ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΙΓ' ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ



Σχετικά έγγραφα
Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ... 37

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Σελίδα 1 από 5. Τ

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

θέμα: Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ Α. Εισαγωγή -λόγοι δημιουργίας ΑΔΑ -οι ΑΔΑ πριν τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Άρθρο 1. Μορφή του πολιτεύματος * Άρθρο 2. Πρωταρχικές υποχρεώσεις της Πολιτείας ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

ΙΟΥΝΙΟΣ 1995: ΙΟΥΝΙΟΣ 1991: Απολυτήριο από το Λύκειο Παραλίας Καλαμάτας με το βαθμό Άριστα (19 και 9/10)

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΕΤΟΥΣ 1987)

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 5 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ» Α' - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΑΝΕΞΙΘΡΗΣΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιµέλεια εργασίας: Πολίτης Σπύρος Εmail: ιδάσκων: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΙΑΓΡΑΜΜΑ. 2.Σχολιασµός απόφασης

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

<~ προηγούμενη σελίδα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. ***Οι σωστές απαντήσεις είναι σημειωμένες με κόκκινο χρώμα. 1. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται :

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Παιδαγωγικό Σχόλιο σε Νομικά Πορίσματα και Αποφάσεις

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. 4. Ποια από τις ακόλουθες πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν απαιτείται να φέρει και την υπογραφή του αρμόδιου Υπουργού :

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 2 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

9. Έννοια του κράτους Στοιχεία του κράτους Μορφές κρατών Αρχές του σύγχρονου κράτους... 17

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Ε

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Συγκριτικό Εκκλησιαστικό Δίκαιο

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών Δημοσίου Δικαίου Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δικαίωμα συνέρχεσθαι

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΣΥΝΟΨΗ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ ΝΕΚΡΩΝ. Αναφορά υπ αρ. πρωτ / , πόρισµα της 24.4.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Διακρίσεις ελέγχου της συνταγματικότητα των νόμων

ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ. Οδός Βαλαωρίχου 12, ΛΟήνα. ΓνωίΛοδόιηση. Α' Εοώτηαα

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 77Α / 2002

Συγκριτικό Εκκλησιαστικό Δίκαιο

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (ΓΚΠΔ) GENERAL DATA PROTECTION REGULATION 2016/679

Γράφουμε στον πίνακα τη λέξη κλειδί «φονταμενταλισμός», διαβάζουμε τις εργασίες και καταλήγουμε στον ορισμό της. (Με τον όρο φονταμενταλισμός

Πολιτική και Δίκαιο Γραπτή Δοκιμασία Α Τετραμήνου

"Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ"

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΒΟΥΛΗΣ Αριθμ. Πρωτ.:. S L Q J... Ημερομ. \ z q a 5 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Συγκριτική Ανάλυση των Στοιχείων Η θέση των συµβουλίων στη διάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήµατος

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5η : ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ- ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΕΛΙΩ ΟΥΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Α. Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΓΕΝΙΚΑ

1. Αναθεώρηση του Συντάγματος

Σχετ: Το από ηλεκτρονικό μήνυμά σας (αρ. πρωτ. εισερχ. 1399/ ). Θέμα: Σ/Ν περί ενσωμάτωσης Οδηγίας 2004/113/ΕΚ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 2 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες

Συμμετοχικές Διαδικασίες και Τοπική διακυβέρνηση

A8-0469/79. Helmut Scholz, Merja Kyllönen, Jiří Maštálka, Patrick Le Hyaric, Paloma López Bermejo εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΙΓ' ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΚΑΙ Η ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Επιβλέπων: ΗΛ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ Σπουδαστής: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΠΠΑΣ ΑΘΗΝΑ - 2002

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η δράση της ανεξάρτητης αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη και η νομολογία του ανωτάτου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας, του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε θέματα θρησκευτικής ελευθερίας και θρησκευτικών διακρίσεων. Στόχος της εργασίας είναι να καταδειχθεί το πως αντιμετωπίζουν την έννοια της θρησκευτικής ελευθερίας, της θρησκευτικής ισότητας και της νομικής τους φύσης και κατοχύρωσης δύο κλασικοί εκπρόσωποι του θεσμικού ελέγχου της διοικητικής δράσης: του Συμβουλίου της Επικρατείας, κλασικoύ φορέα δικαστικού ελέγχου σε ένα κράτος δικαίου, και του Συνηγόρου του Πολίτη, μιας ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, πρόσφατα ιδρυθείσας στη χώρα μας. Το ζήτημα αποκτά ιδιαίτερη σημασία, διότι στην περίπτωση της Ελλάδας, οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας και η θέση των ετεροδόξων και ετεροθρήσκων στην ελληνική έννομη τάξη, προσλαμβάνουν μία ιδιόμορφη θεσμική διάσταση, που, πολλές φορές αποτέλεσε εφαλτήριο ζωηρών συζητήσεων, διχογνωμιών, ενίοτε δε και συγκρούσεων. Τα θέματα που θα μας απασχολήσουν, είναι η κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας, η αδειοδότηση των χώρων λατρείας, το μάθημα των θρησκευτικών, η αναγραφή του θρησκεύματος σε δημόσια έγγραφα, οι αντιρρησίες συνείδησης και η προστασία της ακώλυτης θρησκευτικής ζωής και λατρείας. ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: έλεγχος της διοικητικής δράσης, νομολογία, Συμβούλιο της Επικρατείας, Συνήγορος του Πολίτη, θρησκευτική ελευθερία, θρησκευτικές διακρίσεις, Εκκλησία, δόγματα, θρησκείες, ετερόδοξοι, ετερόθρησκοι, ναοί, ευκτήριοι οίκοι, αντιρρησίες συνείδησης, μάθημα θρησκευτικών, λατρεία

SUMMARY This paper deals with the activities of the Greek Ombudsman, which is an independent authority, and with the jurisprudence of Greece s highest administrative Court, the Council of the State, as far as the questions of religious freedom and of discrimination are concerned. The paper aims at highlighting how the religious freedom, the religious equality as well as their legal nature and consolidation are dealt with by two representatives of the institutional control of the administrative activity: meaning, the Council of the State, the most traditional institution responsible of judicial control in a country governed by the rule of law and the Greek Ombudsman, a newly established independent administrative authority. The question is very important because of the fact that in the case of Greece, the relations of the Church and the State along with the condition of the heterodox and of the persons of another religion in the Greek law and order, take a different dimension of institutional nature, which very often has been the starting point of lively social debates and sometimes of confrontations. The questions that are going to be examined are, inter alia, the consolidation of the freedom of religion, the license issuance for worship places, the class of religion in the schools, the writing of one s religion in public documents, the objectors of conscience as well as the protection of the free religious life and of worship. KEY-WORDS: control of the administrative activities, jurisprudence, Council of the State, the Greek Ombudsman, freedom of religion, religious discriminations, The Church, dogmas, religions, heterodox, persons of another religion, places of worship, objectors of conscience, the class of religion, worship, recreation clubs.

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 1 SUMMARY... 3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... 4 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 6 ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ : ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ... 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ... 15 1. ΙΣΤΟΡΙΚΑ... 15 2. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ-ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ... 16 3. Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ. Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ... 21 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Η ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΛΑΤΡΕΙΑΣ... 23 1. Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ... 23 2. Η ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ... 28 3. Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ... 30 α) Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Κασσάνδρα... 30 β) Ποινικές διώξεις σε θρησκευτικές κοινότητες με την κατηγορία της μη ύπαρξης άδειας λειτουργίας ευκτηρίου οίκου... 31 γ) Το ζήτημα της κοινοποίησης των ονομάτων των αιτούντων στο Μητροπολίτη... 35 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ... 39 1. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. 39 2. Η ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ... 43 α) Η νομική και εκπαιδευτική φύση του μαθήματος... 43 β) Το ζήτημα της αποχής των Αντβεντιστών μαθητών από τα μαθήματα το Σάββατο... 45 3. Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ... 47 α) Το ζήτημα των εξετάσεων των Αντβεντιστών μαθητών... 47 β) Το ζήτημα της απαλλαγής των μουσουλμάνων μαθητών στην Κω... 53

5 γ) Η καθηγήτρια που προσέβαλλε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά... 54 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ Η ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΟΣ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΑ... 56 1. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ... 56 2. Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ Σ.Τ.Ε. ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ (Σ.Τ.Ε. 2280/2001)... 59 α) Η άποψη που επικράτησε... 59 β) Η γνώμη της μειοψηφίας... 61 3. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ... 64 α) Καταγραφή της ένδειξης «άθεος» σε μητρώο αρρένων... 64 β) Προϋποθέσεις ληξιαρχικής αναγραφής του θρησκεύματος... 65 γ) Καταγραφή της ένδειξης «Μάρτυρας του Ιεχωβά»... 66 δ) Καταγραφή θρησκεύματος σε απολυτήριο λυκείου... 70 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΟΙ ΑΝΤΙΡΡΗΣΙΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ... 72 1. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΤΙΡΡΗΣΙΩΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ... 72 2. Η ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ... 74 3. Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ... 76 α) Χειρισμός ατομικών περιπτώσεων... 76 β) Η ειδική έκθεση του Σ.τ.Π. για την εναλλακτική υπηρεσία... 78 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑΣ... 80 1. Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΣΤΙΣ ΣΠΕΤΣΕΣ ΣΤΟ Σ.Τ.Ε.... 80 2. Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΚΟΜΟΤΗΝΗ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ... 82 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 84 ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 87 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 88

6 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΕΚΔ = Αρχείο Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου ΑΚ = Αστικός Κώδικας ΑΝ = Αναγκαστικός Νόμος ΒΔ = Βασιλικό Διάταγμα Διδ. Διατρ. = Διδακτορική Διατριβή ΕΕΔΑ = Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΕΕΕυρΔ = Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου ΕΕΝ = Εφημερίς Ελλήνων Νομικών Επιμ. = Επιμέλεια ΕΣΔΑ = Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΕυρΔΔΑ = Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ν = Νόμος ΝΠΔΔ = Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ΟΤΑ = Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης ΠΔ = Προεδρικό Διάταγμα Σ.τ..Ε. = Συμβούλιο της Επικρατείας Σ.τ.Π. = Συνήγορος του Πολίτη Τ = Τεύχος ΥΑ = Υπουργική Απόφαση ΥΠΕΠΘ = Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ΥΠΕΘΑ = Υπουργείο Εθνικής Άμυνας

7 Πρόλογος ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας και η θέση των διάφορων θρησκευτικών συσσωματώσεων μέσα στην ελληνική έννομη τάξη, έχουν πολλές φορές αποτελέσει αιτίες ζωηρών συζητήσεων και διχογνωμιών. Η ιδιαίτερη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε σχέση με τη θρησκευτική ελευθερία και τη θρησκευτική ισότητα των αλλοδόξων και αλλοθρήσκων πολιτών έχουν απασχολήσει επανειλημμένως και τη διοικητική πρακτική της δημόσιας πολιτικής και τη νομολογία των δικαστηρίων, αλλά και τη θεωρία. Σε αυτή την εργασία, μας απασχολεί το πως έχουν αντιμετωπίσει το ακανθώδες αυτό ζήτημα δύο θεσμικοί φορείς ελέγχου της διοικητικής δράσης: το Συμβούλιο της Επικρατείας, ως φορέας δικαστικού ελέγχου της διοίκησης και ο Συνήγορος του Πολίτη, φορέας του ενδιάμεσου ελέγχου. Σκοπός μας είναι να διερευνήσουμε το πως αντιλαμβάνονται και ερμηνεύουν το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας και των θρησκευτικών διακρίσεων, καθώς και να ανιχνεύσουμε τυχόν ομοιότητες και διαφορές στις σκέψεις τους και τις απόψεις τους (όπου αυτό είναι εφικτό). Το εγχείρημα είναι αρκετά δυσχερές, δεδομένων των διαφορών που παρουσιάζουν οι δύο αυτοί φορείς, τόσο στη φύση τους και στον τρόπο δράσης τους, όσο και στην αποστολή που τους επιφυλάσσουν το Σύνταγμα και οι νόμοι, αφού άλλο ο δικαστικός και άλλο ο ενδιάμεσος έλεγχος της διοικητικής δράσης. Από την ογκώδη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας σε θέματα θρησκευτικής ελευθερίας, πρότιμήσαμε να παρουσιάσουμε μόνο τις αποφάσεις σε θέματα τα οποία έχει αντιμετωπίσει και ο Συνήγορος του Πολίτη, για λόγους οικονομίας χώρου και χρόνου. Έτσι, τα θέματα παρουσιάζονται ανά κεφάλαιο. Σε κάθε κεφάλαιο, γίνεται πρώτα παρουσίαση του προβλήματος και έπειτα εξετάζεται η σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και η δράση του Συνηγόρου του Πολίτη. Φρονούμε, ότι, κατ αυτόν τον τρόπο, ο αναγνώστης θα έχει μια πιο ευσύνοπτη εικόνα των ζητημάτων που μας απασχολούν. Ως πηγές για την εκπόνηση της εργασίας, χρησιμοποιήθηκαν η νομολογία του Σ.τ.Ε., οι Ετήσιες Εκθέσεις, τα Πορίσματα και η υπηρεσιακή αλληλογραφία του Συνηγόρου του Πολίτη, υπηρεσιακά έγγραφα της Διεύθυνσης Ετεροδόξων και Ετεροθρήσκων της Γ.Γ. Θρησκευμάτων του ΥΠ.Ε.Π.Θ., καθώς και η πλούσια σχετική βιβλιογραφία.

8 Πρόλογος Για την πολύτιμη συμβολή τους στην εκπόνηση της εργασίας, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κο Ηλία Γεωργαντά, επιβλέποντα της εργασίας, ειδικό επιστήμονα στο Υπουργείο Οικονομίας, τον κο Χρήστο Ντουχάνη, πάρεδρο του Σ.τ.Ε., τον κο Μιχ. Τσαπόγα, ειδικό επιστήμονα του Συνηγόρου του Πολίτη, την κα Στέλλα Παπαγεωργίου, διευθύντρια της Διεύθυνσης Ετεροδόξων και Ετεροθρήσκων του ΥΠ.Ε.Π.Θ, και την κα Νατάσα Κουτσαύτη, δικηγόρο, ειδικευμένη στο Δημόσιο Δίκαιο. Τέλος, για τυχόν ανεπάρκειες και ελλείψεις, ζητώ την ευγενή κατανόηση, αλλά και την καλόπιστη κριτική του αναγνώστη... Απόστολος Χ. Παππάς Ιούνιος 2002

9 Εισαγωγή ΕΙΣΑΓΩΓΗ : ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ Σε κάθε κράτος δικαίου υπάρχει η αδήριτη ανάγκη ελέγχου της διοικητικής δράσης ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της δημόσιας διοίκησης στους κανόνες δικαίου που διέπουν την οργάνωση και τη λειτουργία της, 1 με στόχο την προστασία του διοικουμένου. Οι μορφές ελέγχου της διοίκησης είναι τέσσερις. 1. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, που ασκείται από τη Βουλή προς την κυβέρνηση 2. Ο διοικητικός έλεγχος, που ασκείται από όργανα του κράτους. 3. Ο ενδιάμεσος έλεγχος, που ασκείται από τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη. Πρόκειται για τη νεότερη, χρονικά, μορφή ελέγχου, στην ελληνική έννομη τάξη. 4. Ο δικαστικός έλεγχος, που ασκείται από τα διοικητικά δικαστήρια. Το σύστημα του ελέγχου από διοικητικά δικαστήρια διαμορφώθηκε στη Γαλλία, επειδή μετά τη Γαλλική Επανάσταση, καθιερώθηκε η αρχή της μη επέμβασης των κοινών (πολιτικών) δικαστηρίων στα έργα της εκτελεστικής εξουσίας και εξαιτίας της ανάγκης δικαστικής προστασίας των διοικουμένων από την αυθαιρεσία της Διοίκησης. Στην Ελλάδα, η θεσμοθέτηση της διοικητικής δικαιοσύνης πέρασε από διάφορες φάσεις μέσα από τα ανά εποχές Συντάγματα. 2 Στο ισχύον Σύνταγμα προβλέπεται ολοκληρωμένο σύστημα διοικητικής δικαιοσύνης. Προβλέπονται τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, το Συμβούλιο της Επικρατείας 3 και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Το Συμβούλιο της Επικρατείας προβλέπεται στα άρθρα 94 και 95 του Συντάγματος και αποτελεί το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας. Ο ρόλος που του δίνει το Σύνταγμα, αλλά και η βαρύνουσα νομολογία του, του προσδίνουν πρωταρχική σημασία για την προστασία 1 ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΕΠ., Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1999 σ. 387 2 ο.π. βλ. μία λεπτομερή ιστορική αναδρομή στην ιστορική εξέλιξη της διοικητικής δικαιοσύνης. 3 Στη σημερινή του μορφή, το ΣτΕ άρχισε να λειτουργεί από το 1929, βάσει του Συντάγματος του 1927. Για πρώτη φορά ιδρύθηκε το 1835, κατά το πρότυπο του γαλλικού Conseil d Etat με αρμοδιότητες γνωμοδότικές και δικαστικές. Με τη μορφή αυτή λειτούργησε έως το 1844, οπότε και καταργήθηκε από το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα του 1864 προέβλεψε και πάλι την ίδρυση του ΣτΕ, παρέχοντάς του μόνο νομοπαρασκευαστικές αρμοδιότητες αλλά καταργήθηκε με την αναθεώρηση του 1865. Με την αναθεώρηση του 1911, προβλέφθηκε και πάλι η ίδρυσή του με νομοπαρασκευαστικές και δικαστικές. Δεν συστάθηκε όμως, παρά μόνο υπό το Σύνταγμα του 1927. Βλ. ΤΣΑΤΣΟΥ Δ., Συνταγματικό Δίκαιο, τ. Β, έκδοση δεύτερη, Εκδόσεις Σάκκουλα 1993, σ. 512

10 Εισαγωγή του διοικουμένου από την κρατική εξουσία και για την πραγμάτωση του κράτους δικαίου. 4 Στις αρμοδιότητες του Σ.τ.Ε. ανήκουν: 5 1. Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή παράβαση νόμου. 2. Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσιδίκων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. 3. Η εκδίκαση διοικητικών διαφορών ουσίας. 4. Η επεξεργασία των διαταγμάτων κανονιστικού χαρακτήρα. Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι κατά το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται με τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε υπεύθυνο όργανο. Πάντως, στην παρούσα εισαγωγή κρίναμε σκόπιμο να εστιάσουμε την προσοχή μας στον ενδιάμεσο έλεγχο, ο οποίος πραγματώνεται με τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές. Οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές 6 είναι νεοσύστατος θεσμός στον ελληνικό χώρο, στη διεθνή διοικητική πρακτική όμως, έχουν ένα ιστορικό παρελθόν 50 περίπου ετών για την Ευρώπη με πρόδρομο τη Γαλλία και περισσότερο του ενός αιώνα για τις ΗΠΑ 7. Τα αίτια της γέννησής τους εντοπίζονται κυρίως στις σύγχρονες εξελίξεις, όσον αφορά την διοίκηση και διόγκωση της γραφειοκρατίας, την τεχνολογία, την οικονομία και γενικότερα τον εξαιρετικά σύνθετο τρόπο, με τον οποίο οργανώνονται οι σημερινές κοινωνίες. Η απελευθέρωση των αγορών ήταν αυτή που αρχικά οδήγησε στην ανάπτυξη τέτοιων αρχών, στο χώρο του οικονομικού ανταγωνισμού. Αναπτύχθηκαν, βασισμένες στη λογική του περιορισμένου κράτους, υπό την έννοια της αποκέντρωσης της εξουσίας, 4 ΤΣΑΤΣΟΥ Δ., Συνταγματικό Δίκαιο, τ. Β, έκδοση δεύτερη, Εκδόσεις Σάκκουλα 1993, σ. 509 5 Σύμφωνα και με την πρόσφατη αναθεώρηση του Συντάγματος (2001) 6 Στο εξής ΑΔΑ. 7 Δύο είναι τα κυρίαρχα μοντέλα ανεξάρτητων αρχών. Κατ αρχήν, πρόκειται για αυτό των αρχών παρέμβασης, όπου πραγματοποιείται εκ των προτέρων έλεγχος και έχει αρμοδιότητα επιβολής κυρώσεων. Κατά δεύτερον, εμφανίστηκαν αρχές με συμβουλευτικό /γνωμοδότικό χαρακτήρα, εκ των υστέρων έλεγχο, χωρίς δικαίωμα κύρωσης, δηλαδή εξω-διοικητικών αρχών. Ο Μ. Γ. Αντωνόπουλος σημειώνει: «Επιφορτισμένες με την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου (προστασία των ατομικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων), των πολιτικών ελευθεριών, της φιλελεύθερης πολιτικής φιλοσοφίας και προστασίας των αξιών του δυτικού πολιτισμού, η αποστολή τους δεν σταματά στην προειδοποίηση παραβάσεων, αλλά και στην επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν προσκλήσεως των δημοσίων αρχών. Ξεκινώντας από τη γνωστή διάκριση ανάμεσα στην εξουσία θέσεων κανόνων δικαίου και την εξουσία επιβολής κυρώσεων οι γνώμες διχάστηκαν στον εάν μια ΑΔΑ μπορεί να έχει ρυθμιστικές και κατασταλτικές αρμοδιότητες και ταυτόχρονα και δικαστικές», βλ. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Μ. Γ. Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές.εκδ. Σάκκουλα,1995 σ. 29-30

11 Εισαγωγή της ενίσχυσης της περιφερειακής δράσης, όσον αφορά την υλοποίηση των πολιτικών, την ενίσχυση του επιτελικού ρόλου του κράτους. Στην Ελλάδα η πρώτη ρυθμιστική αρχή ήταν η Επιτροπή Ανταγωνισμού (1977) 8, ενώ η ουσιαστική εισαγωγή και υιοθέτησή τους στην ελληνική πραγματικότητα έγινε στη δεκαετία του 1990 9. Ο θεσμός του Ombudsman, ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή, έρχεται να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες των κλασσικών μεθόδων ελέγχου της διοικητικής δράσης (ιεραρχικός έλεγχος και διοικητική εποπτεία), καθώς και της δικαστικής προστασίας, όπως αναπτύχθηκαν στις περισσότερες έννομες τάξεις του σύγχρονου κόσμου 10. Αρχικά θεσμοθετήθηκε στη Σουηδία 11 και στη συνέχεια υιοθετήθηκε και από τις άλλες Σκανδιναβικές χώρες, με αρκετές διαφοροποιήσεις 12, κυρίως όσον αφορά στο εύρος και στο είδος της ελεγκτικής του εξουσίας 13. Πάντως, είναι, σε όλες, συνταγματικά κατοχυρωμένος θεσμός. Σήμερα, απαντά σε αρκετές ευρωπαϊκές, αγγλοσαξονικές, ασιατικές αλλά και αφρικανικές χώρες 14. Στην Ευρώπη συγκεκριμένα, έχει υιοθετηθεί ευρέως, από όλες σχεδόν τις χώρες, όπως στη Μεγάλη Βρετανία 15, τη Γαλλία 16, τη Γερμανία 17, το Βέλγιο 18, 8 N. 703/77 «περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού» 9 Η συνταγματική τους κατοχύρωση πραγματοποιήθηκε από την πρόσφατη Αναθεώρηση του Συντάγματος του έτους 2001, στο άρθρο 101Α 10 Δηλαδή το πρότυπο της διάκρισης των εξουσιών (κοινοβουλευτικές, εκτελεστικές και δικαστικές), στη βάση της αρχής της νομιμότητας, βλ. Διοίκηση και Πολιτεία, Μελέτες 15 (1996), ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΗ Χ., Πτυχές προστασίας του πολίτη στην κοινότική και την ελληνική έννομη τάξη: από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή στον Έλληνα Μεσολαβητή, σ. 80-81. 11 Ο θεσμός του Ombudsman στη Σουηδία έχει ιστορία από το 1713, όταν ο Σουηδός αυτοκράτορας, όντας αυτοεξόριστος στη Τουρκία, θεσμοθέτησε το αξίωμα του Hogste Ombudsmannen, το οποίο θα ασκούσε την γενική εποπτεία για τη τήρηση των νόμων και την άσκηση των καθηκόντων των υπαλλήλων. Η λέξη Ombudsman έχει σουηδική προέλευση και σημαίνει «αντιπροσώπευση», «εκπροσώπηση», βλ. ΜΠΕΣΙΛΑ Ε. ΜΑΚΡΙΔΗ Το Δικαίωμα της Αναφοράς στις Αρχές & ο Συνήγορος του Πολίτη,, σ. 107-108. 12 Μετά τη Σουηδία, ο θεσμός υιοθετήθηκε από την Φιλανδία (1920), τη Δανία (1953), και τη Νορβηγία (1962), βλ. ο.π. σ. 107. 13 Για παράδειγμα, ο Σουηδός Ombudsman έχει διευρυμένες αρμοδιότητες, που φτάνουν μέχρι αυτήν του δημόσιου κατήγορου και της εποπτείας των δικαστηρίων. Ο αντίστοιχος Δανός Ombudsman, αν και βασισμένος στο σουηδικό πρότυπο, δεν έχει αρμοδιότητα για την εποπτεία των δικαστηρίων, ούτε να ενεργεί σαν δημόσιος κατήγορος. Βλ. ΜΠΕΣΙΛΑ ΜΑΚΡΙΔΗ Ε., ο.π.σ. 107-117. 14 Βλ. Διοίκηση και Πολιτεία, Μελέτες 15 (1996),. ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΗ Χ, Πτυχές προστασίας του πολίτη στην κοινότική και την ελληνική έννομη τάξη: από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή στον Έλληνα Μεσολαβητή, σ. 82. 15 Στη Μεγάλη Βρετανία, ο θεσμός έχει ιστορία από το 1967, οπότε και συστάθηκε επιτροπή, η οποία πρότεινε τη θεσμοθέτηση του «Κοινοβουλευτικού Επιτρόπου για τη Διοίκηση (Parliamentary Commissioner for Administration), για να ερευνά καταγγελίες πολιτών για κακοδιοίκηση από τις δημόσιες αρχές. Υπάρχουν τρία διαφορετικά συστήματα, με αρμοδιότητα ελέγχου συγκεκριμένων τομέων της δημόσιας διοίκησης (δημόσια υγεία, τοπική αυτοδιοίκηση, κοινοβούλιο), και διαφορετική διαδικασία

