ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΩΝ

Σχετικά έγγραφα
Ερωτηματολόγιο. Τρόποι χορήγησης: α) Με αλληλογραφία β) Με απευθείας χορήγηση γ) Τηλεφωνικά

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Ι. Δημόπουλος, Καθηγητής, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών-ΤΕΙ Πελοποννήσου

Ερευνητική υπόθεση. Η ερευνητική υπόθεση αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη πρόβλεψη σχετικά με τη σχέση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες μεταβλητές.

Τεχνικές Έρευνας. Εισήγηση 10 η Κατασκευή Ερωτηματολογίων

24/4/19. Τύποι έρευνας ανάλογα με τη φύση του προβλήματος ΕΡΕΥΝΑ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ. Ματσάγκος Ιωάννης-Μαθηματικός

Ποσοτικές ερευνητικές προσεγγίσεις

ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΣΠΕ ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Δείγμα & Δειγματοληψία στην Έρευνα ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#252) Θυμηθείτε. Γιατί δειγματοληψία; Δειγματοληψία

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1 H διαπλοκή θεωρίας, μεθόδων και δεδομένων. 2 Θεωρητικές έννοιες, μεταβλητές και μέτρηση

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Ερευνας στη ΜΕ

Ενότητα 1: Πληθυσμός και δείγμα Είδη Μεταβλητών - Περιγραφική στατιστική

Περιεχόμενα. Γιατί Ένας Manager Πρέπει να Ξέρει Στατιστική. Περιεχόμενα. Η Ανάπτυξη και Εξέλιξη της Σύγχρονης Στατιστικής

Διδάκτορας Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 5 Συλλογή Δεδομένων & Δειγματοληψία

Περιγραφική Στατιστική. Ακαδ. Έτος ο εξάμηνο. Κ. Πολίτης

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ (PROJECT)

Δειγματοληψία στην εκπαιδευτική έρευνα. Είδη δειγματοληψίας

Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας. Μυλωνά Ιφιγένεια

Sampling Tools (ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ) Του Σπουδαστή ΛΙΩΛΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Ενότητα 1: Εισαγωγή. ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας. Τμήμα Φυσικοθεραπείας. Προπτυχιακό Πρόγραμμα. Μάθημα: Βιοστατιστική-Οικονομία της υγείας Εξάμηνο: Ε (5 ο )

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. 1.1 Σκοπός Έρευνας

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΑΓΟΥΜΙΝΤΖΗΣ, ΒΙΟΧΗΜΙΚΟΣ, PHD ΙΑΤΡΙΚΗΣ

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ στο τέλος του εξαμήνου με ΑΝΟΙΧΤΑ βιβλία ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ο καθένας θα πρέπει να έχει το ΔΙΚΟ του βιβλίο ΔΕΝ θα μπορείτε να ανταλλάσετε βιβλία ή να

Media Monitoring. Ενότητα 2: Η ανάλυση περιεχομένου. Σταμάτης Πουλακιδάκος Σχολή ΟΠΕ Τμήμα ΕΜΜΕ

Ανάλυση Δεδομένων με χρήση του Στατιστικού Πακέτου R

Δειγματοληψία στην Ερευνα. Ετος

Εργαλεία Έρευνας. Α. Αθανασόπουλος

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜEΡOΣ A : ΓNΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 6 η : Μέθοδοι Δειγματοληψίας

Σχεδιασμός και οργάνωση της έρευνας πεδίου - Ερευνητικοί στόχοι

Θέματα κατάλληλα για δειγματοληπτική έρευνα

Τ.Ε.Ι. ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

HELLENIC OPEN UNIVERSITY School of Social Sciences ΜΒΑ Programme. Επιλογή δείγματος. Κατερίνα Δημάκη

Ερωτήσεις Πολλαπλών Επιλογών στο Μάθημα «Μέθοδοι Έρευνας»

Επιλογή Δείγματος. Απόστολος Βανταράκης Αναπλ. Καθηγητής Ιατρικής

Ανάλυση και Σχεδιασμός Μεταφορών Ι Δειγματοληψία - Μέθοδοι συλλογής στοιχείων

ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Δρ. Βασίλης Π. Αγγελίδης Τμήμα Μηχανικών Παραγωγής & Διοίκησης Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

ΙΕΚ ΞΑΝΘΗΣ. Μάθημα : Στατιστική Ι. Υποενότητα : Τρόποι και μέθοδοι δειγματοληψίας

Έλεγχος υποθέσεων και διαστήματα εμπιστοσύνης

Οι Νέοι/ες και η στάση τους απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Μεθοδολογία Επιστημονικής Έρευνας

Ως έρευνα γενικά ορίζεται η κάθε προσπάθεια που αποσκοπεί στο να ανακαλυφθεί, εξεταστεί και καθοριστεί κάτι. «Έρευνα είναι η διαδικασία η οποία μέσω

ΙΕΚ ΞΑΝΘΗΣ. Μάθημα : Στατιστική Ι. Υποενότητα : Δειγματοληψία στην πράξη

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 3 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Βασικές έννοιες

Δελτίο Τύπου ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ & ΙΝΕ ΓΣΕΕ. Αθήνα, 24/1/2013

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

Περιεχόµενο. «ιοικώ σηµαίνει διαχειρίζοµαι πληροφορίες για να πάρω αποφάσεις» Βασικότερες πηγές πληροφοριών. Τι είναι η Έρευνα Μάρκετινγκ

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

Συλλογή και Παρουσίαση Δεδομένων

Μεθοδολογία της έρευνας και Ιατρική στατιστική

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ / Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης / Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ & ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ. Δειγματοληψία & Μετρήσεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Εισαγωγή Μεθοδολογία της Έρευνας ΕΙΚΟΝΑ 1-1 Μεθοδολογία της έρευνας.

