ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΙΣΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗΣ ΑΚΕ-ΕΕ Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων και Περιβάλλοντος ΑΚΕ-EΕ 3640/B/03 24 Νοεµβρίου 2003 ΣΧΕ ΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά µε τις ασθένειες που οφείλονται στη φτώχεια και την αναπαραγωγική υγεία στις χώρες ΑΚΕ στο πλαίσιο του 9ου ΕΤΑ Συνεισηγητές: Karin Scheele Aime François Betkou (Μαδαγασκάρη) Αιτιολογική έκθεση PR\514370.doc APP/3640/B
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Φτώχεια και υγεία Η κακή υγεία περιορίζει τις ατοµικές ικανότητες και µειώνει την παραγωγικότητα και τις απολαβές, συµβάλλοντας κατ αυτόν τον τρόπο στη φτώχεια. Η διάδοση των ασθενειών και της κακής υγείας σε µια χώρα βλάπτει τις οικονοµικές επιδώσεις, ενώ ένα υψηλότερο προσδόκιµο ζωής, που αποτελεί βασικό δείκτη της κατάστασης της υγείας, προωθεί την οικονοµική ανάπτυξη. Από την άποψη αυτή, για την αξιολόγηση της φτώχειας απαιτείται ένας συνδυασµός πληροφοριών µε βάση το εισόδηµα, κάποιους δείκτες και τη συµµετοχή, οι οποίες θα αξιοποιηθούν για τη χάραξη της δέουσας αναπτυξιακής πολιτικής. Οι επενδύσεις στις υπηρεσίες βασικής ιατροφαρµακευτικής περίθαλψης των αναπτυσσόµενων χωρών αποτελούν µια µόνο από τις υφιστάµενες ανάγκες. Οι αναπτυσσόµενες χώρες χαµηλού εισοδήµατος διαθέτουν ετησίως µόλις 21 δολάρια ΗΠΑ κατά κεφαλή για την ιατροφαρµακευτική περίθαλψη, σε µεγάλο δε ποσοστό για δαπανηρές θεραπευτικές υπηρεσίες παρά για τη βασική πρόληψη και µέριµνα. Η Επιτροπή για τα Μακροοικονοµικά και την Υγεία της Παγκόσµιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ)/Παγκόσµιας Τράπεζας εκτιµά ότι απαιτούνται επιπλέον 30 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ ετησίως. Ασθένειες που οφείλονται στη φτώχεια Οι ασθένειες που οφείλονται στη φτώχεια αποτελούν κύριο αίτιο, αλλά και συνέπεια της µεγάλης φτώχειας που επικρατεί σε αναπτυσσόµενες χώρες, όπως είναι οι χώρες ΑΚΕ, ιδίως δε στη νοτίως της Σαχάρας Αφρική. Το βάρος των ασθενειών που οφείλονται στη φτώχεια, ιδίως του HIV/AIDS, της ελονοσίας, της φυµατίωσης και µολυσµατικών, διαρροϊκών και δερµατικών ασθενειών, φέρουν κυρίως οι λιγότερο αναπτυγµένες χώρες. Ο ετήσιος αριθµός των θανάτων που αποδίδονται σε αυτές τις ασθένειες παγκοσµίως, αγγίζει τα 6 εκατοµµύρια, σε ορισµένες δε αφρικανικές χώρες, το 40 τοις εκατό το συνολικού πληθυσµού έχει µολυνθεί από τον ιό HIV. Η καταπολέµηση αυτών των ασθενειών αποτελεί µια από τις βασικές στρατηγικές για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της οικονοµικής ανάπτυξης στις αναπτυσσόµενες χώρες. Το HIV/AIDS αποτελεί σηµαντική απειλή για την ανάπτυξη των χωρών ΑΚΕ, πλήττει δε κατά κύριο λόγο τις λιγότερο αναπτυγµένες χώρες ΑΚΕ. Σύµφωνα µε την έκθεση του ταµείου των Ηνωµένων Εθνών για τις πληθυσµιακές δραστηριότητες (UNFPA) 2002, τα µισά από τα νέα περιστατικά λοιµώξεων εντοπίζονται µεταξύ νέων ατόµων ηλικίας 15-24 ετών, πολλά από τα οποία δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ενηµέρωσης ή πρόληψης και εξακολουθούν να τελούν εν αγνοία της επιδηµίας και των τρόπων µε τους οποίους µπορούν να προστατευθούν από αυτήν. Το HIV/AIDS συµβάλλει επίσης στην επιβράδυνση της οικονοµικής ανάπτυξης και δραστηριότητας στις χώρες που πλήττονται σε µεγαλύτερο βαθµό, καθώς το παραγωγικό ανθρώπινο δυναµικό µαστίζεται από τη µολυσµατική νόσο. PR\514370.doc 2/9 APP/3640/B
