ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Θέμα

Σχετικά έγγραφα
ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 365/2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ 218/2011 Αριθμός κατάθεσης αίτησης - προσφυγής /ΕΜ /2011 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σελίδα 2 από 13 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενεργείας και Κλιματικής Αλλαγής, που προβλέπει το άρθρο 1 παράγραφος 3. Η αγωγή απευθύνεται κατά

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... VII Συντομογραφίες...

Εγκύκλιος για την εφαρμογή του άρθρου 18 1 περ. β, υποπερ.αα του ν. 2664/1998 για το Εθνικό Κτηματολόγιο.

ΕΘΝΙΚΌ ΚΤΗΜΑΤΟΛΌΓΙΟ & ΧΑΡΤΟΓΡΆΦΗΣΗ A.E.

Θεσσαλονίκη Αρ.Πρωτ.643. Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Σύσταση / κατάργηση χώρων αποκλειστικής χρήσης καθέτων ιδιοκτησιών

ΝΟΜΟΣ 2664/1998 (ΦΕΚ 275Α/ ) Εθνικό Κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Γενικές διατάξεις

«Η σύνταξη του Εθνικού Κτηματολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους» ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Άρθρο 24 παρ. 2

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΣΤΕ 376/2019 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΗΣ ΑΙΓΙΑΛΟΥ-ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ]

Ο ΗΓΙΕΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Page 1 of 8

Αριθμός Απόφασης: 586 /2008 Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 529/

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Φυσικά με αυτό τον τρόπο δεν δίνονται πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του ακινήτου παρά μόνο έμμεσα, στο κείμενο των συμβολαίων όπου περιγράφονται

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΕΓΓΡΑΠΤΕΑΣ ΠΡΑΞΗΣ Άρθρου 14 4 ν. 2664/1998

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΕΣΔΙ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ «ΟΜΟΔΙΚΙΑ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΡΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ, ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΜΗ

και άλλες ρυθµίσεις»

Α. ΕΓΓΡΑΠΤΕΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ...6. Προτεινόμενη μορφή ΔΓΜ για σύνθετη μεταβολή

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Κ Τ Η Μ Α Τ Ο Λ Ο Γ Ι Ο

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης. Σας αποστέλλουμε προς γνώση σας, τα άνω σχετικά έγγραφα της Κτηματολόγιο Α.Ε.

Τίτλος Παρουσίασης. Όνομα Επώνυμο Αγρ. Τοπογράφος Μηχανικός. Τίτλος και Τμήμα Διεύθυνση ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.

Το θέμα των πολεοδομικών απαλλοτριώσεων μετά την έναρξη του κτηματολογίου και οι χωρικές μεταβολές ως απόρροια αυτού

Σας αποστέλλουμε το με αριθμ.πρωτ.γδ481/22.01/ / έγγραφο της Κτηματολόγιο ΑΕ, για να λάβετε γνώση. Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

Γίνεται πραγματικότητα

ΟΔΗΓΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΤΗ ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΣΙΘΙΟΥ. Συγκροτήθηκε από τον Κτηματολογικό Δικαστή Ιωάννη Ευαγγελάτο,

Ειδικά, για την αίτηση διόρθωσης προδήλου σφάλματος η προθεσμία υποβολής είναι μέχρι τις 18 Μαΐου 2018.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Δηλώσεις Κτηματολογίου: 15 πιθανά προβλήματα και εφικτές λύσεις

Παράταση προθεσμίας υποβολής αίτησης διόρθωσης / ένστασης στους Δήμους Λαυρεωτικής και Σαρωνικού της Περιφέρειας Αττικής

Έναρξη λειτουργίας ΟΤΑ Γραφείο. Κτηµατολογικού Γραφείου Προβλέπεται εντός του β Κερκυραίων ΚΕΡΚΥΡΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΙΑΡΚΕΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ Ν.2308/ Ο.Τ.Π.Μ.Κ_ΚΕΦ4_5_V1_

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 49/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010)

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Κοινοποίηση 1. Γραφείο Δημάρχου

ΕΘΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ & ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ Α.Ε.

ΕΙΣΑΓΩΓΉ... Ο ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2664/ Ι. ΠΡΩΤΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ - ΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΗ ΑΥΤΩΝ...

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΕΝΤΥΠΟΥ 1

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΑΚΙΝΗΤΑ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ ΚΩΔΙΚΟΙ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΕΧΕΤΕ ΥΠΟΒΑΛΕΙ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ Ν.2308/95

Ο περί Πωλήσεως Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόµος (ΚΕΦ.232)

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Πίνακας περιεχομένων

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ VII. ακόλουθη σύνθεση: Γεωργία Μαραγκού, Αντιπρόεδρος, Γεώργιος Βοΐλης και

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Καλλιθέα ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

Η ΕΞΩ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΟΡΘΩΣΗ ΤΩΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

ΣτΕ 701/2016 [Παράνομη άρνηση διόρθωσης απόφασης με την οποία κυρώθηκε πράξη εφαρμογής]

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Δικαστής: Β. Κοντομαθιού, Πρωτόδικης, Δικηγόροι: Χ. Καρυπίδης, Σ. Σταμπολίδου

ΠΡΟΣ. Το Δ.Σ. του Συνεταιρισμού Διεθνής Ιπποκράτειος Πολιτεία

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Απάντηση στο Δελτίο Τύπου της Συντονιστικής Επιτροπής των Συμβολαιογραφικών Συλλόγων

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης. Θέμα: Παύση λειτουργίας βάσης δεδομένων Κτηματολογίου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Καλλιθέα 24/1/2017

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ: ΝΟΜΙΚΕΣ, ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα Η ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΚΡΙΒΩΝ ΑΡΧΙΚΩΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡ. 8 ΤΟΥ Ν. 2664/1998 (ΕθνΚτημ). Καθηγήτρια: Γιάννα Καρύμπαλη-Τσίπτσιου Εισηγήτρια: Ελένη Ρέπτση Θεσσαλονίκη, 2017

Σ ε λ ί δ α 2 Διάγραμμα Ι. Εισαγωγή ΙΙ. Η ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) Α. Γενική επισκόπηση Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής 1. Τα άρθρα 20 και 20α σε σχέση με το άρθρο 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) και η τροποποιητική διάταξη του άρθρου 2 παρ. 15 του ν. 4164/2013 2. Η διόρθωση ανακριβών αρχικών κτηματολογικών εγγραφών με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος ως προϋπόθεση άσκησης της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) 3. Μη αμφισβήτηση δικαιωμάτων συνδικαιούχων, ορίων ομόρων ακινήτων και δικαιωμάτων τρίτων προσώπων επί αυτών ΙΙΙ. Δικονομικά ζητήματα Α. Αρμόδιο δικαστήριο- διαδικασία Β. Ενεργητική νομιμοποίηση και παθητική νομιμοποίηση Γ. Σώρευση της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 και με τις αντιρρήσεις του άρθρου 16 παρ. 5 (ΕθνΚτημ) 1. Αιτήσεις του άρθρου 6 παρ. 3 και 6 παρ. 8 (Εθν Κτημ) 2. Αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) με τις αντιρρήσεις του άρθρου 16 παρ. 5 (ΕθνΚτημ) Δ. Προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης και παραδεκτής συζήτησης Ε. Τελεσιδικία απόφασης και καταχώριση αυτής ΙV. Νομολογιακά παραδείγματα από την εφαρμογή του άρθρου 6 παρ. 8 (Εθν Κτημ) V. Συμπεράσματα

Σ ε λ ί δ α 3 Ι. Εισαγωγή Στο νόμο 2664/1998 ο νομοθέτης ενσωμάτωσε μια σειρά από μηχανισμούς προκειμένου να επιλύονται ζητήματα που αφορούν τις αρχικές και μεταγενέστερες εγγραφές. Με το άρθρο 6 παρ.8 (ΕθνΚτημ), το οποίο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του ν. 3127/2003 1, δίνεται η δυνατότητα να διορθωθούν στοιχεία της αρχικής εγγραφής, με αίτηση που εισάγεται με την εκουσία δικαιοδοσία ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή της τοποθεσίας του ακινήτου, την οποία ασκεί ο αναγεγραμμένος ως δικαιούχος του εγγραπτέου δικαιώματος στις αρχικές κτηματολογικές εγγραφές του οικείου κτηματολογικού φύλλου 2. Ενώ η διατύπωση της παραγράφου αναφέρεται σε έσφαλμένες εγγραφές ως προς τα περιγραφικά και γεωμετρικά στοιχεία της πρώτης εγγραφής, όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια, η νομολογία των Κτηματολογικών Δικαστηρίων έχει ερμηνεύσει ευρέως τη διάταξη επιτρέποντας την ως άνω δικαστική διόρθωση σε όλα τα στοιχεία των εγγραφών με την εξαίρεση του φερόμενου στην πρώτη εγγραφή ως δικαιούχου. Η ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), έχει υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις βάσει του άρθρου 1 παρ. 6 ν. 4164/2013. Συγκεκριμένα η αρχική μορφή της διάταξης όριζε ότι «Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 20, εκείνος που καταχωρίσθηκε στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχος εγγραπτέου δικαιώματος μπορεί να ζητήσει με αίτησή του, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή και μέχρι τον ορισμό του τελευταίου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας του Κτηματολογικού Γραφείου, τη διόρθωση στοιχείων της πρώτης εγγραφής, περιγραφικών και γεωμετρικών τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20 α». Με την προαναφερόμενη τροποποίηση του ν. 4164/2013 προστέθηκαν για πρώτη φορά τα εδάφια ε, στ, ζ, η, θ, ι, τα οποία δεν υπήρχαν καθόλου στην αρχική μορφή του άρθρου και συνιστούν σημαντικές επεμβάσεις στην εν λόγω διάταξη, όπως θα αναλυθεί περαιτέρω στη συγκεκριμένη μελέτη. Συγκεκριμένα στο 1 ΦΕΚ Α 67/19.3.2003 2 Τ. Αθανασόπουλος., Το πεδίο εφαρμογής της παρ. 8 του άρθρου 6 ν. 2664/1998, ΕνΕμπρΔ 2010.15 επ.

Σ ε λ ί δ α 4 άρθρο 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), ορίζεται πλέον ότι «Για τη συζήτηση της αίτησης προσκομίζεται, με ποινή απαραδέκτου, αντίγραφο κτηματολογικού φύλλου και απόσπασμα κτηματολογικού διαγράμματος του ακινήτου στο οποίο αφορά η διόρθωση. Σε περίπτωση που το αίτημα της αίτησης αφορά σε αλλαγές και στα κτηματολογικά διαγράμματα, κατά τη συζήτηση της αίτησης και με ποινή απαραδέκτου, αντί του αποσπάσματος του κτηματολογικού διαγράμματος, προσκομίζεται τοπογραφικό διάγραμμα γεωμετρικών μεταβολών, στο οποίο αποτυπώνεται η όποια γεωμετρική μεταβολή επέρχεται με την αιτούμενη διόρθωση. Στην τελευταία περίπτωση προσκομίζεται, με ποινή απαραδέκτου, και η εισήγηση του Κτηματολογικού Γραφείου ή, εάν αυτό δεν έχει συσταθεί και το υφιστάμενο Υποθηκοφυλακείο εξακολουθεί να λειτουργεί μεταβατικά ως Κτηματολογικό Γραφείο, της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, για τη συνδρομή των τεχνικών προϋποθέσεων της απεικόνισης της γεωμετρικής μεταβολής που επέρχεται με την αιτούμενη διόρθωση στα κτηματολογικά διαγράμματα. Εφόσον η αίτηση γίνει τελεσιδίκως δεκτή,διορθώνεται η εγγραφή. Για τη διόρθωση εγγραφής που διατάσσεται με απόφαση του Κτηματολογικού Δικαστή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, υποβάλλεται στο Κτηματολογικό Γραφείο αίτηση από όποιον έχει έννομο συμφέρον. Με την αίτηση συνυποβάλλονται η απόφαση και τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει ότι η απόφαση έχει καταστεί τελεσίδικη. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 3 του άρθρου 17». Μπορεί να λεχθεί ότι η εισαγωγή της εν λόγω διαδικασίας με τον νόμο 3127/ 2003 επιβλήθηκε, επειδή δεν υπήρχε άλλος τρόπος δικαστικής διόρθωσης στοιχείων ανακριβούς κτηματολογικής εγγραφής, εκτός εκείνων των δικαιούχων και ότι κρίθηκε αναγκαία η επέμβαση του δικαστή παρά την ύπαρξη των διαδικασιών των άρθρων 6 παρ.2, 6 παρ. 3 και προδήλου σφάλματος 3. Η διαδικασία της διόρθωσης με το άρθρο 6 παρ.8 (ΕθνΚτημ), βαίνει παράλληλα με άλλες διαδικασίες διόρθωσης των αρχικών εγγραφών και, όπως θα καταδειχθεί, καθιερώθηκε επειδή ακριβώς οι διαδικασίες αυτές δεν αποσκοπούν 3 Κατά την αιτιολογική έκθεση του ν. 3127/2003 η μέχρι τη ψήφισή του εμπειρία έδειξε ότι είναι αναγκαία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις η θέσπιση διατάξεων που θα επιτρέπουν κατ εξαίρεση από το γενικό κανόνα του άρθρου 6 και 7 του ν. 2664/1998 τη διόρθωση των αρχικών εγγραφών χωρίς αμετάκλητης δικαστικής απόφασης (σε www. parliament.gr σελ. 3).

Σ ε λ ί δ α 5 στη διόρθωση των ίδιων ανακριβειών. Λόγου χάρη με την αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 ή την αίτηση του άρθρου 6 παρ.3(εθνκτημ), (η πρώτη εισάγεται με την τακτική διαδικασία και πρόκειται για μία αναγνωριστική ή διεκδικητική αγωγή η δε δεύτερη με την εκούσια δικαιοδοσία) μπορεί να διορθωθεί μόνο ανακρίβεια που αφορά τον αναγεγραμμένο δικαιούχο εμπραγμάτου δικαιώματος στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Ειδικότερα με την αγωγή του άρθρου 6 παρ.2 4 (ΕθνΚτημ), επιδιώκεται η διόρθωση της εγγραφής όταν η ανακρίβειά της οφείλεται στον καταχωρηθέντα δικαιούχο (φ.π ή ν.π, συμπεριλαμβανομένου του ελληνικού δημοσίου) ή σε περίπτωση που ως δικαιούχος έχει καταχωρηθεί άγνωστος και ο ενάγων επικαλείται ως τίτλο κτήσης την χρησικτησία, οπότε η αγωγή στρέφεται κατά του ελληνικού δημοσίου. Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και αν ως δικαιούχος έχει καταχωρηθεί εν μέρει συγκεκριμένο πρόσωπο εν μέρει άγνωστος, οπότε η αγωγή στρέφεται ως προς τον άγνωστο πάντα κατά του ελληνικού δημοσίου. Με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3(ΕθνΚτημ), η οποία εισάγεται με την εκούσια δικαιοδοσία, διορθώνεται ο ανακριβής καταχωρημένος άγνωστος δικαιούχος με την προαναφερθείσα εξαίρεση, η δε απόφαση που εκδίδεται δεν έχει ισχύ δεδικασμένου ως προς την αναγνώριση του δικαιώματος δικαιούχου (κατά την κρατούσα τελικώς άποψη) 5. Πολύ πιο περιορισμένη είναι η «οιονεί» διόρθωση αρχικής ανακριβούς κτηματολογικής εγγραφής, η οποία και αυτή κατ ουσία αφορά τους δικαιούχους που προβλέπεται στο άρθρο 6 παρ.4 (ΕθνΚτημ). Εδώ καταχωρείται η πράξη, η οποία καταρτίστηκε και μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου 4 Η αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 είναι μία καθ όλα αναγνωριστική ή διεκδικητική αγωγή. Το αίτημα της περιλαμβάνει εκ των πραγμάτων δύο σκέλη: ένα αναγνωριστικό της κυριότητας (στην περίπτωση δε διεκδικητικής αγωγής και αίτημα απόδοσης) και ένα διορθωτικό, το οποίο είναι παρεπόμενο και περιορίζεται από το αντικείμενο της δίκης. βλ. Παπαστερίου Δ., Κτηματολογικό Δίκαιο. Κατ άρθρο ερμηνεία, Γ 7, αρ. 149 επ., σελ. 765 επ. Επομένως η διόρθωση περιορίζεται το δικαιούχο και ενδεχομένως, στο άμεσο αντικείμενο της δίκης ( το δικαίωμα επί του πράγματος), εάν είναι αναγκαία ως προς αυτό η μεταβολή, όπως λ.χ. όταν διεκδικείται τμήμα γειτονικού γεωτεμαχίου ή όταν αποσπάται ποσοστό από τα ΚΑΕΚ των αδιάθετων ποσοστών, προκειμένου να δημιουργηθεί νέα οριζόντια ιδιοκτησία (ΜονΠρΘεσ 3493/2010 Αρμ. 2011, σελ. 1498). Δεν σημαίνει όμως αυτό ότι με την αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 μπορεί να διορθωθεί περιγραφικό στοιχείο της ιδιοκτησίας, ειδικά όταν η μεταβολή αυτή θίγει δικαιώματα τρίτων προσώπων, που δεν είναι διάδικοι στη δίκη (όπως π.χ όταν υπάρχει ανακρίβεια και στον όροφο, το ποσοστό που αντιστοιχεί στο οικόπεδο κ.ο.κ). Αναλογικά τα ίδια ισχύουν και για την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 2664/1998. 5 Για το ζήτημα βλ. Δ. Κονδύλη, Το δεδικασμένο κατά του Κώδικα Κ.Πολ.δ,1983, σελ.471 Ν. Νίκας, Η ένσταση εκκρεμοδικίας στην πολιτική δίκη, 1991, σελ.106-107 Μ. Τσιλιγγερίδου, Αντικείμενο δίκης επί της κατ άρθρο 6 3 ν. 2664/1998 αίτησης και δεδικασμένο απόφασης εκούσιας δικαιοδοσίας, σε ΕλλΔνη 58/2017, σελ. 165 επ και ενδεικτική νομολογία: ΠολΠρΡοδοπ 100/2001 ΤΝΠ ΜΟΜΟΣ, Εφ Αθ 813/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3060/2009 ΤΝΠ ΜΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 5106/09 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ.

Σ ε λ ί δ α 6 πριν από την έναρξη ισχύος του κτηματολογίου στην συγκεκριμένη περιοχή. Φτάνει να προκύπτει συνέχεια τίτλων και δικαιούχων από το κτηματολογικό φύλλο. Τέλος, είναι δυνατή η διόρθωση όλων των ανακριβών στοιχείων αρχικών κτηματολογικών εγγραφών με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος υπό τις προϋποθέσεις όμως που ορίζει το άρθρο 18 παρ.1 (ΕθνΚτημ). Στην περίπτωση αυτή, η δικαστική προστασία του αιτούντος τη διόρθωση, ενεργοποιείται υπό τη μορφή των αντιρρήσεων κατά της ενδεχόμενης απόρριψης της αίτησης για διόρθωση του προδήλου σφάλματος από τον Προϊστάμενο του οικείου κτηματολογικού γραφείου. Στη συνέχεια θα αναλυθούν οι δικονομικές προϋποθέσεις άσκησης της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 και το αντικείμενο των συναφών διορθώσεων. Στο τέλος θα εκτιμηθεί η σημασία της διαδικασίας του άρθρου 6 παρ. 8 και αν αυτή εντάσσεται αρμονικά στο «σύστημα» των διορθώσεων του ν. 2664/1998 αν τελικά μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε ως «σύστημα 6». Ήδη όμως μπορεί να ειπωθεί, ότι το είδος των διορθώσεων του άρθρου 6 παρ.8(εθνκτημ), προσομοιάζει με τη διόρθωση εγγραφών με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος (με την εξαίρεση της αδυναμίας διόρθωσης του ανακριβούς καταχωρηθέντος δικαιούχου). Ως προς δε τη διαδικασία ομοιάζει με τη διαδικασία του άρθρου 6 παρ. 3 (εκούσια δικαιοδοσία, προϋποθέσεις παραδεκτού) ή με τις αντιρρήσεις που τυχόν θα ασκηθούν κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου να δεχθεί διόρθωση αρχικών κτηματολογικών εγγραφών με τη διαδικασία του προδήλου. ΙΙ. Η ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ). Α. Γενική επισκόπηση Με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), μπορεί να ζητηθεί η διόρθωση των στοιχείων της πρώτης εγγραφής, περιγραφικών και γεωμετρικών, τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20 α (ΕθνΚτημ), με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 20 7. 6 Για την πολυπλοκότητα της ρύθμισης του άρθρου 6 παρ. 8 του ν, 2664/1998, λόγω αλλεπάλληλων παραπομπών σε άλλες διατάξεις βλ. Παπαστερίου, ΚτημΔικ, Γ 7 αρ. 573 επ. σελ. 939. 7 Δ. Αργυρίου, Το δίκαιο του κτηματολογίου, 2013, σ. 488-491. Τ. Αθανασόπουλος, Το δίκαιο του κτηματολογίου στη θεωρία και στη πράξη, 2008,σελ. 339-347 T. Αθανασόπουλος, Το νέο Κτηματολόγιο μετά το Ν.4164/2013, 2013, σελ 41 επ.

Σ ε λ ί δ α 7 Από τη διατύπωση της ως άνω διατάξεως προκύπτει ότι ο καθορισμός των στοιχείων της πρώτης εγγραφής, που μπορούν να διορθωθούν με την υποβολή της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), γίνεται χωρίς ιδιαίτερο προσδιορισμό. Πρόκειται για ευρεία διάταξη, καθώς δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά ως προς τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην συγκεκριμένη διαδικασία. Η διατύπωση του νόμου αναφέρεται με γενικό τρόπο σε διόρθωση στοιχείων της πρώτης εγγραφής, περιγραφικών και γεωμετρικών, ενώ ως περιορισμός τίθεται η μη αμφισβήτηση των ορίων όμορων ακινήτων ή τα δικαιώματα τρίτων προσώπων επ αυτών. Σημαντική παρατήρηση στο σημείο αυτό αποτελεί η προηγούμενη διατύπωση του εν λόγω άρθρου. Με βάση τον ν. 3127/2003, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 8 προέβλεπε ότι: με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 20, εκείνος που καταχωρίσθηκε στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχους εμπράγματου δικαιώματος μπορεί να ζητήσει με αίτησή του, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή, τη διόρθωση του καταχωρηθέντος εμβαδού του ακινήτου ή άλλων στοιχείων της πρώτης εγγραφής, τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20α. Η διάταξη αυτή είχε ερμηνευτεί από τη νομολογία των δικαστηρίων διασταλτικά 8, ώστε να συμπεριλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της και άλλα πλην του εμβαδού, εσφαλμένα καταχωρηθέντα στοιχεία των πρώτων εγγραφών. Η ίδια η διάταξη έκανε μάλιστα αναφορά, πέραν του εσφαλμένου εμβαδού, και σε άλλα εσφαλμένα στοιχεία, κατά τρόπο γενικό. Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής 1. Τα άρθρα 20 και 20α σε σχέση με το άρθρο 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), και η τροποποιητική διάταξη του άρθρου 2 παρ. 15 του ν. 4164/2013. Απαραίτητη κρίνεται η οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής του συγκεκριμένου άρθρου, καθότι θέτει επιφύλαξη παραπέμποντας στην διάταξη του άρθρου 20 και έναν περιορισμό ως προς τα στοιχεία που εμπίπτουν στο άρθρο 20 α του ν. 2664/1998, με αποτέλεσμα ο προσδιορισμός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 6 παρ. 8 να γίνεται σε συνδυασμό με τις ανωτέρω διατάξεις. 8 ΜονΠρΘεσ 4132/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 31335/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 324/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 2910/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 5106/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 5091/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 7591/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 8588/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 12218/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 21811/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ.

Σ ε λ ί δ α 8 Συγκεκριμένα η επιφύλαξη των οριζόμενων στο άρθρο 20 ν. 2664/1998 αναφέρεται στο δικαίωμα του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου ως προς την προσαρμογή των γεωμετρικών στοιχείων των κτηματολογικών εγγραφών, σε περίπτωση εφαρμογής ενιαίως νέων τεχνικών προδιαγραφών. Στην περίπτωση αυτής της προσαρμογής εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του άρθρου 19. παρ. 2 ν. 2664/1998. Ως προς την εξαίρεση των οριζόμενων στο άρθρο 20 α του ν. 2664/1998, πρέπει να λεχθεί ότι στο άρθρο αυτό υπάγονταν, πριν από την τροποποίηση του εν λόγω νόμου με τον νόμο 4164/2013, οι ανακριβείς εγγραφές που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 18 και 19, δηλαδή οι ανακριβείς εγγραφές που αφορούσαν τη διόρθωση προδήλων σφαλμάτων (άρθρο 18 παρ. 1), των ληξιαρχικών στοιχείων (άρθρο 19 παρ. 1), των γεωμετρικών στοιχείων (19 παρ. 2), την εγγραφή δικαιούχων εμπραγμάτων δικαιωμάτων μετά από απόφαση κύρωσης αναδασμού (19 παρ. 3) και τη διόρθωση του δασικού χαρακτήρα της έκτασης μετά από απόφαση των επιτροπών του άρθρου 10 παρ. 3 του ν. 998/1979 (άρθρο 19 παρ. 4). Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στην αίτηση διόρθωσης του άρθρου 6 παρ. 8 δεν ενέπιπταν οι ανωτέρω περιπτώσεις. Ωστόσο, πρέπει να αναφερθεί η τροποποίηση που επήλθε στο άρθρο 18 με την προσθήκη της παραγράφου ζ σε αυτό, η οποία πραγματοποιήθηκε με άρθρο 2 παρ. 15 του ν. 4164/2013. Σύμφωνα με την διάταξη αυτή «η υποβολή αίτησης διόρθωσης προδήλου σφάλματος δεν συνιστά αναγκαία προδικασία για την υποβολή και συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αγωγών και αιτήσεων διόρθωσης των κτηματολογικών εγγραφών, αρχικών και μεταγενεστέρων, κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο περιορισμός που θέτει το άρθρο 20α να καθίσταται τελικά άνευ σημασίας, καθώς πλέον, προκειμένου να ασκηθεί η αίτηση που προβλέπει το άρθρο 6 παρ. 8, δεν είναι απαραίτητο να έχει προηγηθεί η προδικασία του προδήλου σφάλματος. Επομένως, με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 διορθώνονται όλες οι περιπτώσεις που μπορεί να προκύψουν, εκτός από το πρόσωπο που φαίνεται ως εγγεγραμμένος δικαιούχος. Προκειμένου να αλλάξει το όνομα του φερόμενου στην α εγγραφή ως δικαιούχου, αναγκαστικά θα πρέπει να ασκηθεί είτε η αγωγή της παραγράφου 2 του άρθρου 6 όπως ορίζεται στον ν. 2664/1998 σε περίπτωση αντιδικίας είτε, να υποβληθεί αίτηση διόρθωσης

Σ ε λ ί δ α 9 προδήλου σφάλματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 18 περ. 1.β, στο οποίο προβλέπεται ότι στην περίπτωση των αρχικών εγγραφών, το πρόδηλο σφάλμα μπορεί να αφορά σε οποιοδήποτε στοιχείο της εγγραφής και ιδίως στον δικαιούχο, στο δικαίωμα, στον τίτλο κτήσης και στο ιδιοκτησιακό αντικείμενο, εφόσον συνυπογράφει ο φερόμενος στο κτηματολογικό φύλλο ως δικαιούχος. Ωστόσο, στην υπ αριθμόν 63/2015 απόφαση του ΜονΕφΔυτΜακεδ 9, σε αντίθεση με όσα προαναφέρθηκαν το Δικαστήριο ερμήνευσε διασταλτικά το άρθρο 6 παρ. 8. Οι αιτούντες είχαν εκθέσει ότι ο πρώτος εξ αυτών, τύχαινε αποκλειστικός κύριος ήτοι λόγω γονικής παροχής. Κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης, το ακίνητο έλαβε ΚΑΕΚ και καταχωρήθηκε ανακριβώς στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Καστοριάς κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου στον πρώτο αιτούντα και κατά ποσοστό 75% ως ανήκον στον αποβιώσαντα το 1979 πατέρα των αιτούντων, εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του οποίου, αλλά και της μετέπειτα αποβιωσάσης μητέρας τους, ήταν όλοι οι αιτούντες ως παιδιά τους, ενώ αποκλειστικός κύριος του ως άνω ακινήτου ήταν στην πραγματικότητα ο πρώτος των αιτούντων. Ζήτησαν δε να διαγραφεί από συγκύριος αυτού ο ήδη αποβιώσας πατέρας τους Θ. Κ. και να αναγραφεί αποκλειστικός κύριος ο πρώτος αιτών, με τίτλο κτήσης, το συμβόλαιο γονικής παροχής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι με την υπό κρίση αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 του ν. 2664/1998 φέρεται ουσιαστικά προς επίλυση αμφισβήτηση ιδιοκτησιακής διαφοράς και όχι διόρθωση στοιχείων κτηματολογικής εγγραφής του αρθρ. 20 ν. 2664/1998 και ότι, αν και η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 8 του άνω νόμου ερμηνεύθηκε διασταλτικά για να συμπεριλάβει και άλλα στοιχεία πλην του εμβαδού, η διασταλτική αυτή ερμηνεία δεν εξικνείται μέχρι του σημείου να επιλύονται με την εκουσία δικαιοδοσία διαφορές αμφισβητούμενης. Υπονόησε δηλαδή ότι η υπό κρίση περίπτωση δεν είναι απλώς διόρθωση των ποσοστών συγκυριότητας στο επίδικο, αλλά αναγνώριση του πρώτου αιτούντος ως αποκλειστικού κυρίου. Με το ανωτέρω σκεπτικό απέρριψε την αίτηση. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ωστόσο, προβαίνοντας σε διαφορετική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 6 παρ.8, αποφάνθηκε ότι η συγκεκριμένη διόρθωση αφορά 9 Αρμ 2017.943 επ.

Σ ε λ ί δ α 10 εσφαλμένη εγγραφή σχετικά με την ιδιοκτησιακή κατάσταση όχι καθ' αυτήν, αλλά περί του στοιχείου ταυτότητος του δικαιούχου. Επομένως, ο αιτών ως δικαιούχος του άνω εγγραπτέου δικαιώματος είχε έννομο συμφέρον να ζητήσει την διόρθωσή του ως προς τα ανωτέρω στοιχεία της ταυτότητος του δικαιούχου, τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20α του ανωτέρω νόμου και ούτε τίθενται υπό αμφισβήτηση δικαιώματα τρίτων προσώπων επί του ακινήτου από την αιτουμένη διόρθωση. Έτσι διέταξε τη διόρθωση των εγγραφών. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία στην οποία προέβη ο δικαστής διαστέλλοντας κατά πολύ την έννοια της μη προσβολής των δικαιωμάτων τρίτων προσώπων (παρόλο που με την διόρθωση θα επέλθει οριστική διαγραφή προσώπου του αποβιώσαντος πατέρα του πρώτου των αιτούντων- ο οποίος στις αρχικές εγγραφές εμφαίνεται ως δικαιούχος), στηρίζοντας την διόρθωση στην έννοια της ταυτότητας του δικαιούχου, καθώς ο πραγματικός δικαιούχος προκύπτει από συμβόλαιο γονικής παροχής νομίμως μετεγγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου. Προφανώς, για την συναγωγή της ανωτέρω κρίσης, συνηγορεί το γεγονός, ότι την αίτηση υπέβαλε ο αιτών -κύριος από κοινού με τους λοιπούς κληρονόμους τέκνα του αποβιώσαντος, πράγμα που σημαίνει, χωρίς καμία αμφιβολία ότι δικαιώματα τρίτων δεν θίγονται. Είναι δεδομένο, όμως, ότι με αυτήν την απόφαση α) αναγνωρίζεται και σε άλλα πρόσωπα, που δεν είναι αναγεγραμμένοι δικαιούχοι κατά τις αρχικές εγγραφές, το δικαίωμα άσκησης της αίτησης και β) διορθώνεται η ανακριβής εγγραφή και ως προς το δικαιούχο του δικαιώματος. Αυτό αποτελεί όμως διαστολή που δεν καλύπτεται ενδεχομένως από το άρθρο 6 παρ.8 και για λόγους ασφαλείας του δικαίου δεν θα πρέπει να γίνει δεκτή. Το ίδιο αποτέλεσμα μπορούσαν να πετύχουν οι αιτούντες αν υπέβαλλαν αίτηση διόρθωσης της ανακριβούς εγγραφής με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος και στη περίπτωση απόρριψής του από τον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου με την άσκηση αντιρρήσεων ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή. 2. Η διόρθωση ανακριβών αρχικών εγγραφών με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος ως προϋπόθεση άσκησης της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 Ζήτημα είχε προκύψει, πριν από την τροποποίηση του ν. 4164/2013 σχετικά με το αν η υποβολή διόρθωσης προδήλου σφάλματος, ήταν προϋπόθεση, για την άσκηση της αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ).

Σ ε λ ί δ α 11 Ελλείψει σχετικής νομοθετικής ρύθμισης, η νομολογία έκρινε ότι, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 6 παρ.8 και 18 παρ. 1 του ν. 2664/1998, συνάγεται ότι σε περίπτωση που η ανακριβής εγγραφή οφείλεται σε πρόδηλο σφάλμα κατά την έννοια που εκτέθηκε ανωτέρω ο αναγραφόμενος στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχος εμπράγματου δικαιώματος μπορεί να ζητήσει τη διόρθωση απευθείας δια της δικαστικής οδού, δηλαδή με το άρθρο 6 παρ. 8, χωρίς να προηγηθεί η διαδικασία ενώπιον του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου, λόγω του ότι ο Κτηματολογικός Δικαστής, αφού νομιμοποιείται να διατάσσει τη διόρθωση και μη προδήλων σφαλμάτων που είναι το μείζον, δεν είναι δυνατό να μην μπορεί να διατάξει το έλασσον, που είναι τα πρόδηλα 10. Εντούτοις, η δικαστική οδός θα πρέπει να αποφεύγεται ως χρονοβόρα και οικονομικά ασύμφορη. Πέρα όμως από την ανωτέρω νομολογιακή κρίση, η οριστική επίλυση του ζητήματος επήλθε νομοθετικά με το άρθρο 18 παρ. 1 στοιχ. ζ (ΕθνΚτημ.), το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, προστέθηκε από το ν. 4164/2013 11. Διαφορετικό είναι το ζήτημα που προκύπτει, όταν ασκείται αίτηση διόρθωσης αρχικής εγγραφής σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), ενώ είχε ήδη προηγηθεί διόρθωση της εγγραφής με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος. Η νομολογία των Κτηματολογικών Δικαστηρίων έχει λύσει το ζήτημα καταφατικά 12. Κρίθηκε ειδικότερα ότι ο Δικαστής μπορεί κατ αρχάς να διορθώσει στο πλαίσιο του άρθρου 6 παρ. 8 άλλες ανακριβείς εγγραφές, οι οποίες δεν είχαν διορθωθεί προηγουμένως με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος. Περαιτέρω, όμως, νομολογήθηκε ότι είναι δυνατή και η διόρθωση ανακριβειών, των οποίων: α) αρχικά επιδιώχθηκε η διόρθωση με εξωδικαστικό τρόπο (αίτηση προδήλου), β) η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε από τον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου, γ) στη συνέχεια ασκήθηκαν αντιρρήσεις κατά της απόρριψης, που έγιναν δεκτές από τον Κτηματολογικό Δικαστή και δ) οι ανακρίβειες αυτές οφείλονταν και σε εσφαλμένη εφαρμογή της δικαστικής απόφασης, με την οποία έγιναν δεκτές οι 10 ΜονΠρΘεσ 4308/2009, Αρμ 2009, σελ. 1672, ΜονΠρΘεσ 29831/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2005/2011, ΝοΒ 2012, σελ. 296. 11 βλ. Παπαστερίου, ΚτημΔικ, Γ 7 αρ. 60 επ. σελ. 1372 επ. 12 ΜονΠρΘεσ 6532/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ.

Σ ε λ ί δ α 12 αντιρρήσεις. Οι συγκεκριμένες αυτές ανακριβείς εγγραφές έγινε δεκτό ότι επιτρέπεται να διορθωθούν με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 ( Εθν. Κτημ) 13. Από την παράθεση των παραπάνω δεδομένων προκύπτει ενδεχομένως το εξής ερώτημα: Μετά τη διόρθωση των αρχικών εγγραφών μέσω της διαδικασίας του προδήλου σφάλματος οι εγγραφές μήπως οριστικοποιούνται κατά το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 2664/1998; Μάλλον πρέπει να θεωρηθεί ότι πρόκειται για αρχικές εγγραφές οι οποίες δεν οριστικοποιήθηκαν ακόμη, καθώς προκειμένου να συμβεί αυτό θα πρέπει είτε να παρέλθει το χρονικό διάστημα που ορίζεται στο άρθρο 6 παρ. 2 (Εθν. Κτημ), είτε να εκδοθεί απόφαση επί της αγωγής του 6 παρ. 2, η οποία απόφαση θα καταστεί αμετάκλητη, με την προϋπόθεση ότι δεν θα ασκηθεί τριτανακοπή μέσα στην προρρηθείσα προθεσμία. 3. Μη αμφισβήτηση δικαιωμάτων συνδικαιούχων, ορίων ομόρων ακινήτων και δικαιωματων τρίτων προσώπων επί αυτών. Ρητώς η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), θέτει τρία όρια στη σκοπούμενη με την αίτηση διόρθωση: δεν πρέπει α) να θίγονται τα δικαιώματα συνδικαιούχων, β) να επέρχεται μεταβολή των ορίων όμορων ακινήτων και γ) να θίγονται εμπράγματα δικαιώματα τρίτων προσώπων επί των ακινήτων ως προς τα οποία επιδιώκεται η διόρθωση των ανακριβών εγγραφών. Η ερμηνεία του χωρίου αυτού θα πρέπει επίσης να γίνεται διασταλτικά. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει αφενός να μη θίγονται όλα τα δικαιώματα τρίτων, τα οποία μπορούν να επηρεασθούν από τη ζητούμενη διόρθωση. Όμως, εάν ο θιγόμενος τρίτος ασκήσει 13 Τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είχαν ως εξής: O αιτών απέκτησε την πλήρη κυριότητα δύο οριζοντίων επί καθέτου ιδιοκτησιών, οι οποίες βρίσκονταν στην υπό στοιχείο Α οικοδομή και με το ίδιο συμβόλαιο συμφωνήθηκε μεταξύ του κυρίου του όλου γεωτεμαχίου και του αιτούντος να παραχωρηθεί στον τελευταίο δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης επί δύο χώρων στάθμευσης. Ωστόσο κατά την κτηματογράφηση, οι ανωτέρω οριζόντιες επί καθέτου ιδιοκτησίες καταχωρήθηκαν, μαζί με τους αντίστοιχους χώρους στάθμευσης ως παρακολουθήματα, στα κτηματολογικά φύλλα, εσφαλμένα, καθώς οι επίδικες ιδιοκτησίες αντιστοιχούσαν σε λάθος οικοδομή (στην υπ αριθμόν Β αντί του ορθού Α). Ζητήθηκε η διόρθωση της ανωτέρω ανακρίβειας με τη διαδικασία του προδήλου σφάλματος, πλην όμως αυτή απορρίφθηκε και έτσι ο αιτών άσκησε αντιρρήσεις του άρθρου 16 παρ. 5. Με την απόφαση του δικαστηρίου διατάχθηκε η διόρθωση των ανακριβών εγγραφών. Όμως, παρά τη διόρθωση, παρεισέφρυσαν άλλα λάθη (δεν διαγράφηκαν τα ΚΑΕΚ στα οποία αναφέρονταν οι ιδιοκτησίες στη λάθος οικοδομή- κάθετη ιδιοκτησία, με αποτέλεσμα ο αιτών να φαίνεται ως κύριος τεσσάρων ιδιοκτησιών, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το συνολικό ποσοστό συγκυριότητας επί του γεωτεμάχιου, καθώς επίσης στα νέα ΚΑΕΚ που δημιουργήθηκαν, δεν αναγράφηκε υπό την ένδειξη «πρόσθετες πληροφορίες- λοιποί χώροι» το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης των θέσεων στάθμευσης που ανήκαν στις συγκεκριμένες οριζόντιες. Τέλος, στα κτηματολογικά φύλλα που δημιουργήθηκαν αναφερόταν με λανθασμένο τρόπο ως αιτία κτήσης η απόφαση του Δικαστηρίου επί των αντιρρήσεων αντί του συμβολαίου μεταβίβασης με το οποίο απέκτησε ο αιτών.

Σ ε λ ί δ α 13 και αυτός την αίτηση τότε είναι παραδεκτή, η άσκηση της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ). Επομένως η αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8(ΕθνΚτημ), δεν μπορεί να ασκηθεί όταν αυτή συνεπάγεται γεωμετρική μεταβολή κατά τρόπο που θίγει δικαιώματα τρίτων, δικαιούχων ομόρων ακινήτων, ή όταν αμφισβητείται η ορθότητα γεωμετρικών στοιχείων της κτηματολογικής εγγραφής εφόσον οι θιγόμενοι τρίτοι δεν ασκούν την αίτηση από κοινού με τον δικαιούχο του ακινήτου. Συγκεκριμένα στην υπ αριθμόν 2625/2008 απόφαση του ΜονΠρΘεσ το Δικαστήριο απέρριψε αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 με το εξής σκεπτικό. Εν προκειμένω οι αιτούντες επικαλούνταν ότι υπήρχε διαφορά ως προς το καταχωρηθέν εμβαδόν του οικοπέδου τους στα κτηματολογικά φύλλα σε σχέση με το πραγματικό, όπως αυτό προκύπτει από τους τίτλους κτήσης τους. Συγκεκριμένα ισχυρίζονταν ότι με την πράξη τακτοποίησης προσκυρώθηκε στην αρχική ιδιοκτησία του δικαιοπαρόχου τους εδαφικό τμήμα εμβαδού 48 τ.μ, όμως το τμήμα αυτό δεν υπολογίστηκε στην όλη επιφάνεια του οικοπέδου από πλευράς των υπηρεσιών του κτηματολογίου. Το Δικαστήριο, ωστόσο, έκρινε ότι το ελλείπον τμήμα, εμβαδού 48 τ.μ έχει υπολογισθεί και καταμετρηθεί στο εμβαδόν κάποιας άλλης όμορης ιδιοκτησίας, και συγκεκριμένα στου οικείου δήμου. Η αιτούμενη λοιπόν διόρθωση, επεδίωκε χωρικές μεταβολές των ακινήτων, και θα μπορούσε να ανακύψει ιδιοκτησιακή αμφισβήτηση του επίδικου τμήματος, εκ μέρους κάποιων από τους όμορους ιδιοκτήτες με αποτέλεσμα να επηρεασθούν δικαιώματα αυτών από την αιτούμενη διόρθωση. Για το λόγο αυτό το Δικαστήριο απέρριψε την κρινόμενη αίτηση. Συνεπώς, επειδή κάθε γεωμετρική μεταβολή γεωτεμαχίου θίγει τα όμορα, αυτή μπορεί να επέλθει ως διόρθωση στο πλαίσιο του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) μόνο αν υποβληθεί κοινή αίτηση από τους φερόμενους ως δικαιούχους σε όλα τα κτηματολογικά φύλλα των θιγομένων ακινήτων. Πράγμα που σημαίνει, ότι για πρακτικούς λόγους είναι αδύνατη η προσφυγή στη διαδικασία του άρθρου 6 παρ. 8, αν ένα από τα θιγόμενα αγροτεμάχια φέρεται ως ιδιοκτησία του δημοσίου ή αγνώστου ιδιοκτήτη, διότι το ελληνικό δημόσιο δεν θα συμφωνούσε στην κοινή κατάθεση αιτήσεως λόγω έλλειψης σχετικής πρόβλεψης και της γνωστής σε όλους γραφειοκρατικής δομής του. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να προκριθεί, είτε η διαδικασία του προδήλου σφάλματος, αν συναινεί το δημόσιο (υπάρχει σχετική

Σ ε λ ί δ α 14 απόφαση για το πώς δίνεται η συναίνεση αυτή), είτε η αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2, ως προς δε τον άγνωστο, η αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3. ΙΙΙ. Δικονομικά ζητήματα Α. Αρμόδιο δικαστήριο διαδικασία. Η αίτηση υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή και μέχρι τον ορισμό του τελευταίου, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας του Κτηματολογικού Γραφείου. Η αίτηση διορθώσεως του άρθρου 6 παρ. 8 του ν. 2664/1998 εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Στην περίπτωση των αποφάσεων της εκούσιας δικαιοδοσίας αντικείμενο της δίκης είναι η διάπλαση που συντελείται με τα διατασσόμενα ρυθμιστικά μέτρα, δίχως την προηγούμενη δικαστική διάγνωση οποιουδήποτε δικαιώματος του ιδιωτικού δικαίου 14. Αυτή η παρατήρηση επαληθεύεται σε κάθε γνήσια 15 υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας όπως είναι και η διαδικασία του άρθρου 6 παρ. 8 του ν. 2664/1998 16. Β. Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση 14 Η εκουσία δικαιοδοσία σε σχέση με την αμφισβητούμενη, διακρίνεται για την ελαστικότητά της, στο πλαίσιο της οποίας παραμερίζονται οι αρχές της διαθέσεως, της συζητήσεως και της συγκεντρώσεως, ενώ παράλληλα ισχύει η ελεύθερη απόδειξη, η οποία και αποδεσμεύει πλήρως τον δικαστή από την τήρηση των κανόνων της τυπικής αποδεικτικής διαδικασίας, διατηρώντας όμως αλώβητη την ανάγκη σχηματισμού πλήρους δικανικής πεποιθήσεως. βλ. Αρβανιτάκη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, εισαγωγικές παρατηρήσεις στα αρ. 739-866, τόμος ΙΙ, 2000, σελ. 1457, και Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, 74, σελ. 377, Δ. Μακρή, Εκουσία Δικαιοδοσία, 2012, σελ 43 επ. Κ. Μπέης, Πολιτική Δικονομία Εκουσία Δικαιοδοσία (αρ. 739-792), 1991, σελ.123 επ Γ. Μητσόπουλος, Η έννοια της εκουσίας δικαιοδοσίας, ΝΔ 1971, σελ. 34 επ. 15 Η διάκριση σε γνήσιες και μη υποθέσεις εκουσίας δικαιοδοσίας, απαντάται τόσο στη θεωρία όσο και τη νομολογία. Όπως παρατηρήθηκε στον ορισμό της εκουσίας, στις υποθέσεις αυτές το στοιχείο της αντιδικίας ελλείπει, τούτο όμως ισχύει κατά κανόνα και για το βασικό πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της εκουσίας. Όταν το στοιχείο αυτό ελλείπει, γίνεται λόγος για γνήσιες (ή υπό στενή εννοία) υποθέσεις εκουσίας, στις οποίες και η αίτηση δεν στρέφεται κατά ουδενός. Κατά την ίδια διαδικασία, εκδικάζονται όμως και κάποιες διαφορές ιδιωτικού δικαίου, στις οποίες όμως εμφανίζεται το στοιχείο της αντιδικίας. Οι διαφορές αυτές χαρακτηρίζονται ως μη γνήσιες (ή υπό ευρεία εννοία) υποθέσεις εκουσίας δικαιοδοσίας. Μη γνήσιες δηλαδή υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, είναι εκείνες οι ιδιωτικές διαφορές τις οποίες «ο νόμος παραπέμπει για εκδίκαση στην ειδική αυτή διαδικασία [της εκουσίας], λόγω της απλότητας και συντομίας από την οποία κυριαρχείται».βλ. Μακρή, Η εκουσ. δικαιοδ., σελ. 43. 16 Για τη διάκριση βλ. αντί πολλών Αρβανιτάκη σε Κεραμέα/Κονδύλη /Νίκα, ερμηνεία ΚΠολΔ, ΙΙ, σελ. 1460.

Σ ε λ ί δ α 15 Την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 νομιμοποιείται να εγείρει αποκλειστικά ο αναγραφόμενος στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχος εγγραπτέου δικαιώματος ή οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοι αυτού κατά αναλογία της αγωγής του άρθρου 6 παρ. 2. Όπως γίνεται αποδεκτό από τη νομολογία, «τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ονομάζονται μεν διάδικοι 17, όμως στην ουσία πρόκειται περί ενδιαφερομένων θετικώς ή αρνητικώς ως προς τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί και αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης». Όπως είναι γνωστό, στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας δεν υφίσταται κατά κανόνα αντιδικία και για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν αντιδικούντα πρόσωπα. Τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ονομάζονται μεν «διάδικοι», όμως πρόκειται στην ουσία για «ενδιαφερόμενους», θετικώς ή αρνητικώς, ως προς τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί και αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης. Έτσι, η έννοια του διαδίκου, που προσδιορίζεται τόσο με τυπικό όσο και με ουσιαστικό κριτήριο, προσλαμβάνεται στην εκούσια δικαιοδοσία με τον ακόλουθο τρόπο: α) με την υποβολή αίτησης για την εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευση τρίτων στη διαδικασία, κατόπιν διαταγής του αρμόδιου δικαστηρίου (άρθρο 748 3 ΚΠολΔ), γ) με την προσεπίκληση τρίτων κατόπιν πρωτοβουλίας του διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (άρθρο 753 ΚΠολΔ), δ) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης. Σε αντίθεση, τόσο με την αγωγή του άρθρο 6 παρ 2 περ. γ (ΕθνΚτημ), στο οποίο ρητά ορίζεται ότι η αγωγή στρέφεται κατά του αναγραφόμενου ως δικαιούχου του δικαιώματος, στο οποίο αφορά η πρώτη εγγραφή ή κατά των καθολικών και ειδικών του διαδόχων, όσο και στην αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 (ΕθνΚτημ), όπου ορίζεται ότι αυτή πρέπει να κοινοποιείται από τον αιτούντα επί ποινή απαραδέκτου τόσο στο Ελληνικό Δημόσιο όσο και στους προηγούμενους αιτούντες ή κυρίως παρεμβαίνοντες, (εφόσον έχουν καταχωρισθεί στο φύλλο και άλλες αιτήσεις), στην διαδικασία του άρθρου 6 παρ.8 (ΕθνΚτημ), η αίτηση δεν στρέφεται εναντίον κανενός. Το Ελληνικό δημόσιο, η ΕΚΧΑ Α.Ε και ο Προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου δεν νομιμοποιούνται παθητικά και δεν καθίστανται διάδικοι στις δίκες 17 ΜονΠρΘεσ 27298/2005, αδημοσίευτη.

Σ ε λ ί δ α 16 του άρθρου 6 παρ.8, ακόμα και αν η αίτηση εσφαλμένα απευθύνεται προς αυτούς. Συγκεκριμένα στην περίπτωση του άρθρου 6 παρ. 8, η νομολογία έκρινε ότι οι τελευταίοι δεν νομιμοποιούνται να καταστούν διάδικοι 18, καθώς εκλείπει το έννομο συμφέρον. Ακόμα και στην περίπτωση που τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης του εμπράγματου δικαιώματος, πάλι δεν μπορούν καταστούν διάδικοι στη δίκη του άρθρου 6 παρ. 8. Αντιθέτως, οι αντιποιούμενοι το δικαίωμα έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν την αγωγή του 6 παρ. 2. Μάλιστα η συγκεκριμένη αίτηση δεν κοινοποιείται ούτε στον εισαγγελέα καθώς δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που απαριθμεί το άρθρο 748 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ, στις οποίες επιβάλλεται ρητά τέτοια κοινοποίηση. Από τον συνδυασμό των άρθρων 761, 748 3, 753 1 και 752 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αυτός προς τον οποίο απευθύνεται δεν αποκτά την ιδιότητα του διαδίκου με μόνο προαπαιτούμενο η αίτηση να απευθύνεται εναντίον του, αν δεν κλητεύθηκε, ύστερα από διαταγή του δικαστηρίου, δεν προσεπικλήθηκε ή δεν άσκησε παρέμβαση, ακόμη και όταν, χωρίς πάντως να ασκήσει παρέμβαση, παρίσταται στη δίκη 19. Επομένως, αυτός δεν έχει δικαίωμα έφεσης κατά της απόφασης που θα εκδοθεί, αλλά αν αυτή προκαλεί σε αυτόν βλάβη ή εκθέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντά του, μπορεί να την τριτανακόψει. Ούτε, άλλωστε, ο από τον δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου προσδιορισμός, κατά την κατάθεση της αίτησης, απλώς της προθεσμίας για την τυχόν κοινοποίησή της σε τρίτο για να ασκήσει παρέμβαση ή να προστατεύσει κατά άλλο, ενδεχομένως, τρόπο τα πιθανά συμφέροντά του, συνιστά ή μπορεί να αναπληρώσει την προβλεπόμενη από το άρθρο 748 3 ΚΠολΔ, κλήτευση, με διαταγή του αρμόδιου δικαστή, εκείνου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη, ώστε να προσδίδει στον καθ ου η αίτηση ιδιότητα διαδίκου. Κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι δυνατή εν γένει η άσκηση κύριας (άρθρο 79 ΚΠολΔ) ή πρόσθετης (άρθρο 80 ΚΠολΔ) παρέμβασης, 18 ΜονΠρΘεσ27298/2005, αδημοσίευτη, και τις εκεί παραπομπές στις κάτωθι αποφάσεις: ΑΠ 646/1975 ΝοΒ 24 σελ.50, ΕφΔωδ 120/2004 ΤΝΠΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 341/1991 ΕλλΔνη 22 σελ. 847, ΕφΑθ. 10018/1986, ΝοΒ 35 σελ.551, ΕφΘεσ.1969/1986 Αρμ. 40 σελ.808, ΕφΑθ 612/1985 Αρχ.Ν. 36 σελ.140, ΕφΑθ 10025/1982 ΕλλΔνη.24 σελ.284, Εφ Αθ 238/1983 ΕλλΔνη 24 σελ. 814, ΕφΑθ. 8210/1980 ΝοΒ.29 σελ. 564, ΕφΑθ 3506/1980 Αρμ. 35 σελ.494. 19 Βλ. Μπέη, ΠολΔ αρ. 741, σελ. 123.

Σ ε λ ί δ α 17 εφόσον υφίσταται η διαδικαστική προϋπόθεση του έννομου συμφέροντος στο πρόσωπο του παρεμβαίνοντος (άρθρο 68 ΚΠολΔ), το οποίο πρέπει να είναι άμεσο, ατομικό και ενεστός. Πάντως, ενώ στη δίκη της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας το έννομο συμφέρον αναφέρεται στη θετική ή αρνητική διάγνωση του επίδικου δικαιώματος, στις περιπτώσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το έννομο συμφέρον του παρεμβαίνοντος συνίσταται στην παραδοχή ή απόρριψη της αίτησης, αναφορικά με το ζητούμενο ρυθμιστικό μέτρο 20. Μάλιστα, στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας εφόσον η παρέμβαση του τρίτου επιδιώκει μόνο την απόρριψη της αίτησης με την οποία ανοίχθηκε η δίκη, πρόκειται για πρόσθετη παρέμβαση ή αν επιδιώκει τη ρύθμιση του επίδικου αντικειμένου, κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνον που ζητείται με την αίτηση, αποτελεί κύρια παρέμβαση (άρθρο 79 ΚΠολΔ). Ενόψει των ανωτέρω στις δίκες του άρθρου 6 παρ. 8 του ν.2664/1998 δεν υπάρχει δυνατότητα να ασκηθεί κύρια παρέμβαση. Λ.χ στην περίπτωση που κρίθηκε με την ΕφΠειρ 194/2014, ο αιτών ζητούσε να διορθωθεί η εσφαλμένη εγγραφή ως προς την αιτία κτήσης του επίδικου ακινήτου. Το Ελληνικό Δημόσιο, άσκησε κύρια παρέμβαση, με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί το δικό του δικαίωμα κυριότητας στο επίδικο γεωτεμάχιο, το οποίο είχε καταχωριστεί (ανακριβώς κατά τη γνώμη του) στα κτηματολογικά βιβλία του αρμόδιου Κτηματολογικού Γραφείου ως ανήκον κατά κυριότητα στον αιτούντα και να διορθωθεί η ανακριβής πρώτη εγγραφή. Οι ανωτέρω κύριες παρεμβάσεις κρίθηκαν απαράδεκτες διότι, εφόσον το επίδικο ακίνητο είχε καταχωριστεί στα κτηματολογικά βιβλία ως ανήκον στον αιτούντα και όχι ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», η αναγνώριση του κυρίως παρεμβαίνοντος, ως κυρίου που κατά τους ισχυρισμούς του αμφισβητούνταν από την ανακριβή εγγράφη αλλά και την αιτούμενη διόρθωση, πρέπει να ζητείται με την αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 ΕθνΚτημ. Ο προϊστάμενος του αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου δεν μπορεί να παρέμβει στη δίκη του άρθρου 6 παρ.8, ακόμα και αν διαφωνεί με την αιτούμενη διόρθωση, γιατί δεν έχει προς τούτο έννομο συμφέρον, όπως κατ αναλογία έχει κριθεί στο πλαίσιο του άρθρου 16 παρ. 5 του ν. 2664/1998. 20 ΟλΑΠ 18/2001 ΕλλΔνη 43 σελ.6, ΕφΑθ 4505/2004 ΔΕΕ 2004,σελ.10, ΜονΠρΘεσ 3937/2014, αδημ. Μπέη, ΠολΔ αρ.741 σελ 124 και Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Αρβανιτάκη), ΕρμΚΠολΔ, αρ. 752, αριθ. 8.

Σ ε λ ί δ α 18 Γ. Σώρευση της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 και με τις αντιρρήσεις του άρθρου 16 παρ. 5 (ΕθνΚτημ) 1. Αιτήσεις του άρθρου 6 παρ. 3 και 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) Περισσότερες αιτήσεις του ίδιου δικαιούχου εγγραπτέων δικαιωμάτων, οι οποίες πηγάζουν από την ίδια ή διαφορετική αιτία, αφορούν το ίδιο ή διαφορετικό αντικείμενο και στηρίζονται στον ίδιο ή διαφορετικό λόγο, μπορούν να ενωθούν στο ίδιο δικόγραφο της αίτησης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 218 ΚΠολΔ. Οι περισσότερες της μία αξίωσης για ανακριβείς εγγραφές, θα πρέπει να υπάγονται όλες στο ίδιο (υλικά και κατά τόπον αρμόδιο) δικαστήριο και την ίδια διαδικασία, όπως έχει κριθεί ότι είναι οι αιτήσεις του άρθρου 6 παρ. 3 και 6 παρ. 8 ή των αντιρρήσεων του άρθρου 16 παρ.5 και του άρθρου 6 παρ. 8. Σύμφωνα με την υπ αριθμόν 72/2012 απόφαση του ΜονΠρΘεσ «η αίτηση, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται παραδεκτώς, κατ άρθρο 218 ΚΠολΔ, αιτήματα εκ του άρθρου 6 παρ. 8, και εκ του άρθρου 6 παρ. 3, παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι καθ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο να τη δικάσει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ενώ για το παραδεκτό αυτής, η περίληψή της καταχωρήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στο τηρούμενο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου και αντίγραφο κοινοποιήθηκε εντός είκοσι ημερών από την κατάθεση αυτής στο Ελληνικό Δημόσιο». Από τα ανωτέρω, διαπιστώνουμε, ότι βασική προϋπόθεση προκειμένου να είναι δυνατή η σώρευση των αιτήσεων 6 παρ. 3 και 6 παρ. 8 είναι να υπάγονται αυτές στην ίδια διαδικασία, ήτοι στην εκουσία 21. Όμως, με την αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 οι αιτούντες, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον, μπορούν να ζητήσουν να διορθωθεί η αρχική κτηματολογική εγγραφή στα κτηματολογικά βιβλία του ακινήτου, ώστε αντί του αγνώστου να καταχωριστούν οι αιτούντες ως κύριοι, κάτι το οποίο είναι αδύνατον να διορθωθεί με τη διαδικασία του άρθρου 6 παρ. 8, καθώς όπως αναλύθηκε παραπάνω, με την αίτηση του εν λόγω άρθρου είναι δυνατή οποιαδήποτε στοιχείο της αρχικής εγγραφής (μέσα στους περιορισμούς που θέτει ο νόμος) εκτός από τα στοιχεία του αναγεγραμμένου δικαιούχου. Αυτό συνεπάγεται ότι πρέπει πρώτα να γίνει δεκτή η αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3, να διορθωθεί η εγγραφή ως προς τα 21 Τσιλιγγερίδου, Ένδ. Προστ. Αγν. Ιδ, σελ. 145 επ.

Σ ε λ ί δ α 19 στοιχεία του δικαιούχου (ο οποίος θα είναι ο αιτών), προκειμένου έπειτα να γίνει από το Δικαστήριο δεκτή η αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8, ώστε να διορθωθούν τα εκάστοτε (περιγραφικά ή γεωμετρικά) λάθη που εμφιλοχώρησαν στα κτηματολογικά φύλλα του ακινήτου 22. 2. Αίτηση του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ) με τις αντιρρήσεις του άρθρου 16 παρ. 5 (ΕθνΚτημ) Στο δικόγραφο της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), μπορούν να σωρευθούν αντικειμενικά (άρθρα 218 1 ΚΠολΔ και 714 ΚΠολΔ) και αίτησηαντιρρήσεις, κατά της άρνησης του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου για καταχώριση εγγραπτέας πράξης άρθρο 16 παρ. 5 (ΕθνΚτημ), αφού και οι δυο αιτήσεις υπάγονται στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας 23. Μάλιστα πρέπει να αναφερθεί ότι οι προϋποθέσεις του παραδεκτού των δύο αυτών αιτήσεων είναι ίδιες, με τη μόνη διαφορά ότι στο άρθρο 6 παρ. 8 τελευταίο εδάφιο (ΕθνΚτημ) ορίζεται ότι, η αίτηση καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου εντός προθεσμίας 15 ημερών από την κατάθεση της και επί ποινή απαραδέκτου, ενώ στο άρθρο 16 παρ. 5(ΕθνΚτημ) δεν ορίζεται συγκεκριμένη προθεσμία για την καταχώριση των αντιρρήσεων στο οικείο κτηματολογικό φύλλο. Αρκεί οι αντιρρήσεις αυτές να μην στρέφονται κατά άρνησης με την οποία αμφισβητείται η ιδιότητα του αρχικώς εγγεγραμμένου δικαιούχου, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, μόνο αυτός νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκηση της αίτησης του άρθρου 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ). Για παράδειγμα, στο λεκτικό των αποφάσεων ΜονΠρΘεσ 4308/2009 και ΜονΠρΘεσ 9762/2008 αναφέρεται ότι «Η υπό κρίση αίτηση, στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτά σωρεύονται αντιρρήσεις κατά της αρνήσεως της Προϊσταμένης του Κτηματολογικού Γραφείου να καταχωρηθεί εγγραπτέα πράξη και αίτηση διορθώσεως αρχικής εγγραφής αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, τηρήθηκε δε η 22 Είναι αδύνατη η σώρευση του άρθρου 6 παρ. 8 με το άρθρο 6 παρ. 2, καθώς πρόκειται για διαφορετικές διαδικασίες. Η αγωγή του άρθρου 6 παρ. 2 εμπίπτει στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία και όχι στην εκουσία, επομένως πρέπει πρώτα να κριθεί η αναγνώριση του δικαιώματος όπως το άρθρο 6 παρ. 2 ορίζει και έπειτα να διορθωθούν τυχόν σφάλματα που αφορούν το ακίνητο με τη διαδικασία του άρθρου 6 παρ. 8, με διαφορετικό δικόγραφο αφού το πρώτο θεωρείται αίτηση και το δεύτερο αγωγή. 23 Γ. Διαμαντόπουλος, Η δίκη των αντιρρήσεων, 2015, σελ 50 επ.

Σ ε λ ί δ α 20 απαιτούμενη προδικασία, για τις σωρευμένες αντιρρήσεις, με την εγγραφή της στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο πιστοποιητικό». Εξάλλου με την υπ αριθμόν 1483/2006 απόφαση του ΜΠρΘ κρίθηκαν ενδιαφέροντα ζητήματα της προαναφερόμενης σώρευσης. Ειδικότερα, προκειμένου η αίτηση του 6 8 να είναι παραδεκτή, ώστε να μπορεί το δικαστήριο να κρίνει επί της ουσίας, είναι απαραίτητο να εγερθεί η αίτηση αποκλειστικά από αυτούς, που έχουν καταχωρηθεί στις πρώτες εγγραφές ως δικαιούχοι εγγραπτέου δικαιώματος ή οι καθολικοί ή οι ειδικοί διάδοχοι αυτών. Προκειμένου ο δικαστής να αποφανθεί επί της σωρευμένης αιτήσεως του άρθρου 16 5, πρέπει να προηγηθούν όλες οι διορθώσεις που ζητούνται από τους αιτούντες με την αίτηση του 6 8, ώστε να διορθωθούν τα λάθη που εμφιλοχωρούσαν στις πρώτες εγγραφές. Κατά συνέπεια προηγείται η αποδοχή του αιτήματος του σχετικού με το άρθρο 6 8 και έπεται, η αποδοχή των αντιρρήσεων (εάν αυτές πρέπει να γίνου δεκτές). Στην προκείμενη περίπτωση μεταβιβάστηκε λόγω πωλήσεως διαμέρισμα που ανήκε κατά συγκυριότητα σε δύο φυσικά πρόσωπα, σε δύο αγοραστές. Στο κτηματολογικό φύλλο του εν λόγω ακινήτου υπήρχαν ανακριβείς κτηματολογικές εγγραφές που αφορούσαν στοιχεία της ταυτότητας των καταχωρημένων δικαιούχων, το ποσοστό συγκυριότητας του καθενός από αυτούς και το ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί της συγκεκριμένης οριζόντιας συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου. Παράλληλα όταν ζητήθηκε η καταχώριση της συγκεκριμένης πράξης στο οικείο κτηματολογικό φύλλο η Προϊσταμένη του Κτηματολογικού Γραφείου αρνήθηκε διότι το γεωτεμάχιο επί του οποίου βρισκόταν η οικοδομή του διαμερίσματος είχε διαφορετικό εμβαδό στην κτηματολογική βάση σε σχέση με το αναφερόμενο στο υπό καταχώριση συμβόλαιο 24. Την αίτηση άσκησαν οι φερόμενοι στο κτηματολογικό φύλλο ως δικαιούχοι κυριότητας (πωλητές) και οι αντισυμβαλλόμενοι τους αγοραστές. Οι μεν πρώτοι ζήτησαν την διόρθωση των ανακριβειών σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 8 (ΕθνΚτημ), οι δε δεύτεροι την καταχώριση της πράξης σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ.5 του ανωτέρω νόμου. 24 Επίσης προβλήθηκε στην άρνηση και το επιχείρημα ότι επειδή στο οικόπεδο υπήρχαν περισσότερες οικοδομές, συστήθηκε μη γνήσια κάθετη ιδιοκτησία, η οποία έπρεπε να εικονίζεται στο ΚΑΕΚ του διαμερίσματος.

Σ ε λ ί δ α 21 Με την απόφαση του το δικαστήριο αποδέχθηκε την σώρευση, έκανε δεκτές τις αιτήσεις, διέταξε δηλαδή αρχικά την διόρθωση των εγγραφών και στη συνέχεια την καταχώριση της πράξης. Άλλη περίπτωση σώρευσης του άρθρου 6 παρ. 8 με το άρθρο 16 παρ. 5 απασχόλησε την υπ αριθμόν 4308/2009 προαναφερόμενη απόφαση του ΜονΠρΘεσ. Από τη μία υπήρχε λάθος σε στοιχείο περιγραφικό της ιδιοκτησίας, και συγκεκριμένα ως προς τον όροφο που βρίσκεται το διαμέρισμα (αναγραφόταν 1 ος ενώ το ορθό ήταν 2 ος ) και από την άλλη η Προϊσταμένη του Κτηματολογικού Γραφείου αρνήθηκε την καταχώριση συμβολαίου γονικής παροχής, με το οποίο μεταβιβάστηκε το εν λόγω διαμέρισμα, με αποκλειστικής χρήσης στάθμευσης αυτοκινήτου στο προκήπιο της οικοδομής. Η άρνηση της Προϊσταμένης θεμελιώθηκε με την αιτιολογία ότι η ως άνω θέση στάθμευσης δεν μπορεί να αποτελέσει συστατικό και παρακολούθημα, καθώς βρίσκεται σε ανοιχτό χώρο και δεν είναι περίκλειστη 25. Για το λόγω αυτό δεν έπρεπε να φαίνεται το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης στο οικείο κτηματολογικό φύλλο. Αν, συνεπώς, δεν αφαιρούνταν με την διαδικασία του προδήλου σφάλματος ο χώρος της αποκλειστικής χρήσης δεν επιτρεπόταν η καταχώριση του συμβολαίου της γονικής παροχής λόγω έλλειψης ταυτότητας του ακινήτου. Και στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτηση, διόρθωσε αρχικά το εσφαλμένο περιγραφικό στοιχείο της ιδιοκτησίας και, στη συνέχεια, δέχθηκε τις αντιρρήσεις διατάσσοντας την καταχώριση της εγγραπτέας πράξης. 26 25 Για το θέμα των αποκλειστικών χρήσεων θέσεων στάθμευσης βλ σχετικά Κ. Πλιάτσικα, Η ευθύνη (αστική, ποινική πειθαρχική) του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου για πράξεις ή παραλείψεις του. Ειδικότερα το ζήτημα άρνησης καταχώρισης δικαστικών αποφάσεων, σε ΕΝΟΒΕ Κτημ.,70/2014, σελ. 141 επ. 26 Ως προς την αποδοχή των αντιρρήσεων διατυπώθηκε η ενδιαφέρουσα κρίση ότι η άρνηση της Προϊσταμένης δεν είναι νόμιμη αφενός μεν επειδή ο έλεγχος νομιμότητας από τον Προϊστάμενο περιορίζεται στον έλεγχο των μεταγενεστέρων εγγραφών, και αυτό μέσα στο πλαίσιο που ορίζει ο νόμος, αφετέρου δε επειδή ερείδεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι για να έχει εμπράγματη ενέργεια η συμφωνία των οροφοκτητών για το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης τμήματος του ακάλυπτου χώρου της οικοδομής, όταν αυτή συστήνεται μαζί με την αρχική της οροφοκτησίας πράξη, πρέπει η τελευταία να μεταγραφεί δύο φορές. Ναι μεν δεν είναι νοητή η σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας ή άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής, το ίδιο όμως δεν ισχύει και για το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσεως αυτού, καθώς ο χαρακτηρισμός αυτού ως παρακολούθημα δεν το καθιστά ξεχωριστό αυθύπαρκτο εμπράγματο δικαίωμα, αλλά αποδίδει, ορθώς, τον παρακολουθηματικό χαρακτήρα του σχετικού δικαιώματος χρήσεως, διότι αυτό μπορεί να μεταβιβαστεί μόνο μαζί με την οριζόντια ιδιοκτησία και όχι ξεχωριστά.

Σ ε λ ί δ α 22 Δ. Προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης και παραδεκτής συζήτησης Προκειμένου να κριθεί παραδεκτή, η αίτηση καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάθεση της και επί ποινή απαραδέκτου 27. Επομένως, εάν παρέλθει η ανωτέρω προθεσμία και δεν καταχωρηθεί η αίτηση στο οικείο κτηματολογικό φύλλο, το απαράδεκτο της αιτήσεως δεν μπορεί να θεραπευθεί 28. Επιπροσθέτως, για τη συζήτηση της αίτησης, προσκομίζεται, με ποινή απαραδέκτου, αντίγραφο κτηματολογικού φύλλου και απόσπασμα κτηματολογικού διαγράμματος του ακινήτου στο οποίο αφορά η διόρθωση. Σε περίπτωση που το αίτημα της αίτησης αφορά σε αλλαγές και στα κτηματολογικά διαγράμματα, κατά τη συζήτηση της αίτησης και με ποινή απαραδέκτου της συζήτησης, αντί του αποσπάσματος του κτηματολογικού διαγράμματος προσκομίζεται τοπογραφικό διάγραμμα γεωμετρικών μεταβολών, στο οποίο αποτυπώνεται η όποια γεωμετρική μεταβολή επέρχεται με την αιτούμενη διόρθωση. Στην τελευταία περίπτωση προσκομίζεται, με ποινή απαραδέκτου, και η εισήγηση του Κτηματολογικού Γραφείου ή, εάν αυτό δεν έχει συσταθεί και το υφιστάμενο Υποθηκοφυλακείο εξακολουθεί να λειτουργεί μεταβατικά ως Κτηματολογικό Γραφείο, της εταιρίας Κτηματολόγιο Α.Ε, για τη συνδρομή των τεχνικών προϋποθέσεων της απεικόνισης της γεωμετρικής μεταβολής που επέρχεται με την αιτούμενη διόρθωση στα κτηματολογικά διαγράμματα. Το απαράδεκτο αυτό μπορεί να θεραπευθεί, εάν λ.χ. αναβληθεί η συζήτηση της υπόθεσης, οπότε τα ανωτέρω έγγραφα προσκομίζονται στη νέα συζήτηση, εάν δοθεί προθεσμία από το δικαστήριο ή και αν διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης με σκοπό την προσκομιδή τους. Η αίτηση διόρθωσης του άρθρου 6 παρ. 8 του ν.2664/1998 πρέπει να υποβληθεί εντός της προθεσμίας που ισχύει για την αγωγή της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998, δηλάδή εντός της προθεσμίας των επτά (7) ετών, η οποία αρχίζει από την έναρξη λειτουργίας του κτηματολογίου στην περιοχή, που 27 Βλ. Παπαστερίου, ΚτημΔικ, Γ 7 αρ. 565-567 επ. σελ. 937 28 Πριν την αναμόρφωση του άρθρου 6 παρ. 8 του ν. 2664.1998 από το άρθρο 2, παρ. 6 υπό α, εδ γ, ν.4164/2013 δεν προβλεπόταν ιδιαίτερη προδικασία για το παραδεκτό της αίτησης, όπως εγγραφή αυτής στο οικείο κτηματολογικό φύλλο. Βλ. ΜονΠρΘεσ 15946/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 6532/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠολΠρΘεσ 22543/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ7592/2006 Αρμ 2006 σελ. 1209, ΜονΠρΘεσ 32054/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 24911/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΘεσ 21815/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ.