ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Σχετικά έγγραφα
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. της 4ης Μαρτίου 2004.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2010 (OR. en) 11160/4/10 REV 4. Διοργανικός φάκελος: 2007/0152 (COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14796/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0078 (NLE) SOC 818 ME 8 COWEB 155

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΙ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

13036/3/11 REV 3 ADD 1 ΔΠ,ΠΜ/ρα,ακι 1 DG H 1B

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

14797/12 IKS/nm DG B4

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14798/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0076 (NLE) SOC 820 NT 29

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Transcript:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 16.12.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέµα: Αναφορά 0895/2011, του Anthony Webb, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά µε την άρνηση χορήγησης επιδόµατος αιτούντος εργασία στη Φινλανδία σύµφωνα µε τον κανονισµό 883/2004/ΕΚ για τον συντονισµό των συστηµάτων κοινωνικής ασφάλειας 1. Περίληψη της αναφοράς Η παρούσα αναφορά ασχολείται µε το κατά πόσο η Φινλανδία έχει µεταφέρει ορθώς στο δίκαιό της τον κανονισµό 883/2004/ΕΚ της ΕΕ και εάν τον εφαρµόζει όπως πρέπει. Ο βρετανός αναφέρων εργάσθηκε ως αυτοαπασχολούµενος από τον Ιούνιο ως τον εκέµβριο του 2010. Εγγράφηκε ως αιτών εργασία τον Ιανουάριο του 2011. Το γραφείο απασχόλησης έκανε δεκτή την αίτησή του µολονότι ο αναφέρων, σύµφωνα µε την πάγια θέση του Οργανισµού Κοινωνικής Ασφάλισης από την έναρξη της υπόθεσης έως σήµερα, δεν πληροί τα κριτήρια µόνιµης κατοικίας. Το γεγονός αυτό παραπέµπει, κατά τα φαινόµενα, σε άσκηση διακρίσεων µεταξύ των φινλανδών κατοίκων και των πολιτών άλλων κρατών µελών που έχουν µεταναστεύσει στη Φινλανδία. 2. Παραδεκτό Χαρακτηρίσθηκε παραδεκτή στις 5 εκεµβρίου 2011. Η Επιτροπή κλήθηκε να παράσχει πληροφορίες (άρθρο 216, παράγραφος 6, του Κανονισµού). 3. Απάντηση της Επιτροπής, που ελήφθη στις 16 Μαρτίου 2012 Ο αναφέρων είναι βρετανός πολίτης που διαµένει στη Φινλανδία από τον Μάρτιο 2010. Ο αναφέρων εργάστηκε ως αυτοαπασχολούµενος από τον Ιούνιο ως τον εκέµβριο του 2010. Μετά το πέρας των δραστηριοτήτων του, ο αναφέρων εγγράφηκε ως αιτών εργασία στη Φινλανδία. Ο φινλανδικός οργανισµός κοινωνικής ασφάλισης, KA, αρνήθηκε να τον CM\1044179.doc PE485.953v03-00 Eνωµένη στην πολυµορφία

εντάξει στο φινλανδικό σύστηµα ασφάλισης. Η άποψη του KA, η οποία δεν έχει µεταβληθεί από την έναρξη της υπόθεσης έως σήµερα, είναι ότι ο αναφέρων δεν πληροί τα κριτήρια µόνιµης κατοικίας, γεγονός που δείχνει να παραπέµπει σε άσκηση διακρίσεων µεταξύ των φινλανδών κατοίκων και των πολιτών άλλων κρατών µελών που έχουν µεταναστεύσει στη Φινλανδία.. Οι παρατηρήσεις της Επιτροπής Με βάση την αρχική ανάλυση φαίνεται ότι, δυνάµει του φινλανδικού νόµου αριθ. 1573/1993, επιτρέπεται αυτοµάτως στους φινλανδούς υπηκόους να εντάσσονται στο φινλανδικό σύστηµα ασφάλισης µετά την επιστροφή τους ή άφιξή τους στη Φινλανδία. Οι µη φινλανδοί υπήκοοι κρατών µελών της ΕΕ που είναι εγκατεστηµένοι στη Φινλανδία πρέπει να πληρούν επιπλέον όρους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι παρόµοιες ρυθµίσεις δεν συνάδουν µε τους κανονισµούς (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009, όπως αυτοί έχουν ερµηνευτεί από το ικαστήριο στη νοµολογία του επί της πρόσβασης στις παροχές κοινωνικής ασφάλισης 1. Το άρθρο 4 του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 δεν επιτρέπει οποιαδήποτε άµεση ή έµµεση διάκριση λόγω ιθαγένειας από το αρµόδιο κράτος µέλος. Αποτελεί πάγια τακτική της Επιτροπής να έρχεται σε επαφή µε τις αρχές του σχετικού κράτους µέλους προκειµένου να ζητήσει πληροφορίες ή να αναζητήσει λύσεις σε προβλήµατα. Μόνο κατ αυτόν τον τρόπο µπορούν να επιβεβαιωθούν όλες οι πτυχές της πραγµατικής και νοµικής κατάστασης και να εξαχθούν ορθά συµπεράσµατα. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία τον Φεβρουάριο του 2012 2. Οι φινλανδικές αρχές όφειλαν να απαντήσουν στην Επιτροπή εντός 10 εβδοµάδων. Συµπέρασµα Με βάση την αρχική ανάλυση, η Επιτροπή εκτιµά ότι οι προϋποθέσεις υπαγωγής στο φινλαδικό σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης που απαιτεί το εθνικό δίκαιο, εισάγουν διακρίσεις ανάµεσα σε Φινλανδούς και σε λοιπούς υπηκόους κρατών µελών της ΕΕ. Τον Φεβρουάριο του 2012, η Επιτροπή ζήτησε από τις φινλανδικές αρχές να µεριµνήσουν, χωρίς καθυστέρηση, για την ορθή εφαρµογή του κανονισµού (EΚ) αριθ. 883/2004 και, συγκεκριµένα, να διασφαλίσουν την αρχή της ίσης µεταχείρισης. Η Επιτροπή επρόκειτο να αποφασίσει σχετικά µε τα επόµενα µέτρα λαµβάνοντας υπόψη την απόκριση των φινλανδικών αρχών (που αναµενόταν περί τα τέλη Απριλίου 2012). Επειδή η δράση της Επιτροπής δεν µπορεί να αντικαταστήσει τις νοµικές δράσεις σε εθνικό επίπεδο που ενδέχεται να είναι απαραίτητες προκειµένου να διασφαλιστούν τα δικαιώµατα του πολίτη, υποδείχθηκε στον αναφέροντα να παρακολουθεί προσεκτικά τις προθεσµίες εντός των οποίων θα µπορούσε να κινηθεί σύµφωνα µε τις εθνικές διαδικασίες. 4. Απάντηση της Επιτροπής (ΑΝΑΘ), που ελήφθη στις 28 Σεπτεµβρίου 2012 Η Επιτροπή ήρθε σε επαφή µε τις φινλανδικές αρχές υποβάλλοντας επίσηµο αίτηµα για 1 Βλέπε υποθέσεις C-90/97 Swaddling (1999, σ. I-1075) και, τηρουµένων των αναλογιών, υποθέσεις C-102/91 Knoch (1992, σ. I-4341) και 76/76 Di Paolo (1977, σ. 315). 2 Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. http://ec.europa.eu/eu_law/infringements/application_monitoring_en.htm. PE485.953v03-00 2/6 CM\1044179.doc