12 Εισαγωγή την Ιρλανδία 19, την Ισπανία 20, το Λουξεμβούργο 21, την Πορτογαλία 22. Κοινά χαρακτηριστικά του θεσμού διεθνώς αποτελούν η θεσμική ανεξαρτησία 23, το αντικείμενο, που είναι ο έλεγχος της κακοδιοίκησης, η αμεσότητα 24 της άσκησης της αρμοδιότητάς του, η υποχρέωση ενημέρωσης του Κοινοβουλίου μέσω της υποβολής εκθέσεων προς αυτό 25. Ας έλθουμε όμως στην ελληνική περίπτωση. Ο έλεγχος της διοικητικής δράσης στην Ελλάδα 26 πήρε τη μορφή διαφόρων θεσμών 27, που όμως αποδείχθηκαν εκκίνησης του ελέγχου. Βλ, ΜΠΕΣΙΛΑ ΜΑΚΡΙΔΗ Ε., Το Δικαίωμα της Αναφοράς στις Αρχές & ο Συνήγορος του Πολίτη σ. 118-123. 16 Η λειτουργία και η δράση του στη Γαλλία, ορίζονται με το συστατικό νόμο του θεσμού, το 1973. Ο Επίτροπος Διοίκησης «Médiateur de la Republique» διορίζεται με διάταγμα του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας. Το γεγονός της μη συμμετοχής του Κοινοβουλίου στον διορισμό, αλλά και η παράλειψη συνταγματικής κατοχύρωσης των βασικών διατάξεων της λειτουργίας του, θέτουν τον όλο θεσμό σε αμφισβήτηση. Βλ. ο.π., σ. 131-136 17 Η Επιτροπή Αναφορών της Γερμανικής Βουλής. βλ. ο.π, σ. 137-142. 18 Ο Βέλγος Ombudsman θεσμοθετείται το 1992. Διορίζεται από την κυβέρνηση Βλ. οπ σ. 149. 19 Ο Ιρλανδός Ombudsman ιδρύθηκε το 1980, με ελεγκτική αρμοδιότητα σε θέματα δημόσιας διοίκησης. βλ. ο.π, σ. 149-150. 20 Ο Ισπανός Ombudsman ιδρύθηκε με νόμο το1981. Εκλέγεται και από τις δύο Βουλές, ώστε να υπάρχει εγγύηση για την ανεξαρτησία του. Βλ. ο.π., σ. 151-152. 21 Στο Λουξεμβούργο, η Επιτροπή Αναφορών της Βουλής έχει ανάλογες αρμοδιότητες με αυτές του Ombudsman. Βλ. ο.π, σ. 152-153. 22 Στην Πορτογαλία, ο «Εγγυητής Δικαιοσύνης» είναι συνταγματικά κατοχυρωμένος από το 1976 και εκλέγεται από τη Βουλή. Ασκεί τον έλεγχο καταγγελιών κακοδιοίκησης των δημοσίων υπηρεσιών, ενώ έχει εγγυήσεις ανεξαρτησίας και ισοβιότητας κατά τη διάρκεια της θητείας του. Βλ. ΜΠΕΣΙΛΑ Ε. ΜΑΚΡΙΔΗ, Το Δικαίωμα της Αναφοράς στις Αρχές & ο Συνήγορος του Πολίτη, 2000 σ. 153-154. 23 Συνιστούν, ανεξάρτητες αρχές, οι οποίες δεν υπόκεινται στον έλεγχο της διοίκησης, ούτε της νομοθετικής εξουσίας (αν και σε πολλές περιπτώσεις συνδέονται οργανωτικά με αυτή). 24 Υπό την έννοια της μη μεσολάβησης οποιασδήποτε μορφής προδικασίας για την υποβολή των αναφορών. 25 Βλ. Διοίκηση και Πολιτεία, Μελέτες 15 (1996), ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΗ Χ, Πτυχές προστασίας του πολίτη στην κοινότική και την ελληνική έννομη τάξη: από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή στον Έλληνα Μεσολαβητή, σ. 87-88. 26 «οι ρίζες του θεσμού ξεκινούν από τους χρόνους της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Οι πρόγονοι λοιπόν των σύγχρονων Ombudsmen ήταν οι «εύθυνοι», οι οποίοι εμφανίζονται στην Αθήνα του Περικλή, όπου διαπιστώνεται για πρώτη φορά η ανάγκη για έλεγχο της διοίκησης. Το 453 π.χ. ορίζονται με κλήρο 10 άρχοντες, οι οποίοι κάθονται στην αρχαία αγορά, σε συγκεκριμένο μέρος, και με τη βοήθεια δύο παρέδρων ο καθένας, δέχονται καταγγελίες των πολιτών που αναφέρονται σε κακή διοίκηση των αρχόντων του κράτους. Στη συνέχεια οι εύθυνοι ερευνούσαν τις καταγγελίες και ανάλογα τις προωθούσαν στο δικαστήριο, αν διαπίστωναν αξιόποινη συμπεριφορά ή στα νομοθετικά όργανα για ανάλογη προσαρμογή της νομοθεσίας προς όφελος πάντα των πολιτών», βλ. Εφημερίδα Το Βήμα, 15.02.1998, κωδ. Άρθρου: Β12468Α483. 27 Για παράδειγμα οι κεντρικές και περιφερειακές (νομαρχιακού επιπέδου) υπηρεσίες παραπόνων (Ν.Δ. 3983/1959, «περί μέτρων τινών προς βελτίωσιν της λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών»), ο Επίτροπος της Διοίκησης του άρθρου 27 του συνταγματικού κειμένου του 1968 και του Ν.Δ. 2 της 23.11.1968, «περί Επιτρόπου Διοικήσεως», το Σώμα Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (που αρχικά προβλέφθηκε στο Ν. 1735/1987, «περί κοινωνικού ελέγχου στη δημόσια διοίκηση», ενεργοποιήθηκε με το Ν.1892/1990, «για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις», αναδιοργανώθηκε από το Ν. 2266/1994 (άρθρα 1-5) και τον Ν. 2477/1997 «Συνήγορος του Πολίτη και Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας

13 Εισαγωγή ανεπαρκείς να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες του συγκεντρωτικού ελληνικού συστήματος, με τις σύνθετες γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, την ευθυνοφοβία, την ανεπάρκεια σε ανθρώπινο δυναμικό και σε ειδικές ή τεχνικές γνώσεις 28. Ο Συνήγορος του Πολίτη 29 είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχή 30, και «έχει ως αποστολή την διαμεσολάβηση μεταξύ των πολιτών και των δημοσίων υπηρεσιών, των ΟΤΑ 31, των Ν.Π.Δ.Δ. 32 και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας» 33. Ερευνά ατομικές διοικητικές πράξεις ή παραλείψεις ή υλικές ενέργειες 34. Επιλαμβάνεται υποθέσεων, στις οποίες έχει προηγηθεί ενυπόγραφη αναφορά, εντός έξι μηνών, από τη στιγμή που ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση των ενεργειών ή παραλείψεων για τις οποίες προσφεύγει στο Συνήγορο. Ο Σ.τ.Π. ερευνά την καταγγελία και συντάσσει πόρισμα, το οποίο γνωστοποιεί στον αρμόδιο Υπουργό και τις αρμόδιες υπηρεσίες. Στις προτάσεις του προς τις υπηρεσίες, μπορεί να θέτει προθεσμία, μέσα στην οποία οφείλουν να τον ενημερώσουν, για τις ενέργειές τους σχετικά με την εφαρμογή των προτάσεών του ή για τους λόγους που δεν επιτρέπουν την αποδοχή τους. Αν προκύψουν Διοίκησης») και τον Μεσολαβητή Διοίκησης (άρθρο 6 του Ν.2266/1994) που ουδέποτε λειτούργησε, έως σήμερα. Για τα παραπάνω βλ. Διοίκηση και Πολιτεία, Μελέτες 15 (1996), ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΗ Χ., Πτυχές προστασίας του πολίτη στην κοινότική και την ελληνική έννομη τάξη: από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή στον Έλληνα Μεσολαβητή, σ. 88-89 και, ΜΠΕΣΙΛΑ Ε. ΜΑΚΡΙΔΗ, Το Δικαίωμα της Αναφοράς στις Αρχές & ο Συνήγορος του Πολίτη, 2000 σ. 155-158 28 Βλ. Διοίκηση και Πολιτεία, Μελέτες 15 (1996), ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΗ Χ., Πτυχές προστασίας του πολίτη στην κοινότική και την ελληνική έννομη τάξη: από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή στον Έλληνα Μεσολαβητή, σ. 88. 29 (στο εξής Σ.τ.Π.). Η επιλογή της ονομασίας του θεσμού αποτέλεσε σημείο διαφωνίας των πολιτικών ηγεσιών, κατά τη προπαρασκευαστική νομοθετική διαδικασία. Οι δύο όροι που πρωτοστατούσαν ήταν «Εθνικός Μεσολαβητής» και «Συνήγορος του Πολίτη», επιλογή του κυβερνώντος κόμματος, που επικράτησε τελικά. «δε νομίζω όμως, πως αποδίδει πλήρως το λειτουργικό περιεχόμενο του θεσμού. Ενώ δύσκολα συγκαλύπτει μια λαϊκιστικής απόχρωσης αντιπαλότητα κράτους-πολίτη, που δεν συνάδει με το πνεύμα του θεσμού. Ενός θεσμού που μάλλον αποσκοπεί στην ειρηνική μεσολάβηση και την επίλυση των διαφορών με πνεύμα συνεργασίας και συμφιλίωσης κράτους-πολίτη» «γιατί ο θεσμός μπορεί να λειτουργεί και ως συνήγορος μη πολιτών, δηλαδή άλλων κατηγοριών διοικουμένων, μη ιθαγενών υπηκόων άλλων χωρών, καθώς και λοιπών υποκειμένων δικαίου. Και δεύτερον, γιατί δεν λειτουργεί αναγκαστικά ως εχθρός και διώκτης των δημοσίων υπηρεσιών». Βλ. Διοίκηση και Πολιτεία, Μελέτες 15 (1996),. ΜΑΚΡΥΔΗΜΗΤΡΗ Α, Το Έλατο στην άμμο ή ο ombudsman στην Ελλάδα, σ. 74. 30 Μάλιστα, κατά το άρθρο 2 του Ν. 2477/1997 / Α-59, «ο Συνήγορος του Πολίτη δεν υπόκειται σε έλεγχο από κυβερνητικό όργανο ή διοικητική αρχή», βλ. Ν. 2477/1997/Α-59 «Συνήγορος του Πολίτη, Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης» 31 Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης 32 Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου 33 Ν.2477/1997/Α-59 «Συνήγορος του Πολίτη, Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης». 34 Ιδίως ερευνά τις περιπτώσεις κατά τις οποίες όργανο δημόσιας υπηρεσίας προσβάλλει, με πράξη ή παράλειψη, δικαίωμα ή συμφέρον που προστατεύεται από το Σύνταγμα και το νόμο. βλ. Ν. 2477/1997, ΦΕΚ59, 18.04.1997.

