2ο Γυμνάσιο Χαϊδαρίου Η ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ



Σχετικά έγγραφα
Α.Πρωτοχριστιανική [μέχρι τις αρχές του 4ου αι.] Β.Βυζαντινή [ ] και Γ. Μεταβυζαντινή ή Νεοβυζαντινή [από το 1453 μέχρι τους νεώτερους χρόνους]

ΤΡΟΥΠΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΤΟΠΤΣΗ ΜΑΡΙΑ ΦΩΤΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΝΙΦΟΡΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Η τέχνη του ψηφιδωτού (με αφορμή επίσκεψη στον Όσιο Λουκά)

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά

ΣΚΟΠΟΣ: Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία ενός πολιτισμού.

Η μεταβατική εποχή : Οι έριδες για το ζήτημα. των εικόνων (εικονομαχία)

ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΚΡΙΠΟΥ

Ιερού Παλατίου Ιππόδρομο ανακτόρου των Βλαχερνών, του ανακτόρου του Μυρελαίου σειρά καταστημάτων της Μέσης

ΡΩΜΑΪΚΗ ΤΕΧΝΗ. Πρότυπο Λύκειο Αναβρύτων Α Μάθημα: Ιστορία Υπευθ.Καθηγήτρια: Βαρβάρα Δημοπούλου

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟΥ>> ΠΕΡΙΟΧΗ:ΚΑΣΤΑΝΙΑ ΔΗΜΟΣ ΣΕΡΒΙΩΝ-ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη σωστή απάντηση από τις αντίστοιχες φράσεις α, β, γ:

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

ΙΕΡΟΣ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΦΙΑΣ

Λάζαρος: Ο μοναδικός Άνθρωπος με δύο τάφους

Μυρτώ Παπαδοπούλου Ισαβέλλα Παπαδοπούλου Ά3α

Τίτλος: Διδακτική αξιοποίηση εκπαιδευτικών επισκέψεων

Κείμενο Εκκλησίας Αρχαγγέλου Μιχαήλ στον Πεδουλά. Ελληνικά

Γενικό Λύκειο Καρπερού Δημιουργική Εργασία: Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

1:Layout 1 10/2/ :00 μ Page 1. το αρχαιολογικό μουσείο ιωαννίνων

Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 3. ΚΛΙΜΑΚΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

Ο Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος ενώνει για αιώνες λαούς, θρησκείες και πολιτισμούς

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός

Πίν. Ι. α. Αεροφωτογραφία Ναυπάκτου. β. Λιμάνι Ναυπάκτου.

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Β Ενιαίου Λυκείου (Μάθημα : Κατεύθυνσης)

1 η Θεματική ενότητα- Μπορούν οι άνθρωποι να εικονίζουν το Θεό; 1. Δώστε τον ορισμό της εικόνας.

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΨΗΦΙΔΩΤΑ ΚΑΙ Η ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ.

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ

ΝΑΟΣ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Κυκλαδική τέχνη και σύγχρονη αφηρημένη τέχνη

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΕ ΘΕΣΕΙΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ

Έλλη Τσουρβάκα Χρήστος Χατζηγάκης

Χριστιανική και Βυζαντινή Αρχαιολογία

2. Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ (Σελ )

Ιστορία της Αρχιτεκτονικής και των Στυλ

ΙΣ Β εξάμηνο Β4 Αίθουσα (σε κοινά μαθήματα με ΔΕΚ Β στη Β1)

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΠΕΤΡΕΣ Le parole sono pietre

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ Ονοματεπώνυμο: Τμήμα:. Αριθμός:..

Μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση τα ψηφιδωτά που βρίσκονταν στην αψίδα του ναού της Παναγίας της Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη.

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: Βαθμός: Ολογράφως:..

γυναίκας που σύμφωνα με την παράδοση ήταν η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, η οποία είχε ασπασθεί το χριστιανισμό. Το 1430, με την κατάληψη

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

Ο ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΣΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΤΟΥ ΤΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ

ΡΟΜΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ μ.χ. Στα μέσα του 11 ου αιώνα οι κάτοικοι της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης ανεξαρτητοποιούνται από το κλασικό και ρωμαϊκό

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ

Η γλώσσα της Κ.Δ. είναι η «κοινή» ελληνιστική, δηλαδή η δημώδης και η γλώσσα που ομιλείτο από τον 3 ο αι. π.χ. μέχρι τον 3 ο αι. μ.χ.

Τα αντικείμενα μικροτεχνίας του μουσείου της βιβλιοθήκης του Βατικανού

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

1 η Αιτία: 2 η Αιτία: 3 η Αιτία:

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ.

Κάθε Σάββατο και διαφορετική εμπειρία στο Μουσείο Ακρόπολης

Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός. Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

3 ος Παγκύπριος Διαγωνισμός Εικαστικών Τεχνών Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

Το εξεταστικό δοκίμιο αποτελείται από τέσσερις (4) σελίδες.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ, ΚΡΙΤΙΚΕΣ Κ.Α. ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΓΛΥΠΤΗ. Μιχάλη Κευγά. ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ: Ιστοσελίδα:

ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Η Βασιλική της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

ΙΣ Β εξάµηνο Β4 Αίθουσα (σε κοινά µαθήµατα µε ΕΚ Β στη Β1) ευ Τρ Τετ Πε Παρ. Ιερές Ακολουθίες. Αρχαία Ελληνικά ΙΙ. Μητροπολίτης Κίτρους Γεώργιος

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ. Ονομασία Φορέα: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΦΙΛΙΠΠΩΝ - ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ - ΘΑΣΟΥ - ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΠΑΥΛΟΥ - ΚΑΒΑΛΑ

από το Φορβίων, από προέρχεται Η εκκλησία αποτελεί το αιώνα

Ψηφιδωτό - Γλυπτική με ξύλο

Βυζαντινά Χρόνια. Τι έτρωγαν, Τι έπιναν Οι συνήθειες τους, Ενδυμασία

ΜΑΘΗΜΑ 1 Ο (4 διδακτικές ώρες)

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΛΙΑΡΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ ΤΑΞΗ Α ΣΧ.ΕΤΟΣ

Ο Παρθενώνας, ναός χτισμένος προς τιμήν της Αθηνάς, προστάτιδας της πόλης της Αθήνας, υπήρξε το αποτέλεσμα της συνεργασίας σημαντικών αρχιτεκτόνων

συνείδηση που χρειαζόταν ένα σύµβολο. 3. Η αγαλλίαση και η τάση για ευχαριστία επειδή η χιλιετία (1000 µ.χ.) δεν έφερε το τέλος του

33 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΣΥΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Ε

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ

Εκκλησίες Παλαιού Φαλήρου

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Kλάσης Δυτική Εξαρχία:

ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΤΑΓΜΑ ΑΡΙΣΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Masaccio, ο πρόωρα χαμένος ιδρυτής της Αναγέννησης

Οδοιπορικό στα μνημεία του νομού Τρικάλων. Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 28 Σεπτέμβριος :52

Βυζαντινά και Οθωμανικά μνημεία της Μάκρης

ΕΙΚΟΝΕΣ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. 1 Ψηφιδωτά τρούλου με νέες επεμβάσεις συντήρησης, 11 ος αιώνας, Νέα Μονή Χίου, Photo ΥΠ.ΠΟ.Α./ΤΑΠ, Εφορεία Αρχαιοτήτων Χίου

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1 ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ

Καθορισμός ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΠΕΡΙΑΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. Πολιτιστικό πρόγραμμα με βάση την Ιστορία της Ε Δημοτικού

Transcript:

2ο Γυμνάσιο Χαϊδαρίου Η ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Της Ευθυμίας Θανοπούλου Γ1 2011-2012

