Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών"

Transcript

1 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Καταγραφή, αξιολόγηση και προτάσεις Αλίκη Μεταλληνού Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2013

2 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Καταγραφή, αξιολόγηση και προτάσεις Αλίκη Μεταλληνού Γεωργία Ποζουκίδου Επιβλέπουσα, Λέκτορας Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη, Ιούλιος

3 Η διεκπαιρέωση της παρούσας διπλωματικής εργασίας δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την σημαντική αρωγή ορισμένων προσώπων, τα οποία θα ήθελα να ευχαριστήσω. Αρχικά, θα ήθελα να εκφράσω ιδιαίτερες ευχαριστίες στην επιβλέπουσα καθηγήτρια κα. Γεωργία Ποζουκίδου για την υπομονή, τη βοήθεια, τη καθοδήγηση και τη συνεργασία της, καθ όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της εργασίας. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους γονείς μου και την οικογένειά μου για την ηθική συμπαράσταση που μου παρείχαν. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω βαθύτατα τους φίλους μου για τη συμπαράσταση και την κατανόηση που μου έδειξαν. 3

4 Περιεχόμενα Περιεχόμενα... 4 Περιεχόμενα Πινάκων... 6 Περιεχόμενα Εικόνων... 6 Περιεχόμενα Γραφημάτων... 8 Ακρωνύμια... 9 Περίληψη Abstract Εισαγωγή ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ: ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΙΕΘΝΗ ΚΕΙΜΕΝΑ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Συμβούλιο της Ευρώπης Δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Πολιτιστική Πολιτική Περιφερειακή Πολιτική Αστική και Χωροταξική Πολιτική Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ (1975/86/01/08) ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 594/1978, «ΠΕΡΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΥ ΩΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ..» Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Οριοθέτηση και κατηγορίες οικισμών κάτω των 2000 κατοίκων Νομοθετικό Διάταγμα 8/1973 περί «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός», ν.1577/85, 2831/2000 και 4067/ Νόμος 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας» Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ: Ν. 2742/ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ: Ν. 1650/ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ: Ν. 3028/ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ: Ν. 2039/1992 «ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΓΡΑΝΑΔΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ

5 4.2.ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Χωρική Κατανομή Πληθυσμιακή Κατανομή ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ «ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ, ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑΣ Πρόγραμμα αναγνώρισης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας για την ποιοτική αναβάθμιση των οικισμών του νομού Καστοριάς Μελέτη αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας Μελέτη αναγνώρισης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των οικισμών του νομού Γρεβενών ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΕ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΙΕΡΙΑΣ Επιλογή οικισμών του Ν. Πιερίας για την εφαρμογή της τυπολογίας Ανάλυση υφιστάμενης κατάστασης των επιλεγμένων οικισμών του νομού Πιερίας Παραδοσιακοί οικισμοί Αξιόλογοι Οικισμοί Αρκετά Αξιόλογοι Οικισμοί ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΣΤΗ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Επιλογή Κριτηρίων Καθορισμός και περιγραφή κριτηρίων Κωδικοποίηση και βαθμός προστασίας Εφαρμογή τυπολογίας και βαθμού προστασίας σε αξιόλογους και παραδοσιακούς οικισμούς του Νομού Πιερίας Κατευθύνσεις βαθμών προστασίας παραδοσιακών οικισμών Συμπεράσματα Βιβλιογραφία ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χάρτες Πίνακες παραδοσιακών οικισμών

6 Περιεχόμενα Πινάκων Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 4.3.1: Οι νομοί της Ελλάδος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 4.3.2: Χωρική Κατανομή πλήθους ηπειρωτικών και νησιωτικών παραδοσιακών οικισμών σε σχέση με το ανάγλυφο Πίνακας 4.3.3: Η κατανομή του πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικισμούς κάτω των 2000 κατοίκων Πίνακας : Η κατανομή του πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικισμούς άνω των 2000 κατοίκων Πίνακας 4.3.5: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ( ) Πίνακας 4.3.6: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ( ) Πίνακας 4.3.7: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους οικισμούς με βάση το ανάγλυφο Πίνακας 4.3.8: Ποσοστό πλήθους Π. Οικισμών επί του συνόλου ανά περιφέρεια ( ) Πίνακας 4.3.9: Ποσοστό πλήθους Π. Οικισμών επί του συνόλου ανά περιφέρεια ( ) Πίνακας 5.2.1:Προτάσεις προγράμματος αναγνώρισης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας για την ποιοτική αναβάθμιση των οικισμών του νομού Καστοριάς Πίνακας 5.2.2: Ομαδοποιήσεις οικισμών του νομού Πιερίας με βάση διαφορετικά χαρακτηριστικά, Ομάδα Α Πίνακας 5.2.3: Ομαδοποιήσεις οικισμών του νομού Πιερίας με βάση διαφορετικά χαρακτηριστικά, Ομάδα Β Πίνακας 5.2.4: Ομαδοποιήσεις οικισμών του νομού Πιερίας με βάση διαφορετικά χαρακτηριστικά, Ομάδα Γ Πίνακας 6.1.1: Κριτήρια τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 6.2.1: Κωδικοποίηση τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 6.2.2: Τυπολογία και Βαθμός Προστασίας Παραδοσιακών Οικισμών Πίνακας 6.3.1: Οικισμοί του Ν. Πιερίας που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή της τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών ταξινομημένοι βάσει των πολεοδομικών/ αρχιτεκτονικών μορφολογικών χαρακτηριστικών τους Πίνακας 6.3.2: Πληθυσμιακά στοιχεία οικισμών Ν. Πιερίας Πίνακας 6.3.3: Ποσοστό απασχολούμενων ανά οικονομικό τομέα παραγωγής των οικισμών του Ν. Πιερίας Πίνακας 6.4.1: Εφαρμογή κριτηρίων τυπολογίας στον παραδοσιακό οικισμό του Παλαιού Παντελεήμονα Πίνακας 6.4.2: Ταξινόμηση του οικισμού του Παλαιού Παντελεήμονα σε τύπο παραδοσιακού οικισμού Πίνακας 6.4.3: Εφαρμογή τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών στους οικισμούς του Ν. Πιερίας : Νέα κριτήρια τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 6.5.2: Νέα κωδικοποίηση τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών Πίνακας 6.5.3: Νέα τυπολογία παραδοσιακών οικισμών και βαθμός προστασίας Πίνακας 6.5.4: Τυπολογία και Βαθμός Προστασίας Παραδοσιακών Οικισμών μετά την ενσωμάτωση των αναπτυξιακών κριτηρίων

7 Περιεχόμενα Εικόνων Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Εικόνα 2.1.1: Κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών..18 Εικόνα 2.1.2: Ιεράρχηση στοιχείων του περιβάλλοντος Εικόνα 4.1.1: Χάρτης της Παροικιάς, Πάρου Εικόνα 4.1.2: Χάρτης του παραδοσιακού οικισμού Μόλυβου, Μυτιλήνης. Οχυρωματικός πολεοδομικός ιστός Εικόνα 4.1.3: Οικισμός Βάθεια, Μάνη Εικόνα 4.1.4: Τυπικός κυλινδρικός θόλος κατοικιών παραδοσιακού οικισμού Σαντορίνης.51 Εικόνα 4.1.5: Τοπογραφικό διάγραμμα παραδοσιακού οικισμού Βυζίτσας, Πηλίου. Τύπος πολεοδομικού ιστού που συγκρατεί και συσχετίζει τους ελεύθερα χωροθετημένους όγκους σπιτιών Εικόνα 4.1.6: Τοπογραφικό παραδοσιακού οικισμού Μεγάλου Πάπιγκου, Ιωαννίνων. Μονοκεντρικός τύπος οικισμού Εικόνα 4.1.7:Αντιπροσωπευτική Αρχιτεκτονική κατά περιοχές της Χώρας Εικόνα 4.3.1: Το ποσοστό των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες Εικόνα 4.3.2: Το πλήθος των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες ανά περιφέρεια Εικόνα 5.1.1:Μητρώο συλλογής στοιχείων οικισμών της Χώρας για τον οικισμό Αναβατός, Χίου (1) Εικόνα 5.1.2: Μητρώο συλλογής στοιχείων οικισμών της Χώρας για τον οικισμό Αναβατός, Χίου (2) Εικόνα 5.1.3: Συγκεντρωτικός πίνακας των αξιόλογων οικισμών της Χώρας κατά νομό.70 Εικόνα 5.1.4: Συγκεντρωτικός πίνακας των αξιόλογων οικισμών της Χώρας κατά περιφέρεια Εικόνα 5.2.1: Ομαδοποίηση οικισμών με κοινά τοπογραφικά-περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά μελέτης ν. Πιερίας Εικόνα 5.2.2: Ομαδοποίηση οικισμών σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία και τις επικρατούσες δραστηριότητες μελέτης ν. Πιερίας Εικόνα 5.2.3: Ομαδοποίηση οικισμών με κοινά πολεοδομικά- αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά μελέτης ν. Πιερίας Εικόνα 5.2.4: Χάρτης διαχωρισμού ν. Γρεβενών σε τρεις ομάδες για την μελέτη των οικισμών Εικόνα 5.2.5: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής του ν. Γρεβενών (1) 87 Εικόνα 5.2.6: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής ν. Γρεβενών. Πολεοδομικά στοιχεία (2) 87 Εικόνα 5.2.7: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής του ν. Γρεβενών. Μορφολογικά στοιχεία (3) Εικόνα 5.2.8: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής του ν. Γρεβενών. Δομικά στοιχεία (4) Εικόνα 6.3.1: Χάρτης επιλεγμένων οικισμών του ν. Πιερίας για την εφαρμογή της τυπολογίας Εικόνα 6.4.1: Χάρτης που απεικονίζει τα αποτελέσματα της εφαρμογής της τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών στους οικισμούς του ν. Πιερίας Εικόνα 6.5.1: Χάρτης που απεικονίζει τα αποτελέσματα της εφαρμογής της νέας τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών στους οικισμούς του ν. Πιερίας

8 Περιεχόμενα Γραφημάτων Γράφημα 1.1: Κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών Γράφημα 1.2:Ιεράρχηση στοιχείων του περιβάλλοντος Γράφημα 4.3.1: Το ποσοστό των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες Γράφημα 4.3.2: Το πλήθος των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες ανά περιφέρεια

9 Ακρωνύμια ΓΟΚ: Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός ΕΕ: Ευρωπαϊκή Ένωση ΕΟΚ: Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ΕΠ: Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ΕΛΣΤΑΤ: Ελληνική Στατιστική Αρχή ΕΠΑ: Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης ΕΤΠΑ: Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης ΚΠΣ: Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης ΝΔ: Νομοθετικό Διάταγμα ΝΟΚ: Νέος Οικοδομικός Κανονισμός ΠΔ: Προεδρικό Διάταγμα ΠΕΠ: Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ΣΑΚΧ: Σχέδιο Ανάπτυξης Κοινοτικού Χώρου ΥΘΥΝΑΛ: Υπουργείο Θαλάσσιων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας ΥΜΑΘ: Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης ΥΝΑ: Υπουργείο Νησιωτικής Πολιτικής ΥΠΑΙ: Υπουργείο Αιγαίου ΥΠΕΚΑ: Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ΥΠΕΧΩΔΕ: Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ΥΧΟΠ: Υπουργείο Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος ΦΕΚ: Φύλλο Εφημερίδος της Κυβερνήσεως 9

10 Περίληψη Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ελλάδας αποτελούν βασικό στοιχείο της αρχιτεκτονικής της κληρονομιάς. Είναι στην πλειοψηφία τους μικροί οικισμοί με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων και κατανέμονται σχεδόν ομοιόμορφα στην ηπειρωτική και νησιωτική χώρα. Αποτελούν οικισμούς άρρηκτα συνδεδεμένους με το φυσικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσονται. Τις περισσότερες φορές αυτό αποτέλεσε έναν από τους βασικούς παράγοντες διαμόρφωσης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Η αλλοίωση αυτών των χαρακτηριστικών που προκλήθηκε από διάφορους λόγους, όπως η άναρχη οικιστική ανάπτυξη και η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του τουρισμού, έθεσε επιτακτική την ανάγκη για την προστασία τους. Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας θεσπίστηκε για πρώτη φορά το 1978 με το π.δ. της 13 ης Νοεμβρίου «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών». Με αυτό το προεδρικό διάταγμα χαρακτηρίστηκαν 420 παραδοσιακοί οικισμοί, ενώ σήμερα ο αριθμός τους ξεπερνά τους 900. Από τότε μέχρι και σήμερα, έχει διαμορφωθεί ένα πλέγμα νομοθετικών διατάξεων που ρυθμίζουν την προστασία των παραδοσιακών οικισμών, το οποίο όμως παρουσιάζει μειονεκτήματα. Τα μειονεκτήματα αυτά εντοπίζονται στο γεγονός ότι το θεσμικό πλαίσιο που ρυθμίζει την προστασία των παραδοσιακών οικισμών δε λαμβάνει υπόψη την αυθεντικότητα τους, η οποία εκφράζεται μέσα από τα διαφορετικά και ιδιόμορφα χαρακτηριστικά του καθενός. Σκοπός της διπλωματικής εργασίας είναι διαμόρφωση ενός πλαισίου κατευθύνσεων για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών που θα ανταποκρίνεται στα ιδιαίτερα μορφολογικά, γεωγραφικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά των οικισμών αυτών. Αρχικά, στα πλαίσια της διπλωματικής αναλύεται η έννοια των παραδοσιακών οικισμών και πως αυτή εντάσσεται στην εθνική πολιτιστική κληρονομιά. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στο πλαίσιο προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από τα διεθνή και ευρωπαϊκά θεσμικά κείμενα. Κατόπιν, παρουσιάζεται μια εκτενής επισκόπηση του ελληνικού θεσμικού πλαισίου προστασίας των παραδοσιακών οικισμών, διερευνάται μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, της περιβαλλοντικής προστασίας και της προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και αξιολογείται υπό το πρίσμα των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων. Μετά την καταγραφή του θεσμικού πλαισίου προστασίας επιχειρήθηκε η παρουσίαση της χωρικής διάστασης των παραδοσιακών οικισμών. Καταγράφηκαν οι παράγοντες διαμόρφωσης των ιδιαίτερων μορφολογικών και πολεοδομικών χαρακτηριστικών τους και συντάχθηκε ένας ψηφιακός κατάλογος με το σύνολο των οικισμών, ο οποίος εμπλουτίστηκε με γεωγραφικά και πληθυσμιακά δεδομένα. Στη συνέχεια, μέσω τεσσάρων μελετών που διαχειρίζονται θέματα αναγνώρισης και αξιολόγησης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των παραδοσιακών οικισμών, αναζητήθηκαν και αξιολογήθηκαν μεθοδολογικές προσεγγίσεις τυπολογίας 10

11 με σκοπό την κατανόηση εκείνων των στοιχείων που είναι σημαντικά για την συγκρότηση μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών. Έπειτα, δόθηκε ένα παράδειγμα εφαρμογής στους αξιόλογους και παραδοσιακούς οικισμούς του ν. Πιερίας, μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών η οποία βασίζεται στα γεωγραφικά, γεωχωρικά και χωρικά χαρακτηριστικά τους. Στη συνέχεια, η τυπολογία αυτή εμπλουτίστηκε με αναπτυξιακά κριτήρια και εφαρμόστηκε εκ νέου στους οικισμούς. Τέλος, προτάθηκαν κατευθύνσεις για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τα μορφολογικά, γεωγραφικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά των οικισμών αυτών. Τα συμπεράσματα της παρούσας διπλωματικής εργασίας επικεντρώνονται στην ανεπάρκεια του ελληνικού θεσμικού πλαισίου προστασίας των παραδοσιακών οικισμών, στη συμβολή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών στην προστασία τους και στην αποτελεσματικότητα μιας τυπολογίας που θα εξειδίκευε την πολιτική και τους κανόνες προστασίας των παραδοσιακών οικισμών. 11

12 Abstract The traditional Greek settlements constitute an important part of Greece s architectural heritage. They are mostly small-scale villages (less than 2000 inhabitants) and characterized by a balanced geographical distribution both in insular and continental Greece. They are inextricably linked to their natural surroundings. In many cases, this was one of the key factors which formed their special characteristics. The deterioration of these characteristics was caused by various reasons, such as the unregulated residential growth and the uncontrolled development of tourism and made their protection a mandatory need. The protection of the Greek traditional settlements was first established in 1978, by the Presidential Decree 594/1978. With the Traditional Settlements Protection Act (TSPA) - or else the PD of 1978 for the Protection of Traditional Settlements - a total of 420 settlements were designated as traditional, while, today, their number has increased to more than 900. From then until today, a network of laws that regulate the protection of traditional settlements has been formed. However, there are several shortcomings. These are identified in the fact that the legislative framework for the designation and protection of traditional settlements does not take into consideration their authenticity, which is expressed through their various characteristics. The aim of the present diploma thesis is to form a framework of guidelines for the protection of traditional settlements that will meet the specific morphological, geographical and developmental characteristics of these settlements. Initially, this diploma thesis analyzes the concept of the traditional settlements and their part in the national cultural heritage. Then, it refers to the legislative framework for the protection of the cultural heritage through the international and European institutional documents. In addition, it presents a comprehensive overview of the Greek legislative framework for the protection of traditional settlements, which is investigated through the legislative framework of the spatial and urban planning, the environmental protection and the protection of the cultural and architectural heritage, as well as, it is evaluated in the light of international and European conventions. After recording the legislative framework for the protection, a presentation of the spatial dimension of the traditional settlements was attempted. Furthermore, the factors which formed the special architectural and morphological characteristics of the settlements were recorded and an updated database of the traditional settlements of Greece was established which was enriched with geographical and population data. Then, the methodological approaches of a typology are investigated and evaluated, through four studies which manage issues of recognition and evaluation of the architectural character of traditional settlements, and will help in comprehending those characteristics which are important in the formation of a typology for traditional settlements. 12

13 Afterwards, an example of a typology was applied to the traditional settlements of the Prefecture of Pieria. This typology is based on the geographical, geo-spatial and spatial characteristics of the traditional settlements. Following, the typology was enriched by development criteria and was reapplied to the same settlements. Finally, a number of protection guidelines for the traditional settlements were suggested, which correspond to the traditional settlements distinct geographical, spatial, morphological and developmental features. In conclusion, this diploma thesis focuses on the inefficiency of the Greek legislative framework for the protection of the traditional settlements, on the contribution of the traditional settlements special characteristics to their protection and on the effectiveness of a typology which would formulate general directions and rules for the protection of traditional settlements. 13

14 Εισαγωγή Οι ελληνικοί παραδοσιακοί οικισμοί αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας μας. Πρόκειται για οικισμούς με ιδιαίτερη ιστορική, πολεοδομική, αρχιτεκτονική, λαογραφική, κοινωνική και αισθητική φυσιογνωμία. Η υποβάθμιση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος λόγω σύγχρονων φαινομένων όπως η διόγκωση των αστικών κέντρων, η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και η ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού προκάλεσε σημαντικές αλλοιώσεις στους οικισμούς. Το γεγονός αυτό, δημιούργησε την ανάγκη προστασίας τους και οδήγησε στη δημιουργία ενός σύνθετου θεσμικού πλαισίου για τη ρύθμιση της προστασίας και διατήρησης των παραδοσιακών οικισμών. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διαμόρφωση ενός πλαισίου κατευθύνσεων για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών που θα ανταποκρίνεται στα ιδιαίτερα μορφολογικά, γεωγραφικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά των οικισμών αυτών. Η διπλωματική εργασία ξεκινά με εννοιολογικές διευκρινίσεις όσον αφορά στα στοιχεία του πολιτιστικού περιβάλλοντος μέσα από την μελέτη θεσμικών κειμένων καθώς και τη βοήθεια βιβλιογραφικών πηγών. Ορίζεται η έννοια των πολιτιστικών αγαθών, καθώς επίσης πραγματοποιείται ο διαχωρισμός τους βάσει διαφορετικών κριτηρίων. Τέλος, διερευνάται και αποσαφηνίζεται η έννοια της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μέσα στην οποία εντάσσονται και οι παραδοσιακοί οικισμοί. Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζεται η προστασία και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από τα διεθνή και ευρωπαϊκά θεσμικά κείμενα, τα οποία υπήρξαν αποτέλεσμα των δράσεων διεθνών οργανισμών και των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε διεθνές επίπεδο, καταγράφονται οι δράσεις του Εκπαιδευτικού, Επιστημονικού και Πολιτιστικού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO), ο οποίος από την ίδρυσή του μέχρι και σήμερα έχει οδηγήσει στη δημιουργία και κύρωση των σημαντικότερων συμβάσεων που αφορούν στην προστασία της πολιτιστικής και όχι μόνο κληρονομιάς. Ακόμη, αναφέρονται οι σχετικές δράσεις του μη κυβερνητικού οργανισμού «Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων» (ICOMOS) που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην προώθηση και ανάπτυξη του πολιτιστικού τομέα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παραθέτονται οι δράσεις του διακυβερνητικού πολιτικού οργανισμού, του Συμβουλίου της Ευρώπης, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου παρουσιάζεται το Συμβούλιο της Ευρώπης, το οποίο με σκοπό την προώθηση της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς συνέταξε και υιοθέτησε συμβάσεις, διακηρύξεις και συστάσεις οι οποίες και καταγράφονται, και οι σχετικές πολιτικές της Ευρωπαϊκή Ένωσης που στοχεύουν στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το τρίτο κεφάλαιο αποτελεί μια εκτενή επισκόπηση του θεσμικού πλαισίου προστασίας των παραδοσιακών οικισμών, ξεκινώντας από τη συνταγματική της κατοχύρωση το 1975 και το προεδρικό διάταγμα 594/1978, το πρώτο διάταγμα 14

15 χαρακτηρισμού οικισμών ως παραδοσιακών. Στη συνέχεια, διερευνάται η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, της περιβαλλοντικής προστασίας και της προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Κατόπιν, γίνεται εκτενής αναφορά στις συμβάσεις που υιοθετήθηκαν από την ελληνική νομοθεσία και έχουν ενσωματωθεί στο θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Στο τέλος του κεφαλαίου γίνεται μια σύντομη παρουσίαση της διαμόρφωσης της έννοιας της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα στο χρόνο και αξιολογείται το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο προστασίας υπό το πρίσμα των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων. Στο τέταρτο μέρος της εργασίας επιχειρείται η παρουσίαση της χωρικής διάστασης των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Αρχικά, καταγράφονται οι παράγοντες εκείνοι που οδήγησαν στη διαμόρφωση των ιδιαίτερων μορφολογικών και πολεοδομικών χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών της χώρας. Στη συνέχεια, περιγράφεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για τη σύνταξη ενός ψηφιακού καταλόγου (βάσης δεδομένων) που περιλαμβάνει το σύνολο των παραδοσιακών οικισμών της χώρας μέχρι την εκπόνηση της παρούσας διπλωματικής. Ο ψηφιακός κατάλογος εμπλουτίστηκε με γεωγραφικά και πληθυσμιακά δεδομένα βάση των οποίων προέκυψαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα σχετικά με τη χωρική κατανομή και την πληθυσμιακή φυσιογνωμία των παραδοσιακών οικισμών. Τα συμπεράσματα του παραπάνω κεφαλαίου επιβεβαίωσαν την ανάγκη για την ύπαρξη μιας τυπολογίας που θα εξειδίκευε την πολιτική και τους κανόνες προστασίας των παραδοσιακών οικισμών. Προς αυτήν την κατεύθυνση, στο πέμπτο κεφάλαιο αναζητούνται πρότερες μεθοδολογικές προσεγγίσεις τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών μέσα από την παρουσίαση τεσσάρων μελετών που διαχειρίζονται θέματα αναγνώρισης και αξιολόγησης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας και των μορφολογικών στοιχείων των οικισμών της Ελλάδας. Τέλος, επιχειρείται μια κριτική αξιολόγησης των μεθοδολογικών βημάτων που ακολούθησε η κάθε μελέτη με σκοπό τον εντοπισμό και την κατανόηση εκείνων των στοιχείων που είναι σημαντικά για την συγκρότηση μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών. Το έκτο κεφάλαιο αποτελεί ένα παράδειγμα εφαρμογής μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών, η οποία βασίζεται στα γεωγραφικά, γεωχωρικά και χωρικά χαρακτηριστικά τους. Αρχικά, παρουσιάζονται και αναλύονται τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται στην εν λόγω τυπολογία, καταγράφονται οι τύποι των παραδοσιακών οικισμών που καθορίζονται βάσει των προαναφερθέντων κριτηρίων και περιγράφεται ο αντίστοιχος βαθμός προστασίας. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας αυτήν την τυπολογία, και ακολουθώντας μια σειρά μεθοδολογικών βημάτων, δίνεται ένα παράδειγμα εφαρμογής της στου οικισμούς του νομού Πιερίας. Τα αποτελέσματα της εφαρμογής αυτής της τυπολογίας οδήγησαν σε ερωτήματα σχετικά με την επάρκεια των γεωγραφικών, γεωχωρικών και χωρικών κριτηρίων για το σχεδιασμό της. Γι αυτό το λόγο, θεωρήθηκε σκόπιμη η προσπάθεια ενσωμάτωσης στην ήδη υπάρχουσα τυπολογία επιπλέον κριτηρίων. Επιλέχθηκαν, λοιπόν, αναπτυξιακά κριτήρια τα οποία προστέθηκαν στην αρχική τυπολογία και οδήγησαν στο σχεδιασμό μιας διευρυμένης τυπολογίας, η οποία εφαρμόστηκε εκ νέου στους αξιόλογους και 15

16 παραδοσιακούς οικισμούς του ν. Πιερίας. Σκοπό της εφαρμογής της διευρυμένης τυπολογίας στους οικισμούς αποτελεί η σύγκριση των αποτελεσμάτων της με αυτά της αρχικής τυπολογίας. Μέσα από τη σύγκριση επιδιώκεται να ελεγχθεί εάν η αξιολόγηση περισσότερων χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών οδηγεί σε μια αποτελεσματικότερη και πιο εμπεριστατωμένη τυπολογία. Τέλος, προτείνονται γενικές κατευθύνσεις προστασίας για κάθε τύπο οικισμού όπως έχει προκύψει από την εφαρμογή της τυπολογίας, οι οποίες βασίζονται στα ιδιαίτερα μορφολογικά, γεωγραφικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά των οικισμών αυτών. 16

17 1. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ: ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Οι ορισμοί που έχουν δοθεί κατά καιρούς στο πολιτιστικό περιβάλλον και τα στοιχεία του, προέρχονται κυρίως από την ελληνική νομοθεσία και τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Συμβάσεις. Το εκάστοτε κείμενο προς εξυπηρέτηση των σκοπών του πλάθει έναν νέο ορισμό για τα πολιτιστικά στοιχεία με αποτέλεσμα η έννοια τους να διευρύνεται συνεχώς. Η μεθοδολογία που εφαρμόζεται για την εννοιολογική αποσαφήνιση των στοιχείων αυτών είναι ιεραρχική, θεωρώντας ως αρχή το περιβάλλον, και στα πλαίσια της παρατίθενται διαφορετικοί ορισμοί που έχουν δοθεί από θεσμικά κείμενα (βλ. Γράφημα 1.2). Το περιβάλλον διακρίνεται σε φυσικό και πολιτιστικό ή ανθρωπογενές σύμφωνα με το Σύνταγμα 1975/2008. Η διάκριση αυτή σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο (2005) εντοπίζεται και στο νόμο 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» στον οποίο ορίζεται ως περιβάλλον «το σύνολο των φυσικών η και ανθρωπογενών παραγόντων και στοιχείων που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση και επηρεάζουν την οικολογική ισορροπία, την ποιότητα της ζωής, την υγεία των κατοίκων, την ιστορική και πολιτιστική παράδοση και τις αισθητικές αξίες» (ΦΕΚ 160/ Α ). Το πολιτιστικό περιβάλλον «περιλαμβάνει όλα τα πολιτιστικά αγαθά και στοιχεία που αποτελούν μαρτυρίες της ύπαρξης και της δραστηριότητας, της παρέμβασης και της σχέσης του ανθρώπου με το χώρο» (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Το φυσικό περιβάλλον διαχωρίζεται από το πολιτιστικό διότι δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης, αφού είναι δημιούργημα της φύσης (Χριστοφιλόπουλος, 2002). Το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον έχουν προσδιοριστεί και από την ελληνική νομοθεσία. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το νόμο 360/1976 «Περί Χωροταξίας και Περιβάλλοντος» ως φυσικό περιβάλλον ορίζεται ο «χερσαίος, θαλάσσιος και εναέριος χώρος που περιβάλλει τον άνθρωπο μαζί με τη χλωρίδα, πανίδα και τους φυσικούς του πόρους», ενώ ως πολιτιστικό ορίζονται «τα ανθρωπογενή στοιχεία πολιτισμού και χαρακτηριστικά, όπως διαμορφώθηκαν από την παρέμβαση και τη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, περιλαμβανομένων των ιστορικών χώρων και της καλλιτεχνικής και πολιτιστικής εν γένει κληρονομιάς της χώρας» (ΦΕΚ 131/ Α ). Από μια άλλη σκοπιά, αυτή του Συντάγματος, σύμφωνα με την Τροβά (2003), ως πολιτιστικό περιβάλλον θα μπορούσε να οριστεί «η θεσμική και συνταγματικού επιπέδου απόφαση της Πολιτείας για την Ιστορία και τη μνήμη όπως αυτή εκφέρεται αισθητικά στο χώρο». Σ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι, στα πλαίσια του Συντάγματος, το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον, ενώ διαχωρίζονται με βάση τη δυνατότητα ανθρώπινης παρέμβασης, αφού το φυσικό σε αντίθεση με το πολιτιστικό δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας, αντιμετωπίζονται ως ενιαίο και αρμονικό σύνολο (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Στην έννοια του πολιτιστικού περιβάλλοντος περιλαμβάνονται τα πολιτιστικά αγαθά που συνθέτουν την πολιτιστική κληρονομιά και αυτά που αποτελούν το οικιστικό περιβάλλον (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο 17

18 (2005), τα πολιτιστικά αγαθά μπορούν να διαχωριστούν με διάφορα κριτήρια, όπως βάσει του υλικού ή άυλου χαρακτήρα τους, της σύνδεσής τους με το χώρο ή της κρατικής προστασίας. Έτσι, τα πολιτιστικά αγαθά που απαρτίζουν την πολιτιστική κληρονομιά εντάσσονται στα υλικά χωρικά πολιτιστικά αγαθά και στα μη χωρικά πολιτιστικά αγαθά. Στα πρώτα περιλαμβάνονται τα μνημεία (ακίνητα), οι αρχαιολογικοί χώροι, οι ιστορικοί τόποι, ενώ στα δεύτερα περιλαμβάνονται τα κινητά πολιτιστικά αγαθά (κινητά μνημεία). Σε αυτά επιβάλλεται λόγω ιδιαίτερων γνωρισμάτων τους αυξημένη κρατική προστασία και προστατεύονται ο χώρος που σχετίζεται με ιστορικές μνήμες ή χρήσεις, ο χώρος που περιβάλλει το πολιτιστικό αγαθό, ο εσωτερικός χώρος που περικλείεται σε ένα πολιτιστικό αγαθό και με τον κινητό εξοπλισμό του και η χρήση ενός χώρου (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Η πολιτιστική κληρονομιά σε αυτήν την περίπτωση ρυθμίζεται με το νόμο 3028/2002 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς». Μέρος της αποτελεί η αρχιτεκτονική κληρονομιά η οποία ρυθμίζεται με το άρθρο 4 του ΓΟΚ (πλέον άρθρο 6 του ΝΟΚ) και περιλαμβάνει τους παραδοσιακούς οικισμούς και τα διατηρητέα κτίρια, τα οποία εντάσσονται στην έννοια των μνημείων. Η πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά αποτελούν το πολιτιστικό περιβάλλον με την στενή έννοια. Στα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά, ανήκουν κυρίως πόλεις, οικισμοί και στοιχεία τους που τυγχάνουν γενικής κρατικής προστασίας και ρυθμίζονται από τις ισχύουσες πολεοδομικές και χωροταξικές διατάξεις. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΜΝΗΜΕΙΑΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.3028/2002 ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.4067/2012 ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.2508/1997 ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Ν.2121/1993 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΕ ΤΗ ΣΤΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΕΙΑ ΕΝΝΟΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Γράφημα 1.1: Κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών Πηγή: Χριστοφιλόπουλος, 2005, Ιδία Επεξεργασία Η πολιτιστική κληρονομιά και τα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά αποτελούν το πολιτιστικό περιβάλλον με την ευρεία έννοια (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Επίσης, τα πολιτιστικά αγαθά βάσει διαφορετικού διαχωρισμού και μιας σύνοψης των παραπάνω, μπορούν να διακριθούν στα μνημειακά πολιτιστικά αγαθά, που συγκροτούν την πολιτιστική κληρονομιά, στα παραδοσιακά πολιτιστικά αγαθά, που συγκροτούν την αρχιτεκτονική κληρονομιά, στα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά που 18

19 συγκροτούν το οικιστικό περιβάλλον και στα πνευματικά πολιτιστικά αγαθά που συνθέτουν την πνευματική κληρονομιά (βλ. Γράφημα 1.1) (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Η έννοια των πολιτιστικών αγαθών έχει καθοριστεί, επίσης, μέσα από διεθνείς συμβάσεις που έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα και αποτελούν εσωτερικό δίκαιο της χώρας και από το ν. 3028/2002. Στη Διεθνή Σύμβαση της UNESCO στη Χάγη το 1954, με τον όρο πολιτιστικά αγαθά αναφέρονται «τα αγαθά, κινητά ή ακίνητα, τα οποία παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον δια την πολιτιστική κληρονομιά των λαών», «τα οικοδομήματα των οποίων κύριος και πραγματικός σκοπός είναι η διαφύλαξις ή η έκθεσης των κινητών πολιτιστικών αγαθών» και «τα κέντρα, τα οποία περιέχουν σημαντικόν αριθμόν πολιτιστικών αγαθών» (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Σε αυτόν τον ορισμό, παρατηρείται ο διαχωρισμός των πολιτιστικών αγαθών σε κινητά ή ακίνητα. Για τους σκοπούς της Σύμβασης σχετικά με τα «Ληπτέα Μέτρα για την Απαγόρευση και Παρεμπόδιση της Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταβίβασης της Κυριότητας των πολιτιστικών Αγαθών» που έγινε στο Παρίσι το 1970, δίνεται ένας διαφορετικός ορισμός, αφού ως πολιτιστικά αγαθά ορίζονται «εκείνα τα οποία, θρησκευτικά ή κοσμικά, καθορίζονται υφ ενός εκάστου των Κρατών ως έχοντα σπουδαιότητα δια την αρχαιολογίαν, την προϊστορίαν, την ιστορίαν, την φιλολογίαν, την τέχνην ή την επιστήμην» (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Ο ν. 3028/2002 δίνει ένα πιο γενικό ορισμό στα πολιτιστικά αγαθά. Σύμφωνα με αυτόν, «ως πολιτιστικά αγαθά νοούνται μαρτυρίες της ύπαρξης και της ατομικής και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου» ( ΦΕΚ 153/ Α ). Ως εκ τούτου κάθε μαρτυρία ύπαρξης και δραστηριότητας του ανθρώπου αποτελεί πολιτιστικό αγαθό, χωρίς απαραίτητα να χαρακτηρίζεται ως αξιόλογο και να παρουσιάζει ιδιαίτερα γνωρίσματα που χρήζουν προστασίας και διατήρησης. Με αυτή, λοιπόν, την γενική έννοια του όρου μπορούν να θεωρηθούν ως πολιτιστικά αγαθά οικιστικά σύνολα, ακόμη και προϊόντα πνευματικής κληρονομιάς, χωρίς ο συγκεκριμένος νόμος να έχει εφαρμογή, σε όλα αυτά, παρά μόνον σε μια κατηγορία πολιτιστικών αγαθών, όπως τα μνημεία και οι ιστορικοί τόποι. (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Εκτός από την έννοια των πολιτιστικών αγαθών, διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις που αποτελούν μέρος της ελληνικής νομολογίας, έχουν καθορίσει και την έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο όρος της πολιτιστικής κληρονομιάς παρουσιάζει μεγάλο εννοιολογικό εύρος, αφού επεκτείνεται χρονικά και εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες κατηγορίες (Κόνσολα, 2006). Στη Διεθνή Σύμβαση της UNESCO για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς στο Παρίσι το 1972, δόθηκαν οι ορισμοί της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς. Ως πολιτιστική κληρονομιά θεωρούνται τα: Μνημεία: αρχιτεκτονικά έργα, σημαντικά έργα γλυπτικής και ζωγραφικής, έργα ή κατασκευαί αρχαιολογικού χαρακτήρος, επιγραφαί, σπήλαια και σύνολα έργων παγκοσμίου αξίας από της απόψεως της ιστορίας, της τέχνης ή της επιστήμης, Σύνολα οικοδομημάτων: ομάδες κτιρίων μεμονωμένων ενοτήτων (οικισμών) τα οποία, λόγω της αρχιτεκτονικής των, της ομοιογένειας των ή 19

20 της θέσεως των, έχουν παγκόσμιον αξίαν από της απόψεως της ιστορίας, της τέχνης ή της επιστήμης, Τοπία: έργα του ανθρώπου ή συνδυασμός έργων του ανθρώπου και της φύσεως, καθώς και εκτάσεις περιλαμβανομένων και των αρχαιολογικών χώρων αι οποίαι έχουν παγκόσμιον αξίαν από απόψεως της ιστορίας, της τέχνης ή της επιστήμη) (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Η έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς καθορίζεται και μέσα από τον ν. 3028/2002, στο άρθρο 1, σύμφωνα με το οποίο «Η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας αποτελείται από όλα τα πολιτιστικά αγαθά που βρίσκονται εντός ορίων της ελληνικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και εκτός άλλων θαλάσσιων ζωνών στις οποίες η Ελλάδα ασκεί σχετική δικαιοδοσία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η πολιτιστική κληρονομιά περιλαμβάνει και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά.» (ΦΕΚ 153/ Α ). Στην έννοια αυτή, που προσδίδεται από τον αρχαιολογικό νόμο, αξίζει να σημειωθεί η διεύρυνση της έννοιας της πολιτιστικής κληρονομιάς με την ένταξη σε αυτήν των άυλων πολιτιστικών αγαθών ιδιαίτερης σημασίας, τα οποία νοούνται, σύμφωνα με το νόμο, ως εκφράσεις, δραστηριότητες, γνώσεις και πληροφορίες, όπως μύθοι, έθιμα κ.α.. Ένα ακόμη ενδεικτικό στοιχείο διεύρυνσης του όρου είναι η προσθήκη της βιομηχανικής κληρονομιάς (Κόνσολα, 2006). Μια ακόμη έννοια που θα πρέπει να αποσαφηνιστεί, σε αυτό το σημείο, είναι η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η προσέγγιση της οποίας έχει γίνει κυρίως από σχετικές συμβάσεις. Ένας πρώτος και απλουστευμένος ορισμός δόθηκε στα πλαίσια της Σύμβασης της Χάγης, σύμφωνα με τον οποίο «η προστασία των πολιτιστικών αγαθών περιλαμβάνει την προστασία και το σεβασμό αυτών των αγαθών» (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Στην Σύμβαση των Παρισίων δόθηκε ένας πληρέστερος ορισμός κατά τον οποίον ως προστασία νοείται ο προσδιορισμός, η συντήρηση, η αξιοποίηση και η μεταβίβαση στις μέλλουσες γενιές της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Συμφωνά με την Κόνσολα (2006), η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αναλύεται σε μια σειρά από εξειδικευμένες διαδικασίες που μπορεί να ταξινομηθούν ως διαδοχικές φάσεις ενός ολοκληρωμένου έργου. Αυτή η διάσταση εντοπίζεται και στην ελληνική νομολογία (ν.3028/2002, άρθρο 3), όπου το περιεχόμενο της προστασίας συνίσταται κυρίως: «στον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των στοιχείων της, στη διατήρηση και στην αποτροπή της καταστροφής, της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της, στην αποτροπή της παράνομης ανασκαφής και της παράνομης εξαγωγής, στη συντήρηση και την κατά περίπτωση αναγκαία αποκατάστασή της, στη διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτήν, στην ανάδειξη και την ένταξη της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή, στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική κληρονομιά» (ΦΕΚ 153/ Α ). Ακόμη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, η προστασία θα πρέπει να αποτελεί βασικό στόχο του χωροταξικού, αναπτυξιακού, πολεοδομικού και περιβαλλοντικού σχεδιασμού. 20

21 Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί η αρχιτεκτονική κληρονομιά, η έννοια της οποίας έχει διευκρινιστεί μέσα από πολλά θεσμικά κείμενα. Στην έννοια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σύμφωνα με τις αποφάσεις της Διακήρυξης του Άμστερνταμ το 1975, δεν περιλαμβάνονται μόνο μεμονωμένα κτίρια εξαίρετης ποιότητας και το άμεσο περιβάλλον τους, αλλά και ολόκληρες πόλεις ή χωριά ιστορικού ή πολιτιστικού ενδιαφέροντος (Council of Europe, 1975 α ). Λίγα χρόνια αργότερα, η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς ή αλλιώς Σύμβαση της Γρανάδας (1985) δίνει έναν πιο ευρύ όρο στην αρχιτεκτονική κληρονομιά, η οποία σύμφωνα με αυτόν περιλαμβάνει τα ακίνητα αγαθά: Μνημεία: κάθε κατασκευή ιδιαίτερα σημαντική λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού, ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων ή διακοσμητικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους. Τα αρχιτεκτονικά σύνολα: ομοιογενή σύνολα αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συναφή μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ενότητες, που να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά. Οι Τόποι: σύνθετα έργα του ανθρώπου και της φύσης, εν μέρει κτισμένα, τα οποία αποτελούν εκτάσεις τόσο χαρακτηριστικές και ομοιογενείς, ώστε να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά και τα οποία είναι σημαντικά λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού και τεχνικού τους ενδιαφέροντος (ΦΕΚ 61/ Α ). Στο πλαίσιο των παραπάνω ορισμών που συνθέτουν την έννοια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, γίνεται σαφές ότι περιλαμβάνονται και οι παραδοσιακοί οικισμοί και τα διατηρητέα κτίρια, αφού η προστασία τους επιβάλλεται λόγω του αρχιτεκτονικού και ιστορικού τους ενδιαφέροντος και της ένταξης τους στο τοπίο (Παπαπετρόπουλος, 2003). Παρόλα αυτά δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ορισμός που να δίνεται στους παραδοσιακούς οικισμούς μέσα από νομοθετικά κείμενα που καθορίζουν την προστασία τους. Βάσει της Σύμβασης της Γρανάδας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα ομοιογενές σύνολο αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού ενδιαφέροντος που να χρήζει κρατικής προστασίας, ενώ τα διατηρητέα κτίρια θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως κατασκευές ιδιαίτερα σημαντικές λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού, ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων ή διακοσμητικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους, οι οποίες επίσης χρήζουν κρατικής προστασίας. Ακόμη, μέσα από το άρθρο 4 του ΓΟΚ όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση του από το Νέο Οικονομικό Κανονισμό 4067/2012 (άρθρο 6) προκύπτει ένας παρόμοιος ορισμός (ΦΕΚ 79/ Α ). Σύμφωνα με το ΝΟΚ, ως παραδοσιακοί οικισμοί μπορούν να οριστούν οικισμοί ή τμήματα πόλεων ή οικισμών ή αυτοτελή οικιστικά σύνολα εκτός αυτών με σκοπό τη διατήρηση και ανάδειξη της ιδιαίτερης ιστορικής, πολεοδομικής, αρχιτεκτονικής, 21

22 λαογραφικής, κοινωνικής και αισθητικής φυσιογνωμίας τους (ΦΕΚ 79/ Α ). Ως διατηρητέα, μπορούν να χαρακτηρίζονται «μεμονωμένα κτίρια ή τμήματα κτιρίων ή συγκροτήματα κτιρίων, ως και στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου αυτών, όπως επίσης και στοιχεία του φυσικού ή και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος χώρου, όπως αυλές, κήποι, θυρώματα και κρήνες, καθώς και μεμονωμένα στοιχεία πολεοδομικού (αστικού ή αγροτικού) εξοπλισμού ή δικτύων, όπως πλατείες, κρήνες, διαβατικά, λιθόστρωτα, γέφυρες που βρίσκονται εντός ή εκτός οικισμών» (ΦΕΚ 79/ Α ). Στους παραπάνω ορισμούς γίνεται εμφανής η διάσταση της προστασίας και της φυσικής κληρονομιάς παράλληλα με την αρχιτεκτονική, γεγονός που αποβλέπει στην αυξημένη προστασία της τελευταίας. 22

23 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Σύνταγμα, Ν.1650 /1986 ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Σύνταγμα, Ν.360/1 976 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Σύνταγμα, Ν.360/ 1976 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Χριστοφιλόπουλος (2005) Ν.3028/2002 Σύμβαση της Χάγης (1954) Σύμβαση Παρισίων (1970) ΑΥΛΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Χριστοφιλόπουλος (2005) ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΜΗ ΧΩΡΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ -Κινητά Πολιτιστικά Αγαθά ΥΛΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ Χριστοφιλόπουλος (2005) ΧΩΡΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ Σύμβαση Παρισίων (1972) Ν.3028/2002 -Μνημεία(Κινητά ή Ακίνητα) -Αρχαιολογικοί Χώροι -Ιστορικοί Τόποι ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ -Παραδοσιακοί Οικισμοί -Διατηρητέα Κτίρια ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ -Πόλεις, οικισμοί και τα στοιχεία τους που δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για να θεωρηθούν μνημεία. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Γράφημα 1.2: Ιεράρχηση στοιχείων του περιβάλλοντος Πηγή: Ιδία επεξεργασία

24 2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Το ενδιαφέρον για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στο διεθνές περιβάλλον άρχισε να αναπτύσσεται, κυρίως, μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου πολέμου, όπου πλέον γίνεται ευρέως κατανοητή η ανάγκη συντονισμένης δράσης διεθνών διακυβερνητικών οργάνων για τη διαχείριση και την αντιμετώπιση των κινδύνων που απειλούν την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά (Κόνσολα, 2006). Οι σημαντικότεροι οργανισμοί που έχουν αναλάβει αυτή τη δράση είναι ο Εκπαιδευτικός, Επιστημονικός και Πολιτιστικός Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO - United Nations Educational, Scientific, and Cultural Organization), που δρα σε παγκόσμιο επίπεδο, το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι ευρωπαϊκής εμβέλειας. Παράλληλα, δραστηριοποιούνται και μη κυβερνητικοί οργανισμοί που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση και ανάπτυξη του πολιτιστικού τομέα όπως το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) (Κόνσολα, 2006). Αποτέλεσμα αυτού του ενδιαφέροντος είναι ένα «πλέγμα κανόνων διεθνούς δικαίου και διεθνών συμβάσεων» που ρυθμίζουν, σήμερα, σε αποτελεσματικό βαθμό την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Πολλές από αυτές τις συμβάσεις που ακολουθούν έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα και ισχύουν ως εσωτερικό δίκαιο. Οι σχετικές συμβάσεις που αφορούν στην προστασία των άυλων πολιτιστικών αγαθών και της πνευματικής κληρονομιάς δεν παρουσιάζονται αφού δεν εξυπηρετούν τους σκοπούς της παρούσας εργασίας Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από διεθνή κείμενα Μια από τις πρώτες δράσεις διεθνούς συνεργασίας σχετικά με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Πρώτου Διεθνούς Συνεδρίου των Αρχιτεκτόνων και εδικών των ιστορικών μνημείων, που έγινε το 1931 στην Αθήνα. Αποτέλεσμα του συνεδρίου ήταν ο «Χάρτης της Αθήνας για την αποκατάσταση των ιστορικών μνημείων» (Carta del Restauro), στον οποίο συγκεντρώθηκε η μέχρι τότε διεθνής εμπειρία που αφορούσε την αποκατάσταση μνημείων (Ζερβός, 2010). Ο χάρτης απαρτίζεται από επτά ψηφίσματα με τα οποία επισημαίνεται η ανάγκη της διατήρησης ιστορικών μνημείων και τόπων, εγκρίνονται σύγχρονες μέθοδοι αποκατάστασης με τη προϋπόθεση να γίνονται με τρόπο που να μην αλλοιώνει το χαρακτήρα του μνημείου, προτείνεται η λήψη μέτρων για την προστασία από το κάθε κράτος μέλος σε εθνικό επίπεδο και εισάγεται η έννοια της διεπιστημονικής συνεργασίας ( Athens Charter, 1931 ). Λίγα χρόνια αργότερα, το 1945 ιδρύεται ο Εκπαιδευτικός, Επιστημονικός και Πολιτιστικός Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος έχει ως στόχο την προώθηση μέσω των εκπαιδευτικών, επιστημονικών και πολιτιστικών σχέσεων των λαών του κόσμου τη διεθνή ειρήνη και ευημερία. Σύμφωνα με το άρθρο 1 της 24

25 ιδρυτικής πράξης του οργανισμού, για την επίτευξη του απώτερου σκοπού, δηλαδή της κοινής ευημερίας των εθνών, είναι απαραίτητη η εξασφάλιση της διατήρησης και προστασίας της παγκόσμιας κληρονομιάς μέσω των διεθνών συμβάσεων (UNESCO, 1945). Το 1954, με θεματοφύλακα την UNESCO (UNESCO, 1954), υπογράφεται η σύμβαση για «την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης» (Σύμβαση της Χάγης), η οποία κυρώθηκε με το ν. 1144/1981 και ισχύει ως εσωτερικό δίκαιο της Χώρας. Η σύμβαση αυτή προβλέπει γενικά μέτρα για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών, περιπτώσεις ειδικής προστασίας, μεταφορά των πολιτιστικών αγαθών, θέματα εφαρμογής της και άλλες ρυθμίσεις. Η σύμβαση της Χάγης προσδιορίζει τα πολιτιστικά αγαθά και την προστασίας τους, και καθορίζει τις σχετικές υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών για τη διαφύλαξη και το σεβασμό των πολιτιστικών αγαθών (UNESCO, 1954). Εκτός από αυτή τη γενική προστασία, παρέχει ειδική προστασία σε περιορισμένο αριθμό καταφυγίων που προορίζονται για την προστασία των κινητών πολιτιστικών αγαθών (UNESCO, 1954). Υπεύθυνοι για την εξασφάλιση της εφαρμογής της ορίστηκαν οι Προστάτιδες Δυνάμεις, η UNESCO και ο Γενικός της Επίτροπος (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Δέκα χρόνια αργότερα, το 1964, στα πλαίσια του Δεύτερου Παγκόσμιου Συνεδρίου των Αρχιτεκτόνων και Ειδικών των Ιστορικών Μνημείων, επικαιροποιείται ο Χάρτης των Αθηνών με το Διεθνή Χάρτη «για τη διατήρηση και την αποκατάσταση Μνημείων και Τοποθεσιών» ή αλλιώς Χάρτη της Βενετίας (Venice Charter, 1964). Οι βασικές αρχές του Χάρτη της Βενετίας αφορούν στον καθορισμό της έννοιας του ιστορικού μνημείου, η οποία σε αντίθεση με το Χάρτη της Αθήνας, επεκτείνεται από σημειακή σε συνολική, στη διατήρηση του μνημείου σε συνδυασμό με τη συνεχή συντήρηση και του περιβάλλοντα χώρου, στις μεθόδους αποκατάστασης, στις αρχαιολογικές ανασκαφές και στη δημοσίευση οποιωνδήποτε δράσεων που αφορούν τη διατήρηση των μνημείων (Venice Charter, 1964). Σύμφωνα με το Ζερβό (2010), με το Χάρτη της Βενετίας καθιερώνεται η έννοια της δυνατότητας συνύπαρξης όλων των ιστορικών διαστρωματώσεων σε ένα μνημείο, μετά από αξιολόγηση. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, πάρθηκε απόφαση για την ίδρυση του Διεθνούς Συμβούλιου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS - International Council of Monuments and Sites), η οποία πραγματοποιήθηκε τον επόμενο χρόνο, με σκοπό τη διάδοση των αρχών του Χάρτη της Βενετίας (Ζερβός, 2012). Το ICOMOS αποτελεί μη κυβερνητικό οργανισμό που δρα ως τεχνικός σύμβουλος της UNESCO σε θέματα προστασίας και ανάδειξης της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς (Νακάσης, 2013). Το 1970, η UNESCO, στα πλαίσια Γενικής Συνδιάσκεψης για την Εκπαίδευση και τη μόρφωση, στο Παρίσι, οδήγησε στην υπογραφή της σύμβασης «σχετικά με τα ληπτέα μέτρα για την απαγόρευση και την παρεμπόδιση της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβασης της κυριότητας των πολιτιστικών αγαθών» (Σύμβαση των Παρισίων), η οποία έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το ν. 1103/1981 και ήταν η πρώτη προσπάθεια σε επίπεδο διεθνούς δικαίου παρεμπόδισης 25

26 παράνομης απόκτησης πολιτιστικών αγαθών και διευκόλυνσης επιστροφής στη χώρα από την οποία εξήχθησαν (Αντωνίου, 2004). Τις διεθνείς αυτές συμβάσεις ακολουθεί το 1972 η σύμβαση «για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς» (Σύμβαση των Παρισίων), η οποία κυρώθηκε με το ν. 1126/1981 και αποτελεί δεσμευτικό βήμα στο τομέα του πολιτισμού και της αειφορίας (Ζερβός, 2012). Μέχρι το Μάρτιο του 2005, η Σύμβαση των Παρισίων επικυρώθηκε από 181 χώρες, γεγονός που την κάνει ίσως την πιο επιτυχημένη από τις άλλες δυο συμβάσεις (Κόνσολα, 2006). Η σύμβαση αυτή καθορίζει το περιεχόμενο της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς και θεσπίζει νέες διατάξεις με σκοπό την καθιέρωση συστήματος συλλογικής προστασίας τους σε παγκόσμιο επίπεδο (ΦΕΚ 32/ Α ). Οι διατάξεις της Σύμβασης των Παρισίων υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να κάνουν ό, τι είναι δυνατόν για την διατήρηση και προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς, ενώ προβλέπουν την υιοθέτηση μιας γενικής πολιτικής και την ένταξη της κληρονομιάς στα σχέδια του προγραμματισμού (ΦΕΚ 32/ Α ). Για να ευδοκιμήσουν οι προσπάθειες των κρατών μελών η σύμβαση καθιερώνει ένα σύστημα διεθνούς σύμπραξης και συνδρομής στο οποίο κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εισφέρει τη συνδρομή του (ΦΕΚ 32/ Α ). Στα πλαίσια διεθνούς συνεργασίας ιδρύεται η Διακυβερνητική Επιτροπή από αντιπροσώπους 21 κρατών για την προστασία της κληρονομιάς, η οποία καθορίζει τους φυσικούς και πολιτιστικούς χώρους που πρέπει να προστατευτούν αναλαμβάνει την καταγραφή τους στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς και το κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς σε κίνδυνο και τον δημοσιοποιεί (ΦΕΚ 32/ Α ). Για την εύρυθμη λειτουργία της ιδρύθηκε το Ταμείο για την προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (ΦΕΚ 32/ Α ). Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθούν οι δράσεις του ICOMOS τη δεκαετία του 80, οι οποίες είχαν σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση διεθνών οδηγιών για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: η Διακήρυξη της Tlaxcala για την αναβίωση των μικρών οικισμών, ο Χάρτης για τη Διατήρηση Ιστορικών Πόλεων και Αστικών Περιοχών και ο Χάρτης για την ανώνυμη κτισμένη κληρονομιά. Η Διακήρυξη της Tlaxcala υιοθετήθηκε το 1982 από το εθνικό τμήμα του ICOMOS στο Μεξικό και αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ερήμωσης των μικρών οικισμών. Τα συμπεράσματά της επικεντρώνουν στην ανάγκη διατήρησης και προστασίας των οικισμών αυτών, που αποτελούν μαρτυρίες πολιτισμού, μέσω του περιφερειακού σχεδιασμού, καθιστούν υπεύθυνη την κυβέρνηση του κάθε κράτους για την διατήρηση οικισμών, ενθαρρύνουν τη χρήση τοπικών υλικών και παραδοσιακών μεθόδων και προτρέπουν τις κυβερνήσεις να κυρώσουν την Σύμβαση για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (1972), έτσι ώστε να μπορούν να δεχτούν υποστήριξη και τεχνική βοήθεια από τους διεθνείς οργανισμούς (ICOMOS, 1982). Όσον αφορά στον Χάρτη για τη Διατήρηση Ιστορικών Πόλεων και Αστικών Περιοχών ή Χάρτης της Washington (1987), συμπληρώνει τις αρχές του Χάρτη της Βενετίας και αναφέρεται σε ιστορικές αστικές περιοχές μαζί με το φυσικό και ανθρωπογενές τους περιβάλλον που απειλούνται από 26

27 υποβάθμιση των παραδόσεων τους (ICOMOS, 1987). Προτείνει ένα σχέδιο διατήρησης των οικισμών αυτών, το οποίο για να είναι επιτυχές πρέπει να εντάσσεται στον αστικό και τον περιφερειακό σχεδιασμό (ICOMOS, 1987). Τέλος, ο Χάρτης για την ανώνυμη χτιστή κληρονομιά υιοθετήθηκε από τον ICOMOS το 1999 στο Μεξικό ως εξειδίκευση του Χάρτη της Βενετίας (Ζερβός, 2012). Ο Χάρτης αναγνωρίζει τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η ακίνητη παραδοσιακή κληρονομιά από τις δυνάμεις της οικονομικής, κοινωνικής και αρχιτεκτονικής ομογενοποίησης και προτείνει αρχές διατήρησής της, οι οποίες πρέπει να εφαρμοστούν από τις κοινότητες, τις κυβερνήσεις και από διεπιστημονικές ομάδες ειδικών (ICOMOS, 1999) Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από ευρωπαϊκά κείμενα Συμβούλιο της Ευρώπης Οι πρώτες προσπάθειες στον ευρωπαϊκό χώρο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς έγιναν από το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον πρώτο διακυβερνητικό πολιτικό οργανισμό της Ευρώπης, ο οποίος ιδρύθηκε το 1949 (Κόνσολα, 2006). Τα μέσα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την επίτευξη των σκοπών του, που αφορούν στην προστασία και προώθηση της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς και ταυτότητας, είναι η διοργάνωση διασκέψεων, η σύνταξη και υιοθέτηση Συμβάσεων, Διακηρύξεων και Συστάσεων και η εκπόνηση ειδικών προγραμμάτων (Κόνσολα, 2006). Η πρώτη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, η «Ευρωπαϊκή Μορφωτική Σύμβαση», υπογράφηκε το 1954 και αποτελούσε την πρώτη συμφωνία ανάμεσα στα κράτη μέλη που αφορούσε πολιτιστικά θέματα (Μητούλα, 1999). Η σύμβαση αυτή εισάγει σε πρώιμο στάδιο την έννοια της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης, ενθαρρύνοντας μέσα από τις διατάξεις της, τη μελέτη των γλωσσών, της ιστορίας και του πολιτισμού των συμβαλλόμενων μερών και παρέχει το νομικό πλαίσιο στο Συμβούλιο για την παρέμβαση του στα πεδία αυτά (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 5 της σύμβασης, προβλέπεται η λήψη αναγκαίων μέτρων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Το 1969, στο Λονδίνο, το Συμβούλιο της Ευρώπης υιοθετεί μια από τις σημαντικότερες συμβάσεις του, την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς», η οποία κυρώθηκε με το ν. 1127/1981 και περιέχει ρυθμίσεις για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Με τη σύμβαση αυτή προσδιορίζεται η έννοια του αρχαιολογικού αντικειμένου και επιβάλλονται υποχρεώσεις στα κράτη μέλη όσον αφορά τις επιστημονικές μεθόδους της αρχαιολογικής έρευνας και ανακάλυψης που έχουν ως σκοπό την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Η νέα διάσταση της Σύμβασης είναι οι ρυθμίσεις που συνδέουν την προστασία των αρχαιοτήτων με την πολεοδομική και χωροταξική ανάπτυξη (Κόνσολα, 2006). 27

28 Πρέπει να σημειωθεί ότι, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς αναθεωρήθηκε το 1992 στη Βαλέττα της Μάλτας, κυρώθηκε και ισχύει στο εσωτερικό δίκαιο της Ελλάδας με το ν. 3378/2005 (ΦΕΚ 203/ Α ). Αργότερα, το 1975, ακολουθεί η Διακήρυξη του Άμστερνταμ, η οποία ψηφίζεται στα πλαίσια του Συνεδρίου της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (Άμστερνταμ Οκτωβρίου 1975). Η διακήρυξη εισάγει για πρώτη φορά την έννοια της «ολοκληρωμένης προστασίας» (integrated conservation) της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, τονίζοντας πως αποτελεί θέμα ζωτικής σημασίας (Council of Europe, 1975α). Η αρχή της «ολοκληρωμένης προστασίας», που διέπει την Διακήρυξη, βασίζεται στην ενσωμάτωση της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στην κοινωνική και οικονομική ζωή μέσω του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού (Ζερβός, 2011). Ως εκ τούτου, η έννοια της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς διευρύνεται, αφού η αποκατάσταση των πολιτιστικών αγαθών της δεν αποτελεί μια μεμονωμένη διαδικασία συντήρησης, αλλά μια διαδικασία μετασχηματισμού και ένταξης μέσω της κατάλληλης χρήσης στο οικονομικοκοινωνικό περιβάλλον, με απώτερο σκοπό την παραγωγή πόρων προς όφελος της κοινωνίας (Ζερβός, 2011). Στη διάρκεια του Συνεδρίου της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς παρουσιάστηκε και ο «Ευρωπαϊκός Χάρτης για την Αρχιτεκτονική Κληρονομιά», ο οποίος συντάχθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης και υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών (Council of Europe, 1975β). Το Συμβούλιο της Ευρώπης σε αυτό το Χάρτη τονίζει ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά, η οποία είναι κοινή για όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, βρίσκεται σε κίνδυνο ο οποίος μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με τη χάραξη μιας κοινής πολιτικής για την πολιτιστική κληρονομιά βασισμένη στις αρχές της ολοκληρωμένης προστασίας (Council of Europe, 1975β). Η έννοια της ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, τονίζεται στη συνέχεια, σε συστάσεις της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και σε αποφάσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, η απόφαση (76) 28 επιχειρεί την προσαρμογή νόμων και ρυθμίσεων στις απαιτήσεις της ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σκοπεύοντας να σταματήσει οποιαδήποτε επιδείνωση των απειλών που δέχεται, να μειώσει τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένη και να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη δυσαναλογία μεταξύ αυτών και των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τους (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Στόχος αυτής της προσαρμογής είναι η χάραξη μια κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής η οποία, σύμφωνα με το Ζερβό (2010), για να υλοποιηθεί πρέπει τα κράτη μέλη να προωθήσουν «αλλαγές στη νομοθεσία, την οικονομία, την διοίκηση και την εκπαίδευση». Η απόφαση, περιλαμβάνει ορισμούς της πολιτιστικής κληρονομιάς και της ολοκληρωμένης προστασίας, αρχές της πολιτικής της ολοκληρωμένης προστασίας και εθνικές πολιτικές ολοκληρωμένης προστασίας (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Ακόμη, η σύσταση 880 (1978) της κοινοβουλευτικής συνέλευσης δίνει έμφαση στις ρυθμίσεις που πρέπει να θεσπίσει και τα μέτρα που πρέπει να λάβει κάθε κράτος μέλος για την εφαρμογή των αρχών 28

29 της ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς όπως εκφράστηκαν από τη διακήρυξη του Άμστερνταμ και την απόφαση (76) 28, αλλά και στο σχεδιασμό δράσεων για ενημέρωση του κοινού (Βουδούρη και Στρατή, 1999). Το 1985, υπογράφεται στη Γρανάδα η «Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς» (Σύμβαση της Γρανάδας), η οποία τυγχάνει ευρείας εφαρμογής. Στόχος της είναι η χάραξη μιας κοινής πολιτικής μεταξύ των κρατώνμελών για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στα πλαίσια της αρχής της «ολοκληρωμένης προστασίας» (ΦΕΚ 61/ Α ). Σύμφωνα με την Κόνσολα (2006), έχει ως σκοπό την διατήρηση και αξιοποίηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με την ένταξη τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή της ευρωπαϊκής κοινότητας. Η Σύμβαση της Γρανάδας έχει κυρωθεί με το ν. 2039/1992 από την ελληνική νομολογία και αναλύεται παρακάτω ως μέρος του εθνικού θεσμικού πλαισίου προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και των παραδοσιακών οικισμών (ΦΕΚ 61/ Α ). Τελευταίο κομμάτι, των παραπάνω συμβάσεων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου, η οποία κυρώθηκε από την ελληνική νομοθεσία με το ν. 3827/2010 (ΦΕΚ 30/ Α ). Στο προοίμιο της σύμβασης εντοπίζεται η σχέση της με τα πρότερα θεσμικά κείμενα που αφορούν στην φυσική και πολιτιστική κληρονομιά και τονίζεται η συμβολή του τοπίου «στη διαμόρφωση της τοπικής κουλτούρας», αφού αποτελεί «ένα βασικό συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς» (ΦΕΚ 30/ Α ). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το προοίμιο η Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου βασίζεται «στα νομικά κείμενα που υφίστανται σε διεθνές επίπεδο στον τομέα της προστασίας και της διαχείρισης της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, του περιφερειακού και χωροταξικού σχεδιασμού, της τοπικής αυτοδιοίκησης και διασυνοριακής συνεργασίας» επισημαίνοντας, όσον αφορά στην πολιτιστική κληρονομιά, τη Σύμβαση των Παρισίων (1972), τη Σύμβαση της Γρανάδας (1985) και τη Σύμβαση της Βαλέτας (1992) (ΦΕΚ 30/ Α ). Σύμφωνα με το Ζερβό (2011), δεδομένης της συσχέτισης της Σύμβασης του Τοπίου με τις παραπάνω συμβάσεις, οι οποίες διέπονται από την αρχή της ολοκληρωμένης προστασίας, η πολιτική για την προστασία του Τοπίου επιβάλλει την υιοθέτηση της ολοκληρωμένης προστασίας και δε μπορεί να μη λάβει υπόψη τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς Δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Πολιτιστική Πολιτική Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στον πολιτιστικό τομέα πολύ αργότερα από το Συμβούλιο της Ευρώπης και την UNESCO. Η Συνθήκη της Ρώμης με την οποία και ιδρύθηκε η κοινότητα με τη μορφή μιας οικονομικής ένωσης δεν περιλάμβανε διατάξεις που να αφορούν στον πολιτιστικό τομέα (Κόνσολα, 2006). Η εξέλιξη της πολιτιστικής πολιτικής της κοινότητας έγινε 29

30 σταδιακά, από την ίδρυση της κοινότητας, όπου βρισκόταν σε εμβρυικό στάδιο, μέχρι και σήμερα, που αποτελεί μιας από τις βασικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τους Γοσπονδίνη, Μπεριάτο και Ράσκου (2007), η εξέλιξη αυτή μπορεί να διακριθεί σε 3 περιόδους. Η πρώτη περίοδος καλύπτει το διάστημα μεταξύ της ίδρυσης της ΕΟΚ μέχρι το 1982, η δεύτερη την περίοδο λίγο πριν την υπογραφή της Συνθήκης για την ΕΕ ή όπως είναι ευρέως γνωστή Συνθήκη του Μάαστριχ ( ) και η τρίτη το διάστημα μετά τη Συνθήκη. Στη διάρκεια των δυο πρώτων περιόδων οι μόνες κινήσεις της Κοινότητας που αφορούσαν στον πολιτιστικό τομέα έγιναν μέσω ψηφισμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ανακοινώσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κόνσολα, 2006). Με την ανακοίνωση «Ενίσχυση της Κοινοτικής Δράσης στον πολιτιστικό τομέα», η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει τους πρώτους άξονες δράσης για τα πολιτιστικά θέματα και θέτει τις βασικές κατευθύνσεις της κοινοτικής παρέμβασης. Μέσα στους άξονες αυτούς περιλαμβάνεται, εκτός των άλλων και η διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς (Κόνσολα, 2006). Έτσι, ξεκινά η χρηματοδότηση προγραμμάτων και δράσεων για την πολιτιστική κληρονομιά, όπως ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης (European Capital of Culture) και οι Εμβληματικές Δράσεις. Στα πλαίσια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης επιλέγεται μια ευρωπαϊκή πόλη ανά εξάμηνο, η οποία μέσα από πολιτιστικές εκδηλώσεις έχει ως στόχο να αναδείξει την ποικιλομορφία και την ταυτότητα του πολιτισμού της και να προαγάγει τη βαθύτερη αμοιβαία κατανόηση μεταξύ ευρωπαίων πολιτών (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2006). Οι εμβληματικές δράσεις, από την άλλη, επρόκειτο για πρωτοβουλίες και μέτρα αποκατάστασης μνημείων και τοποθεσιών ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, όπως της Ακρόπολης και του Άγιου Όρους, όπου και εφαρμόστηκαν (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Στη συνέχεια με μια ακόμη ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, «Η αναθέρμανση της πολιτιστικής δράσης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα», καθορίζονται νέοι τομείς για τη δράση της κοινότητας από τους οποίους επιλέγονται τέσσερις προτεραιότητες μέσα σε αυτές και η πολιτιστική κληρονομιά (Κόνσολα, 2006). Σε αυτό το διάστημα υλοποιούνται πρότυπα σχέδια διαφύλαξης τα οποία στόχευαν στήριξη υποδειγματικών σχεδίων για την αποκατάσταση και ανάδειξη ιστορικών μνημείων και γενικότερα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, στην ενίσχυση τεχνικής φύσης εργασιών αποκατάστασης κτιρίων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, καθώς και στην ευαισθητοποίηση σε ζητήματα αρχιτεκτονικής κληρονομιάς των τοπικών αρχών και φορέων και των πολιτών (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Σε αυτό το πρόγραμμα εντάχθηκαν 14 ελληνικές πόλεις. Οι παραπάνω δράσεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των οργάνων της για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και συγκεκριμένα της αρχιτεκτονικής συστηματοποιούνται την τρίτη περίοδο με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή αλλιώς Συνθήκη του Μάαστριχ, το 1992 (Κόνσολα, 2006). Στο άρθρο 128, σήμερα μετά τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ (Συνθήκη της Λισαβόνας) 167, διαπιστώνεται η πρόθεση της ΕΕ να «συμβάλλει στην ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών μελών» και να προβάλλει την κοινή πολιτιστική κληρονομιά με σεβασμό 30

31 προς τις εθνικές και περιφερειακές ιδιαιτερότητες των εθνών της (Σκουρής και Τροβά, 2003). Με το άρθρο αυτό η ΕΕ ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και υποστηρίζει δράσεις που αποσκοπούν στη διάδοση του πολιτισμού και στην διατήρηση και προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Σκουρής και Τροβά, 2003). Μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχ, ενισχύθηκε το θεσμικό και οικονομικό πλαίσιο που επιτρέπει στην ΕΕ να υποστηρίξει πρωτοβουλίες και προγράμματα για την πολιτιστική κληρονομιά(γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Ως εκ τούτου, οι δράσεις και τα προγράμματα για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αυξήθηκαν λόγω της αύξησης της χρηματοδότησης (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Υπεύθυνη για το συντονισμό και τη διαχείριση των προγραμμάτων είναι η Γενική Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τα προγράμματα που υιοθετήθηκαν αυτή τη περίοδο ήταν το «Ραφαήλ» (RAPHAEL) με στόχο να συμπληρώσει και να υποστηρίξει τις δράσεις των κρατών μελών στην προσπάθεια για την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς με ευρωπαϊκή διάσταση μέσα από δίκτυα συνεργασίας για την ανταλλαγή πληροφοριών, εμπειριών και τεχνογνωσίας και το πρόγραμμα «Πολιτισμός 2000» (Culture 2000), το οποίο αντικατέστησε το Ραφαήλ (European Commission, 2012). Το πρόγραμμα «Πολιτισμός 2000» κατατέθηκε το 2000 με προϋπολογισμό 167 εκατ. ευρώ για την περίοδο και είχε ως στόχο τη δημιουργία ενός κοινού πολιτιστικού χώρου για όλους τους λαούς της Ευρώπης μέσα από την προώθηση του πολιτιστικού διαλόγου, της δημιουργικότητας, τη διασυνοριακή διάδοση του πολιτισμού, την ανάδειξη της πολιτιστικής πολυμορφίας και την ανάπτυξη νέων μορφών πολιτιστικής έκφρασης (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2000). Το πρόγραμμα συνεχίστηκε μέχρι και την προγραμματική περίοδο όπου ο προϋπολογισμός του έφτασε τα 400 εκατ. ευρώ (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2000). Στα πλαίσια του προγράμματος «Πολιτισμός» απονέμονται τα βραβεία Europa Nostra, τα οποία ξεκίνησαν το 2007, για δραστηριότητες στους τομείς της πολιτιστικής κληρονομιάς, της αρχιτεκτονικής, της λογοτεχνίας και της μουσικής. Το βραβείο για τον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς ( European Union Prize for Cultural Heritage) απονέμεται σε δραστηριότητες αποκατάστασης μνημείων, έρευνας, διατήρησης της κληρονομιάς και εκπαίδευσης, κατάρτισης και ευαισθητοποίησης στο τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης (European Commission, 2012) Περιφερειακή Πολιτική Η ανάγκη προώθησης μιας περιφερειακής πολιτικής για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα αναγνωρίστηκε τη δεκαετία του 70 λόγω της διαφοροποίησης της οικονομικής ανάπτυξης των περιφερειών (Αγγελίδης, 2000). Η περιφερειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ξεκίνησε το 1975 με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης το οποίο είχε ως ρόλο να στηρίξει και να συμπληρώσει μέσω της συγχρηματοδότησης σχεδίων υποδομών και παραγωγικών επενδύσεων τις εθνικές περιφερειακές πολιτικές των κρατών μελών 31

32 (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Στόχος της πολιτικής είναι η οικονομική και κοινωνική συνοχή μέσα από τον περιορισμό των περιφερειακών ανισοτήτων της ΕΕ (Αγγελίδης, 2000). Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με τη χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, τα οποία αποτελούνται από ένα πλέγμα επιχειρησιακών προγραμμάτων που έχουν ως στόχο το σχεδιασμό και την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων. Σύμφωνα με τους Γοσπονδίνη, Μπεριάτο και Ράσκου (2007) μεγάλο τμήμα των Διαρθρωτικών Ταμείων απορροφούνται μέσω των ΚΠΣ και κατ επέκταση των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων για δράσεις και ενέργειες που έχουν ως στόχο τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στην Ελλάδα, η εξέλιξη της χρηματοδότησης των Διαρθρωτικών Ταμείων για τη διαχείριση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μπορεί να διαχωριστεί σε τρείς περιόδους: , και (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Η πρώτη περίοδος ταυτίζεται με την χρηματοδότηση από την ΕΟΚ των πρώτων προγραμμάτων που ακολουθούν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων ( ) και του Α ΚΠΣ (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι δράσεις για την πολιτιστική κληρονομιά ήταν ελάχιστες έως και ανύπαρκτες (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Την επόμενη περίοδο, που αποτελεί περίοδο εφαρμογής του Β ΚΠΣ, οι ενέργειες στο τομέα του πολιτισμού γίνονται μέσω των τομεακών Ε.Π. Τουρισμός και Πολιτισμός και Ε.Π. Περιβάλλον, ενώ και τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα χρηματοδότησαν αντίστοιχες ενέργειες. Την τρίτη περίοδο, το πρόγραμμα που αφορά στην πολιτιστική κληρονομιά είναι το Ε.Π. Πολιτισμός, ενώ δράσεις για την προστασία και ανάδειξη της εντοπίζονται στο Ε.Π. Περιβάλλον και στα ΠΕΠ. Σήμερα, διανύεται η τέταρτη προγραμματική περίοδος ( ), κατά τη διάρκεια της οποίας χρηματοδοτούνται πολλά έργα για τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, μέσω των ΠΕΠ και των τομεακών Ε.Π. Ανταγωνιστικότητα-Επιχειρηματικότητα Αστική και Χωροταξική Πολιτική Τα θέματα της χωροταξίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο ξεκίνησαν μετά την θεσμοθέτηση της πολιτικής της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη το 1986 (Ανδρικοπούλου, 2004). Για την πραγματοποίηση του στόχου αυτής της κοινοτικής πολιτικής συμμετέχουν τα χρηματοδοτικά όργανα της ΕΕ και κυρίως τα διαρθρωτικά ταμεία, τα οποία μεταρρυθμίστηκαν το 1988 με μια σειρά κανονισμών που καθορίζουν τον τρόπο λειτουργίας των ταμείων (Ανδρικοπούλου κ.α., 2007). Μετά τη μεταρρύθμιση, ξεκίνησε η πρώτη περίοδος των ΚΠΣ (Α ΚΠΣ) και των ΕΠ. Παράλληλα, σχεδιάζονται προγράμματα τα οποία αφορούν στις αστικές περιοχές και χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, ενώ γίνονται οι πρώτες ανεξάρτητες κινήσεις με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διερεύνηση των ζητημάτων της χωροταξίας (Ανδρικοπούλου, 2004). 32

33 Η πρωτοβουλία αυτή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ζήτημα της χωροταξίας στον ευρωπαϊκό χώρο οδήγησε στο «Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου» (ΣΑΚΧ), το οποίο θέτει «ένα κοινό πλαίσιο αρχών, στόχων και επιλογών πολιτικής για τη χωρική ανάπτυξη της Ευρώπης» (Ανδρικοπούλου, 2004). Μέσα στους μη δεσμευτικού χαρακτήρα στόχους που θέτει το ΣΑΚΧ προβλέπεται και η προστασία της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Συγκεκριμένα, συμφώνα με το ΣΑΚΧ, η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί χωροταξικό ζήτημα ευρωπαϊκής διάστασης και δέχεται αυξανόμενες πιέσεις οι οποίες μπορούν να τη βλάψουν. Γι αυτό το λόγο προτείνεται η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης και πολυτομεακής στρατηγικής για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Ακόμη, η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους πολιτικής και επιλογών για τον κοινοτικό χώρο υπό τον τίτλο «Σώφρον Διαχείριση και Ανάπτυξη της Φυσικής και Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (ΕΕ, 1999). Στο στόχο αυτό περιλαμβάνονται επιλογές πολιτικής για τη συντήρηση και δημιουργική διαχείριση των πολιτιστικών τοπίων της Ευρώπης και της πολιτιστικής αστικής κληρονομιάς (ΕΕ, 1999). Η ΕΕ, με στόχο την υλοποίηση αυτής τη πολιτικής χρηματοδοτεί προγράμματα για την αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος και της υπαίθρου, στα οποία περιλαμβάνονται και δράσεις για την αρχιτεκτονική κληρονομιά (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). Οι δράσεις αυτές εντάσσονται κυρίως στις Κοινοτικές πρωτοβουλίες και τις Καινοτόμες Ενέργειες, οι οποίες συμπληρώνουν τα ΚΠΣ (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Οι κοινοτικές πρωτοβουλίες καλύπτουν το 9% των διαρθρωτικών πόρων και υποστηρίζουν ενέργειες που συμβάλλουν στην επίλυση προβλημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Οι πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν δράσεις για την αρχιτεκτονική κληρονομιά είναι η κοινοτική πρωτοβουλία URBAN ( και ), INTERREG ( , , , ), LEADER ( , , , ) (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου 2007). Όσον αφορά στις καινοτόμες ενέργειες, υλοποιούνται βάσει του άρθρου 10 του Κανονισμού ΕΤΠΑ που αφορά την περιφερειακή ανάπτυξη σε κοινοτικό επίπεδο και η χρηματοδότησή τους καλύπτει το 1% των πόρων του ΕΤΠΑ (Ανδρικοπούλου και Καυκαλάς, 2000). Οι καινοτόμες ενέργειες στα πλαίσια των οποίων χρηματοδοτήθηκαν δράσεις για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς πρόκειται για τα URΒAN PILOT PROJECTS ( και ), Innovative actions στο πολιτιστικό τομέα ( ) και το πρόγραμμα ARCHIMED ( ) (Γοσπονδίνη, Μπεριάτος και Ράσκου, 2007). 33

34 3. Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 3.1. Η συνταγματική προστασία των παραδοσιακών οικισμών (1975/86/01/08) Το Σύνταγμα που ισχύει στην Ελλάδα είναι το Σύνταγμα του 1975, όπως αυτό αναθεωρήθηκε το 1986, το 2001 και το Η προστασία και η ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτέλεσαν αντικείμενο και σκοπό συνταγματικών διατάξεων πρώτη φορά το 1975 με τη θέσπιση του Συντάγματος της Ελλάδος. Το άρθρο το οποίο αναφέρεται στη πολιτιστική κληρονομιά και ειδικότερα στους παραδοσιακούς οικισμούς είναι το Άρθρο 24. Σύμφωνα με τις παρ. 1, 2 και 6 του Συντάγματος μετά της τελευταίας αναθεώρησης (2008) : 1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας 2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης 6. Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών. Η διάκριση του περιβάλλοντος σε διάφορες μορφές όπως φυσικό περιβάλλον ή πολιτιστική κληρονομιά οδηγεί στη γενική ή αυξημένη κρατική προστασία τους. Η παρ. 1 του άρθρου 24 παρέχει γενική συνταγματική και ενιαία προστασία στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, όπου στο δεύτερο υπάγεται η πολιτιστική κληρονομιά (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Συνεπώς, από το άρθρο 1 απορρέει η γενική συνταγματική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αξίζει να σημειωθεί ότι, πριν την αναθεώρηση του 2001 η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, όπως ορίζεται στην παρ. 1, τελούσε υπό την προστασία του κράτους, ενώ μετά από αυτήν και μέχρι σήμερα με την συνταγματική κατοχύρωση του περιβάλλοντος ως ατομικού δικαιώματος, η προστασία του και κατ επέκταση των παραδοσιακών οικισμών αποτελεί και δικαίωμα κάθε πολίτη (Παπαπετρόπουλος, 2004). Στη παρ. 2 του άρθρου 24 απευθύνονται επιταγές στη Διοίκηση για τη ρύθμιση της χωροταξικής και πολεοδομικής ανάπτυξης της Χώρας βάσει ενός ορθολογικού σχεδιασμού (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Το πολιτιστικό περιβάλλον και ειδικότερα η πολιτιστική κληρονομιά συνδέονται άμεσα με τον χώρο και 34

35 λαμβάνονται υπόψη από τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο (2005), υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ πολιτιστικής κληρονομιάς και σχεδιασμού, αφού η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί αντικείμενο του σχεδιασμού και ο σχεδιασμός πρέπει να έχει στόχο την προστασίας της. Με την παρ. 6 του άρθρου 24 του Συντάγματος παρέχεται αυξημένη προστασία των στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς. Σύμφωνα με το Χριστοφιλόπουλο (2005), με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται η ιδιαίτερη κρατική μέριμνα για το πολιτιστικό και ανθρωπογενές περιβάλλον που περιλαμβάνει μνημεία και παραδοσιακά στοιχεία. Το Κράτος έχει την υποχρέωση να παρέμβει στη πολιτιστική κληρονομιά, να διατηρήσει τη φυσιογνωμία των παραδοσιακών περιοχών και τις ιδιομορφίες τους. Για την διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς η διάταξη προβλέπει και τη λήψη μέτρων ή τη θέσπιση ρυθμίσεων όσον αφορά την ιδιοκτησία. Επιπλέον, με τη συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της αειφορίας η οποία θεμελιώνεται στο άρθρο 24, μετά την αναθεώρηση του 2001, η προστασία συνίσταται στη διατήρηση των αγαθών του πολιτιστικού και φυσικού περιβάλλοντος αναλλοίωτων στο διηνεκές, ώστε να διατηρηθεί η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας και για τις μελλοντικές γενεές. Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξειδικεύοντας τις διατάξεις των παρ. 1, 2 και 6 του άρθρου 24, έχει διαμορφώσει πλούσια νομολογία για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών, των παραδοσιακών τμημάτων πόλεων και των διατηρητέων κτιρίων, γεγονός που καθιστά τα παραπάνω σημαντικότερα στοιχεία της συνταγματικά προστατευόμενης πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας (Παπακωνσταντίνου 2004). Χαρακτηριστικό παράδειγμα που το αποδεικνύει, είναι η αδυναμία από νομικής άποψης της Διοίκησης να αποχαρακτηρίσει έναν παραδοσιακό οικισμό, παρά μόνον όταν ο σχετικός χαρακτηρισμός είχε γίνει χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου (Παπακωνσταντίνου 2004) Προεδρικό Διάταγμα 594/1978, «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών..» Ο χαρακτηρισμός των πρώτων παραδοσιακών οικισμών στην Ελλάδα έγινε με το προεδρικό διάταγμα της 13 ης Νοεμβρίου 1978 (ΦΕΚ 594/1978 Α ) «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών». Σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ/τος 594/ οικισμοί της Χώρας υπάγονται στο καθεστώς προστασίας των παραδοσιακών οικισμών. Στο άρθρο 2 του διατάγματος εξειδικεύονται οι περιορισμοί και οι όροι δόμησης που θα ισχύουν στους οικισμούς. Η οριοθέτηση του οικισμού διαχωρίζεται σε κεντρικό και υπόλοιπο τμήμα, στο καθένα από τα οποία οι όροι δόμησης είναι διαφορετικοί. Στο κεντρικό τμήμα του οικισμού τα οικόπεδα θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα εφ όσον έχουν ελάχιστο πρόσωπο 12 μέτρα, ελάχιστο βάθος 18 μέτρα και ελάχιστο εμβαδόν 300 τετραγωνικά μέτρα, ενώ ορίζονται και οι σχετικές παρεκκλίσεις. Αντίστοιχα, στο υπόλοιπο τμήμα του οικισμού η αρτιότητα και η 35

36 οικοδομησιμότητα των οικοπέδων εξασφαλίζονται εφόσον έχουν ελάχιστο πρόσωπο 25 μέτρα, ελάχιστο βάθος 40 μέτρα και ελάχιστο εμβαδόν 2000 τετραγωνικά μέτρα συνοδευόμενες και από σχετικές παρεκκλίσεις. Το σύστημα δομήσεως που ορίζεται είναι των πτερύγων, ενώ το μέγιστο ποσοστό κάλυψης είναι 80% και 50% για το κεντρικό και το υπόλοιπο τμήμα, αντίστοιχα. Ο συντελεστής δόμησης ορίζεται για το κεντρικό τμήμα του οικισμού σε 0,80 εκατοστά και για το υπόλοιπο σε 0,50. Στα υπόλοιπα άρθρα του διατάγματος καθορίζονται οι διατάξεις και τα μορφολογικά στοιχεία των κτιρίων, οι επιτρεπόμενες χρήσεις, παρεκκλίσεις, ειδικές και γενικές διατάξεις οι οποίες βρίσκουν εφαρμογή στους παραδοσιακούς οικισμούς που έχουν χαρακτηριστεί από το άρθρο 1 του π.δ.. Επισημαίνεται ότι οποιεσδήποτε ειδικές διατάξεις χαρακτηρισμού οικισμού ως παραδοσιακού και επιβολής ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης για την προστασία του παραδοσιακού του χαρακτήρα, κατισχύουν του π.δ. 594/ Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το θεσμικό πλαίσιο του πολεοδομικού σχεδιασμού Οριοθέτηση και κατηγορίες οικισμών κάτω των 2000 κατοίκων Το προεδρικό διάταγμα της 3 ης Μαΐου 1985, «Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από τα π.δ/τα της (ΦΕΚ 133/ Δ ), της (ΦΕΚ 293/ Δ ) και της (ΦΕΚ 289/ ΑΑΠ), εισήγαγε νέες διατάξεις για τους οικισμούς της χώρας με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων. Οι διατάξεις αυτές αφορούν στην κατηγοριοποίηση των οικισμών, στη ρύθμιση της διαδικασίας και του τρόπου καθορισμού των ορίων τους, καθώς και στον καθορισμό όρων και περιορισμών δόμησης (ΦΕΚ 181/ Δ ). Πρόκειται για ένα διάταγμα που έχει ως στόχο να αντιμετωπίσει οικισμούς που δεν έχουν ρυμοτομικό σχέδιο (Ταβλαρίδης, 1993). Αποτελεί, συνεπώς, ουσιαστικό εργαλείο ρύθμισης της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αποτελούν οικισμούς κάτω των 2000 κατοίκων. Αρχικά, σύμφωνα με το άρθρο 2 του π.δ/τος, για την εφαρμογή των διατάξεων οι οικισμοί διακρίνονται στις εξής κατηγορίες: 1. Περιαστικοί: όσοι βρίσκονται σε επαφή ή σε απόσταση από αστικά κέντρα και έχουν ή αναμένεται να αποκτήσουν άμεση λειτουργική εξάρτηση ως τόποι προαστιακοί. 2. Παραλιακοί: όσοι εμπίπτουν στο σύνολό τους ή κατά τμήμα τους σε ζώνη 500 μ. από τον αιγιαλό, ή βρίσκονται έξω από τη ζώνη αυτή, αλλά η ανάπτυξη τους επηρεάζεται σημαντικά από τη θάλασσα. Εξαιρούνται, (δε θεωρούνται παραλιακοί) όσοι οικισμοί βρίσκονται μέσα στη ζώνη των 500 μ., αλλά το κέντρο τους έχει υψόμετρο μεγαλύτερο ή ίσο από 100 μ. σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας. 36

37 3. Τουριστικοί: όσοι λειτουργούν ως πόλοι τακτικών ή εποχιακών τουριστικών συγκεντρώσεων. 4. Αξιόλογοι: οικισμοί που τα μορφολογικά και πολεοδομικά τους χαρακτηριστικά συγκροτούν σύνολο σημαντικού αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος. 5. Ενδιαφέροντες: όσοι συγκροτούν σύνολο περιορισμένου αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος. 6. Αδιάφοροι: όσοι δεν απαιτούν ιδιαίτερη προστασία. 7. Συνεκτικοί: όσων τουλάχιστον το 90% των οικοδομών δεν απέχουν ανά δυο μεταξύ τους απόσταση μεγαλύτερη των 40 μέτρων. Ως οικοδομή νοείται κάθε κτίσμα ανεξάρτητα από τη χρήση του, με εμβαδόν 10 τ.μ.. 8. Διάσπαρτοι: όσοι δεν είναι συνεκτικοί. 9. Δυναμικοί: όσοι έχουν πληθυσμό ίσο ή μεγαλύτερο των 2000 κατοίκων σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού και κατά την απογραφική περίοδο της τελευταίας δεκαετίας εμφανίζουν πληθυσμιακή αύξηση μεγαλύτερη του 10 %, ή κατά την τελευταία τριετία εμφανίζουν αριθμό νέων οικοδομών και προσθηκών κυρίων χώρων σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20% του συνολικού αριθμού των υπαρχόντων κτιρίων του οικισμού. Σε περίπτωση οικισμού στον οποίο διαπιστώνεται πληθυσμιακή μόνο αύξηση, η οποία όμως προκύπτει από πληθυσμιακές μετακινήσεις (κτηνοτροφικός οικισμός) μπορεί ο οικισμός να μη χαρακτηρίζεται δυναμικός. 10. Στάσιμοι: όσοι δεν είναι δυναμικοί μικροί: όσοι κατά την τελευταία απογραφή είχαν πληθυσμό μέχρι και 200 κατοίκους ή μέχρι 100 οικοδομές Μεσαίοι: όσοι είχαν κατά την τελευταία απογραφή πληθυσμό από κατοίκους ή μέχρι 500 οικοδομές Μεγάλοι: όσοι κατά την τελευταία απογραφή είχαν πληθυσμό από κατοίκους. (ΦΕΚ 181/ Δ ) Οι εν δυνάμει παραδοσιακοί οικισμοί θα μπορούσαν να ενταχθούν στις κατηγορίες αξιόλογων ή ενδιαφερόντων οικισμών λόγω της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής τους φυσιογνωμίας. Όσον αφορά στη συγκρότηση του πολεοδομικού τους ιστού, το κεντρικό τους τμήμα όπως αυτό ορίζεται από το π.δ. χαρακτηρισμού του 1978, ταυτίζεται με το συνεκτικό τμήμα των οικισμών (ΦΕΚ 293/ Δ ). Ανάλογα με την διάκριση του κάθε οικισμού, σύμφωνα με το άρθρο 4 του διατάγματος, διαμορφώνεται και ο καθορισμός των ορίων του (ΦΕΚ 580/ Δ ). Τα όρια περιαστικών, παραλιακών, τουριστικών, δυναμικών ή αξιόλογων συνεκτικών οικισμών ορίζονται «από τη γραμμή που περιβάλλει τα συνεκτικά τμήματα του οικισμού, καθώς και τα όρια των εγκεκριμένων σχεδίων» (ΦΕΚ 580/ Δ ). Η έκταση των ορίων, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, μπορεί να αυξηθεί 100 μ. παραπάνω από το συνεκτικό τμήμα του οικισμού ούτως ώστε να συμπεριλάβουν «τις τυχόν περιοχές με εγκεκριμένα σχέδια και περιοχές του οικισμού με αραιότερη δόμηση που στο σύνολο αποτελούν το διαμορφωμένο πολεοδομικό ιστό του οικισμού». 37

38 Μετά από το καθορισμό των ορίων των οικισμών εφαρμόζονται οι όροι και περιορισμοί δόμησης του άρθρου 5 του π.δ. 24.4/ Πρέπει να τονιστεί, ότι σύμφωνα με το άρθρο 9 του π.δ/τος, όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παρ. 5 του άρθρου 1 του π.δ/τος 25.4/ , τυχόν ειδικά διατάγματα χαρακτηρισμού οικισμών ως παραδοσιακών που ορίζουν όρους και περιορισμούς δόμησης κατισχύουν του παρόντος διατάγματος. Έτσι, εάν δεν υπάρχει κάποιο άλλο ιδιαίτερο διάταγμα εκτός αυτό του π.δ. του 1978, οι όροι και περιορισμοί δόμησης που εφαρμόζονται στους παραδοσιακούς οικισμούς με πληθυσμό κάτω από κατοίκους υπαγορεύονται από το άρθρο 5 του π.δ. του 1985, όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 1 του π.δ/τος Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 5, ο συντελεστής δόμησης που εφαρμόζεται στους παραδοσιακούς οικισμούς είναι κλιμακωτός. Συγκεκριμένα, για τα πρώτα 100 τ.μ. επιφάνειας οικοπέδου ο σ.δ. ορίζεται σε 1 και για υπόλοιπα 100 τ.μ. κλιμακωτά σε 0,8, 0,6 και 0,4 (ΦΕΚ 289/ ΑΑΠ). Το μέγιστο ποσοστό κάλυψης των γηπέδων ορίζεται σε 60 % της επιφάνειας τους. Τα υπόλοιπα άρθρα του π.δ/τος ρυθμίζουν θέματα που καθορίζουν τη γραμμή δόμησης στους οικισμούς, ειδικούς όρους δόμησης και γενικές διατάξεις Νομοθετικό Διάταγμα 8/1973 περί «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» Το νομοθετικό διάταγμα της 9 Ιουνίου του 1973 (ΦΕΚ 124 Α ) περί «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» εισάγει για πρώτη φορά στην ελληνική νομοθεσία, σε πρώιμο στάδιο, την έννοια της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών με το άρθρο 79 (Παπαπετρόπουλος, 2004). Αυτή η νέα πρόβλεψη σε επίπεδο νόμου για οικισμούς με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εκφράζεται κυρίως στην παρ. 6 του άρθρου 79: Διά Π. Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Δημοσίων Έργων κατόπιν αιτιολογημένης εκθέσεως της κατά περίπτωσιν αρμόδιας Υπηρεσίας δύνανται να χαρακτηρίζονται οικισμοί ή τμήματα αυτών ή κτίρια ως διατηρητέα λόγω του ιδιαίτερου ιστορικού, λαογραφικού, πολεοδομικού, αισθητικού ή και αρχιτεκτονικού χαρακτήρος αυτών. Στο ίδιο άρθρο υπαγορεύονται διατάξεις που έχουν ως στόχο τη διαφύλαξη της αισθητικής και τη διατήρηση κτιρίων ή οικισμών που παρουσιάζουν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Η παρ. 6 του άρθρου 79 του ν.δ. 8/1973 αντικαταστάθηκε αργότερα, υπό την ισχύ της Συνταγματικής διατάξεως του άρθρου 24, με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 662/1977 (ΦΕΚ 171 Α ) σύμφωνα με την οποία προβλέπεται ότι και με το προεδρικό διάταγμα χαρακτηρισμού ενός οικισμού μπορούν να θεσπίζονται όροι και περιορισμοί δόμησης, και προς επίτευξη του συνταγματικού σκοπού της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών οι όροι και περιορισμοί αυτοί μπορεί να είναι διάφοροι εκείνων που ορίζει ο ΓΟΚ. Αντίθετα, με την παρ. 6 του άρθρου 79 του ν.δ.. 8/1973, μετά την έκδοση του π.δ/τος χαρακτηρισμού ενός οικισμού ως παραδοσιακού, έπρεπε να θεσπισθούν με άλλη πράξη διατάξεις ειδικότερες για τη σύνταξη οριστικής πολεοδομικής μελέτης και ειδικών κανονισμών δόμησης. 38

39 «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός», ν.1577/85, 2831/2000 και 4067/2012 Βασικό εργαλείο ρύθμισης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σε πολεοδομικό επίπεδο αποτελεί ο ν. 1577/1985 περί «Γενικού Οικοδομικού κανονισμού» (ΦΕΚ 210/ Α ), ο οποίος τροποποιήθηκε από το ν. 2831/2000 και προσφάτως αναθεωρήθηκε από το Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ν. 4067/2012). Τα νομοθετικά αυτά διατάγματα περιέχουν ρυθμίσεις οι οποίες καθορίζουν τους γενικούς όρους και τις δυνατότητες προστασίας της αρχιτεκτονικής και της φυσικής κληρονομιάς. Ο ΓΟΚ του 1985 ήταν το νομοθετικό διάταγμα που θέσπισε διατάξεις για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών και των διατηρητέων κτιρίων κυρίως με το άρθρο 4, το οποίο είχε τίτλο «Παραδοσιακοί οικισμοί και διατηρητέα κτίρια. Προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.». Με το άρθρο 4 καθορίζεται η διαδικασία χαρακτηρισμού των παραδοσιακών οικισμών και των διατηρητέων κτιρίων, βασικός στόχος του οποίου είναι η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η διατήρηση και ανάδειξη του ιδιαίτερου πολεοδομικού, αισθητικού, ιστορικού, λαογραφικού και αρχιτεκτονικού χαρακτήρα τους(φεκ 210/ Α ). Η διαδικασία και οι λόγοι του χαρακτηρισμού των οικισμών ως παραδοσιακών παραμένουν ίδιοι και μετά τις τροποποιήσεις του ΓΟΚ του 1985, παρόλα αυτά ο νόμος εμπλουτίστηκε με νέες ρυθμίσεις που του έδωσαν νέα διάσταση. Η τροποποίηση του ν. 1557/1985 με το άρθρο 3 του ΓΟΚ του 2000 διεύρυνε την έννοια της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών και των διατηρητέων κτιρίων, αφού, πλέον, δε περιορίζεται στα όρια των παραδοσιακών οικισμών ή των ακινήτων, αλλά εκτείνεται και σε χώρους ιδιαίτερου κάλλους και φυσικούς σχηματισμούς «που συνοδεύουν ή περιβάλλουν ακίνητα και στοιχεία αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ως χώροι, τόποι ή ζώνες προστασίας των παραδοσιακών συνόλων» και στοιχεία του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος (ΦΕΚ 140/ Α ). Επίσης, στα πλαίσια αυτής της διεύρυνσης, πέρα από το χαρακτηρισμό κτιρίων ως διατηρητέων, εισάγει μια νέα πρόβλεψη για την προστασία και ανάδειξή τους σύμφωνα με την οποία «μπορεί να χαρακτηρίζεται ως διατηρητέα η χρήση ακινήτου με ή χωρίς κτίσματα εντός ή εκτός οικισμών» (ΦΕΚ 140/ Α ). Ακόμη, ο ΓΟΚ του 2000 ρυθμίζει με μια νέα διάταξη, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου, την κατηγοριοποίηση των διατηρητέων κτιρίων, ειδικότερους όρους και περιορισμούς δόμησης και μεταβατικές διατάξεις «ως προς το καθεστώς των ήδη χαρακτηρισμένων κτιρίων ως διατηρητέων, σε σχέση με την κατάταξη σε κατηγορίες και τις δυνατότητες επέμβασης επί αυτών», γεγονός που δείχνει την προσπάθεια ουσιαστικότερης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Ο ΝΟΚ, ο οποίος θεσμοθετήθηκε με το ν της 9 Απριλίου 2012 (ΦΕΚ 79/ Α ) και αποτελεί αναθεώρηση του ΓΟΚ του 2000, δίνει νέα μορφή στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία ρυθμίζεται υπό το πρίσμα της εναρμόνισης με τις ανάγκες της εποχής και τους νέους τρόπους σχεδιασμού και κατασκευής που λαμβάνουν υπόψη τους περιβαλλοντικά κριτήρια, και της 39

40 αναβάθμισης της ποιότητας της καθημερινής ζωής (ΦΕΚ 79/ Α ). Το άρθρο που αφορά στους παραδοσιακούς οικισμούς είναι το άρθρο 6 με τίτλο «Προστασία Αρχιτεκτονικής και Φυσικής Κληρονομιάς». Σε αντίθεση με τους προηγούμενους ΓΟΚ παρατηρείται ότι στο ν. 4067/2012 η νομοθεσία για τους παραδοσιακούς οικισμούς περιγράφεται κάτω από τον γενικό τίτλο της αρχιτεκτονικής και φυσικής κληρονομιάς, όπως ορίζεται από τη Σύμβαση για την προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ευρώπης (ν. 2039/1992) και της Σύμβασης της UNESCO για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς (ν. 1126/ 1981). Το γεγονός αυτό φανερώνει ότι το άρθρο του νόμου είναι δομημένο με βάση τις αρχές των ευρωπαϊκών συμβάσεων και επιδιώκει την ολοκληρωμένη προστασία της αρχιτεκτονικής και φυσικής κληρονομιάς. Στην παρ.2 του άρθρου, όπου προβλέπεται ο χαρακτηρισμός των παραδοσιακών οικισμών, έχει προστεθεί μια επιπλέον παράγραφος σε σχέση με το ΓΟΚ του 2000, σύμφωνα με την οποία, για την ανάδειξη και προστασία των παραδοσιακών οικισμών, επιτρέπεται η τροποποίηση ή η αναθεώρηση του ισχύοντος ρυμοτομικού σχεδίου ακόμη κι αν οδηγήσει σε μείωση της επιφάνειας κοινόχρηστων χώρων του οικισμού. Ακόμη, ρυθμίζεται η θέσπιση ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης μετά από μελέτες αστικού σχεδιασμού ή τοπίου. Στη συνέχεια, με την παρ. 3 ρυθμίζεται ο χαρακτηρισμός κτιρίων ως διατηρητέων και προβλέπεται ο καθορισμός ειδικών όρων δόμησης για επεμβάσεις ή προσθήκες σε διατηρητέα. Η παρ. 4 του άρθρου 6, δεν αποτελεί νέα ρύθμιση του νόμου, αφού πρόκειται για το άρθρο 3 του ΓΟΚ 2000, το οποίο αναφέρεται παραπάνω. Με το άρθρο 5 γίνεται καθορισμός των διαδικασιών στις οποίες πρέπει να υποβληθεί όμορο κτίριο διατηρητέου ακινήτου με σκοπό την προστασία και ανάδειξή του, ενώ στην 6 καθορίζεται η διαδικασία ανακατασκευής ακινήτων και στοιχείων της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Στη συνέχεια, με την παρ. 7 περιγράφεται η διαδικασία αναστολής οικοδομικών εργασιών, για ένα έτος με δυνατότητα παράτασης δεύτερου, σε περιοχές εκτός οικισμών ή σε μεμονωμένα ακίνητα εντός ή εκτός οικισμών «με σκοπό τη σύνταξη πολεοδομικής μελέτης ή και ειδικού κανονισμού δόμησης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς». Οι παρ. 8 και 9 ρυθμίζουν τη διαδικασία κατεδάφισης, επισκευής ή προσθήκης σε διατηρητέα κατασκευή. Η παρ. 10 προβλέπει τη δυνατή παρέκκλιση στο ποσοστό κάλυψης των διατηρητέων κτισμάτων για προσθήκη ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού και η παρ. 11 ρυθμίζει τη διαδικασία για κηρυγμένα διατηρητέα κτίρια ή κτήρια που είναι αξιόλογου αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος και έχουν ανεγερθεί προ της έναρξης ισχύος του Κανονισμού Θερμομόνωσης Νόμος 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας» Ο ν. 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας» (ΦΕΚ 124/ Α ) πραγματοποιεί τη σύνδεση του σχεδιασμού σε πολεοδομικό επίπεδο με την πολιτιστική κληρονομιά (Χριστοφιλόπουλος, 2005). 40

41 Έχει ως σκοπό τον «καθορισμό των κατευθυντήριων αρχών, όρων, διαδικασιών και μορφών πολεοδομικού σχεδιασμού για τη βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των ευρύτερων περιοχών των πόλεων και οικισμών της χώρας». Οι αρχές αυτές που καθορίζονται από το νόμο στοχεύουν στην ανάδειξη και οργάνωση στο μη αστικό χώρο των «ανοικτών πόλεων», στη διασφάλιση της οικιστικής οργάνωσης των πόλεων και οικισμών, στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος και ιδίως των υποβαθμισμένων περιοχών και στην προστασία, ανάδειξη και περιβαλλοντική αναβάθμιση των κέντρων πόλεων, των πολιτιστικών πόλων και των παραδοσιακών πυρήνων των οικισμών, των χώρων πρασίνου και λοιπών στοιχείων φυσικού, αρχαιολογικού, ιστορικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος των πόλεων, των οικισμών και του περιαστικού χώρου (άρθρο 1, ΦΕΚ 124/ Α ). Η πολιτιστική κληρονομιά, σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο, γίνεται μέρος του σχεδιασμού και περιεχόμενο στα δυο επίπεδα του, στο πρώτο που περιλαμβάνει το ρυθμιστικό σχέδιο, το γενικό πολεοδομικό σχέδιο (ΓΠΣ) και το σχέδιο χωρικής και οικιστικής οργάνωσης ανοιχτής πόλης (ΣΧΟΟΑΠ) και στο δεύτερο που περιλαμβάνει την πολεοδομική μελέτη Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας μέσα από τα νομοθετικά κείμενα του χωροταξικού σχεδιασμού: Ν. 2742/1999 Ο νόμος της 7 ης Οκτωβρίου του 1999 «Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» ρυθμίζει το ζήτημα του χωροταξικού σχεδιασμού στην Ελλάδα. Σκοπός του ν. 2742/1999 είναι «η θέσπιση θεμελιωδών αρχών και η θεσμοθέτηση σύγχρονων οργάνων, διαδικασιών και μέσων άσκησης χωροταξικού σχεδιασμού» για την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, τη κατοχύρωση της «παραγωγικής και κοινωνικής συνοχής» και τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος (άρθρο 1, ΦΕΚ 207/ Α ). Σύμφωνα με τους στόχους του παραπάνω νόμου, ο χωροταξικός σχεδιασμός πρέπει να συμβάλλει στην «προστασία και αποκατάσταση του περιβάλλοντος» και «στη διατήρηση των οικολογικών και πολιτισμικών αποθεμάτων» (άρθρο 2, ΦΕΚ 207/ Α ), ενώ η κατάρτιση των χωροταξικών πλαισίων και σχεδίων που θεσπίζονται από το νόμο θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κάποιες αρχές όπως τη πολιτισμική αναζωογόνηση των μητροπολιτικών κέντρων, την προστασία των φυσικών και πολιτιστικών πόρων και τη «συστηματική προστασία, αποκατάσταση, διατήρηση και ανάδειξη των περιοχών, οικισμών, τοπίων, που διαθέτουν στοιχεία φυσικής, πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς» (άρθρο 2, ΦΕΚ 207/ Α ). Έτσι, η προστασία των παραδοσιακών οικισμών υπό το πρίσμα της αρχής της αειφορίας καλύπτεται από τις ρυθμίσεις του χωροταξικού σχεδιασμού και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την εκπόνηση τόσο του «Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης» όσο και των «Περιφερειακών» και των «Ειδικών Πλαισίων» που προβλέπει ο ν. 2742/

42 3.5. Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από τα νομοθετικά κείμενα της περιβαλλοντικής προστασίας: Ν. 1650/1986 Η προστασία του περιβάλλοντος στην ελληνική νομοθεσία θεσμοθετείται από το ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος», όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3937/2011 «Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις». Οι αναφορές της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κατ επέκταση των παραδοσιακών οικισμών σε αυτά τα νομοθετικά κείμενα είναι έμμεσες. Στο νόμο 1650 της 16 Οκτωβρίου 1986 (ΦΕΚ 160/ Α ) η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μπορεί να εντοπιστεί στο άρθρο 19. Σύμφωνα με τον Παπαπετρόπουλο (2003), το άρθρο αυτό αναφέρεται έμμεσα στους παραδοσιακούς οικισμούς, όπου καταγράφονται τα κριτήρια χαρακτηρισμού και οι αρχές της προστασίας του νόμου. Συγκεκριμένα, στην παρ. 5 του άρθρου 19 ως περιοχές οικοανάπτυξης ορίζονται «εκτεταμένες περιοχές που μπορούν να περιλαμβάνουν χωριά ή οικισμούς, εφόσον παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας των φυσικών και πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών..». Από αυτόν το χαρακτηρισμό, γίνεται κατανοητό ότι οι περιοχές οικοανάπτυξης μπορούν να περιλαμβάνουν παραδοσιακούς οικισμούς. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το άρθρο αυτό, επιδιώκεται «η ενίσχυση των παραδοσιακών ασχολιών και δραστηριοτήτων», να «ασκούνται μικρής κλίμακας παραγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον και στην τοπική αρχιτεκτονική» και «η ανάπτυξη του αγροτουρισμού», στοιχεία που μπορούν να συναντώνται σε ένα παραδοσιακό οικισμό και να στοχεύουν στην ανάδειξη της αρχιτεκτονικής του κληρονομιάς διασφαλίζοντας, παράλληλα, την προστασία του. Μετά την τροποποίηση του άρθρου 19 από το ν. 3937/2011, η οριοθέτηση περιοχών ως «Περιοχές Οικοανάπτυξης» καταργείται και η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μπορεί να εντοπιστεί στο άρθρο 5 του νέου νόμου ως μέρος ενός τοπίου με ιδιαίτερη αισθητική η πολιτισμική αξία. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό: «Ως προστατευόμενα τοπία (Protected landscapes / seascapes) χαρακτηρίζονται περιοχές μεγάλης οικολογικής, γεωλογικής, αισθητικής ή πολιτισμικής αξίας και εκτάσεις που είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για αναψυχή του κοινού ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους. Στα προστατευόμενα τοπία μπορεί να δίνονται με βάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ειδικότερες ονομασίες, όπως αισθητικό δάσος, γεωπάρκο, τοπίο άγριας φύσης, τοπίο αγροτικό, αστικό. Ως προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου χαρακτηρίζονται τμήματα ή συστατικά στοιχεία του τοπίου που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, αισθητική ή πολιτισμική αξία ή συμβάλλουν στην προστασία φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους, όπως αλσύλλια, παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, μονοπάτια, πέτρινοι φράχτες, ξερολιθιές και αναβαθμίδες, κρήνες.» 42

43 Λαμβάνοντας υπόψη το παραπάνω άρθρο, εντοπίζεται μια στενή σχέση μεταξύ των παραδοσιακών οικισμών και των προστατευόμενων τοπίων. Εάν η έννοια των παραδοσιακών οικισμών στο άρθρο 19 μπορεί να ενταχθεί στις περιοχές «πολιτισμικής αξίας», στο αστικό προστατευόμενο τοπίο και τα στοιχεία τους στα «προστατευόμενα στοιχεία» με την ιδιαίτερη «πολιτισμική αξία», τότε οι παραδοσιακοί οικισμοί και τα στοιχεία του περιβάλλοντος τους θα μπορούσαν να υπάγονται στα προστατευόμενα τοπία Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το νόμο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς: Ν. 3028/2002 Ο νόμος 3028 της 28 Ιουνίου 2002 ( ΦΕΚ 153/ Α ) «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» αποτελεί ένα συστηματοποιημένο νομοθέτημα εννοιών, επιστημονικών και εννοιολογικών αρχών σε ένα πλαίσιο που καθορίζεται από νέες αντιλήψεις, σύνθετες ανάγκες και μια σύγχρονη προσέγγιση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς (Σωτηροπούλου, 2003). Ο νόμος αυτός σχεδιάστηκε με στόχους την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις ρυθμίσεις διεθνών συμβάσεων που έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα, του κοινοτικού δικαίου και την εναρμόνιση του με τις κατευθυντήριες αρχές που απορρέουν από διεθνή κείμενα όπως συστάσεις, διακηρύξεις, κώδικες δεοντολογίας και αποτυπώνουν τις σύγχρονες αντιλήψεις στα θέματα που αφορούν την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς (Βουδούρη, 2003). Αντικείμενο του νόμου σύμφωνα με το άρθρο 1 είναι η προστασία της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς από αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι σήμερα, στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας, ακόμη κι αν τα πολιτιστικά αγαθά δεν βρίσκονται στην Ελλάδα, αλλά συνδέονται με αυτή. Ακόμη, στην έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς περιλαμβάνει και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά ( ΦΕΚ 153/ Α ). Οι παραδοσιακοί οικισμοί μπορούν να περιληφθούν στο άρθρο 2 του αρχαιολογικού νόμου ως πολιτιστικά αγαθά, δηλαδή «μαρτυρίες της ύπαρξης και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου» (Παπαπετρόπουλος, 2004). Επίσης, ένας οικισμός που έχει χαρακτηριστεί ως παραδοσιακός με το άρθρο 4 του ΓΟΚ, μπορεί να υπάγεται και στο καθεστώς τον ιστορικών τόπων. Σύμφωνα με το ν. 3028/2002, «ως ιστορικοί τόποι νοούνται είτε εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες ή στους ποταμούς που αποτέλεσαν ή που υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν το χώρο εξαίρετων ιστορικών ή μυθικών γεγονότων, ή εκτάσεις που περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται μνημεία μεταγενέστερα του 1830, τα οποία συνιστούν χαρακτηριστικούς και ομοιογενείς χώρους, που είναι δυνατόν να οριοθετηθούν τοπογραφικά, και των οποίων επιβάλλεται η προστασία λόγω της λαογραφικής, εθνολογικής, κοινωνικής, τεχνικής αρχιτεκτονικής, βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους.» Ο ν. 3028/2002 σύμφωνα με το άρθρο 2 ρυθμίζει την προστασία των πολιτιστικών αγαθών μεταγενέστερων του 1830 θέτοντας ως κριτήριο την ιστορική, καλλιτεχνική ή επιστημονική σημασία τους. Ταυτόχρονα το άρθρο 4 του ΓΟΚ 43

44 ρυθμίζει την προστασία των πολιτιστικών αγαθών θέτοντας ως κριτήριο την ιστορική, πολεοδομική, αρχιτεκτονική, λαογραφική, κοινωνική και αισθητική φυσιογνωμία τους. Ως εκ τούτου, ένας οικισμός ή κτίριο μεταγενέστερο του 1830 μπορεί να υπαχθεί και στα δύο νομικά καθεστώτα. Αντίθετα, σε περίπτωση που το διατηρητέο κτίριο ή ο παραδοσιακός οικισμός χρονολογείται πριν το 1830 μπορεί να χαρακτηριστεί αποκλειστικά και μόνο από τον ν. 3028/2002 (Χριστοφιλόπουλος, 2005). Αξίζει να σημειωθεί ότι, λόγω της ευρύτητας της διατύπωσης του άρθρου 4 του ΓΟΚ του 1985 οι περισσότεροι χαρακτηρισμοί μέχρι σήμερα έχουν γίνει βάσει αυτού του νόμου κι όχι του αρχαιολογικού (Παπαπετρόπουλος, 2004) Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών μέσα από το νόμο για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: Ν. 2039/1992 «Κύρωση της σύμβασης της Γρανάδας» Η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, ή αλλιώς Σύμβαση της Γρανάδας, υπογράφηκε από τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης στη Γρανάδα το 1985 και κυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων με το ν. 2039/1992 (ΦΕΚ 61/ Α ). Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού εσωτερικού δικαίου σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος. Η σύμβαση αυτή πρόκειται για τελικό προϊόν πρότερων ευρωπαϊκών συμβάσεων προστασίας της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς (Δεκλερής, 1996), όπως είναι η Ευρωπαϊκή Πολιτιστική Σύμβαση (Παρίσι 19 Δεκεμβρίου 1954), ο Ευρωπαϊκός Καταστατικός Χάρτης της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (Στρασβούργο 26 Σεπτεμβρίου 1975), η Απόφαση 28, καθώς και η Σύσταση 880 (1979) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στόχος της είναι η χάραξη μιας κοινής πολιτικής μεταξύ των κρατών-μελών για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, δίνοντας βασικές κατευθύνσεις που διέπονται από τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, όπως άλλωστε απεικονίζεται στο προοίμιο της σύμβασης: «Υπενθυμίζοντας τη σημασία που έχει η μετάδοση ενός συνόλου πολιτιστικών αναφορών στις μελλοντικές γενιές, η βελτίωση του τρόπου ζωής στην πόλη και την ύπαιθρο και κατά συνέπεια η οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη των διαφόρων κρατών και περιοχών.» (ΦΕΚ 61/ Α ). Σύμφωνα με το Ζερβό (2011), η Σύμβαση της Γρανάδας εκφράζει πλήρως την Ευρωπαϊκή Πολιτιστική πολιτική, στον τομέα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Ο ορισμός της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς όπως υπαγορεύεται από τη Σύμβαση είναι εμφανές ότι περικλείει και τις έννοιες του παραδοσιακού οικισμού και του διατηρητέου κτιρίου εφ όσον στο άρθρο 1 ορίζει τα μνημεία ως «κάθε κατασκευή ιδιαίτερα σημαντική λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού της ενδιαφέροντος» και τα αρχιτεκτονικά σύνολα ως «ομοιογενή σύνολα αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού τους ενδιαφέροντος, συναφή μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ενότητες, που να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά» (ΦΕΚ 61/ Α ). 44

45 Η Σύμβαση της Γρανάδας περιλαμβάνει διατάξεις που αφορούν στην αναγνώριση των προστατευόμενων ακινήτων, σε νόμιμες διαδικασίες προστασίας, σε κυρώσεις, στη πολιτική προστασίας, στη συμμετοχή και την πληροφόρηση, και στο συντονισμό των κρατών-μελών για την πολιτική της συντήρησης. Τα συμβαλλόμενα κράτη, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 2, να προσχωρήσουν στην καταγραφή των μνημείων των αρχιτεκτονικών συνόλων και τόπων και στην τεκμηρίωση τους σε περίπτωση απειλής. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 3 θα πρέπει να καθιερωθεί από το κάθε κράτος-μέλος ένα νομικό πλαίσιο το οποίο θα εξασφαλίζει μέτρα προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Παράλληλα, στο άρθρο 4 τονίζεται η υποχρέωση των κρατών να προβούν σε μια σειρά ενεργειών και νομοθετικών ρυθμίσεων αναφορικά με διαδικασίες ελέγχου και αδειών με στόχο την αποτελεσματικότερη προστασία των μνημείων, των αρχιτεκτονικών συνόλων και τόπων του κάθε κράτους. Για τον ίδιο λόγο εισάγονται συμπληρωματικά μέτρα με τα άρθρα 6, 7 και 8 της Σύμβασης, στα οποία κάθε συμβαλλόμενο κράτος καλείται να προβεί σε ενέργειες όπως η λήψη φορολογικών μέτρων, η οικονομική υποστήριξη των δημόσιων υπηρεσιών και η ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με σκοπό τη συντήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, ή η λήψη μέτρων για τη βελτίωση του περιβάλλοντα χώρου της ή ακόμη, η υποστήριξη για επιστημονική έρευνα με στόχο την απαλοιφή της ρύπανσης που ενδέχεται να μολύνουν τα μνημεία. Άλλες υποχρεώσεις που πρέπει να αναλάβουν τα συμβαλλόμενα κράτη είναι η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς η οποία θα τοποθετείται και θα εκφράζεται μέσα από προγράμματα αναστήλωσης και συντήρησης, μέσα από τους στόχους του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, αλλά και των ρυθμιστικών σχεδίων, μέσα από την περιβαλλοντολογική και χωροταξική πολιτική και την ενθάρρυνση της εφαρμογής παραδοσιακών τεχνικών (άρθρο 10, ΦΕΚ 61/ Α ). Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 11, προβλέπεται η ενθάρρυνση της χρήσης των προστατευόμενων ακινήτων και η προσαρμογή παλιών κτιρίων για νέες χρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες ανάγκες. Για τη διευκόλυνση της εφαρμογής της πολιτικής προστασίας η Σύμβαση υποχρεώνει τα κράτη-μέλη με το άρθρο 13 την ανάπτυξη, στα πλαίσια της δικής τους πολιτικής, της αποτελεσματικής συνεργασίας των αρμόδιων υπηρεσιών για τη συντήρηση, τις πολιτιστικές δραστηριότητες, το περιβάλλον και τη χωροταξία, προβλέποντας στο άρθρο 12 τις συνέπειες που μπορεί να προκληθούν από το άνοιγμα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στο κοινό. Σύμφωνα με τον Παπακωνσταντίνου (1999), αυτές οι τελευταίες διατάξεις αναδεικνύουν την εκσυγχρονισμένη και ρεαλιστική κατεύθυνση που υιοθετεί η Σύμβαση για την προστασία και αξιοποίηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Όσον αφορά στην πληροφόρηση και την εκπαίδευση, η Σύμβαση με τις διατάξεις 15 και 16 προβλέπει την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για την αρχιτεκτονική κληρονομιά με ιδιαίτερο σκοπό την αφύπνιση του κοινού από σχολική ηλικία ούτως ώστε να καταστεί εμφανής η ενότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς. 45

46 Αναφορικά με την πολιτική της συντήρησης, στις διατάξεις των άρθρων 17, 18 και 19 της Σύμβασης θεσπίζεται η υποχρέωση των κρατών να ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες σχετικά με την πολιτική που εφαρμόζουν για τη συντήρηση μεθόδων και μέσων που προάγουν την αρχιτεκτονική δημιουργία η οποία επιβεβαιώνει τη συμβολή της εποχής μας στην πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης. Ακόμη, τα συμβαλλόμενα κράτη υποχρεώνονταν να παρέχουν όπου κρίνεται αναγκαίο την κατάλληλη τεχνογνωσία και να ενθαρρύνουν τις ευρωπαϊκές ανταλλαγές ειδικών σε θέματα προστασίας της κληρονομιάς. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς αποτελεί μια ολοκληρωμένη προσπάθεια για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κατ επέκταση και των παραδοσιακών οικισμών και ο ρόλος της είναι κατευθυντήριος, το οποίο σημαίνει ότι τα κράτη δεσμεύονται να προχωρήσουν στην εφαρμογή των διατάξεων της, αλλά η δεσμευτικότητα τους είναι αρκετά περιορισμένη (Παπακωνσταντίνου, 1999) Αξιολόγηση του θεσμικού πλαισίου προστασίας των παραδοσιακών οικισμών Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς διαμορφώθηκε στο πέρασμα του χρόνου μέσα από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις και τις κατευθύνσεις των ευρωπαϊκών πολιτικών που σχετίζονταν με αυτήν. Η έννοια της προστασίας ξεκίνησε από το πρώιμο στάδιο της αποκατάστασης και διατήρησης ιστορικών μνημείων το 1931, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του «Χάρτη της Αθήνας για την αποκατάσταση των ιστορικών μνημείων». Από τότε η έννοια της προστασίας της πολιτιστική κληρονομιάς άρχισε ένα εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία και να εντείνεται. Με το Χάρτη της Βενετίας (1964) η προστασία επεκτείνεται από σημειακή σε συνολική. Πλέον δεν αφορά μόνο στην διατήρηση του μνημείου, αλλά προχωρά στη συνεχή συντήρηση αυτού και του περιβάλλοντα χώρου του. Λίγα χρόνια αργότερα, η Σύμβαση για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσική κληρονομιάς διευρύνοντας την έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς από μνημειακή σε ολόκληρα σύνολα και τοπία, καθορίζει εκ νέου το περιεχόμενο της προστασίας της και προβλέπει τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πολιτικής προστασίας και την ένταξη της πολιτιστικής κληρονομιάς στα σχέδια του προγραμματισμού. Ένα βήμα παραπέρα προχωρά η Διακήρυξη του Άμστερνταμ, η οποία διευρύνει περισσότερο την προστασία, εισάγοντας την έννοια της ολοκληρωμένη προστασίας. Πρόκειται για ένα είδος προστασίας που προσπαθεί να ενσωματώσει την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στην κοινωνική και οικονομική ζωή μέσω του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Αποκορύφωμα όλων αυτών των αλλαγών που διαμόρφωσαν την έννοια της προστασίας αποτέλεσε η Σύμβαση της Γρανάδας (1985), η οποία υπό το πρίσμα της αειφορίας στοχεύει στη χάραξη μιας πολιτικής ολοκληρωμένης προστασίας που θα αποβλέπει στην διατήρηση και αξιοποίηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με την ένταξή της στην οικονομική και κοινωνική ζωή της ευρωπαϊκής κοινότητας. 46

47 Οι αλλαγές αυτές στην προστασία τη πολιτιστική κληρονομιάς έχουν περάσει και στην ελληνική νομοθεσία, από τη στιγμή που οι περισσότερες από τις παραπάνω συμβάσεις έχουν κυρωθεί από αυτήν. Η έννοια της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς έχει διευρυνθεί συμβαδίζοντας με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στις αναθεωρήσεις του ΓΟΚ και στον ν. 3028/2002. Παίρνει άλλη μορφή ξεφεύγοντας από την έννοια της προστασίας του κτιρίου και περνά στην προστασία του συνόλου. Δεν αντιμετωπίζεται αποκομμένη από τη φυσική κληρονομιά, αλλά ενιαία. Ενσωματώνεται στη γενικότερη χωροταξική πολιτική, και αποτελεί στόχο του χωροταξικού, πολεοδομικού και αναπτυξιακού σχεδιασμού του κράτους. Τα παραπάνω καθιστούν προφανές το γεγονός ότι, η προστασία των παραδοσιακών οικισμών είναι ένα πολυδιάστατο ζήτημα. Ως εκ τούτου, κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα, τη νομολογία του Συμβούλιου της Επικρατείας και ρυθμίζεται με τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Ακόμη περιλαμβάνεται και στις διατάξεις του ν. 3028/2002 που ρυθμίζει την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Κάθε ένα από τα παραπάνω θεσμικά κείμενα, διαχειρίζεται το θέμα της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών με διαφορετικό τρόπο και όλα υποστηρίζεται ότι διαπνέονται από την αρχή της ολοκληρωμένης προστασίας των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων που έχουν κυρωθεί από τη χώρα μας. Οι βασικές απόψεις που αφορούν στην αναποτελεσματικότητα της πολιτικής προστασίας των παραδοσιακών οικισμών επικεντρώνονται στη μη ουσιαστική ενεργοποίηση αυτών των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων, οι οποίες στο όνομα της ολοκληρωμένης προστασίας επιδιώκουν την ενσωμάτωση της προστασίας των ακίνητων πολιτιστικών αγαθών στον αειφορικό σχεδιασμό μέσω χωροταξικών και πολεοδομικών εργαλείων (Ζερβός, 2012). Στόχος, του θεσμικού πλαισίου προστασίας, σύμφωνα με τα παραπάνω, θα πρέπει να είναι η διατήρηση και συντήρηση της αυθεντικότητας της φυσιογνωμίας των παραδοσιακών οικισμών μέσω του χωροταξικού και πολεοδομικού αειφορικού σχεδιασμού και των εργαλείων του. Για τη διατήρηση της αυθεντικότητας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ιστορική, κοινωνική, οικονομική και μορφολογική κατάσταση των παραδοσιακών οικισμών. Ο ν. 2742/1997 «Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη» και ο ν. 2508/1999 «Βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων και των οικισμών της χώρας..» στις διατάξεις τους επισημαίνουν την ανάγκη ενσωμάτωσης της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών ως στόχο του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Το ίδιο κατοχυρώνεται και από το Σύνταγμα. Παρόλα αυτά τα εργαλεία προστασίας και διαχείρισης των παραδοσιακών οικισμών, δηλαδή ο ΝΟΚ, το π.δ. 594/1978, καθώς και τα οικεία προεδρικά διατάγματα χαρακτηρισμού, περιορίζονται σε διατάξεις για τη διαδικασία χαρακτηρισμού ενός οικισμού ως παραδοσιακού και σε μορφολογικούς κανόνες και όρους και περιορισμούς δόμησης, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την αυθεντικότητα των οικισμών. Είναι απαραίτητο, λοιπόν, για την ολοκληρωμένη προστασία των παραδοσιακών οικισμών ένα σύγχρονο θεσμικό εργαλείο που θα καταγράφει και θα αξιολογεί το σύνολο των χαρακτηριστικών ενός 47

48 παραδοσιακού οικισμού, ούτως ώστε να κατανοεί την φυσιογνωμία και την αυθεντικότητα του και έπειτα να προχωρά σε κατευθύνσεις προστασίας. Αυτή η τακτική δεν εφαρμόστηκε στο π.δ. 594/1978, με το οποίο χαρακτηρίστηκαν 420 οικισμοί της χώρας ως παραδοσιακοί. Το συγκεκριμένο διάταγμα, αποτελεί πολύ σημαντικό βήμα στην προστασία των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας και αποτέλεσε οδηγό για επόμενα προεδρικά διατάγματα κήρυξης παραδοσιακών οικισμών (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013). Παρόλα αυτά, αντιμετώπισε το σύνολο των παραδοσιακών οικισμών που χαρακτηρίστηκαν με αυτόν, ενιαία, χωρίς να λάβει υπόψη του τα ιδιαίτερα μορφολογικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά αυτών. Ως εκ τούτου θέσπισε όρους και περιορισμούς δόμησης που δε θα μπορούσαν να ανταποκρίνονται στη φυσιογνωμία του κάθε οικισμού. 48

49 4. ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Μετά από την εκτενή ανάλυση του θεσμικού πλαισίου προστασίας και διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς και των παραδοσιακών οικισμών θεωρήθηκε σκόπιμο να πραγματοποιηθεί μια καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Σκοπός της καταγραφής είναι η δημιουργία μιας επικαιροποιημένης χωρικής βάσης δεδομένων και η παρουσίαση των χωρικών, γεωγραφικών και πληθυσμιακών χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών. Επίσης, πριν την παρουσίαση της χωρικής διάστασης των παραδοσιακών οικισμών, θεωρήθηκε απαραίτητη η παρουσίαση των παραγόντων διαμόρφωσης και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους για την κατανόηση της φυσιογνωμίας των οικισμών αυτών. Απώτερος στόχος, είναι η επιβεβαίωση της ανάγκης μιας πολιτικής προστασίας που θα λαμβάνει υπόψη τη διαφοροποίηση των χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών Παράγοντες διαμόρφωσης και ιδιαιτέρα χαρακτηριστικά παραδοσιακών οικισμών Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ελλάδας αποτελούν οικισμούς της Χώρας που αναπτύχθηκαν μεταξύ 15ου και 19ου αιώνα (Φιλιππίδης, 1983). Ως οικισμοί ιδιαίτερης ιστορικής, πολεοδομικής, αρχιτεκτονικής, λαογραφικής, κοινωνικής και αισθητικής φυσιογνωμίας, σύμφωνα με τους λόγους χαρακτηρισμού τους, παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία οφείλονται σε διάφορους παράγοντες που επηρέασαν τη δημιουργία τους, τη μορφή και την αρχιτεκτονικής τους μέσα από το πέρασμα αυτών των αιώνων. Οι παράγοντες αυτοί σύμφωνα με θα μπορούσαν να διακριθούν σε υλικούς και άυλους. Οι υλικοί παράγοντες που επηρέασαν την διαμόρφωση των σημερινών παραδοσιακών οικισμών αφορούν κυρίως στην τοπογραφία, τις κλιματολογικές Εικόνα 4.1.1: Χάρης της Παροικιάς, Πάρου. Πηγή: Φιλιππίδης, 1983 συνθήκες, τα υλικά δόμησης και την κατασκευή. Ο ρόλος του φυσικού περιβάλλοντος υπήρξε σημαντικός για τη διαμόρφωση ενός οικισμού και την οργάνωση του πολεοδομικού ιστού του, από τη μια για λόγους ασφάλειας και από την άλλη για την εξασφάλιση αναγκαίων φυσικών πόρων για τη διαβίωση των κατοίκων (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Λόγω του φαινομένου της πειρατείας και των επιδρομών κυρίως σε οικισμούς στη νησιωτική Ελλάδα, ο τρόπος διάρθρωσης των οικισμών παρουσιάζει οχυρωματικά χαρακτηριστικά (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Για παράδειγμα, στις Κυκλάδες τα μικρά 49

50 Εικόνα 4.1.2: Οικισμός Βάθεια, Μάνη. Πηγή: Φιλιππίδης, 1983 Εικόνα 4.1.3: Χάρτης του παραδοσιακού οικισμού Μόλυβου, Μυτιλήνης. Οχυρωματικός πολεοδομικός ιστός. Πηγή: Φιλιππίδης,1983. σπίτια των οικισμών ανήκουν σε συνεκτικά σύνολα με ενιαίο εξωτερικό οχυρό μέτωπο και εκλείπουν οι αυλές και οι ανοιχτοί δημόσιοι χώροι (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Στη Μάνη που η ασφάλεια των κατοίκων της κλονιζόταν από εσωτερικές αντιπαραθέσεις, η οχύρωση εντοπίζεται στην κατοικία κάθε οικογένειας ξεχωριστά, γι αυτό και στους οικισμούς αυτής της περιοχής επικρατούν τα λεγόμενα πυργόσπιτα (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Ορισμένες φορές, για τη δημιουργία ενός οικισμού επιλέγονταν δυσπρόσιτες θέσεις με μεγάλες κλίσεις ούτως ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος επιδρομών (Μπούρας, 1982). Αξίζει να σημειωθεί ότι, η προσαρμογή των παραδοσιακών οικισμών στο φυσικό τους περιβάλλον αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό τους. Ακόμη, το κλίμα αποτέλεσε βασικό ρόλο για τον τρόπο ανάπτυξης ενός οικισμού, αφού σε περιοχές με δριμείς κλιματολογικές συνθήκες οι κατοικίες είναι κατασκευασμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να περιλαμβάνουν θερμότερα δωμάτια, όπως για παράδειγμα στη Μακεδονία (Μπούρας, 1982) (βλ. Εικόνα 4.1.7). Στη Κρήτη, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα όπου το κλίμα είναι ιδιόμορφο με δυνατούς ανέμους, τα σπίτια είναι επίπεδα, με στενά παράθυρα και στενούς δρόμους (Μουτσόπουλος, 1982). Όσον αφορά στα υλικά κατασκευής, εξαρτώνται από τους φυσικούς πόρους της κάθε περιοχής. Κατά κύριο λόγο, τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των κτιρίων ήταν τοπικά και οι τεχνίτες ήταν είτε οι ίδιοι οι οικιστές όταν οι οικονομικές συνθήκες ήταν δυσχερείς, είτε συνεργεία από ομάδες περιφερόμενων μαστόρων σε συνθήκες οικονομικές ευρωστίας (Μπούρας, 1982). Στη Σαντορίνη, για παράδειγμα, όπου το έδαφος είναι ηφαιστειογενές και το ξύλο εκλείπει, οι κατοικίες 50

51 κατασκευάστηκαν με τη εκσκαφή του βράχου και τα σπίτια είναι υποσκαφή (Μπούρας, 1982). Οι παραπάνω ειδικές συνθήκες σε κάθε περίπτωση και η μορφή του κέντρου του οικισμού έδινε σύμφωνα με το Μπούρα (1982), σε κάθε οικισμό την ιδιομορφία του και διαμόρφωνε το πολεοδομικό ιστό του. Οι άυλοι παράγοντες που επηρέασαν την εξέλιξη των παραδοσιακών οικισμών πρόκειται για τις οικονομικές, κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διαμορφώθηκαν οι οικισμοί αυτοί. Οι Εικόνα 4.1.2: Τυπικός κυλινδρικός θόλος κατοικιών παραδοσιακού οικισμού Σαντορίνης. Πηγή: Φιλιππίδης, παραπάνω παράγοντες έχουν άμεση σχέση μεταξύ τους σε συνάρτηση πάντα με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική (Μπούρας, 1982). Η τελευταία ως μέρος του παραδοσιακού οικισμού διαμορφώνεται βάσει της ξένης επικυριαρχίας του ελληνικού χώρου από το 15ο αιώνα και μετά (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Οι τουρκικές και ενετικές κατακτήσεις οι οποίες δημιούργησαν νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες για τον ελληνικό πληθυσμό επηρέασαν τη μορφή των παραδοσιακών οικισμών. Την περίοδο της οθωμανικής αυτοκρατορίας η ηπειρωτική Ελλάδα ήταν κατά το πλείστον αγροτική χώρα με τον οθωμανικό πληθυσμό να κατοικεί κυρίως στα πεδινά και τον χριστιανικό σε ημιορεινές και ορεινές εκτάσεις (Φιλιππίδης, Attali και Γερόλυμπος, 2007). Ανάλογα με το τόπο ευδοκίμησαν και οι αντίστοιχες ασχολίες, είτε αγροτικές και βιοτεχνικές, είτε εμπορικές. Οι παραδοσιακοί οικισμοί που διαμορφώθηκαν κάτω από αυτές τις συνθήκες παρουσιάζουν ελεύθερη οικιστική ανάπτυξη, η οποία ακολουθεί τη μορφολογία του εδάφους, με ακανόνιστους δρόμους, γειτονιές και πλατώματα για τη συνάθροιση των μελών της κοινότητας, ενώ σχεδόν πάντα στο κέντρο του οικισμού βρίσκεται η εκκλησία, η αγορά ή άλλα στοιχεία με χρηστική αξία, όπως οι κρήνες. Ακόμη, τα σπίτια περιλαμβάνουν αγροτικές εγκαταστάσεις και αυλές για τις αγροτικές εργασίες, ενώ μερικές φορές στους οικισμούς υπάρχει η κατοικία του ξένου επικυρίαρχου (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Αντίθετα, στις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από την επικυριαρχία των Ενετών υιοθετήθηκε ο δυτικός τρόπος ζωής και τα δυτικά αρχιτεκτονικά ρεύματα που καθόρισαν τη μορφή των οικισμών, όπως στα Επτάνησα, την Κρήτη και τη Μονεμβασιά (Μπούρας, 1982). Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, την περίοδο του 18 ου αιώνα λόγω τις πλεονεκτικής θέσης της Ελλάδας στη Μεσόγειο, αναπτύχθηκε από τους Έλληνες ο τομέας του εμπορίου γεγονός που οδήγησε σε μια νέα τάξη που χαρακτηρίζεται από οικονομική ευρωστία. Οι προθέσεις της νέας τάξης για ένα νέο άνετο τρόπο ζωής, οδήγησε στην υιοθέτηση στοιχείων από το αντίστοιχο κυρίαρχο, των Οθωμανών και των Ενετών (Μπούρας,1982). Έτσι, σε πολλούς παραδοσιακούς οικισμούς εντοπίζονται σήμερα, στοιχεία εκείνης της αρχιτεκτονικής που έχουν επηρεάσει είτε τα αρχοντικά είτε τις μικρές κατοικίες, αλλά και σε μεγαλύτερη 51

52 κλίμακα την οργάνωση του πολεοδομικού ιστού του ελληνικού χώρου. Παράδειγμα αυτού του φαινομένου αποτελεί το διώροφο τουρκικό κονάκι το οποίο συναντάται για παράδειγμα στη Βέροια και στη Λέσβο (Μπούρας, 1982). Μετά την Επανάσταση, οι συνθήκες διαμόρφωσης των οικισμών αλλάζουν. Οι επιρροές του δυτικού τρόπου ζωής και οικονομίας υιοθετούνται από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, το οποίο αμφισβητεί οποιοδήποτε κατάλοιπο της Τουρκοκρατίας, όπως και την πολιτιστική κληρονομιά (Μπούρας, 1982). Τον 19 ο αιώνα εισάγεται ο δυτικός κλασικισμός ή νεοκλασικισμός στην Ελλάδα και τα μορφολογικά του στοιχεία ενσωματώνονται στο πολεοδομικό σχέδιο των νέων οικισμών και στην κατασκευή των οικοδομών τους (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Οι παραδοσιακοί, μέχρι πρότινος, τρόποι κτισίματος περιορίστηκαν μόνο στην περιφέρεια, ενώ στις πόλεις υπερίσχυσε το νέο δυτικό ρεύμα. Στη Μακεδονία, την Ήπειρο και τα νησιά η παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνέχισε να ακμάζει ως τα μέσα του 19 ου αιώνα, μέχρις ότου η «μορφολογική ασυνέπεια» του νεοκλασικισμού, να την οδηγήσει στην παρακμή (Μπούρας, 1982). Η παρακμή των παραδοσιακών οικισμών συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του 20 ου αιώνα, λόγω του πολέμου, της μετανάστευσης και της αστικοποίησης (Μιχαλόπουλος και Μηνακάκης, 2003). Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα καταστράφηκαν σημαντικά παραδοσιακά σύνολα (Φιλιππίδης, 1983). Εικόνα 4.1.5: Τοπογραφικό παραδοσιακού οικισμού Μεγάλου Πάπιγκου, Ιωαννίνων. Μονοκεντρικός τύπος οικισμού. Πηγή: Φιλιππίδης, Εικόνα 4.1.6: Τοπογραφικό διάγραμμα παραδοσιακού οικισμού Βυζίτσας, Πηλίου. Τύπος πολεοδομικού ιστού που συγκρατεί και συσχετίζει τους ελεύθερα χωροθετημένους όγκους σπιτιών. Πηγή: Φιλιππίδης,

53 Εικόνα 4.1.3:Αντιπροσωπευτική Αρχιτεκτονική κατά περιοχές της Χώρας. Πηγή: Μουτσόπουλος, Ν.,

54 4.2. Μεθοδολογία καταγραφής παραδοσιακών οικισμών Στόχος της διαδικασίας καταγραφής των παραδοσιακών οικισμών είναι η δημιουργία μιας επικαιροποιημένης χωρικής βάσης δεδομένων. Μέσα από αυτή θα είναι δυνατός ο εντοπισμός κοινών ή μη κοινών χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας περιλαμβάνει τη συλλογή χωρικών και πληθυσμιακών στοιχείων από αξιόπιστες διαδικτυακές πηγές, την εισαγωγή τους σε πρόγραμμα του Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών, την επεξεργασία τους και την απεικόνιση των στοιχείων αυτών σε χάρτη. Από τη διαδικασία της καταγραφής δεν έλειψαν προβλήματα που έχουν να κάνουν με την αδυναμία εύρεσης πληροφοριών και τα οποία αναφέρονται παρακάτω. Για τη συλλογή στοιχείων για την καταγραφή των παραδοσιακών οικισμών χρησιμοποιήθηκε το Αρχείο Παραδοσιακών Οικισμών και Διατηρητέων Κτιρίων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) και τα αντίστοιχα αρχεία του Υπουργείου Μακεδονίας και Θράκης (ΥΜΑΘ) και της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα αρχεία αυτά περιλαμβάνουν τους παραδοσιακούς οικισμούς που έχουν κηρυχθεί από το 1978 μέχρι σήμερα (2013). Οι περισσότεροι χαρακτηρισμοί έχουν γίνει από το ΥΠΕΚΑ, ενώ μετά το 1986 με τον καθορισμό αρμοδιοτήτων του ΥΜΑΘ (τότε Υπουργείο Βόρειας Ελλάδας) και του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου (τότε Υπουργείο Αιγαίου), η αρμοδιότητα χαρακτηρισμού μεταβιβάστηκε, ενώ το ΥΠΕΚΑ είναι αρμόδιο για το χαρακτηρισμό οικισμών σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Τα στοιχεία καταχωρήθηκαν από τα τρία διαφορετικά αρχεία ανά περιφερειακή ενότητα και νομό. Το αρχείο αυτό εμπλουτίστηκε με στοιχεία όπως το ΦΕΚ, τον τίτλο του και τον φορέα κήρυξης του κάθε παραδοσιακού οικισμού (βλ. Παράρτημα, Πίνακα 5 έως 14). Στη συνέχεια, για τη χωρική απεικόνιση των παραδοσιακών οικισμών χρησιμοποιήθηκε αρχείο χωρικών δεδομένων από το geodata.gov.gr, τη σελίδα γεωχωρικών δεδομένων που σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Πληροφοριακών Συστημάτων του ερευνητικού κέντρου «Αθηνά» (ΙΠΣΥ/ΕΚ «Αθηνά»). Το αρχείο αυτό περιλάμβανε όλους τους οικισμούς της Ελλάδας όπως χρησιμοποιούνται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) για λόγους απογραφής. Ακόμη, χρησιμοποιήθηκαν αρχεία 1 χωρικών δεδομένων των Βαλκανικών χωρών, των περιφερειών, των νομών, των δήμων και των ισοϋψών καμπυλών της Ελλάδας. Το σύνολο των δεδομένων εισήχθη στο πρόγραμμα χαρτογραφικής απεικόνισης ArcMap. Το ArcMap αποτελεί πρόγραμμα του Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών (Σ.Γ.Π.) ArcGIS κατάλληλο για παρουσίαση, επεξεργασία, ανάλυση περιγραφικών και χωρικών δεδομένων, καθώς και δημιουργία ποιοτικών χαρτών και γραφημάτων (Ζήσου, 2007). Μετά από επεξεργασία στο ArcMap, επιλέχθηκαν μόνο οι παραδοσιακοί οικισμοί από το αρχείο του συνόλου των οικισμών της Ελλάδας και προέκυψε ο χάρτης των παραδοσιακών οικισμών της Χώρας (βλ Παράρτημα Χάρτη 1). Τέλος, η βάση εμπλουτίστηκε με στοιχεία όπως, το 1 Τα αρχεία αυτά δόθηκαν στα πλαίσια του μαθήματος «Θεματικής Χαρτογραφίας». 54

55 μόνιμο πληθυσμό των απογραφών 1991, 2001 και 2011, το π.δ. κήρυξης των οικισμών ως παραδοσιακών και το ανάγλυφο, το οποίο δημιουργήθηκε με τη βοήθεια των ισοϋψών καμπυλών και τη χρήση εντολών του ArcMap. Κατά αυτόν τον τρόπο, προέκυψαν οι χάρτες που παρουσιάζουν τους παραδοσιακούς οικισμούς που κηρύχθηκαν με το π.δ. του 78 ή με π.δ. μετά αυτού, αυτούς με πληθυσμό άνω και κάτω των 2000 κατοίκων και το ρυθμό μεταβολής των οικισμών για τις περιόδους και (βλ. Παράρτημα Χάρτη 2 έως 5). Στη διάρκεια της διαδικασίας για την παραγωγή των χαρτών τέθηκαν ζητήματα έλλειψης στοιχείων που αφορούν τον πληθυσμό και την θέση κάποιων οικισμών, αλλά και προβλήματα ασυμφωνίας των αρχείων των υπουργείων με τα π.δ. κήρυξης των οικισμών ως παραδοσιακών. Συγκεκριμένα: 1. Οι παραδοσιακοί οικισμοί για τους οποίους δεν υπάρχουν πληθυσμιακά στοιχεία δεν απεικονίζονται στους σχετικούς χάρτες. 2. Οι παραδοσιακοί οικισμοί που περιλαμβάνονται στο αρχείο των παραδοσιακών οικισμών αλλά δεν υπήρχαν στο αρχείο της ΕΛΣΤΑΤ, συνεπώς δεν υπήρχαν οι συντεταγμένες τους, έχουν απεικονιστεί στο χάρτη με τη βοήθεια του προγράμματος GOOGLE EARTH. 3. Υπάρχουν παραδοσιακοί οικισμοί που ενώ είναι καταχωρημένοι στο π.δ. του 78 δεν υπάρχουν στο αρχείο της ΕΛΣΤΑΤ. ή των υπουργείων, δεν υπάρχουν πληθυσμιακά στοιχεία γι αυτούς και δεν έχει εντοπιστεί η θέση τους, πιθανότατα διότι έχουν πάψει να υφίστανται. Όλοι οι παραπάνω οικισμοί καταγράφονται αναλυτικότερα κατά περίπτωση και νομό στον πίνακα 2 που επισυνάπτεται στο παράρτημα Γεωγραφική Διάσταση των παραδοσιακών οικισμών Χωρική Κατανομή Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ελλάδας φτάνουν τους 920, από τους οποίους οι 420 κηρύχθηκαν με το προεδρικό διάταγμα του 1978 και οι υπόλοιποι 500 με μεταγενέστερα προεδρικά διατάγματα χαρακτηρισμού. Αποτελούν μόλις το 6,94 % του συνόλου των οικισμών της Χώρας. Το 30 % των οικισμών αυτών συγκεντρώνεται στου νομούς Κυκλάδων και Λακωνίας, ποσοστό που τους τοποθετεί στην κατηγορία νομών με τους περισσότερους παραδοσιακούς οικισμούς, ενώ μετά από αυτούς ακολουθούν οι νομοί Ρεθύμνης, Ιωαννίνων, Μαγνησίας κ.α. (βλ. Πίνακα 4.3.1). Σε επίπεδο περιφέρειας, τα μεγαλύτερο ποσοστά του πλήθους των παραδοσιακών οικισμών παρατηρούνται σε αυτές του Νοτίου Αιγαίου (25,10%) και της Πελοποννήσου (18,70%). 55

56 Πίνακας 4.3.1: Οι νομοί της Ελλάδος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση παραδοσιακών οικισμών ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΟΙΚΙΣΜΩΝ 1 ΚΥΚΛΑΔΩΝ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΗΠΕΙΡΟΥ 70 4 ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΡΗΤΗΣ 69 5 ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 65 6 ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ 61 7 ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ 50 8 ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 49 9 ΛΕΣΒΟΥ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ 26 Πηγή: Ιδία Επεξεργασία Οι οικισμοί της χώρας βάσει των γεωγραφικών τους χαρακτηριστικών χωρίζονται σε πεδινούς, ημιορεινούς και ορεινούς. Ο διαχωρισμός τους αυτός πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε υψομετρικές ζώνες ως εξής: μ. Πεδινή Ζώνη, μ. Ημιορεινή Ζώνη, 3. >600 μ. Ορεινή Ζώνη. 9% 14% 77% ΠΕΔΙΝΟ ΗΜΙΟΡΕΙΝΟ ΟΡΕΙΝΟ Γράφημα :Το ποσοστό των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες. Πηγή: Ιδία επεξεργασία Λαμβάνοντας υπόψη την παραπάνω διάκριση κατασκευάστηκε το ανάγλυφο του συνόλου της Χώρας και συλλέχθηκαν στοιχεία για το υψόμετρο των παραδοσιακών οικισμών τα οποία παρουσιάζονται στους χάρτες (βλ. Παράρτημα Χάρτη 1) και στα Γραφήματα και Από τη μελέτη των στοιχείων προέκυψε ότι το 76,6% του συνόλου των παραδοσιακών οικισμών ανήκει στην κατηγορία της πεδινής ζώνης, το 14,02 % σε αυτή της ορεινής και το 9,35% της ημιορεινής. Το 56

57 μεγάλο ποσοστό των πεδινών παραδοσιακών οικισμών μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι η πλειοψηφία των οικισμών συγκεντρώνεται στη νησιωτική χώρα που είναι κατά βάση πεδινή, ενώ υπάρχει και σημαντικός αριθμός παραδοσιακών οικισμών σε παράλιες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας (π.χ. Νομοί Μαγνησίας, Λακωνίας). Όσον αφορά στην ηπειρωτική χώρα, οι περισσότεροι οικισμοί βρίσκονται σε πεδινές (57,48%) και ορεινές (28,74%) περιοχές, αλλά υπάρχει και ένας αρκετά σημαντικός αριθμός οικισμών που βρίσκονται σε ημιορεινό ανάγλυφο (13,79%). Στη νησιωτική, τα ποσοστά αλλάζουν. Οι νησιωτικοί παραδοσιακοί οικισμοί της χώρας αποτελούν κυρίως πεδινούς οικισμούς με ποσοστό 93,29 %, ενώ οι ημιορεινοί και ορεινοί καταλαμβάνουν αμελητέο ποσοστό (5,50% και 1,22% αντίστοιχα). Ειδικότερα, τα μεγαλύτερα ποσοστά του πλήθους των πεδινών παραδοσιακών οικισμών καταγράφονται στις περιφέρειες Βορείου και Νοτίου Αιγαίου (9,94 % και 30,64 % αντίστοιχα), Πελοποννήσου (15,89%), Κρήτης (12,62 %) και Ιονίων Νήσων (11,91%). Οι ημιορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί καταλαμβάνουν πολύ μικρό ποσοστό και εντοπίζονται κυρίως στις περιφέρειες Πελοποννήσου φτάνοντας το 23,26 %, Ηπείρου, Θεσσαλίας και Νοτίου Αιγαίου με ποσοστό 16,28 %. Αναφορικά με τους ορεινούς οικισμούς, παρατηρείται σημαντική συγκέντρωση στις περιφέρειες Ηπείρου και Πελοποννήσου με ποσοστά 43,41 % και 31,01 % αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, οι ορεινοί αυτοί οικισμοί εντοπίζονται στους νομούς Ιωαννίνων και Αρκαδίας. Πίνακας 4.3.2: Χωρική Κατανομή πλήθους ηπειρωτικών και νησιωτικών παραδοσιακών οικισμών σε σχέση με το ανάγλυφο ΑΝΑΓΛΥΦΟ ΠΛΗΘΟΣ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ Π. ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ Π.ΟΙΚΙΣΜΩΝ (%) ΠΛΗΘΟΣ ΝΗΣΙΩΤΙΚΩΝ Π. ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΝΗΣΙΩΤΙΚΩΝ Π. ΟΙΚΙΣΜΩΝ (%) ΠΛΗΘΟΣ Π. ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΟΣΟΣΤΟ Π. ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ (%) ΠΕΔΙΝΟ , , ,63 ΗΜΙΟΡΕΙΝΟ 59 13, , ,35 ΟΡΕΙΝΟ ,74 6 1, ,02 ΣΥΝΟΛΟ Π.Ο , , ,00 Πηγή: Ιδία Επεξεργασία 57

58 ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Π.ΚΡΗΤΗΣ Π. ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Π. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Π. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Π.ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Π.ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Π. ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ Π. ΗΠΕΙΡΟΥ Π.ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Π.ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Π. ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΟΡΕΙΝΟ ΗΜΙΟΡΕΙΝΟ ΠΕΔΙΝΟ ΠΛΗΘΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Γράφημα 4.3.2: Το πλήθος των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδος με βάση τις υψομετρικές ζώνες ανά περιφέρεια. Πηγή: Ιδία επεξεργασία Πληθυσμιακή Κατανομή Η πλειοψηφία των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας πρόκειται για οικισμούς με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων (βλ. Παράρτημα Χάρτες 2 και 3), με ποσοστό της τάξης του 94 %. Από τους οικισμούς της Χώρας, οι 920 είναι παραδοσιακοί. Λόγω της αδυναμίας εύρεσης πληθυσμιακών στοιχείων για ορισμένους οικισμούς (βλ. Παράρτημα, Πίνακα 2), η επεξεργασία των δεδομένων για την εξαγωγή των παρακάτω συμπερασμάτων έγινε σε αριθμό οικισμών μικρότερο του συνολικού, για την ακρίβεια σε 901. Από τους 901 οικισμούς, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, οι 846 είναι οικισμοί κάτω των 2000 κατοίκων και ο συνολικός τους πληθυσμός φτάνει τους κατοίκους, δηλαδή το 8,92 % στο σύνολο του πληθυσμού των παραδοσιακών οικισμών. Αυτό το ποσοστό δεν είναι απόλυτα αντιπροσωπευτικό, διότι στο συνολικό πληθυσμό των παραδοσιακών οικισμών περιλαμβάνονται και τα μεγάλα αστικά κέντρα. Αξίζει να σημειωθεί, ότι το 84,04 % των μικρών αυτών παραδοσιακών οικισμών κατοικείται από λιγότερους από 500 κατοίκους, ενώ μόλις το 1 % από 1500 έως 2000 (βλ. πίνακα 4.3.3). Ο πληθυσμός των οικισμών άνω των 2000 κατοίκων φτάνει τους αγγίζοντας ποσοστό της τάξης του 91,8 %, σύμφωνα με την απογραφή του Πρέπει, όμως να τονιστεί και σε αυτή τη περίπτωση, το γεγονός ότι, το σύνολο αυτό του πληθυσμού δεν είναι αντιπροσωπευτικό, γιατί, σε ορισμένες περιπτώσεις, αφορά το πλήθος των κατοίκων των πόλεων στις οποίες ανήκουν οι παραδοσιακοί οικισμοί, μιας και οι συγκεκριμένοι αποτελούν τμήματά τους και δεν υπάρχουν ανεξάρτητα 58

59 πληθυσμιακά στοιχεία γι αυτούς. Το ποσοστό που μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικό στη συγκεκριμένη κατηγορία είναι αυτό που αφορά τον αριθμό των παραδοσιακών οικισμών από 2000 έως επί του συνόλου των οικισμών άνω των 2000 κατ., το οποίο κυμαίνεται στο 62%. Συγκεκριμένα, από τους 52 οικισμούς που συγκεντρώνουν πληθυσμό άνω των 2000 κατοίκων οι 32 ανήκουν στην παραπάνω κλάση. Μελετώντας τα πληθυσμιακά στοιχεία για τις περιόδους και προκύπτουν συμπεράσματα για την πληθυσμιακή εξέλιξη των παραδοσιακών οικισμών της χώρας. Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί ότι, για τον υπολογισμό του ρυθμού μεταβολής κατά τάξεις μεγέθους των δυο αυτών περιόδων περιλαμβάνεται ο πληθυσμός όλων 2 των παραδοσιακών οικισμών που έχουν κηρυχτεί μέχρι σήμερα, παρόλο που από το 1991 μέχρι και το 2011 ο αριθμός των οικισμών έχει μεταβληθεί, λόγω κήρυξης νέων οικισμών ως παραδοσιακών. Η γενικότερη εικόνα που παρουσιάζει η μεταβολή του πληθυσμού της πρώτης περιόδου για τους οικισμούς κάτω των 2000 κατοίκων είναι αρνητική με αμελητέο ποσοστό, της τάξεως του -0,14 % (βλ. Πίνακα 4.3.3). Ειδικότερα, το συγκεκριμένο διάστημα παρατηρείται μείωση στους οικισμούς κάτω των 1000 κατοίκων με ποσοστό -5,81% και αύξηση σε πληθυσμό από 1000 έως 2000 με το σημαντικό ποσοστό του 18,97%. Την περίοδο η τάση της πληθυσμιακής μεταβολής εξακολουθεί να είναι αρνητική, αυτή τη φορά με μεγαλύτερο ποσοστό που φτάνει το -6,09% (βλ. Πίνακα 4.3.4). Για την ακρίβεια, οι μεταβολές είναι αρνητικές για όλες τις τάξεις μεγέθους του πληθυσμού των παραδοσιακών οικισμών κάτω των 2000 κατοίκων, εκτός εκείνης που κυμαίνεται από 1000 έως 1500 κατοίκους, η οποία παρουσιάζει αύξηση του 10,76%. Στη συγκεκριμένη περίοδο αξίζει να σημειωθεί η μεγάλη μείωση στους οικισμούς των 1500 έως 2000 κατοίκων που φτάνει το -32,38%. Όσον αφορά στους παραδοσιακούς οικισμούς που κατοικούνται από περισσότερους από 2000 κατοίκους, φαίνεται πως ακολουθούν, επίσης, τις παραπάνω τάσεις σε γενικότερο επίπεδο (βλ. Πίνακα 4.3.4). Το διάστημα η συνολική πληθυσμιακή μεταβολή είναι θετική με πολύ μικρό ποσοστό που φτάνει το 1,36%. Συγκεκριμένα, τάσεις μείωσης παρουσιάζουν οι οικισμοί από έως κατοίκους και αυτοί με περισσότερους από Αντίθετα, οι οικισμοί που ανήκουν στις υπόλοιπες κλάσεις παρουσιάζουν αύξηση, με πιο σημαντική αυτή των οικισμών που κυμαίνονται από έως κατοίκους που αγγίζει το 122,11%. Οι οικισμοί από έως κατοίκους, που όπως αναφέρθηκε παραπάνω αποτελούν το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα των οικισμών άνω των 2000 κατοίκων, παρουσιάζουν τη συγκεκριμένη περίοδο αύξηση της τάξης του 20,65%. Το επόμενο διάστημα η μεταβολή είναι αρνητική με ποσοστό -8,96%, και το ίδιο συμβαίνει στην κατηγορία των οικισμών κάτω των 2000 κατοίκων. Συμπερασματικά, ο πληθυσμός των παραδοσιακών οικισμών όλων των τάξεων μεγέθους παρουσιάζει 2 Αφορά πάλι τους 901 οικισμούς, αφού οι υπόλοιποι 19 έχουν εξαιρεθεί λόγω έλλειψης πληθυσμιακών στοιχείων. 59

60 μεγάλη μείωση, εκτός των οικισμών των έως κατοίκων στους οποίους παρατηρείται αύξηση με ποσοστό 17,58% (βλ. Παράρτημα Χάρτη 4 και 5). Εξετάζοντας τα πληθυσμιακά δεδομένα σε γενικότερο επίπεδο προέκυψαν επιπλέον στοιχεία για τη πληθυσμιακή μεταβολή. Σχετικά με τα δεδομένα αυτά, πρέπει να σημειωθεί πως εκτός των οικισμών οι οποίοι εκλείπουν πληθυσμιακών στοιχείων, κάποιοι οικισμοί δεν παρουσιάζουν ρυθμό μεταβολής κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα το σύνολο των οικισμών για τον υπολογισμό των παρακάτω στοιχείων να είναι μικρότερο του συνολικού αριθμού των οικισμών (βλ. Πίνακα και και Παράρτημα Πίνακα 3 και 4). Το συνολικό πλήθος των οικισμών που παρουσίασε μείωση την περίοδο φτάνει τους 451 οικισμούς με ποσοστό 50,50% και υπερισχύει των υπολοίπων που παρουσίασαν αύξηση και καταλαμβάνουν ποσοστό του 46,81%. Οι οικισμοί που δε παρουσίασαν καμία μεταβολή τη συγκεκριμένη περίοδο αποτελούν το 2,69 %. Το διάστημα μεταξύ 2001 και 2011, η τάση δεν αλλάζει, αλλά εξελίσσεται ανοδικά, αφού οι οικισμοί που παρουσιάζουν μείωση πληθυσμού αυξάνονται ακόμη περισσότερο, στο 62,71 %, και εκείνοι στους οποίους ο πληθυσμός αυξάνεται, μειώνονται στο 35,05%. Πιο ειδικά, το διάστημα το 25,31 % των οικισμών παρουσιάζει μείωση από -20 έως 0% και το 18,37% από -50% έως -20%, ενώ σημαντικό ποσοστό παραδοσιακών οικισμών (22,73%) αυξάνεται από 0% έως 20%. Το επόμενο διάστημα, διαπιστώνεται η μείωση του πληθυσμού σε όλο και περισσότερους οικισμούς. Συγκεκριμένα, το 25,87 % των οικισμών παρουσιάζει μείωση από -20 % έως -50% και το 29,12 % από 0 % έως -20%. Οι ανοδικές τάσεις του πληθυσμού κυμαίνονται κυρίως από 0% έως 20% σε ποσοστό παραδοσιακών οικισμών 17,47%. 60

61 Πίνακας 4.3.3: Η κατανομή του πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικισμούς κάτω των 2000 κατοίκων. Απογραφή 1991 Απογραφή 2001 Απογραφή 2011 Ρυθμός πληθυσμιακής μεταβολής (%) Πληθυσμός (κατ.) Πλήθος Μέσος Σύνολο Πλήθος Μέσος Σύνολο Πλήθος Μέσος Σύνολο Οικισμών Πληθυσμός Πληθυσμού Οικισμών Πληθυσμός Πληθυσμού Οικισμών Πληθυσμός Πληθυσμού ,19% -0,84% ,62% -12,39% ,75% 10,76% ,22% -32,38% Σύνολο ,14% -6,09% Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Απογραφή 1991, 2001, 2011, Ιδία Επεξεργασία Πίνακας : Η κατανομή του πληθυσμού σε παραδοσιακούς οικισμούς άνω των 2000 κατοίκων. Πληθυσμός(κατ.) Πλήθος Οικισμών Απογραφή 1991 Απογραφή 2001 Απογραφή 2011 Μέσος Πληθυσμός Σύνολο Πληθυσμού Πλήθος Οικισμών Μέσος Πληθυσμός Σύνολο Πληθυσμού Πλήθος Οικισμών Μέσος Πληθυσμός Σύνολο Πληθυσμού Ρυθμός πληθυσμιακής μεταβολής (%) και άνω ,35% -15,85% ,96% -9,64% ,11% -14,93% ,04% 17,58% ,65% -6,93% Σύνολο ,36% -8,96% Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Απογραφή 1991, 2001, 2011, Ιδία Επεξεργασία

62 Πίνακας 4.3.5: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ( ) Πληθυσμιακή Μεταβολή (%) Πλήθος Π. Οικισμών Ποσοστό επί του συνόλου των Π. Οικισμών (%) Πεδινοί- Ημιορεινοί Ποσοστό επί του συνόλου των πεδινών - ημιορεινών Π. Οικισμών (%) Ορει -νοί Ποσοστό επί του συνόλου των ορεινών Π. Οικισμών (%) (-100) ( -50) 61 6, , ,16 (-50) (-20) , , ,94 (-20) (0) , , ,09 Καμία μεταβολή 24 2, ,61 4 3,13 (0) (20) , , ,50 (20) (50) , , ,38 (50) (100) 49 5, ,49 7 5,47 > , ,10 3 2,34 Σύνολο , , ,00 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ Απογραφή 1991, 2001, Ιδία Επεξεργασία Πίνακας 4.3.6: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους παραδοσιακούς οικισμούς ( ) Πληθυσμιακή Μεταβολή (%) (20) (50) 83 9, ,92 7 5,47 (50) (100) 43 4, , ,38 > , ,26 6 4,69 Σύνολο , , ,00 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Απογραφή 2001,2011, Ιδία Επεξεργασία Πίνακας 4.3.7: Οι μεταβολές του πληθυσμού στους οικισμούς με βάση το ανάγλυφο Ανάγλυφο Παραδοσιακών Οικισμών Πλήθος Π. Οικισμών Ποσοστό επί του συνόλου των Π. Οικισμών (%) Πλήθος Παραδοσιακώ ν Οικισμών Μελετώντας το ρυθμό πληθυσμιακής μεταβολής σε σχέση με το πλήθος των παραδοσιακών οικισμών ανά περιφέρεια προκύπτουν ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία για τη χωρική διάσταση της πληθυσμιακής μεταβολής. Την περίοδο Πεδινοί- Ημιορεινοί Ποσοστό επί του συνόλου των πεδινών - ημιορεινών Π. Οικισμών (%) Πληθυσμός Ορεινοί Ποσοστό επί του συνόλου των ορεινών Π. Οικισμών (%) (-100) ( -50) 69 7, , ,16 (-50) (-20) , , ,25 (-20) (0) , , ,13 Καμία μεταβολή 20 2, ,48 1 0,78 (0) (20) , , ,16 Ρυθμός Μεταβολής Πληθυσμού Πεδινό ,16% -8,81% Ημιορεινό ,27% -5,38% Ορεινό ,93% -10,29% Σύνολο Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Απογραφή 1991, 2001, 2011, Ιδία επεξεργασία 62

63 2001, 50% έως 70% των παραδοσιακών οικισμών παρουσίασε αρνητικό ρυθμό μεταβολής στις περιφέρειες Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, Ηπείρου, Θεσσαλίας, Πελοποννήσου και Βορείου Αιγαίου (βλ. Πίνακα 4.3.8). Για την ίδια χρονική περίοδο οι περιφέρειες με τα μεγαλύτερα ποσοστά αριθμού παραδοσιακών οικισμών με αρνητική πληθυσμιακή μεταβολή είναι η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη και η Πελοπόννησος με ποσοστά 70,59% και 68,02% αντίστοιχα. Οι υπόλοιπες περιφέρειες παρουσίασαν μεγαλύτερα ποσοστά παραδοσιακών οικισμών με θετικό ρυθμό μεταβολής εκτός της Δυτικής Μακεδονίας που παρουσίασε ίσα ποσοστά πλήθους οικισμών με θετικό και αρνητικό ρυθμό μεταβολής. Για την ακρίβεια, οι ανοδικές τάσεις πληθυσμού στις περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Ιονίων Νήσων, Στερεάς Ελλάδας, Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης εντοπίζονται σε πλήθος παραδοσιακών οικισμών που κυμαίνεται από 50% έως 65%. Την επόμενη περίοδο οι τάσεις ανά περιφέρεια αλλάζουν ακόμη περισσότερο ακολουθώντας τη γενική τάση μείωσης του πληθυσμού των παραδοσιακών οικισμών όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Όλες οι περιφέρειες παρουσιάζουν μεγάλα ποσοστά αρνητικής μεταβολής με μόνη εξαίρεση την περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, η οποία καταλαμβάνει μικρότερο ποσοστό παραδοσιακών οικισμών με αρνητική μεταβολή από τις υπόλοιπες (49,09%) (βλ. Πίνακα 4.3.9). Το 65% έως και 100% των παραδοσιακών οικισμών των υπόλοιπων περιφερειών παρουσιάζουν αρνητική πληθυσμιακή μεταβολή με ρυθμό έως και 50%. Παρατηρείται λοιπόν μια γενική τάση αρνητικής πληθυσμιακής εξέλιξης των παραδοσιακών οικισμών στο σύνολο των περιφερειών, γεγονός που υποδεικνύει ότι δεν υπάρχει διαφοροποιημένη χωρική διάσταση της πληθυσμιακής εξέλιξης. Γενικότερα, σε εθνικό επίπεδο δε είναι δυνατή η εξαγωγή περισσότερων συμπερασμάτων για την χωρική και πληθυσμιακή κατανομή των παραδοσιακών οικισμών, αφού οι περισσότεροι οικισμοί διασπείρονται ομοιόμορφα στην επικράτεια και με βάση τη χαρτογράφηση τους δεν παρατηρούνται έντονες διαφορές. 63

64 Πίνακας 4.3.8: Ποσοστό πλήθους Π. Οικισμών επί του συνόλου ανά περιφέρεια ( ) Ποσοστό πλήθους Π. Οικισμών επί του συνόλου ανά περιφέρεια ( ) Πληθυσμιακή ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ Μεταβολή ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΥΤΙΚΗ ΗΠΕΙΡΟ ΙΟΝΙΟΙ (%) ΘΡΑΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Σ ΝΗΣΟΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ (-100) ( -50) 8,82 13,04 0,00 6,10 2,38 5,33 3,125 18,02 2,74 3,69 2,11 (-50) (-20) 14,71 4,35 0,00 21,95 16,67 17,33 12,5 33,14 43,84 10,60 13,68 (-20) (0) 47,06 17,39 50,00 24,39 29,76 30,67 21,875 16,86 12,33 22,58 26,32 Καμία ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ ΝΟΤΙΟ ΑΙΓΑΙΟ 0,00 0,00 0,00 4,88 1,19 1,33 0 4,07 2,74 1,84 5,26 μεταβολή (0) (20) 17,65 30,43 33,33 19,51 28,57 29,33 34,375 14,53 27,40 21,20 25,26 (20) (50) 2,94 26,09 0,00 12,20 16,67 13, ,81 4,11 23,50 11,58 (50) (100) 5,88 4,35 16,67 6,10 3,57 1,33 3,125 4,07 4,11 9,68 5,26 >100 2,94 4,35 0,00 4,88 1,19 1,33 0 3,49 2,74 6,91 10,53 Σύνολο 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100, ,00 100,00 100,00 100,00 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Απογραφή 1991, 2001, Ιδία επεξεργασία ΚΡΗΤΗ Πίνακας 4.3.9: Ποσοστό πλήθους Π. Οικισμών επί του συνόλου ανά περιφέρεια ( ) Ποσοστό πλήθους Π. Οικισμών επί του συνόλου ανά περιφέρεια ( ) Πληθυσμιακ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ή Μεταβολή ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ- ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΥΤΙΚΗ ΗΠΕΙΡΟ ΙΟΝΙΟΙ (%) ΘΡΑΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Σ ΝΗΣΟΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ (-100) ( -50) 2,94 13,04 16,67 3,70 5,95 2, ,57 13,70 5,45 6,12 (-50) (-20) 32,35 34,78 50,00 35,80 28,57 22,97 15,63 28,14 26,03 15,45 34,69 (-20) (0) 41,18 39,13 33,33 25,93 38,10 29,73 50,00 23,35 27,40 28,18 23,47 Καμία ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ ΝΟΤΙΟ ΑΙΓΑΙΟ 2, ,23 3, ,99 0 2,27 0 μεταβολή (0) (20) 20,59 4, ,05 11,90 32,43 15,63 13,17 15,07 22,27 14,29 (20) (50) ,17 7,14 6,76 6,25 8,38 10,96 14,55 11,22 (50) (100) 0 4,35 0 7,41 2,38 4,05 9,38 2,40 2,74 7,73 5,10 > ,35 0 3,70 2,38 1,35 3,13 2,99 4,11 4,09 5,10 Σύνολο 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 100,00 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ, Απογραφή 2001, 2011, Ιδία επεξεργασία ΚΡΗΤΗ 64

65 5. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Στο κεφάλαιο που ακολουθεί παρατίθεται μια σειρά μελετών που διαχειρίζονται θέματα αναγνώρισης και αξιολόγησης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας και των μορφολογικών στοιχείων των οικισμών της Ελλάδας. Οι μελέτες αυτές μέσα από την εκάστοτε μεθοδολογία που εφαρμόζουν επιδιώκουν τον εντοπισμό οικισμών του ελληνικού χώρου με παραδοσιακά και αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία και παρουσιάζουν προτάσεις που αφορούν στην προστασία τους. Σκοπός της παρουσίασης αυτών των μελετών είναι η αναζήτηση μεθοδολογικών προσεγγίσεων για την αξιολόγηση οικισμών με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία, καθώς και ο εντοπισμός και η κατανόηση εκείνων των στοιχείων που είναι σημαντικά για τη συγκρότηση μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών Μελέτη Υπουργείου Εσωτερικών «Εντοπισμός και αξιολόγηση των οικισμών της Ελλάδος» Η δεκαετία του 1970, αποτελεί μια περίοδο όπου η έννοια της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς διευρύνεται και γίνεται σταδιακά στόχος των κρατών. Στα πλαίσια εργασιών του συμβουλίου της Ευρώπης, τίθεται ως βασικός στόχος η σύνταξη μητρώου καταγραφής μνημείων, τοπίων και οικιστικών συνόλων (Δάρα κ.α., 1977). Ο σκοπός του μητρώου είναι ο καθορισμός των αντικειμένων που χρήζουν προστασίας, ούτως ώστε η πληροφορία αυτή να χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια φυσικού σχεδιασμού και προγραμματισμού της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η Ελλάδα, ως συμμετέχων κράτος του Συμβούλιου της Ευρώπης, με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών, ξεκίνησε την εκπόνηση μελέτης με τίτλο «Εντοπισμός και απογραφή αξιόλογων οικισμών της χώρας ή τμημάτων αυτών», αντικείμενο της οποίας αποτέλεσε η σύνταξη μητρώου όλων των οικιστικών συνόλων της χώρας με τον εντοπισμό, την καταγραφή και την αξιολόγηση τους (Δάρα κ.α., 1977). Η ενέργεια αυτή, αποτελεί την πρώτη προσπάθεια γνωριμίας, προστασίας και συντήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας (Μπούρας, 1975). Πρέπει να σημειωθεί ότι η μελέτη του ΥΠ.ΕΣ. προηγείται του π.δ. 594/1978 «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών» και, ενδεχομένως, αποτέλεσε βάση για το σχεδιασμό του και την επιλογή των αξιόλογων οικισμών με σκοπό το χαρακτηρισμό τους. Για την εκπόνηση της μελέτης ο ελληνικός χώρος χωρίστηκε σε δέκα περιφέρειες βάσει πολιτιστικών, γεωγραφικών και διοικητικών κριτηρίων, οι οποίες ανατέθηκαν σε δέκα μελετητικά γραφεία. Η διάκριση των περιφερειών ήταν η εξής (Δάρα κ.α., 1977): 1. Στερεά Ελλάδα και Εύβοια 65

66 2. Πελοπόννησος και Νότια Επτάνησα 3. Ήπειρος και Βόρεια Επτάνησα, 4. Θεσσαλία 5. Κεντρική και Δυτική Μακεδονία 6. Ανατολική Μακεδονία και Θράκη 7. Δωδεκάνησα 8. Κυκλάδες 9. Νομοί Λέσβου, Χίου και Σάμου 10. Κρήτη Μετά το διαχωρισμό, η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την εκπόνηση της μελέτης χωρίστηκε σε τρείς φάσεις: στην επισήμανση και τον εντοπισμό των οικισμών της χώρας, στη συμπλήρωση των μητρώων των οικισμών και, τέλος, στην αξιολόγησή τους (Μπούρας, 1975). Στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας πραγματοποιήθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών η συλλογή βιβλιογραφίας απαραίτητης για τους οικισμούς με σκοπό τη γνώση στοιχείων που τους αφορούσαν. Ακόμη, πριν την επιτόπια καταγραφή διαμορφώθηκε ένα ερωτηματολόγιο το οποίο αποστάλθηκε στους κοινοτάρχες και δημάρχους των οικισμών. Το ερωτηματολόγιο περιλάμβανε ερωτήσεις σχετικές με τα ιστορικά, κοινωνικά, οικονομικά, γεωγραφικά, πολεοδομικά, αρχιτεκτονικά και λαογραφικά στοιχεία των οικισμών, τα οποία θα καταγράφονταν στα μητρώα (Μπούρας, 1975). Στην επόμενη φάση, συντάχθηκαν και συμπληρώθηκαν τα μητρώα για το σύνολο των οικισμών της χώρας, αξιόλογων ή μη, το οποίο έφτανε τότε τους κατοίκους. Το μητρώο (βλ. Εικόνα και 5.1.2) περιλάμβανε στοιχεία απαραίτητα για την αξιολόγηση και αξιοποίηση των οικισμών, τα οποία είναι (Δάρα κ.α., 1977): 1. Ονομασία : σύγχρονη (επίσημη- τοπική) και ιστορική 2. Εντοπισμός: Διοικητική συσχέτιση, γεωγραφική θέση, διαμέρισμα 3. Στοιχεία ταυτότητας: Ιστορικά (Ιστορία, μυθολογία, παραδόσεις, θρύλοι). Κοινωνικά (Κοινωνική δομή, κοινωνικές εκδηλώσεις, αριθμός κατοίκων, μετανάστευση). Γεωγραφικά (Θέση οικισμού, ορεινός, πεδινός, παραθαλάσσιος, συγκοινωνιακές συνδέσεις). Οικονομικά (Κύριες και δευτερεύουσες απασχολήσεις) Πολεοδομικά (Πολεοδομική δομή: γραμμική ανάπτυξη, κεντροβαρικός, πολυκεντρικός οικισμός). Αρχιτεκτονικά (Αρχιτεκτονικός χαρακτήρας) Μορφολογικά (Τρόποι δόμησης, υλικά κατασκευής) Λαογραφικά (Εκδηλώσεις, ήθη και έθιμα, λαϊκή τέχνη, χειροτεχνία, μουσική, χορός, θρησκευτικές εκδηλώσεις). 4. Γενική κατάσταση συντήρησης του οικισμού, επισήμανση αξιόλογων τμημάτων ή στοιχείων. 5. Βαθμός κινδύνου, αλλοίωσης της μορφής του 66

67 6. Βαθμός προστασίας. Εικόνα 5.1.1:Μητρώο συλλογής στοιχείων οικισμών της Χώρας για τον οικισμό Αναβατός, Χίου (1). Πηγή: Δάρα α κ.α., 1977 Εικόνα 5.1.2:Μητρώο συλλογής στοιχείων οικισμών της Χώρας για τον οικισμό Αναβατός, Χίου (2). Πηγή: Δάρα κ.α.,

68 Η συμπλήρωση του τελευταίου στοιχείου της παραπάνω λίστας, αποτελεί το τελευταίο στάδιο της διαδικασίας, την αξιολόγηση, η οποία πραγματοποιήθηκε βάσει κριτηρίων σύμφωνα με τις προδιαγραφές που προέκυψαν από συμπεράσματα συνεδρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (Δάρα κ.α., 1977). Τα κριτήρια αυτά διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες (Μπούρας, 1975): 1. Κριτήρια αξίας αυτής καθεαυτής του οικισμού. Ιστορική αξία (σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισε ο οικισμός σε ορισμένη ιστορική περίοδο, αντιπροσωπευτικός οικισμός ορισμένης εποχής κλπ.). Αισθητική αξία (εναρμόνιση του οικισμού με το φυσικό περιβάλλον, ομοιογένεια στοιχείων που αποτελούν το σύνολο, χαρακτηριστική έκφραση της πολεοδομίας ή αρχιτεκτονικής μιας εποχής κλπ. Πολιτιστική αξία (κοινωνικός εκπαιδευτικός ρόλος του οικισμού, προβολή του ελληνικού χαρακτήρα σε διεθνή επίπεδα κλπ.). 2. Κριτήρια δυνατότητας αξιοποίησης και αποδόσεως του οικισμού. Οι ωφέλειες που αναμένονται από την προστασία μπορεί να είναι: Εθνικής φύσεως (προβολή και τόνωση του ελληνισμού, ιδιαίτερα σε παραμεθόριες περιοχές). Πολιτιστικής φύσεως (ανύψωση πνευματικού και πολιτιστικού επιπέδου των Ελλήνων με την ενημέρωση τους για την πολιτιστική τους κληρονομιάς κλπ.). Κοινωνικής φύσεως (βελτίωση του περιβάλλοντος και του τρόπου ζωής των κατοίκων του οικισμού). Οικονομικής φύσεως (οικονομικής απόδοση των προστατευόμενων περιοχών, π.χ. με την τουριστική εκμετάλλευσή τους κλπ). 3. Κριτήρια δυνατότητας προστασίας του οικισμού. Βαθμός διατήρησης ή αλλοίωσης. Δυνατότητα επαναφοράς στην αρχική κατάσταση. Δυνατότητα διατήρησης και συνεχούς προστασίας. Στα κριτήρια αυτά, για τους σκοπούς της αξιολόγησης, αντιστοιχήθηκαν οι μονάδες Α, Β και Γ για τους χαρακτηρισμούς εξαίρετο, μέτριο και ανύπαρκτο, αντίστοιχα. Στη συνέχεια, όσοι οικισμοί χαρακτηρίστηκαν ως αξιόλογοι κατατάχθηκαν σε έναν από τους τρεις διεθνώς αναγνωρισμένους βαθμούς προστασίας: ΒΠ1, ΒΠ2 και ΒΠ3. Αναλυτικότερα : 1. ΒΠ1- Απόλυτη προστασία: Πρόκειται για την πλήρη προστασία του οικισμού από κάθε επέμβαση. Η χρήση και η προσπέλαση των τροχοφόρων καθίσταται ελεγχόμενη. Απαιτείται απόλυτος σεβασμός προς την πολεοδομική και αρχιτεκτονική εικόνα του οικισμού, ενώ οι εργασίες περιορίζονται μόνο στη συντήρηση, ανακαίνιση και εξυγίανση του οικισμού. 2. ΒΠ2- Σημαντική προστασία: Προέχει η διατήρηση. Η χρήση και προσπέλαση τροχοφόρων καθίσταται ελεγχόμενη ή περιορισμένη σε 68

69 ορισμένα τμήματα. Οι εργασίες που επιτρέπονται προϋποθέτουν ειδικούς όρους δόμησης. 3. ΒΠ3- Περιορισμένη προστασία: Η χρήση και προσπέλαση των τροχοφόρων είναι ελεύθερη. Η προστασία έγκειται στην αρμονική ένταξη των κατασκευών, στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον του οικισμού. Οι βαθμοί προστασίας μπορούσαν να δοθούν είτε σε ολόκληρο τον οικισμό είτε σε τμήμα του. Επίσης, στον ίδιο οικισμό μπορούσαν να συνυπάρχουν είτε δυο, είτε και οι τρεις βαθμοί προστασίας ανάλογα με την αξιολόγηση των μελετητών (Δάρα κ.α., 1977). Η ολοκλήρωση της μελέτης είχε ως αποτέλεσμα την καταγραφή αξιόλογων οικισμών, όπως φαίνονται στις εικόνες και Σύμφωνα με τη μελέτη των Δάρα κ.α., (1977), το μεγαλύτερο ποσοστό αξιόλογων οικισμών παρουσιάζεται στα Δωδεκάνησα κι τις Κυκλάδες, ενώ το μικρότερο στην Κεντρική Μακεδονία. Ακόμη, το μεγαλύτερο ποσοστό οικισμών στο σύνολο των αξιόλογων με προτεινόμενο βαθμό «Απόλυτη Προστασία» βρίσκεται στα Δωδεκάνησα με ποσοστό 15,17 %, στην Πελοπόννησο με 13,42 % και στην Ήπειρο- Βόρεια Επτάνησα με 12,85 %, ενώ υπάρχουν και περιφέρειες όπως η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία που δεν παρουσιάζουν καθόλου οικισμούς που να προτείνονται ως «Απόλυτης Προστασίας». Συνολικά, το μεγαλύτερο ποσοστό αξιόλογων οικισμών της Ελλάδας είναι Περιορισμένης Προστασίας, της τάξεως του 53,08%. Όσον αφορά στα αποτελέσματα ανά νομό, αυτοί με τα μεγαλύτερα ποσοστά αξιόλογων οικισμών είναι οι νομοί Δωδεκανήσου (88,41%), Λακωνίας (47,21%) και Κέρκυρας (45,02%). Οι ίδιοι νομοί, επίσης, διαθέτουν τα μεγαλύτερα ποσοστά αξιόλογων οικισμών Απόλυτης Προστασίας. Αντιθέτως, υπάρχουν 24 νομοί που δε συγκεντρώνουν κανένα οικισμό προτεινόμενου βαθμού «Απόλυτης Προστασίας» (Δάρα κ.α., 1977). Από τη διαδικασία της μελέτης και μέχρι την ολοκλήρωσή της δεν έλειψαν τα προβλήματα τα οποία κυρίως αφορούν το πρώτο και το τελευταίο στάδιο της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε. Αρχικά, κατά το πρώτο στάδιο συμπλήρωσης των ερωτηματολογίων από τους δημάρχους και κοινοτάρχες των οικισμών υπήρχαν ζητήματα εγκυρότητας των απαντήσεων, έτσι σε πολλές περιπτώσεις συμπληρώθηκαν από τους ίδιους τους μελετητές μετά την επιτόπια επίσκεψη (Μπούρας, 1975). Στη συνέχεια, στη φάση της αξιολόγησης υπήρξε διαφορετική ερμηνεία των κριτηρίων από τους μελετητές, γεγονός που έκανε πιο δύσκολο το συντονισμό και των δέκα μελετητικών γραφείων. Επιπλέον, οι προδιαγραφές των χαρακτηρισμών προστασίας των οικισμών δημιούργησαν διαφωνίες. Η απαγόρευση κάθε οικοδομικής δραστηριότητας που προβλέπεται στο ΒΠ1, σύμφωνα με τις εισηγήσεις των μελετητών, οδηγεί στη μουσειακή συντήρηση του οικισμού, που ουσιαστικά αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη και εξέλιξη του, ενώ εξαφανίζει οποιοδήποτε πολιτιστικό ενδιαφέρον. Όσον αφορά στις προδιαγραφές του ΒΠ2, υπήρξε επιφύλαξη εκ μέρους των μελετητών ως προς τον τρόπο που ορίζεται η επέκταση του οικισμού, ενώ ο ΒΠ3 θεωρήθηκε ότι μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ανύπαρκτος. Συγκεκριμένα, η μελέτη αναφέρει ότι χωρίς τον κατάλληλο φορέα 69

70 για την εφαρμογή της αρμονικής ένταξης, ο ΒΠ1 δε μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός βαθμός προστασίας και ουσιαστικά δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες διαφορές από έναν αδιάφορο οικισμό. Τέλος, όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με τον υποκειμενικό παράγοντα των μελετητών οδήγησε στη δημιουργία μιας ομάδας «αξιόλογων οικισμών» με ανομοιογενή χαρακτηριστικά (Δάρα κ.α., 1977). Εικόνα 5.1.3: Συγκεντρωτικός πίνακας των αξιόλογων οικισμών της Χώρας κατά νομό. Πηγή: Δάρα κ.α.,

71 Εικόνα 5.1.4: Συγκεντρωτικός πίνακας των αξιόλογων οικισμών της Χώρας κατά περιφέρεια. Πηγή: Δάρα κ.α.,

72 5.2. Μελέτες αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας Οι μελέτες αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας εκπονήθηκαν την περίοδο , παράλληλα με το πρόγραμμα της «Επιχείρησης Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης» (ΕΠΑ). Η ανάθεση των μελετών αυτών έγινε από το Υπουργείο Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος (ΥΧΟΠ) στους νομούς της χώρας με στόχο την ποιοτική αναβάθμιση εκείνων των οικισμών των νομών που δεν περιλαμβάνονταν στην ΕΠΑ. Στα πλαίσια της εργασίας, επιλέχθηκαν οι μελέτες των νομών Γρεβενών, Καστοριάς και Πιερίας. Οι λόγοι που οδήγησαν στην επιλογή των μελετών αυτών των νομών ήταν η εγγύτητα και η δυνατότητα έρευνας στο αρχείο του ΥΜΑΘ, το οποίο διαθέτει, κυρίως, τις μελέτες αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των νομών της Βόρειας Ελλάδας Πρόγραμμα αναγνώρισης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας για την ποιοτική αναβάθμιση των οικισμών του νομού Καστοριάς Η μελέτη για την αναγνώριση της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας με σκοπό την ποιοτική αναβάθμιση οικισμών του νομού Καστοριάς, η οποία εκπονήθηκε το 1984, περιορίστηκε σε 20 οικισμούς, που αποτελούν τυπικό δείγμα του μορφολογικού και πολεοδομικού μοντέλου του συνόλου των οικισμών του νομού. Οι οικισμοί αυτοί μελετώνται ως προς τα χωροταξικά, πολεοδομικά, αρχιτεκτονικά και ιστορικά τους στοιχεία και ομαδοποιούνται βάσει αυτών. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η υφιστάμενη κατάστασή και οι ανάγκες κάθε οικισμού, με βάση τις οποίες, στο τέλος της μελέτης παρουσιάζονται προτάσεις για την ποιοτική του αναβάθμιση. Ακόμη, παρουσιάζονται θέσεις των μελετητών για την εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας όσον αφορά στους όρους δόμησης και στα μορφολογικά στοιχεία των οικισμών, αλλά και προτάσεις βαθμού προστασίας ιστορικών σημείων και τοπωνυμιών των οικισμών. Η ομάδα των 20 οικισμών για την βέλτιστη διερεύνησή τους διακρίθηκε σε πέντε κατηγορίες βάσει κριτηρίων, όπως η χωροταξική τους συνάφεια και κυρίως η προσπελασιμότητα. Έτσι, η αρχική ομάδα των οικισμών χωρίστηκε σε 20 υποομάδες (ΥΧΟΠ, 1984α): 1. Βασιλειάδα, Βέργα, Κλεισούρα 2. Χαλάρα, Μαυρόκαμπος 3. Διποταμία, Χιονάτο, Κομνηνάδες, Ιεροπηγή, Πτεριά 4. Πτελέα, Μεσοποταμίας, Κολοκυνθού, Κορομηλιά 5. Αυγή, Καστανόφυτο, Λάγκα, Βράχος, Κοτύλη Το σύνολο των οικισμών λόγω γεωπολιτικών, οικονομικών, ιστορικών και κλιματολογικών συνθηκών παρουσιάζει μια ομοιομορφία. Επρόκειτο κατά κύριο λόγο για αυτόνομους αγροτικούς οικισμούς με πληθυσμό μικρότερο των 2000 κατοίκων, με κύρια απασχόληση τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την οικοτεχνία 72

73 γούνας. Οι ιστορικές εξελίξεις όπως ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εμφύλιος και η μετανάστευση οδήγησαν κατά κάποιο τρόπο στην εγκατάλειψη των οικισμών αυτών και έδωσαν τέλος στην ευημερία τους. Οι συνθήκες αυτές, όμως, που οδήγησαν σε μηδενική οικιστική ανάπτυξη και την έλλειψη οικιστικού ενδιαφέροντος, ήταν και ο λόγος που δεν επηρεάστηκε ο πολεοδομικός τους ιστός. Οι περισσότεροι οικισμοί βρίσκονται σε δεσπόζουσα θέση και γειτνιάζουν με ποτάμι η χείμαρρο. Η γειτνίαση αυτή διακρίνεται σε δυο περιπτώσεις, στη μια ο οικισμός είναι ανεπτυγμένος στα πλάγια των χειμάρρων και των ποταμών, στην άλλη διαπερνάται από αυτούς. Οι λειτουργίες που επικρατούν στους περισσότερους οικισμούς είναι η στέγαση-κατοικία, οι κοινόχρηστοι χώροι, η εκκλησία, η εκπαίδευση, τα βοηθητικά γεωργικά κτίσματα και οι αποθήκες, οι μύλοι ή οι βρύσες. Η διάταξη των λειτουργιών ακολουθεί είτε το ακτινικό μοντέλο ανάπτυξης και οργάνωσης των οικισμών, είτε αυτό της γραμμικής ανάπτυξης. Στην πρώτη περίπτωση κέντρο του οικισμού αποτελεί η πλατεία και γύρω τις απλώνονται οι υπόλοιπες λειτουργίες, ενώ στη δεύτερη οι λειτουργίες συγκεντρώνονται πλευρικά ενός βασικού άξονα, που συνήθως είναι ο κεντρικός άξονας του οικισμού (ΥΧΟΠ, 1984α). Η ομάδα των οικισμών που εξετάζεται παρουσιάζει πολλές ελλείψεις. Οι περισσότεροι δεν έχουν ρυμοτομικό σχέδιο, γεγονός που οδηγεί στην έλλειψη οικιστικού ενδιαφέροντος και δυσχεραίνει την οριοθέτησή τους. Επίσης, δημιουργεί δυσανάλογες σχέσεις με τους λιγοστούς οικισμούς που έχουν σχέδιο όσον αφορά στην οικιστική ανάπτυξη. Ακόμη, υπάρχει αδυναμία στην οργάνωση των υποδομών για τους πιο απομονωμένους οικισμούς, δηλαδή σε υποδομές όπως το οδικό και αποχετευτικό δίκτυο, η συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση, η οριοθέτηση και η αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης των οικισμών (ΥΧΟΠ, 1984α). Οι μελετητές, μετά την διερεύνηση και την παρουσίαση της υφιστάμενης κατάστασης των οικισμών κατέληξαν σε κάποιες γενικές θέσεις για τους όρους δόμησης και τα μορφολογικά στοιχεία των οικισμών. Αρχικά, με τη μελέτη των οικισμών διαπιστώνεται η ορθή επιβολή από τις θεσμικές διατάξεις ορίου δυο ορόφων κατασκευής κτισμάτων και μέγιστου ύψους 7,5 μ.. Σύμφωνα με τους μελετητές αυτή η ρύθμιση είναι συνεπής στο παλιό ύφος των οικισμών και γι αυτό προτείνεται για όλους τους οικισμούς που εξετάζονται. Αντίθετα, χαρακτηρίζουν απαράδεκτη τη διάταξη που ρυθμίζει το ποσοστό κλίσης στις στέγες, αφού είναι μικρό για τα κτίσματα των συγκεκριμένων οικισμών με τις δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες. Πρόταση των μελετητών είναι η εφαρμογή 35% κλίσης σε όλες τις περιπτώσεις κατασκευής νέων στεγών. Όσον αφορά στο σύστημα δόμησης, το οποίο είναι το των πτερύγων, χαρακτηρίζεται ως ευέλικτο στην εφαρμογή, γεγονός που το κάνει προσαρμόσιμο «στα υπάρχοντα πολεοδομικά στοιχεία των παλιών οικισμών» και συνεπώς, προτείνεται να παραμείνει σε ισχύ χωρίς, όμως, ακρότητες. Ακόμη, το μέγιστο ποσοστό κάλυψης θεωρείται ικανοποιητικό, μιας και δεν επηρεάζει την εικόνα των οικισμών, παρότι σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρείται μεγάλο (ΥΧΟΠ, 1984α). Αναφορικά με τα μορφολογικά στοιχεία, τίθεται ως πρόβλημα η εναρμόνιση των νέων κατασκευών με το ήδη υπάρχων δομημένο περιβάλλον. Η κατασκευή νέων 73

74 κτισμάτων με τη χρήση νέων υλικών όπως το μπετόν αρμέ θα πρέπει να σέβεται τα μορφολογικά στοιχεία του οικισμού, ούτως ώστε να μην αλλοιωθεί η αρχιτεκτονική και πολεοδομική τους φυσιογνωμία. Γι αυτό το λόγο προτείνεται η μεταφορά των στοιχείων αυτών τα οποία είναι λιτά, σαφή και συγκεκριμένα αισθητικά στις νέες κατασκευές με σκοπό «να απαλύνουν την προφανή αισθητική διαφορά στις όψεις και το αποτέλεσμα να ενοχλεί λιγότερο». Παράδειγμα χαρακτηριστικών μορφολογικών στοιχείων των οικισμών τους νομού Καστοριάς αποτελούν τα ξύλινα μπαλκόνια στις κύριες όψεις των κτιρίων, συνήθως πάνω από την κεντρική είσοδο με τριγωνικό αέτωμα από ξύλο και ξύλινα στηθαία, τα βαθιά με τονισμένα τα άκρα ανοίγματα με τα τοξωτά πρέκια και τους φεγγίτες στα παραθυρόφυλλα, η λιθοδομή στο ισόγειο των κτισμάτων, η προεξέχουσα άκρη των στεγών, οι αυστηρές ορθογωνικές κατόψεις, τα ορθογώνια βοηθητικά κτίσματα γεωργικού χαρακτήρα κ.α.. Στη συνέχεια, επισημαίνεται από τους μελετητές η ανάγκη για τη διατήρηση και ανάπλαση συγκεκριμένων ιστορικών σημείων και τοπωνυμιών των οικισμών που έχουν άμεση σχέση με την ιστορική τους ταυτότητα. Τα στοιχεία αυτά καθορίζονται ανά οικισμό και πρόκειται κυρίως για κεντρικές πλατείες, υπαίθριες βρύσες και πηγές, ηρώα, εκκλησίες, γέφυρες και νερόμυλους (ΥΧΟΠ, 1984α). Στο τέλος της μελέτης, παρουσιάζονται προτάσεις για την ποιοτική αναβάθμιση των 20 αυτών οικισμών, οι οποίες εστιάζουν κυρίως σε πολεοδομικά, οικονομικά και συγκοινωνιακά στοιχεία, αλλά και σε θέματα προγραμματισμού. Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφερθεί ότι, δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός παραδοσιακών ή αξιόλογων οικισμών παρά μόνον μια κατηγοριοποίηση των οικισμών με βάση το πολιτιστικό τους ενδιαφέρον, είτε ιστορικό, είτε αρχιτεκτονικό σε τρεις ομάδες. Παρόλα αυτά υπάρχουν προτάσεις χαρακτηρισμού οικισμών ως παραδοσιακών, χωρίς, όμως, να δίνουν συγκεκριμένες κατευθύνσεις προστασίας. Στον πίνακα παρουσιάζονται, ενδεικτικά, προτάσεις ορισμένων οικισμών της μελέτης (ΥΧΟΠ, 1984α). Πίνακας 5.2.1:Προτάσεις προγράμματος αναγνώρισης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας για την ποιοτική αναβάθμιση των οικισμών του νομού Καστοριάς. ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Αυγή Βράχος Διαμόρφωση κοινόχρηστων χώρων. Να τύχουν ιδιαίτερης φροντίδας οι δρόμοι του εσωτερικού οδικού δικτύου με έμφαση το δρόμο προς το σχολείο. Αποκατάσταση βατότητας δρόμου που οδηγεί από τη Λάγκα στο χωριό. Διαμόρφωση κεντρικής πλατείας σύμφωνα με το ύφος και το περιβάλλον του χωριού. Αποτύπωση Οικισμού. Ρυμοτομικό Σχέδιο Οικισμού με σαφή όρια και επέκταση. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ Καλύτερη συγκοινωνιακή κάλυψη του οικισμού με το Άργος Ορεστικό. 74

75 Βέργα Διποταμία Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984α Αποτύπωση όλου του οικισμού. Λεπτομερής φωτογραφική αποτύπωση. Αποτύπωση του χωριού και χωροθέτηση αξιόλογων κτισμάτων στο διάγραμμα αποτύπωσης. Διαμόρφωση κεντρικής πλατείας. Αποκατάσταση χωμάτινων δρόμων. Αποκατάσταση εσωτερικών δρόμων του οικισμού σύμφωνα με το ύφος του. Διαμόρφωση και εξοπλισμό της κεντρικής πλατείας. Επέκταση οικισμού βάσει ρυμοτομικού σχεδίου στον άξονα του κεντρικού δρόμου προς Κομνηνάδες. Προστασία του οικισμού από υπερχείλιση χειμάρρου. Αυτόνομη διοίκηση οικισμού. Μέριμνα για τη μορφολογία νέων κτιρίων. Παροχή κινήτρων για την παραδοσιακά ασκούμενη κτηνοτροφία. Παροχή κινήτρων για ανάπτυξη εμπορικής δραστηριότητας. Δημιουργία τουριστικού περιπτέρου Μελέτη αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας Η «Μελέτη αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας» (1984) έγινε για όλους τους οικισμούς του νομού με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την εκπόνηση της μελέτης ξεκίνησε με την φωτογραφική απεικόνιση πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών στοιχείων στον κάθε οικισμό και συνεχίστηκε με τη συλλογή ιστορικών, οικονομικών, λαογραφικών, πολιτιστικών στοιχείων, αλλά και πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών μορφολογικών στοιχείων. Κατόπιν, τα παραπάνω στοιχεία επεξεργάστηκαν και οδήγησαν σε ομαδοποιήσεις των οικισμών σε διάφορες κατηγορίες, οι οποίες απεικονίζονται χωρικά. Στη τελευταία φάση της μελέτης, παρουσιάστηκαν προτάσεις με γενικές παρατηρήσεις για την ποιοτική αναβάθμιση των οικισμών και των εκτός σχεδίου περιοχών. Ακόμη, στη μελέτη περιλαμβάνονται σχέδια λεπτομερειών αξιόλογων μορφολογικών στοιχείων και αξονομετρικά παραδοσιακών κτισμάτων (ΥΧΟΠ, 1984β). Μετά τη συλλογή των στοιχείων, η πρώτη ομαδοποίηση των οικισμών έγινε βάσει των γεωμορφολογικών τους δεδομένων. Έτσι το σύνολο των οικισμών του νομού Πιερίας διακρίθηκε σε τρεις ομάδες. Στην πρώτη ομάδα ανήκουν όλοι οι οικισμοί του Ολύμπου, στη δεύτερη όλοι οι οικισμοί των Πιερίων και στην τρίτη οι 75

76 οικισμοί του κάμπου της Κατερίνης. Έπειτα, οι οικισμοί της κάθε ομάδας χωρίστηκαν σε επιμέρους ομάδες με βάση τα κοινά τοπογραφικά ή περιβαλλοντικά τους χαρακτηριστικά, τα οικονομικά στοιχεία και τις επικρατούσες δραστηριότητες, και τα κοινά πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά μορφολογικά χαρακτηριστικά. Ο παραπάνω διαχωρισμός των οικισμών φαίνεται στους πίνακες 5.2.2, και 5.2.4, καθώς και στις εικόνες 5.2.1, και Στο επόμενο και τελευταίο στάδιο της εκπόνησης της μελέτης, παρουσιάζονται προτάσεις για τους οικισμούς κάθε ομάδας, καθώς και γενικές προτάσεις που ισχύουν για όλους τους οικισμούς οι οποίες εστιάζουν, κυρίως, στην επιβολή συγκεκριμένων πολεοδομικών και μορφολογικών αρχιτεκτονικών στοιχείων. Αξίζει να αναφερθούν οι προτάσεις που καταγράφονται και αφορούν οικισμούς οι οποίοι εντάσσονται στην κατηγορία εκείνων με τα κοινά πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά πολεοδομικά χαρακτηριστικά και χαρακτηρίζονται ως αξιόλογοι. Στην ομάδα Α, που αποτελείται από αξιόλογους οικισμούς, ανήκουν η Παλαιά Σκοτίνα, ο Παλαιός Παντελεήμων και οι Παλαιοί Πόροι, ενώ ακολουθούν ως αρκετά αξιόλογοι η Σκοτίνα και η Λόκοβη. Στη δεύτερη ομάδα, περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός οικισμών με αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία. Ο Άγιος Δημήτριος, το Παλαιό Ελατοχώρι, τα Σκοτεινά, τα Παλαιά Βρύα και η Παλαιά Χράνη πρόκειται για οικισμούς με παραδοσιακά μορφολογικά χαρακτηριστικά στο σύνολό τους, οι οποίοι εντάσσονται στην ομάδα Β. Ακόμη, αρκετά αξιόλογους οικισμούς της ίδιας ομάδας, αποτελούν οι οικισμοί Ελατοχώρι, Καρυές, Ρητίνη, Λιβάδι, Μοσχοπόταμος, Παλαιοστάνη, Ρυάκια, Λόφος, Ράχη, Μεσαία Μηλιά. Στην τρίτη ομάδα, ως αρκετά αξιόλογος οικισμός καταγράφεται η Καρίτσα, την οποία ακολουθούν ο Άγιος Σπυρίδων και το Δίον, ως οικισμοί με ενδιαφέροντα μορφολογικά στοιχεία. Από τους παραπάνω αξιόλογους οικισμούς, έχουν κηρυχθεί ως παραδοσιακοί ο Παλαιός Παντελεήμων με το π.δ. 594/1978 και οι Παλαιοί Πόροι, η Παλαιά Σκοτίνα και τα Σκοτεινά με το π.δ. 167/1986 (ΥΧΟΠ, 1984β). Οι προτάσεις που αφορούν στους αξιόλογους οικισμούς εστιάζουν στο πολεοδομικό σχεδιασμό, στη συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση και στην οικονομική ανάπτυξή τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι, για το σύνολο των οικισμών προτείνεται περιφερειακό σχέδιο με σκοπό την εξασφάλιση πολιτιστικών δραστηριοτήτων μεταξύ τους και τον καθορισμό της πολιτικής της χρήσης γης. Για τους οικισμούς των τριών 76

77 Εικόνα 5.2.1: Ομαδοποίηση οικισμών με κοινά τοπογραφικά-περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά μελέτης ν. Πιερίας. Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β. 77

78 Εικόνα 5.2.2: Ομαδοποίηση οικισμών σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία και τις επικρατούσες δραστηριότητες μελέτης ν. Πιερίας. Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β. 78

79 Εικόνα 5.2.3: Ομαδοποίηση οικισμών με κοινά πολεοδομικά- αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά μελέτης ν. Πιερίας. Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β. 79

80 ομάδων που χαρακτηρίζονται ως αξιόλογοι οι προτάσεις συμπίπτουν ως προς το πλείστον. Προτείνεται γενικός πολεοδομικός σχεδιασμός με βασικούς στόχους την κήρυξη των οικισμών ως διατηρητέων χωρίς αλλοίωση του πολεοδομικού ιστού, την αλλαγή χρήσης των οικισμών με σκοπό την ανάπτυξη του τουρισμού και των πολιτιστικών δραστηριοτήτων, τη διατήρηση της μορφής των κοινόχρηστων χώρων και την εκπόνηση ειδικών μελετών για διαμόρφωση και αξιοποίησή τους. Ακόμη, προτείνεται η πρόβλεψη χώρων στάθμευσης έξω από τους οικισμούς, η απαγόρευση κατασκευής νέων οικοδομών και ο αυστηρός έλεγχος στα αναστηλούμενα κτίρια με χρήση ντόπιων υλικών και διατήρησης των μορφολογικών τους στοιχείων για τη διατήρηση της αρχικής τους μορφής. Επίσης, στους περισσότερους αξιόλογους οικισμούς προβλέπεται η επισκευή του οδικού δικτύου και η παροχή κινήτρων στους κατοίκους τους για την αναζωογόνηση της οικονομικής δραστηριότητας του κάθε οικισμού. Στους κατοίκους ιδιοκτήτες παραδοσιακών κτισμάτων, από την άλλη, δίνονται οικονομικά κίνητρα για να αξιοποιήσουν τα κτίσματα κατά τον καλύτερο τρόπο (ΥΧΟΠ, 1984β). Οι αντίστοιχες προτάσεις για τους οικισμούς που αναφέρονται ως αρκετά αξιόλογοι ή με αξιόλογα μορφολογικά χαρακτηριστικά, επίσης συμπίπτουν και επικεντρώνονται κυρίως στο γενικό πολεοδομικό σχεδιασμό. Συγκεκριμένα, προτείνεται ένας σχεδιασμός με στόχους την επέκταση των οικισμών και τη τυπολογική σύνδεσή της με τα ήδη διαμορφωμένα τμήματά τους, τον καθορισμό χρήσεων γης στη ζώνη επέκτασης για κατοικία, κοινόχρηστους χώρους, κοινωνικό εξοπλισμό, χώρους στάθμευσης και τον καθορισμό όρων δόμησης. Ακόμη, βασικούς στόχους του σχεδιασμού αποτελούν η διατήρηση των παραδοσιακών γειτονιών και των μορφολογικά αξιόλογων μεμονωμένων κτιρίων, ο έλεγχος για τη διατήρηση των παραδοσιακών μορφολογικών στοιχείων και η βελτίωση του υπάρχοντος εσωτερικού δικτύου των οικισμών. Για τους αρκετά αξιόλογους οικισμούς που παρουσιάζουν τουριστική ανάπτυξη, προβλέπονται χώροι τουριστικής ζώνης εναρμονισμένης πάντα με τη φυσιογνωμία του οικισμού (ΥΧΟΠ, 1984β). 80

81 Πίνακας 5.2.2: Ομαδοποιήσεις οικισμών του νομού Πιερίας με βάση διαφορετικά χαρακτηριστικά, Ομάδα Α ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΑ, ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΟΜΑΔΑ Α ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥ ΠΙΕΡΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ-ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Παλαιά Σκοτίνα, Παλιός Παντελεήμων Άγιος Δημήτριος Πόρων Παλαιά Σκοτίνα Πούρλια, Λόκοβη Σκοτίνα Παλαιός Παντελεήμων, Πούρλια Στις πλαγίες ψηλά του Ολύμπου. Περιβάλλονται από επιβλητικό Δάσος. Πανοραμική θέα στο Θερμαϊκό κόλπο εκτός της Λόκοβης που έχει θέα στο Κάμπο της Κατερίνης Κύρια οικονομική δραστηριότητα η γεωργία (καπνοκαλλιέργειες, σιτηρά). Αξιόλογοι παραδοσιακοί οικισμοί με έντονα μορφολογικά χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής του Ολύμπου. Ενδιαφέρουσα διάρθρωση πολεοδομικού ιστού. Άγιος Δημήτριος Πόρων Παλιός Παντελεήμων Σκοτίνα Νέος Παντελεήμων Πούρλια Λόκοβη Σκοτίνα Λόκοβη Αξιόλογοι οικισμοί με μορφολογικά στοιχεία και Στα ριζά του Ολύμπου σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα με πυκνή βλάστηση. Κύρια ασχολία η κτηνοτροφία (αιγοπρόβατα) και λίγη γεωργία. ενδιαφέρουσες παραδοσιακές γειτονιές. Νέοι Πόροι Παραλία Παντελεήμωνα Παραλία Παντελεήμωνα Παραλία Σκοτίνας Παραλία Σκοτίνας Παραλία Σκοτίνας Πλάκα Πλάκα Πλάκα, Νέος Παντελεήμων Παραλία Παντελεήμωνα Νέοι Πόροι, Νέος Παντελεήμων Νέοι Πόροι, Άγιος Δημήτριος Πόρων Παραθαλάσσιοι οικισμοί στις ακτές του Ολύμπου. Επίπεδοι με έντονη βλάστηση και καλλιέργειες, εκτός του οικισμού των Νέων Πόρων. Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β Κύρια οικονομική δραστηριότητα ο τουρισμός. Δευτερεύουσα δραστηριότητα η αλιεία στους οικισμούς Πλάκα και Παραλία Σκοτίνας. Χωρίς ιδιαίτερα μορφολογικά, αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά, με τα γνωρίσματα των νέων τουριστικών παραθαλάσσιων οικισμών. 81

82 Πίνακας 5.2.3: Ομαδοποιήσεις οικισμών του νομού Πιερίας με βάση διαφορετικά χαρακτηριστικά, Ομάδα Β ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ- ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΑ, ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚ Α ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΟΜΑΔΑ Β ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥ ΠΙΕΡΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ-ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Άγιος Δημήτριος, Άνω Μηλιά Κάτω Μηλιά, Κίτρος, Αλώνια, Άνω Αγιάννης Άγιος Δημήτριος, Παλαιό Ελατοχώρι, Σκοτεινά Ελατοχώρι, Παλαιό Ελατοχώρι Παλαιό Κεραμίδι, Λαγοράχη, Αρωνάς Παλαιά Βρύα, Παλαιά Χράνη Καρυές, Ρητίνη Λιβάδι, Μακρύγιαλος, Μεθώνη Παραδοσιακοί οικισμοί στο σύνολό τους. Σκοτεινά, Φτέρη Ορεινά χωριά στις ψηλότερες πλαγιές των Πιερίων με θέα, άλλα στον Όλυμπο και άλλα στον κάμπο της Κατερίνης. Περιβάλλονται από πλούσια δάση. Βρύα, Παλαιά Βρύα, Έδαφος, Εξοχή Καστανιά, Καταλώνια, Λιβάδι, Μελιάδι, Μεσαία Μηλιά, Μικρή Μηλιά, Παλαιοστάνη, Ρυάκια, Τόξο, Τρίλοφος, Φωτεινά, Κάτω Μηλιά, Κούκος, Λαγοράχη, Λόφος, Ράχη, Μοσχοπόταμος Στις χαμηλότερες πλαγιές των Πιερίων περιβάλλονται από καλλιεργήσιμες εκτάσεις και αρκετή βλάστηση Ελατοχώρι, Μεσαία Μηλιά, Ράχη Ρητίνη, Μικρή Μηλιά, Έλαφος, Σεβαστή Μοσχοπόταμος, Μοσχοχώρι, Ελευθεροχώρι, Εξοχή Σφενδάμι, Τόξο, Τρίλοφος, Νέα Τραπεζούντα Φωτεινά, Καταχάς, Κάτω Αγιάννης Κύρια οικονομική δραστηριότητα η γεωργία. Καπνοκαλλιέργειες, σιτηρά, κηπευτικά, οπωρώνες, κυρίως από ροδάκινα σε πρότυπες καλλιέργειες. Άγιος Δημήτριος, Κούκος, Παλαιοστάνη, Βρύα, Λόφος, Μεγάλη Γέφυρα, Μελιάδι, Καστανιά, Καταλώνια, Παλιάμπελα, Ρυάκια Κύρια ασχολία η γεωργία με αρκετά σημαντική κτηνοτροφία. Εγκαταλειμμένοι, εκτός από τον Άγιο Δημήτριο, που κατοικείται κι έχει υποστεί αλλοιώσεις. Αξιόλογα τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους που λίγο διαφέρουν από εκείνα του Ολύμπου. Ενδιαφέρουσα η διάρθρωση του πολεοδομικού ιστού στον Άγιο Δημήτριο. Ελατοχώρι, Καρυές, Ρητίνη, Λιβάδι Μοσχοπόταμος, Παλαιοστάνη, Ρυάκια Λόφος, Ράχη, Μεσαία Μηλιά Αρκετά αξιόλογοι οικισμοί προϋπάρχοντες του 1923, με πολλά ενδιαφέροντα παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία σε μεμονωμένα κτίρια από πέτρα και γειτονιές. Χαρακτηριστική η διάρθρωση του πολεοδομικού τους ιστού.. 82

83 Αλώνια, Άνω Άγιος Ιωάννης, Αρωνάς, Καταχάς Κίτρος, Ελευθεροχώρι, Μεγάλη Γέφυρα, Μοσχοχώρι, Νέα Τραπεζούντα, Παλαιά Χράνη Κάτω Αγιάννης Παλιό Κεραμίδι, Παλιάμπελα Σεβαστή, Σφενδάμι, Μεθώνη Σε λοφώδεις εκτάσεις στους πρόποδες των Πιερίων, τα περισσότερα με θέα στη θάλασσα, περιβάλλονται από γεωργικές καλλιέργειες. Όρμος Μεθώνης, Αλυκές Κίτρους, Μακρύγιαλος Πύδνα, Νέα Αγαθούπολη Κύρια δραστηριότητα ο τουρισμός και η αλιεία. Καστανιά, Μελιάδι, Μεγάλη Γέφυρα, Καταλώνια, Κάτω Μηλιά, Μεθώνη Με σημαντικά μορφολογικά στοιχεία, διαφορετικά από την προηγούμενη ομάδα ως προς τα υλικά κατασκευής. Αλυκές, Μακρύγιαλος, Όρμος Μεθώνης Μοσχοπόταμος Αλώνια, Άνω Αγιάννης, Καταχάς, Νέα Τραπεζούντα Νέα Αγαθούπολη, Πύδνα Δευτερεύουσα οικονομική δραστηριότητα η Παλιάμπελα, Σεβαστή, Σφενδάμι, Νέα Αγαθούπολη εκμετάλλευση του λιγνίτη. Παραθαλάσσιοι οικισμοί στη βόρεια παραλία της Πιερίας με πλούσια βλάστηση. Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β Αλυκές Κίτρους Κύρια οικονομική δραστηριότητα η καλλιέργεια αλατιού. Κατά κύριο λόγο προσφυγικοί οικισμοί με τα ιδιόμορφα χαρακτηριστικά των σπιτιών τους. Ο πολεοδομικός τους ιστός είναι ο τυπικός των διανομών προσαρμοσμένος στη φύση του εδάφους. Τρίλοφος, Κίτρος, Κάτω Άγιος Ιωάννης Παλαιό Κεραμίδι Αξιόλογοι οικισμοί που συναντώνται κατά γειτονιές, κτίσματα είτε με προσφυγικό χαρακτήρα, είτε με παραδοσιακό, όλα πλινθόκτιστα. Άνω Μηλιά, Φτέρη, Βρύα, Έδαφος, Εξοχή Τόξο, Φωτεινά, Κούκος, Λαγοράχη. Αρωνάς Ελευθεροχώρι, Μοσχοχώρι, Αλυκές, Μακρύγιαλος Όρμος Μεθώνης, Πύδνα, Μικρή Μηλιά Χωρίς ιδιαίτερο μορφολογικό αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό ενδιαφέρον. 83

84 Πίνακας 5.2.4: Ομαδοποιήσεις οικισμών του νομού Πιερίας με βάση διαφορετικά χαρακτηριστικά, Ομάδα Γ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΑ, ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΟΜΑΔΑ Γ ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥ ΠΙΕΡΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕ ΚΟΙΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΑ-ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Άγιος Σπυρίδων, Βροντού, Δίον Άγιος Σπυρίδων, Κονταριώτισσα, Κορινός Καρίτσα Καρίτσα, Κονταριώτισσα, Βροντού, Γανοχώρα, Καλλιθέα, Νέα Έφεσσος Αρκετά αξιόλογος οικισμός με ενδιαφέροντα Πλατανάκια Καλύβια Βαρίκου, Καρίτσα, Νέα Χράνη παραδοσιακά στοιχεία και ιδιαίτερη Νέα Έφεσσος Νέο Κεραμίδι, Νεοκαισάρεια διάρθρωση του πολεοδομικού ιστού Στον κάμπο της Κατερίνης εκεί που αρχίζει ο Όλυμπος περιβάλλονται από έντονες γεωργικές καλλιέργειες. Καθαρά γεωργικά χωριά που οι κάτοικοι καλλιεργούν καπνά στην πλειονότητα ακτινίδια, φράουλες και οπωροκηπευτικά. Γανοχώρα, Νέο Κεραμίδι, Νεοκαισάρεια Πλατανάκια, Δίον Άγιος Σπυρίδων, Δίον Στον κάμπο της Κατερίνης, εκεί που ξεκινά η οροσειρά των Πιερίων. Πλούσιες καλλιέργειες. Κύρια δραστηριότητα η γεωργία και δευτερεύουσα η κτηνοτροφία. Με αρκετά ενδιαφέροντα μορφολογικά στοιχεία στα πέτρινα σπίτια τους. Καλλιθέα, Κορινός Ολυμπιακή Ακτή, Λιμήν Λιτόχωρου Γανοχώρα, Νεοκαισάρεια, Καλλιθέα Νέα Χράνη Παραλία Κονταριώτισσα, Κορινός, Νέα Έφεσσος Στην πεδιάδα της Κατερίνης, τελείως επίπεδοι. Περιβάλλονται από εύφορη καλλιεργήσιμη γη. Κύρια ασχολία ο τουρισμός με δευτερεύουσα ασχολία την αλιεία στους οικισμούς, Παραλία και Οικισμοί με τα ιδιόμορφα χαρακτηριστικά που εμφανίζονται στα προσφυγικά σπίτια. Λιμήν Λιτόχωρου. Καλύβια Βαρίκου, Λιμήν Λιτόχωρου Νέο Κεραμίδι, Πλατανάκια, Βροντού Ολυμπιακή Ακτή, Παραλία Αναπτύσσονται κατά μήκος των ακτών του Θερμαϊκού μετά από αρκετά πλατειά αμμώδη ζώνη. Σημαντικές καλλιέργειες, λόγω του υγρού το εδάφους. Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β Με ελάχιστα ενδιαφέροντα μορφολογικά στοιχεία Καλύβια Βαρίκου, Λιμήν Λιτόχωρου Ολυμπιακή Ακτή, Παραλία Νέα Χράνη Χωρίς κανένα ιδιαίτερο μορφολογικό και αρχιτεκτονικό στοιχείο. 84

85 Μελέτη αναγνώρισης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των οικισμών του νομού Γρεβενών Η μελέτη αναγνώρισης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Γρεβενών έγινε σε 147 οικισμούς με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων. Ως στόχοι ης μελέτης αναφέρονται η «διατήρηση της ιδιαιτερότητας κάθε περιοχής», η «ανάδειξη των μνημείων και του παραδοσιακού χαρακτήρα της» και «η ανάσχεση κακότεχνων προτύπων που καταστρέφουν την ιδιόμορφη αρχιτεκτονική της έκφραση», καθώς και η «εξασφάλιση ευνοϊκών όρων και συνθηκών για την καλύτερη οικιστική ανάπτυξη των οικισμών», όπως ο καθορισμός όρων δόμησης ή η κατάργηση οικισμών και η μεταφορά τους. Για τη βέλτιστη εκπόνηση της μελέτης λόγω του μεγάλου πλήθους των οικισμών, ο νομός χωρίστηκε σε τρεις περιοχές: Α Βεντζίων, Β βόρειο τμήμα του νομού, Γ τμήμα βλαχοχωριών (βλ. Εικόνα 5.2.4). Εικόνα 5.2.4: Χάρτης διαχωρισμού ν. Γρεβενών σε τρεις ομάδες για την μελέτη των οικισμών. ΥΧΟΠ, 1984γ. 85

86 Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε από τις ομάδες εργασίας ξεκίνησε με τη συλλογή στοιχείων των οικισμών και τη φωτογραφική τους αποτύπωση. Τα στοιχεία αυτά ήταν είτε αποτέλεσμα επιτόπιας καταγραφής, είτε στατιστικά στοιχεία πληθυσμιακής και οικονομικής ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, συλλέχθηκαν (ΥΧΟΠ, 1984γ): 1. Γεωγραφικά, περιβαλλοντικά και τοπογραφικά στοιχεία. 2. Στοιχεία για την ιστορική, πληθυσμιακή και οικιστική ανάπτυξη. 3. Στοιχεία για τη διοικητική και εμπορική εξάρτηση των οικισμών. 4. Πολεοδομικά στοιχεία. 5. Παραδοσιακά και μορφολογικά στοιχεία. 6. Στοιχεία για τα παραδοσιακά υλικά. 7. Στοιχεία για την καταγραφή θέσεων εξεύρεσης υλικών. 8. Στοιχεία για τους τεχνίτες της περιοχής. 9. Στοιχεία για την παραδοσιακή τεχνική των κατασκευών. Στο ίδιο στάδιο οι ομάδες εργασίας συνέταξαν πίνακες με τα παραπάνω στοιχεία και φωτογραφικό λεύκωμα με συλλογή παραδοσιακών οικοδομικών και μορφολογικών λεπτομερειών στους υπό μελέτη οικισμούς (βλ. Εικόνες 5.2.5, 5.2.6, και 5.2.8). Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, οι μελετητές προχώρησαν σε ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης των οικισμών και συνέταξαν έκθεση για την κάθε περιοχή μελέτης. Οι εκθέσεις αναφέρονται, εν συντομία, σε ιστορικά στοιχεία του νομού Γρεβενών, αναλύουν τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των κτισμάτων, παρουσιάζουν την ρυμοτομία των οικισμών, κατατάσσουν τους οικισμούς σε παραδοσιακούς ή μη, και στο τέλος, παραθέτουν προτάσεις για την ευνοϊκότερη οικιστική ανάπτυξη των κατοίκων και προτείνουν ειδικούς όρους και περιορισμούς δόμησης για τους οικισμούς (ΥΧΟΠ, 1984γ). Οι γενικές προτάσεις των τριών μελετών επικεντρώνονται στο γεγονός ότι είναι επιτακτική η ανάγκη της χωροταξικής οργάνωσης και του πολεοδομικού σχεδιασμού της περιοχής για την ευνοϊκότερη ανάπτυξή της. Απαραίτητα για τους οικισμούς, θεωρούνται τα έργα υποδομής, όπως το επαρχιακό δίκτυο και έργα μικρότερης κλίμακας, όπως πλατείες και υπόνομοι. Ακόμη, ενθαρρύνεται η κατασκευή νέων κτισμάτων με τη χρήση των τοπικών παραδοσιακών υλικών και η συμφωνία τους με τα βασικά μορφολογικά στοιχεία της λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Οι προτάσεις που αφορούν στους όρους και περιορισμούς δόμησης χωρίστηκαν σε δυο κατηγορίες, σε αυτές που ρυθμίζουν τους οικισμούς με αξιόλογα στοιχεία, όπως προέκυψαν από την κατάταξη των μελετών, και σε αυτές που ρυθμίζουν όλους τους υπόλοιπους οικισμούς του νομού. Οι όροι και περιορισμοί δόμησης για τους αξιόλογους οικισμούς είναι πιο αυστηροί από αυτούς της δεύτερης κατηγορίας (ΥΧΟΠ, 1984γ). 86

87 Εικόνα 5.2.5: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής του ν. Γρεβενών (1). ΥΧΟΠ, 1984γ. Εικόνα 5.2.6: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής ν. Γρεβενών. Πολεοδομικά στοιχεία (2). Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984γ. 87

88 Εικόνα 5.2.7: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής του ν. Γρεβενών. Μορφολογικά στοιχεία (3). ΥΧΟΠ, 1984γ. Εικόνα 5.2.8: Δελτίο παραδοσιακού οικισμού Καλλονής του ν. Γρεβενών. Δομικά στοιχεία (4). ΥΧΟΠ, 1984γ. 88

89 5.3. Κριτική Μεθοδολογίας Σε γενικές γραμμές, οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις που ακολουθούνται από τις παραπάνω μελέτες παρουσιάζουν ομοιότητες ως προς τη δομή. Αρχικά, πραγματοποιείται διαχωρισμός των οικισμών σε ομάδες βάσει, κατά κύριο λόγο, χωροταξικών και γεωμορφολογικών κριτηρίων, με σκοπό τη διευκόλυνση της εκπόνησης της μελέτης. Στη συνέχεια, συλλέγονται τα στοιχεία, τα οποία καταγράφονται σε μητρώα, ούτως ώστε να πραγματοποιηθεί η ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης των οικισμών. Κατόπιν, γίνεται αξιολόγηση των χαρακτηριστικών των οικισμών βάσει κριτηρίων και εντοπίζονται τα αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία που προσδίδουν στους οικισμούς τον χαρακτηρισμό τους ως αξιόλογοι ή παραδοσιακοί. Τέλος, εκφράζονται προτάσεις για την ποιοτική αναβάθμιση των υπό μελέτη οικισμών. Αυτό που κάνει τις προαναφερθείσες μελέτες να διαφέρουν είναι, αρχικά, η επιλογή των κριτηρίων στα οποία βασίζονται για να ομαδοποιήσουν και να αξιολογήσουν τους οικισμούς, η οποία δεν είναι ίδια για όλες. Αναλυτικότερα, η μελέτη «αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας» χρησιμοποιεί τοπογραφικά, περιβαλλοντικά, οικονομικά και αρχιτεκτονικά/πολεοδομικά κριτήρια για την ομαδοποίηση των οικισμών. Επίσης, η αντίστοιχη μελέτη για το νομό Γρεβενών εφαρμόζει τα ίδια κριτήρια προσθέτοντας και στοιχεία για τις εξαρτήσεις των οικισμών, διοικητικές και εμπορικές. Η μελέτη για τους οικισμούς του νομού Καστοριάς, περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω κριτήρια και, επιπλέον, λαμβάνει υπόψη της τη συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση και την ποιότητα των δικτύων επικοινωνιών των υπό μελέτη οικισμών. Αντίθετα, η μελέτη του ΥΠ.ΕΣ. εφαρμόζει ένα διαφορετικό τρόπο αξιολόγησης των οικισμών. Τα κριτήρια που εφαρμόζονται γι αυτό το σκοπό διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες που σχετίζονται με την ιστορική και πολιτιστική αξία του οικισμού, τη δυνατότητα αξιοποίησης και τη δυνατότητα προστασίας του. Σε αυτά τα κριτήρια, αντιστοιχίζονται μονάδες για να προκύψει η τελική αξιολόγηση των οικισμών και οι αντίστοιχοι βαθμοί προστασίας. Η διαδικασία αυτή δεν ακολουθείται στις μελέτες αποτύπωσης των τριών νομών. Οι μελέτες αποτύπωσης δεν καταλήγουν μέσω βαθμολόγησης των κριτηρίων σε έναν προτεινόμενο βαθμό προστασίας για τους οικισμούς, αλλά παραθέτουν προτάσεις και μέτρα για την αναβάθμιση των οικισμών, ανάλογα με τη ταξινόμηση τους, που έχουν να κάνουν με τη ρύθμιση όρων και περιορισμών δόμησης και την εφαρμογή περιφερειακού, αναπτυξιακού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί, είναι ότι όλες οι παραπάνω μελέτες ανεξάρτητα από το μεθοδολογικό τρόπο που ακολούθησαν, προχώρησαν στην επιλογή διαφόρων και διαφορετικών κριτηρίων για την ομαδοποίηση και την αξιολόγηση των οικισμών και εφάρμοσαν διαφορετικούς όρους και περιορισμούς σε κάθε περίπτωση. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι ο κάθε οικισμός παρουσιάζει 89

90 διαφορετικά χαρακτηριστικά και κατ επέκταση ανάγκες που χρήζουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης, η οποία δε μπορεί να είναι ενιαία για το σύνολο των οικισμών. 90

91 6. ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Στο κεφάλαιο αυτό επιχειρείται η εφαρμογή μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών η οποία βασίζεται στα γεωγραφικά, γεωχωρικά και χωρικά χαρακτηριστικά των οικισμών (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013). Αρχικά, παρουσιάζονται και αναλύονται τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται στην εν λόγω τυπολογία, καταγράφονται οι τύποι των παραδοσιακών οικισμών που καθορίζονται βάσει των προαναφερθέντων κριτηρίων και περιγράφεται ο αντίστοιχος βαθμός προστασίας. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας αυτήν την τυπολογία, και ακολουθώντας μια σειρά μεθοδολογικών βημάτων, δίνεται ένα παράδειγμα εφαρμογής της στου οικισμούς του νομού Πιερίας. Απώτερος στόχος της εφαρμογής αυτής της τυπολογίας για την ταξινόμηση των παραδοσιακών οικισμών αποτελεί η σύνθεση μιας σειράς προτάσεων που θα συμβάλλουν στη δημιουργία ενός επικαιροποιημένου θεσμικού πλαισίου προστασίας τους, που θα ενστερνίζεται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και συνεπώς τις ανάγκες κάθε παραδοσιακού οικισμού Καθορισμός και περιγραφή κριτηρίων τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών Τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν στην προσπάθεια σχεδιασμού μιας χωρικής τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδας βασίζονται στα γεωγραφικά, γεωμορφολογικά και χωρικά χαρακτηριστικά τους, όπως αυτά ορίζονται από τις Pozoukidou και Papageorgiou (2013) στο άρθρο «Protection of traditional settlements in Greece: Legislation and practice». Η μελέτη αυτών των χαρακτηριστικών οδήγησε στη δημιουργία τριών τύπων κριτηρίων ο καθένας από τους οποίους περιλαμβάνει επιμέρους κατηγορίες κριτηρίων. Ο πρώτος τύπος κριτηρίων αφορά στη γεωμορφολογία του εδάφους, ο δεύτερος στη γεωχωρική μορφολογία των οικισμών και ο τρίτος στη χωρική μορφή των οικισμών σε εθνικό επίπεδο. Οι κατηγορίες κριτηρίων που περιλαμβάνονται στον πρώτο τύπο αφορούν στους παράκτιους/πεδινούς, στους ημιορεινούς και στους ορεινούς παραδοσιακούς οικισμούς (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013). Αυτό το κριτήριο θεωρείται μείζονος σημασίας μιας και προσδίδει εντελώς διαφορετική φυσιογνωμία σε κάθε οικισμό ανάλογα με την μορφολογία του εδάφους και το υψόμετρό του. Οι παραδοσιακοί οικισμοί είναι, αν όχι πάντα, τις περισσότερες φορές προσαρμοσμένοι στο φυσικό περιβάλλον και στις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής που χωροθετούνται, στοιχεία που αποτέλεσαν παράγοντες διαμόρφωσης των ιδιαίτερων αρχιτεκτονικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών τους (βλ. Κεφ. 4.1). Τα στοιχεία αυτά διαφέρουν σε σχέση με πεδινό, ημιορεινό ή ορεινό ανάγλυφο. Έτσι, οι παραδοσιακοί οικισμοί ανάλογα με τη γεωμορφολογία του εδάφους διαφέρουν ως προς τα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά τους στοιχεία και κατ επέκταση ως προς τις 91

92 ανάγκες τους για προστασία. Οι περιορισμοί και όροι δόμησης που θα συνθέσουν την προστασία των οικισμών δε μπορούν να είναι κοινοί για όλους, από τη στιγμή που το σύνολο των παραδοσιακών οικισμών δε παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά. Ο δεύτερος τύπος κριτηρίων αφορά στα γεωχωρικά χαρακτηριστικά των οικισμών, δηλαδή εξετάζει εάν βρίσκονται στον ηπειρωτικό ή το νησιωτικό χώρο. Το κριτήριο αυτό κρίθηκε απαραίτητο για το σχεδιασμό μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών για παρόμοιους λόγους που επιλέχθηκαν και τα γεωμορφολογικά κριτήρια. Τα διαφορετικά γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά και οι κλιματολογικές συνθήκες διαμόρφωσαν ετερόμορφους παραδοσιακούς οικισμούς. Ο νησιωτικός χώρος χαρακτηρίζεται κατά κύριο λόγο από πεδινό ανάγλυφο και οι πεδινοί παραδοσιακοί οικισμοί σε αυτόν φτάνουν το 93,29 %. Από την άλλη, ο ηπειρωτικός χώρος χαρακτηρίζεται και από ένα εξαιρετικά ορεινό ανάγλυφο, εκτός από πεδινό και ημιορεινό, με ποσοστό ορεινών παραδοσιακών οικισμών της τάξεως του 28,74% (βλ. Κεφ. 4.1.). Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες στον ηπειρωτικό και νησιωτικό χώρο οδήγησαν στη χρήση διαφορετικών υλικών κατασκευής των κτισμάτων των παραδοσιακών οικισμών και στη διαφορετική μορφολογία τους. Ανάλογα, λοιπόν, με το χώρο που ανήκουν οι παραδοσιακοί οικισμοί, διαμορφώθηκαν τα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά τους. Ακόμη, ένας λόγος του διαχωρισμού του ηπειρωτικού και νησιωτικού χώρου έγκειται στις πιέσεις που δέχονται. Ο νησιωτικός χώρος λόγω του τουρισμού και των ασύμβατων μεταξύ τους δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται σε αυτόν, βρίσκεται τις περισσότερες φορές υπό καθεστώς υψηλών πιέσεων (ΥΠΕΧΩΔΕ, 2008). Οι κατευθύνσεις της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να οδεύουν προς αυστηρότερους κανόνες. Αντίθετα, στον ηπειρωτικό χώρο και συγκεκριμένα στον ορεινό, τα φαινόμενα εγκατάλειψης πολλών παραδοσιακών οικισμών δημιουργούν την ανάγκη μιας διαφορετικής πολιτικής προστασίας. Για το σχεδιασμό του τελευταίου τύπου κριτηρίων λαμβάνονται υπόψη τα χωρικά χαρακτηριστικά των παραδοσιακών οικισμών, όπου οι παραδοσιακοί οικισμοί κατηγοριοποιούνται σε σχέση με τη γενικότερη γεωγραφική τους θέση και τις χωρικές τους αλληλεξαρτήσεις. Έτσι, προκύπτουν τρεις κατηγορίες παραδοσιακών οικισμών, αυτοί που ανήκουν σε ομάδες (cluster), αυτοί που είναι μεμονωμένοι, δηλαδή δε γειτνιάζουν με άλλους παραδοσιακούς ή αξιόλογους οικισμούς και τέλος, αυτοί που αποτελούν τμήμα πόλεων ή ευρύτερων αστικών περιοχών (βλ. Πίνακα 6.1.1). Η διαφοροποίηση αυτή οφείλεται στις διαφορετικές πιέσεις που δέχεται το κάθε είδος παραδοσιακού οικισμού βάσει των συγκεκριμένων κριτηρίων. Για παράδειγμα, ένας οικισμός που αποτελεί τμήμα πόλης μπορεί να υποστεί μεγαλύτερη αλλοίωση κάτω από την επίδραση μιας αστικής περιοχής, σε αντίθεση με έναν μεμονωμένο οικισμό που λόγω μικρότερων πιέσεων από την ανάπτυξη πόλεων ή αστικών περιοχών μπορεί να διατηρήσει καλύτερα την παραδοσιακή του φυσιογνωμία. 92

93 Πίνακας 6.1.1: Κριτήρια τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών. 1 2 ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΕΩΧΩΡΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ 3 ΧΩΡΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ α Παράκτιοι/Πεδινοί παραδοσιακοί οικισμοί β Ημιορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί γ Ορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί α Νησιωτικοί παραδοσιακοί οικισμοί β Ηπειρωτικοί παραδοσιακοί οικισμοί περιοχών Πηγή: Pozoykidou and Papageorgiou, 2013, Ιδία επεξεργασία α Παραδοσιακοί οικισμοί σε ομάδες (cluster) β Μεμονωμένοι Παραδοσιακοί οικισμοί γ Παραδοσιακοί οικισμοί ως τμήμα πόλεων ή αστικών 6.2. Κωδικοποίηση τυπολογίας και βαθμός προστασίας των παραδοσιακών οικισμών Η σύνθεση των 8 παραπάνω κριτηρίων οδήγησε στη δημιουργία 12 διαφορετικών τύπων παραδοσιακών οικισμών. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ημιορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί (κριτήριο 1β) συγχωνεύτηκαν με τους ορεινούς (κριτήριο 1γ), λόγω του μικρού ποσοστού ημιορεινών παραδοσιακών οικισμών στην Ελλάδα ( 9,35%). Έτσι, προέκυψε ο παρακάτω πίνακας τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών. Πίνακας 6.2.1: Κωδικοποίηση τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών. Ηπειρωτικοί Παραδοσιακοί οικισμοί Clusters Νησιωτικοί Παραδοσιακοί Οικισμοί Μεμονωμένοι Τμήματα Clusters πόλεων Μεμονωμένοι Τμήματα πόλεων Παράκτιοι Τύπος Ια Τύπος ΙΙα Ορεινοί/ Τύπος Ιβ Τύπος ΙΙβ Ημιορεινοί Πηγή: Pozoukidou and Papageorgiou, 2013 Τύπος ΙΙΙα Τύπος ΙΙΙβ Τύπος ΙVα Τύπος V α Τύπος VΙ α Τύπος ΙVβ Τύπος V β Τύπος VΙ β Σκοπό της τυπολογίας αποτελεί η ταξινόμηση των παραδοσιακών οικισμών σε διαφορετικές κατηγορίες στις οποίες θα αντιστοιχεί ένας βαθμός προστασίας. Ο βαθμός προστασίας των παραδοσιακών οικισμών που εφαρμόστηκε στη συγκεκριμένη τυπολογία παρουσιάζει διαβαθμίσεις και επιλέχθηκε βάσει των ειδικών χαρακτηριστικών και αναγκών του κάθε τύπου (Pozoukidou and Papageorgiou, 93

94 2013). Για την περίπτωση των ελληνικών παραδοσιακών οικισμών θεωρήθηκε κατάλληλος ο σχεδιασμός κλίμακας τριών επιπέδων βαθμού προστασίας (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013): Βαθμός Προστασίας 1: Απόλυτη Προστασία Βαθμός Προστασίας 2: Σημαντική Προστασία Βαθμός Προστασίας 3: Μειωμένη Προστασία Ο κάθε βαθμός προτείνει διαφορετικούς κανόνες και περιορισμούς για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών. Οι κανόνες αυτοί στοχεύουν στη ρύθμιση ζητημάτων σε επίπεδο αρχιτεκτονικού, αστικού ή χωροταξικού σχεδιασμού. Τέτοια ζητήματα αποτελούν η μορφολογία των κτιρίων, η χωροταξική ή αστική μορφολογία του πολεοδομικού ιστού και η μορφολογία του δημόσιου χώρου στους παραδοσιακούς οικισμούς, οι συγκρούσεις χρήσεων γης, καθώς και ζητήματα μεταφορικών υποδομών (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013). Πρέπει να σημειωθεί, ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός προστασίας, τόσο αυστηρότεροι θα είναι περιορισμοί και οι κανόνες που θα ισχύουν στους παραδοσιακούς οικισμούς. Για παράδειγμα, ο Βαθμός Προστασίας 1 που εκφράζει την απόλυτη προστασία ενός οικισμού, θα σήμαινε απόλυτη και ολοκληρωμένη προστασία του με υψηλό σεβασμό στα μορφολογικά και αισθητικά χαρακτηριστικά των κτιρίων (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013). Αυστηροί κανόνες θα έπρεπε, επίσης, να ισχύουν για τη διατήρηση των ιδιαίτερων μορφολογικών χαρακτηριστικών των οικισμών στις νέες κατασκευές, για τον τύπο των δομικών υλικών, τις χρήσεις γης που θα πρέπει να απαγορευτούν λόγω όχλησης, ενώ η χρήση των τροχοφόρων θα πρέπει να είναι απαγορευμένη. Οι επόμενοι βαθμοί προστασίας, κλιμακωτά, θα χαρακτηρίζονται από λιγότερο αυστηρούς κανονισμούς και περιορισμούς δόμησης (Pozoukidou and Papageorgiou, 2013). Προσθέτοντας, τους τύπους του βαθμού προστασίας στον Πίνακα 6.2.1, προκύπτει ένας νέος Πίνακας που παρουσιάζει την τυπολογία των παραδοσιακών οικισμών σε συσχέτιση με το βαθμό προστασίας που θα αντιστοιχεί στον κάθε τύπο. 94

95 Πίνακας 6.2.2: Τυπολογία και Βαθμός Προστασίας Παραδοσιακών Οικισμών. Ηπειρωτικοί Παραδοσιακοί οικισμοί Clusters Νησιωτικοί Παραδοσιακοί Οικισμοί Μεμονωμένοι Τμήματα Clusters πόλεων Μεμονωμένοι Τμήματα πόλεων Παράκτιοι Τύπος Ια Τύπος ΙΙα Τύπος ΙΙΙα Τύπος ΙVα Τύπος V α Τύπος VΙ α Ορεινοί/ Ημιορεινοί Τύπος Ιβ Τύπος ΙΙβ Τύπος ΙΙΙβ Τύπος ΙVβ Τύπος V β Τύπος VΙ β Βαθμός Προστασίας 1: Απόλυτη Προστασία Βαθμός Προστασίας 2: Σημαντική Προστασία Βαθμός Προστασίας 3 : Μειωμένη Προστασία Πηγή: Pozoukidou and Papageorgiou, Εφαρμογή τυπολογίας και βαθμού προστασίας σε αξιόλογους και παραδοσιακούς οικισμούς του Νομού Πιερίας Επιλογή οικισμών του Ν. Πιερίας για την εφαρμογή της τυπολογίας Η επιλογή των οικισμών για την εφαρμογή της τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών βασίζεται στη «Μελέτη αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας». Στο κεφάλαιο 5.2 έγινε εκτενής αναφορά στη μελέτη αυτή και τη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την αναγνώριση των οικισμών του νομού. Η μελέτη αυτή, σε μια από τις ομαδοποιήσεις της, ταξινομεί όλους τους οικισμούς του νομού με βάση τα κοινά πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά μορφολογικά τους χαρακτηριστικά και τους διακρίνει σε έξι κατηγορίες (ΥΧΟΠ, 1984β): 1. Παραδοσιακοί Οικισμοί 2. Αξιόλογοι Οικισμοί 3. Οικισμοί με αρκετά αξιόλογα στοιχεία 4. Οικισμοί με ιδιόμορφα στοιχεία 5. Οικισμοί με ελάχιστα στοιχεία 6. Οικισμοί χωρίς ενδιαφέροντα στοιχεία. Οι οικισμοί που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή των κριτηρίων εντάσσονται στην πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία, αφού παρουσιάζουν έντονα μορφολογικά στοιχεία παραδοσιακής αρχιτεκτονικής τα οποία χρήζουν προστασίας. Κατ εξαίρεση, στην προσπάθεια εφαρμογής της τυπολογίας συμπεριλήφθηκαν πέντε οικισμοί που εντάσσονται στην κατηγορία 3. Η επιλογή αυτών των οικισμών κρίθηκε σκόπιμη, διότι θεωρήθηκε ότι ανήκουν σε ένα ευρύτερο σύνολο παραδοσιακών και αξιόλογων οικισμών με κοινά μορφολογικά, τοπογραφικά, περιβαλλοντικά και χωροταξικά στοιχεία. Επίσης, λόγω της γειτνίασης των λιγότερο αξιόλογων οικισμών 95

96 της κατηγορίας 3 με παραδοσιακούς και αξιόλογους, κρίθηκε απαραίτητη η προστασία τους, ενδεχομένως με λιγότερο αυστηρούς κανόνες, έχοντας ως απώτερο στόχο την ολοκληρωμένη προστασία και τη διατήρηση της φυσιογνωμίας του συγκεκριμένου συνόλου οικισμών. Τα σύνολα των οικισμών που συντίθενται από παραδοσιακούς, αξιόλογους και αρκετά αξιόλογους οικισμούς είναι δύο. Το πρώτο σύνολο συγκροτείται από τους παραδοσιακούς οικισμούς Παλαιός Παντελεήμων, Παλαιά Σκοτίνα, Πόροι και τον αξιόλογο οικισμό της Σκοτίνας, που βρίσκονται στον ορεινό όγκο του Ολύμπου. Το δεύτερο σύνολο χωροθετείται στην ζώνη των Πιερίων Όρεων και αποτελείται από τους οικισμούς Άγιο Δημήτριο, Παλαιό Ελατοχώρι, Σκοτεινά και Παλαιά Βρία, που πρόκειται για παραδοσιακούς οικισμούς, τον αξιόλογο οικισμό της Πέτρας και τους αρκετά αξιόλογους οικισμούς Ελατοχώρι, Καρυές, Μεσαία Μηλιά και Ρητίνη. Οι επιλεγμένοι οικισμοί παρουσιάζονται στον Πίνακα και στην Εικόνα που ακολουθούν. Πίνακας 6.3.1: Οικισμοί του Ν. Πιερίας που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή της τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών ταξινομημένοι βάσει των πολεοδομικών/ αρχιτεκτονικών μορφολογικών χαρακτηριστικών τους. ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ Ν. ΠΙΕΡΙΑΣ ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΗ ΒΑΣΕΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ν. ΠΙΕΡΙΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΩΝ/ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ Παλαιά Σκοτίνα Παραδοσιακός Παλαιός Παντελεήμων Παραδοσιακός Παλαιοί Πόροι Παραδοσιακός Σκοτίνα Αξιόλογος Άγιος Δημήτριος Παραδοσιακός Παλαιό Ελατοχώρι Παραδοσιακός Σκοτεινά Παραδοσιακός Παλαιά Βρία Παραδοσιακός Ελατοχώρι Αρκετά αξιόλογος Καρυές Αρκετά αξιόλογος Ρητίνη Αρκετά αξιόλογος Μεσαία Μηλιά Αρκετά αξιόλογος Πέτρα Αξιόλογος Παλαιά Χράνη (δε κατοικείται) Παραδοσιακός Καρίτσα Αξιόλογος Πηγή: ΥΧΟΠ, 1984β, Ιδία επεξεργασία 96

97 Εικόνα 6.3.1: Χάρτης επιλεγμένων οικισμών του ν. Πιερίας για την εφαρμογή της τυπολογίας. Πηγή: Ιδία Επεξεργασία 97

98 Ανάλυση υφιστάμενης κατάστασης των επιλεγμένων οικισμών του νομού Πιερίας. Επόμενο βήμα της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε για την εφαρμογή της τυπολογίας, αποτέλεσε η ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης των οικισμών για την κατανόηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Τα στοιχεία που αναλύονται είναι γεωμορφολογικά, γεωχωρικά, χωρικά, πληθυσμιακά και οικονομικά. Η μελέτη αυτών των στοιχείων κρίθηκε σημαντική διότι θα βοηθήσει στην εφαρμογή των κριτηρίων στους οικισμούς και στη συνέχεια στη ταξινόμησή τους. Η ανάλυση των χαρακτηριστικών στοιχείων των οικισμών που ακολουθεί καταγράφεται ανά οικισμό και ανά κατηγορία οικισμού, όπως αυτές διακρίνονται στη μελέτη του Ν. Πιερίας Παραδοσιακοί οικισμοί Οι οικισμοί που παρουσιάζονται ως παραδοσιακοί σύμφωνα με τη μελέτη του Ν. Πιερίας και όπως φαίνονται στον πίνακα είναι ο Άγιος Δημήτριος, η Παλαιά Βρία, η Άνω Σκοτίνα, η Παλαιά Χράνη, το Παλαιό Ελατοχώρι, ο Παλαιός Παντελεήμων, οι Παλαιοί Πόροι και τα Σκοτεινά. Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο όρος παραδοσιακός όπως χρησιμοποιείται στη μελέτη του νομού Πιερίας αφορά στους οικισμούς που έχουν παραδοσιακά πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά μορφολογικά στοιχεία. Αυτοί οι οικισμοί δεν είναι απαραίτητα χαρακτηρισμένοι ως παραδοσιακοί βάσει Προεδρικού Διατάγματος. Από τους παραπάνω οικισμούς, σήμερα, είναι κηρυγμένοι παραδοσιακοί με προεδρικά διατάγματα η Άνω Σκοτίνα, ο Παλαιός Παντελεήμων, οι Παλαιοί Πόροι και τα Σκοτεινά. Αναλυτικότερα: 1. Άγιος Δημήτριος Ο Άγιος Δημήτριος είναι ένας ορεινός παραδοσιακός οικισμός, το υψόμετρο του οποίου φτάνει τα 800 μ. και βρίσκεται μεταξύ των Πιερίων Όρεων και του Ολύμπου. Παρουσιάζει αξιόλογα μορφολογικά χαρακτηριστικά και ενδιαφέρουσα διάρθρωση πολεοδομικού ιστού, δεν αποτελεί, όμως, κηρυγμένο παραδοσιακό οικισμό. Ο πληθυσμός του οικισμού, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, φτάνει τους 627 κατοίκους. Μελετώντας τα πληθυσμιακά στοιχεία προηγούμενων απογραφών, του 1991 και του 2001, παρατηρείται μια σημαντική μείωση του πληθυσμού με ρυθμό μεταβολής της τάξης του -27,43 %. Σύμφωνα με την απογραφή του , κύριος οικονομικός τομέας παραγωγής είναι ο πρωτογενής με ποσοστό απασχολούμενων σε αυτόν 68,14 % και βασική οικονομική δραστηριότητα η γεωργία. Οι υπόλοιποι τομείς περιορίζονται σε μικρότερα ποσοστά (βλ. Πίνακα 6.3.2). 2. Παλαιά Βρία 3 Τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τους απασχολούμενους ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας αφορούν στα έτη 1991 και 2001, διότι δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη τα στοιχεία της απογραφής του

99 Η Παλαιά Βρία πρόκειται για έναν ημιορεινό οικισμό υψομέτρου 440 μ. που βρίσκεται στις πλαγιές των Πιερίων. Παρουσιάζει αξιόλογα παραδοσιακά στοιχεία, αλλά δεν είναι κηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός. Είναι κατά βάση εγκαταλειμμένος, ενώ κάποιες κατοικίες που υπάρχουν στον οικισμό είναι παραθεριστικές. 3. Παλαιά Σκοτίνα Η Άνω Σκοτίνα ή Παλαιά Σκοτίνα έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός με το προεδρικό διάταγμα 167/1986 με τίτλο «Χαρακτηρισμός ως παραδοσιακών των οικισμών Παλαιοί Πόροι, Παλαιά Σκοτίνα και Σκοτεινά Ν. Πιερίας και επιβολή ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών και του οικισμού Παντελεήμονα του ίδιου Νομού». Πρόκειται για έναν ορεινό εγκαταλειμμένο οικισμό που βρίσκεται στις πλαγιές του Ολύμπου σε υψόμετρο 600 μέτρων. Παρουσιάζει έντονα μορφολογικά στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του Ολύμπου και ενδιαφέρουσα διάρθρωση πολεοδομικού ιστού. 4. Παλαιά Χράνη Η Παλαιά Χράνη είναι ένας εγκαταλειμμένος πεδινός οικισμός που βρίσκεται στου πρόποδες των Πιερίων Όρεων, κοντά στην πόλη της Κατερίνης. Παρουσιάζει κοινά μορφολογικά χαρακτηριστικά με τους υπόλοιπους παραδοσιακούς οικισμούς που βρίσκονται στην οροσειρά των Πιερίων. 5. Παλαιό Ελατοχώρι Το Παλαιό Ελατοχώρι, είναι ένας ορεινός οικισμός που βρίσκεται σε υψόμετρο 850 μ. στις ψηλότερες πλαγιές των Πιερίων Όρεων. Ο οικισμός είναι παραδοσιακός με αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία και εντάσσεται στο νεότερο οικισμό Ελατοχώρι, γι αυτό δεν ήταν δυνατή η εύρεση μεμονωμένων πληθυσμιακών και οικονομικών στοιχείων. Η παρουσίαση των πληθυσμιακών και αναπτυξιακών χαρακτηριστικών του οικισμού γίνεται ενιαία, για το Ελατοχώρι και το Παλαιό Ελατοχώρι, παρακάτω. 6. Παλαιός Παντελεήμων Πρόκειται για παραδοσιακό οικισμό που έχει κηρυχτεί με το προεδρικό διάταγμα 594/1978 με τίτλο «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών», πράγμα που σημαίνει ότι η προστασία του έγκειται σε κάποιες γενικές διατάξεις και όχι σε κανονισμούς προσαρμοσμένους στα χαρακτηριστικά του οικισμού. Είναι ημιορεινός οικισμός και βρίσκεται στις πλαγιές του Ολύμπου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, αποτελείται από πληθυσμό 11 κατοίκων και στη εικοσαετία παρουσίασε μείωση με ρυθμό μεταβολής ποσοστού -67,65 %. Ο επικρατέστερος οικονομικός τομέας παραγωγής, σύμφωνα με τα απογραφικά στοιχεία του 2001, είναι ο τριτογενής με ποσοστό 75 % και το 50% του απασχολούμενου πληθυσμού ασχολείται με τον τουρισμό. Ο πρωτογενής και 99

100 δευτερογενής τομέας κυμαίνονται στα ίδια χαμηλά επίπεδα, με ποσοστό 8,33 %, ενώ παρουσίασαν ραγδαία μείωση κατά τη δεκαετία Αυτό πιθανότατα να οφείλεται στην παράλληλη μείωση των κατοίκων του οικισμού, αλλά και στη πιθανή μεταλλαγή της οικονομικής βάσης από πρωτογενή σε τριτογενή. Οι τάσεις απασχόλησης που παρουσιάζονται στον οικισμό φανερώνουν την ανάπτυξη του τουρισμού. Χωρίς τη δημιουργία κατάλληλων μηχανισμών ελέγχου της έντασης της τουριστικής ανάπτυξης και τη διαμόρφωση αυστηρών κανόνων για τη διατήρηση της παραδοσιακής φυσιογνωμίας του οικισμού, οι συγκεκριμένες τάσεις μπορεί να οδηγήσουν στην δημιουργία υψηλών πιέσεων στον οικισμό. Αποτέλεσμα τέτοιου είδους πιέσεων θα μπορούσε να είναι η καταστροφή του παραδοσιακού χαρακτήρα του οικισμού. 7. Παλαιοί Πόροι Ο οικισμός των Παλαιών Πόρων βρίσκεται στις ψηλές πλαγίες του Ολύμπου, σε υψόμετρο 600 μ. κοντά στον Παλαιό Παντελεήμονα. Πρόκειται για κηρυγμένο παραδοσιακό οικισμό με το προεδρικό διάταγμα 167/1986 με τίτλο «Χαρακτηρισμός ως παραδοσιακών των οικισμών Παλαιοί Πόροι, Παλαιά Σκοτίνα και Σκοτεινά Ν. Πιερίας και επιβολή ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών και του οικισμού Παντελεήμονα του ίδιου Νομού». Ο πληθυσμός του οικισμού, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, φτάνει τους 23 κατοίκους. Την εικοσαετία παρουσίασε μείωση με ρυθμό μεταβολής της τάξης του -45,24 %. Αξίζει να σημειωθεί ότι τη δεκαετία , παρά τις γενικές αρνητικές τάσεις του πληθυσμού, καταγράφηκε μια σημαντική αύξηση ποσοστού 15 %. Ο κυρίαρχος οικονομικός τομέας παραγωγής, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, είναι ο πρωτογενής με ποσοστό 50% και με κύρια απασχόληση τη κτηνοτροφία. Ακολουθεί ο δευτερογενής τομέας παραγωγής με ποσοστό 33,33 % και ο τριτογενής με 16,67%. 8. Σκοτεινά Πρόκειται για κηρυγμένο παραδοσιακό οικισμό με το προεδρικό διάταγμα 167/1986 και βρίσκεται στις ορεινές πλαγιές των Πιερίων σε υψόμετρο 700 μ.. Την περίοδο παρουσίασε πληθυσμιακή αύξηση της τάξης του 87,50 %. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, το 70% των κατοίκων είχε απασχόληση στον τριτογενή τομέα παραγωγής, ενώ την προηγούμενη δεκαετία μοναδικός τομέας απασχόλησης του οικισμού ήταν ο πρωτογενής. Σήμερα, ο οικισμός έχει μόνο έναν μόνιμο κάτοικο Αξιόλογοι Οικισμοί Οι αξιόλογοι οικισμοί του νομού Πιερίας, όπως αυτοί χαρακτηρίζονται από τη «Μελέτη αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας», είναι η Καρίτσα, η Πέτρα και η Σκοτίνα. Αναλυτικότερα: 100

101 1. Καρίτσα Ο οικισμός της Καρίτσας βρίσκεται στον κάμπο της Κατερίνης, εκεί που αρχίζει ο Όλυμπος, σε υψόμετρο 20 μ.. Πρόκειται για έναν οικισμό με παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία και με ενδιαφέρουσα διάρθρωση πολεοδομικού ιστού. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, το σύνολο των κατοίκων του οικισμού φτάνει τους 2025 κατοίκους. Γενικά, παρουσιάζει μικρές τάσεις μείωσης πληθυσμού. Την περίοδο , ο πληθυσμός της Καρίτσας παρουσίασε μείωση με ρυθμό μεταβολής της τάξης του -9,15%. Ο κύριος τομέας παραγωγής είναι ο πρωτογενής, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, με ποσοστό 65,46 %. Ακολουθεί ο τριτογενής με ποσοστό 22,46% και ο δευτερογενής με 10,16%. Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο παρουσιάστηκε αύξηση σε όλους τους παραγωγικούς τομείς, με μεγαλύτερη αυτή του τριτογενή τομέα, με ποσοστό 71,55%. Οι κλάδοι του τριτογενούς τομέα με τα μεγαλύτερα ποσοστά απασχολούμενων, για το 2001, ήταν το εμπόριο (27,13%), τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια (17,08%) και οι μεταφορές, η αποθήκευση και οι επικοινωνίες (23,11%). 2. Πέτρα Η Πέτρα είναι ένας ημιορεινός οικισμός στις πλαγιές του Ολύμπου με υψόμετρο 520 μ.. Σύμφωνα με τη μελέτη του Ν. Πιερίας, πρόκειται για έναν αξιόλογο οικισμό με παραδοσιακά μορφολογικά στοιχεία και ενδιαφέρουσες παραδοσιακές γειτονιές. Ο οικισμός παρουσίασε μείωση πληθυσμού την εικοσαετία , με ρυθμό μεταβολής της τάξης του -31,48%, ενώ τη δεκαετία παρουσίασε σημαντική αύξηση ποσοστού 18,52%. Σήμερα, το σύνολο των κατοίκων του οικισμού φτάνει τους 37. Τη δεκαετία , καταγράφηκε ραγδαία αύξηση των απασχολούμενων του τριτογενούς τομέα παραγωγής με ρυθμό μεταβολής της τάξεως του 187,50 %, καθώς και του δευτερογενούς με 150%. Οι κυρίαρχοι τομείς παραγωγής του οικισμού είναι ο πρωτογενής με ποσοστό 42,11% και ο τριτογενής με 40,35%. Ο κλάδοι δραστηριότητας του τριτογενούς τομέα με τα μεγαλύτερα ποσοστά είναι οι κλάδοι του εμπορίου (43,47%) και των μεταφορών, αποθήκευσης και επικοινωνιών (21,73%). 3. Σκοτίνα Η Σκοτίνα είναι ένας πεδινός οικισμός στα ριζά του Ολύμπου σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα και σε υψόμετρο 100 μ.. Χαρακτηρίζεται από αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία και περιλαμβάνει παραδοσιακές γειτονιές. Μελετώντας τα πληθυσμιακά στοιχεία του οικισμού για την περίοδο , παρατηρείται μια μικρή μείωση των κατοίκων του με ρυθμό μεταβολής της τάξεως του -4,23%. Το σύνολο του πληθυσμού του σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 883 κάτοικοι. Το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων του οικισμού για το 2001 απασχολούταν στον τριτογενή τομέα παραγωγής (45,20%). Το 33,45% των απασχολούμενων έβρισκε απασχόληση στον πρωτογενή τομέα παραγωγής και το 16,01% στο δευτερογενή. Την περίοδο ο πρωτογενής και δευτερογενής τομέας παρουσίασαν μείωση των απασχολούμενων σε αυτούς, ενώ ο τριτογενής παρουσίασε αύξηση με ρυθμό 101

102 μεταβολής της τάξεως του 25,74%. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας του τριτογενούς τομέα με τα μεγαλύτερα ποσοστά είναι αυτοί των ξενοδοχείων και εστιατορίων (28,34%) και των λοιπών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (23,62%). Αυτό το στοιχείο υποδεικνύει πως ο οικισμός χαρακτηρίζεται από τουριστική ανάπτυξη, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην συγκέντρωση πιέσεων αρνητικών ως προς τη διαφύλαξη του παραδοσιακού χαρακτήρα του Αρκετά Αξιόλογοι Οικισμοί Παρακάτω πραγματοποιείται η ανάλυση των αρκετά αξιόλογων οικισμών, όπως αυτοί ορίστηκαν από τη μελέτη αποτύπωσης του Ν. Πιερίας. Οι οικισμοί αυτοί όπως αναφέρθηκε και στο κεφάλαιο συμπεριλήφθηκαν στη λίστα των οικισμών στου οποίους θα γίνει η εφαρμογή της τυπολογίας, διότι θεωρήθηκε πως ανήκουν σε ένα ευρύτερο σύνολο παραδοσιακών οικισμών με κοινά χαρακτηριστικά. 1. Ελατοχώρι Ο οικισμός του Ελατοχωρίου βρίσκεται σε υψόμετρο 780 μ. στις ορεινές πλαγιές των Πιερίων Όρεων και περιλαμβάνει και τον παραδοσιακό οικισμό του Παλαιού Ελατοχωρίου. Είναι ένας αρκετά αξιόλογος οικισμός που προϋπάρχει του 1923 με πολλά ενδιαφέροντα παραδοσιακά στοιχεία σε μεμονωμένα κτίρια και γειτονιές. Ο πληθυσμός του οικισμού φτάνει τους 533 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του Την περίοδο , παρουσιάστηκε πληθυσμιακή μείωση με ρυθμό μεταβολής -15,13%. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ο κυρίαρχος τομέας παραγωγής είναι ο πρωτογενής με ποσοστό 57,58%, ενώ ακολουθεί με σημαντικό ποσοστό και ο τριτογενής (32,95%). Αξίζει να σημειωθεί ότι, την περίοδο ο τριτογενής τομέας παραγωγής παρουσίασε αύξηση με ρυθμό μεταβολής 70,59%. Ο κλάδος οικονομικής δραστηριότητας του τριτογενούς τομέα με το μεγαλύτερο ποσοστό είναι ο κλάδος των ξενοδοχείων και των εστιατορίων με ποσοστό 39,08%. Η τουριστική ανάπτυξη του οικισμού οφείλεται στο χιονοδρομικό κέντρο του Ελατοχωρίου το οποίο λειτούργησε το 2000 και μετέτρεψε τον οικισμό σε χειμερινό τουριστικό θέρετρο. 2. Καρυές Οι Καρυές είναι ένας ημιορεινός οικισμός του ν. Πιερίας και βρίσκεται στις πλαγιές των Πιερίων Όρεων σε υψόμετρο 480 μ.. Όπως και το Ελατοχώρι, οι Καρυές αποτελούν οικισμό που προϋπάρχει του 1923 και παρουσιάζει πολλά ενδιαφέροντα παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Σε γενικές γραμμές, ο πληθυσμός του οικισμού παρουσιάζει θετική μεταβολή της τάξης του 1,63%. Ειδικότερα την περίοδο του το σύνολο του πληθυσμού αυξήθηκε με ρυθμό μεταβολής 20,11%, ενώ τη δεκαετία μειώθηκε με -15,38%. Ο κυρίαρχος οικονομικός τομέας παραγωγής του οικισμού είναι ο πρωτογενής με ποσοστό 82,14%. 102

103 3. Μεσαία Μηλιά Ο οικισμός της Μεσαίας Μηλιάς βρίσκεται σε υψόμετρο 350 μ. στις πλαγιές των Πιερίων και αποτελεί πεδινό οικισμό. Παρουσιάζει τα ίδια μορφολογικά στοιχεία με τους οικισμούς του Ελατοχωρίου και των Καρυών. Ο πληθυσμός του οικισμού παρουσιάζει μεγάλη αρνητική μεταβολή την περίοδο με ρυθμό -63,67%. Σήμερα, συγκεντρώνει 352 κατοίκους. Ο κύριος τομέας παραγωγής του οικισμού για το 2001 είναι ο πρωτογενής με ποσοστό 71,50%, τον οποίο ακολουθεί ο τριτογενής με ποσοστό 21,24%. Είναι σημαντικό να αναφερθεί, η μεγάλη θετική μεταβολή του τριτογενούς τομέα την περίοδο με ρυθμό της τάξης του 115,79%. Η αύξηση αυτή των απασχολούμενων τους τριτογενούς τομέας δεν οφείλεται τόσο στον τουριστικό κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, αλλά κυρίως στο εμπόριο, στις μεταφορές και στους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. 4. Ρητίνη Πρόκειται για έναν ημιορεινό οικισμό που βρίσκεται στις πλαγιές των Πιερίων σε υψόμετρο 550 μ.. Παρουσιάζει τα ίδια μορφολογικά στοιχεία με τους οικισμούς του Ελατοχωρίου, των Καρυών και της Μεσαίας Μηλιάς. Ο πληθυσμός του οικισμού φτάνει τους 1138 κατοίκους και την περίοδο παρουσίασε αρνητική μεταβολή με ρυθμό της τάξης του -24,13%. Ο κυρίαρχος τομέας παραγωγής του οικισμού είναι ο πρωτογενής με ποσοστό, για το 2001, 62,12 %, ενώ επόμενος είναι ο τριτογενής με ποσοστό 24,72%. Οι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας του τριτογενούς τομέα με τους περισσότερους απασχολούμενους είναι το εμπόριο και οι επισκευές (25,64%) και τα ξενοδοχεία και εστιατόρια (17,94%). 103

104 Πίνακας 6.3.2: Πληθυσμιακά στοιχεία οικισμών Ν. Πιερίας Πληθυσμός (κατ.) Ρυθμός Μεταβολής Πληθυσμού (%) ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ν. ΠΙΕΡΙΑΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ Παλαιά Σκοτίνα Παραδοσιακός (π.δ. 167/1986) ,00% 0-100,00% Παλαιός Παντελεήμων Παραδοσιακός (π.δ. 594/1978) ,24% -47,62% -67,65% Παλαιοί Πόροι Παραδοσιακός (π.δ. 167/1986) ,38% 15,00% -45,24% Σκοτίνα Αξιόλογος ,33% -4,54% -4,23% Άγιος Δημήτριος Παραδοσιακός ,01% -25,18% -27,43% Παλαιό Ελατοχώρι Παραδοσιακός Εντάσσεται στο Ελατοχώρι Σκοτεινά Παραδοσιακός (π.δ. 167/1986) ,50% -93,33% -87,50% Παλαιά Βρία Παραδοσιακός 0-10 κάτοικοι χωρίς στοιχεία Ελατοχώρι Αρκετά αξιόλογος ,87% -12,62% -15,13% Καρυές Αρκετά αξιόλογος ,11% -15,38% 1,63% Ρητίνη Αρκετά αξιόλογος ,73% -26,15% -24,13% Μεσαία Μηλιά Αρκετά αξιόλογος ,42% -18,52% -63,67% Πέτρα Αξιόλογος ,52% -42,19% -31,48% Παλαιά Χράνη Παραδοσιακός Δεν κατοικείται Καρίτσα Αξιόλογος ,21% -8,04% -9,15% Πηγή: ΕΛ.ΣΤΑΤ., 1991, 2001, 2011, Ιδία Επεξεργασία 104

105 Πίνακας 6.3.3: Ποσοστό απασχολούμενων ανά οικονομικό τομέα παραγωγής των οικισμών του Ν. Πιερίας. ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ν. ΠΙΕΡΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΤΡΙΤΟΓΕΝΗΣ Ποσοστό απασχολούμενων επί του συνόλου (%) Ποσοστό απασχολούμενων επί του συνόλου (%) Ποσοστό απασχολούμενων επί του συνόλου (%) Ποσοστό όσων δήλωσαν ασαφώς ή δε δήλωσαν κλάδο οικονομικής δραστηριότητας (%) Παλαιά Σκοτίνα Δεν κατοικείται Παλαιός Παντελεήμων 19,15% 8,33% 17,02% 8,33% 61,70% 75,00% 2,13% 8,33% Παλαιοί Πόροι 37,50% 50,00% 25,00% 33,33% 37,50% 16,67% 0,00% 0,00% Σκοτίνα 36,88% 33,45% 22,70% 16,01% 35,82% 45,20% 4,61% 5,34% Άγιος Δημήτριος 68,70% 68,14% 13,30% 13,30% 17,73% 16,90% 0,28% 1,66% Παλαιό Ελατοχώρι Εντάσσεται στο Ελατοχώρι Σκοτεινά 100,00% 20,00% 0,00% 5,00% 0,00% 70,00% 0,00% 5,00% Παλαιά Βρύα 0-10 κάτοικοι χωρίς στοιχεία Ελατοχώρι 77,47% 57,58% 6,17% 8,33% 15,74% 32,95% 0,62% 1,14% Καρυές 97,18% 82,14% 1,41% 2,68% 1,41% 8,04% 0,00% 7,14% Ρητίνη 79,84% 62,12% 6,17% 11,41% 13,17% 24,72% 0,82% 1,74% Μεσαία Μηλιά 82,22% 71,50% 8,00% 5,70% 8,44% 21,24% 1,33% 1,55% Πέτρα 60,00% 42,11% 13,33% 17,54% 26,67% 40,35% 0,00% 0,00% Παλαιά Χράνη Δεν κατοικείται Καρίτσα 68,87% 65,46% 10,42% 10,16% 15,30% 22,46% 5,41% 1,92% Πηγή: ΕΛ.ΣΤΑΤ., 1991, 2001, Ιδία Επεξεργασία 105

106 6.4. Εφαρμογή τυπολογίας στους οικισμούς και βαθμός προστασίας Μετά την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης οικισμών και την καταγραφή των βασικών χαρακτηριστικών τους, πραγματοποιήθηκε η εφαρμογή των κριτηρίων της τυπολογίας για τον κάθε οικισμό. Έτσι, οι οικισμοί ανάλογα με την κατηγορία των κριτηρίων που ανήκουν, βάσει της τυπολογίας που αναλύθηκε στα κεφάλαια 6.1 και 6.2, ταξινομήθηκαν σε ένα συγκεκριμένο τύπο παραδοσιακού οικισμού, στον οποίο αντιστοιχεί ένας από τους τρεις βαθμούς προστασίας. Πριν την παρουσίαση των αποτελεσμάτων και για την κατανόηση της διαδικασίας εφαρμογής της τυπολογίας θεωρήθηκε απαραίτητη η παρουσίαση δύο παραδειγμάτων οικισμών διαφορετικού τύπου και βαθμού προστασίας, του Παλαιού Παντελεήμονα και της Πέτρας. Ο Παλαιός Παντελεήμονας όπως αναφέρθηκε στο κεφάλαιο πρόκειται για έναν ημιορεινό οικισμό του ηπειρωτικού χώρου, ο οποίος εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σύνολο παραδοσιακών και αξιόλογων οικισμών με κοινά χαρακτηριστικά. Βάσει των παραπάνω στοιχείων εφαρμόστηκαν στον οικισμό οι τρεις τύποι κριτηρίων: (1) τα γεωγραφικά, (2) τα γεωχωρικά και (3) τα χωρικά κριτήρια. Ο Παλαιός Παντελεήμονας ως ημιορεινός οικισμός ανήκει στην κατηγορία 1β των γεωγραφικών κριτηρίων, ως ηπειρωτικός στην κατηγορία 2β των γεωχωρικών κριτηρίων και ως μέρος μιας ομάδας παραδοσιακών οικισμών (cluster) στην κατηγορία 3α (βλ. Πίνακα 6.4.1). Πίνακας 6.4.1: Εφαρμογή κριτηρίων τυπολογίας στον παραδοσιακό οικισμό του Παλαιού Παντελεήμονα. 1 2 ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΕΩΧΩΡΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ α Παράκτιοι/Πεδινοί παραδοσιακοί οικισμοί β Ημιορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί γ Ορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί α Νησιωτικοί παραδοσιακοί οικισμοί β Ηπειρωτικοί παραδοσιακοί οικισμοί 3 α Παραδοσιακοί οικισμοί σε ομάδες (cluster) ΧΩΡΙΚΑ β Μεμονωμένοι Παραδοσιακοί οικισμοί ΚΡΙΤΗΡΙΑ γ Παραδοσιακοί οικισμοί ως τμήμα πόλεων ή αστικών περιοχών Πηγή: Pozoukidou and Papageorgiou, 2013, Ιδία Επεξεργασία Επόμενο στάδιο, μετά την εφαρμογή των κριτηρίων στον οικισμό είναι η κατηγοριοποίηση βάσει αυτών σε συγκεκριμένο τύπο παραδοσιακού οικισμού. Οι τύποι παραδοσιακών οικισμών έχουν προκύψει από τη σύνθεση των κριτηρίων τυπολογίας και είναι δώδεκα, όπως αναλύεται στο κεφάλαιο 6.2. Η αντιστοίχηση του οικισμού σε τύπο παραδοσιακού οικισμού γίνεται από τον πίνακα που παρουσιάζει την κωδικοποίηση της τυπολογίας. Από τον πίνακα προκύπτει ότι ο 106

107 Παλαιός Παντελεήμονας αντιστοιχεί σε τύπο παραδοσιακού οικισμού IVβ, ως ηπειρωτικός ημιορεινός οικισμός που αποτελεί μέρος ομάδας παραδοσιακών οικισμών (cluster) (βλ. Πίνακα 6.4.2). Πίνακας 6.4.2: Ταξινόμηση του οικισμού του Παλαιού Παντελεήμονα σε τύπο παραδοσιακού οικισμού. Νησιωτικοί Παραδοσιακοί Οικισμοί Clusters Τμήματα πόλεων Ηπειρωτικοί Παραδοσιακοί οικισμοί Clusters Μεμονωμένοι Μεμονωμενοι Τμήματα πόλεων Τύπος Παράκτιοι Τύπος Ια Τύπος ΙΙα Τύπος ΙVα Τύπος V α Τύπος VΙ α ΙΙΙα Ορεινοί/ Τύπος Τύπος Ιβ Τύπος ΙΙβ Τύπος ΙVβ Τύπος V β Τύπος VΙ β ΙΙΙβ Πηγή: Pozoukidou and Papageorgiou, 2013, Ιδία επεξεργασία Ημιορεινοί Μετά την κατηγοριοποίηση του Παλαιού Παντελεήμονα σε τύπο παραδοσιακού οικισμού, ακολούθησε η αντιστοίχιση του σε έναν βαθμό προστασίας. Σε κάθε τύπο παραδοσιακού οικισμού δίνεται και ένας από τους τρεις βαθμούς προστασίας όπως αυτοί ορίζονται από το άρθρο των Pozoukidou και Papageorgiou (2013). Οι βαθμοί προστασίας ανάλογα με τον τύπο του παραδοσιακού οικισμού καταγράφονται στον πίνακα του κεφαλαίου 6.2. Από τον πίνακα, λοιπόν, προκύπτει ότι στον τύπο IVβ του οικισμού του Παλαιού Παντελεήμονα αντιστοιχεί Βαθμός Προστασίας 1 που εκφράζει την «Απόλυτη Προστασία» του οικισμού. Αυτό σημαίνει ότι οι όροι και περιορισμοί που θα πρέπει να εφαρμοστούν στον Παλαιό Παντελεήμονα ούτως ώστε να ανταπεξέρχονται στις ανάγκες του θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηροί (βλ. Κεφ. 6.2). Η ίδια διαδικασία ακολουθήθηκε και για τον οικισμό της Πέτρας, η οποία αποτελεί ημιορεινό οικισμό του ηπειρωτικού χώρου που είναι μεμονωμένος. Βάσει αυτών των χαρακτηριστικών ο οικισμός ως ημιορεινός ανήκει στην κατηγορία 1β των γεωγραφικών κριτηρίων, ως ηπειρωτικός στην 2β των γεωχωρικών κριτηρίων και στην κατηγορία 3β των χωρικών κριτηρίων, ως μεμονωμένος οικισμός. Μετά την εφαρμογή των κριτηρίων, η Πέτρα αντιστοιχίζεται από τον πίνακα της κωδικοποίησης της τυπολογίας σε τύπο παραδοσιακού οικισμού Vβ. Ο βαθμός προστασίας που δίνεται στο συγκεκριμένο τύπο από τον πίνακα 3 είναι ο Βαθμός Προστασίας 3, ο οποίος εκφράζει τη «Μειωμένη Προστασία» του οικισμού. Αυτό σημαίνει ότι οι όροι και περιορισμοί δόμησης που θα προτείνονται βάσει αυτού του βαθμού προστασίας θα είναι λιγότερο αυστηροί και περισσότερο ευέλικτοι. Η διαδικασία των παραπάνω παραδειγμάτων εφαρμόστηκε σε καθέναν από τους εξεταζόμενους οικισμούς του ν. Πιερίας και τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στον Πίνακα και στην Εικόνα που ακολουθεί. 107

108 Πίνακας 6.4.3: Εφαρμογή τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών στους οικισμούς του Ν. Πιερίας. ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ν.ΠΙΕΡΙΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ Γεωγραφικά Γεωχωρικά Χωρικά Κριτήριο 1 Κριτήριο 2 Κριτήριο 3 ΤΥΠΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑ ΚΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΒΑΘΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑ ΚΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Παλαιά Σκοτίνα 1γ 2β 3α IV β 1 Παλαιός Παντελεήμων 1β 2β 3α IV β 1 Παλαιοί Πόροι 1γ 2β 3α IV β 1 Σκοτίνα 1α 2β 3α IV α 1 Άγιος Δημήτριος 1γ 2β 3α IV β 1 Παλαιό Ελατοχώρι 1γ 2β 3α IV β 1 Σκοτεινά 1γ 2β 3α IV β 1 Παλαιά Βρία 1β 2β 3α IV β 1 Ελατοχώρι 1γ 2β 3α IV β 1 Καρυές 1β 2β 3α IV β 1 Ρητίνη 1β 2β 3α IV β 1 Μεσαία Μηλιά 1α 2β 3α IV α 1 Πέτρα 1β 2β 3β V β 3 Παλαιά Χράνη 1α 2β 3β V α 1 Καρίτσα 1α 2β 3β V α 1 Πηγή: Pozoukidou and Papageorgiou, 2013, Ιδία Επεξεργασία Σύμφωνα με τον πίνακα, προέκυψαν τέσσερις τύποι παραδοσιακών οικισμών και δύο βαθμοί προστασίας. Οι τύποι παραδοσιακών οικισμών είναι οι εξής: IVα: Ηπειρωτικοί πεδινοί παραδοσιακοί οικισμοί που αποτελούν μέρος ομάδας παραδοσιακών οικισμών. IVβ: Ηπειρωτικοί ημιορεινοί/ορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί που αποτελούν μέρος ομάδας παραδοσιακών οικισμών. Vα: Μεμονωμένοι πεδινοί παραδοσιακοί οικισμοί. Vβ: Μεμονωμένοι ημιορεινοί/ορεινοί παραδοσιακοί οικισμοί. Οι βαθμοί προστασίας που αντιστοιχήθηκαν στους παραπάνω τύπους παραδοσιακών οικισμών είναι ο Βαθμός Προστασίας 1 «Απόλυτη Προστασία» και ο Βαθμός Προστασίας 3 «Μειωμένη Προστασία». Αναλυτικότερα, από τους δεκαπέντε οικισμούς που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή της τυπολογίας, οι δεκατέσσερις έχουν Βαθμό Προστασίας 1 και μόνο ο οικισμός της Πέτρας έχει Βαθμό Προστασίας 3. Οι αρκετά αξιόλογοι οικισμοί Ελατοχώρι, Καρυές, Ρητίνη και Μεσαία Μηλιά αντιστοιχήθηκαν σε Βαθμό Προστασίας 1. Όσον αφορά σε αυτούς τους οικισμούς, πρέπει να τονιστεί ότι, η επιλογή τους έγινε, διότι αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου συνόλου οικισμών με κοινά χαρακτηριστικά, αλλά παρουσιάζουν λιγότερο αξιόλογα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά στοιχεία από τους παραδοσιακούς και αξιόλογους οικισμούς. Ο 108

109 ουσιαστικός ρόλος τους, λόγω της γειτνίασης με σημαντικούς παραδοσιακούς οικισμούς, είναι η διατήρηση της φυσιογνωμίας της ομάδας των οικισμών με την επιβολή σε αυτούς λιγότερο αυστηρών κανόνων και περιορισμών δόμησης. Ακόμη, πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ ο οικισμός της Πέτρας αποτελεί αξιόλογο οικισμό με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά μορφολογικά στοιχεία αντιστοιχήθηκε σε Βαθμό Προστασίας 3, που εκφράζει την «Μειωμένη Προστασία». 109

110 Εικόνα 6.4.1: Χάρτης που απεικονίζει τα αποτελέσματα της εφαρμογής της τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών στους οικισμούς του ν. Πιερίας. Πηγή: Ιδία επεξεργασία. 110

111 6.5. Ενσωμάτωση αναπτυξιακών κριτηρίων στη τυπολογία των παραδοσιακών οικισμών. Οι παρατηρήσεις του κεφαλαίου 6.4 οδήγησαν σε ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών. Τα ερωτήματα αυτά δημιουργούνται, κυρίως, γύρω από την επιλογή και την επάρκεια των κριτηρίων για το σχεδιασμό της τυπολογίας. Γι αυτό το λόγο, θεωρήθηκε σκόπιμη η προσπάθεια ενσωμάτωσης στην ήδη υπάρχουσα τυπολογία επιπλέον κριτηρίων. Ενδεχομένως, εάν στο σχεδιασμό των κατηγοριών κριτηρίων συμπεριληφθούν περισσότερα δεδομένα για τα χαρακτηριστικά των παραδοσιακών οικισμών, η τυπολογία που θα προκύψει να είναι πιο εμπεριστατωμένη Επιλογή Κριτηρίων Η διαδικασία επιλογής των αναπτυξιακών κριτηρίων για την ενσωμάτωση τους στη τυπολογία των παραδοσιακών οικισμών βασίστηκε στη διερεύνηση των μελετών αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας και στη μελέτη του ΥΠ.ΕΣ. «Εντοπισμός και απογραφή αξιόλογων οικισμών της Χώρας ή τμημάτων αυτών». Στις συγκεκριμένες μελέτες, οι οποίες παρουσιάζονται στο Κεφ. 5, εντοπίζεται ο σημαντικός ρόλος των αναπτυξιακών χαρακτηριστικών των οικισμών και οι επιδράσεις που επιφέρουν σε αυτούς. Στο σύνολο των μελετών εκφράζεται η ανάγκη αξιολόγησης των οικισμών όχι μόνο βάσει των αρχιτεκτονικών τους στοιχείων, αλλά και της οικονομικής, δημογραφικής και κοινωνικής δομής τους. Εάν δεν εξεταστούν τα στοιχεία αυτά, οι κατευθύνσεις προστασίας των οικισμών θα περιορίζονται μόνο στην αισθητική του οικισμού. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, τα αναπτυξιακά στοιχεία, τα οποία επιλέχθηκαν για τον εμπλουτισμό της τυπολογίας, είναι οι τάσεις πληθυσμιακής ανάπτυξης και το είδος οικονομικής ανάπτυξης των οικισμών. Τέτοιου είδους στοιχεία μπορούν να διαμορφώσουν με διαφορετικό τρόπο τη φυσιογνωμία των παραδοσιακών οικισμών και να επηρεάσουν τα πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά τους. Οι πληθυσμιακές μεταβολές σε έναν παραδοσιακό οικισμό μπορούν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τόσο την μορφολογία των αρχιτεκτονικών στοιχείων, όσο και τον πολεοδομικό ιστό του. Από τη μια, η έντονη πληθυσμιακή αύξηση ενός παραδοσιακού οικισμού οδηγεί σε σημαντικές οικιστικές πιέσεις που μπορεί να αλλοιώσουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα του πολεοδομικού ιστού του οικισμού. Επίσης, στη συγκεκριμένη περίπτωση θα πρέπει να υπάρχει σημαντικός έλεγχος στην κατασκευή νέων κτιρίων, τα μορφολογικά στοιχεία των οποίων θα πρέπει να συμβαδίζουν με αυτά των ήδη υπαρχόντων. Από την άλλη, οι τάσεις μείωσης του πληθυσμού ενός παραδοσιακού οικισμού μπορούν να οδηγήσουν στην εγκατάλειψη και το μαρασμό του. Αυτό, ενδεχομένως, έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή των παραδοσιακών κτιρίων, λόγω ελλιπούς διατήρησης και συντήρησής τους. 111

112 Η κατεξοχήν οικονομική ανάπτυξη των παραδοσιακών οικισμών της χώρας τα παλαιότερα χρόνια βασιζόταν, κυρίως, στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα και λιγότερο στον τριτογενή τομέα παραγωγής. Η μεγάλη, όμως, τουριστική ανάπτυξη που παρουσιάστηκε, σε συνδυασμό με τα μεγάλα οφέλη που προσέφερε σε περιοχές, όπως οι παραδοσιακοί οικισμοί, που διέθεταν φυσικό και πολιτιστικό πλούτο και μπορούσαν να τον αξιοποιήσουν, αύξησε σε πολύ μεγάλο βαθμό τον τριτογενή τομέα παραγωγής. Έτσι, σε πολλούς παραδοσιακούς οικισμούς κυρίαρχη οικονομική βάση αποτέλεσε ο τουρισμός, ο οποίος λόγω της ανεξέλεγκτης ανάπτυξής του, οδήγησε σε υπερκορεσμό και αλλοίωσε σε μεγάλο βαθμό την φυσική, πολιτιστική και κοινωνική δομή των οικισμών. Στους παραδοσιακούς οικισμούς που βρίσκονται κάτω από τις πιέσεις της τουριστικής ανάπτυξης εντοπίζονται κίνδυνοι αλλοίωσης του χαρακτήρα τους λόγω της κατασκευής μεγάλων ξενοδοχειακών κτιριακών όγκων για την εξυπηρέτηση των τουριστικών αναγκών και της εισαγωγής νέων υλικών που δεν συμβαδίζουν με τα παραδοσιακά μορφολογικά πρότυπα των οικισμών. Βάσει των παραπάνω παρατηρήσεων για τα χαρακτηριστικά των οικισμών, προέκυψαν δύο τύποι κριτηρίων με τις αντίστοιχες κατηγορίες, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα : Νέα κριτήρια τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών. 3 4 ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ Πηγή: Ιδία Επεξεργασία ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ α Παραδοσιακοί οικισμοί με πληθυσμιακή αύξηση β Παραδοσιακοί οικισμοί με πληθυσμιακή στασιμότητα γ Παραδοσιακοί οικισμοί με πληθυσμιακή μείωση α Παραδοσιακοί οικισμοί χωρίς τουριστική ανάπτυξη ή με μικρή τουριστική ανάπτυξη β Παραδοσιακοί οικισμοί με τουριστική ανάπτυξη Καθορισμός και περιγραφή κριτηρίων Ο καθορισμός και η σύνθεση των αναπτυξιακών κριτηρίων βασίστηκε στις μελέτες αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας, στο π.δ. 181/1985 για την οριοθέτηση και την κατηγοριοποίηση οικισμών κάτω των κατοίκων και στα οικονομικά και πληθυσμιακά στοιχεία για την περίοδο , τα οποία συλλέχθηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ. Οι κατηγορίες των πληθυσμιακών κριτηρίων εξετάζουν την πληθυσμιακή ανάπτυξη των οικισμών. Για την εκτίμηση της ανάπτυξης του πληθυσμού των παραδοσιακών οικισμών υπολογίστηκε ο ρυθμός ποσοστιαίας μεταβολής των κατοίκων τους κατά την απογραφική περίοδο (βλ. Πίνακα 6.3.2). Η κατηγοριοποίηση των αποτελεσμάτων βασίστηκε στο π.δ. 181/1985, το οποίο 4 Δε χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία της απογραφικής περιόδου , διότι δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη από την ΕΛΣΤΑΤ. 112

113 κατατάσσει τους οικισμούς σύμφωνα με την πληθυσμιακή τους εξέλιξη σε δυναμικούς και στάσιμους. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το π.δ., ως δυναμικοί ορίζονται οι οικισμοί που έχουν τουλάχιστον πληθυσμό 200 κατοίκους και αύξηση πληθυσμού της τάξης του 10% κατά την απογραφική περίοδο της τελευταίας δεκαετίας. Όλοι οι υπόλοιποι οικισμοί ορίζονται ως στάσιμοι (βλ. Κεφ ). Η κατηγοριοποίηση αυτή χρησιμοποιήθηκε ως οδηγός για το σχεδιασμό των πληθυσμιακών κριτηρίων και τροποποιήθηκε με κάποιες αλλαγές. Αρχικά, θεωρήθηκε απαραίτητη η διάσπαση της κατηγορίας στάσιμων οικισμών σε στάσιμους και φθίνοντες. Για τη διάκριση αυτών των κατηγοριών χρησιμοποιήθηκε ένα ποσοστιαίο όριο, το οποίο επιλέχθηκε με βάση το ποσοστό που χρησιμοποιήθηκε για τη διάκριση των δυναμικών οικισμών (10%). Αυτή η παραδοχή έγινε, διότι στο πεδίο εφαρμογής της τυπολογίας παρουσιάστηκαν πολλοί οικισμοί με σημαντική μείωση, η οποία δε μπορούσε να αγνοηθεί. Έπειτα, στην κατηγορία των δυναμικών οικισμών δε λήφθηκε υπόψη το ελάχιστο όριο των 200 κατοίκων, μιας και στους υπό μελέτη οικισμούς υπάρχουν πολλοί με πληθυσμό κάτω των 200 κατοίκων. Έτσι, οι κατηγορίες κριτηρίων συντίθενται ως εξής: Δυναμικοί: Οι παραδοσιακοί οικισμοί που παρουσιάζουν ρυθμό ποσοστιαίας μεταβολής πάνω από 10%. Στάσιμοι: Οι παραδοσιακοί οικισμοί που παρουσιάζουν ρυθμό ποσοστιαίας μεταβολής μεταξύ -10% και 10%. Φθίνοντες: Οι παραδοσιακοί οικισμοί που παρουσιάζουν ρυθμό ποσοστιαίας μεταβολής κάτω από -10%. Η ένταση της τουριστικής ανάπτυξης στους οικισμούς μπορεί να εκτιμηθεί βάσει διαφόρων κριτηρίων, όπως οι αφίξεις και οι διανυκτερεύσεις των τουριστών, ο αριθμός κλινών, οι απασχολούμενοι στον τριτογενή τομέα κλπ. Για το σχεδιασμό των οικονομικών κριτηρίων χρησιμοποιήθηκε το ποσοστό των απασχολούμενων στον τριτογενή τομέα παραγωγής, στον οποίο περιλαμβάνονται κλάδοι τουριστικής οικονομικής δραστηριότητας, όπως τα ξενοδοχειακά καταλύματα και οι χώροι εστίασης. Το κριτήριο αυτό θεωρήθηκε κατάλληλο διότι στους υπό μελέτη παραδοσιακούς και αξιόλογους οικισμούς ο τριτογενής τομέας χαρακτηρίζεται κυρίως από την τουριστική δραστηριότητα. Ενδεχομένως, ο έλεγχος και άλλων κριτηρίων τουριστικής έντασης να οδηγήσει σε επιπλέον συμπεράσματα, τα οποία, όμως, δε θεωρούνται απαραίτητα στα πλαίσια της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Έτσι, στην κατηγορία κριτηρίων 4β (βλ. Πίνακα 6.5.1) ταξινομούνται οι οικισμοί με κυρίαρχο ποσοστό απασχολούμενων στον τριτογενή τομέα παραγωγής και στην 4α, οι οικισμοί που έχουν μεγαλύτερα ποσοστά απασχολούμενων στους υπόλοιπους τομείς παραγωγής Κωδικοποίηση και βαθμός προστασίας Η ενσωμάτωση των δύο παραπάνω τύπων κριτηρίων με την αρχική τυπολογία των παραδοσιακών οικισμών οδήγησε στη δημιουργία 72 διαφορετικών τύπων παραδοσιακών οικισμών, οι οποίοι παρουσιάζονται στον πίνακα

114 Ο βαθμός προστασίας που αντιστοιχήθηκε σε κάθε τύπο παραδοσιακού οικισμού του νέου πίνακα βασίστηκε στην αρχική τυπολογία και εκτιμήθηκε με ποσοτικοποίηση των κατηγοριών κριτηρίων. Συγκεκριμένα, στους αρχικούς βαθμούς προστασίας δόθηκαν τιμές από το 1 έως το 3, ανάλογα με την αυστηρότητα της προστασίας, δηλαδή, η τιμή 1 αντιστοιχήθηκε στη «Μειωμένη Προστασία» και η τιμή 3 στην «Απόλυτη Προστασία». Στη συνέχεια, δόθηκαν τιμές από 1 έως 3 στις κατηγορίες των πληθυσμιακών και οικονομικών κριτηρίων, ανάλογα με τις επιπτώσεις αυτών στους παραδοσιακούς οικισμούς και τον πιθανό βαθμό προστασίας. Για παράδειγμα, η πληθυσμιακή ανάπτυξη σε έναν παραδοσιακό οικισμό μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερες πιέσεις στα πολεοδομικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του οικισμού, από ότι η πληθυσμιακή μείωση, όπως και η τουριστική ανάπτυξη από ότι μια άλλη οικονομική δραστηριότητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις προτείνεται μεγαλύτερος βαθμός προστασίας, γι αυτό και βαθμολογούνται με μεγαλύτερη τιμή. Αντίθετα, ένας φθίνων οικισμός που μπορεί να οδηγηθεί στην εγκατάλειψη χρειάζεται ένα βαθμό προστασίας πιο ευέλικτο, ούτως ώστε να δοθούν κίνητρα για την ανάκαμψή του. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω η βαθμολόγηση των κριτηρίων ήταν η εξής: 3α. Δυναμικοί Παραδοσιακοί Οικισμοί: 3 3β. Στάσιμοι Παραδοσιακοί Οικισμοί: 1 3γ. Φθίνοντες Παραδοσιακοί Οικισμοί: 1 4α. Παραδοσιακοί Οικισμοί χωρίς τουριστική ανάπτυξη: 1 4β. Παραδοσιακοί Οικισμοί με τουριστική ανάπτυξη: 3 Μετά την βαθμολόγηση, τα κριτήρια συμψηφίστηκαν σε μια μήτρα και ανάλογα με το πόσο υψηλή ήταν η συνολική βαθμολογία κάθε τύπου παραδοσιακού οικισμού, αντιστοιχήθηκε και ο βαθμός προστασίας. Οι τύποι παραδοσιακών οικισμών με τις μεγαλύτερες βαθμολογίες αντιστοιχήθηκαν σε Βαθμό Προστασίας 1, αυτοί με μεσαίες βαθμολογίες σε Βαθμό Προστασίας 2 κ.ο.κ.. Πρέπει να σημειωθεί, ότι από την τυπολογία εξαιρείται το κριτήριο 3γ «Παραδοσιακοί οικισμοί ως τμήματα πόλεων ή αστικών περιοχών». Στην κατηγορία αυτή δεν αντιστοιχείται βαθμός προστασίας μετά την εισαγωγή των νέων κριτηρίων, διότι αποτελεί ένα κριτήριο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι οικισμοί ως τμήματα πόλεων δέχονται ιδιαίτερες επιδράσεις και πιέσεις από τα κέντρα, που δεν μπορούν να εξεταστούν στην παρούσα διπλωματική εργασία, της οποίας το πεδίο εφαρμογής αφορά ομάδες και μεμονωμένους παραδοσιακούς οικισμούς. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στον πίνακα που ακολουθεί. 114

115 Πίνακας 6.5.2: Νέα κωδικοποίηση τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών. Παράκτιοι/ Πεδινοί Ημιορεινοί/ Ορεινοί Πηγή: Ιδία Επεξεργασία Δυναμικοί Στάσιμοι Φθίνοντες Δυναμικοί Στάσιμοι Φθίνοντες ΝΗΣΙΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ CLUSTER ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟΙ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΕΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ CLUSTER ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟΙ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΕΩΝ χωρίς τουριστική ανάπτυξη IαΔΧ ΙIαΔΧ ΙΙIαΔΧ ΙVαΔΧ VαΔΧ VIαΔΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙαΔΤ ΙΙαΔΤ ΙΙΙαΔΤ ΙVαΔΤ VαΔΤ VIαΔΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙαΣΧ ΙΙαΣΧ ΙΙΙαΣΧ ΙVαΣΧ VαΣΧ VIαΣΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙαΣΤ ΙΙαΣΤ ΙΙΙαΣΤ ΙVαΣΤ VαΣΤ VIαΣΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙαΦΧ ΙΙαΦΧ ΙΙΙαΦΧ ΙVαΦΧ VαΦΧ VIαΦΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙαΦΤ ΙΙαΦΤ ΙΙΙαΦΤ ΙVαΦΤ VαΦΤ VIαΦΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙβΔΧ ΙΙβΔΧ ΙΙΙβΔΧ ΙVβΔΧ VβΔΧ VIβΔΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙβΔΤ ΙΙβΔΤ ΙΙΙβΔΤ ΙVβΔΤ VβΔΤ VIβΔΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙβΣΧ ΙΙβΣΧ ΙΙΙβΣΧ ΙVβΣΧ VβΣΧ VIβΣΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙβΣΤ ΙΙβΣΤ ΙΙΙβΣΤ ΙVβΣΤ VβΣΤ VIβΣΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙβΦΧ ΙΙβΦΧ ΙΙΙβΦΧ ΙVβΦΧ VβΦΧ VIβΦΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙβΦΤ ΙΙβΦΤ ΙΙΙβΦΤ ΙVβΦΤ VβΦΤ VIβΦΤ Δ: Δυναμικοί Παραδοσιακοί Οικισμοί Σ: Στάσιμοι Παραδοσιακοί Οικισμοί Φ: Φθίνοντες Παραδοσιακοί Οικισμοί Χ: Παραδοσιακοί Οικισμοί χωρίς ή με μικρή τουριστική ανάπτυξη Τ: Παραδοσιακοί Οικισμοί με τουριστική ανάπτυξη 115

116 Πίνακας 6.5.3: Νέα τυπολογία παραδοσιακών οικισμών και βαθμός προστασίας. Παράκτιοι/ Πεδινοί Ημιορεινοί/ Ορεινοί Δυναμικοί Στάσιμοι Φθίνοντες Δυναμικοί Στάσιμοι Φθίνοντες Πηγή: Ιδία Επεξεργασία ΝΗΣΙΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ CLUSTER ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟΙ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΕΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ CLUSTER ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟΙ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΕΩΝ χωρίς τουριστική ανάπτυξη IαΔΧ ΙIαΔΧ ΙΙIαΔΧ ΙVαΔΧ VαΔΧ VIαΔΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙαΔΤ ΙΙαΔΤ ΙΙΙαΔΤ ΙVαΔΤ VαΔΤ VIαΔΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙαΣΧ ΙΙαΣΧ ΙΙΙαΣΧ ΙVαΣΧ VαΣΧ VIαΣΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙαΣΤ ΙΙαΣΤ ΙΙΙαΣΤ ΙVαΣΤ VαΣΤ VIαΣΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙαΦΧ ΙΙαΦΧ ΙΙΙαΦΧ ΙVαΦΧ VαΦΧ VIαΦΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙαΦΤ ΙΙαΦΤ ΙΙΙαΦΤ ΙVαΦΤ VαΦΤ VIαΦΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙβΔΧ ΙΙβΔΧ ΙΙΙβΔΧ ΙVβΔΧ VβΔΧ VIβΔΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙβΔΤ ΙΙβΔΤ ΙΙΙβΔΤ ΙVβΔΤ VβΔΤ VIβΔΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙβΣΧ ΙΙβΣΧ ΙΙΙβΣΧ ΙVβΣΧ VβΣΧ VIβΣΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙβΣΤ ΙΙβΣΤ ΙΙΙβΣΤ ΙVβΣΤ VβΣΤ VIβΣΤ χωρίς τουριστική ανάπτυξη ΙβΦΧ ΙΙβΦΧ ΙΙΙβΦΧ ΙVβΦΧ VβΦΧ VIβΦΧ με τουριστική ανάπτυξη ΙβΦΤ ΙΙβΦΤ ΙΙΙβΦΤ ΙVβΦΤ VβΦΤ VIβΦΤ Δ: Δυναμικοί Παραδοσιακοί Οικισμοί Σ: Στάσιμοι Παραδοσιακοί Οικισμοί Φ: Φθίνοντες Παραδοσιακοί Οικισμοί Χ: Παραδοσιακοί Οικισμοί χωρίς ή με μικρή τουριστική ανάπτυξη Τ: Παραδοσιακοί Οικισμοί με τουριστική ανάπτυξη 116

117 Εφαρμογή τυπολογίας και βαθμού προστασίας σε αξιόλογους και παραδοσιακούς οικισμούς του Νομού Πιερίας Μετά το σχεδιασμό των νέων κριτηρίων και την ενσωμάτωση τους στην τυπολογία των παραδοσιακών οικισμών επιχειρήθηκε η εφαρμογή της στους αξιόλογους και παραδοσιακούς οικισμούς του ν. Πιερίας. Σκοπό της εφαρμογής της διευρυμένης τυπολογίας στους οικισμούς αποτελεί η σύγκριση των αποτελεσμάτων της με αυτά της αρχικής τυπολογίας. Μέσα από τη σύγκριση επιδιώκεται να ελεγχθεί εάν η αξιολόγηση περισσότερων χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών οδηγεί σε μια αποτελεσματικότερη και πιο εμπεριστατωμένη τυπολογία. Λαμβάνοντας υπόψη την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης των οικισμών που παρουσιάζεται στο κεφ και τους Πίνακες και 6.3.3, καταγράφηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά τους και πραγματοποιήθηκε η εφαρμογή των κριτηρίων της νέας τυπολογίας για τον κάθε οικισμό. Έτσι, οι οικισμοί ανάλογα με την κατηγορία των κριτηρίων που ανήκουν, βάσει της νέας τυπολογίας, ταξινομήθηκαν σε ένα συγκεκριμένο τύπο παραδοσιακού οικισμού, στον οποίο αντιστοιχεί ένας από τους τρεις βαθμούς προστασίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι, από την εφαρμογή της τυπολογίας εξαιρέθηκαν οι οικισμοί Παλαιά Σκοτίνα, Παλαιά Χράνη και Παλαιά Βρία, αφού είναι εγκαταλειμμένοι. Επίσης, οι οικισμοί Ελατοχώρι και Παλαιό Ελατοχώρι εξετάστηκαν ενιαία, διότι το Παλαιό Ελατοχώρι εντάσσεται στο νέο οικισμό του Ελατοχωρίου. Η διαδικασία εφαρμογής της τυπολογίας είναι η ίδια που περιγράφεται στα παραδείγματα του κεφ Τα αποτελέσματα της εκ νέου εφαρμογής της τυπολογίας παρουσιάζονται στον Πίνακα και στην Εικόνα Σύμφωνα με τον πίνακα, προέκυψαν δέκα τύποι παραδοσιακών οικισμών και δύο βαθμοί προστασίας. Οι τύποι παραδοσιακών οικισμών είναι οι εξής: 1. ΙVαΣΤ: Πεδινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster με πληθυσμιακή στασιμότητα και τουριστική ανάπτυξη. 2. ΙVαΦΧ: Πεδινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster με πληθυσμιακή μείωση, χωρίς ή με μικρή τουριστική ανάπτυξη. 3. ΙVβΔΤ: Ορεινός/ημιορεινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster με πληθυσμιακή αύξηση και τουριστική ανάπτυξη. 4. ΙVβΔΧ: Ορεινός/ημιορεινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster με πληθυσμιακή αύξηση, χωρίς ή με μικρή τουριστική δραστηριότητα. 5. ΙVβΣΧ: Ορεινός /ημιορεινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster με πληθυσμιακή στασιμότητα, χωρίς ή με μικρή τουριστική δραστηριότητα. 6. ΙVβΣΤ: Ορεινός /ημιορεινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster με πληθυσμιακή στασιμότητα και τουριστική ανάπτυξη. 7. ΙVβΦΤ: Ορεινός /ημιορεινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster πληθυσμιακή μείωση και τουριστική ανάπτυξη. 117

118 8. ΙVβΦΧ: Ορεινός /ημιορεινός ηπειρωτικός παραδοσιακός οικισμός σε cluster πληθυσμιακή μείωση, χωρίς ή με μικρή τουριστική δραστηριότητα. 9. VαΣΧ: Πεδινός ηπειρωτικός μεμονωμένος παραδοσιακός οικισμός με πληθυσμιακή στασιμότητα, χωρίς ή με μικρή τουριστική δραστηριότητα. 10. VβΔΤ: Ορεινός /ημιορεινός ηπειρωτικός μεμονωμένος παραδοσιακός οικισμός με πληθυσμιακή αύξηση και τουριστική ανάπτυξη. Οι βαθμοί προστασίας που αντιστοιχήθηκαν στους παραπάνω τύπους παραδοσιακών οικισμών είναι ο Βαθμός Προστασίας 1 «Απόλυτη Προστασία» και ο Βαθμός Προστασίας 2 «Σημαντική Προστασία», ενώ για κανένα οικισμό δε προτάθηκε Βαθμός Προστασίας 3 «Μειωμένη Προστασία». Παρατηρώντας τα αποτελέσματα της εφαρμογής της νέας τυπολογίας φαίνεται ότι υπάρχει μεγαλύτερη διαφοροποίηση όσον αφορά το βαθμό προστασίας των τύπων παραδοσιακών οικισμών σε σχέση με την αρχική. Διαπιστώνεται ότι πέρα των υπολοίπων χαρακτηριστικών των οικισμών, αυτό που κρίνει ιδιαίτερα το αποτέλεσμα είναι η πληθυσμιακή αύξηση και η τουριστική ανάπτυξη. Οι περισσότεροι οικισμοί που πληρούν αυτά τα κριτήρια αντιστοιχίζονται σε Βαθμό Προστασίας 1, δηλαδή «Απόλυτη Προστασία». Έτσι, οι οικισμοί που στην αρχική τυπολογία προτάθηκαν για ΒΠ1, στη νέα φαίνεται να έχουν διασπαστεί σε ΒΠ1 και ΒΠ2 ανάλογα με τα αναπτυξιακά κριτήρια. Οι οικισμοί που αντιστοιχήθηκαν σε ΒΠ2 είναι εκείνοι που δέχονται λιγότερες πληθυσμιακές πιέσεις και παρουσιάζουν μικρή ή καθόλου τουριστική δραστηριότητα. Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι οικισμοί Ρητίνη και Μεσαία Μηλιά, οι οποίοι στην πρώτη τυπολογία αντιστοιχήθηκαν σε ΒΠ1, στη νέα αντιστοιχήθηκαν σε ΒΠ2. Το αποτέλεσμα αυτό θεωρείται πιο αντιπροσωπευτικό, μιας και πρόκειται για οικισμούς με αρκετά αξιόλογα χαρακτηριστικά που εντάχθηκαν σε ομάδα παραδοσιακών οικισμών με σκοπό την διατήρηση της φυσιογνωμίας των οικισμών της ομάδας. Επίσης, ο οικισμός της Πέτρας, ως αξιόλογος οικισμός στην αρχική τυπολογία είχε αντιστοιχηθεί σε ΒΠ3, δηλαδή «Μειωμένης Προστασίας», ενώ στη νέα τυπολογία αντιστοιχήθηκε σε ΒΠ1. Αυτός ο βαθμός προστασίας, φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα σε έναν οικισμό με αξιόλογα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά μορφολογικά στοιχεία, ο οποίος παρουσιάζει πληθυσμιακή αύξηση και μεγάλη τουριστική δραστηριότητα. Ακόμη, πρέπει να αναφερθεί ότι ο οικισμός Παλαιοί Πόροι, παρότι παραδοσιακός, προτείνεται για ΒΠ2. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι ένας φθίνων οικισμός, η προστασία του οποίου θα πρέπει να είναι λιγότερο αυστηρή, με στόχο όχι μόνο τη διατήρηση των ιδιαίτερων μορφολογικών του χαρακτηριστικών,αλλά και τη βιώσιμη ανάπτυξή του. Γενικότερα, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα και των δυο εφαρμογών τυπολογίας, διαπιστώνεται ότι η ενσωμάτωση αναπτυξιακών κριτηρίων στα αρχικά γεωγραφικά, γεωχωρικά και χωρικά κριτήρια, διαφοροποίησε τον προτεινόμενο βαθμό προστασίας στους οικισμούς. Ίσως, μόνο τα χωροταξικά κριτήρια δεν είναι αρκετά για να κρίνουν το βαθμό προστασίας ενός παραδοσιακού οικισμού. Στόχος 118

119 της προστασίας δε θα πρέπει να είναι μόνο η διατήρηση και συντήρηση των αρχιτεκτονικών και πολεοδομικών μορφολογικών στοιχείων του οικισμού στη βάση της μουσειακής αντίληψης, αλλά και η ταυτόχρονη αναβίωση των οικισμών ως τόποι διαβίωσης. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ένας οικισμός θα πρέπει να μελετάται και ως προς την κοινωνική και οικονομική δομή του. Ως εκ τούτου, μια τυπολογία που συμπεριλαμβάνει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, να μπορεί να οδηγήσει σε κατάλληλες κατευθύνσεις πολιτικής προστασίας παραδοσιακών οικισμών. 119

120 Πίνακας 6.5.4: Τυπολογία και Βαθμός Προστασίας Παραδοσιακών Οικισμών μετά την ενσωμάτωση των αναπτυξιακών κριτηρίων. ΚΡΙΤΗΡΙΑ Γεωγραφικά Γεωχωρικά Χωρικά Πληθυσμιακά Οικονομικά Κριτήριο Κριτήριο 1 Κριτήριο 2 3 Κριτήριο 4 Κριτήριο 5 ΤΥΠΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΒΑΘΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ Παλαιά Σκοτίνα 1γ 2β 3α Παλαιός Παντελεήμων 1β 2β 3α 3γ 4β ΙVβΦΤ 1 Παλαιοί Πόροι 1γ 2β 3α 3γ 4α ΙVβΦΧ 2 Σκοτίνα 1α 2β 3α 3β 4β ΙVαΣΤ 1 Άγιος Δημήτριος 1γ 2β 3α 3β 4α ΙVβΣΧ 2 Παλαιό Ελατοχώρι 1γ 2β 3α - - ΙVβΣΤ 1 Σκοτεινά 1γ 2β 3α 3α 4β ΙVβΔΤ 1 Παλαιά Βρύα 1β 2β 3α Ελατοχώρι 1γ 2β 3α 3β 4β ΙVβΣΤ 1 Καρυές 1β 2β 3α 3α 4α ΙVβΔΧ 1 Ρητίνη 1β 2β 3α 3β 4α ΙVβΣΧ 2 Μεσαία Μηλιά 1α 2β 3α 3γ 4α ΙVαΦΧ 2 Πέτρα 1β 2β 3β 3α 4β VβΔΤ 1 Παλαιά Χράνη 1α 2β 3β Καρίτσα 1α 2β 3β 3β 4α VαΣΧ 2 Βαθμός Προστασίας 1: Απόλυτη Προστασία Βαθμός Προστασίας 2: Σημαντική Προστασία Πηγή: Ιδία Επεξεργασία Βαθμός Προστασίας 3 : Μειωμένη Προστασία 120

121 Εικόνα 6.5.1: Χάρτης που απεικονίζει τα αποτελέσματα της εφαρμογής της νέας τυπολογίας των παραδοσιακών οικισμών στους οικισμούς του ν. Πιερίας. Πηγή: Ιδία επεξεργασία. 121

122 Κατευθύνσεις βαθμών προστασίας παραδοσιακών οικισμών Το περιεχόμενο των βαθμών προστασίας των παραδοσιακών οικισμών αφορά σε κανόνες και περιορισμούς σχεδιασμού που προτείνεται να εφαρμόζονται στους παραδοσιακούς οικισμούς. Οι κανόνες αυτοί επιδιώκουν τη ρύθμιση ζητημάτων αρχιτεκτονικού, αστικού ή χωροταξικού σχεδιασμού. Στοχεύουν, κυρίως, στη διατήρηση και συντήρηση της μορφολογίας των κτισμάτων και του πολεοδομικού ιστού των παραδοσιακών οικισμών, στη διαμόρφωση του δημόσιου χώρου, στον έλεγχο των χρήσεων γης και στην επίλυση ζητημάτων μεταφορικών υποδομών. Όπως αναφέρθηκε στο κεφ. 6.2, ο κάθε βαθμός προστασίας εκφράζει κατευθύνσεις προστασίας διαφορετικής αυστηρότητας. Ο ΒΠ1 αφορά στην «Απόλυτη Προστασία», o BΠ2 στην «Σημαντική Προστασία» και ο ΒΠ3 στην «Μειωμένη Προστασία» των παραδοσιακών οικισμών. Αναλυτικότερα: ΒΠ1: Εκφράζει την «Απόλυτη Προστασία» των παραδοσιακών οικισμών. Τέτοιου είδους προστασία σέβεται απόλυτα τα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του οικισμού και οι επεμβάσεις σε αυτόν περιορίζονται μόνο στη συντήρηση και εξυγίανση του. Σε παραδοσιακό οικισμό βαθμού «Απόλυτης προστασίας» απαγορεύεται η ανέγερση νέων οικοδομών και η αναστήλωση υπαρχόντων κτισμάτων γίνεται με τη χρήση τοπικών υλικών που συνάδουν με τον παραδοσιακό τύπο του οικισμού. Διατηρείται ο παραδοσιακός πολεοδομικός ιστός και απαγορεύεται ο σχεδιασμός επεκτάσεων. Διατηρείται η μορφή των κοινόχρηστων και δημόσιων χώρων και επιδιώκεται η αναβάθμιση τους. Γίνεται αυστηρός έλεγχος των χρήσεων και των λειτουργιών του οικισμού για τη διατήρηση του χαρακτήρα του. Απαγορεύεται η χρήση τροχοφόρων και προβλέπεται η κατασκευή οργανωμένων και λειτουργικών χώρων στάθμευσης περιμετρικά του οικισμού. ΒΠ2: Εκφράζει τη «Σημαντική Προστασία» των παραδοσιακών οικισμών. Η προστασία αυτή δεν παρουσιάζει τόσο αυστηρούς περιορισμούς όπως η «Απόλυτη Προστασία». Θέτει ως στόχο τη διατήρηση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος του οικισμού και επιτρέπει ορισμένες ελεγχόμενες επεμβάσεις σε αυτόν. Επιτρέπεται η ανέγερση νέων κτισμάτων, κάτω από αυστηρό έλεγχο, ούτως ώστε να συμβαδίζουν με τα αρχιτεκτονικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του παραδοσιακού οικισμού. Επιδιώκεται η διατήρηση του πολεοδομικού ιστού και η αξιοποίηση των κοινόχρηστων και δημόσιων χώρων. Επιτρέπονται πιθανές επεκτάσεις στον οικισμό με προϋπόθεση την μορφολογική ενότητα του παλιού πολεοδομικού ιστού με το νέο. Διατηρούνται οι παραδοσιακές χρήσεις και προβλέπεται ο καθορισμός χρήσεων των πιθανών επεκτάσεων. Επιτρέπεται η ελεγχόμενη κυκλοφορία στον οικισμό, με μέσα μαζικής μεταφοράς συμβατά με την οικιστική φυσιογνωμία της περιοχής και εξυπηρέτηση από την αστική συγκοινωνία. 122

123 ΒΠ3: Εκφράζει τη «Μειωμένη Προστασία» των παραδοσιακών οικισμών. Η προστασία αυτή έγκειται στην αρμονική ένταξη των κατασκευών στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον του οικισμού. Επιδιώκεται η διατήρηση του πολεοδομικού ιστού και των παραδοσιακών στοιχείων του οικισμού. Επιτρέπονται οι επεκτάσεις και καθορίζονται χρήσεις γης σε αυτές για κατοικία, κοινόχρηστους χώρους, κοινωνικό εξοπλισμό, χώρους στάθμευσης. Η χρήση τροχοφόρων είναι ελεύθερη. Πρέπει να τονιστεί, ότι οι παραπάνω ενέργειες προστασίας θα πρέπει να είναι μέρος ευρύτερων παρεμβάσεων και να μην αποτελούν μεμονωμένες επεμβάσεις στους παραδοσιακούς οικισμούς. Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών για να είναι αποτελεσματική πρέπει να εντάσσεται στις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες μέσω του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. 123

124 Συμπεράσματα Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Οι παραδοσιακοί οικισμοί αποτελούν βασικό στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας. Δεν είναι μόνο η ιστορική και αρχιτεκτονική τους αξία που τους κάνει τόσο σημαντικούς, αλλά η υψηλή ποιότητα ζωής που προσφέρουν, η οποία οφείλεται στην ανθρώπινη κλίμακά τους, στη κοινωνική δομή τους, στην αισθητική τους και στην αναπόσπαστη σχέση τους με το περιβάλλον. Η υποβάθμιση των στοιχείων αυτών που προκλήθηκε από διάφορους λόγους, όπως η άναρχη οικιστική ανάπτυξη και η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του τουρισμού, έθεσε επιτακτική την ανάγκη για την προστασία τους. Η πρώτη προσπάθεια έγινε το 1978 με το π.δ. της 13 ης Νοεμβρίου «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών» και μέχρι σήμερα έχει διαμορφωθεί ένα σύνθετο θεσμικό πλαίσιο για τη ρύθμιση της προστασίας και διατήρησης των παραδοσιακών οικισμών. Παρόλ αυτά το θεσμικό πλαίσιο προστασίας παρουσιάζει διάφορες ανεπάρκειες, οι οποίες οφείλονται κυρίως, στην ενιαία αντιμετώπιση του συνόλου των παραδοσιακών οικισμών χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα μορφολογικά, γεωγραφικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά αυτών. Η παρούσα διπλωματική επιδίωξε τη διαμόρφωση ενός πλαισίου κατευθύνσεων για την προστασία των παραδοσιακών οικισμών που θα ανταποκρίνεται σε αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Προς αυτήν την κατεύθυνση, αρχικά, διευκρινίστηκαν οι έννοιες των στοιχείων του πολιτιστικού περιβάλλοντος, της πολιτιστικής κληρονομιάς και της προστασίας της, η οποία διερευνήθηκε μέσα από τα διεθνή και ευρωπαϊκά θεσμικά κείμενα. Στη συνέχεια, μέσα από την εκτενή επισκόπηση του ελληνικού θεσμικού πλαισίου προστασίας των παραδοσιακών οικισμών, διερευνήθηκε η προστασία τους, η οποία αξιολογήθηκε υπό το πρίσμα των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων. Κατόπιν, για την κατανόηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των παραδοσιακών οικισμών παρουσιάστηκε η χωρική τους διάσταση και συντάχθηκε ένας ψηφιακός κατάλογος με το σύνολο των παραδοσιακών οικισμών της χώρας, ο οποίος εμπλουτίστηκε με γεωγραφικά και πληθυσμιακά δεδομένα των οικισμών και οδήγησε σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα σχετικά με τη χωρική κατανομή και την πληθυσμιακή φυσιογνωμία τους. Τα συμπεράσματα αυτά επιβεβαίωσαν την ανάγκη για την ύπαρξη μιας τυπολογίας που θα εξειδίκευε την πολιτική και τους κανόνες προστασίας των παραδοσιακών οικισμών και γι αυτό αναζητήθηκαν πρότερες μεθοδολογικές προσεγγίσεις τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και οδηγούν βάσει αυτών σε κατευθύνσεις προστασίας. Στο τέλος, επιχειρήθηκε η εφαρμογή μιας τυπολογίας στους παραδοσιακούς οικισμούς του ν. Πιερίας και προτάθηκαν γενικές κατευθύνσεις προστασίας οι οποίες βασίζονται στα ιδιαίτερα μορφολογικά, γεωγραφικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά των οικισμών αυτών. 124

125 Όσον αφορά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των παραδοσιακών οικισμών, επιχειρήθηκε να εξεταστούν μέσα από την παρουσίαση της χωρικής τους διάστασης. Μελετώντας τα γεωγραφικά, χωρικά και πληθυσμιακά χαρακτηριστικά των οικισμών παρατηρήθηκε διαφοροποίηση. Το σύνολο των 920 παραδοσιακών οικισμών της Ελλάδα δεν παρουσιάζει ίδια χαρακτηριστικά. Υπάρχουν οικισμοί στον ηπειρωτικό και στο νησιωτικό χώρο, άλλοι πεδινοί και άλλοι ημιορεινοί ή ορεινοί. Οικισμοί που είναι μεμονωμένοι και άλλοι που εντάσσονται σε πόλεις και αστικά κέντρα. Υπάρχουν μικροί παραδοσιακοί οικισμοί με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία στο σύνολο των ελληνικών παραδοσιακών οικισμών (94%), και οικισμοί με πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό. Αυτά τα στοιχεία διαμόρφωσαν με διαφορετικό τρόπο την φυσιογνωμία των παραδοσιακών οικισμών και τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά. Αυτό αποδόθηκε στο γεγονός ότι οι παραδοσιακοί οικισμοί είναι, εάν όχι πάντα, τις περισσότερες φορές προσαρμοσμένοι στο φυσικό τους περιβάλλον, στοιχείο που αποτέλεσε έναν από τους πιο βασικούς παράγοντες διαμόρφωσης των ιδιαίτερων αρχιτεκτονικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών τους. Το παραπάνω συμπέρασμα είναι που οδήγησε στην εφαρμογή μιας τυπολογίας παραδοσιακών οικισμών που βασίζεται στα γεωγραφικά, γεωχωρικά και χωρικά χαρακτηριστικά των οικισμών, στους αξιόλογους και παραδοσιακούς οικισμούς του ν. Πιερίας. Τα αποτελέσματα της εφαρμογής έδειξαν ότι υπάρχει διαφοροποίηση του βαθμού προστασίας των οικισμών ανάλογα με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Παρ όλα αυτά με βάση την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης των υπό μελέτη οικισμών του ν. Πιερίας θεωρήθηκε πως κάποιοι από αυτούς θα έπρεπε να αντιστοιχηθούν σε διαφορετικό βαθμό προστασίας. Έτσι, δημιουργήθηκαν ερωτήματα γύρω από την επιλογή και την επάρκεια αυτών των κριτηρίων για το σχεδιασμό της τυπολογίας. Τα ερωτήματα αυτά, επιχειρήθηκε να απαντηθούν με τον εμπλουτισμό της αρχικής τυπολογίας με αναπτυξιακά κριτήρια. Με την εφαρμογή της διευρυμένης τυπολογίας προέκυψαν νέα συμπεράσματα όσον αφορά το βαθμό προστασίας των οικισμών. Η ενσωμάτωση αναπτυξιακών κριτηρίων στα αρχικά γεωγραφικά, γεωχωρικά και χωρικά κριτήρια, διαφοροποίησε τον προτεινόμενο βαθμό προστασίας στους οικισμούς ακόμη περισσότερο. Αυτή η παρατήρηση οδήγησε στο συμπέρασμα ότι, ενδεχομένως, τα χωροταξικά κριτήρια δεν αρκούν για να κρίνουν το βαθμό προστασίας ενός παραδοσιακού οικισμού. Στόχος της προστασίας δε θα πρέπει να είναι μόνο η διατήρηση και συντήρηση των αρχιτεκτονικών και πολεοδομικών μορφολογικών στοιχείων του οικισμού στη βάση της μουσειακής αντίληψης, αλλά και η ταυτόχρονη αναβίωση των οικισμών ως τόποι διαβίωσης. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ένας οικισμός θα πρέπει να μελετάται και ως προς την κοινωνική και οικονομική δομή του. Ως εκ τούτου, μια τυπολογία που συμπεριλαμβάνει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, να μπορεί να οδηγήσει σε κατάλληλες κατευθύνσεις πολιτικής προστασίας παραδοσιακών οικισμών. Οι κατευθύνσεις αυτές, για να συγκροτήσουν μια αποτελεσματική πολιτική προστασίας θα πρέπει να αποτελούν μέρος του πολεοδομικού, περιφερειακού και χωροταξικού σχεδιασμού και να εφαρμόζονται μέσω των εργαλείων του. Μόνο μέσα 125

126 από αυτά θα μπορέσει να θεσπιστεί μια πολιτική η οποία θα ρυθμίζει την ολοκληρωμένη προστασία των παραδοσιακών οικισμών και των υπολοίπων αγαθών της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, η οποία θα διαρκέσει μακροπρόθεσμα. Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί, η ανάγκη εφαρμογής αυτών των κατευθύνσεων όχι μόνο στους κηρυγμένους παραδοσιακούς οικισμούς, αλλά και στους αξιόλογους, οι οποίοι παρόλο που αποτελούν οικισμούς με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά μορφολογικά χαρακτηριστικά, δεν υπάγονται σε κάποιο καθεστώς προστασίας. 126

127 Βιβλιογραφία Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών Ελληνική Βιβλιογραφία 1. Αγγελίδης, Μ., Χωροταξικός σχεδιασμός και βιώσιμη ανάπτυξη. Αθήνα: Συμμετρία. 2. Ανδρικοπούλου, Ε., Εδαφική συνοχή και χωρική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο: Καυκαλάς Γ. (επ), Ζητήματα χωρικής ανάπτυξης. Θεωρητικές προσεγγίσεις και πολιτικές. Αθήνα: Κριτική, σσ Ανδρικοπούλου, Ε., Γιαννακού, Α., Καυκαλάς, Γ., Πιτσιάβα-Λατινοπούλου, Μ., Πόλη και πολεοδομικές πρακτικές για τη βιώσιμη αστική ανάπτυξη. Αθήνα: Κριτική. 4. Ανδρικοπούλου, Ε. και Καυκαλάς, Γ., Χωρικές επιπτώσεις των ευρωπαϊκών πολιτικών. Θεσσαλονίκη: Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. 5. Αντωνίου, Θ., Η ανάπτυξη της εθνικής πολιτιστικής ταυτότητας υπό το πρίσμα του ισχύοντος Συντάγματος και του κοινοτικού δικαίου. Στο: Τροβά, Ε. (επ.), Η πολιτιστική κληρονομιά και το δίκαιο. Αθήνα: Σάκκουλας, σσ Απόφαση αριθ. 1622/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, για τη θέσπιση κοινοτικής δράσης όσον αφορά την εκδήλωση Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για τα έτη 2007 έως Διαθέσιμο σε: PDF (Ανακτήθηκε 5 Απριλίου, 2013). 7. Απόφαση αριθ. 508/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 2000, για τη θέσπιση του προγράμματος «Πολιτισμός 2000». Διαθέσιμο σε: PDF (Ανακτήθηκε 5 Απριλίου, 2013). 8. Βουδούρη, Δ., Ο νέος νόμος 3028/2002 υπό το φως των διεθνών και ευρωπαϊκών κανόνων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στο: Τροβά, Ε. (επ.), Η πολιτιστική κληρονομιά και το δίκαιο. Αθήνα: Σάκκουλας, σσ Βουδούρη Δ. και Στρατή Α., Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αθήνα-Κομοτηνή: Σάκκουλας. 10. Δάρα Μ., Καββαδία, Δ., Μακρή-Πάγκαλου, Ι., Σουλάκου, Δ., Σταμπούλογλου, Ε., Τσαπάλου-Μίχα, Μ., Επεξεργασία μελέτης Υπουργείου Εσωτερικών: Εντοπισμός και απογραφή αξιόλογων οικισμών της Χώρας ή τμημάτων αυτών. Αθήνα: ΤΕΕ. 11. Γοσπονδίνη, Α., Μπεριάτος Η., Ράσκου Ε., Διαχείριση αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Η διαχρονική εξέλιξη των πολιτικών στην Ευρώπη και οι νέες 127

128 προκλήσεις για την Ελλάδα, Αειχώρος τευχ.6, (1). Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 27 Νοεμβρίου, 2012). 12. Δεκλερής, Μ., Ο Δωδεκάδελτος του περιβάλλοντος. Εγκόλπιο βιωσίμου αναπτύξεως. Αθήνα: Σάκκουλας. 13. ΕΕ, ΣΑΚΧ: Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου, προς την χωρικά ισόρροπη και αειφόρο ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Άτυπη συνάντηση αρμοδίων για τη χωροταξία υπουργών της ΕΕ, Πότσνταμ, 10 και 11 Μαΐου Ζερβός, Γ., Διευκρινίσεις γύρω από την «ενσωματωμένη διατήρηση», της ακίνητης πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς, στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης, Greek Architects. Διαθέσιμο σε: CE%B8%CE%B5%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%80%CE%B B%CE%B1%CE%AF%CF%83%CE%B9%CE%BF/%CF%83%CE%B5%CE %BB%CE%AF%CE%B4%CE%B1-3 (Ανακτήθηκε 22 Ιανουαρίου, 2013). 15. Ζερβός, Γ., Η στρατηγική της ενσωματωμένης διατήρησης στην ευρωπαϊκή σύμβαση του τοπίου. Εισήγηση στην Ημερίδα: "Η πολιτισμική διάσταση του Τοπίου", Τεχνόπολις Δήμου Αθηναίων, 3 Μαΐου Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 22 Ιανουαρίου, 2013). 16. Ζερβός, Γ., Η εξέλιξη των παραδοσιακών οικισμών και ο σύγχρονος σχεδιασμός στα θεσμικά κείμενα προστασίας της ακίνητης πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Εισήγηση στην Ημερίδα «Προστασία Παραδοσιακών Οικισμών & Σύγχρονος Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός». Αθήνα, 23 Ιανουαρίου Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος & Πολιτισμού. Διαθέσιμο σε: Ζήσου, Κ. Α., Εισαγωγή στα Συστήματα Γεωγραφικών Πληροφοριών. Αθήνα: Αθ. Σταμούλης. 18. Κόνσολα, Ν., Πολιτιστική Ανάπτυξη και Πολιτική. Αθήνα: Παπαζήση. 19. Μητούλα, Ρ Η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ως παράγοντας διατήρησης της φυσιογνωμίας της πόλης. Αρχαιολογία και Τέχνες τευχ.72. Διαθέσιμο σε: %CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%85%CF%87%CF%8E%CE%BD/?fc=11 40&is=1663 (Ανακτήθηκε 27 Νοεμβρίου 2012). 20. Μιχαλόπουλος, Α. και Μηνακάκης, Β., Παραδοσιακοί Οικισμοί. Αθήνα : Explorer. 21. Μουτσόπουλος, Ν., Οι ρίζες της παραδοσιακής μας αρχιτεκτονικής. Αθήνα : Ακαδημία Αθηνών. 22. Μπούρας, Χ., Η μελέτη εντοπισμού, καταγραφής και αξιολογήσεως παραδοσιακών οικισμών. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τευχ. 9, σσ

129 23. Μπούρας, Χ., Η αντιμετώπιση της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Στο: Φιλιππίδης Δημήτρης, Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική. Τόμος Α, Αθήνα: Μέλισσα, σσ Νακάσης, Α., Προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς η περίπτωση του Μεσολογγίου, Ελεύθερη Ζώνη. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 22 Ιανουαρίου, 2013). 25. Παπακωνσταντίνου, Α., Η σύμβαση της Γρανάδας για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και το Σύνταγμα.. Νόμος και Φύση. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 5 Απριλίου, 2013). 26. Παπακωνσταντίνου, Α., Νομολογία του ΣτΕ για το περιβάλλον. Νόμος και Φύση. Διαθέσιμο σε: #_ftn5p (Ανακτήθηκε 23 Οκτωβρίου, 2012). 27. Παπακωνσταντίνου, Α., Το πολεοδομικό έλλειμμα του παραδοσιακού οικισμού της Ναυπάκτου. Νόμος και Φύση. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 27 Οκτωβρίου, 2012). 28. Παπαπετρόπουλος, Α., Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών. Διοικητική και πρακτική Νομολογία. Στο: Τροβά, Ε. (επ.), Η πολιτιστική κληρονομιά και το δίκαιο. Αθήνα: Σάκκουλας, σσ Σκουρής, Π. και Τροβά, Ε., Προστασία αρχαιοτήτων και πολιτιστικής κληρονομιάς. Αθήνα-Θεσσαλονίκη: Σάκκουλας. 30. Σωτηροπούλου, Δ., Καινοτομίες του νέου νόμου. Η συμβολή του διαλόγου κατά τη νομοπαρασκευαστική επεξεργασία για τη διαμόρφωση του κανονιστικού συνόλου. Στο: Τροβά, Ε. (επ.), Η πολιτιστική κληρονομιά και το δίκαιο. Αθήνα: Σάκκουλας, σσ Ταβλαρίδης, Α., Η οριοθέτηση των οικισμών. ΕΠΑ 10 χρόνια μετά. Τεχνικά Χρονικά, τευχ. 5, σσ Τροβά, Ε., Η εννοιολογική κατηγοριοποίηση του ν. 3028/2002 και το Σύνταγμα μετά την αναθεώρηση του Στο: Τροβά, Ε. (επ.), Η πολιτιστική κληρονομιά και το δίκαιο. Αθήνα: Σάκκουλας, σσ ΥΧΟΠ, (1984α). Πρόγραμμα αναγνώρισης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας για την ποιοτική αναβάθμιση των οικισμών του νομού Καστοριάς. Καστοριά: ΥΧΟΠ 34. ΥΧΟΠ, (1984β). Μελέτη αναγνώρισης, καταγραφής και αποτύπωσης της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νομού Πιερίας. Πιερία: ΥΧΟΠ 35. ΥΧΟΠ, (1984γ). Μελέτη αναγνώρισης της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των οικισμών του νομού Γρεβενών. Γρεβενά: ΥΧΟΠ 36. Φιλιππίδης, Δ., Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική. Τόμος Α, Αθήνα: Μέλισσα. 129

130 37. Φιλιππίδης, Δ., Attali, E., Γερόλυμπος, Γ., Νεοκλασικές πόλεις στην Ελλάδα. Αθήνα: Μέλισσα. 38. Χριστοφιλόπουλος, Δ. Γ., Πολιτιστικό Περιβάλλον Χωρικός σχεδιασμός και Βιώσιμη Ανάπτυξη. Αθήνα: Σάκκουλας. 39. Χριστοφιλόπουλος, Δ. Γ., Προστασία πολιτιστικών αγαθών. Αθήνα: Σάκκουλας. Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία 1. Council of Europe, 1975 α. The Declaration of Amsterdam, Congress on the European Architectural Heritage. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 25 Νοεμβρίου, 2012). 2. Council of Europe, 1975β. European Charter of the Architectural Heritage. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 26 Νοεμβρίου, 2012). 3. European Commission, European Union Prize for Cultural Heritage - Europa Nostra Awards. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 5 Δεκεμβρίου, 2012). 4. European Commission, Former programmes and actions. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 4 Δεκεμβρίου, 2012). 5. ICOMOS, Tlaxcala Declaration on the Revitalization of Small Settlements. Διαθέσιμο σε: articles-en-francais/ressources/charters-and-standards/385-tlaxcaladeclaration-on-the-revitalization-of-small-settlements (Ανακτήθηκε 5 Απριλίου, 2013). 6. ICOMOS, Charter for the conservation of historic towns and urban areas. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 5 Απριλίου, 2013). 7. ICOMOS, Charter in the built vernacular heritage, Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 5 Απριλίου, 2013). 8. The Athens Charter for the Restoration of Historic Monuments, Adopted at the First International Congress of Architects and Technicians of Historic Monuments. Διαθέσιμο σε: 130

131 athens-charter-for-the-restoration-of-historic-monuments (Ανακτήθηκε 26 Νοεμβρίου, 2012). 9. The Venice Charter: International Charter for the Conservation and Restoration of Monuments and Sites, Adopted at the Second International Congress of Architects and Technicians of Historic Monuments. Διαθέσιμο σε: (Ανακτήθηκε 26 Νοεμβρίου, 2012). 10. Unesco, Constitution of the United Nations Educational Scientific and Cultural Organisation. Διαθέσιμο σε: URL_ID=15244&URL_DO=DO_TOPIC&URL_SECTION=201.html (Ανακτήθηκε 26 Νοεμβρίου, 2012). 11. Unesco, Convention for the Protection of Cultural Property in the Event of Armed Conflict with Regulations for the Execution of the Convention Διαθέσιμο σε: URL_ID=13637&URL_DO=DO_TOPIC&URL_SECTION=201.html#DEPO SITOY (Ανακτήθηκε 25 Νοεμβρίου, 2012). 12. Pozoukidou, G. and Papageorgiou, M., Protection of traditional settlements in Greece: Legislation and Practice. In: Department of Planning and Regional Development, University of Thessaly, International Conference "Changing cities: Spatial, morphological, formal & socio-economic dimensions", Skiathos island, Greece June Θεσμικό Πλαίσιο 1. Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού & Αειφόρου Ανάπτυξη (2008). Αθήνα: ΥΠΕΧΩΔΕ Διεύθυνση Χωροταξίας. 2. Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού (2009). Αθήνα: ΥΠΕΧΩΔΕ Διεύθυνση Χωροταξίας 3. Ν. 1469/1950 «Περί Προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενέστερων του 1830» (ΦΕΚ 169/ Α ). 4. Ν.Δ. 8/1973 «Περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού» (ΦΕΚ 124/ Α ). 5. Ψήφισμα ΙΒ Της «Περί Ψηφίσεως και θέσεως εις ισχύν του νέου Συντάγματος της χώρας» (ΦΕΚ 40/ Α ). 6. Ν.Δ. 360/1976 «Περί Χωροταξίας και Περιβάλλοντος» (ΦΕΚ 131/ Α ). 7. Π.Δ. 594/1978 «Περί χαρακτηρισμού ως παραδοσιακών οικισμών τινών του Κράτους και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών» (ΦΕΚ 594/ Δ ). 131

132 8. Ν. 1126/1981 «Περί κυρώσεως της εις Παρισίους την 23 ην Νοεμβρίου 1972 υπογραφείσης Διεθνούς Συμβάσεως δια την προστασίαν της Παγκοσμίου Πολιτιστικής και Φυσικής κληρονομίας» (ΦΕΚ 32/ Α ). 9. Ν. 1127/1981 «Περί κυρώσεως της εις Λονδίνον την 6 η Μαΐου 1969 υπογραφείσης Ευρωπαϊκής Συμβάσεως δια την προστασίαν της Αρχαιολογικής κληρονομιάς» (ΦΕΚ 32/ Α ). 10. Ν. 1577/1985 «Περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, Παραδοσιακοί Οικισμοί και διατηρητέα κτίρια. Προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος» (ΦΕΚ 210/ Α ). 11. Π.Δ. 181/1985 «Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμού της Χώρας μέχρι 2000 κατοίκους κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους.» (ΦΕΚ 181/ Δ ). 12. Ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» (ΦΕΚ 160/ Α ). 13. Π.Δ. 167/1986 «Χαρακτηρισμός ως παραδοσιακών των οικισμών Παλαιοί Πόροι, Παλαιά Σκοτίνα και Σκοτεινά Ν. Πιερίας και επιβολή ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών και του οικισμού Παντελεήμονα του ίδιου Νομού» (ΦΕΚ 167/ Δ ). 14. Π.Δ. 133/1987 «Τροποποίηση των Π.Δ. από «τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησης τους» (ΦΕΚ 181/Δ) και από «πολεοδόμηση και επέκταση οικισμών της χώρας μέχρι κατοίκους και τροποποίηση του από Π.Δ/τος» (ΦΕΚ 414/Δ).(ΦΕΚ 181/ Δ ). 15. Π.Δ. 293/1989 «Τροποποίηση του από Π.Δ./τος. Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμού της Χώρας μέχρι 2000 κατοίκους κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους.» (ΦΕΚ 293/ Δ ). 16. Ν. 2039/1992 «Περί Κύρωσης της Σύμβασης για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης» (ΦΕΚ 61/ Α ). 17. Ν. 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της Χώρας» (ΦΕΚ 124/ Α ). 18. Ν. 2742/1999 «Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη & άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 207/ Α ). 19. Ν. 2831/2000 «Περί τροποποίησης των διατάξεων του Ν.1577/1985 Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός και άλλες πολεοδομικές διατάξεις» (ΦΕΚ 140/ Α ). 20. Ν. 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς»( ΦΕΚ 153/ Α ). 21. Ν. 3378/2005 «Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς (αναθεωρημένη)» (ΦΕΚ 203/ Α ). 22. Ν. 3827/2010 «Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου» (ΦΕΚ 30/ Α ). 132

133 23. Π.Δ. 289/2011 «Όροι και περιορισμοί δόμησης εντός των ορίων των οικισμών με πληθυσμό μέχρι κατοίκους» (ΦΕΚ 289/ ΑΑΠ). 24. Ν. 4067/2012 «Νέος Οικοδομικός κανονισμός» (ΦΕΚ 79/ Α ). Ηλεκτρονική βιβλιογραφία 1. Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής. Κατάλογος παραδοσιακών οικισμών, περιοχών και νήσων ειδικής προστασίας _static.csp 2. Γενικός Τουριστικό Οδηγός ν. Πιερίας 3. Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία 4. Ομάδα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Δημόσια Γεωχωρικά Δεδομένα 5. Υπουργείο Ανάπτυξης, ανταγωνιστικότητας, υποδομών, μεταφορών και δικτύων. Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης. Αρχείο διατηρητέων κτιρίων και παραδοσιακών οικισμών Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού. Αρχείο παραδοσιακών οικισμών και διατηρητέων κτιρίων 8. International Council on Monuments and Sites 9. United Nations Educational, Scientific and Cultural Organization Visit Olympus Riviera 133

134 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 134

135 Χάρτες 135

136 136

137 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών 137

138 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών 138

139 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών 139

140 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών 140

141 Προς ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας παραδοσιακών οικισμών 141

142 142

143 143

144 144

145 145

146 146

147 147

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ Αλίκη Μεταλληνού

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham Περιεχόμενο Ορισμοί Παραδοσιακοί οικισμοί στην Ελλάδα Κριτήρια επιλογής και δημιουργίας των οικισμών

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000» ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000» Συμμετοχή στη στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Πολιτιστικά τοπία σε περιοχές Natura 2000 Προκλήσεις και προοπτικές» 1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις. Κωνσταντίνος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 9 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ... 11 ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ... 13 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΜΟΝΟΓΡΑΦΙΑΣ... 23 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η έννοια του τοπίου I. Η προέλευση και η ιστορία

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ 1 Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ NOMOΣ: 3521/2006 ΦΕΚ: Α 275/22.12.2006 ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την Ανακοίνωση Υπ. Εξωτ. Φ.0544/Μ.5682/ΑΣ.39/2007 (ΦΕΚ

Διαβάστε περισσότερα

Φισκάρδο: προβλήματα ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος σε έναν τουριστικό παραδοσιακό οικισμό

Φισκάρδο: προβλήματα ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος σε έναν τουριστικό παραδοσιακό οικισμό EYNOΪΚΟΙ & ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΑΕΙΦΟΡΙΑΣ Θέμα εργασίας: Φισκάρδο: προβλήματα ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος σε έναν τουριστικό παραδοσιακό οικισμό Μάνια Μπεριάτου

Διαβάστε περισσότερα

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΗΜΑΘΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ Δ/ΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΟΜΗΣΗΣ - ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Βέροια, 15/7/2016 Αρ. Πρωτ. ΔΥ Διεύθυνση : Βικέλα 4 Προς: Δημοτικό Συμβούλιο Τ.Κ. : 591 32 Πληροφορίες

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Προστετευόμενα μέρη της Unesco στην Ελλάδα: πολιτιστική κληρονομιά του σήμερα... ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2009 Η UNESCO (United Nations Educational and Cultural Organization)

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ της ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ & ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ της ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ & ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ Ινστιτούτο Εκπαίδευσης & Επιµόρφωσης Μελών Τεχνικού Επιµελητηρίου Ελλάδας Α.Ε. ο ΝΟΚ (ν. 4067/12) και η Μαρία Φραντζή Aρχιτέκτονας µηχ - Πολεοδόµος Μπιρµπίλη 47 11744 Αθήνα Αράχωβα 32004 τηλ: +302109025323

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ.

ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ. ρ. Κων/νος Παρθενόπουλος ιπλ. Αρχιτέκτων Μηχανικός, Πολεοδόµος, Αρχαιολόγος, Οικονοµολόγος και.

Διαβάστε περισσότερα

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα Εισήγηση : Δημήτριος Ντοκόπουλος, Αρχιτέκτων - Πολεοδόμος "Από τον Ν.Δ. 17-7-23

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ 7 ο ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-2012 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Σ. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΚΟΛΩΝΙΑ, ΛΕΚΤΟΡΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων Ενότητα 1 : Εισαγωγή Τοκμακίδης Κωνσταντίνος Τμήμα Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα.

ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα. ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα. Δεν είναι επιτρεπτή η καταστροφή στοιχείων, τα οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντικά για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ούτε επέμβαση,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΙΟΥΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή διατριβή Η ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΩΝ ΒΑΡΕΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥΣ Μιχαήλ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Αριθ. Πρωτ. οικ. 11218/02.08.2012 ΤΕΕ M. Αλεξάνδρου 49 54643 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Τηλ. 2310 883100-9 Fax 2310 883110 Πληρ.: Τμήμα Επαγγελματικών Θεμάτων Εβρένογλου Βασίλης Τηλ.: 2310883146-144 Fax: 2310883110 Προς

Διαβάστε περισσότερα

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν 1 Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν Έλενα Κωνσταντινίδου, Επ. Καθηγήτρια ΕΜΠ Σας καλοσωρίζουμε στο μάθημα της «Αρχιτεκτονικής ανάλυσης παραδοσιακού

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΑ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ Γεωργίου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ. Γ. Οικονόμου Μάρτιος 2001 - I -

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ. Γ. Οικονόμου Μάρτιος 2001 - I - ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Ευχάριστο χρέος αποτελεί για μένα η μνεία των προσώπων που συνέβαλαν, τους τελευταίους εννέα μήνες, στην ολοκλήρωση αυτής της μελέτης. Θα ήθελα λοιπόν στο σημείο αυτό να ευχαριστήσω τον κ.

Διαβάστε περισσότερα

B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ 1. Ιστορική εξέλιξη της Χωροταξίας Η Χωροταξία στην Ελλάδα αρχίζει να εμφανίζεται ως ιδιαίτερος κλάδος (discipline) μεταπολεμικά, στις αρχές του δεύτερου μισού

Διαβάστε περισσότερα

Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( )

Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( ) Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας (24-10-2016) Η διαχείριση της πολιτισµικής κληρονοµιάς αποτελεί πεδίο ιδιαίτερης επιστηµονικής βαρύτητας και σύγχρονη αντίληψη προστασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 2014-2019 Δήμος Σοφάδων ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ 79 ΕΝΤΥΠΟ ΕΠ_08: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 2.1. ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΟΦΑΔΩΝ Ο Δήμος Σοφάδων, όπως διαμορφώθηκε μετά

Διαβάστε περισσότερα

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου Ελένη Μαΐστρου, αρχιτέκτων, ομ. καθηγήτρια ΕΜΠ Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Τα στοιχεία που συγκροτούν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΥ ΑΛΙΑΡΤΟΥ ΘΕΣΠΙΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2015-2019

ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΥ ΑΛΙΑΡΤΟΥ ΘΕΣΠΙΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2015-2019 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ Αλίαρτος, 13-07-2015 ΔΗΜΟΣ ΑΛΙΑΡΤΟΥ ΘΕΣΠΙΕΩΝ Αρ. Πρωτ.: 6.938 Γραφείο Δημάρχου Ταχ.Δ/νση: Λεωφόρος Αθηνών Τ.Κ.: 32001 ΑΛΙΑΡΤΟΣ Τηλ.: 22683-50.235 Fax: 22680-22.690 Ο

Διαβάστε περισσότερα

Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D.

Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D. Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D. LSE) ΜΕΡΟΣ 2 To πλαίσιο του χωρικού σχεδιασµού στην Ελλάδα Το κανονιστικό

Διαβάστε περισσότερα

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ 1 Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ 2 Τα εργαλεία ανάγνωσης της ταυτότητας της πόλης. Τα εργαλεία

Διαβάστε περισσότερα

Συµβάσεις Συστάσεις Ψηφίσµατα Χάρτες Αρχές ιακηρύξεις. «Γιατί προστατεύουµε;» «Τί προστατεύουµε;» «Πώς προστατεύουµε;»

Συµβάσεις Συστάσεις Ψηφίσµατα Χάρτες Αρχές ιακηρύξεις. «Γιατί προστατεύουµε;» «Τί προστατεύουµε;» «Πώς προστατεύουµε;» «Γιατί προστατεύουµε;» «Τί προστατεύουµε;» «Πώς προστατεύουµε;» Συµβάσεις Συστάσεις Ψηφίσµατα Χάρτες Αρχές ιακηρύξεις 1931 Συµπεράσµατα του Συνεδρίου των Αθηνών - Χάρτης των Αθηνών (1931) 1933 Συµπεράσµατα

Διαβάστε περισσότερα

Οι παραδοσιακοί οικισμοί Η ανάδειξή τους και η Χάρτα του Πολιτιστικού Τουρισμού

Οι παραδοσιακοί οικισμοί Η ανάδειξή τους και η Χάρτα του Πολιτιστικού Τουρισμού ΤΕΕ. Επιστημονικές ημερίδες για την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Οι παραδοσιακοί οικισμοί Η ανάδειξή τους και η Χάρτα του Πολιτιστικού Τουρισμού Αικ. Δημητσάντου Κρεμέζη, Δρ. Αρχιτέκτων, Καθηγήτρια

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ ΤΡΙΠΟΛΗ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016 1ο ερώτημα Γιατί και με ποιους όρους η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ενός

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΠ 2000-2006 ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 2000 2006 NOΕΜΒΡΙΟΣ 2006 2 ΑΞΟΝΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Μεταπτυχιακή διατριβή ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ Παρασκευή Νταϊλιάνη Λεμεσός, Μάιος, 2017 TΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Αθήνα, 2014 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10: Το αστικό πράσινο και η διαχείρισή του από την Τοπική Αυτοδιοίκηση Η αξία του αστικού πρασίνου Η έννοια του αστικού πράσινου-χαρακτηριστικά

Διαβάστε περισσότερα

Κατά τη συνεδρίαση της 23ης Οκτωβρίου 2000, η Επιτροπή Πολιτιστικών Υποθέσεων ολοκλήρωσε την εξέταση του ανωτέρω σχεδίου ψηφίσµατος.

Κατά τη συνεδρίαση της 23ης Οκτωβρίου 2000, η Επιτροπή Πολιτιστικών Υποθέσεων ολοκλήρωσε την εξέταση του ανωτέρω σχεδίου ψηφίσµατος. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Bρυξέλλες, 27 Οκτωβρίου 2000 (3.0) (OR. fr) 2753/00 LIMITE CULTURE 69 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ της : Επιτροπής Πολιτιστικών Υποθέσεων συνεδρίαση : της 23.0.2000 αριθ. προηγ.

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης. Η Προστασία των Αρχιτεκτονικών Συνόλων στην Ελλάδα: Δίκαιο και Πρακτική. Αθηνά Βαλιώτη

Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης. Η Προστασία των Αρχιτεκτονικών Συνόλων στην Ελλάδα: Δίκαιο και Πρακτική. Αθηνά Βαλιώτη Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού Π. Μ. Σ.: «Πολιτιστική Διαχείριση» Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης Η Προστασία των Αρχιτεκτονικών Συνόλων στην

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΗΜΝΟΥ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΗΜΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΗΜΝΟΥ ΜΕΤΑΞΥ: ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΛΗΜΝΟΥ, ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ και ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΕΣΒΟΥ Στην Μύρινα σήμερα Νοεμβρίου 2011 και στο

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΜΠ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Πρόγραμμα Διατμηματικών Μεταπτυχιακών Σπουδών Εξειδίκευσης ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ Σοφία

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ (ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΡΝΑΓΙΟΥ) ΔΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ (ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΡΝΑΓΙΟΥ) ΔΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α Ο Λ Ο Κ Λ Η Ρ Ω Μ Ε Ν Ω Ν Π Α Ρ Ε Μ Β Α Σ Ε Ω Ν Α Σ Τ ΙΙ Κ Η Σ Α Ν Α Π Τ Υ Ξ Η Σ Ε.. Τ.. Π.. Α.. & Ε.. Κ.. Τ.. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΗΜΟΥ ΚΑΒΑΛΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.) με τίτλο «Χώρος, Σχεδιασμός και Δομημένο Περιβάλλον

Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.) με τίτλο «Χώρος, Σχεδιασμός και Δομημένο Περιβάλλον Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.) με τίτλο «Χώρος, Σχεδιασμός και Δομημένο Περιβάλλον Αντικείμενο σκοπός Στόχοι του Π.Μ.Σ. είναι η εκπαίδευση για την απόκτηση του επιστημονικού

Διαβάστε περισσότερα

Βασιλική Παπαγεωργίου. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών

Βασιλική Παπαγεωργίου. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών Βασιλική Παπαγεωργίου Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών 2 3 Οι νέες τεχνολογίες στη στρατηγική του Υπουργείου Η αξιοποίηση

Διαβάστε περισσότερα

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Χρυσάνθη Στυλιανού Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Georgios Tsimtsiridis

Georgios Tsimtsiridis Sustainable Touristic Development in the Municipality of Almopia Georgios Tsimtsiridis Vice Mayor of Almopia Δήμος Αλμωπίας Βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη Η τουριστική ανάπτυξη σε οποιαδήποτε μορφή της προϋποθέτει

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜOΚΡΑΤΙΑ ΑΘΗΝΑ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜOΚΡΑΤΙΑ ΑΘΗΝΑ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2019 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜOΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Γ.Γ. Χωρικού Σχεδιασμού & Αστικού Περιβάλλοντος Γεν. Δ/νση Χωρικού Σχεδιασμού Δ/νση Χωροταξικού Σχεδιασμού ΜΕΛΕΤΗ: ΧΡΗΜ/ΤΗΣΗ: Αξιολόγηση και αναθεώρηση

Διαβάστε περισσότερα

Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014

Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014 Α ΦΑΣΗ: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2011-2014 1 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ... 1 Επιχειρησιακό Πρόγραμμα...

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Θέμα: «Ο Προσανατολισμός του Περιφερειακού Σκέλους του Γ ΚΠΣ»

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Θέμα: «Ο Προσανατολισμός του Περιφερειακού Σκέλους του Γ ΚΠΣ» ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΙΓ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Θέμα: «Ο Προσανατολισμός του Περιφερειακού Σκέλους του Γ ΚΠΣ» Διπλωματική Εργασία Επιβλέπων:

Διαβάστε περισσότερα

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Αναστασία Στρατηγέα. Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Δρ. Ε.Μ.Π., Μέλος Ε.Δ.Ι.Π. Ε.Μ.Π.

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Αναστασία Στρατηγέα. Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Δρ. Ε.Μ.Π., Μέλος Ε.Δ.Ι.Π. Ε.Μ.Π. ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός,

Διαβάστε περισσότερα

ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Το ίκτυο Οινοποιών Νοµού Ηρακλείου ιδρύθηκε ως αστική µη κερδοσκοπική εταιρεία τον Νοέµβριο του 2006 και αποτελεί την κύρια συλλογική, συγκροτηµένη και συντονισµένη έκφραση

Διαβάστε περισσότερα

Για μια αειφόρο προσέγγιση της οικιστικής ανάπτυξης. Θάνος Παγώνης, αρχιτέκτων - πολεοδόμος

Για μια αειφόρο προσέγγιση της οικιστικής ανάπτυξης. Θάνος Παγώνης, αρχιτέκτων - πολεοδόμος Για μια αειφόρο προσέγγιση της οικιστικής ανάπτυξης Θάνος Παγώνης, αρχιτέκτων - πολεοδόμος Διαπιστώσεις Ο μισός πληθυσμός της γης στεγάζεται ήδη σε πόλεις καταναλώνοντας περίπου τα ¾ των πόρων του πλανήτη

Διαβάστε περισσότερα

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005 Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος 2004-2005 Περίληψη Εργασίας του µαθήµατος: Σύγχρονες πρακτικές του σχεδιασµού και δυναµική των χωρικών δοµών και

Διαβάστε περισσότερα

Πιστεύω ότι όλοι όσοι συγκεντρωθήκαμε σε αυτή την αίθουσα σήμερα. 1. Το πολιτιστικό τοπίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη ζωή μας: ο

Πιστεύω ότι όλοι όσοι συγκεντρωθήκαμε σε αυτή την αίθουσα σήμερα. 1. Το πολιτιστικό τοπίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη ζωή μας: ο ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ομιλία της Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Δρος Λίνας Μενδώνη στη Διεθνή Συνάντηση με θέμα «Πολιτιστικά

Διαβάστε περισσότερα

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ι.Ν. Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία εισήγηση στην 1 η συνάντηση για την ΟΧΕ πόλης Κέρκυρας -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1. Χαρακτηριστικά του παγκόσμιου τουριστικού προϊόντος... 19 1.2. Η ανάπτυξη των εναλλακτικών και ειδικών μορφών τουρισμού... 21 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 2.1.

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Συνοπτικός πίνακας περιεχομένων 11 ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ σελ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΕΙΣΑΓΩΓH... 15 Α) Η Περιβαλλοντική παράμετρος της βιώσιμης ανάπτυξης... 17 Β) Η κοινοτική περιβαλλοντική πολιτική για

Διαβάστε περισσότερα

Στρατηγική Βιώσιμης Ανάπτυξης για το Βόρειο Αιγαίο. Ε. Παναγιωτάτου Ε. Κλαμπατσέα

Στρατηγική Βιώσιμης Ανάπτυξης για το Βόρειο Αιγαίο. Ε. Παναγιωτάτου Ε. Κλαμπατσέα Δίκτυα «Τομέων» και «Τόπων»: Στρατηγική Βιώσιμης Ανάπτυξης για το Βόρειο Αιγαίο Ε. Παναγιωτάτου Ε. Κλαμπατσέα Η εισήγηση βασίζεται σε μακροχρόνια ερευνητική προσπάθεια καταρχήν με το πρόγραμμα «Ακρίτας»,

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΛΕΒΑΔΕΩΝ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΛΕΒΑΔΕΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΛΕΒΑΔΕΩΝ 2015-2019 ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ Α ΦΑΣΗΣ «ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ» ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Φύλο Άνδρας Γυναίκα Ηλικία 18-30 30-65 65- και πάνω Περιοχή Κατοικίας Προσωπικά Στοιχεία

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ ) ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Η Ευρώπη επενδύει στις Αγροτικές περιοχές ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 2014-2020 (ΠΑΑ 2014-2020) ΜΕΤΡΟ

Διαβάστε περισσότερα

Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων

Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων Καραΐσκος Περικλής Υποψήφιος Διδάκτορας ΣΑΤΜ/ΕΜΠ Msc Γεωπληροφορικής Επιστημονικά - Γνωστικά

Διαβάστε περισσότερα

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών 2018-2028 Αρμόδια υπηρεσία Απόσπασμα Όρων Εντολής Η Αναθέτουσα Αρχή, είναι το Τμήμα Περιβάλλοντος, του Υπουργείου Γεωργίας,

Διαβάστε περισσότερα

«Κατευθύνσεις περιβαλλοντικής. σε συνθήκες κρίσης στην Ελλάδα» Ρ. Κλαμπατσέα,

«Κατευθύνσεις περιβαλλοντικής. σε συνθήκες κρίσης στην Ελλάδα» Ρ. Κλαμπατσέα, «Κατευθύνσεις περιβαλλοντικής πολιτικής για το σχεδιασμό σε συνθήκες κρίσης στην Ελλάδα» Ρ. Κλαμπατσέα, 28.5.2013 Άρθρο 24, Σύνταγμα Αποτελεί θεμέλιο λίθο της εθνικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Ορίζει,

Διαβάστε περισσότερα

Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Ειδικά Πλαίσια για. Βιομηχανία

Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Ειδικά Πλαίσια για. Βιομηχανία ΗΜΕΡΙΔΑ TEE «Ορυκτός Πλούτος και Τοπικές Κοινωνίες» Θέμα: Χωρικός Σχεδιασμός και Αξιοποίηση Ορυκτού Πλούτου: Συγκλίσεις και αποκλίσεις μεταξύ χωρικών επιπέδων Κάρκα Λένα Αρχιτέκτων Μηχ Ε.Μ.Π. - Δρ Γεωγραφίας

Διαβάστε περισσότερα

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ NAFPLIO A. THE HISTORIC CHARACTER OF THE CITY B. PROPOSALS FOR PROTECTION AND SUSTAINABLE DEVELOPMENT THE OLD CITY - VIEW FROM THE

Διαβάστε περισσότερα

Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ Ε.Π. ΔΕΠΙΝ

Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ Ε.Π. ΔΕΠΙΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗ 2 Η ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΟΥ Ε.Π. ΔΕΠΙΝ 2007-2013. (ΛΟΥΤΡΑΚΙ 20/03/2009) Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Τα ΕΧΣ ως εργαλεία προσέλκυσης επενδύσεων, αστικής ανάπλασης και περιβαλλοντικής προστασίας (ν. 4269/14 όπως τροποποιήθηκε με τον ν.

Τα ΕΧΣ ως εργαλεία προσέλκυσης επενδύσεων, αστικής ανάπλασης και περιβαλλοντικής προστασίας (ν. 4269/14 όπως τροποποιήθηκε με τον ν. Τα ΕΧΣ ως εργαλεία προσέλκυσης επενδύσεων, αστικής ανάπλασης και περιβαλλοντικής προστασίας (ν. 4269/14 όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4447/16) Με το νέο θεσμικό πλαίσιο: Αποσαφηνίζεται ο στρατηγικός ή ρυθμιστικός

Διαβάστε περισσότερα

Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής

Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής ημήτριος Μαυροματίδης, Πρόεδρος ιοικούσας Επιτροπής ΤΕΕ/Τ Μ Παρασκευή Χριστοπούλου, Πρόεδρος Αντιπροσωπείας ΤΕΕ/Τ Μ Forum

Διαβάστε περισσότερα

Η πολιτική της χαρτογράφησης vs η χαρτογράφηση της πολιτικής Η εκτίμηση της σπουδαιότητας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχεδίων κα προγραμμάτων.

Η πολιτική της χαρτογράφησης vs η χαρτογράφηση της πολιτικής Η εκτίμηση της σπουδαιότητας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχεδίων κα προγραμμάτων. Η πολιτική της χαρτογράφησης vs η χαρτογράφηση της πολιτικής Η εκτίμηση της σπουδαιότητας των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σχεδίων κα προγραμμάτων. Μάνια Ε. Λάμπρου manialambr@gmail.com Ναύπλιο, Δεκέμβριος

Διαβάστε περισσότερα

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ι.Ν. Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία εισήγηση στην 1 η συνάντηση για την ΟΧΕ πόλης Κέρκυρας -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Pilloras, Panagiotis. Neapolis University. þÿ À¹ÃÄ ¼Î½, ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å

Pilloras, Panagiotis. Neapolis University. þÿ À¹ÃÄ ¼Î½, ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Law and Social Sciences http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2015 þÿ ± µã¼¹º ÌÁ³±½± Ä Â ÅÁÉÀ± Pilloras, Panagiotis þÿ Á̳Á±¼¼± ¹µ ½  º±¹

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ E ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 1865 5 Σεπτεμβρίου 2017 ΤΕΥΧΟΣ A.A.Π. Αρ. Φύλλου 195 ΤΕΥΧΟΣ ΑΝAΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 1 Καθορισμός

Διαβάστε περισσότερα

Χωρικός Σχεδιασμός Βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολεοδομική μεταρρύθμιση στα πλαίσια του ν. 4269/2014 όπως αντικαταστάθηκε με το ν.

Χωρικός Σχεδιασμός Βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολεοδομική μεταρρύθμιση στα πλαίσια του ν. 4269/2014 όπως αντικαταστάθηκε με το ν. Χωρικός Σχεδιασμός Βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολεοδομική μεταρρύθμιση στα πλαίσια του ν. 4269/2014 όπως αντικαταστάθηκε με το ν.4447/2016 Με το νέο θεσμικό πλαίσιο: Αποσαφηνίζεται ο στρατηγικός ή ρυθμιστικός

Διαβάστε περισσότερα

H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Συγγραφέας: ΑΛΕΦΑΝΤΗ ΑΘΗΝΑ Οι ισχύουσες συνταγματικές ρυθμίσεις αποβλέπουν στην προστασία

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ της 28/9/2011

ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ της 28/9/2011 ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ της 28/9/2011 ΕΡΩΤΗΣΗ 1 : Υπάρχει περιορισμός στην συμμετοχή της ίδιας ομάδας, αφενός στις μελέτες των περιφερειών (προκηρύξεις Νr: 1-14), αλλά και αφετέρου ως σύμβουλος παρακολούθησης, διαχείρισης

Διαβάστε περισσότερα

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ -Η κάθε αστική ή αγροτική τοποθεσία που µαρτυρεί πολιτισµό έχει µνηµειακή αξία -Το ενδιαφέρον δεν περιορίζεται µόνο στην υψηλή αρχιτεκτονική αλλά και στα

Διαβάστε περισσότερα

Αρχιτεκτονική υπό το Πρίσμα του Συντάγματος. Παραδοσιακοί Οικισμοί και Μορφολογικοί Κανόνες

Αρχιτεκτονική υπό το Πρίσμα του Συντάγματος. Παραδοσιακοί Οικισμοί και Μορφολογικοί Κανόνες Αρχιτεκτονική υπό το Πρίσμα του Συντάγματος. Παραδοσιακοί Οικισμοί και Μορφολογικοί Κανόνες Κωνσταντίνος Δ. Καρατσώλης, Δικηγόρος - Νομικός Συνεργάτης ΤΕΕ ΕΙΣΗΓΗΣΗ Αντί εισαγωγής Σήμερα σε μια περίοδο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ............................................... 17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Θεωρίες περιφερειακών ανισοτήτων Μια σύντομη παρουσίαση...................... 21 1.1 Εισαγωγή...........................................

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ Δευτέρα 27 Μαΐου 2013 Βασικές έννοιες και αρχές της τουριστικής βιομηχανίας/ Η ελληνική

Διαβάστε περισσότερα

1.1.1 Διαχείριση και αποκατάσταση των προβλημάτων ρύπανσης των υδάτων για ύδρευση και άρδευση, καθώς και των θαλάσσιων υδάτων

1.1.1 Διαχείριση και αποκατάσταση των προβλημάτων ρύπανσης των υδάτων για ύδρευση και άρδευση, καθώς και των θαλάσσιων υδάτων Σύμφωνα με τα υπ αριθμόν 1.Π.Δ 185/2007 ''Όργανα και διαδικασία κατάρτισης, παρακολούθησης και των επιχειρησιακών προγραμμάτων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α) α' βαθμού'' με το οποίο καθορίστηκε

Διαβάστε περισσότερα

«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ»

«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ» «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ» Εισηγήτρια: Έφη Γουνελά Στέλεχος της ΕΕΤΑΑ ΑΠΟΔΗΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ & ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ Η υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ Η ΗΑΒΙΤΑΤ AGENDA ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τον Ιούνιο του 1996, στη Δεύτερη Παγκόσμια Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τους Ανθρώπινους Οικισμούς (HABITAT II) που πραγματοποιήθηκε στην

Διαβάστε περισσότερα

H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς,

H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς, H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς, H αγορά της πόλης που ενέπνευσε στον Θουκυδίδη την παθολογία του πολέµου, H

Διαβάστε περισσότερα

Στόχος του Τμήματος: Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης (152)

Στόχος του Τμήματος: Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης (152) Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης (152) Το Τμήμα: Το Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης ιδρύθηκε το 1989 με αρχική ονομασία «Τμήμα Αστικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης». Ανήκει στην ομάδα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ Λεμεσός, 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Ενότητα 1: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ Eαρινό 2013-2014 28/4/2015 Το περιεχόμενο του μαθήματος διατίθεται

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Σημειώσεις Μαθήματος Ανθρωπογεωγραφίας-Ανάλυση Περιφερειακού Χώρου Ηλίας Μπεριάτος ΒΟΛΟΣ 2000 «Ανάλυση του Περιφερειακού Χώρου»

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ Η ανάγκη αναθεώρησης του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό προκύπτει αφενός από γενικότερες

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑ: Έγκριση ειδικών όρων για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων και ηλιακών συστημάτων σε γήπεδα και κτίρια σε εκτός σχεδίου περιοχές

ΘΕΜΑ: Έγκριση ειδικών όρων για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων και ηλιακών συστημάτων σε γήπεδα και κτίρια σε εκτός σχεδίου περιοχές ΘΕΜΑ: Έγκριση ειδικών όρων για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων και ηλιακών συστημάτων σε γήπεδα και κτίρια σε εκτός σχεδίου περιοχές Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΗΓΗΣΗ. Προτάσεις καλής οργάνωσης υπηρεσιών Δήμων: Θέματα Πολεοδομίας

ΕΙΣΗΓΗΣΗ. Προτάσεις καλής οργάνωσης υπηρεσιών Δήμων: Θέματα Πολεοδομίας ΕΙΣΗΓΗΣΗ Προτάσεις καλής οργάνωσης υπηρεσιών Δήμων: Θέματα Πολεοδομίας 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ H Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (Πρόγραμμα «Καλλικράτης»), που ήδη αποτελεί Νόμο

Διαβάστε περισσότερα

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον Α. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής Επιλέξετε τη σωστή από τις παρακάτω προτάσεις, θέτοντάς την σε κύκλο. 1. Το περιβάλλον γίνεται ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΣ α) όταν µέσα

Διαβάστε περισσότερα

þÿ P u b l i c M a n a g e m e n t ÃÄ ½ ¼ÌÃ

þÿ P u b l i c M a n a g e m e n t ÃÄ ½ ¼Ìà Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2017 þÿ ±À Ç Ä Â µæ±á¼ ³ Â Ä þÿ P u b l i c M a n a g e m e n t ÃÄ ½

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Δ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ Σπουδάστρια: Διαούρτη Ειρήνη Δήμητρα Επιβλέπων καθηγητής:

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ Χριστοδούλου Αντρέας Λεμεσός 2014 2 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Η Ναύπακτος από την αρχαιότητα ως σήμερα

Η Ναύπακτος από την αρχαιότητα ως σήμερα Η Ναύπακτος από την αρχαιότητα ως σήμερα Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1838-1937 1829 - Απελευθέρωση από τους Οθωμανούς 1838 - Αποτύπωση του Φρουρίου και της πόλης Ναυπάκτου από Έλληνες και Βαυαρούς Μηχανικούς της

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών

Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών 11 Η Ι ΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01 ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο 2 0 1 3-2014 1 Α. ΟΙΚΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΙΚΙΑ Δίκτυο οικισμών και

Διαβάστε περισσότερα

Γεωγραφικές Επιστήµες Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ένας άρρηκτος δεσµός συµβίωσης. Γεώργιος Ταξιάρχου 1

Γεωγραφικές Επιστήµες Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ένας άρρηκτος δεσµός συµβίωσης. Γεώργιος Ταξιάρχου 1 Γεωγραφικές Επιστήµες Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ένας άρρηκτος δεσµός συµβίωσης. Γεώργιος Ταξιάρχου 1 Σύµφωνα µε την γενική αρχή που καθιέρωσε η UNESCO, η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση έχει στόχο να διαµορφώσει

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676)

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Το Τμήμα Το Τμήμα με το νόμο 4521/2018 εντάχτηκε στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής μετά την κατάργηση του ΤΕΙ Αθήνας. Το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ. 4. Την Α.Π. 14053/ΕΥΣ 1749/27.03.08 Υπουργική Απόφαση Συστήματος Διαχείρισης, όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει.

ΑΠΟΦΑΣΗ. 4. Την Α.Π. 14053/ΕΥΣ 1749/27.03.08 Υπουργική Απόφαση Συστήματος Διαχείρισης, όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Ταχ. Δ/νση : 1ο χλμ Μυτιλήνης - Λουτρών Μυτιλήνη Ταχ.Κώδικας : 81100 Πληροφορίες : ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΧΑΤΖΕΛΛΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

15320/14 ΕΠ/γπ 1 DG E - 1 C

15320/14 ΕΠ/γπ 1 DG E - 1 C Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2014 (OR. en) 15320/14 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: CULT 127 TOUR 24 REGIO 123 RELEX 908 Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων(1ο Τμήμα) Συμβούλιο

Διαβάστε περισσότερα

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ενότητα 02: Ιστορική Εξέλιξη της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ι Πολυξένη Ράγκου Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα