ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ



Σχετικά έγγραφα
ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

3/20/2011 ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

Διατήρηση της βιοποικιλότητας: Η ανάγκη προστασίας & βασικές θεσμικές προβλέψεις

Λαναρά Θεοδώρα Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος MSc Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού

Φορέας ιαχείρισης Σαµαριάς (Λευκών Ορέων): Ένα καινούργιο πρόβληµα ή ένα καινούργιο εργαλείο;

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Προστατευόμενες Περιοχές: Διαχείριση- Φορείς

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΕΙ ΩΝ ΠΑΝΙ ΑΣ

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΣΠΟΝ ΥΛΑ ΣΤΗ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ. Αναστάσιος Λεγάκις

Φορείς ιαχείρισης: Βασικό εργαλείο ιακυβέρνησης στην εφαρµογή πολιτικών προστασίας Ι.. Παντής & Τογρίδου Σ. Α.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Γιώργος Βαβίζος Βιολόγος Eco-Consultants S.A.

Αυτορρύθμιση στις αγροτικές περιοχές/ύπαιθρος

Τάσος Λεγάκις Ζωολογικό Μουσείο Πανεπιστημίου Αθηνών ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Η ελληνική βιοποικιλότητα Ενας κρυμμένος θησαυρός. Μανώλης Μιτάκης Φαρμακοποιός Αντιπρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Εθνοφαρμακολογίας

Πίνακας Στρατηγικό όραµα της CITES:

ΔΙΚΤΥΟ ΝΑΤURA Ελενα Στυλιανοπούλου. Τμήμα Περιβάλλοντος Μάϊος 2014

Επιτροπή Περιβάλλοντος, ηµόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίµων

Ο ρόλος της Δασικής Υπηρεσίας στις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου NATURA 2000

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

Εθνικό Σχέδιο Στρατηγικής Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας για την 4η προγραµµατική περίοδο. Σχόλια του WWF Ελλάς στο 3 ο προσχέδιο Μάιος 2006

04 Νοεμβρίου ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΖΕΠ "ΦΡΑΓΜΑ ΑΧΝΑΣ "

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

Παρουσίαση θεµατικών επιπέδων γεωγραφικής πληροφορίας του Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗΣ. Ι ΑΣΚΟΥΣΑ : ρ. Μαρία Π. Θεοδωροπούλου

Θεσµικά Όργανα για την Περιβαλλοντική Πολιτική σε ιεθνές Επίπεδο

Η Περιβαλλοντική Πολιτική Στην Ελλάδα Μέσα Από Το Άρθρο 24 του Συντάγματος. Εύη Τζινευράκη Δικηγόρος

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

Διαχείριση των φυσικών πόρων και των οικοσυστημάτων Ι

d-d be6f- 7e7a2c858b73&surveylanguage=EL&serverEnv=

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΥΠΕΧΩΔΕ ΕΚΒΥ

Η Έννοια της διαχείρισης προστατευόµενων περιοχών και η εφαρµογή της (ή µη εφαρµογή της) στη χώρα µας

Η επίδραση των Κοινοτικών Οδηγιών για τη Φύση στην προστασία και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΊΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Απόθεμα Βιόσφαιρας ΠΑΡΝΩΝΑ - ΜΑΛΕΑ

«Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών ΝATURA 2000»

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ CITES

ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΥΣΗ Κατευθύνσεις για σχεδιασµό δράσεων και υποέργων. ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 9: Προστασία Φυσικού

LIFE OROKLINI. Βιοποικιλότητα και το ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ LIFE+

Βιοποικιλότητα & Αγροτικά Οικοσυστήματα

Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας

Η ποινική προστασία της άγριας ζωής

Εργαστήριο Δασικής Γενετικής και Βελτίωσης Δασοπονικών Ειδών. Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας

Η σχέση μας με τη γη ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΗΛΙΑ

Αρχές αειφορίας και διαχείρισης Βιολογία της Διατήρησης

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΡΓΟΥ ΑΡΓΟΣΤΟΛΙ 2015

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΚΑΡΛΑΣ

Εκτεταμένη Περίληψη του νομοσχεδίου για την προστασία της βιοποικιλότητας

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ «Περιβαλλοντικά Προβλήματα & Δίκαιο» ΜΑΘΗΜΑ 7

Η συμβολή του ΒΙΟ4LIFE στις πολιτικές της Ε.Ε. και της Κύπρου. Ελενα Στυλιανοπούλου Τμήμα Περιβάλλοντος

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14/11/2011. Οικογένεια Felidae Υποοικογένεια Acinonychidea Acinonyx jubatus

Ενίσχυση της συμμετοχής των τοπικών πληθυσμών στη διαχείριση των υγροτόπων: Οι κατευθυντήριες γραμμές της Σύμβασης Ραμσάρ

NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 3937/2011 Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις Άρθρο 3 Εθνικό σύστηµα προστατευόµενων περιοχών 2. Το Υπουργείο Περιβάλλοντ

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ CITES

Ε.Κ.Π.Α.Α. ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Οδηγία Πλαίσιο για τη Θαλάσσια Στρατηγική Υποχρεώσεις των κρατών μελών

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΖΕΠ "ΚΟΣΙΗ-ΠΑΛΛΟΥΡΟΚΑΜΠΟΣ

Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας

Παρουσίαση θεµατικών επιπέδων γεωγραφικής πληροφορίας του Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ)

Διαχείριση της βόσκησης αγροτικών ζώων στις προστατευόμενες περιοχές

Μητρώο Προστατευόμενων Περιοχών

Συνδ (Rev. CoP14)* Αειφορική χρήση της βιοποικιλότητας: Αρχές και Κατευθύνσεις της Αντίς Αµπέµπα

Διαχείριση περιοχών Δικτύου Natura Μαρίνα Ξενοφώντος Λειτουργός Περιβάλλοντος Τμήμα Περιβάλλοντος

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ NATURA 2000 ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ. Μαρία Φλουράκη, δικηγόρος

ΑΔΑ: ΒΕΤ9Β-ΣΧΠ. ΑΔΑ: ΑΘΗΝΑ 26 / 2 / 2013 Αρ. Πρωτ. 599/26167

Μεσογειακό Γραφείο Πληροφόρησης για το. Περιβάλλον, τον Πολιτισμό και την Αειφόρο Ανάπτυξη

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ NATURA 2000 ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Προστατευόμενεςπεριοχέςως εργαλεία διατήρησης και διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος

Α.1.1.α.2 ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΘΝΙΚΟΥ ΕΠΙΠΕ ΟΥ

Υπενθύμιση. Παγκόσμιες ημέρες αφιερωμένες στο περιβάλλον

«Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών ΝATURA 2000 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ελλάδα και την Κρήτη»

ΓΕΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ CITES

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ

ΕΡΓΩΝ ΤΑΜΙΕΥΣΗΣ ΑΡ ΕΥΤΙΚΟΥ ΝΕΡΟΥ. ρ. Ε. Σταυρινός Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίµων ιοικ. Τοµέας Κοιν. Πόρων & Υποδοµών

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Αναστασία Στρατηγέα. Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Δρ. Ε.Μ.Π., Μέλος Ε.Δ.Ι.Π. Ε.Μ.Π.

Συνδ Στρατηγικό όραμα της CITES: ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ την Απόφαση 13.1, που υιοθετήθηκε στην 13 η

αειφορία και περιβάλλον

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. του ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Άννα Καγιαμπάκη Περιβαλλοντολόγος MSc, PhD Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού

ΟΙ «ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ» ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ

Bio-Greece - NATURA 2000 ΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΚΤYΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

ΣΚΟΠΟΣ της ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ του ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση Στρατηγική ΜΠΕ Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

Μητρώο Προστατευόμενων Περιοχών

Συνδ Συνεργασία µε την Παγκόσµια Στρατηγική για τη ιατήρησης της Χλωρίδας της Σύµβασης για τη Βιοποικιλότητα

Δίκτυο NATURA 2000 στην Κρήτη: Υπηρεσίες οικοσυστημάτων αγροτικών περιοχών

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Το νερό στα καινοτόμα Προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ (SYLLABUS) ΣΕΚ περιβαλλοντική διαχείριση και προστασία των φυσικών πόρων ΕΚΔΟΣΗ 1.0. Σόλωνος 108,Τηλ Φαξ 210.

Εθνική Στρατηγική για τα Δάση/ Σχέδιο Στρατηγικής Ανάπτυξης της Δασοπονίας

II.2 ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ. ... (το όργανο θα προσδιοριστεί)

Παγκόσµια εικόνα του περιβάλλοντος Θεοδότα Νάντσου WWF Ελλάς

Το δάσος είναι ένα πολύπλοκο οικοσύστη μα η λειτουργία του οποίου επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα του εδάφους, του νερού και του αέρα.