Η Ορθόδοξος Εκκλησία απέφυγε βασικά την απεικόνιση ιερών προσώπων σε αγάλματα. Η αποστροφή αυτή οφειλόταν, πλην των άλλων, και σε παραδοσιακούς λόγους, γιατί και ο Μωσαϊκός Νόμος περιείχε απαγορευτικές διατάξεις περί κατασκευής αγαλμάτων. Δεν αντιδρούσε όμως στα διακοσμητικά γλυπτά, στα οποία απεδόθησαν ανώνυμοι Βυζαντινοί καλλιτέχνες. Σε αντίθεση με την βυζαντινή ζωγραφική και μαζί με όλες τις μορφές και τα είδη της, δηλαδή εικονογραφία, ψηφιδογραφία, αγιογραφία κ.λπ., η βυζαντινή γλυπτική είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά είδη της τέχνης πού αναπτύχθηκε στην περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Όταν γίνεται λόγος για θέματα γλυπτικής, αυτόματα μάς έρχεται στον νου η εικόνα του ολόγλυφου, δηλαδή του αγάλματος, όπως τούτο αναπτύχθηκε κατά την κλασική αρχαιότητα, συνεχίσθηκε κατά τούς ρωμαϊκούς χρόνους και ως τις μέρες μας. Διακοπή στην μορφή και στην εξέλιξη της γλυπτικής, στο παραπάνω χρονοδιάγραμμα, και μάλιστα πολύ μεγάλη, αποτελεί η υπερχιλιετής παρένθεση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ειδικότερα η γλυπτική στο Ορθόδοξο Βυζάντιο δεν συνέχισε την μορφή που είχε κατά την ελληνική και ρωμαϊκή περίοδο, αλλά και ούτε καμία απολύτως συσχέτιση ή ομοιότητα υπάρχει με την γλυπτική των Δυτικών Εκκλησιών, στην οποία είναι έκδηλη η επίδρασης της αρχαίας τέχνης. Σε τελευταία ανάλυση, η Ορθόδοξη τέχνη απέφυγε τα ολόγλυφα, επειδή θύμιζαν την ειδωλολατρία. Είναι χαρακτηριστική η ρήσις του Αποστόλου Παύλου, ότι «ούκ οφείλομεν νομίζειν χρυσώ ή αργύρω ή λίθω χαράγματι τέχνης... το θείον είναι όμοιον» (Πράξ. ιζ 29), η οποία φανερώνει την αντίληψη και την νοοτροπία της Εκκλησίας σε σχέση με τα αγάλματα. Η αποστροφή αυτή ενισχύεται και από τούς Χριστιανούς εκείνους οι οποίοι προήλθαν από τις τάξεις των Ιουδαίων, γιατί, ως γνωστόν, ό Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε τα αγάλματα. Εξάλλου, η αποστροφή αυτή της Εκκλησίας προς τα αγάλματα σχετίζεται και με τις προτιμήσεις της εποχής. Αυτές, με την σειρά τους, σχετίζονται με την Ανατολική τέχνη, η οποία επέδρασε βασικά στην δημιουργία της χριστιανικής. Απόδειξη τούτων είναι το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν αγάλματα σε αρχαίες πόλεις της Κεντρικής Συρίας, απεναντίας, όμως, βρέθηκαν γλυπτά με καθαρά διακοσμητικό