Οι αναγκαίες αποτελεσµατικές στρατηγικές για την καταπολέµηση της επιδηµίας HIV/AIDS περιλαµβάνουν έναν συνδυασµό θεραπείας, εκπαίδευσης και πρόληψης. Οι εν λόγω στρατηγικές πρέπει να υπερβούν τα όρια της ιατρικής και της υγειονοµικής περίθαλψης, και να συµπεριλάβουν τις τοπικές κοινωνίες. Πέραν όλων, επιτακτική ανάγκη αποτελεί η ανάληψη δεσµεύσεων από την πολιτική ηγεσία για τον αγώνα αυτό. Καταπολέµηση των ασθενειών που οφείλονται στη φτώχεια Ο έκτος αναπτυξιακός στόχος της χιλιετηρίδας αφορά την καταπολέµηση του HIV/AIDS, της ελονοσίας και άλλων ασθενειών. Προβλέπει συγκεκριµένους στόχους για τη συχνότητα του HIV/AIDS και της ελονοσίας, αναφέρεται δε επίσης ρητώς στη φυµατίωση. Στις τρεις αυτές ασθένειες εστιάζεται επίσης µια νέα, σηµαντική πρωτοβουλία µε συµµετοχή πολλών οργανισµών, το Παγκόσµιο Ταµείο για το HIV/AIDS, τη φυµατίωση και την ελονοσία. Κατά τη δεύτερη τακτική σύνοδο της συνέλευσής τους που διοργανώθηκε στις 10-12 Ιουλίου 2003 στο Μαπούτο της Μοζαµβίκης, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Αφρικανικής Ένωσης αφιέρωσαν ειδική σύνοδο για την αναθεώρηση και τη συζήτηση της τρέχουσας κατάστασης όσον αφορά το HIV/AIDS, τη φυµατίωση, την ελονοσία και άλλες συναφείς µολυσµατικές νόσους στην Αφρική. Επανέλαβαν τη δέσµευσή τους για την επίτευξη των στόχων που είχαν θέσει όσον αφορά τη χρηµατοδότηση του τοµέα της υγείας στα κράτη τους και ανέλαβαν νέα δέσµευση για την επίτευξη του στόχου διάθεσης του 15% του εθνικού προϋπολογισµού για την υγεία. Προκειµένου να είναι βιώσιµες, οι πρωτοβουλίες για την καταπολέµηση των ασθενειών που οφείλονται στη φτώχεια στις χώρες ΑΚΕ πρέπει να εντάσσονται στα εθνικά ενδεικτικά προγράµµατα (ΕΕΠ) των χωρών και τα περιφερειακά ενδεικτικά προγράµµατα (ΠΕΠ), καθώς και στον κοινωνικό τοµέα της συνεργασίας εντός της οµάδας των χωρών ΑΚΕ του 9 ου ΕΤΑ. Οι δραστηριότητες στο πλαίσιο αυτών των πρωτοβουλιών θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να απευθύνονται στις µειονεκτούσες και ευάλωτες οµάδες, όπως είναι οι γυναίκες, η νεολαία και τα παιδιά, µέσω: - προγραµµάτων ενηµέρωσης, εκπαίδευσης και επικοινωνίας, λαµβάνοντας υπόψη τις κοινωνικές, υγειονοµικές, οικονοµικές και πολιτισµικές παραµέτρους των πληθυσµών - της ανάπτυξης υπηρεσιών που θα βελτιώσουν την πρόσβαση στην πρωτοβάθµια περίθαλψη - της χάραξης πολιτικής και του προσδιορισµού προτεραιοτήτων που θα αποτελούν πολιτική δέσµευση για την καταπολέµηση των ασθενειών που οφείλονται στη φτώχεια - της βελτίωσης της συνεργασίας µε αναπτυξιακούς εταίρους και διεθνείς οργανισµούς, µε αποκλειστικό στόχο την καταπολέµηση των ασθενειών που οφείλονται στη φτώχεια και τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε οικονοµικά προσιτά αναγκαία φάρµακα και προϊόντα υγείας, καθώς και σε υγιεινό πόσιµο νερό, και - της στήριξης δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης που εξετάζουν συναφή µε τις ασθένειες που οφείλονται στη φτώχεια ζητήµατα στις χώρες ΑΚΕ. PR\514370.doc 3/9 APP/3640/B
ιεθνείς πρωτοβουλίες Η παγκόσµια στρατηγική στον τοµέα της υγείας για το HIV/AIDS 2003 2007 της Παγκόσµιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ), τονίζει τον πλούτο των γνώσεων και των εµπειριών που απέδωσαν οι άνω των 20 ετών προσπάθειες που καταβλήθηκαν σε παγκόσµιο επίπεδο για την αντιµετώπιση του HIV/AIDS, δηλαδή την επάρκεια της γνώσης σχετικά µε τους τρόπους πρόληψης της µόλυνσης από τον ιό HIV και τους παράγοντες που υποθάλπουν τη διάδοσή της. Από τα διδάγµατα που έχουν αποκοµισθεί, οι ακόλουθες είναι ορισµένες από τις πλέον αποτελεσµατικές παρεµβάσεις για την καταπολέµηση του HIV/AIDS: η σθεναρή κρατική στάση αποφέρει τις πλέον αποτελεσµατικές εθνικές πρωτοβουλίες για την καταπολέµηση του HIV/AIDS η επένδυση στην πρόληψη, στη θεραπεία και στη µέριµνα σήµερα αποτρέπει υψηλότερο κόστος σε ανθρώπινο δυναµικό και χρηµατοοικονοµικούς πόρους στο µέλλον οι ευρείες εκστρατείες ενηµέρωσης του κοινού (οι οποίες περιλαµβάνουν ανοικτό διάλογο σχετικά µε τη σεξουαλική συµπεριφορά και τη χρήση ναρκωτικών ουσιών) συµβάλλουν στην αντιµετώπιση της άρνησης και οδηγούν στον περιορισµό της διάδοσης του ιού HIV η ευρεία διάθεση προφυλακτικών, αποστειρωµένων συριγγών και άλλων προϊόντων, περιορίζει τον κίνδυνο και το ποσοστά µόλυνσης τα αυστηρά προγράµµατα ελέγχου των σεξουαλικά µεταδιδόµενων ασθενειών έχουν ως αποτέλεσµα τον περιορισµό των περιπτώσεων µόλυνσης από τον ιό HIV η ορθολογική και αποτελεσµατική χρήση φαρµάκων κατά των ρετροϊών και άλλων συναφών µε το HIV αγωγών έχει ως αποτέλεσµα το σηµαντικό περιορισµό της θνησιµότητας και της νοσηρότητας λόγω του HIV/AIDS τα εθνικά στρατηγικά σχέδια για το HIV/AIDS συµβάλλουν στην κατάρτιση αποτελεσµατικών εθνικών και πολυτοµεακών δράσεων, καθώς και στη βελτιστοποίηση της αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναµικού και των χρηµατοοικονοµικών πόρων τα επιδηµιολογικά δεδοµένα και τα στοιχεία σχετικά µε τους τρόπους συµπεριφοράς είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη και την παρακολούθηση εθνικών στρατηγικών σχεδίων για το HIV/AIDS η ουσιαστική συνεργασία µεταξύ κυβερνήσεων, επαγγελµατιών που δραστηριοποιούνται στον τοµέα της υγείας, φορέων του HIV/AIDS, ευάλωτων οµάδων, τοπικών κοινοτήτων και µη κυβερνητικών οργανώσεων αποδίδουν δυναµικές δράσεις σε εθνικό και τοπικό επίπεδο και οι νόµοι και οι πολιτικές που αντιτάσσονται στο στιγµατισµό και στις διακρίσεις εις βάρος των φορέων του HIV/AIDS και των ευάλωτων πληθυσµών, περιορίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδηµίας και ενισχύουν τις προσπάθειες για την πρόληψη, την προαγωγή της υγείας, τη θεραπεία και την περίθαλψη. Για την επίτευξη όλων αυτών των στόχων είναι σηµαντικό να προσδιορισθούν φραγµοί, όπως η ελλιπής µόρφωση, η έλλειψη πρόσβασης σε περίθαλψη, η ανισότητα των δύο φύλων, η αρνητική πολιτισµική στάση, ο στιγµατισµός και οι διακρίσεις, που στο σύνολό τους πρέπει να PR\514370.doc 4/9 APP/3640/B
αντιµετωπισθούν µε αποφασιστικότητα. Ορισµένα από τα ως άνω ζητήµατα αποτελούν επίσης βασικούς παράγοντες στην καταπολέµηση και άλλων ασθενειών που οφείλονται στη φτώχεια πέραν του HIV/AIDS. Όπως και άλλες αναπτυσσόµενες χώρες, πολλές από τις χώρες ΑΚΕ χρήζουν επειγόντως πρόσβασης σε οικονοµικώς προσιτά βασικά φάρµακα για τη θεραπεία µεταδοτικών ασθενειών και εξαρτώνται σε πολύ µεγάλο βαθµό από τις εισαγωγές αυτών των φαρµάκων. Σχετικά µε αυτό το ζήτηµα, το Συµβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ενέκρινε στις 26 Μαΐου 2003, κανονισµό (ΕΚ αριθ. ) µε στόχο την ενθάρρυνση της φαρµακευτικής βιοµηχανίας να παρέχει βασικά φάρµακα για την καταπολέµηση του HIV/AIDS, της ελονοσίας και της φυµατίωσης σε µειωµένη τιµή υπέρ των φτωχότερων χωρών. Επίσης, ο κανονισµός προβλέπει µέτρα διασφάλισης για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισµού που θα µπορούσε να προκαλέσει η επανεισαγωγή αυτών των φαρµάκων στην αγορά της ΕΕ. Επίσης, τον Ιούνιο του 2003, η οµάδα κρατών ΑΚΕ ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χρηµατοδοτήσει από πόρους των χωρών ΑΚΕ, πρόγραµµα υπό την επωνυµία «Συνεργασία EΚ/ΑΚΕ/ΠΟΥ σχετικά µε τις πολιτικές στον τοµέα της φαρµακευτικής βιοµηχανίας στις χώρες ΑΚΕ», ύψους 25 εκατοµµυρίων ευρώ. Ο γενικός στόχος του προγράµµατος συνίσταται στην κάλυψη του χάσµατος µεταξύ των δυνατοτήτων που θα µπορούσαν να παράσχουν τα βασικά φάρµακα και της πραγµατικότητας ότι για εκατοµµύρια κατοίκων των χωρών ΑΚΕ, τα φάρµακα δεν είναι διαθέσιµα, οικονοµικά προσιτά ή ασφαλή ούτε χρησιµοποιούνται κατά το δέοντα τρόπο. Η συµφωνία χρηµατοδότησης για το συγκεκριµένο πρόγραµµα υπεγράφη από κοινού. Στις 30 Αυγούστου 2003, το Συµβούλιο TRIPS του ΠΟΕ έλαβε µια απόφαση η οποία φαίνεται να θέτει τέλος στη διετή στασιµότητα στο θέµα της πρόσβασης σε φάρµακα στις φτωχές χώρες. Ωστόσο, θα πρέπει να επισηµανθεί ότι, παρ όλο που τα φάρµακα κοινόχρηστης ονοµασίας συµβάλλουν στη µείωση των τιµών, οι περισσότεροι παραγωγοί φαρµάκων κοινόχρηστης ονοµασίας οφείλουν να αναµένουν τη ανάλωση του δικαιώµατος ευρεσιτεχνίας (πλην των περιπτώσεων στις οποίες τους χορηγείται αναγκαστική άδεια) προτού να είναι σε θέση να δροµολογήσουν την παραγωγή αυτών των φαρµάκων και να προσφέρουν χαµηλότερες τιµές στους καταναλωτές. Αυτό θα εξακολουθήσει να ισχύει για πολλά φάρµακα που κυκλοφορούν στην αγορά, καθώς και για πολλά νέα φάρµακα. Αναπαραγωγική υγεία και ανάπτυξη Η βελτίωση της αναπαραγωγικής υγείας αποτελεί µέσο για τη βιώσιµη ανάπτυξη, καθώς και δικαίωµα του ανθρώπου. Οι επενδύσεις στην αναπαραγωγική υγεία σώζουν ζωές και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής, αναχαιτίζουν τη διάδοση του HIV/AIDS και προάγουν την ισότητα των δύο φύλων. Ο όρος «αναπαραγωγική υγεία» καλύπτει όλους τους τοµείς που άπτονται της αναπαραγωγής, από τη σεξουαλική υγεία έως την επιλογή συντρόφου, την επιλογή της κατάλληλης χρονικής στιγµής και του αριθµού των µελών της οικογένειας. PR\514370.doc 5/9 APP/3640/B
Η διεθνής διάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη (ICPD) που διοργανώθηκε το 1994 στο Κάιρο, όρισε ότι η ολοκληρωµένη αναπαραγωγική υγεία περιλαµβάνει τρία αλληλένδετα στοιχεία: εθελοντικές υπηρεσίες αντισύλληψης και οικογενειακού προγραµµατισµού υπηρεσίες προγεννητικού ελέγχου, ασφαλών αµβλώσεων, τοκετού, καθώς και υπηρεσίες µετά τον τοκετό και την άµβλωση υπηρεσίες για την πρόληψη, τη διάγνωση και τη θεραπεία σεξουαλικά µεταδιδόµενων µολυσµατικών ασθενειών, συµπεριλαµβανοµένου του HIV/AIDS. Πολλά προβλήµατα που η διεθνής κοινότητα κρίνει ότι χρήζουν άµεσης αντιµετώπισης, οφείλονται στην παραµέληση των δικαιωµάτων της αναπαραγωγής και της αναπαραγωγικής και σεξουαλικής υγείας. Σε αυτά περιλαµβάνονται: η βία λόγω φύλου το HIV/AIDS η µητρική θνησιµότητα η εγκυµοσύνη στην εφηβική ηλικία τα εγκαταλελειµµένα παιδιά η ταχεία αύξηση του πληθυσµού Σαφείς είναι οι δεσµοί που συνδέουν την εξάλειψη της φτώχειας και την αναπαραγωγική υγεία, γεγονός που συνεπάγεται ότι η µείωση της φτώχειας θα πρέπει να κατέχει σηµαίνουσα θέση µεταξύ όλων των µέτρων της αναπτυξιακής πολιτικής. Η βελτίωση της βασικής ιατροφαρµακευτικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης µπορεί να έχει ως αποτέλεσµα τη βελτίωση της υγείας σε επίπεδο ατόµου και οικογένειας, την πιο αποτελεσµατική αξιοποίηση των υγειονοµικών υπηρεσιών, καθώς και τη βελτίωση του οικογενειακού προγραµµατισµού και τον περιορισµό των σεξουαλικά µεταδιδόµενων ασθενειών. ιεθνής πολιτική Η διεθνής διάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη (ICPD) που διοργανώθηκε το 1994 στο Κάιρο, αποτελεί ορόσηµο στην ιστορία του πληθυσµού και της ανάπτυξης, καθώς και στην ιστορία των δικαιωµάτων των γυναικών. Το πρόγραµµα δράσης που υιοθέτησαν οµόφωνα 179 χώρες, αποτελεί σχέδιο µε εικοσαετή χρονικό ορίζοντα. Αυτό το πρόγραµµα δράσης είναι ουσιώδες για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετηρίδας (βλ. επόµενη σελίδα). Το πρόγραµµα δράσης εφιστά επίσης την προσοχή σε άλλες σηµαντικές πτυχές που διαδραµατίζουν σηµαντικό ρόλο στην επίτευξη της βιώσιµης ανάπτυξης: στην υγεία γενικά, στην ισότητα των φύλων, στη χειραφέτηση των γυναικών, στην εκπαίδευση, στη µετανάστευση και στην έρευνα. Τα αποτελέσµατα της εν λόγω διάσκεψης αντανακλούν την κατανόηση του γεγονότος ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες είναι αλληλένδετοι και έχουν µεταξύ τους αµοιβαίες επιπτώσεις, καθώς και επιπτώσεις στην οικονοµία, στο περιβάλλον, στις κοινωνικές δοµές και στην ποιότητα ζωής γενικότερα. PR\514370.doc 6/9 APP/3640/B
