Αρχαία Ελληνικά: Αρχικοί χρόνοι ανωμάλων ρημάτων [Σύμφωνα με τη σχολική γραμματική]

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Αρχαία Ελληνικά: Αρχικοί χρόνοι ανωμάλων ρημάτων [Σύμφωνα με τη σχολική γραμματική]"

Transcript

1 Αρχαία Ελληνικά: Αρχικοί χρόνοι ανωμάλων ρημάτων [Σύμφωνα με τη σχολική γραμματική] Α ἄ γνυμι = κατάγνυμι (κατά + ἄ γνυμι = σπάζω, τσακίζω), μέλλ. κατάξω, αόρ. κατέαξα (υποτ. κατάξω κτλ.). Παθ. κατάγνυμαι, παθ. αόρ. κατεάγην (υποτ. καταγ ῶ, ευκτ. καταγείην κτλ.), ενεργ. πρκμ. β με παθ. σημασ. κατέαγα (= είμαι τσακισμένος). ἀ γορεύω, πρτ. ἠ γόρευον, μέλλ. -αγορεύσω και συνήθ. -ερῶ, αόρ. -ηγόρευσα και β -εῖ πον, πρκμ. -είρηκα, υπερσ. -ειρήκειν. Παθ. ἀ γορεύομαι, πρτ. -ηγορευόμην, μέσ. μέλλ. ως παθ. - αγορεύσομαι, παθ. μέλλ. -ρηθήσομαι, παθ. αόρ. -ηγορεύθην και συνήθ. -ερρήθην, πρκμ. - ειρημαι, υπερσ. -ειρήμην. ἄ γω (= οδηγώ, φέρνω ), πρτ. ἦ γον, μέλλ. ἄ ξω, αόρ. β ἤ γαγον, πρκμ. ἦ χα και (μτγν.) ἀ γήοχα, υπερσ. (μτγν.) ἠ γηόχειν. Μέσ. και παθ. ἄ γομαι, πρτ. ἠ γόμην, μέσ. μέλλ. ἄ ξομαι, παθ. μέλλ. ἀ χθήσομαι, μέσ. αόρ. β ἠ γαγόμην, παθ. αόρ. ἤ χθην, πρκμ. ἦ γμαι, υπερσ. ἤ γμην. ἀδικέω -ῶ, πρτ. ἠ δίκουν, μελλ. ἀ δικήσω, αόρ. ἠ δίκησα, πρκμ. ἠ δίκηκα, υπερ. ἠ δικήκειν. Μέσ. και παθ. ἀδικοῦ μαι, πρτ. ἠ δικούμην, μέσος μέλλοντα με σημασία παθητική ἀ δικήσομαι (= θα αδικηθώ από άλλον), παθ. αόρ. ἠ δικήθην, πρκ. ἠ δίκημαι, υπερ. ἠ δικήμην. ᾄ δω (= ψάλλω, τραγουδώ), πρτ. ᾖ δον, μέσ. μέλλ. ως ενεργ. ᾄ σομαι, αόρ. ᾖ σα. Παθ. ᾄ δομαι, παθ. αόρ. ᾔ σθην. αἰδέομαι -οῦ μαι (= ντρέπομαι, σέβομαι), παρατ. ᾐ δεόμην -ούμην, μέσ. μέλλ. αἰ δέ-σομαι, μέσ. αόρ. ᾐ δε-σάμην, παθ. αόρ. ως μέσ. ᾐ δέσ-θην, παρακ. ᾔ δεσμαι. αἰνέω -ῶ, συνήθ. σύνθ. ἐπαινῶ, παραινῶ κτλ., παρατ. ᾔ νεον -ουν, μέλλ. αἰ νέ-σω, αόρ. ᾔνε- σα, παρακ. ᾔ νε-κα. Παθ. αἰνέομαι -οῦ μαι, παρατ. ᾐ νεόμην -ούμην, μέσ. μέλλ. ως ενεργ. αἰνέ- σομαι, παθ. μέλλ. αἰ νεθήσομαι, παθ. αόρ. ᾐ νέ-θην, παρακ. ᾔ νη-μαι. αἱρέω -ῶ. (= πιάνω, κυριεύω), παρατ. ᾕ ρεον -ουν, μέλλ. αἱ ρήσω, αόρ. εἷ λον, παρακ. ᾕ ρη-κα, υπερσ. ᾑ ρή-κειν. (Ως παθ. του αἱ ρέω χρησιμεύει το ρ. ἁ λίσκομαι = πιάνομαι, κυριεύομαι). Μέσ. με ενεργ. σημασία αἱρέομαι -οῦ μαι (= εκλέγω, προτιμώ), παρατ. ᾑ ρεόμην -ούμην, μέλλ. αἱρή- σομαι, αόρ. β εἱ λ-όμην, παρακ. ᾕ ρη-μαι, υπερσ. ᾑ ρή-μην. Παθ. αἱρέομαι -οῦ μαι (= εκλέγομαι, προτιμιέμαι), παρατ. ᾑ ρεόμην -ούμην, μέλλ. αἱ ρε-θήσομαι, αόρ. ᾑ ρέ-θην, παρακ. ᾕ ρη-μαι, υπερσ. ᾑ ρή-μην. αἴ ρω (= σηκώνω), πρτ. ᾖ ρον, μέλλ. ἀρῶ, αόρ. ἦ ρα (υποτ. ἄ ρω, προστ. ἆ ρον κτλ.), πρκμ. ἦ ρκα, ύπερσ. ἤ ρκειν. Μέσ. και παθ. αἴ ρομαι, πρτ. ᾐ ρόμην, μέσ. μέλλ. ἀροῦ μαι, μέσ. αόρ. ἠ ράμην, παθ. αόρ. ἤ ρθην (και ως μέσ.), πρκμ. ἦ ρμαι, υπερσ. ἤ ρμην. αἰ σθάνομαι (αποθ. μέσ.), πρτ. ᾐ σθανόμην, μέσ. μέλλ. αἰ σθήσομαι, μέσ. αόρ. β ᾐ σθόμην, πρκμ. ᾔ σθημαι, υπερσ. ᾐ σθήμην. αἰτιάομαι -ῶ μαι (αποθ. μεικτό). (= κατηγορ ῶ ), παρατ. ᾐ τιαόμην -ώμην, μέσ. μέλλ. αἰ τιαὰσομαι, (παθ. μέλλ. αἰ τιαθήσομαι, μεταγ.), μέσ. αόρ. ᾐ τιασάμην, παθ. αόρ. ᾐ τιαὰθην, παρακ. ᾐ τίαμαι, υπερσ. ᾐ τιαὰμην.

2 ἀκέομαι -οῦ μαι (αποθ. ενεργ.) (= θεραπεύω), μέλλ. ἀκοῦ μαι, αόρ. ἠ κεσάμην. ἀ κούω. πρτ. ἤ κουον, μέσ. μέλλ. ως ενεργ. ἀ κούσομαι, αόρ. ἤ κουσα, πρκμ. ἀ κήκοα, υπερσ. ἠ κηκόειν. Παθ. ἀ κούομαι, παθ. μέλλ. ἀ κουσθήσομαι, παθ. αόρ. ἠ κούσθην. ἁ λίσκομαι (= πιάνομαι, κυριεύομαι αποθ., παθ. του αἱρέω -ῶ), πρτ. ἡ λισκόμην, μέσ. μέλλ. με παθ. σημασ. ἁ λώσομαι, ενεργ. αόρ. β με παθ. σημασ. ἑ άλων και σπάν. με συναίρεση ἥ λων (υποτ. ἁλ ῶ, -ῷς, -ῷ κτλ., ευκτ. ἁ λοίην, απαρ. ἁλῶ ναι, μετ. ἁλούς), πρκμ. ἑ άλωκα και σπάν. με συναίρ. ἥ λωκα, υπερσ. ἡ λώκειν. ἁ μαρτάνω (= αποτυχαίνω, λαθεύω) πρτ. ἡ μάρτανον, μέσ. μέλλ. με ενεργ. σημασ. ἁ μαρτήσομαι, αόρ. β ἥ μαρτον, πρκμ. ἡ μάρτηκα, υπερσ. ἡ μαρτήκειν. Παθ. ἁ μαρτάνομαι και συνήθ. ως απρόσ. ἁ μαρτάνεται, πρτ. ἡ μαρτάνετο, παθ. αόρ. ἡ μαρτήθη, πρκμ. ἡ μάρτηται, υπερσ. ἡ μάρτητο. ἀ μφιέννυμι ( ἀ μφί + ἕ ν-νυ-μι = ντύνω), πρτ. ἠ μφιέννυν, μέλλ. συνηρ. ἀμφιῶ, - εῖς, -εῖ κτλ., αόρ. ἠ μφίεσα. Μέσ. ἀ μφιέννυμαι, (πρτ. ἠ μφιεννύμην), μέσ. μέλλ. ἀ μφιέσομαι, πρκμ. ἠ μφίεσμαι. ἀ ναλίσκω και ἀναλόω -ῶ (= ξοδεύω), πρτ. ἀ νήλισκον και ἀ νήλουν, μέλλ. ἀ ναλώσω, αόρ. ἀ νήλωσα, πρκμ. ἀ νήλωκα. Μέσ. και παθ. ἀ ναλίσκομαι και σπάν. ἀναλόομαι -οῦ μαι, πρτ. ἀ νηλισκόμην και ἀ νηλούμην, παθ. μέλλ. ἀ ναλωθήσομαι, παθ. αόρ. ἀ νηλώθην, πρκμ. ἀ νήλωμαι, υπερσ. ἀ νηλώμην. ἀνιάω -ῶ (= λυπώ, στενοχωρώ), πρτ. ἠ νίαον -ων, μέλλ. ἀ νιαὰσω, αόρ. ἠ νίασα. Μέσ. ἀνιῶ μαι, πρτ. ἠ νιώμην, μέσ. μέλλ. ἀ νιαὰσομαι, παθ. αόρ. ως μέσ. ἠ νιαὰθην. ἀ νοίγω και ἀ νοίγνυμι ( ἀ ναὰ + οἰ γω), πρτ. ἀνέῳ γον, μέλλ. ἀ νοίξω, αόρ. ἀνέῳ ξα, πρκμ. ἀνέῳ χα. Παθ. ἀ νοίγομαι, πρτ. ἀνεῳ γόμην, παθ. αόρ. ἀνεῴ χθην, πρκμ. ἀνέῳ γμαι, υπερσ. ἀνεῴ γμην. ἀ νύω και ἀ νύτω (ή ἁ νύτω). (= τελειώνω), πρτ. ἤ νυον και ἤ νυτον, μέλλ. ἀ νυὰσω, αόρ. ἤ νυσα, πρκμ. ἤ νυκα. Παθ. ἀ νύτομαι, μέσ. αόρ. ἠ νυσάμην, παθ. αόρ. ἠ νυὰσθην, πρκμ. ἤ νυσμαι. ἀ πεχθάνομαι (αποθ. = γίνομαι μισητός), πρτ. ἀ πηχθανόμην, μέσ. μέλλ. με παθ. σημασ. ἀ πεχθήσομαι, μέσ. αόρ. β με παθ. σημασ. ἀ πηχθόμην, πρκμ. ἀ πήχθημαι, υπερσ. ἀ πηχθήμην. ( ἀ πο)διδράσκω (= δραπετεύω), πρτ. ἀ πεδίδρασκον, μέσ. μέλλ. με ενεργ. σημασ. ἀ ποδράσομαι, αόρ. β ἀ πέδραν, πρκμ. ἀ ποδέδρακα, υπερσ. ἀ πεδεδράκειν. ( ἀπο)θνῄ σκω, πρτ. ἀπέθνῃ σκον, μέσ. μέλλ. (συνηρ.) ἀποθανοῦ μαι, αόρ. β ἀ πέθανον, πρκμ. τέθνηκα, υπερσ. ἐ τεθνήκειν. ἀ πόλλυμι και ἀ πολλύω (= καταστρέφω, χάνω), πρτ. ἀ πώλλυν και ἀ πώλλυον, μέλλ. (συνηρ.) ἀπολῶ, αόρ. ἀ πώλεσα, πρκμ. ἀ πολώλεκα, υπερσ. ἀ πωλωλέκειν, Παθ. ἀ πόλλυμαι, πρτ. ἀ πωλλύμην, μέσ. μέλλ. (συνηρ.) ἀπολοῦ μαι, μέσ. αόρ. β με παθ. σημασ. ἀ πωλόμην, ενεργ. πρκμ. β με παθ. σημασ. ἀ πόλωλα, υπερσ. ἀ πωλώλειν.

3 ἀ ρέσκω, πρτ. ἤ ρεσκον, μέλλ. ἀ ρέσω, αόρ. ἤ ρεσα. Μέσ. ἀ ρέσκομαι, πρτ. ἠ ρεσκόμην, μέσ. αόρ. ἠ ρεσάμην. ἀρκέω -ῶ. παρατ. ἤ ρκεον -ουν, μέλλ. ἀ ρκέ-σω, αόρ. ἤ ρκε-σα. Παθ. ἀρκέομαι -οῦ μαι, εύχρ. το γ εν. ἀρκεῖ ται (μεταγεν. παθ. μέλλ. ἀ ρκεσ-θήσομαι, παθ. αόρ. ἠ ρκέσ-θην, παρακ. ἤρκεσ- μαι). αὔ ξω και αὐ ξάνω, πρτ. ηὔ ξανον και ηὖ ξον, μέλλ. αὐ ξήσω, αόρ. ηὔ ξησα, πρκμ. ηὔ ξηκα. Μέσ. και παθ. αὔ ξομαι και αὐ ξάνομαι, πρτ. ηὐ ξόμην και ηὐ ξανόμην, μέσ. μέλλ. αὐ ξήσομαι, παθ. μέλλ. αὐ ξηθήσομαι, παθ. αόρ. ηὐ ξήθην, πρκμ. ηὔ ξημαι, υπερσ. ηὐ ξήμην. ἀφικνέομαι -οῦ μαι (αποθ. = φθάνω), πρτ. ἀ φικνούμην, μέσ. μέλλ. ἀ φίξομαι, μέσ. αόρ. β ἀ φικόμην, πρκμ. ἀφῖ γμαι, υπερσ. ἀ φίγμην. ἄ χθομαι (αποθ. = στενοχωριέμαι, αγανακτώ), πρτ. ἠ χθόμην, μέσ. μέλλ. ἀ χθέσομαι, παθ. αόρ. με μέσ. σημασ. ἠ χθέσθην. Β βαίνω (= βαδίζω), πρτ. -εβαινον, μέσ. μέλλ. με ενεργ. σημασ. -βήσομαι, αόρ. β -εβην, πρκμ. βέβηκα, υπερσ. ἐ βεβήκειν. Παθ. -βαίνομαι, παθ. αόρ. -εβάθην, πρκμ. βέβαμαι. βάλλω (= ρίχνω, χτυπώ), πρτ. ἔ βαλλον, μέλλ. (συνηρ.) βαλῶ, αόρ. β ἔ βαλον, πρκμ. βέβληκα, υπερσ. ἐ βεβλήκειν. Παθ. βάλλομαι, πρτ. ἐ βαλλόμην, μέσ. μέλλ. βαλοῦ μαι, μέσ. αόρ. β ἐ βαλόμην, παθ. μέλλ. βληθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ βλήθην, πρκμ. βέβλημαι, υπερσ. -εβεβλήμην. βιβάζω (= βάζω), πρτ. -εβίβαζον, μέλλ. (συνηρ.) βιβῶ, -ᾷς, -ᾷ κτλ. αόρ. -εβίβασα. Παθ. βιβάζομαι, μέσ. μέλλ. (συνηρ.) βιβῶ μαι, - ᾷ, ᾶ ται κτλ., μέσ. αόρ. -εβιβασάμην. βλώσκω (ποιητ. = έρχομαι), αόρ. β ἔ μολον. βούλομαι (αποθ. παθ. = θέλω), πρτ. ἐ βουλόμην και ἠ βουλόμην, μέσ. μέλλ. βουλήσομαι, παθ. αόρ. ἐ βουλήθην και ἠ βουλήθην, πρκμ. βεβούλημαι. Γ γελάω -ῶ. παρατ. ἐ γέλαον -ων, μέσ. μέλλ. ως ενεργ. γελάσομαι, αόρ. ἐ -γέλασα. Παθ. (κατα)γελαὰομαι -ῶ μαι, αόρ. ἐ -γελάσθην, παρακ. γε-γέ-λασ-μαι. γεύω. (= προσφέρω γεύμα), μόνο ο ενεστώτας. Μέσ. γεύομαι, μέσ. μέλλ. γεύσομαι, μέσ. αόρ. ἐ γευσάμην, πρκμ. γέγευσμαι. γηράσκω και (σπάν.) γηράω -ῶ, πρτ. ἐ γήρασκον, μέλλ. γηράσω και μέσ. ως ενεργ. -γηράσομαι, αόρ. α ἐ γήρασα, αόρ. β ἐ γήραν, πρκμ. γεγήρακα. γίγνομαι, πρτ. ἐ γιγνόμην, μέσ. μέλλ. γενήσομαι, μέσ. αόρ. β ἐ γενόμην, πρκμ. γεγένημαι και ενεργ. πρκμ. β (με την ίδια σημασ.) γέγονα, υπερσ. ἐ γεγενήμην και ενεργ. υπερσ. β (με την ίδια σημασ.) ἐ γεγόνειν. γιγνώσκω (= ξέρω, φρονώ, αποφασίζω), πρτ. ἐ γίγνωσκον, μέσ. μέλλ. γνώσομαι, αόρ. β ἔ γνων, πρκμ. ἔ γνωκα, υπερσ. ἐ γνώκειν. Παθ. γιγνώσκομαι, πρτ. ἐ γιγνωσκόμην, παθ. μέλλ. γνωσθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ γνώσθην, πρκμ. ἔ γνωσμαι, υπερσ. ἐ γνώσμην.

