BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT"

Transcript

1 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT πιστώσεων δύναται νά επικαλεσθεί την διάταξη περί απαλλαγής ἀπό τόν φόρο κύκλου εργασιῶν γιά πράξεις πού ἀφορούν μεσιτεία πιστώσεων, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στό άρθρο 13 μέρος Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης ὁδηγίας 77/388 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν Κρατών μελών τῶν σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης ἀξίας: ὁμοιόμορφη φορολογική βάση, σέ περίπτωση μή εκτελέσεως τῆς ὁδηγίας αὐτής καί ἐφ' ὅσον ὁ αἰτών ἀπέσχε τῆς ἐπιρρίψεως τοῦ ὡς άνω φόρου στα ἐπόμενα στάδια, χωρίς τό κράτος νά δύναται νά τοῦ αντιτάξει τό ἀνεκτέλεστο τῆς ὁδηγίας. Στην υπόθεση 8/81, πού έχει ὡς ἀντικείμενο αίτηση τοῦ Finanzgericht τοῦ Münster πρός τό Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ διά τῆς ὁποίας ζητείται, στό πλαίσιο τῆς διαφορᾶς πού εκκρεμεῖ ενώπιον τοῦ αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ URSULA BECKER, ἀνεξαρτήτου μεσιτρίας πιστώσεων, κατοίκου Münster, καί FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT, ή έκδοση προδικαστικῆς ἀποφάσεως ὡς πρός την ερμηνεία τοῦ ἄρθρου 13 τμήμα Β ἐδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης ὁδηγίας τοῦ Συμβουλίου 77/388 τῆς 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν Κρατών μελών, τῶν σχετικών μἐ τους φόρους κύκλου ἐργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης ἀξίας: ὁμοιόμορφη φορολογική βάση, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ συγκείμενο ἀπό τους J. Mertens de Wilmars, πρόεδρο, G. Bosco, A. Touffait καί O. Due, προέδρους τμήματος, Ρ. Pescatore, Mackenzie Stuart, Α. O'Keeffe, Τ. Koopmans, U. Everling, Α. Χλωρό καί F. Grévisse, δικαστές, γενικός εἰσαγγελεύς: Sir Gordon Slynn γραμματεύς: Α. Van Houtte εκδίδει τήν ἀκόλουθη 55

2 ΑΠΟΦΑΣΗ τῆς ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 ΑΠΟΦΑΣΗ Περιστατικά Τά πραγματικά περιστατικά τῆς ὑποθέσεως, ἡ ἐξέλιξη τῆς διαδικασίας καί οἰ παρατηρήσεις πού κατετέθησαν δυνάμει τοῦ άρθρου 20 τοῦ Πρωτοκόλλου περί Ὀργανισμοῦ τοῦ Δικαστηρίου τῆς ΕΟΚ, ἔχουν συνοπτικώς ὡς ἑξῆς: Ι Πραγματικά περιστατικά καί έγγραφη διαδικασία Στην 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας υπόκεινται σέ φόρο κύκλου εργασιῶν ὅλες οἱ παραδόσεις καί λοιπές παροχές, πού πραγματοποιοῦνται ἐξ επαχθοῦς αἰτίας στό εσωτερικό τῆς χώρας ἀπό άτομα πού ἀσκοῦν οικονομική δραστηριότητα στό πλαίσιο τῆς επιχειρήσεως τους. Τό ἄρθρο 4 παράγραφος 8 τοῦ νόμου περί φόρου κύκλου εργασιῶν (Umsatzsteuergesetz) στή διατύπωση του τῆς 16ης Νοεμβρίου 1973 (Bundesgesetzblatt 1973, Ι, σ. 1682), προέβλεπε ἀπαλλαγή ἀπό τό φόρο κύκλου εργασιῶν, ἰδίως τῶν πράξεων χορηγήσεως πιστώσεων, διαπραγματεύσεως συναλλαγώνἐπί ἀξιογράφων καί νομίμων μέσων πληρωμής, καθώς καί διαχειρίσεως πιστώσεων δέν προέβλεπε ὅμως ἀπαλλαγή γιά τήν μεσιτεία πιστώσεων. ἡ τελευταία αυτή πράξη ἔχει ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν καταβολή φόρου κύκλου εργασιών ἀπό 1ης 'Ιανουαρίου 1980, μέ τό άρθρο 4 παράγραφος 8 εδάφιο α νέο, ὅπως ἀντικατεστάθη ἀπό τό νόμο τῆς 26ης Νοεμβρίου 1979, περί τροποποιήσεως τοῦ νόμου περί φόρου κύκλου εργασιών (Gesetz zur Neufassung des Umsatzsteuergesetzes und zur Änderung anderer Gesetze, Bundesgesetzblatt 1979, Ι, σ. 1953). Ή Ursula Becker, κάτοικος Münster, είναι ἀνεξάρτητη μεσίτρια πιστώσεων. Ὑπό τήν ιδιότητα τῆς αυτή ὑπεχρεώθη τό 1979, 56 σύμφωνα μέ τήν ισχύουσα τότε νομοθεσία, νά καταβάλει φόρο κύκλου εργασιών γιά τά εισοδήματα ἐκ τῶν προμηθειών πού ελάμβανε ὡς μεσίτρια πιστώσεων. Ἡ Becker ἐζήτησε ἀπό τό Finanzamt τοῦ Münster-Innenstadt, μέ τήν προδήλωσή της γιά τό φόρο προστιθεμένης ἀξίας τῶν μηνών Μαρτίου ἕως 'Ιουνίου 1979, τήν απαλλαγή ἐκ τοῦ φόρου τῶν πράξεων της τῶν σχετικών μέ τήν μεσιτεία πιστώσεων. Τήν αἴτησή τῆς αυτή τήν ἐστήριξε στό άρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης ὁδηγίας τοῦ Συμβουλίου ἀριθμός 77/388 τῆς 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν Κρατών μελών τών σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης ἀξίας: ὁμοιόμορφη φορολογική βάση ABl. L 145, σ. 1, ΕΕ εἰδ. ἔκδ. Ν 145, τόμ. 09/001, σ. 49). Ἡδιάταξη αυτή πού περιλαμβάνεται στόν τίτλο Χ τῆς ὁδηγίας ὁ όποιος ἀναφέρεται στίς ἀπαλλαγές, προβλέπει ὄτι «Μέ τήν ἐπιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, τά Κράτη μέλη ἀπαλλάσσουν, ὑπό τίς προϋποθέσεις πού ὁρίζουν, ὥστε νά ἐξασφαλίζεται ἡ ὀρθή καί ἁπλή εφαρμογή τῶν προβλεπομένων κατωτέρω ἀπαλλαγών καί νά αποτρέπεται κάθε ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή καί κατάχρηση : δ) τή χορήγηση καί τή διαπραγμάτευση [μεσιτεία] πιστώσεων, καθώς καί τή διαχείριση πιστώσεων ενεργούμενη ἀπό εκείνον, ὁ ὁποιος τίς ἐχορήγησε...» Κατά τήν Becker, ἡ υποχρέωση πού επιβάλλεται κατ' αυτόν τόν τρόπο στά Κράτη μέλη νά ἀπαλλάξουν επίσης ἀπό τό φόρο κύκλου ἐργασιῶν τίς πράξεις μεσιτείας

3 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT πιστώσεων ἐνεσωματώθη στό γερμανικό δίκαιο ἀπό 1ης Ἰανουαρίου 1979, τελευταία προθεσμία ουσιαστικής εφαρμογῆς τῆς ὁδηγίας 77/388 σέ ὅλα τά Κράτη μέλη, ή ὁποία σύμφωνα μέ τήν ἰδία τήν ὁδηγία ᾖταν ἡ 1η Ἰανουαρίου 1978, ἀλλα παρετάθη γιά την Ὁμοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας καί ἄλλα ἕξη Κράτη μέλη, μέχρι τήν 1η Ἰανουαρίου 1979 μέ τήν ἐνάτη ὁδηγία τοῦ Συμβουλίου 78/583 τῆς 26ης Ἰουνίου 1978 περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν Κρατῶν μελῶν τῶν σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών (ABl. L 194, σ. 16, ΕΕ Ν 148, τόμ. 09/001, σ. 96). Τό Finanzamt τοῦ Münster-Innenstadt δέν ἀπεδέχθη τήν επιχειρηματολογία αυτή καί στίς πράξεις προκαταβολικῆς πληρωμῆς τοῦ φόρου κύκλου εργασιών γιά τους μήνες Μάρτιο έως Ἰούνιο 1979, υπέβαλε σέ φόρο κύκλου εργασιών τίς πράξεις μεσιτείας πιστώσεων τῆς Becker ἀνερχόμενο συνολικῶς στό ποσό τῶν 9 582,54 DM. Στίς 4 καί 10 Σεπτεμβρίου 1979 ἡ Becker υπέβαλε ενώπιον τοῦ Finanzamt ένσταση ή Φραγκφούρτης, καί στίς 16 Ἀπριλίου 1981 Manfred Zuleeg τοῦ Πανεπιστημίου τῆς ὁποία καί ἀπερρίφθη μέ ἀπόφαση τῆς 13ης Δεκεμβρίου Ἠ Becker στίς 28 Δεκεμβρίου 1977 προσέφυγε στό Finanzgericht (οικονομικό δικαστήριο) τοῦ Münster. Τό ἐν λόγω δικαστήριο μέ διάταξη τοῦ 5ου Τό Δικαστήριο κατόπιν εκθέσεως τοῦ τμήματός του τῆς 27ης Νοεμβρίου 1980 καί διορθωτική διάταξη τῆς 21ης 'Ιανουαρίου 1981, ἀπεφάσισε, κατ' ἐφαρμογή τοῦ άρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, νά ἀναβάλει τήν ἔκδοση ὁριστικής ἀποφάσεως μέχρις ὅτου ἀποφανθεί προδικαστικῶς τό Δικαστήριο ἐπί τοῦ ἀκολούθου ερωτήματος: «'Εφαρμόζεται ἀπ' ευθείας στην 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας ἀπό 1ης 'Ιανουαρίου 1979 ἡ διάταξη περί ἀπαλλαγής ἀπό τό φόρο κύκλου εργασιών τῶν πράξεων μεσιτείας πιστώσεων, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στόν τίτλο Χ ἄρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης ὁδηγίας τοῦ Συμβουλίου, τῆς 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν Κρατών μελών τῶν σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης άξιας: ὁμοιόμορφη φορολογική βάση (77/388/ΕΟΚ);» Οἱ διατάξεις τοῦ Finanzgericht τοῦ Münster ἐπρωτοκολλήθησαν στή γραμματεία τοῦ Δικαστηρίου στίς 14 καί 26 'Ιανουαρίου 1981 ἀντιστοίχως. Σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 20 τοῦ Πρωτοκόλλου περί τοῡ 'Οργανισμού τοῦ Δικαστηρίου ΕΟΚ, κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις στίς 16 Μαρτίου 1981 ή 'Επιτροπή τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη ἀπό τό νομικό τῆς σύμβουλο Peter Karpenstein, στίς 7 Ἀπριλίου τό Finanzamt τοῦ Münster-Innenstadt, καθ' οὗ στην κυρία δίκη, εκπροσωπούμενο άπό τό διευθυντή του Bisping, στίς 15 Ἀπριλίου ή κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, εκπροσωπούμενη άπό τόν Martin Seidel, Ministerialrat στό Bundesministerium für Wirtschaft καί τόν καθηγητή ή κυβέρνηση τῆς Γαλλικής Δημοκρατίας εκπροσωπούμενη ἀπό τόν Thierry Le Roy μέλος τῆς γενικής γραμματείας τῆς διϋπουργικής επιτροπής παρά τώ πρωθυπουργώ τῆς επιφορτισμένης μέ ζητήματα εὐρωπαϊκής οικονομικής συνεργασίας. εισηγητού δικαστοῦ καί μετ' ἀκρόαση τοῦ γενικού εισαγγελέως ἀπεφάσισε τήν έναρξη τής προφορικής διαδικασίας χωρίς προηγουμένη διεξαγωγή ἀποδείξεων. 'Εκλήθησαν ωστόσο, πρίν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς προφορικής διαδικασίας, τό Finanzamt τοῦ Münster-Innenstadt, ἡ κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, ή κυβέρνηση τῆς Γαλλικής Δημοκρατίας καί ἡ 'Επιτροπή νά ἀναπροσαρμόσουν γραπτώς, κατόπιν τῆς ἀποφάσεως τοῦ Δικαστηρίου τῆς 6ης Μαΐου 1980ἐπί τῆς υποθέσεως 102/79 (Ἐπιτροπή κατά Βασιλείου τοῦ Βελγίου Slg. σ. 1473), τίς γραπτές παρατηρήσεις τους. Ἡ 'Επιτροπή ἀνταπεκρίθη στην πρόσκληση αυτή εντός τῆς ταχθείσης προθεσμίας. 57

4 II Γραπτές παρατηρήσεις πού κατετέθησαν στό Δικαστήριο ΑΠΟΦΑΣΗ τῆς 19. Ι ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 α) ἡ εισαγωγική φράση τῆς διατάξεως αυτής, καθώς ἐπίσης καί τό άρθρο 13 τμήμα Γ εδάφιο β τῆς ὁδηγίας, ἀφήνουν στή διακριτική ευχέρεια τῶν Κρατών μελών τήν ἀπαλλαγή ἐκ τοῦ φόρου τῶν πράξεων μεσιτείας πιστώσεων. β) Τό άρθρο 13 τμήμα Β ἐδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας πρέπει νά εξεταστεί στό πλαίσιο τοῦ ὅλου συστήματος τοῦ «φόρου προστιθεμένης ἀξίας». Γιά τίς πράξεις πού διενεργοῦνται στην ημεδαπή, ένα ἀπό τά χαρακτηριστικά τοῦ συστήματος αὐτοῦ εἶναι ἡ ἀδιάσπαστη ἀλληλουχία πού υπάρχει μεταξύ τῆς ἀπαλλαγής καί τοῦ ἀποκλεισμοί) ἀπό τό δικαίωμα ἐκπτώσεως: σύμφωνα μέ τό άρθρο 17 παράγραφος 2 τῆς οδηγίας, ἡ ἔκπτωση επιτρέπεται κατ' ἀρχήν μόνονἐφ ὅσον τά ἀγαθά καί οἱ υπηρεσίες χρησιμοποιοῦνται γιά τίς ἀνάγκες μιᾶς υποκείμενης σέ φορολογία πράξεως. Έχονταςὑπ ὄψη τήν ἀλληλουχία αυτή, ή ἀπαλλαγή δέν εἶναι ὁπωσδήποτε ευνοϊκή γιά τους μεσίτες πιστώσεων οἱ όποιοι παρέχουν ἀποκλειστικώς τίς ὑπηρεσίες τους σέ άλλους φορολογουμένους οἱ όποιοι συγκεντρώνουν τίς προϋποθέσεις τῆς εκπτώσεως. Τό ἴδιο συμβαίνει γιά τους μεσίτες πιστώσεων οἱ όποιοι παρέχουν τίς ὑπηρεσίες τους έν μέρει μόνο σέ άλλους φορολογουμένους οἱ όποιοι συγκεντρώνουν τίς προϋποθέσεις τῆς εκπτώσεως. Δυνατόν μάλιστα, σέ ὁρισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, ἡ ἀπαλλαγή νά μήν εἶναι ευνοϊκή καί γιά τους μεσίτες πιστώσεων οἱ όποιοι παρέχουν τίς υπηρεσίες τους ἀποκλειστικώς σέ φορολογουμένους πού δέν έχουν δικαίωμα εκπτώσεως, ιδίως ὅταν κατά τή διάρκεια τοῦ οίκονομικοῦ έτους 1979, λόγω επενδύσεων, προέκυψαν ἀσυνήθιστα υψηλοί προκαταβληθέντες φόροι. 58 γ) Μία άλλη ουσιαστική ἀλληλουχία προκύπτει ἀπό τίς διατάξεις πού ἀναφέρονται στόν διακανονισμό τῶν εκπτώσεων, οἱ Το Finanzamt τον Münster-Innenstadt, καθ' όποιες περιλαμβάνονται στό άρθρο 20 παρά οὗ στην κυρία δίκη, εἶναι τῆς γνώμης ὅτι τό άρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας 77/388 δέν συγκεντρώνει τίς προϋποθέσεις πού 'έχεικαθορίσει τό Δικαστήριο γιά τήν ἀπ ευθείας εφαρμογή τῶν διατάξεων μιᾶς ὁδηγίας. γραφος 2 τῆς ὁδηγίας: ἐάν ένας μεσίτης πιστώσεων ἀπέκτησε ἀγαθά έπενδύσεως κατά τή διάρκεια τῶν προηγουμένων τοῦ οἰκονομικοῦ έτους 1979 ετών καί ἡ προθεσμία γιά τό διακανονισμό τῆς εκπτώσεως δέν έχει ἀκόμη ἐκπνεύσει, ἡ ἐπιβολή φορολογίας δυνατόν νά είναι ευνοϊκότέρα γιά τόν μεσίτη πιστώσεων, σύμφωνα μέ τά χαρακτηριστικά τῆς συγκεκριμένης περιπτώσεως, ἀπό τήν ἀπαλλαγή. δ) Μία ουσιαστική ἀλληλουχία υπάρχει επίσης μέ τίς διατάξεις πού αναφέρονται στην έκδοση τιμολογίων, οἱ όποιες περιλαμβάνονται στό άρθρο 22 παράγραφος 3 τής ὁδηγίας: τά τιμολόγια πού ἀφοροῦν υποκείμενες σέ φόρο παροχές υπηρεσιών πρέπει νά ἀναγράφουν χωριστά τό ποσό τοῦ φόρου προστιθεμένης ἀξίας. Σύμφωνα μέ τό άρθρο 21 παράγραφος 1 ἐδάφιο γ τῆς ὁδηγίας ἡ ἀναγραφή αυτή τοῦ ποσοῦ τοῦ φόρου γέννᾶ, σέ ὅ,τι άφορᾶ τίς ἀπαλλασσόμενες παροχές υπηρεσιών, μία αυτόνομη φορολογική ὀφειλή. ὁ ἀπολαύων τῆς υπηρεσίας, σύμφωνα μέ τό άρθρο 17 παράγραφος 2, δέν δύναται σέ καμμία περίπτωση νά ἐκπέσει τόν καταβληθέντα δυνάμει τῆς διατάξεως αυτής φόρο, ὡς προκαταβληθέντα φόρο. ἡ ἐκ τῶν υστέρων λοιπόν ἀπαλλαγή ἀπό τό φόρο προστιθεμένης ἀξίας ἀποτελεί γιά τους μεσίτες πιστώσεων, οἱ όποιοι έχουν εκδώσει τιμολόγια ἀναγράφοντα χωριστά τό ποσό τοῦ φόρου, ένα σημαντικό μειονέκτημα. ε) ἡ ἐκ τῶν υστέρων ἀπαλλαγή τῆς προσφοράς υπηρεσιών πού πραγματοποίησε ένας μεσίτης πιστώσεων έχει ἐπιπτώσεις στό σύνολο τῶν φορολογουμένων γιά λογαριασμό τῶν ὁποίων ὁ μεσίτης πιστώσεων διενήργησε πράξεις κατά τή διάρκεια τοῦ οίκονομικοῦ έτους 1979: Οἱ φορολογούμενοι αυτοί δέν έχουν πλέον δικαίωμα εκπτώσεως (άρθρο 17 παράγραφος 2 τῆς οδηγίας) καί ὀφείλουν επομένως νά τροποποιήσουν τά λογιστικά τους βιβλία καί τίς φορολογικές τους δηλώσεις.

5 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT στ) Ἡ ἐκ τῶν υστέρων ἀπαλλαγή τῆς προσφορᾶς υπηρεσιών πού ἐπραγματοποίησε ένας μεσίτης πιστώσεων 'έχειεπίσης επιπτώσεις, ἀνάλογα μέ τά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης περιπτώσεως, στους φορολογουμένους οἱ όποιοι διενήργησαν πράξεις πρός ὄφελος τοῆ μεσίτου πιστώσεων κατά τή διάρκεια τοῦ οικονομικοῦ έτους 1979, ὅπωςἐπί παραδείγματι ὅταν δυνάμει τοῦ άρθρου 13 τμήμα Γ τῆς ὁδηγίας παρητήθησαν ἐκ τῆς ἀπαλλαγῆς σκεπτόμενοι ὅτι ὁ μεσίτης πιστώσεων εἶχε δικαίωμα εκπτώσεως. ζ) Θά ήταν χρήσιμο νά ἐκμεταλλευτεῖ τό Δικαστήριο τήν ευκαιρία πού τοῦ προσφέρει ἡ παρούσα υπόθεση γιά νά διευκρινίσει, κατά τρόπο περιοριστικό, τήν νομολογία του περί τῆς ἀπ' εὐθείας εφαρμογής των διατάξεων μιᾶς οδηγίας. Δύναται νά τό πράξει ἐάν ιδίως ἀποκλείσει ρητῶς τήν ἀπ' ευθείας εφαρμογή ὁρισμένων τμημάτων, στή συγκεκριμένη περίπτωση τοῦ άρθρου 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1, τά όποια δέν δύνανται νά ἀπομονωθούν ἀπό ἕνα ὁλοκληρωμένο σύστημα, στή συγκεκριμένη περίπτωση τήν ὁδηγία 77/388. γ) ἡ ὁδηγία δέν εἶναι λοιπόν «ἀπ' Ἡ κυβέρνηση τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας θεωρεί ὅτι ἡ διά ὡς συνέπεια τήν υποχρέωση τῶν εθνικών εὐθείας εφαρμοστέα», πράγμα πού θά εἶχε ταξη, τῆς ὁποίας ἡ ερμηνεία ζητείται ἀπό δικαστηρίων νά συμβάλουν στην εκτέλεση τό Δικαστήριο, περιέχει μία υποχρέωση ὅλων ἀδιακρίτως τῶν διατάξεων πού περιέχονται σέ μία οδηγία. Σύμφωνα ὅμως μέ πού βαρύνει ἀποκλειστικώς τά κράτη καί θεωρεί ὅτι στό σημεῖο αὐτό δύναται νά τήν νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, ἡ συνεργασία τῶν εθνικών δικαστηρίων κατά τήν στηριχθεί στην νομολογία τοῦ Δικαστηρίου. 'Η νομολογία αυτή ἀναγνωρίζει, εκτέλεση τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου ἀπαιτείται μόνον προκειμένου γιά κανόνες τῶν βεβαίως, ὅτι οἱ διατάξεις τῶν οδηγιών γεννούν δικαιώματα γιά τους ιδιώτες, θέτει ὁποίων δύναται νά γίνει επίκληση ενώπιον ὅμως γιά τό σκοπό αυτό περιοριστικές τῶν δικαστηρίων. ἡ διαφορά ἑπομένως προϋποθέσεις, οἱ όποιες δέν συντρέχουν μεταξύ ὁδηγιών καί κανονισμών δέν έχει στην προκειμένη περίπτωση. περιπέσει σέ ἀχρησία. α) Ἀπό πλευράς ὁρολογίας, δέν πρόκειται νά ερευνηθεί στην προκειμένη περίπτωση ή «ἄμεση εφαρμογή» ἤ τό «άμεσο ἀποτέλεσμα» τῶν ὁδηγιών. Τό κύριο ερώτημα εἶναι τό ὄν ἡ διάταξη μιᾶς ὁδηγίας γεννά γιά τους ιδιώτες δικαιώματα τά όποια οἱ τελευταίοι δύνανται νά επικαλεσθοῦν ενώπιον τῶν εθνικών δικαστηρίων. Πρέπει νά εξετάζεται στην κάθε περίπτωση σύμφωνα μέ τίς περιοριστικές προϋποθέσιες πού έχει θέσει ἡ νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, ἄν μία συγκεκριμένη διάταξη μιᾶς ὁδηγίας γεννά δικαιώματα. Τό Δικαστήριο δέν 'έχειἀποφανθεί ὅτι μιά ὁδηγία δύναται, στό σύνολό της, νά δημιουργεί δικαιώματα γιά τους ιδιώτες. β) Σύμφωνα μέ τήν νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, οἱ υποχρεώσεις πού επιβάλλονται στά Κράτη μέλη γεννούν δικαιώματα, τῶν ὁποίων δύναται νά γίνει επίκληση ενώπιον τῶν ἐθνικῶν δικαστηρίων καί τά ὁποῖα υπερισχύουν τοῦ ἀντιθέτου ἐθνικοῦ δικαίου, ἐφ' ὅσον οἱ ὑποχρεὠσεις αὐτές ἀποβλέπουν στό συμφέρον τοῦ άτόμου, δέν υφίσταται πλέον προϋπόθεση προθεσμίας, είναι σαφείς καί άνευ αιρέσεων καί ἐφ' ὅσον ἡ ἐκτέλεση ἡ τά ἀποτελέσματα τῶν υποχρεώσεων αυτών δέν εξαρτώνται ἀπό τήν παρεμβολή μιας πράξεως, εἴτε τῶν ὀργάνων τῆς Κοινότητος, εἴτε τοῦ ενδιαφερομένου Κράτους μέλους. Ἀπό τήν ἄποψη αυτή, εκείνο πού κυρίως έχει σημασία είναι τό ἐάν τό Κράτος μέλος διαθέτει ἤ ὄχι διακριτική εὐχέρεια ὡς πρός τήν εκτέλεση τῆς υποχρεώσεως. δ) Οἱ περιοριστικές προϋποθέσεις δέν εξαρτώνται επίσης ἀπό τό ἐάν, μετά τήν τελευταία προθεσμία πού έταξε ἡ ὁδηγία, τό Κράτος μέλος έχει θεσπίσει ἡ δέν 'έχει θεσπίσει τους ἀναγκαίους γιά τήν εκπλήρωση τῶν υποχρεώσεων του νομικούς κανόνες. Ἡ ὁδηγία δέν γεννᾶ ἀποτελέσματα υπέρ τῶν ιδιωτών παρά μόνον ὅταν ή υποχρέωση δύναται ἐκ τῆς φύσεως τῆς νά εφαρμοσθεί ἀπ' ευθείας. Οἱ περιοριστικές προϋποθέσεις πού άπαιτοῦνται γιά τήν 59

6 ΑΠΟΦΑΣΗ τῆς ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 γέννηση δικαιωμάτων ἐκ διατάξεων οι όποιες ἐπιβάλλουν μιά υποχρέωση σέ ένα κράτος, επιβάλλονται ἐκ σημαντικών λόγων, οἱ όποιοι πρέπει νά παραμείνουν σεβαστοί. Οἱ λόγοι αυτοί δέν επιτρέπουν νά ἀναγνωρισθεί στό άρθρο 13 τμῆμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας 77/388 τό έννομο ἀποτέλεσμα τό όποιο συνίσταται στην παροχή πρός τους ιδιώτες τῆς δυνατότητος νά επικαλούνται την διάταξη αύτη ενώπιον τῶν εθνικῶν δικαστηρίων, καί νά ζητούν νά υπερισχύει ἐπί τῶν ἀντιθέτων ἐθνικών νομικών διατάξεων. ε) "Αν γίνει δεκτή ἡ δυνατότητα επικλήσεως τῆς διατάξεως μιας ὁδηγίας, ἡ οποία δέν προορίζεται νά εξυπηρετήσει ἕνα ἀτομικό συμφέρον, αυτό θá ἐσήμαινε ὅτι ή Κοινότητα έχει τό δικαίωμα νά ἐπιβάλει σε ένα άτομο υποχρεώσεις, μέσω μιᾶς νομικής πράξεως ἡ ὁποία ἀπευθύνεται σέ διαφορετικό ἀποδέκτη. Αυτό θá ἦτο ἀντίθετο πρός τήν ἀρχή τῆς νομιμότητος. Ἔνας Ιδιώτης ευλόγως προσδοκᾶ ὅτι τό περιεχόμενο μιᾶς ὁδηγίας δέν γέννᾶ υποχρέωση εἰς βάρος του παρά μόνο ἀπό τή στιγμή πού τό Κράτος μέλος ἐξεπλήρωσε τήν υποχρέωση του νά μεταφέρει τήν ὁδηγία στήν εσωτερική έννομη τάξη. Οἱ διατάξεις λοιπόν μιᾶς ὁδηγίας δέν επιβάλλουν υποχρεώσεις εἰς βάρος τῶν ιδιωτών. Τό ἴδιο θá έπρεπε νά συμβαίνει καί όταν τά έννομα ἀποτελέσματα τῆς επιδίκου διατάξεως εἶναι ἐν μέρει μἐν ευνοϊκά γιά τους ενδιαφερομένους, ἐν μέρει ὅμως εις βάρος τους. στ) ἡ ἀναγνώριση τῆς υπάρξεως δικαιωμάτων, παρά τό γεγονός ὅτι ἡ υποχρέωση πού επιβάλλει ἡ ὁδηγία εξαρτᾶται ἀπό τήν παρέλευση προθεσμίας, σημαίνει ὅτι τό κράτος εξαναγκάζεται εἰς εκτέλεση υποχρεώσεως ἡ ὁποία δέν έχει ἀποκτήσει ἀκόμη υποχρεωτική ἰσχύ. ζ) 'Εάν ἡ ἐπίδικη διάταξη τῆς ὁδηγίας ἀφήνει, στό έν λόγω Κράτος μέλος, διακριτική εξουσία ὡς πρός τήν εκτέλεση τῆς ή ύπαρξη δικαιωμάτων πρέπει νά ἀποκλειστεί λόγω τῆς ειδικής ἀποστολής τῶν δικαιοδοτικῶν ὀργάνων, τόσο τοῦ Δικαστηρίου ὅσο καί τῶν εθνικών δικαστηρίων, ἡ ὁποία εἶναι ἡ τήρηση τοῦ 60 δικαίου. Εἶναι ἀσυμβίβαστο πρός τήν ἀποστολή αυτή τό νά ἀσκήσουν αυτά τήν πολιτική εξουσία εκτιμήσεως ἡ ὁποία ἀνήκει στά Κράτη μέλη. ὁ ἀποκλεισμός τῆς ὑπάρξεως δικαιωμάτων δύναται ἐπίσης νά στηριχθεί στην ἀρχή τῆς ἀσφαλείας τοῦ δικαίου, ἡ ὁποία ἀπαιτεί νά εἶναι σαφώς καθορισμένες οἰ νομικές συνέπειες πού πηγάζουν ἀπό τήν έννομη τάξη. η) Όσον άφορᾶ τό άρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας 77/388, συντρέχει μία μόνο ἀπό τίς προϋποθέσεις πού ἀπαιτούνται γιἀ τήν ύπαρξη δικαιωμάτων: κατά τήν εκπνοή τῆς χρονικής περιόδου πού εἶχε καθορίσει ἡ ὁδηγία 78/583, ή υποχρέωση πού επιβάλλεται στά κράτη δέν εξαρτάται πλέον ἀπό καμμία προθεσμία. θ) ἡ ἐν λόγω διάταξη εξυπηρετεί τό ἀτομικό συμφέρον όταν ἡ φορολογική ἀπαλλαγή είναι ευνοϊκή γιά ἐκεἶνον ὁ όποιος διενήργησε τίς πράξεις, πράγμα τό όποιο συμβαίνει προφανώς μέ τήν προσφεύγουσα στην κυρία δίκη. Ὡστόσο ἡ φορολογική ἀπαλλαγή δέν αποβαίνει πάντα πρός τό συμφέρον τοῦ ἰδιώτου: Ἐπίπαραδείγματι, ή ἀπαλλαγή παρουσιάζει σημαντικά μειονεκτήματα γιά τους μεσίτες οἱ όποιοι έχουν προσφέρει τίς ὑπηρεσίες τους πρός επιχειρηματία ὁ ὁποῖος δικαιούται νά ἐκπέσει τους φόρους πού έχουν καταβληθεί σέ προηγούμενα στάδια. Γιά τους μεσίτες πιστώσεων οἱ όποιοι έχουν προσφέρει τίς υπηρεσίες τους ἐν μέρει μέν, προς πρόσωπα πού δικαιούνται νά εκπέσουν τους προκαταβληθέντας φόρους, ἐν μέρει δέ, πρός πρόσωπα τά όποια δέν δικαιούνται νά τό πράξουν, ἡ κρίση γιά τό ἄν ἡ φορολογική ἀπαλλαγή στό σύνολό τῆς τους εὐνοεῖ ή όχι εξαρτάται ἀπό τό ποσό τῆς προστιθεμένης ἀξίας πού ἐπραγματοποίησαν κατά τό έτος 1979 καί ἀπό τό ποσοστό τῶν πράξεων πού διενήργησαν μέ πρόσωπα τά όποια δικαιούνται νά εκπέσουν τους προκαταβληθέντας φόρους. Ἀκόμα καί γιά εκείνους τους μεσίτες πιστώσεων οἱ όποιοι κατά τό έτος 1979 έπραγματοποίησαν πράξεις μόνο μέ πρόσωπα μή δικαιούμενα νά εκπέσουν τους προκαταβληθέντας φόρους, ή φορολογική ἀπαλλαγή δύναται νά ἀποδειχθεί ἀσύμφορος ἐάν κατά τό 1979 είχαν μιά ἀσυνήθιστα υψηλή ενδιάμεση κατα-

