«Λογοτεχνικά περιοδικά»



Σχετικά έγγραφα
«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Ι. Πανάρετος.: Καλησπέρα κυρία Γουδέλη, καλησπέρα κύριε Ρουμπάνη.

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Μεταξία Κράλλη! Ένα όνομα που γνωρίζουν όλοι οι αναγνώστες της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποια

ΕΝΩΣΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΟΜΙΛΙΑ ΜΑΚΗ ΒΟΡΙΔΗ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΛΑ.Ο.Σ.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Μαρούλα Κλιάφα Μελίνα Κ Γεράσιμος Κ.: Μάριος Κ.

Από την πλευρά του, ο Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Πολιτιστικών Συλλόγων κ. Χρήστος Τσιαλούκης σημείωσε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

Για αυτό τον μήνα έχουμε συνέντευξη από μία αγαπημένη και πολυγραφότατη συγγραφέα που την αγαπήσαμε μέσα από τα βιβλία της!

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Jordi Alsina Iglesias. Υποψήφιος διδάκτορας. Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΦΑΣΗ 1 η )

ΟΥΙΛΙΑΜ ΛΑΝΤΕΪ συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Πώς να διαβάζεις στο σπίτι γρήγορα και αποτελεσματικά για μαθητές τάξης Teens 2 & 3 (B & C Senior)

Εισαγωγή. Ειρήνη Σταματούδη, LL.M., Ph.D. Διευθύντρια Ο.Π.Ι.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το Α' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη Σμπώκου

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Θέμα: Συνέντευξη της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Λούκας Τ. Κατσέλη, στο ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ και το δημοσιογράφο Μπ.

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΟ Γ1 ΤΟΥ 10 ΟΥ Δ.Σ. ΤΣΕΣΜΕ ( ) ΠΟΡΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. ΜΑΘΗΜΑ: Μελέτη Περιβάλλοντος. ( Ενότητα 3: Μέσα συγκοινωνίας και μεταφοράς

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Το μυστήριο της ανάγνωσης

ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ ΕΠΕΑΚ

H Ναταλί Σαμπά στο babyspace.gr

κ. Γ. ΠΑΤΟΥΛΗ Δημάρχου Αμαρουσίου

Ο Νίκος Πιλάβιος μιλάει στην Μαίρη Γκαζιάνη για τον «Παραμυθά» των βιβλίων του Πέμπτη, 07 Ιούνιος :11

Στέφανος Λίβος: «Η συγγραφή δεν είναι καθημερινή ανάγκη για μένα. Η έκφραση όμως είναι!»


Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΓΕΛ. Σπάτων Α Λυκείου Υπεύθυνη καθηγήτρια: Γεωργία Καζάκου. Μπίμπιζα Ζωή Πάσκου Όλγα Παπαχρήστου Μαίρη

Πρακτικά για την υπ αριθμόν 522/ επίκαιρη ερώτησή προς. τον Υπουργό Οικονομικών, σχετικά με τα πρόστιμα του Εθνικού Συμβουλίου

σα μας είπε από κοντά η αγαπημένη ψυχολόγος Θέκλα Πετρίδου!

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΑΠΟΔΕΛΤΙΩΣΗ

Το βιβλίο της Μ. Autism Resource CD v Resource Code RC115

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Η Πένυ Παπαδάκη μας μιλά με αφορμή την επανέκδοση του βιβλίου της "Φως στις σκιές"

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ

CHIN ΡΑΔΙΟ. Dr. Love. Για τον Σπύρος Πήτερ Γούδας. Μετάφραση στα Ελληνικά απο την Ασπασια Κουρτεσιωτη

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΛΑΡΗΣ (Υφυπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης): Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε. Κύριε συνάδελφε, πρώτα-πρώτα να διευκρινίσουμε τα

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Ποιον συγγραφέα / εικονογράφο να καλέσω;

ΣΑΜΙΟΥΕΛ ΜΠΙΟΡΚ Μεγάλωσα με εικόνες της Ελλάδας

THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ EUCLID TSAKALOTOS MINISTER OF FINANCE, GREECE

Συγγραφή: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ: A1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. ΑΠΟ:

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ από τον ευρύτερο χώρο του πολιτισμού

Έτσι, αν το αγόρι σου κάνει τα παρακάτω, αυτό σημαίνει ότι είναι αρκετά ανασφαλής. #1 Αμφιβάλλει για τα κίνητρα σου

ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

ΑΚΑΤΑΜΑΧΗΤΟ ΔΙΚΤΥΑΚΟ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Πένυ Παπαδάκη: «Οι άνθρωποι που αγαπούν το βιβλίο δεν επηρεάζονται από την κρίση» ΘΑΝΑΣΗΣ ΞΑΝΘΟΣ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

Επίπεδο Γ2. Χρήση γλώσσας (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά. Ερώτημα 1 (5 μονάδες)

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ντέλια Βελκουλέσκου: Μα Πολ εσύ ήσουν εκείνος που το πρότεινε αυτό. Είναι πολύ δύσκολο να υπαναχωρήσω τώρα.

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Γιώργος Δ. Λεμπέσης: «Σαν να μεταφέρω νιτρογλυκερίνη σε βαγονέτο του 19ου αιώνα» Τα βιβλία του δεν διαβάζονται από επιβολή αλλά από αγάπη

"Οι ερωτήσεις που ακολουθούν αφορούν την πρόσθετη διδασκαλία που παρακολουθείς αυτό το σχολικό έτος, στα σχολικά μαθήματα ή σε άλλα μαθήματα.

Κέντρο Συμβουλευτικής & Προσανατολισμού Φλώρινας. 20 ερωτήσεις και απαντήσεις. Πώς να συμπληρώσω το μηχανογραφικό μου;

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

Λούντβιχ Βιτγκενστάιν

Άλλο ένα κόμμα ή ένα άλλο κόμμα;

Οι διαφημίσεις μπήκαν στο στόχαστρο της 12χρονης Κατερίνας: «Το μεγαλύτερο ποσοστό των διαφημίσεων προσπαθούν να μας παραπλανήσουν και να μας κάνουν

Τι σημαίνει αστικά πεδία σε μετάβαση για εσάς και την καλλιτεχνική σας δημιουργία;

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α.) ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΜΠΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΥ

«Γκρρρ,» αναφωνεί η Ζέτα «δεν το πιστεύω ότι οι άνθρωποι μπορούν να συμπεριφέρονται έτσι μεταξύ τους!»

Χάρτινη αγκαλιά. Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου, Β Γυμνασίου

κάνουμε τι; Γιατί άμα είναι να είμαστε απλώς ενωμένοι, αυτό λέγεται παρέα. Εγώ προτιμώ να παράγουμε ένα Έργο και να δούμε.

Κατερίνα Δεσποτοπούλου: Έφη Τριγκίδου:

ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΣΜΕΝΗ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ 34ΟΥ ΠΦΕΘΚ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΗΣ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

«Δεν είναι ο άνθρωπος που σταματάει το χρόνο, είναι ο χρόνος που σταματάει τον άνθρωπο»

Μανίκας Γιώργος. Μανιάτη Ευαγγελία

Από τις διαλέξεις του μαθήματος του Α εξαμήνου σπουδών του Τμήματος. Κ. Παπαθεοδώρου, Αναπληρωτής Καθηγητής Δεκέμβριος 2013

Δεύτερη διδακτική πρόταση Έλεγχος επίδοσης στο σχολείο. 1 φωτοτυπία ανά μαθητή με τον έλεγχο παραγωγή προφορικού λόγου, παραγωγή γραπτού λόγου

Χρήστος Τερζίδης: Δεν υπάρχει το συναίσθημα της αυτοθυσίας αν μιλάμε για πραγματικά όνειρα

Βάλε το βιβλίο στην καρδιά σου... ή καλύτερα

Στη συνέχεια, οι ειδικοί έδωσαν χρήσιμες συμβουλές σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων των νέων, ενώ δεν παρέλειψαν να κάνουν εκτενή

Ξένου Ηρώ. Μωραΐτης Αλέξανδρος

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ISSP 1998 Religion II. - Questionnaire - Cyprus

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Συνέντευξη από τη. ηµοσιογράφοι. κα Τατιάνα Στεφανίδου. Είµαι πολλά χρόνια δηµοσιογράφος, από το 1992.

Μάθημα 1. Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους

«Ο ξεχωριστός κόσμος των διδύμων», η Εύη Σταθάτου μιλά στο Mothersblog, για το πρώτο της συγγραφικό εγχείρημα!

Πλειστηριασμός Για να πλειοδοτήσει κάποιος άξονας θα πρέπει να αναλάβει την υποχρέωση

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

«Δουλεύω Ηλεκτρονικά, Δουλεύω Γρήγορα και με Ασφάλεια - by e-base.gr»

Μέρος 3. Ικανότητα ανάληψης δράσης.

Transcript:

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ν. ΣΙΩΤΗΣ «Λογοτεχνικά περιοδικά» ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Το θέμα μας είναι τα «Λογοτεχνικά περιοδικά». Στην Ελλάδα κυκλοφορούν περίπου 45 με 50 λογοτεχνικά περιοδικά, ενώ τα πολιτιστικά περιοδικά γενικά είναι γύρω στα 450 με 500 σε όλη την Ελλάδα, εβδομαδιαία, μηνιαία, τριμηνιαία κλπ, δυο φορές το χρόνο, που ασχολούνται με όλα αυτά τα θέματα του πολιτισμού. Δεν θα πω πολλά λόγια προκαταρκτικά διότι έχουμε φάει το χρόνο μας, τα τετριμμένα ότι τα λογοτεχνικά περιοδικά είναι το φυτώριο της λογοτεχνίας και το οξυγόνο που αναπνέει η λογοτεχνία. Αυτά τα ξέρουμε όλοι μας. Έχω ένα δυσάρεστο νέο. Δυστυχώς ο κ. Χάρης Βλαβιανός δεν θα μπορέσει να έρθει διότι δεν βρήκε αντικαταστάτη εκεί που εργάζεται στο σχολείο, οπότε θα είναι πέντε τα περιοδικά αντί για έξι. Θα παρουσιαστούν αλφαβητικά και δεν θα πω τίποτα για τους ομιλητές διότι δεν θέλω να φάω το χρόνο μας. Θα ξεκινήσουμε από τον κ. Ζουμπουλάκη, ο οποίος πρέπει να φύγει. Είναι ο διευθυντής του περιοδικού «Νέα Εστία», το αρχαιότερο ελληνικό περιοδικό και θα μιλήσει πρώτος και παρακαλώ αν έχετε ερωτήσεις για τον κ. Ζουμπουλάκη να τις κάνετε μόλις τελειώσει, διότι δεν θα παραμείνει εδώ μαζί μας μέχρι το τέλος της συζήτησης, για να απαντήσει. Όταν τελειώσει, αν έχετε ερωτήσεις να τις κάνετε. Ο κ. Ζουμπουλάκης από τη «Νέα Εστία» έχει το λόγο. Σ. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ: Ευχαριστώ πολύ και να ζητήσω προκαταβολικά συγγνώμη, αλλά 177