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ CITES

Η Κυβέρνηση της Κυπριακής ημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Ελληνικής ημοκρατίας,

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΙΕ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέµα: Οι Φορείς ιαχείρισης Προστατευόµενων Περιοχών: Συγκριτική εξέταση των Εθνικών Πάρκων Ζακύνθου και Σαµαριάς. Επιβλέπων: Μπεριάτος Ηλίας Σπουδάστρια: Μπαριτάκη Χριστίνα ΑΘΗΝΑ - 2004

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία διαπραγµατεύεται το θέµα των Φορέων ιαχείρισης Προστατευόµενων Περιοχών στην Ελλάδα. Η πρακτική δηµιουργίας περιοχών µε ειδικό καθεστώς και µε σκοπό την αειφόρο ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος σε παγκόσµιο επίπεδο, αντικαθιστώντας τη λογική της αυστηρής προστασίας που περιορίζονταν στην έννοια της απαγόρευσης. Επιστηµονικές µελέτες για θέµατα περιβάλλοντος, οικοσυστηµάτων και βιοποικιλότητας ενισχύουν την άποψη αυτή και οδηγούν στη διαπίστωση ότι η οικοσυστηµική προσέγγιση µπορεί να δώσει απαντήσεις σε θέµατα αντιπαράθεσης µεταξύ προστασίας περιβάλλοντος και ανάπτυξης, καταργώντας την ουσιαστικά ανύπαρκτη αυτή αντιπαράθεση. Η Ελλάδα δεν θα µπορούσε να µείνει αµέτοχη σε αυτή τη διαδικασία. Ακολουθώντας τις διεθνείς επιταγές και εφαρµόζοντας τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις διεθνείς συµβάσεις αλλά και το εθνικό της δίκαιο, έχει ήδη προχωρήσει στη σύσταση 27 Φορέων ιαχείρισης Προστατευόµενων Περιοχών. Ο πρώτος Φορέας ιαχείρισης είναι αυτός του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, ο οποίος µαζί µε τον αντίστοιχο Φορέα του Εθνικού ρυµού Σαµαριάς (Λευκών Ορέων) αποτελούν τις περιπτώσεις µελέτης αυτής της εργασίας. Οι δύο φορείς ανήκουν στην κατηγορία των Εθνικών Πάρκων σύµφωνα µε την Ελληνική νοµοθεσία αλλά εποπτεύονται τουλάχιστον µέχρι τώρα από διαφορετικά υπουργεία. Ο Φορέας ιαχείρισης του Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου εποπτεύεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων, ενώ η περιοχή του Εθνικού ρυµού Σαµαριάς που περιλαµβάνει δασικές περιοχές εποπτεύεται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων τουλάχιστον µέχρι τώρα. Μετά την εξέταση των περιπτώσεων µελέτης, και την ανάλυση των προβληµάτων και των προοπτικών τους, εξάγονται γενικότερα συµπεράσµατα και προτάσεις για τη βελτίωση του θεσµικού πλαισίου και των διοικητικών, οργανωτικών και οικονοµικών θεµάτων που αφορούν τους Φορείς ιαχείρισης. ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙ ΙΑ Προστατευόµενες Περιοχές, Φορείς ιαχείρισης, Εθνικό Πάρκο, Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου, Εθνικός ρυµός Σαµαριάς. i

SUMMARY The current project is dealing with Management Agencies of Protected Areas in Greece. Τhe new worldwide management strategy is the development of regions within special legal frame in order to achieve sustainable development along with environmental protection. Recent scientific studies in environmental, ecosystem and biodiversity issues suggest that the ecosystem approach can combine effectively environmental protection with regional development. Greece has signed several convections about environmental and biodiversity protection, which include the definition and management of protected areas. According to national legitimacy, there are two different frameworks: the environmental protection framework and the forest protection framework. In this study, the national as well as the international legal framework that Greece has to apply are described. In the territory of Greece there are 27 Management Agencies of Protected Areas, the oldest of which is The National Marine Park of Zakynthos. The experience of this Agency along with the status of National Park of Samaria are the case studies of the current project. Both have been characterized as National Parks and they are protected according to national and international legislation. However, they face different kind of problems and development perspectives. In addition, they are supervised by different Ministries; the National Marine Park of Zakynthos depends on Ministry of Environment, Physical Planning and Public Works whereas the National Park of Samaria depends on Ministry of Rural Development and Food. On the basis of the analysis of the current status, the problems and the developmental perspectives of these Agencies, conclusions are drawn and suggestions are made about the improvement of their structure and financial management as well as the respective legislation, which will in turn lead to greater efficiency and effectiveness with regard to their primary goal, namely sustainable management of the protection area. KEY WORDS: Protected Areas, Management Agencies, National Parks, National Marine Park of Zakynthos, National Park of Samaria ii

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ...i SUMMARY...ii ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο : ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 1.1 ΓΕΝΙΚΑ... 3 1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ... 4 1.3 ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΙ ΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΝ ΙΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ... 9 1.4 ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ... 12 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΦΟΡΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥΣ... 16 2.1 ΓΕΝΙΚΑ... 16 2.2 ΙΕΘΝΕΣ ΠΛΑΙΣΙΟ... 16 2.2.1 Σύµβαση για την Προστασία της Παγκόσµιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονοµιάς (Παρίσι, 1972)...16 2.2.2 Πρόγραµµα Άνθρωπος και Βιόσφαιρα (MAB)...17 2.2.3 Σύµβαση για την Προστασία των ιεθνούς Ενδιαφέροντος Υγροτόπων ίδια ως Υγροβιοτόπων (Σύµβαση Ραµσάρ, 1971)...18 2.2.4 Σύµβαση της Βόννης για τη διατήρηση των Μεταναστευτικών Ειδών της Άγριας Πανίδας (Βόννη, 1979)....19 2.2.5 Σύµβαση για τη ιατήρηση της Άγριας Ζωής και των Φυσικών Οικοτόπων της Ευρώπης (Βέρνη, 1979)...20 2.2.6 Σύµβαση για την Προστασία της Μεσογείου Θάλασσας (Σύµβαση της Βαρκελώνης, 1976)...20 2.2.7 Σύµβαση για τη βιολογική ποικιλότητα (Rio de Janeiro, 1992)...21 2.3 ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ... 22 2.3.1 Οδηγία για τη ιατήρηση των Άγριων Πουλιών (Οδηγία 79/409/ΕΟΚ)...22 2.3.2 Οδηγία για τη ιατήρηση των Φυσικών Οικοτόπων, καθώς και της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ)....23 2.4 ΕΘΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ... 29 2.4.1 Το Σύνταγµα της Ελλάδας...29 2.4.2 Ρυθµίσεις περί δασών και δασικών εκτάσεων...29 2.4.3 Νόµος για την Προστασία του Περιβάλλοντος...31 2.4.4 Χωροταξικός Σχεδιασµός και Αειφόρος Ανάπτυξη Σύσταση Φορέων ιαχείρισης Προστατευόµενων Περιοχών...34 2.5 ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ... 36 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο : ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Α: ΕΘΝΙΚΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΠΑΡΚΟ ΖΑΚΥΝΘΟΥ Β: ΕΘΝΙΚΟΣ ΡΥΜΟΣ ΣΑΜΑΡΙΑΣ... 42 3.1 ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΜΕΛΕΤΗΣ... 42 3.2 ΦΟΡΕΑΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ... 43 1

3.2.1 Φυσιογνωµία της ευρύτερης περιοχής του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου...43 3.2.2 Ίδρυση και συγκρότηση Φορέα ιαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου...46 3.2.3 Θέµατα προσωπικού και στελέχωσης...50 3.2.4 Αρµοδιότητες - ραστηριότητες Φορέα ιαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου...51 3.2.5 Οικονοµικά στοιχεία...55 3.3 ΦΟΡΕΑΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΡΥΜΟΥ ΣΑΜΑΡΙΑΣ (ΛΕΥΚΩΝ ΟΡΕΩΝ)... 57 3.3.1 Φυσιογνωµία της ευρύτερης περιοχής του Εθνικού ρυµού Σαµαριάς...57 3.3.2 Προηγούµενο καθεστώς διαχείρισης του Εθνικού ρυµού Σαµαριάς...62 3.3.3 Ίδρυση και συγκρότηση Φορέα ιαχείρισης Εθνικού ρυµού Σαµαριάς...63 3.3.4 Θέµατα στελέχωσης και λειτουργίας του Εθνικού ρυµού Σαµαριάς...65 3.3.5 Οικονοµικά θέµατα...66 3.4 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΥΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ... 68 3.4.1 Η ευρύτερη περιοχή ευθύνης των Φορέων ιαχείρισης...69 3.4.2 Ίδρυση και συγκρότηση των Φορέων ιαχείρισης...70 3.4.3 Θέµατα Στελέχωσης και Λειτουργίας των Φορέων ιαχείρισης...72 3.4.4 Οικονοµικά Θέµατα...73 3.4.5 Προοπτικές των Φορέων ιαχείρισης της µελέτης...74 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο : ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 76 4.1 ΓΕΝΙΚΑ... 76 4.2 ΘΕΜΑΤΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΦΟΡΈΩΝ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ... 79 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 82 ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 82 ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 84 ΙΣΤΟΣΕΛΙ ΕΣ... 86 ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ... 87 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 89 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο : ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 ΓΕΝΙΚΑ Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται ένα συνεχώς αυξανόµενο ενδιαφέρον για τα περιβαλλοντικά θέµατα σε παγκόσµιο επίπεδο, που οδηγεί αναπόφευκτα στο συσχετισµό της «περιβαλλοντικής κρίσης» που βιώνει ο πλανήτης µε την «αναπτυξιακή διαδικασία» και προοπτική που επιδιώκεται ή προωθείται. Το δίληµµα περιβαλλοντική προστασία ή ανάπτυξη επικράτησε τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά µετά την συνειδητοποίηση πολλών περιβαλλοντικών αλλαγών και επιπτώσεων από τη διαδικασία της ανάπτυξης, µε µερικές από αυτές µη αναστρέψιµες, η περιβαλλοντική προστασία και η αναπτυξιακή διαδικασία θεωρούνται αλληλένδετες και άρρηκτα συνδεδεµένες. Η σηµερινή προσέγγιση λοιπόν, προχωρά πέρα από το διαχωρισµό της διαδικασίας της προστασίας του περιβάλλοντος από τη διαδικασία της ανάπτυξης, και θεωρεί ορθότερο τον όρο περιβαλλοντική διαχείριση ή περιβαλλοντική ανάπτυξη, αντί του όρου προστασία, αποφεύγοντας έτσι τη διχαστική διάσταση µεταξύ περιβάλλοντος και ανάπτυξης (Μπεριάτος, 1999). Η έννοια της αειφορίας και της αειφόρου ή βιώσιµου ανάπτυξης εισάγεται για πρώτη φορά στην έκθεση της Παγκόσµιας Επιτροπής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη το 1987 µε τον τίτλο Our common future, γνωστή και ως έκθεση της επιτροπής Brundtland, η οποία ορίζει την αειφόρο ανάπτυξη ως εκείνη την ανάπτυξη η οποία καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να υποθηκεύει τη δυνατότητα των µελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες. Ένας τοµέας περιβαλλοντικής προστασίας και αειφόρου ανάπτυξης είναι η προστασία των ειδών και η δηµιουργία προστατευόµενων περιοχών για αυτό το σκοπό. Η καθιέρωση του όρου «φυσικό πάρκο» προέρχεται από την πρώτη προστατευόµενη περιοχή που δηµιουργήθηκε, το πάρκο Yellowstone των ΗΠΑ, το 1872. Πολύ πριν τη θεσµική κατοχύρωση όµως του όρου, η ιδέα της ειδικής µεταχείρισης φυσικών ή ηµιφυσικών περιοχών χρονολογείται χιλιάδες χρόνια πριν. Στη Βόρεια Ινδία, 2000 χρόνια πριν, υπήρχαν «προστατευόµενες περιοχές» που λειτουργούσαν ως κυνηγητικά καταφύγια, όπως και στην Ινδονησία περίπου 1500 χρόνια πριν. Σε πολλές περιοχές 3

υπήρχε καθεστώς «προστασίας», λόγω της ιερότητας κάποιων χώρων, όπως κατοικίες θεών, ιεροί χώροι νεκρών, ιερά ποτάµια κλπ, µε ανάλογες επιτρεπτές και µη δραστηριότητες. 1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Βιολογική ποικιλότητα ή βιοποικιλότητα σηµαίνει την ποικιλοµορφία µεταξύ των ζωντανών οργανισµών από όλες τις πηγές περιλαµβανοµένων, µεταξύ άλλων, των χερσαίων, θαλάσσιων και άλλων υδάτινων οικοσυστηµάτων των οποίων αποτελούν µέρος. Περιλαµβάνει την ποικιλότητα εντός του είδους, µεταξύ ειδών και οικοσυστηµάτων (Gaston & Spicer, 1998). Η βιοποικιλότητα ανάλογα µε το επίπεδο που εξετάζεται µπορεί να αφορά την οικολογική, γενετική ή οργανισµική ποικιλότητα. Στον παρακάτω Πίνακα 1 δίνονται τα στοιχεία της βιοποικιλότητας για κάθε επίπεδο. Πίνακας 1: Επίπεδα βιοποικιλότητας και στοιχεία βιοποικιλότητας για κάθε επίπεδο. Παρατηρείται η ύπαρξη και στα τρία επίπεδα, της βιολογικής ποικιλότητας των πληθυσµών. Οικολογική ποικιλότητα Γενετική ποικιλότητα Οργανισµική ποικιλότητα Βιοπεριοχές Βασίλεια Περιοχές Φύλα Οικοσυστήµατα Οικογένειες Οικοθέσεις Γένη Ενδιαιτήµατα Είδη Πληθυσµοί Πληθυσµοί Πληθυσµοί Άτοµα Άτοµα Χρωµοσώµατα Γονίδια Νουκλεοτίδια Συνήθως ως πρώτο επίπεδο βιοποικιλότητας θεωρείται η γενετική ποικιλότητα, η οποία εκφράζει το εύρος των κληρονοµήσιµων χαρακτηριστικών ενός είδους, ως δεύτερο επίπεδο θεωρείται η οργανισµική ποικιλότητα, η οποία εκφράζεται από τον αριθµό (πλήθος) των ειδών και ως τρίτο επίπεδο θεωρείται η οικολογική βιοποικιλότητα, δηλαδή η βιοποικιλότητα των οικοσυστηµάτων, βιοκοινωνιών και ενδιαιτηµάτων (ΥΠΕΧΩ Ε, Επιτροπή «Φύση 2000», 2003). Με αυτό τον τρόπο 4

«ταξινόµησης» των επιπέδων της βιοποικιλότητας υπάρχει λογική και εννοιολογική µετάβαση από το πρώτο επίπεδο προς το τρίτο µε αντίστοιχη αύξηση τάξης µεγέθους. Η βιοποικιλότητα δεν είναι κάτι στατικό στο χώρο και στο χρόνο. Μεταβάλλεται και επηρεάζεται από οικολογικούς και εξελικτικούς παράγοντες µέσω και της διαδοχής 1, από κλιµατολογικούς, εδαφολογικούς και γεωµορφολογικούς παράγοντες, από την τυχαιότητα και στοχαστικότητα του περιβάλλοντος και φυσικά από τις ανθρώπινες επεµβάσεις. Η βιοποικιλότητα µπορεί να εκφραστεί από τη σχέση (MacArthur & Wilson, 1967; Μυλωνάς, 1997; Brown & Lomolino, 1998): [Βιοποικιλότητα] = [Ειδογένεση] [Εξαφάνιση], και σε περιόδους σταθερότητας, η ειδογένεση και η εξαφάνιση είναι ίσες. Έχει εκτιµηθεί ότι το 90% των ειδών που έζησαν ποτέ στη γη έχουν εξαφανιστεί. Επίσης, κανένα βιολογικό γένος δε ζει πολύ, το µέγιστο που έχει παρατηρηθεί είναι περίπου 160 εκατοµµύρια χρόνια (Ma), δηλαδή µόλις το 5% της ιστορίας της ζωής. Έχει επίσης υπολογιστεί ότι ένα είδος έχει µέση διάρκεια ζωής 5 µε 10 εκατοµµύρια χρόνια (May et al., 1995). Η ειδογένεση όπως και η εξαφάνιση αποτελούν στοιχεία της εξελικτικής πορείας της ζωής στον πλανήτη. Οι ρυθµοί τους όµως είναι δύσκολο να γίνουν αντιληπτοί από τον άνθρωπο µε τον περιορισµό του δικού του «ανθρώπινου» µέτρου στην έννοια του χρόνου. υστυχώς, οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες των τελευταίων δεκαετιών έχουν επιφέρει τέτοιες µεταβολές στη βιοποικιλότητα του πλανήτη που τελικά εξαφανίσεις ειδών έγιναν και συνεχίζουν να γίνονται σε συνθήκες απόλυτα αντιληπτές από τον άνθρωπο. Στον Πίνακα 2 που ακολουθεί παρουσιάζεται κατά προσέγγιση ο αριθµός των ειδών που εκτιµάται ότι υπάρχει στον πλανήτη (από Καρακάση, 1999). 1 Η διαδοχή ορίζεται ως το φαινόµενο της εξελικτικής µεταβολής του οικοσυστήµατος, δηλαδή η διαδικασία της προοδευτικής και κατά στάδια αντικατάστασης µιας βιοκοινότητας από µια άλλη. Τα στάδια της διαδοχής είναι: α) η γύµνωση δηλαδή έναρξη της διαδοχής λόγω µιας σοβαρής διαταραχής του βιοτόπου (ηφαιστειακή έκρηξη, ορογενετική διαδικασία, φωτιά κλπ), β) µετανάστευση των ειδών που συµβαίνει να βρίσκονται στη γύρω περιοχή και καταλαµβάνουν τις κενές οικοθέσεις, γ) οίκηση ή αποίκιση της περιοχής ανάλογα µε την ικανότητα των ειδών που µετανάστευσαν να εγκατασταθούν, να αυξηθούν και να αναπαραχθούν µε επιτυχία, δ) αλληλεπιδράσεις µεταξύ των ειδών και κυρίως εµφάνιση του διαειδικού ανταγωνισµού, ε) επηρεασµός του βιοτόπου από τα είδη και στ) δηµιουργία καταληκτικής κοινότητας (κοινότητα «κλίµαξ»). Η έννοια «κλίµαξ» έχει τη σηµασία της τελικής κατάστασης στην οποία η σταθερότητα είναι η µέγιστη δυνατή. Η βιοκοινότητα τελικά δεν παραµένει ποτέ σταθερή και οι µεταβολές στην κατάσταση «κλίµαξ» γίνονται εξαιρετικά αργά για να γίνουν αντιληπτές στα πλαίσια του ανθρώπινου χρόνου (από Βερεσόγλου, 1998). 5

Πίνακας 2: Εκτίµηση αριθµού ειδών που υπάρχουν σήµερα. ίνονται στοιχεία για τον αριθµό των περιγραφέντων ειδών, την εκτίµηση του ελάχιστου και του µέγιστου αριθµού και τον αριθµό των εργασιών που έχουν ασχοληθεί µε τη συγκεκριµένη κατηγορία (από Καρακάσης, 1999) Εκτίµηση αριθµού ειδών (σε χιλιάδες) Περιγραφέντα Αριθµός Ελάχιστο Μέγιστο είδη εργασιών Ιοί 4 50 1000 400 Βακτήρια 4 50 3000 1000 Μύκητες 72 200 2700 1500 Πρωτόζωα 40 60 200 200 Φύκη 40 150 1000 400 Φυτά 270 300 500 320 Νηµατώδεις 25 100 1000 400 Καρκινοειδή 40 75 200 150 Αραχνοειδή 75 300 1000 750 Έντοµα 950 2000 100000 8000 Μαλάκια 70 100 200 200 Χορδωτά 45 50 55 50 Άλλα 115 200 800 250 Σύνολο 1 750 3 635 111 655 13 620 Η σηµασία της βιοποικιλότητας µπορεί να είναι ανθρωποκεντρική ή βιοκεντρική. Στην ανθρωποκεντρική θεώρηση µπορεί να υπολογιστεί η χρηστική αξία της για τα αγαθά, τις υπηρεσίες και τις λειτουργίες που προσφέρει. Η βιοκεντρική θεώρηση του θέµατος θεωρεί ότι η βιοποικιλότητα έχει έµφυτη και ενδογενή αξία, η οποία µπορεί να µη µεταφράζεται άµεσα και απτά σε χρηστική για τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, αλλά σε µια µακροπρόθεσµη θεώρηση, τελικά, ακόµα και αυτή η προσέγγιση, µπορεί να οδηγήσει σε οφέλη προς τον άνθρωπο. Γενικά έχουν προταθεί πολλές θεωρίες που προσπαθούν να ερµηνεύσουν την επίδραση και σηµασία της βιοποικιλότητας στη λειτουργία του οικοσυστήµατος και κατά συνέπεια στη σταθερότητα του και στην ύπαρξη ή όχι της ανάγκης εφαρµογής διαχειριστικών µέτρων σε συγκεκριµένες περιοχές. Από τις θεωρίες αυτές παρουσιάζονται τέσσερις αντιπροσωπευτικές και διαφορετικές µεταξύ τους. Η πρώτη υπόθεση αφορά την υπόθεση της ποικιλότητας-σταθερότητας (diversitystability hypothesis), και προβλέπει ότι οι οικολογικές κοινότητες αυξάνουν την λειτουργική τους αποτελεσµατικότητα, δηλαδή την παραγωγικότητα του οικοσυστήµατος, καθώς και την ικανότητα να αντεπεξέρχονται στις διαταραχές, µε αύξηση του αριθµού των ειδών που περιέχουν. Σύµφωνα µε αυτή την υπόθεση, η απουσία κάποιου είδους µπορεί να αυξήσει την ευαισθησία του οικοσυστήµατος σε 6