Στο πρόγραµµα δράσης διατυπώνονται ορισµένες ειδικές συστάσεις και στόχοι που οφείλουν να επιτευχθούν. Ορισµένοι από τους γενικότερους στόχους είναι οι εξής: - οι κυβερνήσεις οφείλουν να θέσουν ως στόχο τη διάθεση του 0,7% του ΑΕγχΠ για την παροχή αναπτυξιακής βοήθειας και την αύξηση των κονδυλίων του προϋπολογισµού για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη - οι ΜΚΟ και οι τοπικοί φορείς που είναι σε θέση να συνεισφέρουν, πρέπει να συµµετάσχουν στη διαδικασία της χάραξης πολιτικής Συµφωνία χρηµατοδότησης Το πρόγραµµα δράσης ορίζει τους χρηµατοδοτικούς πόρους, τόσο εγχώριους όσο και συνεισφορές χορηγών βοήθειας, που απαιτούνται για την υλοποίηση της δέσµης µέτρων για τον πληθυσµό και την αναπαραγωγική υγεία κατά τα προσεχή 20 έτη. Εκτιµάται ότι η εφαρµογή αυτών των προγραµµάτων παγκοσµίως θα απαιτήσει 17 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2000 (άρθρο 13 παράγραφος 15 του προγράµµατος δράσης ICPD). Οι προβλεπόµενες δαπάνες αναµένεται να καλυφθούν κατά τα δύο τρίτα από εγχώριους πόρους, ανερχόµενες συνολικά σε 11,3 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2000. Ένα τρίτο των συνολικών δαπανών προβλέπεται να καλυφθούν από διεθνείς χορηγούς βοήθειας (άρθρο 13 παράγραφος 16 του προγράµµατος δράσης ICPD). Αυτοί οι εξωτερικοί πόροι προβλέπεται να ανέλθουν σε 5,7 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2000 και σε 6,1 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2005. (Άρθρο 14 παράγραφος 11 του προγράµµατος δράσης ICPD) Οι στόχοι διάθεσης πόρων της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη (ICPD) Απαιτούµενη χρηµατοδοτικοί πόροι για την περίοδο 2000-2015 σε δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ Έτος Εγχώριοι πόροι Εξωτερικοί πόροι Συνολικοί πόροι 2000 11,3 5,7 17,0 2005 12,4 6,1 18,5 2010 13,7 6,8 20,5 2015 14,5 7,2 21,7 Πηγή: Πρόγραµµα δράσης της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη (ICPD), 5-13 Σεπτεµβρίου 1994 (άρθρο 13 παράγραφος 15 και άρθρο 14 παράγραφος 11) Ανάγκες που δεν εξυπηρετούνται και ελλιπής χρηµατοδότηση PR\514370.doc 7/9 APP/3640/B
Από το 1994 και ύστερα, οι αναπτυγµένες χώρες κατέβαλλαν προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη. Πράγµατι, η συνολική χρηµατοδότηση από τις αναπτυγµένες χώρες αυξήθηκε από 1,37 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ το 1995 σε 1,59 δισεκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ το 2000. Επιπλέον, πολλές χώρες-χορηγοί βοήθειας αναθεώρησαν ευνοϊκά τις πολιτικές τους για τη σεξουαλική και την αναπαραγωγική υγεία σύµφωνα µε τους στόχους της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη. Ωστόσο, οι γενικές θετικές τάσεις µετά τη διεθνή διάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη φαίνεται να φθίνουν ή ακόµη και να αντιστρέφονται. Το 2000, δεν επιτεύχθηκαν οι συµφωνηθέντες στόχοι της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη όσον αφορά το επίπεδο κινητοποίησης πόρων. 1. Οι συνεισφορές των χωρών-χορηγών βοήθειας για διεθνείς δραστηριότητες στον τοµέα του πληθυσµού ανήλθαν µόλις στο 28% του στόχου των 5,7 δισεκατοµµυρίων δολαρίων ΗΠΑ για το 2000. 2. Οι συνεισφορές από το σύστηµα των Ηνωµένων Εθνών, των ιδρυµάτων, των αναπτυξιακών τραπεζικών δανείων κλπ. ανήλθαν στο 17,6% του στόχου της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη για το 2000. 