παροχή πληροφοριών σχετικά µε τη φινλανδική νοµοθεσία. Οι φινλανδικές αρχές απάντησαν στις 12.4.2012 παρουσιάζοντας λεπτοµερή αξιολόγηση της υπόθεσης του αναφέροντος, καθώς και τις διατάξεις του εθνικού δικαίου. Η Επιτροπή ενηµερώθηκε επίσης ότι, εν τω µεταξύ, ο KA εξέδωσε κάρτα ασφάλισης στον αναφέροντα, ο οποίος εντάχθηκε στο σύστηµα κοινωνικής ασφάλειας της Φινλανδίας τον Ιανουάριο 2012. Όσον αφορά τη φινλανδική νοµοθεσία και συγκεκριµένα τον νόµο αριθ. 1573/1993, το Υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων και Υγείας διευκρίνισε ότι τα άτοµα που έρχονται στη Φινλανδία δεν µπορούν να υπαχθούν στο σύστηµα κοινωνικής ασφάλειας βάσει της φινλανδικής ιθαγένειας. Ακόµα και οι φινλανδοί υπήκοοι που έρχονται από το εξωτερικό οφείλουν να αποδείξουν την πρόθεση τους να διαµείνουν µόνιµα στη χώρα µε αντικειµενικά αποδείξιµα περιστατικά. Η εθνική διάταξη που προβλέπει ότι ένα άτοµο µπορεί να θεωρηθεί ότι έχει µεταβεί και διαµένει µόνιµα στη Φινλανδία εφόσον έχει «φινλανδική καταγωγή» αναφέρεται σε οµογενείς Φινλανδούς, οι οποίοι διέµεναν στην πρώην Σοβιετική Ένωση και οι οποίοι έλαβαν άδεια µόνιµης διαµονής, όταν αποφάσισαν να έρθουν στη Φινλανδία (Φινλανδοί Ingrian). Το ποιοι εµπίπτουν σε αυτή τη ρύθµιση προσδιορίζεται στην ενότητα 2α(10) του νόµου περί κοινωνικής ασφάλειας. Η διάταξη αυτή άρα αφορά µεν µικρό αριθµό ατόµων που διέµεναν στην πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά εισάγει διακρίσεις µεταξύ Φινλανδών και υπηκόων άλλων χωρών. Όσον αφορά το ζήτηµα του καθεστώτος του αναφέροντος ως µισθωτού και αυτοαπασχολούµενου στη Φινλανδία, υπενθυµίζεται ότι, στο πεδίο της κοινωνικής ασφάλειας, το δίκαιο της ΕΕ προβλέπει µόνο τον συντονισµό των συστηµάτων κοινωνικής ασφάλειας των κρατών µελών. Αυτό σηµαίνει ότι κάθε κράτος µέλος δύναται να καθορίζει ελεύθερα τις λεπτοµέρειες του οικείου συστήµατος κοινωνικής ασφάλειας, συµπεριλαµβανοµένου του είδους των χορηγούµενων παροχών, των προϋποθέσεων επιλεξιµότητας, του τρόπου υπολογισµού αυτών των παροχών και του ύψους των καταβαλλόµενων εισφορών. Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριµένα ο κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 883/2004, δεν προβλέπει δικαίωµα επί των παροχών κοινωνικής ασφάλειας, αλλά θεσπίζει απλώς κοινούς κανόνες και αρχές που οφείλουν να τηρούν όλες οι εθνικές αρχές κατά την εφαρµογή του εθνικού τους δικαίου. Αυτοί οι κανόνες διασφαλίζουν ότι η εφαρµογή των διαφόρων εθνικών νοµοθεσιών σέβεται τις βασικές αρχές της ίσης µεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων. Ο κανονισµός περιέχει διατάξεις περί σύγκρουσης δικαιικών διατάξεων για τον προσδιορισµό του κράτους µέλους που είναι υπεύθυνο για την κοινωνική ασφάλεια των προσώπων που µετακινούνται εντός της ΕΕ. Βάσει των εν λόγω διατάξεων, οι µισθωτοί και οι αυτοαπασχολούµενοι υπόκεινται στη νοµοθεσία του κράτους στο οποίο εργάζονται ως µισθωτοί ή ως αυτοαπασχολούµενοι, ενώ τα µη ενεργά άτοµα υπόκεινται στη νοµοθεσία του κράτους διαµονής τους. Η σχέση µεταξύ των διατάξεων περί σύγκρουσης δικαίων του τίτλου ΙΙ και το ζήτηµα της υπαγωγής παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη 17(α) του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, βάσει της οποίας: CM\1044179.doc 3/6 PE485.953v03-00