πιθανές διαταραχές. Η αρχική µορφή της υπόθεσης αυτής που προτάθηκε από τον MacArthur το 1955, θεωρεί ότι η ροή ενέργειας σε σύνθετα τροφικά πλέγµατα (µε µεγάλο αριθµό ειδών που αλληλεπιδρούν), επηρεάζεται ελάχιστα από πιθανή διαταραχή, γιατί η ενέργεια µπορεί να χρησιµοποιεί εναλλακτικούς τρόπους ροής, µε αποτέλεσµα την αυξηµένη σταθερότητα και παραγωγικότητα του οικοσυστήµατος. Η δεύτερη υπόθεση είναι η υπόθεση των τµηµάτων µιας σύνθετης µηχανής (rivet or rivet popper hypothesis), η οποία προτείνει ότι τα είδη που συνυπάρχουν στο οικοσύστηµα συνεργάζονται και συνεισφέρουν στη λειτουργία του. Τα είδη παροµοιάζονται µε τµήµατα µιας πολύπλοκης µηχανής που βρίσκονται σε αρµονία και συντελούν στην λειτουργικότητα αυτής. Αν κάποιο τµήµα της «µηχανής» χαθεί, διαταράσσεται η λειτουργία του συστήµατος. Η αντοχή του οικοσυστήµατος, η ικανότητα του δηλαδή να απορροφά τις διαταραχές της αφθονίας των ειδών, χωρίς δραστικές αλλαγές στις λειτουργίες του, µειώνεται µε την απουσία ειδών, ακόµα και όταν οι λειτουργίες αυτές φαίνονται να µην επηρεάζονται. Η απουσία κάποιων ειδών µπορεί να έχει ξαφνικές και καταστροφικές συνέπειες, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα χρονικής πρόβλεψης και χωρίς να είναι γνωστό το πόσα ή ποια είδη µπορούν να οδηγήσουν λόγω της απουσίας τους το οικοσύστηµα σε κατάρρευση. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η υπόθεση αυτή, που προτάθηκε από τους Ehrlich & Ehrlich το 1981, δέχεται ότι η απουσία µικρού αριθµού ειδών µπορεί να µην επηρεάσει το οικοσύστηµα. Η τρίτη υπόθεση είναι αυτή της υπεραφθονίας των ειδών (redundancy hypothesis), η οποία προτάθηκε από τον Walker το 1992, και θεωρεί ότι υπάρχει ένας ελάχιστος βαθµός βιοποικιλότητας για την οµαλή λειτουργία του οικοσυστήµατος, πάνω από τον οποίο τα είδη θεωρούνται περιττά και ο ρόλος τους µη κρίσιµος. Η υπόθεση αυτή βασίζεται στην προηγούµενη των Ehrlich & Ehrlich µε την διευκρίνιση ότι τα είδη που υπάρχουν στο οικοσύστηµα µπορούν να οµαδοποιηθούν ανάλογα µε τη συµβολή τους στις λειτουργίες του οικοσυστήµατος (functional groups). Έτσι παρουσιάζεται µια λειτουργική αναλογία µεταξύ ειδών που βρίσκονται στην ίδια οµάδα µε αποτέλεσµα να είναι δυνατό να αντικατασταθεί ο ρόλος ενός είδους αν αυτό εκλείψει, από ένα άλλο της ίδιας λειτουργικής οµάδας. Αν υπάρχουν εκπρόσωποι από όλες τις λειτουργικές οµάδες σε ένα οικοσύστηµα αυτό µπορεί να λειτουργεί αποτελεσµατικά χωρίς να επηρεάζεται από εξαφανίσεις κάποιων ειδών. Τέλος, ο Lawton (1994) παρουσίασε την τέταρτη υπόθεση, την ιδιοσυγκρασιακή (Idiosyncratic response hypothesis), για τη σχέση της βιοποικιλότητας µε τις 7

λειτουργίες του οικοσυστήµατος, σύµφωνα µε την οποία δεν υπάρχει συγκεκριµένη σχέση (pattern) που να συνδέει τη βιοποικιλότητα µε το οικοσύστηµα. Αυτό σηµαίνει ότι οι λειτουργίες του οικοσυστήµατος αλλάζουν µε κάθε αλλαγή της ποικιλότητας των ειδών, αλλά η σηµασία και η κατεύθυνση της αλλαγής δεν µπορούν να προβλεφθούν, λόγω του σύνθετου και διαφορετικού ρόλου κάθε είδους. Εκτός από τις υποθέσεις που παρουσιάστηκαν θα πρέπει να αναφερθεί και η µηδενική υπόθεση, που εκφράζει την ολοκληρωτική έλλειψη επίδρασης της βιοποικιλότητας στο οικοσύστηµα και στη λειτουργία του (Johnson et al., 1996; Boucher, 1998). Στο παρακάτω Σχήµα 1 παρουσιάζονται γραφικά οι τέσσερις υποθέσεις στη σχέση της βιοποικιλότητας µε τη λειτουργία του οικοσυστήµατος. Diversity-stability hypothesis Rivet popper hypothesis Λειτουργία Οικοσυστήµατος (ρυθµός) (α) Redundancy hypothesis (β) Idiosyncratic response hypothesis........ (γ) (δ) Αριθµός Ειδών Σχήµα 1: Σχέση βιοποικιλότητας και ρυθµού λειτουργίας οικοσυστήµατος σύµφωνα µε: (α) την υπόθεση της ποικιλότητας-σταθερότητας (diversity-stability hypothesis), (β) την υπόθεση των τµηµάτων µιας σύνθετης µηχανής (rivet or rivet popper hypothesis), (γ) την υπόθεση της υπεραφθονίας των ειδών (redundancy hypothesis) και (δ) την ιδιοσυγκρασιακή υπόθεση (idiosyncratic response hypothesis). Από τις θεωρίες που παρουσιάστηκαν, δεν είναι εύκολο να βγουν καθολικά συµπεράσµατα ή να καθοριστούν µέτρα προστασίας και διαχείρισης των ειδών και γενικότερα της βιοποικιλότητας, µε βάση την προσφορά στις λειτουργίες του οικοσυστήµατος, µια και αυτή δεν είναι γνωστή. Το αντικείµενο των περιβαλλοντικών θεµάτων έχει να αντιµετωπίσει το πρόβληµα της αβεβαιότητας, και ο τοµέας της 8

διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος περιγράφεται πολύ εύστοχα από το «welcome to uncertainty, controversy and challenge» (καλώς ήρθατε στην αβεβαιότητα, την αντίφαση και την πρόκληση) του G. T. Miller (1996). Αποτέλεσµα αυτών των χαρακτηριστικών και της σηµασίας της βιοποικιλότητας, αποτελεί η στροφή στην προστασία των ενδιαιτηµάτων των ειδών και η διαχείριση γενικότερα των προστατευόµενων περιοχών. 1.3 ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΙ ΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΝ ΙΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Η αρχική προσέγγιση για την προστασία της φύσης αφορούσε την προστασία των σπάνιων και απειλούµενων ειδών, µέσω της δηµιουργίας µουσείων φυσικής ιστορίας, ζωολογικών κήπων, τραπεζών γενετικού υλικού, και επιστηµονικής έρευνας. Σηµαντική είναι η συµβολή της IUCN The World Conservation Union, στο θέµα της κατηγοριοποίησης των ειδών και της κατάρτισης του Κόκκινου Καταλόγου για τα σπάνια και απειλούµενα είδη. Πρόσφατα η IUCN αναθεώρησε τις κατηγορίες κινδύνου και τα κριτήρια που θα πρέπει να ισχύουν για την τοποθέτηση των ειδών στις αντίστοιχες κατηγορίες (IUCN, 2001). Οι κατηγορίες που ισχύουν στη νέα έκδοση του Κόκκινου Καταλόγου για τα απειλούµενα είδη (IUCN, 2001), παρουσιάζονται στο Σχήµα 2. Οι περιπτώσεις των ειδών που βρίσκονται κρίσιµα σε κίνδυνο (CR, Critically Endangered), σε κίνδυνο (ED, Endangered) και σε τρωτή κατάσταση (VU, Vulnerable) αποτελούν τις κατηγορίες των απειλούµενων ειδών, τα οποία παρουσιάζουν υψηλή πιθανότητα εξαφάνισης των φυσικών πληθυσµών τους. Στην κατηγορία των σχεδόν απειλούµενων (NT, Near Threatened) κατατάσσονται τα είδη για τα οποία η εφαρµογή των κριτηρίων δεν τα κατατάσσει σε κάποια από τις τρεις προηγούµενες κατηγορίες, αλλά είναι πιθανό να καταταγούν σε µία από αυτές στο άµεσο µέλλον. Η κατηγορία που εµπνέει λιγότερη ανησυχία (LC, Least Concern), περιλαµβάνει είδη τα οποία δεν ανήκουν σε καµία από τις προηγούµενες κατηγορίες. Σε αυτή την κατηγορία περιλαµβάνονται τα είδη που παρουσιάζουν µεγάλη αφθονία. Είδη στα οποία εφαρµόστηκαν τα κριτήρια αλλά δεν υπάρχει αρκετή πληροφορία για την αφθονία και τη διανοµή τους, παρά το γεγονός ότι µπορεί να είναι γνωστή η βιολογία τους, ανήκουν στην κατηγορία των ειδών µε περιορισµένα διαθέσιµα στοιχεία (DD, Data Deficient). Τέλος, τα είδη στα οποία δεν 9