4 Δ δάκνω (= δαγκώνω), πρτ. ἔ δακνον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) δήξομαι, αόρ. β ἔ δακον. Μέσ. και παθ. δάκνομαι, παθ. αόρ. ἐ δήχθην, πρκμ. δέδηγμαι. δέδοικα και δέδια. (= φοβούμαι) είναι παρακείμ. του άχρηστου ρ. δείδω και έχει σημασία ενεστώτα. Υπερσυντέλ. (με σημασ. παρατ.) ἐ δεδοίκειν, -κεις, -κει, -κεμεν, -κετε, -κεσαν και ἐ δέδισαν. Μέλλ. δεί-σομαι, -σει, -σεται κτλ. Αόρ. ἔ δεισα. δείκνυμι (= δείχνω) και δεικνύω, παρατ. ἐ δείκνυν και ἐ δείκνυον, μέλλ. δείξω, αόρ. ἔ δειξα, παρακ. δέδειχα. Μέσ. και παθ. δείκνυμαι, παρατ. ἐ δεικνύμην, μέσ. μέλλ. -δείξομαι, παθ. μέλλ. δειχθήσομαι, μέσ. αόρ. -εδειξάμην, παθ. αόρ. ἐ δείχθην, παρακ. δέδειγμαι, υπερσ. ἐ δεδείγμην. δέω - δῶ (= δένω), παρατ. -έδεον -ουν, μέλλ. δήσω, αόρ. ἔ δησα, παρακ. δέδεκα, υπερσ. ἐ δεδέκειν. Παθ. δέομαι -οῦ μαι, παρατ. -εδεόμην -ούμην, παθ. μέλλ. δεθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ δέθην, παρακ. δέδεμαι, υπερσ. ἐ δεδέμην. δέω, δεῖς, δε ῖ, δέομεν, δεῖ τε, δέουσι. (= έχω ανάγκη), μέλλ. δεήσω, αόρ. ἐ δέησα. (Συνηθ. ως απρόσ. δεῖ, ἔ δει, δεήσει, ἐ δέησε, δεδέηκε). Μέσ. δέομαι, δέῃ ή δέει, δεῖται, δεόμεθα, δεῖσθε, δέονται, πρτ. ἐ δεόμην, μέσ. μέλλ. δεήσομαι, παθ. αόρ. ως μέσ. ἐ δεήθην, πρκμ. δεδέημαι. διαλέγομαι (αποθ. μέσ. = συνομιλώ, συζητώ), πρτ. διελεγόμην, μέσ. μέλλ. διαλέξομαι και σπάν. παθ. μέλλ. (μ ενεργ. σημασ.) διαλεχθήσομαι, παθ. αόρ. (με ενεργ. σημασ.) διελέχθην, πρκμ. διείλεγμαι, υπερσ. διειλέγμην δίδωμι (= δίνω), παρατ. ἐ δίδουν (-ους, -ου), μέλλ. δώσω, αόρ. ἔ δωκα, παρακ. δέδωκα, υπερσ. ἐ δεδώκειν. Μέσ. και παθ. δίδομαι, παρατ. ἐ διδόμην, μέσ. μέλλ. δώσομαι, μέσ. αόρ. β ἐ δόμην, παθ. μέλλ. δοθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ δόθην, παρακ. δέδομαι, υπερσ. ἐ δεδόμην. διψῶ, πρτ. ἐ δίψων, -ης, -η κτλ., αόρ. ἐ δίψησα. δοκέω -ῶ (= φαίνομαι, μου φαίνεται, νομίζω), πρτ. ἐ δόκουν, μέλλ. δόξω, αόρ. ἔ δοξα. Και ως απρόσωπο: δοκεῖ, πρτ. ἐ δόκει, μέλλ. δόξει, αόρ. ἔ δοξε, πρκμ. δέδοκται και δεδογμένον ἐ στί, υπερσ. ἐ δέδοκτο. δράω -δρῶ (= κάνω, ενεργώ), παρατ. ἔ δραον -ων, μέλλ. δράσω, αόρ. ἔ δρασα, παρακ. δέδρακα. Παθ. δράομαι -ῶ μαι, ἐ δραόμην -ώμην, αόρ. ἐ δράσθην, παρακ. δέδραμαι. δύναμαι. Ενεστ. οριστ. δύναμαι, δύνασαι, δύναται, δυνάμεθα, δύνασθε, δύνανται, υποτ. δύνωμαι, δύν ῃ, δύνηται, δυνώμεθα, δύνησθε, δύνωνται, ευκτ. δυναίμην, δύναιο, δύναιτο, δυναίμεθα, δύναισθε, δύναιντο, προστ. μόνο δυνάσθω, δυνάσ-θωσαν, απαρ. δύνασ-θαι, μετ. δυνά-μενος παρατ. ἐ( ἠ )δυνάμην, ἐ( ἠ )δύνω, ἐ( ἠ )δύνατο κτλ., μέσ. μέλλ. δυνή-σομαι, παθ. αόρ. ως μέσ. ἐ( ἠ )δυνή-θην και (σπάν.) ἐ -δυνάσ-θην, παρακ. δε-δύνη-μαι. Ε ἐάω -ῶ. (= αφήνω), (θ. ἐᾰ ), παρατ. εἰ αον -ων, μέλλ. ἐ άσω, αόρ. εἴ ασα, παρακ. εἴ ακα. Παθ. ἐάομαι-ῶ μαι, παρατ. δεν έχει, μέσ. μέλλ. ως παθ. ἐ άσομαι, παθ. αόρ. εἰ άθην, παρακ. εἴ αμαι.

5 ἐ γείρω (= σηκώνω), πρτ. ἤ γειρον, μέλλ. (συνηρ.) ἐγερῶ, αόρ. ἤ γειρα, πρκμ. β (με ουδ. διάθ.) ἐ γρήγορα (= αγρυπνώ, είμαι άγρυπνος), υπερσ. ἐ γρηγόρειν. Μέσ. και παθ. ἐ γείρομαι, πρτ. ἠ γειρόμην, μέσ. αόρ. β ἠ γρόμην (υποτ. ἔ γρ-ωμαι κτλ.), παθ. αόρ. και ως μέσ. ἠ γέρθην, πρκμ. ἐ γήγερμαι. ἐ θέλω και (σπάν.) θέλω, πρτ. ἤ θελον, μέλλ. ( ἐ )θελήσω, αόρ. ἠ θέλησα, πρκμ. ἠ θέληκα, υπερσ. ἠ θελήκειν. εἶ μι. (= θα πάω) Απαρ. ἰ έναι. Μετοχή ἰωὰ ν ( ἰ όντος), ἰοῦσα ( ἰ ούσης), ἰοὰν ( ἰ όντος), πρτ. ᾖ α ή ᾔ ειν. εἰ μί. Ενεστώτας εἰ μιὰ (είμαι), Πρτ. ἦ και ἦ ν (ήμουν) Μέλλ. ἔ σομαι (θα είμαι). Αόρ. ἐ γενόμην (υπήρξα, έγινα) Παρακ. γέγονα (έχω υπάρξει, έχω γίνει). Υπερ. ἐ γεγόνειν (είχα υπάρξει, είχα γίνει). εἴ ωθα, πρκμ. με σημασ. ενεστ. (= συνηθίζω), υπερσ. με σημασ. πρτ. εἰ ώθειν ή εἰ ωθωὰ ς ἦ ν. ἐ κπλήττω (= προκαλώ έκπληξη), πρτ. ἐ ξέπληττον, μέλλ. ἐ κπλήξω, αόρ. ἔ πληξα. Μέσ. και παθ. ἐ κ-πλήττομαι, πρτ. ἐ ξ-επληττόμην, παθ. μέλλ. β (ως μέσος) ἐ κπλαγήσομαι, παθ. αόρ. β (και ως μέσος) ἐ ξεπλάγην, πρκμ. ἐ κπέπληγμαι, υπερσ. ἐ ξεπεπλήγμην. ἐ λαύνω (= θέτω σε κίνηση, προχωρώ έφιππος ή πάνω σε άμαξα), πρτ. ἤ λαυνον, μέλλ. (συνηρ.) ἐλῶ, -ᾷς, -ᾷ -ῶμεν, -ᾶτε, -ῶ σι(ν), αόρ. ἤ λασα, πρκμ. ἐ λήλακα. Μέσ. και παθ. ἐ λαύνομαι, πρτ. ἠ λαυνόμην, μέσ. αόρ. ἠ λασάμην, παθ. αόρ. -ηλάθην, πρκμ. ἐ λήλαμαι. ἕ λκω (= σέρνω, τραβώ) πρτ. εἷ λκον, μέλλ. ἕ λξω, αόρ. εἵ λκυσα, πρκμ. -είλκυκα, μεσ. και παθ. ἕ λκομαι, πρτ. εἱ λκόμην, μέσ. αορ. -ειλκυσάμην, παθ. αόρ. -ειλκύσθην, πρκμ. - είλκυσμαι. ἔ οικα. (= μοιάζω). Τούτο είναι παρακείμενος του άχρηστου ρ. εἴ κ-ω και έχει σημασία ενεστώτα. Κλίνεται έτσι: Παρακείμ. Οριστ. ἔ -οικ-α, -ας, -ε, ἐ-οίκ-αμεν, -ατε, -ασι και εἴ ξασι. Υποτ. ἐ-οίκ-ω, -ῃς, - ῃ, -ωμεν, -ητε, -ωσι(ν). Ευκτ. ἐ-οίκ-οιμι, -οις, -οι κτλ. Προστ. λείπει. Απαρ. εἰκ-έναι (και μεταγεν. ἐ-οικ-έναι). Μετ. εἰκωὰ ς (-ότος), εἰκυῖα (-υίας), εἰ κοὰς (-ότος) (και μεταγ. ἐ-οικ-ώς, -υῖα, -ός). Υπερσ. (με σημασία παρατ.) ἐ-ῴ κ-ειν, ἐ-ῴ κ-εις, ἐ-ῴ κ-ει, ἐ-ῴ κ-εμεν, ἐ-ῴ κ-ετε, ἐ-ῴκ-εσαν. ἐπαινέω -ῶ. Βλ. αἰνέω -ῶ. ἐ πιλανθάνομαι (αποθ. μέσ. = λησμονώ), πρτ. ἐ πελανθανόμην, μέσ. μέλλ. ἐ πιλήσομαι, μέσ. αόρ. β ἐ πελαθόμην, πρκμ. ἐ πιλέλησμαι, υπερσ. ἐ πελελήσμην. ἐπιμελέομαι -οῦ μαι και ἐ πιμέλομαι (αποθ. παθ. = φροντίζω), πρτ. ἐ πεμελούμην και ἐ πεμελόμην, μέσ. μέλλ. ἐ πιμελήσομαι, παθ. μέλλ. (ως μέσ.) ἐ πιμεληθήσομαι, παθ. αόρ. (ως μέσος) ἐ πεμελήθην, πρκμ. ἐ πιμεμέλημαι. ἐ πίσταμαι. Ενεστ. οριστ. ἐ πίσταμαι, - σαι, -ται κτλ., υποτ. ἐπίστωμαι, - ῃ, -ηται κτλ., ευκτ. ἐ πισταίμην, -αιο, -αιτο κτλ. (ο τονισμός κατά τα βαρύτ.), προστ. ἐπίστω (και ἐ πίστασο), ἐ πιστάσθω κτλ., απαρ. ἐ πίστασθαι, μετ. ἐ πιστάμενος παρατ. ἠ πιστάμην, ἠπίστω (και ἠ πίστασο), ἠ πίστατο κτλ., μέσ. μέλλ. ἐ πιστήσομαι, παθ. αόρ. ἠ πιστήθην. ἕ πομαι (αποθ. μέσ. = ακολουθώ), πρτ. εἱ πόμην, μέσ. μέλλ. ἕ ψομαι, μέσ. αόρ. β ἑ σπόμην (υποτ. ἐ πίσπωμαι κτλ.). Τα λοιπά από το συνών. ἀκολουθ ῶ.

6 ἔ ρχομαι (αποθ.), πρτ. ᾔ ειν και ᾖ α, μέλλ. εἶ μι (= θα έρθω ή θα πάω), αόρ. β ἦ λθον, πρκμ. ἐ λήλυθα, υπερσ. ἐ ληλύθην. ἐρωτάω -ῶ, πρτ. ἠ ρώτων, μέλλ. ἐ ρωτήσω και μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) ἐ ρήσομαι, αόρ. ἠ ρώτησα και μέσ. αόρ. β (με ενεργ. σημασ.) ἠ ρόμην (υπ. ἔ ρωμαι κτλ.), πρκμ. ἠ ρώτηκα. Παθ. ἐρωτῶ μαι, πρτ. ἠ ρωτώμην, παθ. αόρ. ἠ ρωτήθην, πρκμ. ἠ ρώτημαι. ἐ σθίω (= τρώγω), πρτ. ἤ σθιον, μέσ. μέλλ. (μ ενεργ. σημασ.) ἔ δομαι, αόρ. β ἔ φαγον, πρκμ. ἐ δήδοκα, παθ. πρκμ. -εδήδεσμαι. εὑ ρίσκω, πρτ. ηὕ ρισκον και εὕ ρισκον, μέλλ. εὑ ρήσω, αόρ. β ηὗ ρον και εὗ ρον, πρκμ. ηὕ ρηκα και εὕ ρηκα. Μέσ. και παθ. εὑ ρίσκομαι, πρτ. ηὑ ρισκόμην και εὑ ρισκόμην, μέσ. μέλλ. εὑ ρήσομαι, μέσ. αόρ. β ηὑ ρόμην και εὑ ρόμην, παθ. μέλλ. εὑ ρεθήσομαι, παθ. αόρ. ηὑ ρέθην και εὑ ρέθην, πρκμ. εὕ ρημαι, υπερσ. ηὑ ρήμην και εὑ ρήμην. ἔ χω, πρτ., εἶ χον, μέλλ. ἕ ξω και σχήσω, αόρ. β ἔ σχον (υποτ. σχ ῶ, σχῇς, σχῇ κτλ., ευκτ. σχοίην, σχοίης, σχοίη κτλ., αλλά σύνθ. παράσχοιμι, παράσχοις, παράσχοι κτλ., προστ., σχές, απαρ. σχεῖν, μετ. σχών, σχοῦ σα, σχόν), πρκμ. ἔ σχηκα. Μέσ. και παθ. ἔ χομαι, πρτ. εἰ χόμην, μέσ. μέλλ. ἕ ξομαι και σχήσομαι, μέσ. αόρ. β (και ως παθ.) ἐ σχόμην (υποτ. σχῶμαι, σχ ῇ, σχῆται κτλ.), πρκμ. -έσχημαι. Ζ ζεύγνυμι (= ζεύω), πρτ. -εζεύγνυν, αόρ. ἔ ζευξα. Μέσ. και παθ. ζεύγνυμαι, μέσ. αόρ. ἐ ζευξάμην, παθ. αόρ. α ἐ ζεύχθην, παθ. αόρ. β ἐ ζύγην, πρκμ. ἔ ζευγμαι. ζῶ, πρτ. ἔ ζων, μέλλ. ζήσω και συνήθ. μέσ. μέλλ. (με την ίδια σημασ.) βιώσομαι, αόρ. β ἐ βίων, πρκμ. βεβίωκα. Παθ. πρκμ. βεβίωται, μτχ. ὁ βεβιωμένος (βίος) και ταὰ βεβιωμένα. Η ἥ δομαι (αποθ. = ευχαριστιέμαι, ευφραίνομαι), πρτ. ἡ δόμην, παθ. μέλλ. (ως μέσος) ἡ σθήσομαι, παθ. αόρ. (ως μέσος) ἥ σθην. ἥ κω (= έχω έρθει), ἧ κον (= είχα έρθει ή ήρθα), ἥ ξω (= θα έχω έρθει). Θ θέω, θεῖς, θεῖ κτλ. (= τρέχω), πρτ. ἔ θεον, -εις, -ει κτλ., μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) -θεύσομαι. Τα λοιπά από το ρ. τρέχω. Παθ. μόνο μεταθέομαι (= καταδιώκομαι, με κυνηγούν). θηράω -ῶ (= κυνηγώ), παρατ. -θήραον-ων, μέλλ. θηράσω, αόρ. ἐ θήρασα, παρακ. τεθήρακα, υπερσ. ἐ τεθηράκειν. Μέσ. και παθ. θηράομαι -ῶ μαι τα λοιπά ποιητ. και μεταγ. θιγγάνω (=αγγίζω, ψαύω), αόρ. β ἔ θιγον. Τα λοιπά από το ἅπτομαι. θνῄ σκω. Βλ. ἀποθνῄ σκω. θραύω. μόνο ο ενεστώτας και ο αόρ. ἔ θραυσα. Παθ. θραύομαι, παθ. αόρ. ἐ θραύσθην, πρκμ. τέθραυσμαι. I

7 ἰάομαι -ῶ μαι (αποθ.). (= γιατρεύω), παρατ. ἰ αόμην-ώμην, μέσ. μέλλ. ἰ άσομαι, μέσ. αόρ. ἰ ασάμην, παθ. αόρ. με παθ. διάθ. ἰ άθην. ἵ ζω. Βλ. καθίζω. ἵ ημι. (= ρίχνω), παρατ. ἵ ην, μέλλ. ἥ σω, αόρ. ἧ κα, παρακ. εἷ κα. Μέσ. και παθ. ἵ εμαι, παρατ. ἱ έμην, μέσ. μέλλ. -ήσομαι ( ἀ φ-ή-σομαι), παθ. μέλλ. -εθήσομαι ( ἀ φ-ε-θήσομαι), μέσ. αόρ. α -κά-μην (προ-η-κά-μην, σπάν.), μέσ. αόρ. β -είμην ( ἀ φείμην, ἀφεῖ σο, ἀφεῖ το κτλ.), παθ. αόρ. - είθην ( ἀ φείθην, υποτ. ἀφεθῶ κτλ.), παρακ. -εῖ μαι ( ἀφεῖ μαι), υπερσ. - είμην ( ἀ φείμην, ἀφεῖ σο, ἀφεῖτο κτλ.). ἵ στημι. (= στήνω), παρατ. ἵ στην, μέλλ. στήσω, αόρ. α ἔ στησα, αόρ. β ἔ στην, παρακ. ἕ στηκα, υπερσ. εἱ στήκειν και ἑ στήκειν. Μέσ. και παθ. ἵ σταμαι, παρατ., ἱ στάμην, μέσ. μέλλ. στήσομαι,, παθ. μέλλ. σταθήσομαι, μέσ. αόρ. α ἐ στησάμην, παθ. αόρ. ἐ στάθην. Ο παρακείμ. ἕστηκα και ο υπερσυντ. εἱστήκειν έχουν σε ορισμένα πρόσωπα και δεύτερους τύπους. Έτσι σχηματίζονται οι τύποι: ἕ στηκα, -κας, -κε, -καμεν, -κατε, -κασι και ἕ σταμεν, ἕ στατε, ἑ-στᾶ- σι. Απαρ. ἑ στηκέναι και ἑ στάναι. Μετοχή: ἑ στηκώς, -κυῖ α, -κοὰς και ἑ στώς, ἑστῶ σα, ἑστωὰ ς και ἐ στός, γεν. ἑστῶ τος, ἑ στώσης, ἑστῶ τος. Υπερσυντέλ. εἱ στήκειν, -κεις, -κει, -κεμεν, -κετε, -κεσαν και ἕ -στα-σαν. Κ καθέζομαι (κατά + ἕ ζομαι, αποθ. = κάθομαι), πρτ. (με σημασ. αορ.) ἐ καθεζόμην, μέσ. μέλλ. (συνηρ.) καθεδοῦ μαι. καθεύδω (κατά + εὕ δω = κοιμούμαι), πρτ. ἐ κάθευδον ή καθηῦ δον, μέλλ. καθευδήσω. κάθημαι. Ο ενεστώτας με σημασία παρακειμένου του καθέζομαι. Παρατατ. ἐ καθήμην, ἐ κάθησο, ἐ κάθητο κτλ. Και χωρίς αύξηση: καθήμην, καθῆσο, καθῆτο, καθήμεθα, καθῆσθε, καθῆ ντο. Μέλλ. (συνηρ.) καθεδοῦ μαι, καθεδε ῖ, καθεδεῖται κτλ. (από το καθέζομαι). καθίζω (κατά + ἵ ζω = βάζω κάποιον να καθίσει), πρτ. ἐ κάθιζον, μέλλ. (συνηρ.), καθιῶ, -εῖς, -εῖ κτλ., αόρ. ἐ κάθισα και καθῖ σα. Μέσ. καθίζομαι (= καθίζω τον εαυτό μου, βυθίζομαι), πρτ. ἐ καθιζόμην, μέσ. μέλλ. καθιζήσομαι, μέσ. αόρ. -εκαθισάμην. καίω και κάω. πρτ. ἔ καιον και ἔ καον, μέλλ. καύσω, αόρ. ἔ καυσα, πρκμ. κέκαυκα. Παθ. καίομαι και κάομαι, πρτ. ἐ καόμην (μόνο), παθ. μέλλ. καυθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ καύθην, πρκμ. κέκαυμαι, υπερσ. ἐ κεκαύμην. καλέω -ῶ. παρατ. ἐ κάλεον -ουν, μέλλ. συνηρημ. καλῶ, αόρ. ἐ κάλεσα, παρακ. κέκληκα, υπερσ. ἐ -κεκλήκειν. Παθ. καλέομαι -οῦ μαι, παρατ. ἐ καλεόμην -ούμην, μέσ. μέλλ. καλοῦ μαι, παθ. μέλλ. κληθήσομαι, μέσ. αόρ. ἐ καλεσάμην, παθ. αόρ. ἐ κλήθην, παρακ. κέκλημαι, υπερσ. ἐ κεκλήμην. κάμνω (= κοπιάζω, κουράζομαι), πρτ. ἔ καμνον, μέσ. μέλλ. καμοῦ μαι, αόρ. β ἔ καμον, πρκμ. κέκμηκα, υπερσ. ἐ κεκμήκειν. κατάγνυμι (κατά + ἄ γνυμι = σπάζω, τσακίζω), μέλλ. κατάξω, αόρ. κατέαξα (υποτ. κατ-άξω κτλ.). Παθ. κατάγνυμαι, παθ. αόρ. κατεάγην (υποτ. καταγ ῶ, ευκτ. καταγείην κτλ.), ενεργ. πρκμ. β με παθ. σημασ. κατέαγα (= είμαι τσακισμένος).

8 κεῖ μαι. Το ρ. κεῖ μαι (= κείτομαι, είμαι τοποθετημένος). Ενεστώτας με σημασία παρακειμένου του ρ. τίθεμαι. Παρατ. (με σημασία υπερσυντ.) ἐ κείμην, ἔ κεισο, ἔ κειτο κτλ. Μέλλ. κείσομαι, κείσ ῃ, κείσεται κτλ. κελεύω. (= διατάζω, παραγγέλνω), πρτ. ἐ κέλευον, μέλλ. κελεύσω, αόρ. ἐ κέλευσα, πρκμ. κεκέλευκα. Παθ. κελεύομαι, πρτ. ἐ κελευόμην, παθ. αόρ. ἐ κελεύσθην, πρκμ. κεκέλευσμαι. κεράννυμι και (σπάν.) κεραννύω (λέγεται για τα υγρά = κάνω μείγμα, ανακατεύω) αόρ. ἐ κέρασα. Μέσ. και παθ. κεράννυμαι, παθ. μέλλ. κραθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ κράθην και ἐ κεράσθην, μέσ. αόρ. -εκερασάμην, πρκμ. κέκραμαι, υπερσ. ἐ κεκράμην. κλαίω και κλάω. πρτ. ἔ κλαον, μέλλ. κλαύσομαι και κλαήσω ή κλαιήσω, αόρ. ἔ κλαυσα. Μέσ. αόρ. ἐ κλαυσάμην. κλείω (και κλῄ ω) πρτ. ἔκλῃ ον ή ἔ κλειον, μέλλ. κλῄ σω ή κλείσω, αόρ. ἔκλῃ σα ή ἔ κλεισα. Μέσ. και παθ. -κλήομαι ή -κλείομαι, πρτ. -εκλῃ όμην ή -εκλειόμην, παθ. μέλλ. -κλῃ σθήσομαι ή - κλεισθήσομαι, μέσ. αόρ. -εκλῃ σάμην ή -εκλεισάμην, παθ. αόρ. ἐκλῄ σθην ή ἐ κλείσθην, πρκμ. κέκλῃ μαι ή κέκλειμαι, υπερσ. ἐκεκλῄ μην ή ἐ κεκλείμην. κλέπτω, πρτ. ἔ κλεπτον, μέλλ. κλέψω και μέσ. μέλλ. (με την ίδια σημασ.) κλέψομαι, αόρ. ἔ κλεψα, πρκμ. κέκλοφα. Παθ. κλέπτομαι, παθ. αόρ. ἐ κλάπην, πρκμ. -κέκλεμμαι. κρεμάννυμι (= κρεμώ), αόρ. ἐ κρέμασα. Μέσ. και παθ. κρεμάννυμαι, παθ. αόρ. ἐ κρεμάσθην, πρκμ. κρέμαμαι. κρούω. πρτ. ἔ κρουον, μέλλ. κρούσω, αόρ. ἔ κρουσα, πρκμ. -κέκρουκα, υπερσ. -εκεκρούκειν. Μέσ. και παθ. κρούομαι, πρτ. ἐ κρουόμην, μέσ. μέλλ. κρούσομαι, μέσ. αόρ. ἐ κρουσάμην, παθ. αόρ. -εκρούσθην, πρκμ. κέκρου(σ)μαι, υπερσ. ἐ κεκρούσμην. κτάομαι -ῶ μαι (αποθ. μεικτό), πρτ. ἐ κτώμην, μέσ. μέλλ. κτήσομαι, μέσ. αόρ. ἐ κτησάμην, παθ. αόρ. ἐ κτήθην, πρκμ. κέκτημαι και ἔ κτημαι (υποτ. (κ) ἐ κτημένος ὦ κτλ. και μονολ. κέκτωμαι, γ εν. κεκτῆται, β πλ. κεκτῆσθε ευκτ. (κ) ἐκτημένος εἴην κτλ. και μονολ. κεκτῄμην, κεκτῇο, κεκτῇτο κτλ. προστ. κέκτησο απαρ. κεκτῆσθαι, μετ. (κ) ἐ κτημένος), υπερσ. ἐ κεκτήμην. Λ λαγχάνω (= παίρνω κάτι με κλήρο, παίρνω μέρος σε κάτι), πρτ. ἐ λάγχανον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) λήξομαι, αόρ. β ἔ λαχον, πρκμ. εἴ ληχα, υπερσ. εἰ λήχειν. Παθ. λαγχάνομαι, παθ. αόρ. ἐ λήχθην, πρκμ. εἴ ληγμαι. λαμβάνω, πρτ. ἐ λάμβανον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) λήψομαι, αόρ. β ἔ λαβον, πρκμ. εἴ ληφα, υπερσ. εἰ λήφειν. Μέσ. και παθ. λαμβάνομαι, πρτ. ἐ λαμβανόμην, παθ. μέλλ. ληφθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ λήφθην, μέσ. αόρ. β ἐ λαβόμην, πρκμ. εἴ λημμαι, υπερσ. - ειλήμμην. λανθάνω (= μένω κρυμμένος ή απαρατήρητος, ξεφεύγω την προσοχή κάποιου), πρτ. ἐ λάνθανον, μέλλ. λήσω, αόρ. β ἔ λαθον, πρκμ. λέληθα, υπερσ. ἐ λελήθειν. λέγω (= μιλώ), πρτ. ἔ λεγον, μέλλ. λέξω ή (συνηρ.) ἐρῶ, -εῖς, -εῖ κτλ., αόρ. α ἔ λεξα ή εἶ πα, αόρ. β εἶ πον, πρκμ. εἴ ρηκα, υπερσ. εἰ ρήκειν. Παθ. λέγομαι, πρτ. ἐ λεγόμην, παθ.

9 μέλλ. λεχθήσομαι και συνήθ. ῥ ηθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ λέχθην και συνήθ. ἐ ρρήθην, πρκμ. λέλεγμαι και και συνήθ. εἴ ρημαι, υπερσ. εἰ ρήμην, συντελ. μέλλ. εἰ ρήσομαι. λείπω (= αφήνω), πρτ. ἔ λειπον, μέλλ. λείψω, αόρ. β ἔ λιπον, πρκμ. β λέλοιπα, υπερσ. ἐ λελοίπειν. Μέσ. και παθ. λείπομαι, πρτ. ἐ λειπόμην, μέσ. μέλλ. -λείψομαι, παθ. μέλλ. - λειφθήσομαι, μέσ. αόρ. β -ελιπόμην, παθ. αόρ. ἐ λείφθην, πρκμ. λέλειμμαι, υπερσ. ἐ λελείμμην, συντελ. μέλλ. λελείψομαι. Μ μανθάνω, πρτ. ἐ μάνθανον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) μαθήσομαι, αόρ. β ἔ μαθον, πρκμ. μεμάθηκα, υπερσ. ἐ μεμαθήκειν. Παθ. μόνο ενεστ. μανθάνομαι. μάχομαι (αποθ. μέσ.), πρτ. ἐ μαχόμην, μέσ. μέλλ. (συνηρ.) μαχοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖται κτλ., μέσ. αόρ. ἐ μαχεσάμην, πρκμ. μεμάχημαι. μείγνυμι και μειγνύω (= σμίγω), πρτ. -εμείγνυν, μέλλ. μείξω, αόρ. ἔ μειξα. Μέσ. και παθ. μείγνυμαι, πρτ. -εμειγνύμην, παθ. μέλλ. -μειχθήσομαι, μέσ. αόρ. ἐ μειξάμην, παθ. αόρ. α (και ως μέσ.) ἐ μείχθην και παθ. αόρ. β (και ως μέσ.) ἐ μίγην, πρκμ. μέμειγμαι, υπερσ. ἐ μεμείγμην. μέλει (απρόσ. = υπάρχει φροντίδα), πρτ. ἔ μελε, μέλλ. μελήσει, αόρ. ἐ μέλησε, πρκμ. μεμέληκε, υπερσ. ἐ μεμελήκει. μέλλω (= έχω σκοπό, αναβάλλω), πρτ. ἔ μελλον και ἤ μελλον, μέλλ. μελλήσω, αόρ. ἐ μέλλησα. Παθ. γ εν. μέλλεται. μένω, πρτ. ἔ μενον, μέλλ. (συνηρ.) μενῶ, -εῖς, -εῖ κτλ., αόρ. ἔ μεινα, πρκμ. μεμένηκα. μιμνήσκω (= θυμίζω), εύχρ. τα συνθ. ἀ να( ὑ πο)μιμνήσκω κτλ., πρτ. -εμίμνησκον, μέλλ. -μνήσω, αόρ. -έμνησα. Μέσ. μιμνήσκομαι (συνήθ. σύνθ.) πρτ. -εμιμνησκόμην, μέσ. μέλλ. -μνήσομαι, παθ. μέλλ. (ως μέσος) μνησθήσομαι, παθ. αόρ. (ως μέσος) ἐ μνήσθην, πρκμ. (με σημασ. ενεστ.) μέμνημαι (= θυμούμαι υποτ. μεμνῶμαι, - ῇ, -ῆται, κτλ., ευκτ. μεμνῄμην, -ῇo, -ῇτο κτλ.), υπερσ. (με σημασ. πρτ.) ἐ μεμνήμην. Ν νέμω (= μοιράζω, βόσκω), πρτ. ἔ νεμον, μέλλ. (συνηρ.) νεμῶ, -εῖς, -εῖ κτλ., αόρ. ἔ νειμα, πρκμ. νενέμηκα. Μέσ. και παθ. νέμομαι, πρτ. ἐ νεμόμην, μέσ. μέλλ. (συνηρ.) νεμοῦ μαι, - ε ῖ, -εῖ ται κτλ., μέσ. αόρ. ἐ νειμάμην, παθ. αόρ. ἐ νεμήθην, πρκμ. νενέμημαι, υπερσ. ἐ νενεμήμην. Ξ ξέω, ξεῖς, ξε ῖ, ξέομεν, ξεῖ τε, ξέουσι. (= ξύνω), αόρ. ἔ ξεσα. ξύω. αόρ. ἔ ξυσα. Μέσ. αόρ. ἐ ξυσάμην, παθ. αόρ. -εξύσθην. Ο οἶ δα (= ξέρω) Το οἶδα είναι παρακείμ. β του άχρηστου ρ. εἴδω και πήρε σημασία ενεστώτα. Υπερσυντέλ. (με σημασία παρατ.) ᾔ δειν ή ᾔ δη, ᾔ δεις ή ᾔ δησθα, ᾔ δει ή ᾔ δειν, ᾔδεμεν ή ᾖ σμεν, ᾔ δετε ή ᾖ στε, ᾔ δεσαν ή ᾖ σαν. Μέλλ. εἴ -σομαι και εἰ δή-σω.