ΜΜΕ & Λογοτεχνία πρέπει 15:30 να φύγω. Νόμιζα ότι θα αρχίζαμε 14:30 με 15:30. Υπάρχει κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει και θα διαπράξω την απρέπεια αυτή, για την οποία ειλικρινά ζητάω συγγνώμη. Όλοι μας έχουμε μιλήσει και ξαναμιλήσει, από τους παρόντες εννοώ, για τα περιοδικά και πάνω κάτω λέμε τα ίδια. Τη σημερινή συνάντηση τη διοργανώνουν η Εταιρεία Συγγραφέων και η Γραμματεία Τύπου. Επιτρέψτε μου να πω ότι ούτε οι δημοσιογράφοι ούτε οι συγγραφείς είναι το καλύτερο κοινό των περιοδικών. Οι δημοσιογράφοι λαβαίνουν τόνους βιβλία και λαβαίνουν και όλα τα περιοδικά. Τα ξεφυλλίζουν, δεν στέκονται σ αυτά. Προσπερνούν τα κείμενα. Έχω μιλήσει αμέτρητες φορές και πράγματα που θεωρώ και ξέρω ότι έχουν αξία στο συγκεκριμένο τεύχος έχουν περάσει απαρατήρητα. Άλλωστε δεν μπορείς να είσαι αναγνώστης όλων των περιοδικών. Είσαι αναγνώστης ενός, δυο, τριών περιοδικών που σου αρέσουν, που σου ταιριάζουν, που τα θέλεις, που τα περιμένεις, που τα διαβάζεις βουλιμικά. Οι συγγραφείς επίσης ενδιαφέρονται για τα περιοδικά τα λογοτεχνικά όταν γράφουν οι ίδιοι σ αυτά ή όταν γράφουν γι αυτούς ή ακόμη επειδή το γένος των λογίων είναι «μισαλληλότατον», όπως έλεγε ο Θεριανός, ο βιογράφος του Κοραή, όταν γράφουν κακά για κάποιον αντιπαθή ομότεχνο. Της «Νέας Εστίας» το κοινό, το καλύτερο κοινό είναι μεταπτυχιακοί φοιτητές, όχι τόσοι φοιτητές, έχει ανέβει πια ηλικιακά το κοινό και μια πολύ αγαπητή κατηγορία σε μένα, οι Καθηγητές φιλόλογοι της μέσης και βεβαίως η ευρεία γκάμα των φιλαναγνωστών. Τα λογοτεχνικά περιοδικά πιστεύω δεν είναι στην καλύτερη περίοδό τους. Πού οφείλεται αυτό; Ο ένας λόγος είναι η εμπορευματοποίηση, η ακραία εμπορευματοποίηση της λογοτεχνικής και πνευματικής ζωής. Όταν αυτό που ενδιαφέρει είναι η αγορά, οι πωλήσεις, τα νούμερα, οι αριθμοί, είναι μοιραίο να μην συγκινεί τόσο το ούτως ή άλλως περιορισμένης απήχησης λογοτεχνικό περιοδικό. Ας μην κρυβόμαστε, ένας συγ- 178

γραφέας προτιμάει μια μικρή ασήμαντη παρουσίαση του βιβλίου του με εξώφυλλο σε ένα κυριακάτικο έντυπο παρά μια εμπεριστατωμένη 20σέλιδη ενδεχομένως ανάλυσή του σε ένα περιοδικό. Ο δεύτερος λόγος και νομίζω ότι ακούστηκε στο προηγούμενο τραπέζι, είναι αυτό το φαινόμενο το γενικό το οποίο έχουμε της γραφειοκρατικοποίησης και δεν είναι ελληνικό μόνο των διανοουμένων. Αυτή η γραφειοκρατικοποίηση συντελείται κυρίως μέσω του πανεπιστημιακού θεσμού. Η κοινότητα η πανεπιστημιακή έχει δεσμεύσεις, έχει δουλείες εσωτερικές, συντεχνιακές και κυρίως δουλείες σταδιοδρομίας. Τους ενδιαφέρει πολύ περισσότερο η μάχη των εκλογών παρά η μάχη των ιδεών. Δεν τους συνέχει τους περισσότερους καμιά πνευματική αγωνία. Γράφουν ότι πρόκειται να κριθούν για την επόμενη βαθμίδα. Τα κείμενά τους είναι κείμενα για το curriculum. Γράφουν για το curriculum. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται προφανώς να συγκρουστούν για τις ιδέες ή τις απόψεις τους, αν υποτεθεί ότι έχουν και βεβαίως, όπως έλεγε ο Πάουντ, ένας άνθρωπος που δεν ρισκάρει τίποτε για τις ιδέες του ή οι ιδέες του δεν αξίζουν ή ο ίδιος δεν αξίζει. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Το έλεγε για τον φασισμό όμως αυτό. Σ. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ: Το έλεγε για έναν άνθρωπο που δεν ρισκάρει για τις ιδέες του. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Για το φασισμό το έλεγε. Σ. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ: Όχι. Μέσα σ αυτό το τοπίο γιατί να βγαίνουν περιοδικά τότε; Έχουν κάποιο ρόλο να παίξουν; Ασφαλώς ναι, και δεν θα αναφερθώ καθόλου σε λόγους προφανείς, αυτονόητους στον καθένα, ότι είναι ένας χώρος που θα δημοσιεύσουν νέοι άνθρωποι, που δεν μπορούν να ξεκινήσουν βγάζοντας βιβλίο ή που θα δοκιμαστούν κάποια κείμενά τους ή αν θέλετε ένας χώρος επίσης δημοσίευσης της ενδιάμεσης σε όγκο και ποσότητα μελέτης. Δηλαδή όταν είναι βιβλίο είναι βιβλίο, όταν είναι ένα σημείωμα μπορεί να πάει σε μια εφημερίδα, αλλά αν έχουμε ένα κείμενο 20 σελίδων, τι 179

ΜΜΕ & Λογοτεχνία θα γίνει αυτό, θα πρέπει να το πετάξει ο άλλος; Δεν θα μιλήσω γι αυτά. Θα μιλήσω για τον ουσιαστικό ρόλο που καλούνται να παίξουν. Τα περιοδικά έχουν ως στόχο να καλλιεργούν, να συγκροτούν και να επανασυγκροτούν διαρκώς την παράλληλη κοινότητα των αναγνωστών. Υπάρχουν αυτοί που αγοράζουν βιβλία κι αυτοί που διαβάζουν βιβλία. Απευθυνόμαστε εμείς που βγάζουμε περιοδικά στη δεύτερη κατηγορία, σ αυτούς δηλαδή που πιστεύουν ότι η πατρίδα της σκέψης είναι το βιβλίο, ότι η λογοτεχνία και οι ιδέες έχουν σημασία στη ζωή μας. Αυτή την κοινότητα τα περιοδικά προσπαθούν να τη διατηρούν, να τη διαμορφώνουν με τρόπο υψηλά πνευματικό, απαιτητικό, με αυστηρά κριτήρια, με πνευματική εγρήγορση και να της καλλιεργούν επίσης όσο γίνεται την αναγνωστική χαρά. Απευθύνονται σ αυτή την κοινότητα, την παράλληλη κοινότητα των αναγνωστών με έναν τρόπο που δεν μπορεί να το κάνει κανείς άλλος, ούτε η εφημερίδα ούτε το βιβλίο, τον τρόπο γιατί κάθε τεύχος απαρτίζεται από πολλά κείμενα της πολυφωνίας, τον τρόπο της συνομιλίας, τον τρόπο της κριτικής αντιμέτρησης των ιδεών και μέσα σ αυτό το αντίξοο περιβάλλον τα περιοδικά, αν θέλετε με μια καντιανή συνείδηση, πρέπει να συνεχίζουν να απευθύνονται χωρίς να ενδίδουν στις σειρήνες ή τις παγίδες της εμπορευματοποίησης σ αυτή τη μικρή αναγνωστική κοινότητα, σ αυτήν την παράλληλη κοινότητα των αναγνωστών, να τη διαμορφώνουν και να την αναδιαμορφώνουν διαρκώς. Για να το πω πιο απλά, να εξακολουθούν να φτιάχνουν στοχαστικούς αναγνώστες. Ευχαριστώ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Αν υπάρχουν ερωτήσεις προς τον κ. Σταύρο Ζουμπουλάκη παρακαλώ να γίνουν τώρα. Θα φύγει ο κ. Ζουμπουλάκης. Δεν υπάρχουν ερωτήσεις; Σ. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ: Θα ακούσω και τον επόμενο ομιλητή και σας ευχαριστώ πολύ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ο κ. Μήτρας έχει μια ερώτηση. 180