ΙΕΚ ΞΑΝΘΗΣ. Μάθημα : Στατιστική Ι. Υποενότητα : Κωδικοποίηση

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ - ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

ΕΙΣΟ ΟΣ ΝΕΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ενότητα Γ. Ερευνητικές Μέθοδοι και Τεχνικές Συλλογής και Παραγωγής Δεδομένων

Συλλογή και παρουσίαση στατιστικών δεδομένων

Σεμινάριο ΕΚΠ65 ιπλωματικές Εργασίες Αθήνα, 11 Οκτωβρίου 2009

Μαθησιακοί στόχοι κεφαλαίου

Περιεχόμενα ΠΡΌΛΟΓΟΣ ΜΕΡΟΣ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής. Συντάκτης: Δημήτριος Κρέτσης

710 -Μάθηση - Απόδοση

Δύο κύριοι τρόποι παρουσίασης δεδομένων. Παράδειγμα

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

710 -Μάθηση - Απόδοση

Εκπαιδευτική Μονάδα 1.1: Τεχνικές δεξιότητες και προσόντα

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Στάδιο Εκτέλεσης

ΗΥ-SPSS Statistical Package for Social Sciences 1 ο ΜΑΘΗΜΑ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘ. ΚΡΟΜΜΥΔΑΣ Διδάσκων Τ.Ε.Φ.Α.Α., Π.Θ.

Οι Διαστάσεις του Λειτουργικού Αναλφαβητισμού στην Κύπρο [Σχολική χρονιά ]

Ερευνητικές Εργασίες

Α. Ερωτήσεις Σωστού - Λάθους

Θέματα επικαιρότητας

Μέρος Β /Στατιστική. Μέρος Β. Στατιστική. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εργαστήριο Μαθηματικών&Στατιστικής/Γ. Παπαδόπουλος (

Θεμελιώδεις αρχές επιστήμης και μέθοδοι έρευνας

ΔΕΙΓΜΑ & ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ

Θέματα επικαιρότητας

Μάρκετινγκ και Συμπεριφορά Πελατών Αναψυχής Ι

Σκοπός του μαθήματος

Συγγραφή Επιστημονικής Εργασίας (ΨΧ126) Οι βασικές λειτουργίες της ακαδημαϊκής γραφής και οι απαιτούμενες δεξιότητες

Transcript:

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΩΝ 1. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Η κοινωνική έρευνα χρησιμοποιείται προκειμένου να διερευνηθούν οι γνώσεις, οι απόψεις και οι προσδοκίες του κοινού, ώστε να εντοπίζονται τα θέματα που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής κατά το σχεδιασμό πολιτικής και να λαμβάνονται αποφάσεις ορθές αλλά και κοινωνικά αποδεκτές. Η διερεύνηση των απόψεων του κοινού μπορεί να γίνει είτε μέσω μίας διαπραγματευτικής ομάδας, στην οποία εκπροσωπούνται όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και οι αποφάσεις λαμβάνονται δημοκρατικά μετά από ψηφοφορία, είτε με απευθείας έρευνα στο ίδιο το κοινό (βλ. διάγραμμα 1 που ακολουθεί) Διερεύνηση Απόψεων Κοινού Διαπραγματευτική Ομάδα Έρευνα Συνεντεύξεις Ταχυδρομικά Τηλεφωνικά Συνάντηση εργασίας Ανάλυση Αποτελεσμάτων Παρουσίαση του Προβλήματος Ερωτήσεις - Συζήτηση Ψηφοφορία Καθορισμός Ομάδων Συμφερόντων και Θεμάτων (Συνάντηση εργασίας) Θέματα Διάγραμμα 1.Η Διερεύνηση των Απόψεων του Κοινού (Παυλικάκης, 2002)

Σε επίπεδο σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κατά την εκπόνηση προγραμμάτων καινοτόμων δραστηριοτήτων πραγματοποιούνται πολύ συχνά έρευνες με χρήση προσχεδιασμένων ερωτηματολογίων ή ανοικτών συνεντεύξεων με σκοπό τη συλλογή στοιχείων και πληροφοριών. Οι έρευνες αυτές εντάσσονται στις κοινωνικές και έχουν ως στόχο (1) τη διερεύνηση των γνώσεων, στάσεων και απόψεων των μελών της μαθητικής ομάδας, (2) την διερεύνηση των απόψεων κοινού για το θέμα που μελετάται και (3) την αξιολόγηση του προγράμματος. Οι κοινωνικές έρευνες μπορούν να ταξινομηθούν ως προς το στόχο που θέτουν, σε (ΕΚΚΕ, 1997): 1. Διερευνητικές όταν στόχος είναι η ο ακριβής προσδιορισμός του ζητούμενου της έρευνας το οποίο θα διερευνηθεί περαιτέρω. 2. Περιγραφικές που έχουν ως στόχο την αποτύπωση των χαρακτηριστικών μίας δεδομένης κατάστασης σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή. 3. Πειραματικές που στοχεύουν στον έλεγχο διατυπωμένων υποθέσεων και στις οποίες τα στοιχεία που συλλέγονται αποτελούν κριτήριο για την επαλήθευσή τους. Η συλλογή των πληροφοριών στοιχείων που αποτελούν το υλικό της έρευνας, μπορεί να γίνει μέσω (ΕΚΚΕ, 1997): 1. Βιβλιογραφικών πηγών, όπως παλαιότερα στατιστικά στοιχεία, άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά ή στον τύπο, στοιχεία από το διαδίκτυο, βιβλία κλπ. 2. Ποιοτικών ερευνών, όπου χρησιμοποιούνται μέθοδοι όπως η συστηματική παρατήρηση, η βιογραφική προσέγγιση, συνεντεύξεις διερεύνησης σε βάθος κά. 3. Ποσοτικών ερευνών, όπου με χρήση συγκεκριμένου ερωτηματολογίου συλλέγονται πληροφορίες από επιλεγμένο δείγμα του πληθυσμού-στόχου της έρευνας. Συχνά στις ποσοτικές έρευνες χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά και τεχνικές των ποιοτικών ερευνών για περαιτέρω εμβάθυνση και διασταύρωση των δεδομένων. Η αξιοπιστία της έρευνας εξαρτάται από τα σφάλματα που παρουσιάζονται, όπως (Bateman and Turner 1993, Pavlikakis and Tsihrintzis, 2002): (α) Το τυχαίο σφάλμα. (β) Το σφάλμα που οφείλεται στην η επιλογή του δείγματος. (γ) Το σφάλμα που οφείλεται στη δομή του ερωτηματολογίου. (δ) Το σφάλμα που οφείλεται στον τρόπο προσέγγισης του ερωτώμενου από τον ερωτώντα. Το τυχαίο σφάλμα είναι αναπόφευκτο σε κάθε στατιστική έρευνα και εκτιμάται κατά την ανάλυση των αποτελεσμάτων. Προκειμένου να αποφευχθεί το σφάλμα που οφείλεται στην επιλογή του δείγματος, πρέπει το τελευταίο να καλύπτει όλο το φάσμα του πληθυσμού όσον αφορά το φύλο, την ηλικία, το επάγγελμα, το μορφωτικό επίπεδο κλπ. Ένα σωστό στατιστικά δείγμα δεν είναι απαραίτητα μεγάλο, αλλά σωστά κατανεμημένο. Το ερωτηματολόγιο πρέπει να καταρτίζεται από έμπειρα άτομα και να είναι εύκολα κατανοητό από τους ερωτώμενους. Καλό να προηγείται δοκιμαστική έρευνα σ ένα μικρό προεπιλεγμένο δείγμα, π.χ. φοιτητές ενός τμήματος, ώστε να διορθωθούν οι δομικές δυσλειτουργίες του ερωτηματολογίου. Τέλος όσον αφορά στην προσέγγιση των ερωτώμενων, πρέπει αυτοί που θα πάρουν τη συνέντευξη να έχουν σαφείς οδηγίες πως θα πλησιάσουν το κοινό, να μπορούν να δίνουν διευκρινίσεις σχετικά με τις ερωτήσεις, να κρατούν ουδέτερη στάση και να μην κάνουν τους ερωτώμενους να αισθάνονται κατώτεροι από αυτούς, όπως συμβαίνει μερικές φορές που οι ερωτώντες είναι

υψηλότερου μορφωτικού επιπέδου (Bateman and Turner 1993, Pavlikakis and Tsihrintzis, 2002a 2002b). Αυτό το τελευταίο αποφεύγεται κατά τις τηλεφωνικές και ταχυδρομικές έρευνες. Επίσης, οι ερωτώμενοι δεν πρέπει να προϊδεάζονται με λεπτομέρειες σχετικά με τους στόχους της έρευνας και αυτοί που σχεδίασαν την έρευνα να μην παίρνουν μέρος στη λήψη των συνεντεύξεων, ώστε αυτές να γίνονται όσον το δυνατόν πιο ουδέτερα. 2. ΠΟΙΟΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Οι ποιοτικές έρευνες παρέχουν τη δυνατότητα εμβάθυνσης και λεπτομερέστερης ανάλυσης των διαφορετικών διαστάσεων των κοινωνικών φαινομένων. Τα στοιχεία που συγκεντρώνονται αναδεικνύουν εναλλακτικούς τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς και σκιαγραφούν, εκτός από τα γεγονότα αυτά καθαυτά, τις διεργασίες σχηματισμού τους, τις μεταξύ τους αλληλεξαρτήσεις, τη συνύπαρξη αντιφατικών καταστάσεων κλπ. Ο σχεδιασμός μίας ποιοτικής έρευνας δεν γίνεται με τρόπο δεσμευτικό και απαραβίαστο, αλλά μπορεί να συμπληρωθεί, να επεκταθεί και να αναπροσαρμοστεί, εφ όσον αυτό κριθεί αναγκαίο στη φάση της επιτόπιας έρευνας. Σε μία ποιοτική προσέγγιση δεν υπάρχει δηλαδή «δείγμα» με την έννοια της αντιπροσωπευτικότητας του πληθυσμού, αλλά υποκείμενα που επιλέγονται με πλαίσιο αναφοράς κάποια ποιοτικά κριτήρια, ανάλογα με το στόχο, το αντικείμενο και τις υποθέσεις της έρευνας. Η επιλογή των υποκειμένων αφορά σε πληροφορητέςκλειδιά ή σε μέλη ομάδων που συγκεντρώνουν επιστημονικό ενδιαφέρον, όπως π.χ. μετανάστες. Συχνά για τον εντοπισμό των υποκειμένων χρησιμοποιείται η τεχνική της χιονοστιβάδας, όπου κάθε υποκείμενο παραπέμπει σε γνωστούς, φίλους κλπ. με συναφή χαρακτηριστικά. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται προϋποθέτουν διαπροσωπική επαφή με τα υποκείμενα της έρευνας. Πρόκειται για α) ανοικτές ή μη κατευθυνόμενες συνεντεύξεις β) ημικατευθυνόμενες συνεντεύξεις γ) συμμετοχική παρατήρηση δ) αφηγήσεις ζωής, ε) ανάλυση περιεχομένου γραπτών τεκμηρίων. Ο ερευνητής αναπτύσσει με τα υποκείμενα μία δυναμική σχέση, εξοικειώνεται με τις ιδιαιτερότητες, τις πεποιθήσεις και τις αξίες τους και επισημαίνει τις περιορισμένες δυνατότητες που έχει ο ίδιος να εντοπίσει και να κατανοήσει το σύνολο των στοιχείων που γίνονται αντιληπτά ως «τρόπος ζωής». Αυτό το τελευταίο είναι πολύ σημαντικό καθώς συμβάλλει στον περιορισμό του σφάλματος που προέρχεται από τον τρόπο προσέγγισης του ερωτώμενου από τον ερωτώντα, που είναι και το κυριότερο σφάλμα που μπορεί να εμφανισθεί σε μία ποιοτική προσέγγιση. Για τη διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιούνται προσωπικές σημειώσεις του ερευνητή, η λήψη φωτοφραφιών και βίντεο. Η ερευνητική διαδικασία σταματάει όταν τα στοιχεία εμφανίζουν επαναλήψεις ή όταν έχει ολοκληρωθεί το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα διεξαγωγής της. Η ανάλυση και επεξεργασία του υλικού γίνεται με κατηγοριοποίηση των δεδομένων κατά θεματικές ενότητες και ανάλυσή τους με βάση τα ερωτήματα που έχουν τεθεί. Η σύνθεση που ακολουθεί, οδηγεί σε συμπεράσματα που επαληθεύουν ή αναιρούν τις υποθέσεις της έρευνας. Ποιοτικές προσεγγίσεις χρησιμοποιούνται συχνά στα σχολικά προγράμματα ΠΕ, όπως π.χ. όταν οι μαθητές παίρνουν συνεντεύξεις από ηλικιωμένους κατοίκους μίας γειτονιάς για να μάθουν για το παρελθόν της, ή τους ζητούν να τους αφηγηθούν

ιστορίες που αφορούν στο παρελθόν της περιοχής, ή συζητούν μαζί τους με βάση κάποια παλιά φωτογραφία, ή ερευνούν σε αρχεία ημερήσιου τύπου, φωτογραφικά αρχεία, ημερολόγια κλπ. Σε κάθε περίπτωση πρέπει, κατά το δυνατόν, να λαμβάνονται υπ όψιν οι αρχές που αναφέρθηκαν παραπάνω, ώστε και τα αποτελέσματα να είναι αξιόπιστα, αλλά και οι μαθητές να αποκτούν γνώσεις, δεξιότητες και να μαθαίνουν να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες. 3. ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Οι ποσοτικές έρευνες ακολουθούν δύο διακριτά στάδια. Κατά το πρώτο, το στάδιο σχεδιασμού, διατυπώνονται οι στόχοι της έρευνας και προσδιορίζονται τα ζητούμενα βάσει υποθέσεων εργασίας, ακολούθως δε επιλέγεται η μέθοδος πραγματοποίησης της και σχεδιάζεται η βήμα προς βήμα υλοποίησή της. Κατά το δεύτερο, το στάδιο υλοποίησης, συλλέγονται τα απαραίτητα στοιχεία, ακολουθεί η επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων που προκύπτουν και γίνεται η σύνθεσή τους και διατύπωση των σχετικών συμπερασμάτων 3.1. Σχεδιασμός της Έρευνας Ο προσδιορισμός και η διατύπωση των ζητουμένων μιας ποσοτικής κοινωνικής έρευνας στηρίζονται σε κάποιες βασικές υποθέσεις εργασίας, των οποίων απαιτείται η περαιτέρω διερεύνηση, ούτως ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον αυτές ισχύουν και να αποτυπωθεί η υφιστάμενη κατάσταση στο συγκεκριμένο πλαίσιο αναφοράς. 3.1.1. Κατάρτιση Ερωτηματολογίων Στις ποσοτικές έρευνες χρησιμοποιείται ευρύτατα η συμπλήρωση ερωτηματολόγιων, στα οποία αποτυπώνεται το περιεχόμενο των προσωπικών συνεντεύξεων που λαμβάνονται επί τούτου. Η συνέντευξη στις Κοινωνικές Επιστήμες - κι αυτό την ξεχωρίζει από την δημοσιογραφική - είναι μια «συστηματοποιημένη» συνέντευξη - συζήτηση με έναν ορισμένο αριθμό χαρακτηριστικών που καθορίζουν την τεχνική της εφαρμογής της. Αυτός που παίρνει τη συνέντευξη οφείλει στο ελάχιστο χρονικό διάστημα, να αποκτήσει πολυάριθμες και τις πιο σημαντικές πληροφορίες. Αυτή η προετοιμασία οδηγεί στην κατάστρωση ενός ερωτηματολογίου από τον ερευνητή, ο οποίος αναλαμβάνει: α) Να μετατρέψει τους στόχους της έρευνας σε επί μέρους ερωτήσεις. β) Να προσαρμόσει το ερωτηματολόγιο στα πρόσωπα με τα οποία θα γίνει η συνέντευξη. γ) Να ενημερώσει αυτούς που παίρνουν τη συνέντευξη γι αυτά έτσι ώστε να μπορέσουν να εκθέσουν με σαφήνεια τις ερωτήσεις στα πρόσωπα που θα υποβληθούν στη συνέντευξη και να προδιαθέσει το ερωτώμενο πρόσωπο να μεταδώσει αυθόρμητα τις πληροφορίες που περιμένουν από αυτό. Σε κάθε περίπτωση ο σχεδιασμός πρέπει να γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε να περιορίζονται τα σφάλματα που αναφέρθηκαν παραπάνω. Οι μορφές συνέντευξης που χρησιμοποιούνται στις ποσοτικές έρευνες διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες, που είναι:

α) Η δομημένη συνέντευξη, όπου ο ερωτώμενος προτρέπεται στο να απαντήσει σε μια σειρά ερωτήσεων που ο αριθμός, η σειρά και το περιεχόμενο προκαθορίζεται από το έντυπο της συνέντευξης. Οι απαντήσεις καταγράφονται ή λέξη προς λέξη ή κωδικοποιημένες. β) Η εντοπισμένη συνέντευξη (FOCUSED INTERVIEW ), στην οποία αυτός που παίρνει τη συνέντευξη θέτει το γενικό πλαίσιο και εντοπίζει τα σημεία ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, ούτως ώστε εκεί να εστιασθεί η ανάπτυξη του θέματος (ημικατευθυνόμενη συνέντευξη). Η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται κυρίως σε πληροφοριοδότες - κλειδιά, για τους οποίους εκ των προτέρων θεωρούμε πως έχουν ιδιαίτερη γνώση επί του διερευνώμενου θέματος. Μετά την κατάστρωση του κατάλληλου ερωτηματολογίου, γίνεται «πιλοτική έρευνα» (προ - έρευνα )για να προσδιορισθεί η λειτουργικότητα του ερωτηματολογίου και να διαμορφωθεί οριστικά η δομή του. Κατ αυτή την διαδικασία, σ ένα βαθμό γίνεται χρήση των τεχνικών της ποιοτικής προσέγγισης. Εν συνεχεία ακολουθεί απογραφή στο σύνολο του πληθυσμού ή επιλογή δείγματος από το σύνολο του πληθυσμού, στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η επιτόπια έρευνα με τη διεξαγωγή συνεντεύξεων μέσω ερωτηματολογίων. 3.1.2. Δειγματοληψία (ΕΚΚΕ, 1997) Το δείγμα, δεν είναι παρά ένα «τυχαίο υποσύνολο» του πληθυσμού, αλλά πρέπει να διευκρινίσουμε πως το «τυχαίο» δε συμπίπτει μ αυτό που στη καθημερινή ζωή λέμε «στην τύχη». Μόνο οι πίνακες τυχαίων αριθμών, αν χρησιμοποιηθούν σωστά, εγγυώνται την «τυχαιότητα» της επιλογής γιατί είναι φτιαγμένοι ακριβώς ώστε ν ανταποκρίνονται στο μαθηματικό ορισμό του τυχαίου. Αντίθετα δηλαδή απ το ότι θα περίμενε κανείς, η επίτευξη του τυχαίου απαιτεί την πραγματοποίηση μιας πολύ συστηματικής διαδικασίας. Α. Δειγματοληψία και απογραφή Ο βασικότερος παράγοντας που μας κάνει να επιλέγουμε την δειγματοληψία αντί της απογραφής, είναι οπωσδήποτε η αδυναμία να πραγματοποιηθεί απογραφή είτε για λόγους αντικειμενικούς είτε για λόγους οικονομίας, μια και το κόστος μιας έρευνας είναι συνήθως ανάλογο του αριθμού των στοιχείων που εξετάζονται. Τα κύρια πλεονεκτήματα της δειγματοληψίας έναντι της απογραφής είναι: α) Ταχύτητα. Η απογραφή ενός πολύ μεγάλου πληθυσμού απαιτεί πολύ χρόνο. Αν κάποια στοιχεία επείγει να γίνουν γνωστά, η δειγματοληπτική μέθοδος αποτελεί την μόνη λύση. β) Ευρύτερο πεδίο έρευνας: Ακριβώς επειδή απευθύνεται σε λιγότερα άτομα, υπάρχει η δυνατότητα να συγκεντρωθούν πληροφορίες για πολύ περισσότερα χαρακτηριστικά του ερωτώμενου πληθυσμού. γ) Ακρίβεια: Όσο κι αν φαίνεται περίεργο είναι δυνατό με μια δειγματοληπτική έρευνα να έχουμε πιο ακριβή αποτελέσματα. Πράγματι η περιορισμένη έκταση της επιτρέπει να χρησιμοποιηθεί ειδικευμένο προσωπικό, γεγονός που θα μειώσει τα σφάλματα παρατήρησης.

Για να πετύχει μια δειγματοληπτική έρευνα πρέπει ο πληθυσμός όχι μόνο να είναι σαφώς ορισμένος αλλά και αρκετά ομοιογενής. Αν η τιμή του χαρακτηριστικού που μετράμε παίρνει πολύ μικρές και πολύ μεγάλες τιμές, θα πρέπει οι ακραίες περιπτώσεις ν απομονωθούν και να μελετηθούν χωριστά γιατί αλλιώς τα συμπεράσματα μας θα είναι εντελώς λανθασμένα. Τέλος, αν δε δοθεί προσοχή στα σφάλματα παρατήρησης, όσο σωστά κι αν έχει επιλεγεί το δείγμα, η προσπάθεια θα πάει χαμένη. Αποδεικνύεται πως τα λάθη παρατήρησης επηρεάζουν πολύ περισσότερο μια δειγματοληψία παρά μια απογραφή και μάλιστα τόσο περισσότερο όσο μικρότερο είναι το δείγμα. Β. Συστηματική Δειγματοληψία Στη συστηματική δειγματοληψία προκειμένου να σχηματίσουμε ένα δείγμα ν μονάδων από πληθυσμό μεγέθους Ν, εργαζόμαστε ως εξής: α) Επιλέγουμε έναν τυχαίο αριθμό λ μεταξύ 1 και Κ, όπου Κ = Ν/ν, ο αντίστροφος του κλάσματος δειγματοληψίας, ονομάζεται διάστημα δειγματοληψίας β) Το δείγμα μας θ αποτελεστεί από τα στοιχεία του πληθυσμού με αριθμούς λ, λ+κ, λ+2κ,.λ+( -1)Κ Πρακτική εφαρμογή των ανωτέρω έχουμε στο ακόλουθο παράδειγμα: Έστω μια Πανεπιστημιακή Σχολή, όπου φοιτούν 9.200 φοιτητές και θέλουμε δείγμα από 400. Τότε το διάστημα δειγματοληψίας θα είναι: 9200/400 δηλαδή το Κ=23. Μπορούμε τώρα να ενοποιήσουμε τα μητρώα των ετών της σχολής και αφού βρούμε ένα αριθμό μεταξύ 1 και 23 πχ το 12 να πάρουμε τους φοιτητές με την σειρά αρχίζοντας από τον 12 12, 35, 58, 81, 9.189 Αυτοί οι αριθμοί ανταποκρίνονται στην συνεχή αρίθμηση των φοιτητών που κάναμε μετά την ενοποίηση των καταλόγων. Γ. Δειγματοληψία κατά στρώματα Η αρχή της κατά στρώματα δειγματοληψίας στηρίζεται στην απλή ιδέα πως αν καταφέρουμε να διαιρέσουμε τον πληθυσμό σε ομάδες (στρώματα) σχετικά ομοιογενή ως προς το υπό μελέτη χαρακτηριστικό, θα αρκεί ένα μικρό δείγμα από κάθε στρώμα για να εκτιμήσουμε την τιμή του χαρακτηριστικού. Στην οριακή περίπτωση, αν η ομοιογένεια κάθε στρώματος ήταν απόλυτη, θα αρκούσε δείγμα μιας μονάδας από κάθε στρώμα. Στη συνέχεια οι εκτιμήσεις αυτές συνδυάζονται για να μας δώσουν την εκτίμηση για το σύνολο του πληθυσμού. Στις περιπτώσεις της κατά στρώματα δειγματοληψίας τα χαρακτηριστικά βάσει των οποίων εξετάζεται η ομοιογένεια των στρωμάτων μπορεί να είναι: η γεωγραφική θέση (περιφέρεια ) το είδος του οικισμού (αστικός, ημιαστικός, αγροτικός) το φύλο

οι ηλικιακές ομάδες η κατάσταση απασχόλησης (εργαζόμενοι ή άνεργοι) κλπ., γενικότερα δηλαδή στοιχεία ταυτότητας από τα οποία αναμένεται να προκύπτουν ομοιογενή ή διαφορετικά γνωρίσματα για κάθε στρώμα. Από τα παραπάνω, βγαίνει εύκολα το συμπέρασμα πως δεν υπάρχει περίπτωση μία κατά στρώματα δειγματοληψία να δώσει λιγότερο ακριβή αποτελέσματα από την απλή τυχαία δειγματοληψία. Στην χειρότερη περίπτωση, αν όλα τα στρώματα είναι εξ ίσου ανομοιογενή με τον πληθυσμό ως προς το χαρακτηριστικό που μας ενδιαφέρει, οι εκτιμήσεις θα έχουν την ίδια ακρίβεια με την απλή τυχαία δειγματοληψία, για το ίδιο μέγεθος δείγματος. 3.2. Υλοποίηση της Έρευνας Μετά την επιλογή του δείγματος έχουμε εντοπίσει τα ερωτώμενα άτομα από τα οποία θα ληφθούν οι προβλεπόμενες συνεντεύξεις υπό μορφή δομημένων ερωτηματολογίων. 3.2.1. Διεξαγωγή Επιτόπιας Έρευνας Υπό την καθοδήγηση της ερευνητικής ομάδας και τον έλεγχο των εποπτών διεξάγεται τότε η επιτόπια έρευνα, κατά την οποία εκπαιδευμένοι στοιχειολήπτες συμπληρώνουν τα ερωτηματολόγια. Συχνά (κυρίως στης μεγάλης κλίμακας ποσοτικές έρευνες) μεγάλο βάρος δίδεται στα δημογραφικά στοιχεία, ούτως ώστε να ομαδοποιούνται μετά τα ερωτηματολόγια για την περαιτέρω επεξεργασία τους. Στην εμπειρική έρευνα η παρουσίαση της δημογραφικής δομής του ερευνώμενου πληθυσμού αποτελεί βασική αρχή, διότι τα δημογραφικά χαρακτηριστικά είναι οι βασικές ανεξάρτητες μεταβλητές με τις οποίες, συσχετιζόμενες οι στάσεις και αντιδράσεις των ερωτώμενων ως προς το ερευνώμενο αντικείμενο, δείχνουν την ύπαρξη ή μη κάποιας εξάρτησης από αυτές. Βασικά δημογραφικά χαρακτηριστικά είναι: Φύλο Ηλικία Επίπεδο εκπαίδευσης Απασχόληση (επάγγελμα, κλάδος οικ/κής δραστ/τας, θέση στο επάγγελμα) Οικογενειακή κατάσταση Αριθμός παιδιών Αριθμός μελών νοικοκυριού και σχέση με τον ερωτώμενο. Για την τήρηση των κανόνων της δειγματοληψίας και την αποφυγή μεροληπτικών σφαλμάτων ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται στις πιθανές απουσίες ερωτώμενων, στις αρνήσεις συμμετοχής στην έρευνα και στις αντικαταστάσεις ερωτώμενων.

Όταν το επιλεγόμενο άτομο π.χ. ενός νοικοκυριού απουσιάζει (σε τρεις διαδοχικές και σε διαφορετική χρονική στιγμή επισκέψεις) γίνεται αντικατάσταση κατά τον εξής τρόπο: Στο αμέσως προηγούμενο νοικοκυριό αναζητούμε άτομο με παρόμοια δημογραφικά χαρακτηριστικά, δηλ.: φύλο, ηλικία και σύνθεση νοικοκυριού. Εάν υπάρχει άτομο που ν ανταποκρίνεται στα ζητούμενα χαρακτηριστικά πηγαίνουμε στο αμέσως προηγούμενο κ.ο.κ. έως ότου βρεθεί το κατάλληλο άτομο και να αποφευχθεί έτσι παραβίαση της τυχαιότητας του δείγματος. Στις περιπτώσεις κατηγορηματικής άρνησης του ατόμου που έχε επιλεγεί να συμμετάσχει στην έρευνα, θεωρούμε το νοικοκυριό τυπικά εκτός δείγματος και δεν προχωρούμε σε αντικατάσταση του συγκεκριμένου ατόμου. Εν συνεχεία πραγματοποιείται ο προβλεπόμενος αριθμός συνεντεύξεων και ολοκληρώνεται έτσι η διαδικασία της επιτόπιας έρευνας. 3.2.2. Επεξεργασία Δεδομένων Μετά την συλλογή των δεδομένων αρχίζει το στάδιο της επεξεργασίας τους. Μπορεί μάλιστα κανείς να πει ότι η φάση της επεξεργασίας αρχίζει πολύ πριν από την συλλογή των δεδομένων και συνεχίζεται κατά την διάρκειά της. Μ αυτό εννοούμε ότι κατά την φάση του σχεδιασμού ήδη έχει αποφασισθεί ένα «πλάνο» επεξεργασίας περισσότερο ή λιγότερο λεπτομερές, ανάλογα με τη γνώση του αντικειμένου της έρευνας, τη φύση της έρευνας (διερευνητική, περιγραφική, πειραματική ) και την οργάνωσή της και ότι κατά τη διάρκεια της συλλογής των στοιχείων η πρώτη πράξη της επεξεργασίας, δηλαδή ο έλεγχος των ερωτηματολογίων, ήδη συντελείται. Επίσης η κωδικογράφηση γίνεται κατά μεγαλύτερο ή μικρότερο ποσοστό παράλληλα με τη συλλογή των στοιχείων για να κερδίζεται χρόνος. Αν μάλιστα οι απαντήσεις είναι προκωδικογραφημένες 100% η κωδικογράφηση τελειώνει σχεδόν ταυτόχρονα με τη συλλογή των στοιχείων. Η φάση της επεξεργασίας αποτελείται από τα εξής διακεκριμένα στάδια: α) Έλεγχος ο οποίος πρέπει να ασκείται σε όλη τη διάρκεια της έρευνας, για κάθε δραστηριότητα: έλεγχος της σωστής διατύπωσης των στόχων της έρευνας στο ερωτηματολόγιο, έλεγχος στη σωστή εκτύπωση των εντύπων, έλεγχος στην επιλογή των συνεντευκτών. Ο κυρίως όμως έλεγχος αφορά την ορθή συμπλήρωση και την τήρηση των κανόνων δειγματοληψίας. Η στοιχειοληψία επιτελείται από ομάδα εκπαιδευμένων ατόμων (μικρότερη ή μεγαλύτερη ανάλογα με το μέγεθος του ερωτηματολογίου και την γεωγραφική διασπορά της έρευνας), υπό την εποπτεία υπευθύνων ατόμων που πραγματοποιούν τους προαναφερόμενους ελέγχους. β) Κωδικογράφηση. Με τον όρο κωδικογράφηση εννοούμε την μετατροπή των απαντήσεων σε αριθμούς ή σύμβολα, δηλαδή το ποιοτικό στοιχείο (ολόκληρες φράσεις, ένα όνομα, μια κατάφαση ή άρνηση κλπ ) σε ποσοτικό ή ποιοτικόσυμβολικό. Φυσικά η απάντηση μπορεί να έχει ένα ήδη αριθμό, οπότε δεν χρειάζεται μετατροπή. Αυτό όμως στις περισσότερες κοινωνικές έρευνες (κυρίως διερευνητικές ) αφορά ένα μικρό ποσοστό των απαντήσεων. Η κωδικογράφηση, λοιπόν μετατρέπει τις απαντήσεις σε μορφή κατάλληλη για μηχανογραφική επεξεργασία.

Η κωδικογράφηση μπορεί να προετοιμασθεί (κατά μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό) στη φάση του σχεδιασμού, με την κωδικοποίηση των προβλεπομένων απαντήσεων. Με κωδικοποίηση εννοούμε την πρόβλεψη των δυνατών κατηγοριών απάντησης σε κάθε ερώτηση. Σ αυτήν την περίπτωση οι απαντήσεις είναι προκωδικογραφημένες και οι ερωτήσεις χαρακτηρίζονται «κλειστές» ενώ αντίθετα στις «ανοιχτές» ερωτήσεις δεν υπάρχει πρόβλεψη απάντησης (δεν είναι προκωδικογραφημένες). Τότε, εκ των υστέρων, οι απαντήσεις ομαδοποιούνται κατά κατηγορίες, χαρακτηρίζονται με κωδικούς οι ομάδες απαντήσεων και κωδικογραφούνται. γ) Μηχανογραφική επεξεργασία που αφορά στην εισαγωγή των στοιχείων στον ηλεκτρονικό υπολογιστή (Η/Υ) και τη στατιστική επεξεργασία τους. Με την ολοκλήρωση των προβλεπόμενων ελέγχων και της κωδικογράφησης, τα στοιχεία των ερωτηματολογίων είναι έτοιμα για την εισαγωγή τους στον Η/Υ. Παλαιότερα η εισαγωγή στον Η/Υ γινόταν με αποκλειστικό σκοπό την στατιστική επεξεργασία των στοιχείων, έτσι ώστε να αποτελέσουν το υλικό για την ανάλυση των αποτελεσμάτων και την διατύπωση των πορισμάτων της έρευνας. Σήμερα για την εισαγωγή των στοιχείων στον Η/Υ δημιουργείται μια Βάση Δεδομένων, η οποία συμπληρώνεται με τα στοιχεία των ερωτηματολογίων και αποτελεί αυτοτελές υλικό. Για την περαιτέρω στατιστική επεξεργασία των δεδομένων χρησιμοποιούνται εξειδικευμένα Στατιστικά Προγράμματα. Μερικές από τις πλέον χρήσιμες και συνήθεις εργασίες που εκτελούν αυτά τα Στατιστικά Προγράμματα (ΣΠ) είναι: Μετατροπή (Recode): Ορισμένες μεταβλητές για να τύχουν στατιστικής επεξεργασίας χρειάζονται μετατροπές. Τα ΣΠ μας επιτρέπουν να μετατρέψουμε τα στοιχεία μας συνδυάζοντας διάφορες κατηγορίες σε μία, ή ομαδοποιώντας σε λιγότερες κατηγορίες τις τιμές μιας μεταβλητής. Παράδειγμα. Η χρήση της μεταβλητής «Έτος Γέννησης», που ίσως έχουμε, και που περιέχει το έτος γέννησης των καθηγητών της υποθετικής μας ΒΔ, χρειάζεται τις εξής μετατροπές: α) Να αφαιρεθεί το έτος γέννησης από το τρέχον έτος, για να βρεθεί η ηλικία των καθηγητών σε έτη και β) Να ομαδοποιηθεί σε ορισμένες κατηγορίες π.χ. 21-25, 26-30, 31-35 κλπ. Με τον τρόπο αυτός δημιουργείται μια νέα μεταβλητή η «Ομάδες Ηλικιών» την οποία μπορούμε να χειριστούμε πιο εύκολα για σύνθετες στατιστικές επεξεργασίες σε συνδυασμό με άλλες μεταβλητές. Συχνότητες: Στις συχνότητες βλέπουμε με μια πρώτη ματιά το πως κατανέμονται τα δεδομένα μας. Είναι κατάλληλες για ορισμένο τύπο στοιχείων. Κυρίως όταν τα στοιχεία είναι ομαδοποιημένα σε λίγες μεγάλες κατηγορίες π.χ. για το φύλο των καθηγητών (τόσοι άνδρες, τόσες γυναίκες), για την Ομάδα Ηλικιών. Δεν είναι κατάλληλες για στοιχεία που έχουν μια συνεχή σειρά π.χ. το έτος γέννησης κάθε καθηγητή. Πινακοποίηση: Οι πιο απλές διασταυρώσεις μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μεταβλητών παρουσιάζονται συνήθως με τη μορφή πινάκων, όπου στον οριζόντιο άξονα είναι η μια μεταβλητή και στον κάθετο η άλλη. Και σε αυτήν

την περίπτωση η διασταύρωση έχει νόημα όταν οι μεταβλητές είναι ομαδοποιημένες σε λίγες κατηγορίες. Παλινδρόμηση: Η διαδικασία αυτή εκτιμά την σχέση μεταξύ δύο μεταβλητών. Αν συσχετίσουμε π.χ. την μεταβλητή «μισθό» με τη μεταβλητή «χρόνια προϋπηρεσίας» ενός καθηγητή είναι πολύ πιθανόν να βρούμε ότι υπάρχει μια πολύ ισχυρή θετική σχέση μεταξύ των δύο μεταβλητών (δηλ. ο μισθός να αυξάνει με τα χρόνια προϋπηρεσίας). Τη διαδικασία αυτή μπορεί να θέλουμε να την εφαρμόσουμε για να ελέγξουμε το κατά πόσο σχετίζεται η απόδοση ενός μαθητή με το μορφωτικό επίπεδο των γονιών του κτλ. Γραφικά και Διαγράμματα: Μια από τις απαραίτητες πλέον λειτουργίες των Στατιστικών Πακέτων είναι η δημιουργία γραφικών. Η γραφική απεικόνιση των στοιχείων είναι ένα βοηθητικό μέσο για την συναγωγή γενικών συμπερασμάτων από πίνακες που μπορεί να είναι πολύ πολύπλοκοι. Τα συνηθέστερα γραφικά που χρησιμοποιούμε είναι το διάγραμμα, οι στήλες και οι πίτες. Το γραμμικό διάγραμμα χρησιμοποιείται συνήθως για μη ομαδοποιημένα στοιχεία, οι στήλες για δεδομένα που είναι ομαδοποιημένα σε αρκετές κατηγορίες, ενώ οι πίτες για δεδομένα ομαδοποιημένα σε πολύ λίγες κατηγορίες. Οι φάσεις και η χρονική διάρκειά τους, μίας ποσοτικής έρευνας, φαίνονται στα παρακάτω διάγραμματα 2 και 3:

ΧΡΟΝΟΣ 1 2 3 4 5 6 ΦΑΣΕΙΣ 1. ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ- ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ 2. ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΡΩΤΟΓΕΝΟΥΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ 3. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 4. ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ 5. ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ-ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ 6. ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΕΠΙΤΟΠΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 7. ΕΠΙΛΟΓΗ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ (ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ) 8. ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΕΠΙΤΟΠΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 9. ΚΩΔΙΚΟΓΡΑΦΗΣΗ-ΕΛΕΓΧΟΣ 10. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΤΟΝ Η/Υ- ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΒΑΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ 11. ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ 12. ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Διάγραμμα 3. Φάσεις ποσοτικής έρευνας και χρονική διάρκεια τους.

4. ΜΟΡΦΕΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΩΝ Ένα ερωτηματολόγιο πρέπει να αναφέρει στην εισαγωγή του ευκρινώς το θέμα της έρευνας και το γενικότερο λόγο για τον οποίο γίνεται αυτή, χωρίς λεπτομέρειες που μπορεί να επηρεάσουν τους ερωτώμενους, καθώς και ότι άλλο νομίζει ο ερευνητής ότι είναι χρήσιμο για να λάβει ειλικρινείς απαντήσεις, π.χ. ότι τα στοιχεία θα παραμείνουν απόρρητα κλπ. (βλ. παραδείγματα 1 και 2). Οι ερωτήσεις που περιέχονται σε ένα ερωτηματολόγιο μπορεί να είναι κλειστές ή ανοικτές. Στις κλειστές μπορεί να περιλαμβάνονται ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών σωστού λάθους, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διερεύνηση των γνώσεων του κοινού (βλ. παραδείγματα 3 και 4), ή ερωτήσεις στις οποίες χρησιμοποιείται κλίμακα βαθμολογίας, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διερεύνηση απόψεων και στάσεων (βλ. παραδείγματα 5 και 6). Οι κλειστές ερωτήσεις κωδικοποιούνται και επεξεργάζονται εύκολα. Οι απαντήσεις στις ανοικτές ερωτήσεις πρέπει να ομαδοποιηθούν κατά θεματική ενότητα προκειμένου να γίνει η επεξεργασία τους, ενώ δίνουν την ευκαιρία στον ερευνητή να εμβαθύνει στο ερευνώμενο θέμα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Bateman, I. J. and Turner, R. K. (1993), Valuation of the environment, methods and techniques: The Contingent Valuation Method, in Sustainable Environmental Economics and Management: Principles and Practice, (ed. R. K Turner.), Belhaven Press, London, pp. 120-191. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) (1997), Στοιχεία Μεθοδολογίας και Τεχνικών Κοινωνικής Έρευνας, Πρόγραμμα Κατάρτισης Εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Αθήνα, 32σ. Ι.Δ.Ε.Κ.Ε (2001), Τελική Έκθεση Καθορισμού των Προδιαγραφών για την Παρακολούθηση και Αξιολόγηση της Πιλοτικής Εφαρμογής της Αγωγής του Καταναλωτή στα Σχολεία, Αθήνα, 135σ. Loomis J.B. (1993), Integrated Public Land Management. Principles and Applications to National Forests, Parks, Wildlife Refuges and BLM Lands, Columbia University Press, New York Chichester, 474p. Pavlikakis, G.E. and Tsihrintzis, V.A. (2002b), Using the contingent valuation method in ecosystem management plans, Proceedings of the International Conference Protection and Restoration of the Environment VI, (eds.), Skiathos Island, Greece, July 1-5, 2002, pp. 461-468. Παυλικάκης, Γ. (2002), Ανάπτυξη Μεθόδων Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Οικοσυστημάτων, Διδακτορική Διατριβή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος, Ξάνθη, 405σ.. Turner K. R. (ed). (1993), Sustainable Environmental Economics and Management. Principles and Practice, Belhaven Press, London, 389p.