7 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT νάλωση. Ἐξ άλλου, ἡ φορολογική ἀπαλλαγή τῶν μεσιτών πιστώσεων θά είχε ὡς ἀποτέλεσμα νά στερήσει ἀπό εκείνους οἱ όποιοι απολαύουν τῶν υπηρεσιῶν τους τήν δυνατότητα νά εκπέσουν τους προκαταβληθέντας φόρους πού έχουν καταστεί απαιτητοί κατά τήν αλυσίδα τῶν πράξεων οἱ όποιες ἐπροηγήθησαν τῆς μεσιτείας τῶν πιστώσεων. Κατά τό μέρος αυτό επίσης, ή επίδικη διάταξη εἶναι επιβαρυντική γιά τους ιδιώτες. "Ομως δέν δύναται νά γίνει επίκληση τῆς ὁδηγίας χάριν ἀτομικού συμφέροντος παρά μόνον έναντι τοῦ κράτους. ι) Ἡ προϋπόθεση μιᾶς σαφούς καί άνευ αιρέσεων ρυθμίσεως συντρέχει μέ τήν προϋπόθεση σύμφωνα μέ τήν ὁποία δέν πρέπει πλέον νά υφίσταται ἀνάγκη θεσπίσεως άλλων διατάξεων, κοινοτικών ἡ εθνικών, ἐφ' ὅσον ἡ ρύθμιση πού εισάγεται μέ τήν οδηγία διαγράφει ήδη σαφώς καί χωρίς καμμία ἀμφιβολία, τα έννομα ἀποτελέσματα, χωρίς ἀνάγκη προσαρμογής τοῦ ἐθνικοῦ δικαίου. Ἀπό τήν άποψη αυτή ή φορολογική ἀπαλλαγή δέν πρέπει νά εξεταστεί μεμονωμένως. Ἀποτελεί ἀδιάσπαστο τμήμα ενός συστήματος φορολογίας, στό πλαίσιο τοῦ ὁποίου οἱ διαδοχικές βεβαιώσεις φόρων εἰς βάρος διαφόρων προσώπων, συνδέονται μεταξύ τους μέσα ἀπό μιά ἁλυσίδα πράξεων. Ἔτσι, ὁ μεσίτης πιστώσεων, ἐάν οἱ πράξεις του υπόκεινται σέ φόρο, έχει, γιά τό οικονομικό έτος, δικαίωμα εκπτώσεως (άρθρο 17 παράγραφος 2 τῆς ὁδηγίας 77/388, δέν έχει δικαίωμα διακανονισμοῦ τῆς εκπτώσεως γιά τά ἀγαθά επενδύσεως πού εἶχε ἀποκτήσει προηγουμένως (συμπέρασμα a contrario ἀπό τό άρθρο 20 τῆς ὁδηγίας), καί ὀρθώς έχει ἀναγράψει τό φόρο κύκλου εργασιών στά τιμολόγιά του (άρθρο 22 παράγραφος 3 εδάφιο Β τῆς ὁδηγίας). "Αν οἱ πράξεις τοῦ μεσίτου πιστώσεων ἀπαλλάσσονται ἀπό τόν φόρο, δέν ἔχει δικαίωμα εκπτώσεως, γιά τό οικονομικό έτος (συμπέρασμα a contrario ἀπό τό άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α τῆς ἁδηγίας), έκτός ἐάν συντρέχουν οἱ προϋποθέσεις ἀπαλλαγής πού προβλέπει τό άρθρο 17 παράγραφος 3 εδάφιο γ, πρέπει νά διακανονίσει τήν έκπτωση γιά τά ἀγαθά επενδύσεως πού είχε ἀποκτήσει προηγουμένως (άρθρο 20 παράγραφος 2) καί κακώς έχει ἀναγράψει τό φόρο κύκλου εργασιών στά τιμολόγιά του, πράγμα πάντως πού έχει ὡς συνέπεια ὅτι ὀφείλει τόν ἀναγραφέντα φόρο (άρθρο 21 παράγραφος 1 εδάφιο γ τῆς ὁδηγίας). Γιά τους επιχειρηματίες οἱ όποιοι ἀναθέτουν τήν διενέργεια πράξεων στόν μεσίτη πιστώσεων, οἱ συνέπειες εἶναι διαφορετικές, ἀναλόγως μέ τό ἐάν οἱ πράξεις τοῦ μεσίτου υπόκεινται σέ φόρο ἡ ἀπαλλάσσονται. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τους επιχειρηματίες οἱ όποιοι στην ἁλυσίδα έπονται τοῦ μεσίτου πιστώσεων. Εἶναι πολύ χαρακτηριστική τοῦ ἀβεβαίου χαρακτῆρος τῆς δημιουργούμενης νομικής καταστάσεως ἡ διαπίστωση ὅτι ἡ επίκληση τοῦ ἄρθρου 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς οδηγίας δέν έχει ὡς ἀποτέλεσμα, λόγω τοῦ ἄρθρου 21 παράγραφος 1 εδάφιο γ, τήν ἀπαλλαγή τοῦ μεσίτου πιστώσεων ἀπό τό φόρο, έφ' ὅσον, ὅπως συμβαίνει κατά κανόνα, έχει ἀναγράψει τους φόρους αυτούς στά τιμολόγιά του. Αυτός ὁ «καταρράκτης» φόρων πού προκύπτει ἀπό τήν οδηγία 77/388 χαρακτηρίζει επίσης τό γερμανικό δίκαιο περί φόρων κύκλου εργασιών πού 'ίσχυε κατά τό έτος Ή εφαρμογή τοῦ ἄρθρου 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 καταλήγει σέ νέα επιβολή φόρου έπί ολοκλήρου σειρᾶς πράξεων. Δέν ἐπιτρέπειται ὅμως νά παραμείνουν οἱ φορολογούμενοι σέ ἀβεβαιότητα ὡς πρός τό ποσό τοῦ φόρου πού πρέπει νά υπολογίζουν, πράγμα τό ὁποῖο θα συμβεί ἐάν ἡ φορολογία τῶν πράξεων μεσιτείας πιστώσεων ἐξηρτᾶτο ἀπό μεταγενέστερα ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου. 'Εφ' όσον ἡ ἀρχική εθνική νομοθεσία ἀποβλέπει στή διατήρηση τῆς ισχύος της, θά ἦτο υπερβολικό τό νά δύνανται οι ιδιώτες, οἱ διοικητικές ἀρχές καί τά εθνικά δικαστήρια, αυτοβούλως, νά μή λαμβάνουν ὑπ' ὄψη τόν εθνικό νόμο καί τίς κυρώσεις του 61

8 καί νά στηρίζονται σέ δικαιώματα πού ἀπορρέουν ἀπό την ὁδηγία. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 Δέν δύνανται λοιπόν νά ἀπορρέουν δικαιώματα ἀπό τό άρθρο 13 τμῆμα Β ἐδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας 77/388, έφ' ὅσον κατά τό 1979 δέν υπήρξε προσαρμογή τοῦ δικαίου τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Δημοκρατίας της Γερμανίας. κ) Στόν τομέα τῆς φορολογικής, ἀπαλλαγής, κατ' εφαρμογή τῆς επιδίκου διατάξεως, τά Κράτη μέλη διαθέτουν διακριτική εξουσία, ἐφ' ὅσον έχουν την δυνατότητα νά καθορίσουν τίς προϋποθέσεις ἐκείνες πού θά εξασφαλίσουν την ἁπλή καί ὀρθή εφαρμογή τῶν απαλλαγῶν καί θά ἀποτρέψουν κάθε ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή καί κατάχρηση. Ή ἀπαλλαγή πρέπει νά συνοδευθεῖ στό εθνικό φορολογικό δίκαιο ἀπό συμπληρωματικές διατάξεις, οί όποιες νά προχωροῦν πολύ πέραν της ἁπλής απαριθμήσεως τῶν ἀπαλλασσομένων πράξεων. Δέν εἶναι δυνατόν νά θεωρηθεί ὅτι μία τέτοια διάταξη έχει «άμεσο ἀποτέλεσμα». Λόγω τῆς εισαγωγικής φράσεως τοῦ άρθρου 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας, ελλείπουν οἱ ὁμοιόμορφες καί επακριβείς ενδείξεις πού ἀπαιτεί τό Δικαστήριο. Ἐξ άλλου, σύμφωνα μέ τό άρθρο 13 τμήμα Γ εδάφιο 6 τῆς ὁδηγίας, τά Κράτη μέλη δύνανται νά παραχωρήσουν στους υπηκόους τους τό δικαίωμα νά επιλέξουν τήν υπαγωγή τους στην φορολογία, ιδίως όταν πρόκειται γιά πράξεις μεσιτείας πιστώσεων. Τά Κράτη μέλη δύνανται επίσης νά περιορίσουν τήν ἔκταση τοῦ δικαιώματος επιλογής καθορίζοντας τους τρόπους τής ἀσκήσεως του. Ἡ 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας έκαμε χρήση τής εξουσίας τῆς αυτής, προσθέτουσα, στό νόμο περί φόρου κύκλου εργασιών γιά τό 1980, ἕνα νέο άρθρο 9 περί παραιτήσεως ἐκ τής ἀπαλλαγής. 62 'Εάν ένα δικαστήριο προέβαινε σέ ἐφαρμογή τῶν φορολογικών ἀπαλλαγών χωρίς νά ἀναμένει τήν συμπληρωματική νομοθεσία τοῦ Κράτους μέλους στό ὁποιο ἀνήκει, θά ἀπέκλειε ἀπό τό τελευταίο τήν δυνατότητα χορηγήσεως τοῦ δικαιώματος ἐπιλογής. Ή παραδοχή ὅτι ἀπό τήν ἐν λόγω διάταξη γεννώνται δικαιώματα ισοδυναμεί λήψη πολιτικής ἀποφάσεως περί καταργήσεως, τουλάχιστον προσωρινώς, τῆς διακριτικής ευχέρειας πού άφησε ἡ Κοινότητα στόν εθνικό νομοθέτη, πράγμα τό όποιο δέν δικαιούνται νά πράξουν τά δικαστήρια. Τό γεγονός ὅτι τό περιθώριο ευχέρειας τό όποιο έχει ἀφεθεῖ στά Κράτη μέλη ἀποκλείει τήν γέννηση δικαιωμάτων πού πηγάζουν ἀπό ὑποχρέωση ἐπιβληθείσα σέ ἕνα κράτος, δέ σημαίνει ὅτι υπάρχει παράβαση ἀπό τό κράτος αυτό τῆς υποχρεώσεως πού τοῦ έχει επιβληθεῖ. Στήν Ἐπιτροπή εναπόκειται, κατ' εφαρμογή τοῦ ἄρθρου 169 τής συνθήκης ΕΟΚ, νά τό διαπιστώσει. Στην προκειμένη περίπτωση ἡ Ἐπιτροπή πράγματι προσέφυγε στό Δικαστήριο (υπόθεση 132/79). Στην ενέργεια αύτη ὅμως δέν εδόθη συνέχεια, διότι ἡ 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας, διεμόρφωσε ἀπό 1ης Ἰανουαρίου 1980 μιά νομική κατάσταση σύμφωνη πρός τίς ἀπαιτήσεις τῆς οδηγίας. λ) Ή ἀπάντηση λοιπόν στό προδικαστικό ερώτημα τοῦ Finanzgericht τοῦ Münster πρέπει νά εἶναι ὅτι: Τό άρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τής ὁδηγίας 77/388 δέν ἀποτελεί στήν 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας άπ' ευθείας εφαρμοστέα διάταξη τήν ὁποία δύνανται νά επικαλοῦνται οἱ Ιδιώτες ενώπιον τῶν ἐθνικών δικαστηρίων. Ή κνβέρνηση τῆς Γαλλικῆς Δημοκρατίας εἶναι τῆς γνώμης ὅτι πρέπει νά δοθεί ἀρνητική ἀπάντηση στό ερώτημα πού υπέβαλε τό Finanzgericht τοῦ Münster πρός τό Δικαστήριο. α) Ή ἀρχή τῆς ἀπ' ευθείας εφαρμογής τών κοινοτικών ὁδηγιών δέν έχει, σύμφωνα μέ τήν νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, καθολική ἐφαρμογή. Ό ρόλος τῆς εἶναι συμπληρωματικός καί ἀποσκοπεί μόνο στό νά εξασφαλίσει τό «χρήσιμο ἀποτέλεσμα» τῶν ὁδη-