Μ. ΜΗΤΡΑΣ: Ήθελα να ρωτήσω κάτι που βέβαια αφορά και τους υπόλοιπους ομιλητές. Εάν εσείς στο δικό σας περιοδικό επιδιώκετε, ας το πούμε, να υπηρετείτε μια άποψη για τη λογοτεχνία ή που είναι η δεύτερη σχολή το περιοδικό να παρουσιάζει ένα φάσμα γενικότερο που αφορά το σημερινό λογοτεχνικό πεδίο στη χώρα. Σ. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ: Η «Νέα Εστία» δεν είναι ένα περιοδικό μιας ομάδας, μιας παρέας. Επομένως αν θέλετε δεν έχει μια πάρα πολύ συγκεκριμένη ιδεολογία, αισθητική άποψη να υπηρετήσει. Ταυτόχρονα, σαν κάθε σοβαρό περιοδικό, πρέπει να αποφύγει να γίνει ένας άχρωμος χώρος όπου παρατίθενται όλα, όλα μπορούν να υπάρχουν, όλα μπορούν να στεγαστούν. Είναι δύσκολη αυτή η πορεία, δηλαδή από τη μια μεριά να μην είναι ένα περιοδικό με ισχυρή αισθητική ή ιδεολογική ταυτότητα και από την άλλη μεριά να μην γίνει, να μην εκπέσει θα έλεγα σε έναν άχρωμο χώρο συζητήσεων. Υπάρχουν αν θέλετε κάποια πνευματικά όρια τα οποία χαράσσονται και όταν κάτι είναι έξω από αυτά τα όρια δεν μπορεί να βρει τη θέση του μέσα στη «Νέα Εστία», ακόμα και αν ως κείμενο είναι καλοφτιαγμένο και καλογραμμένο, αλλά μέχρι εκεί. Νομίζω μέσα στην παράδοσή της ανήκει να έχει αυτή την ευρύτητα που λέω τώρα. Και από την άλλη μεριά βέβαια, μη γελιόμαστε, αυτό που έλεγε ο μακαρίτης ο Ξενόπουλος ότι «κάθε περιοδικό είναι ο διευθυντής του» είχε δίκιο, με την έννοια ότι δεν μπορείς παρά μοιραία να εκφράζεις το γούστο σου, τις απόψεις σου, την ιδεολογία σου, ακόμα-ακόμα αν θέλετε και τις ανθρώπινες ας πούμε συμπάθειές σου κλπ. Ευχαριστώ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Υπάρχει άλλη ερώτηση για τον κ. Ζουμπουλάκη; Η επόμενη ομιλήτρια είναι η κα Λώρη Κέζα. Παρότι κάθεται στην άκρη, προηγείται αλφαβητικά. Είναι η δημοσιογράφος Λώρη Κέζα και εκδότρια του περιοδικού «Να ένα μήλο», το οποίο είναι τώρα στον πέμπτο χρόνο. Είναι ένα περιοδικό που ξεκίνη- 181

ΜΜΕ & Λογοτεχνία σε με την εκδοτική υποστήριξη του οίκου «Πατάκης», από το προ-προηγούμενο τεύχος το έχουν αναλάβει οι εκδόσεις «Πόλις». Θα ακούσουμε την κα Λώρη Κέζα να δούμε τι έχει να μας πει για τα λογοτεχνικά περιοδικά. Λ. ΚΕΖΑ: Δεν θα μιλήσω για τα λογοτεχνικά περιοδικά γενικά, θα σας πω μόνο πώς υποδέχτηκαν τα μέσα ενημέρωσης το «Να ένα μήλο». Έχουν κυκλοφορήσει 9 τεύχη του «Να ένα μήλο» από το Δεκέμβριο του 2002 και μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι κανένα άλλο λογοτεχνικό περιοδικό δεν έχει τύχει τέτοιας προβολής την τελευταία πενταετία. Δεκάδες δημοσιεύματα και αναφορές σε εφημερίδες, παρουσιάσεις στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο και μία μάλλον ευνοϊκή στάση απέναντι στο έντυπο μάς έκαναν να αναρωτιόμαστε: Είναι τόσο διαφορετικό το «Να ένα μήλο» από τα υπόλοιπα 45 λογοτεχνικά περιοδικά που κυκλοφορούν, είναι τόσο πιο ενδιαφέρουσα η ύλη του, ή μήπως υπάρχει ένα σχέδιο προώθησης, είναι δηλαδή όλα αυτά αποτέλεσμα ενός μάρκετινγκ, που δεν συνηθίζεται για λογοτεχνικό περιοδικό; Είναι εντυπωσιακή τόσο η συχνότητα των αναφορών σε εφημερίδες όσο και η εναλλαγή των υπογραφών. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στην «Καθημερινή» για τα 9 τεύχη έχουν γραφτεί 23 κείμενα, υπολογίζοντας τόσο τις εκτενείς κριτικές όσο και τις μικρές αναφορές. Έχουν γράψει η Ελισάβετ Κοτζιά, η Όλγα Σελλά, η Αμάντα Μιχαλοπούλου, η Τιτίκα Δημητρούλια, ο Σπύρος Γιανναράς και άλλοι. Αντίστοιχα, στην εφημερίδα «Τα Νέα» υπήρξαν άρθρα και ρεπορτάζ εντυπωσιακής έκτασης, δηλαδή δισέλιδα, από τον Δημοσθένη Κούρτοβικ και τον Πέτρο Τατσόπουλο και συστηματικές αναφορές στα κείμενα της Μικέλας Χαρτουλάρη, του Μανώλη Πιμπλή, του Κώστα Ρεσβάνη και πάρα πολλά σχόλια σε κείμενα άλλων συνεργατών. Στην τηλεόραση μέσα στην πενταετία δόθηκαν δύο συνεντεύξεις στην εκπομπή του Βασίλη Βασιλικού, προβλήθηκε ωριαίο αφιέρωμα του Κώστα Καναβούρη στο «SE- 182

VEN-X» και έγιναν ρεπορτάζ σε πολιτιστικές εκπομπές στην τηλεόραση και στα ραδιόφωνα. Μπορούμε να εξηγήσουμε το ενδιαφέρον του τύπου από το γεγονός ότι το «Να ένα μήλο» υπήρξε το πρώτο περιοδικό της μεταπολίτευσης που μίλησε με όρους γενιάς. Από το πρώτο τεύχος κατέστη σαφές ότι θα προβάλλει τη ζώσα λογοτεχνία και θα εστιάσει στα κείμενα μιας συγκεκριμένης ηλικιακής φουρνιάς. Επιπλέον, ανάμεσα στους 50 συγγραφείς που έχουν ως τώρα συνεργαστεί με το περιοδικό, περιλαμβάνονται και εκείνοι που αναγνωρίστηκαν ως πιο ταλαντούχοι πρωτοεμφανιζόμενοι των τελευταίων χρόνων. Ένα ακόμη ελκυστικό στοιχείο ήταν ότι τα κριτικά κείμενα που δημοσιεύτηκαν ήταν αναιδή, ενώ ταυτόχρονα κάποια δοκιμιακού ύφους άρθρα ήταν αρκετά ανατρεπτικά. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Αυτές οι αρετές δικαιολογούν τη θεαματική υποδοχή του περιοδικού στα μέσα ενημέρωσης; Μάλλον όχι. Ας σταθούμε λοιπόν σε κάποια στοιχεία πέραν της ύλης και της ποιότητας του εντύπου. Το «Να ένα μήλο» διαφοροποιήθηκε στην όψη από τα άλλα περιοδικά. Κυκλοφόρησε χωρίς εξώφυλλο σε χαρτί 170 γραμμαρίων, με τις κλωστές του βιβλιοδέτη να κρέμονται, δήθεν ατημέλητες, και τις σελίδες άκοπες. Η τυποτεχνική εμφάνιση ήταν κάτι που σχολιάστηκε, όμως αυτό είναι κάτι που μπορεί να τραβήξει την προσοχή των δημοσιογράφων για ένα ή δύο τεύχη. Αφορμές για την προώθηση του περιοδικού δόθηκαν πάρα πολύ από τις παράλληλες δραστηριότητες του εντύπου. Οργανώθηκαν 4 συναντήσεις εργασίας για τους συγγραφείς του «Να ένα μήλο» στις Σπέτσες, στην Πάρο, την Τήνο και το Ναύπλιο. Κάθε φορά υπήρχαν καλεσμένοι δημοσιογράφοι και κριτικοί που παρακολουθούσαν τη συνεδρίαση με δικαίωμα παρέμβασης. Τούτο, ακόμα κι αν δεν αποφέρει άρθρα, οδηγεί σε μία ώσμωση που μακροπρόθεσμα φέρνει τη δημοσιότητα. Η προσωπική επαφή ίσως να μην είναι καθοριστική για τη σύνταξη ενός άρθρου εκείνη την ώρα, όμως 183

ΜΜΕ & Λογοτεχνία πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τρόπον τινά βοηθάει. Πέρσι ήταν η χρονιά των βραβείων από τα λογοτεχνικά περιοδικά. Το «Να ένα μήλο» καθιέρωσε ετήσιο βραβείο μυθιστορήματος. Η σύμπτωση, καθώς ξαναδόθηκαν τα βραβεία του «Διαβάζω» και θεσπίστηκαν τα βραβεία του «Δέκατα», οδήγησαν σε μία σειρά νέων άρθρων, όχι πάντα επαινετικών. Η ουσία είναι ότι το «Να ένα μήλο» βρέθηκε ξανά στην επικαιρότητα. Ούτε όμως αυτοί οι λόγοι δικαιολογούν τη συστηματική προβολή. Υπάρχουν λοιπόν και άλλες παράμετροι τις οποίες θα πρέπει να αναφέρουμε. Το «Να ένα μήλο» κυκλοφόρησε για 7 τεύχη με χορηγία των εκδόσεων «Πατάκη», έναν οίκο που έχει την οικονομική δυνατότητα να στηρίζει κάθε εγχείρημά του. Διαθέτει γραφείο τύπου και δημοσίων σχέσεων. Έτσι υπήρχε η δυνατότητα να διοχετευτεί το περιοδικό προς πάσα κατεύθυνση, σε μία λίστα 300 έως 500 ατόμων που παραλάμβαναν στην έδρα τους το αντίτυπο δωρεάν. Η αποστολή έγινε πολύ οργανωμένα και γενναιόδωρα σε όλους τους «πολιτικούς» συντάκτες, όχι μόνο σε αυτούς που καλύπτουν το ρεπορτάζ βιβλίου, σε κάθε αρχισυντάκτη και διευθυντή ή στέλεχος μικρού και μεγάλου εντύπου, σε όλη την επικράτεια. Πέραν της διανομής των δωρεάν εντύπων, οι εκδόσεις «Πατάκη» με αφορμή την κυκλοφορία κάθε τεύχους διοργάνωναν ένα πάρτι με καλεσμένους δημοσιογράφους, κριτικούς, συγγραφείς, επιμελητές και μεταφραστές. Πρόθεση ήταν να υπάρχει ένα κοσμικό γεγονός με κάθε νέο τεύχος. Αποδείχθηκε ότι και ετούτο συνέβαλε στην προβολή του περιοδικού. Κανένα τεύχος δεν πέρασε απαρατήρητο, έστω και για κοινωνικούς λόγους. Τέλος, υπάρχει ο παράγοντας του σιναφιού. Δεν ξέρω δηλαδή ποια θα ήταν η υποδοχή του περιοδικού, του ίδιου ακριβώς «Να ένα μήλο», αν προερχόταν από μια κωμόπολη ας πούμε της Μακεδονίας και είχε ως εκδότη έναν τραπεζικό υπάλληλο. Πιθανότατα κάποιος έξω από τα κυκλώματα δεν θα είχε τη δυνατότητα να προσεγγί- 184