χαρακτήρα. Αυτά λοιπόν, τα καθαρά διακοσμητικά γλυπτά προτιμά και υιοθετεί Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ, αντίθετα, για την απεικόνιση ιερών προσώπων καταφεύγει στην ζωγραφική, την οποία θεωρεί πνευματικότερη τέχνη. Γενικότερα, η γλυπτική είναι μία τέχνη που οι Ανατολικοί λαοί δεν εκτιμούν, και οι Χριστιανοί της Ανατολής από νωρίς άρχισαν να την ταυτίζουν με την γλυπτή εικόνα που είχε αναθεματίσει ο Ιεχωβάς. Υπό την μορφή του ολογλύφου, η γλυπτική επέζησε σχεδόν αποκλειστικά και κατ εξαίρεση σε ορισμένους ανδριάντες αυτοκρατόρων, που φιλοτεχνούσαν στην Κωνσταντινούπολη και, καμιά φορά, τους έστηναν εκεί για να τιμήσουν το μεγαλείο του αυτοκράτορος ή τους έστελναν σε κοινότητες υποτελείς, όπως η Ρώμη. Έτσι, λοιπόν, η τέχνη του αναγλύφου έγινε πολύ γρήγορα η μόνη μορφή γλυπτικής της Ορθοδοξίας, κάτι δηλαδή παραπάνω από απλός κλάδος της ζωγραφικής, στον οποίο η χρωματική εντύπωση έχει αντικατασταθεί από την σκιά. Η διακοσμητική, λοιπόν, γλυπτική της Ορθοδοξίας περιορίζεται στο ελαφρώς εξέχον ανάγλυφο, ενώ, αντίθετα, υποχωρεί το όλως εξέχον, δηλαδή το έξεργο ανάγλυφο, και ιδιαίτερα κατά τους χρόνους της Εικονομαχίας. Την ίδια εποχή, μεγάλη διάδοση στην βυζαντινή τέχνη αποκτά και ένα άλλο είδος αναγλύφου, μια παραλλαγή θα μπορούσαμε να πούμε, το επιπεδόγλυφο ανάγλυφο από όπου έχει αφαιρεθεί το βάθος. Κατά δε τους κυρίως βυζαντινούς χρόνους, σχεδιάζεται ο διάκοσμος σε μια πλάκα της οποίας αφαιρούσαν το βάθος, και οι κοιλότητες, που παρέμεναν μετά την αφαίρεση, γεμίζονται με άλλη ουσία, όπως η μαστίχα με χρώμα. Έτσι προκύπτει επιφάνεια, η οποία, με τις χρωματικές αντιθέσεις της, εξαίρει τον διάκοσμο: Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο πληρώσεως των επιφανειών, από τις οποίες προηγουμένως έχει αφαιρεθεί το βάθος, συνδέεται και η τεχνική των ενθέτων.. Τέτοια δείγματα ενθετικής διακοσμήσεως, πού είναι ευρύτατα διαδεδομένη στην βυζαντινή τέχνη, βρίσκουμε στις επιφάνειες επάνω από τα τόξα στην βασιλική του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, σε εκκλησιαστικά έπιπλα, πόρτες, κουβούκλια, αναλόγια κ.ά., όχι μόνο στους βυζαντινούς, αλλά και στους μεταβυζαντινούς χρόνους. Τα πλέον, όμως, επιτυχημένα έργα της βυζαντινής γλυπτικής στον τομέα

των αναγλύφων είναι τα έργα μικρών διαστάσεων, ανάγλυφα, σκαλισμένα σε μέταλλο, ελεφαντοστό, στεατίτη. Κατά την περίοδο των 500 πρώτων χρόνων της αυτοκρατορίας, είναι καταφανής η επίδραση της Ανατολικής τέχνης. Οι μορφές με τα μεγάλα εκφραστικά κεφάλια, με τις άσχημες αναλογίες, προσπαθούν να εντυπωσιάζουν. Θα πρέπει να περιμένουμε την έλευση του 9ου και του 10ου αιώνος, στην διάρκεια των οποίων παρουσιάζεται μεγάλη αναβίωση των κλασικών, οπότε εμφανίζεται μια νέα αίσθηση στην σύνθεση και μια απλότητα, που, όμως, δεν καταστρέφουν καθόλου την δύναμη της Ανατολικής Σχολής. Σε αυτήν ακριβώς την περίοδο ανήκουν τα ωραιότερα βυζαντινά γλυπτά. Σύντομα, όμως, και ιδιαίτερα κατά τον 11ο αιώνα, εξαιτίας της φτώχειας της αυτοκρατορίας, τα ανάγλυφα, και ιδίως τα ελεφάντινα, παρακμάζουν. Τα έργα της περιόδου εκείνης δίνουν την εντύπωση ότι οι τεχνίτες έχουν χάσει την αίσθηση του γούστου και την επιδεξιότητά τους. Αν, όμως, η τεχνική του αναγλύφου, είτε τούτο παρουσιάζεται με την μορφή ταυ προτύπου, είτε σαν έξεργο, ή, τέλος, σαν επιπεδόγλυφο, έλαβε τέτοια ανάπτυξη, δεν αποτέλεσε και το μόνο είδος γλυπτικής που καλλιεργήθηκε κατά την βυζαντινή περίοδο. Έτσι, λοιπόν, βρισκόμαστε μπροστά σε μια άλλη μεγάλη δραστηριότητα της γλυπτικής, η οποία εκφράζεται στην κατασκευή των σαρκοφάγων, οι οποίες αποτελούν και ένα από τα κυριότερα είδη της. Οι σαρκοφάγοι, ανάλογα με τον διάκοσμο τον οποίο φέρουν, κατατάσσονται σε δύο τεχνοτροπίες: την αλεξανδρινή - μικρασιατική, και την συριακή. Τα έργα που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία παρατάσσονται χωρίς διαχωριστικούς κιονίσκους και πίσω από την σκηνή, την οποία εικονίζουν, αποδίδεται ό χώρος στον, οποίο εξελίσσεται το θέμα. Οι σαρκοφάγοι της δεύτερης τεχνοτροπίας παρουσιάζουν τα θέματα περισσότερο εξέχοντα, χωρίς να αποδίδεται ο χώρος πίσω από αυτά.

Ένα άλλο ακόμη χαρακτηριστικό των έργων αυτών της βυζαντινής γλυπτικής είναι ότι τα έργα τού 4ου και 5ου αιώνος έχουν σαν κύριο θέμα τους ανθρώπινες μορφές, οι οποίες βαθμιαία υποχωρούν, παραχωρώντας την θέση τους σε καθαρά διακοσμητικά θέματα, όπως ο σταυρός, η περιστερά, κ.ά. Η βυζαντινή, όμως, γλυπτική η οποία ποτέ δεν υπήρξε αυτόνομη, αλλά υποτελής και όργανο της αρχιτεκτονικής, εφαρμόζεται σαν αρχιτεκτονική γλυπτική, και κατά κύριο λόγο στους ναούς. Αφορά δε στους κίονες, στα θωράκια και στα κιονόκρανα. Όλα αυτά μαζί αποτελούν, με την σειρά τους, ακόμη μια από τις βασικές δραστηριότητες της βυζαντινής γλυπτικής. Τους κίονες μπορούμε να τους διακρίνουμε σε δυο βασικές κατηγορίες: Σε κίονες πού φέρουν απεικονίσεις και σε εκείνους πού είναι αδιακόσμητοι. Οι κίονες της πρώτης κατηγορίας είναι ελάχιστοι. Οι περισσότεροι είναι αδιακόσμητοι ή περιορίζουν την διακόσμησή τους στην βάση. Άλλοτε, πάλι, αναπτύσσονται με ελικοειδείς ραβδώσεις.. Πολυάριθμα, αλλά και πολύ χαρακτηριστικά έργα τής βυζαντινής γλυπτικής είναι τα θωράκια. Είναι μαρμάρινες πλάκες διακοσμημένες από την μια πλευρά, και τοποθετούνται μεταξύ των κιόνων για τον διαχωρισμό των κλιτών, είτε στους γυναικωνίτες. Κυρίως, όμως, τα θωράκια χρησιμοποιήθηκαν σαν χωρίσματα του τέμπλου. Τα θέματα, που διακοσμούν τα θωράκια μέχρι και τον 6ο αιώνα, είναι απλά. Δηλαδή σταυροί, ρόμβοι, μονογράμματα τού Χριστού κ.ά. Μετά την Εικονομαχία, τα θέματα των θωρακίων γίνονται πλουσιότερα από άποψη θεμάτων και ποικιλίας. Κατά την περίοδο της Μακεδονικής δυναστείας εισάγονται σαν νέο στοιχείο διακοσμήσεως τα κουφικά γράμματα, τα οποία μιμούνται τις κουφικές επιγραφές των αραβικών υφασμάτων. Η ίδια διακόσμηση χαρακτηρίζει και το παλαιοχριστιανικά θωράκια. Η μόνη διαφορά τους με τα καθαρά βυζαντινά θωράκια είναι η τεχνική της εκτελέσεως. Ενώ δηλαδή τα παλαιοχριστιανικά εμφανίζουν βαθιές αυλακώσεις, τα βυζαντινά δεν προτιμούν την βαθειά λάξευση.

Τέλος, σε ό,τι αφορά στα αρχιτεκτονικά μέλη, η γλυπτική εφαρμόσθηκε κυρίως στα κιονόκρανα.η μεγάλη ποικιλία των σχεδίων την οποία συναντούμε δείχνει την μικτή της προέλευση. Τα φύλλα ακάνθου καθώς και η νατουραλιστική σχεδίαση των ζώων είναι καθαρά ελληνιστικά. Τα γεωμετρικά σχέδια μας θυμίζουν περσικά πρότυπα. Η αυστηρή λιτότητα της τέχνης των Αραμαίων συναντάται στις γυμνές επιφάνειες, των οποίων μόνο διακοσμητικό στοιχείο είναι ένα απλό μονόγραμμα του Χριστού. Μόνο από τον 5ο αιώνα και μετά μπορούμε να συναντήσουμε όλους αυτούς τους τύπους, σε μια κάπως ενιαία απόδοση και τεχνική. Τον ίδιο ακριβώς αιώνα τα φύλλα της ακάνθου γίνονται πιο αιχμηρά με πριονωτά περιγράμματα και με σειρά οπών με τις οποίες υπογραμμίζονται τα νεύρα των φύλλων. Η τεχνική της εκτελέσεως βαθμιαία αλλάζει. Το κιονόκρανο αυτό είναι γνωστό, σαν θεοδοσιανό κιονόκρανο λόγω της χρήσεώς του κατά τους χρόνους του Θεοδοσίου. Το νέο τούτο κιονόκρανο σε αντίθεση με το παλαιοχριστιανικό, χαρακτηριστικό του οποίου υπήρξε η μαλακή άκανθος, είναι η εμφάνιση νέου αισθητικού αποτελέσματος, διά της αντιθέσεως σκιάς και φωτός, έναντι του προηγουμένου με την καθαρά πλαστική εμφάνιση.

Το φύλλο στο θεοδοσιανό κιονόκρανο ξεχωρίζει ωχρό επάνω σε βάθος σκοτεινό, βαθιά δουλεμένο με τρυπάνι. Τον 6ο αιώνα το τρυπάνι διαδέχεται η διάτρητη τεχνική, όπου το σχέδιο ξεχωρίζει σαν δαντέλα και φαίνεται να ξεφεύγει από το βάθος. Με αυτή την τεχνική είναι δουλεμένα τα κιονόκρανα της Αγίας Σοφίας που έχουν μορφή κανίστρου, και όλα τα κιονόκρανα των Αγίων Σεργίου και Βάκχου. Ειδικότερα τα κιονόκρανα της Αγίας Σοφίας εμφανίζουν μορφή ανεστραμμένης κολούρου πυραμίδος και ανήκουν στα λεγόμενα λεβητοειδή τεκτονικά. Συγγενή με αυτά και στην μορφή και στον διάκοσμο είναι τα ονομαζόμενα πτυχωτά κιονόκρανα, δηλαδή κιονόκρανα στα οποία το σώμα διαμορφώνεται με κυματοειδείς πτυχές. Κιονόκρανα αυτής της τεχνοτροπίας συναντούμε στον Άγιο Βιτάλιο της Ραβέννας, στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας κλπ. Μετά τον 7ο αιώνα, η τεχνική αυτή χάνει την δημοτικότητά της, αν και ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε εντελώς. Μπορούμε μάλιστα να την δούμε σε ημισφαιρικές προεξοχές του14ου αιώνος σε γλυπτά του Μυστρά. Η χριστιανική γλυπτική εμφανίζει ποικιλία κιονοκράνων τα οποία παίρνουν την ονομασία από τη μορφή τους. Έτσι έχουμε τα κιονόκρανα με ανεμιζόμενα φύλλα, τα κιονόκρανα με πουλιά ή ζώα, τα οποία και αντικαθιστούν τα κιονόκρανα με διάκοσμο φύλλων ή ελίκων. Εκτός από το κορινθιακό κιονόκρανο η γλυπτική χρησιμοποίησε ευρύτατα και το ιωνικό, στο οποίο διατήρησε στις στενές πλευρές του εχίνου και τις έλικες στο άκρο. Η γλυπτική διακόσμησε και τα επιστύλια επάνω από τα κιονόκρανα, και τις επιφάνειες των τόξων που συνδέουν τα κιονόκρανα. Ανάλογη διακόσμηση γίνεται και στις ανάγλυφες επιστέψεις των ψηφιδωτών στο τέμπλο ή στις γραπτές εικόνες, όπως στον Όσιο Λουκά. Τέλος, κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους η γλυπτική συναντάται υπό την μορφή των αναγλύφων προτομών ιερών προσώπων σε υπέρθυρα ελληνικών ναών, και μάλιστα των νησιών, με εμφανείς πλέον δυτικές επιδράσεις. Από τα γλυπτά αυτά απουσιάζει η πλαστικότητα, οι πτυχές αποδίδονται με γραμμές, και γενικά η σχεδίαση είναι αμελέστερη. Δείγματα τέτοιων αναγλύφων υπάρχουν σε ναούς της Πάρου.

Αυτή λοιπόν είναι μια σκιαγραφία του όλου χρονοδιαγράμματος, μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε και η βυζαντινή γλυπτική. Θα μπορούσαμε να πούμε σε τελευταία ανάλυση ότι υπήρξε μια τέχνη μάλλον στατική και ότι, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις, δεν έχει να παρουσιάσει δείγματα ισάξια με εκείνα πού μας έδωσαν η βυζαντινή αρχιτεκτονική και η ζωγραφική σε όλες της τις μορφές, (ψηφιδογραφία, φορητές εικόνες κλπ.). Οπωσδήποτε είναι γεγονός αξιοσημείωτο, το οποίο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε, πώς η στασιμότητα της γλυπτικής οφείλεται πρώτα απ όλα στον θρίαμβο του κόσμου της Ανατολής. Η εντελώς διαφορετική αντίληψη του γύρω από την τέχνη γενικά, σε αντίθεση με τα κλασικά δεδομένα, είχε αναμφισβήτητα δυσμενή επίδραση στην βυζαντινή γλυπτική. Αφετέρου το φαινόμενο μπορεί να αποδοθεί στην τότε επικρατούσα ιδεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας γύρω από την ελεύθερη γλυπτική. Η ιδεολογία αυτή βρήκε απήχηση στην νοοτροπία και στο πνεύμα των πρώτων Χριστιανών. Είναι γνωστή η αποστροφή τους για την κλασική τέχνη, της οποίας πολλά αριστουργήματα καταστράφηκαν από κακώς εννοούμενο χριστιανικό ζήλο.