιτίας των επιδοτήσεων της ΚΑΠ - Υπερβόσκηση και πυρκαγιές
- Όσον αφορά στις Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά, στην Ελλάδα υπάρχουν 192 ΣΠΠ, εκ των οποίων το 90% περιλαμβάνει και εκτάσεις με αγροτικές χρήσεις γης, ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από την υπόλοιπη Ευρώπη. - Η εντατικοποίηση της γεωργίας αποτελεί σημαντική απειλή για το 50% των ΣΠΠ της Ελλάδας, ενώ για το 27% των περιοχών αυτών η εντατικοποίηση της γεωργίας θεωρείται ως η σημαντικότερη απειλή για τα πουλιά.
Τα καλλιεργούμενα φυτά και τα οικόσιτα ζώα και οι ποικιλίες του ίδιου είδους συνιστούν τους σημαντικότερους γενετικούς πόρους για την παραγωγή τροφίμων και τη γεωργία ευρύτερα. Η γενετική ποικιλία ανάμεσα στα άτομα του ίδιου είδους αποτελεί την πρώτη ύλη για την ανάπτυξη βελτιωμένων ποικιλιών φυτών και κτηνοτροφικών ζώων, ποικιλιών με αυξημένη απόδοση ή και ποικιλιών αποδοτικών σε αναμενόμενες εξελίξεις (π.χ. κλιματικές αλλαγές).
Η βιοποικιλότητα συμβάλλει στην αύξηση της απόδοσης των αγροτικών οικοσυστημάτων
Ειδικότερα: Περισσότερο από το 90% των πιθανών παρασίτων ελέγχεται από φυσικούς πληθυσμούς που αποτελούν εχθρούς τους. Οι φυσικοί αυτοί εχθροί ζουν σε φυσικά και ημιφυσικά οικοσυστήματα κοντά σε καλλιεργούμενες εκτάσεις.
Η βιολογική δέσμευση του αζώτου στα χερσαία οικοσυστήματα υπολογίζεται σε 100 με 290 εκατομμύρια τόνους κάθε χρόνο. Από την ποσότητα αυτή 40-48 εκατομμύρια τόνοι δεσμεύονται βιολογικά σε περιοχές που σχετίζονται με αγροτικές δραστηριότητες.
Σήμερα είναι γνωστά περισσότερα από 10.000 είδη επικονιαστών (μέλισσες, πεταλούδες, κολεόπτερα, πουλιά, νυχτερίδες κ.ά.). Η οικονομική αξία των επικονιαστών σε παγκόσμιο επίπεδο υπερβαίνει τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο.
Η εξέλιξη της γεωργικής δραστηριότητας εμπλουτίζει σε ορισμένες περιπτώσεις τη βιοποικιλότητα. Δημιουργεί και διατηρεί ειδικά οικοσυστήματα και οικότοπους, όπως το μωσαϊκό των καλλιεργούμενων αγρών και ορίων αγρών που είναι οριοθετημένοι με φράκτες από δενδρύλλια και τάφρους που παρέχουν καταφύγιο και πηγές τροφής για ορισμένα είδη χλωρίδας, πανίδας και μικροπανίδας.
Η γεωργία έχει διαμορφώσει ένα ημιφυσικό περιβάλλον, όπου συχνά επιβιώνουν ενδημικά και απειλούμενα είδη. Άλλωστε η μη εντατική γεωργία διατηρεί τόσο τα άγρια όσο και τα οικόσιτα φυτικά και ζωικά είδη, ποικιλίες ή φυλές, καθώς και οικοσυστήματα που σε παγκόσμιο επίπεδο απειλούνται με εξαφάνιση. Χάρη στην έρευνα και στην επιλογή συγκεκριμένων οικόσιτων φυτικών και ζωικών ειδών, αναπτύσσει επίσης την εντός των ειδών μεταβλητότητα (π.χ. επιλογή φυτών προσαρμοσμένων σε ξηρά περιβάλλοντα).
εντατικοποίηση της γεωργίας εγκατάλειψη των εκτατικών καλλιεργειών
Ειδικότερα: μη βιώσιμη χρήση λιπασμάτων και εντομοκτόνων αυξημένη μηχανοποίηση εξειδίκευση συστημάτων παραγωγής και εντατικοποίηση ορισμένων πρακτικών (εγκατάλειψη συστημάτων μικτής καλλιέργειας και σιτηρών που αναπτύσσονται σε συστήματα βοσκής) μείωση του αριθμού των χρησιμοποιούμενων ειδών και ποικιλιών
αλλοίωση φυσικών οικοσυστημάτων λόγω γεωργίας αναδασμός (μεγαλύτερο μέγεθος αγροτεμαχίων) καταστροφή δομικών στοιχείων του αγροτικού τοπίου που θεωρούνται μη παραγωγικοί πόροι (εξαφάνιση των παρυφών αγρών, φρακτών από δενδρύλλια, τάφρων κ.λπ.) αποστράγγιση και άρδευση (υγρότοποι, υπερχρησιμοποίηση νερού) μείωση του αριθμού των κτηνοτροφικών ζώων ελεύθερης βοσκής
Όλα όσα αναφέρθηκαν οδηγούν σε - υποβάθμιση και διάβρωση του εδάφους - απλοποίηση και ομογενοποίηση των οικοσυστημάτων - ανεξέλεγκτη εξάπλωση εξωτικών και άγριων ειδών
Η Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα (επικυρωμένη από περισσότερα από 180 κράτη Διάσκεψη Κορυφής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, Ρίο, 1992) αναγνωρίζει τη διατήρηση της βιοποικιλότητας ως ανάγκη που αφορά σε παγκόσμιο επίπεδο και ως ουσιαστικό παράγοντα ανάπτυξης.