3. Γενικά, οι συνολικές δαπάνες για τον πληθυσµό (συµπεριλαµβανοµένων των τραπεζικών δανείων και του συστήµατος των Ηνωµένων Εθνών) το 2000, δεν καλύπτουν ούτε κατά το ήµισυ το στόχο της διεθνούς διάσκεψης των Ηνωµένων Εθνών για τον πληθυσµό και την ανάπτυξη για το εν λόγω έτος (45,6%). Πολιτική της ΕΕ εδοµένης της ελλιπούς χρηµατοδότησης, η ΕΕ και τα κράτη µέλη για να συµβάλουν στην αναπτυξιακή βοήθεια θα πρέπει να θέσουν ως στόχο το 0,7% του ΑΕγχΠ. Στυλοβάτη της συνεργασίας της ΕΕ µε τις 77 χώρες ΑΚΕ αποτελεί το Ευρωπαϊκό Ταµείο Ανάπτυξης (ΕΤΑ). Η συµφωνία της Κοτονού (2000) θέτει τα θεµέλια για τα πέντε ετήσιας διάρκειας χρηµατοδοτικά πρωτόκολλα του 9ου ΕΤΑ (2002-2006). Πρέπει να τονισθεί ότι η ΕΕ και οι χώρες ΑΚΕ, µέσω της Επιτροπής και της Γ Ανάπτυξη, προέβησαν σε χειρονοµία καλής θελήσεως προς το UNFPA και την ιεθνή Οµοσπονδία Προγραµµατισµένης Τεκνοποιίας (IPPF), αναλαµβάνοντας να καλύψουν το κενό που δηµιούργησε η πολιτική της Πόλης του Μεξικού. Αυτή η στήριξη στον τοµέα της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και των συναφών δικαιωµάτων πρέπει να ενισχυθεί τόσο από το 9ο όσο και από τα µελλοντικά ΕΤΑ. Γενικά, η αναπαραγωγική υγεία δεν προσδιορίσθηκε ως τοµέας προτεραιότητας στα έγγραφα εθνικής στρατηγικής (ΕΕΣ) των χωρών ΑΚΕ. Κατά συνέπεια, οι πόροι που διατίθενται για την αναπαραγωγική υγεία είναι ελάχιστοι ή ανύπαρκτοι και οι χώρες ΑΚΕ στερούνται ενός από τα απαραίτητα µέσα για την αντιµετώπιση της φτώχειας. Από την άποψη της οικονοµικής προσιτότητας και αποδοτικότητας, υπάρχει σαφές πεδίο για επενδύσεις στη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία: έχει διαπιστωθεί ότι οι υπηρεσίες οικογενειακού προγραµµατισµού αποτελούν τις πλέον αποδοτικές ως προς το κόστος παρεµβάσεις που είναι διαθέσιµες για τον PR\514370.doc 8/9 APP/3640/B
περιορισµό της µητρικής και της βρεφικής θνησιµότητας 1, οι δε επενδύσεις για την πρόληψη των σεξουαλικά µεταδιδόµενων ασθενειών, συµπεριλαµβανοµένου του HIV/AIDS, σώζουν χιλιάδες ζωές. Συνεπώς, η υγεία και η αναπαραγωγική υγεία πρέπει να αναδειχθούν σε προτεραιότητες των προγραµµάτων των χωρών, ώστε να καταστεί δυνατή η διάθεση πόρων για αυτούς τους τοµείς. Ένας τρόπος αντιµετώπισης του προβλήµατος συνίσταται στην ενεργό συµµετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην κατάρτιση και στην εφαρµογή των εγγράφων εθνικής στρατηγικής, ώστε να διασφαλισθεί η δέουσα αντιµετώπιση των αναγκών του πληθυσµού στον τοµέα της αναπαραγωγικής υγείας. Ένα νέο µέσο αποτελεί ο κανονισµός σχετικά µε τη στήριξη των πολιτικών και των δράσεων που αφορούν την αναπαραγωγή και τη σεξουαλική ζωή και τα συναφή δικαιώµατα στις αναπτυσσόµενες χώρες (COM(2003) 1567). 1 Το µέσο κόστος για την παροχή βασικών υπηρεσιών οικογενειακού προγραµµατισµού σε άτοµα που ζουν σε αναπτυσσόµενες χώρες ανέρχεται περίπου σε 20 έως 25 δολάρια ΗΠΑ ετησίως. Αυτές οι χαµηλού κόστους υπηρεσίες δίνουν λύση σε ένα ευρύ φάσµα αναπαραγωγικών προβληµάτων. PR\514370.doc 9/9 APP/3640/B