Η ανάπτυξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και ο νέος ρόλος των εκπαιδευτών Καθώς οι σύγχρονες κοινωνίες μεταλλάσσονται και εξελίσσονται διαρκώς, η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση γίνεται όλο και πιο απαραίτητη και αναγκαία για την προσωπική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο. Για την κάλυψη αυτής της ανάγκης πολλαπλασιάζονται διεθνώς αλλά και στη χώρα μας τα προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης που απευθύνονται σε κοινά ενηλίκων. Τα προγράμματα αυτά προσλαμβάνουν ποικίλες μορφές: επαγγελματική κατάρτιση ανέργων, ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση, επιμόρφωση, εξειδίκευση, προγράμματα αντιμετώπισης του κοινωνικού αποκλεισμού, κ.ά. Στόχος αυτών των προγραμμάτων είναι να εξασφαλίσουν την καθολική και συνεχή πρόσβαση στη μάθηση των ενηλίκων καταρτιζομένων. Μέσω αυτών των προγραμμάτων οι καταρτιζόμενοι θα κληθούν να ανανεώσουν τις ήδη υπάρχουσες γνώσεις τους ενώ παράλληλα θα τους δοθεί η δυνατότητα να αποκτήσουν νέες γνώσεις και δεξιότητες έτσι ώστε να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν δημιουργικά στις συνεχείς προκλήσεις της σύγχρονης δημόσιας ζωής. Το 1974 οι Coombs P.A & Ahmed M. πρότειναν να χωριστούν οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες ως εξής: Τυπική Εκπαίδευση Μη-Τυπική Εκπαίδευση Άτυπη Εκπαίδευση Τυπική Εκπαίδευση χαρακτηρίζεται το θεσμοθετημένο, ιεραρχικά δομημένο και χρονικά διαβαθμισμένο εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο αποτελείται από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Μη-Τυπική Εκπαίδευση χαρακτηρίζεται κάθε οργανωμένη εκπαιδευτική δραστηριότητα εκτός του τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος. Η Μη-Τυπική Εκπαίδευση παρουσιάζεται είτε ως μεμονωμένη δραστηριότητα είτε ως μέρος μιας ευρύτερης δραστηριότητας, η οποία στοχεύει σε συγκεκριμένο κοινό και έχει συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς στόχους.
Άτυπη Εκπαίδευση χαρακτηρίζεται η δια βίου διαδικασία κατά την οποία το κάθε άτομο συγκεντρώνει και διαμορφώνει ικανότητες, στάσεις και αξίες τόσο από την καθημερινή εμπειρία του όσο και από την επίδραση του κοινωνικού και επαγγελματικού περιβάλλοντός του. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης -CEDEFOP- υποστηρίζει ότι ο όρος «δια βίου εκπαίδευση» έχει επικρατήσει να αναφέρεται σε όλους τους τύπους της εκπαίδευσης (τυπικής, μη -τυπικής, άτυπης), ταυτόχρονα όμως παραπέμπει και σε «μια φιλοσοφική έννοια, σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση θεωρείται ως μια μακροχρόνια διαδικασία που αρχίζει κατά τη γέννηση και διαρκεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής». (CEDEFOP,1996) Σύμφωνα με τον Δ. Βεργίδη «Η δια βίου εκπαίδευση αποτελεί μια προσέγγιση του συνόλου των μορφωτικών δραστηριοτήτων (τυπικής, μη-τυπικής, άτυπης) όλων των επιπέδων, που επιτρέπει τη συγκρότησή τους σε ένα εκπαιδευτικό συνεχές, σε διαρκή αλληλεπίδραση με την κοινωνικο-οικονομική, πολιτική και πολιτισμική πραγματικότητα. Η δια βίου εκπαίδευση χαρακτηρίζεται από ευκαμψία στο χρόνο, το χώρο, το περιεχόμενο και τις τεχνικές διδασκαλίας.» (Δ. Βεργίδης, 2001) Στον ορισμό της UNESCO για τη δια βίου μάθηση αναφέρεται ότι: «δηλώνει ένα χωρίς όρια σχήμα, που αποβλέπει στην αναμόρφωση του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήματος Η εκπαίδευση και η μάθηση δεν περιορίζονται στη σχολική φοίτηση, πρέπει να εκτείνονται σε ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου, να περιλαμβάνουν όλες τις δεξιότητες και όλους τους κλάδους της γνώσης, να χρησιμοποιούν όλα τα δυνατά μέσα και να δίνουν την ευκαιρία σε όλους τους ανθρώπους για πλήρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους. Οι εκπαιδευτικές και οι σχετικές με τη μάθηση διαδικασίες, στις οποίες τα παιδιά, οι νέοι άνθρωποι και οι ενήλικες όλων των ηλικιών εμπλέκονται στη διάρκεια της ζωής τους σε οποιαδήποτε μορφή, πρέπει να θεωρούνται ως σύνολο.» (UNESCO, 1976)
Με το σύνθετο όρο Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση Ενηλίκων υποδηλώνεται η σύνδεση των οργανωμένων εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων που απευθύνονται σε ενήλικες και που ως στόχο έχουν την απόκτηση γνώσεων και ικανοτήτων που σχετίζονται άμεσα με την επαγγελματική τους κατάρτιση και εξέλιξη και άρα με τις ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς εργασίας. Σύμφωνα με το CEDEFOP ο όρος «επαγγελματική κατάρτιση» αναφέρεται στο «μέρος της επαγγελματικής εκπαίδευσης που παρέχει τις ειδικές επαγγελματικές γνώσεις και ικανότητες με τις οποίες ολοκληρώνεται η επαγγελματική επάρκεια του εκπαιδευομένου». Η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση αποτελεί ένα ταχύτατα αναπτυσσόμενο πεδίο το οποίο περιλαμβάνει όλες τις συστηματικά οργανωμένες δραστηριότητες μέσω των οποίων οι ενήλικες εκπαιδευόμενοι αποκτούν νέες γνώσεις, ικανότητες και στάσεις. Η ανάπτυξη της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης έφερε στο προσκήνιο το νέο ρόλο των εκπαιδευτών ενηλίκων οι οποίοι καλούνται να αναπτύξουν εκείνες τις μεθοδολογικές ικανότητες που θα βοηθήσουν τον εκπαιδευόμενο να μαθαίνει μόνος του, τοποθετώντας τον στο επίκεντρο και δίνοντας, παράλληλα, έμφαση στη μετακίνηση από τις «γνώσεις» στις «ικανότητες». Δημιουργείται η ανάγκη για εφαρμογή νέων μεθόδων οι οποίες βασίζονται στη συμμετοχική εκπαίδευση και στη μάθηση μέσω της πράξης. Το μοντέλο του «δασκάλου» που μετέφερε γνώσεις, δίδασκε, αποδείκνυε, εξηγούσε, δεν είναι αυτό που απαντά στις σύγχρονες μεθόδους μάθησης και στις νέες ανάγκες που διαμορφώνονται. Το νέο μοντέλο «δασκάλου» είναι ο εκπαιδευτής ο οποίος είναι λιγότερο μεταφορέας γνώσης και περισσότερο ένας συντονιστής της εκπαιδευτικής διεργασίας. Είναι ο σύμβουλος των εκπαιδευομένων, είναι αυτός ο οποίος δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες και εφαρμόζοντας τις κατάλληλες τεχνικές θα βοηθήσει τους εκπαιδευομένους: να διερευνήσουν μόνοι τους τα μαθησιακά αντικείμενα να αναζητήσουν πηγές να επεξεργαστούν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους
να αναπτύξουν ενεργητική συμμετοχή να μάθουν πράττοντας Σύμφωνα με τον A. Rogers και τις αρχές εκπαίδευσης ενηλίκων για να επιτευχθούν οι στόχοι ενός προγράμματος επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι απαραίτητο: να συνδυαστεί η θεωρία με την πράξη να συνδεθεί το αντικείμενο μάθησης με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του καταρτιζόμενου να αναπτυχθεί κριτικός τρόπος σκέψης να εδραιωθεί η αμφίδρομη σχέση εκπαιδευτή-καταρτιζομένων Παράλληλα είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν εκείνες οι εκπαιδευτικές τεχνικές που αναπτύσσουν την ενεργητική συμμετοχή, όπως οι ομάδες εργασίας, η μελέτη περίπτωσης, το παιχνίδι ρόλων, ο καταιγισμός ιδεών, η προσομοίωση. Οι εκπαιδευτικές αυτές τεχνικές θα πρέπει να επιλέγονται και να εναλλάσσονται ανάλογα με το αντικείμενο και τους στόχους της κάθε εκπαιδευτικής ενότητας. Βιβλιογραφία Coombs, P. A., & Ahmed, M., Attacking Rural Poverty: How Nonformal Education Can Help, John Hopkins University Press, Baltimore, 1974. Βεργίδης, Δ., «Διαβίου Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Πολιτική», Στο Κ. Π. Χάρης, Ν. Β. Πετρουλάκης, Σ. Νικόδημος, Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση και Διαβίου Μάθηση: Διεθνής Εμπειρία και Ελληνική Προοπτική (Πρακτικά του Θ διεθνούς συνεδρίου της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος, Ατραπός, Αθήνα, 2001. Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι συγκεκριμένοι μελλοντικοί στόχοι των εκπαιδευτικών συστημάτων ( COM 2001, 59), Βρυξέλλες, 2001. Rogers, A., Η Εκπαίδευση Ενηλίκων, Μεταίχμιο, Αθήνα, 1999. CEDEFOP, Vocational Training Glossarium, CEDEFOP, Thessaloniki, 1996
UNESCO, Recommendation on the Development of Adult Education Nairobi Conference, UNESCO, Paris, 1976. Κόκκος Α., (επιμ.) Διεθνής Συνδιάσκεψη για την Εκπαίδευση Ενηλίκων (1 η Συνεδρίαση), Μεταίχμιο, Αθήνα, 2002.