σει τόσους νέους λογοτέχνες και να τους πείσει να παραχωρήσουν τα κείμενά τους. Όμως παραμένει η εντύπωση ότι μέρος της δημοσιότητας με την οποία τιμήθηκε το «Να ένα μήλο» οφείλεται στο ότι ιδρύθηκε από δημοσιογράφο με αντικείμενο το ρεπορτάζ βιβλίου. Ας δούμε λοιπόν ποιο ήταν το κέρδος του «Να ένα μήλο» από όλα αυτά τα άρθρα, τις συνεντεύξεις και τα σχόλια. Παραμένει ένα περιοδικό που τυπώνεται σε 1.000 αντίτυπα και καταφέρνει να πουλήσει το πολύ 300 με 400 αντίτυπα κάθε φορά. Και υπάρχει ένα εντυπωσιακό στοκ στις αποθήκες με όλα αυτά τα τεύχη που τυπώθηκαν. Ευχαριστώ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ο επόμενος ομιλητής είναι ο Κώστας Μαυρουδής, ποιητής, συγγραφέας, εκδότης του περιοδικού «Δέντρο», το οποίο του χρόνου κλείνει 30 χρόνια συνεχούς παρουσίας. Ακούμε τον Κώστα Μαυρουδή εκ Τήνου. Κ. ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ: Γιατί το λες όμως να πεις ότι... ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Το λέω γιατί είναι συμπατριώτης μου. Όπως συμπατριώτισσα έχει γίνει και η κα Κατερίνα Σχινά. Κ. ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ: Συμπληρώνονται 30 χρόνια αφότου το «Δέντρο» εμφανίστηκε. Συγγνώμη, θα μιλήσω γραπτώς, δεν έχω την άνεση του καθηγητή και του συνδικαλιστή, μου λείπει αυτό το στοιχείο, το θαύμασα στον κ. Ζουμπουλάκη. ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Τον συνδικαλιστή εννοείς; Κ. ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ: Όχι. Συμπληρώνονται 30 χρόνια αφότου το «Δέντρο» εμφανίστηκε στην αγορά. Είναι χιλιάδες οι σελίδες που τυπώθηκαν, εκατοντάδες τα γραπτά νεοελλήνων και ξένων συγγραφέων. Μετέχω εκών άκων σε αυτό που αποκαλούμε «πνευματικό βίο», αλλά δεν είναι πολλά χρόνια που έπαψε να με απασχολεί ένα ερώτημα 185

ΜΜΕ & Λογοτεχνία το οποίο διάβαζα σε ένα πρώιμο βιβλίο του Χέρμαν Έσσε και κατάλαβα πως απασχολεί κι εμένα. «Κι αν η πραγματικότητα έχει δίκιο; Αν εμείς οι άλλοι είμαστε μια αποκλίνουσα κοινότητα, μια οικογένεια νευρωτικών; Αν καλύτερος ήταν ο ρόλος του αφοσιωμένου οικογενειάρχη και τα γραφεία μας, οι καταθέσεις, τα αυτοκίνητά μας; Αν αυτά όλα είναι τα συγγενέστερα προς τη φύση μας αγαθά;» Αρχίζω έτσι μιλώντας για ένα περιοδικό λογοτεχνίας, για τη λογοτεχνία την ίδια δηλαδή, επειδή ό,τι θα ακουστεί στη συνέχεια διατυπώνεται ως ένα είδος υπεράσπισης της μη πραγματικής ζωής, στην εκδοχή βέβαια και υπό τη μορφή μιας εκδόσεως λογοτεχνίας. Ένα λογοτεχνικό περιοδικό λοιπόν, οριζόμενο από το πνεύμα της εποχής του και από το πνεύμα των ανθρώπων που το οργανώνουν και το εκδίδουν εννοώ τις προθέσεις και την πνευματική σκευή τους- είναι αναπόφευκτο να αποδίδει κάτι και από τα δύο. Οπωσδήποτε το περιρρέον κλίμα αλλά κυρίως τις προϋποθέσεις των συντελεστών του. Είναι μια λεπτομέρεια που ακούστηκε και από τον προηγούμενο ομιλητή, τον κ. Ζουμπουλάκη. Ειδικά σήμερα ό,τι χωρίς άλλο διακρίνεται είναι αυτές οι τελευταίες, οι προϋποθέσεις δηλαδή των συντελεστών του. Περιρρέον κλίμα, πνευματική ζωή, έχει καταντήσει να είναι κυρίως ένα ποσοτικό άθροισμα κινήσεων και πληροφοριών, που ορίζουν με τον τρόπο τους το πνευματικό και μας το παραδίδουν ως αβαρή πράξη γραφής ή ενημέρωση ή κοσμικό γεγονός. Μας δείχνουν αυτάρεσκα ένα συμβάν εκεί όπου όφειλε να παράγεται νόημα βίου. Ένα λογοτεχνικό έντυπο κατά τεκμήριο θέλει να προβάλει, να ερμηνεύσει ή και να δημιουργήσει τις αξίες του καιρού του, όπως αυτές δεν φαίνονται από τις άλλες εκδηλώσεις της αγοράς, προτείνοντας ένα λόγο επίκαιρο, αλλά παράλληλα με τις αρετές εκείνες που εξασφαλίζουν στη γραπτή έκφραση και το χαρακτήρα της διάρκεια και αντοχή. 186

Περιμένουμε από ένα λογοτεχνικό έντυπο όμως να είναι παράλληλα και ένα είδος άντ αυτής, της αγοράς εννοώ, όταν εκείνη προβάλλεται ως συνθήκη που καθιστά αδιανόητο τον μύχιο διάλογο κάποιου με την ύπαρξή του, τη μοίρα του ή το προσωπικό του όραμα. Ας προσέξουμε την εικόνα της πνευματικής λεγόμενης ζωής. Οι αναφορές των lifestyle περιοδικών, εκείνες των εφημερίδων -αυτές οι τελευταίες όχι κατ ανάγκη χωρίς ενδιαφέρουσες σελίδες, συχνά και βαρυσήμαντου κριτικού λόγου- διαμορφώνουν ασφυκτικά το τρέχον γούστο, την κυκλοφορία και ορίζουν εν τέλει το λεγόμενο λογοτεχνικό κανόνα. Το περιοδικό, μια πιο ιδιωματική πρόταση, προσηλωμένη σε αυστηρότερες επιλογές, θα έλεγα ότι μέσω της δημιουργικής λογοτεχνίας αποζητά σημασίες που διαλέγονται με νοήματα της ύπαρξης. Οι κορυφαίες αισθητικές αξίες που μας άνδρωσαν, που έκαναν έναν ανυπόφορο νεοελληνικό κόσμο βιώσιμο, δεν αναγνωρίζονται σήμερα πουθενά, μέσα σε ένα περιβάλλον νομιμοποιημένης καθημερινής βίας, ανοχής των πάντων, απίστευτα ελαστικών κριτηρίων. Επιχειρώντας κάθε τρίμηνο τώρα παλιά ήταν διμηνιαίο το περιοδικό- να δημιουργήσουμε μια πρόταση, έχω την αίσθηση ότι ανατρέχουμε όλο και περισσότερο στο παρελθόν, σε αντίθεση με ό,τι ακούστηκε από την προηγούμενη ομιλήτρια. Υποθέτω και αυτό ότι δεν είναι μόνο αποτέλεσμα προσωπικής ιδιοσυγκρασίας. Σε ένα παρελθόν με επιλογές που έχουν να κάνουν με μεταφράσεις κλασικών και την προσφυγή στο ταμείο των ξενόγλωσσων συνεργατών. Θα μου πείτε ότι αυτή την αίσθηση την έχουν σήμερα σε όλα τα πλάτη. Κάποτε διάβαζα τη συνέντευξη ενός αλλοδαπού μουσικού. Μιλούσε για την επαφή του με το σινεμά στα εφηβικά του χρόνια, το ρόλο του (του σινεμά) στην αποκατάσταση της πραγματικής ζωής, που εγώ επιμένω να επισημαίνω, το «άντ αυτής» που είπα πριν. «Όταν έφτανα, έλεγε, στο ταμείο για εισιτήριο, ήταν σαν να επιδείκνυα το διαβατήριό μου που θα μου επέτρεπε να φύγω, να ταξιδέψω». 187

ΜΜΕ & Λογοτεχνία Έτσι απόλυτα αντιλαμβάνομαι την εμπειρία του δημιουργικού γεγονότος. Σαν την υποκατάσταση που μου επιτρέπει να καρπωθώ το μακρινό, το γοητευτικό και σωτήριο ψεύδος. Το ζω μάλιστα και αντίστροφα από τον τρόπο με τον οποίο το διατύπωνε ο μουσικός, τον οποίο σας διάβασα, όταν συχνά δείχνω το διαβατήριό μου στις αρχές μιας χώρας όπου φτάνω, και έχω τότε την αίσθηση ότι αρχίζει μια γεμάτη αιφνιδιασμούς και γοητεία ταινία μπροστά στα μάτια μου. Με όσα σημείωσα, υποδηλώνω ίσως μια αντίληψη για τους ήχους που οφείλουν να ακούγονται από τη συναλλαγή μας με τον άλλο αυτό λόγο, αλλά και από την οργανωμένη εκδοχή που τον περιέχει και τον προβάλλει, την έκδοση ενός εντύπου. Δεν με ενδιέφεραν ποτέ οι σελίδες εκείνες που υπηρετούν μια διεκπεραιωτική αντίληψη της λογοτεχνίας, με στατιστικές, κριτικές μιας νυσταλέας φιλολογικότητας, φωτογράφηση της αφυδατωμένης αγοράς και αυτές τις μικρές αγγελίες που σήμερα λέγεται βιβλιοπαρουσίαση και ενημέρωση για την παραγωγή. Πιστεύω στην πιο προσωπική εκδοχή του περιοδικού, όπου ένας ή δύο παραγωγοί του έχουν δικές τους -έστω απόλυτες- απόψεις, τις υπερασπίζονται, κρίνουν και προτείνουν με βάση την αγωγή τους, έτσι ώστε το έντυπό τους να είναι η ματιά τους, η εντύπωσή τους και μένει να καταστήσουν πειστική τη σημασία αυτής της εντύπωσης, αυτής της ματιάς. Να κατορθώσουν μια αδελέαστη άμεση σχέση του αναγνώστη με το έργο, τη μόνη που μπορεί να προσφέρει το απροσδόκητη, την έκπληξη, δηλαδή την τέρψη και την ψυχαγωγία. Το περιοδικό θα ήθελα παράγει τους πιο «ταυτοτικούς» ήχους, έχοντας στέρεες αναγνωρίσιμες προτάσεις αφενός, καλλιεργώντας όμως παράλληλα ένα φιλαμφίβολο αίσθημα για την αξία όσων το ίδιο επέλεξε, όσων έκρινε και κυρίως όσων σχολίασε στις οικείες στήλες. Επιτρέπει έτσι στον αναγνώστη να λειτουργεί ανεμπόδιστα ως εκφραστής των κριτηρίων του. Ύστερα, ζούμε εδώ που ζούμε. Τι σημαίνει αυτό; Ζούμε με μια ασύνορη ανάγκη 188