Αναθεώρηση της ΚΑΠ (1992): ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής προστασίας στις αγροτικές πολιτικές μέσω εφαρμογής γεωργοπεριβαλλοντικών μέτρων Η μεταρρύθμιση της ΚΑΠ το 1999 περιλάμβανε την υιοθέτηση κανονισμών που προωθούσαν ακόμη περισσότερο την περιβαλλοντική διάσταση της γεωργίας.
Η περιβαλλοντική πτυχή αποτελεί βασική συνιστώσα των νέων κατευθύνσεων της κοινής γεωργικής πολιτικής. Σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή στρατηγική, όσον αφορά στους στόχους για τη βιοποικιλότητα, κατέχουν τα γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα, που αποσκοπούν στη στήριξη των γεωργικών πρακτικών για την προστασία του περιβάλλοντος, τη διατήρηση της υπαίθρου και τη διατήρηση της αγροτικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Τα μέτρα αυτά είναι το μόνο υποχρεωτικό στοιχείο της νέας γενιάς προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης.
Διαφύλαξη της τοπικής βιοποικιλότητας από επιμόλυνση με γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες. Αποτελεί σημαντικό καθήκον και δικαίωμα στη χάραξη περιφερειακής αγροτικής πολιτικής να ενθαρρύνεται η διατήρηση των αυτοφυών και εγκλιματισμένων τοπικών ποικιλιών και η ακεραιότητα των σπόρων.
Η συλλογή και διατήρηση σπόρων οργανώνεται από το Ίδρυμα Προστασίας Παγκόσμιας Ποικιλίας Καλλιεργειών (Global Crop Diversity Trust). Δημιουργήθηκε από τον FAO και έχει αναλάβει την ευθύνη για τη διασφάλιση «της συντήρησης της βιοποικιλότητας των καλλιεργειών».
Παραδοσιακές καλλιέργειες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή βιοκαυσίμων ή φυτά που δεν καλλιεργούνται, προς το παρόν, εμπορικά όπως ο μίσχανθος, η αγριαγκινάρα και το καλάμι που το τελικό προϊόν τους προορίζεται για την παραγωγή ενέργειας και βιοκαυσίμων.
Οι ενεργειακές καλλιέργειες μπορούν να διακριθούν σε: Ετήσιες: σακχαρούχο ή γλυκό σόργο, ινώδες σόργο, ελαιοκράμβη κ.ά. Πολυετείς: Ι. Γεωργικές: αγριαγκινάρα, καλάμι κ.ά. ΙΙ. Δασικές: ευκάλυπτος, ψευδακακία κ.ά.
Καλλιέργεια γλυκού σόργου: 900 λίτρα βιοκαυσίμου ανά στρέμμα
Καλλιέργεια ελαιοκράμβης: 43-90 λίτρα βιοντίζελ ανά στρέμμα
Καλλιέργεια ηλίανθου: 43-75 λίτρα βιοντίζελ ανά στρέμμα
Θετική συνεισφορά σχετικά με το φαινόμενο θερμοκηπίου Προστασία έναντι της διάβρωσης του εδάφους Διαχείριση νερού Χαμηλές εισροές σε λιπάσματα Μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων Αξιοποίηση εδαφών χαμηλής γονιμότητας
Προσφορά εναλλακτικών καλλιεργητικών λύσεων Ενδυνάμωση του γεωργικού χώρου Αύξηση του αγροτικού εισοδήματος Μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων και αναζωογόνηση των λιγότερο ανεπτυγμένων γεωργικών οικονομιών Εξασφάλιση αειφόρου περιφερειακής ανάπτυξης Μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο.
Η κοινοτική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα είναι διαρθρωμένη γύρω από τέσσερα βασικά θέματα, που καλούνται και "οριζόντιοι στόχοι" διότι για την επίτευξή τους απαιτείται η συνδυασμένη προσπάθεια πολλαπλών τομεακών δραστηριοτήτων.
1) Διατήρηση και βιώσιμη χρήση της βιοποικιλότητας (διαρθρωμένη σε τρία επιμέρους θέματα: επιτόπια διατήρηση, μη επιτόπια διατήρηση και βιώσιμη χρήση των συνιστωσών της βιοποικιλότητας) 2) Επιμερισμός του οφέλους από τη χρήση της βιοποικιλότητας 3) Έρευνα, εντοπισμός, παρακολούθηση και ανταλλαγή πληροφοριών 4) Εκπαίδευση, κατάρτιση και ευαισθητοποίηση