Η κατάσταση διατήρησης της Ιπποκαστανιάς (Aesculus hippocastanum L.)



Σχετικά έγγραφα
Βιολογία Διατήρησης του απειλούμενου φυτού Bupleurum capillare Boiss. & Heldr.

Η οικοφυσιολογία της αναπαραγωγής στην Ιπποκαστανιά (Aesculus hippocastanum L.)

Παρακολούθηση 4 φυτικών ειδών προτεραιότητας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ στην Κύπρο: Σχεδιασµός και εφαρµογή

Η περιορισμένη φυσική κατανομή της Ιπποκαστανιάς (Aesculus hippocastanum L.) - Κυριότεροι περιοριστικοί παράγοντες.

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ. Με την υποστήριξη/αιγίδα [1]

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Βιολόγος- Μεταδιδάκτορας, Τομέας Οικολογίας & Ταξινομικής, Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ. 2

Βιογραφικό Σηµείωµα ΤΣΙΡΟΥΚΗΣ ΑΧΙΛΛΕΑΣ. 14 Αυγούστου Λάρισα

LIFE08 NAT/CY/ Δράση Γ.3: Παρακολούθηση των Μικρο-Αποθεμάτων Φυτών. Παραδοτέο: Βάση δεδομένων παρακολούθησης / Διαγραμματικά μοντέλα

Καφέ αρκούδα (Ursus arctos), ο εκτοπισμένος συγκάτοικός μας

Κ ι λ µα µ τι τ κές έ Α λλ λ α λ γές Επι π πτ π ώ τ σει ε ς στη τ β ιοπο π ικιλό λ τη τ τα τ κ αι τ η τ ν ν ά γρια ζ ωή

Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης των περιοχών έρευνας από δασοκομική και οικοφυσιολογική άποψη

Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Φυτών της Κύπρου

Βιογραφικό Σηµείωµα ΤΣΙΡΟΥΚΗΣ ΑΧΙΛΛΕΑΣ. 14 Αυγούστου Λάρισα

Bio-Greece - NATURA 2000 ΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΚΤYΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

Μικρο-Aποθέματα Φυτών

Αποτίμηση των επιπτώσεων της πυρκαγιάς στα δάση μαύρης πεύκης στον Πάρνωνα Η προσέγγιση για την αποκατάστασή τους

LIFE10 NAT/CY/ Βελτίωση της κατάστασης διατήρησης του οικότοπου προτεραιότητας 9560* στην Κύπρο

ΑΘΗΝΑ 2013 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟΥ ΥΔΑΤΟΣ (ΛYΜΑΤΩΝ) FRAMME - LIFE08 NAT/GR/ ΡΟΔΟΣ

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR ) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης.

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z

- 1 - ΡΑΑΤΘΜΑ - Ι ΜΕΛΕΤΘ ΕΙΔΙΚΘΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΘΣ ΑΞΙΟΛΟΓΘΣΘΣ

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Πάρνηθας. Ομάδα έργου: Γ. Ζαρείφης Ηλ. Ντούφας Γ. Πόθος Κ.

Μεταπυρική Διαχείριση Δασών Ψυχρόβιων Κωνοφόρων

Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στα ξηροθερμοόρια δασικών ειδών: Η Δασική πεύκη Πιερίων

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων)

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR ) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης.

LIFE PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα μέσω μιας δομημένης προσέγγισης

Περιφερειακή Ημερίδα Ενδιαφερομένων Φορέων

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

Βελτίωση της κατάστασης διατήρησης των οικοτόπων προτεραιότητας *1520 και *5220 στο Εθνικό Δασικό Πάρκο Ριζοελιάς

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Παρακολούθηση (monitoring) των Δασικών Οικοσυστημάτων και διαχειριστικά μέτρα προσαρμογής

Περιεχόµενα. 1 Εισαγωγή 4 2 Η όδευση του αγωγού σε τµήµατα 5

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Αποκατάσταση των δασών Pinus nigra στον Πάρνωνα (GR ) μέσω μιας δομημένης προσέγγισης.

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Το τσακάλι, τόσο κοντινό μα τόσο ντροπαλό! (Ανακαλύπτοντας το τσακάλι)

Δάση & Πυρκαγιές: αναζητείται ελπίδα

P L A N T - N E T C Y

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ

Παράδειγμα Συμπλήρωσης φορμών

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΣΠΟΝ ΥΛΑ ΣΤΗ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ. Αναστάσιος Λεγάκις

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z

Ενδημικά και προστατευόμενα φυτά διαρκής παρακολούθηση

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

THA001 - Φραγμολίμνη Μαριών

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΟΤΑΝΙΚΗΣ

Centaurea messenicolasiana. Ένα ενδηµικό είδος της περιοχής λίµνης Ν. Πλαστήρα. Προτάσεις για τη διατήρηση και προστασία του

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Γιώργος Βαβίζος Βιολόγος Eco-Consultants S.A.

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ

Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΙΔΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΣ. ΟΜΑΔΑ 1 Κορμπάκη Δέσποινα Κολακλίδη Ναταλία Ζαχαροπούλου Φιλιππούλα Θανοπούλου Ιωαννά

Προσαρµογήτης ιαχείρισηςτων ασώνστηνκλιµατικήαλλαγήστηνελλάδα: ασαρχείο Πάρνηθας

Συντελεστές Χιονοσυγκράτησης

Α. Οι επιπτώσεις της πυρκαγιάς της 23/8/2007 στο Πάρνωνα

LIFE08 NAT/CY/ Δράση Γ.5: Εμπλουτισμός των πληθυσμών των υπό μελέτη ειδών

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: Vascular Plants of Greece: An Annotated Checklist

NATURA 2000 NATURA 2000 ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑ

LIFE PINUS Η δομημένη προσέγγιση για την αποκατάσταση των καμένων δασών μαύρης πεύκης

LIFE07 NAT/GR/ PINUS Οι δράσεις αποκατάστασης του καμένου δάσους μαύρης πεύκης στον Πάρνωνα.

5. κλίμα. Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τίτλος: 7 o Πανελλήνιο Συνέδριο Οικολογίας Οικολογία: συνδέοντας συστήματα, κλίμακες και ερευνητικά πεδία

ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΥΣΗ Κατευθύνσεις για σχεδιασµό δράσεων και υποέργων. ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 9: Προστασία Φυσικού

ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

Πέτρος Κακούρος και Αντώνης Αποστολάκης

LIFE11NAT/GR/1014 «Διατήρηση Δασών και Δασικών Ανοιγμάτων Προτεραιότητας στον Εθνικό Δρυμό Οίτης και στο Όρος Καλλίδρομο της Στερεάς Ελλάδας»

ΖΩΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΗΛΙΟ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΥΜΒΟΛΟΜΕΤΡΙΑΣ ΜΟΝΙΜΩΝ ΣΚΕΔΑΣΤΩΝ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

Αποτελέσματα παρακολούθησης φυσικής αναγέννησης μαύρης πεύκης στον Πάρνωνα για το έτος 2012

Εφαρμογές των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών στην Οικολογία

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Αποτελέσματα παρακολούθησης φυσικής αναγέννησης μαύρης πεύκης στον Πάρνωνα για το έτος 2011

H ανορθόδοξη συμπεριφορά των σπόρων ως οικολογική στρατηγική επιβίωσης

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

«Εφαρμογή της ανάλυσης επιβίωσης για την αξιολόγηση της θνησιμότητας των δέντρων στο δάσος Ελατιάς Δράμας»


ΑΘΡΟΙΣΜΑ VII. SPERMATOPHYTA Φυτά που σχηµατίζουν σπέρµατα (πολυκύταρες δοµές)

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

Βελτίωση της κατάστασης διατήρησης των οικοτόπων προτεραιότητας *1520 και *5220 στο Εθνικό Δασικό Πάρκο Ριζοελιάς

Μελέτη των μεταβολών των χρήσεων γης στο Ζαγόρι Ιωαννίνων 0

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET05: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