επικοινωνίας, ακόμα και σήμερα, και γι αυτό ελλειμματική στη σχέση μας με έργα υποδομής και κορυφαία γεγονότα πολιτισμικά. Αυτό δεν χρειάζεται συζήτηση, διακρίνεται και από το δορυφόρο. Θα γίνει αντιληπτό ό,τι θέλω να πω αν ακούσουμε έναν Ευρωπαίο δημιουργό πόσο οικεία, από πόσο κοντά διαλέγεται με το σώμα του μεγάλου πολιτισμικού παρελθόντος. «Είμαι 60 χρόνων», λέει αυτός. «Χρόνια που πέρασαν σαν αστραπή. Τρεις από αυτές τις αστραπές προς τα πίσω, και θα μπορούσα να δω τον Μότσαρτ στο Σάλτσμπουργκ. Δέκα και θα μπορούσα να συναντήσω τον Πετράρχη στη Αβινιόν. Είκοσι και θα άκουσα το «Κέρας» του Ορλάνδου στο Ροντισβάλ. Απεναντίας, το κλασικό για μας νιώθω να αρχίζει και να τελειώνει με τον Βιζυηνό, με τον Ροΐδη, λίγο πριν, λίγο μετά, και τα έργα που θα συγκροτούσαν ένα σύμπαν ολοκληρωμένο και συνεχές πολιτισμού, ή σωστότερα που θα εξέφραζαν αυτό το σύμπαν, δεν υπήρξαν. Η πιο πρόσφατη άνοδος νέων στρωμάτων, κατατροπώνοντας κάθε ελπίδα εξαστισμού δημιούργησε το περιβάλλον που όλοι βιώνουμε δραματικά, αν δεν το έχουμε πια αποδεχθεί ως αναπόφευκτη αισθητική μας ιθαγένεια. Λέω πράγματα γνωστά, επιδιώκοντας να τονίσω την ανάγκη που πιστεύω ότι οφείλουμε να υπηρετήσουμε. Λογοτεχνία υποδομής, έργα ιδεών, υψηλών αισθητικών προδιαγραφών, καρπούς σημαντικών ζυμώσεων. Είναι σύμπτωμα μωρίας τα αμφίβολα νεοελληνικά αναγνώσματα να έχουν διαβαστεί περισσότερο από ό,τι το «Μαγικό βουνό» ή η «Μαντάμ Μποβαρύ». Να έχουμε δηλαδή όλοι επιτρέψει για το πνευματικό προϊόν τη δημιουργία μιας εικόνας ελαφρότητας, ενός κλίματος αντιιεραρχικού πάντως, την υποκατάσταση του υψηλού από συγγραφικούς ψιθύρους. Στο μεγαλύτερο μέρος την ευθύνη γι αυτά δεν θα δυσκολευτούμε να την καταλογίσουμε στο πνεύμα της ηγεμονεύουσας εφημεριδογραφίας, χώρου όμως που με τη σειρά του είναι καρπός του κοινωνικού προσώπου μας, και ο κύκλος είναι φαύλος όπως καταλαβαίνετε. 189

ΜΜΕ & Λογοτεχνία Όλα αυτά σε ένα συντείνουν: Στη σκέψη ότι σήμερα οι μικρές ασήμαντες νησίδες εκφράσεως, τα λογοτεχνικά περιοδικά, οφείλουν την όποια παρέμβαση τους αναλογεί, τον εναλλακτικό τους μη θεσμικό λόγο, προβάλλοντας ένα πνεύμα δημιουργικό, παράλληλα στις απλουστεύσεις που ζητά η μεγάλη και χαλαρή αγορά. Αλλά κυρίως και τελειώνω- τους ανατίθεται ένας άλλος σημαντικότερος ρόλος. Να τι εννοώ: Ο λόγος της τέχνης, λόγος ύψιστης πειθαρχίας, γνωρίζει κανόνες, διέπεται από αρχές, είναι προϊόν ηθικής βουλήσεως, αντικαθιστά, παίρνει τη θέση της αταξίας του νεοελληνικού βίου. Μερικοί βέβαια θεωρούν τον νεοελληνικό βίο ένα ακίνδυνο χαρωπό χάος. Οι σκεπτικιστές τον θεωρούν μια φάρσα που πρέπει να μην μας αφορά. Εγώ όχι. Αυτός ο βίος λοιπόν, άναρχος, άμορφος, καρπός αισθητικός και ηθικός μιας κοινωνίας ασπόνδυλης και άβουλης, είναι αναγκαίο για έναν αριθμό προσώπων να υποκαθίσταται από το οργανωμένο σώμα του φαντασιακού και της τέχνης. Να γίνεται χαρακτήρας ζωής, όχημα αναγκαίων αξιών εδώ, επειδή απουσιάζουν. Ευχαριστώ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ο επόμενος ομιλητής είναι ο κ. Γιάννης Μπασκόζος, Διευθυντής του περιοδικού «Διαβάζω», το οποίο εδώ και τρία χρόνια νομίζω, δυόμισι χρόνια, ξεκίνησε την καινούρια του πορεία, με καινούριο εκδότη, καινούριο σχήμα, αλλαγμένο κάπως. Είναι ένα περιοδικό για το βιβλίο και θα ακούσουμε τι έχει να μας πει ο κ. Μπασκόζος. Γ. ΜΠΑΣΚΟΖΟΣ: Καλησπέρα. Ευχαριστώ την Εταιρεία Συγγραφέων, τον κ. Ξενάριο και τον κ. Βαλτινό, τη Γραμματεία Τύπου, που είμαστε εδώ, σε αυτή τη συζήτηση, ίσως μια συζήτηση που θα έπρεπε να είχε γίνει πολλά χρόνια πριν. Κατά καιρούς γίνανε κάποιες συζητήσεις, αλλά δεν ξέρω, επιλέγαμε να τις αφήνουμε να σβήνουν. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Είναι το «φυσικό όριο» της καθυστέρησης των δέκα ετών. Γ. ΜΠΑΣΚΟΖΟΣ: Ωραία. Για την Ελλάδα μια χαρά είναι. 190

Είμαστε 32 χρόνια, μπαίνουμε στον 32 ο χρόνο το περιοδικό «Διαβάζω». Και μεθαύριο το Σάββατο κλείνουμε δύο χρόνια με τη διεύθυνση τη δικιά μου, διευκρινιστικά. Ο εκδότης παραμένει ο ίδιος, είναι ο Γιώργος Βαλάντης, ήταν στην αρχική τριάδα που ξεκίνησε το περιοδικό. Δεν είμαστε λογοτεχνικό περιοδικό, δηλαδή δεν παρουσιάζουμε πρωτογενή λογοτεχνική παραγωγή. Ζούμε παραπλεύρως αυτής, κυρίως την παρουσιάζουμε ή την κρίνουμε, όπως επίσης παρουσιάζουμε και κρίνουμε και άλλα περιοδικά σε μια ειδική στήλη που έχουμε που τη λέμε «Περιοδεύω». Επίσης, έχοντας δημιουργήσει τα τελευταία 11 χρόνια το θεσμό των λογοτεχνικών βραβείων, είναι ένα γεγονός αυτό που μας συνδέει με τη λογοτεχνική παραγωγή. Είμαστε από την άλλη μεριά μία επιθεώρηση του βιβλίου που πληροφορεί το αναγνωστικό κοινό τι βγαίνει, σε ποιους τομείς και όχι μόνο στη λογοτεχνία. Είμαστε κατά κάποιο τρόπο ένας ενδιάμεσος κρίκος. Άρα πιο πολύ θα πω τη γνώμη μου για τα λογοτεχνικά περιοδικά κατά κάποιο τρόπο διαχωρίζοντας ελαφρώς το «Διαβάζω». Ήθελα να ξεκινήσω από μια παρατήρηση προσωπική, ότι πριν αρκετά, όχι πολλά χρόνια, πριν 7 ή 10 χρόνια, στο γραφείο μου έπαιρνα πάρα πολλά περιοδικά, σε σημείο δηλαδή που να μην ξέρει κανείς πού να τα βάλει. Τώρα παίρνω πάρα πολύ λίγα. Και ο συντάκτης της στήλης για τα περιοδικά μού λέει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ να βρει πια ένα άλλο περιοδικό να παρουσιάσει. Γιατί εντάξει, πόσα περιοδικά υπάρχουν; Είπε έναν αριθμό ο Ντίνος, νομίζω όμως ότι τα περιοδικά τα λογοτεχνικά λιγοστεύουν και στην Αθήνα αλλά και στην περιφέρεια. Θυμάστε μόνο ότι μετά τη μεταπολίτευση ξεκίνησαν την πορεία τους πολλά λογοτεχνικά περιοδικά, που τώρα πια δεν βρίσκονται, δεν βρήκαν αναγνώστες ίσως ή δεν έβρισκαν υποστηρικτές οικονομικούς για να συνεχίσουν. Το «Γράμματα και Τέχνες», ο «Χάρτης», η «Ίνδικτος», το περιοδικό η «Άλως», που ήταν θεωρητικό, η «Σπείρα», η «Γραφή» στη Λάρισα, το «Ρόπτρο» στο Βόλο κλπ., πάρα πολλά περιοδικά, που είχαν ένα βραχύ βίο. 191