9 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT γιῶν, περιορίζεται μόνο σέ «ἰδιαίτερες περιστάσεις» καί εξαρτᾶται ἀπό προϋποθέσεις πού σχετίζονται μέ τόν κατά τό μάλλον ἤ ήττον υποχρεωτικό χαρακτήρα των υποχρεώσεων πού επιβάλλονται στά Κράτη μέλη ἀπό τίς ὁδηγίες: όταν οἱ διατάξεις μιᾶς ὁδηγίας έχουν εισαχθεί στην έννομη τάξη ενός Κράτους μέλους, δέν δύναται νά ὑπάρξει δικαστικός έλεγχος βάσει τῶν διατάξεων τῆς ὁδηγίας αυτής, παρά μόνον ἐφ' ὅσον οἱ διατάξεις αὐτές δέν ἀφήνουν κανένα περιθώριο διακρίσεως στά Κράτη μέλη. Τέτοιου είδους έλεγχος ἀποκλείεται ὅταν ἡ ὁδηγία ἀφήνει στά Κράτη μέλη δυνατότητες ἡ επιλογές. "Οταν ένα Κράτος μέλος παρέλειψε νά λάβει τά απαιτούμενα γιά τήν εκτέλεση μιᾶς οδηγίας μέτρα εντός τῆς ταχθείσης προθεσμίας δύνανται νά τύχουν ἀπ' ευθείας εφαρμογῆς μόνον οἱ διατάξεις οἱ όποιες περιέχουν «υποχρεώσεις οἱ όποιες δέν εξαρτώνται ἀπό αιρέσεις καί εἶναι επαρκῶς ἀκριβείς». β) Μιά τέτοια νομολογιακή σύνεση είναι ιδιαιτέρως δικαιολογημένη στό φορολογικό τομέα ὅπού, ἐκτός ἀπό τους δασμούς, δέν υπάρχει στην συνθήκη καμμία διάταξη δυναμένη νά ἀναπτύξει άμεσο ἀποτέλεσμα στην εσωτερική έννομη τάξη τῶν Κρατών μελών. Ό τομέας αυτός, στόν όποιο μόνον κατ' εξαίρεση έχουν εκδοθεί κοινοτικοί κανονισμοί, ἀνήκει κατ' ουσία, ἰδίως σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τους φόρους κύκλου εργασιών, στίς εθνικές νομοθεσίες. Διατάξεις κοινοτικοῦ δικαίου οἱ όποιες έχουν ληφθεί βάσει τοῦ ἄρθρου 99 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, ἰδίως ὁδηγίες περί ΦΠΑ, ἀποσκοποῦν σέ προοδευτική εναρμόνιση ὅσο τό δυνατόν πιό προχωρημένη, ἀλλά ὄχι καί σέ ἀντικατάσταση τῶν εθνικών συστημάτων μέ ένα νέο καί πλῆρες κοινοτικό φορολογικό σύστημα. περιλαμβάνεται καί ἡ ὁδηγία 77/388, περιέχουν, μαζί μέ ὁρισμένες ακριβείς καί υποχρεωτικές διατάξεις, τῶν οποίων πρέπει νά εξασφαλίζεται ἡ ὁμοιόμορφη εφαρμογή, καί διατάξεις τῶν ὁποίων οἱ προϋποθέσεις εφαρμογής ἀφήνονται γενικώς στή διακριτική ευχέρεια τῶν Κρατών μελών καί οί όποιες συνεπώς δέν προορίζονται νά έχουν ὁμοιόμορφη εφαρμογή. Εἶναι προφανές ὅτι δέν πρέπει νά επιτευχθεί μιά τέτοια ὁμοιομορφία μέσω τῆς ἀπ ευθείας εφαρμογής. Τό «χρήσιμο ἀποτέλεσμα» τῶν διατάξεων αυτών δέν τό δικαιολογεί. γ) Ἡ ὁδηγία 77/388 έχει ὡς ἀντικείμενο νά «διευκρινίσει» καί νά «εναρμονίσει» ένα ὁρισμένο ἀριθμό «εννοιών» οἱ όποιες είναι κοινές στίς εθνικές νομοθεσίες, ἰδίως σέ ὅ,τι άφορᾶ τό πεδίο εφαρμογής, τίς προϋποθέσεις φορολογήσεως καί τό ἀπαιτητό τοῦ Φ ΠΑ. Ή ὡς άνω ὁδηγία περιλαμβάνει κυρίως διατάξεις, οἱ όποιες εντός ενός καθορισμένου βεβαίως πλαισίου παρέχουν στά Κράτη μέλη τήν δυνατότητα επιλογών. Αυτό συμβαίνει ρητώς ίδίως σέ ὅ,τι άφορᾶ τόν ὁρισμό τῶν πράξεων πού υπόκεινται σέ φόρο (άρθρο 5 παράγραφοι 3 καί 5, άρθρο 6 παράγραφος 3), τόν καθορισμό τοῦ τόπου (άρθρο 9 παράγραφος 3), τόν καθορισμό τών ἀπαλλαγών (άρθρο 13) καί τίς μεταβατικές διατάξεις (άρθρο 28 παράγραφος 3). Εἴτε ἀπετέλεσαν εἴτε ὄχι ἀντικείμενο εθνικών μέτρων εφαρμογής, οἱ ἐν λόγω διατάξεις τῆς ὁδηγίας δεν δύνανται, σύμφωνα μέ τά κριτήρια τῆς ἰδίας τῆς νομολογίας τοῦ Δικαστηρίου, νά τύχουν ἀπ' ευθείας εφαρμογής ενώπιον τῶν δικαστηρίων τών Κρατών μελών. Ὑπό αυτές τίς συνθῆκες οἱ ὁδηγίες πού ἀφορούν φορολογικά θέματα, στίς όποιες Γενικότερα, τίθεται τό ερώτημα, λόγω τοῦ ὅτι οἱ επιλογές πού ἀφήνει στά Κράτη μέλη ή επίδικη ὁδηγία εἶναι πολυάριθμες καί 63

10 ΑΠΟΦΑΣΗ τῆς 19. Ι ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 ἀδιάσπαστες ἀπό τίς άλλες διατάξεις, τοῦ ἐάν ἡ ὁδηγία, ὡς σύνολο, δύναται νά τύχει ἀπ ευθείας εφαρμογῆς στά Κράτη μέλη πρίν ἀπό την θέσπιση τῶν ἀναγκαίων εθνικῶν νομοθετικῶν μέτρων. Ὡς πρός τό θέμα αυτό, τό Δικαστήριο δέν δύναται νά ἀγνοήσει τό γεγονός ὅτι τό Συμβούλιο θεσπίζοντας τήν ὁδηγία 78/583 σιωπηρώς μέν, ἀλλα ἀναγκαίως, ἀπέκλεισε τή δυνατότητα αύτη, ἐφ' ὅσον έκρινε ὅτι μετά τήν εκπνοή τῆς ταχθείσης γιά τήν εφαρμογή τῆς ὁδηγίας 77/388 προθεσμίας, εἶχε τήν δυνατότητα νά παρατείνει τήν προθεσμία αύτη κατά ένα έτος. καί ἐκ τῆς ἀπόψεως αυτής δύνανται νά παραβληθούν πρός τίς διατάξεις τοῦ άρθρου 11 εδάφιο 1 τῆς δευτέρας ὁδηγίας τοῦ Συμβουλίου 67/228, τῆς 11ης 'Απριλίου 1967 περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν Κρατών μελών τῶν σχετικών μέ τους φόρους κύκλου ἐργασιών (ABl. σ. 1303, ΕΕ εἰδ. ἔκδ. Ν 71, τόμ. 09/001, σελ. 3), ἡ ὁποία προβλέπει τήν ἀρχή τῆς εκπτώσεως ἡ ὁποία συνοδεύεται ἀπό παρεκκλίσεις καί εξαιρέσεις πού ἀφήνονται ρητώς στην διακριτική ευχέρεια τῶν Κρατών μελών καί στίς όποιες τό Δικαστήριο ἀρνήθηκε ρητώς κάθε είδους ἀπ' ευθείας εφαρμογή στην ἀπόφαση του τῆς 1ης Φεβρουαρίου 1977 (υπόθεση 51/76, Verbond van Nederlandse Ondernemingen, Slg. σ. 113). δ) Πάντως δέν δύναται νά ἀναγνωριστεί ὅτι οἱ διατάξεις τοῦ άρθρου 13 τῆς ὁδηγίας 77/388 παράγουν άμεσα ἀποτελέσματα. Τό συμπέρασμα αυτό προκύπτει ἀπό τό 'ίδιο τό κείμενο. Σύμφωνα, έξ άλλου, μέ τό άρθρο 13 τμήμα Γ εδάφιο δ, τά Κράτη μέλη γιά τίς πράξεις χορηγήσεως καί μεσιτείας πιστώσεων, δύνανται νά χορηγήσουν στους φορολογουμένους τους τό δικαίωμα νά επιλέξουν τήν υπαγωγή τους ἡ μή σε φόρο, νά περιορίσουν τήν έκταση τοῦ δικαιώματος επιλογής καί νά καθορίσουν τόν τρόπο ασκήσεως του. ἡ διατύπωση τῶν διατάξεων αυτών συνεπάγεται ὅτι ἄν ἡ ἀρχή τῆς ἀπαλλαγής (ἤ τῆς επιλογής) τῶν πράξεων πού διενεργοῦν οἱ μεσίτες πιστώσεων πρέπει νά τηρείται, εναπόκειται σαφώς στά Κράτη μέλη νά καθορίσουν ἀφ' ενός μέν τίς προϋποθέσεις μιᾶς «ὀρθής καί ἀπλής εφαρμογής» τοῦ μέτρου αὐτοῦ καί ἀφ' έτερου νά καθορίσουν ενδεχομένως τους τρόπους ἀσκήσεως τῆς επιλογής. Εἶναι προφανές ὅτι στην περίπτωση αυτή δέν πρόκειται γιά υποχρεώσεις «ἀπηλλαγμένες αιρέσεων» καί «επαρκώς ἀκριβείς», σύμφωνα μέ τήν νομολογία τοῦ Δικαστηρίου. Οἱ διατάξεις αυτές τῆς ὁδηγίας 77/388 δέν δύνανται νά τύχουν ἀπ ευθείας εφαρμογής 64 Ἡ 'Επιτροπή, σχετικώς μέ τά πραγματικά περιστατικά, ἀναφέρει ὅτιέπί μακρόν ἐδίστασε νά ἀνταποκριθεί στην επιθυμία τῶν Κρατών μελών νά παραταθεί ἡ ἀρχικώς' ταχθείσα προθεσμία μεταφοράς στό εθνικό δίκαιο τῆς ὁδηγίας 77/388 καί ὅτι τελικώς ἀπεφάσισε νά προτείνει τήν κατά ένα έτος παράταση τῆς μέ τήν ρητή επιφύλαξη ὅτι «ή παρέκκλιση αυτή δέν επηρεάζει τά ἀποτελέσματα τῶν διατάξεων τῆς ὁδηγίας 77/388 γιά τήν εκτέλεση τῶν ὁποίων δέν ἀπαιτείται ἡ θέσπιση εθνικών μέτρων, ἐάν τά ἀποτελέσματα αυτά έχουν παραχθεί πρίν ἀπό τήν ημερομηνία κοινοποιήσεως» της ὁδηγίας 78/583. ἡ επιφύλαξη αύτη ή ὁποία ἀφεώρα τά ήδη κεκτημένα δικαιώματα κατά τήν 1η 'Ιανουαρίου 1978 δέν ἐπανελήφθη ἀπό τό Συμβούλιο στην περί παρατάσεως ὁδηγία. Ἐξ άλλου, καί επειδή ἡ 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας δέν ήταν σέ θέση, παρά τίς διαβεβαιώσεις πού είχαν δοθεί, νά προσαρμόσει εντός τῆς δοθείσης συμπληρωματικής προθεσμίας τήν φορολογική τῆς νομοθεσία, ἡ 'Επιτροπή εκίνησε εναντίον τῆς τήν διαδικασία παραβάσεως τής συνθήκης. ἡ προσφυγή ὅμως ἀπεσύρθη μετά τήν ψήφιση τοῡ νόμου τῆς 26ης Νοεμ-

11 βρίου 1979 περί τροποποιήσεως τοῦ νόμου περί φόρου κύκλου εργασιῶν. BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT Ἀπό νομικῆς ἀπόψεως, επρόκειτο μάλλον νά εξετασθεί ἄν στην συγκεκριμένη περίπτωση ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη είχε τό δικαίωμα μετά την 1η 'Ιανουαρίου 1979 νά ἀντιτάξει στίς ἐθνικές διατάξεις πού 'ίσχυαν τό 1979 την διάταξητῆς ὁδηγίας ἡ ὁποία επιβάλλει ἐπιτακτικῶς την απαλλαγή τῆς μεσιτείας τῶν πιστώσεων ἀπό τό φόρο κύκλου εργασιῶν, παρά νά εξετασθεί ἡ αφηρημένη νομική αξία μιας όδηγίας ἡ ὁποία μετεφέρθη στό εθνικό δίκαιο εντός τῆς ταχθείσης προθεσμίας. Ή σωστή προοπτική δεν εἶναι εκείνη τῆς «ἀπ ευθείας εφαρμογής» ἡ τοῦ «ἀμεσου ἀποτελέσματος» τῆς ὁδηγίας, άλλα τῆς «δυνατότητος επικλήσεως» τῶν έννόμων ἀποτελεσμάτων τοῦ ἄρθρου 13 τμήμα Β στίς μεταξύ τῶν πολιτών καί τῶν κρατικών ὀργάνων σχέσεις. Ή απάντηση στό ερώτημα αυτό πρέπει νά εἶναι καταφατική. α) Ὃταν ἡ 'Επιτροπή παρουσίασε τήν πρόταση τῆς ὁδηγίας 78/583, εἶχε ήδη θεωρήσει δυνατό τό ὅτι ἡ ὁδηγία 77/388 παράγει «άμεσα ἀποτελέσματα». Τήν ἰδία άποψη διετύπωσε καί στην ἀπάντησή της στό κοινοβουλευτικό ερώτημα 615/78 τοῦ Notenboom (ABl. 1979, C 28, σ. 9). β) Σέ ὅ,τι άφορᾶ ἰδίως τό άρθρο 13 τμήμα Β ἐδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας 77/388, πρέπει νά γίνει διάκριση, προκειμένου γιά τίς προβλεπόμενες στό άρθρο 13 τμήμα Β ἀπαλλαγές, μεταξύ τῆς κατά κυριολεξία υποχρεώσεως ἀπαλλαγής καί τῶν μέτρων πού τά Κράτη μέλη δύνανται νά θεσπίσουν γιά νά εξασφαλίσουν τήν ὀρθή εφαρμογή τῆς ἀπαλλαγής αὐτής. Γιά τίς περισσότερες περιπτώσεις απαλλαγής πού ἀναφέρει τό άρθρο 13 τμήμα Β, καί πάντως γιά τήν μεσιτεία πιστώσεων, ἡ κατά κυριολεξία υποχρέωση ἀπαλλαγής δέν εξαρτᾶται ἀπό αιρέσεις. 'Η διακριτική ευχέρεια πού παρέχεται στά Κράτη μέλη μέ τήν εισαγωγική φράση δέν χορηγείται κατά τρόπο γενικό, ἀλλά μόνο «γιά νά εξασφαλιστεί ἡ ὀρθή καί ἁπλή εφαρμογή» τῶν προβλεπομένων ἀπαλλαγών καί «νά ἀποτραπεί ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή καί κατάχρηση». Οἱ διατάξεις πού ὀφείλουν νά θεσπίσουν τά Κράτη μέλη, δέν επιτρέπεται νά ἀφοροῦν, παρά μόνο μέτρα «παρακολουθηματικά», ὅπως ἡ ἀνάγκη τηρήσεως χωριστών λογιστικών βιβλίων, ἡ συμπληρωματικές υποχρεώσεις περί δηλώσεως ή διατηρήσεως. Οί παρακολουθηματικές αὐτές διατάξεις δέν δύνανται νά μεταβάλλουν τόν άνευ αιρέσεων επιτακτικό χαρακτήρα τῶν ἀπαλλαγών. γ) Πραγματική διακριτική ευχέρεια ἀφήνεται στά Κράτη μέλη μόνο σέ ὅ,τι άφορᾶ τῆ φύση καί τή σημασία τῆς ἀπαλλαγής, στην περίπτωση τοῦ ἄρθρου 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 6 (ἀμοιβαία κεφάλαια). Ή διαχείριση τῶν ἀμοιβαίων κεφαλαίων δέν ἀπαλλάσσεται παρά μόνο «ὅπως ὁρίζονται ἀπό τά Κράτη μέλη». Ἀποτελούν επίσης ἀπαλλαγές διατυπωμένες κατά τρόπο ἀσαφή, εκείνες οἱ όποιες ἀναφέρονται στό άρθρο 13 μέρος Α παράγραφος 1 εδάφια 1γ καί ιδ. δ) Ό νόμος τῆς 26ης Νοεμβρίου 1979 ὁ όποιος τροποποιεί τό νόμο περί φόρου κύκλου εργασιών καταδεικνύει ὅτι καί οἱ 'ίδιες οἱ γερμανικές ἀρχές δέν ἐδέχθησαν τήν ὕπαρξη διακριτικῆς ευχέρειας ὡς πρός τήν ἀπαλλαγή πού προβλέπεται στό ἄρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 : τό άρθρο 4 παράγραφος 8 εδάφιο α τοῦ ἐν λόγω νόμου ἀπαλλάσσει, σύμφωνα μέ τήν ὁδηγία, χωρίς επιφύλαξη ἡ περιορισμό, τήν μεσιτεία τῶν πιστώσεων ἀπό τό φόρο κύκλου εργασιών. Ό γερμανός νομοθέτης δέν έκρινε ἀναγκαῖο νά θεσπίσει ειδικές διατάξεις ὡς πρός τίς ἀποδείξεις πού πρέπει νά προσκομιστούν γιά νά χορηγηθεί φορολογική ἀπαλλαγή. ε) 'Εξ άλλου τό ἄρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς ὁδηγίας 77/388 ἀνταποκρί- 65

12 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 νεται επίσης καί στά κριτήρια πού 'έχει καθορίσει τό Δικαστήριο, μέ παγία νομολογία του, ὡς προϋποθέσεις ἀμεσου «δυνατότητος επικλήσεως» μιᾶς ὁδηγίας. Ή ἐν λόγω διάταξη άφορᾶ τίς νομικές σχέσεις μεταξύ ενός ἰδιώτου καί ενός Κράτους μέλους κατά τήν περίοδο κατά την οποία ή οδηγία έπρεπε νά εἶχε μεταφερθεί στό εθνικό δίκαιο. Ή προσφεύγουσα στην κυρία δίκη δύναται, λοιπόν, νά ζητήσει ενώπιον τῶν εθνικῶν ὀργάνων τήν ἀπαλλαγή ἀπό τό φόρο κύκλου εργασιών πού δικαιούνται οἱ μεσίτες πιστώσεων ἀπό τήν 1η 'Ιανουαρίου III Προφορική διαδικασία Ἡ κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, εκπροσωπουμενη ἀπό τόν καθηγητή Zuleeg, τό Finanzamt Münster-Innenstadt, εκπροσωπούμενο ἀπό τόν Rembert Schwarze, Ministerialrat στό Finazministerium des Landes Nordrhein- Westfalen, ἡ κυβέρνηση τῆς Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη ἀπό τόν Alexandre Carnelutti, γραμματέα εξωτερικών υποθέσεων τοῦ 'Υπουργείου 'Εξωτερικών Σχέσεων, ἡ 'Επιτροπή, εκπροσωπούμενη ἀπό τόν Karpenstein καί τό Συμβούλιο, εκπροσωπούμενο ἀπό τόν Antonio Sacchettini, σύμβουλο τῆς νομικής υπηρεσίας, ανέπτυξαν προφορικώς τίς παρατηρήσεις τους καί ἀπήντησαν στά ερωτήματα πού έθεσε τό Δικαστήριο, στην συνεδρίαση τῆς 30ης Σεπτεμβρίου Κατά τήν διάρκεια τῆς ἐν λόγω συνεδριάσεως, ἡ 'Επιτροπή κατέθεσε μία δήλωση τοῦ Συμβουλίου εγγραφείσα στά πρακτικά τής συνεδριάσεως του τῆς 26ης 'Ιουνίου 1978 κατά τήν διάρκεια τῆς ὁποίας ἐψηφίσθη ἡ οδηγία 78/583. Κατόπιν διακοπής τῆς δίκης τό Δικαστήριο ἀπεδέχθη τό έγγραφο αυτό καί ἐκάλεσε τήν κυβέρνηση τῆς Γαλλικής Δημοκρατίας νά τοῦ γνωρίσει τίς ενδεχόμενες παρατηρήσεις της. Οἱ παρατηρήσεις αυτές κατετέθησαν στίς 15 'Οκτωβρίου 'Ο γενικός εἰσαγγελεύς ἀνέπτυξε τίς προτάσεις του στην συνεδρίαση τῆς 18ης Νοεμβρίου Σκεπτικό 1 Μέ διάταξη τῆς 27ης Νοεμβρίου 1980, πού περιήλθε στό Δικαστήριο στίς 14 Ἰανουαρίου 1981, τό Finanzgericht τοῦ Münster υπέβαλε, δυνάμει τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ὡς πρός τήν ερμηνεία τοῦ ἄρθρου 13 μέρος Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης οδηγίας 77/388 τοῦ Συμβουλίου, τής 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν Κρατών μελών, τών σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ εἰδ. εκδ. Ν 145, τόμ. 09/001, σελ. 49), προκειμένου νά προσδιορισθεί ἄν ἡ διάταξη αυτή δύναται νά θεωρηθεί ὡς ἀπ' ευθείας εφαρμοστέα εντός τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας μετά τήν 1η 'Ιανουαρίου 1979, παρά τό γεγονός ὅτι τό ἐν λόγω Κράτος μέλος δέν ἔλαβε εμπροθέσμως τά αναγκαία γιά τήν εκτέλεση τῆς μέτρα. 66

13 Ἐπί τοῦ ιστορικοί) τῆς διαφοράς BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT 2 Ὑπενθυμίζεται ὅτι ἡ έκτη ὁδηγία εξεδόθη στίς 17 Μαΐου 1977 καί ὅτι σύμφωνα μέ τό πρώτο τῆς άρθρο, τά Κράτη μέλη ὤφειλαν νά θεσπίσουν, τό ἀργότερο μέχρι τήν 1η 'Ιανουαρίου 1978, τίς ἀναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές καί διοικητικές διατάξεις, γιά τήν προσαρμογή τῶν συστημάτων τους περί φόρου προστιθεμένης ἀξίας στίς ἀπαιτήσεις τῆς ὁδηγίας. Επειδή, πολλά Κράτη μέλη, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας, δέν ἠδυνήθησαν νά πραγματοποιήσουν εγκαίρως τίς ἀναγκαίες προσαρμογές, τό Συμβούλιο, μέ τήν 9η ὁδηγία 78/583, τῆς 26ης 'Ιουνίου 1978, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιῶν τῶν Κρατῶν μελών τῶν σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. Ν 194, τόμ. 09/001, σ. 96), παρέτεινε, χάριν τῶν ἐν λόγω Κρατών μελών, τήν προθεσμία πού εἶχε καθορισθεί μέ τό πρώτο άρθρο της έκτης ὁδηγίας. 3 'Η 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας προέβη στην εκτέλεση τῆς έκτης ὁδηγίας μόλις μέ τόν νόμο τῆς 26ης Νοεμβρίου 1979 (Bundesgesetzblatt Ι σ. 1953), τοῦ ὁποίου ημερομηνία ενάρξεως τῆς ισχύος ὡρίσθη ἡ 1η 'Ιανουαρίου 'Από τήν διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ὅτι ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη, ἡ ὁποία ἀσκεῖ τό επάγγελμα τῆς ανεξαρτήτου μεσιτρίας πιστώσεων, ἐζήτησε, μέ τίς μηνιαῖες δηλώσεις τῆς φόρου κύκλου εργασιών γιά τήν περίοδο ἀπό Μαρτίου μέχρι 'Ιουνίου 1979, τήν ἀπαλλαγή τῶν πράξεων τῆς ἀπό τόν φόρο, ισχυριζόμενη πρός τοῦτο ὅτι ἡ έκτη ὁδηγία, τό άρθρο 13 Β δ 1 τῆς ὁποίας υποχρεώνει τά Κράτη μέλη νά ἀπαλλάσσουν ἀπό τόν φόρο προστιθεμένης άξιας, μεταξύ άλλων, καί τήν «χορήγηση καί τήν διαπραγμάτευση [μεσιτεία] πιστώσεων», ἀποτελεί, ήδη ἀπό 1ης Ἰανουαρίου 1979, τμήμα τοῦ ἐθνικοῦ δικαίου. 5 Ἀπό τήν δικογραφία προκύπτει ὅτι ἡ προσφεύγουσα ενημέρωσε τό Finanzamt γιά τό ὕψος τοῦ κύκλου εργασιών τῆς καί γιά τους καταβληθέντες σέ προηγούμενα στάδια φόρους, διεκδικήσασα ταυτοχρόνως υπέρ αυτής τήν ἀπαλλαγή πού προβλέπεται στό άρθρο 13 Β δ 1 τῆς ὁδηγίας. Ἐδήλωνε, συνεπώς, κάθε φορά ένα ποσό «0», ὅσον άφορᾶ τό ποσό τοῦ ὀφειλομένου φόρου καί τήν έκπτωση τῶν καταβληθέντων σέ προηγούμενα στάδια φόρων. 6 Τό Finanzamt δέν εδέχθη τίς ὡς άνω δηλώσεις καί μέ προσωρινές πράξεις καταβολής γιά τους ἐν λόγω μήνες, επέβαλε αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα μέ τήν μή τροποποιηθείσα ἀκόμη εθνική νομοθεσία, φόρο κύκλου εργασιών ἐπί τῶν εργασιών τῆς προσφευγούσης προβαίνοντας ταυτοχρόνως σέ έκπτωση τῶν καταβληθέντων σέ προηγούμενα στάδια φόρων. 67

14 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 19. Ι ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 7 Κατά τῶν πράξεων αυτών περί επιβολής φόρου ἡ προσφεύγουσα ἤσκησε, μετά την ἀπόρριψη τῆς ενστάσεως της, προσφυγή ενώπιον τοῦ Finanzgericht, πρός υποστήριξη τῆς ὁποίας επικαλείται τήν ἀνωτέρω παραταθείσα διάταξη τῆς ὁδηγίας. 8 Τό Finanzamt υπεστήριξε ἐνώπιον τοῦ Finanzgericht ὅτι κατά τόν κρίσιμο χρόνο, ή έκτη ὁδηγία δέν εἶχε ἀκόμη τεθεί ἐν ἰσχύι στην 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας. 'Ανέφερε ἐπί πλέον, ὅτι σύμφωνα μέ μιά ἀντίληψη, πού τήν συμμερίζονται ὅλα τά Κράτη μέλη, τό ἄρθρο 13 Β δέν δύναται νά θεωρηθεῖ ὅτι γέννᾶ ἕνα ευθέως εφαρμοστέο δικαίωμα, δεδομένου ὅτι ἡ ἐν λόγω διάταξη ἀφήνει μιά εξουσία εκτιμήσεως στά Κράτη μέλη. 9 Γιά νά επιλύσει αυτή ἀκριβώς τήν διαφορά, τό Finanzgericht υπέβαλε πρός τό Δικαστήριο τό ἀκόλουθο ερώτημα: «Έχει ἀπ' ευθείας εφαρμογή εντός τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας ἀπό 1ης 'Ιανουαρίου 1979 ἡ διάταξη περί ἀπαλλαγής ἀπό τόν φόρο κύκλου εργασιῶν τῶν πράξεων μεσιτείας πιστώσεων, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στόν τίτλο Χ άρθρο 13 τμήμα Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης ὁδηγίας τοῦ Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν Κρατών μελών, τῶν σχετικών μέ τόν φόρο κύκλου εργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης ἀξίας: ὁμοιόμορφη φορολογική βάση (77/388/ΕΟΚ);» 10 Ή προσφεύγουσα τῆς κυρίας δίκης δέν ἐξεπροσωπήθη στην ενώπιον τοῦ Δικαστηρίου διαδικασία. Τήν ἄποψη τῆς υπεστήριξε ἡ 'Επιτροπή, ἡ ὁποία προέβαλε στό Δικαστήριο επιχειρηματολογία τείνουσα στην ἀπόδειξη ὅτι οἱ ιδιώτες δύνανται νά ἀξιώσουν τό ευεργέτημα τοῦ ἄρθρου 13 Β δ 1 τῆς έκτης ὁδηγίας. 1 1 'Αντιθέτως, ἡ καθ'ἦςἡ προσφυγή διοικητική ἀρχή και ἡ κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας ἀνέπτυξαν σειρά επιχειρημάτων γιά νά ἀποδείξουν ὅτι δέν ἠδύνατο νά γίνει επίκληση τῆς επιδίκου διατάξεως κατά τήν περίοδο δηλαδή τό οικονομικό έτος 1979 κατά τήν ὁποία δέν είχαν ἀκόμη τεθεῖ ἐν ἱσχύι στην 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας οἱ ἀπαιτούμενες εκτελεστικές διατάξεις. Τήν 'ίδια άποψη ὑπεστήριξε καί ἡ κυβέρνηση τῆς Γαλλικής Δημοκρατίας. 68

15 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT 'Επί τῆς ουσίας 12 Ή καθ ἧς ἡ προσφυγή διοικητική ἀρχή, ἡ κυβέρνηση τῆς Ὁμοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας καί ἡ κυβέρνηση τῆς Γαλλικῆς Δημοκρατίας δέν ἀμφισβητοῦν ὅτι οἱ ιδιώτες δύνανται, σέ ὁρισμένες περιπτώσεις, νά επικαλοῦνται διατάξεις ὁδηγιών, ὅπως άλλωστε προκύπτει καί ἀπό την νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, άλλά υποστηρίζουν ὅτι ένα τέτοιο ἀποτέλεσμα δέν δύναται νά ἀναγνωρισθεί στην ἀμφισβητούμενη στην κυρία δίκη διάταξη. 13 Κατά την γαλλική κυβέρνηση, οἱ ὁδηγίες πού ἀναφέρονται στην φορολογία επιδιώκουν τήν προοδευτική εναρμόνιση τῶν διαφόρων εθνικών φορολογικών συστημάτων καί ὅχι τήν ἀντικατάσταση τους μέ ένα κοινοτικό σύστημα φορολογίας. Αυτό συμβαίνει καί μέ τήν έκτη ὁδηγία, ἡ ὁποία περιλαμβάνει ένα σύνολο διατάξεων, οἱ προϋποθέσεις εφαρμογής τῶν ὁποίων επαφίενται κατά μέγα μέρος στην διακριτική ευχέρεια τῶν Κρατών μελών. Ἐπειδή ἀκριβώς οἱ δυνατότητες επιλογής πού παρέχει στά Κράτη μέλη ἡ ὁδηγία εἶναι ιδιαιτέρως πολυάριθμες, ἡ γαλλική κυβέρνηση θεωρεί ὅτι ἡ ὁδηγία στό σύνολό τῆς δέν δύναται νά παραγάγει εντός τῶν Κρατών μελών ὁποιαδήποτε ἀποτελέσματα πρίν ἀπό τήν θέσπιση καταλλήλων εθνικών νομοθετικών μέτρων. 14 Έν πάση περιπτώσει, σύμφωνα δέ καί μέ τήν άποψη πού συμμερίζεται ή κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακῆς Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, κανένα ἄμεσο ἀποτέλεσμα δέν δύναται νά ἀναγνωρισθεί στίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 13, ἄν ληφθούν ύπ οψη τό περιθώριο εκτιμήσεως, οἱ ευχέρειες καί οἱ επιλογές πού περιλαμβάνει αυτό τό άρθρο. 15 Ή καθ ἧς διοικητική ἀρχή, μέ τήν ὑποστήριξη καί τῆς κυβερνήσεως τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, επισύρει ἐπί πλέον τήν προσοχή ἐπί τῆς συνεκτικότητος τοῦ συστήματος φορολογίας πού εισάγει ἡ ὁδηγία καί ἰδίως ἐπί τῶν προβλημάτων πού ἀνακύπτουν ἀπό τήν ἀλληλουχία επιβολής τοῦ φόρου, πού ἀποτελεί καί τό χαρακτηριστικό τοῦ φόρου προστιθεμένης ἀξίας. Ή διοικητική ἀρχή θεωρεί ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά ἀπομονωθεί ἀπό τό πλαίσιό τῆς μία ἀπαλλαγή, ὅπως αυτή πού προβλέπεται στό άρθρο 13 Β δ 1, χωρίς νά διαταραχθεί τό σύνολο τοῦ μηχανισμοῦ τοῦ ἀν λόγω φορολογικοῦ συστήματος. 16 Ἐν ὅψει τῶν ἀνωτέρω επιχειρημάτων, τό πρόβλημα πού έχει ἀνακύψει πρέπει νά εξετασθεί τόσο στό επίπεδο τῆς ὁδηγίας ὅσο καί στό επίπεδο τοῦ οικείου φορολογικού συστήματος, ὑπό τό φώς τῆς νομολογίας τοῦ Δικαστηρίου πού ἀναφέρεται στά ἀποτελέσματα τῶν ὁδηγιών. 69

16 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 'Ως πρός τά ἀποτελέσματα τῶν ὁοηγιων γενικῶς 17 Σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 189 εδάφιο 3 τῆς συνθήκης, «ή ὁδηγία δεσμεύει κάθε Κράτος μέλος στό όποιο ἀπευθύνεται, ὅσον άφορᾶ τό επιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα, ἀλλα ἀφήνει τήν επιλογή τοῦ τύπου καί τῶν μέσων στην ἀρμοδιότητα των εθνικῶν άρχων». 18 'Από τό κείμενο αυτό προκύπτει ὅτι τά κράτη, στά όποια ἀπευθύνεται ἡ ὁδηγία, υπέχουν υποχρέωση ως πρός τό ἀποτέλεσμα, ἡ ὁποία θά πρέπει νά έχει εκπληρωθεί κατά τήν λήξη τῆς προθεσμίας πού καθορίζει ἡ ἴδια ἡ ὁδηγία. 19 "Αρα, σέ ὅλες τίς περιπτώσεις ὅπού μία ὁδηγία τίθεται σέ εφαρμογή προσηκόντως, τά ἀποτελέσματά τῆς καταλαμβάνουν τους ἰδιῶτες μέσω τῶν μέτρων εφαρμογής πού λαμβάνει τό ενδιαφερόμενο Κράτος μέλος (ἀπόφαση τῆς 6ης Μαΐου 1980, 'Επιτροπήκατά Βελγίου, 102/79 Rec. σ. 1473). 20 'Αντιθέτως, ἀνακύπτουν ειδικά προβλήματα στην περίπτωση ὅπου 'ένακράτος μέλος δέν προέβη στην δέουσα εκτέλεση τῆς ὁδηγίας ἡ ειδικότερα, παρέμειναν ἀνεκτέλεστες οἱ διατάξεις τῆς ὁδηγίας μέχρι τῆς εκπνοής τῆς ταχθείσης γιά τήν εφαρμογή τῆς προθεσμίας. 21 'Από τήν παγία νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, μέ πιό πρόσφατη τήν ἀπόφαση τής 5ης Ἀπριλίου τ 1979 (Katti, 148/78, Rec. σ. 1629), προκύπτει ὅτι τό γεγονός ὅτι οἱ κανονισμοί είναι, δυνάμει τῶν διατάξεων τοῦ ἄρθρου 189, ἀπ ευθείας εφαρμοστέοι καί ὅτι κατά συνέπεια, έκ τῆς φύσεως τους, δύνανται νά παράγουν άμεσα ἀποτελέσματα, δέν σημαίνει ὅτι άλλες κατηγορίες πράξεων, ἀπό αυτές πού ἀναφέρονται στό ἐν λόγω άρθρο, δέν δύναται νά παραγάγουν ποτέ ἀνάλογα ἀποτελέσματα. 22 Θά ήταν πράγματι ἀσυμβίβαστο πρός τόν δεσμευτικό χαρακτήρα πού τό άρθρο 189 ἀναγνωρίζει στην ὁδηγία τό νά ἀποκλεισθεί κατ ἀρχήν ἀπό τά ενδιαφερόμενα πρόσωπα ἡ δυνατότης νά επικαλεσθούν τήν υποχρέωση πού επιβάλλει ή ὁδηγία. 23 Ειδικότερα, στίς περιπτώσεις ὅπου οἱ κοινοτικές ἀρχές θά ὑπεχρέωναν, μέσω ὁδηγίας, τά Κράτη μέλη νά υιοθετήσουν μία ὁρισμένη συμπεριφορά, τό χρήσιμο 70

17 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT ἀποτέλεσμα μιᾶς τέτοιας πράξεως θά ἀπεδυναμοϋτο ἄν οι πολίτες ἐμποδίζοντο νά την επικαλεσθούν ενώπιον τῶν δικαστηρίων καί ἄν τά εθνικά δικαιοδοτικά ὄργανα ἠμποδίζοντο νά την λάβουν ὑπ'ὄψη ὡς στοιχείο τοῦ κοινοτικοί) δικαίου. 24 Κατά συνέπεια, τό Κράτος μέλος πού δέν έλαβε εμπροθέσμως τά εκτελεστικά μέτρα πού επιβάλλει ἡ ὁδηγία δέν δύναται νά ἀντιτάξει στους ιδιώτες την μη ἐκπλήρωση τῶν υποχρεώσεων πού ἐπέβαλε ἡ οδηγία. 25 "Ετσι, σέ ὅλες τίς περιπτώσεις στίς όποιες προκύπτει ὅτι, ἀπό ἀπόψεως περιεχομένου, οἱ διατάξεις μιᾶς ὁδηγίας δέν περιέχουν αιρέσεις καί εἶναι επαρκῶς ἀκριβείς, εἶναι δυνατή ἡ επίκληση τῶν ἐν λόγω διατάξεων καίτοι δέν ἔχουν ληφθεί εμπροθέσμως εκτελεστικά μέτρα, εἴτε εναντίον κάθε εθνικής διατάξεως πού δέν είναι σύμφωνη μέ τήν ὁδηγία, εἴτε καθ' ὅσον δύνανται νά προσδιορίσουν δικαιώματα, τά όποια οἱ ιδιώτες εἶναι σέ θέση νά προβάλουν έναντι τοῦ κράτους. 26 Τό ερώτημα τοῦ Finanzgericht ἀποσκοπεί νά διευκρινισθεί κατά πόσον δύναται νά ἀναγνωρισθεί ἕνας τέτοιος χαρακτήρας στό άρθρο 13 Β δ 1 τῆς ὁδηγίας, σύμφωνα μέ τό όποιο, «τά Κράτη μέλη απαλλάσσουν, ὑπό τίς προϋποθέσεις πού ὁρίζουν, ώστε νά ἐξασφαλίζεται ἡ ορθή καί ἀπλή εφαρμογή τῶν προβλεπομένων κατωτέρω ἀπαλλαγών καί νά ἀποτρέπεται ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή καί κατάχρηση:... δ) τίς ἀκόλουθες πράξεις: 1. τήν χορήγηση καί τήν διαπραγμάτευση πιστώσεων...». 'Ως πρός τήν οικονομία τῆς ὁοηγίας καί τόν συνειρμό της 27 'Εξεταζόμενη αυτή καθ' εαυτή καί καθ' ὅσον προσδιορίζει τήν ἀπαλλασσόμενη παροχή υπηρεσιών καί τόν ἀπολαύοντα τῆς ἀπαλλαγής αὐτης, ἡ ἐν λόγω διάταξη εἶναι ἀρκετά ἀκριβής, ώστε ὁ πολίτης νά δύναται νά τήν επικαλεσθεί καί ὁ δικαστής νά τήν εφαρμόσει. Ἀπομένει, πάντως, νά εξετασθεί ἄν τό δικαίωμα ἀπαλλαγής πού παρέχει δύναται νά θεωρηθεί ὡς ἀπηλλαγμένο αιρέσεων, λαμβανομένης ὑπ ὅψη τῆς όλης οικονομίας τῆς ὁδηγίας καί τοῦ συνειρμοῦ τοῦ άρθρου 13, καθώς καί τῶν ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών τοῦ φορολογικοῦ συστήματος στό πλαίσιο τοῦ ὁποίου πρέπει νά εφαρμοσθεί ἡ ἀπαλλαγή. 71

18 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 28 Όσον άφορᾶ την ὅλη οικονομία τῆς ὁδηγίας, πρέπει προεχόντως νά ἐξετασθεί τό επιχείρημα πού αντλείται ἀπό τό ὅτι ἡ διάταξη στην ὁποία ἀναφέρεται το εθνικό δικαστήριο ἀποτελεί ἀναπόσπαστο τμήμα μιᾶς ὁδηγίας εναρμονίσεως, ή ὁποία, ἀπό πολλές ἀπόψεις, επιφυλάσσει υπέρ τῶν Κρατῶν μελῶν 'έναπεριθώριο εκτιμήσεως πού περιλαμβάνει ευχέρειες καί επιλογές. 29 Καίτοι, ἡ έκτη ὁδηγία ἀφήνει ἀναντιρρήτως στά Κράτη μέλη ἔνα περιθώριο εκτιμήσεως ἀρκετά σημαντικό γιά νά θέσουν σέ εφαρμογή ὁρισμένες ἀπό τίς διατάξεις της, αυτό δέν δύναται νά στερήσει τους ιδιώτες ἀπό τό δικαίωμα νά επικαλεσθοῦν ἐκείνες τίς διατάξεις, οἱ ὁποιες, λαμβανομένου ὑπ ὄψη τοῦ συγκεκριμένου ἀντικειμένου τους, δύνανται νά ἀποσπασθοῦν ἀπό τό σύνολο καί νά τύχουν εφαρμογής ὡς ἔχουν. Αύτη ἡ ελαχίστη έγγύηση, πού παρέχεται πρός τους θιγομένους ἀπό τό ἀνεκτέλεστο τῆς ὁδηγίας πολίτες, ἀπορρέει ἀπό τόν δεσμευτικό χαρακτήρα τῆς υποχρεώσεως πού επιβάλλεται στά Κράτη μέλη ἀπό τό άρθρο 189 εδάφιο 3 τῆς συνθήκης. Ή υποχρέωση αύτη θά έχανε τελείως τήν ἀποτελεσματικότητά της, ἄν ἐπετρέπετο στά Κράτη μέλη νά εξουδετερώσουν μέ τίς παραλείψεις τους, ἀκόμα καί τά ἀποτελέσματα ἐκείνα πού ὁρισμένες διατάξεις μιας ὁδηγίας δύνανται, ὡς ἐκ τοῦ περιεχομένου τους, νά παραγάγουν. 30 Συνεπώς, ἡ επίκληση τοῦ γενικοῦ χαρακτῆρος τῆς ἐν λόγω ὁδηγίας ἡ τοῦ εύρους πού ἀφήνει στά Κράτη μέλη δέν αρκεί γιά νά αφαιρέσει κάθε ἀποτέλεσμα ἀπό τίς διατάξεις εκείνες, τῶν ὁποίων, λαμβανομένου ὑπ oψη τοῦ ἀντικειμένου τους, ή επίκληση ενώπιον τῶν δικαστηρίων θά ἠδύνατο νά εἶναι λυσιτελής, παρά τό γενονός ὅτι ἡ οδηγία δέν 'έχειεκτελεσθεί στό σύνολο της. 31 Ὡς πρός τό συνειρμό τοῦ ἄρθρου 13, ἡ καθ'ἧς ἡ προσφυγή διοικητική ἀρχή, υποστηριζoμενη ἀπό τήν κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας καί τήν γαλλική κυβέρνηση, επισύρει ειδικότερα τήν προσοχή στό περιθώριο εκτιμήσεως πού ἀφήνει στά Κράτη μέλη ἡ εισαγωγική φράση τοῦ Β μέρους τοῦ ἐν λόγω άρθρου, οπού διευκρινίζεται ὅτι ἡ ἀπαλλαγή παρέχεται άπό τά Κράτη μέλη «ὑπό τίς προϋποθέσεις πού ὁρίζουν» καί μέ σκοπό «νά εξασφαλίζεται ἡ ὀρθή καί ἁπλή εφαρμογή τῶν προβλεπομένων κατωτέρω ἀπαλλαγών» καί νά «ἀποτρέπεται ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή καί κατάχρηση». Ὑποστηρίζεται ὅτι, λαμβανομένων ὑπ ὅψη τῶν διατάξεων αυτών, οἱ ρήτρες ἀπαλλαγής τοῦ ἄρθρου 13 δέν εἶναι ἀπηλλαγμένες αιρέσεων. 'Επομένως, ή επίκληση τους, δέν εἶναι δυνατή, πρίν προσδιορισθοῦν οἱ προμνησθεῖσες προϋποθέσεις. 72