10 οἴ ομαι και οἶ μαι (αποθ. παθ. = νομίζω, φρονώ), πρτ. ᾠ όμην και ᾤ μην, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) οἰ ήσομαι, παθ. αόρ. (με ενεργ. σημασ.) ᾠ ήθην. οἴ χομαι (αποθ. ενεστ. με σημασ. πρκμ. = έχω φύγει), πρτ. (με σημασ. υπερσ.) ᾠ χόμην, μέσ. μέλλ. οἰ χήσομαι. ὄ λλυμι. Βλ. ἀπόλλυμι. ὄ μνυμι (= ορκίζομαι), πρτ. ὤ μνυν, μέσ. μέλλ. (συνηρ., με ενεργ. σημασ.) ὀμοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖται κτλ., αόρ. ὤ μοσα, πρκμ. ὀ μώμοκα, υπερσ. ὠ μωμόκειν. Μέσ. και παθ. -όμνυμαι, πρτ. -ωμνήμην, παθ. μέλλ. -ομοσθήσομαι, μέσ. αόρ. -ωμοσάμην, παθ. αόρ. ὠ μό(σ)θην, πρκμ. ὀ μώμο(σ)ται, υπερσ. ὠ μώμο(σ)το. ὀ νίνημι. (=οφελώ, ευεργετώ) (Ενεστ. οριστ. ὀ νίνημι, ὀ νίνης, ὀνίνησι τα λοιπά πρόσ. άχρηστα - υποτ., ευκτ. και προστ. λείπουν απαρ. ὀ νινάναι, μετοχή μόνο θηλ. ὀνινᾶσα), παρατ. (λείπει και στη θέση του χρησιμοποιείται ο παρατ. του ὠφελ ῶ ) ὠ φέλουν, μελλ. ὀ νή-σω, αόρ. ὤ νη-σα. Μέσ. και παθ. ὀνίνᾰ μαι (εκτός από την οριστ. εύχρηστη η ευκτ. ὀ νιναίμην, ὀ νίναιο, ὀ νίναιτο, ὀ νιναίμεθα, ὀ νίναισθε, ὀνίναιντο, που τονίζεται κατά τα βαρύτονα, και το απαρ. ὀ νίνασθαι), παρατ. ὠ νινάμην, μέσ. μέλλ. ὀ νήσομαι, μέσ. αόρ. ὠ νήμην (ευκτ. ὀ ναίμην, ὄ ναιο, ὄ ναιτο, ὀ ναίμεθα, ὄ ναισθε, ὄναιντο, που τονίζεται κατά τα βαρύτονα απαρ. ὄ να-σθαι), παθ. αόρ. ὠ νή-θην τα λοιπά από το ὠφελοῦμαι. ὁράω -ῶ (= βλέπω), πρτ. ἑ ώρων, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) ὄ ψομαι, αόρ. β εἶ δον, (υποτ. ἴ δω, ευκτ. ἴ δοιμι, προστ. ἰ δέ, απαρ. ἰδεῖ ν, μετ. ἰ δών), πρκμ. ἑ όρακα ή ἑ ώρακα και ποιητ. ὄ πωπα, υπερσ. ἑ ωράκειν. Μεσ. και παθ. ὁρῶ μαι, πρτ. ἑ ωρώμην, παθ. μέλλ. ὀ φθήσομαι, μέσ. αόρ. β -ειδόμην (υποτ. ἴ δωμαι κτλ.), παθ. αόρ. ὤ φθην, πρκμ. ἑ όραμαι ή ἑ ώραμαι και ὦ μμαι ( ὦ ψαι, ὦ πται, ὤ μμεθα, ὦ φθε, ὠμμένοι εἰσιν.). ὀ φείλω (= χρωστώ), πρτ. ὤ φειλον, μέλλ. ὀ φειλήσω, αόρ. ὠ φείλησα και αόρ. β ὤ φελον (υποτ. ὀ φέλω κτλ.), πρκμ. ὠ φείληκα, υπερσ. ὠ φειλήκειν. Παθ. ὀ φείλομαι, πρτ. ὠ φειλόμην, παθ. αόρ. ὠ φειλήθην. ὀ φλισκάνω (= καταδικάζομαι να πληρώσω πρόστιμο), πρτ. ὠ φλίσκανον, μέλλ. ὀ φλήσω, αόρ. β ὦ φλον (υποτ. ὄ φλω κτλ.), πρκμ. ὤ φληκα, υπερσ. ὠ φλήκειν. Παθ. πρκμ. μετ. ὠφλημένος. Π παίω. (= χτυπώ), πρτ. ἔ παιον, μέλλ. παίσω, αόρ. ἔ παισα, πρκμ. πέπαικα. Παθ. παίομαι, (πρτ. ἐ παιόμην, μέσ. αόρ. ἐ παισάμην), παθ. αόρ. ἐ παίσθην. πάσχω, πρτ. ἔ πασχον, μέσ. μέλλ. (με παθ. σημασ.) πείσομαι, αόρ. β ἔ παθον, πρκμ. πέπονθα, υπερσ. ἐ πεπόνθειν. πατάσσω (= χτυπώ), εύχρ. ο αόρ. ἐ πάταξα. Τα λοιπά από τα συνώνυμα παίω, πλήττω, τύπτω. παύω. πρτ. ἔ παυον, μέλλ. παύσω, αόρ. ἔ παυσα, πρκμ. πέπαυκα. Μέσ. και παθ. παύομαι, πρτ. ἐ παυόμην, μέσ. μέλλ. παύσομαι, μέσ. αόρ. ἐ παυσάμην, παθ. μέλλ. παυ(σ)θήσομαι, παθ. αόρ. ἐ παύ(σ)θην, πρκμ. πέπαυμαι, υπερσ. ἐ πεπαύμην. πείθω, πρτ. ἔ πειθον, μέλλ. πείσω, αόρ. ἔ πεισα, πρκμ. πέπεικα, υπερσ. ἐ πεπείκειν. Μέσ. και παθ. πείθομαι, πρτ. ἐ πειθόμην, μέσ. μέλλ. πείσομαι, παθ. μέλλ. πεισθήσομαι, μέσ. αόρ.

11 β ἐ πιθόμην, παθ. αόρ. (και ως μέσ.) ἐ πείσθην, πρκμ. πέπεισμαι, υπερσ. ἐ πεπείσμην και ενεργ. πρκμ. β (ως μέσ.) πέποιθα (= έχω πεποίθηση, έχω θάρρος), ενεργ. υπερσ. β (ως μέσ.) ἐ πεποίθειν. πεινῶ, πεινῇς, πειν ῇ, πεινῶμεν, πεινῆτε, πεινῶ σι, πρτ. ἐ πείνων, -ης, -η, -ῶμεν, -ῆτε, -ων, μέλλ. πεινήσω, αόρ. ἐ πείνησα, πρκμ. πεπείνηκα. πετάννυμι (= ανοίγω), εύχρ. τα συνθ. ἀ να-πετάνννμι κτλ., πρτ. -επετάννυν, αόρ. -επέτασα. Παθ. - πετάννυμαι, πρτ. -επεταννύμην, πρκμ. -πέπταμαι. Τα λοιπά ποιητ. και μτγν. πέτομαι (αποθ. μέσ. = πετώ), μέσ. μέλλ. -πτήσομαι, μέσ. αόρ. β -επτόμην. Τα λοιπά ποιητ. και μτγν. πήγνυμι και πηγνύω (= μπήγω), αόρ. ἔ πηξα. Μέσ. και παθ. πήγνυμαι, πρτ. ἐ πηγνύμην, παθ. μέλλ. β παγήσομαι, μέσ. αόρ. -επηξάμην, παθ. αόρ. β ἐ πάγην, ενεργ. πρκμ. β (ως μέσος) πέπηγα, υπερσ. ἐ πεπήγειν. πίμπλημι. παρατ. ἐ πίμπλην, μέλλ. -πλήσω, αόρ. -έπλησα, παρακ. πέπληκα. Μέσ. και παθ. πίμπλαμαι, παρατ. ἐ πιμπλάμην, (μέσ. μέλλ. πλήσομαι), παθ. μέλλ. πλησθήσομαι, μέσ. αόρ. α ἐ πλησάμην και μέσ. αόρ. β -επλήμην (σπάν.), παθ. αόρ. ἐ πλήσθην, παρακ. -πέπλησμαι. πίμπρημι. συνήθ. σύνθ. ἐ μπί(μ)πρημι, παρατ. ἐ νεπίμπρην, μέλλ. ἐ μπρήσω, αόρ. ἐ νέπρησα. Παθ. ἐ μπίπραμαι, παθ. αόρ. ἐ νεπρήσθην. πίνω, πρτ. ἔ πινον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) πίομαι, αόρ. β ἔ πιον, πρκμ. πέπωκα. Παθ. πίνομαι, πρτ. ἐ πινόμην, παθ. αόρ. -επόθην, πρκμ. πέπομαι. πιπράσκω (= πουλώ), εύχρ. μόνο ο πρκμ. πέπρακα και ο υπερσ. ἐ πεπράκειν. Παθ. πιπράσκομαι, παθ. αόρ. ἐ πράθην, πρκμ. πέπραμαι, υπερσ. ἐ πεπράμην, συντελ. μέλλ. πεπράσομαι. Οι χρόνοι που λείπουν αναπληρώνονται από το ρ. πωλ ῶ και ἀποδίδομαι. πίπτω, πρτ. ἔ πιπτον, μέσ. μέλλ. (δωρικός) πεσοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖται, -ούμεθα, -εῖσθε, -οῦνται, αόρ. β ἔ πεσον, πρκμ. πέπτωκα, υπερσ. ἐ πεπτώκειν. πλέκω, αόρ. ἔ πλεξα. Μέσ. και παθ. πλέκομαι, πρτ. ἐ πλεκόμην, παθ. αόρ. α ἐ πλέχθην, παθ. αόρ. β (και ως μέσος) -επλάκην, πρκμ. πέπλεγμαι. Τα λοιπά ποιητ. και μτγν. πλέω, πλεῖς, πλε ῖ, πλέομεν, πλεῖτε, πλέουσι, πρτ. ἔ πλεον, ἔ πλεις, ἔ πλει, ἐ πλέομεν, ἐπλεῖ τε, ἔπλεον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) πλεύσομαι και δωρικός πλευσοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖ ται κτλ., αόρ. ἔ πλευσα, πρκμ. πέπλευκα, υπερσ. -επεπλεύκειν. Παθ. πρκμ. πέπλευσμαι. πλήττω (= χτυπώ), συνήθ. σύνθ. ἐ κπλήττω, ἐ πιπλήττω κτλ. το απλό ρ. πλήττω με τη σημασία του «χτυπώ» έχει εκτός από τον ενεστ. εύχρηστους χρόνους μόνο: ενεργ. πρκμ. β πέπληγα, παθ. μέλλ. β πληγήσομαι, παθ. αόρ. β ἐ πλήγην, πρκμ. πέπληγμαι. Τα λοιπά αναπληρώνονται από τα ρ. παίω, πατάσσω και τύπτω. πνέω, πνεῖς, πνε ῖ, πνέομεν, πνεῖτε, πνέουσι, πρτ. ἔ πνεον, ἔ πνεις, ἔ πνει, ἐ πνέομεν, ἐπνεῖ τε, ἔπνεον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) πνεύσομαι και δωρικός πνευσοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖται, -ούμεθα, -εῖσθε, οῦ νται, αόρ. ἔ πνευσα, πρκμ. -πέπνευκα. Παθ. σύνθ. διαπνέομαι. Τα λοιπά ποιητ. και μτγν.

12 πταίω, πρτ. ἔ πταιον, μέλλ. πταίσω, αόρ. ἔ πταισα, πρκμ. ἔ πταικα. πτάρνυμαι (αποθ. = φτερνίζομαι), εύχρ. ο ενεστ. και ο ενεργ. αόρ. β ἔ πταρον. πυνθάνομαι (αποθ. μέσ. = ρωτώ, μαθαίνω), πρτ. ἐ πυνθανόμην, μέσ. μέλλ. πεύσομαι, μέσ. αόρ. β ἐ πυθόμην, πρκμ. πέπυσμαι, υπερσ. ἐ πεπύσμην. πωλέω -ῶ, πρτ. ἐ πώλουν, μέλλ. πωλήσω. Παθ. πωλοῦ μαι, πρτ. ἐ πωλούμην, παθ. αόρ. ἐ πωλήθην. Τα λοιπά αναπληρώνονται από τα ρ. πιπράσκω και ἀποδίδομαι. Ρ ῥ έω, ῥεῖ ς, ῥε ῖ, ῥ έομεν, ῥεῖ τε, ῥ έουσι, πρτ. ἔ ρρεον, ἔ ρρεις, ἔ ρρει, ἐ ρρέομεν, ἐρρεῖ τε, ἐρρέουσι, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) ῥ υήσομαι, αόρ. ἐ ρρύην, πρκμ. ἐ ρρύηκα, υπερσ. -ερρυήκειν. ῥ ήγνυμι (= σκίζω), πρτ. -ερρήγνυν, μέλλ. -ρήξω, αόρ. ἔ ρρηξα. Μέσ. και παθ. ῥ ήγνυμαι πρτ. ἐ ρρηγνύμην, μέσ. αόρ. -ερρηξάμην, παθ. αόρ. β ἐ ρράγην, ενεργ. πρκμ. ως μέσ. και παθ. -έρρωγα, υπερσ. -ερρώγειν. ῥιγόω -ῶ. (= με πιάνει ρίγος, κρυώνω), Οριστ. ενεστ. ῥιγ ῶ, ῥιγῷ ς, ῥιγ ῷ, ῥιγῶ μεν, ῥιγῶ τε, ῥιγῷσι(ν) παρατ. ( ἐρρίγω- ον) ἐ ρρίγων, ἐ ρρίγως, ἐ ρρίγω, ἐρριγῶ μεν, ἐρριγῶ τε, ἐρρίγων. Υποτ. ῥιγ ῶ, ῥιγῷ ς, ῥιγ ῷ, ῥιγῶ μεν, ῥιγῶ τε, ῥιγῶσι. Ευκτ. ῥιγῴ ην, ῥιγῴ ης, ῥιγῴ η, ῥιγῷ μεν, ῥιγῷ τε, ῥιγῷεν. Προστ. δεν έχει. Απαρ. ῥιγῶ ν. Μετ. ῥιγῶ ν, γεν. ῥιγῶντος κτλ. ῥ ώννυμι (= δυναμώνω), αόρ. ἔ ρρωσα. Παθ. αόρ. (και ως μέσος) ἐ ρρώσθην, πρκμ. ἔ ρρωμαι, υπερσ. ἐ ρρώμην. Παράγ. ῥ ώμη, ῥῶσις ( ἀ νάρρωσις), ἄρρωστος, εὔρωστος κ.ά. Σ σβέννυμι (= σβήνω), αόρ. ἔ σβεσα. Παθ. -σβέννυμαι, πρτ. -εσβεννύμην, μέσ. μέλλ. (ως παθ.) - σβήσομαι, παθ. αόρ. -εσβέσθην, ενεργ. αόρ. β (ως παθ.) ἔ σβην, ενεργ. πρκμ. (ως παθ.) -έσβηκα, ενεργ. υπερσ. (ως παθ.) -εσβήκειν. σείω. πρτ. ἔ σειον, αόρ. ἔ σεισα. Μέσ. και παθ. σείομαι, μέσ. αόρ. ἐ σεισάμην, παθ. αόρ. ἐ σείσθην, πρκμ. σέσεισμαι. σήπω (= σαπίζω). Παθ. σήπομαι, παθ. μέλλ. β -σαπήσομαι, παθ. αόρ. β ἐ σάπην, ενεργ. πρκμ. β (με παθ. σημασ.) σέσηπα. σκοπέω-ῶ και σκοπέομαι-οῦ μαι (=παρατηρώ, εξετάζω, σκέφτομαι), πρτ. ἐ σκόπουν και ἐ σκοπούμην, μέσ. μέλλ. σκέψομαι, μέσ. αόρ. ἐ σκεψάμην, πρκμ. (με ενεργ. και παθ. σημασ.) ἔ σκεμμαι, υπερσ. (με παθ. σημασ.) ἐ σκέμμην. σπάω -ῶ. παρατ. ἔ σπαον -ων, μέλλ. σπάσω, αόρ. ἔ σπασα. Παθ. σπάομαι -ῶ μαι, παρατ. ἐ σπαόμην -ώμην, μέσ. μέλλ. σπάσομαι, μέσ. αόρ. ἐ σπασάμην, παρακ. ἔ σπασμαι. σπένδω (= κάνω σπονδή, δηλ. χύνω από το ποτήρι μου λίγο κρασί προς τιμή των θεών και απλώς: χύνω), πρτ. ἔ σπενδον, μέλλ. σπείσω, αόρ. ἔ σπεισα. Μέσ. σπένδομαι (= κάνω συνθήκη με

13 σπονδές, ειρηνεύω), πρτ. ἐ σπενδόμην, μέσ. μέλλ. σπείσομαι, μέσ. αόρ. ἐ σπεισάμην, πρκμ. (μέσ. και παθ.) ἔ σπεισμαι, υπερσ. ἐ σπείσμην. στρέφω, πρτ. ἔ στρεφον, μέλλ. στρέψω, αόρ. ἔ στρεψα. Μέσ. και παθ. στρέφομαι, πρτ. ἐ στρεφόμην, μέσ. μέλλ. -στρέφομαι, παθ. μέλλ. β -στραφήσομαι, μέσ. αόρ. -εστρεψάμην, παθ. αόρ. β (και ως μέσ.) ἐ στράφην, παθ. αόρ. α (σπάν.) ἐ στρέφθην, πρκμ. ἔ στραμμαι, υπερσ. - εστράμμην. στρώννυμι και ποιητ. στόρνυμι (= στρώνω), πρτ. ἐ στρώννυν, αόρ. ἐ στόρεσα. Παθ. -στόρνυμαι, πρκμ. ἔ στρωμαι. συλλέγω (συὰν + λέγω = μαζεύω), πρτ. συνέλεγον, μέλλ. συλλέξω, αόρ. συνέλεξα, πρκμ. συνείλοχα. Μέσ. και παθ. συλλέγομαι, πρτ. συνελεγόμην, μέσ. μέλλ. συλλέξομαι, παθ. μέλλ. β συλλεγήσομαι, μέσ. αόρ. συνελεξάμην, παθ. αόρ. β συνελέγην και (σπάν.) παθ. αόρ. α συνελέχθην, πρκμ. συνείλεγμαι, υπερσ. συνειλέγμην. Τ τείνω (= τεντώνω), πρτ. ἔ τεινον, μέλλ. τενῶ, αόρ. ἔ τεινα, πρκμ. -τέτακα. Μέσ. και παθ. τείνομαι, πρτ. ἐ τεινόμην, μέσ. μέλλ. -τενοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖ ται κτλ., μέσ. αόρ. -ετεινάμην, παθ. μέλλ. -ταθήσομαι, παθ. αόρ. -ετάθην, πρκμ. τέταμαι, υπερσ. -ετετάμην. τελέω -ῶ. (= εκτελώ), παρατ. ἐ τέλεον -ουν, μέλλ. συνηρ. τελῶ, αόρ. ἐ τέλεσα, παρακ. τετέλεκα, υπερσ. ἐ τετελέκειν. Παθ. τελέομαι -οῦ μαι, παρατ. ἐ τελεόμην -ούμην, παθ. μέλλ. τελεσθήσομαι, μέσ. αόρ. ἐ τελεσάμην, παθ. αόρ. ἐ τελέσθην, παρακ. τετέλεσμαι, υπερσ. ἐ τετελέσμην. τέμνω (= κόβω), πρτ. ἔ τεμνον, μέλλ. (συνηρ.) τεμῶ, αόρ. β ἔ τεμον, πρκμ. τέτμηκα. Μέσ. και παθ. τέμνομαι, πρτ. ἐ τεμνόμην, μέσ. μέλλ. -τεμοῦ μαι, μέσ. αόρ. β ἐ τεμόμην, παθ. μέλλ. τμηθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ τμήθην, πρκμ. τέτμημαι, υπερσ. ἐ τετμήμην. τήκω (= λιώνω), πρτ. -έτηκον, αόρ. ἔ τηξα. Μέσ. και παθ. τήκομαι, παθ. αόρ. α ἐ τήχθην, παθ. αόρ. β ἐ τάκην, πρκμ. ενεργ. (ως μέσ. ή παθ.) τέτηκα, υπερσ. ἐ τετήκειν. τίθημι. (= θέτω), παρατ. ἐ τίθην, μέλλ. θήσω, αόρ. ἔ θηκα, παρακ. τέθηκα ή τέθεικα. Μέσ. και παθ. τίθεμαι, παρατ. ἐ τιθέμην, μέσ. μέλλ. θήσομαι, παθ. μέλλ. τεθήσομαι, μέσ. αόρ. β ἐ θέμην, παθ. αόρ. ἐ τέθην, παρακ. μέσ. τέθειμαι, παρακ. παθ. κεῖ μαι (= είμαι τοποθετημένος από κάποιον), υπερσ. παθ. ἐ κείμην. τίκτω (= γεννώ), πρτ. ἔ τικτον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) τέξομαι, αόρ. β ἔ τεκον, πρκμ. τέτοκα. τίνω (= πληρώνω), πρτ. ἔ τινον, μέλλ. τίσω (και τείσω), αόρ. ἔ τισα (και ἔ τεισα), πρκμ. - τέτικα (και τέτεικα). Μέσ. αόρ. ἐ τισάμην, παθ. αόρ. -ετίσθην (και -ετείσθην), πρκμ. -τέτισμαι, υπερσ. -ετετίσμην. τιτρώσκω (= πληγώνω), πρτ. ἐ τίτρωσκον, μέλλ. τρώσω, αόρ. ἔ τρωσα. Παθ. τιτρώσκομαι, πρτ. ἐ τιτρωσκόμην, παθ. μέλλ. τρωθήσομαι, παθ. αόρ. ἐ τρώθην, πρκμ. τέτρωμαι, υπερσ. ἐ τετρώμην. τρέπω, πρτ. ἔ τρεπον, μέλλ. τρέψω, αόρ. ἔ τρεψα, ποιητ. αόρ. β ἔ τραπον, πρκμ. τέτροφα. Μέσ. και παθ. τρέπομαι, πρτ. ἐ τρεπόμην, μέσ. μέλλ. τρέφομαι, μέσ. αόρ. α ἐ τρεψάμην, μέσ. αόρ.

14 β ἐ τραπόμην, παθ. αόρ. α ἐ τρέφθην, παθ. αόρ. β ἐ τράπην, πρκμ. τέτραμμαι, υπερσ. ἐ τετράμμην. τρέφω, πρτ. ἔ τρεφον, μέλλ. θρέψω, αόρ. ἔ θρεψα, πρκμ. (ποιητ.) τέτροφα. Μέσ. και παθ. τρέφομαι, πρτ. ἐ τρεφόμην, μέσ. μέλλ. (και ως παθ.) θρέψομαι, μέσ. αόρ. ἐ θρεψάμην, παθ. μέλλ. β τραφήσομαι, παθ. αόρ. β ἐ τράφην και (σπάν.) παθ. αόρ. α ἐ θρέφθην, πρκμ. τέθραμμαι, υπερσ. ἐ τεθράμμην. τρέχω, πρτ. ἔ τρεχον, μέσ. μέλλ. (συνηρ., με ενεργ. σημασ.) δραμοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖται κτλ., αόρ. β ἔ δραμον, πρκμ. δεδράμηκα, υπερσ. ἐ δεδραμήκειν. τυγχάνω (= πετυχαίνω, βρίσκω, τυχαίνω), πρτ. ἐ τύγχανον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) τεύξομαι, αόρ. β ἔ τυχον, πρκμ. τετύχηκα, υπερσ. ἐ τετυχήκειν και συνήθ. περιφρ. τετυχηκωὰ ς ἦ ν. τύπτω (= χτυπώ), πρτ. ἔ τυπτον, μέλλ. τυπτήσω τα λοιπά από τα ρ. παίω, πατάσσω, πλήττω κτλ. Παθ. τύπτομαι τα λοιπά από το πλήττομαι Υ ὑπισχνέομαι -οῦ μαι (αποθ. μέσ. = υπόσχομαι), πρτ. ὑ πισχνούμην, μέσ. μέλλ. ὑ ποσχήσομαι, μέσ. αόρ. β ὑ πεσχόμην, πρκμ. ὑ πέσχημαι, υπερσ. ὑ πεσχήμην. Φ Φαίνω (= φανερώνω), πρτ. ἔ φαινον, μέλλ. φανῶ, αόρ. ἔ φηνα, πρκμ. -πέφαγκα. Μέσ. και παθ. φαίνομαι, πρτ. ἐ φαινόμην, μέσ. μέλλ. φανοῦ μαι, παθ. μέλλ. β (ως μέσ.) φανήσομαι, μέσ. αόρ. -εφηνάμην, παθ. αόρ. β (ως μέσ.) ἐ φάνην, παθ. αόρ. α (με παθ. διάθ.) ἐ φάνθην, ενεργ. πρκμ. (ως μέσ.) πέφηνα, παθ. πρκμ. (με παθ. διάθ.) πέφασμαι (-νσαι, -νται, -σμεθα, -νθε, πεφασμένοι εἰσί(ν).). φέρω, πρτ. ἔ φερον, μέλλ. οἴ σω, αόρ. α ἤ νεγκα, αόρ. β ἤ νεγκον (υποτ. ἐνέγκω κτλ.), πρκμ. ἐ νήνοχα, υπερσ. -ενηνόχειν. Μέσ. και παθ. φέρομαι, πρτ. ἐ φερόμην, μέσ. μέλλ. οἴ σομαι, μέσ. αόρ. α ἠ νεγκάμην, παθ. μέλλ. οἰ σθήσομαι και ἐ νεχθήσομαι, παθ. αόρ. (και ως μεσ.) ἠ νέχθην, πρκμ. ἐ νήνεγμαι, υπερσ. -ενηνέγμην. φεύγω (= φεύγω, τρέπομαι σε φυγή, καταδιώκομαι, είμαι εξόριστος), πρτ. ἔ φευγον, μέλλ. φεύξομαι και (δωρικός) φευξοῦ μαι, -ε ῖ, -εῖται, -ούμεθα, -εῖσθε, -οῦ νται, αόρ. β ἔ φυγον, πρκμ. πέφευγα, υπερσ. ἐ πεφεύγειν. φημί. (= 1 λέω 2) συμφωνώ 3) ισχυρίζομαι), πρτ. ἔ -φην, απαρ. ενεστ. φά-ναι. μετοχή ενεστ. φάσκ-ων, φά-σκ-ουσα, φά-σκ-ον. μέλλ. φήσω. αόρ. ἔ φησα. φθάνω, πρτ. ἔ φθανον, μέσ. μέλλ. (με ενεργ. σημασ.) φθήσομαι, αόρ. α ἔ φθασα, αόρ. β ἔ φθην. φθείρω (= καταστρέφω), πρτ. ἔ φθειρον, μέλλ. (συνηρ.) φθερῶ, -εῖς, -εῖ -οῦμεν, -εῖτε, -οῦσι(ν), αόρ. ἔ φθειρα, πρκμ. ἔ φθαρκα, υπερσ. ἐ φθάρκειν. Παθ. φθείρομαι, πρτ. ἐ φθειρόμην, μέσ. μέλλ. (ως παθ.) φθεροῦ μαι, παθ. μέλλ. β -φθαρήσομαι, παθ. αόρ. β ἐ φθάρην, πρκμ. ἔ φθαρμαι, υπερσ. ἐ φθάρμην.

15 φύω (= γεννώ, παράγω, φυτρώνω), πρτ. ἔ φυον, μέλλ. (ποιητ.) φύσω, αόρ. ἔ φυσα. Μέσ. και παθ. φύομαι, πρτ. ἐ φυόμην, μέσ. μέλλ. (ως παθ.) φύσομαι, ενεργ. αόρ. β (ως μέσ. και παθ.) ἔ φυν, ενεργ. πρκμ. (ως μέσ. και παθ.) πέφυκα, ενεργ. υπερσ. (ως μέσ. και παθ.) ἐ πεφύκειν. Χ χαίρω (= χαίρομαι), πρτ. ἔ χαιρον, μέλλ. χαιρήσω, παθ. αόρ. β (ως ενεργ.) ἐ χάρην, πρκμ. (με σημασ. ενεστ.) γέγηθα (του ποιητ. γήθω). Παράγ. χαρά, χάρμα, χαρτοὰς ( ἐπίχαρτος). χαλάω -ῶ (= χαλαρώνω), (αρχ. θ. χαλᾰσ- πβ. γελάω- ῶ ), παρατ. ἐ χάλαον -ων, αόρ. ἐ χάλασα. Παθ. χαλάομαι -ῶ μαι, παθ. αόρ. ἐ χαλάσθην. χόω -χῶ ή χώννυμι (= σκεπάζω με χώμα). Ενεστ. χ ῶ, χοῖς, χο ῖ, χοῦμεν, χοῦτε, χοῦσι(ν). (απαρ. χοῦν, συγχοῦ ν), παρατ. ἔχοον- ἔ χουν (-ους, -ου κτλ.), μέλλ. χώσω, αόρ. ἔ χωσα, παρακ. κέχωκα. Παθ. -χόομαι -χοῦ μαι, παρατ. -εχοόμην -ἐ χούμην ( ἐχο ῦ, ἐχοῦ το, ἐ χούμεθα, ἐχοῦ σθε, ἐχοῦντο.), παθ. αόρ. ἐ χώσθην, παρακ. κέχωσμαι. Στον ενεστ. υπάρχει και τύπος χώννυμι, κατά τα ρ. σε -μι χράω χρῶ, χρῇς, χρ ῇ, χρῶμεν, χρῆτε, χρῶ σι(ν) (= δίνω χρησμό, προφητεύω), αόρ. ἔ χρησα. Μέσ. χρῶ μαι (= ζητώ χρησμό, ρωτώ το μαντείο), μέσ. αόρ. ἐ χρησάμην, παθ. αόρ. ἐ χρήσθην. χρή (είναι ανάγκη, πρέπει) Παρατ. χρῆ ν ή ἐχρῆ ν. Υποτ. χρ ῇ. Ευκτ. χρείη. Απαρ. χρῆναι. Μετοχή μόνο ουδ. τό χρεωὰ ν με σημασία ουσιαστικού (το πρέπον να γίνει). χρίω (= αλείφω), μόνο ο ενεστώτας. Μέσ. και παθ. χρίομαι, πρτ. ἐ χριόμην, μέσ. αόρ. ἐ χρισάμην, πρκμ. κέχριμαι, υπερσ. ἐ κεχρίμην. χρῶ μαι (μεταχειρίζομαι), χρ ῇ, χρῆται, χρώμεθα, χρῆσθε, χρῶνται. (αποθ. μεικτό), πρτ. ἐ χρώμην, ἐχρ ῶ, ἐχρῆ το, ἐ χρώμεθα, ἐχρῆ σθε, ἐχρῶ ντο, μέσ. μέλλ. χρήσομαι, μέσ. αόρ. ἐ χρησάμην, παθ. αόρ. ἐ χρήσθην, πρκμ. (ως ενεργ.) κέχρημαι, υπερσ. ἐ κεχρήμην. Ψ ψαύω (αγγίζω) αόρ. ἔ ψαυσα. Ω Ὠθέω -ῶ (= σπρώχνω) πρτ. ἐ ώθουν, μέλλ. ὤ σω, αόρ. ἔ ωσα. Μέσ. και παθ. ὠθοῦ μαι, πρτ. ἐ ωθούμην, μέσ. μέλλ. -ώσομαι, παθ. μέλλ. -ωσθήσομαι, μέσ. αόρ. ἐ ωσάμην, παθ. αόρ. ἐ ώσθην, πρκμ. -έωσμαι ὠνέομαι -οῦ μαι (αποθ. μεικτό = αγοράζω), πρτ. ἐ ωνούμην, μέσ. μέλλ. ὠ νήσομαι, μέσ. αόρ. α ἐ πριάμην, παθ. αόρ. ἐ ωνήθην, πρκμ. ἐ ώνημαι, υπερσ. ἐ ωνήμην.

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε Ἦχος Νη α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε στη η και ε πι κα α θε ε ε ε δρα α λοι οι µων ου ουκ ε ε κα θι ι σε ε ε

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ Κατά την κλίση των ρημάτων παρουσιάζονται ορισμένοι όμοιοι τύποι. Ιδιαίτερη προσοχή λοιπόν πρέπει να δοθεί στους εξής: 1. Το γ ενικό πρόσωπο Οριστικής Ενεστώτα Ενεργητικής Φωνής

Διαβάστε περισσότερα

ζήω-ζῶ Ενεργητική Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή

ζήω-ζῶ Ενεργητική Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ζῶ ζῇς ζῇ ζῶμεν ζῆτε ζῶσι(ν) ἔζων ἔζης ἔζη ἐζῶμεν ἐζῆτε ἔζων ζήω-ζῶ ζῶ ζῴην ζῆν ζῶν ζῇς ζῴης ζῆ ζῶσα ζῇ ζῴη ζήτω ζῶν ζῶμεν ζῷμεν ζῆτε ζῷτε ζῶσι(ν) ζῷεν βιώσομαι, σπαν. ζήσω ἐβίων (β') βεβίωκα ἐβεβιώκειν

Διαβάστε περισσότερα

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη. Κυ ρι ε ε λε η σον Ἦχος Πα Α µην Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι ον Ἕτερον. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον Κυ υ ρι ι ον 1 ΙΩΑΝΝΟΥ Α. ΝΕΓΡΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ Ορισμένοι ρηματικοί τύποι παρουσιάζουν μεταξύ τους ομοιότητες. Όμοιοι τύποι του ενεστώτα των βαρύτονων και συνηρημένων ρημάτων 1. Το γ ενικό πρόσωπο οριστικής ενεστώτα ενεργητικής

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ

ΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα ανήκουν στα κλιτά μέρη του λόγου και φανερώνουν ότι κάποιο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα κάνει κάτι (κάποια ενέργεια), ή παθαίνει κάτι από κάποιον άλλον, ή από τον εαυτό του ή βρίσκεται σε

Διαβάστε περισσότερα

Σχηματισμός της οριστικής. Ενρινόληκτων και υγρόληκτων ρημάτων α' συζυγίας

Σχηματισμός της οριστικής. Ενρινόληκτων και υγρόληκτων ρημάτων α' συζυγίας Σχηματισμός της οριστικής Ενρινόληκτων και υγρόληκτων ρημάτων α' συζυγίας Πίνακας των συνηθέστερων υγρόληκτων και ενρινόλητων ρημάτων ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ ἀγγέλλω ἀγγέλλομαι ἀγγελῶ ἀγγελοῦμαι ἤγγειλα

Διαβάστε περισσότερα

Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο ΧΕΡΟΥΒΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΟΙΝΩΝΙΟ Λ. Β Χερουβικόν σε ἦχο πλ. β. Ἐπιλογές Ἦχος Μ Α µη η η η ην Οι τ Χε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

Διαβάστε περισσότερα

Τι μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο της Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου

Τι μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο της Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου 18/05/2019 Τι μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο της Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου / Ιερές Μονές Η μο νή του Με γά λου Με τε ώ ρου δι α μόρ φω σε μί α σει ρά α πό πε ρι κα λείς μου σεια κούς χώ ρους, για την α

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΦΩΚΑ/ΤΕΤΑΡΤΗ

ΤΜΗΜΑ ΦΩΚΑ/ΤΕΤΑΡΤΗ ΤΜΗΜΑ ΦΩΚΑ/ΤΕΤΑΡΤΗ 09.00 -.00 5 ZE MI WA 0 0 0 9 0,95 9 ΑΓ ΓΕ ΠΑ 0 0 0 0 0 0 95 ΑΔ ΡΟ ΙΩ 0 0 0 0 0 0 97 ΑΙ ΚΩ ΠΑ 0 0 0 0 0 0 5 507 ΑΛ ΕΥ ΤΖ 0 0 0 0 0 0 6 99 ΑΝ ΟΡ ΚΩ 7 5 0 0 0,65 7 95 ΑΝ ΙΩ ΟΡ 9 9 9 6

Διαβάστε περισσότερα

Κυ ρι ον ευ λο γη τος ει Κυ ρι ε ευ. λο γει η ψυ χη µου τον Κυ ρι ον και πα αν. τα τα εν τος µου το ο νο µα το α γι ον αυ

Κυ ρι ον ευ λο γη τος ει Κυ ρι ε ευ. λο γει η ψυ χη µου τον Κυ ρι ον και πα αν. τα τα εν τος µου το ο νο µα το α γι ον αυ ΤΥΙΚΑ & ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΙ Ἦχος Νη Μ Α Ν µην Ευ λο γει η ψυ χη µου τον Κυ ρι ον ευ λο γη τος ει Κυ ρι ε ευ λο γει η ψυ χη µου τον Κυ ρι ον και πα αν τα τα εν τος µου το ο νο µα το α γι ον αυ του Ευ λο γει η ψυ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ψάλλεται ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Λαζάρου ὡς ἐν τῷ Τριωδίῳ Ἦχος Νη Ἰωάννου Πρωτοψάλτου υ υ υ υ ρι ι ι ι ε ε κε κρα α ξα προ

Διαβάστε περισσότερα

Το ρήμα λύω στην Οριστική Ε.Φ. Επιμέλεια: Ευθυμιάδου Ευφροσύνη

Το ρήμα λύω στην Οριστική Ε.Φ. Επιμέλεια: Ευθυμιάδου Ευφροσύνη Το ρήμα λύω στην Οριστική Ε.Φ. Επιμέλεια: Ευθυμιάδου Ευφροσύνη Δεν θα πρέπει να συγχέουμε τη φωνή με τη διάθεση. Φωνή: γραμματική κατηγορία που σχετίζεται με την κατάληξη του ρήματος Διάθεση: έχει να

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Γα Ἰωάννου Πρωτοψάλτου υ ρι ι ε ε κε ε κρα ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου σο ο ο ο ον μου ου ει σα κου σο ον μου Κυ ρι ε ε Κυ ρι ε ε κε

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα Έχουν δύο φωνές: την ενεργητική και την παθητική Ενεργητική φωνή: ω. Παθητική φωνή: -μαι. Οι καταλήξεις των ρημάτων, ω, -άβω

ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα Έχουν δύο φωνές: την ενεργητική και την παθητική Ενεργητική φωνή: ω. Παθητική φωνή: -μαι. Οι καταλήξεις των ρημάτων, ω, -άβω 1 ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα ανήκουν στα κλιτά μέρη του λόγου και φανερώνουν ότι κάποιο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα κάνει κάτι (κάποια ενέργεια), ή παθαίνει κάτι από κάποιον άλλον, ή από τον εαυτό του ή βρίσκεται σε

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΩΡΑ ΓΙΑ ΜΕΛΕΤΗ!!! ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΡΧΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΡΗΜΑΤΩΝ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΩΡΑ ΓΙΑ ΜΕΛΕΤΗ!!! ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΡΧΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΡΗΜΑΤΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΩΡΑ ΓΙΑ ΜΕΛΕΤΗ!!! ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΡΧΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΡΗΜΑΤΩΝ Η διδασκαλία από απόσταση φέρνει το φροντιστήριο στο σπίτι του μαθητή και του παρέχει απαραίτητες γνώσεις προκειμένου

Διαβάστε περισσότερα

1.2.3 ιαρ θρω τι κές πο λι τι κές...35 1.2.4 Σύ στη μα έ λεγ χου της κοι νής α λιευ τι κής πο λι τι κής...37

1.2.3 ιαρ θρω τι κές πο λι τι κές...35 1.2.4 Σύ στη μα έ λεγ χου της κοι νής α λιευ τι κής πο λι τι κής...37 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕ Φ Α Λ ΑΙΟ ΤΟ ΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ... 21 ΚΕ Φ Α Λ ΑΙΟ 1 o Η ΑΛΙΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1.1 Η Α λιεί α ως Οι κο νο μι κή ρα στη ριό τη τα...25 1.2 Η Κοι νο τι κή Α λιευ τι κή Πο λι τι κή...28

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ Κατά την κλίση των ρημάτων παρουσιάζονται ορισμένοι όμοιοι τύποι. Ιδιαίτερη προσοχή λοιπόν πρέπει να δοθεί στους εξής: 1. Το γ ενικό πρόσωπο Οριστικής Ενεστώτα Ενεργητικής Φωνής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΠΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014. Ἦχος.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΠΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014. Ἦχος. ΑΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΟΥΣΤΟΥ αρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014 δ Ταχὺ προκατάλαβε ι α σι λει ον δι α δη µα ε στε φθη ση κο ρυ φη εξ α θλων ων υ πε µει νας υ περ

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Νη υ υ υ υ ρι ι ι ι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ου ει σα κου σον μου Κυ υ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ι ε ε κε κρα α ξα α προ ο ος σε ε ε ει

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Νη υ υ υ υ ρι ι ι ι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ου ει σα κου σον μου Κυ υ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ι ε ε κε κρα α ξα α προ ο ος σε ε ε ει

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Νη υ υ υ υ ρι ι ι ι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ου ει σα κου σον μου Κυ υ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ι ε ε κε κρα α ξα α προ ο ος σε ε ε ει

Διαβάστε περισσότερα

Το παρόν βοήθημα απευθύνεται σε μαθητές όλων των τάξεων Γυμνασίου και Λυκείου

Το παρόν βοήθημα απευθύνεται σε μαθητές όλων των τάξεων Γυμνασίου και Λυκείου ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το παρόν βοήθημα απευθύνεται σε μαθητές όλων των τάξεων Γυμνασίου και Λυκείου που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής γραμματικής και συγκεκριμένα στην κλίση των ρημάτων.

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου σο ο ο ον

Διαβάστε περισσότερα

Θ.Α. ΑΜΕΛΙ ΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

Θ.Α. ΑΜΕΛΙ ΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Θ.Α. ΑΜΕΛΙ ΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010 Θ.Α. Αµελίδης AΣΚΗΣΕΙΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ 2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Aσκήσεις Γραµµατικής Απαντήσεις 3 2. Ασκήσεις Γραµµατικής Γενικών Εξετάσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ. Κλίνε στον Ενεστώτα της Ενεργητικής και της Παθητικής Φωνής τα ρήματα : δένω δένομαι γράφω γράφομαι. φωτίζω φωτίζομαι πληρώνω πληρώνομαι

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ. Κλίνε στον Ενεστώτα της Ενεργητικής και της Παθητικής Φωνής τα ρήματα : δένω δένομαι γράφω γράφομαι. φωτίζω φωτίζομαι πληρώνω πληρώνομαι Ονοματεπώνυμο: 11ο ημοτικό Σχολείο Βύρωνα Τάξη Ε 2 ασκάλα: Σύλα Τσέκου ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ πλένω εγώ πλέν ω εσύ πλέν εις αυτός πλέν ει εμείς πλέν ουμε εσείς πλέν ετε αυτοί πλέν ουν ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

ῶ ῶµαι ων ώµην ῶ οῦµαι ουν ούµην. εις ῃ ες ου εῖς ῇ εις οῦ ει εται ε(ν) ετο εῖ εῖται ει εῖτο. ῶµεν ώµεθα ῶµεν ώµεθα οῦµεν ούµεθα οῦµεν ούµεθα

ῶ ῶµαι ων ώµην ῶ οῦµαι ουν ούµην. εις ῃ ες ου εῖς ῇ εις οῦ ει εται ε(ν) ετο εῖ εῖται ει εῖτο. ῶµεν ώµεθα ῶµεν ώµεθα οῦµεν ούµεθα οῦµεν ούµεθα Conjugational Endings Review 1 INDICATIVE: Τheme-vowel ο/ε + personal endings (present, future, strong aorist) primary act. primary act. ω οµαι ον όµην ῶ οῦµαι ουν ούµην εις ῃ ες ου εῖς ῇ εις οῦ ει εται

Διαβάστε περισσότερα

Κα λόν ύπ νο και όνειρ α γλυκά

Κα λόν ύπ νο και όνειρ α γλυκά Κα λόν ύπ νο και όνειρ α γλυκά Οδηγίες ανάγνωσης Προσοχή! Μη διαβάσετε ποτέ μεγαλόφωνα το βιβλίο αυτό σε κάποιον που οδηγεί αυτοκίνητο ή άλλο όχημα, διότι το παραμύθι έχει ως σκοπό να αποκοιμίσει αυτόν

Διαβάστε περισσότερα

0a1qqW+1a1`qÁlw n εν σοί Κύ ρι ε τρο πού μαι τού τον.

0a1qqW+1a1`qÁlw n εν σοί Κύ ρι ε τρο πού μαι τού τον. n 00211000Aqq11j1w Εκ νε ό τη τός μου ο εχ θρό ός με πει ρά ζει, 00qaj-1`q`qq+0)q11l1 ταίς η δο ναίς φλέ γει με ε γώ δέ πε ποι θώς, 0a1qqW+1a1`qÁlw n εν σοί Κύ ρι ε τρο πού μαι τού τον. 211`w1l1+000 0wl1

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Γα υ ρι ι ε ε κε ε κρα ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου σο ο ο ο ον μου ου ει σα κου σο ον μου Κυ ρι ε ε Κυ ρι ε ε κε κρα ξα προς σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου ου προ

Διαβάστε περισσότερα

Θεωρι α Γραφημα των 8η Δια λεξη

Θεωρι α Γραφημα των 8η Δια λεξη Θεωρι α Γραφημα των 8η Δια λεξη Α. Συμβω νης Ε Μ Π Σ Ε Μ Φ Ε Τ Μ Φεβρουα ριος 2015 Α. Συμβω νης (ΕΜΠ) Θεωρι α Γραφημα των 8η Δια λεξη Φεβρουα ριος 2015 168 / 182 Χρωματισμοι Γραφημα των Χρωματισμο ς Κορυφω

Διαβάστε περισσότερα

FAX : 210.34.42.241 spudonpe@ypepth.gr) Φ. 12 / 600 / 55875 /Γ1

FAX : 210.34.42.241 spudonpe@ypepth.gr) Φ. 12 / 600 / 55875 /Γ1 Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Υ ΠΟΥ ΡΓΕΙΟ ΕΘΝ. ΠΑ Ι ΕΙΑ Σ & ΘΡΗΣ Κ/Τ Ω ΕΝΙΑ ΙΟΣ ΙΟΙΚΗΤ ΙΚΟΣ Τ ΟΜ ΕΑ Σ Σ ΠΟΥ Ω Ν ΕΠΙΜ ΟΡΦΩ Σ ΗΣ ΚΑ Ι ΚΑ ΙΝΟΤ ΟΜ ΙΩ Ν /ΝΣ Η Σ ΠΟΥ Ω Τ µ ή µ α Α Α. Πα π α δ ρ έ ο υ 37

Διαβάστε περισσότερα

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο Ἐκλογή ἀργοσύντοµος εἰς τὴν Ἁγίν Κυρικήν, κὶ εἰς ἑτέρς Γυνίκς Μάρτυρς. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη. Ἦχος Νη ε Κ ι δυ υ υ υ ν µι ις Α λ λη λου ου ου ι ι ι ι ο Θε ος η η µων κ τ φυ γη η κι δυ υ υ ν µις βο η θο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα Ἰωάννου Πρωτοψάλτου υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος Πα. υ ρι ι ε ε κε ε κρα α α ξα α προ ος. σε ει σα κου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ο ον

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος Πα. υ ρι ι ε ε κε ε κρα α α ξα α προ ος. σε ει σα κου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ο ον Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ι ε ε κε ε κρα α α ξα α προ ος σε ει σα κου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ο ον μου Κυ υ ρι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε ε ε κρα ξα α προ ο ος σε ει σα α α α κου σο ον

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου σο ο ο ον

Διαβάστε περισσότερα

Τῇ Τρίτῃ τῆς Διακαινησίμου. Μνήμην ἐπιτελοῦμεν. τῶν Ἁγίων ἐνδόξων νεοφανῶν καί Θαυματουργῶν. Ὁσιομαρτύρων Ραφαήλ και Νικολάου,

Τῇ Τρίτῃ τῆς Διακαινησίμου. Μνήμην ἐπιτελοῦμεν. τῶν Ἁγίων ἐνδόξων νεοφανῶν καί Θαυματουργῶν. Ὁσιομαρτύρων Ραφαήλ και Νικολάου, Τῇ Τρίτῃ τῆς ιακαινησίμου Μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῶν Ἁγίων ἐνδόξων νεοφανῶν καί Θαυματουργῶν Ὁσιομαρτύρων Ραφαήλ και Νικολάου, καί τῆς Ἁγίας αρθενομάρτυρος Εἰρήνης, τῶν ἐν Θερμῇ τῆς Λέσβου ΕΝ Τῼ ΜΕΓΑΛῼ ΕΣΕΡΙΝῼ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΤΡΟΥ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ

ΠΕΤΡΟΥ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ ΠΕΤΡΟΥ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ ΤΗ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ªΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ. Eις τους Αίνους. Ε ρ χο με νος ο Κυ ρι ος προς το ε κου ου σι ο ον πα α α θος τοις Α πο στο λοις ε λε γε εν εν τη η η η ο ο ο ο

Διαβάστε περισσότερα

Καταβασίαι ἀντί τοῦ Ἄξιόν ἐστιν...