«Μόλις η νοµοθεσία κράτους µέλους καταστεί εφαρµοστέα σε ένα πρόσωπο σύµφωνα µε τον τίτλο ΙΙ του παρόντος κανονισµού, οι προϋποθέσεις σχετικά µε την υπαγωγή και το δικαίωµα επί των παροχών θα πρέπει να καθορίζονται από τη νοµοθεσία αυτού του κράτους µέλους τηρώντας την κοινοτική νοµοθεσία.» Αυτό σηµαίνει ότι εάν ένα άτοµο υπόκειται στη νοµοθεσία περί κοινωνικής ασφάλειας ενός δεδοµένου κράτους µέλους, βάσει της διάταξης περί σύγκρουσης δικαίων του κανονισµού δεν υπάγεται απαραίτητα στο σύστηµα κοινωνικής ασφάλειας του εν λόγω κράτους µέλους. Οι απαιτήσεις για την υπαγωγή ορίζονται στη νοµοθεσία σχετικά µε τα διάφορα καθεστώτα του εν λόγω κράτους. Εκεί βασίστηκε η έκδοση απόφασης σχετικά µε την αίτηση υπαγωγής του αναφέροντος για την περίοδο που εργαζόταν ως αυτοαπασχολούµενος. Σύµφωνα µε τον νόµο περί συντάξεων των αυτοαπασχολούµενων (αριθ. 1272/2006), οι αυτοαπασχολούµενοι έχουν την αποκλειστική ευθύνη για την οργάνωση της σύνταξης τους όπως προβλέπεται από τον νόµο. Παρά το γεγονός ότι ο αναφέρων εργάσθηκε ως αυτοαπασχολούµενος στη Φινλανδία µεταξύ Ιουνίου και εκεµβρίου 2010, δεν πληρούσε τις απαιτήσεις της νοµοθεσίας περί κοινωνικής ασφάλειας που ορίζονται στον εν λόγω νόµο για τους αυτοαπασχολούµενους, εφόσον δεν διέθετε ασφάλιση σύµφωνα µε τον νόµο περί συντάξεων των αυτοαπασχολούµενων. Κατ επέκταση, δεν είχε υπαχθεί στο σύστηµα κοινωνικής ασφάλειας ως αυτοαπασχολούµενος. Όσον αφορά την απόφαση του KA σχετικά µε τη διαµονή του αναφέροντος στη Φινλανδία, οι φινλανδικές αρχές έκαναν χρήση της διακριτικής τους ευχέρειας και αποφάσισαν λαµβάνοντας υπόψη το γενικότερο πλαίσιο. Η συνολική αξιολόγηση του KA που διεξήχθη το εκέµβριο του 2010 κατέληξε στο συµπέρασµα ότι ο αναφέρων δεν µπορούσε να θεωρηθεί µόνιµα διαµένων στη Φινλανδία κατά τη χρονική περίοδο υποβολής του αιτήµατος του, συνυπολογίζοντας το σύνολο των συνθηκών, όπως η φύση των δραστηριοτήτων, οι οικογενειακοί δεσµοί αλλά και η διάρκεια της παραµονής του. Η κατάσταση αυτή δύναται να εξεταστεί εκ νέου αργότερα, εφόσον, βάσει συνολικής αξιολόγησης, οι δεσµοί του µε τη Φινλανδία αρχίσουν να είναι ισχυρότεροι από εκείνους που διατηρεί µε κάποιο άλλο κράτος µέλος. Εν προκειµένω, το δίκαιο της ΕΕ για τον συντονισµό των συστηµάτων κοινωνικής ασφάλειας, δηλαδή οι κανονισµοί (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και 987/2009, απαιτεί προσδιορισµό της συνήθους κατοικίας του ατόµου εκ µέρους των εθνικών αρχών κατά περίπτωση. Η εν λόγω πιστοποίηση της συνήθους κατοικίας πρέπει να πραγµατοποιείται από τις εθνικές αρχές, σύµφωνα µε τα κριτήρια που έχει ορίσει το ικαστήριο (υπόθεση C-90/97 Swaddling [1999] σ. Ι-1075, σκέψη 29). Απαιτείται εξέταση όλων των πραγµατικών περιστατικών, όπως η φύση της δραστηριότητας (π.χ. σταθερότητα και διάρκεια σύµβασης εργασίας, οικογενειακή κατάσταση και δεσµοί, άσκηση µη αµειβόµενης δραστηριότητας, πηγές εισοδήµατος, στεγαστική κατάσταση, πρόθεση του ατόµου). Τέλος, ο αναφέρων έθεσε ερώτηµα σχετικά µε επίδοµα εκµάθησης της φινλανδικής γλώσσας. Το επίδοµα εκµάθησης αποτελεί κοινωνική παροχή, η οποία δεν εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 883/2004. Σύµφωνα µε το άρθρο 24 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, τα κράτη µέλη δεν είναι PE485.953v03-00 4/6 CM\1044179.doc