έχουν εφαρµοστεί ακόµα τα κριτήρια, ανήκουν στην αντίστοιχη κατηγορία της µη αξιολόγησης (NE, Not Evaluated). Εξαφανισθέντα (EX) Εξαφανισθέντα στη Φύση (EW) Αξιολογηµένα Επαρκή εδοµένα Απειλούµενα Κρισίµως κινδυνεύοντα (CR) Κινδυνεύοντα (ED) Εύτρωτα (VU) Εγγύς Απειλούµενα (NT) Ελάχιστα Ανησυχητικά (LC) Ανεπαρκώς Γνωστά (DD) Μη Αξιολογηµένα (NE) Σχήµα 2: οµή των κατηγοριών IUCN µετά την τελευταία αναθεώρηση τους (IUCN, 2001). Οι κατηγορίες CR, ED, VU αποτελούν τις κατηγορίες κινδύνου. Τα τελευταία χρόνια οι εργασίες που αφορούν τη διαχείριση και διατήρηση των σπάνιων και ενδηµικών 2 ειδών, και γενικότερα της βιοποικιλότητας, συνδέουν τα είδη µε το ενδιαίτηµα στο οποίο βρίσκονται. Η προσέγγιση αυτή αφορά µια ευρύτερη και ολιστική άποψη του οικοσυστήµατος, η οποία βασίζεται στην in situ διαχείριση των ειδών. Από τις πρώτες επιστηµονικές εργασίες µε αυτή την προσέγγιση έγινε από τη Rabinowitz και τους συνεργάτες της (Rabinowitz et al., 1986), οι οποίοι προτείνουν τη χρήση τριών ανεξάρτητων µεταξύ τους κριτηρίων, µε βάση τα οποία τα είδη κατατάσσονται σε επτά διαφορετικές µορφές σπανιότητας. Τα κριτήρια αυτά είναι το γεωγραφικό εύρος στο οποίο συναντάται το κάθε είδος (geographic range: wide / narrow), η εξειδίκευση ως προς το ενδιαίτηµα, αν δηλαδή απαντάται σε ποικιλία ενδιαιτηµάτων ή αν βρίσκεται περιορισµένο σε ενδιαιτήµατα µε συγκεκριµένα χαρακτηριστικά (habitat specificity: broad / restricted) και το τοπικό πληθυσµιακό µέγεθος που παρουσιάζει το είδος σε κάθε περιοχή που βρίσκεται (local population 2 Τα ενδηµικά είδη καταλαµβάνουν ορισµένη και περιορισµένη περιοχή εξάπλωσης. Λέγεται, για παράδειγµα, ότι ένα είδος είναι ενδηµικό ενός νησιού, µιας οροσειράς ή µιας χώρας, όταν η εξάπλωση του δεν υπερβαίνει αντίστοιχα τις περιοχές αυτές ( αµανάκης και Τσιουρλής, 1997) 10

size: somewhere large / everywhere small). Στον Πίνακα 3 που ακολουθεί δίνονται οι επτά µορφές σπανιότητας, µε τους αντίστοιχους συνδυασµούς των κριτηρίων. Πίνακας 3: Οι επτά µορφές σπανιότητας κατά Rabinowitz et al., (1986). Γεωγραφικό εύρος Ευρύ Στενό Ιδιαιτερότητα Ενδιαιτήµατος Ευρεία Περιορισµένη Ευρεία Περιορισµένη Τοπικό Πληθυσµιακό µέγεθος Κάπου µεγάλο Κοινό 1 2 3 Παντού µικρό 4 5 6 7 Άλλη οµάδα επιστηµόνων, οι Rey Benayas et al. (1999) προτείνουν και το κριτήριο του βαθµού χρήσης ή εκµετάλλευσης του ενδιαιτήµατος από τα είδη (habitat occupancy: High / Low), δηλαδή η ικανότητα των ειδών να καταλαµβάνουν µικρό ή µεγάλο ποσοστό από τα δυνητικά κατάλληλα για αυτά ενδιαιτήµατα. Στον Πίνακα 4 δίνονται οι συνδυασµοί των κριτηρίων που χρησιµοποιήθηκαν και οι αντίστοιχες µορφές σπανιότητας και αφθονίας των ειδών. Πίνακας 4: Σύστηµα περιγραφής µορφών σπανιότητας και αφθονίας ειδών κατά Benayas et al., (1999). Γεωγραφικό εύρος Ιδιαιτερότητα ενδιαιτήµατος Ευρύ Στενό Ευρεία Περιορισµένη Ευρεία Περιορισµένη Αφθονία Μεγάλη Μικρή Μεγ. Μικρή Μεγ. Μικρή Μεγ. Μικρή Βαθµός χρήσης ενδιαιτήµατος Υψηλός Βαθµός χρήσης ενδιαιτήµατος Χαµηλός Κοινό Common Με έντονη διασπορά Highly dispersed Nonexistent Σποραδικό Sparse Είδος είκτης Indicator Τοπικά σε κίνδυνο Locally endangered Τοπικά κοινό Locally com εν υπάρχει ιαδεδο- µένο widespread υνητικά σε κίνδυνο Potentially endangered είκτης ενδηµισµού Endemic indicator Σε κίνδυνο Endangered 11

Είναι φανερό ότι σε κάποιες από τις µορφές σπανιότητας που προτάθηκαν, και από τις δύο οµάδες ερευνητών, η προστασία των ειδών είναι άρρηκτα συνδεδεµένη µε την προστασία του ενδιαιτήµατός τους. Η προσέγγιση αυτή οδηγεί στην δηµιουργία, θεσµική κατοχύρωση και διαχείριση των προστατευόµενων περιοχών, ενώ η περισσότερο ολιστική προσέγγιση του οικοσυστήµατος, η οποία θεωρεί και τον άνθρωπο µε τις δραστηριότητες του µέλος του οικοσυστήµατος, ξεφεύγει από την παλιότερη λογική της απαγόρευσης και µουσειακής αντιµετώπισης της φύσης, και αναµένεται να αποδώσει σε θέµατα διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος. 1.4 ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Μετά τη δηµιουργία του φυσικού πάρκου Yellowstone στις ΗΠΑ το 1872, η εγκαθίδρυση του θεσµού των προστατευόµενων περιοχών επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον κόσµο. Το 1962 υπήρχαν 10.000 προστατευόµενες περιοχές, ενώ το Σεπτέµβριο του 2003 στο 5 ο Συνέδριο για τα Πάρκα του Κόσµου (Vth World Park Congress), στο Durban της Νότιας Αφρικής ο αριθµός τους είχε δεκαπλασιαστεί φτάνοντας τις 102.102 περιοχές. Σύµφωνα µε την IUCN The World Conservation Union, «Προστατευόµενη περιοχή είναι χερσαία ή/ και υδάτινη έκταση στην οποία βασικός στόχος είναι η προστασία και διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας και των φυσικών και πολιτιστικών πόρων, και η διαχείριση αυτών υλοποιείται µέσω θεσµικών ή άλλων αποτελεσµατικών µέσων» (IUCN, 1994). Στη σύµβαση για τη βιοποικιλότητα δίνεται ο ορισµός της προστατευόµενης περιοχής «ως µια γεωγραφικά καθορισµένη περιοχή, η οποία καθορίζεται ή υπόκειται σε ρυθµίσεις και λειτουργεί έτσι ώστε να επιτυγχάνονται ειδικοί στόχοι προστασίας» (Ν. 2204/1994, Κύρωση Σύµβασης για τη βιολογική ποικιλότητα). Οι λόγοι κήρυξης µιας περιοχής ως προστατευόµενης µπορούν να συνοψιστούν στα εξής: επιστηµονική έρευνα, προστασία των οικολογικών αξιών, διατήρηση των ειδών και της γενετικής ποικιλότητας, διατήρηση των περιβαλλοντικών και οικολογικών λειτουργιών, προστασία των ιδιαίτερων φυσικών και πολιτιστικών στοιχείων, ικανοποίηση υπαίθριας αναψυχής, περιβαλλοντική εκπαίδευση και ενηµέρωση, αειφορική χρήση των πόρων από τα φυσικά οικοσυστήµατα, διατήρηση των πνευµατικών και παραδοσιακών δραστηριοτήτων στην περιοχή. Ύστερα από 12

µελέτη δέκα κατηγοριών προστατευόµενων περιοχών, η IUCN κατέληξε το 1994 σε έξι κατηγορίες προστατευόµενων περιοχών που µπορούν να εφαρµοστούν τόσο σε χερσαία όσο και σε υδάτινα περιβάλλοντα. Αυτές οι κατηγορίες είναι (IUCN, 1994; Mulongoy & Chape, 2004): Κατηγορία Ια: Αυστηρά Φυσικά Καταφύγια, περιοχές µε εξέχοντα και αντιπροσωπευτικά οικοσυστήµατα, γεωλογικούς σχηµατισµούς και είδη, που προσφέρονται για επιστηµονική έρευνα και παρακολούθηση. Η πρόσβαση σε αυτά τα ευαίσθητα οικοσυστήµατα επιτρέπεται µόνο για επιστηµονικούς σκοπούς, ενώ ο τουρισµός απαγορεύεται. Κατηγορία Ιβ: Περιοχές Άγριας Ζωής, περιοχές που προστατεύονται και διαχειρίζονται για να διατηρηθούν στη φυσική τους κατάσταση. Κατηγορία ΙΙ: Εθνικά Πάρκα, φυσικές περιοχές χερσαίες ή υδάτινες που κηρύσσονται α) για την προστασία της οικολογικής ακεραιότητας ενός ή περισσοτέρων οικοσυστηµάτων για την παρούσα και τις µελλοντικές γενεές, β) για την αποφυγή βιοµηχανικών εκµεταλλεύσεων και επιβλαβών οχλήσεων ως προς τους σκοπούς χαρακτηρισµού της περιοχής και γ) στην εξασφάλιση δυνατοτήτων αναψυχής στους επισκέπτες µε τρόπο περιβαλλοντικά και πολιτισµικά συµβατό. Κατηγορία ΙΙΙ: Φυσικά Μνηµεία, περιοχές που περιλαµβάνουν ένα ή περισσότερα ιδιαίτερα φυσικά ή πολιτιστικά στοιχεία, τα οποία έχουν ξεχωριστή ή µοναδική αξία λόγω της σπανιότητας τους, της αντιπροσωπευτικότητας τους, της αισθητικής τους ποιότητας ή της πολιτισµικής τους σηµασίας. Κατηγορία IV: Περιοχές ιατήρησης Ειδών και Βιοτόπων, περιοχές χερσαίες ή υδάτινες µε κύριο σκοπό την εξασφάλιση της διατήρησης των βιοτόπων ή τις απαιτήσεις συγκεκριµένων ειδών. Σε αυτή την κατηγορία µπορεί να υπάρχουν και πολιτισµικά τοπία στα οποία έχει αναπτυχθεί σηµαντική βιοποικιλότητα ή και άλλες περιοχές όπου η µακροπρόθεσµη διαχείριση είναι απαραίτητη λόγω προηγούµενων υποβαθµίσεων του περιβάλλοντος. Κατηγορία V: Προστατευόµενα Χερσαία και Θαλάσσια Τοπία, όπου η αλληλεπίδραση του ανθρώπου και της φύσης είχε ως αποτέλεσµα τη δηµιουργία µιας περιοχής εξαιρετικών χαρακτηριστικών µε σηµαντική 13

αισθητική, οικολογική και πολιτιστική αξία, και συχνά µε υψηλή βιολογική ποικιλότητα. Η εξασφάλιση αυτής της παραδοσιακής αλληλεπίδρασης, είναι ζωτικής σηµασίας για την προστασία, διατήρηση και εξέλιξη µιας τέτοιας περιοχής. Κατηγορία VI: Προστατευόµενες Περιοχές ιαχειριζόµενων Φυσικών Πόρων, οι οποίες διαχειρίζονται για την εξασφάλιση µια µακροχρόνιας προστασίας και διατήρησης της βιολογικής ποικιλότητας, παράλληλα µε την αειφορική χρήση των φυσικών πόρων, ώστε να συµβαδίζουν µε τις κοινωνικές ανάγκες. Στο Σχήµα 3 που ακολουθεί δίνονται στοιχεία για το ποσοστό των παραπάνω κατηγοριών στη συνολική έκταση µερικών χωρών του ΟΟΣΑ (ΟΟΣΑ, 2000). Το ποσοστό αφορά µόνο τις κατηγορίες που παρουσιάστηκαν παραπάνω και όχι κατηγορίες που έχουν θεσπιστεί στο εθνικό δίκαιο κάθε χώρας. Έτσι, ενώ στο σχήµα παρουσιάζεται ποσοστό µόλις 2,6% της έκτασης της Ελλάδας να ανήκει στις κατηγορίες I VI της ιεθνούς Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN), υπολογίζεται ότι το συνολικό ποσοστό προστατευόµενων περιοχών στην Ελλάδα φτάνει το 16%. Προστατευόµενες Περιοχές ΟΟΣΑ Ευρ. Χώρες ΟΟΣΑ Ελβετία Πορτογαλία Ιταλία Γαλλία Κορέα ΗΠΑ Κατηγορίες Ι και ΙΙ IUCN Κατηγορίες III - VI IUCN Ελλάδα 0 5 10 15 20 25 ποσοστό % της συνολικής έκτασης Σχήµα 3: Ποσοστό των Κατηγοριών Ι VI (IUCN) στη συνολική έκταση των χωρών Ελλάδα, ΗΠΑ, Κορέα, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ελβετία, και συνολικά των Ευρωπαϊκών Χωρών ΟΟΣΑ και του συνόλου των Χωρών ΟΟΣΑ. Στην έκθεση της Επιτροπής των Ηνωµένων Εθνών για τη Βιώσιµη Ανάπτυξη, (Έκθεση Brundtland) το 1987, υποστηρίζονταν ότι ποσοστό 12% της γης θα έπρεπε να θεσπιστεί ως προστατευόµενες περιοχές, για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία της φύσης. Το ποσοστό αυτό φαινόταν εξωπραγµατικό και µη εφαρµόσιµο, αλλά από την Παγκόσµια Βάση εδοµένων για τις Προστατευόµενες Περιοχές (World 14

Database on Protected Areas), µε στοιχεία του 2003, υπολογίζεται έκταση 18.764.958 τετραγωνικών χιλιοµέτρων παγκοσµίως, σε καθεστώς προστασίας, είτε µε τις διεθνείς κατηγορίες που παρουσιάστηκαν παραπάνω, είτε µε εθνικές κατηγορίες. Η έκταση αυτή αποτελεί το 3,4% της επιφάνειας του πλανήτη και περιλαµβάνει τόσο χερσαίες όσο και θαλάσσιες περιοχές. Τα 17.125.893 τετραγωνικά χιλιόµετρα αφορούν χερσαίες περιοχές, δηλαδή περίπου το 11,57% του συνόλου της γης. Ενώ οι θαλάσσιες προστατευόµενες περιοχές καλύπτουν έκταση 1.639.065 τετραγωνικά χιλιόµετρα, µε ποσοστό µόλις 0,45% της συνολική έκτασης των υδάτων στη γη (στοιχεία από www.biodiv.org). Ακόµα και αν τα ποσοστά που παρουσιάστηκαν µπορούν να θεωρηθούν ενθαρρυντικά για το µέλλον, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η προστασία διαφορετικών ειδών και τύπων οικοσυστηµάτων δεν είναι αναλογική. Γενικά, είναι ευκολότερο να προστατευτεί µια µεγάλη έκταση ερήµου, τούνδρας ή περιοχής στους πόλους, δηλαδή περιοχές που παρουσιάζουν περιορισµένη βιοποικιλότητα και περιορισµένη οικονοµική ανάπτυξη, καθώς και περιορισµένες συγκρούσεις, σε σχέση µε περιοχές υψηλής βιοποικιλότητας που βρίσκονται σε θέσεις που υπόκεινται και σε συγκρούσεις χρήσεων γης λόγω οικονοµικών δραστηριοτήτων ή παραγωγικών διαδικασιών (τουρισµός, γεωργία, κτηνοτροφία, αστική ανάπτυξη κλπ). Στη διαδικασία σχεδιασµού και δηµιουργίας των προστατευόµενων περιοχών υπάρχουν πολλές παράµετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Εξαιρετικά σηµαντική, είναι η εµπλοκή της τοπικής κοινωνίας στη διαχείριση των περιοχών, γεγονός που συµβάλλει στην επίτευξη των στόχων, στην αποφυγή συγκρούσεων στην περιοχή, αλλά και στην ουσιαστική ενσωµάτωση του ανθρώπου στο περιβάλλον. Επίσης σηµαντικά θέµατα είναι η οριοθέτηση και ζωνοποίηση της περιοχής ανάλογα µε τα περιβαλλοντικά της χαρακτηριστικά και τους στόχους της διαχείρισης, το µέγεθος της περιοχής (διαµάχη SLOSS: Single Large Or Several Small), το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η ένταξη των προστατευόµενων περιοχών σε δίκτυο, η ύπαρξη φυσικών διαδρόµων (corridors) για την αποφυγή οικολογικής αποµόνωσης, αλλά και το θεσµικό πλαίσιο λειτουργίας που θα ρυθµίζει τα σχετικά θέµατα των προστατευόµενων περιοχών. 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΦΟΡΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥΣ 2.1 ΓΕΝΙΚΑ Τα θέµατα που σχετίζονται µε τη διαχείριση των Προστατευόµενων Περιοχών στην Ελλάδα προκύπτουν, τόσο από τις εθνικές επιταγές και πολιτικές στο θέµα της προστασίας και διαχείρισης του περιβάλλοντος, όσο και από τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας µέσω των Συνθηκών και Συµβάσεων που έχει κυρώσει και σχετίζονται µε περιβαλλοντικά θέµατα. Στο πρώτο µέρος του κεφαλαίου γίνεται µια σύντοµη παρουσίαση των ιεθνών Συνθηκών και Συµβάσεων που σχετίζονται άµεσα ή έµµεσα µε την διαχείριση του περιβάλλοντος και το καθεστώς προστατευόµενων περιοχών, στη συνέχεια δίνονται στοιχεία για το εθνικό δίκαιο του περιβάλλοντος και παρουσιάζεται συνοπτικά η θεσµική αλλά και πραγµατική κατάσταση των ελληνικών προστατευόµενων περιοχών. 2.2 ΙΕΘΝΕΣ ΠΛΑΙΣΙΟ 2.2.1 Σύµβαση για την Προστασία της Παγκόσµιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονοµιάς (Παρίσι, 1972). Η Γενική ιάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήµη και τον Πολιτισµό (UNESCO) που έγινε στο Παρίσι το 1972, καθιέρωσε ένα σύστηµα συλλογικής προστασίας της πολιτιστικής και φυσικής κληρονοµιάς περιοχών µε ιδιαίτερα σηµαντική παγκόσµια αξία 3. Στη Σύµβαση αυτή ορίζεται η Φυσική Κληρονοµιά ως: α) φυσικά µνηµεία που αποτελούνται από φυσικούς πόρους και βιολογικούς σχηµατισµούς ή οµάδες τέτοιων σχηµατισµών, που έχουν εξαιρετική παγκόσµια αξία από αισθητική ή επιστηµονική άποψη, β) γεωλογικοί και φυσιογραφικοί σχηµατισµοί και ακριβώς οριοθετηµένες περιοχές που αποτελούν βιότοπους απειλούµενων ζωικών και φυτικών ειδών 3 Πηγή: www.ornithologiki.gr/gr/sppe/grpher.htm, Ν. 1126 (ΦΕΚ 32 Α/10-2-1981) 16

παγκοσµίου αξίας από την άποψη της επιστήµης ή της ανάγκης διατήρηση τους και γ) φυσικά τοπία ή επακριβώς οριοθετηµένες περιοχές εξαιρετικής παγκόσµιας αξίας από την άποψη της επιστήµης, της ανάγκης διατήρησης ή του φυσικού τους κάλλους. Κάθε συµβαλλόµενο µέρος αναγνωρίζει τις περιοχές πολιτιστικής και φυσικής κληρονοµιάς του που συµµετέχουν στην παγκόσµια πολιτιστική και φυσική κληρονοµιά, αλλά είναι υποχρέωση κάθε µέλους η προστασία, διατήρηση, και απόδοση αυτών των περιοχών στις επόµενες γενεές. Για το σκοπό αυτό, κάθε µέρος θα πρέπει να υιοθετήσει µέτρα γενικής πολιτικής και σχέδια προγραµµατισµού, δηµιουργώντας τις απαραίτητες υπηρεσίες και υποδοµές, και παίρνοντας όλα τα νοµικά ή άλλα µέτρα που θα συµβάλλουν στην διατήρηση και προστασία των περιοχών αυτών (Sands, 1995). Η Ελλάδα κύρωσε τη Σύµβαση µε το Νόµο 1126/1981. 2.2.2 Πρόγραµµα Άνθρωπος και Βιόσφαιρα (MAB) Το πρόγραµµα Άνθρωπος και Βιόσφαιρα 4 ξεκίνησε το 1971 υπό την αιγίδα της UNESCO, µε στόχο τη δηµιουργία ενός παγκόσµιου δικτύου εθνικών πάρκων όπου καθένα θα ανήκε σε µια ή περισσότερες από τις παρακάτω κατηγορίες: α) Αντιπροσωπευτικό παράδειγµα φυσικού οικοσυστήµατος, β) Μοναδική κοινότητα ή περιοχή ασυνήθιστων φυσικών χαρακτηριστικών µε εξαιρετικό ενδιαφέρον, όπως για παράδειγµα ένας πληθυσµός παγκοσµίως σπάνιου είδους. γ) Παράδειγµα αρµονικού τοπίου ως αποτέλεσµα παραδοσιακών τρόπων χρήσεων γης. δ) Παράδειγµα τροποποιηµένων ή υποβαθµισµένων οικοσυστηµάτων που έχουν δυνατότητες αποκατάστασης φυσικότερων συνθηκών. Το διεθνές δίκτυο των προστατευόµενων περιοχών που δηµιουργείται µέσω του προγράµµατος ονοµάζεται «Αποθεµατικοί Χώροι της Βιόσφαιρας». Οι προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισµό µιας περιοχής ως Αποθεµατικού Χώρου της Βιόσφαιρας είναι να είναι σηµαντική για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, να διαθέτει θεσµοθετηµένο πυρήνα µε επαρκές µέγεθος για επιστηµονική έρευνα και παρακολούθηση, να διαθέτει περιφερειακή ζώνη µε δραστηριότητες συµβατές µε τα στοιχεία προς διατήρηση και µια 4 Πηγή: www.ornithologiki.gr/gr/sppe/grpbio.htm 17

εξωτερική ζώνη από ελεγχόµενες δραστηριότητες, ώστε να µη δηµιουργούνται προβλήµατα στην περιοχή. Μέχρι σήµερα έχουν χαρακτηριστεί 393 Αποθεµατικοί Χώροι της Βιόσφαιρας σε 94 χώρες. Η Ελλάδα έχει εντάξει την περιοχή του Εθνικού ρυµού του Ολύµπου και την περιοχή του Εθνικού ρυµού Σαµαριάς που καλύπτουν όλες τις προϋποθέσεις. 2.2.3 Σύµβαση για την Προστασία των ιεθνούς Ενδιαφέροντος Υγροτόπων ίδια ως Υγροβιοτόπων (Σύµβαση Ραµσάρ, 1971) Η Σύµβαση για την Προστασία των ιεθνούς Ενδιαφέροντος Υγροτόπων υπογράφηκε στην πόλη Ραµσάρ του Ιράν το 1971 και τέθηκε σε ισχύ το 1975 5. Οι κύριες υποχρεώσεις των συµβαλλόµενων µερών είναι: Να οριοθετήσουν κατάλληλους υγροτόπους µέσα στα όρια της εδαφικής τους επικράτειας που θα περιληφθούν στον κατάλογο Υγροτόπων ιεθνούς Σηµασίας. Να καθορίσουν και να εφαρµόσουν τέτοιο σχεδιασµό, ώστε να προωθήσουν τη διατήρηση των υγροτόπων που περιλαµβάνονται στον κατάλογο αυτό, και την κατά το δυνατό, ορθολογική χρήση των υγροτόπων εντός της εδαφικής τους επικράτειας. Να προωθήσουν την προστασία των υγροτόπων και της υδρόβιας ορνιθοπανίδας, οριοθετώντας προστατευόµενες περιοχές σε υγροτόπους είτε περιλαµβάνονται είτε όχι στον παραπάνω κατάλογο, παρέχοντας επαρκή µέσα για τη φύλαξή τους. Κάθε συµβαλλόµενο µέρος πρέπει να οριοθετήσει τουλάχιστον µια περιοχή που να συµπεριληφθεί στον κατάλογο κατά τη στιγµή της υπογραφής της Συνθήκης. Η Ελλάδα ήταν η 7 η χώρα που υπέγραψε και ενεργοποίησε τη Συνθήκη Ραµσάρ µε το Νόµο 191/1974 ανακηρύσσοντας 11 υγροτόπους ως Υγροτόπους ιεθνούς Σηµασίας. 5 Πηγή: www.ornithologiki.gr/gr/sppe/grpram.htm 18

2.2.4 Σύµβαση της Βόννης για τη διατήρηση των Μεταναστευτικών Ειδών της Άγριας Πανίδας (Βόννη, 1979). Υπογράφηκε στη Βόννη το 1979 και τέθηκε σε ισχύ το 1983 6. Θεµελιώδης στόχος της Σύµβασης είναι η προστασία των µεταναστευτικών ειδών (πουλιών, θηλαστικών, ψαριών, ασπονδύλων) αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι τα είδη αυτά χρειάζονται προστασία σε όλο το εύρος της µεταναστευτικής τους διαδροµής και ότι η προστασία τους απαιτεί διεθνή συνεργασία και δράση. Η Σύµβαση της Βόννης προβλέπει τρεις βασικές δράσεις για την προστασία των µεταναστευτικών ειδών άγριας πανίδας: Τα συµβαλλόµενα µέρη πρέπει να προωθούν, να συντονίζουν και να υποστηρίζουν την έρευνα σχετικά µε τα µεταναστευτικά είδη. Τα συµβαλλόµενα µέρη πρέπει να σπεύσουν στην άµεση προστασία των µεταναστευτικών ειδών που περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα Ι της Σύµβασης. Τα συµβαλλόµενα µέρη πρέπει να συνάπτουν συµφωνίες για την προστασία και διαχείριση των µεταναστευτικών ειδών που αναφέρονται στο Παράρτηµα ΙΙ της Σύµβασης. Το Παράρτηµα Ι απαρτίζεται από είδη που θεωρούνται βάσει επιστηµονικών στοιχείων κινδυνεύοντα. Η εγγραφή στο Παράρτηµα δεν είναι µόνιµου χαρακτήρα, αλλά εξαρτάται από τα στοιχεία που προκύπτουν από την επιστηµονική έρευνα. Όσο αφορά τα είδη του Παραρτήµατος ΙΙ, θα πρέπει τα συµβαλλόµενα µέρη να προωθούν διακρατικές συµφωνίες και για την προστασία τους. Ο κυρωτικός νόµος της Σύµβασης της Βόννης για την Ελλάδα είναι ο Νόµος 2719/1999, ενώ έχει υπογραφεί και η Συµφωνία για τη διατήρηση των µικρών κητωδών στη Μαύρη Θάλασσα, τη Μεσόγειο και τη γειτονική της Μεσογείου περιοχή του Ατλαντικού, καθώς και η Συµφωνία για τη διατήρηση των αποδηµητικών υδρόβιων και παρυδάτιων πουλιών της Αφρικής και Ευρασίας. 6 Πηγή: www.ornithologiki.gr/gr/sppe/grpbon.htm, Ν. 2719 (ΦΕΚ 106 Α/26-5-1999). 19

2.2.5 Σύµβαση για τη ιατήρηση της Άγριας Ζωής και των Φυσικών Οικοτόπων της Ευρώπης (Βέρνη, 1979). Το Συµβούλιο της Ευρώπης, συµµετέχοντας στον προβληµατισµό για την προστασία της άγριας ζωής, υιοθέτησε το 1979 τη Σύµβαση για τη ιατήρηση της Άγριας Ζωής και των Φυσικών Οικοτόπων, γνωστή και ως Σύµβαση της Βέρνης 7, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 1982. Η Σύµβαση παρουσιάζει αρκετές οµοιότητες µε την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ για τη διατήρηση των άγριων πουλιών που θα αναφερθεί παρακάτω, αλλά το πεδίο εφαρµογής της είναι ευρύτερο και αφορά όλα τα είδη άγριας χλωρίδας και πανίδας, µε ιδιαίτερο βάρος σε αυτά που θεωρούνται ευάλωτα και κινδυνεύουν µε εξαφάνιση, καθώς και τους οικοτόπους τους. Σκοπός της Σύµβασης είναι η εξασφάλιση της διατήρησης της άγριας χλωρίδας και πανίδας και των φυσικών οικοτόπων τους, ειδικά αυτών για τη διατήρηση των οποίων απαιτείται η συνεργασία περισσότερων κρατών. Κάθε συµβαλλόµενο µέρος θα πρέπει κατά τη χάραξη της χωροταξικής και αναπτυξιακής του πολιτικής, να λαµβάνει υπόψη τα είδη και τους οικοτόπους τους, ώστε να αποφευχθεί ή να µειωθεί όσο το δυνατό περισσότερο κάθε υποβάθµιση. Η Σύµβαση συµπληρώνεται µε 4 παραρτήµατα. Στο Παράρτηµα Ι αναφέρονται τα αυστηρά προστατευόµενα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας, στο Παράρτηµα ΙΙ τα αυστηρά προστατευόµενα είδη πανίδας µε επίκεντρο τα πτηνά και τα υδρόβια, στο Παράρτηµα ΙΙΙ τα αυστηρά προστατευόµενα είδη πανίδας και στο Παράρτηµα IV τα απαγορευµένα µέσα και µέθοδοι θανάτωσης ή σύλληψης ειδών πανίδας. Η κύρωση της Σύµβασης από την Ελλάδα έγινε µε το Νόµο 1335/1983. 2.2.6 Σύµβαση για την Προστασία της Μεσογείου Θάλασσας (Σύµβαση της Βαρκελώνης, 1976). Η Σύµβαση για την Προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη ρύπανση υπογράφηκε το 1976 και είχε σκοπό την πρόληψη, ελάττωση και καταπολέµηση της θαλάσσιας ρύπανσης 8. Τα συµβαλλόµενα µέρη µπορούν να υιοθετήσουν πρόσθετα πρωτόκολλα. Ήδη το 1976 υπογράφηκαν δύο πρωτόκολλα, η συνεργασία για την πρόληψη της ρύπανσης της 7 Πηγή: www.ornithologiki.gr/gr/sppe/grpbern.htm, Ν. 1335 (ΦΕΚ Α /14-3-1983). 8 Πηγή: : www.ornithologiki.gr/gr/sppe/grpmes.htm, Ν. 855 (ΦΕΚ 235 Α/23-12-1978), Ν. 1634 (ΦΕΚ 104 Α/18-7-1986) 20

Μεσογείου από την απόρριψη ουσιών από πλοία και αεροσκάφη, και η συνεργασία για την καταπολέµηση της ρύπανσης της Μεσογείου θάλασσας από πετρέλαιο και άλλες επιβλαβείς ουσίες. Τα παραπάνω Πρωτόκολλα µαζί µε τη Συνθήκη κυρώθηκαν µε το Νόµο 855/1978 από την Ελλάδα. Στη συνέχεια κυρώθηκαν από την Ελλάδα δύο ακόµα Πρωτόκολλα µε το Νόµο 1634/1986. Το πρώτο αφορά την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση από χερσαίες πηγές, το οποίο υπογράφηκε στην Αθήνα το 1980, και το δεύτερο αφορά τις ειδικά προστατευόµενες περιοχές της Μεσογείου που υπογράφηκε στη Γενεύη το 1982. Οι περιοχές που µπορούν να ενταχθούν στις Ειδικά Προστατευόµενες Περιοχές Μεσογειακής Σπουδαιότητας πρέπει να πληρούν συγκεκριµένα κριτήρια όπως η σηµασία για τη διατήρηση των στοιχείων της βιοποικιλότητας της Μεσογείου, η αντιπροσωπευτικότητα των Μεσογειακών οικοσυστηµάτων ή η ύπαρξη ενδιαιτηµάτων µε προς εξαφάνιση είδη τα οποία έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από επιστηµονική, αισθητική, πολιτιστική ή εκπαιδευτική άποψη. Τα συµβαλλόµενα µέρη θα πρέπει να υιοθετήσουν κοινά κριτήρια για την επιλογή των περιοχών που θα απαρτίσουν τις Ειδικά Προστατευόµενες Περιοχές Μεσογειακής Σπουδαιότητας, καθώς και κοινές κατευθυντήριες γραµµές στη διαχείριση τους. 2.2.7 Σύµβαση για τη βιολογική ποικιλότητα (Rio de Janeiro, 1992) Στη ιάσκεψη των Ηνωµένων Εθνών «Για το περιβάλλον και την ανάπτυξη», που έγινε στο Rio de Janeiro από 3 ως 14 Ιουνίου 1992, υπογράφηκε η Σύµβαση για τη βιολογική ποικιλότητα. Στόχος της Σύµβασης, σύµφωνα µε το Άρθρο 1 είναι η διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας, η αειφορική χρήση των συστατικών της και ο δίκαιος και ισότιµος καταµερισµός των πλεονεκτηµάτων που µπορεί να προκύψουν από αυτήν. Στη Σύµβαση ρυθµίζονται τόσο τα θέµατα αναγνώρισης και συστηµατικής παρακολούθησης των συστατικών της βιολογικής ποικιλότητας, όσο και θέµατα διατήρησης ειδών εντός των ορίων κατανοµής τους (in-situ), αλλά και εντός ορίων (exsitu). Συγκεκριµένα, ορίζεται ότι κάθε συµβαλλόµενο µέρος θα πρέπει να εγκαταστήσει ένα σύστηµα προστατευόµενων περιοχών και να λάβει τα απαραίτητα µέτρα για τη διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας, να αναπτύξει κατευθυντήριες γραµµές για την επιλογή, θέσπιση και διαχείριση των προστατευόµενων περιοχών, να αναπτύξει την απαραίτητη νοµοθεσία ή και άλλες ρυθµιστικές διατάξεις για την προστασία των 21

απειλούµενων ειδών και πληθυσµών, αλλά και να λάβει µέτρα για την εκτός των φυσικών τόπων διατήρηση των συστατικών της βιολογικής ποικιλότητας. Επίσης, προβλέπεται για κάθε συµβαλλόµενο µέρος να παρέχει, σύµφωνα µε τις δυνατότητες του, χρηµατοδοτική υποστήριξη και κίνητρα για τις εθνικές δραστηριότητες που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων της Σύµβασης, σε συµφωνία µε τα εθνικά του σχέδια, προγράµµατα και δραστηριότητες. Η σηµασία της Σύµβασης για τη Βιοποικιλότητα γίνεται φανερή και από την αποδοχή της και την υιοθέτηση της από τα µέλη που φτάνουν τα 188 παγκοσµίως. Η Ελλάδα κύρωσε τη Σύµβαση, µε το Νόµο 2204/1994 (ΦΕΚ 59 Α/15-4-1994). 2.3 ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ 2.3.1 Οδηγία για τη ιατήρηση των Άγριων Πουλιών (Οδηγία 79/409/ΕΟΚ) Η Οδηγία για τη ιατήρηση των Άγριων Πουλιών της ΕΟΚ 9, αποτελεί το πρώτο νοµοθετικό κείµενο περιβαλλοντικής πολιτικής πολύ πριν η περιβαλλοντική διάσταση ενσωµατωθεί σε όλες τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σκοπός της οδηγίας είναι η λήψη των αναγκαίων µέτρων από τα κράτη µέλη, ώστε να διατηρηθεί ο πληθυσµός των ειδών της άγριας ορνιθοπανίδας σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να ανταποκρίνεται στις οικολογικές, επιστηµονικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, λαµβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις οικονοµικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες του ανθρώπου (Άρθρο 2). Η οδηγία εφαρµόζεται στα πτηνά, τα αυγά, τις φωλιές και τους οικοτόπους τους. Είναι η πρώτη οδηγία που έχει σαφή αναφορά στους οικοτόπους συγκεκριµένων ειδών. Στο Άρθρο 3 της οδηγίας περιγράφονται τα αναγκαία µέτρα για την διαφύλαξη, διατήρηση και αποκατάσταση των βιοτόπων και οικοτόπων που είναι: α) η δηµιουργία ζωνών προστασίας, β) η συντήρηση και διευθέτηση σύµφωνα µε τις οικολογικές απαιτήσεις των οικοτόπων που βρίσκονται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό των ζωνών προστασίας, γ) η αποκατάσταση των κατεστραµµένων βιοτόπων και δ) η δηµιουργία νέων βιοτόπων. Το Συµβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησε από τα κράτη µέλη να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή, µέσα σε 24 µήνες από την υιοθέτηση της οδηγίας, τις 9 Το πλήρες κείµενο της Οδηγίας µε τις τροποποιήσεις που έχουν γίνει µέχρι σήµερα βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://europa.eu.int/eur-lex/el/consleg/pdf/1979/el_1979l0409_do_001.pdf 22

Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Special Protected Areas, SPA) που οριοθετήθηκαν για τα είδη του Παραρτήµατος Ι και τα ειδικά µέτρα για τα τακτικά εµφανιζόµενα µεταναστευτικά είδη που δεν περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα Ι. Οι παραβιάσεις της συγκεκριµένης οδηγίας είναι πολυάριθµες και αφορούν σηµαντικά θέµατα όπως η καταστροφή και υποβάθµιση των οικοτόπων, η εµπορευµατική διακίνηση των πτηνών κά. (Σαµιώτης, 1996). Η πράξη εναρµόνισης της κοινοτικής οδηγίας στο ελληνικό δίκαιο είναι η Υπουργική Απόφαση 414985/1985 για τα «Μέτρα διαχείρισης της άγριας Πτηνοπανίδας» (ΦΕΚ 757 Β/18-12-1985). Στη συγκεκριµένη ΥΑ ρυθµίζονται θέµατα που σχετίζονται µε τη θήρα και αφορούν είδη των οποίων η θήρα επιτρέπεται, µέσα, χρόνο, περιοχές θήρας, αλλά και απαγορευµένους τρόπους και µέσα θήρας. Επίσης προβλέπονται αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας, µε τις οποίες θα καθοριστούν οι Ζώνες Ειδικής Προστασίας που προβλέπει η οδηγία. Ουσιαστικά, δηλαδή, η πράξη εναρµόνισης της οδηγίας στην ελληνική έννοµη τάξη αφορά µόνο κάποιες ρυθµίσεις για τη θήρα που εξειδικεύονται στα πτηνά, ενώ όλες οι άλλες διατάξεις περί θήρας βρίσκονται στο ασικό Κώδικα. Σήµερα, έχουν οριστεί 150 περιοχές ως Ζώνες Ειδικής Προστασίας, οι οποίες εντάσσονται στο ίκτυο «Φύση 2000» (ΥΠΕΧΩ Ε, Επιτροπή «Φύση 2000», 2003), όπως θα αναφερθεί και στη συνέχεια. 2.3.2 Οδηγία για τη ιατήρηση των Φυσικών Οικοτόπων, καθώς και της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ). Σχεδόν παράλληλα µε τη Σύµβαση για τη Βιοποικιλότητα που υπογράφηκε στο Ρίο, εκδόθηκε και η οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συµβουλίου των Ευρωπαικών Κοινοτήτων για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας. Η διαπίστωση ότι στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών µελών, οι φυσικοί οικότοποι υποβαθµίζονται συνεχώς και αυξάνεται ο αριθµός των άγριων ειδών που απειλούνται σοβαρά, ότι εφόσον οι απειλούµενοι οικότοποι και τα απειλούµενοι είδη αποτελούν τµήµα της φυσικής κληρονοµιάς της Κοινότητας και τα απειλούµενα στοιχεία είναι γενικά διασυνοριακής φύσεως, είναι αναγκαίο να ληφθούν σε κοινοτικό επίπεδο µέτρα για τη διατήρησή τους ότι, λαµβανοµένων υπόψη των απειλών που υφίστανται ορισµένοι τύποι φυσικών οικοτόπων και ορισµένα είδη, είναι αναγκαίο να χαρακτηριστούν ως οικότοποι και είδη προτεραιότητας, ώστε να ληφθούν ταχέως µέτρα 23