ΜΜΕ & Λογοτεχνία Δεν νομίζω δηλαδή ότι αν κοιτάξει κανείς τη χαρτογράφηση των σημερινών περιοδικών θα πρέπει να είναι ευχαριστημένος. Είναι λίγα, και το κυριότερο, με μικρή κοινωνική εμβέλεια. Νομίζω ότι και η Λώρη τελειώνοντας και λέγοντας πόσα πουλάει, αφού μας είπε τι καταπληκτικά που την υποδέχτηκε ο τύπος, λέγοντάς μας πόσα πουλάει δείχνει ας πούμε και πού πάει μέσα στην κοινωνία. Παλαιότερα τι χαρακτήριζε ένα λογοτεχνικό περιοδικό: Μια ομάδα ανθρώπων, ή έστω και ένας άνθρωπος, ο οποίος είχε μια γι αυτή ιδεολογική ή αισθητική άποψη, συγκέντρωνε μια παρέα δίπλα του και ήθελε αυτό το πράγμα να το διαδώσει. Δεν έχει σημασία αν ήθελε να το διαδώσει σε πενήντα ή σε χίλιους πεντακόσιους. Νομίζω ότι αυτό δεν συμβαίνει πια. Δηλαδή αυτό που έκανε ας πούμε οι «Εποχές», η «Επιθεώρηση Τέχνης» ή το «Πάλι», όλα αυτά τα περιοδικά, δεν υπάρχει σήμερα. Σήμερα νομίζω ότι απλώς κάποια περιοδικά συντηρούνται γιατί υπάρχουν κάποιοι ονειροπόλοι ή ονειροπαρμένοι, πάρτε το όπως θέλετε, οι οποίοι συνεχίζουν να τα βγάζουν. Έχουν πολύ μικρό παρεμβατικό ρόλο στην κοινωνία. Συλλέγουν λογοτεχνική ύλη αξιόλογη, δεν αμφιβάλλω, αλλά δεν κατευθύνεται κάπου αυτή, απλώς είναι μια φθίνουσα πορεία. Τώρα θα μου πείτε, γιατί; Υπάρχουν χιλιάδες λόγοι. Γιατί έτσι. Γιατί αυτή είναι η ζωή, γιατί αυτή είναι η πολιτιστική κατάσταση, αναφέρθηκαν και από τους προηγούμενους, γιατί έχουν αλλάξει τα δεδομένα κλπ. Είναι εύκολο να πούμε: φταίνε οι εφημερίδες, φταίει το δίκτυο, φταίει το ότι πουλάνε λογοτεχνικά βιβλία στα περίπτερα κλπ. Ίσα ίσα, αν ήταν έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο. Όσο πιο πολύ διαδίδεται η λογοτεχνία ή το βιβλίο με οποιοδήποτε μέσο, τόσο περισσότερους αναγνώστες δημιουργεί. Αλλά εμείς είμαστε καθηλωμένοι, ενώ έχουν τριπλασιαστεί οι τίτλοι των βιβλίων που εκδίδονται κάθε χρόνο τα τελευταία δέκα χρόνια, οι αναγνώστες από το 75 μέχρι σήμερα παραμένουν σταθερά ίδιοι. Ποιοι είναι οι αναγνώστες; Αυτοί που διαβάζουν πάνω από 10 βιβλία το χρόνο εξακολουθούν και είναι 8,5%, δεν έχουν αυξηθεί 192

ούτε κατά έναν. Εμείς σκληρό αναγνωστικό κοινό λέμε αυτούς που διαβάζουν 10 βιβλία το χρόνο, ενώ στη Γαλλία το σκληρό αναγνωστικό κοινό είναι πάνω από 25 βιβλία το χρόνο. Και το ποσοστό είναι 17 ή 20% αν θυμάμαι καλά. Άρα υπάρχει και μία κοινωνική κατάσταση που είναι μεν διεθνής αλλά έχει και ορισμένα προβλήματα που εδράζονται στη δικιά μας χώρα. Βέβαια υπάρχει ένας χώρος που υπάρχουν περιοδικά με άλλη μορφή, πιο άναρχη, αλλά όχι λιγότερο γοητευτική, και εννοώ τα περιοδικά που δεν έχουν τη μορφή τη δικιά μας, που είναι στο διαδίκτυο. Αυτές οι λογοτεχνικές κοινότητες που υπάρχουν στο διαδίκτυο είναι πολλές, μπορεί να μην τις υπολογίζουμε, μπορεί ένας «συνεπής» (σε εισαγωγικά ή χωρίς εισαγωγικά) εκδότης περιοδικού να τις θεωρεί παράταιρες ή νεανικές παραβατικές πράξεις, αλλά στην πράξη εκεί διακινείται πολύ περισσότερο λογοτεχνικό υλικό, πολλές περισσότερες ιδέες, πολλές περισσότερες μορφικές αναζητήσεις απ ό,τι στον έντυπο λόγο. Και να σας πω κάτι, ένας νέος άνθρωπος σήμερα δεν χρειάζεται να βρει ένα μέσον, να πάει στον κ. Νιάρχο, στον κ. Χρονά, στον κ. Μαυρουδή για να του δώσει το κείμενό του. Θα το βγάλει κατευθείαν στο διαδίκτυο. Δεν τον ενδιαφέρει να πάει σε αυτούς πια, δεν περνάει από εκεί η λογοτεχνική του ας πούμε εμφάνιση. Βλέπω, δεν ξέρω, ας με διαψεύσουν, αλλά αυτά που παίρνω εγώ στο «Διαβάζω», ότι οι άνθρωποι που γράφουν λογοτεχνία και τα στέλνουν ακόμα στα περιοδικά είναι μεγάλης ηλικίας. Και μια μεγάλη κατηγορία απ αυτούς, εν πάση περιπτώσει, δεν νομίζω ότι υπηρετούν καν τη λογοτεχνία. Δεν λέω ότι στο διαδίκτυο είναι ειδυλλιακή κατάσταση, όχι, είναι άναρχη και εκεί υπάρχει λιβάνισμα και αμετροέπεια και ακατάσχετη φλυαρία και κακή λογοτεχνία και ό,τι άλλο θέλεις. Αλλά σίγουρα αυτοί που γράφουν, η πλειοψηφία αυτών που γράφει σήμερα μάλλον βρίσκεται εκεί παρά στα λογοτεχνικά περιοδικά. 193

ΜΜΕ & Λογοτεχνία Όπως και να το κάνουμε, στον καιρό μας η λογοτεχνία είναι ένα προϊόν μικρής υπεραξίας. Θα μου πείτε ότι έτσι ήταν πάντα. Εντάξει, εγώ δεν θέλω να βαυκαλίζομαι, ότι είμαστε λίγοι και καλοί. Αύριο μπορεί να μην υπάρχουμε καθόλου, η αδηφαγία των άλλων μέσων καραδοκεί. Το κοινό όμως υπάρχει. Όχι μόνο στο διαδίκτυο, το βλέπω και αλλού. Δηλαδή όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πάνε στις εκδηλώσεις που γίνονται κατά κόρον, πάνε στις λογοτεχνικές βραδιές, στα αφιερώματα, είναι άνθρωποι που έχουν ένα ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία, ψάχνουν. Πιστεύω ότι δεν είμαστε εν κενώ, δηλαδή υπάρχει η λογοτεχνική κοινότητα και αυτή μπορεί και μας τροφοδοτεί ακόμα, δεν ξέρω μέχρι πότε. Πολύ πρακτικά, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς: μπορεί κάτι να γίνει; Πριν χρόνια, νομίζω το 1997, το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου είχε εκδώσει ένα έντυπο με εικαστική φροντίδα του Δημήτρη Καλοκύρη, που παρουσίαζε όλα τα λογοτεχνικά περιοδικά της χώρας και είχε ως στόχο δεν ξέρω τι έγινε τελικά- να το στείλει σε όλους τους θεσμικούς φορείς, στις βιβλιοθήκες, δημόσιες και κοινοτικές, στα σχολεία, στις σχολικές βιβλιοθήκες, με σκοπό να προτρέψει αυτούς τους φορείς να καλέσουν τους εκδότες να μιλήσουν, να παρουσιάσουν το περιοδικό τους, έμμεσα να τους προτρέψει να γίνουν συνδρομητές στα περιοδικά, αλλά και από την άλλη μεριά έμμεσα να βάλει τους εκδότες να ακούσουν τι λέει το κοινό και πιθανόν να κάνουν τις αντίστοιχες τροποποιήσεις. Υπάρχει ένα ζήτημα, το είχαμε συζητήσει και με τον Ντίνο παλαιότερα, ότι ίσως πρέπει να σκεφτούμε μια κατά κάποιο τρόπο αυτοοργάνωση των περιοδικών, παράλληλα με την παρέμβασή μας και σε άλλους χώρους, και νομίζω ότι σίγουρα ένας τέτοιος είναι το διαδίκτυο. Σας ευχαριστώ πολύ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ευχαριστούμε τον κ. Μπασκόζο. Επόμενος ομιλητής είναι ο κ. Αντώνης Φωστιέρης, μαζί με τον κ. Νιάρχο εκδότες και διευθυντές του περιοδικού «Η Λέξη», που δεν ξέρω, Αντώνη διόρθωσέ με- πλησιάζει τα 30 χρόνια ή τα ξεπέρασε; 194

Α. ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ: Τα 27. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: 27 χρόνια. Α. ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ: Εγώ δεν θα μιλήσω για τη «Λέξη», που κατά κάποιο τρόπο εκπροσωπώ εδώ, θα μιλήσω, ή τουλάχιστον θα προσπαθήσω να μιλήσω για τα περιοδικά στο σύνολό τους και θα προσπαθήσω να μείνω πολύ κοντά, σχεδόν σχολαστικά, ακριβώς στο θέμα αυτής της συνάντησης και αυτής της ενότητας. Πρώτα πρώτα να ευχαριστήσω βέβαια τους οργανωτές αυτού του Συνεδρίου, την Εταιρεία Συγγραφέων, της οποίας είμαι και μέλος, και τη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας, για την τιμητική, όπως συνηθίζεται να λέμε, πρόσκληση συμμετοχής. Σε ένα συνέδριο που έχει ως αντικείμενο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη λογοτεχνία, υποθέτω και εύχομαι τα λογοτεχνικά περιοδικά να προσεκλήθησαν ως αντιπροσωπεύοντα βέβαια τη λογοτεχνία, όχι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Όσο και αν το λογοτεχνικό περιοδικό έχει πολλά, ίσως τα περισσότερα από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των άλλων εντύπων μέσων μαζικής ενημέρωσης, στην πραγματικότητα δεν διαθέτει το βασικότερο απ όλα, την πρόθεση δηλαδή και το σκοπό της ενημέρωσης. Με εξαίρεση ίσως το «Διαβάζω», που υπηρετεί και μια κριτική και ενημερωτική αποστολή, όλα τα άλλα λογοτεχνικά περιοδικά, που παρίστανται ή που αντιπροσωπεύονται, ή υπονοείται η παρουσία τους στη συνάντηση αυτή, μετέχουν σε αυτό καθεαυτό το λογοτεχνικό φαινόμενο, επιλέγοντας, προβάλλοντας, υποβάλλοντας, πολλές φορές μάλιστα και προκαλώντας άμεσα την παραγωγή αυθεντικής λογοτεχνίας. Ως προς γνώσιν και ενημέρωσιν, αλλά προς τέρψιν και απόλαυσιν, που είναι άλλωστε το πρώτο ζητούμενο κάθε μορφής τέχνης. Μέσα στον διαρκή ορυμαγδό της έντυπης και ηλεκτρονικής ενημέρωσης, το λογοτεχνικό περιοδικό, ως είδος διακριτό, επιχειρεί να συγκεράσει με τον καλύτερο τρόπο τους στόχους που του θέτει η διπλή του φύση. Αφενός ως περιοδικό να εκφράσει 195

ΜΜΕ & Λογοτεχνία με ενάργεια και εντιμότητα τα σημαντικά ρεύματα, τις τάσεις, τις διαθέσεις, την αντίληψη και την αισθητική του συγκεκριμένου χώρου στον συγκεκριμένο τόπο, και αφετέρου ως λογοτεχνικό να εγγράψει υποθήκες μέλλοντος. Να διεκδικήσει μέσω του πνεύματος που τον διατρέχει, των επιλογών του και της ποιότητας των κειμένων του, μια όσο γίνεται μεγαλύτερη διάρκεια, ένα μερίδιο αθανασίας. Όχι απλώς ως μαρτυρία μιας εποχής αλλά ως αυτούσια λογοτεχνική ύλη. Με αυτό το σκεπτικό τα λογοτεχνικά περιοδικά δεν συμβάλλουν στη μαζική ενημέρωση, με τη στενή τουλάχιστον και τη συνήθη έννοια. Αντίθετα, χρειάζονται τη συνδρομή των μεγάλων μέσων μαζικής ενημέρωσης, προκειμένου να γίνει γνωστή η ίδια τους η ύπαρξη, η πορεία τους, η εκάστοτε έκδοσή τους. Είναι σε όλους μας γνωστό ότι μόνο ορισμένες εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας ενδιαφέρονται από καιρού εις καιρόν και επιλεκτικά για την προβολή των λογοτεχνικών περιοδικών, ενώ επιβλητική είναι η απουσία και εκκωφαντική η σιωπή ραδιοφωνικών και περισσότερο τηλεοπτικών εκπομπών γύρω από τη λογοτεχνία, τα βιβλία και βέβαια τα λογοτεχνικά περιοδικά. Όμως εάν οι εφημερίδες, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση κατά συντριπτική πλειοψηφία ανήκουν στην ιδιωτική πρωτοβουλία, τα όρια της οποίας δεν μπορεί κανείς να παραβιάσει εύκολα, εκεί που η απογοήτευση και η δυσαρέσκειά μας μετατρέπεται σε θυμό και πραγματική οργή είναι για την απαράδεκτα αδιάφορη έως προκλητική στάση της πολιτείας, του επίσημου κράτους και όλων των εμπλεκομένων φορέων του απέναντι στο σύνολο των λογοτεχνικών περιοδικών. Ένα ολόκληρο, ένα θεόρατο θεσμικό οικοδόμημα έχει υψωθεί από την πολιτεία εν ονόματι του πολιτισμού. Με υπουργεία, υφυπουργεία, διευθύνσεις, οργανισμούς, ιδρύματα, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, κέντρα και γραμματείες, δήθεν για την προστασία και την προαγωγή των γραμμάτων και της τέχνης. Μέσα από όλο αυτό το λαβυρινθώδη μηχανισμό, την κατασπατάληση τεράστιων ποσών για τη τροφοδοσία του σκοτεινού αυτού «λεβιάθαν» των αξιωματούχων και των υπαλλήλων του, το τε- 196

λικό αποτέλεσμα για τη λογοτεχνία μεν είναι δυσανάλογα πενιχρό, ενώ για τα λογοτεχνικά περιοδικά μηδενικό. Ένα τεράστιος όρος οδύνει καθημερινά και δεν τίκτει απολύτως τίποτα, ή πότε-πότε τίκτει μερικούς «μυς». Το ανεκδιήγητο Υπουργείο Πολιτισμού, το οποίο σε άλλους τομείς διαθέτει τεράστιους πόρους, έχει διακόψει εδώ και τρία χρόνια, μέσω της Διεύθυνσης Γραμμάτων του, τις ούτως ή άλλως γελοίες σε ύψος και προϋποθέσεις επιχορηγήσεις των λογοτεχνικών περιοδικών. Το Υπουργείο Παιδείας, στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγονται όλες οι δημόσιες βιβλιοθήκες και οι βιβλιοθήκες των πανεπιστημιακών εδρών, δεν αγοράζει ούτε ένα τεύχος τουλάχιστον από τη «Λέξη», την οποία εκπροσωπώ, αλλά υποθέτω και από τα υπόλοιπα περιοδικά. Το μεγαθήριο ΕΚΕΒΙ δηλώνει αναρμόδιο περί τα περιοδικά πετώντας το μπαλάκι σε άλλους φορείς, ο Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού θεωρεί ότι τα λογοτεχνικά περιοδικά δεν συμβάλλουν στην προβολή του ελληνικού πολιτισμού και σφυρίζει αδιάφορα, ενώ η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης είναι ίσως η μόνη που προσφέρει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, και με εξαιρετική φειδώ και αυτή, μια στοιχειώδη πρακτική βοήθεια. Τη μειωμένη δηλαδή χρέωση ταχυδρομικών τελών στη διακίνηση των περιοδικών μέσω των Ελληνικών Ταχυδρομείων. Η διευκόλυνση δεν αφορά μόνο στα λογοτεχνικά περιοδικά βέβαια, αλλά στα πάσης φύσεως έντυπα (εφημερίδες, περιοδικά πολιτικά, τοπικά ή ποικίλης ύλης). Όμως, πέραν του ότι και μετά την έκπτωση το ταχυδρομικό τέλος εξακολουθεί να είναι υψηλό, ενώ στο παρελθόν ήταν σχεδόν ευτελές όπως θα θυμόμαστε όλοι, ξέρετε τι προβλέπει η σχετική νομοθεσία; Ότι αν ένα περιοδικό κυκλοφορήσει ένα διπλό τεύχος, φαινόμενο συνηθέστατο αλλά και θεμιτότατο νομίζω, είτε λόγω προσωπικών ή πρακτικών δυσχερειών, είτε συνήθως για την οργάνωση μεγάλων αφιερωμάτων που να καλύπτουν αριθμό σελίδων αλλά και χρονική περίοδο δύο τευχών άνω του τριμήνου, το περιοδικό χάνει την περιοδικότητά του και τιμωρείται με χρέ- 197

ΜΜΕ & Λογοτεχνία ωση του κανονικού, αφάνταστα δυσβάστακτου ταχυδρομικού τέλους, που συχνά πλησιάζει την ίδια την αξία του τεύχους. Ως ποινή υποθέτω, επειδή τα λογοτεχνικά περιοδικά δεν διαθέτουν εύρωστους και ευέλικτους εκδοτικούς μηχανισμούς, αλλά επαφίενται στον πατριωτισμό σχήμα λόγου είναι αυτό βέβαια, αλλά κατά βάθος περί πραγματικού πατριωτισμού πρόκειταιστο μόχθο, στην ανασφάλεια, στο ενδιαφέρον και στην ευαισθησία ορισμένων ελεύθερων σκοπευτών, που πολλές φορές αμελούν ακόμα και το προσωπικό τους έργο προκειμένου να προβάλουν μια συνολική εικόνα της ελληνικής λογοτεχνίας. Τέλος, ζητώ συγγνώμη αν ίσως κακοκάρδισα, ως αναιδής προσκεκλημένος, κάποιους από τους οικοδεσπότες, ή αν απογοήτευσα ακόμη και κάποιους από σας, που προσγείωσα υπερβολικά την εισήγησή μου σε πρακτικά μόνο θέματα και δεν μίλησα αρκούντως ποιητικά και αφηρημένα. Ευχαριστώ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Νομίζω ότι το θέμα δεν εξαντλήθηκε μεν αλλά μάθαμε πάρα πολλά πράγματα από πέντε διαφορετικές οπτικές γωνίες σχετικά με τα λογοτεχνικά περιοδικά. Να πω δυο-τρία πράγματα πριν ανοίξουμε το διάλογο. Ότι στη δικιά μας περίπτωση «Μ.Μ.Ε.» σημαίνει «μικρά μαζικής ενημέρωσης» και όχι «μαζικά», όπως ξέρουμε όλοι τα περιοδικά φυτοζωούν. Να προσθέσω -και νομίζω δεν κάνω λάθος- ότι θα γίνει θεσμός αυτό το Συνέδριο, έχουμε σχεδόν την υπόσχεση του Υπουργού ότι αν αυτό πάει καλά δεν έχει τελειώσει ακόμα βέβαια, έτσι;- και βγάλουμε και τα πρακτικά σε ένα βιβλίο, μπορεί να γίνει θεσμός, οπότε θα τα λέμε κάθε χρόνο εδώ πέρα, με διαφορετικούς..., με διαφορετικές εισηγήσεις. Οπότε αυτό είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα. Υπάρχει η σκέψη, όπως είπε ο κ. Μπασκόζος, να αυτοοργανωθούμε, να γίνει δηλαδή κατά κάποιο τρόπο ένα Συμβούλιο λογοτεχνικών περιοδικών. 198

ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Μια Ομοσπονδία. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ομοσπονδία δεν ξέρω, γιατί δεν είμαστε τόσο πολλοί, 45 περιοδικά, δεν μπορούμε να κάνουμε Ομοσπονδία. Και με συνδικαλιστικούς λόγους. Να πω ακόμη ότι στο νόμο για τα κρατικά βραβεία λογοτεχνίας αν δεν κάνω λάθος υπάρχει ένα άρθρο για Βραβείο Λογοτεχνικού περιοδικού, το οποίο δεν δόθηκε ποτέ. Ακόμη να πω ότι υπάρχουν δυο ειδών περιοδικά λογοτεχνικά όχι μόνο καθημερινά αλλά γενικά. Είναι αυτά τα οποία υποστηρίζουν και επιχορηγούν εκδότες, όπως είναι της Λώρη Κέζα και του Χάρη Βλαβιανού. Τα υπόλοιπα είναι αυτοχρηματοδοτούμενα, τα βγάζουν οι ίδιοι οι εκδότες άλλοι από το σπίτι τους, άλλοι από το γραφείο τους. Τέλος να πω ότι η ιδέα που είχε ο Μπιλ Γκέιτς και τον έκανε αυτό που τον έκανε, προήλθε από ένα μικρό περιοδικό. Κάπου διάβασε κάτι σε ένα περιοδικό και του έδωσε το έναυσμα να κάνει αυτό που έκανε. Τώρα μπορούμε να ανοίξουμε τη συζήτηση, ακούμε τις ερωτήσεις σας. ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Για τον κ. Φωστιέρη αλλά μάλλον και τον κ. Μαυρουδή νομίζω αφορά περισσότερο η ερώτηση. Αν εσείς ως εκδότες περιοδικών κρίνετε ότι η απήχηση των περιοδικών σας στην κοινωνία είναι πια πάρα πολύ μικρή, αν αυτό είναι αλήθεια, τι πιστεύετε ότι νομιμοποιεί το να είστε σε μια κατάσταση οργισμένης απέναντι στο κράτος; Α. ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ: Να απαντήσω. Πρώτα - πρώτα δεν νομίζω και δεν συμφωνώ με την άποψη ότι η απήχηση των λογοτεχνικών περιοδικών είναι σήμερα μικρή. Λέγοντας «σήμερα μικρή» δεν ξέρω αν εννοείτε ότι παλαιότερα ήταν μεγαλύτερη, αλλά θέλω να σας πω ότι με απόλυτα αριθμητικά μεγέθη τα λογοτεχνικά περιοδικά παλαιότερα ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση. 199

ΜΜΕ & Λογοτεχνία Σήμερα υπάρχει ένα κοινό, εγώ πιστεύω ότι γενικότερα υπάρχει ένα ευρύ αναγνωστικό κοινό της λογοτεχνίας, όπως θα διακινδυνεύσω να πω ότι ίσως για πρώτη φορά υπάρχει ένα μεγάλο κοινό για όλες τις μορφές τέχνης. Δηλαδή δεν νομίζω ότι παλαιότερα, ή εμείς που τέλος πάντων θυμόμαστε και πως ήταν η κατάσταση πριν από 20 ή 30 χρόνια θα βλέπαμε έξω από την Εθνική Πινακοθήκη ουρές, ή θα βάζαμε μέσο για να βγάλουμε ένα εισιτήριο στο Μέγαρο Μουσικής, ή θα υπήρχαν αυτά τα best sellers με τα τρελά νούμερα, όσο κι αν μερικά από αυτά ή και πολλά από αυτά μπορεί να μην δικαιολογούνται από την ποιότητά τους. Όμως τι σημαίνει; Ότι υπάρχει ένα αναγνωστικό κοινό. Θέλω να σας πω επειδή η «η λέξη» βγαίνει 27 χρόνια ότι ο αριθμός των αναγνωστών παραμένει απολύτως σταθερός και μάλιστα με μια πολλές φορές τάση αύξησης. Αυτό εξαρτάται και από τα συγκεκριμένα τεύχη, τα αφιερώματα κλπ. Άρα δεν πιστεύω ότι είναι μηδαμινή η απήχηση των λογοτεχνικών περιοδικών στην κοινωνία, βεβαίως εννοώντας κιόλας ότι δεν είναι όλα μετρήσιμα με όρους ποσοτικούς, αλλά περισσότερο με όρους ποιοτικούς. Δεύτερον και σημαντικότερο αυτό που εσείς αλλά κι εγώ ονόμασα οργή απέναντι της κρατικής εξουσίας, απέναντι της πολιτείας είναι το ότι υποτίθεται ότι η πολιτεία κρίνει όχι με ποσοτικά κριτήρια όχι με το τι αφορά ένα μεγάλο ποσοστό, ένα μεγάλο μέρος του κοινού, διότι σε αυτή την περίπτωση αντιθέτως μπορεί αυτό να σταθεί μόνο του και να λειτουργήσει με όρους ιδιωτικής πρωτοβουλίας και επιχειρηματικότητας. Αντιθέτως υποτίθεται ότι η πολιτεία πολλώ δε μάλλον όταν έχει θεσμοθετήσει τόσα όργανα (Υπουργεία, όλα αυτά τα πράγματα τα οποία ανέφερα) τα οποία υποτίθεται ότι αξιολογούν και μετρούν την ποιότητα των διαφόρων εργασιών και ειδικά αυτές οι οποίες από μόνες τους δεν μπορούν να σταθούν, ή που χρειάζονται μια ενίσχυση για να ανθίσουν οφείλει να τις βοηθήσει και να τις υποστηρίξει. 200

Όπως υπάρχουν κρατικά θέατρα για να ανεβάζουν παραγωγές οι οποίες ενδεχομένως ένα ελεύθερο θέατρο δεν αντέχει και δεν μπορεί να ανεβάσει αλλά πρέπει να ανέβουν γιατί πρόκειται για έργα κλασικά και σημαντικά, κατά τον ίδιο ή ανάλογο τρόπο, νομίζω ότι το κράτος οφείλει να ενισχύσει περιπτώσεις περιοδικών ακόμη και εκδοτικούς οίκους, που θεωρεί μέσα από μια αξιολόγηση βέβαια ότι αξίζει τον κόπο να υπάρξουν και να βοηθηθούν και να έχουν μια πολύ μεγαλύτερη ενδεχομένως εξάπλωση μέσα στο κοινωνικό σώμα. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Για όσους ήρθαν με καθυστέρηση θα κάνω μια μικρή σούμα το τι ειπώθηκε περίπου. ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Ρώτησα και τους δύο, γιατί εισέπραξα και από τον κ. Μαυρουδή μια αίσθηση που ίσως να μην είναι και σωστή τελικά- ότι κάπου φθίνει η απήχηση, ίσως δεν κατάλαβα εγώ καλά. Κ. ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ: Εγώ δεν είπα κάτι τέτοιο. Δεν πιστεύω πως είναι ούτε μεγαλύτερη ούτε μικρότερη η επιρροή που μπορούν να ασκήσουν τα λογοτεχνικά περιοδικά σήμερα από αυτή που ασκούσαν προχθές. Είναι όμως θεωρώ πολύ μεγάλο λάθος να δούμε με ποσοτικά κριτήρια την εξέλιξη της ζωής μας και της ποιότητας της ζωής μας και τις προϋποθέσεις της ζωής μας. Είναι πολύ μεγάλο λάθος πιστεύω να δούμε τις ουρές έξω από την Εθνική Πινακοθήκη, όπως είναι μεγάλο λάθος -και θα διαφωνήσω με τον Αντώνη- να δούμε τι μέσο βάζουμε για να αποκτήσουμε ένα εισιτήριο στη Λυρική ή στο Μέγαρο. Πιστεύω πως ο πολιτισμός μας είναι αυτός ο οποίος μας αφηγείται η πόλη από το σπίτι μας μέχρι να πάμε στο Μέγαρο και από το σπίτι μας ώσπου να πάμε στην Πινακοθήκη κι αυτός ο πολιτισμός είναι οικτρός. Λέω τα αυτονόητα: Πάντα αφορούσαν μειοψηφίες με ειδικά ενδιαφέροντα τα λογοτεχνικά περιοδικά. Το ίδιο σημαίνει και σήμερα. Φαίνεται πως ένα καινούργιο ανα- 201

ΜΜΕ & Λογοτεχνία γνωστικό ήθος πάει να γίνει με τα blogs, αλλά θα πρέπει να το δούμε με πολύ μεγάλο σκεπτικισμό. Όπως είδαμε πριν πολλά χρόνια αυτή τη κατάσταση «Το μικρόφωνο στο λαό» με τους ιδιωτικούς σταθμούς και μπορούμε να μετρήσουμε και να ζυγίσουμε που κατέληξε. Με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια επιφύλαξη πιστεύω θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε κι αυτά σήμερα. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Για όσους ήρθαν με καθυστέρηση θα ήθελα να πω ότι συγκρατώ από όσα είπε ο κ. Ζουμπουλάκης ότι το περιοδικό είναι ο διευθυντής του και άρα μόνος του διαμορφώνει το χαρακτήρα και τη φιλοσοφία του. Κάτι, που είχε πει πρώτα ο Ξενόπουλος. Από την κα Κέζα συγκρατώ την εντυπωσιακή συχνότητα δημοσιευμάτων και προβολής που έτυχε το «Να ένα μήλο» από τα ΜΜΕ. Από όσα είπε ο κ. Μαυρουδής συγκρατώ ότι το περιοδικό πρέπει να προβάλλει τις αξίες του καιρού του, με την πρόταση ενός σαφούς λόγου και ότι είναι ένα είδος άντ αυτής της αγοράς δημιουργώντας λογοτεχνία αποδοχής. Από όσα είπε ο κ. Μπασκόζος συγκρατώ ότι η παρέα των κριτικών δεν υφίσταται πλέον όπως ήταν πριν τη Μεταπολίτευση, ότι οι εκδότες είναι ονειροπόλοι και ονειροπαρμένοι, ότι παίζουν μικρό παρεμβατικό ρόλο τα λογοτεχνικά περιοδικά στην κοινωνία και ότι έχουν φθίνουσα κυκλοφορία. Από τον κ. Φωστιέρη αυτό που συγκρατώ βέβαια είναι την κρατική αδιαφορία προς τα λογοτεχνικά περιοδικά. Ανοίγουμε τις ερωτήσεις. Θέλω να πω ότι υπάρχουν κι άλλα λογοτεχνικά περιοδικά τα οποία δεν είναι έντυπα είναι ηλεκτρονικά τα οποία είναι η αμέσως επόμενη ενότητα του Συνεδρίου και φυσικά φαντάζομαι ότι θα ενταχθούν κι αυτά κάποια στιγμή στα λογοτεχνικά περιοδικά και όχι στα ηλεκτρονικά. Ο κ. Βεντούρας. 202

Ι. ΒΕΝΤΟΥΡΑΣ: Για να υπάρξει μια μεγαλύτερη ακρίβεια στα όσα ακούστηκαν από τον κ. Μπακόζο, εγώ θα ήθελα να σημειώσω το περιοδικό «Σημειώσεις» το οποίο εκπροσωπεί μια συγκεκριμένη παρέα λογοτεχνική, όπως και η «Νέα Συντέλεια». Το περιοδικό «Σημειώσεις» βγαίνει από μια παρέα την καλούμενη παρέα του Χαλανδρίου και το περιοδικό «Νέα Συντέλεια», ανήκει στην παρέα του Βαλαωρίτη. Κατά συνέπεια υπάρχουν τέτοια περιοδικά, δεν είναι όσα υπήρχαν. Αλλά υπάρχουν. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Υπάρχει άλλη ερώτηση; Νομίζω ότι δεν υπάρχουν άλλες ερωτήσεις. Ευχαριστούμε πολύ. 203