Καταβασίαι ἀντί τοῦ Ἄξιόν ἐστιν... Καταβασίαι ἀντί τοῦ Ἄξιόν ἐστιν... Εἰς τό Γενέθλιον τῆς Θεοτόκου 3 Γεωργίου Πρωγάκη... 3 Γαβριήλ Κουντιάδου ἱερομονάχου... 3 Εἰς τήν ὕψωσιν τοῦ τιμίου Σταυροῦ 5 Ιωάννου Πρωτοψάλτου... 5 Εἰς τά Εἰσόδια

Διαβάστε περισσότερα

Ε υ _ λο _ γη _ τος _ ει _ Κυ _ ρι _ ε _ δι _ δα _ ξον _ με _ τ α_ δι _. Τ ων _ α _ γι _. ων _ ο _ χο _ ρος _ ευ _ ρε _ π η_ γη _ ην _ τ ης_

Ε υ _ λο _ γη _ τος _ ει _ Κυ _ ρι _ ε _ δι _ δα _ ξον _ με _ τ α_ δι _. Τ ων _ α _ γι _. ων _ ο _ χο _ ρος _ ευ _ ρε _ π η_ γη _ ην _ τ ης_ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ. πρωτ. Κων. Παπαγιάννη Μουσικόν Τριώδιον τόμος Β' Ωρολόγιον 2003 σ.15* Ε υ _ λο _ γη _ τος _ ει _ Κυ _ ρι _ ε _ δι _ δα _ ξον _ με _ τ α_ δι _ και _ ω _ μα _ τ α _ α _ σου _ Τ ων _ α _ γι _.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Ε ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Ε ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Ε ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα Ἰωάννου Πρωτοψάλτου ε ε υ ρι ι ε ε κε κρα α ξα α προ ος σε ει σα α α κου ου σο ον μου ει σα κου σο ο ον μου Κυ υ ρι ι ι ε Κυ

Διαβάστε περισσότερα

14 Ἰουνίου. Προφήτου Ἐλισσαίου. Τῇ ΙΔ τοῦ µηνὸς Ἰουνίου. Μνήµη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἐλισσαίου Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ. Δόξα. Ἦχος Πα

14 Ἰουνίου. Προφήτου Ἐλισσαίου. Τῇ ΙΔ τοῦ µηνὸς Ἰουνίου. Μνήµη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἐλισσαίου Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ. Δόξα. Ἦχος Πα Τῇ ΙΔ τοῦ µηνὸς Ἰουνίου. Μνήµη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἐλισσαίου Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ. Δόξα. Ἦχος Πα Nε ε δο ο ο ξα Πα α τρι ι ι ι και Υι υι ω και Α γι ι ω Πνε ευ µα α α τι Προ φη τα κη η η ρυ υξ Χρι ι ι στου του

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Θέμα Α Στις ερωτη σεις Α1 Α4 να γρα ψετε στο τετρα διο σας τον αριθμο της ερω τησης και

Διαβάστε περισσότερα

Συλλαβική αύξηση είναι η προσθήκη στην αρχή του θέματος ενός -ἐ- (Προσοχή! παίρνει ψιλή). Λέγεται συλλαβική επειδή προστίθεται μια νέα συλλαβή.

Συλλαβική αύξηση είναι η προσθήκη στην αρχή του θέματος ενός -ἐ- (Προσοχή! παίρνει ψιλή). Λέγεται συλλαβική επειδή προστίθεται μια νέα συλλαβή. Τι είναι η συλλαβική αύξηση; Συλλαβική αύξηση είναι η προσθήκη στην αρχή του θέματος ενός -ἐ- (Προσοχή! παίρνει ψιλή). Λέγεται συλλαβική επειδή προστίθεται μια νέα συλλαβή. Πότε βάζουμε συλλαβική αύξηση;

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα ξα α προ ο ος σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου ει σα α κου ου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου

Διαβάστε περισσότερα

Ό λοι οι κα νό νες πε ρί με λέ της συ νο ψί ζο νται στον ε ξής έ να: Μά θε, μό νο προκει μέ νου. Friedrich Schelling. σελ. 13. σελ. 17. σελ.

Ό λοι οι κα νό νες πε ρί με λέ της συ νο ψί ζο νται στον ε ξής έ να: Μά θε, μό νο προκει μέ νου. Friedrich Schelling. σελ. 13. σελ. 17. σελ. σελ. 13 σελ. 17 σελ. 21 σελ. 49 σελ. 79 σελ. 185 σελ. 263 σελ. 323 σελ. 393 σελ. 453 σελ. 483 σελ. 509 σελ. 517 Ό λοι οι κα νό νες πε ρί με λέ της συ νο ψί ζο νται στον ε ξής έ να: Μά θε, μό νο προκει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ ΑΠΟΔΟΣΕΩΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΜΕΤΑ Β ΣΤΑΣΕΩΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΑ

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ ΑΠΟΔΟΣΕΩΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΜΕΤΑ Β ΣΤΑΣΕΩΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ ΑΠΟΔΟΣΕΩΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΜΕΤΑ Β ΣΤΑΣΕΩΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΑ Ἦχος Πα ε ε υ ρι ι ε ε κε κρα α ξα α προ ος σε ει σα α α κου ου σο ον μου ει σα κου σο ο ον μου Κυ υ ρι ι ι

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟ ΧΟΣ- Ε ΠΙ ΔΙΩ ΞΗ ΠΛΑΙ ΣΙΟ ΧΡΗ ΜΑ ΤΟ ΔΟ ΤΗ ΣΗΣ

ΣΤΟ ΧΟΣ- Ε ΠΙ ΔΙΩ ΞΗ ΠΛΑΙ ΣΙΟ ΧΡΗ ΜΑ ΤΟ ΔΟ ΤΗ ΣΗΣ ΣΤΟ ΧΟΣ- Ε ΠΙ ΔΙΩ ΞΗ Στό χος του Ο λο κλη ρω μέ νου Προ γράμ μα τος για τη βιώ σι μη α νά πτυ ξη της Πίν δου εί ναι η δια μόρ φω ση συν θη κών α ει φό ρου α νά πτυ ξης της ο ρει νής πε ριο χής, με τη δη

Διαβάστε περισσότερα

1 Definite Article. 2 Nouns. 2.1 st Declension

1 Definite Article. 2 Nouns. 2.1 st Declension 1 Definite Article m. f. n. s. n. ὁ ἡ το a. τον την το g. του της του d. τῳ τῃ τῳ pl. n. οἱ αἱ τα a. τους τας τα g. των των των d. τοις ταις τοις 2 Nouns 2.1 st Declension f. s. n. τιμ η χωρ α θαλασσ α

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Γα

Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Γα Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Γα Ἰωάννου Πρωτοψάλτου υ ρι ι ε ε κε ε κρα ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου σο ο ο ο ον μου ου ει σα κου σο ον μου Κυ ρι ε ε Κυ ρι ε ε κε κρα ξα προς σε ε ει σα κου σο

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Νη υ υ υ υ ρι ι ι ι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ου ει σα κου σον μου Κυ υ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ι ε ε κε κρα α ξα α προ ο ος σε ε ε ει

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

Σχηματισμός Ευκτικής Παρακειμένου Ενεργητικής Φωνής. Στις σημειώσεις μας θα εστιάσουμε στον περιφραστικό τύπο, καθώς αυτός είναι ο πιο εύχρηστος.

Σχηματισμός Ευκτικής Παρακειμένου Ενεργητικής Φωνής. Στις σημειώσεις μας θα εστιάσουμε στον περιφραστικό τύπο, καθώς αυτός είναι ο πιο εύχρηστος. Σχηματισμός Ευκτικής Παρακειμένου Ενεργητικής Φωνής Ο Παρακείμενος σχηματίζει την Ευκτική έγκλιση με δύο τρόπους: α. περιφραστικά (δηλ. χρησιμοποιώντας δύο λέξεις περιφραστικός ρηματικός τύπος στα νέα

Διαβάστε περισσότερα

Ἔκτασις. οι τα α α Δ. α α α α Δ. ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου. υ υ υ υ υ υ υ υ υ υ µυ υ στι ι ι Μ. ι ι ει ει κο ο νι ι ι ι ι ι ι

Ἔκτασις. οι τα α α Δ. α α α α Δ. ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου. υ υ υ υ υ υ υ υ υ υ µυ υ στι ι ι Μ. ι ι ει ει κο ο νι ι ι ι ι ι ι ΗΧΟΣ ΕΥΤΕΡΟΣ ΘΕΟΩΡΟΥ ΦΩΚΑΕΩΣ Ἦχος Ἔκτσις. ι Οι οι οι οι τ Β Χ ρο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο Β ο ο χ ρο ο βι ιµ µ µ στι ι ι κω ω ω ω ω ω ω ω ω ω ως ι κο νι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι κο ο νι ι

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα ξα α προ ο ος σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου ει σα α κου ου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα Ἰωάννου Πρωτοψάλτου υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Βασικέ Οδηγίε : ίνεται ιδιαίτερη σηµασία στην εισαγωγή στα ρητορικά κείµενα (Βιβλίο Ρητορικών Κειµένων Μαθητή, Βιβλίο εκπαιδευτικού). Σε κάθε περίοδο διδασκαλία θα πρέπει να γίνεται ανάγνωση ολόκληρη τη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑΤΑΡΙΟΝ ΠΕΤΡΟΥ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΥ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑΤΑΡΙΟΝ ΠΕΤΡΟΥ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑΤΑΡΙΟΝ ΠΕΤΡΟΥ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΥ Ἐξηγηθὲν παρὰ Γρηγορίου Πρωτοψάλτου Ἐπιμέλεια Χρῆστος Γ. Τσακίρογλου Ἡράκλειον Κρήτης 2014 1 Εἰς τὸν Ἑσπερινόν. Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα ξα προς σε

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντίνος Θ. Ευαγγελάτος. για αμιγή χορωδία (SSA, SAA, TTB, TBB)

Κωνσταντίνος Θ. Ευαγγελάτος. για αμιγή χορωδία (SSA, SAA, TTB, TBB) Κωνσταντίνος Θ. Ευαγγελάτος για αμιγή χορωδία (SSA, SAA, TTB, TBB) ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ χορηγία της Πολιτιστικής Eταιρείας Αθηνών, Poeta (fb: Poeta Politistiki) Αθήνα 017 Εκδόσεις Πολιτιστική Εταιρεία Αθηνών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ, ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

ΑΣΚΗΣΗ, ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΑΣΚΗΣΗ, ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρό λο γος...6 1. Ά σκη ση και ψυ χική υ γεί α Ει σα γω γή...9 Η ψυ χο λο γί α της ά σκη σης...11

Διαβάστε περισσότερα

Κυ ρι ε ε κε ε ε κρα α α ξα προς σε ει σα κου ου

Κυ ρι ε ε κε ε ε κρα α α ξα προς σε ει σα κου ου Κυ ρι ε ε κε ε ε κρα α α ξα προς σε ει σα κου ου ου σο ο ο ο ονμου ει σα α α κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε ε κρα α ξα προς σε ει σα α α κου σο ο ον μου προσ χες τη φω νη η η η η τη η

Διαβάστε περισσότερα

persoon praesens imperfectum sigmatische aoristus

persoon praesens imperfectum sigmatische aoristus Werkwoord actief Grammatica invulschema serie 6 persoon praesens imperfectum sigmatische aoristus thematische aoristus 1 ev (ik) κρου-ω ἐ-κρου-ον ἐ-κρου-σα εἰπ-ον 2 ev ( jij) κρου-εις ἐ-κρου-ες ἐ-κρου-σας

Διαβάστε περισσότερα

ε ε λε η σον Κυ ρι ε ε ε

ε ε λε η σον Κυ ρι ε ε ε Ἡ τάξις τοῦ ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου ᾶσα νοὴ Αἰνεσάτω ὁ ιάκονος: Τοῦ Κυρίου δεηθῶµεν Κυ ρι ε ε λε η σον ὁ Ἱερεύς: Ὅτι Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡµῶν, Ἦχος η α σα πνο η αι νε σα α τω τον Κυ ρι ον Αι νε σα α τω πνο η πα

Διαβάστε περισσότερα

K υ ρι ε ε λε η σον Κ υ ρι ε ε λε ε η σον Κ υ ρι ε ε λε η σον Κ υ υ ρι ε ε λε ε η σον

K υ ρι ε ε λε η σον Κ υ ρι ε ε λε ε η σον Κ υ ρι ε ε λε η σον Κ υ υ ρι ε ε λε ε η σον Κ Α Τ Α Ν Υ Κ Τ Ι Κ Α ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ Ἦχος νη 1. 2.. 4. 5. K υ ρι ε ε λε η σον Κ υ ρι ε ε λε ε η σον Κ υ ρι ε ε λε η σον Κ υ υ ρι ε ε λε ε η σον Κ υ ρι ε ε λε η σον Ε ις πολ λα ε τη Δεσ πο τα Υ περ Α γι

Διαβάστε περισσότερα

Ποίημα Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, μεγάλου ὑμνογράφου τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἑκκλησίας. Μελοποίησις: Ἰωάννης Νέγρης. ΕΙΣ ΤΟΝ Μ.

Ποίημα Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, μεγάλου ὑμνογράφου τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἑκκλησίας. Μελοποίησις: Ἰωάννης Νέγρης. ΕΙΣ ΤΟΝ Μ. Ποίημα Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, μεγάλου ὑμνογράφου τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἑκκλησίας. Μελοποίησις: Ἰωάννης Νέγρης. ΕΙΣ ΤΟΝ Μ. ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ 1 2 3 Καὶ πάλιν 4 Κύριε ἐλέησον «ἑξαπλᾶ» Κατὰ τὴν Ἁγιορειτικὴν παράδοσιν.

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου σο ο ο ον

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ. Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ

ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ. Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ Ει σα γω γή 1 ου Μέ ρους...16 1 ο Κε φά λαιο: Ε ΛΕΥ ΘΕ ΡΟΣ ΧΡΟ ΝΟΣ & Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ 1.1 Οι έν νοιες του ε λεύ θε ρου χρό νου και της ανα ψυ χής...17

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ. Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος Πα. ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει. σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο

ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ. Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος Πα. ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει. σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ΡΟΗΙΑΣΕΗ Ἐν τῷ ἑσπρινῷ τῆς ροηγιασμένης Ἦχος α υ ρι κ κρα α ξα προ ο ος σ ι σα κου ου ου σο ο ον μου ι σα κου σο ον μου ου υ υ υ ρι ι ι υ ρι κ κρα α ξα προ ος σ ι σα α α κου σο ο ον μου προ σχς τη φω νη

Διαβάστε περισσότερα

Traducción. Tema de PRESENTE AORISTO FUTURO PERFECTO. tiempos históricos. Departamento de Griego IES Avempace. pretérito imperfecto

Traducción. Tema de PRESENTE AORISTO FUTURO PERFECTO. tiempos históricos. Departamento de Griego IES Avempace. pretérito imperfecto Traducción VOZ ACTIVA λύ-ω λύ-εις λύ-ει λύ-ο-μεν λύ-ε-τε λύ-ουσι (ν) ἔ-λυ-ο-ν ἔ-λυ-ε-ς ἔ-λυ-ε (ν) ἐ-λύ-ο-μεν ἐ-λύ-ε-τε ἔ-λυ-ο-ν λύ-ω λύ-ῃ-ς λύ-ῃ λύ-ω-μεν λύ-η-τε λύ-ω-σι (ν) λύ-ο-ι-μι λύ-ο-ι-ς λύ-ο-ι λύ-ο-ι-μεν

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΜΒΑΚΙ - ΚΛΩΣΤΙΚΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΒΑΜΒΑΚΙ Ε ΞΑ ΠΛΩ ΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΚΟ ΝΟ ΜΙ ΚΗ ΣΗ ΜΑ ΣΙΑ Γε νι κά

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΜΒΑΚΙ - ΚΛΩΣΤΙΚΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΒΑΜΒΑΚΙ Ε ΞΑ ΠΛΩ ΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΚΟ ΝΟ ΜΙ ΚΗ ΣΗ ΜΑ ΣΙΑ Γε νι κά Περιεχόμενα ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΜΒΑΚΙ - ΚΛΩΣΤΙΚΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΒΑΜΒΑΚΙ... 19 1. Ε ΞΑ ΠΛΩ ΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΚΟ ΝΟ ΜΙ ΚΗ ΣΗ ΜΑ ΣΙΑ... 19 1.1. Γε νι κά... 19 1.2. Η καλ λιέρ γεια του βαμ βα κιού στην Ελ λά