14 Εισαγωγή ενδείξεις για τέλεση αξιόποινης πράξης από λειτουργό, υπάλληλο ή μέλος διοίκησης, διαβιβάζει την έκθεση και στον αρμόδιο εισαγγελέα. Ο Σ.τ.Π. ενημερώνει, σε κάθε περίπτωση, τον ενδιαφερόμενο για την υπόθεσή του. Μπορεί δε, με πράξη του να θέτει στο αρχείο αναφορά που κρίνεται προφανώς αόριστη, αβάσιμη ή ασήμαντη 35. Στελεχώνεται 36 από τέσσερις Βοηθούς Συνηγόρους, οι οποίοι έχουν την ευθύνη για καθένα από τους αντίστοιχους κύκλους δραστηριότητας της αρχής 37. Σε κάθε κύκλο, κατανέμονται ειδικοί επιστήμονες και βοηθοί επιστήμονες 38. 35 Ν. 2477/1997/Α-59 «Συνήγορος του Πολίτη, Σώμα Επιθεωρητών- - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης». 36 Για το οργανόγραμμα του Σ.τ.Π., βλ. την ιστοσελίδα. http://www.synigoros.gr/ 37 Άρθρο 2 παρ.1 του Π.Δ. 273/1999/Α-29 «Κανονισμός Λειτουργίας τους Συνηγόρου του Πολίτη»: «το έργο της Αρχής οργανώνεται στους εξής τέσσερις κύκλους δραστηριότητας: α) Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, β) Κοινωνικής Προστασίας, γ) Ποιότητα Ζωής και δ) Σχέσεων Κράτους-Πολίτη». Η θρησκευτική ελευθερία, που εξετάζεται στην παρούσα εργασία, εμπίπτει στον κύκλο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. 38 Άρθρο 2 παρ.2 του Π.Δ. 273/1999/Α-29 «Κανονισμός Λειτουργίας τους Συνηγόρου του Πολίτη»: «Το έργο της Αρχής υποστηρίζεται από τους Ειδικούς Επιστήμονες των παρ. 1 και 2 του άρθρου 5 του Ν. 2477/1997 και τους Βοηθούς Επιστήμονες του άρθρου 8 του Ν. 2623/1998.

15 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 1. ΙΣΤΟΡΙΚΑ Η σημασία της θρησκευτικής ελευθερίας, εμφανίζεται ήδη από την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όταν εξαπολύθηκαν οι άγριοι διωγμοί εναντίον των χριστιανών. 39 Μια πρωτόλεια μορφή κατοχύρωσης της θρησκευτικής ελευθερίας, με την έννοια της ανεξιθρησκίας έλαβε χώρα το 313 από το Μ. Κωνσταντίνο, με την έκδοση του διατάγματος του Μεδιολάνου. 40 Το Μεσαίωνα, οι ηγεμόνες επέμεναν να καθορίζουν εκείνοι το περιεχόμενο της θρησκευτικής συνείδησης των υπηκόων τους με την αρχή cuius regio, eius religio. Στη συνέχεια, η ελευθερία της θρησκείας περνά στη διδασκαλία των διαφωτιστών του 17 ου και 18 ου αιώνα Locke, Montesqieu, Rousseau, Voltaire κ.α. Ως νομική έννοια περιέχεται στο άρθρο 16 του Bill of Rights της Virginia το 1976. 41 Με την πρώτη τροποποίηση (1791) του Συντάγματος των Η.Π.Α. διακηρύχθηκε ότι «το Κογκρέσο δεν θα ψηφίσει νόμο που να ιδρύει θρησκεία του κράτους ή που να απαγορεύει την ελεύθερη λατρεία οποιασδήποτε θρησκείας». Η γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όρισε στο άρθρο 10: «κανείς δεν επιτρέπεται να ενοχλείται για τις δοξασίες του, ακόμη και τις θρησκευτικές, υπό τον όρο ότι η εκδήλωσή τους δεν θα διαταράσσει τη δημόσια τάξη που καθιερώνει ο νόμος». 42 Στο Βέλγιο, η θρησκευτική ελευθερία κατοχυρώθηκε στο Σύνταγμα του 1831, το οποίο έλαβαν ως πρότυπο πολλά μεταγενέστερα ευρωπαϊκά συντάγματα. Στην Ελλάδα κατοχυρώνεται ήδη από τα συντάγματα της επαναστατικής περιόδου, 43 καθώς και από όλα από το 1844 ελληνικά συντάγματα. 44 39 Τους τρείς πρώτους αιώνες, ο χριστιανισμός αντιμετωπίστηκε ως religio illicita (παράνομη θρησκεία). Βλ. ΦΕΙΔΑ ΒΛΑΣΙΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία Α, Αθήνα 1992 40 ΓΚΑΝΗ Λ., «Η προστασία της επικρατούσας θρησκείας», στο: Κ.ΜΠΕΗ (επιμ.), Θρησκευτική Ελευθερία, Κέντρο Δικανικών Μελετών, Εκδ. Ευνομία, Αθήνα 1997 σ. 29 41 «Όλοι οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα να ασκούν ελεύθερα τα της θρησκείας τους, σύμφωνα με τις επιταγές της συνειδησής τους» 42 ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔ., Παραδόσεις Συνταγματικού Δικαίου, τ. 3, Αθήνα 2001, σ.1013 43 Της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823), της Τροιζήνας (1827) 44 Για μια πλήρη παρουσίαση της ιστορικής εξέλιξης βλ. ΜΑΡΙΝΟΥ ΑΝ., Η Θρησκευτική Ελευθερία, (διδ. διατρ.), Αθήνα 1972

16 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία 2. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ-ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ Το μεγαλύτερο μέρος της θεωρίας κάνει διάκριση μεταξύ των όρων θρησκευτική ελευθερία και ανεξιθρησκία. Ανεξιθρησκία είναι η «αδιαφορία» ή ανοχή (tolerance) του κράτους έναντι των θρησκειών. Η θρησκευτική ελευθερία έχει ευρύτερο και θετικότερο περιεχόμενο. Είναι ατομικό δικαίωμα, το οποίο αξιώνει από την Πολιτεία, οχι απλώς να μην επεμβαίνει στη θρησκευτική συνείδηση, αλλά να λαμβάνει και κάθε πρόσφορο μέτρο (π.χ. νομοθετικό, διοικητικό) που θα εξασφαλίζει την άσκησή του. 45 Πάντως, έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι δεν φαίνεται να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο αυτών εννοιών. 46 Στο ισχύον Σύνταγμα η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης κατοχυρώνεται στο άρθρο 13, το οποίο επιτάσσει: «1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται. 3. Οι λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών υπόκεινται στην ίδια εποπτεία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θρησκείας. Κανένας δεν μπορεί εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του προς το Κράτος ή να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους. 5. Κανένας όρκος δεν επιβάλλεται χωρίς νόμο που ορίζει τον τύπο του». Σημειωτέον, ότι το άρθρο 13 του Συντάγματος ανήκει στο σκληρό πυρήνα των διατάξεων που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση αφού αφορά βασικό ατομικό δικαίωμα. Επίσης, η θρησκευτική ελευθερία συνδέεται με την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, 47 την ελευθερία της 45 ΜΑΝΕΣΗ ΑΡ., Ατομικές ελευθερίες, εκδ. Δ 1982, σ. 247, ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ., Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1984 σ.75, ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ ΠΡ., Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, τ. Α, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1991, σ. 17, ΣΩΤΗΡΕΛΗ Γ., Θρησκεία και Εκπαίδευση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1991,σ.19 και σε πολλούς άλλους συγγραφείς.μάλιστα, ο Γ. ΣΩΤΗΡΕΛΗΣ (ο.π.) παρατηρεί, ότι η αρχή της ανοχής (toleration) έχει τελευταία την τάση να ενισχύεται προς μία ενεργητικότερη προστασία της θρησκευτικής συνείδησης. 46 ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔ., Παραδόσεις Συνταγματικού Δικαίου, τ. 3, Αθήνα 2001, σ.1012 47 Άρθρο 5 του Συντάγματος

