Η εκπαίδευση στο Βυζάντιο
Τα Πανεπιστίμια του Βυζαντίου Οι Βυζαντινοί έδιναν μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση, παρ' όλο που στην αυτοκρατορία υπήρχαν πολλοί αναλφάβητοι. Γενικά στο Βυζάντιο η παιδεία δεν ήταν υποχρεωτική ή κρατική. Το βυζαντινό εκπαιδευτικό σύστημα, συνεχίζοντας την ελληνιστική παράδοση είχε δύο κύκλους σπουδών, του γραμματιστή και του γραμματικού. Στον πρώτο κύκλο φοιτούσαν από την ηλικία των έξι χρονών και στον δεύτερο από την ηλικία των δώδεκα. Με βάση τις περιορισμένες πληροφορίες που είναι διαθέσιμες, η εκπαίδευση προοριζόταν μόνο για τα παιδιά των οποίων οι γονείς μπορούσαν να την πληρώσουν. Ενώ υπάρχει πληθώρα καλλιεργημένων ανθρώπων στις ανώτερες τάξεις, η εκπαίδευση των αγροτικών ή φτωχών οικογενειών φαίνεται πως ήταν από υποτυπώδης έως ανύπαρκτη πολλοί δεν γνώριζαν ούτε καν ανάγνωση ή γραφή. Αργότερα, με την εμφάνιση των μοναστικών κοινοβίων, δόθηκε η δυνατότητα σε όσους γίνονταν μοναχοί να λάβουν τη βασική εγκύκλιο παιδεία με σκοπό την βαθύτερη μελέτη των ιερών κειμένων.
Το Βυζαντινό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως πού λεγόταν επίσης πανεπιστήμιο σπουδών της αίθουσας του ανακτόρου της Μαγναύρας, κατά τη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας αναγνωρίστηκε ως πανεπιστήμιο το 848, έστω και εάν τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη δεν το αναγνώρισαν ποτέ ως πανεπιστήμιο! Όπως τα περισσότερα μεσαιωνικά πανεπιστήμια, υπήρξε ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα για πολλά χρόνια, προτού ακόμα αναγνωριστεί σαν πανεπιστήμιο, η γέννηση της Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως έλαβε χώρα επί βασιλείας Θεοδοσίου του Β (408 450), στις 27 Φεβρουαρίου του έτους 425. Το πανεπιστήμιο αυτό περιλάμβανε τις σχολές της ιατρικής, της φιλοσοφίας, των νομικών και της δασοκομίας. Οι σχολές της οικονομίας πού ήσαν ποικίλες εκείνη την εποχή, τα πανεπιστήμια, τα πολυτεχνεία, οι βιβλιοθήκες και οι ακαδημίες καλών τεχνών ήσαν ανοιχτές στη Πόλη, καταστώντας τη Κωνσταντινούπολη κέντρο της διανόησης του μεσαιωνικού κόσμου. Το πανεπιστήμιο θα κλείσει στις 29 Μαΐου 1453, από τον Μεχμέτ τον Καταστροφέα (ή «Μωάμεθ τον Πορθητή»), στη θέση του οποίου ανέγειρε ένα δικό του πανεπιστήμιο πού αρχικά λειτούργησε ως ισλαμική ιερατική σχολή (Μεντρεσές), αλλά κατόπιν με τη προσέλευση ξένων (δυτικών καθηγητών) πού κάλεσε ο Μεχμέτ δημιουργήθηκαν και άλλες σχολές όπως η ιατρική αλλά πλήρως «απαγκιστρωμένες» από το ελληνικό πρωτότυπο και φυσικά δεν χάρηκε ποτέ την αίγλη του ελληνικού Πανδιδακτηρίου.