Διαβάστε περισσότερα

των Κοι νω νι κών λει τουρ γών που α πα σχο λού νται στις Νευ ρο ψυ χι α τρι κές κλι νι κές Α θη νών & περιχώρων Ot02R03

των Κοι νω νι κών λει τουρ γών που α πα σχο λού νται στις Νευ ρο ψυ χι α τρι κές κλι νι κές Α θη νών & περιχώρων Ot02R03 των Κοι νω νι κών λει τουρ γών που α πα σχο λού νται στις Νευ ρο ψυ χι α τρι κές κλι νι κές Α θη νών & περιχώρων Ot02R03 ΚΩΩ Δ Ι ΚO ΠOΙ Η ΣΗ ΣYΛ ΛO ΓΙ ΚΩΩΝ ΡYΘ ΜΙ ΣΕ ΩΩΝ (ΣΣΕ & Δ Α) ΤΩΩΝ ΚOΙ ΝΩΩ ΝΙ ΚΩΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ ΦΩΝΗ ΣΥΖΥΓΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΤΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ ΦΩΝΗ ΣΥΖΥΓΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ ΦΩΝΗ ΣΥΖΥΓΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Α. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ Α.1. ΦΩΝΗ Τα ρήματα σχηματίζουν δύο φωνές. α. Ενεργητική Φωνή β. Παθητική

Διαβάστε περισσότερα

Ο Απ λλων αλαμαρι αν ρ εται στην εθνικ κατηυ ρ α γυναικι ν

Ο Απ λλων αλαμαρι αν ρ εται στην εθνικ κατηυ ρ α γυναικι ν Ω α μ Ξ Π ΦΑ ΡΚΩ Ν Ξ Π Γ Τ κνκ Γ μ Ν ψ ο Ω Ω κ ρ Θ Κ ΓΩ Γ Μ ΡΥ χ κ φ Θ Γ Α Ν Ω Γ Π Βθ Ω Π Ν Ω Ν Κ γρ Π Ρ Ρ γ γ Γ Ρ Π Π Φ ΠΡ Φ Γ ΠΕΡ ν ν α Ε μο αν ρ ετα σ ν Γ εθνκ κατγορ α νρ ν ΔΡΩ ΡΔ Τ Μ Γ ΥΡ Χ Ρ Τθ Ρ

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα κου ου ου σο ο ον μου ει σα κου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ει σα α α κου σο ο ο ον

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ. Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ

ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ. Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ Ει σα γω γή 1 ου Μέ ρους...16 1 ο Κε φά λαιο: Ε ΛΕΥ ΘΕ ΡΟΣ ΧΡΟ ΝΟΣ & Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ 1.1 Οι έν νοιες του ε λεύ θε ρου χρό νου και της ανα ψυ χής...17

Διαβάστε περισσότερα

των ερ γα το τε χνι τών εργοστασίων Τσιµεντολίθων, ό λης της χώρας O41R09

των ερ γα το τε χνι τών εργοστασίων Τσιµεντολίθων, ό λης της χώρας O41R09 των ερ γα το τε χνι τών εργοστασίων Τσιµεντολίθων, ό λης της χώρας O41R09 ΚΩΩ Δ Ι ΚO ΠOΙ Η ΣΗ ΣYΛ ΛO ΓΙ ΚΩΩΝ ΡYΘ ΜΙ ΣΕ ΩΩΝ (ΣΣΕ & Δ Α) ΤΩΩΝ ΕΡ ΓΑ ΤO ΤΕ ΧΝΙ ΤΩΩΝ ΕΡ ΓO ΣΤΑ ΣΙ ΩΩΝ ΤΣΙ ΜΕ ΝΤO ΛΙ ΘΩΩΝ, ΤΣΙ

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Τῌ ΤΕΤΑΡΤῌ Β ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΝΗΣΤΕΙΩΝ Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης 1 Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα ξα α προ ο ος σε ε ει σα κου σο ο ον μου ει σα α κου ου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ

Διαβάστε περισσότερα

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης Ἦχος Πα υ ρι ε ε κε κρα ξα α προ ο ος σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου ει σα α κου ου σο ον μου ου Κυ υ υ ρι ι ι ι ε Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ος σε ε ει σα κου σο ο ο ον μου

Διαβάστε περισσότερα

των ερ γα ζο µέ νων σε ε πι χει ρή σεις Έ ρευ νας - Ε ξό ρυ ξης, Με λε τών και Δ ιΰ λι σης Αρ γού Πε τρε λαί ου ό λης της χώ ρας K65R10

των ερ γα ζο µέ νων σε ε πι χει ρή σεις Έ ρευ νας - Ε ξό ρυ ξης, Με λε τών και Δ ιΰ λι σης Αρ γού Πε τρε λαί ου ό λης της χώ ρας K65R10 των ερ γα ζο µέ νων σε ε πι χει ρή σεις Έ ρευ νας - Ε ξό ρυ ξης, Με λε τών και Δ ιΰ λι σης Αρ γού Πε τρε λαί ου ό λης της χώ ρας K65R10 2 ΚΩΩ Δ Ι ΚO ΠOΙ Η ΣΗ ΡYΘ ΜΙ ΣΕ ΩΩΝ (ΣΣΕ & Δ Α) ΕΡ ΓΑΖO ΜΕ ΝΩΩΝ ΣΕ

Διαβάστε περισσότερα

Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα

Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα ΤΗ Ζ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΝΙΚΑΝΟΡΟΣ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ Ἡ µουσική καταγραφή τῶν µελῶν ἔγινε ἀπό τὰ χειρόγραφα µουσικά κείµενα τοῦ π. Χρίστου Κυριακοπούλου Μετὰ

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις Γραμματικής

Ασκήσεις Γραμματικής Όνομα:. Γ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ Ημερομηνία :. Ασκήσεις Γραμματικής 1. Συμπληρώνω τα ρήματα όπως στο παράδειγμα : (εγώ) στήνομαι (εγώ) αστειεύομ (εμείς) στρώνουμ (εσύ) φυλάγεσ (αυτός) σηκώνετ (αυτός) διορθώνετ (εσύ)

Διαβάστε περισσότερα

οξαστικὸν Ἀποστίχων Ὄρθρου Μ. Τετάρτης z 8 a A

οξαστικὸν Ἀποστίχων Ὄρθρου Μ. Τετάρτης z 8 a A οξαστικὸν Ἀποστίχων Ὄρθρου Μ. Τετάρτης z 8 a A δ ` 3kς 3qz 3{9 ` ]l 3 # ~-?1 [ve 3 3*~ /[ [ ` ο `` ο ~ ο ```` ξα ~ ``` Πα```` α ` τρι ```ι ``` ι ` ι ~ και ``αι [D # ` 4K / [ [D`3k δδ 13` 4K[ \v~-?3[ve

Διαβάστε περισσότερα

των Ξε να γών Ρόδου Ot04R14

των Ξε να γών Ρόδου Ot04R14 των Ξε να γών Ρόδου Ot04R14 να γούς που εργάζονται στη Ρόδο, οι οποίοι πα ρέ χουν τις υπηρεσίες τους στους εργοδότες τους τουριστικούς πράκτορες πραγµατικά µε σχέση εξηρτηµένης εργασίας Δ. ΚΑ ΘO ΡΙ ΣΜOΣ

Διαβάστε περισσότερα

Α θ ή ν α, 7 Α π ρ ι λ ί ο υ

Α θ ή ν α, 7 Α π ρ ι λ ί ο υ Α θ ή ν α, 7 Α π ρ ι λ ί ο υ 2 0 1 6 Τ ε ύ χ ο ς Δ ι α κ ή ρ υ ξ η ς Α ν ο ι κ τ ο ύ Δ ι ε θ ν ο ύ ς Δ ι α γ ω ν ι σ μ ο ύ 0 1 / 2 0 1 6 μ ε κ ρ ι τ ή ρ ι ο κ α τ α κ ύ ρ ω σ η ς τ η ν π λ έ ο ν σ υ μ

Διαβάστε περισσότερα

Φύλλο εργασία στη Γραµµατική Ενεστώτα και Μέλλοντα Μέση Φωνή

Φύλλο εργασία στη Γραµµατική Ενεστώτα και Μέλλοντα Μέση Φωνή ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΝΟΤΗΤΑ 14 ( βιβλίο Α Γυµνασίου) Φύλλο εργασία στη Γραµµατική Ενεστώτα και Μέλλοντα Μέση Φωνή γ λύω Σ λύει Ο το λύει µε λύοµεν µε λύετε Ο τοι λύουσι(ν) Ποιο χρόνο συναντάµε

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις γραμματικής. Να γράψετε τις πλάγιες πτώσεις στα τρία γένη των δύο αριθμών: δράς, θείς, γνούς, εἰδώς, ἀδικῶν, ἀπολλύς.

Ασκήσεις γραμματικής. Να γράψετε τις πλάγιες πτώσεις στα τρία γένη των δύο αριθμών: δράς, θείς, γνούς, εἰδώς, ἀδικῶν, ἀπολλύς. Ασκήσεις γραμματικής ΑΣΚΗΣΗ 1 Να γράψετε τις πλάγιες πτώσεις στα τρία γένη των δύο αριθμών: δράς, θείς, γνούς, εἰδώς, ἀδικῶν, ἀπολλύς. δρὰς θεὶς γνοὺς εἰδὼς ἀδικῶν ἀπολλὺς δρὰς δράντος, δράντι, δράντα

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελεσματικός Προπονητής

Αποτελεσματικός Προπονητής ÐÝñêïò Ι. ÓôÝ öá íïò & Χριστόπουλος Β. Γιάννης Αποτελεσματικός Προπονητής Ένας οδηγός για προπονητές όλων των ομαδικών αθλημάτων Θεσσαλονίκη 2011 Ðå ñéå ü ìå íá Ðñü ëï ãïò...6 Åé óá ãù ãþ...11 Êå öü ëáéï

Διαβάστε περισσότερα

anjologion ellhnikwn grammatoseirwn

anjologion ellhnikwn grammatoseirwn anjologion ellhnikwn grammatoseirwn Απλ µονοτυπικ Λειψίας µονοτυπικ εκαεξάρια τ ς κάσας εκαεξάρια Λειψίας τ ς κάσας Πελασγικ µονοτυπικ Αττικ µονοτυπικ Εκδ σεων «Μπ λ Λ τρ» Μα ρα 486 µονοτυπικ Μπεκκεριάνα

Διαβάστε περισσότερα

των εργαζοµένων στα εργοστάσια και εργαστήρια Κοπής και Επεξεργασίας Μαρµάρων όλης της χώρας

των εργαζοµένων στα εργοστάσια και εργαστήρια Κοπής και Επεξεργασίας Μαρµάρων όλης της χώρας των εργαζοµένων στα εργοστάσια και εργαστήρια Κοπής και Επεξεργασίας Μαρµάρων όλης της χώρας K63R09 ΚΩΩ Δ Ι ΚO ΠOΙ Η ΣΗ ΡYΘ ΜΙ ΣΕ ΩΩΝ (ΣΣΕ & Δ Α) TΩΩN EPΓAZOMENΩΩN ΣTA ΕΡ ΓO ΣΤΑ ΣΙΑ ΚΑΙ ΕΡ ΓΑ ΣΤΗ ΡΙΑ ΚO

Διαβάστε περισσότερα

Η εταιρεία Kiefer. ιδρυ θηκε το 2014 και θεωρει ται μι α απο τις. μεγαλυ τερες εταιρει ες Κατασκευη ς Μονα δων. Ηλεκτροπαραγωγη ς απο Ανανεω σιμες

Η εταιρεία Kiefer. ιδρυ θηκε το 2014 και θεωρει ται μι α απο τις. μεγαλυ τερες εταιρει ες Κατασκευη ς Μονα δων. Ηλεκτροπαραγωγη ς απο Ανανεω σιμες Η εταιρεία Kiefer ιδρυ θηκε το 2014 και θεωρει ται μι α απο τις μεγαλυ τερες εταιρει ες Κατασκευη ς Μονα δων Ηλεκτροπαραγωγη ς απο Ανανεω σιμες Πηγε ς Ενε ργειας στην Ελλα δα. Αναλαμβα νει ε ργα ως EPC

Διαβάστε περισσότερα

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: 03-04 ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Προγραμματισμός κατά ενότητα Ενότητα Α. Κείμενο Θυσία για την πατρίδα ½ Εκμάθηση λεξιλογίου: εὐδαίμων,

Διαβάστε περισσότερα

Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Α Κ Α Ι Σ Τ Ρ Α Τ Ι Ω Τ Ι Κ Α Γ Ε Γ Ο Ν Ο Τ Α

Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Α Κ Α Ι Σ Τ Ρ Α Τ Ι Ω Τ Ι Κ Α Γ Ε Γ Ο Ν Ο Τ Α Α Ρ Χ Α Ι Α Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Α Κ Α Ι Σ Τ Ρ Α Τ Ι Ω Τ Ι Κ Α Γ Ε Γ Ο Ν Ο Τ Α Σ η µ ε ί ω σ η : σ υ ν ά δ ε λ φ ο ι, ν α µ ο υ σ υ γ χ ω ρ ή σ ε τ ε τ ο γ ρ ή γ ο ρ ο κ α ι α τ η µ έ λ η τ ο ύ

Διαβάστε περισσότερα

ΡΗΜΑΤΑ. Στην πρώτη περίπτωση κάποιος ενεργεί (ρήμα) και η ενέργειά του αυτή ασκείται σε ένα άλλο πρόσωπο ή πράγμα έξω από αυτόν.

ΡΗΜΑΤΑ. Στην πρώτη περίπτωση κάποιος ενεργεί (ρήμα) και η ενέργειά του αυτή ασκείται σε ένα άλλο πρόσωπο ή πράγμα έξω από αυτόν. ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε πλήθος ομάδα λέξεων μετά τα ουσιαστικά. Τα ρήματα δείχνουν πράξεις. Όπως δείχνουν και τα παρακάτω σχήματα έχουμε τις εξής περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση

Διαβάστε περισσότερα

ттсöттсöттўтссчсчøѓūţşѓф

ттсöттсöттўтссчсчøѓūţşѓф 1 Δοξολογία Εἰρμολογική ẅѓỳѓѓ ЃЃΝη Ἀπαγγελία Θρ. Στανίτσα - Νικ. Δανιηλίδη ч ñ ЃЃЃЃЃЃЃЃЃ ПзÙЃтéЃЃтЃЃтòёЃЃчéЃчöЃЃтЃЃтЃЃсЃсØ ЃūţŞЃЃцЃт Νε ο ξα α σοι τω δει ξαν τι το φως δο ξα с с ц Ù Ѓ т Ѓ т é Ѓ т ò ūţşѓщ

Διαβάστε περισσότερα

Ασκήσεις γραμματικής

Ασκήσεις γραμματικής Ασκήσεις γραμματικής ΑΣΚΗΣΗ 1 Να μεταφέρετε καθέναν από τους δοσμένους τύπους στον αντίστοιχο τύπο του παθητικού αορίστου β : Παθητικός αόριστος β ἀπαλλάξεται διαγράφησθε συλλέγειν ἐπίπληξον ἀποτετραμμένοι

Διαβάστε περισσότερα

Πα κ έ τ ο Ε ρ γ α σ ί α ς 4 Α ν ά π τ υ ξ η κ α ι π ρ ο σ α ρ µ ο γ ή έ ν τ υ π ο υ κ α ι η λ ε κ τ ρ ο ν ι κ ο ύ ε κ π α ι δ ε υ τ ι κ ο ύ υ λ ι κ ο

Πα κ έ τ ο Ε ρ γ α σ ί α ς 4 Α ν ά π τ υ ξ η κ α ι π ρ ο σ α ρ µ ο γ ή έ ν τ υ π ο υ κ α ι η λ ε κ τ ρ ο ν ι κ ο ύ ε κ π α ι δ ε υ τ ι κ ο ύ υ λ ι κ ο ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Θ ΕΣΣΑΛ ΙΑΣ ΠΟΛ Υ ΤΕΧ ΝΙΚ Η ΣΧ ΟΛ Η ΤΜΗΜΑ ΜΗΧ ΑΝΟΛ ΟΓ Ω Ν ΜΗΧ ΑΝΙΚ Ω Ν Β ΙΟΜΗΧ ΑΝΙΑΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ Π Π Σ ΣΥ ΝΟΠ Τ Ι Κ Η Ε Κ Θ Ε ΣΗ ΠΕ 4 Α Ν Α ΠΤ Υ Ξ Η Κ Α Ι ΠΡ Ο Σ Α Ρ Μ Ο Γ Η ΕΝ Τ Υ ΠΟ Υ Κ Α

Διαβάστε περισσότερα