υποχρεωµένα να χορηγούν κοινωνικές παροχές κατά τους πρώτους τρεις µήνες της διαµονής. Η εν λόγω περίοδος δύναται να παραταθεί στην περίπτωση αιτούντων εργασία και µη ενεργών πολιτών, στους οποίους δεν έχει αναγνωρισθεί ακόµα δικαίωµα διαµονής στη Φινλανδία, σύµφωνα µε την οδηγία 2004/38/ΕΚ. Σύµφωνα µε το άρθρο 13 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, το δικαίωµα διαµονής των ενδιαφεροµένων τελεί υπό την προϋπόθεση ότι µπορούν να αποδείξουν ότι είναι µισθωτοί ή µη µισθωτοί ή ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους για τους ίδιους και τα µέλη της οικογένειάς τους, ούτως ώστε να µην επιβαρύνουν κατά τη διάρκεια της παραµονής τους το σύστηµα κοινωνικής πρόνοιας του κράτους µέλους υποδοχής, και ότι έχουν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθενείας στο κράτος µέλος υποδοχής, ή ότι είναι µέλη της ήδη συσταθείσας στο κράτος µέλος υποδοχής οικογένειας ενός προσώπου το οποίο πληροί αυτές τις προϋποθέσεις. Συνεπώς, ενώ τα κράτη µέλη δεν δύνανται να εµποδίσουν κάποιο άτοµο να διαµείνει στην επικράτεια τους, εντούτοις κατά τα πρώτα έτη της διαµονής δύνανται να περιορίσουν την πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές, εφόσον τα άτοµα που δεν εργάζονται οφείλουν να διαθέτουν επαρκείς πόρους και κάλυψη ασθενείας, ώστε να µην προσφεύγουν σε δηµόσια ταµεία στο κράτος µέλος υποδοχής. Οι προϋποθέσεις µπορεί να είναι ακόµα αυστηρότερες για επιδόµατα σπουδών, τα οποία δεν είναι υποχρεωτικό να χορηγούνται σε άτοµα που δεν διαµένουν µόνιµα στα εν λόγω κράτη µέλη, σύµφωνα µε την οδηγία 2004/38/ΕΚ. Το δικαίωµα µόνιµης διαµονής βάσει της οδηγίας αποκτάται µετά από συνεχή διαµονή πέντε ετών. Συµπέρασµα Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι οι εθνικές διατάξεις συνιστούν παράβαση του δικαίου της ΕΕ. Όσον αφορά την αξιολόγηση της συνήθους κατοικίας του αναφέροντος, η Επιτροπή δεν δύναται να εξετάσει τα πραγµατικά περιστατικά που οδηγούν τις εθνικές αρχές στα συµπεράσµατα που αφορούν τη δήλωση κατοικίας ενός ατόµου σε µεµονωµένες περιπτώσεις. Αυτά τα ζητήµατα απαιτούν τη διερεύνηση των σχετικών πραγµατικών περιστατικών που πρέπει να γίνει από τις εθνικές αρχές ή τα δικαστήρια. Εάν ο αναφέρων εκτιµά ότι τα πραγµατικά περιστατικά της υπόθεσής του δεν αξιολογήθηκαν ορθώς από τον KA, κατά την εφαρµογή της διακριτικής εξουσίας του τελευταίου, οφείλει να απευθυνθεί στις εθνικές αρχές και τα δικαστήρια. Συνεπώς, πρέπει να συστηθεί στον αναφέροντα να µεριµνήσει ώστε να µην χάσει τυχόν σχετικές προθεσµίες για την ανάληψη δράσης σύµφωνα µε τις εθνικές διαδικασίες. 5. Απάντηση της Επιτροπής (αναθ. II), που ελήφθη στις 16 εκεµβρίου 2014. Μέσω ηλεκτρονικού ταχυδροµείου στις 3 και στις 8 Οκτωβρίου 2012, ο αναφέρων υπέβαλε δύο νέα παράπονα που αφορούν, πρώτον τα κατώτατα όρια για την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης στη Φινλανδία και, δεύτερον, την συµπεριφορά ενός ιδιώτη εργοδότη. Συγκεκριµένα καταγγέλλει ότι, επειδή τα έσοδά του δεν υπερέβαιναν τα σχετικά κατώτερα όρια και επειδή η επιδότηση που έλαβε δεν θεωρήθηκε επαγγελµατικό έσοδο, δεν διέθετε κοινωνική ασφάλιση στη Φινλανδία. Καταγγέλλει επίσης ότι ιδιώτης εργοδότης απαιτούσε γνώση φινλανδικών για µια θέση εργασίας που συνίστατο στη διανοµή εφηµερίδων µεταξύ 2 και 7 το πρωί. CM\1044179.doc 5/6 PE485.953v03-00