Το ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Πόλης ιδρύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 425 από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Β, πού του έδωσε το όνομα Πανδιδακτήριον, η σχολή εγκαινιάσθηκε κοντά στην Αγορά των βοοειδών. Η πρώτη σχολή της Κωνσταντινουπόλεως περιλάμβανε 31 έδρες για τις σχολές των νομικών, φιλοσοφίας, ιατρικής, αριθμητικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής, ρητορικής και άλλες διδασκαλίες, 15 έδρες για τη σχολή των λατινικών και 16 για τη σχολή των ελληνικών. Το έτος 849 η σχολή αναδιοργανώθηκε από τον μελλοντικό αντιβασιλέα του θρόνου Μιχαήλ τον Γ τον λεγόμενο Βάρδα, πού αναγνώρισε επισήμως τη σχολή με το τίτλο του πανεπιστημίου. Τα κυριώτερα μαθήματα του πανεπιστημίου καθώς και τα πιό δημοφιλή πού επέλεγαν οι φοιτητές ήσαν, η ρητορική, η φιλοσοφία και το δίκαιο. Σκοπός του πανεπιστημίου ήταν να μορφώσει άτομα ικανά, πού θα μπορούσαν να αναλάβουν γραφειοκρατικές θέσεις, ή να γίνουν άνθρωποι του κράτους ή της εκκλησίας. Υπ αυτή την έννοια το πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε το αντίστοιχο λαϊκό της θεολογικής σχολής. Το πανεπιστήμιο διατήρησε έναν ενεργό ρόλο στη φιλοσοφική παράδοση του πλατωνισμού και του αριστοτελισμού, ο πρώτος των οποίων αντιπροσωπεύει το μακροβιότερο παράδειγμα αδιάκοπης συνέχισης της πλατωνικής σχολής πού παρέμεινε ενεργός για σχεδόν δύο χιλιετίες, έως τον 15ο αιώνα. Το Πανεπιστήμιο εξαφανίστηκε την ημέρα της Άλωσης της Πόλης στις 29 Μαΐου 1453.
Σημαντικοί καθηγητες Σημαντικοί καθηγητές του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλως Λέων ο μαθηματικός από τη Θεσσαλία Φώτιος ο Α της Κωνσταντινουπόλεως, διδάσκαλος της ελληνικής φιλοσοφίας. Άγιος Κωνσταντίνος Κύριλλος Θεόδωρος διδάσκαλος της γεωμετρίας. Θεοδόγιος διδάσκαλος της αστρονομίας. Κομήτης διδάσκαλος της ελληνικής φιλολογίας. Ιωάννης Ξιφιλίνος διδάσκαλος των νόμων. Νομοφύλαξ του κράτους. Σημαντικοί σπουδαστές του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Ψελλός ο μετέπειτα «Ύπατος των Φιλοσόφων» Νικήτας Χωνιάτης μέγας ιστορικός του 12ου αιώνα Συμεών ο Α Πέτρος ο Απονενσιανός ο ενετός νεοαριστοτελικός ιατροφιλόσοφος
Ο Ιουστινιανός Α' Ο Ιουστινιανός Α, γνωστός και ως Μέγας Ιουστινιανός, ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 527 έως το 565. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, προσπάθησε να αναβιώσει το μεγαλείο της αυτοκρατορίας και να ανακαταλάβει το απωλεσθέν δυτικό μισό της ιστορικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Ο Φλάβιος Ηράκλειος Αύγουστος Ο Φλάβιος Ηράκλειος Αύγουστος π. 575-11 Φεβρουαρίου 641 ήταν Αυτοκράτορας του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους από το 610 ως τις 11 Φεβρουαρίου 641. ο Ηράκλειος διέκοψε αρχικά την επικοινωνία με την πρωτεύουσα και την τροφοδοσία της με αφρικανικά σιτηρά.
Ο Λέων ο Γ' Ο Λέων ο Γ' 685-18 Ιουνίου 741 ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 717 έως το 741. Συνέδεσε το όνομά του με τις νίκες κατά των Αράβων και την νομοθεσία της Εκλογής, αλλά πάνω απ' όλα υπήρξε ο πρωτεργάτης της Εικονομαχίας.
Η Θεοδώρα Η Θεοδώρα (981-31 Αυγούστου 1056) ήταν αυτοκράτειρα του Βυζαντίου από τις 11 Ιανουαρίου 1055 ως τις 31 Αυγούστου 1056. Η Θεοδώρα, η νεότερη από τις κόρες του Κωνσταντίνου του Η ήταν - όπως μας μαρτυρεί ο Μιχαήλ Ψελλός σκιαγραφώντας το χαρακτήρα της, σε αντιπαραβολή με αυτόν της Ζωής - ψηλή, αδύνατη, απότομη και γρήγορη στο λόγο, χαμογελαστή, όχι ιδιαίτερα εύστροφη και όμορφη, και ιδιαίτερα φειδωλή.
Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος, 27 Φεβρουαρίου 272-22 Μαΐου 337 ή Μέγας Κωνσταντίνος ή Άγιος και Ισαπόστολος Κωνσταντίνος κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας. Ήταν αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από το 312 έως το 324 και μονοκράτορας από το 324 έως το 337.
Ο Νικηφόρος ο Α' Ο Νικηφόρος Α' ήταν Αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ των ετών 802 και 811. Πατρίκιος και γενικός λογοθέτης ή λογοθέτης του γενικού, δηλ. υπουργός των οικονομικών) κατά το τέλος της βασιλείας της Ειρήνης, ανέβηκε στον θρόνο ύστερα από συνωμοσία αξιωματούχων που ανέτρεψε την τελευταία.
Ο Μιχαήλ ο Γ' Ο Μιχαήλ Γ, ο επιλεγόμενος Μέθυσος 839-23 Σεπτεμβρίου 867, ήταν Αυτοκράτορας του Βυζαντίου 842-867. Γιος και διάδοχος του Θεόφιλου, ανήλθε στο θρόνο σε ηλικία τριών ετών υπό την αντιβασιλεία της μητέρας του Θεοδώρας. Ο βίος και η πολιτεία του Μιχαήλ παρουσιάζονται με τα μελανότερα χρώματα από τους Βυζαντινούς χρονογράφους, αλλά τα τελευταία χρόνια υπάρχουν τάσεις αποκατάστασής του. Ο Μιχαήλ Γ μεγάλωσε υπό την επιμέλειαν του αδελφού της Θεοδώρας Βάρδα και πήρε κατά τους χρονογράφους πάντοτε- την χειρότερη ανατροφή που μπορούσε να δοθεί : παραδομένος από μικρή ηλικία στα ποτά εξ ου και η προσωνυμία Μέθυσος, στις ερωμένες και στις αρματοδρομίες, επί κεφαλής συμμορίας ελεεινών που αναστάτωναν την Κωνσταντινούπολη με αισχρές φάρσες και βρωμερά αστεία εις βάρος του πατριάρχη και της Θεοδώρας ακόμη.
Ο Βασίλειος ο Β' Ο Βασίλειος Β' 958-15 Δεκεμβρίου 1025, ο επονομαζόμενος Βουλγαροκτόνος, ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας της Μακεδονικής δυναστείας, ο οποίος βασίλεψε από τις 10 Ιανουαρίου 976 έως το θάνατό του στις 15 Δεκεμβρίου 1025, χαρίζοντας την τελευταία περίοδο πολιτικής ακμής στην αυτοκρατορία. Το πρώτο μέρος της μακράς βασιλείας του χαρακτηρίστηκε από τον εμφύλιο πόλεμο ενάντια σε πανίσχυρους στρατηγούς από την αριστοκρατία της Ανατολίας. Μετά την υποταγή τους, ο Βασίλειος επέβλεψε τη σταθεροποίηση και την επέκταση των ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και, πάνω απ' όλα, την τελική και πλήρη υποταγή της Βουλγαρίας, τον κυριότερο ευρωπαϊκό εχθρό της αυτοκρατορίας. Γι' αυτό και ονομάστηκε από μεταγενέστερους συγγραφείς ως Βουλγαροκτόνος, με το οποίο είναι ευρύτερα γνωστός. Κατά το θάνατό του, η αυτοκρατορία εκτεινόταν από τη Νότια Ιταλία μέχρι τον Καύκασο και από το Δούναβη μέχρι την Παλαιστίνη. Παρά τους σχεδόν συνεχείς πολέμους, ο Βασίλειος Β' έδειξε επίσης διοικητικές ικανότητες, μειώνοντας τη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων, που κυριαρχούσαν στη διοίκηση και στο στρατό, και γεμίζοντας τα θησαυροφυλάκια της αυτοκρατορίας. Πολύ μεγάλης σημασίας ήταν η απόφαση του Βασιλείου να προσφέρει το χέρι της αδελφής του, Άννας, στον Βλαδίμηρο Α' του Κιέβου[1], σε αντάλλαγμα για τη στρατιωτική του υποστήριξη, γεγονός που οδήγησε στον εκχριστιανισμό των Ρως και την ενσωμάτωση της Ρωσίας στην πολιτιστική σφαίρα του Βυζαντίου.
ΤΕΛΟΣ