Α. Οι επιπτώσεις της πυρκαγιάς της 23/8/2007 στο Πάρνωνα

Αρχές αειφορίας και διαχείρισης Βιολογία της Διατήρησης

Η παλυνολογία εξετάζει την παλαιοβλάστηση τα παλαιο-περιβάλλοντα το παλαιο-κλίμα Την επίδραση του ανθρώπου (π.χ. γεωργία)

ιαχείριση και προστασία γενετικών πόρων

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας

Η παρακολούθηση των δασών στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής

Βελτίωση της κατάστασης διατήρησης των οικοτόπων προτεραιότητας *1520 και *5220 στο Εθνικό Δασικό Πάρκο Ριζοελιάς

Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα. Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Ανακοίνωση για υπηρεσίες οικοφυσιολόγου

Αρχές αειφορίας και διαχείρισης Βιολογία της Διατήρησης

Προσαρμογή της Διαχείρισης των Δασών στην Κλιματική Αλλαγή στην Ελλάδα: Δασαρχείο Καλαμπάκας

Προστασία Γενετικής Βιολογικής Ποικιλότητας


ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Transcript:

400 Η κατάσταση διατήρησης της Ιπποκαστανιάς (Aesculus hippocastanum L.) Α. Τσιρούκης 1,2, Κ. Γεωργίου 2, Σ. Βέργος 1 & Κ.Α. Θάνος 2 1 ΤΕΙ Λάρισας, Τµήµα ασοπονίας και ιαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Καρδίτσα 2 Τµήµα Βιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών, 15784 Αθήνα E-mail: tsirouk@teilar.gr Περίληψη Η Ιπποκαστανιά (Αesculus hippocastanum L., Hippocastanaceae) είναι φυλλοβόλο δένδρο, ενδηµικό της Βαλκανικής. Η φυσική, γεωγραφική της κατανοµή περιορίζεται στην Ελλάδα και σε πολύ µικρότερο βαθµό στην Αλβανία και στην ΠΓ Μ. Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται και χαρτογραφείται, για πρώτη φορά, η λεπτοµερής εξάπλωση του είδους στην Ελλάδα. Με επιτόπιες επισκέψεις, κατά το διάστηµα Μάρτιος 2005 Αύγουστος 2006, διαπιστώθηκε η παρουσία του είδους σε 98 υποπληθυσµούς που εντοπίζονται στους ορεινούς όγκους της Ηπείρου, της. Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Στερεά Ελλάδας. Για κάθε υποπληθυσµό καταµετρήθηκε το σύνολο των ενηλίκων ατόµων (συνολικά 1464 ενήλικα άτοµα σε όλη την Ελλάδα) και έγινε καταγραφή διαφόρων αβιοτικών και βιοτικών παραµέτρων: γεωγραφικές συντεταγµένες, γεωλογικό υπόστρωµα, υψόµετρο, κλίση, έκθεση, επιφάνεια κατάληψης, τύπος ενδιαιτήµατος, συνοδά είδη, βαθµός φυσικής αναγέννησης κ.α. Από την µαθηµατική επεξεργασία των δεδοµένων προέκυψαν γραφήµατα και συµπεράσµατα σχετικά µε την κατανοµή του µεγέθους των υποπληθυσµών, την κατακόρυφη εξάπλωση, τα οικολογικά χαρακτηριστικά του ενδιαιτήµατος, την ικανότητα αναγέννησης κλπ. Επιπλέον, εκτιµήθηκαν οι εξωγενείς κίνδυνοι - απειλές που αντιµετωπίζει το είδος (παγετός, πληµµύρες, ξηρασία, πυρκαγιές, κατανάλωση σπερµάτων από διάφορα ζώα, υλοτοµία, συλλογή σπερµάτων για φαρµακευτικούς λόγους). Τέλος, µε εφαρµογή του λογισµικού RAMAS, εκτιµάται η κατάσταση διατήρησης της ιπποκαστανιάς στην Ελλάδα σύµφωνα µε τα νέα κριτήρια της IUCN: Κρισίµως Κινδυνεύον [B2ab(iv,v)]. Conservation status of horse chestnut (Aesculus hippocastanum L.) in Greece A. Tsiroukis 1,2, K. Georghiou 2, S. Vergos 1 & C.A. Thanos 2 1 Dept. of Forestry and Natural Environment Management, Karditsa, Greece 2 Dept. of Biology, University of Athens, GR-15784, Athens, Greece E-mail: tsirouk@teilar.gr Horse chestnut (Αesculus hippocastanum L., Hippocastanaceae) is a deciduous tree endemic to the Balkan Peninsula. Its natural, geographical distribution is restricted to Greece and to a lesser extent Albania and FYROM. This work presents, for the first time, a detailed map of the occurrence of the species in Greece. Through onsite visits carried out during the period March 2005 August 2006, the presence of horse chestnut has been verified to occur in 98 subpopulations, on the mountains of Epirus, W. Macedonia, Thessaly and Sterea Ellas. For each subpopulation, all adult individual plants have been counted (a total of 1464 trees in Greece) along with data recorded on various biotic and abiotic parameters (geographical coordinates, geological substratum, altitude, slope, exposure, area of occupancy, habitat type, accompanying taxa, degree of natural

401 regeneration etc). The mathematical elaboration of these data has produced graphs and conclusions related to the subpopulation size, the altitudinal occurrence, the ecological characteristics of the species habitat, the regenerative capacity etc. Furthermore, the threats to the species have been also evaluated (frost, flooding, drought, wildfire, seed predation by animals, felling, seed collection for pharmaceutical reasons). Finally, the conservation status of Αesculus hippocastanum in Greece has been assessed according to the new IUCN criteria and with the help of RAMAS software: Critically Endangered [B2ab(iv,v)]. Εισαγωγή Η Ιπποκαστανιά, Αesculus hippocastanum L., είναι φυλλοβόλο δένδρο που ανήκει στην οικογένεια Hippocastanaceae, µέσου ύψους 20-30m, ενδηµικό της Βαλκανικής. Τα φύλλα είναι σταυροειδώς αντίθετα, µεγάλα, µε µακρύ µίσχο µήκους 15-20cm, σύνθετα, µε 5-7 παλαµοειδή φυλλάρια (Αθανασιάδης 1986). Η κόµη είναι πλατιά και πυκνή ενώ η διάµετρος του κορµού σε ενήλικα δένδρα µε καλές συνθήκες αύξησης µπορεί να φθάσει τα 80-90cm. Η φυσική, γεωγραφική της κατανοµή περιορίζεται στην Ελλάδα και σε πολύ µικρότερο βαθµό στην Αλβανία και στην ΠΓ Μ. Αναφέρεται επίσης και σε µία περιοχή της Βουλγαρίας (Lack 2000), που όµως τόσο η µεγάλη απόσταση από τους υπόλοιπους υποπληθυσµούς όσο και άλλες ενδείξεις οδηγούν στην άποψη ότι πρόκειται για µη αυτόχθονη παρουσία. Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται και χαρτογραφείται για πρώτη φορά, η λεπτοµερής εξάπλωση του είδους στην Ελλάδα και γίνεται καταγραφή και επεξεργασία διαφόρων βιοτικών και αβιοτικών παραµέτρων που αφορούν το είδος και τον οικότοπό του. Τέλος, µε βάση τα διαθέσιµα στοιχεία, εκτιµάται η κατάσταση διατήρησης της ιπποκαστανιάς στην Ελλάδα σύµφωνα µε τα νέα κριτήρια της IUCN (World Conservation Union 2001). Μεθοδολογία Κατά το διάστηµα Μάρτιος 2005 Αύγουστος 2006, πραγµατοποιήθηκαν επιτόπιες επισκέψεις στους ορεινούς όγκους των γεωγραφικών διαµερισµάτων της Ηπείρου, της. Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας. Οι αποστολές έγιναν τόσο σε θέσεις γνωστές από τη δηµοσιευµένη βιβλιογραφία (Halacsy 1901, 1902, 1904, Strid 1976, Bergmeier 1990, Strid & Tan 2000, Avtzis & Avtzis 2002) όσο και σε περιοχές που επελέγησαν από την επεξεργασία διαφόρων ενδείξεων και πληροφοριών (συναδέλφων της ασικής Υπηρεσίας καθώς επίσης κτηνοτρόφων και υλοτόµων των ορεινών περιοχών).

402 Σε όλες τις αποστολές εξακριβώθηκε (ή όχι) η παρουσία του είδους και καταγράφηκαν οι γεωγραφικές συντεταγµένες (µε σύστηµα GPS) και οι ακριβείς τοποθεσίες-τοπωνύµια. Προσδιορίστηκε η αυτοτέλεια καθενός υποπληθυσµού (στη βάση της απόστασης από τον πλησιέστερο, οπότε ορισµένες θέσεις εµφάνισης ενοποιήθηκαν σε έναν υποπληθυσµό) και καταµετρήθηκαν µέχρις ενός όλα τα ενήλικα άτοµα Έγινε ακόµη κατά προσέγγιση υπολογισµός των επιφανειών κατάληψης κάθε υποπληθυσµού. Καταγράφηκαν επίσης οι οικολογικές συνθήκες εµφάνισης και οι παράγοντες απειλής των πληθυσµών, ο τύπος του ενδιαιτήµατος, βιοµετρικά δεδοµένα του είδους (ύψος, διάµετρος), ο βαθµός φυσικής αναγέννησης, τα συνοδά είδη, καθώς επίσης το υψόµετρο και αδροµερή στοιχεία για το γεωλογικό υπόστρωµα, την κλίση και την έκθεση του οικοτόπου. Όλα τα δεδοµένα υφίστανται επεξεργασία τόσο στο σύνολο των εµφανιζόµενων υποπληθυσµών όσο και στο σύνολο των καταµετρηθέντων ατόµων προκειµένου να εξαχθούν τα αντίστοιχα συµπεράσµατα. Τέλος, µε βάση όλα τα διαθέσιµα στοιχεία και µε τη χρήση του λογισµικού RAMAS Red List εκτιµάται η κατάσταση διατήρησης της ιπποκαστανιάς στην Ελλάδα, σύµφωνα µε τα νέα κριτήρια της IUCN (World Conservation Union 2001). Αποτελέσµατα Συζήτηση Η παρουσία του είδους στην Ελλάδα καταγράφηκε σε 98 υποπληθυσµούς (sensu IUCN) όπως παρουσιάζονται στο Σχήµα 1. Το σύνολο των υποπληθυσµών βρίσκεται κατά µήκος των 2 κύριων ορογραµµών της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας, στους ορεινούς όγκους των γεωγραφικών διαµερισµάτων της Ηπείρου, της. Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας (σε 14 νοµούς). Ανά 25 υποπληθυσµοί εντοπίζονται στην Πίνδο και στον Κίσαβο ενώ ακολουθούν: Άγραφα (11), Βαρδούσια (7), Τύµφη (6), Όλυµπος (5), Βόιο (2), Καπροβούνι (2), Κοκκινόλακος-Χατζή (2), Μαυροβούνι (2), Παρνασσός (2), Τυµφρηστός (2), Αθαµανικά Όρη (1), Βουλγάρα (1), Καλιακούδα (1), Οίτη (1), Όρη Ναυπακτίας (1), Πιέρια (1), Πήλιο (1). Καταµετρήθηκαν συνολικά 1464 ενήλικα άτοµα ιπποκαστανιάς, εκ των οποίων τα 551 απαντούν στην οροσειρά της Πίνδου (37,6% του συνόλου των ατόµων) και ακολουθούν ο Κίσαβος (10,0%), τα Άγραφα (9,9%), τα Βαρδούσια (8,7%) και το Βόϊο (8,3%). Το µέγεθος των υποπληθυσµών κυµαίνεται σηµαντικά (από 1 έως 153 άτοµα) ενώ ο µαθηµατικός µέσος υποπληθυσµός περιλαµβάνει

403 µόλις 15 ενήλικα δένδρα. Πολλοί υποπληθυσµοί αποτελούνται από µικρές συστάδες 2-5 ατόµων ενώ το 63% των υποπληθυσµών της Ιπποκαστανιάς ανήκει στην κλάση 1-10 άτοµα. Συµπεραίνεται λοιπόν ο εξαιρετικά µεγάλος κατακερµατισµός της φυσικής κατανοµής του είδους στην Ελλάδα και η συνακόλουθη ευάλωτη κατάστασή του. Σχήµα 1. Η φυσική, γεωγραφική κατανοµή της Aesculus hippocastanum L. στην Ελλάδα. (Ο χάρτης έγινε µε τη χρήση του λογισµικού της Flora Hellenica, από τον Prof. Arne Strid.) Οι επιφάνειες κατάληψης κάθε υποπληθυσµού παρουσιάζουν αντίστοιχα µεγάλο εύρος (από µερικές δεκάδες τετραγωνικά µέτρα έως 10,8ha), η δε κατανοµή συχνοτήτων των επιφανειών κατάληψης παρουσιάζει 2 µέγιστα, στις κλάσεις 101-300m 2 (17%) και 3001-10000m 2 (28%).

404 Η Ιπποκαστανιά εµφανίζεται µε επίσης µεγάλη κατακόρυφη εξάπλωση, από τα 218m (Κίσαβος) µέχρι τα 1485m (Μικρά Όντρια, Καστοριά). Από τα διαγράµµατα κατανοµής συχνοτήτων εµφάνισης συναρτήσει υψοµέτρου παρατηρείται µέγιστο στην κλάση 901-1100m, τόσο στο σύνολο των ατόµων (35%) όσο και στο σύνολο των πληθυσµών (31%). Μεταξύ των υψοµέτρων 500-1100m φύονται 1051 άτοµα (72% του συνόλου) που ανήκουν σε 64 υποπληθυσµούς (65% του συνόλου). Το τυπικό ενδιαίτηµα του είδους είναι τα πρανή απότοµων, συνήθως, ρεµάτων µε µόνιµη ή παροδική ροή νερού αλλά εµφανίζεται και µέσα σε δάση ή σε πρανή δρόµων. Πιο συγκεκριµένα, η καταγραφή έδειξε ότι το 62% του συνόλου των ατόµων απαντά σε ρέµατα µε συνεχή ροή νερού, το 11% σε ρέµατα µε παροδική ροή και το 9% σε ξηρά ρέµατα. Το υπόλοιπο 18% επιµερίζεται κατά 12% µέσα στα δάση και κατά 6% στα πρανή των δρόµων. Η Ιπποκαστανιά θεωρείται κατάλοιπο της τελευταίας παγετώδους περιόδου που επιβιώνει σε καταφύγια (refugia) θέσεων όπου η παρουσία του νερού µετριάζει τις ακραίες θερµοκρασίες. Από τη λεπτοµερή καταγραφή των κυριότερων συνοδών δασικών ειδών κάθε υποπληθυσµού, επικρατεί η παρουσία του είδους Abies borisii regis (σε ποσοστό 52% επί του συνόλου των πληθυσµών) και ακολουθούν τα είδη Fraxinus ornus (41%), Fagus sylvatica (37%), Platanus orientalis (34%), Quercus spp. (22%), Castanea sativa (12%), Salix alba (11%) και Juniperus communis (10%). Ιδιαίτερα ανησυχητικό στοιχείο αποτελεί η τεκµηρίωση της απουσίας φυσικής αναγέννησης (βαθµός 0) στο 62% των υποπληθυσµών και περιορισµένης αναγέννησης (βαθµός 1) στο 32% ενώ αρκετά καλή αναγέννηση (βαθµός 2) παρατηρήθηκε µόλις στο 6%. Όσον αφορά το γεωλογικό υπόστρωµα, η Ιπποκαστανιά συναντάται σε ενδιαιτήµατα που έχουν περίπου κοινά εδαφικά χαρακτηριστικά. Το είδος φύεται σε υπόστρωµα ενός αδροµερούς υλικού που συγκεντρώνει λεπτόκοκκο έδαφος ανάµεσα στις κροκάλες και τα βαθύτερα στρώµατα. Γενικότερα το είδος φαίνεται πως αναπτύσσεται πάνω σε ορυκτό έδαφος και όχι σε εδάφη µε διαµορφωµένους ορίζοντες. Πρέπει να σηµειώσουµε επίσης πως σε δύο περιπτώσεις (στα Μεγάλα και Μικρά Όντρια, Κοζάνη και Καστοριά, αντίστοιχα) το πέτρωµα είναι καθαρά ασβεστολιθικό σχηµατίζοντας µεγάλους βραχώδεις ογκόλιθους αλλά και υπόγειες υδατοδεξαµενές (καταβόθρες). Ως προς τα βιοµετρικά στοιχεία του είδους διακρίνεται ένα µέσο ύψος περί τα 10-12m και διάµετρος από 25-40cm. Η εµφάνιση των ταξιανθιών και η ωρίµανση των καρπών επηρεάζεται από το υψόµετρο και το µικροκλίµα της περιοχής.

405 Οι εξωγενείς κίνδυνοι που απειλούν το είδος εντοπίζονται κυρίως στην καταστροφή των αρτιβλάστων από τα βοοειδή και άλλα κτηνοτροφικά ζώα, καθώς επίσης και από όψιµους παγετούς και σε µικρότερο βαθµό από τον άνθρωπο που ξεριζώνει τα νεαρά φυτά προκειµένου να τα µεταφυτεύσει σε κήπους σπιτιών. Τα ώριµα άτοµα δεν κινδυνεύουν πλέον ιδιαίτερα από την υλοτοµία γιατί οι θέσεις ανάπτυξής τους είναι αρκετά δυσπρόσιτες. Στην υλοτοµία όµως των προηγούµενων αιώνων θα πρέπει να αποδοθεί η συρρίκνωση ή εξαφάνιση ορισµένων υποπληθυσµών (πχ Πήλιο και Χελιδόνα, αντίστοιχα). Το ίδιο το είδος αντιµετωπίζει επίσης εγγενή δυσκολία αναπαραγωγής από το γεγονός ότι παράγει σπέρµατα που κατατάσσονται στην κατηγορία των ανορθόδοξων (recalcitrant) που η αφυδάτωσή τους οδηγεί σε απώλεια βιωσιµότητας ενώ παράλληλα δεν είναι δυνατή η διατήρησή τους (υπό φυσικές ή τεχνητές συνθήκες) περισσότερο από µερικούς µήνες (Rudolf 1974, Berjak & Pammenter 1997). Επιπλέον τα σπέρµατα είναι ληθαργικά κατά την ωρίµανσή τους και απαιτείται σχετικά µακρά περίοδος στρωµάτωσης για την άρση του λήθαργου, γεγονός που χρονοθετεί τη φύτρωση στο τέλος του χειµώνα (Τσιρούκης, αδηµοσίευτα δεδοµένα). Τέλος, επιπρόσθετα επιβαρυντικά στοιχεία αποτελούν το µεγάλο µέγεθος των σπερµάτων (το είδος παράγει τα µεγαλύτερα σπέρµατα στο σύνολο της Ευρωπαϊκής χλωρίδας), η απουσία γνωστών ζώων-διασπορέων (η διασπορά φαίνεται να ανήκει στους τύπους της βαροχωρίας και της υδροχωρίας) ενώ, τέλος, το είδος παρουσιάζει το φαινόµενο της πληροκαρπίας. Μεταξύ των θηρευτών των σπερµάτων είναι οι κόρακες που κατά το χρόνο διασποράς των σπερµάτων από το µητρικό φυτό (Σεπτέµβριος-Οκτώβριος) επιτίθενται κατά σµήνη στα σπέρµατα και τα τρυπούν µε το ράµφος τους, οπότε αρχίζουν και σαπίζουν. Ακόµη οι σκίουροι και άλλα τρωκτικά αλλά και ο άνθρωπος (ως συλλέκτης σπερµάτων για φαρµακευτικούς σκοπούς - ρευµατισµούς, αιµορροΐδες κλπ.) αποδεκατίζουν την ετήσια παραγωγή σπερµάτων. Ακραίες εµφανίσεις ξηρασίας, οι σπάνιες περιπτώσεις πυρκαγιάς αλλά και η κλιµατική αλλαγή αποτελούν πρόσθετες απειλές για τη διατήρηση του είδους, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπ όψιν τόσο ο κατακερµατισµός των υποπληθυσµών όσο και η δυσκολία φυσικής αναγέννησης. Η Ιπποκαστανιά, Aesculus hippocastanum, εµφανίζεται για πρώτη φορά στη Βάση εδοµένων της IUCN ως είδος για το οποίο δεν υπάρχει πληροφορία (?) για την παγκόσµια κατάσταση διατήρησής του το 1997. Έχει κριθεί Απροσδιόριστο [Indeterminate (I)] στην πρώην Γιουγκοσλαβία και Εύτρωτο [Vulnerable (V)] στη Βουλγαρία. Στην Ελλάδα προστατεύεται από το Προεδρικό ιάταγµα 67/1981 και έχει

406 καταγραφεί ως άλλο σηµαντικό είδος σε 6 Τόπους Κοινοτικής Σηµασίας του ικτύου ΦΥΣΗ 2000. Με την εφαρµογή του λογισµικού RAMAS Red list διερευνήθηκε η κατάσταση διατήρησης της Ιπποκαστανιάς στην Ελλάδα, σύµφωνα µε τα νέα κριτήρια της IUCN, 2001 (v 3.1.) και εκτιµάται ότι το είδος είναι: ΚΡΙΣΙΜΩΣ ΚΙΝ ΥΝΕΥΟΝ (CRITICALLY ENDANGERED) - κριτήρια B2ab(iv,v). Βιβλιογραφία Αθανασιάδης, Ν. (1986). ασική Βοτανική ( ένδρα και θάµνοι των δασών της Ελλάδος) Μέρος ΙΙ. Θεσσαλονίκη. Avtzis, N. & Avtzis, D. (2002). The attack of Aesculus hippocastanum L. by Cameraria ohridella Deschka and Dimic (Lepidoptera: Gracillaridae) in Greece. In: Proceedings of Ecology Survey and Management of Forest Insects, GTR_NE_31. Bergmeier, E. (1990). Wälder und Gebüsche des Niederen Olymp (Kato Olympos, NO- Thessalien). Ein Beitrag zur systematischen und orographischen Vegatationsgliederung Griechenlands. Phytocoenologia 18: 161-342. Berjak, P. & Pammenter, N.W. (1997). Desiccation-sensitive (recalcitrant) seeds. Pp. 689-703 in: Ellis, R.H., Black, M., Murdoch, A.J. & Hong, T.D. (eds) Basic and Applied Aspects of Seed Biology. Kluwer Academic Publishers. Halácsy, E. de (1901, 1902, 1904). Conspectus Florae Graecae 1, 2, 3. G. Engelmann, Lipsiae. Lack, W. (2000). Lilac and Horse-Chestnut: Discovery and rediscovery. Curtis's Botanical Magazine ser. 6 17: 109-141. Rudolf, P.O. (1974). Aesculus L., buckeye. Pp. 195-200 in: Schopmeyer, C.S. (tech. coord.) Seeds of woody plants in the United States. Agricultural Handbook 450. USDA Forest Service. Strid, A. (1976). Floristic notes from Mt. Olympos and Mt. Falakron (Boz Dagh), northern Greece. Botaniska Notiser 129: 251-256. Strid, A. & Tan, Κ. (2000). Flora and Phytogeography of NW Greece (Epirus and W Macedonia). Botanical Institute, University of Copenhagen. World Conservation Union (IUCN) (2001). IUCN Red List Categories and Criteria, v. 3.1. Species Survival Commission, IUCN.