17 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία έκφρασης 48 και την ισότητα έναντι του νόμου. 49 Έτσι, το δικαίωμα στην ελευθερία της συνείδησης αναλύεται και στις επόμενες εκφάνσεις: 50 1. Το δικαίωμα να πρεσβεύει κανείς όποια θρησκεία επιθυμεί ή καμία θρησκεία. 2. Το δικαίωμα να μεταβάλει κανείς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. 3. Το δικαίωμα να εκδηλώνει κανείς ή να αποσιωπά τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις ή την ανυπαρξία τους. 51 4. Το δικαίωμα να διαδίδει κανείς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, με τον όρο όμως να μην ασκεί προσηλυτισμό. 5. Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι για θρησκευτικούς σκοπούς (ίδρυση σωματείων κλπ) 6. Το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως θρησκείας με βάση και την αρχή της ισότητας. 7. Το δικαίωμα της συστάσεως ιδιωτικών θρησκευτικών εκπαιδευτηρίων. 8. Το δικαίωμα να μην εξαναγκάζεται κανείς σε πράξεις ή παραλείψεις αντίθετες με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. 52 Πάντως, η προστασία της θρησκευτικής συνείδησης υπόκειται και σε κάποιους περιορισμούς. Οι περιορισμοί αυτοί έχουν προκαλέσει πολλές συζητήσεις τόσο στη θεωρία όσο και στη διοικητική πρακτική και τη νομολογία. 53 Επιπλέον, οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας, 54 εν αναφορά με το άρθρο 3 και την «προνομιακή» μεταχείριση 48 Άρθρο 14 παρ.1 του Συντάγματος 49 Άρθρο 4 παρ.1 του Συντάγματος 50 ΚΟΝΙΔΑΡΗ Ι., Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα 2000, σ. 49 κεξ. 51 Το ζήτημα αυτό σχετίζεται με το λεγόμενο «πρόβλημα των ταυτοτήτων». Η υποχρεωτική και προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες είναι αντισυνταγματική. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η δήλωση του θρησκεύματος για στατιστικούς σκοπούς καθώς και οι περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες η δήλωση του θρησκεύματος με την παραγωγή συγκεκριμένων έννομων συνεπειών (π.χ. απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών). Βλ. αντί άλλων, ΚΟΝΙΔΑΡΗ Ι., «Θρήσκευμα με ή χωρις ταυτότητα», στο ΒΗΜΑ 14.5.2000 σ. Α48 52 Έτσι, δεν επιτρέπεται αλλόδοξοι ή αλλόθρησκοι μαθητές να παρακολουθούν το μάθημα των θρησκευτικών ή τρόφιμοι ιδρύματος να λάβουν τροφή απαγορευμένη από τη θρησκεία τους. 53 Για το ζήτημα υπάρχει πλουσιότατη βιβλιογραφία. Βλ. στο τέλος της εργασίας. 54 Ωστόσο, όπως ορθότατα παρατηρεί ο Ευ. Βενιζέλος, οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας και το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι «προβλήματα εφαπτόμενα, αλλά όχι ταυτόσημα». Είναι άλλο πράγμα το «λαϊκό» ή το θρησκευτικά χρωματισμένο κράτος και άλλο πράγμα ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Ευ. Βενιζέλος αναφέρει ότι αρκετά κράτη του δυτικού κόσμου είναι χρωματισμένα θρησκευτικά, αλλά σέβονται απόλυτα το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκείας (λ.χ. Αγγλία, Ιρλανδία, Νορβηγία). Βλ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΕΥΑΓΓ., Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2000 σ. 107 και 133

18 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία που πολλές φορές απολαμβάνει η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτέλεσαν επανειλημμένως αντικείμενο έντονων συζητήσεων. Ο πρώτος περιορισμός είναι εκείνος που αφορά στη «γνωστή» θρησκεία. Μια προσεκτική ανάγνωση του συνταγματικού κειμένου, δείχνει πως το Σύνταγμα δεν προστατεύει όλες τις θρησκείες, αλλά μόνο τις «γνωστές». Ο χαρακτηρισμός «γνωστή θρησκεία» εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1844. Δεν σημαίνει «αναγνωρισμένη», όπως πολλές φορές λανθασμένα υποστηρίζεται. Είναι αόριστη έννοια, 55 η οποία έχει διαπλαστεί από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Για το χαρακτηρισμό μιας θρησκείας ως «γνωστής» δεν παίζει ρόλο η παλαιότητά της, ούτε ο αριθμός των οπαδών, ούτε η δογματική της σχέση με άλλες θρησκείες ή δόγματα. «Γνωστή» θρησκεία είναι εκείνη η οποία είναι ανοιχτή σε όποιον θέλει να τη γνωρίσει, εκείνη που δεν έχει κρυφούς σκοπούς ή δόγματα, 56 και σε κάθε περίπτωση εκείνη που δεν προϋποθέτει μύηση. 57 Το Σ.τ.Ε. έχει κρίνει ως γνωστές θρησκείες τις θρησκευτικές κοινότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά, 58 των Μεθοδιστών, 59 των Χριστιανών Αδελφών, 60 των Ευαγγελιστών 61 κλπ. 62 Ένας άλλος περιορισμός που τίθεται από το Σύνταγμα είναι η μη προσβολή της δημόσιας τάξης και των χρηστών ηθών. Πρόκειται για ενα μάλλον εύλογο περιορισμό. Το τι αντίκειται στη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη το κρίνει κατά περίπτωση ο δικαστής. Πάντως, προφανώς αντίθετες προς τη δημόσια τάξη θα ήταν θρησκευτικές 55 ΚΟΝΙΔΑΡΗ Ι., Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 2000, σ. 54 56 ΜΑΝΕΣΗ ΑΡ., Ατομικές ελευθερίες, εκδ. Δ 1982, σ. 254 57 Κατά τον Τρωϊάνο «...ο συντακτικός νομοθέτης θέλησε να εξαιρέσει της συνταγματικής προστασίας τις διάφορες μυστικές εταιρείες, που, χωρίς να επιδιώκουν θρησκευτικούς σκοπούς, θα μπορούσαν να εμφανιστούν ως θρησκείες, για να εξασφαλίσουν τα πλεονεκτήματα αυτής της ιδιότητας». ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ., Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1984 σ. 85. Πρβλ. Την απόφαση 2060/1969 του Πρωτοδικείου Αθηνών στο Νομικό Βήμα (18), 1970 σ. 183, κατά την οποία δεν συνιστά γνωστή θρησκεία ο τεκτονισμός, Υποσημείωση 3337 στο ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔ., Παραδόσεις Συνταγματικού Δικαίου, τ. 3, Αθήνα 2001, σ.1012. Επίσης βλ. το ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ Γ., «Ποιά η συνταγματικώς προστατευόμενη έννοια της γνωστής θρησκείας», στο Νομικό Βήμα (17) σ. 1028 58 ΣτΕ 1169/61, 2106/75, 2484/80, 4260/80 59 ΣτΕ 756/52, 2274/62 60 ΣτΕ 2058/57 61 ΣτΕ 851/61 62 Απαρίθμηση των «γνωστών» θρησκειών σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ στο ΜΑΡΙΝΟΥ ΑΝ., Η Θρησκευτική Ελευθερία, (διδ. διατρ.), Αθήνα 1972 σ.158