19 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT 32 'Αναφορικῶς μέ τό θέμα αυτό, πρέπει κατ' ἀρχήν νά παρατηρηθεί ὅτι οἱ προμνησθεῖσες «προϋποθέσεις» ουδόλως ἀναφέρονται στον ὁρισμό τοῦ περιεχομένου τῆς προβλεπομένης ἀπαλλαγῆς. 33 Ἀφ ἐνός, οἱ ἐν λόγω «προϋποθέσεις» ἀποβλέπουν στην διασφάλιση τῆς ὀρθής καί ἀπλής ἐφαρμογής τῶν προβλεπομένων ἀπαλλαγών. "Ενα Κράτος μέλος δἐν δύναται νά ἀντιτάξει σέ ένα φορολογούμενο, πού εἶναι σέ θέση νά ἀποδείξει ὅτι φορολογικῶς υπάγεται πράγματι σέ μία ἀπό τίς ἀπαλλασσόμενες βάσει τῆς ὁδηγίας κατηγορίες, τό ὅτι δέν έχει θεσπίσει τίς διατάξεις, πού έχουν ἀκριβῶς ως σκοπό τήν διευκόλυνση τῆς εφαρμογής τῆς ἐν λόγω ἀπαλλαγῆς. 34 'Αφ ἐτερου, οι «προϋποθέσεις» ἀφοροῦν τά μέτρα πού προορίζονται νά ἀποτρέψουν τήν ενδεχομένη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή καί κατάχρηση. 'Ένα Κράτος, μέλος, τό όποιο δέν ἔχει λάβει τά ἀναγκαία πρός τοῦτο προληπτικά μέτρα, δέν δύναται νά επικαλεσθεί τήν ἰδία του παράλειψη, γιά νά ἀρνηθεί σ' ένα φορολογούμενο τό εὐεργέτημα μιᾶς ἀπαλλαγῆς, τήν ὁποία ὁ τελευταίος νομίμως δικαιοῦται νά ἀπαιτήσει δυνάμει τῆς ὁδηγίας, πολύ περισσότερο ἀφοῦ τίποτε δέν εμποδίζει τό κράτος αυτό νά προσφύγει, ελλείψει ειδικών ἐπί τοῦ θέματος διατάξεων, σέ κάθε εφαρμοστέα διάταξη τῆς γενικής δημοσιονομικής του νομοθεσίας πρός καταπολέμηση τῆς φοροδιαφυγής. 35 Πρέπει λοιπόν νά ἀπορριφθεί τό επιχείρημα πού ἀντλείται ἀπό τήν εισαγωγική φράση τοῦ ἄρθρου 13 Β. 36 Ή καθ' ης διοικητική ἀρχή, ἡ κυβέρνηση τῆς 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας καί ἡ γαλλική κυβέρνηση προβάλλουν ἐπί πλέον κατά τῆς δυνατότητος επικλήσεως τῆς ἐν λόγω διατάξεως τό Γ μέρος τοῦ ἄρθρου 13, πού 'έχει ὡς έξης: «Δικαίωμα επιλογής. Τά Κράτη μέλη δύνανται νά χορηγοῦν στους υποκειμένους στόν φόρο δικαίωμα επιλογής φορολογήσεως στίς περιπτώσεις:... β) τῶν ἀναφερομένων πράξεων ὑπό Β περιπτώσεις δ)... τά Κράτη μέλη δύνανται νά περιορίζουν τήν έκταση τοῦ δικαιώματος επιλογής, καθορίζουν δέ τόν τρόπο ἀσκήσεως αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος». 37 Ή γερμανική κυβέρνηση υπογραμμίζει ὅτι τό δικαίωμα επιλογῆς πού προβλέπεται στην ἐν λόγω διάταξη «ἀνήκει στά Κράτη μέλη» καί ὅτι ἡ 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας δέν έκαμε χρήση τῆς ευχερειας αυτής παρά στό άρθρο 9 τοῦ ἐκτελεστικοῦ νόμου. Δέν εἶναι επιτρεπτό νά προεξοφλείται τό νόμιμο αυτό δικαίωμα ἐπιλογής. Λαμβανομένης ὑπ ὅψη τῆς ευχερειας αυτής πού ἐπιφυλάσσετα υπέρ τῶν Κρατών μελών, καθώς καί τῆς δυνατότητος πού ἐπί πλέον παρέχεται νά περιορίζουν τήν έκταση τοῦ δικαιώματος επιλογής καί νά 73

20 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 καθορίζουν τόν τρόπο ἀσκήσεως του, ἡ διάταξη την ὁποία ἐπεκαλέσθη ἡ προσφεύγουσα στην κυρία δίκη δέν δύναται νά θεωρηθεί ὡς κανόνας άνευ αιρέσεων. 38 Τά ἀνωτέρω επιχειρήματα στηρίζονται σέ εσφαλμένη εκτίμηση τῆς εννοίας τοῦ άρθρου 13 Γ. Σύμφωνα μέ τήν ευχέρεια πού παρέχει ἡ ἐν λόγω διάταξη, τά Κράτη μέλη δύνανται νά παράσχουν στους ἀπολαύοντας τῶν ἀπαλλαγῶν πού προβλέπει ἡ ὁδηγία τήν δυνατότητα νά παραιτηθοῦν τῆς ἀπαλλαγής, εἴτε σἐ ὅλες τίς περιπτώσεις, εἴτε εντός ὁρισμένων ὁρίων, εἴτε ἀκόμη ὑπό ὁρισμένους ὅρούς. Πρέπει πάντως νά υπογραμμισθεί ὅτι, κατά τήν παρατεθείσα διάταξη, στίς περιπτώσεις πού τό Κράτος μέλος κάνει χρήση τῆς ευχέρειας αυτής, τό δικαίωμα επιλογής πού παρέχεται ὑπό τίς προϋποθέσεις αυτές ἀνήκει μόνο στό φορολογούμενο καί όχι στό κράτος. 39 'Από τά ἀνωτέρω εκτεθέντα προκύπτει ὅτι τό άρθρο 13 Γ ουδόλως παρέχει στά Κράτη μέλη τήν ευχέρεια νά ἐξαρτοον ἀπό αιρέσεις ἡ νά περιορίζουν καθ' οιονδήποτε τρόπο τίς ἀπαλλαγές πού προβλέπονται στό Β μέρος επιφυλάσσει ἀπλῶς υπέρ τῶν Κρατών μελών τήν ευχέρεια νά παρέχουν, κατά τό μᾶλλον ή ήττον ευρέως, στους ἀπολαύοντας τῶν ἐν λόγω ἀπαλλαγών, τήν δυνατότητα νά επιλέγουν οἱ ἴίδιοι τήν υποβολή τους στή φορολογία, ἄν κρίνουν ὅτι αυτό τους συμφέρει. 40 Συνεπώς, ἡ διάταξη πού ἐπεκαλέσθησαν ἡ καθ' ἧς ἡ προσφυγή διοικητική ἀρχή καί ἡ γερμανική κυβέρνηση, γιά νά ἀποδείξουν ὅτι ἡ απαλλαγή εξαρτάται άπό αιρέσεις, δέν άφορα τήν περίπτωση φορολογουμένου, ó όποιος εξεδήλωσε τήν βούληση νά τύχει τῆς προβλεπομένης ἀπό τήν ὁδηγία ἀπαλλαγής, δεδομένου ὅτι ή δήλωση τῆς βουλήσεως αὐτης ἀποκλείει κατ' ἀνάγκη τήν άσκηση τοῦ δικαιώματος επιλογής πού προβλέπει τό άρθρο 13 Γ. 'Ως πρός τό σύστημα τοῦ φόρου προστιθεμένης άξιας 41 'Η καθ' ἦς ἡ προσφυγή διοικητική ἀρχή, υποστηριζόμενη ἀπό τήν κυβέρνηση της 'Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, ἀναπτύσσει λεπτομερώς διάφορα επιχειρήματα κατά τῆς δυνατότητος επικλήσεως τοῦ ἄρθρου 13 Β δ 1, τά όποια ἀντλούνται ἀπό τά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τοῦ ἐν λόγω φορολογικού συστήματος, ήτοι τήν τυπική ἀλληλουχία τοῦ φόρου προστιθεμένης ἀξίας δυνάμει τοῦ μηχανισμοῦ τοῦ δικαιώματος εκπτώσεως. Κατά τήν άποψη τῆς διοικητικής 74

21 BECKER / FINANZAMT MÜNSTER-INNENSTADT ἀρχῆς, ἡ διάσπαση τῆς ἀλληλουχίας αυτής, λόγω τῆς ἀπαλλαγής, δύναται νά θίξει τά συμφέροντα τόσο αὐτοῦ τοῦ ἀπολαύοντος τῆς ἀπαλλαγῆς ὅσο καί των φορολογουμένων πού ἕπονται στην ἀλληλουχία ἡ ἀκόμα καί αυτῶν πού προηγοῦνται. Περαιτέρω, τό Finanzamt επισύρει την προσοχή έπί τῶν δυσχερειῶν πού δύναται νά προκαλέσει στίς φορολογικές ἀρχές ἡ εφαρμογή τῶν διατάξεων μιᾶς ὁδηγίας πρίν ἀπό τήν προσαρμογή τῆς εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας. 42 Ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ, ἡ διοικητική ἀρχή ισχυρίζεται προεχόντως ὅτι, ἀνάλογα μἐ τίς περιστάσεις, ἡ προβλεπομένη ἀπό τήν ὁδηγία ἀπαλλαγή δύναται νά ἀπολήγει εἰς βάρος αὐτοῦ τοῦ ἀπολαύοντος τῆς ἀπαλλαγής κάθε φορά πού παρέχει υπηρεσίες πρός φορολογουμένους, οἱ όποιοι πληροῦν τίς προϋποθέσεις εκπτώσεως. Μειονεκτήματα δύνανται επίσης νά προκύψουν γιά τόν ἀπολαύοντα της ἀπαλλαγής στην περίπτωση διακανονισμοῦ τῶν εκπτώσεων πού ἀφοροῦν ἀγαθά επενδύσεων, οἱ όποιες δυνάμει τοῦ ἄρθρου 20 τῆς ὁδηγίας, δύνανται νά διενεργηθοῦν εντός περιόδου πέντε ετών. Ή διοικητική ἀρχή προβάλλει επίσης τίς δυσχέρειες πού δύνανται νά προκύψουν ἀπό τήν εφαρμογή τῶν σχετικών μέ τήν έκδοση τιμολογίων διατάξεων, πού προβλέπονται στό άρθρο 22 παράγραφος 3 στοιχείο β τῆς ὁδηγίας, δυνάμει τοῦ ὁποίου ἐπί τῶν τιμολογίων πού ἀφοροῦν τίς φορολογούμενες παροχές υπηρεσιών πρέπει νά ἀναγράφεται διακεκριμένως τό ποσό τοῦ φόρου προστιθεμένης ἀξίας. Σύμφωνα μέ τό άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο γ, ἡ ἐν λόγω ἔνδειξη γέννᾶ, ὅσο ν άφορᾶ τίς ἀπαλλασσόμενες παροχές υπηρεσιών, μία αυτοτελή φορολογική ὀφειλή ὁ απολαύων μιᾶς υπηρεσίας δέν δύναται σέ καμμία περίπτωση νά εκπέσει τόν ὀφειλόμενο δυνάμει τῆς διατάξεως αυτής φόρο, σύμφωνα μέ τό άρθρο 17 παράγραφος 2,ἐφ ὅσον πρόκειται περί φόρου προκαταβαλλομἐνου. 'Η χορήγηση τῆς ἀπαλλαγής ἀποτελεί επομένως σοβαρό μειονέκτημα γιά τους μεσίτες πιστώσεων, οἱ όποιοι έχουν εκδώσει τιμολόγια στά όποια ἀναγράφεται τό ποσό τοῦ φόρου. 43 Ή διοικητική ἀρχή υπογραμμίζει τήν διαταραχή πού προκαλεῖ τό γεγονός ὅτι μία ἀπαλλαγή δύναται νά ζητηθεί ἐκ τῶν υστέρων, εἴτε γιά τό επόμενο είτε γιά τό προηγούμενο στάδιο, εἰς βάρος τῶν φορολογουμένων πού συναλλάσσονται μἐ τόν ἀπολαύοντα τῆς απαλλαγής. 44 Σχετικώς πρέπει νά παρατηρηθεῖ ὅτι, ὁπως συνάγεται ἀπό τήν όλη οικονομία τής ὁδηγίας, άφ ενός μέν, οἱ ἀπολαύοντες τῆς ἀπαλλαγής, λόγω τοῦ ὅτι κάνουν χρήση αυτής παραιτοῦνται κατ' ἀνάγκη τοῦ δικαιώματος νά ζητήσουν έκπτωση τῶν προκαταβληθέντων φόρων, ἀφ έτερου δέ, επειδή έκαμαν χρήση τῆς ἀπαλλαγής, δέν εἶναι σέ θέση νά επιρρίψουν ὁποιαδήποτε επιβάρυνση σέ επόμενα στάδια, έτσι ώστε νά μή δύνανται κατ' ἀρχήν νά θιγοῦν δικαιώματα τρίτων. 75

22 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 45 'Από τά ἀνωτέρω προκύπτει, ἐπομένως, ὅτι εἶναι ἀβάσιμα τά επιχειρήματα της καθ ἧς ἡ προσφυγή διοικητικής ἀρχής καί τῆς γερμανικής κυβερνήσεως πού ἀναφέρονται στην διαταραχή τῆς ὁμαλής λειτουργίας τῆς διαδικασίας ἐπιρρίψεως τῆς επιβαρύνσεως τοῦ φόρου προστιθεμένης ἀξίας, στήν περίπτωση φορολογουμένου πού ἐξεδήλωσε τήν βούληση του νά τύχει τῆς προβλεπομένης ἀπό τήν ὁδηγία ἀπαλλαγής, ἀναλαμβάνοντας ἐξ άλλου τίς συνέπειες τῆς ἐπιλογής του. 46 Τέλος, ὅσον άφορᾶ τό επιχείρημα τῆς διοικητικής ἀρχής περί τῆς διαταραχής λόγω τῶν ἐκ τῶν υστέρων ὑπό τῶν φορολογουμένων, δυνάμει τῆς ὁδηγίας, αιτουμένων ἀπαλλαγών, πρέπει νά παρατηρηθεί ὅτι τό επιχείρημα αυτό δέν 'έχει σχέση μέ τήν περίπτωση φορολογουμένου, ó όποιος ἐζήτησε νά τύχει τῆς ἀπαλλαγής κατά τόν χρόνο υποβολής τῆς φορολογικής του δηλώσεως καί ὁ όποιος, κατά συνέπεια, δέν ἀνέγραψε φόρο ἐπί τοῦ τιμολογίου πού εξέδωσε γιά τήν παροχή τῶν υπηρεσιῶν του, ἔτσι ὥστε νά μη θίγονται τά δικαιώματα τρίτων. 47 Ὃσον άφορᾶ τίς γενικοτερου χαρακτῆρος διοικητικής φύσεως δυσχέρειες πού δύνανται νά προκύψουν ἀπό τήν εφαρμογή τῆς προβλεπομένης στην ὁδηγία ἀπαλλαγῆς, στην περίπτωση πού δέν ἔχει ἀκόμη προσαρμοσθεί ἡ φορολογική νομοθεσία καί ἡ διοικητική πρακτική στά νέα δεδομένα πού προκύπτουν ἀπό τό κοινοτικό δίκαιο, ἀρκεῖ νά παρατηρηθεί ὅτι οἱ δυσχέρειες αυτές, ἄν τυχόν ἀνακύψουν, θά ἀποτελοον συνέπεια τῆς μή τηρήσεως ἀπό τό Κράτος μέλος τῆς ταχθείσης γιά τήν εφαρμογή τῆς ἐν λόγω ὁδηγίας προθεσμίας. Οἱ συνέπειες τῆς καταστάσεως αυτής πρέπει νά ἀναληφθοῦν ἀπό την διοίκηση καί οχι νά ἐπιρριφθοῦν στους φορολογουμένους, οἱ όποιοι επικαλοῦνται μία σαφή υποχρέωση πού υπέχει τό κράτος, ἀπό 1ης 'Ιανουαρίου 1979, δυνάμει τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου. 48 Ἐκ τῶν ἀνωτέρω προκύπτει ὅτι πρέπει επίσης νά ἀπορριφθοῦν τά επιχειρήματα πού έχουν ἀντληθεῖ ἀπό τό φορολογικό σύστημα πού ἀποτελεί τό ἀντικείμενο τής ὁδηγίας. 49 Στό υποβληθέν ερώτημα προσήκει ἐπομένως ἡ ἀπάντηση ὅτι, ἀπό 1ης 'Ιανουαρίου 1979, ένας μεσίτης ἀσχολούμενος μέ τήν διαπραγμάτευση πιστώσεων δύναται νά επικαλεσθεί τήν διάταξη περί ἀπαλλαγής ἀπό τόν φόρο κύκλου εργασιῶν γιά πράξεις πού ἀφοροῦν μεσιτεία πιστώσεων, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στό άρθρο 13 μέρος Β εδάφιο δ σημείο 1 τῆς έκτης ὁδηγίας 77/388 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν Κρατών μελών τῶν σχετικών μέ τους φόρους κύκλου εργασιών κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης ἀξίας: ὁμοιόμορφη φορολογική βάση, σέ περίπτωση μή εκτελέσεως τῆς ὁδηγίας αὐτής καί ἐφ όσον ὁ αἰτών ἀπέσχε της ἐπιρρίψεως τοῦ ὡς άνω φόρου στά επόμενα στάδια, χωρίς τό κράτος νά δύναται νά τοῦ ἀντιτάξει τό ἀνεκτέλεστο τῆς ὁδηγίας. 76

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ SIR GORDON SLYNN ΥΠΟΘΕΣΗ 8/81 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1981 1 Κύριε πρόεορε, κύριοι δικαστές, Ἡ παρούσα υπόθεση ἤχθη ενώπιον τον)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 70/83

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 70/83 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 22. 2. 1984 - ΥΠΟΘΕΣΗ 70/83 του. Πράγματι η οδηγία 78/583 της 26ης Ιανουαρίου 1978, η οποία παρατείνει μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1979 την προθεσμία για την εκτέλεση της οδηγίας 77/388, δεν έχει

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 1ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 1ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 1ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1982 1 Staatssecretaris van Financiën κατά Hong-Kong Trade Development Council (αἴτηση του Hoge Raad τῶν Κάτω Χωρών γιά τήν έκδοση προδικαστικῆς αποφάσεως) «Επιστροφή

Διαβάστε περισσότερα

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001, κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery

Διαβάστε περισσότερα

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 20ής Φεβρουαρίου 1979 * Στην υπόθεση 120/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hessisches Finanzgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες, κατ' HAEGEMAN ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 30ής Απριλίου 1974 Στην υπόθεση 181/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de première instance των Βρυξελλών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Ιουνίου 1978 * Στην υπόθεση 150/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας (πρώτο πολιτικό τμήμα) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-322/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-322/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail των Βρυξελλών

Διαβάστε περισσότερα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 5ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 5ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 5ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1981 1 Staatssecretaris van Financiën κατά Συνεταιρισμοῦ «Coöperatieve Aardappelenbewaarplaats GA» (αίτηση του Hoge Raad τῶν Κάτω Χωρών γιά τήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 53/81

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 53/81 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 23. 3. 1982 ΥΠΟΘΕΣΗ 53/81 συντηρήσεως κατώτερα τοῦ ορίου αὐτοῦ, ἀρκεῖ νά ἀσκεί μιά πραγματική καί γνησία δραστηριότητα. 3. Τά κίνητρα πού ώθησαν τόν εργαζόμενο ἑνός Κράτους μέλους νά ἀναζητήσει

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * Στην υπόθεση C-333/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του γαλλικού Conseil d'état προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 148/78 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 148/78 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 5.4.1979 ΥΠΟΘΕΣΗ 148/78 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1979 * Στην υπόθεση 148/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Pretura Penale του Μιλάνου προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-342/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-342/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * Στην υπόθεση C-231/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * TOLSMA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-16/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Gerechtshof te Leeuwarden (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 9.8.2017 COM(2017) 421 final 2017/0188 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/797/ΕΕ, με την οποία επιτρέπεται

Διαβάστε περισσότερα

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 10ης Δεκεμβρίου 1968* ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,

Διαβάστε περισσότερα

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς κατ' ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 25/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του BUNDESGERICHTSHOF προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 20.02.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0951/2004, του Jan Dolezal, πολωνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Wielkopolskie Zrzeszenie Handlu i Usług

Διαβάστε περισσότερα

της 19ης Νοεμβρίου 1975 *

της 19ης Νοεμβρίου 1975 * ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Νοεμβρίου 1975 * Στην υπόθεση 38/75, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Tariefcommissie προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * HUMBLOT / DIRECTEUR DES SERVICES FISCAUX ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * Στην υπόθεση 112/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Belfort, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.11.2013 COM(2013) 831 final 2013/0411 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ με την οποία επιτρέπεται στην Πολωνία να εφαρμόσει μέτρα κατά παρέκκλιση του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 53/80

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 53/80 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 5. 2. 1981 ΥΠΟΘΕΣΗ 53/80 Στην υπόθεση 53/80 πού ἕχει ὡς ἀντικείμενο αίτηση τοῦ Gerechtshof τοῦ Amsterdam πρός τό Δικαστήριο, δυνάμει τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ μέ τήν ὁποία ζητᾶ, στό πλαίσιο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * HANSA FLEISCH ERNST MUNDT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-156/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht (Ομοσπονδιακή

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2015 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2015 (OR. en) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2015 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2015/0242 (NLE) 14253/15 FISC 153 ECOFIN 905 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 6.1.2017 COM(2016) 833 final 2016/0417 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της απόφασης 2013/677/ΕΕ που επιτρέπει στο Λουξεμβούργο να εφαρμόσει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 26.09.2008 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά 1116/2001, του Siegfried Missalla, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη φορολόγηση από τη φινλανδική κυβέρνηση

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Αυγούστου 2017 (OR. en) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Αυγούστου 2017 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2017/0188 (NLE) 11653/17 FISC 173 ΠΡΟΤΑΣΗ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: Θέμα:

Διαβάστε περισσότερα

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού Θεματική μονάδα 2 Διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως σε διαδικασίες οικογενειακού δικαίου περιεχόμενο

Διαβάστε περισσότερα

της 3ης Απριλίου 1968*

της 3ης Απριλίου 1968* ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3.4.1968 ΥΠΟΘΕΣΗ 28/67 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Απριλίου 1968* Στην υπόθεση 28/67, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου) προς το

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 10.11.2015 COM(2015) 558 final 2015/0258 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ με την οποία επιτρέπεται στη Δημοκρατία της Λιθουανίας να παρατείνει την εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 96/80

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 96/80 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 31. 3. 1981 ΥΠΟΘΕΣΗ 96/80 ὡς διαφοροποίηση μέ βάση τόν ἑβδομαδιαίο χρόνο εργασίας, συνιστᾶ ἤ ὄχι στην πραγματικότητα διάκριση λόγω τοῦ φύλου τῶν εργαζόμενων. Συνεπῶς, μιά διαφορά ἀμοιβῆς μεταξύ

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 7.10.2016 COM(2016) 645 final 2016/0315 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της απόφασης 2007/884/EΚ με την οποία επιτρέπεται στο Ηνωμένο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 60/81

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 60/81 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 11. 11. 1981 ΥΠΟΘΕΣΗ 60/81 των έννόμων ἀποτελεσμάτων τους, ὡς ἀποφάσεις ὑπό την ἔννοια τοῦ άρθρου 173 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, κατά των ὁποίων χωρεί προσφυγή ἀκυρώσεως. Στό πλαίσιο τῆς διοικητικής

Διαβάστε περισσότερα

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ, EUROPOL JOINT SUPERVISORY BODY ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ Γνωμοδότηση 08/56 της ΚΕΑ σχετικά με την αναθεωρημένη συμφωνία που πρόκειται να υπογραφεί μεταξύ της Ευρωπόλ και της Eurojust Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 * GREENWICH FILM PRODUCTION KATA SACEM ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Οκτωβρίου 1979 * Στην υπόθεση 22/79, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 3. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-168/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * Στην υπόθεση C-168/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tübingen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 * BARRA /ΒΕΛΓΙΟ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 * Στην υπόθεση 309/85, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του προέδρου του Tribunal de première instance της Λιέγης, δικάζοντος κατά

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 * WALDERDORFF ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 * Στην υπόθεση C-451/06, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Unabhängiger

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Οκτωβρίου 2003 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 92/100/ΕΟΚ - Δικαιώματα του δημιουργού - Αμοιβή των δημιουργών σε περίπτωση δημόσιου δανεισμού των λογοτεχνικών

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. L 329/34 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων 30. 12. 93 ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης κατ' ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 30.11.1976 21/76 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Νοεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 21/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του GERECHTSHOF (εφετείου) της Χάγης προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 1ης ΙΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 1ης ΙΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 1ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1982 1 Β.Α.Ζ. Bausystem AG κατά Finanzamt München für Körperschaften (αἴτηση τοῦ Finanzgericht τοῦ Μονάχου για την έκδοση προδικαστικής ἀποφάσεως)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 20.11.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0357/2006, του κ. Kenneth Abela, μαλτεζικής ιθαγένειας, σχετικά με εικαζόμενες παραβιάσεις από τις μαλτεζικές

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 10.11.2015 COM(2015) 560 final 2015/0260 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ με την οποία επιτρέπεται στη Δημοκρατία της Λετονίας να παρατείνει την εφαρμογή μέτρου

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, 21.7.2015 Ν. 131(Ι)/2015 131(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Προοίμιο. Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με Επίσημη

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 10.1.2018 COM(2018) 5 final 2017/0361 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ που επιτρέπει στη Δημοκρατία της Μάλτας να εφαρμόσει ειδικό μέτρο παρέκκλισης από το

Διαβάστε περισσότερα

ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση

ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση Συνέπειες νομοθετικό πλαίσιο, (Εθνικό Κοινοτικό) Το ΕΘΝΙΚΟ και ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ νοµοθετικό πλαίσιο. I. ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Α. Ο Ν. 2859/2000, όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 4336/2015 και

Διαβάστε περισσότερα

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση κατ' CENTRAFARM ΚΑΤΑ WINTHROP ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 31ης Οκτωβρίου 1974 * Στην υπόθεση 16/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του HOGE RAAD των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Μαρτίου 1978 * Στην υπόθεση 106/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Pretore di Susa (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

8741/16 GA/ag,alf DGG 2B

8741/16 GA/ag,alf DGG 2B Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2016 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2012/0102 (CNS) 8741/16 FISC 70 ECOFIN 378 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16 + Μέγεθος Γραμμάτων - ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Ν 2735/1999: Διεθνής Εμπορική Διαιτησία (276274) Αρθρο :15 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :4 Αρθρο 15 Διορισμός

Διαβάστε περισσότερα

FOGLIA / NOVELLO. καί. ή έκδοση προδικαστικής ἀποφάσεως, ὡς πρός τήν ἑρμηνεία τῶν ἄρθρων 177 καί 95 τῆς συνθήκης ΕΟΚ,

FOGLIA / NOVELLO. καί. ή έκδοση προδικαστικής ἀποφάσεως, ὡς πρός τήν ἑρμηνεία τῶν ἄρθρων 177 καί 95 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, FOGLIA / NOVELLO Ορου 177 γιά σκοπούς μή ηθελημένους ἀπό την συνθήκη. 5. Οι προϋποθέσεις ὑπό τίς όποιες τό Δικαστήριο επιτελεί τήν ἀποστολή του στό πλαίσιο τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, εἶναι ἀνεξάρτητες

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Δεκεμβρίου 1980 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Δεκεμβρίου 1980 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 17.12.1980 ΥΠΟΘΕΣΗ 149/79 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Δεκεμβρίου 1980 * Στην υπόθεση 149/79, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Jean Amphoux,

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από την την PLAUMANN ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΟΚ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 1963* Στην υπόθεση 25/62, Plaumann & Co., Αμβούργο, εκπροσωπούμενη από την Harald Ditges, δικηγόρο Κολωνίας, με αντίκλητο στο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 15/81

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 15/81 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 5. 5. 1982 - ΥΠΟΘΕΣΗ 15/81 ρικῆς φορολογίας, στό πλαίσιο δέ τοῦ άρθρου 95 πρέπει νά κριθεί τό ἄν συμβιβάζεται μέ τήν συνθήκη. Ό ἐν λόγω φόρος συνιστά εσωτερική φορολογία υψηλότερα εκείνης πού

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2018 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2018 (OR. en) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2018 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2018/0027 (NLE) 6183/18 FISC 63 ECOFIN 108 ΠΡΟΤΑΣΗ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ.

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 30.10.2015 COM(2015) 546 final 2015/0254 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ με την οποία επιτρέπεται στη Λετονία να εφαρμόσει ειδικό μέτρο παρέκκλισης από τις

Διαβάστε περισσότερα

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2016) 645 final.

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2016) 645 final. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 7 Οκτωβρίου 2016 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2016/0315 (NLE) 13066/16 FISC 149 ΠΡΟΤΑΣΗ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: Θέμα:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 27. 11. 1985 - ΥΠΟΘΕΣΗ 295/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 * Στην υπόθεση 295/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel του Douai προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 24.10.2018 L 265/3 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1595 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 23ης Οκτωβρίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ 7.12.2018 L 311/3 ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1910 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Δεκεμβρίου 2018 για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την εναρμόνιση και απλούστευση ορισμένων κανόνων στο σύστημα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 210 9578520 ΦΑΞ : 210

Διαβάστε περισσότερα

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Ιουνίου 2002 (1) «Διάρκεια προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας - Εφαρμογή σε δικαίωμα δημιουργού

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 5. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-3/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-3/88, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Guido Berardis, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Στρασβούργο, 11.3.2014 COM(2014) 158 final ANNEXES 1 to 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2004 * TRANSPORT SERVICE ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2004 * Στην υπόθεση C-395/02, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Rechtbank van eerste aanleg te Antwerpen (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 286/81

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 286/81 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 15. 12. 1982 ΥΠΟΘΕΣΗ 286/81 ἐφ' ὅσον ἡ συγκεκριμένη ρύθμιση, ἀδιακρίτως εφαρμοζόμενηἐπί τῶν ἐθνικῶν καίἐπί τῶν εισαγομένων προϊόντων, δικαιολογείται ὡς ἀναγκαία γιά την Ικανοποίηση ἐπιτακτικών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 30 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 30 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ IBM / ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 30 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1981 1 Κύριε πρόεδρε, κύριοι δικαστές, Μέ την ἀπό 19 Δεκεμβρίου 1980 επιστολή, ὁ γενικός διευθυντής

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ Καλλιθέα 23.9.15 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 3909 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, ΑΠΟΦΑΣΗ

ΣΧΕΔΙΟ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 10-04-2018 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α6 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 213-1604537 ΦΑΞ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ «Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (ενσωμάτωση

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα 5.10.15 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 4123 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 22.01.2002 COM(2002) 19 τελικό Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ µε την οποία εξουσιοδοτείται η Ελλάδα να εφαρµόσει µέτρο παρέκκλισης από τα άρθρα 2 και 28 α

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 30.01.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 835/2002, του Χρήστου Πετράκου, ελληνικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 1 ακόμη υπογραφή, σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017 Αριθμός απόφασης: 862 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ A4 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κωδ. : 17671, Καλλιθέα Τηλ.

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 7.10.2016 COM(2016) 644 final 2016/0314 (NLE) Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της απόφασης 2013/678/EΕ που επιτρέπει στην Ιταλική Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Έγγραφο καθοδήγησης 1

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ. Έγγραφο καθοδήγησης 1 EL EL EL ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Έγγραφο καθοδήγησης 1 Βρυξέλλες 1.2.2010 Εφαρµογή του κανονισµού αµοιβαίας αναγνώρισης στις διαδικασίες προηγούµενης έγκρισης 1.

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Ιουνίου 2015 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Ιουνίου 2015 (OR. en) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Ιουνίου 2015 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2015/0065 (CNS) 8214/2/15 REV 2 FISC 34 ECOFIN 259 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για

Διαβάστε περισσότερα

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important Avis juridique important 31987L0344 Οδηγία 87/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1987 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την ασφάλιση νομικής προστασίας

Διαβάστε περισσότερα