Σχετικά µε το πρώτο ζήτηµα, δηλαδή το γεγονός της µη ασφάλισής του στην Φινλανδία εξαιτίας των κατώτατων ορίων για την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, υπενθυµίζεται ότι, στο πεδίο της κοινωνικής ασφάλειας, το δίκαιο της ΕΕ προβλέπει µόνο τον συντονισµό των συστηµάτων κοινωνικής ασφάλειας των κρατών µελών. Αυτό σηµαίνει ότι κάθε κράτος µέλος παραµένει ελεύθερο να καθορίσει τις λεπτοµέρειες του δικού του συστήµατος κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή ποιες υπηρεσίες παρέχονται, τις προϋποθέσεις επιλεξιµότητας, µε ποιον τρόπο τα εν λόγω οφέλη υπολογίζονται και µε ποιόν τρόπο οι εισφορές πρέπει να καταβληθούν. Επαφίεται στον εθνικό νοµοθέτη να ορίσει το όριο από το οποίο και έπειτα καταβάλλονται εισφορές. Παροµοίως, δεν υφίσταται εναρµόνιση των φορολογικών νοµοθεσιών στα κράτη µέλη της ΕΕ και επαφίεται στον εθνικό νοµοθέτη ο προσδιορισµός του τι συνιστά επαγγελµατικό και τι ατοµικό εισόδηµα, πάντα σε πνεύµα µη εισαγωγής διακρίσεων. Σε σχέση µε το δεύτερο ζήτηµα, περί γλωσσικών απαιτήσεων, αναγνωρίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισµού (ΕΕ) αριθ. 492/2011 που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζοµένων στο εσωτερικό της Ένωσης ότι έχουν οι εργοδότες την ευχέρεια να επιβάλουν όρους σχετικούς µε τις απαιτούµενες γλωσσικές γνώσεις λόγω της φύσεως της προς πλήρωση θέσεως εργασίας. Το ικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Υπόθεση C- 379/87 ECLI:EU:C:1989:599) έχει εντούτοις υπογραµµίσει ότι η εν λόγω διάταξη αποτελεί εξαίρεση στην αρχή της ίσης µεταχείρισης και ότι θα πρέπει να ερµηνεύεται περιοριστικά: γλωσσικές απαιτήσεις µπορούν να επιβληθούν µόνο όταν τούτο µπορεί να θεωρηθεί εύλογο και αναγκαίο λόγω της φύσεως της θέσης εργασίας. Είναι ενδεχοµένως συζητήσιµο το κατά πόσον η γνώση της φινλανδικής είναι απαραίτητη για τη διανοµή εφηµερίδων. Ο αναφέρων όµως διαµαρτύρεται για την επιβολή γλωσσικών απαιτήσεων και για την ενδεχόµενη κακή εφαρµογή ενός νόµου της ΕΕ από ιδιώτη. Η Επιτροπή δεν έχει καµία αρµοδιότητα παρέµβασης σε σχέση µε ενέργειες ιδιωτών στο πεδίο ελεύθερης κυκλοφορίας εργαζοµένων. Συνιστάται στον αναφέροντα να δώσει ενδεχοµένως συνέχεια στην εν λόγω καταγγελία απευθυνόµενος στα δικαστήρια του κράτους µέλους µε βάση τη δικονοµία του κράτους µέλους. Συµπέρασµα Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι το γεγονός της µη ασφάλισης του αναφέροντος στην Φινλανδία συνιστά παραβίαση του δικαίου της ΕΕ. Όσον αφορά τις γλωσσικές απαιτήσεις, είναι πιθανόν ότι η απαίτηση ιδιώτη εργοδότη περί γνώσης της φινλανδικής δεν συνάδει µε τα όσα προβλέπει το δίκαιο της ΕΕ. Εντούτοις, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να επιβάλει την τήρηση των κανόνων της ΕΕ σε ιδιώτες εργοδότες και παροτρύνει συνεπώς τον αναφέροντα να δώσει ενδεχοµένως συνέχεια στην εν λόγω καταγγελία προσφεύγοντας στα δικαστήρια του κράτους µέλους ή αξιοποιώντας άλλες σχετικές διαδικασίες του κράτους µέλους. PE485.953v03-00 6/6 CM\1044179.doc