19 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία πρακτικές οι οποίες θα περιλάμβαναν χρήση ναρκωτικών ουσιών ή βασανιστήρια στους πιστούς τους. 63 Ο επόμενος περιορισμός του άρθρου 13 είναι η συμμόρφωση με τους νόμους και οι υποχρεώσεις έναντι του Κράτους. Είναι ευνόητο πως πρόκειται για υποχρεώσεις που αναφέρονται σε ζωτικά συμφέροντα του Κράτους, ή αφορούν στην ίδια την ύπαρξή του. Μόνο σε τέτοιες περιπτώσεις κάμπτεται το δικαίωμα της θρησκευτικής συνείδησης. 64 Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων, τις οποίες κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί επικαλούμενος τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Εκείνο που έχει προκαλέσει τις περισσότερες συζητήσεις σχετικά με τη συμμόρφωση προς τους νόμους, είναι το δικαίωμα των αντιρρησιών συνείδησης να εκτελούν εναλλακτική θητεία. Το ζήτημα αυτό εξετάζεται σε ιδιαίτερη ενότητα αυτής της εργασίας. Ο τελευταίος περιορισμός που θέτει το Σύνταγμα στη θρησκευτική ελευθερία είναι η απαγόρευση του προσηλυτισμού. Το θέμα αυτό έχει δημιουργήσει ζωηρές διχογνωμίες τόσο σε θεωρητικό όσο και σε νομολογιακό επίπεδο. Την απαγόρευση του προσηλυτισμού περιέλαβε το πρώτο Σύνταγμα του 1844, μετά από πιέσεις της Ελλαδικής Εκκλησίας, την οποία ενοχλούσε τότε η συστηματική δράση της Ευαγγελικής Εκκλησίας. 65 Έκτοτε, ανάλογες διατάξεις περιέχονται σε όλα τα μετέπειτα Συντάγματα. 66 Στο Σύνταγμα του 1975, η απαγόρευση του προσηλυτισμού διατηρήθηκε, αλλά πλέον αφορά σε όλες τις θρησκείες και δεν περιορίζεται μόνο στην «προστασία» της επικρατούσας. Στην έννοια του προσηλυτισμού δεν θα μπορούσε να δοθεί περιεχόμενο τέτοιο που θα συνεπαγόταν τον περιορισμό της θρησκευτικής ελευθερίας με την ελεύθερη διάδοση των ιδεών (κηρύγματα, συναθροίσεις, αποστολή βιβλίων κλπ). Η νομοτυπική διατύπωση και οι κυρώσεις που προβλέπονται δεν περιέχονται στον Ποινικό Κώδικα, αλλά σε δύο νομοθετήματα της «μεταξικής δικτατορίας» 67, τα οποία διέπουν το 63 ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ., Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1984 σ. 89 και ΚΟΝΙΔΑΡΗ Ι., Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 2000, σ.57 64 ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ., Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1984 σ. 89 και ΚΟΝΙΔΑΡΗ Ι, Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 2000, σ.57 65 Άρθρο 1 «...απαγορευομένου του προσηλυτισμού και πάσης άλλης επεμβάσεως κατά της επικρατούσης θρησκείας». 66 ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔ., Παραδόσεις Συνταγματικού Δικαίου, τ. 3, Αθήνα 2001, σ.1018 67 ΑΝ 1363/38 άρθρο 4, ΑΝ 1672/39, άρθρο 2: Προσηλυτισμός είναι «ιδία...δια πάσης φύσεως παροχών ή δι υποσχέσως τοιούτων ή άλλης ηθικής ή υλικής περιθάλψεως, δια μέσων απατηλών, δια καταχρήσεως της απειρίας ή εμπιστοσύνης ή δι εκμεταλεύσεως της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας ή κουφότητος, άμεσος ή έμμεσος προσπάθεια προς διείσδυσιν εις την θρησκευτικήν συνείδησιν ετεροδόξων επί σκοπώ μεταβολής του περιεχομένου της».

20 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία καθεστώς άδειας λειτουργίας των λατρευτικών τόπων των αλλοδόξων και αλλοθρήσκων. 68 Έτσι, προσηλυτισμός είναι η προσπάθεια διείσδυσης στη θρησκευτική συνείδηση του άλλου με αθέμιτα μέσα και ισχύει όπως είπαμε για όλες τις θρησκείες και όχι μόνο για την επικρατούσα. Πάντως, η νομολογία του Αρείου Πάγου θεώρησε κατ επανάληψιν, ότι η απαγόρευση αφορά μόνο στον προσηλυτισμό εις βάρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. 69 Οι «μεταξικές» διατάξεις αναφέρονται στην κατοχύρωση του (τότε) «εν ισχύϊ» Συντάγματος του 1911. Στις μέρες μας, τείνει να επικρατήσει η άποψη ότι οι διατάξεις αυτές έχουν αυτομάτως καταργηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 111 παρ. 1, 70 διότι αντίκειται στο άρθρο 13 παρ. 2 του Συντάγματος. Επειδή όμως, ακόμη δημιουργούνται προβλήματα στη διοικητική πρακτική, το μεγαλύτερο μέρος της θεωρίας προτείνει τη ρητή κατάργησή τους. 71 Ωστόσο, έχει διατυπωθεί και ή άποψη ότι η επίμαχη νομοθεσία θα μπορούσε να συμβιβαστεί με το ισχύον Σύνταγμα. 72 Μια πολύ σημαντική παράμετρος του προβλήματος, που εκθέτει τη χώρα μας στο εξωτερικό, είναι οι προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, 73 μετά από αιτήσεις αναιρέσεως καταδικαστικών αποφάσεων που ασκούνται στον Άρειο Πάγο και απορρίπτονται. 74 Το δικαστήριο του Στρασβούργου, έχει επανειλημμένως κρίνει τη σχετική νομοθεσία ασυμβίβαστη με την 68 Η μη τέλεση του αδικήματος του προσηλυτισμού τίθεται ως προϋπόθεση για να εκδοθεί από τη Διοίκηση άδεια ευκτηρίου οίκου. Για την αδειδότηση των ευκτηρίων οίκων κάνουμε λόγο σε ξεχωριστό κεφάλαιο αυτής της εργασίας. 69 Λ.χ. ΑΠ 1304/82 και ΑΠ 704/88. 70 «Κάθε διάταξη νόμου ή διοικητικής πράξης με κανονιστικό χαρακτήρα, που είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα, καταργείται από την έναρξη της ισχύος του». 71 ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΕΥΑΓΓ., Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2000, σ.115, ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗ Ν., «Το αξιόποινο του προσηλυτισμού και η συνταγματικότητά του», στο Νομικό Βήμα 1986 σ.131, ΛΟΒΕΡΔΟΥ ΑΝΔ., «Περί προσηλυτισμού», στο ΜΠΕΗ Κ., Η θρησκευτική ελευθερία, εκδ. Ευνομία, Αθήνα 1997, σ.133 ΣΤΑΥΡΟΥ Σ., «Ο προσηλυτισμός και το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία», στα Ποινικά Χρονικά, 1993, σ. 964 επ. Την πιο προωθημένη άποψη έχει διατυπώσει ο Μιχ. Σταθόπουλος, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να απαλειφθεί ακόμη και η συνταγματική απαγόρευση του προσηλυτισμού. Βλ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ ΜΙΧ., «Η συνταγματική κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας και οι σχέσεις κράτους-πολιτείας» σε: ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Δ. (επιμ.), Νομικά ζητήματα θρησκευτικής ετερότητας, Εκδόσεις Κριτική-ΚΕΜΟ, Αθήνα, 1999, σ.199-224, ιδίως σ.216 72 ΚΡΙΠΠΑ Ι., «Τινά περι προσηλυτισμού εξ απόψεως συνταγματικής και ποινικής», στο Ελληνική Δικαιοσύνη 1981 σ.204 73 Το Συμβούλιο της Ευρώπης είναι διεθνής οργανισμός που δραστηριοποιείται σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πολιτισμού και παιδείας. Για τον αμύητο αναγνώστη, σημειώνουμε ότι δεν πρέπει να συγχέεται με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 74 Οπως παρατηρεί οανδ. Λοβέρδος «...και αυτό θα συνεχίζεται όσο δεν ολοκληρώνεται απο μόνο του το κράτος δικαίου στη χώρα μας». Βλ. ΛΟΒΕΡΔΟΥ ΑΝΔ., «Περί προσηλυτισμού», στο ΜΠΕΗ Κ., Η θρησκευτική ελευθερία, εκδ. Ευνομία, Αθήνα 1997, σ.133

21 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α). 75 Οι συχνές καταδίκες της πατρίδας μας στο δικαστήριο καθιστούν επιτακτική την ανάγκη αναθεώρησης αυτού του θεσμικού πλαισίου που αμαυρώνει τη διεθνή της εικόνα. 3. Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ. Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ Εκτός από τις σχετικές συνταγματικές επιταγές, η θρησκευτική ελευθερία προστατεύεται και από διεθνείς συμβάσεις, 76 που έχει προσυπογράψει η χώρα μας, και από τις οποίες δεσμεύεται η ελληνική έννομη τάξη. 77 Η ανάγκη για τη συνεχή συμμετοχή της χώρας μας στις διεθνείς εξελίξεις της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οδήγησε στην ίδρυση της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) συνεστήθη με το Νόμο 2667/1998. Σύμφωνα με αυτόν, η ΕΕΔΑ αποτελεί συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας σε θέματα προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η βασική ιδέα που ενέπνευσε τη δημιουργία της ΕΕΔΑ είναι η διαρκής παρακολούθηση των εξελίξεων που σχετίζονται με το καθεστώς των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, η ενημέρωση της κοινής γνώμης για τους σχετικούς κινδύνους παραβίασης που ελλοχεύουν και, προπαντός, η παροχή συμβουλών για τη χάραξη σωστής κεντρικής πολιτικής για δικαιώματα του ανθρώπου. Σκοπός της ΕΕΔΑ, είναι η συνεχής επισήμανση σε όλα τα όργανα της Πολιτείας της ανάγκης αποτελεσματικής κατοχύρωσης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όλων όσων διαβιούν στην ελληνική επικράτεια. Πηγή 75 Βλ. ΝΑΣΚΟΥ Π.-ΠΕΡΡΑΚΗ, «Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικατηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία στην Ελλάδα», στην Επιθεώρηση Εθνικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου, 1999, σ. 785 επ. και ΚΤΙΣΤΑΚΗ Γ., «Η ευρωπαϊκή προστασία της θρησκευτικής ετερότητας» στο ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Δ., (επιμ.) Νομικά ζητήματα θρησκευτικής ετερότητας στην Ελλάδα, Αθήνα 1999 σ. 225 επ. Πάντως ο Ευ. Βενιζέλος θεωρεί ότι το δικαστήριο «δεν θεωρεί τη σχετική νομοθεσία συλλήβδην αντίθετη προς την ΕΣΔΑ αλλά εντοπίζει το ζήτημα στην αιτιολόγηση των δικαστικών αποφάσεων ως προς την προσφορότητα και την αναγκαιότητα της καταδίκης μέσα στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας». ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΕΥΑΓΓ., Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας, εκδ. Παρατηρητής, Θες/νίκη 2000 σ. 116 76 Τέτοιες συμβάσεις είναι το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22.1/3.2.1830 (για την προστασία των Καθολικών), η συνθήκη των Σερβών 28.7/10.8.1920 (για την προστασία των μειονοτήτων), η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 10.12.1948, η Σύμβαση της Ρώμης της 4.11.1950 για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και το πρόσθετο σε αυτήν Πρωτόκολο του Παρισιού της 20.3.1952, καθώς και η Τελική Πράξη της Διάσκεψης ασφάλειας και συνεργασίας στην Ευρώπη (Ελσίνκι 1975). Βλ. ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ., Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1984 σ.76. Ειδικά για την Σύμβαση γι της Ρώμης βλ. την εμπεριστατωμένη μελέτη του Φ. ΒΕΓΛΕΡΗ, Η Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Σύνταγμα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 1977 77 Άρθρο 28, παρ. 1 του Συντάγματος

22 Κεφ. Α Η θρησκευτική ελευθερία έμπνευσης για την κατάρτιση του ιδρυτικού Νόμου της ΕΕΔΑ ήταν οι Αρχές του Παρισιού (Principes de Paris) που υιοθετήθηκαν από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και το Συμβούλιο της Ευρώπης, διεθνών οργανισμών που προωθούν επί σειρά ετών τη σύσταση Εθνικών Επιτροπών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Ανάλογες επιτροπές λειτουργούν ήδη στη Γαλλία, τη Νορβηγία, την Ολλανδία, τη Β. Ιρλανδία (Ηνωμένο Βασίλειο) και την Ιταλία. Η ΕΕΔΑ έχει καταθέσει ήδη εισήγηση στην Πολιτεία 78 για την προσαρμογή της νομοθεσίας και της διοικητικής πρακτικής με το κεκτημένο του Στρασβούργου. 78 Οι προτάσεις της Επιτροπής για τη θρησκευτική ελευθερία στη χώρα μας περιέχονται στο περιοδικό Το Σύνταγμα, τεύχος 3, 2001

23 Κεφ. Β Η αδειοδότηση των χώρων λατρείας ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Η ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΛΑΤΡΕΙΑΣ 1. Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ Το δικαίωμα της ελευθερίας της λατρείας είναι στενά συνδεδεμένο με το δικαίωμα ιδρύσεως των χώρων εκείνων που προορίζονται για την τέλεση της λατρείας. Βέβαια, η μέριμνα για την εξεύρεση ή την ανοικοδόμηση των λατρευτικών τόπων ανήκει σε κάθε μία θρησκευτική κοινότητα. Η Πολιτεία όμως είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίσει τους ίσους όρους για την ίδρυση των αναγκαίων χώρων και γενικά για το ακώλυτο της λατρείας. Ακόμη, δικαίωμα (και υποχρέωση) της Πολιτείας είναι να εξακριβώσει προηγουμένως τη συνδρομή των προϋποθέσεων που είδαμε πιο πάνω για το ακώλυτο της λατρείας. Εντούτοις, ισχύουν διαφορετικά συστήματα κανόνων για την ίδρυση ναών της επικρατούσης θρησκείας και των άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων. Επιπλέον, για τους αλλόδοξους και αλλόθρησκους, τίθεται μια σειρά προϋποθέσεων για τη χορήγηση ειδικής άδειας της Διοίκησης. 79 Εδώ, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι- προ της θέσπισης της νομοθεσίας- ήδη υπάρχοντες ναοί των Καθολικών, των Αρμενίων, τα τεμένη των Μουσουλμάνων και οι Συναγωγές των Ισραηλιτών, δεν έχουν συσταθεί με βάση τη σχετική νομοθεσία. Η ανέγερση των ναών της επικρατούσας θρησκείας, γίνεται με άδεια από το «Γραφείο Ναοδομίας», μετά από αίτηση των πιστών και έγκριση του επιχώριου Μητροπολίτη. Το Γραφείο Ναοδομίας είναι υπηρεσία του Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. Η αρμοδιότητα των Γραφείων Σχεδίου Πόλεως περιορίζεται μόνο στην εφαρμογή των όρων δομήσεως. 80 Αντιθέτως, η ίδρυση τόπων λατρείας των άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων, υπάγεται σε εντελώς διαφορετικό νομικό καθεστώς. Το καθεστώς αυτό εκπονήθηκε με άλλο συνταγματικό υπόβαθρο, του Συντάγματος του 1911, και μάλιστα σε περίοδο πολιτειακής ανωμαλίας, της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά. Το νομικό πλαίσιο που καλύπτει την έκδοση αδειών λατρευτικών χώρων για ετερόδοξους και ετερόθρησκους αποτελείται από τα παρακάτω: Το άρθρο 1 του Α.Ν. 1363/1938 όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 1 του A.Ν. 1672/1939 79 ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ, Παραδόσεις Εκκλησιαστικού Δικαίου, Αθήνα 1984 80 Άρθρο 47 παρ. 2 Καταστ. Χάρτη, Ν. 1811/1988, Κανον.66/1993

24 Κεφ. Β Η αδειοδότηση των χώρων λατρείας Το άρθρο 41 του Α.Ν.1369/1938 Το άρθρο 1 του Β.Δ. 20.5/2.6.1939 Οι διατάξεις αυτές κάνουν διάκριση μεταξύ ναών και ευκτηρίων οίκων, διάκριση που δεν ανταποκρίνεται σε καμία εννοιολογική διαφορά, αλλά σχετίζεται μόνο με το μέγεθος του κτίσματος. 81 Για την ίδρυση ναών όλων των άλλων θρησκειών και δογμάτων, πλην της επικρατούσας θρησκείας, απαιτούνται: Α) Αίτηση 50 τουλάχιστον γειτονικών μεταξύ τους οικογενειών, η οποία αφού υπογραφεί από τους αρχηγούς των οικογενειών, υποβάλλεται στην οικεία εκκλησιαστική αρχή, δηλαδή στον επιχώριο ορθόδοξο Μητροπολίτη. Β) Η περιφέρεια στην οποία διαμένουν οι αιτούντες, να βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από άλλο ομόδοξο ναό. Γ) Βεβαίωση του γνησίου των υπογραφών από την αστυνομική αρχή. Δ) Άδεια του επιχώριου ορθόδοξου Μητροπολίτη. Ε) Έγκριση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Για την ίδρυση ευκτηρίων οίκων οι απαιτήσεις του νόμου είναι πιο ελαστικές: Α) Αίτηση που υποβάλλεται από τον οικείο θρησκευτικό λειτουργό (ή ποιμένα) της κοινότητας που υποβάλλεται απευθείας στο ΥΠ.Ε.Π.Θ. υπογεγραμμένη από τον ίδιο και τα μέλη της κοινότητας. Β) Βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής των αιτούντων από το Δήμαρχο της πόλης ή τον Πρόεδρο της Κοινότητας. Γ) Άδεια από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Όπως βλέπουμε, ο νόμος απαιτεί «άδεια» του τοπικού Ορθόδοξου Μητροπολίτη μόνο στην περίπτωση των ναών και όχι σε αυτήν των ευκτηρίων οίκων. Ωστόσο, στη διοικητική πρακτική απαιτείται άδεια του Μητροπολίτη και στην περίπτωση των ευκτηρίων οίκων. Τέλος, το άρθρο 1 του Α.Ν. 1363/1938 προβλέπει για τους παραβάτες του νόμου χρηματικό πρόστιμο και ποινή φυλάκισης από 6 μήνες έως 2 χρόνια. 81 ΜΑΡΙΝΟΥ ΑΝ.,- ΤΡΩΪΑΝΟΥ ΣΠ., «Η Ίδρυσις Ναών και Ευκτηρίων Οίκων» στο Α.Ε.Κ.Δ. τ. 21 (1966). Επίσης βλ. Τις αποφάσεις του Σ.τ.Ε. 995/1970 και 2513/1980